-
1 ὑπό
ὑπό [pron. full] [ῠ], Prep. with gen., dat., and acc.: [dialect] Aeol. [full] ὐπά Alc.39; [dialect] Boeot. [full] ὑπάAἈρχ.Δελτ. 14
Pl. ii 19 (Thespiae, iii B.C.); [dialect] Ion. ηυπύ only in IG 14.871 (Cumae, v B.C.); Arc. [full] ὁπύ Schwyzer 664.15,21 (Orchom.Arc., iv B.C.); in [dialect] Ep. [full] ὑπαί (also B. 12.139): this is found in Hom. only six times as a well-attested reading (ὑ. πόδα Il.2.824
,ὑ. δέ 3.217
, 11.417, 12.149,ὑ. δείους 10.376
, 15.4); elsewh. (before λ ν ρ ϝ ) it is weakly attested as v. l. for ὑπὸ ([etym.] ?ὑπόX ¯ ), e.g. ποσσὶ δ' ὑπὸ (v.l. ὑπαὶ)λιπαροῖσι Il.2.44
, al.; but ὑπαὶ νεφέων is given by most codd. in Il.15.625, 16.375 (v. Allen ed. maj.), andὑπαὶ νεφέεσσι Anon.
ap. Plu.2.38e; also in compds.,ὑπαιδείδοικα h.Merc. 165
, ὑπαιφοινίσσω (q. v.); it is not freq. in Trag. Poets, A.Ag. 892, 944, 1164 (lyr.), Eu. 417, S.El. 711, 1418 (lyr.), Inach. in PTeb. 692 ii5 (lyr.), E.El. 1188 (lyr.), Ar. Ach. 970 (paratrag.). (With ὑπό ([etym.] ὕπο) cf. Skt. úpa 'towards, near to, etc.', Goth. uf 'under'.)A WITH GENITIVE,I of Place, with Verbs of motion, from under, αὖτις ἀναστήσονται ὑ. ζόφου they will rise again from under the gloom, Il.21.56;ὑ. χθονὸς ἧκε φόωσδε Hes.Th. 669
;ῥέει κρήνη ὑ. σπείους Od.9.141
, cf. Pl.Phdr. 230b;ὄσσε δεινὸν ὑ. βλεφάρων ἐξεφάανθεν Il.19.17
; ἐσιδόντες ὑπαὶ χειμῶνος αἴγλαν from under the storm-cloud, B.12.139; esp. of rescuing from under another's power, after the Verbs ἐρύεσθαι, ἁρπάζειν, ῥύεσθαι, ἐρύειν, Il.9.248, 13.198, 17.224, 235;ἤγαγεν ὑμέτερόνδ' ἀνδροκτασίης ὕ. λυγρῆς
from the consequences of,23.86
; also ἵππους μὲν λῦσαν ὑ. ζυγοῦ from under the yoke, 8.543, Od.4.39; ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην I loosed myself from under the ram, 9.463; σπλάγχνων ὕπο ματέρος μόλεν, i.e. was born, Pi.N.1.35, cf. O.6.43; rarely in Trag.,ὑ. πτερῶν σπάσας E.Andr. 441
;περᾷ γὰρ ἥδ' ὑ. σκηνῆς πόδα Id.Hec.53
; once in Hdt.,τὰς δέ οἱ ἵππους ὑ. τοῦ ἅρματος νεμομένας ἀφανισθῆναι 4.8
;αἴ τις ὑ. τῶν νομίων τῶν ἐπιϝοικων ἀνχωρέῃ SIG47.27
(Locris, v B.C.); cf. ὑπέκ.2 of the object under which a thing is or is placed, under, beneath, with collat. sense of motion, as μοχλὸν ὑ. σποδοῦ ἤλασα πολλῆς thrust it in under the embers, Od. 9.375;ὑ. στέρνοιο τυχήσας Il.4.106
;τοὺς μὲν ὑ. χθονὸς εὐρυοδείης πέμψαν Hes.Th. 717
: also without the sense of motion,ὑπ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο Il.3.372
;βάθιστον ὑ. χθονός ἐστι βέρεθρον 8.14
;ἐτέθαπτο ὑ. χθονός Od.11.52
;κεκευθὼς πολεμίας ὑ. χθονός A.Th. 588
;ὑπ' ἀγκῶνος βέλη Pi.O.2.83
;νέρθεν ὑπ' ἐγκεφάλοιο Il.16.347
;τὰ ὑ. γῆς δικαιωτήρια Pl.Phdr. 249a
;δεξιὰν ὑφ' εἵματος κρύπτειν E.Hec. 342
; φέρειν ζώνης ὕπο ib. 762: Thom.Mag.p.375 R. says that ὑ. = under takes gen. in [dialect] Att., acc. in 'Hellenic' Greek; κατακρύψας ὑ. κόπρου, which is v.l. in Od.9.329 for ὑ. κόπρῳ, is called by Eust.1631.36 Ἀττικώτερον, ὁποῖον καὶ τὸ φέρειν τι ὑ. κόλπου ἢ ὑ. μάλης (v. κόλπος, μάλη); but in [dialect] Att. Prose, Hdt., and the Koine ὑ. c. gen. in signfs. 1.1, 2 is almost limited to these and a few other phrases, esp. ὑ. γῆς; it is not found at all in Th., LXX, Ptolemaic papyri, and NT; X. has ὑ. ἁμάξης ( = from under) An.6.4.22,25; the Orators have only ὑ. μάλης, Lys.Fr.54, D.29.12; ὑ. γῆς is found in Pl.Ap. 18b, Mx. 246d, R. 414d, al., Arist.Mete. 352b6, al., Hipparch.2.2.45, Plb.18.18.10 ([etym.] ὑ. τῆς γῆς), 21.28.3,10.b metaph., ἀρετῶσι δὲ λαοὶ ὑπ' αὐτοῦ under his rule, Od.19.114.II of Cause or Agency, freq. with pass. Verbs, and with intr. Verbs in pass. sense,μή πως τάχ' ὑπ' αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς Il.3.436
, cf. 4.479; ; εὖτ' ἂν πολλοὶ ὑφ' Ἕκτορος θνῂσκοντες πίπτωσι 1.242;τὸν.. τοκέα ὑ. τοῦ.. παιδὸς ἀποθνῄσκειν Hdt.1.137
; , cf. Th.7, al.;πέλεκυς.. ὅς τ' εἶσιν διὰ δουρὸς ὑπ' ἀνέρος Il.3.61
;ὑπ' Ἀχαιῶν.. φοβέοντο.. ἀπὸ νηῶν 16.303
; (anap.);ὑ. τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες Th.1.77
;ἐκπεσόντες ὑ. τοῦ πλήθους Id.4.66
;ἀναστάτων Καμαριναίων γενομένων ὑ. Συρακοσίων Id.6.5
;ὑφ' ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑ. τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν Id.4.64
; κλύοντές ἐσμεν αἰσχίστους λόγους.. τοῦδ' ὑπ' ἀνδρὸς ἀρτίως we have been called shameful names by.., S.Aj. 1321; κακῶς ὑ. τῶν πολιτῶν ἀκούειν to be ill spoken of by.., Isoc.4.77, cf. Pl.Hp.Ma. 304e, X.An. 7.7.23; of a subordinate agent, ὑ. κήρυκος προαγορεύειν, ἀπειπεῖν κηρύκων ὕπο, Hdt.9.98, E.Alc. 737, cf. Th.6.32;ἐμῶν ὑπ' ἀγγέλων.. πορεύεται S.Tr. 391
;ὑ. ἀγγέλων πέμπων Pl.Phlb. 66a
: sts. with a verbal Subst., τὸ ὑ. νόμου ἐπίταγμα (i. e. ἐπιταττόμενον) Id.R. 359a;ἐκφορὰ φίλων ὕπο A.Th. 1029
;ἡ ὑπ' ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσις X. Mem.2.1.34
;ἡ ὑ. πάντων τιμή Id.Cyr.3.3.2
;Ἥρας δεσμοὶ ὑ. ὑέος Pl. R. 378d
; so ἄτρωτον ἦν ὑ. στύγους ( = οὐ τετρωμένον) prob. in A.Ch. 532.2 also in pregnant phrases, not only of the immediate act of the agent, but also of its further result, ὅθ' ὑ. λιγέων ἀνέμων σπέρχωσιν ἄελλαι hasten driven on by them, Il.13.334; ὑφ' Ἕκτορος.. φεύγοντες fleeing before him, 18.149,χάσσονται ὑπ' ἔγχεος 13.153
, cf. 7.64, 11.119, 424, Od.5.320, 7.263, al.;πράγματα εἶχον ὑ. λῃστῶν X.HG5.1.5
; ἔπαινον, αἰτίαν ἔχειν ὑ. τινῶν, Hdt.9.78, A.Eu.99;οὐκέτι ἀποχωρεῖν οἷόν τ' ἦν ὑ. τῶν ἱππέων Th.7.78
, cf. Ar.V. 1084.3 freq. of things as well as persons,ὡς διάκειμαι ὑ. τῆς νόσου Th.7.77
;κεῖμαι νούσου ὕ. στυγερᾶς IG42(1).125.8
(Epid., iii B.C.);χαλεπῶς ἔχειν ὑ. τραυμάτων Pl.Tht. 142b
;ὑ. δόρατος πλαγείς IG42(1).122.64
(Epid., iv B.C.); ὑ. ἔχιος φῦμα ib.123.4 (ibid., iv B.C.); ἰάθη ὑ. ὄφιος ib.121.113 (ibid., iv B.C.);κατεσκεύασαν τὰς πύλας κλείεσθαι ὑ. σφύρας τε μεγάλης καὶ κτύπου παμμεγέθους γιγνομένου Aen.Tact.20.4
: of the agency of feelings, passions, etc.,ἀνόρουσ' ὑ. χάρματος h.Cer. 371
; ἐνδακρύειν, ἀνολολύξαι χαρᾶς ὕπο, A.Ag. 541, 587;μαίνεται.. ὑφ' ἡδονῆς S.El. 1153
;χλωρὸς ὑπαὶ δείους Il.10.376
;ὑ. δέους ἔρρηξε φωνήν Hdt.1.85
, cf. Th.6.33;οὐ δυνατὸν τὸν δῆμον ἐσόμενον ὑ. τῶν κακῶν καρτερεῖν Id.4.66
;ὑ. κακοῦ ἀγρυπνίῃσι εἴχετο Hdt.3.129
;ὑπ' ἄλγους A.Eu. 183
; ;ὑ. λύπης S.OT 1073
: hence ὑπό is used even with active Verbs, where a passive word may be supplied, e.g. ὑ. ἀρετῆς καὶ προθυμίης συνεπλήρουν τὰς νέας from courage, i. e. impelled by courage, Hdt.8.1;ὤρυσσον ὑ. μαστίγων Id.7.22
, cf. 56; οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ' ὑ. χειρὸς ἐμᾶς by my agency, S.Ph. 1118 (lyr.); αἰ μήτις αὐτὸς δοίη, μὴ ὑπ' ἀνάγκας not under compulsion, GDI5128.5 ([place name] Vaxos).4 ὑπό freq. serves to denote the attendant or accompanying circumstances,νέφος ἐρχόμενον κατὰ πόντον ὑ. Ζεφύροιο ἰωῆς Il.4.276
, cf. 16.591, etc.: sts. with part. added, ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ' Ἀχαιῶν at their shouting, i.e. when they shouted, 2.334, 16.277;ἴαχε σάλπιγξ ἄστυ περιπλομένων δηΐων ὕ. 18.220
.5 of accompanying music, to give the time,κώμαζον ὑπ' αὐλοῦ Hes.Sc. 281
, cf. 278;ᾄδων ὑπ' αὐλητῆρος Archil.123
, cf. Thgn.825, Charon Fr.9;πίνειν ὑ. σάλπιγγος Ar.Ach. 1001
: generally, of anything attendant, δαΐδων ὕ. λαμπομενάων ἠγίνεον by torchlight, Il.18.492, cf. E.Hel. 639 (lyr.), Ion 1474 (lyr.);καταθάψομεν.. ὑ. κλαυθμῶν A.Ag. 1554
(anap.);ὑπ' εὐκλείας θανεῖν E.Hipp. 1299
; ; ὑπ' εὐφήμου βοῆς θῦσαι offer a sacrifice accompanied by it, S.El. 630; ὑ. φανοῦ πορεύεσθαι by lantern-light, X.Lac.5.7; ὑ. πομπῆς ἐξάγειν τινά in or with solemn procession, Hdt.2.45, cf. Ar.Th. 1030; ὑ. βίης βήξας coughing with violence, violently, Hdt.6.107; ἐτόξευον ὑ. μαστίγων, i.e. they shot and lashed, X.An.3.4.25: v. infr. B. 11.4, C. IV. 1.7 Math., ἡ ὑ. ΘΔΗ the angle ΘΔΗ ( = ἡ ὑ. τῶν ΘΔ, ΔΗ περιεχομένη γωνία), Procl. Hyp.2.26; but also τὸ ὑ. τῶν ΑΓ, ΓΒ the rectangle contained by ΑΓ, ΓΒ, = ΑΓ χ ΓΒ, Euc.2.4.8 ναῦλον ὄνων γ εἰς τὴν πόλιν ὑ. οἴνου laden with wine, Pap. in Hermes 28.163 (ii A.D.), cf. ib.479, and infr. C. IV. 2.B WITH DATIVE (esp. in Poets, never in LXX (Jb.12.5 is dub. l.) or NT, not common in Arist., Ptolemaic papyri, or Plb.), of Position under,ὑ. ποσσί Il.2.784
, al.; ὑ. πλατανίστῳ ib. 307, cf. 18.558; ὑ. Τμώλῳ at its foot, 2.866, cf. Od.1.186;Βερύσιοι ὑ. τῇ Ἴδῃ IG12.191.11
, cf. 373.118, al.;ὑ. τῇ ἀκροπόλι Hdt.6.105
; τῶν θανόντων ὑπ' Ἰλίῳ under its walls, E.Hec. 764, cf. A.Ag. 860;πέτρῃ ὕ. γλαφυρῇ εὗδον, Βορέω ὑπ' ἰωγῇ Od.14.533
;ὑ. τοῖς ὄρεσιν ἔχειν τὰς πηγάς Arist.Mete. 350b27
;ὑ. πέτρᾳ παῖς IG42(1).122.19
(Epid., iv B.C.); ὑ. τῷ ναῷ ἀστραγαλίζοντος αὐτοῦ ib.121.25 (ibid., iv B.C.); ηυπὺ τῇ κλίνῃ τούτῃ ληνὸς (or Λῆνος) ηύπυ ib.14.871 (Cumae, v B.C.);στρουθοὶ ὑ. τῇ τραπέζῃ Michel 832.33
(Samos, iv B.C.);ὑ. τῇ μασχάλῃ Hp.Art.11
;χέλυν δ' ὑ. μασχάλῃ εἶχεν h.Merc. 242
;ὑ. ταῖς μασχάλαις Arist.PA 688b5
,14; ὁ ὑ. τῇ γῇ ἀήρ under the earth, Id.Cael. 295a28; ἐὰν ὑ. σοὶ κατακλινῇ lies next below you, Pl.Smp. 222e; ὑφ' ἅρμασι under, i.e. yoked to, the chariot, Il.8.402, 18.244;εἶχε μάχαιραν ὑφ' αὑτῷ παρεσκευασμένος Plb.8.20.6
codd., cf. POxy. 1800 Fr.2.36 (Vit.Aesop.);ὑ. τοῖς χιτωνίσκοις περιζώματα φοροῦσιν Plb.12.26a
.4, cf. 13.7.9; τά τε θηρία καὶ τὰς ὑπ' αὐτοῖς σχεδίας under them, on which they stood, Id.3.46.8;τῆς γῆς τῆς ὑ. τῷ κόσμῳ κειμένης Timae.
ap. eund.12.25.7;οἱ ὑ. τῇ ἄρκτῳ, τῇ μεσημβρία, οἰκοῦντες Adam.2.31
, cf. Arist.Pr. 940a37, Phgn. 806b16;ὑ. τῷ μετώπῳ ὀφρύες Id.HA 491b14
;ὑ. τῷ γενείῳ Plb.34.10.9
;τὰ ὑ. τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις Hero
*Deff.135.12;ὑ. τῷ δέρματι Gal. 18(2).102
.2 with Verbs of motion, where rest or position follows, εἷσαν ὑ. φηγῷ set [him] down under it, Il.5.693;ἔζευξαν ὑφ' ἅρμασιν.. ἵππους Od.3.478
, cf. Il.24.782;ὑ. δ' ἄξοσι.. ἔπιπτον 16.378
, cf. X.Cyr.7.1.37;δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ θέμεναι Il.24.644
.3 in such phrases as ὑ. χερσί τινος ἁλῶναι, δαμῆναι, 2.374, 860, al.;ἐμῇς ὑ. χερσὶ δάμασσον 3.352
;ὑ. δουρὶ δαμῆναι 5.653
, etc.;ἔκπεσον ἵππων Ἀτρεΐδεω ὑ. χερσί 11.180
;ὤλετο.. ὑ. γαμφηλῇσι λέοντος 16.489
; (lyr.);ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι Il.6.453
;ὑ. τινὶ κτείνεσθαι 16.490
.4 behind,ὑ. φάλαγγι Ascl.Tact.6.1
; under the cover or protection of,ὑ. τούτῳ τῷ φράγματι τοὺς ὑπορύσσοντας εἶναι Aen.Tact.37.9
;ὑ. ταῖς αὑτῶν ἀσφαλείαις Plb. 1.57.8
, 4.12.10, 16.6.1.II of the person under whose hand, power, or influence, or the thing by or through which a thing is done, ὑπ' Ἀργείοισι φέβοντο fled before them, Il.11.121; freq. in Hom. with intr. or pass. Verbs,ἐφόβηθεν ὑφ' Ἕκτορι Il.15.637
;ὁρμηθέντες ὑ. πληγῇσιν ἱμάσθλης Od.13.82
;βῆ.. θεῶν ὑ. πομπῇ Il.6.171
;ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο 23.215
;ὑ. λαίλαπι βέβριθε χθών 16.384
; τεκεῖν, τεκέσθαι ὑ. τινί, 2.714, 728, 742;ἀτῆθαι ὑ. τῷ μεμφομένῳ GDI4994.8
([place name] Crete);ὁ χρησμὸς ὁ γεγονὼς ὑ. τοῖ Ἀπόλλωνι Inscr.Magn.38.5
, cf. 12,31,52.2 expressing subjection or dependence, ὑ. τινί under one's power,δέδμητο δὲ λαὸς ὑπ' αὐτῷ Od.3.305
, cf. Il.9.156;ὑπ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν Od. 7.68
; εἶναι ὑ. τισί to be subordinate, subject to them, Th.1.32; ὑ. Χείρωνι τεθραμμένος under the eye of.., Pl.R. 391c; ἔχειν ὑφ' ἑαυτῷ have under one, at one's command, X.Cyr.2.1.26;τὰ θηρία τὰ ὑ. τοῖς ἀνθρώποις Pl.R. 563c
;ὑ. τινὶ στρατεύσασθαι Plu.Cic.44
: in pregnant sense,ἵνα.. πάντα ὑ. Πέρσῃσι γένηται Hdt.7.11
, cf. Th.7.64;ὑπ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι Hdt.7.157
;κινδυνεύσαιμ' ἂν ὑ. τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ Lys.24.6
;ὑ. τῷ Μακεδόνι ταττομένων Plb.18.11.4
;τοὺς τραφέντας ὑ. τούτοις Id.6.7.2
.3 of the subordination of things coming under a class,αἱ ὑ. ταῖς τέχναις ἐργασίαι Pl.Smp. 205c
;τὸ ὑ. ταῖς γεωμετρίαις Id.R. 511b
;ὄργανα.. τὰ ὑ. τῇ μουσικῇ Id.Hp.Ma. 295d
.4 as in A. 11.5, ὑπ' αὐλητῆρι πρόσθ' ἔκιον advanced to the music of the flute-player, Hes.Sc. 283; ὑπ' αὐλῷ, ὑ. κήρυκι καὶ θεολόγῳ, Luc.DDeor.2.2, Alex.19;ὑ. μάστιξι διορύττειν τὸν Ἄθω Plu.2.470e
: generally, of attendant circumstances,ἐξ ἁλὸς εἶσι.. πνοιῇ ὕπο Ζεφύροιο Od.4.402
; ὑ. ῥάβδοις καὶ πελέκεσι κατιών escorted by the lictors, Plu.Publ.10; ὑ. σκότῳ, νυκτί, A.Ag. 1030 (lyr.), A.R. 1.1022, etc.;λάμπει δ' ὑ. μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός B.3.17
;αἰθομένα δᾲς ὑ. ξανθαἵσι πεύκαις Pi.Fr.79
;ὑ. φωτὶ πολλῷ προσῄει Plu.Galb.14
;ὑ. λαμπάσιν ἡμμέναις Hld.10.41
; ὑ. πολλῷ στρατῷ escorted by a great host, Nic.Dam.10J.;ὑ. δικαιοσύνῃ διαγαγεῖν τὸν βίον Pl.Ep. 335d
.— ὑπό has no sense c. dat. which it has not also c. gen.; but all its senses c. gen. do not belong to the dat.:—later ὑπό c. dat. is found as a mere periphr. of the dat.,στέφος.. αὐτὸς ὑφ' ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις AP5.73
(Rufin.), cf. 85 (Claudian.);λέων ὑπ' ἄκοντι τετυμμένος A.R.2.26
, cf. Man.2.131.C WITH ACCUSATIVE, of Place; to express motion towards and under an object, ὑ. σπέος ἤλασε μῆλα drove them under, i.e. into, the cave, Il.4.279;ὑ. ζυγὸν ἤγαγεν Od.3.383
; σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑ. γαῖαν, i.e. shall die, Il.18.333;νέεσθαι ὑ. ζόφον 23.51
, cf. Od.3.335; κατακρύπτειν τινὰ ὑ. τὴν αὐτὴν θύρην under shelter of it, i.e. behind it, Hdt.1.12;πάϊς ὣς ὑ. μητέρα δύσκεν εἰς Αἴαντα Il.8.271
;ὅκως ἔωσι ὑ. τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον Hdt.9.96
;ὑ. τὸν πρῶτον λόχον τῶν ὁπλιτῶν τὸν πρῶτον λόχον τῶν ψιλῶν τετάχθαι Ael.Tact.15.2
; of coming close up under a lofty citadel, ἤλθεθ' ὑ. Τροίην up to T., Od.4.146;ὅτ' ἔμελλεν ὑ. πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι Il.11.181
;παυρότερον λαὸν ἀγαγόνθ' ὑ. τεῖχος ἄρειον 4.407
;ὑ. τὰ τείχη φεύγειν Plb.1.74.11
;ὑ. τὰς ἴλας φεύγειν Id.3.65.7
, cf. 3.105.6, 11.21.5, al.;ὑ. ταὐτὸ στέγος εἰσελθεῖν GDI3536
B 3 ([place name] Cnidus);πᾶν ὃ ἐὰν ἔλθῃ.. ὑ. τὴν ῥάβδον LXXLe.27.32
, cf. De.4.11, al.; so ὑ. δικαστήριον ὑπαχθείς, ἀγαγόντες, Hdt.6.72, 104 (cf. ὑπάγειν ὑ. τοὺς ἐφόρους ib.82) prob. refers to the elevated seats of the judges in court, cf. ὑπάγω A ΙΙ.2 of Position or Extension under an object, without sense of motion,Ἀρκαδίην ὑ. Κυλλήνης ὄρος Il.2.603
, cf. 824, etc.;ἰκριώσασι ὑ. τὴν ὀροφήν IG12.374.76
; ἐργασαμένοις τὸ ἄνθεμον ὑ. τὴν ἀσπίδα ib.371.9;τὰ μὲν ὑ. τὸν λόφον καὶ τὰμ φάραγγα Inscr.Prien.37.162
(ii B.C.);ἀνθέντω ὑ. τὸν ναὸν τᾶς Δάματρος IG5(1).1498.13
(loc. inc., ii B.C.); ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε everywhere under the sun, Il.5.267;ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο φοιτῶσι Od.2.181
;τῶν ὑ. τοῦτον τὸν ἥλιον.. ἀνθρώπων D.18.270
;τὰ ὑ. τὴν ἄρκτον Hdt. 5.10
, cf. Arist.Mete. 362a17;οἴκησις ἡ λεγομένη ὑ. τὸν πόλον Gem.5.38
, cf. 16.21, al.;ὑ. τὸν οὐρανόν LXXEx.17.14
, al., UPZ106.14 (i B.C.);τὸ ὑ. τὴν ἀκρόπολιν Th.2.17
;ὁ ὑ. γῆν λεγόμενος εἶναι θεός Hdt.7.114
, cf. Il.19.259; ὑ. γῆν is more freq. than ὑ. γῆς in Arist., Mete. 349b29, al., in Hipparch., 1.3.10, al., and entirely supersedes ὑ. γῆς in Hdt., 2.124, 125, 127, 148, 150, 3.102, 4.195, 7.114, and Gem., 2.19, al.; it is found also in Plb.21.28.11, etc.; ὑ. γῆν the nadir, opp. μεσουράνημα, PLond.1.98r.49, 110.33 (i/ii A.D.); alsoἄγχε δέ μιν.. ἱμὰς ἁπαλὴν ὑ. δειρήν Il.3.371
;Τρῶες.. πτῶσσον ὑ. κρημνούς 21.26
;ἀγέροντο.. ἄλσος ὕ. σκιερόν Od.20.278
;τρωφεὶς ὑ. τὸν ὀφθαλμόν IG42(1).122.120
(Epid., iv B.C.);οὐλὴ ὑπ' ὀφθαλμὸν δεξιόν PCair.Zen76.13
(iii B.C.);ὑ. τὸ μέρος τοῦ ἐνοφειλομένου ὑπογραψάτω ὅσον ἰδίᾳ ἔχει PRev.Laws 19.2
(iii B.C.);κείμενος ὑ. τὸν ὀμφαλόν Sor.1.7
, cf. 67, al.;ὑ. τὰς πύλας ἵππων πόδες φαίνονται Th.5.10
;μὴ ὑποτιθέναι κύλικα ὑ. τὴν κλίνην IG12(5).593
A21 (Ceos, v B. C.); ὑ. τὸν ὀδόν ib.42(1).102.249 (Epid., iv B.C.);καταψύξατε ὑ. τὸ δένδρον LXX Ge.18.4
; ὑ. τὸν λέβητα ib.Ec.7.7(6); ὑ. τοὺς πόδας ib.La.3.34;εἰς τοὺς ὑ. πόδα χωρεῖ τόπους Dsc.5.75
(v.πούς 1.6
g); ἡ ὑ. πόδα (sc. γραμμή ) the base of a triangle, Hero *Mens.55; also ὑπ' αὐγὰς.. λεύσσουσαι πέπλους holding them up to the light, E.Hec. 1154; also ὑ. τὸν ὀφθαλμόν close to the eye, Arist. Pr. 874a9;ὑποκειμένης τῆς Εὐβοίας ὑ. τὴν Ἀττικήν Isoc.4.108
;ὑπ' αὐτὴν ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα S.El. 720
;εἰ θεωρήσειεν ὑπ' αὐγὰς τὸν ἀνθρώπειον βίον Iamb.Protr.8
(cf.αὐγή 1
): of subordinate position.κατακλίνεσθαι ὑ. τινά Luc.Symp.9
; τίς ὑ. τίνα; who is next to whom, Onos.10.2.b Math., ὁ κύβος ὁ ὑ. τὴν.. σφαῖραν inscribed in the sphere, Papp.440.5;εἶναι ὑ. τὸ αὐτὸ ὕψος Euc.11.29
, Archim.Sph.Cyl.1.19; ὑ. τὰν αὐτὰν γωνίαν subtending.., Id.Aren. 1.20 (cj.), cf. 21; ,al.3 of the logical subordination of things under a class,τῶν ἑτερογενῶν καὶ μὴ ὑπ' ἄλληλα τεταγμένων Arist.Cat. 1b16
, etc.; οἱ ὑ. τὸ ψεῦδος τεταγμένοι in the category of.., Luc.Ind.20.II of subjection, control, dependence, never in Hom., once in Hdt.,ὑ. βασιλέα δασμοφόρος 7.108
;ὑ. σφᾶς ποιεῖσθαι Th.4.60
, cf. Pl.R. 348d, Arist. HA 488a10, etc.;ἕως κα ᾖ ὑ. τὸν πατέρα Test.Epict.3.29
;ὑ. τιν' ἦν τῶν βασιλέων Men.340
;τί δ' οὐ κρατέοντος ὑπ' ἰσχύν; Call.Jov.75
, cf. 74;ὑ. Δία Γῆν Ἥλιον Sammelb. 5616
(i A.D.), POxy.722.6 (i/ii A.D.), etc. (v.ἥλιος 11.1
);ὑ. θεὸν καὶ ἄνθρωπον Michel854.52
(Halic., iii B.C.);τοῦ τοπαρχοῦντος ὑ. σέ PCair.Zen.322.3
(iii B.C.);στρατενσάμενον ὑ. ἄρχοντα Ἀντίοχον IG12(1).43.7
([place name] Rhodes);μηδὲ ὑ. δεσπότην ὤν LXXPr. 6.7
, cf. Ps.143.2; for ὑ. χεῖρα, v. χείρ; οἱ ὑ. τινά X.Cyr.3.3.6,8.8.5, etc.;τοῖς ὑφ' αὑτὸν τεταγμένοις GDI3750.75
([place name] Rhodes).III of Time, in the course of, during, or to be left untranslated in English,ἐκέλευε Τοωσὶ ποτὶ πτόλιν ἡγήσασθαι νύχθ' ὕ. τήνδ' ὀλοήν Il.22.102
;ὑ. τὴν νύκτα ταύτην Hdt.9.51
, cf. 58; ὑ. τὴν πρώτην ἐπελθοῦσαν νύκτα ἀπέδρη Id 6.2;τῆς κολοκύνθης.. ἣ ἐγενήθη ὑ. νύκτα καὶ ὑ. νύκτα ἀπώλετο LXXJn.4.10
: rarely with stress on the duration, πάνθ' ὑ. μηνιθμόν throughout its continuance, Il.16.202;ὑ. τὸν παρεόντα τόνδε πόλεμον Hdt.9.60
; οὐδὲν τῶν κατ' Αἴγυπτον ὑ. ταῦτα ἑτεροιωθῆναι during that time, Id.2.142;ὑ. τὸν χρόνον ὃν οἱ ἑξήκοντα καὶ τριηκόσιοι ἦρχον οἵδε ἐθεόρεον IG12(8).276.4
([place name] Thasos).2 also of Time, about, sts. more precisely at, and of events, about or at the time of, ὑπ' αὐτὸν τὸν χρόνον ὅτε .. Ar.Ach. 139, cf. Hdt.7.165;ὑπ' αὐτὸν τὸν καιρόν Plb. 11.27.4
, 16.15.8; ὑφ' ἕνα καιρόν at one time, Diog.Oen.38;ὑ. τὸν αὐτὸν χρόνον Th.2.26
;ὑ. τοὺς αὐτοὺς χρόνους Id.1.100
;ὑ. τὸν σεισμόν Id.2.27
, cf. Plb.4.33.5, Plu.Alex.14; ὑ. τὴν ἑωθινήν, ὑ. τὴν ὄρφνην, Plb. 18.19.5,7;ὑ. τὸν ὄρθρον Act.Ap.5.21
, Gp.2.4.3; ποιεῖσθαι τοὺς περιπάτους ὑ. τὸ ψῦχος in the cool of the morning, Plb.5.56.10; ὑφ' ἓν πάντες all at once, at the same time, Arr.Epict.3.22.33, cf. S.E.M. 10.124, Sor.1.103, al.; παιδάριον ὑ. τὴν ἀναπνοὴν ἑπτὰ καὶ πέντε στίχους συνεῖρον in one breath, Plb.10.47.9; ὑφ' ἓν ἐκτρῖψαι at one blow, LXX Wi.12.9; ὑ. μίαν ἄρσιν καὶ θέσιν ἀνατείνοντες καὶ κατατιθέμενοι, of a squad of diggers, Gp.2.45.5; ὑ. μίαν φωνήν Aristeas 178; πῶς γὰρ ἂν ὑ. τὰς αὐτὰς ἡμέρας ἔν τε τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἐν τῇ Κιλικίᾳ.. πολεμήσειε; at the same time, D.C.36.35; sts. c. part., ὑ. τὸν νηὸν κατακαέντα at the time of its burning, Hdt.1.51; ὑ. τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου just at the end, X.Mem.2.8.1, cf. Plu.Mar.46; ὑ. τὸν θυμὸν ἐκ χειρὸς ἐπιστρατευσαμένων at the very time of their anger, Plb. 2.19.10;ὑ. παροξυσμόν Gal.19.215
; παραδόντω τοῖς αἱρεθεῖσι εἰς τὸν ὑπ' αὐτὰ (or ὕπαυτα as Adv. = ἑξῆς)ἐνιαυτόν IG9(1).694.60
(Corc., ii/i B.C.);ὑ. κύνα Arist.HA 547a14
, Thphr.CP1.13.3, D.S.19.109;ὑ. τὰς θερινὰς [τροπὰς] καὶ τοῦ κυνὸς τὴν ἐπιτολήν Gp.2.6.17
.IV of accompaniment,ὑπὸ ὄρχησίν τε καὶ ᾠδήν Pl.Lg. 670a
;ὑ. αὐλὸν διαλέγεσθαι X.Smp.6.3
codd. (ὑ. τοῦ αὐλοῦ Cobet); ὑ. κήρυκα (v.κῆρυξ 1.3
).—Compare A.11.5, B.11.4.2 ὄνον ἕνα ὑ. λαχανόσπερμον laden with.., Meyer Ostr.81.2 (i A. D.), cf. PFay.p.324 (i A.D.); , al. (iii A.D.); cf. supr. A.11.8.D POSITION: ὑ. can follow its Subst., becoming by anastrophe ὕπο. It is freq. separated from the Subst. by intervening words, as in Il.2.465, Od.5.320, 7.130:— ὑπαί is placed after its case in A. Eu. 417, S.El. 1418, Inach. l.c., although acc. to Hdn.Gr.1.480 it cannot suffer anastrophe.E AS ADV., under, below, beneath, freq. in Hom.; esp. of young animals, under the mother, i.e. at the breast, Od.4.636, 21.23.2 behind, Hdt.7.61: cf. C. 1.II ὑπ' ἐκ or ὑπέκ, v. ὑπέκ.—In Hom. the separation of the Prep. from its Verb by tmesis is very freq., and sts. it follows, in which case it suffers anastrophe,φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ Od.9.17
.F IN COMPOSITION:I under, as well of rest as of motion, as in ὕπειμι, ὑποβαίνω, etc.3 of the agency or influence under which a thing is done, to express subjection or subordination, ὑποδαμνάω, ὑποδμώς, ὑφηνίοχος, cf. ἐπί G. 111. -
2 ὑφορμέω
A lie at anchor in wait for others, Plb.3.19.8, 34.3.2, Ael. NA11.19, Charito 3.7, etc.: metaph.,αἱ πόλεις ὑ. ἀλλήλαις D.Chr. 38.42
;ὁ τοῦ κόλακος λόγος.. ὑ. τινὶ πάθει Plu.2.61e
; suspicion,Lib.
Decl.40 ([etym.] προθεωρία). 2, 46 ([etym.] προθεωρία). 2; τὰ ὑφορμοῦντα Sch. D. 1.1 (viii p.30 Dindorf).II lit., anchor under,ὑπὸ τὸ τεῖχος D.Chr.11.116
, cf. 7.2.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑφορμέω
-
3 ἔχω
ἔχω (A), [ per.] 2sg. ἔχεισθα cj. in Thgn. 1316 ( ἔχοισθα cod.), ἔχῃσθα cj. in Sapph.21 ( ἔχεισθα cod.); [ per.] 2sg. subj.Aἔχῃσθα Il.19.180
: [tense] impf. εἶχον, [dialect] Ep.ἔχον Od.2.22
, al., [dialect] Ion. and poet.ἔχεσκον Il.13.257
, Hdt.6.12, Epigr.Gr.988.6 ([place name] Balbilla): [tense] fut. ἕξω, [dialect] Ep. inf.ἑξέμεναι Call.Aet.3.1.27
(of duration) or σχήσω (of momentary action, esp. in sense check, v. infr. A. 11.9, not found in [dialect] Att. Inscrr. or NT); [ per.] 2sg. codd.: [tense] aor. 1 ἔσχης α f.l.in Nonn.D.17.177, alsoἔσχα IG3.1363.6
, 14.1728, [ per.] 3pl. μετ-έσχαν ib.12(7).271.12 (Amorgos, iii A.D.): [tense] aor. 2 ἔσχον, imper. , E.Hipp. 1353 (anap.) ( σχέ only in Orac. ap. Sch.E.Ph. 638 (dub.l.), sts. in compds. in codd., as , ); subj.σχῶ Il.21.309
, etc.; opt.σχοίην Isoc. 1.45
, in compds. σχοῖμι (asμετάσχοιμι S.OC 1484
(lyr.),κατάσχοιμεν Th.6.11
); [ per.] 3pl.σχοίησαν Hyp.Eux.32
,σχοῖεν Th.6.33
; inf.σχεῖν Il. 16.520
, etc., [dialect] Ep.σχέμεν 8.254
(in Alexandr. Gr. [ per.] 3pl. [tense] impf. and [tense] aor. 2εἴχοσαν AP5.208
(Posidipp. or Asclep.), v.l. in Ev.Jo.15.22,ἔσχοσαν Scymn.695
): for the poet. form ἔσχεθον, v. Σχέθω: [tense] pf. , εἴσχηκα in Inscrr. of iii/i B.C., SIG679.54, etc.; [dialect] Ep. ὄχωκα is dub., v. συνόχωκα:—[voice] Med., [tense] impf.εἰχόμην Pi.P.4.244
, etc.: [tense] fut.ἕξομαι Il.9.102
, etc.; σχήσομαι ib. 235, Ar.Av. 1335, more freq. in compds. ( ἀνα-) A.Th. 252, ( παρα-) Lys.9.8, etc.: [tense] pf. [voice] Pass. παρ-έσχημαι in med. sense, X.An.7.6.11, etc.: [tense] aor. 2ἐσχόμην Hom.
, Hdt.6.85, rare in [dialect] Att. exc. in compds.; imper.σχέο Il.21.379
,σχέσθε 22.416
, later σχοῦ in compds. ( ἀνά- ) E. lon947, etc.; inf.σχέσθαι Od.4.422
, Hes.Fr.79:—[voice] Pass., [tense] fut. [voice] Med. ἐν-έξομαι in pass. sense, E.Or. 516, D.51.11, laterσχεθήσομαι Gal.UP15.3
, freq. in compds. (συ- ) Phld.Ir.p.83 W., (ἐν- ) Plu.2.98 of, ( ἐπι-) S.E.P.1.186: [tense] aor. 1ἐσχέθην Arr.An.5.7.4
, 6.11.2, Aret.SA2.5, (κατ-, συν-) Plu.Sol. 21, Hp.Int. 45 vulg.: [tense] fut. [voice] Med. σχήσομαι in pass. sense, Il.9.235 (dub.), 655, 13.630: [tense] aor. 2 [voice] Med. in pass. sense,ἐσχόμην Il.17.696
, al., Hdt. 1.31 (σχέτο Il.7.248
, 21.345), part.σχόμενος Od.11.279
, prob. in Isoc.19.11, ( κατα-) Pi.P.1.10, Pl.Phdr. 244e, Parth.33.2 (s.v.l.): [tense] pf.ἔσχημαι Paus.4.21.2
; also in compds., freq. written - ίσχημαι, -ήσχημαι in codd. of late authors. (I.-E. seĝh- (cf. Skt. sáhate 'overpower', Goth. sigis 'victory', Gr. ἔχ- dissim. fr. ἔχ-), reduced form sĝh-(σχ-), whence redupl. ἴσχω ( = si-sĝh-o) (q.v.): cf. ἕκ-τωρ, ἕξω, ἕξις; but hέχ- IG12.374.161, al., is a mere error (ἔχ- ib.12.116.4, 16).)A Trans., have, hold:I possess, of property, the most common usage, Od.2.336, 16.386, etc.; οἵ τι ἔχοντες the propertied class, Hdt.6.22; ὁ ἔχων a wealthy man, S.Aj. 157 (anap.);οἱ ἔχοντες E.Alc.57
, Ar.Eq. 1295, Pl. 596; οἱ οὐκ ἔχοντες the poor, E.Supp. 240;κακὸν τὸ μὴ 'χειν Id.Ph. 405
; ἔχειν χρέα to have debts due to one, D. 36.41, cf. 37.12; to have received,θεῶν ἄπο κάλλος ἐ. h.Ven.77
;τι ἔκ τινος S.OC 1618
;παρά τινος Id.Aj. 663
;πρός τινος X.An.7.6.33
, etc.;ὑπὸ.. θεοῖσι h.Ap. 191
; πλέον, ἔλασσον ἔ.. (v. h. vv.): in [tense] aor., acquire, get, : also [tense] fut.σχήσω, δύναμιν Th.6.6
;λέχος E.Hel.30
, cf. Pi.P.9.116:—[voice] Pass., to be possessed,ἔντεα.. μετὰ Τρώεσσιν ἔχονται Il.18.130
, cf. 197.2 keep, have charge of,ἔχον πατρώϊα ἔργα Od. 2.22
;κῆπον 4.737
;Εἰλείθυιαι.. ὠδῖνας ἔχουσαι Il.11.271
;πύλαι.., ἃς ἔχον Ὧραι 5.749
, 8.393;τὰς ἀγέλας X.Cyr.7.3.7
; διαιτητῶν ἐχόντων τὰς δίκας having control of, D.47.45; to be engaged in, φυλακὰς ἔχον kept watch, Il.9.1, 471;σκοπιὴν ἔχεν Od.8.302
;ἀλαοσκοπιὴν εἶχε Il. 10.515
, 13.10; σκοπιὴν ἔ. τινός for a thing, Hdt.5.13;δυσμενῶν θήραν ἔχων S.Aj. 564
, etc.; ἐν χερσὶν ἔ. τι (v. χείρ).b metaph., of a patient, οὐκ ἔχει ἑωυτόν is not himself, Hp.Int.49.3 c. acc. loci, inhabit,οὐρανόν Il.21.267
;Ὄλυμπον 5.890
; haunt, [Νύμφαι] ἔχουσ' ὀρέων αἰπεινὰ κάρηνα Od.6.123
;Βρόμιος ἔχει τὸν χῶρον A.Eu.24
; esp. of tutelary gods and heroes, Th.2.74, X.Cyr.8.3.24; of men,πόλιν καὶ γαῖαν Od.6.177
, 195, etc.; Θήβας ἔσχον ( ἔσχεν codd.) ruled it, E.HF 4; ἔχεις γὰρ χῶρον occupiest it, S.OC37, cf. Od.23.46; in military sense, ἔ. τὸ δεξιόν (with or without κέρας) Th.3.107, X.An.2.1.15; of beasts,τὰ ὄρη ἔ. Id.Cyn.5.12
.4 have to wife or as husband (usu. without γυναῖκα, ἄνδρα), οὕνεκ' ἔχεις Ἑλένην καί σφιν γαμβρὸς Διός ἐσσι Od. 4.569
, cf.7.313, Il.3.53, etc.;ἔσχε ἄλλην ἀδελφεήν Hdt.3.31
, cf. Th.2.29;νυμφίον Call.Aet.3.1.27
; also of a lover, Th.6.54, AP5.185 (Posidipp.), etc.;ἔχω Λαΐδα, ἀλλ' οὐκ ἔχομαι Aristipp.
ap. D.L.2.75, cf. Ath. 12.544d:—in [voice] Pass.,τοῦ περ θυγάτηρ ἔχεθ' Ἕκτορι Il.6.398
.6 [tense] pres. part. with Verbs, almost, = with,ἤϊε ἔχων ταῦτα Hdt.3.128
, cf. 2.115;ὃς ἂν ἥκῃ ἔχων στρατόν Id.7.8
.δ', cf. X.Cyr.1.6.10.—Prose use.7 of Place, ἐπ' ἀριστερὰ ἔ. τι keep it on one's left, i.e. to keep to the right of it, Od.3.171;ἐπ' ἀριστερὰ χειρὸς ἔ. 5.277
; ἐν δεξιᾷ, ἐν ἀριστερᾷ ἔ., Th.3.106; τοὺς οἰκέτας ὑστάτους ἔ. X.Cyr.4.2.2: but in [tense] aor., get,περιπλώοντες τὴν Λιβύην τὸν ἥλιον ἔσχον ἐς τὰ δεξιά Hdt.4.42
.8 of Habits, States, or Conditions, bodily or mental,γῆρας λυγρὸν ἔ Od.24.250
;ἀνεκτὸν ἔχει κακόν 20.83
;ἕλκος Il.16.517
;λύσσαν 9.305
;μάχην ἔ. 14.57
;ἀρετῆς πέρι δῆριν ἔ. Od.24.515
; ὕβριν ἔ. indulge in.., 1.368, etc.; [ Ἀφροδίτην] 22.445; [φρένας] ἔ. Il.13.394
, etc.;βουλήν 2.344
;τλήμονα θυμόν 5.670
; , cf. Od.14.490 (for later senses of νοῦν ἔχειν, v. νοῦς); ἄλγεα Il.5.895
, etc.;ἄχεα θυμῷ 3.412
;πένθος μετὰ φρεσίν 24.105
;πένθος φρεσίν Od.7.219
;πόνον.. καὶ ὀϊζύν Il.13.2
, Od.8.529;οὐδὲν βίαιον Hdt.3.15
;πρήγματα ἔ. Id.7.147
, cf. Pl.Tht. 174b, etc.: in periphrastic phrases, ποθὴν ἔ. τινός, = ποθεῖν, Il.6.362; ἐπιδευὲς ἔ. τινός, = ἐπιδεύεσθαι, 19.180; ἔ. τέλος, = τελεῖσθαι, 18.378; κότον ἔ. τινί, = κοτεῖσθαι, 13.517;ἐπιθυμίαν τινός E.Andr. 1281
;φροντίδα τινός Id.Med. 1301
; ἡσυχίην ἔ. keep quiet, Hdt.2.45, etc. ([tense] fut.ἡσυχίαν ἕξειν D.47.29
, but οὐκ ἔσθ' ὅπως.. ἡ. σχήσει will not keep still for a moment, Id.1.14); αἰτίαν ἔ. to be accused, X.An.7.1.8;ὑπό τινος A.Eu.99
(but μομφὴν ἔ., = μέμφεσθαι, E.Or. 1069, A.Pr. 445): in [tense] aor., of entering upon a state, ἔσχεν χόλον conceived anger, B. 5.104; ἔχειν τι κατά τινος have something against somebody, Ev.Matt.5.23, Ev.Marc.11.25, Apoc.2.4;ἔχω τι πρός τινα Act.Ap.24.19
;ἔχειν πρός τινα 2 Ep.Cor.5.12
;ἕξει πρὸς τὸν Θεόν JRS14.85
([place name] Laodicea): —these phrases are freq. inverted,οὓς ἔχε γῆρας Il.18.515
;οὐδὲ Ποσειδάωνα γέλως ἔχε Od.8.344
;ἀμηχανίη δ' ἔχε θυμόν 9.295
;θάμβος δ' ἔχεν εἰσορόωντας Il.4.79
;σ' αὔτως κλέος ἐσθλὸν ἔχει 17.143
;Διὸς αἴσῃ, ἥ μ' ἕξει παρὰ νηυσί 9.609
(unless the antecedent is τιμῆς in 1.608);ὥς σφεας ἡσυχίη τῆς πολιορκίης ἔσχε Hdt.6.135
;ὄφρα με βίος ἔχῃ S.El. 225
(lyr.): c. dupl. acc.,φόβος μ' ἔχει φρένας A.Supp. 379
; also of external objects,αἴθρη ἔχει κορυφήν Od.12.76
;μιν ἔχεν μένος ἠελίοιο 10.160
;σε οἶνος ἔχει φρένας 18.331
; ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα, of a woman in travail, Il.11.269; λόγος ἔχει τινά c. inf., the story goes, that.., S.OC 1573 (lyr.); and so in later Gr., Plu.Dem.28, Ph. 1.331, Ael.VH3.14, NA5.42, Ath.13.592e;ὡς ἡ φάτις μιν ἔχει Hdt. 7.3
, cf. 5,26, 9.78 (but also ; [Κλεισθένης] λόγον ἔχει τὴν Πυθίην ἀναπεῖσαι Id.5.66
); ὡς ἂν λόγος ἔχῃ πρὸς ἀνθρώπους, ὅτι .. Plu.Alex.38:—[voice] Pass.,ἔχεσθαι κακότητι καὶ ἄλγεσι Od.8.182
;κωκυτῷ καὶ οἰμωγῇ Il.22.409
;ὀργῇ Hdt.1.141
;νούσῳ Hp.Epid.5.6
;ἀγρυπνίῃσι Hdt.3.129
;ὑπὸ πυρετοῦ Hp.Aph.4.34
;ὑπὸ τοῦ ὕδρωπος Id.Prorrh.2.6
,ἐν ἀπόρῳ Th.1.25
;ἐν συμφοραῖς Pl.R. 395e
.9 possess mentally, understand,ἵππων δμῆσιν Il.17.476
; ;πάντ' ἔχεις λόγον A. Ag. 582
, cf. E.Alc.51;ἔχετε τὸ πρᾶγμα S.Ph. 789
; ἔχεις τι; do you understand? Ar.Nu. 733: imper. ἔχε attend! listen! Pl.Alc.1.109b; ἔ. οὖν ib. 129b: with imper., ;ἔ. νυν, ἄλειψον Id.Eq. 490
; ἔχεις τοῦτο ἰσχυρῶς; Pl.Tht. 154a; know of a thing,μαντικῆς ὁδόν S.OT 311
; τινὰ σωτηρίαν; E.Or. 778 (troch.).10 keep up, maintain, καναχὴν ἔχε made a rattling noise, Il.16.105, 794; βοὴν ἔχον, of flutes and lyres, 18.495.11 involve, admit of, , cf. Th.1.5;βάσανον Lys.12.31
;ταῦτ' ἀπιστίαν, ταῦτ' ὀργὴν ἔχει D.10.44
; ἀγανάκτησιν, κατάμεμψιν, Th.2.41;τὰ ἀόρατα νοσήματα δυσχερεστέραν ἔχει τὴν θεραπείαν Onos. 1.15
.12 of Measure or Value,τὸ Δαμαρέτειον.. εἶχε Ἀττικὰς δραχμὰς δέκα D.S.11.26
;ἔχει τὸ Εὐβοϊκὸν τάλαντον Ἀλεξανδρείους δραχμὰς ἑπτακισχιλίας App.Sic.2.2
;χοῖρος ἔχων τὸ ὕψος δύο καὶ ἡμίσους πήχεων Ptol.Euerg.9
.b Geom., ἡ ἔχουσα τὰ κέντρα the (straight line) containing the centres, Archim.Aequil.1.6; ὁ κύκλος ἔχων τὸ πολύγωνον the circle containing (circumscribing) the polygon, Id.Sph.Cyl.1.23.13 c. dupl.acc.,Ὀρφέα ἄνακτ' ἔχειν E.Hipp. 953
;Ζῆν' ἔχειν ἐπώμοτον S.Tr. 1188
;παιδιὰν ἔ. τὸν ἐκείνου θάνατον Seleuc.
Alex. ap. Ath.4.155e.II hold:1 hold, ἔ. χερσίν, ἐν χερσίν, μετὰ χερσίν, etc., v. χείρ; μετὰ γαμφηλῇσιν ἔ. Il.13.200; πρόσθεν ἔ. ἀσπίδα ib. 157; ὑψοῦ, πασάων ὑπέρ, ὄπιθεν κάρη ἔ., 6.509, Od.6.107, Il. 23.136; ἔ. τινί τι to hold it for him, as his helper, 9.209, 13.600; uphold,οὐρανὸν.. κεφαλῇ τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσι Hes.Th. 517
, 746; ἔχει δέ τε κίονας of Atlas, Od.1.53;ἐπ' ὤμων πατέρα S.Fr.
373.2 hold fast, χειρὸς ἔχων Μενέλαον holding him by the hand, Il.4.154, cf. 16.763, 11.488 (v. infr. C.I); ἔ. τινὰ μέσον grip one by the middle, of wrestlers, Ar.Nu. 1047;ἔχομαι μέσος Id.Ach. 571
, cf. Eq. 388, Ra. 469: metaph., ἔ. φρεσί keep in one's mind, Il.2.33;νῷ ἔ. τινά Pl.Euthphr.2b
, cf. R. 490a.3 of arms and clothes, bear, wear,εἷμα δ' ἔχ' ἀμφ' ὤμοισι Il.18.538
, cf. 595;παρδαλέην ὤμοισιν ἔ. 3.17
;σάκος ὤμῳ 14.376
;κυνέην κεφαλῇ Od.24.231
;τάδε εἵματ' ἔχω 17.24
, cf. 573, etc.;στολὴν ἀμφὶ σῶμα E.Hel. 554
, cf. X.Cyr.1.4.26, etc.; πολιὰς ἔχω I am grey-haired, Aeschin.1.49: abs., as a category, Arist.Cat. 2a3.4 of a woman, to be pregnant, Hdt.5.41, Hp.Epid.4.21, Arist.Pol. 1335b18; in fullἐν γαστρὶ ἔ. Hdt.3.32
; alsoπρὸς ἑωυτῇ ἔχειν Hp.Epid.1.26
.ιγ.b παῖδα ἔσχεν she had, i.e. bore, a child, Nic.Dam.11 J.7 enclose,φρένες ἧπαρ ἔχουσι Od.9.301
;σάρκας τε καὶ ὀστέα ἶνες ἔ. 11.219
;τοὺς δ' ἄκραντος ἔχει νύξ A.Ch.65
(lyr.); of places, contain,θηρῶν οὓς ὅδ' ἔχει χῶρος S.Ph. 1147
(lyr.), cf. X.Cyn.5.4; [τεῖχος] νῆας ἐντὸς ἔχον Il.12.8
;ὅσσους Κρήτη ἐντὸς ἔχει h.Ap.30
.8 hold or keep in a certain direction, ὀϊστὸν ἔχε aimed it, Il.23.871; more fullyχεῖράς τε καὶ ἔγχεα.. ἀντίον ἀλλήλων 5.569
; of horses or ships, guide, drive, steer, , cf. 11.760;φόβονδε 8.139
;τῇ ῥα.. ἔχον ἵππους 5.752
, etc.;παρὲξ ἔχε δίφρον Hes.Sc. 352
;ὅπῃ ἔσχες.. εὐεργέα νῆα Od.9.279
;παρὰ τὴν ἤπειρον ἔ. νέας Hdt.6.95
, etc.: abs., τῇ ῥ' ἔχε that way he held his course, Il.16.378, cf. 23.422; Πύλονδ' ἔχον I held on to Pylos, Od.3.182, cf. S.El. 720: metaph.,ἐπὶ ῥητορείαν ἔσχε Hsch.Mil.
(?)ap.Sch.Pl.R. 600c; also (esp. in [tense] fut. σχήσω, [tense] aor. 2 ἔσχον), put in, land,νέες ἔσχον ἐς τὴν Ἀργολίδα χώρην Hdt. 6.92
;σχεῖν πρὸς τὴν Σαλαμῖνα Id.8.40
; ἐς Φειάν, τῷ Δήλῳ, κατὰ τὸ Ποσειδώνιον, Th.2.25,3.29, 4.129;τάχ' οὖν τις ἄκων ἔσχε S.Ph. 305
; ποῖ σχήσειν δοκεῖς; Ar.Ra. 188; ἔχε.. ἀρὰν ἐπ' ἄλλοις point it against others, S.Ph. 1119 (lyr.); ὄμμ' ἔ. to turn or keep one's eye fixed, Id.Aj. 191 (lyr.);ἐπὶ ἔργῳ θυμὸν ἔ. Hes.Op. 445
;ἄλλοσ' ὄμμα θητέρᾳ δὲ νοῦν ἔ. S.Tr. 272
;τὸν δὲ νοῦν ἐκεῖσ' ἔχει E.Ph. 360
; δεῦρο νοῦν ἔχε attend to this, Id.Or. 1181; πρός τινα or πρός τι τὸν νοῦν ἔ., Th.3.22, 7.19; soπρός τινα τὴν γνώμην ἔ. Id.3.25
.9 hold in, stay, keep back,ἵππους Il.4.302
, 16.712; check, stop, [ τινα] 23.720, etc. ( σχήσω is usu. [tense] fut. in this sense, , cf. Il.11.820, Ar.Lys. 284, D.19.272, butἕξω Il.13.51
); χεῖρας ἔχων Ἀχιλῆος holding his hands, 18.33; but οὐ σχήσει χεῖρας will not stay his hands, Od.22.70; ἔ. [δάκρυον] 16.191; ἔ. ὀδύνας allay, assuage them, Il.11.848;ἔσχε κῦμα Od.5.451
;σιγῇ μῦθον 19.502
(soεἶχε σιγῇ καὶ ἔφραζε οὐδενί Hdt.9.93
);ἐν φρεσὶ μῦθον Od.15.445
; στόμα σῖγα, ἐν ἡσυχίᾳ, E.Hipp. 660, Fr.773.61 (lyr.); ; πόδα ἔξω or ἐκτός τινος ἔχειν, v. πούς:—[voice] Pass.,οὖρα σχεθέντα Aret.SA 2.5
.10 keep away from, c. gen.rei, τινὰ ἀγοράων, νεῶν, Il.2.275, 13.687; ; : c.inf.,ἦ τινα.. σχήσω ἀμυνέμεναι Il.17.182
; stop, hinder from doing,τοῦ μὴ καταδῦναι X. An.3.5.11
, cf. HG4.8.5;ἔσχον μὴ κτανεῖν E.Andr. 686
, cf. Hdt.1.158, etc.;μὴ οὐ τάδ' ἐξειπεῖν E.Hipp. 658
; ὥστε μή .. X.An.3.5.11;τὸ μὴ ἀδικεῖν A.Eu. 691
, cf. Hdt.5.101: also c. part.,ἔ. τινὰ βουθυτοῦντα S.OC 888
(troch.); .11 keep back, withhold a thing,ὅς οἱ χρήματα εἶχε βίῃ Od.15.231
, cf. D.30.14;Ἕκτορ' ἔχει.. οὐδ' ἀπέλυσεν Il.24.115
, cf. 136; αὐτὸς ἔχε pray keep it, a civil form of declining, E.Cyc. 270.13 with predicate, keep in a condition or place,εἶχον ἀτρέμας σφέας αὐτούς Hdt.9.54
, cf. 53, Ar.Th. 230;ἔ. ἑωυτοὺς κατ' οἴκους Hdt.3.79
;σαυτὸν ἐκποδών A.Pr. 346
, cf. X.Cyr.6.1.37;σῖγα νάπη φύλλ' εἶχε E.Ba. 1085
;τοὺς στρατιώτας πολὺν χρόνον πειθομένους ἔ. X.Cyr.7.2.11
.14 hold, consider,τινὰ θέᾳ ἰκέλαν Sapph. Supp.25.3
(dub.), cf. E.Supp. 164;τινὰ ὡς προφήτην Ev.Matt.14.5
;τινὰ ὅτι προφήτης ἦν Ev.Marc.11.32
;ἔχε με παρῃτημένον Ev.Luc.14.18
, cf.POxy.292.6 (i A.D.).III c.inf., have means or power to do, to be able, c. [tense] aor. inf., Il.7.217, 16.110, etc.: c. [tense] pres. inf., Od.18.364, etc.;πόλλ' ἂν λέγειν ἔχοιμι S.Ph. 1047
: sts. with inf. omitted or supplied from context, ἀλλ' οὔ πως ἔτι εἶχε he could not, Il.17.354; οἷά κ' ἔχωμεν so far as we be able, Od.15.281;ἐξ οἵων ἔχω S.El. 1379
;ὅσον εἶχες E.IA 1452
; .b have to face, be obliged,παθεῖν Porph. Chr.63
;εἰ ἕξω βλαβῆναι Astramps.Orac.p.5
H.;βάπτισμα ἔχω βαπτισθῆναι Ev.Luc.12.50
.2 after Hom., οὐκ ἔχω, folld. by a dependent clause, I know not..,οὐκ εἶχον τίς ἂν γενοίμαν A.Pr. 905
, cf. Isoc.12.130;οὐδ' ἔχω πῶς με χρὴ.. ἀφανίσαι S.OC 1710
;οὐκ ἔχων ὅ τι χρὴ λέγειν X.Cyr.1.4.24
;οὐκ ἔχω ποῖ πέσω S.Tr. 705
;ὅπως μολούμεθ' οὐκ ἔχω Id.OC 1743
; the two constructions combined,οὐ γὰρ εἴχομεν οὔτ' ἀντιφωνεῖν οὔθ' ὅπως.. πράξαιμεν Id.Ant. 270
.IV impers. c. acc., there is.. (as in Mod. Gr.),ἔχει δὲ φυλακτήριον πρὸς τὸ μή σε καταπεσεῖν PMag.Par.1.2505
, cf. 1262, 1840.B intrans., hold oneself, i.e. keep, so and so, ἔχον [οὕτως], ὥς τε τάλαντα γυνή (sc. ἔχει) kept balanced, like the scales which.., Il.12.433; ἕξω δ' ὡς ὅτε τις στερεὴ λίθος I will keep unmoved, as a stone.., Od.19.494, cf. Il.13.679, 24.27;νωλεμέως ἐχέμεν 5.492
; ἔγχος ἔχ' ἀτρέμας it kept still, 13.557; σχὲς οὗπερ εἶ keep where thou art, S.OC 1169;ἕξειν κατὰ χώραν Ar.Ra. 793
, cf. Hdt.6.42, X.Oec.10.10; διὰ φυλακῆς ἔχοντες to keep on their guard, Th.2.81; ἔχε ἠρέμα keep still, Pl.Cra. 399e, etc.; ἔχε δή stay now, Id.Prt. 349e, Grg. 460a, etc.;ἔχ' αὐτοῦ D.45.26
.64 with Preps., to be engaged or busy, (lyr.), X.An.5.2.26, etc.;περί τινας Id.HG7.4.28
.II simply, be,ἑκὰς εἶχον Od.12.435
;ἔ. κατ' οἴκους Hdt.6.39
;περὶ πολλῶν ἔ. πρηγμάτων Id.3.128
; ἀγῶνα διὰ πάσης ἀγωνίης ἔχοντα consisting in.., Id.2.91;ἔ. ἐν ἀνάγκαισι E.Ba. 88
(lyr.);ὅπου συμφορᾶς ἔχεις Id.El. 238
;ἐκποδὼν ἔχειν Id.IT 1226
, etc.2 freq. with Advbs. of manner,εὖ ἔχει Od.24.245
, etc.; καλῶς ἔχει, κακῶς ἔχει, it is, is going on well or ill, v. καλός, κακός (but [tense] fut. σχήσειν καλῶς will turn out well, D.1.9, cf. 18.45; ); οὕτως.. σχεῖν to turn out, happen thus, Pl.Ap. 39b; οὕτως ἔχει so the case stands, Ar.Pl. 110; οὕτως ἐχόντων, Lat. cum res ita se habeant, X.An.3.2.10;ὡς ὧδ' ἐχόντων S.Aj. 981
;οὕτω χρὴ διὰ στέρνων ἔχειν Id.Ant. 639
;οὕτως ἔ. περί τινος X.Mem.4.8.7
, cf. Hdt.6.16;πρός τι D. 9.45
;τῇδ' ἔ. S.Ph. 1336
;κοσμίως ἔ. Ar.Th. 854
;ἥδιον ἔ. πρός τινας D.9.63
; ὡς εἶχε just as he was, Hdt.1.114;ὥσπερ εἶχε Th.1.134
, X. HG4.1.30; ὡς ἔχω how I am, Ar.Lys. 610;ὥσπερ ἔχομεν Th.3.30
;τἀναντία εἶχεν D.9.41
; ἀσφαλέως, ἀναγκαίως ἔχει, = ἀσφαλές, ἀναγκαῖόν ἐστι, Hdt.1.86,9.27; καλῶς ἔχει no, I thank you, v. καλός.b c. gen. modi, εὖ ἔ. τινός to be well off for a thing, abound in it; καλῶς ἔ. μέθης to be well off for drink, i.e. to be pretty well drunk, Hdt. 5.20; σπόρου ἀνακῶς ἐ. to be busy with sowing, Id.8.109; εὖ ἐ. φρενῶν, σώματος, E.Hipp. 462, Pl.R. 404d;εὖ ὥρας ἔχον χωρίον Poll.5.108
; cf. ἥκω; so ὡς ποδῶν εἶχον as fast as they could go, Hdt.6.116, 9.59;ὡς τάχεος εἶχε ἕκαστος Id.8.107
;ὡς.. τις εὐνοίας ἢ μνήμης ἔχοι Th.1.22
;ὡς ὀργῆς ἔχω S.OT 345
, cf. E.Hel. 313, 857, etc.; πῶς ἔχεις δόξης; Pl.R. 456d;οὕτω τρόπου ἔχεις X.Cyr.7.5.56
;μετρίως ἔ. βίου Hdt.1.32
;ὑγιεινῶς ἔ. αὐτὸς αὑτοῦ καὶ σωφρόνως Pl.R. 571d
;οὐκ εὖ σεαυτοῦ τυγχάνεις ἔχων Philem.4.11
: also c. acc.,εὖ ἔ. τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν Pl.Grg. 464a
, cf. X.Oec.21.7: c. dat.,οὕτως ἐχόντων τούτων τῇ φύσει D.18.315
;πῶς ἔχετε ταῖς διανοίαις Lycurg.75
;τῇ λέξει κακῶς ἔ. Isoc.9.10
.3 lead towards,ὁδοὶ ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἔ. Hdt.1.180
, cf. 191, 2.17; ἔ. εἴς τι to be directed, point towards,ἔχθρης ἐχούσης ἐς Ἀθηναίους Id.5.81
; τὸ ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον what concerns them, Id.6.19; ταῦτα ἐς τὴν ἀπόστασιν ἔχοντα ib.2, etc.; of Place, extend, reach to,ἐπ' ὅσον ἔποψις τοῦ ἱροῦ εἶχε Id.1.64
.IV after Hom., ἔχω as auxiliary, c. [tense] aor. part. giving a perfect sense,κρύψαντες ἔχουσι Hes.Op.42
;ἀποκληΐσας ἔχεις Hdt.1.37
;ἐγκλῄσασ' ἔχει Ar.Ec. 355
, cf. Th. 706; freq. in S.,θαυμάσας ἔχω OC 1140
, cf. Ant.22, al.: also in late Prose,ἀναλώσας ἔχεις Aristid. Or.18(20).1
;ὅς σφε νῦν ἀτιμάσας ἔχει E.Med.33
: less freq. c. [tense] pf. part., S.OT 701, Ph. 600, X.An.1.3.14,4.7.1: rarely c. [tense] pres. part., (lyr.), cf. X.Cyn.10.11.2 part. ἔχων, with [tense] pres., adds a notion of duration to that of present action, τί κυπτάζεις ἔ.; why do you keep poking about there? Ar.Nu. 509; τί δῆτα διατρίβεις ἔ.; why then keep wasting time? Id.Ec. 1151; τί γὰρ ἕστηκ' ἔ.; ib. 853, cf. Th. 473, 852: without interrog., φλυαρεῖς ἔ., ἔ. φλυαρεῖς, you keep chattering, Pl.Grg. 490e, Euthd. 295c;κακοῦν ἔχοντ' αὐτὸν ἀποκτιννύναι D.23.35
(and so possiblyἐνεργεῖ ἔ. Arist.Metaph. 1072b23
);παίσδεις ἔ. Theoc.14.8
: so in later Prose,παίζεις ἔ. Luc. Icar.24
; but ῥιπτεῖς ἔ.; do you throw away the prize when it is in your grasp? Aristid.1.443 J.C [voice] Med., hold oneself fast, cling closely,τῷ προσφὺς ἐχόμην Od. 12.433
, cf. Il.1.513, etc.;πρὸς ἀλλήλῃσιν Od.5.329
: mostly c. gen., hold on by, cling to, [ πέτρης] ib. 429;χερσὶν ἀώτου 9.435
;βρετέων A. Th.98
(lyr.);ἑξόμεσθάσου Ar.Pl. 101
; τῆς πληγῆς ἔχ εται claps his hand on the place struck, D.4.40.2 metaph., cleave, cling to,ἔργου Hdt. 8.11
, X.HG7.2.19; (iii A.D.);τῶν πραγμάτων Jul. Or.1.19a
; βιοτᾶς, ἐλπίδος, E. Ion 491, Fr. 409;τῆς αὐτῆς γνώμης Th.1.140
; lay hold on, take advantage of,τῶν ἀγαθῶν ἔχεο Thgn.32
;προφάσιος ἔχεσθαι Hdt.6.94
; fasten upon, attack, D.18.79; lay claim to,ἀμφοτέρων τῶν ἐπωνυμιέων Hdt.2.17
; to be zealous for, [ μάχης] S.OC 424; ;κοινῇ τῆς σωτηρίας X.An.6.3.17
, etc.3 come next to, follow closely, ib.1.8.4;ἕπεσθαι ἐχομένους ὅτι μάλιστα τῶν ἁρμάτων Id.Cyr.7.1.9
; of peoples or places, to be close, border on, c. gen., Hdt.4.169, Th.2.96, etc.; freq. in part., τὴν ἐχομένην [τῶν νεωρίων] στοάν Aen. Tact.11.3; οἱ ἐ. the neighbouring people, Hdt.1.134; ὁ ἐχόμενος the next man, Aen.Tact.22.27; of Time, τὸ ἐχόμενον ἔτος the next year, Th.6.3;ὁ ἐ. διαλογισμός PRev.Laws 16.15
(iii B.C.); τὰ ἐχόμενα τούτοις what follows, Pl.Grg. 494e (withoutτούτοις Isoc.6.29
).5 pertain to,ὅσα ἔχεται τῶν αἰσθήσεων Pl.Lg. 661b
;ἃ διδασκάλων εἴχετο Id.Prt. 319e
;ὅσα τέχνης ἔχεται Id.Men. 94b
, etc.: esp. in Hdt. in periphrases, τὰ τῶν ὀνειράτων, καρπῶν ἐχόμενα, 1.120, 193;ὀρνίθων ἢ ἰχθύων 2.77
; σιτίων, ἐσθῆτος, 3.25,66.II bear or hold for oneself, κρήδεμνα ἄντα παρειάων σχομένη before her cheeks, Od.1.334; ἀσπίδα πρόσθ' ἔσχετο his shield, Il.12.294, cf. 298, 20.262.IV keep oneself back, abstain or refrain from, ἀϋτῆς, μάχης, 2.98, 3.84;βίης Od.4.422
;ἐχώμεθα δηϊοτῆτος ἐκ βελέων Il.14.129
;τῆς ἀγωγῆς Hdt.6.85
;τῆς τιμωρίης Id.7.169
;τῶν ἀθίκτων S.OT 891
(lyr., s.v.l.): c.inf., A.R.1.328; ; κακῶν ἄπο χεῖρας ἔχεσθαι to keep one's hands from ill, Od.22.316;Μενέλεω σχέσθαι χέρα E.Rh. 174
: abs., σχέο, σχέσθε, hold! cease! Il.21.379, 22.416.V [voice] Pass. ofἔχω B. 1
, ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα are balanced on.., Hdt.6.11.------------------------------------ἔχω (B), -
4 φέρω
φέρω ([dialect] Locr. [full] φάρω [ᾰ], IG9(1).334.5 (Oeanthea, v. B.C.)), only [tense] pres. and [tense] impf. (late 1 [tense] aor. [ per.] 3pl.Aἤφεραν IG3.1379
), Il.21.458, etc.: [dialect] Ep. forms, [ per.] 2pl. imper.φέρτε Il.9.171
; [ per.] 2sg. subj. ; [ per.] 3sg. subj.φέρῃσι Il.18.308
, Od.5.164, al.; [dialect] Ep. inf.φερέμεν Il.9.411
, al.: [tense] impf. ἔφερον, [dialect] Ep.φέρον 3.245
; also φέρεσκε, φέρεσκον ([ per.] 3pl.), Od.9.429, 10.108.II [tense] fut.οἴσω Il.7.82
, etc.; [dialect] Dor.οἰσῶ Theoc.3.11
; [ per.] 1pl.οἰσεῦμες Id.15.133
; [ per.] 3pl. ηοίσοντι Tab.Heracl.1.150: the foll. act. forms are not [tense] fut. in sense, imper.οἶσε Od.22.106
, 481, Ar.Ach. 1099, 1101, 1122, Ra. 482;οἰσέτω Il.19.173
, Od.8.255; [ per.] 3pl.οἰσόντων Antim.15
; inf.οἴσειν Pi.P.4.102
, [dialect] Ep.οἰσέμεν Od.3.429
,οἰσέμεναι Il.3.120
, Od.8.399, etc.: [tense] aor. 1 inf.οἶσαι Ph.1.611
codd. ( ἀν-οῖσαι is prob. in Hdt.1.157):—[voice] Med., [tense] fut.οἴσομαι Il.22.217
, S.El. 969, etc. (in pass. sense, E.Or. 440, X.Oec.18.6; so [dialect] Dor.οἰσεῖται Archim.Fluit.1.7
, al.): [tense] fut. [voice] Pass.οἰσθήσομαι D.44.45
, Arist. Ph. 205a13, Archim.Fluit.1.3, al., ([etym.] ἐξ-) E.Supp. 561:—[voice] Pass., [tense] pf.προοῖσται Luc.Par.2
; cf. οἰστέον, οἰστός ([etym.] ἀν-οιστός).III from ἐνεγκ- (not found in Hom. or Hdt., exc. as v.l. in Il.19.194, but in Pi.O.13.66, I.8(7).21, ([etym.] προς-) Id.P.9.36, also B.16.62, and normal in [dialect] Att. and Trag., also in codd.Hp., Epid.1.1.2, al.) come [tense] aor. 1 ἤνεγκα, and [tense] aor. 2 ἤνεγκον:—Indic., [ per.] 1sg. (lyr.), 964, Ar.Ra. 1299, Th. 742, Lys. 944, ([etym.] δι-) Isoc.18.59, butἤνεγκα S.El. 13
, E. Ion38, Aeschin.2.4, and in compos. with Preps.; [ per.] 2sg. always (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Tr. 741 (in Ar.Th. 742, δέκα μῆνας αὔτ' ἐγὼ ἤνεγκον is answd. by ἤνεγκας σύ;); [ per.] 3sg. ἤνεγκε, common to both forms; dualδι-ηνεγκάτην Pl.Lg. 723b
; pl. always ἠνέγκαμεν, -ατε, -αν ([ per.] 3pl.ἀπ-ήνενκαν IG22.1620.37
, al., once ἀπ-ήνεγκον ib. 1414.2; δι-ηνέγκομεν is f.l. in X.Oec.9.8): imper., [ per.] 2sg. , Ar.Eq. 110, X.Mem.3.6.9 ( ἔνεγκον cj. Pors. in Anaxipp. 8); [ per.] 3sg. (troch.), Th. 238, Pl.Phd. 116d, ([etym.] προς-) X.Smp.5.2; butἐξ-ενεγκέτω IG12.63.33
, 76.61; [dialect] Dor. [ per.] 3pl. ἐνεγκόντω ib.5 (1).26.16 (Amyclae, ii/i B. C.); [ per.] 2pl.ἐξ-ενέγκατε Ar.Ra. 847
: subj. ἐνέγκω common to both forms: opt., [ per.] 1sg. , Pl.Cri. 43c: [ per.] 3sg. ἐνέγκαι (cod.A, but - κοι cod.Laur.) S.Tr. 774, butἐνέγκοι Id.Fr.84
(anap.), Pl.R. 330a, ([etym.] ξυν-) Th.6.20, etc.; [ per.] 2pl. ἐνέγκαιτε ( ἐνέγκατε codd.) E.Heracl. 751 (lyr.): inf. , S.OC 1599, IG22.40.18, etc., ([etym.] προς-) Pi.P.9.36, Hp.VM15; Hellenistic ([etym.] εἰς-), PAmh.2.30.35 (ii B. C.), Ev.Marc. 2.4 ([etym.] προς-), etc., found also in codd.Hp., Aff.3 ([etym.] προς-), Nat.Mul.19 ([etym.] δι-): part.ἐνεγκών Pi.I.8(7).21
, S.El. 692, Th.6.56, etc.,ἐνέγκας IG22.1361.21
([etym.] εἰς-), 333.4, D.49.51 (and later, Demetr.Com.Nov.1.10 ([etym.] εἰς-), Arist.Oec. 1351a14, etc.; in X. we findἐξ-ενεγκόντες Mem.1.2.53
, and δι-ενεγκοῦσα, συν-ενεγκόντες, vv. ll. in ib.2.2.5, An.6.5.6):— [voice] Med., only ἠνεγκάμην, Ar.Ec.76 ([etym.] ἐξ-), etc. (exc. imper. ); [ per.] 2sg. , X.Oec.7.13; [ per.] 3sg. , Pl.R. 406b, etc.; [ per.] 1pl.ἠνεγκάμεθα Id. Ion 530b
, ([etym.] προ-) Phlb. 57a; inf.εἰς-ενέγκασθαι Isoc.15.188
: part.ἐνεγκάμενος Aeschin.1.131
, ([etym.] ἀπ-) X.Ages.6.2.IV from ἐνεικ- comes [tense] aor. 1 ἤνεικα, found mostly in [dialect] Ion. (but not in codd. Hp.), [dialect] Ep. and Lyr., also at Cos (v. infr.) and implied elsewh. in pass. forms (v. infr. v):—the endings are those of [tense] aor. 1, exc. in imper.ἔνεικε Od.21.178
, inf. ἐνεικέμεν (v.l. ἐνεγκέμεν) Il.19.194, ἐνείκην (v. infr.), and part. μετ-ενεικών, ἐξενικοῦσι (v. infr.), cf. συνενείκομαι:—[ per.] 1sg.ἀν-ένεικα Od.11.625
; [ per.] 2sg.ἀπ-ένεικας Il.14.255
; [ per.] 3sg.ἤνεικε Od.18.300
, al., Hdt.2.146, [dialect] Ep.ἔνεικε Il.15.705
, al.; [ per.] 1pl.ἐνείκαμεν Od.24.43
; [ per.] 3pl.ἤνεικαν Hdt.3.30
, [dialect] Ep.ἔνεικαν Il.9.306
; imper. [ per.] 2sg.ἔνεικον Anacr.62.3
; [ per.] 2pl.,ἐνείκατε Od. 8.393
; [ per.] 3pl.ἐνεικάντων Schwyzer 688
B 3 (Chios, v B. C.); inf.ἐνεῖκαι Il.18.334
, Pi.P.9.53, Hdt.1.32; ἐνεικέμεν (v. supr.); [dialect] Aeol.ἐνείκην Alc.Oxy.1788
Fr.15ii 20; part.ἐνείκας Il.17.39
, ([etym.] ἀν-) Hdt.2.23;μετ-ενεικών Abh.Berl.Akad.1928(6).22
(Cos, iii B. C.):—[voice] Med., [ per.] 3sg.ἀν-ενείκατο Il.19.314
; [ per.] 3pl.ἠνείκαντο 9.127
, Hdt.1.57, ([etym.] ἐς-) 7.152; part.ἐνεικάμενος Alc.35.4
.2 [tense] aor. 1 ἤνῐκα is found in the foll. dialect forms: [ per.] 3sg.ἤνικε IG42(1).121.110
(Epid., iv B. C.); Bi11 (Delph., iv B. C.);ἀν-ήνικε IG4.757A12
, al. (Troezen, ii B. C.); ἀπ-ήνικε ib.42(1).103.16, al. (Epid., iv B. C.); but ἤνῑκε is prob. written for ἤνεικε in IG4.801.3 (Troezen, vi B. C.); [ per.] 1pl. ἀν-ηνίκαμες [ῐ] GDI 3591b21 ([place name] Calymna); [ per.] 3pl. Bi 17 (Delph., iv B. C.), IG 12(2).15.15 (Mytil., iii B. C.); [ per.] 3sg. subj.ἐνίκει Berl.Sitzb.1927.161
([place name] Cyrene); ἐς-ενίκη, and inf. ἐς-ένικαι, IG12(2).645b43,39 (Nesus, iv B. C.); part. (dat. pl.)ἐξ-ενικοῦσι IG4.823.49
(Troezen, iv B. C.); so in later Gr.,εἰς-ήνικα Supp.Epigr.7.381
,382 (Dura-Europos, iii A. D.); ἤνιγκα ib.383 (ibid., iii A. D.):—[voice] Med., part.ἐξ-ε[νικ]άμενος IG12
(2).526a5 (Eresus, iv B. C.).b [dialect] Boeot. [tense] aor. 1 in [ per.] 3pl.εἴνιξαν IG7.2418.24
(Thebes, iv B. C.); [ per.] 1sg. ἤνειγξα Hdn.Gr.2.374.V other tenses: [tense] pf.ἐνήνοχα D.21.108
, 22.62, ([etym.] ἐξ-) Luc.Pr.Im.15,17, ([etym.] μετ-) Pl.Criti. 113a, ([etym.] συν-) v. l. in X.Mem.3.5.22:—[voice] Pass., [tense] fut.ἐνεχθήσομαι Arist.Ph. 205b12
, Archim.Fluit.2.2, al., ([etym.] ἐπ-) Th.7.56, ([etym.] κατ-) Isoc.13.19: [tense] aor.ἠνέχθην X.An.4.7.12
and freq. in compds.; [dialect] Ion.ἀπ-ηνείχθην Hdt.1.66
, etc.; ([etym.] περι-) ib.84; [ per.] 3pl. written ἠνείχτθησαν in Schwyzer 707B9 (Ephesus, vi B. C.); [dialect] Dor. part.ἐξ-ενειχθείς IG42(1).121.115
(Epid., iv B. C.); Hellenisticἐνεγχθείς PCair.Zen.327.42
(iii B. C.), ([etym.] συμπερι-) IPE12.32A31,78, B70 (Olbia, iii B. C.); in dialects, [ per.] 3sg. indic.ἀπ-ηνίχθη IG42(1).103.111
(Epid., iv B. C.); [ per.] 3sg. subj. ἐξενιχθῇ ib.12(5).593 A23 (Ceos, v B. C.), Abh.Berl.Akad.1928(6).21 (Cos, iii B. C.); [dialect] Boeot.ἐν-ενιχθεῖ IG7.3172.150
(Thespiae, iii B. C.); part. (neut.)ἐπ-ενιχθέν Abh.Berl.Akad.1928(6).53
(Telos, iv B. C., ined.); [dialect] Att. [tense] pf.ἐνήνεγμαι, ἐνήνεκται Pl.R. 584d
,εἰς-ενήνεκται E. Ion 1340
;ἀν-ενήνεγκται IG12.91.4
; ἐπαν-ενήνειγκται ib.22.1607a7; [dialect] Ion.ἐξ-ενηνειγμένος Hdt.8.37
; [dialect] Att. [tense] plpf.προς-ενήνεκτο X.HG4.3.20
; part.κατ-, μετ-ενηνεγμένος Plb.10.30.2
, Str.13.1.12. (With φέρω cf. Lat.fero, OE. beran, Skt. bhárati 'bear'; οἴσω is of uncertain origin; ἐνεγκ- is prob. redupl. ἐγκ- ( ἐνεκ- in [voice] Pass. forms and in δουρηνεκής, etc.), cogn. with Skt. náśati 'attain,' Lat. nanciscor, Lith. nèšti 'carry, bear'; ἐνεικ- ([etym.] ἐνῐκ-) is of uncertain origin; the glosses ἐνέεικαν· ἤνεγκαν, and ἐνεείκω· ἐνέγκω (Hsch.) are not corroborated.)A [voice] Act.,I bear or carry a load,ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν Il.18.568
;μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303
;ἦγον μὲν μῆλα, φέρον δ' εὐήνορα οἶνον Od.4.622
;χοάς A.Ch.15
;φ. ἐπ' ὤμοις S.Tr. 564
;χερσὶν φ. Id.Ant. 429
;φ. ὅπλα βραχίονι E.Hec.14
; bear (as a device) on one's shield, A.Th. 559, etc.; γαστέρι κοῦρον φ., of a pregnant woman, Il.6.59; φ. ὑπὸ ζώνην or ζώνης ὕπο, A.Ch. 1000(992), E.Hec. 762: in Trag. stronger than ἔχω, ἁγνὰς αἵματος χεῖρας φ. to have hands clean from blood, E.Hipp. 316 (v.l. φορεῖς); ἀλαὸν ὄμμα φέρων Id.Ph. 1531
(lyr.);γλῶσσαν εὔφημον φ. A.Ch. 581
, cf. Supp. 994;καλὸν φ. στόμα S.Fr. 930
codd. (nisi leg. φορῇ) ; ἄψοφονβάσιν φ. Id.Tr. 967
(lyr.).II bear, convey, with collat. notion of motion, freq. in Hom.,πῇ δὴ.. τόξα φέρεις; Od.21.362
; πρόσω φ. ib. 369;εἴσω φέρω σ' ἐντεῦθεν Ar.V. 1444
, cf. Pl.Lg. 914b;πόδες φέρον Il.6.514
;πέδιλα τά μιν φέρον 24.341
, etc.; of horses, 2.838;ἵππω.. ἅρμα οἴσετον 5.232
, etc.; of ships, Od.16.323, cf. Il.9.306;τὰ σώματα τῶν ζῴων συνέστηκεν ἐκ τοῦ φέροντος καὶ τοῦ φερομένου Diocl. Fr.17
.b of persons, bring to bear, μένος or μένος χειρῶν ἰθύς τινος φέρειν hurl one's strength right upon or against him, Il.16.602, 5.506; φ. τὴν ὀργήν, τὴν αἰτίαν ἐπί τινα, Plb.21.31.8, 33.11.2.2 of wind, bear along, [πνοιὴ Ζεφύρου] φ. νῆάς τε καὶ αὐτούς Od.10.26
; [σχεδίην] ἄνεμοι φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα 5.330
, cf. 4.516, Il.19.378, etc.;ἐπέλασσε φέρων ἄνεμος Od.3.300
, 7.277, cf. 5.111, etc.: abs., ὁ βορέας ἔξω τοῦ Πόντου εἰς τὴν Ἑλλάδα φέρει is fair for Greece, X.An.5.77: metaph.,ὅπῃ ἂν ὁ λόγος ὥσπερ πνεῦμα φ. Pl.R. 394d
;φ. τινὰ φρένες δύσαρκτοι A.Ch. 1023
, cf. Th. 687 (lyr.):—[voice] Pass., v. infr. B.III endure, suffer,λυγρά Od.18.135
;ἄτην Hdt.1.32
; χαλινόν, ζυγόν, A.Ag. 1066, 1226; πημονάς, τύχας, Id.Pers. 293, E.Or. 1024;ξυμφοράς Th.2.60
; ; also of food,ἐσθίουσι πλείω ἢ δύνανται φ. X.Cyr.8.2.21
; of strong wine, bear, admit, καὶ τὰ τρία φέρων καλῶς, i.e. three parts of water, instead of ἴσον ἴσῳ, Ar.Eq. 1188, cf. Ach. 354; so τὰς ἐπιδείξεις.. φέρουσιν αὐτοῦ (sc. Ἰσοκράτους)οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις.. ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι D.H.Isoc.2
: metaph.,ᾗ φέρειν πέφυκε Pl.Ti. 48a
.2 freq. with modal words,πήματα κόσμῳ φ. Pi.P.3.82
; ;ὀργῇ τὸν πόλεμον Th.1.31
;θυμῷ φ. Id.5.80
;χαρᾷ φ. τι J.AJ19.1.13
: esp. with an Adv., [ὕβριν] ῥηϊδίως φ. Hes.Op. 215
; δεινῶς, βαρέως, πικρῶς, χαλεπῶς φέρειν τι, bear a thing impatiently, take it ill or amiss, Hdt.2.121.γ, 5.19, E. Ion 610, Pl.R. 330a, etc.; δυσπετῶς, βαρυστόνως φ., A.Pr. 752, Eu. 794; προθύμως φέρειν τὸν πόλεμον to be zealous about the war, Hdt.9.18,40;προθύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον Th.8.36
;αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα A.Pr. 104
;συμφορὴν ὡς κουφότατα φ. Hdt.1.35
;ῥᾳδίως φ. Pl.Grg. 522d
, al.;εὐπετῶς φ. S.Fr. 585
, X.Mem.2.1.6; εὐπόρως ( εὐφόρως Brunck) ; εὐμενῶς, εὐχερῶς φ., D.Ep. 3.45, Pl.R. 474e; these phrases are used mostly c. acc. rei; also c. part.,βαρέως ἤνεικε ἰδών Hdt.3.155
, cf. Ar.Th. 385, etc.;φ. ἐλαφρῶς.. λαβόντα ζυγόν Pi.P.2.93
;ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων Pl. Phd. 63a
: c. gen.,τοῦ ἐνδεοῦς χαλεπώτερον φ. Th.1.77
, cf. 2.62;ἐπί τινι, χαλεπῶς φ. ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ X.HG7.4.21
, cf. Isoc.12.232;πράως ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις φ. D.58.55
: c. dat. only, βαρέως φέρειν τοῖς παροῦσι, τῇ ἀτιμίᾳ, X.An.1.3.3, HG3.4.9, cf. 5.1.29; later, χαλεπῶς φ. διά τι, πρός τι, D.S.17.111, Jul.Or.1.17c codd.IV bring, fetch,εἰ.. θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι Od.21.196
;φ. ἄποινα Il.24.502
;ἄρνε 3
, 120, cf. Sapph.95; ὕδωρ, οἶνον, Anacr.62.1;ἔντεα Il.18.191
;τόξα Od.21.359
; ; , etc.;γῆν τε καὶ ὕδωρ Hdt.7.131
:—[voice] Med., carry or bring with one, or for one's own use,ποδάνιπτρα Od.19.504
;οἶνον Alc.35
, cf. Hdt.4.67, 7.50, X. Mem.3.14.1;φερνὰς δόμοις E.Andr. 1282
; fetch, Od.2.410;χοὰς ἐκ κρήνης S.OC 470
.2 bring, offer, present,δῶρα Od.8.428
, etc.;μέλος Pi.P.2.3
; ;φ. πέπλον δώρημά τινι S.Tr. 602
;πρός τινα δῶρα X.An.7.3.31
; χάριν τινὶ φ. grant any one a favour, do him a kindness, Il.5.211, Od.5.307, al.;ἐπὶ ἦρα φ. τινί Il.1.572
, Od.3.164, etc.; φ. τισὶ εὐνοίας, ὄνησιν ἀστοῖς, A.Supp. 489, S.OC 287; but after Hom., χάριν τινὶ φ. show gratitude to him, Pi.O.10(11).17; μῆνιν φ. τινί cherish wrath against.. A.Niob. in PSI11.1208.12.b = ἄγω iv. 1,ἄχρι νῦν καθ' ὥραν ἔτους λέγονται πένθος ἐπὶ Μελεάγρῳ φέρειν Ant.Lib.2.7
; Ἰάλεμος· ὁ ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσιν ἀνίαν φέρων, Suid.:—[voice] Med.,τοῦ γονέως ἐφ' ᾧ γε τὸ πένθος φέρεσθε Phalar.Ep.103.1
.3 bring, produce, cause, [ἀστὴρ] φέρει πυρετὸν βροτοῖσιν Il.22.31
;ὄσσαν.. ἥ τε φ. κλέος ἀνθρώποισι Od.1.283
, cf. 3.204; φ. κακόν, πῆμα, ἄλγεα, etc., work one woe, Il.8.541, Od.12.231, 427, etc.; δηϊοτῆτα φ. bring war, 6.203;ἐπ' ἀλλήλοισι φ. Ἄρηα Il.3.132
, cf. 8.516; ;θάνατον φ. B.5.134
;τοῦτο εὐδοξίαν σοι οἴσει Pl.Ep. 312c
; ;τέχναι.. φόβον φέρουσιν μαθεῖν A.Ag. 1135
(lyr.); ὥσπερ τὸ δίκαιον ἔφερε as justice brought with it, brought about, i.e. as was just, no more than just, Hdt.5.58;ἀν' ὄ κα φέρῃ ὁ λόγος ὁ ταμία Φιλοκλέος IG42(1).77.13
(Epid., ii B. C.); of a calculation, yield a result, Vett.Val.349.27; produce, adduce, bring forward,παραδείγματα Isoc.7.6
, etc.;πάσας αἰτίας D.58.22
;ἁρμόττουσαν εἰκόνα Id.61.10
:—[voice] Pass.,εἰς τὴν συνηγορίαν.. τοιαῦτά τινα φέρεται Sor.2.3
.4 μῦθον φ. τινί bring one word, Il.10.288, 15.202; ἀγγελίην φ. bring a message, ib. 175, Od.1.408;λόγον Pi.P.8.38
;ἐπιστολὰς φ. τινί S.Aj. 781
, cf. Tr. 493;ἐπιστολήν X.Ages.8.3
: hence, tell, announce, πευθώ, φάτιν, A.Th. 370, Ag.9;σαφές τι πρᾶγος Id.Pers. 248
(troch.), cf. Ag. 639, etc.; report, ἀγήν (breakages) PCair.Zen. 15r27 (iii B. C.); φ. κεχωνευκώς reports that he has.., ib.741.26, cf. 147.4, 268.24 (all iii B. C.); enter, book a payment made, PBaden47.12:—[voice] Med.,λόγους φ. E.Supp. 583
; but also ἀγγελίας ἔπος οἴσῃ thou shalt have it brought thee, receive, Id.Ph. 1546 (lyr.);μαντήϊα.. φέρονται Hes.Fr.134.9
:—[voice] Pass., θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου the death of the testator must be announced, Ep.Heb.9.16.5 pay something due or owing, φόρον τέσσαρα τάλαντα φ. pay as a tax or tribute, Th.4.57, cf. IG12.57.9, Pl.Plt. 298a, PCair.Zen.467.7 (iii B. C.);δασμόν X.An.5.5.10
; σύνοδον φ. subscribe to the expense of a meeting, IG22.1012.14, 1326.6;χρήματα πᾶσι τάξαντες φ. Th.1.19
;μισθὸν φ. X.Cyr.1.6.12
(but usu., receive, draw, pay,μισθὸν δύο δραχμὰς τῆς ἡμέρας Ar.Ach.66
; ;αἱ νῆες μισθὸν ἔφερον Th. 3.17
, cf. X.An.1.3.21, Oec.1.6);φ. ἐννέα ὀβολοὺς τῆς μνᾶς τόκους Lys.Fr.1.2
, cf. Lycurg.23; also of property, bring in, yield as rent,φ. μίσθωσιν τοῦ ἐνιαυτοῦ Is.5.35
.6 apply, refer, , Chrm. 163d, R. 478b, cf. Plb.3.36.7, al.; φ. τὰ πράγματα ἐπί τινα confer powers upon, Id.2.50.6.7 ψῆφον φ. give one's vote, A.Eu. 674, 680, And.1.2, Is.11.18; ψῆφος καθ' ἡμῶν οἴσεται ([voice] Pass.) E.Or. 440;περὶ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται D.44.45
;ὑπὲρ ἀγῶνος Lycurg.7
, cf. 11: hence φ. τινά appoint or nominate to an office,φ. χορηγόν D.20.130
, 39.7, cf. Pl.Lg. 753d, Arist.Pol. 1266a10:—[voice] Pass., ibid.; (ii B. C.);τῶν φερομένων ἐν Κλεοπάτρᾳ κληρούχων PRein.10.13
, al. (ii B. C.); φερομένου μου ἐν τῇ συνοχῇ since I am enrolled in prison, i.e. am in prison, BGU1821.21 (i B. C.):—[voice] Med., choose, adopt,ταύταν φ. βιοτάν E.Andr. 785
(lyr.).V bring forth, produce, whether of the earth or of trees,φ. ἄρουρα φάρμακα Od.4.229
;ἄμπελοι φ. οἶνον 9.110
; [νῆσος] φ. ὥρια πάντα ib. 131, cf. Hes.Op. 117; [οὐ] γῆ καρπὸν ἔφερε Hdt.6.139
;γύαι φ. βίοτον A.Fr.196.5
, cf. Pi.N.11.41, E.Hec. 593, etc.: abs., bear fruit, be fruitful,εὖτ' ἂν τάδε πάντα φέρῃσι h.Merc.91
; ἡ γῆ ἔφερε ( καρπόν add. codd. quidam) Hdt.5.82;αἱ ἄμπελοι φέρουσιν X.Oec.20.4
; also of living beings,τόπος ἄνδρας φ. Pl.Ti. 24c
;ἤνεγκεν αὐτὸν Λαοδίκεια Philostr. VS1.25.1
; one's country,Hld.
2.29, Lib.Or. 2.66, al., Chor.p.81 B., Lyd.Mag.3.26, dub. in Supp.Epigr.4.439 (Milet.) without Art. (alsoἡ ἐνεγκαμένη Jul.Ep. 202
); or Mother Earth, M.Ant.4.48: generally, create, form,Πηνειὸς Τέμπη φ. Philostr.Im.1.25
; [τὰ βρέφη] ἄρχεται φέρειν τοὺς ὀδόντας Aët.4.9
;φ. τοὺς κυνόδοντας Gp.16.1.14
.VI carry off or away,Κῆρες ἔβαν θανάτοιο φέρουσαι Il.2.302
;φ. τινὰ ἐκ πόνου 14.429
, 17.718, etc.; of winds, [ἔπος] φέροιεν ἀναρπάξασαι ἄελλαι may the winds sweep away the word, Od.8.409; of a river, Hdt.1.189:—[voice] Med., carry off with one, Od.15.19.2 carry away as booty or prize, ἔναρα, τεύχεα, Il.6.480, 17.70;αἶγα λέοντε φ. 13.199
; δεῖπνον φ., of Harpies, A.Eu.51;ἐνέχυρα βίᾳ φ. Antipho 6.11
; in the phrase φέρειν καὶ ἄγειν (cf.ἄγω 1.3
), IG12.69.19; φέροντα ἢ ἄγοντα Lex ap.D.23.60;αἴ κα.. ἄγῃ ἢ φέρῃ Leg.Gort.5.37
;ἥρπαζον καὶ ἔφερον Lys.20.17
;κείρων ἢ φέρων IG12(9).90.10
(Tamynae, iv B. C.);αἴ τίς κα.. φέρει τι τῶν ἐν τᾷ ἱαρᾷ γᾷ Tab.Heracl.1.128
; of a divorced wife,αἰ δέ τι ἄλλο φέροι τῶ ἀνδρός, πέντε στατῆρανς καταστασεῖ κὤτι κα φέρῃ αὐτόν Leg.Gort.3.2
; φέρειν alone, rob, plunder, ;ἀλλήλους Th.1.7
; abs., SIG38.23 (Teos, v B. C.):—[voice] Pass.,φερόμενοι Βακχῶν ὕπο E.Ba. 759
:—[voice] Med. in same sense,ἔναρα Il.22.245
;πελέκεας οἶκόνδε φ. 23.856
;ἀτερπέα δαῖτα Od.10.124
, cf. 15.378.3 carry off, gain, esp. by toil or trouble, win, achieve, both [voice] Act. and [voice] Med.,ἤ κε φέρῃσι μέγα κράτος ἦ κε φεροίμην Il.18.308
;φέρειν τρίποδα Hes.Op. 657
; ; ; τἀριστεῖα, τὰ νικητήρια, Pl.R. 468c, Lg. 657e;πέρα.. οὐδὲν φ. S.OC 651
;ἐκ σοῦ πάντ' ἄνευ φόβου φ. Id.OT 590
; τίς.. πλέον τᾶς εὐδαιμονίας φέρει ἤ .. ; ib. 1190 (lyr.), cf. El. 1088 (lyr.); in bad sense,μείζω τὴν αἰσχύνην φ. Pl.Lg. 671e
: also, receive one's due,φ. χάριν S.OT 764
; ; μισθὸν φέρειν (v. supr. iv.5); of a priest's perquisites,φέρει ὁ ἱαρεὺς γέρη σκέλη κτλ. BMus.Inscr.968
A 9 ([place name] Cos), cf. IG12.24.10, al., SIG56.35 (Argos, v B. C.):—[voice] Med. (v. ad init.), win for oneself,κῦδος οἴσεσθαι Il.22.217
; δέπας, τεύχεα, carry off as a prize, 23.663, 809, al.; ἀέθλια or ἄεθλον φ. carry off, win a prize, 9.127, 23.413; τὰ πρῶτα φέρεσθαι (sc. ἄεθλα) 23.275, 538; ; of perquisites, τὸ.. σκέλος τοὶ ἱαρομνάμονες φερόσθω (i. e. φερούσθω from Φερόνσθω) IG42(1).40.13 (Epid., v/iv B. C.): henceοὐ τὰ δεύτερα Hdt.8.104
; πλέον φέρεσθαι get more or a larger share for onself, gain the advantage over any one, τινος Hdt.7.211, cf. S.OT 500 (lyr.), E.Hec. 308; ταῦτα ἐπὶ σμικρόν τι ἐφέροντο τοῦ πολέμου this they received as a small help towards the war, Hdt.4.129; ; ;χάριν φέρεσθαι παρ' ὑμῶν And.2.9
;φ. τὴν ἀπέχθειαν αὐτῶν Antipho 3.4.2
; ;εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς οἴσῃ S.El. 969
;δάκρυ πρὸς τῶν κλυόντων A.Pr. 638
;ἀπό τινος βοσκάν Id.Eu. 266
(lyr.);ἐξ ἀνανδρίας τοὔνομα Aeschin.1.131
: generally, get for one's own use and profit, take and carry away, esp. to one's own home,τοῦ.. πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο Il.4.97
: hence φέρειν or φέρεσθαι is often used pleon., v. infr. xi.VII abs., of roads or ways, lead to a place,ὁδὸν φέρουσαν ἐς ἱρόν Hdt.2.122
, cf. 138; τὴν φέρουσαν ἄνω (sc. ὁδόν) Id.9.69;τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν ἐπὶ Καρίης φ., τῆς δὲ ἐς δεξιὴν ἐς Σάρδις Id.7.31
;ἐπὶ Σοῦσα X.An.3.5.15
; ;ἡ ἐς Θήβας φέρουσα ὁδός Th.3.24
(but ἡ ἐπ' Ἀθηνῶν φέρουσα ibid.); also ἡ θύρα ἡ εἰς τὸν κῆπον φ. the door leading to the garden, D.47.53; αἱ εἰς τὴν πόλιν φ. πύλαι, αἱ ἐπὶ τὸ τεῖχος φ. κλίμακες, X.HG7.2.7, cf. PMich.Zen.38.27 (iii B. C.), Plb.10.12.3.2 of a district or tract of country, stretch, extend to or towards, φέρειν ἐπί orἐς θάλασσαν Hdt.4.99
; ἐς τὴν μεσόγαιαν ib. 100;πρὸς νότον Id.7.201
; ἡ ἀπὸ δυσμῶν αὐτῆς (sc. τῆς Κιμβρικῆς)καὶ ἐπὶ τὸν Ἄλβιν φέρουσα Ptol.Geog.2.11.2
, cf. 3.3 metaph., lead to or towards, be conducive to,ἐς αἰσχύνην φέρει Hdt.1.10
;τὰ ἐς ἄκεσιν φέροντα Id.4.90
; ἐς βλάβην, ἐς φόβον φέρον, S.OT 517, 991; : esp. in good sense, tend, conduce to one's interest, ἐπ' ἀμφότερά τοι φέρει (impers.)ταῦτα ποιέειν Hdt.3
. 134; soτὰ πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα X.Mem.4.2.31
;τροφαὶ μέγα φ. εἰς ἀρετάν E.IA 562
(lyr.); μέγα τι οἰόμεθα φέρειν (sc. κοινωνίαν γυναικῶν τε καὶ παίδων)εἰς πολιτείαν Pl.R. 449d
; τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φ. ib. 444e, cf. X.Cyr.8.1.42; τοῦτο ἔφερεν αὐτῷ was for his good, M.Ant.5.8.b point to, refer to a thing,ἐς τί ὑμῖν ταῦτα φαίνεται φέρειν; Hdt.1.120
; φωνὴ φέρουσα πρός τινα addressed to him, Id.1.159; , cf. 6.19; [ὄψις] φέρει ἐπὶ πᾶσαν γῆν refers to.., extends over.., Id.7.19; τὰ ἴχνη τῆς ὑποψίας εἰς τοῦτον φ. point to him, Antipho 2.3.10;πρός τινας Pl.R. 538c
;ταύτῃ <ὁ> νόος ἔφερε Hdt.9.120
; ἡ τοῦ δήμου φέρει γνώμη, ὡς .., the people's opinion inclines to this, that.., Id.4.11;ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Th.1.79
: c. inf., τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν whose opinion inclined to giving battle, Hdt.6.110, cf. 5.118; πλέον ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσεσθαι his opinion inclined rather to the view.., Hdt.8.100, cf. 3.77.VIII carry or have in the mouth, i. e. speak of,πολύν τινα ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρειν Aeschin.3.223
; use a word,οὐκ οἶδα καθ' ὁποτέρου τούτων οἱ παλαιοὶ τὸ τῆς ζειᾶς ἔφερον ὄνομα Gal.Vict.Att.6
, cf. 7.644, 15.753, 876; record an event,οἱ δευτέρῳ μετὰ τὴν ἔξοδον.. ἔτει φέροντες αὐτήν D.H.1.63
: more freq. in [voice] Pass., πονηρῶς, εὖ, φέρεσθαι, to be ill or well spoken of, X.HG1.5.17, 2.1.6;ἀτίμως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων φ. Pl.Ep. 328e
; abs., φέρεται [the report] is carried about, i.e. it is said, c. acc. et inf.,τοιόνδε φέρεται πρῆγμα γίνεσθαι Hdt.8.104
(v.l.); ἐν χρόνοις φέρεται μνημονευομένοις is recorded as occurring within historical times, Str.1.3.15;ὅτε καὶ Δημόκριτος φέρεται τελευτήσας Sor.Vit.Hippocr.11
;κρίνομεν.. τὰ γραφέντα ὑφ' ἡμῶν προστάγματα ἐν τοῖς ἱεροῖς νόμοις φέρεσθαι παρ' ὑμῖν OGI331.60
(Pergam., ii B. C.); are in use,Ptol.
Geog.7.4.11; of literary works, to be in circulation,ἐπιστόλιον αὐτοῦ τοιοῦτον φέρεται Plu.2.808a
, cf. 209e, 832d, 833c, al., Jul.Or.6.189b, Gp.2.35.8, Eun.VSp.456 B.; πρόλογοι διττοὶ φέρονται Arg.E.Rh.; ὁ στίχος οὗτος ἔν τισιν οὐ φέρεται Sch.E. Ph. 377, cf. Sch.Il.8.557.2 of words, φέρεσθαι ἐπί τι to refer to something, A.D.Pron.61.5, Synt.21.14, al.1 before another imper.,φέρε γὰρ σήμαινε A.Pr. 296
(anap.);φέρ' εἰπὲ δή μοι S.Ant. 534
;φ. δή μοι τόδε εἰπέ Pl.Cra. 385b
; soφέρετε.. πειρᾶσθε Hdt.4.127
.2 before [ per.] 1sg. or pl. of subj. used imperatively, φέρε ἀκούσω, φέρε στήσωμεν, Hdt.1.11,97;φ. δὲ νῦν.. φράσω Id.2.14
;φέρ' ἴδω, τί δ' ἥσθην; Ar.Ach.4
;φέρε δὴ κατίδω Id. Pax 361
, cf. 959; φ. δὴ ἴδωμεν, φ. δὴ σκεψώμεθα, Pl.Grg. 455a, Prt. 330b, cf. E.Or. 1281 (lyr.), Ph. 276, etc.: less freq. before 2 pers.,φέρε.. μάθῃς S.Ph. 300
.3 before a rhetorical question,φέρε.. τροπαῖα πῶς ἀναστήσεις; E.Ph. 571
;φ. δὴ νῦν.. τί γαμεῖθ' ἡμᾶς; Ar.Th. 788
(anap.), cf. Ach. 541, Pl.R. 348c; φ. μῶν οὐκ ἀνάγκη .. ; Id.Lg. 805d; φ. πρὸς θεῶν πῶς .. ; Id.Grg. 514d; freq. in phraseφέρε γάρ, φέρε τίς γὰρ οὗτος; Ar.Nu. 218
;φ. γὰρ πρὸς τίνας χρὴ πολεμεῖν; Isoc.4.183
, cf. Antipho 5.36; alsoφ. δή Pl.Grg. 455a
, al.: usu. first in a sentence, butτὴν ἀνδρείαν δὲ φ. τί θῶμεν; Id.Lg. 633c
, etc.5 φέρε c. inf., suppose, grant that..φ. λέγειν τινά Plu.2.98b
; φ. εἰπεῖν let us say, D.Chr.31.93, 163, Porph.Abst.3.3;οἷον φ. εἰ. Iamb. in Nic.p.47
P., al. ( οἷον φέρε alone, Hierocl. in CA11p.439M.).X part. neut. τὸ φέρον, as Subst., destiny, fate, τὸ φ. ἐκ θεοῦ [καλῶς] φέρειν [χρή] ye must bear nobly what heaven bears to you, awards you, S.OC 1693 (lyr., codd., sed secl. καλῶς, χρή); εἰ τὸ φερον σε φέρει, φέρε καὶ φέρου AP 10.73
(Pall.).2 part. φέρων in all genders freq. joined with another Verb:a to express a subsidiary action, φέρων ἔδωκε he brought and gave, Od.22.146; δὸς τῷ ξείνῳ ταῦτα φέρων take this and give it him, 17.345; ἔγχος ἔστησε φέρων brought the spear and placed it, 1.127; σῖτον παρέθηκε φέρουσα ib. 139, al., cf. S.Tr. 622;τοῦτο ἐλθὼν οἴκαδε φέρων τῷ πατρὶ ἔδωκα Pl.Hp.Ma. 282e
, cf. R. 345b; soὁ μὲν Ἐπίχαρμον.. εἰς δέκα τόμους φέρων συνήγαγεν Porph.Plot. 24
; ἑκάστῃ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα φέρων συνεφόρησα ibid., etc.; sts. translatable by with,ᾤχοντο φέροντες τὰ γράμματα Th.7.8
.b intr., in pass. sense, to denote unrestrained action,νῦν σε μάλ' οἴω.. φέροντα.. φιλητεύσειν h.Merc. 159
; φέρουσα ἐνέβαλε νηΐ φιλίῃ she went and rammed, rammed full tilt, Hdt.8.87; ὅταν ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀργύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον down it sinks, D.5.12;τὰ μὲν ἄλλα μέρη τοῦ πολέμου παρῆκαν, φέροντες δὲ παντὶ τῷ στρατεύματι πρὸς αὐτὸν Ἀκράγαντα προσήρεισαν
hurling themselves,Plb.
1.17.8;εἰς τοῦτο φέρων περιέστησε τὰ πράγματα Aeschin.3.82
; ὑπέβαλεν ἑαυτὸν φέρων Θηβαίοις ib.90, cf. 1.175, 3.143,146; in the foll. passages φέρων accompanies a Verb of throwing, giving, entrusting, or dedicating, and expresses wholehearted action, whether wise or unwise; there is always an accus., freq. of the reflex. Pron., governed by the principal Verb (or perh. by φέρων): ἐπεὶ ἐς τοὺς κρατῆρας ἐμαυτὸν φέρων ἐνέβαλον (sc. ὁ Ἐμπεδοκλῆς ) when I went (or took) and threw myself.., Luc.Icar.13, cf. Fug.1, Plu.Comp.Arist. Cat.1, Fab.6, Per.12, Paus.1.30.1, Ael.VH8.14, Frr.10,69, Philostr. VA3.4;τὴν κατασκευὴν.. φέρων ἐδωρήσατο τῇ μητρί D.S.31.27
, cf. Ach.Tat.1.7;σεαυτὸν.. φέρων ἀπημπόληκας Luc.Merc.Cond.24
;τί παθόντες.. τοῖς ἀτέκνοις τῶν γερόντων ἐσποιεῖτε φέροντες αὑτούς; Luc. DMort.6.3
, cf. Ind.19, Laps.22; ταύτῃ (sc. τῇ ὀργῇ)φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν Plu.Them.24
, cf. Per.7; , cf. Luc.6, Pomp.27, Ael.VH6.1, Max.Tyr.1.2;προσέθετο φέρων ἑαυτὸν ἐκείνῳ Eun.VS p.456
B., cf.pp.461,465 B., Dam. ap. Suid. s.v. Σεβηριανός; ἀλλὰ σοὶ μὲν, ὦ θεῶν πάτερ, ἐμαυτὸν φέρων ἀναθήσω Jul.Or.7.231b.3 ἔκκρισις.. ἐκ μικρῶν φέρουσα διαστημάτων occurring at short intervals, Sor.2.45.XI φέρειν, φέρεσθαι are freq. added epexegetically to δίδωμι and similar Verbs,δῶκεν.. τρίποδα φέρειν Il.23.513
, cf. 16.665, 17.131;τεύχεα.. δότω φέρεσθαι 11.798
, cf. Od.21.349, E.Tr. 419, 454(troch.).B [voice] Pass. is used in most of the above senses:—special cases:I to be borne or carried involuntarily, esp. to be borne along by waves or winds, to be swept away, φέρεσθαι ἀνέμοισι, θυέλλῃ, Od.9.82, 10.54, cf. A.Pers. 276 (lyr.), etc.; πᾶν δ' ἦμαρ φερόμην, of Hephaestus falling from Olympus, Il.1.592; ἧκε φέρεσθαι he sent him flying, 21.120; ἧκα πόδας καὶ χεῖρε φέρεσθαι I let go my hands and feet, let them swing free [in the leap], Od.12.442, cf. 19.468; μέγα φέρεται πὰρ σέθεν, of a word uttered, comes with weight, Pi.P.1.87;βίᾳ φέρεται Pl.Phdr. 254a
;πνεῦμα φερόμενον Id.R. 496d
;τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ἀναπνοὰς εἴσω τε καὶ ἔξω φέρεται Gal.16.520
;ῥεῖν καὶ φέρεσθαι Pl.Cra. 411c
;φ. εἰς τὸν Τάρταρον Id.Phd. 114b
; simply, move, go,ποῖ γᾶς φέρομαι; S.OT 1309
(anap.); , cf. E.Hec. 1076 (anap.), etc.; of the excreta,τὰ φερόμενα.. εἰ μὲν αὐτομάτως φέροιτο Philum.
ap. Aët.9.12;πρὸς κοιλίαν φερομένην Aët.4.19
: metaph.,εἰς τὸ λοιδορεῖν φέρῃ E.Andr. 729
;πρὸς τὴν τοῦ κάλλους φύσιν Pl.Phdr. 254b
, cf. X.Mem.2.1.4; ἐπὶ ταὐτὸ φέρονται have the same tendency, Phld.Vit.p.42 J.;ἀπὸ δογμάτων καὶ ἀπὸ θεωρημάτων φ. Vett.Val.238.30
; of veins, to be conveyed, Gal.15.531; also ἡ φερομένη οὐσία (the doctrine of) universal motion, Pl.Tht. 177c; οἱ φερόμενοι θεοί the moving gods, i. e. the stars and planets, Plot.2.3.9.2 freq. in part. with another Verb of motion, φερόμενοι ἐσέπιπτον ἐς τοὺς Αἰγινήτας they fell into their hands with a rush, at full speed, Hdt.8.91;ἀπὸ.. ἐλπίδος ᾠχόμην φερόμενος Pl.Phd. 98b
;ἧκε φερόμενος εἰς τὴν ἑαυτοῦ φύσιν Aeschin.3.89
.3 of voluntary and impulsive motion,ἰθὺς φέρεται μένει Il.20.172
; ὁμόσε τινὶ φέρεσθαι come to blows with him, X.Cyn.10.21;δρόμῳ φ. πρός τινα Id.HG4.8.37
;φυγῇ εἰς ἑαυτοὺς φ. Id.Cyr.1.4.23
;ἥξει ἐπ' ἐκεῖνον τὸν λόγον φερόμενος Lycurg.59
;φερόμενος ὑπ' ὀργῆς D.H.Comp.18
.II metaph., καλῶς, κακῶς φέρεσθαι, of things, schemes, etc., turn out, prosper well or ill, succeed or fail,οὔτ' ἂν.. νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν S.Aj. 1074
;κακῶς φ. τὰ ἑαυτοῦ X.HG3.4.25
;εὖ φέρεται ἡ γεωργία Id.Oec.5.17
; ὀλιγώρως ἔχειν καὶ ἐᾶν ταῦτα φέρεσθαι to neglect things and let them take their course, D.8.67; less freq. of persons, fare well or ill, εὖ φερόμενος ἐν στρατηγίαις being generally successful.., Th.5.16, cf. 15;καλῶς φερόμενος τὸ καθ' ἑαυτόν Id.2.60
;φ. ἐν προτιμήσει παρά τινι D.S.33.5
;χεῖρον φερομένη παρὰ τἀδελφῷ J.AJ16.7.6
; of euphonious writing,σύνθεσις καλῶς φερομένη Phld.Po.5.26
.2 behave, ὑποκριτικῶς, ἀστάτως, etc., Vett.Val.38.20, 197.8, al.C [voice] Med.: for its chief usages, v. supr. A. VI. 3. -
5 κατερείπω
A throw or cast down,Ἴλιον κατερεῖψαι Pi.Pae. 8.33
; κατὰ γάρ μιν ἐρείπει πῦρ Orac. ap. Hdt.7.140;σεισμοὶ κατήρειψαν πολὺ τῆς κατοικίας Str.6.1.6
, cf. Max.Tyr.1.3: metaph., κ. τινά ruin, corrupt him, Plu.Sol.6:—[voice] Pass., fall in ruins, of Troy, E.Hec. 477 (lyr.); [τὸ τεῖχος] κατερήρειπτο Hdn.8.2.4
codd.;κατερηρειμμένα IG 5(1).538.22
([place name] Sparta); κατηριμμένα ib.12(5).1097.11 (Ceos, ii A.D.), 12(3).324.17(Thera, ii A.D.).II intr. in [tense] aor. 2, fall down, fall prostrate, [ὑπὸ ποταμοῦ] ἔργα κατήριπε κάλ' αἰζηῶν Il.5.92
;κ. ἐς μέλαν ὕδωρ Theoc.13.49
: [tense] pf.,τεῖχος μὲν γὰρ δὴ κατερήριπεν Il.14.55
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατερείπω
-
6 ἐλαύνω
ἐλαύνω, Il.12.62, etc.: [dialect] Ion. [tense] impf. ἐλαύνεσκον ([etym.] ἀπ-) Hdt.7.119: [tense] fut. ἐλάσω [ᾰ], part.Aἐλάσοντας X.An.7.7.55
codd., cf.D.H.2.36, ([etym.] ἐξ-) Hp.Loc.Hom.46, Nat.Mul.32 ( ἐλάσσω ([etym.] παρ- ) is f.l. in Il.23.427, and ξυνελάσσομεν is subj. in Od.18.39);ἐλάω A.R.3.411
; [dialect] Att. ἐλῶ, ᾷς, ᾷ, inf. ἐλᾶν, also Hdt.1.207, etc., and so Hom. in the resolved formἐλόω Il.13.315
, Od.7.319: inf. ἐλάαν (though this is also inf. [tense] pres., v. infr.) Il.17.496, Od.5.290: [tense] aor. 1 ἤλᾰσα, [dialect] Ep.ἔλᾰσα Il.5.80
,ἔλασσα 18.564
, [dialect] Ion. [ per.] 3sg.ἐλάσασκεν 2.199
: [tense] pf. ἐλήλᾰκα ([etym.] ἀπ-, ἐξ-) X.Cyr.4.2.10, Ar.Nu. 828: [tense] plpf. ἐληλάκειν ([etym.] ἐξ-) Hdt.5.90:— [voice] Med. (v. infr. 1.2), [tense] fut. ἐλάσομαι ([etym.] παρ-) dub. l. in Arr.An.3.30.3: [tense] aor.ἠλασάμην Il.11.682
, rare in [dialect] Att., as Pl.Grg. 484b; [ per.] 3sg.ἤλσατο Ibyc.55
; [dialect] Ep. ἐλάσαιο, -ασαίατο, -ασσάμενος, Od.20.51, Il.10.537, Od.4.637:—[voice] Pass., [tense] fut. ἐλασθήσομαι ([etym.] ἐξ-) D.H.4.9: [tense] aor. ἠλάθην [ᾰ] E.Heracl. 430, Ar.Ec.4; laterἠλάσθην AP7.278
(Arch.), Sammelb. 997 (iv A.D.), ([etym.] ἐξ-, συν-) Plb.8.24.9, 18.22.6, etc. (in Hdt. the Mss. vary between the two forms,ἐξελαθείς 7.165
,ἀπηλάσθησαν 3.54
): [tense] pf.ἐλήλαμαι Od.7.113
, Hdt.7.84 ([etym.] ἐξ-), etc.;ἐλήλασμαι Hp.Mul. 2.133
, Aen.Tact.31.4 (prob.), ([etym.] ἐξ-) Plb.6.22.4, ([etym.] συν-) A.D.Conj.233.30: [tense] plpf.ἠλήλατο Il.5.400
; poet. alsoἐλήλατο 4.135
; [ per.] 3pl. , also ἐληλέδατ', ἐληλέατ', ἐληλάδατ' vv.ll. in Od.7.86.— The [tense] pres. [full] ἐλάω is rare and mainly Poet., imper.ἔλα Pi.I.5(4).38
, A.Fr. 332, E.HF 819, Fr.779.1 (also non-thematic [ per.] 3pl. ([place name] Cos)): inf.ἐλᾶν Canthar.4
, X.HG2.4.32: inf. ἐλάαν as [dialect] Ep.inf.[tense] pres. is freq. in Hom. (v. infr.1.2): part.ἐλάουσα Emp.4.5
: [tense] impf. [ per.] 3pl.ἔλων Od.4.2
, [ per.] 3sg.ἔλαεν A.R.3.872
;ἀπ-έλα X.Cyr.8.3.32
; but ἀπ-ήλαον in Ar.Lys. 1001 is prob. an error for - ήλα'αν, [dialect] Dor. for - ήλασαν:—radic. sense, drive, set in motion, of driving flocks,εἰς εὐρὺ σπέος ἤλασε μῆλα Od.9.237
;κακοὺς δ' ἐς μέσσον ἔλασσεν Il.4.299
; [tense] aor. [voice] Med. ἠλασάμην in act. sense, 10.537, 11.682: freq. of horses, chariots, ships, drive, ἐλάαν (inf. [tense] pres.)ἅρμα καὶ ἵππους 23.334
;ἐς τὴν ἀγορὴν τὸ ζεῦγος Hdt. 1.59
; ἐ. ἵππον ride it, Id.4.64, al.; κέλητας καὶ ἅρματα ἐ. ride and drive, Id.7.86; ἐ. νῆα row it, Od.12.109, etc.; στρατὸν ἐ. Pi.O.10(11).66, Hdt. 1.176, 4.91, etc.b with acc. omitted, intr., go in a chariot, drive, μάστιξεν δ' ἐλάαν (sc. ἵππους ) he whipped them on, Il.5.366, al., cf. S.El. 734, 739; βῆ δ' ἐλάαν ἐπὶ κύματα he drove on over the waves, Il. 13.27; διὰ νύκτα ἐλάαν travel the night through, Od.15.50; ἐς τὸ ἄστυ ἐ. drive into the city, Hdt.1.60; ἐπὶ ζευγέων ἐ. ib. 199; ride, Id.7.88, X.Eq.Mag.3.9, etc.; ἐλῶν ἐς Θρηΐκην marching.., Hdt.9.89, etc.; row,μάλα σφοδρῶς ἐλάαν Od.12.124
; ἐλαύνοντες rowers, 13.22, etc.c in this intr. sense, it sts. took an acc. loci, γαλήνην ἐλαύνειν to sail the calm sea, i.e. over it, 7.319; so τὰ ἕσπερα νῶτ' ἐ. E.El. 731 (lyr.); also ἐλαύνειν δρόμον run a course, Ar.Nu.28;ὁδόν D.P. 586
.d [voice] Pass., [ νηῦς] ἐλαυνομένη a ship under way, Od.13.155 (butπλοῖα ὑπὸ σκληρῶν ἀνέμων ἐλαυνόμενα Ep.Jac.3.4
); τὰ κατάντη ἐλαύνεσθαι, of horses, to be ridden on steep ground, X.Eq.Mag.8.3.2 drive away, carry off, in Hom. of stolen cattle or horses,βοῶν ἀρίστας Od.12.353
;ἵππους Il.5.236
;ἐ. ὅ τι δύναιντο X.HG4.8.18
:—[voice] Med., Od.4.637, 20.51;ῥύσι' ἐλαυνόμενος Il.11.674
, etc.3 drive away, expel,ἐ. [τινὰ] ἐκ δήμου 6.158
;ἄνδρας ἀπ' Οἰνώνας Pi.N.5.16
: freq. in Trag.,ἐ. τινὰ γῆς E.Med.70
; μύσος, μίασμα ἐ., A.Ch. 967 codd., Eu. 283 ([voice] Pass.), cf. S.OT98; ἄγος ἐ.,= ἀγηλατέω, Th.1.126;ἐ. λῃστάς Ar.Ach. 1188
, etc.:—[voice] Pass.,γῆν πρὸ γῆς ἐλαύνομαι A.Pr. 682
.4 drive (to extremities), persecute, plague, οἵ μιν ἄδην ἐλόωσι.. πολέμοιο who will harass him till he has had enough of war, Il.13.315; ἔτι μέν μίν φημι ἄδην λάαν κακότητος I think I shall persecute him till he has had enough, Od.5.290;θεὸς ἐλαύνει πόλιν S.OT28
;Ἰωνίαν ἤλασεν βίᾳ A.Pers. 771
; ;σὺ δ' ἀπειλεῖς πᾶσιν, ἐλαύνεις πάντας Id.21.135
, cf. 173:—[voice] Pass.,ἐλαυνομένων καὶ ὑβριζομένων Id.18.48
;λύπῃ πᾶς ἐλήλαται κακῇ S.Aj. 275
;κακοῖς πρός τινος E.Andr.31
;ὑπ' ἀνάγκης καὶ οἴστρου Pl.Phdr. 240d
;τὴν ψυχὴν ἐρωτικῇ μανίᾳ Ael.NA14.18
; ἐλαύνεσθαι τὴν γνώμην to be out of one's mind, Philostr.VS2.27.5.5 = βινέω, Ar.Ec.39, Pl. Com.3.4.6 intr. in expressions like ἐς τοσοῦτον ἤλασαν they drove it so far (where πρᾶγμα must be supplied), Hdt.5.50;ἐς πᾶσαν κακότητα Id.2.124
; εἰς κόρον ἐλαύνειν push matters till disgust ensued, Tyrt.11.10; εἰς ἴσον (sc. τισί) Onos.Praef.4: hence, push on, go on,ἐγγὺς μανιῶν E.Heracl. 904
(lyr.); ἔξω τοῦ φρονεῖν Id.*ba. 853; πόρρω ἐ. σοφίας go far in.., Pl.Euthphr.4b, cf. Grg. 486a, X.Cyr.1.6.39.2 strike with a weapon, but never with a missile,τὸν σκήπτρῳ ἐλάσασκεν Il.2.199
;ξίφει ἤλασε κόρσην 5.584
;κόρυθος φάλον ἤλασεν 13.614
; ὀδόντας ἐ. knock out, A.R.2.785: c. dupl. acc., τὸν μὲν.. μεταδρομάδην ἔλασ' ὦμον him he struck on.., Il. 5.80; χθόνα δ' ἤλασε παντὶ μετώπῳ struck earth with his forehead, of a falling man, Od.22.94: c. acc. cogn., inflict a wound,οὐλὴν τήν ποτέ με σῦς ἤλασε 21.219
:—[voice] Pass., c. acc.νῶτον ὄπισθ' αἰχμῇ δουρὸς ἐληλαμένος Tyrt.11.20
;ἐλαύνεται εἰς τὸν μηρόν Luc.Tox.61
.3 strike one thing against another,πρὸς γῆν ἐ. κάρη Od.17.237
; of weapons, drive through,διαπρὸ χαλκὸν ἔλασσε 22.295
; [δόρυ] διὰ στήθεσφιν ἔλασσε Il.5.57
, cf. 20.269;ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν Pi.N.10.70
:—[voice] Pass., go through, Il.4.135, 13.595; to be fixed in, ;διὰ [σφονδύλου] διαμπερὲς ἐληλάσθαι Pl.R. 616e
.III metaph.,1 beat out metal, forge,ἀσπίδα.. ἣν ἄρα χαλκεὺς ἤλασεν Il.12.296
; πέντε πτύχας ἤλασε beat out five plates, 20.270; περὶ δ' ἕρκος ἔλασσε κασσιτέρου make a fence of beaten tin (with a play on signf. 2), 18.564; εὐνὴ Ἡφαίστου χερσὶν ἐληλαμένη χρυσοῦ a bed of beaten gold, Mimn.12.6; σίδηρος λεπτῶς ἐληλ. Plu.Cam.41.2 draw a line of wall, trench, etc.,ἀμφὶ δὲ τάφρον ἤλασαν Il.7.450
;ἀμφὶ δὲ τεῖχος ἔλασσε πόλει Od.6.9
;σταυροὺς δ' ἐκτὸς ἔλασσε 14.11
;τοῖχοι ἐληλέατ' 7.86
; τεῖχος τοὺς ἀγκῶνας ἐς τὸν ποταμὸν ἐλήλαται the wall has its angles carried down to the river, Hdt.1.180, cf. 185, 191; ἐληλαμέναι πέρι πύργον having a wall built round, A.Pers. 872 (lyr.); ὄγμον ἐλαύνειν work one's way down a ridge or swathe in reaping or mowing, Il.11.68;ἐ. αὔλακα Hes. Op. 443
; ἀμπελίδος ὄρχον ἐ. to draw a line of vines, i.e. plant them in line, Ar.Ach. 995: generally, plant, produce,ἐλᾷ τέσσαρας ἀρετὰς αἰών Pi.N.3.74
.3 κολῳὸν ἐλαύνειν prolong, keep up the brawl, Il. 1.575.4ἐξ ὄσσων ἐς γαῖαν ἐ. δάκρυ E.Supp.96
. -
7 καλός
καλός, ή, όν, [dialect] Aeol. [full] κάλος (v. infr.), α, ον, [dialect] Boeot. [full] καλϝός Schwyzer 538 (vi B. C.):—A beautiful, of outward form, freq. of persons,κάλλιστος ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθεν Il.2.673
: in Hom. usu. in the phraseκ. τε μέγας τε Il.21.108
, al.; μέγας καὶ κ. Od.9.513;καλή τε μεγάλη τε 13.289
, 15.418; καλὸς δέμας beautiful of form, 17.307;κ. ἰδέᾳ Pi.O.10
(11). 103;εἶδος κάλλιστος X.Cyr.1.2.1
;κ. τὸ σῶμα Id.Mem.2.6.30
;τὰς ὄψεις Theopomp.Hist.195
; Χορῷ καλή beauteous in the dance, Il. 16.180: c. inf.,καλλίονες καὶ μείζονες εἰσοράασθαι Od.10.396
; ἐσορᾶν κ. Pi.O.8.19: freq. of parts of the body, fair, shapely, κ. πρόσωπα, ὅμματα, παρήϊα, σφυρά, Il.19.285, 23.66, Od.19.208, Il.4.147;Χρώς 5.354
, al.; of clothes, εἵματα, φάρεα, Χιτών, Χλαῖνα, πέδιλα, Od.6.111, 24.277, Il.2.43, Od.10.365, 1.96; ; of arms and armour, κνημῖδες, ἀσπίς, σάκος, κόρυς, φάσγανα, ἔντεα, 3.331, 11.33, 22.314, 18.612, 15.713, Od.19.18; of buildings, manufactured articles, etc.,αὐλὴ κ. τε μεγάλη τε 14.7
; κ. δώματα, τεῖχος, πόλιες, 3.387, Il.21.447, 18.491; ἄμαξα, τράπεζα, θρόνος, 24.267, 11.629, Od.1.131; also τέμενος, ἀγρός, Il.12.314, Od.24.206; so after Hom.,Λύδιον κ. ἔργον Sapph.19
, etc.; ἐέρσα κ. ead.Supp.25.12.2 in [dialect] Att. added to a name in token of love or admiration, as Ἀρίσημος κ. IG12.921, etc.; ἐν τοῖσι τοίχοις ἔγραφ' Ἀθηναῖοι καλοί" Ar. Ach. 144, cf.V.98; Ἀλκιβιάδης ὁ καλός, Σαπφὼ ἡ καλή, Pl.Alc.1.113b, Phdr. 235c.c Καλοί, οἱ, divinities worshipped in childbirth, IG5(1).1445 (Messene, ii B. C.).3 τὸ καλόν beauty, Sapph.79, E.IA21 (anap.), etc.; τὰ καλά the proprieties or elegancies of life, Hdt.1.8, 207;ἁπάντων καλῶν ἄμμορος Pi.O.1.84
;αἱ τέχναι ἃς πηγάς φασι τῶν κ. εἶναι X.Cyr.7.2.13
.II with ref. to use, good, of fine quality,κ. λιμήν Od.6.263
; Βορέῃ ἀνέμῳ.. καλῷ fair, 14.253, 299; κ. ἀργύριον, opp. κίβδηλον, genuine silver, X.Mem.3.1.9; opp. ἀποτετριμμένον, good silver currency, PCair.Zen.21.33 (iii B. C.);ἐλαῖαι PHib. 1.49.12
(iii B. C.);γῆ Ev.Luc.8.15
;κ. οἶνος PFay.133.8
(iv A. D.);στρατόπεδον κάλλιστον Th.5.60
;ἀνταπεδώκατε πονηρὰ ἀντὶ καλῶν LXX Ge. 44.4
;κ. ἐς στρατιάν X.Cyr.3.3.6
; , Grg. 474d, etc.: c. inf.,λόφος κάλλιστος τρέχειν X.An.4.8.26
; ἐν καλῷ [ τόπῳ] in a good place, καθίζεσθαι, ὁρμεῖν, Ar.Th. 292, X.HG2.1.25; ἐν καλῷ μὲν τοῦ κόλπου καὶ τῶν πόλεων, ἐν κ. δὲ τοῦ τὴν Χώραν βλάπτειν, ib.6.2.9; ἐν καλῷ under favourable circumstances, Th.5.59.60; ἐν κ. (sc. Χρόνῳ ) in good time, in season, E.IA 1106; ἐν οὐ κ. Id.Or. 579; ἐν καλῷ [ ἐστι] c. inf., S.El. 384 (so καλόν ἐστι c. inf., Id.Ph. 1155 (lyr.), Ar. Pax 278, Th.8.2);ἐς καλόν S.OT78
, Pl.Men. 89e, Smp. 174e; τί γὰρ ἐμοὶ ζῆν καλόν; what is the good of life to me? Ph.2.594; καλῇ πίστει, = Lat.bona fide, PTeb.418.14 (iii A. D.).2 of sacrifices, auspicious, ; ;ἱερά Th.4.92
;τὸ τέλος κ. τῆς ἐξόδου X.An.5.2.9
;κ. τὰ ἱερὰ ἦν αὐτῷ Id.Cyr.3.2.3
: c. inf.,ἰέναι.. κ. ἡμῖν τὰ ἱερὰ ἦν Id.An.2.2.3
: Com., τὰ τῆς πυγῆς κ. (for τοῦ θεοῦ) Ar. Pax 868.III in a moral sense, beautiful, noble, honourable, in Hom. only in neut.,οὐ καλὸν ἔειπες Od.8.166
, cf. 17.381;μεῖζον κλέος.. καὶ κάλλιον 18.255
; freq. καλόν [ ἐστι] c. inf.,κ. τοι σὺν ἐμοὶ τὸν κήδειν ὅς κ' ἐμὲ κήδῃ Il.9.615
; οὐ γὰρ ἔμοιγε κ. (sc. ἄρχειν) 21.440;οὐ κ. ἀτέμβειν οὐδὲ δίκαιον Od.20.294
; so in Trag.,καλόν μοι τοῦτο ποιούσῃ θανεῖν S.Ant.72
, etc.;μάθετε καλὸν ποιεῖν LXXIs.1.17
: [comp] Comp.,οὐ μέν τοι τόδε κάλλιον οὐδὲ ἔοικε Od.7.159
, cf. Il.24.52; after Hom. freq. of actions, etc.,κάλων κἄσλων Sapph.Supp.2.4
(unless of persons here); κ. ἔργματα noble deeds, Pi.I.4(3).42, cf. S.Fr. 839, etc.; ἀναστροφὴ κ. 1 Ep.Pet.2.12: in pl., excellences,πλῆθος καλῶν Pi.O.13.45
; ; τὰ τοῦ παιδὸς κ. X.Smp.8.17.2 τὸ κ. moral beauty, virtue, honour, opp. τὸ αἰσχρόν, Id.Mem.1.1.16, cf. Pl.Smp. 183d, etc.;ὅττι καλόν, φίλον ἐστί, τὸ δ' οὐ καλὸν οὐ φίλον ἐστίν Thgn.17
, cf. E.Ba. 881 (lyr.), Pl. Ly. 216c;οὐ ταὐτὸν ἡγῇ σύ, ὡς ἔοικας, κ. τε καὶ ἀγαθὸν καὶ κακὸν καὶ αἰσχρόν Id.Grg. 474d
, cf. Smp. 201e; τοὐμὸν κ. E.Supp. 300.3 of persons, in early writers coupled with ἀγαθός, v. καλοκἀγαθός; laterκ. ποιμήν Ev.Jo.10.11
;κ. στρατιώτης
2 Ep.Tim.2.3
.IV in [dialect] Att. and Trag. freq. ironically, fine, specious, γέρας κ. A.Eu. 209;κ. γὰρ οὑμὸς βίοτος ὥστε θαυμάσαι S.El. 393
, cf. E.Ba. 652;κ. Χάρις D.9.65
;κ. ὕβριν ὑβρισμένοι Id.23.121
;καί σοι.. θωπεῦσαι καλόν S.OC 1003
;μετ' ὀνομάτων καλῶν Th.5.89
.B Degrees of [comp] Comp.: [comp] Comp. καλλίων, ον, Il.24.52, Od.10.396, etc.: neut. κάλιον [pron. full] [ᾰ] Alc.134: [comp] Sup. κάλλιστος, η, ον, Il.20.233, etc.; late καλλιώτερος or - ότερος, POxy.1672.6 (i A. D.), Sch.E. Tr. 966; alsoκαλώτερος Hdn.Epim.69
.C Adv.:—Poets freq. use neut. καλόν as Adv.,κ. ἀείδειν Il.18.570
, Od.1.155;καλά Il.6.326
; later τὸ κ. Theoc.3.3, 18, Call.Epigr.53, Herod.1.54.II regul. Adv. [full] καλῶς ([dialect] Dor. [full] καλώς Sophr.22), well, rightly,οὐδ' ἔτι κ. οἶκος ἐμὸς διόλωλε Od.2.64
; κ. ζῆν, τεθνηκέναι, etc., S.Aj. 479, etc.; κ. φρονεῖν to be in one's right mind, Id.Fr. 836;οὐ κ. ταρβεῖς Id.Tr. 457
; κ. ἀγωνιεῖσθαι fairly, on the merits of the case, Lys.13.88; Χρήματα δατῆθθαι κ. Leg.Gort.4.39;κ. εἰρημένα S.Fr. 576.6
;κάλλιον λέγεις Pl.Tht. 161b
;κάλλιστ' ἂν εἴποι S.OT 1172
: freq. in phrase καλῶς καὶ εὖ, καλῶς τε καὶ εὖ, Pl.Prt. 319e, Prm. 128b, etc.2 of good fortune, well, happily, κ. πράσσειν, = εὖ π., A.Pr. 979, S.Ant. 271;κ. καὶ εὖ πράττειν Pl.Chrm. 172a
; κ. ἔχειν to be well, A.Th. 799, etc.;κ. ἔχει σοι Ar.Ach. 946
, cf. S.El. 816; κ. ἔχει c. inf., 'tis well to.., X.Mem.3.11.1: c. gen., κ. ἔχειν τινός to be well off in respect to a thing, Hp.Superf.29;κ. παράπλου κεῖσθαι Th.1.36
;εἰ κ. σφίσιν ἔχοι Id.4.117
;οὔτε τοῖς θεοῖς ἔφη κ. ἔχειν, εἰ.. X.Mem.1.3.3
;καλλιόνως ἔχει Pl.Tht. 169e
, etc.;κάλλιστα ἕζει Id.Hp.Ma. 295b
.3 καλῶς, = πάνυ, thoroughly, altogether,τὸν κ. εὐδαίμονα A.Fr. 317
, = S. Fr. 934;κ. ἔξοιδα Id.OC 269
, cf. OT 1008;κ. ὑπὸ τοῦ πυρὸς διεφθάρθαι D.S.13.108
: [comp] Comp.,κάλλιον εἰδέναι Pl.Hp.Ma. 300d
; κάλλιον ἐοικέναι to be just like , Hp.Genit.8.5 κ. ποιῶν rightly, deservedly,κ. ποιῶν ἀπόλλυται Ar.Pl. 863
, cf. D.1.28, al., Aeschin.3.232; in requests, κ. ποιήσεις πριάμενος, etc., PPetr.3p.143 (iii B. C.), etc.; also c. inf.,κ. π. γράψαι BGU1203.7
(i B. C.), etc.6 in answers, to approve the words of the former speaker, well said! E.Or. 1216, D.39.15; also, to decline an offer courteously, no, thank you! Ar.Ra. 888;κ. ἔχει Antiph.165
, Men.Pk. 266; πάνυ κ. Ar.Ra. 512; ἀμέλει κ. ib. 532: [comp] Sup., κάλλιστ', ἐπαινῶ ib. 508;ἔχει κάλλιστα Theoc.15.3
.8 κ. ὁ ἱερεύς hurrah for the priest! SIG1109.14 (Athens, ii A. D.).9 repeated with the Adj.,καλὴ καλῶς Ar.Ach. 253
, Pax 1330, Ec. 730;καλὸς κάλλιστά τε ῥέξαις Pi.O.9.94
.10 [comp] Comp.καλλιόνως Pl.Tht.
l.c., Lg. 660d: [comp] Sup.καλλίστως PMag.Par.1.2443
,2465, Sch.E.Hec. 310.D for compds., v. καλλι-, καλο-.E Quantity: [pron. full] ᾱ in [dialect] Ep. and early Iamb. Poets (exc. h.Ven.29, Hes.Op.63, Th. 585): [pron. full] ᾰ in Lyr. (exc.κᾱλῶς B.12.206
) and Trag. (A. Fr. 314, S.Ph. 1381 are corrupt).--In Eleg., Epigr., and Bucol. Poets [pron. full] ᾰ or [pron. full] ᾱ (the latter usu. in thesi);τὰ μὴ κᾰλὰ κᾱλὰ πέφανται Theoc.6.19
, cf. Herod.7.115, Call.Jov.55.--In [comp] Comp., [pron. full] ῐ in Hom., [pron. full] ῑ in Trag. and later. -
8 κλίνω
Aκλῐνῶ Lyc.557
, ( ἐγκατα-) Ar.Pl. 621: [tense] aor. 1ἔκλῑνα Il.5.37
, etc.: [tense] pf.κέκλῐκα Plb.30.13.2
:—[voice] Med., [tense] aor.ἐκλινάμην Od.17.340
, etc.:—[voice] Pass., [tense] fut. κλῐθήσομαι συγ-) E.Alc. 1090, ( κατα-) D.S.8 Fr.19: [tense] fut. 2κατα-κλῐνήσομαι Ar.Eq.98
, Pl.Smp. 222e, also κεκλίσομαι dub. in A.D.Pron.22.7: [tense] aor. 1 ἐκλίθην [ῐ] Od.19.470, S.Tr. 101 (lyr.), 1226, E.Hipp. 211 (anap.), freq. in Prose; poet. also ἐκλίνθην, v. infr. 11.1,2,3: [tense] aor. 2 ἐκλίνην [ῐ] only in compds.,κατακλῐνῆναι Ar.V. 1208
, 1211, X.Cyr.5.2.15, etc.;ξυγκατακλῐνείς Ar.Ach. 981
: [tense] pf. κέκλῐμαι (v. infr.); inf.κεκλίσθαι A.D.Synt.325.3
, but κεκλίνθαι v.l. ib.47.1. ( κλῐ-ν-ψω, for. root κλῐ: κλει-, cf. κλειτύς; Skt. śráyati 'cause to lean', 'support', Lat.clinare, clivus.):—cause to lean, make to slope or slant, ἐπὴν κλίνῃσι τάλαντα Ζεύς when he inclines or turns the scale, Il.19.223; Τρῶας δ' ἔκλιναν Δαναοί made them give way, 5.37, cf. Od.9.59;ἐπεί ῥ' ἔκλινε μάχην Il.14.510
;ἔκλινε γὰρ κέρας.. ἡμῶν E.Supp. 704
; alsoἐκ πυθμένων ἔκλινε.. κλῇθρα S.OT 1262
:— [voice] Med., Περσῶν κλινάμενοι [δύναμιν] IG12.763.2 make one thing slope against another, i.e. lean, rest it,τι πρός τι Il.23.171
, cf. 510; : c.dat., ἔστησαν σάκε' ὤμοισι κλίναντες, i.e. raising their shields so that the upper rim rested on their shoulders, 11.593.3 turn aside, (lyr.); ὄσσε πάλιν κλίνασα having turned back her eyes, Il.3.427; τὰς ἐκ τῶν ἀριστερῶν [φλέβας] ἐπὶ τὰ δεξιὰ κ. turn to.., Pl.Ti. 77e.4 make another recline, ἐν κλίνῃ κλῖναί τινας make them lie down at table, Hdt.9.16;κλῖνόν μ' ἐς εὐνήν E. Or. 227
;κλίνατ', οὐ σθένω ποσίν Id.Alc. 267
(lyr.): metaph., ἡμέρα κλίνει τε κἀνάγει πάλιν ἅπαντα τἀνθρώπεια puts to rest, lays low, S. Aj. 131.5 in Magic, make subservient,ψυχήν PMag.Par.1.1718
.II [voice] Pass., lean, ; ὁ δ' ἐκλίνθη, καὶ ἀλεύατο κῆρα μέλαιναν he bent aside, 7.254; of a brasen foot-pan, ἂψ δ' ἑτέρωσ' ἐκλίθη it was tipped over, Od.19.470; of battle, turn,ἐκλίνθη δὲ μάχη Hes.Th. 711
; of a body in equilibrium,οὐδαμόσε κλιθῆναι Pl.Phd. 109a
, cf. Archim. Fluit.1.8,al.2 lean, stay oneself upon or against a thing, c. dat.,ἀσπίσι κεκλιμένοι Il.3.135
; κίονι, κλισμῷ κεκλιμένη, Od.6.307, 17.97;ἠέρι δ' ἔγχος ἐκέκλιτο καὶ ταχἔ ἵππω Il.5.356
(s.v.l.);ἐν δορὶ κεκλιμένος Archil.2
(also in [voice] Med.,κλινάμενος σταθμῷ Od.17.340
);κεκλιμένοι καλῇσιν ἐπάλξεσιν Il.22.3
;πρὸς τοῖχον ἐκλίνθησαν Archil.34
;ξύλα ἐς ἄλληλα κεκλιμένα Hdt.4.73
; ὅταν τύχωσι (sc. αἱ ἄτομοἰ τῇ περιπλοκῇ κεκλιμέναι when they chance to be propped (i.e. checked) by the interlacing with others, Epicur.Ep.1p.8U.3 lie down, fall,ἐν νεκύεσσι κλινθήτην Il.10.350
, etc.; παραὶ λεχέεσσι κλιθῆναι lie beside her on the bed, Od.18.213, cf. S.Tr. 1226: in [tense] pf., to be laid, lie,ἔντεα.. παρ' αὐτοῖσι χθονὶ κέκλιτο Il.10.472
; φύλλων κεκλιμένων of fallen leaves, Od.11.194 ( φύλλα κεκλ. in Thphr.HP3.9.2, slanting leaves);Ληθαίῳ κεκλιμένη πεδίῳ Thgn.1216
; Ἀλφεοῦ πόρῳ κλιθείς laid by Alpheus' stream, Pi.O.1.92; ἐπὶ γόνυ κέκλιται has fallen on her knee, i.e.is humbled, A.Pers. 931 (lyr.);ὑπτία κλίνομαι S.Ant. 1188
;τὸ μὲν πρῶτον ἐρρήγνυτο τὸ τεῖχος, ἔπειτα δὲ καὶ ἐκλίνετο X.HG5.2.5
;οὐ νούσῳ.. οὐδ' ὑπὸ δυσμενέων δούρατι κεκλίμεθα AP7.493
(Antip. Thess.), cf. 315 (Zenod. or Rhian.), 488 (Mnasalc.), Epic.Oxy.214r.3.4 recline at meals,κλιθέντες ἐδαίνυντο Hdt.1.211
, cf. E.Cyc. 543, SIG 1023.48 (Cos, iii/ii B.C.); κλίθητι καὶ πίωμεν cj. in Com.Adesp.1203, cf. E.Fr. 691.5 of Places, lie sloping towards the sea, etc., lie near,ἁλὶ κεκλιμένη Od.13.235
; [νῆσοι] αἵ θ' ἁλὶ κεκλίαται ([dialect] Ep. for κέκλινται) 4.608: hence, of persons, lie on, live on or by, [Ὀρέσβιος] λίμνῃ κεκλιμένος Κηφισίδι Il.5.709
; , cf. 15.740; (lyr.); πλευρὰ πρὸς ἀνατολὰς κεκλιμένη, τὸ εἰς τὰς ἄρκτους κ., Plb.2.14.4, 1.42.5; Eiii 37 (Delph., ii B.C.).6 metaph., τῷδε μέλει κλιθείς having devoted himself to.., Pi.N.4.15 (also in [voice] Act., incline towards,τῶν πραγμάτων ἐπὶ Ῥωμαίους κεκλικότων Plb. 30.13.2
).III [voice] Med., decline, wane, καὶ κλίνεται (sc. τὸ ἦμαρ) S.Fr.255.6.IV intr. in [voice] Act., κ. πρὸς τὸ ξανθὸν χρῶμα incline towards.., Arist.Phgn. 812b3; κλίνοντος ὑπὸ ζόφον ἠελίοιο as the sun was declining, A.R.1.452; ἅμα τῷ κλῖναι τὸ τρίτον μέρος τῆς νυκτός as it came to an end, Plb.3.93.7;ἡ ἡμέρα ἤρξατο κλίνειν Ev.Luc.9.12
;ἡ πόλις ἐπὶ τὸ χεῖρον ἔκλινεν X.Mem.3.5.13
;τὸ κλῖνον ἀναλήμψεσθαι PFay.20.14
(iii/iv A.D.). -
9 τρέω
A , [ per.] 2 dual τρεέτην ib. 171: [tense] aor.ἔτρεσα Il.11.745
, [dialect] Ep.τρέσσα 17.603
: later [dialect] Ep. [tense] pres. [full] τρείω Opp.C.1.417, ([etym.] ὑπο- ) Timo 58.4:—this Verb is never contracted, except when the contraction is into ει:— flee from fear, flee away (Aristarch. held this to be the usual meaning in Homer),τρεῖν μ' οὐκ ἐᾷ Παλλάς Il.5.256
;μήτε.. τρέε μήτε τι τάρβει 21.288
;τρέσσε δὲ παπτήνας 11.546
, 17.603; τρεῖτ' ἄσπετον ib. 332: the sense of fleeing is most apparent in the phrasesἔτρεσαν ἄλλυδις ἄλλος 11.745
,τρέσσαν δ' ἄλλυδις ἄλλη Od.6.138
,τ. τεῖχος ὕπο Il.22.143
; ;μὴ τρέσητε A.Supp. 711
; μὴ τρέσας without fear, Id.Th. 436;οὐδὲν τρέσας Pl.Phd. 117b
; but,2 τρέσας (cf.ἀνδρῶν τρεσσάντων Il.14.522
, Tyrt.11.14) was a technical term at Sparta, and sts. used where we might say runaway, coward,ὁ τρέσας Ἀριστόδημος Hdt.7.231
, cf. Tyrt.l.c., AP7.230 (Eryc.);οἱ ἐν τῇ μάχῃ καταδειλιάσαντες, οὓς αὐτοὶ τρέσαντας ὀνομάζουσι Plu.Ages.30
, cf. Lyc. 21, 2.191c, etc.:—and later a real Subst. was used in Com., [full] τρεσᾶς, τρεσᾶ, acc. τρεσᾶν, Eust.772.12, cf. Gramm. ap. Gaisford Choeroboscus1p.43.3 in Argive Prose, like [dialect] Att. φεύγω, to be banished,τρἐτο ¯ καὶ δαμευέσσθο ¯ IG4.554
(vi/v B. C.).II trans., fear, dread, be afraid of, c. acc., Il.11.554, Pi.Pae.4.40, A.Th. 397, Ag. 549, al., S. Ant. 1042, E.Ph. 1077;ἄρκτον.. οὐκ ἔτρεσεν X.An.1.9.6
:—so also c. gen., κελάδοιο, δηϊοτῆτος, Hes.Th. 850: τ. μὴ .. A.Th. 790 (lyr.).— Rare in Prose. (Cf. Skt. trásati 'to be terrified', Gr. ἄτρεστος.) -
10 ἐξαίρω
ἐξαίρω, [dialect] Ep. [full] ἐξᾰείρω Hom. (v. infr.), also in [dialect] Ion. Prose, Hp.Fract. 21, cf. ἀείρω, αἴρω: [tense] aor.1A , etc.:—lift up, lift off the earth,ἐκ μὲν ἄμαξαν ἄειραν Il.24.266
;ἐκ δὲ κτήματ' ἄειραν Od.13.120
(elsewh. Hom. uses only [voice] Med., v. infr.);ἐξάρας [αὐτὸν] παίει ἐς τὴν γῆν Hdt.9.107
; ἐ. χεῖρας in prayer, Plb.3.62.8;κοῦφον ἐξάρας πόδα S.Ant. 224
; βάθρων ἐκ τῶνδέ μ' ἐξάραντες having bidden me rise (from suppliant posture), Id.OC 264, cf. Tr. 1193; τίς σ' ἐξῆρεν οἴκοθεν στόλος; made thee start, Id.OC 358;ἡδοναῖς ἄμοχθον ἐ. βίον Id.Tr. 147
; ἐ. θώρακα take it out (of its case), Ar.Ach. 1133; :—[voice] Pass., ib.22.6.b seemingly intr., rise from the ground, of a bird, D.S.2.50;ἐ. τῷ στρατεύματι
start,Plb.
2.23.4, cf. LXXNu.2.9.2 raise in dignity, exalt, magnify, Κλεισθένης [τὴν οἰκίην] ἐξῆρε (v.l. -ήγειρε) Hdt.6.126;ἐξάρας με ὑψοῦ καὶ τὴν πάτρην Id.9.79
; ἄνω τὸ πρᾶγμα ἐ. exaggerate it, Aeschin.2.10;ἐπὶ μεῖζον ἐ. τὰ γενόμενα D.H.8.4
;ὑψηλὸν ἐ. αὑτὸν ἐπί τινι Pl.R. 494d
;ἐ. ὑπόθεσιν Procl.in Prm.p.522S.
; Rhet., treat in elevated style, Hermog.Id.2.3;τὸν τῆς ἑρμηνείας τύπον ἐ. παρὰ τὸ εἰωθός Procl.in Prm.p.484S.
;ἐπιστολαὶ μικρὸν ἐξηρμέναι Demetr.Eloc. 234
; of music,ἐξηρμένον καὶ τεθαρρηκός Heraclid.Pont.
ap. Ath.14.624d.3 arouse, stir up,θυμὸν ἐς ἀμπλακίην Thgn.630
; ; ἐ. σε θανεῖν excites thy wish to die, E.Hipp. 322;ἐ. φρένα λακεῖν Id.Alc. 346
;ἐ. χάριν χορείας Ar.Th. 981
.5 remove,ἔπιπλα PLond.1.177.21
(i A. D.); make away with, get rid of,ἐξάρατε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν 1 Ep.Cor.5.13
:—[voice] Pass., to be carried away, of a dam, PRyl.133.19 (i A. D.).II [voice] Med. (Hom. only in [ per.] 3sg. [tense] aor. ἐξήρατο), carry off for oneself, earn,δοιοὺς μισθούς Od.10.84
; ; ἐξάρατο ἕδνον won it as a dower, Pi.O.9.10;θοῶν ἐξήρατ' ἀγώνων.. κειμήλια Theoc.24.122
. (In Hom. ἐξήρατο may have displaced ἐξήρετο, [tense] aor. of ἐξάρνυμαι, v. ἀείρω.)2 ἐξαίρεσθαι νόσον take a disease on oneself, catch it, S.Tr. 491.III [voice] Pass., to be raised, [τὸ τεῖχος] ἐξῄρετο διπλήσιον τοῦ ἀρχαίου Hdt.6.133
; rise up, rise,ἐξαιρόμενον νέφος οἰμωγῆς E.Med. 106
;φλόξ Plb.14.5.1
;κονιορτός Id.3.65.4
.2 swell, dub. in Hp. VC15; ἐξαειρόμενα (- εύμενα codd.) ὑπὸ τῆς πιέξιος swellings caused by compression, Id.Fract.21.4 ἐξηρμένος prob. f.l. in Plb.4.4.5. -
11 ἀνήρ
ᾰνήρ (ἀνήρ, ἀνδρός, ἀνδρί, ἄνδρα; ἄνδρες, ἀνδρῶν, ἄνδρεσσι, ἀνδράσι(ν): ἆνέρι, ἆνέρα; ἆνέρες, ἆνέρων)1 man1 man in his prime.aπαίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17
ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ —διφρηλασίας O. 3.37
“ φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ” O. 4.26ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον (τῷ τε Ἁγησίᾳ καὶ τοῖς τούτου προγόνοις. Σ.) O. 6.86ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν O. 7.8
τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν, παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88
νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23
ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον (Hermann: ἀνδράσι codd.) P. 2.65 “ ἀνδρὸς αἰδοίου” P. 4.29δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107
ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα (i. e. husband) P. 9.118Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6
κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.33
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.49
νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις N. 9.12
ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18
ἐντί τοι φίλιπποί τ' αὐτόθι ἄνδρες N. 9.33
ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας N. 9.38
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.9
τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17
ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50
θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου I. 6.1
περικτίονας ἐνίκασε ἄνδρας I. 8.65
κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν fr. 29. 2.ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι Pae. 2.37
χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57
ψοφὸν ἀιὼν Κασταλίας ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον Pae. 6.9
Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3. ( ψυχὰς) ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 5. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135. νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες (fort. non omnia haec sunt Pindari, nott. Wil.) fr. 210. νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.ὦ Συράκοσαι, ἀνδρῶν ἵππων τε σιδαροχαρμᾶν δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικὸς Παρθ. 2. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι (oxymoron intell. Schr.) fr. 203. 1.b specifically, men or heroes τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ Hagesias O. 6.18 ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος Iamidai O. 6.24 εὐθυμάχαν πελώριον ἄνδρα Diagoras O. 7.15 τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε Diagoras O. 7.89 ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν Epharmostos O. 9.13 ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι Opous O. 9.65 ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν Hieron P. 1.42 ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον Ixion P. 2.29 ἄιδρις ἀνήρ (Ixion = ἥρως v. 31) P. 2.37 σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν Arkesilas P. 4.1 ἀνὴρ ἔκπαγλος Jason P. 4.79 ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ Jason P. 4.132 γόνον ἰδὼν κάλλιστον ἀνδρῶν Jason P. 4.123 δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες Euphamos and Periklymenos P. 4.173Ζήταν Κάλαίν τε ἄνδρας πτεροῖσιν νῶτα πεφρίκοντας P. 4.182
βιατὰς ἀνὴρ Jason P. 4.236 καρτερὸν ἄνδρα Jason P. 4.239 ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί Arkesilas P. 5.107 ὁ θεῖος ἀνὴρ Antilochos P. 6.38Τελεσικράτη γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας P. 9.4
ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον Hyperboreans P. 10.46 ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο Perseus P. 12.18 ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου Chromios N. 1.20 καὶ ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον Timodemos N. 2.3 καί τις ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν Peleus and Telamon N. 5.15 φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον Thearion? N. 7.62 ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν Aristagoras N. 11.11 τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν Herodotos I. 1.34 εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων Xenokrates I. 2.17 ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας Herakles v. Fraenkel on Agam. 719. I. 4.53 λευκωθεὶς κάρα μύρτοῖς ὅδ' ἀνὴρ Melissos I. 4.70 κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου ἐφετμαῖς Lampon I. 6.18 “ λίσσομαι παῖδα θρασύν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” Telamon I. 6.46 φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν Lampon ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72 “ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ” Paris. Πα. 8A. 19. ] τῶνδ' ἀνδρῶν ἕνεκεν μερίμνας σώφρονος Aioladas and Pagondas. Παρθ. 2.. Πολυμνάστου Κολοφωνίου ἀνδρός fr. 188.2 generally = ἄνθρωπος.aῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν κυλίνδοντ' ἐλπίδες O. 12.5
ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( ἀνδρῶν cum τινα Σ: “ ἀνδρῶν γιγάντων intellego” Schr.: v. Radt, Mnem., 1966, 169f.) N. 1.65 ( ἄρουραι) βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν (Hermann: ἄνδρεσσιν codd.) N. 6.10παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.29
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24
ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38
“ χρήματα χρήματ' ἀνήρ” I. 2.11εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1
ἀνδρῶν δ' ἀρετὰν σύμφυτον οὐ κατελέγχει (i. e. τῶν προγόνων) I. 3.13 οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀν-δρῶν I. 5.57
δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14
τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες, ὅστις Πα. 7B. 18.ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν Pae. 9.4
ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος Pae. 9.20
ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν (v. l. ἀνθρώπων) fr. 213. 3. σφετέραν δ' αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3.b contrasted with the godsἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35
εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.54
εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64
προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος O. 1.66
τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον' ἄνδρες ἐγένοντ O. 9.28
τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν O. 9.110
cf. O. 10.22, O. 11.10τάμἰ ἀνδράσι πλούτου O. 13.7
πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι O. 13.16
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
( Χίρωνα)νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ” P. 4.21 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής sc. Battos P. 5.94Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.123
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται· δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76
θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον ἀνδράσι χάρμα φίλοις P. 9.64
θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς P. 10.22
ἀθάνατων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ P. 12.4
κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9
ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1
μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι).καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54
κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11
ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον (< θεῷ> supp. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 5.3 generally, a man, anyone ὁ μὰνπλοῦτος ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος O. 2.56
αὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93
τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26
κεῖνος ἂν εἴποι τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63
Ἀίδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξαις ἀνήρ O. 8.73
θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ποτὶ πελώριον ὁρμάσαι κλέος ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21
ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93
ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἀμφοτέροισι δ' ἀνὴρ ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.99
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56
οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν P. 7.20
οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30
φθονερὰ δ' ἄλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει N. 4.39
ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42
εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87
κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν I. 8.15
καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ φ[ ]στέρξαι Pae. 4.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; fr. 61. 2. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 2.4 where the accompanying adj. or subs. bears the emphasis.a c. subs.ἄνδρας ὀλέσαις μναστῆρας O. 1.79
μάτρωες ἄνδρες O. 6.77
μάντιες ἄνδρες O. 8.2
ἁγητὴρ ἀνὴρ P. 1.69
ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ P. 1.91
ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51
cf. P. 9.118b c. adj.οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μαργῶν ὑπ' ἀνδρῶν O. 2.96
Αἰτωλὸς ἀνὴρ O. 3.12
τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ O. 6.7
ἀνδρῶν Ἀρκάδων O. 6.34
ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν O. 7.72
ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι P. 1.33
πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων P. 1.80
ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν P. 1.93
εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86
ἐσλοῖσι ἀνδράσιν P. 3.66
Λακεδαι-μονίων ἀνδρῶν P. 4.257
βροτήσιος ἀνὴρ P. 5.3
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν P. 12.22
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων N. 3.41
Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ' ἀνὴρ N. 7.64
χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν N. 8.42
καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν N. 10.42
κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45
τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34
καὶ κρέσσον' ἀνδρῶν χειρόνων ἔσφαλε τέχνα καταμάρψαισ I. 4.34
[ἀνδ]ρὶ σοφῷ (supp. Lobel.) Πα. 1. 3. ἀνδρῶν δικαίων fr. 159. κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν fr. 212.c c.τις, ἄλλος τις. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31
εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7
ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13
κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87
5 frag. ]φυγον ἄνδρα[ Pae. 12.22
]ἔτι δ' ἄνδρ[ Pae. 21.21
κἀ]νδρῶν (supp. Snell.) Δ. 4. e. 4. ] ἀλαον ἀνδρὸς λ[ fr. 173. 3. -
12 δίκα
δῐκᾱ (δίκα, -ας, -ᾳ, -αν; -ας.)1 justicea sing., right, (sense of) justiceκόρος, οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96
“ κέρδος αἰνῆσαι πρὸ δίκας δόλιον” P. 4.140ἕπεται δὲ λόγῳ δίκας ἄωτος, ἐσλὸν αἰνεῖν N. 3.29
δέξαιτο δ' Αἰακιδᾶν ἠύπυργον ἕδος, δίκᾳ ξεναρκέι κοινὸν φέγγος i. e. shining with hospitable justice for all N. 4.12εὐώνυμον ἐς δίκαν τρία ἔπεα διαρκέσει N. 7.48
κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε φρενῶν καρπὸν εὐθείᾳ συνάρμοξεν δίκᾳ N. 10.12
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5
ἀλλὰ δίκας ὁδοὺς πι[στ]ὰς ἐφίλη[ς.]ν. Παρθ. 2.. πότερον δίκᾳ τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν fr. 213. 1. ἐν, σὺν, παρὰ δίκ. pro adv.,ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell.) O. 6.12σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14
κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ καλὰ ῥέζοντ' ἔννεπεν P. 9.96
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14
ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ πικροτάτα μένει τελευτά I. 7.48
b pl. decisions, judgements of right “ ἱππόταις εὔθυνε λαοῖς δίκας” P. 4.153 ( Αἰακὸς)ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.24
2 manner, way νῦν γε μὰν τὰν Φιλοκτήταο δίκαν ἐφέπων ἐστρατεύθη (sc. Ἱέρων) P. 1.50 ἄλλα δ' ἄλλοισιν νόμιμα, σφετέραν δ αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3. acc. pro prep. c. gen.,ποτὶ δἐχθρὸν λύκοιο δίκαν ὑποθεύσομαι P. 2.84
3 pro pers., JusticeΔαμάγητον ἁδόντα Δίκᾳ O. 7.17
Εὐνομία κασιγνήτα τε βαθρὸν πολίων ἀσφαλὲς Δίκα καὶ Εἰρήνα O. 13.7
φιλόφρον Ἡσυχία, Δίκας ὦ μεγιστόπολι θύγατερ P. 8.1
κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε P. 8.71
-
13 ἔχω
ἔχω (ἔχω, -εις, -ει, -ομεν, -οντι; ἔχω, -ῃ; ἔχων, -οντ(α), -οντες; -οισα, -οίσας; ἔχειν: impf. εἶχε, ἔχε(ν), ἔχον: fut. [ ἕξω codd.], σχήσει codd., ἕξει; σχήσοι: aor. ἔσχε(ν), ἔσχετ[ε], ἔσχον; ἔσχεθε, σχέθον; σχέθοι; σχεθών; σχεῖν, σχεθέμεν: med. impf. εἴχετ(ο): aor. pro pass. σχόμεναι.)1 have, hold.1 generally,a have, possess, have in keeping ( Πέλοψ)τύμβον ἀμφίπολον ἔχων O. 1.93
ὅθεν σπέρματος ἔχοντα ῥίζαν πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου (Aristarchus: ἔχοντι codd.) O. 2.46 εἰ δέ μιν (= ὄλβον)ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον O. 2.56
Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77
καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
ἀπάτερθε δ' ἔχον διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι πατρωίαν ἀστέων μοίρας O. 7.74
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.46
Ἡσυχία βουλᾶν τε καὶ πολέμων ἔχοισα κλαῗδας ὑπερτάτας P. 8.4
Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας P. 8.78
οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν N. 1.31
ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν N. 7.100
εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους N. 11.13
πάντ' ἔχεις, εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτο καλῶν I. 5.14
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει περὶ κείνων κελαδέσαι I. 5.47
“μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.48
ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9. as epexeg. inf.,ἑτοῖμον ἀνεφρόντισεν γάμον Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.120
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν, ὠνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.22
b hold (in one's grip)ἔμπα, καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ N. 4.36
σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς (Elmsley: σχέθων codd.: ἐνδεξιωσάμενος πατέρα interpr. Schr.) P. 6.19c support ἂν δ' ἐπικράνοις σχέθον πέτραν ἀδαμαντοπέδιλοι κίονες fr. 33d. 7.2a rule overὦ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6
Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει μοιράν τ' ἀέθλων O. 6.79
ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
ἀτὰρ Αἴας Σαλαμῖν' ἔχει πατρῴαν N. 4.48
b dwell inπόλιν· ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι P. 5.82
“ ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλας ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων;” P. 9.343a contain, preserveτό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον P. 5.39
b enfoldἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν P. 4.79
4 = κατέχω.a restrain, checkτὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος ( ἔσχε coni. Schr.) fr. 232.b hold back, prevent c. inf.ἐλπίδες δ' ὀκνηρότεραι γονέων παιδὸς βίαν ἔσχον ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
c prevent c. part.ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν, κρανίοις ὄφρα ξένων ναὸν Ποσειδάωνος ἐρέφοντα σχέθοι I. 4.54
5 = παρέχω.a provideἐν Μεγάροισίν τ' οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.87
ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.79
ἴστε μὰν Αἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν περὶ ᾧ φασγάνῳ μομφὰν ἔχει παίδεσσιν Ἑλλάνων (v. μομφά; cf. fr. 359) I. 4.36b keep c. dupl. acc., pr. adj., simm.Μοῖῤ, ἅ τε πατρώιον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36
ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
οὐδ' Ἀίδας ἀκινήταν ἔχε ῥάβδον O. 9.33
καλὰ γινώσκοντ' ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.289
cf.ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός O. 6.8
ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί ( keeps this as a revered honour v. ὀφθαλμός) P. 5.17 in tmesis, ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψυχάν (v. ἀπέχω) O. 2.696a of non physical things, have, enjoyὁ νικῶν ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν O. 1.98
θεὸς τεαῖσι μήδεται ἔχων τοῦτο κᾶδος, Ἱέρων, μερίμναισιν O. 1.107
δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82
Πυθοῖ τ' ἔχει σταδίου τιμὰν O. 13.37
Χίρωνα νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
ἐλπίδ' ἔχω κλέος εὑρέσθαι κεν P. 3.111
τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.24
πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις, ἔχων κρέσσονα πλούτου μέριμναν P. 8.91
“ μόχθου καθύπερθε νεᾶνις ἦτορ ἔχοισα” P. 9.32τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἀρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι, μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθνος N. 3.73
ἔχω γονάτων ὁρμὰν ἐλαφράν (byz.: ἕξω codd.) N. 5.20ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.23
κτεάνωνψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19
βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.62
ὅστις ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας ὀπώραν I. 2.4
ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει I. 5.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (unus cod. Stobaei: ἰσχύει rell.: ἔχειν Clem. Alex.) fr. 61. 2. and so, ἔχει θαλίας καὶ πόλις holds, celebrates O. 7.93b = πάσχω, have, be subject toἔχει δ' ἀπάλαμον βίον τοῦτον ἐμπεδόμοχθον O. 1.59
ἅλιον ἔχοντες, ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.62
ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι (v. l. ὀχοίσας) P. 2.79ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος P. 3.24
χαρίεντα δ' ἕξει πόνον χώρας ἄγαλμα (? i. e. ὕμνος) N. 3.12πεῖραν ἔχοντες οἴκαδε κλυτοκάρπων οὐ νέοντ' ἄνευ στεφάνων N. 4.76
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13
κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.52
ἔνθ' ἄριστοι ἔσχον πολέμοιο νεῖκος I. 7.36
ἐπαγορίαν ἔχει ( ἐπίμωμός ἐστι interpr. Hesych.) ?fr. 359.7 possess, swayτῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33
ἔρως γὰρ ἔχεν (sc. αὐτούς: ἔσχεν cod., corr. Er. Schmid) I. 8.29 med. aor. pro pass., δεί]ματι σχόμεναι φύγον[ (sc. ἀμφίπολοι) Pae. 20.178 have in mind, knowεἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι O. 8.4
εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων οὔ ποτ ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
λεγόμενον δὲ τοῦτο προτέρων ἔπος ἔχω N. 3.53
9 acquire, get oneself (aor. only, but v. P. 2.30)Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
ἱερὸν ἔσχον οἴκημα ποταμοῦ O. 2.9
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν O. 9.88
ἔσχον δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι Πινδόθεν ὀρνύμενοι P. 1.65
[ ἐξαίρετον ἔχε μόχθον (Th. Mag.: ἔσχε codd.: ἕλε Mosch) P. 2.30] ( Ἀρκεσίλαν)ἔχοντα Πυθωνόθεν τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.105
σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν, ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων ( σχήσει v. l.) P. 9.116Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις P. 11.48
Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων N. 10.24
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν N. 10.32
μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.37
ἐρικυδέα τ' ἔσχον Δᾶλον Pae. 5.39
Μοῖσαι, τοῦτον ἔσχετ[ε τεθ]μόν Pae. 6.57
10 be able c. inf.ἔχω καλά τε φράσαι O. 13.11
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.56
, cf. I. 5.4711 intrans.,a c. adv., fare ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν (Hermann: εὖ δ(ὲ) ἔχοντες codd.: εὖ δὲ τυχόντες Boeckh) O. 5.16b without adv., keep, stayἥμερον ὄφρα κατ' οἶκον ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ ἀλαλατὸς ἔχῃ P. 1.72
v. E. Fraenkel, Horace, 279, 3.12 med., c. gen.,a cling to, be held by δράκοντος δ' εἴχετο λαβροτατᾶν γενύων (sc. δέρμα λαμπρόν) P. 4.244b met., lay hold of, set oneself to εἴχετ' ἔργου (sc. Ἰάσων) P. 4.23313 frag. εἶχε Πα. 7C. a. 3. ]σχήσει πολι[ Pae. 21.17
τί κέ τις ἐσχ[ Δ. 4b. 11. ] ν ἰων ἕχον[ ?fr. 345. 12. -
14 ἵσταμι
ἵστᾱμι (act. and trans. ἵσταντι, ἱστᾶσιν?: aor. 1. ἔστᾶσας, ἔστᾶσεν, στᾶσε, ἔστᾶσαν: aor. 2 intrans. ἔστᾶν, ἔστᾶ, στᾰν; στάντα, στάντες; στᾶμεν, στῆναι?: pf. ἕστᾰσαν; ἑστᾰότ: med. trans. ἱστᾰμεναι: med. and pass. intrans. ἵστᾰμαι, ἵστᾰται: fut. στσομαι: pass. aor. ἐστᾰθη, στᾰθεν; στᾰθείς.)1 trans., make to standa establish (a festival, simm.)Ὀλυμπιάδα δ' ἔστασεν Ἡρακλέης O. 2.3
καὶ πενταετηρίδ' ὅπως ἄρα ἔστασεν ἑορτὰν O. 10.58
ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων I. 7.13
οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. ἱστᾶσιν ἄλγος ἐμφανές ( ἢ στάσιν v. l., edd. vulg.) fr. 210. pass.,λύτρον συμφορᾶς οἰκτρᾶς γλυκὺ Τλαπολέμῳ ἵσταται πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.78
b stand, arrangeἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος P. 9.114
ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις P. 9.118
med., ἱστάμεναι χορὸν [ταχύ]ποδα παρθένοι arranging themselves in a chorus Pae. 2.99c make to stand τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς set on their feet, restored P. 3.53 met., ἔστασαν ὀρθὰν καρδίαν lifted up their hearts P. 3.96 ἀμπνοὰν δ' ἥρωες ἔστασαν took fresh life P. 4.1992 intrans.,a halt, come to a haltστάσομαι· οὔτοι ἅπασα κερδίωνφαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16
ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν (ἐπιλαμβάνεται ἑαυτοῦ ὁ Πίνδαρος. μεταφέρων ἀπὸ τῶν πεντάθλων φησίν. Σ.) N. 8.19 καὶ σκοπιαῖσιν [ἄκρ]αις ὀρέων ὕπερ ἔστα sc. Ἀπόλλων fr. 51a. 3. στῆναι μὲν οὐ θέμις (sc. δελφῖνι: στᾶμεν? Pindarice) ?fr. 358.b standδένδρεα θάμβαινε σταθείς O. 3.32
ἀμφὶΠύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν O. 9.31
ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος O. 9.71
σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.2
τάχα δ' εὐθὺς ἰὼν σφετέρας ἐστάθη γνώμας ἀταρβάκτοιο πειρώμενος P. 4.84
ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου καλὰ μελπόμενος N. 1.19
ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς N. 1.55
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ, ὥστ' ἐλινύσοντα ἐργάζεσθαι ἀγάλματ ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.2
θέσσαντο πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.11
τοὶ δ' ἔναντα στάθεν τύμβῳ σχεδὸν N. 10.66
τὸν μὲν ἐν ῥινῷ λέοντος στάντα κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37
ὁπότ' Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις σταθεὶς ἄλοχον μετῆλθεν Ἡρακλείοις γοναῖς I. 7.7
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
3 fragg. ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι (supp. Bury: γίνεται, ἔσσεται G-H.) Πα. 2. 3. ἱστάμεναι τελ[ Πα. 13a. 14 ]σαισταθεισαι[ Πα. 13c. 2. ]σταθεις ε[ Δ. 4a. 6.4 in tmesis. ὑπὸ κίονες ἕστασαν v.ὑφίσταμι Pae. 8.69
-
15 οὐ
οὐ (1οὔ O. 7.48
:κοὐ P. 4.151
)1 negatives vb., sent.aοὐκ ἐδυνάσθη O. 1.56
ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23
οὔ μιν διώξω O. 3.45
οὐ ψεύδει τέγξω λόγον O. 4.17
ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61
κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.79
θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42
Νέμεά τ' οὐκ ἀντιξοεῖ O. 13.34
σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν O. 13.46
οὐ ψεύσομ O. 13.52
οὐ χρὴ O. 13.94
οὐ φθίνει P. 1.94
οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83
οὐκ ἔμειν P. 3.16
οὐχ ἅπτεται P. 3.29
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται P. 3.82
οὐκ ἐς μακρὸν ἔρχεται P. 3.105
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον P. 4.86
“ οὐ πρέπει” P. 4.147οὐκ ἐόλει P. 4.233
οὐκ ἀπέριψεν P. 6.37
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται P. 8.76
τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 “ οὐ κεχείμανται” P. 9.32οὐκ ἀποδαμεῖ P. 10.37
οὐ φαίνεται P. 12.29
οὐκ ἔραμαι N. 1.31
οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.15
τῶν οὐκ ἄπεσσι N. 3.76
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
οὐ νέοντ N. 4.77
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1
οὐ σπανίζει N. 6.31
οὔ κεν ἔπαξε N. 7.25
οὐκ ἔχω εἰπεῖν N. 7.56
οὐκ ἀποβλάπτει N. 7.60
οὐ μέμψεται N. 7.64
χειρόνεσσι δ' οὐκ ἐρίζει N. 8.22
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45
οὐκ ἔστι πρόσωθεν (Boehmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν N. 10.50
οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν N. 10.89
οὐχ ἕπεται N. 11.43
οὐ φράζεται I. 1.68
οὐκ ἐμέμφθη I. 2.20
οὐ κατελέγχει I. 3.14
οὐ φείσατο I. 6.33
γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν I. 6.72
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶνπραπίδες I. 8.30
οὐ κατέφθινε I. 8.46
οὐ κατελέγχει I. 8.65
οὐ ψεῦδος ἐρίξω fr. 11.οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28
οὐ τόλμα Pae. 6.94
οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
ο]κ ἐννέπει (supp. Snell) fr. 60. b. 15. οὐ λανθάνει fr. 75. 13. οὐ πέπαται fr. 105b. 2. ]κράνας ο[ὐ π]ρολείπει[ (supp. Lobel) Θρ.. 1. οὐκ ἔστιν fr. 134. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν (καὶ, καὶ οὐδὲ vv. ll.) fr. 229. οὐκ ἔλιπον fr. 236.b οὐκ ἀλλά (v. also ἀλλά).οὐ χθόνα ταράσσοντες ἀλλὰ O. 2.63
οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ' ἅμα πρώτοις O. 8.45
οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλὰ P. 2.26
“ κοὔ με πονεῖ ἀλλὰ” P. 4.151ὃς οὐ ἀλλ P. 5.27
P. 5.76, I. 1.26, I. 4.49οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν, ἀλλ' κατερεῖς Pae. 6.127
cοὐ γάρ. οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ I. 1.26
οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν, ἀλλ I. 4.49
οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442, fr. 68.d οὐ γε, qualifying subord. cl.πόρθησε τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἕλεν N. 4.28
2 combined with other neg.οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ O. 2.63
κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30
αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὐκ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
“ οὔ τι οὐδὲ μὰν” P. 4.87πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54
οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.16
Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ P. 8.37
ἄνευ σέθεν οὐ φάος, οὐ μέλαιναν δρακέντες εὐφρόναν τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν N. 7.3
ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.68
ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40
ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6
οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33
πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.25
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5
οὐ πενθέων δ' ἔλαχον, λτ;οὐγτ; στασίων (supp. et add. e Plutarcho et Σ pap. Blass) Πα... κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει fr. 222. 2. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.3a c. part.κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96
ἔργῳ τ' οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων ἐξένεπε O. 8.19
ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
βασιλεὺς οὐ φθονέων ἀγαθοῖς P. 3.71
οὐκ ἐρίζων P. 4.285
οὐκ ἀτιμάσαντα P. 9.80
οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν N. 1.37
καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6
ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46
οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. οὐκ ἰδυῖα fr. 182.καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
b c. adj.ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81
χόλον οὐ φατὸν O. 6.37
οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.86
οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104
μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106
χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P.3.11.οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος P. 4.5
“ οὐ ξείναν γαῖαν ἄλλων” P. 4.118 “σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν” P. 9.42λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν P. 10.20
ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον P. 11.29
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν P. 12.30
θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23
οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον N. 4.21
πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14
ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5
οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ N. 7.49
οὐ τραχύς εἰμι N. 7.76
οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45
ἁνία τἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ I. 1.15
οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω I. 2.12
οὐκ ἀγνῶτες I. 2.30
ἄγει τ' ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς I. 7.22
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν I. 7.37
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον I. 8.70
ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις[ Πα. 13. b. 6. ]τον οὐ ῥητ[ὸ]ν[ Πα. 17. a. 4. ἐχθρὰν ἔριν οὐ παλίγγλωσσον, ἀλλὰ Παρθ. 2.. λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (οὐ add. Coraes: παῦρος pro πολλὸς coni. Schr.) fr. 168. 6. στρατὸς οὐκ ἀέκ[ων (supp. Lobel) fr. 169. 52. οὐκ ἄναλκις, ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι ?fr. 342.4 c. subs.πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ P. 4.287
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.5 c. adv.aὄπιθεν οὐ πολλὸν O. 10.36
οὐχ ὁμῶς I. 3.6
bοὔ ποτε. ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27
οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
6 c. prep., in meiosis.οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ O. 8.45
ἇς οὐκ ἄτερ P. 2.7
οὐκ ἄτερ τέχνας P. 2.32
“ οὐ κατ' αἶσαν” P. 4.107οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ P. 5.76
οὐ Χαρίτων ἑκάς P. 8.21
αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν N. 9.19
οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν I. 5.20
οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g.7 c. inf.χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
8a οὔπω, v. πω.bοὔτοι, οὔ τοι. οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12
οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16
οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν, οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπιν† I. 5.58 οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.c οὔ τις, (cf. οὔτις)πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
, cf. O. 12.7πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσσεται P. 5.54
ἕτερον οὔ τινα οἶκονἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων N. 6.25
cf. τί δ' οὔ τις; P. 8.95d οὔ τί που. οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων, οὐδὲ μὰν” P. 4.879 frag. οὐκ ἂν παρ[ Θρ. 2. 3. -
16 πῦρ
πῡρ (πῦρ, πυρός, πυρί, πῦρ.)1 fireaὁ δὲ χρυσὸς αἰθόμενον πῦρ ἅτε διαπρέπει O. 1.1
ὕδατος πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμάν O. 1.48
πῦρ πνεόντων ἀρχὸς ἵππων O. 7.71
ὑπὸ στερεῷ πυρὶ O. 10.36
Χίμαιραν πῦρ πνέοισαν O. 13.90
τὸν αἰχματὰν κεραυνὸν σβεννύεις αἰενάου πυρός P. 1.6
τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21
πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
πυρὶ καιόμενος P. 3.102
φλόγ' πνέον καιομένοιο πυρος P. 4.225
πῦρ δέ νιν οὐκ ἐόλει P. 4.233
εἴ ποτε χειμέριον πῦρ ἐξίκηται λοίσθιον (sc. δρῦς) P. 4.266πῦρ δὲ παγκρατὲς θρασυμαχάνων τε λεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων N. 4.62
γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ i. e. earthenware N. 10.35ματέρ' πολεμίῳ πυρὶ πλαγεῖσαν Pae. 2.30
χρῆν ἄρα Πέργαμον εὐρὺν ἀιστῶσαι σέλας αἰθομένου πυρός Pae. 6.98
ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς ἀμπνέων πῦρ Δ. 2. 1. θύματα μειγνύντων πυρὶ τηλεφανεῖ Θρ... πῦρ πνέοντος κεραυνοῦ fr. 146. 1. πυρὶ δ' ὑπνόωντε σώματα ( ὤπτων coni. Snell) fr. 168. 3. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232.b heatἢ θερινῷ πυρὶ περθόμενοι δέμας ἢ χειμῶνι P. 3.50
-
17 εἰσφέρω
A : [tense] aor. Iεἰσήνεγκα Archil.78.2
(s.v.l.): [tense] pf.εἰσενήνοχα D.27.36
: [tense] plpf.- όχειν Id.24.19
:—carry in,εἴσω Od.7.6
;ἐς. ἀγγελίας Hdt.1.114
;ἐς τὠυτὸ ἐς. Id.9.70
;τινὰ εἰς τὸ λογιστήριον PAmh.2.77.22
(ii A.D.).2 bring in, contribute, τῖμον Archil.l.c.;χρήματα X.Hier.9.7
, Plu.Publ.12;εἰ. τινὶ ἔρανον Pl.Smp. 177c
, cf. X.Cyr.7.1.12 ; at Athens, etc., pay the propertytax (v. εἰσφορά II),ἐς. ἐσφοράν Th.3.19
, etc. ; , Lys.18.7 : and abs.,εἰ. εἰς τὴν πόλιν D.27.36
;εἰ. ἀφ' ὑπαρχούσης οὐσίας Id.21.157
.3 bring in or upon,πένθος δόμοις E.Ba. 367
; νόσον καινὴν γυναιξί ib. 353 ;πόλεμον Ἑλλήνων χθονί Id.Hel.38
; δειλίαν ἐσφέρει τοῖς ἀλκίμοισι brings cowardice into the brave, Id.Supp. 540.4 introduce,καινὰ δαιμόνια X.Mem.1.1.2
;ψεῦδος Plb.2.58.12
; esp. of political measures, bring forward, propose,γνώμην Hdt.3.80
;γνώμην ἐς τὸν δῆμον Th.8.67
; εἰ. νόμον,=Lat. legem rogare, D.23.218, 24.19;ψηφίσματα IG22.1329.10
; τιμάς ib.1343.29: abs.,ἐς. ἐς τὰς βουλὰς περί τινος Th.5.38
;εἰς τοὺς νομοφύλακας Pl.Lg. 772c
;τὴν δὲ βουλὴν εἰσενεγκεῖν, ὅτῳ τρόπῳ.. X.HG1.7.7
:—[voice] Pass.,τὰ εἰσφερόμενα [ψηφίσματα] Arist. Pol. 1298b33
.b of persons, propose, nominate, Pl.Lg. 961b :—[voice] Pass., ibid. ;τοὺς -ομένους ὑπὸ τῶν ὑπάτων πρεσβευτάς Plb.35.4.5
.II [voice] Med., [tense] fut. (lyr.): lon. [tense] aor. Iἐσενείκασθαι Hdt.
(v. infr.): [tense] pf. [voice] Pass. εἰσενήνεγμαι (v. infr.):—carry with one, sweep along, of a river, Il.11.495.2 bring in for oneself,τὰ ἐκ τῶν ἀγρῶν ἐς τὸ τεῖχος Hdt.5.34
, cf. Th.5.115 :—so in [voice] Pass., σῖτον ἐσενηνεῖχθαι or- έχθαι Hdt.9.41
.3 bring in with one, introduce,τοὔνομα ἐς τὴν ποίησιν Id.2.23
; πῶμ' ηὗρε κεἰσηνέγκατο θνητοῖς E.Ba. 279 ; [ λόγον] ἐσφέρεσθαι to utter it, Id.Hel. 664 (lyr.) ; having brought50
minae as a dowry into the family, D.27.4, cf.41.4 ;προῖκα εἰσενεγκαμένῃ Thphr. Char.22.10
.4 contribute,εἰσενήνεκται.. οὐκ ἔλαττον μ' μνῶν Lys.19.43
, cf. Michel473.9 (Mylasa, ii B.C.) ; apply, employ,πᾶσαν εἰ. σπουδὴν καὶ φιλοτιμίαν Plb.21.29.12
, cf. Chrysipp.Stoic.2.293, IG22.1343.23, Inscr.Prien. 111.126 (i B.C.), D.S.1.84 ;ἀνδρείαν Onos.4.2
;θάρσος J.AJ18.8.5
; ἰσχύν ib.17.5.6 ;φιλονεικίαν Ael.VH12.64
.III[voice] Pass., to be brought in, introduced,ἐσενειχθέντος σιδηρίου Hdt.9.37
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰσφέρω
-
18 εἶμι
εἶμι (A ibo), [ per.] 2sg.εἶ S. Tr.83
, Ar.Av. 990, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. ,εἶσθα Il. 10.450
, Od.19.69; [ per.] 3sg. εἶσι; pl. ἴμεν, ἴτε, ἴᾱσι: imper. ἴθι (also εἶ in the compd. acc. to Sch., but prob. indic.), [ per.] 3pl. , Pl.Lg. 765a, alsoἴτων A.Eu.32
,ἰόντων Th.4.118
, etc.: subj. ἴω (εἴω Sophr.48
); [dialect] Ep. [ per.] 2sg.ἴῃσθα Il.10.67
; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.ἴῃσι 9.701
; [dialect] Ep. pl. ἴομεν (for - ωμεν) 2.440: opt. ἴοιμι, οις, οι, 14.21, etc.;ἰοίην Sapph.159
, IG4.760 ([place name] Troezen), X.Smp.4.16, ([etym.] διεξ-) Isoc.5.98; [dialect] Ep.ἰείη Il.19.209
, cf.περι-ιεῖεν IG22.1126.18
(Amphict. Delph.),εἴη Il.24.139
, Od.14.496, ([place name] Crete): inf. ἰέναι, [dialect] Ep. ἴμεναι (ι in Il.20.365 ) or ἴμεν, alsoἰέμεν Archyt.
ap. Stob.3.1.106 (dub. l.), ἴναι [pron. full] [ῐ] Orac. ap. Str.9.2.23, (ἐξ-) Machoap.Ath.13.580c, cf. EM467.18 ( προς-εῖναι dub. in Hes. Op. 353): part. ἰών, ἰοῦσα, ἰόν: [tense] impf. ᾔειν, ᾔεις (,ἐπεξ-ῄεισθα Euthphr.4b
), ᾔει or - ειν Id.Ti. 38c, Criti. 117e; [dialect] Ep. and [dialect] Ion. ἤϊα, [ per.] 3sg. ἤϊε ([etym.] - εν), [var] contr.ᾖε Od.18.257
; dual ; 1 and [ per.] 2pl., ᾖμεν, ᾖτε; [ per.] 3pl., [dialect] Ep. and [dialect] Ion. ἤϊσαν, [dialect] Ep. also ἴσαν, [dialect] Att. ᾖσαν ([etym.] μετ-) Ar.Eq. 605, cf. Fr. 161, ([etym.] ἐπ-) Od.19.445, later ᾔεσαν ([etym.] εἰς-) Arist.Ath.32.1, etc.; also [ per.] 3sg.ἴε Il.2.872
, al.; [dialect] Ep. [ per.] 1pl.ᾔομεν Od.10.251
, al., [ per.] 3 dualἴτην Il.1.347
; [ per.] 3pl.ἤϊον Od.23.370
:—[voice] Med. [tense] pres. and [tense] impf. ἴεμαι, ἰέμην are mere mistakes for ἵεμαι, ἱέμην (from ἵημι), cf. S.OT 1242, E.Supp. 698:—for [tense] fut. εἴσομαι and [tense] aor. [voice] Med. εἰσάμην, in [ per.] 3sg. εἴσατο, ἐείσατο, [ per.] 3 dual ἐεισάσθην, v. εἴσομαι 11.—The ind. εἶμι usu. has [tense] pres. sense in Hom. ([tense] fut., Il.1.426, 18.280), but in [dialect] Ion. Prose and [dialect] Att. it serves as [tense] fut. to ἔρχομαι (q. v.), I shall go, shall come: the [tense] pres. sense is sts. found in Poetry, prov. αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασι (cf. Pl.Smp. 174b), cf. Theoc.25.90, also in compds. ( προς-) A.Eu. 242, (ἐπ-) Th.4.61, ( συν-) Str.3.2.2. [[pron. full] ῐ- in all tenses, exc. in [dialect] Ep. Subj. ἴομεν for ἴωμεν at the beginning of a verse]:— come or go, the special senses being given by the context, οἴκαδ' ἴμεν go home, Il.17.155;τάχ' εἶσθα θύραζε Od.19.69
, etc.; come,οὐδέ μιν οἴω νῦν ἰέναι Il.17.710
, etc.; go, depart, Od.2.367;ὑπὸ τεῖχος ἰόντας Il.12.264
.II c.acc.,2 c. acc. cogn., ὁδὸν ἰέναι go a road, Od.10.103; so τὴν ὀρεινήν (sc. ὁδόν) X.Cyr. 2.4.22: metaph.,ἄδικον ὁδὸν ἰέναι Th.3.64
.3 go through or over, τὸ μέσον τοῦ οὐρανοῦ, of the sun, Hdt.2.25, cf. 26: in Hom., freq. c. gen., ἰὼν πεδίοιο going across the plain, Il.5.597.III c. inf. [tense] aor.,ἀλλά τις εἴη εἰπεῖν Ἀτρεΐδῃ Od.14.496
.—On the Homeric βῆ δ' ἴμεν, etc., v. βαίνω.2 c. part. [tense] fut., Ἑλένην καλέουσ' ἴε went to call her, Il.3.383, cf. 14.200, Od.15.213; ἤϊα λέξων I was going to tell, Hdt.4.82; ;εἴ τις ἱστορίαν γράψων ἴῃ Luc. Hist.Conscr.39
.IV also of other motions besides walking or running, as of going in a ship, esp.ἐπὶ νηὸς ἰέναι Od.2.332
, etc.; of the flight of bees, Il.2.87.2 of the motion of things, [πέλεκυς] εἶσιν διὰ δουρός the axe goes through the beam, 3.61; of clouds or vapour, 4.278; of the stars, 22.317; of time, ἔτος εἶσι the year will pass, Od. 2.89; φάτις εἶσι the report goes, 23.362;χρόνος.. ἰὼν πόρσω Pi.O.10
(11).55; ἴτω κλαγγά, βοά, S.Tr. 208 (lyr.), Ar.Av. 857 (lyr.); , cf.Pl.Ap. 19a.V metaph. usages, ἰέναι ἐς λόγους τινί to enter on a conference with.., Th.3.80, etc.; ἰέναι ἐς τοὺς πολέμους, ἐς τὴν ξυμμαχίαν, Id.1.78, 5.30; ἰέναι ἐς χεῖρας to come to blows, Id.2.3, 81; ἰέναι ἐς τὰ παραγγελλόμενα to obey orders, Id.1.121;διὰ δίκης ἰὼν πατρί S.Ant. 742
; ἰέναι διὰ μάχης, διὰ φιλίας, etc., v. διά A.IV.b.VI imper. ἴθι (with or without δή) come now! mostly folld. by [ per.] 2sg. imper.,ἴ. ἐξήγεο Hdt.3.72
; ἴθ' ἐγκόνει, ἴθ' ἐκκάλυψον, S.Aj. 988, 1003;ἴ. πέραινε Ar.Ra. 1170
; in full, ἴ. καὶ πειρῶ go and try, Hdt.8.57: with [ per.] 1pl.,ἴ. οὖν ἐπισκεψώμεθα X.Mem.1.6.4
, cf. Pl. Prt. 332d;ἴτε δὴ ἀκούσωμεν Id.Lg. 797d
: [ per.] 2 dual,ἴθι δὴ παρίστασθον Ar.Ra. 1378
: also [ per.] 2pl.,ἴτε νεύσατε S.OC 248
, cf. OT 1413.VII part. added to Verbs, φρονείτω μεῖζον ἢ κατ' ἄνδρ' ἰών let him go and think.., S.Ant. 768, cf. OC 1393, Aj. 304;βακχεύσεις ἰών E.Ba. 343
.—Cf. ἴσκω. -
19 καθίστημι
A in causal sense:—[voice] Act., in [tense] pres., [tense] impf., [tense] fut., and [tense] pf.καθέστᾰκα Hyp.Eux.28
, LXXJe.1.10, D.H.Dem.54, D.S.32.11, etc.; onceκαθέστηκα PHib.1.82i14
(iii B. C.): [tense] plpf.- εστάκει Demetr.
Sceps. ap. Ath.15.697d:—also in [voice] Med., [tense] fut. (Paus.3.5.1), [tense] aor. 1, more rarely [tense] pres. (infr. A. 11.2):— set down,κρητῆρα καθίστα Il.9.202
; νῆα κατάστησον bring it to land, Od.12.185; κ. δίφρους place, station them, before starting for the race, S.El. 710; ποῖ [ δεῖ] καθιστάναι πόδα; E.Ba. 184;κ. τινὰ εἰς τὸ φανερόν X.An.7.7.22
; set up, erect, of stones, Inscr.Cypr.94, 95 H.:—[voice] Med., [ λαῖφος] κατεστήσαντο βοεῦσι steadied it, h.Ap. 407.2 bring down to a place,τούς μ' ἐκέλευσα Πύλονδε καταστῆσαι Od.13.274
: generally, bring,κ. τινὰ ἐς Νάξον Hdt.1.64
, cf. Th.4.78; esp. bring back,πάλιν αὐτὸν κ. ἐς τὸ τεῖχος σῶν καὶ ὑγιᾶ Id.3.34
;κ. τοὺς Ἕλληνας εἰς Ἰωνίαν πάλιν X.An.1.4.13
; without πάλιν, replace, restore,ἐς φῶς σὸν κ. βίον E.Alc. 362
; ἃς (sc. τὰς κόρας) οὐδ' ὁ Μελάμπους.. καταστήσειεν ἄν cure their squint, Alex.112.5; ἰκτεριῶντας κ. Dsc.4.1; τὸ σῶμα restore the general health, Hp.Mul. 2.133:—[voice] Med., κατεστήσαντο (v.l. for κατεκτήσαντο)εὐδαιμονίαν Isoc. 4.62
:—[voice] Pass., οὐκ ἂν ἀντὶ πόνων Χάρις καθίσταιτο would be returned, Th. 4.86.3 bring before a ruler or magistrate, Hdt.1.209, PRyl.65.10 (i B. C.), etc.;τινὰ ἐπί τινα PCair.Zen.202.6
(iii B. C.), POxy.281.24 (i A. D.).2 ordain, appoint, , cf. 25: usu. without the inf.,κ. τινὰ ὕπαρχον Id.7.105
; ἄλλον [ ἄρχοντα]ἀντὶ αὐτοῦ X.Cyr.3.1.12
, etc.;βασιλέα ἐπί τινας LXX 1 Ki.8.5
, al.;τινὰ ἐς μοναρχίαν E.Supp. 352
;ἐπὶ τὰς ἀρχάς Isoc.12.132
;τινὰ τύραννον Ar.Av. 1672
;κ. ἐγγυητάς Hdt.1.196
, Ar.Ec. 1064; δικαστάς, ἐπιμελητάς, νομοθέτας, Id.Pl. 917, X.Cyr.8.1.9, D.3.10 (sed leg. καθίσατε, cf.καθίζω 1.4
); of games, etc., γυμνικοὺς ἀγῶνας κ. Isoc.4.1: rarely c. inf.,οἱ καθιστάντες μουσικῇ.. παιδεύειν Pl.R. 410b
:—so in [voice] Pass.,κυβερνᾶν κατασταθείς X. Mem.1.7.3
: [tense] aor. [voice] Med., appoint for oneself,τύραννον καταστησάμενοι παρὰ. σφίσι αὐτοῖσι Hdt.5.92
.á;ἄρχοντας X.An.3.1.39
, etc.b esp. of laws, constitutions, ceremonies, etc., establish, νόμους, τελετάς, E.Or. 892, Ba.21, etc.; πολιτείαν, δημοκρατίαν, Arist.Ath.7.1, Decr.ib. 29.3;ὀλιγαρχίαν Lys.12.42
; also, set in order, arrange, :—also in [voice] Med., ; ; ;πόλεις ἐπὶ τὸ ὠφέλιμον Id.1.76
; [ Εὔβοιαν] ὁμολογίᾳ ib. 114; πρὸς ἐμὲ τὸ πρᾶγμα καταστήσασθαι settle it with me, D.21.90.3 bring into a certain state,τινὰ ἐς ἀπόνοιαν Th.1.82
;ἐς ἀπορίαν Id.7.75
;εἰς ἀνάγκην Lys.3.3
;εἰς αἰσχύνην Pl.Sph. 230d
;εἰς ἐρημίαν φίλων Id.Phdr. 232d
; ;τινὰ εἰς ἀσφάλειαν Isoc.5.123
; τίνας εἰς ἀγῶνα καθέστακα; Hyp.Eux. 28, cf. Lycurg.2;κ. τινὰ ἐν ἀγῶνι καὶ κινδύνῳ Antipho 5.61
;τὴν πόλιν ἐν πολέμῳ Pl.Mx. 242a
;τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ X.Cyr.4.5.28
; κ. ἑαυτὸν ἐς κρίσιν present himself for trial, Th.1.131, cf. Lycurg.6; κ. τινὰ εἰς τοὺς ἀρχικούς reckon him as one of.., X.Mem.2.1.9.4 c. dupl. acc., make, render so and so,ψευδῆ γ' ἐμαυτόν S.Ant. 657
;ἡ ἐπιθυμία κ. τινὰ ἀμνήμονα Antipho 2.1.7
; τὸ πιστὸν ὑμᾶς ἀπιστοτέρους κ. Th.1.68; κ. τι φανερόν, σαφές, Id.2.42, 1.32; τινὸς ἐπίπονον τὸν βίον κ. Isoc.10.17: c. part., κλαίοντα καθιστάναι τινά bring one to tears, E.Andr. 635: rarely c. inf., κ. τινὰ φεύγειν make him fly, Th.2.84, cf. E.Alc. 283, Luc.Charid.8:—[voice] Pass., .5 [voice] Med., get for oneself, .6 make, in periphrases,πάννυχοι.. διάπλοον καθίστασαν A.Pers. 382
:—[voice] Med., κρυφαῖον ἔκπλουν οὐδαμῇ καθίστατο ib. 385.B intr. in [tense] aor. 2, [tense] pf. καθέστηκα, and [tense] plpf. of [voice] Act. (also [tense] fut.καθεστήξω Th.3.37
, 102), and all tenses of [voice] Med. (exc. [tense] aor. 1 ) and [voice] Pass.: [tense] pf. καθέσταμαι in later Greek, IG22.1006.24 (ii B. C.), LXXNu.3.32, etc.:—to be set, set oneself down, settle, ἐς [ Αἴγιναν] Hdt.3.131, cf. Th.4.75; [ ὀδύναι]καθίσταντο ἐς ὑπογάστριον Hp.Epid.7.97
; of joints, ἐξίσταται ἀνωδύνως καὶ κ. goes out of joint and in again, Id.Art.8; κ. ἐς Ῥήγιον to make R. a base of operations, Th.3.86; simply, to be come to a place,ὅποι καθέσταμεν S.OC23
.b come before another, stand in his presence, Pi.P.4.135;λέξον καταστάς A.Pers. 295
(unless it be taken in signf. 4), cf. Hdt.1.152;κ. ἐς ὄψιν τινός Id.7.29
; , cf. 156;καταστὰς ἐπὶ τὸ πλῆθος ἔλεγε Th.4.84
.2 to be set as guard,ὑπό τινος Hdt.7.59
, cf. S.OC 356, X.An.4.5.19, etc.; to be appointed,δεσπότης.. καθέστηκα E.HF 142
;στρατηλάτης νέος καταστάς Id.Supp. 1216
; κ. Χορηγὸς εἰς Θαργήλια, στρατηγός, etc., Antipho 6.11, Isoc.4.35, etc.;οἱ πρόβουλοι καθεστᾶσιν ἐπὶ τοῖς βουλευταῖς Arist.Pol. 1299b37
; δικτάτωρ.. καθε[ στάμενος τὸ τέταρτον], = Lat. dictator designatus quartum, of Caesar, IG12(2).35b7 (Mytil.).4 also, stand or become quiet or calm, of water,ὅταν ἡ λίμνη καταστῇ Ar.Eq. 865
, cf. PHolm.16.3; θάλασσα γαληνὴ καὶ κ. Plb.21.31.10; πνεῦμα λεῖον καὶ καθεστηκός calm and settled, Ar.Ra. 1003; ὁ θόρυβος κατέστη subsided, Hdt.3.80; of laughter, Philostr. VA3.4; of a swelling, Hp.Prog.7;ἕως τὰ πράγματα κατασταίη Lys. 13.25
; also of persons, καταστάς composedly, A.Pers. 295 (but v. supr. 1b); [ ἡ ψυχὴ]καθίσταται καὶ ἠρεμίζεται Arist.Ph. 248a2
; ὁρῶμεν [ τοὺς ἐνθουσιαστικοὺς]..καθισταμένους Id.Pol. 1342a10
;καθεστηκυίας τῆς διανοίας Ocell.4.13
; καθεστῶτι προσώπῳ with composed, calm countenance, Plu.Fab.17;μαίνεσθαι καὶ ἔξω τοῦ καθεστηκότος εἶναι Luc.Philops.5
; τίς ἂν καθεστηκὼς φήσαιε; what person of mature judgement would say.. ? Phld.Po.5.15; ἡ καθεστηκυῖα ἡλικία middle age, Th.2.36; ἡλικία μέση καὶ κ. Pl.Ep. 316c; οἱ καθεστηκότες those of middle age, Hp.Aph.1.13: also, with metaphor from wine, mellow, of persons, Alex.45.8.5 come into a certain state, become, and in [tense] pf. and [tense] plpf., to have become, be,ἀντὶ φίλου πολέμιόν τινι κ. Hdt. 1.87
;οἱ μὲν ὀφθαλμῶν ἰητροὶ κατεστέασι, οἱ δὲ κεφαλῆς Id.2.84
;ἔμφρων καθίσταται S.Aj. 306
;τῶν ἄνωθεν ὑπόπτων καθεστώτων Epicur. Sent.13
;ἐς μάχην Hdt.3.45
;ἐς πόλεμον ὑμῖν καὶ μάχην κ. E.HF 1168
;ἐς πάλην καθίσταται δορὸς τὸ πρᾶγμα Id.Heracl. 159
;ἐς τὴν ἴησιν Hp.Prorrh.2.12
; ἐς τὸ αὐτό they recover, Id.Coac. 160 (later abs.,καταστῆναι καὶ μηδενὸς ἔτι φαρμάκου δεηθῆναι Gal.Vict.Att.1
);ἐς τοὺς κινδύνους Antipho 2.3.1
;ἐς φόβον Hdt.8.12
, Th.2.81; ἐς δέος, λύπην, Id.4.108,7.75;ἐς φυγήν Id.2.81
;ἐς ἔχθραν τινί Isoc.9.67
; εἰς ὁμόνοιαν, εἰς πολλὴν ἀθυμίαν, Lys.18.18, 12.3; καταστῆναι ἐς συνήθειάν τινος τὴν πόλιν ποιεῖν make the city become accustomed to it, Aeschin.1.165; had been,Hdt.
1.92, cf. 9.37;ἐν δείματι μεγάλῳ κατέστασαν Id.7.138
; καταστάντων σφι εὖ τῶν πρηγμάτων ib. 132; τίνι τρόπῳ καθέστατε; in what case are ye? S.OT10; φονέα με φησὶ.. καθεστάναι ib. 703;ἄπαρνος δ' οὐδενὸς καθίστατο Id.Ant. 435
;κρυπτὸς καταστάς E.Andr. 1064
;οἱ ἐν τούτῳ τῆς ἡλικίας καθεστῶτες ἐν ᾧ.. Antipho 2.1.1
; ἐν οἵῳ τρόπῳ [ἡ τῶν Ἀθηναίων ἀρχὴ] κατέστη how it came into being, Th.1.97, cf. 96; ἀρξάμενος εὐθὺς καθισταμένου (sc. τοῦ πολέμου ) from its first commencement, Id.1.1.6 to be established or instituted, prevail,καί σφι μαντήϊον Διὸς κατέστηκε Hdt.2.29
; ἄγραι.. πολλαὶ κατεστᾶσι ib.70, cf. 1.200; ὅδε σφι νόμος κατεστήκεε ib. 197;βροτοῖσιν ὃς καθέστηκεν νόμος E. Hipp.91
: c. inf.,θεὸν Ἀμφιάραον πρώτοις Ὠρωπίοις κατέστη νομίζειν Paus.1.34.2
: [tense] pf. part., existing, established, prevailing, τὸν νῦν κατεστεῶτα κόσμον Hdt 1.65;ἦν κατεστηκὸς οὐδὲν φόρου πέρι Id.3.89
; τοὺς κατεστεῶτας τριηκοσίους the regular 300, Id.7.205;οἱ καθεστῶτες νόμοι S.Ant. 1113
, Ar.Nu. 1400; τὰ καθεστῶτα the present state of life, S.Ant. 1160; also, existing laws, usages, τὰ τότε κ., τά ποτε κ., Pl.Lg. 798b, Isoc.7.56;ἐπὶ τοῖσι κατεστεῶσι ἔνεμε τὴν πόλιν Hdt.1.59
.7 of purchases, cost, πλέον ἢ ὅσου ἐμοὶ κατέστησαν more than they stood me in, And.2.11, cf. Plu.2.349a.8 stand against, oppose, πρός τινα dub. l. in Plb.23.18.5:—[voice] Pass.,Τιτήνεσσι κατέσταθεν Hes. Th. 674
.C [tense] aor. 1 [voice] Med. and sts. [tense] pres. [voice] Med. are used in trans. sense, v. supr. A. 11.2sq.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθίστημι
-
20 παρά
πᾰρά [pron. full] [ρᾰ], [dialect] Ep. and Lyr. also [full] παραί: shortd. [full] πάρ, in Hom., Lyr. (but rarely in Trag., in lyr. passages, A.Supp. 553, S.Tr. 636), and in all dial ects exc. [dialect] Att., GDI5434.8 ([place name] Paros), IG5(2).3.14 (Tegea, iv B. C.), Inscr.Magn.26.28 (Thess.), etc.:—Prep. c. gen., dat., and acc., prop.A beside: hence,A WITH GEN. prop. denoting motion from the side of, from beside, from:I of Place,πὰρ νηῶν ἔλθωμεν Il.13.744
;παρὰ ναῦφιν ἐλευσόμεθ' 12.225
, etc.;παρ' Ὠκεανοῖο ῥοάων.. ἐπερχομένη Od.22.197
;πὰρ νηῶν ἀπώσεται Il.8.533
, etc.;δῶρα π. νηὸς ἐνεικέμεν 19.194
;φάσγανον ὀξὺ ἐρυσσάμενος π. μηροῦ 1.190
, cf. 21.173;σπασσάμενος.. ἄορ παχέος π. μηροῦ 16.473
; πλευρὰ παρ' ἀσπίδος ἐξεφαάνθη was exposed beside the shield, 4.468, cf. A.Th. 624.II commonly of Persons,1 with Verbs of going or coming, bringing, etc.,ἦλθε.. πὰρ Διός Il.2.787
;παρ' Αἰήταο πλέουσα Od.12.70
, etc.;ἀγγελίη ἥκει π. βασιλέος Hdt.8.140
.ά; αὐτομολήσαντες π. βασιλέως X.An.1.7.13
;ἐξεληλυθὼς παρ' Ἀριστάρχου D.21.117
; ὁ π. τινὸς ἥκων his messenger, X.Cyr.4.5.53; soοἱ π. τινός Th.7.10
, Ev.Marc.3.21, etc.;ὅστις ἀφικνεῖτο τῶν π. βασιλέως πρὸς αὐτόν X.An.1.1.5
, etc.; τεύχεα καλὰ φέρουσα παρ' Ἡφαίστοιο from his workshop, Il.18.137, cf. 617, etc.;ἀπαγγέλλειν τι π. τινός X.An.2.1.20
;σὺ δὲ οἰμώζειν αὐτοῖς παρ' ἐμοῦ λέγε Luc.DMort.1.2
.2 issuing from a person, γίγνεσθαι π. τινός to be born from, Pl.Smp. 179b; λόγος (sc. ἐστί) π. Ἀθηναίων c. acc. et inf., Hdt.8.55: freq. following a Noun, δόξα ἡ π. τῶν ἀνθρώπων glory from (given by) men, Pl.Phdr. 232a; ἡ π. τινὸς εὔνοια the favour from, i. e. of, any one, X.Mem.2.2.12; τὸ παρ' ἐμοῦ ἀδίκημα done by me, Id.Cyr.5.5.13; τὰ π. τινός all that issues from any one, as commands, commissions, Id.An.2.3.4, etc.; or promises, gifts, presents, Id.Mem.3.11.13; τὰ παρ' ἐμοῦ my opinions, Pl.Smp. 219a; παρ' ἑωυτοῦ διδούς giving from oneself, i. e. from one's own means, Hdt. 2.129, 8.5;παρ' ἑαυτοῦ προσετίθει X.HG6.1.3
; νόμον θὲς παρ' ἐμοῦ by my advice, Pl.Prt. 322d; αὐτοὶ παρ' αὑτῶν of themselves, Id.Tht. 150d, cf. Phdr. 235c.3 with Verbs of receiving, obtaining, and the like ,τυχεῖν τινος π. τινός Od.6.290
, 15.158;πὰρ δ' ἄρα μιν Ταφίων πρίατο 14.452
;ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν Pi.P.1.76
;εὑρέσθαι τι π. τῶν θεῶν Isoc.9.14
, cf. IG12.40.10; δέχεσθαι, λαμβάνειν, ἁρπάζειν π. τινός, Th.1.20, X.Oec.9.11, Hes.Th. 914; ἀντιάσαι, αἰτήσασθαι π. τινός, S.El. 870 (lyr.), X.HG3.1.4;ἀξιοῖ π. τοῦ ἰατροῦ φάρμακον πιὼν ἐξεμέσαι τὸ νόσημα Pl.R. 406d
;κόσμος τοῖς πράξασι γίγνεται π. τῶν ἀκουσάντων Id.Mx. 236e
: without Verb,ὁ καρπὸς ὁ π. τῶν δημάρχων IG12.76.27
: with Verbs of learning, etc.,μεμαθηκέναι π. τινῶν Hdt.2.104
, etc.4 with [voice] Pass. Verbs,πὰρ Διὸς.. μῆνις ἐτύχθη Il.15.122
;π. θεῶν ἡ τοιαύτη μανία δίδοται Pl.Phdr. 245c
, etc.; τὰ π. τῶν θεῶν σημαινόμενα, συμβουλευόμενα, X.Cyr.1.6.2; τὰ π. τινὸς λεγόμενα ib.6.1.42; τὰ π. τῆς τύχης δωρηθέντα the presents of.., Isoc.4.26;με π. σοῦ σοφίας πληρωθήσεσθαι Pl.Smp. 175e
.III rarely for παρά c. dat., by, near,πὰρ ποδός Pi.P.10.62
, 3.60; παρὰ δὲ κυανέων πελαγέων dub. l. in S.Ant. 966 (lyr.);τὸν Ῥειτὸν τὸν παρὰ τοῦ ἄστεως IG12.81.5
; πολλοὶ παρ' ἀμφοτέρων ἔπιπτον, = ἀμφοτέρωθεν, D.S.19.42.B WITH DAT. denoting rest by the side of any person or thing, answering the question where?I of Places, κατ' ἂρ ἕζετ'.. πὰρ πυρί, ἔκειτο π. σηκῷ, Od.7.154, 9.319;νέμονται π. πέτρῃ 13.408
;ἑσταότες παρ ὄχεσφιν Il.8.565
; πὰρ ποσὶ μαρναμένων ἐκυλίνδετο at their feet, 14.411, etc.; π. θύρῃσι at the door, 7.346;π. ῥηγμῖνι θαλάσσης 2.773
;δεῖπνον.. εἵλοντο παρ' ὄχθῃσιν ποταμοῖο Od.6.97
, cf. Il.4.475, 20.53, etc.;κεῖσθαι παρ' Ἅιδῃ S.OT 972
; παρ' οἴνῳ over wine, ib. 780, etc.II of persons, beside,πὰρ δὲ οἷ αὐτῷ εἷσε Θεοκλύμενον Od.15.285
;κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ Il.9.556
, cf. 6.246, etc.;παρ' ἀνδράσιν εὐνάζεσθαι Od.5.119
;δαίνυσθαι π. τινί 8.243
; πὰρ δέ οἱ ἑστήκει stood by him, Il.4.367.2 at one's house or place, with one,μένειν π. τισί 9.427
;θητευέμεν ἄλλῳ, ἀνδρὶ παρ' ἀκλήρῳ Od.11.490
;φιλέεσθαι π. τινί Il.13.627
; παρ' ἑωυτοῖσι at their own house, Hdt.1.105, cf. 86;παιδευθῆναι π. τινί X.Cyr.1.2.15
;καταλύειν π. τινί D.18.82
(butπαρά τινα καταλῦσαι Th.1.136
), etc.: hence οἱ παρ' ἐμοί those of my household, X.Mem.2.7.4, etc.; τὰ παρ' ἐμοί life with me, Id.An. 1.7.4; οἱ παρ' ἡμῖν ἄνθρωποι our people, Pl.Phd. 64b; ἡ παρ' ἡμῖν πολιτεία, ὁ παρ' ὑμῖν δῆμος, D.15.19; ὁ παρ' αὑτῷ βίοτος one's own life, S.OT 612;τὸ παρ' ἡμῖν πῦρ Pl.Phlb. 29f
; ;τὸ παρ' ἡμῖν σῶμα Pl.Phlb. 29f
; also, in one's hands,τὰ π. τοῖς Ἑλληνοταμίαις ὄντα IG12.91.6
;ἔχειν παρ' ἑωυτῷ Hdt. 1.130
, etc.; οὔπω παρ' ἐμοὶ τότ' ἦν λέγειν I had no right to speak then, Men.Epit.98.3 before, in the presence of,ἤειδε π. μνηστῆρσιν Od. 1.154
; before a judge,δίκας γίγνεσθαι π. τῷ πολεμάρχῳ IG12.16.9
;π. Δαρείῳ κριτῇ Hdt.3.160
;π. τῷ βασιλέϊ Id.4.65
;παρὰ δικασταῖς Th. 1.73
;εἰς κρίσιν καθιστάναι τινὰ π. τισί D.18.13
: hence παρ' ἐμοί in my judgement, Hdt.1.32, cf. S.Tr. 589, E.Heracl. 881, 1 Ep.Cor.3.19; π. τούτῳ μέγα δυνήσεται with him, Pl.Grg. 510e.4 in quoting authors, παρ' Ἐφόρῳ, παρ' Αἰσχίνῃ, π. Θουκυδίδῃ, in Ephorus, etc., Plb. 9.2.4, D.H.Comp.9,18.III Arc., = π. c. gen., from,καθὰ εἶχον τὰς ἰντολὰς π. τᾷ ἰδίᾳ πόλι SIG559.9
(Megalop., iii B. C.), cf. 558.10 (Ithaca, iii B. C.).C WITH ACCUS. in three main senses,I beside, near, by,II along,III past, beyond.I beside, near, by:1 with Verbs of coming, going, etc., to the side of, to,ἴτην π. νῆας Il.1.347
, cf. 8.220, etc.;βῆ.. π. θῖνα 1.34
, cf. 327, etc.; τρέψας πὰρ ποταμόν to the side of.., 21.603, cf. 3.187: more freq. of persons, εἶμι παρ' Ἥφαιστον to the chamber of H., 18.143, cf. Od.1.285, etc.;ἐσιόντες π. τοὺς φίλους Th.2.51
, etc.;φοιτᾶν π. τὸν Σωκράτη Pl.Phd. 59d
; πέμπειν ἀγγέλους, πρέσβεις π. τινά, Hdt. 1.141, Th.1.58, etc.;ἄγειν π. τινά Hdt.1.86
;καταφυγὴ π. φίλων τινάς Th.2.17
.2 with Verbs of rest, beside, near, by, sts. with ref. to past motion (expressed in such phrases asἧσο παρ' αὐτὸν ἰοῦσα Il.3.406
, cf. 11.577), , cf. 13.372; κεῖται ποταμοῖο παρ' ὄχθας lies stretched beside.., Il.4.487, cf. 12.381; παρ' ἔμ' ἵστασο come and stand by me, 11.314, cf. 592, 20.49, etc.;π. πυθμέν' ἐλαίης θῆκαν Od.13.122
;καταθέτω π. τὰ ἴκρια IG12.94.28
; κοιμήσαντο π. πρυμνήσια they lay down by.., Od.12.32, cf. 3.460;ὁ παρ' ἐμὲ καθήμενος Pl.Euthd. 271b
, cf. Phd. 89b; ἐκάθητο π. τὴν πύλην, π. τὴν ὁδόν, LXX Ge.19.1, Ev.Marc. 10.46;παρ' αὐτὸν τὸν καλέσαντα κατακείμενος δειπνῆσαι Thphr.Char. 21.2
, cf. Pl.Smp. 175c;ἐκαθέζετο π. τὸν Λύσιν Id.Ly. 211a
, cf. R. 328c;στὰς παρ' αὐτόν Id.Phd. 116c
;τέμενος νεμόμεσθα.. παρ' ὄχθας Il.12.313
, cf. 6.34, IG12.943.45;τοῦ Εὐρίπου, παρ' ὃν ᾤκει Aeschin.3.90
;κατελείφθη π. τὸν νηόν Hdt.4.87
;τὴν παρ' ἐμὲ ἐοῦσαν δύναμιν Id.8.140
.ά (v.l. ἐμοί); εἶπεν αὐτῷ μένειν παρ' ἑαυτόν X.Cyr.1.4.18
, cf. An.1.9.31, Ar.Fr. 451, Is.8.16, Alex.248, Demetr.Com. Nov.1.5, IG22.654.23 (iii B. C.), Plb.3.26.1, 11.14.3, 28.14.3;ἡ π. θάλασσαν Μακεδονία Th.2.99
, cf. S.El. 184 (lyr.), Tr. 636 (lyr.);Καρβασυανδῆς π. Καῦνον IG12.204.52
;τὸ κουρεῖον τὸ π. τοὺς Ἑρμᾶς Lys.23.3
, cf. And.1.62, Is.6.20, 8.35, Aeschin. 1.182, 3.88, Lycurg.112; (1).109 iii 146 (Epid.); παρ' ὄμμα before one's eyes, E.Supp. 484; π. πόδας on the spot, Phld.Ir.p.78 W., Rh.2.2 S.; immediately thereafter, Plb.1.7.5, 1.8.2, al.b [dialect] Dor., [dialect] Boeot., and Thess., = supr. B. 11.2, at the house of.., with a person, IG7.3171.7 (Orchom. [dialect] Boeot.), GDI 1717 (Delph.); παρ' ἁμὲ πολυτίματος [ὁ σῖτος] Ar.Ach. 759 (Megar.);τοῖς κατοικέντεσσι πὰρ ἀμμέ IG9(2).517.18
(Larissa, iii B. C.); τοῖ πὰρ ἀμμὲ πολιτεύματος ib.13;πεπολιτευκὼρ πὰρ ἁμέ Schwyzer 425.5
(Elis, iii/ii B. C.): so in [dialect] Att., θέμενος π. γυναῖκας depositing with.., Pl. R. 465c.3 with Verbs of striking, wounding, etc.,βάλε στῆθος π. μαζόν Il.4.480
, etc.;τὸν δ' ἕτερον.. κληῗδα παρ' ὦμον πλῆξε 5.146
;τύψε κατὰ κληῗδα παρ' αὐχένα 21.117
, cf. 4.525, 8.325, etc.; , cf. 17.310; δησάμενος τελαμῶνι π. σφυρόν ib. 290.4 with Verbs of placing, examining, etc., side by side with..,ὁ ἔλεγχος π. τὸν ἔλεγχον παραβαλλόμενος Pl.Grg. 475e
, cf. Hp.Mi. 369c, Smp. 214c, R. 348a; ;ἄλλα παρ' ἄλλατιθέμενα.. τῶν χρωμάτων Arist.Mete. 375a24
.b Geom., παραβάλλειν π. apply an area to (i. e. along) a finite straight line, Euc.1.44, Archim.Aequil.2.1;π. τὴν δοθεῖσαν αὐτοῦ γραμμὴν παρατείναντα Pl. Men. 87a
; ἡ [εὐθεῖα] παρ' ἣν δύνανται αἱ καταγόμεναι τεταγμένως the line to which are applied the squares of the or dinates, etc., Apollon. Perg.Con.1.11: hence,c Arith., παραβάλλειν τι π. τι divide by.. (v.παραβάλλω A.
VII. 2);μερίζω τι π. τι Dioph.4.33
; ἐπὶ γ π. ί multiply by 3 and divide by 10, PLond.5.1718.2 (vi A. D.).5 Geom., parallel to.., Democr.155, Arist. Top. 158b31, Archim.Sph. Cyl.1.12, al.6 metaph. in Gramm., like, as a parody of.., π. τὸ Σοφόκλειον, π. τὰ ἐν Τεύκρῳ Σοφοκλέους, Sch.Ar.Av. 1240, Nu. 584.b Gramm., of words which differ as compared with other words, π. τὸ τοῦ ἔρωτος ὄνομα σμικρὸν παρηγμένον ἐστίν.. [τὸ ἥρως] Pl.Cra. 398d, cf. 399a, Lg. 654a: hence, derived from.., π. τὸ ἔδαφος, δάπεδον, A.D. Pron.31.16; π. τὸ δρῶ δρᾶμα Sch.A.R.2.624;σύγκειται [τὸ αὐθέντης] π. τὸ εἷναι.. καὶ π. τὸ αὐτός Phryn.PSp.24
B.7 generally, of Comparison, alongside of, compared with, usu. implying superiority,δοκέοντες π. ταῦτα οὐδ' ἂν τοὺς σοφωτάτους ἀνθρώπων Αἰγυπτίους οὐδὲν ἐπεξευρεῖν Hdt.2.160
, cf. 7.20, 103;ἡλίου ἐκλείψεις αἳ πυκνότεραι π. τὰ ἐκ τοῦ πρὶν χρόνου μνημονευόμενα ξυνέβησαν Th.1.23
, cf. 4.6;τῶν ἁπάντων ἀπερίοπτοί εἰσι π. τὸ νικᾶν Id.1.41
;π. τὰ ἄλλα ζῷα ὥσπερ θεοὶ ἄνθρωποι βιοτεύουσι X.Mem.1.4.14
;φαίνεται π. τὸ ἀλγεινὸν ἡδὺ καὶ π. τὸ ἡδὺ ἀλγεινὸν ἡ ἡσυχία Pl.R. 584a
, cf. Phdr. 236d, La. 183c, al.;εὐδαίμων μᾶλλον π. πάντας BCH26.332
([place name] Halae);προετέρει π. πάντας PSI 4.422.34
(iii B. C.): sts. implying inferiority or defect, ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ' ἀγγέλους a little lower than the angels, LXX Ps. 8.6; μιᾷ ἡμέρᾳ ὑστεροῦσι π. τὸν ἥλιον lag one day behind the sun, Gem.8.19; so perh. παρ' αὐτόν, ὑπὲρ αὐτόν (has passed the ball?) short of him, beyond him, Antiph.234; μέγα τοι ἡμέρα παρ' ἡμέραν γιγνομένη γνώμην ἐξ ὀργῆς μεταστῆσαι one day compared with another is important.., a day's delay makes a difference, Antipho 5.72; τί γὰρ παρ' ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει προσθεῖσα κἀναθεῖσα τοῦ γε κατθανεῖν; what joy has one day compared with another to offer, since it only brings us nearer to, or farther from, death (which is neither good nor evil)? S.Aj. 475; ὃς μὲν κρίνει (prefers) ἡμέραν παρ' ἡμέραν, ὃς δὲ κρίνει (approves)πᾶσαν ἡμέραν Ep.Rom.14.5
.8 with Verbs of estimating, to set at so and so much, hence π. = equivalent to.., ταρβῶ μὴ.. θῆται παρ' οὐδὲν τὰς ἐμὰς ἐπιστολάς set at nought, E.IT 732, cf. A. Ag. 229 (lyr.);παρ' οὐδὲν ἄγειν S.Ant.35
; π. μικρὸν ἡγεῖσθαι or ποιεῖσθαί τι hold of small account, Isoc.5.79, D.61.51;παρ' ὀλίγον ποιεῖσθαί τινα X.An.6.6.11
; so with εἶναι, etc., παρ' οὐδέν ἐστι are as nothing, S.OT 983, cf. Ant. 466; ;οὐ π. μέγα ἔσεσθαι τὸ πταῖσμα Arr.An.1.18.6
; so perh. π. σμικρὰ κεχώρηκε have turned out of little account, have amounted to little, Hdt.1.120.b in Accountancy, without a verb, π. τὴν καταλλαγήν on account of κ., PHib.1.100.4 (iii B. C.).9 of correspondence, ὀφείλειν στατῆρα π. στατῆρα stater for stater (one to each of two creditors), BCH50.214 (Thasos, v B. C.);πληγὴν π. πληγὴν ἑκάτερον Ar.Ra. 643
; συνεῖναι ἑκατέρῳ ἡμέραν παρ' ἡμέραν stayed day for day with each, D.59.46; hence of alternation, ποιεῖσθαι ἁγνείας καὶ θυσίας δύο π. δύο, of four priests acting two and two alternately, BGU1198.12 (i B. C.); τοῦ καθημερινοῦ ἢ μίαν π. μίαν (sc. ἡμέραν) [πυρετοῦ] quotidian or tertian fever, ib.956.3 (iii A. D.): sts. without doubling of the Noun, παρ' ἡμέρην, opp. καθ' ἡμέρην, tertian, opp. quotidian, Hp.Aph.1.12; καθ' ἡμέραν, παρ' ἡμέραν, π. δύο, π. τρεῖς every day, every second day, every third (fourth) day, Arr.Epict.2.18.13; π. μίαν every second day, Plb.3.110.4; παρ' ἐνιαυτόν every second year, Plu.Cleom.15; παρ' ἔτος year and year about, Arist.GA 757a7; every second year, Paus.8.15.2; π. μέρος by turns (v. μέρος II. 2);ὁ ἀνὰ μέρος παρ' ἓξ μῆνας ὑπὲρ γῆν τε καὶ ὑπὸ γῆν γινόμενος Ἄδωνις Corn. ND28
; π. μῆνα τρίτον every third month, Arist.HA 582b4, cf. Plu.2.942e; but π. τρία [ἔτεα] prob. every fourth year, IG5(2).422 ([place name] Phigalea), cf. Arr.Epict. l.c.; ἕνα παρ' ἕνα παραλειπτέον every second one, Nicom.Ar.1.18; ἕνα π. δύο ([etym.] τρεῖς) every third (fourth) one, ibid.; παρὰ δ' ἄλλαν ἄλλα μοῖρα διώκει now one now another, E.Heracl. 611.10 precisely at the moment of, παρ' αὐτὰ τἀδικήματα flagrante delicto, D.18.13, 21.26;ἀποδώσω π. τὸν εὔθυνον τὸ καθῆκον IG12.188.31
; π. τοιοῦτον καιρόν, π. τὰς χρείας, D.20.41,46; π. τὰ δεινά in the midst of danger, Plu.Ant.63;π. τὴν πρώτην γένεσιν Jul.Or.1.10b
; π. τὴν πρώτην (sc. ἐπίθεσιν) at the first attack, Hld.9.2;π. γε τὴν πρώτην ὁρμήν Ael.NA14.10
.b distributively, whether of Time, π. τὰ ἑβδομήκοντα ἔτεα in each complete period of seventy years, Hdt.1.32;ἐν ταῖς ὁδοιπορίαις π. στάδια διακόσια.. τοῖς ἑκατὸν σταδίοις διήνεγκαν ἀλλήλων X.Oec.20.18
; πὰρ Ϝέτος each year, every year, Tab.Heracl. 1.101;π. τὸν ἐνιαυτὸν ἕκαστον IG12(7).5.14
([place name] Amorgos); παρ' ἆμάρ τε καὶ νύκτα day and night, B.Fr.7; or more generally, πὰρ τὰν ἐλαίαν in respect of each olive plant, Tab.Heracl.1.122; παρ' ἡμέραν αἱ ἀμίαι πολὺ ἐπιδήλως αὐξάνονται from day to day, per day, Arist.HA 571a21;τὸ παρ' ἑκάστην βάσιν γινόμενον μικρὸν πολὺ γίνεται π. πολλάς Id.Pr. 881b26
;ἡ παρ' ἡμέραν χάρις D.8.70
;τὸ παρ' ἑκάστην ἡμέραν ἡδύ Pl. Lg. 705a
.c παρ' ἆμαρ on (this) day, to-day, τὸ μὲν πὰρ ἆμαρ, τὸ δέ .. to-day and to-morrow, Pi.P.11.63; but παρ' ἦμαρ to-morrow, S. OC 1455 (lyr.).d throughout a period of time,π. τὴν ζόην Hdt. 7.46
;π. τὸν βίον ἅπαντα Pl.Lg. 733a
;π. πάντα τὸν χρόνον D.18.10
; also more loosely, during, π. τὴν πόσιν while they were drinking, Hdt.2.121.δ; π. τὸν πότον Aeschin.2.156
;π. τὴν κύλικα Plu.Ant.24
; π. δεῖπνον or π. τὸ δεῖπνον, Id.2.737a,674f.II along,ὄνος παρ' ἄρουραν ἰών Il.11.558
;βῆ δὲ θέειν π. τεῖχος 12.352
;π. ῥόον Ὠκεανοῖο ᾔομεν Od. 11.21
;ἔπλεον π. τὴν ἤπειρον Hdt.7.193
;π. πᾶσαν τὴν ὁδόν Isoc.4.148
; ὀρθὴν παρ' οἶμον.. τύμβον κατόψει straight along the road, E.Alc. 835;παρ' ὅλην τὴν φάραγγα Plb.10.30.3
; παρ' αὐτὴν τὴν χαράδραν παραπορευομένων ib.9; for παραβάλλειν π., v. supr. c. 1.4b.2 strictly according to, without deviating from,εἶμι π. στάθμην ὀρθὴν ὁδόν Thgn. 945
, cf. S.Fr.474.5; ὠμοί τε δούλοις πάντα καὶ π. στάθμην, i.e. too strict, A.Ag. 1045; π. τὸν λόγον ὃν ἀποφέρουσιν.. ἐπιδείξω I will prove to you strictly according to the accounts which they themselves submit, D.27.34.III past, beyond,παρὰ σκοπιὴν καὶ ἐρινεὸν ἠνεμόεντα.. ἐσσεύοντο Il.22.145
, cf. Od.3.172, 24.12;βῆ δὲ π. Κρουνούς h.Ap. 425
; π. τὴν Βαβυλῶνα παριέναι pass by Babylon, X.Cyr.5.2.29; παρ' αὐτὴν τὴν χύτραν ἄκραν ὁρῶντες looking over the edge of.., Ar.Av. 390.2 metaph., over and above, in addition to,οὐκ ἔστι π. ταῦτ' ἄλλα Id.Nu. 698
;π. ταῦτα πάντα ἕτερόν τι Pl.Phd. 74a
, cf.R. 337d, D.18.139, X.HG 1.5.5; ἑκὼν ἐπόνει π. τοὺς ἄλλους more than the others, Id.Ages.5.3, cf. Mem.4.4.1, Oec.20.16;ἃ τῷ ῥαψῳδῷ προσήκει καὶ σκοπεῖσθαι καὶ διακρίνειν π. τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους Pl. Ion 539e
.3 metaph., in excess over, πὰρ δύναμιν beyond one's strength, Il.13.787, cf. Th.1.70, Hyp.Lyc.16, Arist.Rh.Al. 1423b29;π. τὴν δ. Id.Po. 1451b38
.4 metaph., in transgression or violation of,π. μοῖραν Od.14.509
;π. μοῖραν Δίος Alc.Supp. 14.10
; παρ' αἶσαν, παρὰ δίκαν, Pi.P.8.13, O.2.16, etc.;π. τὸ δίκαιον Th.5.90
, etc.; π. τὰς σπονδάς, τὸν νόμον, Id.1.67, X.HG1.7.14;π. φύσιν Th.6.17
, cf. Pl.Lg. 747b; π. τὴν στήλην prob. in IG12.45.20; π. καιρόν out of season, Pi.O.8.24, etc.; π. γνώμαν ib.12.10, cf. A.Supp. 454; π. δόξαν, π. τὸ δοκοῦν ἡμῖν, π. λόγον, Th.3.93, 1.84, Plb.2.38.5; παρ' ἐλπίδα or ἐλπίδας, A.Ag. 899, S.Ant. 392, etc.; πὰρ μέλος out of tune, Pi.N.7.69;π. τὴν ἀξίαν Th.7.77
, etc.; π. τὸ εἰωθός, τὸ καθεστηκός, Id.4.17, 1.98.5 π. τοσοῦτον ἦλθε κινδύνου, = παρῆλθε τοσοῦτον κινδύνου, passed over so much ground within the sphere of danger, i.e. incurred such imminent peril, Id.3.49, cf. 7.2; in such phrases the tmesis was forgotten, and the acc. came to be governed by παρά, which thus came to mean 'by such and such a margin', ' with so much to spare', ἐνίκησαν π. πολύ, ἡσσηθέντες π. πολύ, Id.1.29, 2.89, cf. Pl. Ap. 36a; παρὰ δ' ὀλίγον ἀπέφυγες only just, E.IT 870 (lyr.); ; δεινότατον π. πολύ by far, Ar.Pl. 445; παρ' ὅσον quatenus, Luc.Nec.17, etc.; π. δύο ψήφους ἀπέφυγε by two votes, Hyp.Eux.28, cf. D.23.205;π. τέτταρας ψήφους μετέσχε τῆς πόλεως Is.3.37
; π. τοσοῦτον ἐγένετο αὐτῷ μὴ περιπεσεῖν by so much (= little) he missed falling in with.., Th.8.33; π. πέντε ναῦς πλέον ἀνδρὶ ἑκάστῳ ἢ τρεῖς ὀβολοὶ ὡμολογήθησαν ib.29; οὐ π. μικρὸν ἐποίησαν they made no little difference, Isoc.4.59.b in phrases like π. τοσοῦτον ἦλθε κινδύνου, τοσοῦτον was sts. understood of the interval from danger, etc., and παρά came to mean 'by so much short of' (τὸ π. μικρὸν ὥσπερ οὐδὲν ἀπέχειν δοκεῖ Arist.Ph. 197a29
), within such and such a distance of, so near to, τὴν Ἠϊόνα π. νύκτα ἐγένετο (sc. αὐτῷ) λαβεῖν he was within one night of taking E., Th.4.106; π. μικρὸν ἦλθον ἀποθανεῖν I came within a little of.., Isoc. 19.22, cf. Plb.1.43.7, Plu. Caes. 39; παρ' ἐλάχιστον ἦλθε.. ἀφελέσθαι was within an ace of taking away, Th.8.76; παρ' οὐδὲν μὲν ἦλθον ἀποκτεῖναι (were within a mere nothing, within an ace of killing him),ἐξεκήρυξαν δ' ἐκ πόλεως Aeschin. 3.258
, cf. Plu.Pyrrh. 14, Alex.62; π. τοσοῦτον ἦλθε διαφυγεῖν so near he came to escaping, Luc.Cat.4; ;παρ' οὐδὲν ἐλθόντες τοῦ ἀποβαλεῖν Plb.1.45.14
, cf. 2.55.4, D.S.17.42: hence without ἐγένετο or ἐλθεῖν, π. μίαν μονάδα (less) by one, i.e. less one, Nicom.Ar.1.8; τεσσαράκοντα π. μίαν, = 39, 2 Ep.Cor.11.24; παρ' ἕνα τοσοῦτοι the same number less one, Plu. Publ.9; σύ μοι παρ' ἕνα ἥκεις ἄγων you have brought me one too few, Luc.Cat.4;δύναται π. δύο συλλαβὰς εἶναι τὸ καταληκτόν Heph.4.2
; τὰ ὁλοκόττινα ηὑρέθησαν π. ἑπτὰ κεράτια seven carats short, PMasp.70.2 (vi A. D.); πάντες παρ' ἕνα, πάντες παρ' ὀλίγους, all save one (a few), Plu.Cat.Mi.20, Ant.5;ἔτη δύο π. ἡμέρας δύο IG5(1).801
([place name] Laconia); of one Μάρκος, θηρίον εἶ π. γράμμα you are a bear ([etym.] ἄρκος) all but a letter, AP11.231 (Ammian.); ὡς π. τι καὶ τὰς ὄψεις ἀφανίσαι so that he all but (lit. less something) lost his sight, Vett.Val.228.6; π. τι βυθίζεσθαι v.l. in Ev.Luc.5.7; τὸ π. τοῦτο the figure less that, i.e. the remainder or difference, PTeb.99.10 (ii B. C.), cf. POxy.264.4 (i A. D.), PAmh.2.148.5 (v A. D.); hence of any difference whether of excess or defect, οὐδὲν π. τοῦτο ποιούμενοι τοὺς.. Λευκανούς τε καὶ τοὺς.. Σαυνίτας making no difference between.., Str.6.1.3, cf. 14.5.11, Plu.2.24c.6 hence of the margin by which anything increases or decreases, and so of the cause according to which anything comes into existence or varies,τὸ εὖ π. μικρὸν διὰ πολλῶν ἀριθμῶν γίνεται Polyclit.2
(cf. μικρός III. 5 c); διαφέρει π. τὰς τῶν παθημάτων ἐναντιώσεις according to.., Arist.HA 486b5;μεταπίπτει π. τὰ κλίματα Gem. 5.29
, cf. 11.5, al.; π. τὰ πράγματα cj. in Apollod.Car.11.7 more generally of the margin by which an event occurs, i.e. of the necessary and sufficient cause or motive (τὸ μὴ π. τοῦτο γίνεσθαι τότε λέγομεν, ὅταν ἀναιρεθέντος τούτου μηδὲν ἧττον περαίνηται ὁ συλλογισμός Arist.APr. 65b6
, cf. 48a24, al.), κεινὰν π. δίαιταν just for the sake of unsatisfying food, Pi.O.2.65; ἕκαστος οὐ π. τὴν ἑαυτοῦ ἀμέλειαν οἴεται βλάψειν each thinks that his own negligence will not suffice to cause injury, Th.1.141, cf. Isoc.3.48; π. τὴν αὑτοῦ ἁμαρτίαν all through his own fault, Antipho 3.4.5, cf. Isoc.6.52, D.4.11, 18.232; πολλὰ.. ἐστιν αἴτια τούτων, καὶ οὐ παρ' ἓν οὐδὲ δύ' εἰς τοῦτο τὰ πράγματ' ἀφῖκται not from one or two causes only, Id.9.2; οὐ π. τοῦτο οὐκ ἔστι it does not follow that it is not.., 1 Ep.Cor.12.15; π. τὸ τὴν ἀρίθμησιν ποιήσασθαι ἐξ ἑτοίμου τοὺς ἐργώνας οὐκ ὀλίγα χρήματα περιεποίησε τῇ πόλει by the simple fact of prompt payment, IPE12.32B35 (Olbia, iii B. C.); , cf. Plb.3.103.2, 18.28.6, al.; οὐδεὶς παρ' ἑαυτόν ἐστι βασιλεύς thanks to himself alone, Aristeas 224;παρ' αὑτὸν ἀτυχεῖ Arr.Epict.3.24.2
, cf. Phld.Rh.2.16 S.;παρ' ἡμᾶς ἡ τῶν ἀγαθῶν ἀπόστασις Hierocl. in CA25p.477M.
; εἶναι π. τοῦτο σωτηρίαν τε πόλει καὶ τοὐναντίον, i.e. on this depends.., Pl.Lg. 715d, cf. X.Eq.Mag.1.5, D.C.Fr.36.5;π. μίαν ἡμέραν καὶ ἓν πρᾶγμα καὶ ἀπόλλυται προκοπὴ καὶ σῴζεται Epict.Ench.51.2
; π. τὸ Ἕλληνά με εἶναι just because I am a Greek, UPZ7.13 (ii B. C.);π. τὸ ἀγαπᾶν αὐτὸν αὐτήν LXX Ge.29.20
, cf. Ex.14.11; later more loosely, because of.., Phld.Rh.1.158 S., Gem.6.24, etc.; οὐδὲν π. σὲ γέγονε it is no fault of yours, PRyl.243.6 (ii A. D.), cf. POxy.1420.7 (ii A. D.).8 of a limit of possibility,εἴπερ ἐνεδέχετο π. τοὺς παρόντας καιρούς D.18.239
; πεῖσαι τό γε παρ' αὑτόν to persuade (the judges) so far as in you lies, Arr.Epict.2.2.20; οἴμωζε παρ' ἐμέ as far as I am concerned, for all I care, Ar.Av. 846.D POSITION: παρά may follow its Subst. in all three cases, but then becomes by anastrophe πάρα: when the ult. is elided, the practice varies,τῇσι παρ' Il.18.400
; but Ἡφαίστοιο πάρ' ib. 191.F πάρα (with anastrophe) stands for πάρεστι and πάρεισι, Il.1.174, Hes.Op. 454, A.Pers. 167, Hdt.1.42, al., S.El. 285, Ar.Ach. 862, etc.G IN COMPOS.,I alongside of, beside, of rest, παράκειμαι, παράλληλοι, παρέζομαι, πάρειμι (εἰμί), παρίστημι; of motion, παραπλέω, πάρειμι ([etym.] εἶμι).II to the side of, to, παραδίδωμι, παρέχω.IV metaph.,2 of comparison, as in παραβάλλω, παρατίθημι.3 of alteration or change, as in παραλλάσσω, παραπείθω, παραπλάσσω, παρατεκταίνω, παραυδάω, παράφημι.4 of a side-issue, παραπόλλυμι. (Cogn. with Goth. faúr 'along', Lat. por-.)
- 1
- 2
См. также в других словарях:
υπό — ὑπὸ, ΝΜΑ και επικ. τ. ὑπαί και αιολ. τ. ὐπά και βοιωτ. τ. ὑπά και αιολ. τ. ὑπύ και αρκαδικός τ. ὁπύ και οἱπό, Α δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και, μόνον στην αρχαία με δοτ. ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. την αιτία… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Βερολίνο — (Βerlin). Πόλη (3.392.900 κάτ. το 1999) της βορειοανατολικής Γερμανίας, πρωτεύουσα της Γερμανικής Ομοσπονδίας (από το 1871 έως το 1945, και ξανά από το 1990, μετά την ένωση των δύο Γερμανιών και των αντίστοιχων τμημάτων του Β., Ανατολικού και… … Dictionary of Greek
Τυνησία — I Τυνησία Κράτος της βόρειας Αφρικής. Βρέχεται στα βόρεια και στα ανατολικά από τη Mεσόγειο, και συνορεύει στα δυτικά με την Aλγερία και στα νότια με τη Λιβύη.Tο έδαφος της Tυνησίας περιλαμβάνει το τμήμα εκείνο της Σαχάρας που εκτείνεται στα… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Αφγανιστάν — Κράτος της νοτιοκεντρικής Ασίας.Συνορεύει στα Β με το Τουρκμενιστάν (ΒΔ), το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν (ΒΑ) και την Κίνα (ΒΑ), στα Α και Ν με το Πακιστάν και στα Δ με το Ιράν.Το Α. βρίσκεται στο κέντρο της αχανούς νότιας Ασίας, ανάμεσα σε μια… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek