-
1 πρός
1 prep. c. acc.a to, towardπρὸς ἐσχατιὰν Θήρων ἀρεταῖσιν ἱκάνων ἅπτεται Ἡρακλέος σταλᾶν O. 3.43
πρὸς Πιτάναν δεῖ σάμερον ἐλθεῖν O. 6.28
κοίλαν πρὸς ἄγυιαν θνᾳσκόντων (v. l. ἐς) O. 9.34 “ Νείλοιο πρὸς πῖον τέμενος Κρονίδα” P. 4.56 “ ἐλθόντας πρὸς Αἰήτα θαλάμους” P. 4.160ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.106
ὅσαις δὲ βροτὸν ἔθνος ἀγλαίαις ἁπτόμεσθα, περαίνει πρὸς ἔσχατον πλόον P. 10.28
θυμέ, τίνα πρὸς ἀλλοδαπὰν ἄκραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι N. 3.26
κατέδρακεν Ἡρακλέος ὀλβίαν πρὸς αὐλάν N. 4.24
βουβόται τόθι πρῶνες ἔξοχοι κατάκεινται πρὸς Ἰόνιον πόρον N. 4.53
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν lying to the west N. 4.69 ἀνὰ δ' ἱστία τεῖνον πρὸς ζυγὸν καρχασίου up to N. 5.51πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.23
πρὸς Ἴλου πόλιν N. 7.30
ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν N. 7.40
( ἀρετά)ἀερθεῖσ' πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.42
πάντες ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν fr. 124. 7. πρὸς Ὄλυμπον Θρ. 7. 15. irregular position:πρὸς δ' ἑταῖροι καρτερὸν ἄνδρα φίλας ὤρεγον χεῖρας P. 4.239
b againstIγέρονθ ὅτι Πρίαμον πρὸς ἑρκεῖον ἤναρε βωμὸν ἐπενθορόντα Pae. 6.114
τέλος δ ἀείραις πρὸς στιβαρὰς ἐπάραξε πλευράς fr. 111. 4. “ δοιὰ βοῶν θερμὰ πρὸς ἀνθρακιὰν στέψαν” (Schr.: δ' εἰς codd., valde corrupti) fr. 168. 2.II in opposition, answer to: againstἄκραντα γαρύετον Διὸς πρὸς ὄρνιχα θεῖον O. 2.88
χλιδῶσα δὲ μολπὰ πρὸς κάλαμον ἀντιάξει μελέων O. 10.84
χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1.c towards (the time of), aboutπρὸς εὐάνθεμον δ' ὅτε φυὰν O. 1.67
τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα ῥέποντα πρὸς ἀῶ P. 9.25
τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44
d of mental direction, toπρὸς ἡσυχίαν φιλόπολιν τετραμμένον O. 4.16
ὄφρα ἵκωμαι πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος O. 6.24
“ τραχεῖαν ἑρπόντων πρὸς ἔπιβδαν” P. 4.140θυμὸν ἐκδόσθαι πρὸς ἥβαν P. 4.295
πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι γλυκεῖαν ἦτορ I. 3.10
πτάμεναι νοήματι πρὸς Ἀφροδίταν (Wil.: ποτ τὰν codd.) fr. 122. 5.e with a view to, with the object ofἀμφ' ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον κινδύνῳ κεκαλυμμένον O. 5.15
ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8
ἐρεθίζομαι πρὸς ἀυτὰ[ν] I am provoked to song fr. 140b. 14.f in respect of, inὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42
ἀγαπατὰ δὲ καιροῦ μὴ πλαναθέντα πρὸς ἔργον ἕκαστον τῶν ἀρειόνων ἐρώτων ἐπικρατεῖν δύνασθαι N. 8.4
g by reference to, according toτῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα P. 6.45
2 c. gen. a. of pers., at the hands of, from, byχρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν P. 3.103
δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
ἀπαθὴς δ' αὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297
ἴστω λαχὼν πρὸς δαιμόνων θαυμαστὸν ὄλβον N. 9.45
καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν τετράκις N. 10.42
τετίματαί τε πρὸς ἀθανάτων φίλος I. 4.59
πρὸς δ' Ἀφροδίτας ἀτιμασθεὶς fr. 123. 6. ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 6.b in the eyes ofὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
c by in prayers, invocations.πρὸς Ὀλυμπίου Διός σε, χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι με δέξαι Pae. 6.1
ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω Pae. 9.7
d under the force of, in the face ofπένθος δὲ πίτνει βαρὺ κρεσσόνων πρὸς ἀγαθῶν O. 2.24
e from τᾶς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακείς (Kaibel: ἀκτῖνας ὄσσων, ἀκτῖνας προσώπων codd.) fr. 123. 2.3 c. dat., on atἀψευδεῖ δὲ πρὸς ἄκμονι χάλκευε γλῶσσαν P. 1.86
[ πρὸς τέρμασιν (coni. Boeckh: ἐν codd.) P. 9.114] ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν (v. l. ἐσχατιὰς) I. 6.124 in tmesis. πρὸς ὄμμα βαλὼν χερὶ[ (v. προσβάλλω) Pae. 15.6 -
2 πρός
πρός, Prep., expressing direction,A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:I of Place, from,ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29
;τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037
(v.l.).2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154
;ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120
;ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62
, etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101
; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;π. Πλαταιῶν Th. 3.21
;π. Νεμέας Id.5.59
; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122
;τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121
, cf. 4.17.3 before, in presence of,μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339
;οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188
; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,b in the eyes of,ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71
, cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286
.4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67
;π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839
(lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;π. τοῦ Διός Id.Av. 130
: less freq. with other words,π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39
;π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14
;μὴ π. γενείου S.El. 1208
;μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515
(lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45
;ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a
, cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468
;μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324
.5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17
, cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25
;οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23
; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125
.II of effects proceeding from what cause soever:1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85
, cf. 1.160, etc.;τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302
;δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90
; ;φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59
;τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550
, cf. S.Aj. 527;λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45
;κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139
, etc.;μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13
: with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57
; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429
;οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47
; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; alsoλόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120
; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269
, cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209
;αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111
;ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650
: with an Adj. or Subst.,τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162
;ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139
;ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919
;ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297
;πειθὼ π. τινός S.El. 562
;π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514
; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144
: with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.III of dependence or close connexion: hence,1 dependent on one, under one's protection,π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207
,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57
.IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153
, cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581
, cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;π. σοῦ ἐστι Id.HF 585
, etc.;οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11
, etc.: of qualities, etc.,π. δυσσεβείας A.Ch. 704
; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59
; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;εἰ τόδε π. τρόπου λέγω
correctly,Id.
R. 470c; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14
([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7
; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,ποτὶ γαίῃ Od.8.190
, 11.423;ποτὶ γούνασι Il.5.408
; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί); πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86
; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15
;νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210
;π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371
;π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95
;π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180
(lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808
;π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34
; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79
;τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105
;αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1
; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13
, cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18
;π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28
.3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245
, Od.2.80;με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415
, cf. 7.279, 9.284; , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35
.4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;προτὶ οἷ εἷλε 21.507
;πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329
;προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111
; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;π. τινί
close to,Men.
Epit. 204.II to express close engagement, at the point of,π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169
; engaged in or about,π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c
, cf. Phdr. 249c, 249d;ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176
;ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22
; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (butπ. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6
);ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127
;π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74
; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7
, cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2
, cf.709.1 (ii B. C.).III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα
in addition to,A.
Pr. 323, cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90
; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45
;τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774
; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b
; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,π. τούτῳ Hdt.1.31
,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420
; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239
; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374
;βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71
;κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147
; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435
;ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127
;ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342
;ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334
;πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395
;π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278
;τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931
; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3
;ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1
; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς
beside,Supp.Epigr.
6.106 ([place name] Cotiaeum).b of addition, (Argos, v B. C.);ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63
, cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,ἰδεῖν π. τινά Od.12.244
, al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44
; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240
;στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477
; so in Prose,π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201
, cf. 4.40;π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149
; alsoἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22
(v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;π. τὸ λύχνον Hippon.22
Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751
;πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d
, cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.4 in hostile sense, against,π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471
;ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378
; π. δαίμονα against his will, 17.98;βεβλήκει π. στῆθος 4.108
;γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303
;χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88
;π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304
;ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65
;ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118
;ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c
;ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18
: also in argument, in reply to,ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c
; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34
.5 without any hostile sense,π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155
,cf.5.274,11.403,17.200;π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584
; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267
;μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19
, etc.;ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60
codd.;ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632
, Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45
; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d
; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285
.b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19
; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59
;γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82
, cf. Hdt. 1.61;π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22
;π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51
;π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491
; alsoσαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82
, cf. O.4.6;παίζειν πρός τινας E.HF 952
, etc.;ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14
;ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86
;εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340
; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c
;π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2
; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8
(Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10
;ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23
;τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314
, cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13
([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23
, cf. 16.10;τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12
, cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8
(Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14
;ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19
codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25; ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1
; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); alsoδιαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31
, cf. D.7.33.II of Time, towards or near a certain time, at or about,ποτὶ ἕσπερα Od.17.191
;ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552
;πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a
;ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22
;π. ἡμέραν Id.An.4.5.21
;π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089
; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii); ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.III of Relation between two objects,1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37
;οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..
in respect of..,Arist.
APr. 24a25, cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28
; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1
D.;π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8
(iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168
, cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.
s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14
, etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.2 in reference to, in consequence of,πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52
, cf. 4.161;π. τὴν φήμην
in view of..,Id.
3.153, cf. Th.8.39;χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59
;ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4
, etc.: with neut. Pron.,π. τί;
wherefore? to what end?S.
OT 766, 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;π. ταῦτα
therefore, this being so,Hdt.
5.9,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.3 in reference to or for a purpose,ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057
; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174
, cf. OC71, Tr. 1182;ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12
;ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21
;ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60
; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7
.b with a view to or for a future time,ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62
(Senatus consultum, ii B. C.);θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13
.c = πρός B. 11,ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8
;ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3
, cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.4 in proportion or relation to, in comparison with,κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34
;ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35
;π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94
, 8.44;πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10
, cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68
;ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50
; alsoἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3
;ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39
: also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2
, cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19
; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a
; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42
(Ephesus, iii B. C.);θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16
(Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1
, cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6
(Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b
; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); soἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a
; of measurements of time by the flow from the clepsydra,π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126
, cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17
(Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8
;π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30
; hence later, π. ὀλίγον for a short time,ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1
, cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4
([place name] Ptolemaic);π. βραχύ Jul.Or.1.47b
(but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21
.κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3
;π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101
, cf. Sor.1.56;π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8
(ii A. D.);π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399
(ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89
.5 in or by reference to, according to, in view of,π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20
, cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47
;ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17
, cf. 314, etc.;εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22
; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32
;π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63
; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα
according to..,E.
Hipp. 701; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9
, cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.6 with the accompaniment of musical instruments,π. κάλαμον Pi.O.10(11).84
; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13
(Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20
(s.v.l.);π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73
;τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735
; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);π. τὸ βίαιον A.Ag. 130
(lyr.);π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214
; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8
,19;π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594
;π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494
; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13
;ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15
, cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e
; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1
, cf. S.OT 1152;π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3
, etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,π. χ. βορᾶς S.Ant.30
, cf. Ph. 1156 (lyr.);π. ἰσχύος χ.
by means of,E.
Med. 538; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23
, etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;π. εὐσέβειαν Id.El. 464
; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;π. φύσιν Id.Tr. 308
; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1
; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2
; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;π. δὲ ἔτι Id.3.74
;καὶ π. Id.7.154
, 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;καὶ π. γε E.Hel. 110
, Pl.R. 328a, 466e;καὶ.. γε π. A.Pr.73
;καὶ δὴ π. Hdt.5.67
; freq. at the end of a second clause,τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622
;ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e
, cf. E.Ph. 610;ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28
, cf. 22.60.E IN COMPOS.,I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.F REMARKS,1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653
, cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)σφέτερον Il.17.419
, cf. Pi.O.4.5.2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis. -
3 θεός
θεός (ὁ, ἡ; v. θεά: θελτ;γτ;ός, θεός, θεοῦ, θεοῖο, θεῷ, θεῷ, θεόν; θεοί, θεοί, θεῶν, θεων, θεοῖς, θεοῖσι, θεούς, θεοί.)1 god1 unspecified. ( Τάνταλος)θεοῖσι δεῖπνα παρέχων O. 1.39
θεὸς ἐπίτροπος ἐὼν τεαῖσι μήδεται μερίμναισιν O. 1.106
ὅταν θεοῦ Μοῖρα πέμπῃ ἀνεκὰς ὄλβον ὑψηλόν fate dispensed by god O. 2.21παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα O. 2.66
θεὸς εὔφρων εἴη λοιπαῖς εὐχαῖς O. 4.12
βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις at Olympia O. 5.5μὴ ματεύσῃ θεὸς γενέσθαι O. 5.24
θεῶν κάρυκα Ἑρμᾶν O. 6.78
θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34
θεῶν δ' ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.65
Τλαπολέμῳ ἵσταται ὥσπερ θεῷ πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.79
ἐπεὶ τό γε λοιδορῆσαι θεοὺς ἐχθρὰ σοφία O. 9.37
ἄνευ δὲ θεοῦ σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.103
μετὰ δώδεκ' ἀνάκτων θεῶν (cf. O. 5.5) O. 10.49 θεῶν ναοῖσιν οἰωνῶν βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; O. 13.21Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν O. 13.52
τελεῖ δὲ θεῶν δύναμις καὶ τὰν παῤ ὅρκον κτίσιν O. 13.83
ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας ( θεοὶ etiam possis) O. 14.8θεῶν κρατίστου παῖδες O. 14.14
θεῶν πολέμιος, Τυφὼς P. 1.15
θεῶν παλάμαις P. 1.48
οὕτω δ' Ἱέρωνι θελτ;γτ;ὸς ὀρθωτὴρ πέλοι P. 1.56
θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται, θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.49
—50. χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88καὶ θεοὶ δαίσαντο παρ' ἀμφοτέροις P. 3.93
εἰ δέ μοι πλοῦτον θεὸς ἁβρὸν ὀρέξαι P. 3.110
“ σὺν τιμᾷ θεῶν” P. 4.51ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
θεῷ πίσυνος P. 4.232
σὺν θεῶν τιμαῖς P. 4.260
εἰ μὴ θεὸς ἁγεμόνεσσι κυβερνατὴρ γένηται P. 4.274
παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν P. 5.25
οὐ θεῶν ἄτερ ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν P. 5.76
κτίσεν δ' ἄλσεα μείζονα θεῶν P. 5.89
θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν P. 5.117
μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι P. 6.24
“ τύχᾳ θεῶν” P. 8.53θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.71
ὠκεῖα δ' ἐπειγομένων ἤδη θεῶν πρᾶξις P. 9.67
μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20
ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.49
Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν P. 11.62
θεῶν βασιλέα N. 1.39
ὅταν θεοὶ ἐν πεδίῳ Φλέγρας Γιγάντεσσιν μάχαν ἀντιάζωσιν N. 1.67
σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ N. 6.24
τιμὰ δὲ γίνεται ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων N. 7.32
βασιλῆα δὲ θεῶν N. 7.82
εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι N. 7.89
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
Διομήδεα δ' ἄμβροτον ξανθά ποτε Γλαυκῶπις ἔθηκε θεόν N. 10.7
Ἥβα καλλίστα θεῶν N. 10.18
ἐπεὶ τοῦτον ἢ πάμπαν θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ, εἵλετ αἰῶνα Πολυδεύκης N. 10.58
πολλὰ μὲν ἀγαζόμενοι πρώταν θεῶν (i. e. Ἑστίαν) N. 11.6καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.39
ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος I. 4.1
Πηλέος ἥρωος, εὐδαίμονος γαμβροῦ θεῶν I. 6.25
δεξαμένα τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5
χαλκόπεδον θεῶν ἕδραν I. 7.44
ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός I. 8.10
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30
σὺν θεῶν δὲ αἴσᾳ (Boeckh: θεῶ codd.) I. 9.1θεοὶ συνετέλεσσαν Pae. 2.65
ἐν θεῶν ξενίᾳ at the Delphic Theoxenia Pae. 6.61Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94
]τράπεζαν θεῶν ἐπ' ἀμβ[ρο Pae. 15.7
δεῦτ ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι, ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν, θεοί fr. 75. 2. θεῶ[ν] Κυβέ[λαν] ματ[έρα (supp. Gomperz, Snell) fr. 80. ἀλλ' οἶος ἄπλατον κεράιζε θεῶν Τυφῶνα Ζεύς fr. 93. θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 1. θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 1. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebent codd. Plutarchi, non habet, ut vid., Π.) Θρ.. 1. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 3. τί θεός; fr. 140d.σὺν θεοῖς O. 8.14
σὺν θεοῖς ζεύξω τέλος I. 1.6
σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17
σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τέλος I. 4.5
2 opposed to men, mortals.εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64
τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21
ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41
θεῶν δ' ἐφετμαῖς Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν P. 2.22
γόνον οὔτ' ἐν ἄνδρασι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30
“ παῖδες ὑπερθύμων τε φωτῶν καὶ θεῶν” P. 4.13 “ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ” P. 4.21 “ ἔν τε θεοῖς κἀνθρώποις” P. 9.40θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ. εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς P. 10.21
ἀρχαὶ δὲ βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς ( ἐκ θεῶν Σ: ?on analogy of ἄρχεσθαι) N. 1.9ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1
ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι. καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54
σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τέλος I. 4.5
ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ' ἀμάχανον εὑρέμεν Pae. 6.51
οὐ γάρ ἔσθ ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει βροτέᾳ φρενί fr. 61. 3. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 5. ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον λτ;θεῷ> (add. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει (supp. Blass) ?fr. 333a. 4.3 specific gods.a Apollo.οὐδ' ἔλαθ Αἴπυτον κλέπτοισα θεοῖο γόνον O. 6.36
ὣς ἦρα θεὸς σάφα εἴπαις O. 8.46
φέροισα σπέρμα θεοῦ P. 3.15
ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ P. 5.39
ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος εὐρυβία P. 9.13
κλειτὰς ὄνων ἑκατόμβας ἐπιτόσσαις θεῷ ῥέζοντας P. 10.33
θεοῦ παρ' εὐτειχέα δόμον N. 7.46
καὶ τὸ μὲν διδότω θεός Pae. 2.54
Πάριος ἑ[καβόλος βροτη]σίῳ δέμαι θεός Pae. 6.80
ὤμοσε [γὰρ θ]εός Pae. 6.112
θεοῦ ἄδυτον Pae. 7.3
his temple in Delphi:μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31
ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν N. 7.40
b Zeus.θεοῦ σάμασιν πιθόμενοι P. 4.199
γνώτ ἀείδω θεῶ τε καὶ ὅστις ἁμιλλᾶται (οἶ pro θεῷ coni. Kayser) N. 10.31πέμψεν θεὸς ἀρχὸν οἰωνῶν μέγαν αἰετόν I. 6.49
c Poseidon.τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
θεὸς τῶνδε κείνων τε κλυτὰν αἶσαν παρέχοι φιλέων O. 6.101
ὀρσοτρίαιναν εὐρυβίαν καλέων θεόν P. 2.12
( Ἰσθμός)ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται N. 5.38
d Helios.καί ῥά μιν χώρας ἀκλάρωτον λίπον, ἁγνὸν θεόν O. 7.60
e Dionysos. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν fr. 75. 9.f Herakles.ἥρως θεὸς N. 3.22
g goddesses, Kybele, Great Mother. μεγάλας θεοῦ κύνα Pan. fr. 96. 2.Ματρί, τὰν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται θαμὰ σεμνὰν θεὸν ἐννύχιαι P. 3.79
h Thetis.πεπρωμένον ἦν, φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν I. 8.34
i Honour, Aidos.κείνα θεός N. 9.36
k Athene.εὗρεν θεός P. 12.22
l Psamatheia.βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ, ὃν Ψαμάθεια τίκτ' ἐπὶ ῥηγμῖνι πόντου N. 5.13
4 θεόθεν, from, inspired by heavenσύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν O. 12.8
θεόθεν ἐραίμαν καλῶν P. 11.50
5 frag. ]οι· θεῶν[ Pae. 4.17
-
4 φέρω
φέρω ([dialect] Locr. [full] φάρω [ᾰ], IG9(1).334.5 (Oeanthea, v. B.C.)), only [tense] pres. and [tense] impf. (late 1 [tense] aor. [ per.] 3pl.Aἤφεραν IG3.1379
), Il.21.458, etc.: [dialect] Ep. forms, [ per.] 2pl. imper.φέρτε Il.9.171
; [ per.] 2sg. subj. ; [ per.] 3sg. subj.φέρῃσι Il.18.308
, Od.5.164, al.; [dialect] Ep. inf.φερέμεν Il.9.411
, al.: [tense] impf. ἔφερον, [dialect] Ep.φέρον 3.245
; also φέρεσκε, φέρεσκον ([ per.] 3pl.), Od.9.429, 10.108.II [tense] fut.οἴσω Il.7.82
, etc.; [dialect] Dor.οἰσῶ Theoc.3.11
; [ per.] 1pl.οἰσεῦμες Id.15.133
; [ per.] 3pl. ηοίσοντι Tab.Heracl.1.150: the foll. act. forms are not [tense] fut. in sense, imper.οἶσε Od.22.106
, 481, Ar.Ach. 1099, 1101, 1122, Ra. 482;οἰσέτω Il.19.173
, Od.8.255; [ per.] 3pl.οἰσόντων Antim.15
; inf.οἴσειν Pi.P.4.102
, [dialect] Ep.οἰσέμεν Od.3.429
,οἰσέμεναι Il.3.120
, Od.8.399, etc.: [tense] aor. 1 inf.οἶσαι Ph.1.611
codd. ( ἀν-οῖσαι is prob. in Hdt.1.157):—[voice] Med., [tense] fut.οἴσομαι Il.22.217
, S.El. 969, etc. (in pass. sense, E.Or. 440, X.Oec.18.6; so [dialect] Dor.οἰσεῖται Archim.Fluit.1.7
, al.): [tense] fut. [voice] Pass.οἰσθήσομαι D.44.45
, Arist. Ph. 205a13, Archim.Fluit.1.3, al., ([etym.] ἐξ-) E.Supp. 561:—[voice] Pass., [tense] pf.προοῖσται Luc.Par.2
; cf. οἰστέον, οἰστός ([etym.] ἀν-οιστός).III from ἐνεγκ- (not found in Hom. or Hdt., exc. as v.l. in Il.19.194, but in Pi.O.13.66, I.8(7).21, ([etym.] προς-) Id.P.9.36, also B.16.62, and normal in [dialect] Att. and Trag., also in codd.Hp., Epid.1.1.2, al.) come [tense] aor. 1 ἤνεγκα, and [tense] aor. 2 ἤνεγκον:—Indic., [ per.] 1sg. (lyr.), 964, Ar.Ra. 1299, Th. 742, Lys. 944, ([etym.] δι-) Isoc.18.59, butἤνεγκα S.El. 13
, E. Ion38, Aeschin.2.4, and in compos. with Preps.; [ per.] 2sg. always (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Tr. 741 (in Ar.Th. 742, δέκα μῆνας αὔτ' ἐγὼ ἤνεγκον is answd. by ἤνεγκας σύ;); [ per.] 3sg. ἤνεγκε, common to both forms; dualδι-ηνεγκάτην Pl.Lg. 723b
; pl. always ἠνέγκαμεν, -ατε, -αν ([ per.] 3pl.ἀπ-ήνενκαν IG22.1620.37
, al., once ἀπ-ήνεγκον ib. 1414.2; δι-ηνέγκομεν is f.l. in X.Oec.9.8): imper., [ per.] 2sg. , Ar.Eq. 110, X.Mem.3.6.9 ( ἔνεγκον cj. Pors. in Anaxipp. 8); [ per.] 3sg. (troch.), Th. 238, Pl.Phd. 116d, ([etym.] προς-) X.Smp.5.2; butἐξ-ενεγκέτω IG12.63.33
, 76.61; [dialect] Dor. [ per.] 3pl. ἐνεγκόντω ib.5 (1).26.16 (Amyclae, ii/i B. C.); [ per.] 2pl.ἐξ-ενέγκατε Ar.Ra. 847
: subj. ἐνέγκω common to both forms: opt., [ per.] 1sg. , Pl.Cri. 43c: [ per.] 3sg. ἐνέγκαι (cod.A, but - κοι cod.Laur.) S.Tr. 774, butἐνέγκοι Id.Fr.84
(anap.), Pl.R. 330a, ([etym.] ξυν-) Th.6.20, etc.; [ per.] 2pl. ἐνέγκαιτε ( ἐνέγκατε codd.) E.Heracl. 751 (lyr.): inf. , S.OC 1599, IG22.40.18, etc., ([etym.] προς-) Pi.P.9.36, Hp.VM15; Hellenistic ([etym.] εἰς-), PAmh.2.30.35 (ii B. C.), Ev.Marc. 2.4 ([etym.] προς-), etc., found also in codd.Hp., Aff.3 ([etym.] προς-), Nat.Mul.19 ([etym.] δι-): part.ἐνεγκών Pi.I.8(7).21
, S.El. 692, Th.6.56, etc.,ἐνέγκας IG22.1361.21
([etym.] εἰς-), 333.4, D.49.51 (and later, Demetr.Com.Nov.1.10 ([etym.] εἰς-), Arist.Oec. 1351a14, etc.; in X. we findἐξ-ενεγκόντες Mem.1.2.53
, and δι-ενεγκοῦσα, συν-ενεγκόντες, vv. ll. in ib.2.2.5, An.6.5.6):— [voice] Med., only ἠνεγκάμην, Ar.Ec.76 ([etym.] ἐξ-), etc. (exc. imper. ); [ per.] 2sg. , X.Oec.7.13; [ per.] 3sg. , Pl.R. 406b, etc.; [ per.] 1pl.ἠνεγκάμεθα Id. Ion 530b
, ([etym.] προ-) Phlb. 57a; inf.εἰς-ενέγκασθαι Isoc.15.188
: part.ἐνεγκάμενος Aeschin.1.131
, ([etym.] ἀπ-) X.Ages.6.2.IV from ἐνεικ- comes [tense] aor. 1 ἤνεικα, found mostly in [dialect] Ion. (but not in codd. Hp.), [dialect] Ep. and Lyr., also at Cos (v. infr.) and implied elsewh. in pass. forms (v. infr. v):—the endings are those of [tense] aor. 1, exc. in imper.ἔνεικε Od.21.178
, inf. ἐνεικέμεν (v.l. ἐνεγκέμεν) Il.19.194, ἐνείκην (v. infr.), and part. μετ-ενεικών, ἐξενικοῦσι (v. infr.), cf. συνενείκομαι:—[ per.] 1sg.ἀν-ένεικα Od.11.625
; [ per.] 2sg.ἀπ-ένεικας Il.14.255
; [ per.] 3sg.ἤνεικε Od.18.300
, al., Hdt.2.146, [dialect] Ep.ἔνεικε Il.15.705
, al.; [ per.] 1pl.ἐνείκαμεν Od.24.43
; [ per.] 3pl.ἤνεικαν Hdt.3.30
, [dialect] Ep.ἔνεικαν Il.9.306
; imper. [ per.] 2sg.ἔνεικον Anacr.62.3
; [ per.] 2pl.,ἐνείκατε Od. 8.393
; [ per.] 3pl.ἐνεικάντων Schwyzer 688
B 3 (Chios, v B. C.); inf.ἐνεῖκαι Il.18.334
, Pi.P.9.53, Hdt.1.32; ἐνεικέμεν (v. supr.); [dialect] Aeol.ἐνείκην Alc.Oxy.1788
Fr.15ii 20; part.ἐνείκας Il.17.39
, ([etym.] ἀν-) Hdt.2.23;μετ-ενεικών Abh.Berl.Akad.1928(6).22
(Cos, iii B. C.):—[voice] Med., [ per.] 3sg.ἀν-ενείκατο Il.19.314
; [ per.] 3pl.ἠνείκαντο 9.127
, Hdt.1.57, ([etym.] ἐς-) 7.152; part.ἐνεικάμενος Alc.35.4
.2 [tense] aor. 1 ἤνῐκα is found in the foll. dialect forms: [ per.] 3sg.ἤνικε IG42(1).121.110
(Epid., iv B. C.); Bi11 (Delph., iv B. C.);ἀν-ήνικε IG4.757A12
, al. (Troezen, ii B. C.); ἀπ-ήνικε ib.42(1).103.16, al. (Epid., iv B. C.); but ἤνῑκε is prob. written for ἤνεικε in IG4.801.3 (Troezen, vi B. C.); [ per.] 1pl. ἀν-ηνίκαμες [ῐ] GDI 3591b21 ([place name] Calymna); [ per.] 3pl. Bi 17 (Delph., iv B. C.), IG 12(2).15.15 (Mytil., iii B. C.); [ per.] 3sg. subj.ἐνίκει Berl.Sitzb.1927.161
([place name] Cyrene); ἐς-ενίκη, and inf. ἐς-ένικαι, IG12(2).645b43,39 (Nesus, iv B. C.); part. (dat. pl.)ἐξ-ενικοῦσι IG4.823.49
(Troezen, iv B. C.); so in later Gr.,εἰς-ήνικα Supp.Epigr.7.381
,382 (Dura-Europos, iii A. D.); ἤνιγκα ib.383 (ibid., iii A. D.):—[voice] Med., part.ἐξ-ε[νικ]άμενος IG12
(2).526a5 (Eresus, iv B. C.).b [dialect] Boeot. [tense] aor. 1 in [ per.] 3pl.εἴνιξαν IG7.2418.24
(Thebes, iv B. C.); [ per.] 1sg. ἤνειγξα Hdn.Gr.2.374.V other tenses: [tense] pf.ἐνήνοχα D.21.108
, 22.62, ([etym.] ἐξ-) Luc.Pr.Im.15,17, ([etym.] μετ-) Pl.Criti. 113a, ([etym.] συν-) v. l. in X.Mem.3.5.22:—[voice] Pass., [tense] fut.ἐνεχθήσομαι Arist.Ph. 205b12
, Archim.Fluit.2.2, al., ([etym.] ἐπ-) Th.7.56, ([etym.] κατ-) Isoc.13.19: [tense] aor.ἠνέχθην X.An.4.7.12
and freq. in compds.; [dialect] Ion.ἀπ-ηνείχθην Hdt.1.66
, etc.; ([etym.] περι-) ib.84; [ per.] 3pl. written ἠνείχτθησαν in Schwyzer 707B9 (Ephesus, vi B. C.); [dialect] Dor. part.ἐξ-ενειχθείς IG42(1).121.115
(Epid., iv B. C.); Hellenisticἐνεγχθείς PCair.Zen.327.42
(iii B. C.), ([etym.] συμπερι-) IPE12.32A31,78, B70 (Olbia, iii B. C.); in dialects, [ per.] 3sg. indic.ἀπ-ηνίχθη IG42(1).103.111
(Epid., iv B. C.); [ per.] 3sg. subj. ἐξενιχθῇ ib.12(5).593 A23 (Ceos, v B. C.), Abh.Berl.Akad.1928(6).21 (Cos, iii B. C.); [dialect] Boeot.ἐν-ενιχθεῖ IG7.3172.150
(Thespiae, iii B. C.); part. (neut.)ἐπ-ενιχθέν Abh.Berl.Akad.1928(6).53
(Telos, iv B. C., ined.); [dialect] Att. [tense] pf.ἐνήνεγμαι, ἐνήνεκται Pl.R. 584d
,εἰς-ενήνεκται E. Ion 1340
;ἀν-ενήνεγκται IG12.91.4
; ἐπαν-ενήνειγκται ib.22.1607a7; [dialect] Ion.ἐξ-ενηνειγμένος Hdt.8.37
; [dialect] Att. [tense] plpf.προς-ενήνεκτο X.HG4.3.20
; part.κατ-, μετ-ενηνεγμένος Plb.10.30.2
, Str.13.1.12. (With φέρω cf. Lat.fero, OE. beran, Skt. bhárati 'bear'; οἴσω is of uncertain origin; ἐνεγκ- is prob. redupl. ἐγκ- ( ἐνεκ- in [voice] Pass. forms and in δουρηνεκής, etc.), cogn. with Skt. náśati 'attain,' Lat. nanciscor, Lith. nèšti 'carry, bear'; ἐνεικ- ([etym.] ἐνῐκ-) is of uncertain origin; the glosses ἐνέεικαν· ἤνεγκαν, and ἐνεείκω· ἐνέγκω (Hsch.) are not corroborated.)A [voice] Act.,I bear or carry a load,ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν Il.18.568
;μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303
;ἦγον μὲν μῆλα, φέρον δ' εὐήνορα οἶνον Od.4.622
;χοάς A.Ch.15
;φ. ἐπ' ὤμοις S.Tr. 564
;χερσὶν φ. Id.Ant. 429
;φ. ὅπλα βραχίονι E.Hec.14
; bear (as a device) on one's shield, A.Th. 559, etc.; γαστέρι κοῦρον φ., of a pregnant woman, Il.6.59; φ. ὑπὸ ζώνην or ζώνης ὕπο, A.Ch. 1000(992), E.Hec. 762: in Trag. stronger than ἔχω, ἁγνὰς αἵματος χεῖρας φ. to have hands clean from blood, E.Hipp. 316 (v.l. φορεῖς); ἀλαὸν ὄμμα φέρων Id.Ph. 1531
(lyr.);γλῶσσαν εὔφημον φ. A.Ch. 581
, cf. Supp. 994;καλὸν φ. στόμα S.Fr. 930
codd. (nisi leg. φορῇ) ; ἄψοφονβάσιν φ. Id.Tr. 967
(lyr.).II bear, convey, with collat. notion of motion, freq. in Hom.,πῇ δὴ.. τόξα φέρεις; Od.21.362
; πρόσω φ. ib. 369;εἴσω φέρω σ' ἐντεῦθεν Ar.V. 1444
, cf. Pl.Lg. 914b;πόδες φέρον Il.6.514
;πέδιλα τά μιν φέρον 24.341
, etc.; of horses, 2.838;ἵππω.. ἅρμα οἴσετον 5.232
, etc.; of ships, Od.16.323, cf. Il.9.306;τὰ σώματα τῶν ζῴων συνέστηκεν ἐκ τοῦ φέροντος καὶ τοῦ φερομένου Diocl. Fr.17
.b of persons, bring to bear, μένος or μένος χειρῶν ἰθύς τινος φέρειν hurl one's strength right upon or against him, Il.16.602, 5.506; φ. τὴν ὀργήν, τὴν αἰτίαν ἐπί τινα, Plb.21.31.8, 33.11.2.2 of wind, bear along, [πνοιὴ Ζεφύρου] φ. νῆάς τε καὶ αὐτούς Od.10.26
; [σχεδίην] ἄνεμοι φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα 5.330
, cf. 4.516, Il.19.378, etc.;ἐπέλασσε φέρων ἄνεμος Od.3.300
, 7.277, cf. 5.111, etc.: abs., ὁ βορέας ἔξω τοῦ Πόντου εἰς τὴν Ἑλλάδα φέρει is fair for Greece, X.An.5.77: metaph.,ὅπῃ ἂν ὁ λόγος ὥσπερ πνεῦμα φ. Pl.R. 394d
;φ. τινὰ φρένες δύσαρκτοι A.Ch. 1023
, cf. Th. 687 (lyr.):—[voice] Pass., v. infr. B.III endure, suffer,λυγρά Od.18.135
;ἄτην Hdt.1.32
; χαλινόν, ζυγόν, A.Ag. 1066, 1226; πημονάς, τύχας, Id.Pers. 293, E.Or. 1024;ξυμφοράς Th.2.60
; ; also of food,ἐσθίουσι πλείω ἢ δύνανται φ. X.Cyr.8.2.21
; of strong wine, bear, admit, καὶ τὰ τρία φέρων καλῶς, i.e. three parts of water, instead of ἴσον ἴσῳ, Ar.Eq. 1188, cf. Ach. 354; so τὰς ἐπιδείξεις.. φέρουσιν αὐτοῦ (sc. Ἰσοκράτους)οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις.. ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι D.H.Isoc.2
: metaph.,ᾗ φέρειν πέφυκε Pl.Ti. 48a
.2 freq. with modal words,πήματα κόσμῳ φ. Pi.P.3.82
; ;ὀργῇ τὸν πόλεμον Th.1.31
;θυμῷ φ. Id.5.80
;χαρᾷ φ. τι J.AJ19.1.13
: esp. with an Adv., [ὕβριν] ῥηϊδίως φ. Hes.Op. 215
; δεινῶς, βαρέως, πικρῶς, χαλεπῶς φέρειν τι, bear a thing impatiently, take it ill or amiss, Hdt.2.121.γ, 5.19, E. Ion 610, Pl.R. 330a, etc.; δυσπετῶς, βαρυστόνως φ., A.Pr. 752, Eu. 794; προθύμως φέρειν τὸν πόλεμον to be zealous about the war, Hdt.9.18,40;προθύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον Th.8.36
;αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα A.Pr. 104
;συμφορὴν ὡς κουφότατα φ. Hdt.1.35
;ῥᾳδίως φ. Pl.Grg. 522d
, al.;εὐπετῶς φ. S.Fr. 585
, X.Mem.2.1.6; εὐπόρως ( εὐφόρως Brunck) ; εὐμενῶς, εὐχερῶς φ., D.Ep. 3.45, Pl.R. 474e; these phrases are used mostly c. acc. rei; also c. part.,βαρέως ἤνεικε ἰδών Hdt.3.155
, cf. Ar.Th. 385, etc.;φ. ἐλαφρῶς.. λαβόντα ζυγόν Pi.P.2.93
;ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων Pl. Phd. 63a
: c. gen.,τοῦ ἐνδεοῦς χαλεπώτερον φ. Th.1.77
, cf. 2.62;ἐπί τινι, χαλεπῶς φ. ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ X.HG7.4.21
, cf. Isoc.12.232;πράως ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις φ. D.58.55
: c. dat. only, βαρέως φέρειν τοῖς παροῦσι, τῇ ἀτιμίᾳ, X.An.1.3.3, HG3.4.9, cf. 5.1.29; later, χαλεπῶς φ. διά τι, πρός τι, D.S.17.111, Jul.Or.1.17c codd.IV bring, fetch,εἰ.. θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι Od.21.196
;φ. ἄποινα Il.24.502
;ἄρνε 3
, 120, cf. Sapph.95; ὕδωρ, οἶνον, Anacr.62.1;ἔντεα Il.18.191
;τόξα Od.21.359
; ; , etc.;γῆν τε καὶ ὕδωρ Hdt.7.131
:—[voice] Med., carry or bring with one, or for one's own use,ποδάνιπτρα Od.19.504
;οἶνον Alc.35
, cf. Hdt.4.67, 7.50, X. Mem.3.14.1;φερνὰς δόμοις E.Andr. 1282
; fetch, Od.2.410;χοὰς ἐκ κρήνης S.OC 470
.2 bring, offer, present,δῶρα Od.8.428
, etc.;μέλος Pi.P.2.3
; ;φ. πέπλον δώρημά τινι S.Tr. 602
;πρός τινα δῶρα X.An.7.3.31
; χάριν τινὶ φ. grant any one a favour, do him a kindness, Il.5.211, Od.5.307, al.;ἐπὶ ἦρα φ. τινί Il.1.572
, Od.3.164, etc.; φ. τισὶ εὐνοίας, ὄνησιν ἀστοῖς, A.Supp. 489, S.OC 287; but after Hom., χάριν τινὶ φ. show gratitude to him, Pi.O.10(11).17; μῆνιν φ. τινί cherish wrath against.. A.Niob. in PSI11.1208.12.b = ἄγω iv. 1,ἄχρι νῦν καθ' ὥραν ἔτους λέγονται πένθος ἐπὶ Μελεάγρῳ φέρειν Ant.Lib.2.7
; Ἰάλεμος· ὁ ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσιν ἀνίαν φέρων, Suid.:—[voice] Med.,τοῦ γονέως ἐφ' ᾧ γε τὸ πένθος φέρεσθε Phalar.Ep.103.1
.3 bring, produce, cause, [ἀστὴρ] φέρει πυρετὸν βροτοῖσιν Il.22.31
;ὄσσαν.. ἥ τε φ. κλέος ἀνθρώποισι Od.1.283
, cf. 3.204; φ. κακόν, πῆμα, ἄλγεα, etc., work one woe, Il.8.541, Od.12.231, 427, etc.; δηϊοτῆτα φ. bring war, 6.203;ἐπ' ἀλλήλοισι φ. Ἄρηα Il.3.132
, cf. 8.516; ;θάνατον φ. B.5.134
;τοῦτο εὐδοξίαν σοι οἴσει Pl.Ep. 312c
; ;τέχναι.. φόβον φέρουσιν μαθεῖν A.Ag. 1135
(lyr.); ὥσπερ τὸ δίκαιον ἔφερε as justice brought with it, brought about, i.e. as was just, no more than just, Hdt.5.58;ἀν' ὄ κα φέρῃ ὁ λόγος ὁ ταμία Φιλοκλέος IG42(1).77.13
(Epid., ii B. C.); of a calculation, yield a result, Vett.Val.349.27; produce, adduce, bring forward,παραδείγματα Isoc.7.6
, etc.;πάσας αἰτίας D.58.22
;ἁρμόττουσαν εἰκόνα Id.61.10
:—[voice] Pass.,εἰς τὴν συνηγορίαν.. τοιαῦτά τινα φέρεται Sor.2.3
.4 μῦθον φ. τινί bring one word, Il.10.288, 15.202; ἀγγελίην φ. bring a message, ib. 175, Od.1.408;λόγον Pi.P.8.38
;ἐπιστολὰς φ. τινί S.Aj. 781
, cf. Tr. 493;ἐπιστολήν X.Ages.8.3
: hence, tell, announce, πευθώ, φάτιν, A.Th. 370, Ag.9;σαφές τι πρᾶγος Id.Pers. 248
(troch.), cf. Ag. 639, etc.; report, ἀγήν (breakages) PCair.Zen. 15r27 (iii B. C.); φ. κεχωνευκώς reports that he has.., ib.741.26, cf. 147.4, 268.24 (all iii B. C.); enter, book a payment made, PBaden47.12:—[voice] Med.,λόγους φ. E.Supp. 583
; but also ἀγγελίας ἔπος οἴσῃ thou shalt have it brought thee, receive, Id.Ph. 1546 (lyr.);μαντήϊα.. φέρονται Hes.Fr.134.9
:—[voice] Pass., θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου the death of the testator must be announced, Ep.Heb.9.16.5 pay something due or owing, φόρον τέσσαρα τάλαντα φ. pay as a tax or tribute, Th.4.57, cf. IG12.57.9, Pl.Plt. 298a, PCair.Zen.467.7 (iii B. C.);δασμόν X.An.5.5.10
; σύνοδον φ. subscribe to the expense of a meeting, IG22.1012.14, 1326.6;χρήματα πᾶσι τάξαντες φ. Th.1.19
;μισθὸν φ. X.Cyr.1.6.12
(but usu., receive, draw, pay,μισθὸν δύο δραχμὰς τῆς ἡμέρας Ar.Ach.66
; ;αἱ νῆες μισθὸν ἔφερον Th. 3.17
, cf. X.An.1.3.21, Oec.1.6);φ. ἐννέα ὀβολοὺς τῆς μνᾶς τόκους Lys.Fr.1.2
, cf. Lycurg.23; also of property, bring in, yield as rent,φ. μίσθωσιν τοῦ ἐνιαυτοῦ Is.5.35
.6 apply, refer, , Chrm. 163d, R. 478b, cf. Plb.3.36.7, al.; φ. τὰ πράγματα ἐπί τινα confer powers upon, Id.2.50.6.7 ψῆφον φ. give one's vote, A.Eu. 674, 680, And.1.2, Is.11.18; ψῆφος καθ' ἡμῶν οἴσεται ([voice] Pass.) E.Or. 440;περὶ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται D.44.45
;ὑπὲρ ἀγῶνος Lycurg.7
, cf. 11: hence φ. τινά appoint or nominate to an office,φ. χορηγόν D.20.130
, 39.7, cf. Pl.Lg. 753d, Arist.Pol. 1266a10:—[voice] Pass., ibid.; (ii B. C.);τῶν φερομένων ἐν Κλεοπάτρᾳ κληρούχων PRein.10.13
, al. (ii B. C.); φερομένου μου ἐν τῇ συνοχῇ since I am enrolled in prison, i.e. am in prison, BGU1821.21 (i B. C.):—[voice] Med., choose, adopt,ταύταν φ. βιοτάν E.Andr. 785
(lyr.).V bring forth, produce, whether of the earth or of trees,φ. ἄρουρα φάρμακα Od.4.229
;ἄμπελοι φ. οἶνον 9.110
; [νῆσος] φ. ὥρια πάντα ib. 131, cf. Hes.Op. 117; [οὐ] γῆ καρπὸν ἔφερε Hdt.6.139
;γύαι φ. βίοτον A.Fr.196.5
, cf. Pi.N.11.41, E.Hec. 593, etc.: abs., bear fruit, be fruitful,εὖτ' ἂν τάδε πάντα φέρῃσι h.Merc.91
; ἡ γῆ ἔφερε ( καρπόν add. codd. quidam) Hdt.5.82;αἱ ἄμπελοι φέρουσιν X.Oec.20.4
; also of living beings,τόπος ἄνδρας φ. Pl.Ti. 24c
;ἤνεγκεν αὐτὸν Λαοδίκεια Philostr. VS1.25.1
; one's country,Hld.
2.29, Lib.Or. 2.66, al., Chor.p.81 B., Lyd.Mag.3.26, dub. in Supp.Epigr.4.439 (Milet.) without Art. (alsoἡ ἐνεγκαμένη Jul.Ep. 202
); or Mother Earth, M.Ant.4.48: generally, create, form,Πηνειὸς Τέμπη φ. Philostr.Im.1.25
; [τὰ βρέφη] ἄρχεται φέρειν τοὺς ὀδόντας Aët.4.9
;φ. τοὺς κυνόδοντας Gp.16.1.14
.VI carry off or away,Κῆρες ἔβαν θανάτοιο φέρουσαι Il.2.302
;φ. τινὰ ἐκ πόνου 14.429
, 17.718, etc.; of winds, [ἔπος] φέροιεν ἀναρπάξασαι ἄελλαι may the winds sweep away the word, Od.8.409; of a river, Hdt.1.189:—[voice] Med., carry off with one, Od.15.19.2 carry away as booty or prize, ἔναρα, τεύχεα, Il.6.480, 17.70;αἶγα λέοντε φ. 13.199
; δεῖπνον φ., of Harpies, A.Eu.51;ἐνέχυρα βίᾳ φ. Antipho 6.11
; in the phrase φέρειν καὶ ἄγειν (cf.ἄγω 1.3
), IG12.69.19; φέροντα ἢ ἄγοντα Lex ap.D.23.60;αἴ κα.. ἄγῃ ἢ φέρῃ Leg.Gort.5.37
;ἥρπαζον καὶ ἔφερον Lys.20.17
;κείρων ἢ φέρων IG12(9).90.10
(Tamynae, iv B. C.);αἴ τίς κα.. φέρει τι τῶν ἐν τᾷ ἱαρᾷ γᾷ Tab.Heracl.1.128
; of a divorced wife,αἰ δέ τι ἄλλο φέροι τῶ ἀνδρός, πέντε στατῆρανς καταστασεῖ κὤτι κα φέρῃ αὐτόν Leg.Gort.3.2
; φέρειν alone, rob, plunder, ;ἀλλήλους Th.1.7
; abs., SIG38.23 (Teos, v B. C.):—[voice] Pass.,φερόμενοι Βακχῶν ὕπο E.Ba. 759
:—[voice] Med. in same sense,ἔναρα Il.22.245
;πελέκεας οἶκόνδε φ. 23.856
;ἀτερπέα δαῖτα Od.10.124
, cf. 15.378.3 carry off, gain, esp. by toil or trouble, win, achieve, both [voice] Act. and [voice] Med.,ἤ κε φέρῃσι μέγα κράτος ἦ κε φεροίμην Il.18.308
;φέρειν τρίποδα Hes.Op. 657
; ; ; τἀριστεῖα, τὰ νικητήρια, Pl.R. 468c, Lg. 657e;πέρα.. οὐδὲν φ. S.OC 651
;ἐκ σοῦ πάντ' ἄνευ φόβου φ. Id.OT 590
; τίς.. πλέον τᾶς εὐδαιμονίας φέρει ἤ .. ; ib. 1190 (lyr.), cf. El. 1088 (lyr.); in bad sense,μείζω τὴν αἰσχύνην φ. Pl.Lg. 671e
: also, receive one's due,φ. χάριν S.OT 764
; ; μισθὸν φέρειν (v. supr. iv.5); of a priest's perquisites,φέρει ὁ ἱαρεὺς γέρη σκέλη κτλ. BMus.Inscr.968
A 9 ([place name] Cos), cf. IG12.24.10, al., SIG56.35 (Argos, v B. C.):—[voice] Med. (v. ad init.), win for oneself,κῦδος οἴσεσθαι Il.22.217
; δέπας, τεύχεα, carry off as a prize, 23.663, 809, al.; ἀέθλια or ἄεθλον φ. carry off, win a prize, 9.127, 23.413; τὰ πρῶτα φέρεσθαι (sc. ἄεθλα) 23.275, 538; ; of perquisites, τὸ.. σκέλος τοὶ ἱαρομνάμονες φερόσθω (i. e. φερούσθω from Φερόνσθω) IG42(1).40.13 (Epid., v/iv B. C.): henceοὐ τὰ δεύτερα Hdt.8.104
; πλέον φέρεσθαι get more or a larger share for onself, gain the advantage over any one, τινος Hdt.7.211, cf. S.OT 500 (lyr.), E.Hec. 308; ταῦτα ἐπὶ σμικρόν τι ἐφέροντο τοῦ πολέμου this they received as a small help towards the war, Hdt.4.129; ; ;χάριν φέρεσθαι παρ' ὑμῶν And.2.9
;φ. τὴν ἀπέχθειαν αὐτῶν Antipho 3.4.2
; ;εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς οἴσῃ S.El. 969
;δάκρυ πρὸς τῶν κλυόντων A.Pr. 638
;ἀπό τινος βοσκάν Id.Eu. 266
(lyr.);ἐξ ἀνανδρίας τοὔνομα Aeschin.1.131
: generally, get for one's own use and profit, take and carry away, esp. to one's own home,τοῦ.. πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο Il.4.97
: hence φέρειν or φέρεσθαι is often used pleon., v. infr. xi.VII abs., of roads or ways, lead to a place,ὁδὸν φέρουσαν ἐς ἱρόν Hdt.2.122
, cf. 138; τὴν φέρουσαν ἄνω (sc. ὁδόν) Id.9.69;τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν ἐπὶ Καρίης φ., τῆς δὲ ἐς δεξιὴν ἐς Σάρδις Id.7.31
;ἐπὶ Σοῦσα X.An.3.5.15
; ;ἡ ἐς Θήβας φέρουσα ὁδός Th.3.24
(but ἡ ἐπ' Ἀθηνῶν φέρουσα ibid.); also ἡ θύρα ἡ εἰς τὸν κῆπον φ. the door leading to the garden, D.47.53; αἱ εἰς τὴν πόλιν φ. πύλαι, αἱ ἐπὶ τὸ τεῖχος φ. κλίμακες, X.HG7.2.7, cf. PMich.Zen.38.27 (iii B. C.), Plb.10.12.3.2 of a district or tract of country, stretch, extend to or towards, φέρειν ἐπί orἐς θάλασσαν Hdt.4.99
; ἐς τὴν μεσόγαιαν ib. 100;πρὸς νότον Id.7.201
; ἡ ἀπὸ δυσμῶν αὐτῆς (sc. τῆς Κιμβρικῆς)καὶ ἐπὶ τὸν Ἄλβιν φέρουσα Ptol.Geog.2.11.2
, cf. 3.3 metaph., lead to or towards, be conducive to,ἐς αἰσχύνην φέρει Hdt.1.10
;τὰ ἐς ἄκεσιν φέροντα Id.4.90
; ἐς βλάβην, ἐς φόβον φέρον, S.OT 517, 991; : esp. in good sense, tend, conduce to one's interest, ἐπ' ἀμφότερά τοι φέρει (impers.)ταῦτα ποιέειν Hdt.3
. 134; soτὰ πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα X.Mem.4.2.31
;τροφαὶ μέγα φ. εἰς ἀρετάν E.IA 562
(lyr.); μέγα τι οἰόμεθα φέρειν (sc. κοινωνίαν γυναικῶν τε καὶ παίδων)εἰς πολιτείαν Pl.R. 449d
; τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φ. ib. 444e, cf. X.Cyr.8.1.42; τοῦτο ἔφερεν αὐτῷ was for his good, M.Ant.5.8.b point to, refer to a thing,ἐς τί ὑμῖν ταῦτα φαίνεται φέρειν; Hdt.1.120
; φωνὴ φέρουσα πρός τινα addressed to him, Id.1.159; , cf. 6.19; [ὄψις] φέρει ἐπὶ πᾶσαν γῆν refers to.., extends over.., Id.7.19; τὰ ἴχνη τῆς ὑποψίας εἰς τοῦτον φ. point to him, Antipho 2.3.10;πρός τινας Pl.R. 538c
;ταύτῃ <ὁ> νόος ἔφερε Hdt.9.120
; ἡ τοῦ δήμου φέρει γνώμη, ὡς .., the people's opinion inclines to this, that.., Id.4.11;ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Th.1.79
: c. inf., τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν whose opinion inclined to giving battle, Hdt.6.110, cf. 5.118; πλέον ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσεσθαι his opinion inclined rather to the view.., Hdt.8.100, cf. 3.77.VIII carry or have in the mouth, i. e. speak of,πολύν τινα ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρειν Aeschin.3.223
; use a word,οὐκ οἶδα καθ' ὁποτέρου τούτων οἱ παλαιοὶ τὸ τῆς ζειᾶς ἔφερον ὄνομα Gal.Vict.Att.6
, cf. 7.644, 15.753, 876; record an event,οἱ δευτέρῳ μετὰ τὴν ἔξοδον.. ἔτει φέροντες αὐτήν D.H.1.63
: more freq. in [voice] Pass., πονηρῶς, εὖ, φέρεσθαι, to be ill or well spoken of, X.HG1.5.17, 2.1.6;ἀτίμως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων φ. Pl.Ep. 328e
; abs., φέρεται [the report] is carried about, i.e. it is said, c. acc. et inf.,τοιόνδε φέρεται πρῆγμα γίνεσθαι Hdt.8.104
(v.l.); ἐν χρόνοις φέρεται μνημονευομένοις is recorded as occurring within historical times, Str.1.3.15;ὅτε καὶ Δημόκριτος φέρεται τελευτήσας Sor.Vit.Hippocr.11
;κρίνομεν.. τὰ γραφέντα ὑφ' ἡμῶν προστάγματα ἐν τοῖς ἱεροῖς νόμοις φέρεσθαι παρ' ὑμῖν OGI331.60
(Pergam., ii B. C.); are in use,Ptol.
Geog.7.4.11; of literary works, to be in circulation,ἐπιστόλιον αὐτοῦ τοιοῦτον φέρεται Plu.2.808a
, cf. 209e, 832d, 833c, al., Jul.Or.6.189b, Gp.2.35.8, Eun.VSp.456 B.; πρόλογοι διττοὶ φέρονται Arg.E.Rh.; ὁ στίχος οὗτος ἔν τισιν οὐ φέρεται Sch.E. Ph. 377, cf. Sch.Il.8.557.2 of words, φέρεσθαι ἐπί τι to refer to something, A.D.Pron.61.5, Synt.21.14, al.1 before another imper.,φέρε γὰρ σήμαινε A.Pr. 296
(anap.);φέρ' εἰπὲ δή μοι S.Ant. 534
;φ. δή μοι τόδε εἰπέ Pl.Cra. 385b
; soφέρετε.. πειρᾶσθε Hdt.4.127
.2 before [ per.] 1sg. or pl. of subj. used imperatively, φέρε ἀκούσω, φέρε στήσωμεν, Hdt.1.11,97;φ. δὲ νῦν.. φράσω Id.2.14
;φέρ' ἴδω, τί δ' ἥσθην; Ar.Ach.4
;φέρε δὴ κατίδω Id. Pax 361
, cf. 959; φ. δὴ ἴδωμεν, φ. δὴ σκεψώμεθα, Pl.Grg. 455a, Prt. 330b, cf. E.Or. 1281 (lyr.), Ph. 276, etc.: less freq. before 2 pers.,φέρε.. μάθῃς S.Ph. 300
.3 before a rhetorical question,φέρε.. τροπαῖα πῶς ἀναστήσεις; E.Ph. 571
;φ. δὴ νῦν.. τί γαμεῖθ' ἡμᾶς; Ar.Th. 788
(anap.), cf. Ach. 541, Pl.R. 348c; φ. μῶν οὐκ ἀνάγκη .. ; Id.Lg. 805d; φ. πρὸς θεῶν πῶς .. ; Id.Grg. 514d; freq. in phraseφέρε γάρ, φέρε τίς γὰρ οὗτος; Ar.Nu. 218
;φ. γὰρ πρὸς τίνας χρὴ πολεμεῖν; Isoc.4.183
, cf. Antipho 5.36; alsoφ. δή Pl.Grg. 455a
, al.: usu. first in a sentence, butτὴν ἀνδρείαν δὲ φ. τί θῶμεν; Id.Lg. 633c
, etc.5 φέρε c. inf., suppose, grant that..φ. λέγειν τινά Plu.2.98b
; φ. εἰπεῖν let us say, D.Chr.31.93, 163, Porph.Abst.3.3;οἷον φ. εἰ. Iamb. in Nic.p.47
P., al. ( οἷον φέρε alone, Hierocl. in CA11p.439M.).X part. neut. τὸ φέρον, as Subst., destiny, fate, τὸ φ. ἐκ θεοῦ [καλῶς] φέρειν [χρή] ye must bear nobly what heaven bears to you, awards you, S.OC 1693 (lyr., codd., sed secl. καλῶς, χρή); εἰ τὸ φερον σε φέρει, φέρε καὶ φέρου AP 10.73
(Pall.).2 part. φέρων in all genders freq. joined with another Verb:a to express a subsidiary action, φέρων ἔδωκε he brought and gave, Od.22.146; δὸς τῷ ξείνῳ ταῦτα φέρων take this and give it him, 17.345; ἔγχος ἔστησε φέρων brought the spear and placed it, 1.127; σῖτον παρέθηκε φέρουσα ib. 139, al., cf. S.Tr. 622;τοῦτο ἐλθὼν οἴκαδε φέρων τῷ πατρὶ ἔδωκα Pl.Hp.Ma. 282e
, cf. R. 345b; soὁ μὲν Ἐπίχαρμον.. εἰς δέκα τόμους φέρων συνήγαγεν Porph.Plot. 24
; ἑκάστῃ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα φέρων συνεφόρησα ibid., etc.; sts. translatable by with,ᾤχοντο φέροντες τὰ γράμματα Th.7.8
.b intr., in pass. sense, to denote unrestrained action,νῦν σε μάλ' οἴω.. φέροντα.. φιλητεύσειν h.Merc. 159
; φέρουσα ἐνέβαλε νηΐ φιλίῃ she went and rammed, rammed full tilt, Hdt.8.87; ὅταν ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀργύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον down it sinks, D.5.12;τὰ μὲν ἄλλα μέρη τοῦ πολέμου παρῆκαν, φέροντες δὲ παντὶ τῷ στρατεύματι πρὸς αὐτὸν Ἀκράγαντα προσήρεισαν
hurling themselves,Plb.
1.17.8;εἰς τοῦτο φέρων περιέστησε τὰ πράγματα Aeschin.3.82
; ὑπέβαλεν ἑαυτὸν φέρων Θηβαίοις ib.90, cf. 1.175, 3.143,146; in the foll. passages φέρων accompanies a Verb of throwing, giving, entrusting, or dedicating, and expresses wholehearted action, whether wise or unwise; there is always an accus., freq. of the reflex. Pron., governed by the principal Verb (or perh. by φέρων): ἐπεὶ ἐς τοὺς κρατῆρας ἐμαυτὸν φέρων ἐνέβαλον (sc. ὁ Ἐμπεδοκλῆς ) when I went (or took) and threw myself.., Luc.Icar.13, cf. Fug.1, Plu.Comp.Arist. Cat.1, Fab.6, Per.12, Paus.1.30.1, Ael.VH8.14, Frr.10,69, Philostr. VA3.4;τὴν κατασκευὴν.. φέρων ἐδωρήσατο τῇ μητρί D.S.31.27
, cf. Ach.Tat.1.7;σεαυτὸν.. φέρων ἀπημπόληκας Luc.Merc.Cond.24
;τί παθόντες.. τοῖς ἀτέκνοις τῶν γερόντων ἐσποιεῖτε φέροντες αὑτούς; Luc. DMort.6.3
, cf. Ind.19, Laps.22; ταύτῃ (sc. τῇ ὀργῇ)φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν Plu.Them.24
, cf. Per.7; , cf. Luc.6, Pomp.27, Ael.VH6.1, Max.Tyr.1.2;προσέθετο φέρων ἑαυτὸν ἐκείνῳ Eun.VS p.456
B., cf.pp.461,465 B., Dam. ap. Suid. s.v. Σεβηριανός; ἀλλὰ σοὶ μὲν, ὦ θεῶν πάτερ, ἐμαυτὸν φέρων ἀναθήσω Jul.Or.7.231b.3 ἔκκρισις.. ἐκ μικρῶν φέρουσα διαστημάτων occurring at short intervals, Sor.2.45.XI φέρειν, φέρεσθαι are freq. added epexegetically to δίδωμι and similar Verbs,δῶκεν.. τρίποδα φέρειν Il.23.513
, cf. 16.665, 17.131;τεύχεα.. δότω φέρεσθαι 11.798
, cf. Od.21.349, E.Tr. 419, 454(troch.).B [voice] Pass. is used in most of the above senses:—special cases:I to be borne or carried involuntarily, esp. to be borne along by waves or winds, to be swept away, φέρεσθαι ἀνέμοισι, θυέλλῃ, Od.9.82, 10.54, cf. A.Pers. 276 (lyr.), etc.; πᾶν δ' ἦμαρ φερόμην, of Hephaestus falling from Olympus, Il.1.592; ἧκε φέρεσθαι he sent him flying, 21.120; ἧκα πόδας καὶ χεῖρε φέρεσθαι I let go my hands and feet, let them swing free [in the leap], Od.12.442, cf. 19.468; μέγα φέρεται πὰρ σέθεν, of a word uttered, comes with weight, Pi.P.1.87;βίᾳ φέρεται Pl.Phdr. 254a
;πνεῦμα φερόμενον Id.R. 496d
;τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ἀναπνοὰς εἴσω τε καὶ ἔξω φέρεται Gal.16.520
;ῥεῖν καὶ φέρεσθαι Pl.Cra. 411c
;φ. εἰς τὸν Τάρταρον Id.Phd. 114b
; simply, move, go,ποῖ γᾶς φέρομαι; S.OT 1309
(anap.); , cf. E.Hec. 1076 (anap.), etc.; of the excreta,τὰ φερόμενα.. εἰ μὲν αὐτομάτως φέροιτο Philum.
ap. Aët.9.12;πρὸς κοιλίαν φερομένην Aët.4.19
: metaph.,εἰς τὸ λοιδορεῖν φέρῃ E.Andr. 729
;πρὸς τὴν τοῦ κάλλους φύσιν Pl.Phdr. 254b
, cf. X.Mem.2.1.4; ἐπὶ ταὐτὸ φέρονται have the same tendency, Phld.Vit.p.42 J.;ἀπὸ δογμάτων καὶ ἀπὸ θεωρημάτων φ. Vett.Val.238.30
; of veins, to be conveyed, Gal.15.531; also ἡ φερομένη οὐσία (the doctrine of) universal motion, Pl.Tht. 177c; οἱ φερόμενοι θεοί the moving gods, i. e. the stars and planets, Plot.2.3.9.2 freq. in part. with another Verb of motion, φερόμενοι ἐσέπιπτον ἐς τοὺς Αἰγινήτας they fell into their hands with a rush, at full speed, Hdt.8.91;ἀπὸ.. ἐλπίδος ᾠχόμην φερόμενος Pl.Phd. 98b
;ἧκε φερόμενος εἰς τὴν ἑαυτοῦ φύσιν Aeschin.3.89
.3 of voluntary and impulsive motion,ἰθὺς φέρεται μένει Il.20.172
; ὁμόσε τινὶ φέρεσθαι come to blows with him, X.Cyn.10.21;δρόμῳ φ. πρός τινα Id.HG4.8.37
;φυγῇ εἰς ἑαυτοὺς φ. Id.Cyr.1.4.23
;ἥξει ἐπ' ἐκεῖνον τὸν λόγον φερόμενος Lycurg.59
;φερόμενος ὑπ' ὀργῆς D.H.Comp.18
.II metaph., καλῶς, κακῶς φέρεσθαι, of things, schemes, etc., turn out, prosper well or ill, succeed or fail,οὔτ' ἂν.. νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν S.Aj. 1074
;κακῶς φ. τὰ ἑαυτοῦ X.HG3.4.25
;εὖ φέρεται ἡ γεωργία Id.Oec.5.17
; ὀλιγώρως ἔχειν καὶ ἐᾶν ταῦτα φέρεσθαι to neglect things and let them take their course, D.8.67; less freq. of persons, fare well or ill, εὖ φερόμενος ἐν στρατηγίαις being generally successful.., Th.5.16, cf. 15;καλῶς φερόμενος τὸ καθ' ἑαυτόν Id.2.60
;φ. ἐν προτιμήσει παρά τινι D.S.33.5
;χεῖρον φερομένη παρὰ τἀδελφῷ J.AJ16.7.6
; of euphonious writing,σύνθεσις καλῶς φερομένη Phld.Po.5.26
.2 behave, ὑποκριτικῶς, ἀστάτως, etc., Vett.Val.38.20, 197.8, al.C [voice] Med.: for its chief usages, v. supr. A. VI. 3. -
5 θεός
θεός, ὁ, [dialect] Boeot. [full] θιός, [dialect] Lacon. [full] σιός (v. infr.), Cypr., Cret. [full] θιός Inscr.Cypr.135.27 H., Leg.Gort.1.1, [dialect] Dor. also [full] θεύς Call.Cer.58; acc. θεῦν v.l. ib. 130; voc. (only late) θεός, alsoA , Ev.Matt. 27.46, PMag.Lond.121.529, etc.; but classical in compd. names, Ἀμφίθεε, Τιμόθεε:—God, the Deity, in general sense, both sg. and pl. (εἰ καὶ ἐπὶ θεοὺς καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπὶ θεὸν ἁρμόζει μεταφέρειν Plot.6.8.1
), θ. δὲ τὸ μὲν δώσει τὸ δ' ἐάσει God will grant.., Od.14.444;οὐδέ κεν ἄλλως οὐδὲ θ. τεύξειε 8.177
, cf. 3.231, Il.13.730 (alsoθεὸς Ζεύς Od.4.236
, 14.327);θ. καὶ ἀγαθὴ τύχη Pl.Lg. 757e
, cf. Timocl.3 D.;σὺν θεῷ Il.9.49
, S.Aj. 765, etc. (less freq. ξὺν τῷ θ. ib. 383); σὺν θ. εἰρημένον Hdt.1.86, cf. 3.153;σὺν θ. εἰπεῖν Pl.Prt. 317b
: so in pl.,σύν γε θεοῖσιν Il.24.430
;οὔ τοι ἄνευ θεοῦ Od.2.372
; οὐ θεῶν ἄτερ pi.P.5.76;ἐκ θεόφι Il.17.101
; ὑπὲρ θεόν against his will, 17.327;ἂν θ. θέλῃ Alex. 231
;θ. θέλοντος Men.Mon. 671
: in pl.,ἂν θεοὶ θέλωσιν Alex.247
; θεῶν συνεθελόντων, βουλομένων, X.Eq.Mag.9.8, Luc.Macr.29;εἰ ὀρθῶς ἢ μή, θ. οἶδε Pl.Phdr. 266b
, cf.R. 517b, etc.; in oaths,θ. ἴστω S.OC 522
(lyr.), etc.;πρὸς θεῶν Hdt.5.49
, D.1.15, etc.: bless you! good heavens! for heaven's sake!M.Ant.
7.17, Arr.Epict.2.19.15, al.; τὸν θ. σοι ib.3.7.19, al.: qualified by τις, Od.9.142, etc.;οὐκ ἄνευ θεῶν τινος A.Pers. 164
(troch.), E.Ba. 764;κατὰ θεόν τινα Id.IA 411
, Pl. Euthd. 272e;κατὰ θεόν πως εἰρημένα Id.Lg. 682a
: doubled in poets,θεὸν θεόν τις ἀγλαϊζέτω B.3.21
, cf. Diagor.1; , cf. Paus.Gr.Fr.203; θεοί (Cret. θιοί) as an opening formula in Inscrr. (sc. τύχην ἀγαθὴν διδοῖεν), Leg.Gort.1.1, IG 12.52, etc.: sg., θ. τύχη ib.5(2).1, etc.: in Prose also with the Art.,ὁ θ. πάντων ἂν εἴη αἴτιος Pl.R. 379c
, cf. Lg. 716c, etc.; τὰ πρὸς τοὺς θ., τὰ παρὰ τῶν θ., X.Mem.1.3.1, 2.6.8.b θεοί, opp.ἄνδρες, πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544
;ὃν Ξάνθον καλέουσι θ., ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον 20.74
: in Comparisons, ;θεοῖς ἐναλίγκια μήδεα Od.13.89
; also in sg.,θεῷ ἐναλίγκιος αὐδήν Il.19.250
;θεὸς ὥς 5.78
;ὥς τε θεός 3.381
: prov., θεὸς πρὸς ἀνθρώπους, of an 'angel's visit', Herod.1.9.c of special divinities, νέρτεροι θ. A.Pers. 622, S.Ant. 602 (lyr.); ἐνέρτεροι θ. Il.15.225; οἱ κάτωθεν θ. S.Ant. 1070;θ. οὐράνιοι h.Cer.55
, A.Ag.90 (anap.); οἱ δώδεκα θ. Ar.Eq. 235, X.Eq.Mag.3.2, IG22.30, etc.; μὰ τοὺς δώδεκα θ. Men.Sam.91; in dual, τὼ σιώ ([dialect] Lacon.), of Castor and Pollux, ναὶ τὼ ς. X.An.6.6.34, HG4.4.10, Ar.Lys.81: so in [dialect] Boeot., of Amphion and Zethus, νεὶ τὼ σιώ (leg. θιώ) Id.Ach. 905.d ὁ θ., of natural phenomena, ὁ θ. ὕει (sc. Ζεύς) Hdt.2.13;ὁ θ. ἐνέσκηψε βέλος Id.4.79
; ἔσεισεν ὁ θ. (sc. Ποσειδῶν) X.HG4.7.4; of the sun, Hdt.2.24, A.Pers. 502, E.Alc. 722; δύνοντος τοῦ θ. App.BC4.79; the weather, τί δοκεῖ τὰ τοῦ θεοῦ; Thphr.Char.25.2.2 metaph., of abstract things,τὸ δ' εὐτυχεῖν τόδ' ἐν βροτοῖς θεός τε καὶ θεοῦ πλέον A.Ch.60
;ἡ φρόνησις ἁγαθὴ θ. μέγας S.Fr. 922
;θ. γὰρ καὶ τὸ γιγνώσκειν φίλους E.Hel.
<*>60; ὁ πλοῦτος τοῖς σοφοῖς θ. Id.Cyc. 316; φθόνος κάκιστος θ. Hippothoon 2.3 as title of rulers, θεῶν ἀδελφῶν (sc. Ptolemy Il and Arsinoe), Herod.1.30, etc.; (Rosetta, ii B.C.);Ἀντίοχος ὅτῳ θεὸς ἐπώνυμον γίγνεται App.Syr.65
; θεὸς ἐκ θεοῦ, of Augustus, OGI655.2 (Egypt, 24 B.C.);θ. ἡμῶν καὶ δεσπότης IPE4.71
(Cherson., ii A.D.).b = Lat. Divus, Mon.Anc.Gr.10.4, Str.4.1.1, etc.; οἱ ἐν θεοῖς αὐτοκράτορες,= divi Imperatores, IG12(1).786 ([place name] Rhodes).c generally of the dead,καὶ ζῶντός σου καὶ εἰς θεοὺς ἀπελθόντος PPetr.2p.45
(iii B.C.); θεοῖς χθονίοις,= Lat. Dis Manibus, IG14.30,al.4 one set in authority, judge, τὸ κριτήριον τοῦ θ., ἐνώπιον τοῦ θ., LXXEx.21.6, 22.8; θεοὺς οὐ κακολογήσεις ib.22.28(27).II θεός fem., goddess,μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην Il.8.7
, cf. Hdt.2.35, al.; , cf. 141, Orac.ib.21.52; esp. at Athens, of Athena, Decr. ap. And.1.77, Pl.Ti. 21a, etc.; ἁ Διὸς θεός, Ζηνὸς ἡ θ., S.Aj. 401 (lyr.), 952 ( ἡ Διὸς θεά ib. 450); of other goddesses,ποντία θεός Pi.I. 8(7).36
; ἡ νερτέρα θ.,= Περσεφόνη, S.OC 1548, etc.; of Thetis, Pl. Ap. 28c; of Niobe, S.El. 150 (lyr.), Ant. 834 (anap.): in dual, of Demeter and Persephone,τὰ τοῖν θεοῖν ψηφίσματα Ar.V. 378
(lyr.);οὐδ' ἔδεισε τὼ θεώ And.1.125
; freq. in oaths, ; , 532.III as Adj. in [comp] Comp. θεώτερος, divine, θύραι θ., opp. καταιβαταὶ ἀνθρώποισιν, Od.13.111; χορὸς θ. Call.Ap. 93, cf.Dian. 249, D.P.257. (Derived by Hdt.2.52 fr. τίθημι ([etym.] κόσμῳ θέντες τὰ πρήγματα), by Pl.Cra. 397d fr. θεῖν. Etym. dub.) [In [dialect] Ep. (twice in Hom.) and Trag. (E.Ba.47, 1347, al., not in Com.), as monosyll. by synizesis,θεοί Il.1.18
, Thgn.142;θεῶν h.Cer.55
, 259;θεοῖς Thgn.171
;θεοῖσιν Od.14.251
; : even in nom. θεός before a vowel, E.Or. 399 (cf. Pors. ad loc.), HF 347; in Pi.P. 1.56 apptly. a short monosyll.] -
6 εἰμί
εἰμί ( εἰμ(ί), [ἔσσι], ἐσσί, ἔστι(ν), ἐστί(ν), ἔσθ, εἰμέν, ἐντί, εἰσίν, ἔντι; εἴην, εἴη; ἔστω; ἐών, ἐόντα, ὄντα, ἐόντων, ἐοῖσα, ἐοῖσαν, ἐόντων; ἔμμεναι, ἔμμεν, [εἶναι codd.]: fut. ἔσομαι, ἔσσομαι, ἔσεται, ἔσσεται, ἔσται; ἐσσομένας gen., ἐσσόμενον, ἐσσόμενα; ἔσσεσθαι, ἔσεσθαι: impf. ἦν, ἔσαν, ἦσαν; ἔσκεν.)1 be. A1 c. predicative adj.aἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.32
τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44
θεὸς εὔφρων εἴη λοιπαῖς εὐχαῖς O. 4.13
ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16
ἦν δὲ κλέος βαθύ O. 7.52
φανερὰν ἐν πελάγει Ῥόδον ἔμμεν ποντίῳ O. 7.56
τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53
μάτρωος δ' ἐκάλεσσέ μιν ἰσώνυμον ἔμμεν O. 9.64
ὁ δὲ λόγος δόξαν φέρει, λοιπὸν ἔσσεσθαι στεφάνοισί νιν ἵπποις τε κλυτὰν P. 1.37
γένοἰ οἷος ἐσσὶ μαθών P. 2.72
[ ἀβάπτιστός εἰμι (codd.: εἶμι Schnitzer) P. 2.80]σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ ἔσομαι τοῖος” P. 4.156δίδυμαι γὰρ ἔσαν ζωαί P. 4.209
πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54
εὐθύτομόν τε κατέθηκεν Ἀπολλωνίαις ἀλεξιμβρότοις πεδιάδα πομπαῖς ἔμμεν ἱππόκροτον σκυρωτὰν ὁδόν P. 5.92
ἐδόκησέν τε ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42
“ κρυπταὶ κλαίδες ἐντὶ σοφᾶς Πειθοῦς ἱερᾶν φιλοτάτων” P. 9.39θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ P. 10.21
θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.24
ἐστὶ δ' αἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80
τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31
σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ (Schr.: προπρεῶνα μέν codd.) N. 7.86 ξανθοκομᾶν Δαναῶν ἦσαν μέγιστοι <¯˘¯> N. 9.17ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6
ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός I. 2.12
οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων I. 2.30
ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά ( ἔστι Er. Schmid) I. 8.15 ἄλοχον εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν (Tricl.: ἔμμεναι codex) I. 8.29 ἦν γὰρ τὸ πάροιθε φορητὰ sc. Delos fr. 33d. 1.νεόπολίς εἰμι Pae. 2.28
ἄνιππός εἰμι Pae. 4.27
λίαν μοι [δέο]ς ἔμπεδονεἴη κεν Pae. 4.49
κατεκρίθης δὲ θνατοῖς ἀγανώτατος ἔμμεν Pae. 16.7
= fr. 147 Schr. σῶμα δ' ἐστὶ θνατόν Παρθ. 1. 1. τί ἔρδων φίλος σοι εἴην, τοῦτ αἴτημί σε (<ἂνγτ; εἴην coni. Christ) fr. 155. 3. νὸκακ ἔμμεναι fr. 169. 17.b with infinitive added.ἦν δ' ἐσορᾶν καλός O. 8.19
εἲην εὑρησιεπὴς ἀναγεῖσθαι O. 9.80
“ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι” P. 4.139εἰμὶ δ' ἄσχολος ἀναθέμεν P. 8.29
ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.50
καὶ τὸ σιγᾶν πολλάκις ἐστὶ σοφώτατον ἀνθρώπῳ νοῆσαι N. 5.18
αἰδοῖος μὲν ἦν ἀστοῖς ὁμιλεῖν I. 2.37
c impersonal.ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55
2 c. pred. subs.ἦν Τάνταλος οὗτος O. 1.55
Σικελίας ἔσαν ὀφθαλμός O. 2.9
εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας, τίνα κεν φύγοι ὕμνον; O. 6.4Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός, περὶ θνατῶν δ' ἔσεσθαι μάντιν ἐπιχθονίοις ἔξοχον O. 6.50
ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός ( εεσι Π: ἔστι vel εἶσι Wi<*>.) O. 6.90ἐκέλευσεν νεῦσαι μιν ἑᾷ κεφαλᾷ ἐξοπίσω γέρας ἔσσεσθαι O. 7.68
“ φάτο δΕὐρύπυλος ἔμμεναι” P. 4.34 “ οὐδὲ μὰν χαλκάρματός ἐστι πόσις Ἀφροδίτας” P. 4.87 “Ποίαν γαῖαν, ὦ ξεῖν, εὔχεαι πατρίδ' ἔμμεν;” P. 4.98 “ καρτερὸς ὅρκος ἄμμιν μάρτυς ἔστω Ζεὺς” P. 4.167ἐσσὶ δ' ἰατὴρ ἐπικαιρότατος P. 4.270
βασιλεὺς ἐσσὶ P. 5.16
Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14
φίλτατον παρθενικαὶ πόσιν ἢ υἱὸν εὔχοντ, ὦ Τελεσίκρατες, ἔμμεν (sc. σε) P. 9.100πάτραν ἵν' ἀκούομεν, Τιμάσαρχε, τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι N. 4.79
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1
ξεῖνός εἰμι N. 7.61
φαῖμέν κε γείτον' ἔμμεναι νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι γείτονι χάρμα πάντων ἐπάξιον N. 7.87
ἀρχοὶ δοὐκ ἔτ' ἔσαν Ταλαοῦ παῖδες N. 9.14
οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν ἀεθληταῖς ἀγαθοῖσιν N. 10.51
πάμπαν θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ N. 10.58
“ ἐσσί μοι υἱός” (Snell ἔσσι) N. 10.80φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν I. 6.72
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν (Bergk: εἶναι Stobaeus: om. Clem. Alex.) fr. 61. 1. ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. εὐδαιμόνων δραπέτας οὐκ ἔστιν ὄλβος fr. 134. φὰν δ' ἔμμεναι Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος fr. 243. as inf. of purpose,ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις, τέλος ἔμμεν ἄκρον P. 9.118
Θέμιν Μοῖραι ἇγον σωτῆρος ἀρχαίαν ἄλοχον Διὸς ἔμμεν fr. 30. 6.3 emphatic, there is, areἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι O. 9.104
ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.67
ἔστι δὲ φῦλον ἐν ἀνθρώποισι ματαιότατον P. 3.21
δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
ὅσαι τεἰσὶν ἐπιχωρίων καλῶν ἔσοδοι, τετόλμακε P. 5.116
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ P. 12.30
ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N. 1.10
εἰ πόνος ἦν, τὸ τερπνὸν πλέον πεδέρχεται N. 7.74
ἐχθρὰ δ' ἄρα πάρφασις ἦν καὶ πάλαι N. 8.32
ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι N. 8.50
ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων N. 9.6
ἔστι δὲ καὶ κόρος ἀνθρώπων βαρὺς ἀντιάσαι N. 10.20
“ τίς δὴ λύσις ἔσσεται πενθέων;” N. 10.77 οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον (Calliergus; ἦεν, ἦς codd.) I. 1.26ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων I. 4.31
τέθμιόν μοι φαμὶ σαφέστατον ἔμμεν τάνδ' ἐπιστείχοντα νᾶσον ῥαινέμεν εὐλογίαις (Boeckh: εἶναι codd.) I. 6.20οὐδ' ἔστιν οὕτω βάρβαρος οὔτε παλίγγλωσσος πόλις ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος I. 6.24
]ον τέλος [ἔς]ται[ (ἔσσεται Σ̆{im}) Πα. 7C. 6. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69. “ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6. χρυσέων βελέων ἐντὶ τραυματίαι ( ἔντι alii) fr. 223.4 c. dat. (= ἔχω.) πολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας (= ἐστί Boeckh, wrongly) O. 2.84 ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος κὰν νόμονἐρδόμενον O. 8.77
πλατεῖαι πάντοθεν λογίοισιν ἐντὶ πρόσοδοι νᾶσον εὐκλέα τάνδε κοσμεῖν N. 6.45
εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον ἦθος, Ζεῦ πάτερ N. 8.35
“ ἔστι σοι τούτων λάχος” N. 10.85ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι γλυκεῖαν ἦτορ I. 3.9
ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος I. 4.1
“ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖς, ὦ Τελαμών” I. 6.52 cf. also O. 12.1—2.5 be (situated)τοῖσι μὲν ἐξεύχετἐν ἄστει Πειράνας σφετέρου πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν O. 13.62
ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀίδαν βασιλέες ἱεροὶ ἐντί P. 5.98
ἐχρῆν δέ τιν' ἔνδον ἄλσει παλαιτάτῳ Αἰακιδᾶν κρεόντων τὸ λοιπὸν ἔμμεναι N. 7.45
ἐντί τοι φίλιπποί ταὐτόθι καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα τελείᾳ παρὰ ματέρι βαίνοισ ἔστι, καλλίστα θεῶν N. 10.18
cf. B. 1.6 be, come to passὤρνυεν κάρυκας ἐόντα πλόον φαινέμεν παντᾷ P. 4.170
“χὤ τι μέλλει χὠπόθεν ἔσσεται, εὖ καθορᾷς” P. 9.497 c. gen.a of origin: be descended (from) κείνων δ' ἔσαν χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι ( ἔσσαν byz.: ἦσαν Σ̆{1}, Turyn) O. 9.54b possessive: be of, belong toγνόντα τὸ πὰρ ποδός, οἵας εἰμὲν αἴσας P. 3.60
ἔντι μὲν χρυσαλακάτου τεκέων Λατοῦς ἀοιδαὶ ὥριαι παιάνιδες. ἔντι[ (edd.: ἕντι codex: ἐντὶ legendum) Θρ. 3. 1—2. cf. I. 4.318 c. ἐκ, ἀπό.a be, come fromχρὴ δ' ἀπ Ἀθανᾶν τέκτον ἀεθληταῖσιν ἔμμεν N. 5.49
τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.b be born ofυἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.18
B part.1 pres. part.a [† ἅμα (codd.: ἐόντα Maas) O. 1.104]θεὸς ἐπίτροπος ἐὼν O. 1.106
ἐμὲ πρόφαντον σοφίᾳ ἐόντα O. 1.116
οὔτε δύσηρις ἐὼν οὔτ' ὦν φιλόνικος O. 6.19
ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς O. 9.94
οἷος ἐὼν θρέψενποτὲ P. 3.5
Ἰόλαον ὑμνητὸν ἐόντα P. 11.61
ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα μορφᾷ N. 3.19
Τελαμὼν Ἰόλᾳ παραστάτας ἐὼν N. 3.37
Ἀχιλεὺς παῖς ἐὼν ἄθυρε N. 3.44
κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17
πομπαῖς θεμισκόπον οἰκεῖν ἐόντα πολυθύτοις N. 7.47
εἰ γάρ σφίσιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.100
θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.32
Ἰφικλέος μὲν παῖς ὁμόδαμος ἐὼν Σπαρτῶν γένει I. 1.30
ἐὼν καλὸς I. 2.4
θεότιμος ἐών I. 6.13
]βαρβι[τί]ξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ (forma valde dubia: v.l. ἀμβλύνοντα) fr. 124d.b where the part. is concessive.σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.52
καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον P. 4.265
καὶ πολυκλείταν περ ἐοῖσαν ὅμως Θήβαν ἐπασκήσει fr. 194. 4.c where the part. is conditional.ἀξιωθείην κεν, ἐὼν Θρασύκλου Ἀντία τε σύγγονος, Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων N. 10.39
d followingφαίνομαι. θαυμαστὸς ἐὼν φάνη O. 9.96
ἀπειρομάχας ἐών κε φανείη λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.30
cf. P. 4.170e c. adv., being (situated) cf. A. 5 supra.εὐθὺν δὲ πλόον καμάτων ἐκτὸς ἐόντα δίδοι O. 6.104
εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν P. 2.54
ἐὼν δ' ἐγγὺς Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ ἀνήρ N. 7.64
“ ἥμισυ μέν κε πνέοις γαίας ὑπένερθεν ἐὼν” N. 10.87f subs., n. pl., goods, possessionsοὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν, ἀλλ' ἐόντων εὖ τε παθεῖν N. 1.32
]ἑκὰς ἐόντων Pae. 4.35
m. pl., living ( φάμα)· ἅ τε ὤπασεν τοιάδε τῶν τότ' ἐόντων φύλλ ἀοιδᾶν (ὡς ἄλλων ἐγκωμιακότων ποιητῶν. Σ.) I. 4.272 fut. part.aἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας O. 12.8
b subs.τά τ' ἐσσόμενα τότ ἂν φαίην σαφές O. 13.103
ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.27
C various impersonal usages.a in wishes, εἴη c. (dat., acc. &) inf.εἴη σέ τε πατεῖν, ἐμέ τε ὁμιλεῖν O. 1.115
εἴη, Ζεῦ, τὶν εἴη ἀνδάνειν P. 1.29
φίλον εἴη φιλεῖν P. 2.83
ἁδόντα δεἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν P. 2.96
( ῥῆμα)τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.11
εἴη μιν ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.64
εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ Αἴγιναν κάτα σπένδειν μελιφθόγγοις ἀοιδαῖς I. 6.7
εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 1.b c. adj., part. & inf.ἔστι δἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35
ἦν ὅτι νιν πεπρωμένον ἀμπνεῦσαι καπνόν O. 8.33
θέσφατον ἦν Πελίαν θανέμεν P. 4.71
φαντὶ δἔμμεν τοῦτ' ἀνιαρότατον, καλὰ γινώσκοντ ἀνάγκα ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.287
ἔστι δἐοικὸς ὀρειᾶν γε Πελειάδων μὴ τηλόθεν ὠαρίωνα νεῖσθαι N. 2.10
συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμἀπὸ Σπάρτας N. 11.33
πεπρωμένον ἦν, φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν I. 8.32
c = ἔξεστι,c acc. & inf. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν ( ἑὰν codd. Σγρ: ἐὰν Σγρ: ἓ τὰν Boeckh) N. 7.24 οὐκ ἔστι πρόσωθεν θνατὸν ἔτι σκοπιᾶς ἄλλας ἐφάψασθαι ποδοῖν (Böhmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47d c. dat. (& inf.?): it is one's duty ἔστι μοι πατρίδ' ἀρχαίαν κτενὶ Πιερίδ[ων (supp. Lobel: ἀγάλλειν supp. Snell, e. g.) fr. 215. 5.e ἔστιν ὅτε, ἦν ὅτε, there is, was a time when ἦν ὅτε σύας Βοιώτιον ἔθνος ἔνεπον fr. 83. subordinate verb suppressed: ἔστιν ἀνθρώποις ἀνέμων ὅτε πλείστα χρῆσις, ἔστι δοὐρανίων ὑδάτων sometimes O. 11.1—2. ἔσθ' ὅτε πιστόταται σιγᾶς ὁδοί fr. 180.f οὐκ ἔστιν ὅπως, it is impossible that οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει βροτέᾳ φρενί fr. 61. 3. D dub. † ἔστι δέ τοι χέκωνκακίει καπνός ( ἔτι coni. Heyne) fr. 185. fragg. ]έμμεν ἁλίῳ κυ[ Pae. 6.149
ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13
]ὅτ' ἦσαν [fr. 111a. 3. ἐμμεν[ ?fr. 338. 3. -
7 ἐπίφθονος
ἐπίφθον-ος, ον,A liable to envy or jealousy, looked on with jealousy, odious,αἱ λίην ἰσχυραὶ τιμωρίαι πρὸς θεῶν ἐ. γίνονται Hdt.4.205
;γνώμη πρὸς ἀνθρώπων ἐ. Id.7.139
;μηδ'..ἐ. πόρον τίθει A.Ag. 921
; τινι by one, E.Med. 303, Supp. 893 ;εἴ τῳ θεῶν ἐ. ἐστρατεύσαμεν Th.7.77
;[πενία] ἥκιστα ἐ. X.Smp.3.9
; - ώτεραι (sc. αἱ ἐμαὶ διατριβαί) Pl.Ap. 37d, cf. R. 502d ; ἐπίφθονόν ἐστι c. inf., it is invidious, hateful to.., Ar.Eq. 1274 ;εἴ τῳ μακαρίως -ώτερον εἰπεῖν Arist.EE 1215a10
; τὸ ἐ. envy,ἐπὶ μεγίστοις τὸ ἐ. λαμβάνειν Th.2.64
.2 [voice] Act., bearing a grudge against, τινι A.Ag. 133 (lyr.): abs., malignant, hostile, Id.Eu. 376 (lyr.), Sammelb.3924.35 (i A. D.) ;τὸ δαιμόνιον..ἐ. App.Pun.59
;ἐ. βλέμμα Hld.4.5
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπίφθονος
-
8 ὁρμάω
A : [tense] aor.ὥρμησα Il.6.338
, Pl. Ion 534c; [dialect] Lacon. imper. ὅρμᾱον, i.e. ὅρμαὁν, = ὅρμησον, Ar.Lys. 1247: [tense] pf. :—[voice] Med. and [voice] Pass., Pi.N.1.5, A.Pr. 339, Hdt.1.17, etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.ὡρμᾶτο Il.3.142
: [tense] fut.ὁρμήσομαι Hdt.5.34
, X.Cyr.7.1.9,ὁρμηθήσομαι Gal.5.85
: [tense] aor.ὡρμησάμην Il.21.595
, v.l. in Hes.Sc. 127 ([etym.] ἐφ-), never in Prose, exc.ἐξ- X.HG6.5.20
codd.: more freq. in pass. formὡρμήθην Il.5.12
, al., Th.3.98, etc.: [tense] pf.ὥρμημαι S.El.70
, E. El. 340, Th.6.33, etc.: [dialect] Ion. [ per.] 3pl. [tense] pf. and [tense] plpf. ὁρμέαται and - έατο (with vv. ll. ὡρμ-) Hdt.5.121, 8.35 ; in Hom. codd. usu. have the augm., but Aristarch. read ὁρμήθησαν in Il.10.359: ([etym.] ὁρμή):A [voice] Act.,I causal, set in motion, urge on, cheer on,τινὰ εἰς πόλεμον Il.6.338
, Th.1.127 ;τινὰ ποτὶ κλέος Pi.O.10(11).21
;τὸ στράτευμα ὁ. ἐπὶ τὰς Ἀθήνας Hdt.8.106
, cf. S.Aj. 174 (lyr.), E.Or. 352 (anap.); , cf. Ion 534c ;[τὰ] ὁρμῶντα [σώματα] Hp.Epid.6.8.7
; (lyr.); ὁ. τινὰ ἐκ χερός tear from one's arms, Id.Hec. 143 (anap.):—[voice] Pass., ὁρμηθεὶς θεοῦ ἄρχετο inspired by the god he began, Od.8.499 ;πρὸς θεῶν ὡρμημένος S.El.70
;ὑπὸ ἔρωτος Pl.Smp. 181d
; ἵπποι.. ὁρμηθέντες ὑπὸ πληγῇσιν ἱμάσθλης urged on by.., Od.13.82.2 with a thing as the object, stir up,πόλεμον 18.376
: c. acc. et inf.,τὰς διόδους τῶν πτερῶν.. ὥρμησε πτεροφυεῖν Pl.Phdr. 255d
:—[voice] Pass., was sped,S.
El. 196 (lyr.).II more freq. intr., start,1 c. inf., ἴρηξ ὃς ὁρμήσῃ διώκειν ὄρνεον ἄλλο starts in chase of.., Il.13.64; ὁσσάκι δ' ὁρμήσειε πυλάων.. ἀντίον ἀΐξασθαι whenever he started to rush for the gates, 22.194 ;ὁσσάκι δ' ὁρμήσειε.. στῆναι ἐναντίβιον 21.265
; ἐξελαύνειν ὁρμῆσαι τὸν στρατόν began to lead out.., Hdt.1.76, cf.7.150 ; eager to..,S.
Ant. 133 (lyr.); .2 c. gen., rush headlong at one,Τρώων Il.4.335
: more freq. with Preps.,ὁ. ἐπί τινα Hes.Sc. 403
, Hdt. 1.1, etc.;πύργωμα Καδμείων ἔπι E.Supp. 1220
;εἴς τινας X.Cyr.7.1.17
;καθ' αὑτούς Id.An.5.7.25
; also ὁ. ἐς μάχην hasten to battle, A.Pers. 394 ; (lyr.) ;εἰς τὸ διώκειν X.An.1.8.25
;ἐπὶ ἁρπαγάς Pl.R. 391d
;ἐπὶ τοὺς Ἀθηναίους Th.7.34
; ὥρμασε ([dialect] Dor.) (Chersonesus, ii B. C.): without any sense of hostility, rush, (lyr.);ἐς πατρὸς δόμους Id.Med. 1178
; set out,ἀπὸ [τῆς Οἰνόης] Th.2.19
;ἐς φυγήν Hdt.7.179
, etc.;εἰς τὸ ἐπ' ἐκεῖνα τῆς γῆς Pl.Phd. 112b
;ἐπ' ἄλλον λόγον Antipho 3.4.5
;ἐπὶ τὸ σκοπεῖν X.Mem.3.7.9
; ἐπὶ τραγῳδίαν ὥρμηκε has turned to tragedy, Alex.135.14 ; δηλώσεις.. τὴν φύσιν ἐπὶ τί μάλισθ' ὥρμηκε, i. e. what your natural bent is, ib.8 ;φυσικῶς ἐπὶ τὴν ὀργὴν ὁρμᾶν Phld.Ir.93
W.;πρὸς τὰς πράξεις Id.Mus.p.71
K.;ἐπὶ φιλοσοφίαν Id.Acad.Ind.p.64
M. ;πρὸς τὰς ὀχείας Arist.HA 546a15
: c. acc. cogn.,ὁδόν X.An.3.1.8
;στρατείαν Id.Cyr.8.6.20
.3 abs., start, begin,ὥσπερ ὡρμήσαμεν, ἴωμεν Pl.Prt. 314b
, cf. R. 425c; αἱ μάλιστα ὁρμήσασαι [νῆες] the ships that were hottest in pursuit, Th.8.34.B [voice] Med. and [voice] Pass., like the intr. [voice] Act., A. II:1 c. inf., μὴ φεύγειν ὁρμήσωνται that they put not themselves in motion, set not themselves to flee, Il.8.511 ; soδιώκειν ὁρμήθησαν 10.359
, cf. Od.4.282 ; ὡρμήθη κόρυθα κρατὸς ἀφαρπάξαι he rushed to snatch.., Il.13.188, cf. 182 ; ἦτορ ὡρμᾶτο πτολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι was eager to.., 21.572 ; μᾶλλον ὅρμητο στρατεύεσθαι was eager to march, Hdt.7.1, cf. 19, al., Th.3.45 ; ὅδε ὁ λόγος ὅρμηται λέγεσθαι this account has begun to be given, Hdt.4.16, cf. 6.86.δ' ( λέγεσθαι is restored for λέγεται in 3.56); but λόγον, τὸν ὅρμητο λέγειν which he purposed to make, Id.5.50.2 the object for or after which one goes is sts. in gen., Il.14.488, 21.595 : a case with a Prep.,ὡρμήθησαν ἐπ' ἀνδράσιν Od.10.214
;ἐπί τινα S.Aj.47
, etc.;εἴς τινα X.Cyr.7.1.9
; μετά τινα after one, Il.17.605 ; soὁ. ἐπὶ τὸ ἱρόν Hdt.8.35
;ἐς πύλας A.Th.31
;πρὸς δόμους E.Hipp. 1152
;ἐπ' ἀλήθειαν Pl.Sph. 228c
;ἐς φυγήν Th.4.14
;πρὸς τίσιν S.OC 1328
;πρὸς τὸ κρατεῖν Pl.R. 581a
;[ἡ ποίησις] πρὸς ἡδονὴν ὥρμηται Id.Grg. 502c
; οἱ περὶ λόγον ἢ παιδείαν ὁρμώμενοι persons keen about.., Vett.Val.199.5 : rarely c. acc. loci,νερτέρας πλάκας S.OC 1576
(lyr.).b the starting-point is expressed byἐκ, ὡρμᾶτ' ἐκ θαλάμοιο Il.3.142
, cf. 9.178, etc. ; or ἀπό, S.Tr. 156, Pl. Phd. 101d, etc.;ἀπὸ φιλοσοφίας Phld.Rh.1.357
S.; or by a form in-θεν, σέθεν.. ὕμνος ὁρμᾶται θέμεν αἶνον Pi.N.1.5
: in historical Prose, ὁρμᾶσθαι ἐκ.. start from, begin from, esp. of the place where one carries on any regular operations, ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι living there and going out from thence to do their daily work, Hdt.1.17 ; of fishers,ἐκ πλοίων ὁρμώμενοι Id.3.98
; of a general, making that place his head-quarters or base of operations, Id.8.133, cf. 5.125, al., Th.1.64, 2.69, al.; ἀπ' ἐλασσόνων ὁρμώμενος setting out, beginning with smaller means, ib.65, cf. 1.144 ; of rivers,ἐκ τῆς Ἴδης ὁ.
rising..,Pl.
Lg. 682b.3 abs., rush, dart, attack, Il.5.12, Od.12.126, al., S.OC 1068 (lyr.); also with ἔγχεϊ, ξιφέεσσι, etc., added, Il. 5.855, 17.530, 13.496, al.b generally, hasten, be eager, , cf. 395 ;ἀλλ' ἥδε.. ὁρμᾶται
comes forth,Id.
Pers. 151 (anap.);τὸ φέγγος ὁρμάσθω πυρός Id.Eu. 1029
; ὕβρις ἀτάρβητα ὁρμᾶται insolence goes fearless forth, S.Aj. 197 (lyr.). -
9 ὦ
ὦ and [full] ὤ, an exclamation, expressing surprise, joy, or pain,A O! oh! with nom.,ὢ τάλας ἐγώ S.Aj. 981
, etc.;ὢ ἔβενος, ὢ χρυσός Theoc.15.123
: also c. gen.,ὢ τῆς ἀναισχυντίας Luc.Pisc.5
; with interrog.,ὤ, τί λέγεις; Pl.Prt. 309d
; in the middle of a sentence, E.Hipp. 362 (lyr.), al.II with voc., a mode of address, whether at the beginning of a sentence or in a parenthesis,ὦ Ἀχιλεῦ Il.1.74
, etc., esp. in dialogue and Oratt., ἐβουλόμην, ὦ ἄνδρες, τὴν δύναμιν κτλ. Antipho.5.1; in invocations of the gods, , etc.; with imper.,ὦ χαῖρε Id.Ag.22
, S.Aj. 91; ὦ πρὸς θεῶν ὕπεικε ib. 371, cf. D.21.98: sts. following the Verb, E.Tr. 335 (lyr.); in different number from the voc.,προσέλθετ', ὦ παῖ, πατρί S.OC 1104
, cf. 1112, Sch.Ar.Pl.66.2 with nom. instead of voc., ὦ δῐος αἰθήρ, ὦ φίλος, A.Pr.88, 545;ὦ γενναῖος Pl. Phdr. 227c
;ὦ οὗτος Αἴας S.Aj.89
;ὦ οὗτος οὗτος Οἰδίπους Id.OC 1627
; also οὗτος, ὦ σέ τοι (sc. καλῶ) Ar.Av. 274.3 with both together,φίλος ὦ Μενέλαε Il.4.189
;ὦ τλάμων πάτερ S.Aj. 641
(lyr., τλᾶμον codd. rec., edd.).4 with the latter of two nouns,Ἀγάμεμνον, ὦ Μενέλαε Id.Ph. 794
.—In the first sense usu. written ὤ, in the second ὦ :[τὸ ὢ] ἡνίκα θαυμαστικὸν λαμβάνεται βαρύνεται, καὶ χωρεῐ εἰς ἐπιρρηματικὴν σύνταξιν, οἷον ὢ Ἡρακλῆς EM79.13
: Thom.Mag. p.408R. prescribes ὢ with the gen., but ὦ with the voc., e.g. ὦ Ἡράκλεις, where the whole expression, and not merely the ὤ ([etym.] ὦ, ) expresses surprise (but A.D.Adv.127.24 seems to imply ὦ in both senses); ὤ as an exclam. is found in forms like ὤ μοι, ὤ μοι ἐγώ, ὢ πρὸς τῶν θεῶν D. l. c.: but ὦ πόποι δυσὶ τόνοις χρῆται Hdn.Gr.1.503, so that ὢ πόποι is improbable, cf. Theognost.Can. 158 (as emended by Lehrs Aristarch.3p.119); ᾤμοι and ὤμοι are both recognized by EM822.33, cf. Lex.Mess.p.413;ωιμ' Sapph.Supp.23.4
; in E., when it stands in the middle of a sentence, it shd. be written ὤ, Hipp. 362, al.: sts. doubled, ; (v.l. ὣ ὣ ὣ); written ὼ ώ in Pap. of S.Ichn.61; tripled, (lyr., prob.). To those who (like D.T.640.11, cf. Sch. D.T.p.257H. ) took ὦ for the voc. of the Art. ὁ, A.D.Synt.45.22-53 replies at length. -
10 ὅσιος
A hallowed, i. e. sanctioned or allowed by the law of God or of nature,δίκη Thgn.132
; (lyr.) ; (anap.);καθαρμοί E.Ba.77
(lyr.); ; οὐχ ὅ. unhallowed, (lyr.) ; (lyr.); (anap.).—The sense of ὅσιος often depends on its relation on the one hand to δίκαιος (sanctioned by human law), on the other to ἱερός ( sacred to the gods):1 opp. δίκαιος, sanctioned by divine law, hallowed, holy (μόριον τοῦ δικαίου τὸ ὅ. Pl.Euthphr. 12d
),δικαιότερον καὶ ὁσιώτερον καὶ πρὸς θεῶν καὶ πρὸς ἀνθρώπων Antipho 1.25
;τὰ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους δίκαια καὶ τὰ πρὸς τοὺς θεοὺς ὅ. Plb.22.10.8
: hence, in a common antithesis, τὰ δίκαια καὶ ὅ. things of human and divine ordinance, Pl. Plt. 301d, etc., cf. Euthphr.6e ; alsoὅ. καὶ νόμιμα Ar.Th. 676
(lyr.);οὐ.. νόμιμον οὐδ' ὅ. ἂν εἴη Pl.Lg. 861d
; θεοὺς ὅσιόν τι δρᾶν discharge a duty men owe the gods, E.Supp.40, cf. Hipp. 1081 ; τὸ ὅσιον, = εὐσέβεια, Pl.Euthphr.5d: in an imprecatory formula,ἀποδοῦσι μὲν αὐτοῖς ὅσια ᾖ, μὴ ἀποδοῦσι δὲ ἀνόσια SIG1199
([place name] Cnidus), cf.ἀνοσία 11
; so ὅ. καὶ ἐλεύθερα ib.1180.6 (ibid.).2 opp. ἱερός, permitted or not forbidden by divine law, profane, ἱερὰ καὶ ὅ. things sacred and profane,ἐς ὀλιγωρίαν ἐτράποντο καὶ ἱερῶν καὶ ὁ. ὁμοίως Th.2.52
, cf. Pl.R. 344a, Lg. 857b, etc. ; κοσμεῖν τὴν πόλιν καὶ τοῖς ἱεροῖς καὶ τοῖς ὁ. with sacred and profane buildings, Isoc.7.66 ;τῶν ἱερῶν μὲν χρημάτων τοὺς θεούς, τῶν ὁ. δὲ τὴν πόλιν ἀποστερεῖ D.24.9
;ἀργυρίου ὁσίου IG12.186.13
;ὁ ταμίας τῶν ὁ. προσόδων OGI229.58
(Smyrna, iii B. C.);ὁ ταμίας τῶν ὁ. Supp.Epigr.1.366.58
(Samos, iii B. C.); ὅ. χωρίον a lawful place (for giving birth to a child), Ar.Lys. 743 ; ὅσιόν ἐστι folld. by inf., it is lawful, not forbidden by any law, E.IT 1045, etc.; nefas est,Hdt.
6.81; οὐκ ὅσιον ποιεῦμαι I deem it impious, Id.2.170, cf. D.Ep.5.3 ; οὐδὲ ὅσια (sc. ἐστι).. ;οὐ γάρ σοι θέμις οὐδ' ὅσιον.. ἱστάναι κτερίσματα S.El. 432
;ὅσια ποιέειν Hdt.6.86
.α';λέγειν Id.9.79
; ; (lyr.).II of persons, pious, devout, religious,ἄνδρες A.Supp.27
(anap.), cf. E.Med. 850 (lyr.), etc.;Παλλάδος ὁ. πόλις Id.El. 1320
(anap.); ὅ. θιασῶται, μύσται, Ar.Ra. 327, 336 (both lyr.);ἐμαυτὸν ὅ. καὶ δίκαιον παρέχειν Antipho 2.2.2
;ὅσιοι πρὸς οὐ δικαίους ἱστάμεθα Th.5.104
; opp. ἀνόσιος, E.Or. 547; opp. ἐπίορκος, X.An.2.6.25 ; ὅσιος εἴς τινα, περὶ ξένους, E.Heracl. 719, Cyc. 125 ;πρὸς τοὺς τοκέας Gorg.6
.2 sinless, pure,ἐξ ὁ. στομάτων Emp.4.2
; ὅ. ἔστω καὶ εὐαγής Lex Solonis ap.And.1.96: c. gen., ἱερῶν πατρῴων ὅσιος in regard to the sacred rites of his forefathers, A.Th. 1015; (lyr.); also ὅσιαι χέρες pure, clean hands, A.Ch. 378 (anap.), cf. S.OC 470.3 rarely of the gods, holy, Orph.H.77.2 ;θεοῖς ὁ. καὶ δικαίοις CIG3830
([place name] Cotyaeum), cf. 3594 (Alexandria Troas).4 title of five special priests at Delphi, Plu.2.292d, 365a.III Adv. , etc.;ὁ. οὔχ, ὑπ' ἀνάγκας δέ E.Supp.63
(lyr.);οὐχ ὁ. Id.Hipp. 1287
(anap.), cf. Th.2.5 (v. l.);καλῶς καὶ ὁ. Pl.Phd. 113d
;δικαίως καὶ ὁ. Id.R. 331a
;ὁ. καὶ κατὰ νόμον Id.Lg. 799b
; ὁ. ἂν ὑμῖν ἔχοι τοῦτον θύειν.. it would be right for you that he should.., X.Cyr.8.5.26 : c. part., ὁ. ἂν ἔχοι αὐτῷ μὴ δεχομένῳ .. Id.HG4.7.2 : [comp] Comp. , etc.: [comp] Sup.,ὡς -ώτατα διαβιῶναι τὸν βίον Pl.Men. 81b
, etc. (Not in Hom., who has only Subst. ὁσίη, v. ὁσία.) -
11 μείρομαι
Aμείρεο Il.9.616
; elsewh. in Hom. and Hes. only [ per.] 3sg. ἔμμορε (which is prob. [tense] aor. (v. infr. II) and was so understood by later [dialect] Ep. Poets, who have [ per.] 2sg.ἔμμορες A.R.3.4
; [ per.] 3pl. ἔμμορον cited by EM335.24,ἐξ-έμμορον Nic.Th. 791
: but [tense] pf. [ per.] 3pl.ἐμμόραντι· τετεύχασι Hsch.
); we also have (as if from μορέω) [tense] fut.μορήσω EM335.23
: [tense] pf. ; for pass. forms v. infr. III:— receive as one's portion, with collat. notion of its being one's due: c. acc., καὶ ἥμισυ μείρεο τιμῆς take half the honour as thy due, Il. l.c.; later, divide,ἀροτήσιον ὥρην τριπλόα μείρονται Arat. 1054
.II in form ἔμμορε ( ἔμμορες, etc.), obtain one's share of, c. gen.,οὔ ποθ' ὁμοίης ἔμμορε τιμῆς Il.1.278
;πάντα δέδασται, ἕκαστος δ' ἔμμορε τιμῆς 15.189
, cf. Od.11.338;θεῶν ἒξ ἔμμορε τιμῆς 5.335
; ; Fr.anon. 373: later c. acc., A.R.3.208, Nic.Al. 488.III [tense] pf. [voice] Pass. εἵμαρται, inf.εἱμάρθαι B.13.1
, App.BC2.4: impers., it is allotted, decreed by fate, l.c.: usu. c. acc. et inf., Pl.R. 566a, Phdr. 255b: freq. in [tense] plpf. εἵμαρτο it was decreed,νῦν δέ με λευγαλέῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι Il.21.281
;ἐκ γὰρ τῆς εἵμαρτο.. τέκνα γενέσθαι Hes.Th. 894
;εἰ.. οὕτως εἵμαρτο πρᾶξαι D.18.195
, etc.: freq. also in part.,θεῶν εἱμαρμένα δῶρα Thgn.1033
;τὰ δ' ἄλλα.. σὺν θεοῖς εἱμαρμένα A.Ag. 913
; τοιαῦτα.. πρὸς θεῶν εἱμ. S.Tr. 169;χρόνος εἱμαρμένος Pl.Prt. 320d
, cf. Phd. 113a;εἴπερ εἱμαρμένον εἴη Id.Mx. 243e
; ἡ εἱμαρμένη (sc. μοῖρα) destiny, Id.Phd. 115a, Grg. 512e, D. 18.205, etc.: later formsμέμορται Phot.
, Suid.: inf. μέμορθαι [dialect] Aeol. acc. to Sch.Il.10.67, EM312.46: part. μεμορμένος, θάνατος, οἶκος, A.R.3.1130, Epigr.Gr.414.7 ([place name] Egypt);ἠρίον Alex.Aet.3.33
;πότμος Lyc.430
;κῆρες AP7.700
(Diod.);τὸ μ. Plu.Mar.39
, Agath.1.1 (v.l. μεμαρμένον): [dialect] Aeol. [full] ἐμμόρμενον Alc.Supp.14.7: [dialect] Dor. [full] ἐμβρᾰμένα (q.v.); [full] βεβρᾰμένων· εἱμαρμένων, Hsch.;μεμόρηται Man.6.13
;μεμορημένος AP7.466
(Leon.); but μεμορημένον in Nic.Al. 229 is from μορέω (q.v.); [dialect] Dor. [ per.] 3sg. μεμόρακται (as if from μοράζω) it receives a portion of, τινος Ti.Locr.95a.IV μείρομαι as [voice] Pass., to be divided from, τινος Arat.657.------------------------------------μείρομαι (B),A = ἱμείρομαι, c. gen., Nic.Th. 402, Inscr.Perg.203.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μείρομαι
-
12 ὁσιότης
A disposition to observe divine law, piety, Pl.Prt. 329c, Euthphr. 14d sq., X.Cyr.6.1.47, SIG 654B10 (Delph., ii B. C.), etc.; πρὸς θεῶν ὁ. piety towards them, Plu.Alc.34 ;πρὸς τοὺς θεούς Id.2.359f
; also, like Lat. pietas,ἡ πρὸς γονεῖς ὁ. D.S.7.4
;πρὸς τὴν τεκοῦσαν Id.31.27
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁσιότης
-
13 πάσχω
Aἔπασχον 17.375
, etc.: [tense] fut.πείσομαι Od.2.134
, etc. ; [dialect] Dor. [ per.] 3sg.παισεῖται Abh.Berl.Akad.1925(5).21
(Cyrene, iii B.C.): [tense] aor.ἔπᾰθον Il.9.492
, etc.: [tense] pf.πέπονθα Od.13.6
, etc.: [tense] plpf. ἐπεπόνθειν ib.92, etc.; [dialect] Att. (all the above tenses in Hom., [tense] pres. and [tense] aor. only in Hes.). —Rarer forms, [ per.] 2pl. [tense] pf. πέπασθε (so Aristarch.) Il.3.99,πέποσθε Od. 23.53
; fem. [tense] pf. part.πεπᾰθυῖα 17.555
; [dialect] Dor. [tense] pf.πέποσχα Stesich. 89
, Epich.11, PCair.Zen. 482.18 (iii B.C.) :— have something done to one, suffer, opp. do,ὅσσ' ἔρξαν τ' ἔπαθόν τε Od.8.490
;ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν Pi.N.4.32
; δρᾶν καὶ πάσχειν, v. δράω ; πολλὰ μὲν.. πείσεσθαι, πολλὰ δὲ ποιήσειν Hdt.5.89, etc.: hence used as [voice] Pass. of ποιέω (cf. Arist. Cat. 2a4, Metaph. 1017a26, Plot.3.6.8, etc.), π. τι ὑπό τινος to be treated so and so by another, suffer it at his hands,ἃ πάσχοντες ὑφ' ἑτέρων ὀργίζεσθε, ταῦτα τοὺς ἄλλους μὴ ποιεῖτε Isoc.3.61
, cf. Hdt.1.44, 124,al. ;ἐξ ἐμοῦ μὲν ἔπαθες οἷα φῂς παθεῖν, δρᾷς δ' οὐδὲν ἡμᾶς εὖ E.Hec. 252
;οἷα πρὸς θεῶν πάσχω θεός A.Pr.92
, cf. Hdt.1.36.II to have something happen to one, to be or come to be in a state or case,καί τι ἔφη γελοῖον παθεῖν Pl.Smp. 174e
; , cf. V. 946 ; ὁρᾶτε μὴ ταὐτὸ πάθητε τῷ ἵππῳ see that it be not with you as with the horse in the fable, Arist. Rh. 1393b20, cf. Pl.R. 488a ; παραπλ ήσιον π. ὥσπερ ἂν εἰ .. Isoc.1.27 ; ὁμοιότατον πεπονθέναι ὥσπερ ἂν εἴ τις .. Pl.Phd. 98c.2 of the influence of passion or feeling, to be affected in a certain way, be (or come to be) in a certain state of mind, , cf. 1.80, D.20.56 ;ὅ τι μὲν ὑμεῖς πεπόνθατε ὑπὸ τῶν ἐμῶν κατηγόρων οὐκ οἶδα Pl.Ap. 17a
, cf. 21c, 22c, Alc.1.118b, Smp.198c ;π. τι πρός τινας Isoc.2.42
, Pl.Grg. 485b, cf. X.Smp.4.11, 8.15, etc. ;τι ἔς τινας Th.6.11
: sts. with Adj., ὑϊκὸν πάσχει he is swinishly disposed, X.Mem.1.2.30 : abs., ὁ πάσχων the man of feeling or impulse, ὁ μὴ πάσχων the un impassioned man, Arist.MM 1203b21.3 of things, πεπόνθασι.. αἱ Ἰώνων ὁρταὶ τοῦτο this is the case with.., Hdt.1.148 ; πάσχει δὲ ταὐτὸ τοῦτο καὶ τὰ κάρδαμα this is just the way with.., Ar.Nu. 234 ; ; ὁμοίως π. τῷ Νείλῳ to be in the same case with.., Hdt.2.20.4 Gramm., of words, to be subject to certain changes, EM 200.11, 491.2, etc. ; τὸ πεπονθός a modified form, A.D.Adv.137.16.III freq. with Advbs., κακῶς πάσχειν or παθεῖν to be in evil plight, unlucky, Od.16.275, Hdt.3.146, etc. ; κακῶς π. ὑπό τινος to be ill used, ill treated by.., A.Pr. 1041 (anap.) ; ἐκ Διὸς π. κακῶς ib. 759 (but also κακὸν π. ὑ. τ. Th.8.48): freq. with an Adj., κακά, αἰνά, λυγρὰ π ., Il.3.99, 22.431, Hdt.9.37 ;ἀνάρσια πρός τινος Id.5.89
: freq. in Trag., π. δύσοιστα, τάλανα, ἀμήχανα, οἰκτρά, σχέτλια, ἀνάξια, A.Eu. 789 (lyr.), Th. 988 (dub.), E.Hipp. 598, Hec. 321, Andr. 1180 (dub.), IA 852 : also in Prose, δεινά, βίαια π., D.51.19, 21.1, etc. ; πρέποντα πάσχειν Anti-pho 3.3.9 : in Hom. also with Subst., ἄλγεα, κήδεα, πήματα, ἀεκήλια ἔργα, Il.20.297, Od.17.555, Il.5.886, 18.77 : rarely in [dialect] Att.,πράγματ' αἴσχιστ' ἂν ἐπάθομεν D.21.17
.b εὖ πάσχειν to be well off, in good case, c. gen., τῶν αὑτοῦ (leg. ὧν αὐτοῦ, cf. ὅς Possess.) κτεάνων εὖ πασχέμεν to have the good of, enjoy one's own, like ἀπολαύω, γεύομαι, etc., Thgn. 1009, cf. Pi.N.1.32 ; εὖ πάσχειν receive benefits, opp. εὖ δρᾶν, A.Eu. 868, Th.2.40, etc. ;ἀνθ' ὧν ἔπασχον εὖ.. χάριν δοῦναι S.OC 1489
;τιμᾶσθαι.. ἐν τῇ μνήμῃ τῶν εὖ πεπονθότων Aeschin.3.182
;εὖ παθεῖν ὑπό τινων Pl.Grg. 519d
, etc.: also with an Adj.,π. ἀγαθά Hdt.2.37
;τι ἐσλόν Pi.P.9.89
, cf. Alc.Supp.22.5 ;τερπνόν τι S. Aj. 521
, cf. Theoc.7.83 ; χαρτά, ὅσια, E.Ph. 618, Hec. 788 ; γλυκέα, χαρίεντα π., Ar. Pax 591, Ec. 794 ;δίκαια Din.1.10
;φιλικὰ ὑπό τινος X.Cyr.4.6.6
.2 without Adv., with reference to evil, used for κακῶς orκακὰπ., μάλα πόλλ' ἔπαθον καὶ πόλλ' ἐμόγησα Od.5.223
, cf. Il. 23.607 ;εἴ κεν μάλα πολλὰ πάθοι 22.220
; ὁτιοῦν π. suffer anything whatever, Isoc.12.133, etc.: abs., παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω by hard experience, Hes. Op. 218, cf. S.OT 403 ; ὁ παθών the injured parly, Pl. Lg. 730a, 878c :—Phrases: μή τι πάθῃς or πάθοι, lest thou, lest he suffer any ill, Od.17.596, Il.5.567, cf. 11.470, etc. ;μή τι πάθωμεν 13.52
: hence εἴ τι πάθοιμι or ἤν τι πάθω, as euphemism, if aught were to happen to me, i.e. if I were to die, Callin.1.17, Hdt.8.102, Ar.Ec. 1105, V. 385, Lys.19.51, Theoc.8.10 ;ἂν οὗτός τι πάθῃ D.4.11
;ἐάν τινα ἀνθρώπινα πάσχῃ IG3.74.13
; soεἴ τι πείσεται.. ἅδε γᾶ E.Ph. 244
(lyr.) ;ἤν τι ναῦς πάθῃ Id.IT 755
, cf. Syngr. ap. D.35.13.b in Law, suffer punishment, pay the penalty, Lys.20.30 ;π. ὡς ἱερόσυλος SIG 1016.7
(Iasos, iv B. C.), cf. 1 Ep.Pet.4.15 ; ὡς προδότης καὶ ἐπιβουλεύων τῷ δήμῳ πασχέτω τι Aen. Tact.11.9 ;τιμᾶν ὅ τι χρὴ παθεῖν.. ἢ ἀποτεῖσαι Pl.Plt. 299a
(- τίνειν codd.), cf. Ap. 36b, X.Mem.2.9.5, IG12.65.50, etc.3 τί πάθω ; what is to become of me? ὤμοι ἐγώ, τί π. ; Il.11.404, Od.5.465, S.OC 216 (lyr.), Theoc.3.24 ; sts. what (else) am I to do? Ar.Nu. 798 ; so esp. τί γὰρ π. ; E.Hec. 614, Supp. 257, Ar.Av. 1432, etc. ; ὡμολόγηκα· τί γὰρ π. ; I allow it—how can I help it? Pl.Euthd. 302d, cf. Hdt.4.118.4 in [ per.] 2sg., τί πάσχεις ; what's the matter with you? Ar.Nu. 708, Av. 1044 ; τί χρῆμα πάσχεις ; Id.Nu. 816 : so in [tense] aor. part., τί παθών ; τί παθόντε λελάσμεθα θούριδος ἀλκῆς ; what possesses us that we have forgotten.. ? Il.11.313 ; but τί παθόντες γαῖαν ἔδυτε ; what befell you that you died ? Od.24.106 ; also οὐδὲν θαυμαστὸν ἔπαθεν.. πεισθείς no wonder that he was induced, Antipho 2.4.7.5 to be ill, suffer, c. acc. of the part affected, π. τοὺς πόδας, τὴν πλευράν, PSI4.293.23 (iii A. D.), PGen.56.27 (iv A. D.) : abs. in part., ὁ πάσχων, almost = ὁ κάμνων, the patient, PMag. Par.1.3017 ;μεταβαίνει ἀπὸ τῶν παθῶν ἐπὶ τοὺς πάσχοντας ἀνθρώπους Gal.16.583
, cf. 15.501, Sor.Fasc. 45, al.IV in later Stoic Philos., πάσχειν is to be acted upon by outward objects, take impressions from, them, opp. ἀποπάσχω, mostly folld. by ὅτι, to be led to suppose that.., Arr.Epict.1.2.3, 1.18.1, etc.: also c. acc., have experience of, ἀρετήν, λόγον, Ph.2.449, 1.121. (Πṇ θσκω, [tense] fut. Πένθ-σομαι, cf. πένθος.) -
14 σέβας
σέβ-ας, τό, only nom., acc., and voc. sg.; pl.A , as if from σέβος, τό: ([etym.] σέβομαι):— reverential awe, which prevents one from doing something disgraceful (cf. σέβομαι), σ. δέ σε θυμὸν ἱκέσθω Πάτροκλον Τρῳῇσι κυσὶν μέλπηθρα γενέσθαι Il.18.178
;αἰδώς τε σ. τε h.Cer. 190
; also awe with a notion of wonder,σ. μ' ἔχει εἰσορόωντα Od.3.123
, 4.75, cf. 142, etc.: generally, reverence, worship, honour,σ. ἀφίσταται A.Ch.54
(lyr.);σ. τὸ πρὸς θεῶν Id.Supp. 396
(lyr.): c. gen. objecti, Διὸς σέβας reverence for him, Id.Ch. 645 (lyr.): c. gen. subjecti,πάγος ἄρειος, ἐν δὲ τῷ σ. ἀστῶν Id.Eu. 690
; so εἰ. περ ἴσχει Ζεὺς ἔτ' ἐξ ἐμοῦ ς. S.Ant. 304.II after Hom., the object of reverential awe, holiness, majesty,σ. Τροΐας Sapph.Supp.5.9
;δαιμόνων σ. A.Supp. 85
(lyr.); γᾶ, πάνδικον ς. ib. 776 (lyr.); θεῶν σέβη ib. 755, cf. E.Med. 752; Ἥλιε,.. Θρῃξὶ πρέσβιστον ς. (as Bothe and Lob. for σέλας) S.Fr. 582; σ. ἐμπόρων, of a funeral mound serving as a land-mark, E.Alc. 999 (lyr.): hence periphr. of reverend persons, ὦ μητρὸς ἐμῆς ς. A.Pr. 1091 (anap.); σ. κηρύκων, of Hermes, Id.Ag. 515;σ. ὦ δέσποτ' Id.Ch. 157
(lyr.), cf. E.IA 633; Πειθοῦς ς. A.Eu. 885; τοκέων ς. ib. 546 (lyr.); Ζηνὸς ς. S.Ph. 1289; of things,σ. μηρῶν A.Fr. 135
; ;σ. ἀρρήτων ἱερῶν Ar.Nu. 302
.2 object of awestruck wonder,σ. πᾶσιν ἰδέσθαι h.Cer.10
: πᾶσι τοῖς ἐκεῖ σέβας, of Orestes, S.El. 685; of the arms of Achilles, Id.Ph. 402 (lyr.). -
15 τίς
1 in direct quest.a subs. τίνα βάλλομεν; O. 2.89 τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.100 τίς δὴ ποταίνιον ἔλαχε στέφανον; O. 10.60 τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 [ τίς ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος αἰνὰν ὕβριν ἀπέφυγεν; (Homan: εἴ τις codd.) P. 11.55] τί φίλτερον κεδνῶν τοκέων ἀγαθοῖς; I. 1.5 λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον; I. 5.39 τίς ἄρ' ἐσλὸν Τήλεφον τρῶσεν; I. 5.41 τί πείσομα[ι Πα. 7B. 42.ἀκτὶς ἀελίου, τί πολύσκοπε μήσεαι; Pae. 9.1
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν; fr. 61. 1. τί κάλλιον ἀρχομένοισιν ἢ καταπαυομένοισιν; fr. 89a. 1. τί θεός; fr. 140d. τί ἔρδων φίλος σοί τε εἴην, τοῦτ' αἴτημί σε fr. 155. 1. c. art. & subs., τοῦ (sc. ναοῦ)δὲ παντέχνοις Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67
c. gen., “ καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.98 “ τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν;” P. 9.33 τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; I. 7.1 n. pro adv., why, in what respect? τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (v. l. τί) O. 1.82 κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78 τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 <τί δγτ; ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι; (supp. Diehl, om. codd. Dion. Hal.) Pae. 9.3b adj. τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνὴρ O. 6.6
τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας, τίς δὲ κίνδυνος; P. 4.70ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον P. 7.5
—6. θυμέ, τίνα πρὸς ἀλλοδαπὰν ἄκραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι; N. 3.26 “πάτερ Κρονίων, τίς δὴ λύσις ἔσσεται πενθέων;” N. 10.76 τ]ίνα πτόλιν, τίν' ἐπ[ Δ. 4. c. 6.2 introducing indir. quest.a subs. οὐκ ἔχω εἰπεῖν, τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλοςἔμπεδον ὤρεξε N. 7.57
ἀλλὰ θαυμάζω τί με λέξοντι Ἰσθμοῦ δεσπόται fr. 122. 13.b adj.κεῖνα δὲ κεῖνος ἂν εἴποι ἔργα περαίτερον ἄλλων, τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63
δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15
ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν fr. 42. 1.3 frag. τί κέ τις ἐσχ[ Δ. 4. b. 11. -
16 καταφεύγω
Aφεύξομαι D.8.41
:— flee for refuge, ἐς τὸ [ ἱρόν] Hdt. 2.113, cf. 1.145;ἐπὶ Διὸς βωμόν Id.5.46
: c. acc.,οὐκ ἔχω βωμὸν κ. E.IA 911
(troch.); - πεφευγέναι ἐν τόπῳ flee and take refuge in.., Pl.Sph. 260c, cf. X. HG4.5.5; ἐκεῖ, ἐνθάδε κ., Th.3.71, Isoc.14.28; ὅποι .. X. Mem.3.8.10; κ. εἴς τινα flee for protection to him,ὃς ἂν φεύγων καταφύγῃ ἐς τούτους Hdt.4.23
;εἰς ὑμᾶς κ. καὶ ἀντιβολῶ And.1.149
;ἐπί τινα D.18.19
, etc.;πρὸς ὑμᾶς Id.8.41
;παρ' ἡμῖν Isoc.12.194
.2 ἐκ τῆς μάχης κ. escape from.., Hdt.6.75: abs., ἄνω μάλ' εἶσι καταφυγών (sc. ὁ ἀτμός) Alex. 124.17.3 have recourse, ;εἰς σωτηρίαν Id.2.4.1
;εἰς τοὺς λόγους Pl.Phd. 99e
, cf. 76e; ;ἐπὶ τὰς μηχανάς Pl.Cra. 425d
;ἐπὶ τὸν δικαστήν Arist.EN 1132a20
; ἐπὶ τὸν λόγον ib. 1105b13;ἐπὶ Καρχηδονίους Plb.1.10.1
, cf. Plu.Cam.7;πρὸς θεῶν εὐχάς Pl.Phdr. 244e
;ὥς τινας Plb.24.10.11
: c. dat.,τῇ μητρί Ctes.Fr.29.57
.4 εἰς τὴν τοῦ βίου μετριότητα κ. fall back upon, appeal to.., D.25.76; ἐπὶ τὸ φάσκειν .. Phld. D.3.8.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταφεύγω
-
17 πατρῷος
πατρῷος, α, ον, also ος, ον A.Ag. 210(lyr.), E.Supp. 1147 (lyr.), etc. ; [dialect] Ep. and [dialect] Ion. [full] πατρώϊος, η, ον, the only form used in Hom., Hes., and Hdt.; the former first in Thgn.888, Pi.P.4.290, though both use the longer form, Thgn. 521, Pi.P.4.220 ; Thess. [full] πατρούεος (q.v.): ([etym.] πατήρ):—A of or from one's father, coming or inherited from him, σκῆπτρον, ἔγχος, Il.2.46, 19.387 ; τέμενος, δῶμα, οἶκος, 20.391, 21.44, Hes.Op. 376 ; ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός my old hereditary friend, Il.6.215 ;π. ἑταῖροι Od. 2.254
, 17.69 ; γαῖα πατρωΐη one's fatherland, 13.188, 251 ;πατρῴα γῆ Thgn.888
, Pi.P.4.290, S.El.67, etc.;π. οὖδας A.Ag. 503
; ; δῶμα, ἑστία, κοῖται, E. Or. 1595, Hec.22, S.El. 194 (lyr.); πατρώϊα one's father's goods, patrimony, Od. 17.80, 20.336, 22.61 ; τὰ π. Hdt.9.26, Ar.Th. 819, Lys. 27.11, v.l. in Arist.Pol. 1303b34 ;τὰ π. χρήματα Ar.Av. 1658
; , cf. S.El. 268, etc.; δοῦλοι π. Hdt.2.1 ;γέρεα Id.7.104
;θυσίαι D.Ep.3.30
codd. ;ἀρχή X.An.1.7.6
; π. δόξα hereditary glory, Id.HG7.5.16 (but πατρῴα καὶ παππῴα δόξα of our fathers and grandfathers, D.10.73) ; π. οἰκία, κλῆρος, And.1.62, Pl.Chrm. 157e, Lg. 923d, etc.;οὐσία Anaxandr.45
; ἡ εἰρήνη ἡ π. IG42(1).68.13 (Epid., iv B. C.) ;ἔχων π. ἡμῶν ὑποθήκην Sammelb. 7339.6
(i A. D.) ; π. θεοί tutelary gods of a family or people, as Apollo at Athens, S.Ph. 933, cf. Pl.Euthd. 302d, Arist.Ath.55.3, Sammelb.6262.5 (iii A. D.) ; Zeus among the Dorians, A.Fr. 162.3 ;πρὸς θεῶν π. καὶ μητρῴων X.HG 2.4.21
, cf. Th.7.69 : sg., Berl.Sitzb.1927.169 ([place name] Cyrene) ; Zeus was the θεὸς π. of Heracles, S.Tr. 288, 753 ; of Orestes, E.El. 671 ; Ζεὺς π. was also the god who protects parents' rights, Ar.Nu. 1468, Pl. Lg. 881d, etc.II = πάτριος, of or belonging to one's father,μῆλα Od.12.136
;π. πρὸς στάθμαν Pi.P.6.45
; π. ἄεθλοι imposed by him, ib.4.220; but π. ἆθλος of him, S.Ant. 856 (lyr.) ; π. γνώμη ib. 640 ; π. φόνοι, πήματα, Id.OC 990, 1196 ;π. χέρες A.Ag. 210
(lyr.), etc.; τὰ πατρώϊα the cause of one's father, opp. τὰ μητρώϊα, Hdt.3.53.—Gramm. distd. πατρῷος, as expressing patrimonial possession, from πάτριος as expressing hereditary manners, customs, institutions ; v. Ammon. Diff. s. v., AB297, Suid., etc.—The distn. holds in [dialect] Att. Prose ; but Hom. and Hdt. use πατρώϊος only, and in all these senses ; so also Trag. [ πάτριος shd. be restored in all passages in Trag. where the [ per.] 2nd syll. is made short in anap. and lyr., E.Hec.82, Tr. 162, Ba. 1368, El. 1315, Alc. 249 ; but γῆς ἀπὸ πατρωΐης ends a pentameter in IG12.978.]Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πατρῷος
-
18 ἀποστρέφω
Aἀποστράψαι SIG 244 ii 16
(Delph.); [dialect] Ion. [tense] aor.ἀποστρέψασκε Il.22.197
, etc.: [tense] pf. :—[voice] Pass. and [voice] Med., [tense] fut.- στρέψομαι X.Cyr.5.5.36
, Plu.2.387c: [tense] aor. -εστράφην [ᾰ], S.OC 1272, etc.; later- εστρεψάμην LXXHo.8.3
, prob. in Ar.Nu. 776: [tense] fut.- στρᾰφήσομαι LXXNu.25.4
, al.: [tense] pf.- έστραμμαι Hdt.1.166
, etc.: [dialect] Ion. [ per.] 3pl. [tense] plpf. - εστράφατο ibid.; (iii B.C.): — turn back: hence, either turn to flight,ὄφρ'.. Ἀχαιοὺς αὖτις ἀποστρέψῃσιν Il.15.62
, etc., cf. Hdt. 8.94; or turn back from flight, X.Cyr.4.3.1; send home again, Th.4.97, 5.75; ῥῆμα bring back word, LXX4 Ki.22.9; ἀποστρέψαντε πόδας καὶ χεῖρας having twisted back the hands and feet so as to bind them, Od.22.173, 190,cf. S.OT 1154; ;ἀποστρέφετε τὰς χεῖρας αὐτῶν, ὦ Σκύθαι Ar.Lys. 455
;ἀ. τὸν αὐχένα Hdt.4.188
; guide back again,ἀποστρέψαντες ἔβαν νέας Od.3.162
; ἴχνι' ἀποστρέψας having turned the steps of the oxen backwards so as to make it appear that they had gone the other way, h.Merc.76; turn away, avert,αὐχέν' ἀποστρέψας Thgn.858
;ἀπέστρεψ' ἔμπαλιν παρηΐδα E.Med. 1148
; butτὸ πρόσωπον πρός τινα Plu.Publ.6
; bring back, recall,ἐξ ἰσθμοῦ X.An.2.6.3
; φῶτας ἀπέστρεψεν Περσεφόνης θαλάμων [Emp.] 156.4.2 turn away or aside, divert, v.l. in Th.4.80, etc.; ὕδατα cut off water from a besieged town, Ph.Bel.97.4;τὸν Κάϋστρον SIG 839.14
([place name] Ephesus);τὸν πόλεμον ἐς Μακεδονίαν Arr.An.2.1.1
; avert a danger, an evil, etc.,πῆμ' ἀ. νόσου A.Ag. 850
([place name] Porson); prevent, Dsc. 2.136; rebut, (v. supr.);ἀ. τύχην μὴ οὐ γενέσθαι Antipho6.15
codd.;ἀ. εἰς τοὐναντίον τοὺς λόγους Pl.Sph. 239d
;τὰς πράξεις εἰς τοὺς ἀντιδίκους Arist.Rh.Al. 1442b6
.3ἀ. τινά τινος
dissuade from,X.
Eq.Mag.1.12;τινὰ ἀπὸ τοῦ λήμματος Din.2.23
;πότων ἀ. τοὺς στομάχους D.H.Dem.15
.II as if intr. (sc. ἑαυτόν, ἵππον, ναῦν, etc.), turn back, Th.6.65;ἀ. ὀπίσω Hdt.4.43
;ἀ. πάλιν S.OC 1403
.B [voice] Pass., to be turned back, ἀπεστράφθαι τοὺς ἐμβόλους, of ships, to have their beaks bent back, Hdt.1.166; ἀποστραφῆναι.. τὼ πόδε to have one's feet twisted, Ar. Pax 279; closecurled,Arist.
Phgn. 809b26.II [voice] Med. and [voice] Pass., turn oneself from or away, ; back to back,Apollod.
Poliorc.145.2: esp.,1 turn one's face away from, abandon, c. acc., Phoc.2, Sallust.3;ἐχθροῦ ἀξίωσιν Epicur. Fr. 215
;μή μ' ἀποστραφῇς S.OC 1272
;μή μ' ἀποστρέφου E.IT 801
, cf. Ar. Pax 683, X.Cyr.5.5.36, PSIl.c.;τὸ θεῖον ῥᾳδίως ἀπεστράφης E. Supp. 159
: also c. gen., : c. dat.,ἀστεφανώτοισι ἀπυστρέφονται Sapph.78
: abs.,μὴ πρὸς θεῶν.. ἀποστραφῇς S.OT 326
; ἀπεστραμμένοι λόγοι hostile words, Hdt.7.160; to be alienated,Phld.
Lib.p.80.2 turn oneself about, X.Cyr.1.4.25; ἅρματα ἀπεστραμμένα ὥσπερ εἰς φυγήν ib.6.2.17; ἀποστραφῆναι λυγιζόμενος escape by wriggling, Pl.R. 405c.3 ἀποστραφῆναί τινος fall off from one, desert him, X. HG4.8.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποστρέφω
-
19 λούω
λούω (s. prec. entry; Hom.+) fut. λούσω LXX; 1 aor. ἔλουσα. Pass. 1 aor. 2 sg. ἐλούσθης Ezk 16:4; pf. ptc. λελουμένος J 13:10 and λελουσμένος Hb 10:22 (B-D-F §70, 3; W-S. §13, 1; Mlt-H. 248; Helbing 100f)① to use water to cleanse a body of physical impurity, wash, as a rule of the whole body, batheⓐ act., abs. of the washing of a corpse (Hom. et al.) Ac 9:37; GPt 6:24. Of persons who have been scourged ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν he washed their wounds (lit., ‘by washing he freed them from the effects of the blows’) Ac 16:33 (on the constr. w. ἀπό s. 3 below. Also Antig. Car. 163 of Europa: λούσασθαι ἀπὸ τῆς τοῦ Διὸς μίξεως=wash off the traces of intercourse with Zeus). For Rv 1:5 v.l. s. 3.ⓑ mid. I wash myself, I bathe myself (Hom. et al.) lit., of man or beast: of a woman λουομένη εἰς τὸν ποταμόν bathing in the river Hv 1, 1, 2 (λ. εἰς also Ptolem. Euerg. II [II B.C.]: 234 Fgm. 3 Jac.; Alciphron 3, 7, 1 λουσάμενοι εἰς τὸ βαλανεῖον; Cyranides p. 57, 6; Iren. 3, 3, 4 [Harv. II 13, 11 and 12]). ὗς λουσαμένη 2 Pt 2:22 (s. βόρβορος 2).② to use water in a cultic manner for purification, wash oneself, bathe oneself, cleanse, bathe, mid., of cultic washingsⓐ (Soph., Ant. 1201 τὸν μὲν λούσαντες ἁγνὸν λουτρόν; Apollon. Rhod. 3, 1203 λοέσσατο ποταμοῖο … θείοιο … before the sacrifice Jason washed himself clean of pollution, in the divine river; Plut., Mor. 264d λούσασθαι πρὸ τῆς θυσίας; Ael. Aristid. 33, 32 K.=51 p. 582 D.: πρὸς θεῶν λούσασθαι κέρδος ἐστὶ ζῶντα, ὸ̔ καὶ τελευτήσαντι μένει; Dssm., NB 54 [BS 226f] cites for this usage three ins, all of which have the mid., two in combination w. ἀπό τινος; Sb 4127, 14 ἐν ᾧ καὶ ἁγίῳ τῷ τῆς ἀθανασίας ὕδατι λουσάμενος; Ramsay, Exp. 7th ser., 8, 1909, p. 280, 1; LXX; Jos., Vi. 11 λ. πρὸς ἁγνείαν) of the act of purification necessary before entering the temple Ox 840, 14; 19; 24f (ἐν τῇ λίμνῃ τοῦ Δαυίδ); 32 (ὕδασιν). ὁ λελουμένος the one who has bathed (in contrast to the one who has his feet washed, and with allusion to the cleansing of the whole body in baptism [λελουμένος ‘newly bathed, after the bath’ Hdt. 1, 126; Aristoph., Lysist. 1064; Plut., Mor. 958b λουσαμένοις ἢ νιψαμένοις; Lev 15:11 τ. χεῖρας νίπτεσθαι, λούεσθαι τὸ σῶμα]; difft. HWindisch, Johannes u. d. Synoptiker 1926, 77. On foot-washing s. also GKnight, Feetwashing: Enc. of Rel. and Ethics V 814–23; PFiebig, Αγγελος III 1930, 121–28; BBacon, ET 43, ’32, 218–21; HvCampenhausen, ZNW 33, ’34, 259–71; FBraun, RB 44, ’35, 22–33; ELohmeyer, ZNW 38, ’39, 74–94; AFridrichsen, ibid. 94–96; Bultmann, comm. J ad loc., 355–65; JDunn, ZNW 61, ’70, 247–52) J 13:10 (λού. beside νίπτ. in eating Tob 7:9 S; λού. before eating AcThom 89=Aa p. 204 l. 7f). λούσασθε wash yourselves 1 Cl 8:4 (Is 1:16). Always of baptism (Hippol., Ref. 5, 7, 19) AcPl Ha 2, 35; 3, 6; 5, 1f; 7, 20.—The sense is in doubt in εἴ τις μεταλάβῃ τὸ σῶμα τοῦ κυρίου καὶ λούσεται if anyone receives the body of the Lord (in the Eucharist) and then mouth-rinses or bathes Agr 19.ⓑ I wash for myself w. obj. in acc. (Hes.+) τὸ σῶμα ὕδατι καθαρῷ (cp. Dt 23:12) Hb 10:22 (of baptism).③ to cause to be purified, cleanse, act. (in imagery, via liquid other than water) τῷ λούσαντι ἡμᾶς ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ Rv 1:5 v.l. (For the use of an agent other than water in connection with λ., but in a difft. sense, s. Simonid. 144 a bow bathed in blood [Diehl2 II p. 113=Bergk 143]; Lucian, Dial. Meretr. 13, 3 pers. bathed in blood.) On this rdg. s. PvonderOsten-Sacken, ZNW 58, ’67, 258 n. 17.—B. 579. DELG. M-M. TW. -
20 δύσθροος
δύσθροος, -ον1 ill-sounding δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν (sc. Βάττον, who was afflicted with a stammer) P. 4.63
См. также в других словарях:
προς — πρός ΝΜΑ, επικ. τ. προτί, κρητ. τ. πορτί, αργείος τ. προτ(ί), παμφυλιακός τ. περτ(ί), αιολ. τ. πρές Α (πρόθεση, κύρια, μονοσύλλαβη, η οποία, γενικά, συντάσσεται με γενική, δοτική και αιτιατική και δηλώνει την από τόπου κίνηση, τη στάση σε τόπο… … Dictionary of Greek
θεός — Το υπέρτατο ον. Κατά τη θρησκευτική σκέψη είναι αιώνιο, δημιουργός και συντηρητής, πρώτη αιτία, άπειρη και μυστηριώδης, όλων όσα υπάρχουν. Στον πρωτόγονο άνθρωπο, η ιδέα του Θ. διαμορφώθηκε σε σχέση με τις τεράστιες ανάγκες, τα εμπόδια και τους… … Dictionary of Greek
λατρεία — Το αίσθημα που ωθεί τον άνθρωπο να αναγνωρίσει την ανωτερότητα ενός άλλου όντος και, κατά συνέπεια, τη δική του κατωτερότητα απέναντι στο ον αυτό, εκφραζόμενη μέσω του σεβασμού. Στο θρησκευτικό πεδίο, η λ. αποτελεί τη βάση κάθε θρησκείας, καθώς η … Dictionary of Greek
πίπτω — ΝΜΑ και αιολ. τ. πίσσω Α ρίχνω τον εαυτό μου κάτω, πέφτω (α. «αὐτὸν πρηνέα δὸς πεσέειν», Ομ. Ιλ. β. «βάρβαροι γυναῑκες, οὕτως ἐκπεπληγμέναι φόβῳ πρὸς πέδῳ πεπτώκατ », Ευρ). νεοελλ. (η μτχ. αρσ. πληθ. αόρ. ως ουσ.) οι πεσόντες οι νεκροί σε πεδία… … Dictionary of Greek
επίφθονος — η, ο (Α ἐπίφθονος, ον) [φθόνος] 1. αυτός που προκαλεί φθόνο, ο μισητός («αἱ λίην ἰσχυραὶ τιμωρίαι πρὸς θεῶν ἐπίφθονοι γίνονται», Ηρόδ.) 2. άξιος να φθονείται, επίζηλος («είναι η ζωή θαυμαστή και επίφθονη», Παπαντ.) αρχ. 1. αυτός που έχει φθόνο ή… … Dictionary of Greek
περιβάλλω — ΝΜΑ [βάλλω] 1. θέτω, τοποθετώ κάτι ολόγυρα ή πάνω από κάτι άλλο 2. περικλείω, περικυκλώνω, ζώνω 3. καλύπτω, σκεπάζω κάτι ολόγυρα, επικαλύπτω, περικαλύπτω (α. «μέ περιβάλλει βαθύ σκοτάδι» β. «ἤδη γάρ με περιβάλλει σκότος», Ευρ.) 4. ντύνω, ενδύω… … Dictionary of Greek
Der gefesselte Prometheus (Gemälde) — Der gefesselte Prometheus (InvNr.WRM 1044) Jacob Jordaens, 1640 Öl auf Leinwand, 245 cm × 178 cm Wallraf Richartz Museum Das Gemälde Der gefesselte Prometheus des Antwerpeners Jacob Jordaens (1593–1678) … Deutsch Wikipedia
Prometheus Fesselung — Der gefesselte Prometheus (InvNr.WRM 1044) Jacob Jordaens, 1640 Öl auf Leinwand, 245 cm × 178 cm Wallraf Richartz Museum Das Gemälde Der gefesselte Prometheus des Antwerpeners Jacob Jordaens (1593–1678) gehört zu den Ausstellungsst … Deutsch Wikipedia
καθαρτής — (Cathartes). Γένος πτηνών της οικογένειας των καθαρτιδών (βλ. λ.). * * * ο (Α καθαρτής, θηλ. καθάρτρια) [καθαίρω] αυτός που καθαρίζει, που εξαγνίζει από ενοχή ή από μίασμα («σοῡ γὰρ ἔρχομαι δίκη καθαρτὴς πρὸς θεῶν ὡρμημένος», Σοφ.) νεοελλ. ζωολ.… … Dictionary of Greek
κατείπον — κατεῑπον και κατεῑπα (Α) (χρησιμοποιείται ως αόρ. β τού καταγορεύω*) 1. (με γεν. ή με εμπρόθ. προσδ.) κατηγορώ, καταγγέλλω κάποιον («μὴ πρὸς θεῶν ἡμῶν κατείπης», Αριστοφ.) 2. (με αιτ.) αναφέρω, ανακοινώνω, καταγγέλλω, προδίνω κάποιον ή κάτι 3.… … Dictionary of Greek
μα — (I) (AM μά) 1. μόριο, εισαγωγικό όρκου, το οποίο χρησιμοποιείται και σε περιπτώσεις έντονης διαμαρτυρίας και ακολουθείται από την αιτιατική τού ονόματος ή τού πράγματος που επικαλείται αυτός που ορκίζεται, και λαμβάνεται ως ομοτικό, δηλ.… … Dictionary of Greek