Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

καὶ+νὴ+δία+γε

  • 61 φόβος

    φόβος, , ([etym.] φέβομαι)
    A panic flight, the usual sense in Hom., cf. Sch. Il.11.71 (but cf.

    φύζα, φόβου κρυόεντος ἑταίρη Il.9.2

    ); once in Od.,

    οἱ δ' ἔσχοντο φόβου 24.57

    ; freq. in Il.,

    Δαναῶν γένετο ἰαχή τε φ. τε 15.396

    ;

    πρῶτος Πηνέλεως.. ἦρχε φόβοιο 17.597

    ;

    ἐς φόβον ἀνδρῶν 15.310

    ; φόβονδε = φύγαδε, ἑστάμεναι κρατερῶς, μηδὲ τρωπᾶσθε φόβονδε ib. 666;

    φόβονδ' ἔχε μώνυχας ἵππους 8.139

    ; μή τι φόβονδ' ἀγόρευε counsel not to flight, 5.252;

    ἀΐξαντα φόβονδε 17.579

    ;

    ὦρσαν φόβον Δαναοῖς B.12.145

    .
    2 Φόβος personified, as son of Ares, Il.13.299;

    Δεῖμός τε Φ. τε 11.37

    , cf. 4.440, 15.119, Hes.Th. 934, A.Th.45; worshipped at Selinus, IG14.268.2.
    II panic fear,

    [στρατῷ] φ. ἐμβάλλειν Hdt.7.10

    .

    έ; ἐν τῷ γινομένῳ φ. Id.9.69

    ; generally, fear, terror (distd. from δέος (q.v.)),

    τορὸς ὀρθόθριξ φ. A.Ch.32

    (lyr.);

    διάτορος φ. Id.Pr. 183

    (lyr.);

    ταρβόσυνος Id.Th. 240

    (lyr.);

    νεανικός E.Hipp. 1204

    ; joined with δέος and δεῖμα, v. sub vocc.; opp. θάρρος, Pl.Lg. 644c; sts. in milder sense, doubt, scruple, Pl.Phd. 101b; ἔχει πολλὴν ὑποψίαν καὶ φ. ὡς .. Id.Sph. 268a: also, awe, reverence, for a ruler or divine being,

    τοῦ ἡγεμόνος POxy.1642.17

    (iii A.D.);

    θεοῦ LXX Ps.35(36).1

    , PLond.2.418.4 (iv A.D.):

    τοῦκυρίου Act.Ap. 931

    .—Construction, a. c. gen. obj., fear or dread of.., A.Pers. 116 (lyr.), Th.3.54, etc.;

    φ. τοῦ στρατεῦσαι X.An.3.1.18

    : c. dupl.gen.,

    ὀμμάτων εἰληφότας φόβον.. τῆς ἐμῆς ἐπεισόδου S.OC 730

    : with Preps.,

    φ. ἀπό τινος X.An.7.2.37

    codd.;

    ὁ ἀπὸ τῶν πολεμίων φ. Id.Cyr.3.3.53

    ;

    οὑξ ὀνειράτων φ. A.Ch. 929

    ;

    πρός τινος S.El. 783

    ;

    πρός τινας D.16.10

    , 25.93; φ. περὶ τοῦ καρποῦ fear for or concerning.., Th.4.88;

    φ. ἑκάστων πέρι Pl.Phlb. 20b

    ;

    ὑπὲρ τοῦ μέλλοντος Th.7.41

    ;

    τὸν ἐκ τῶν Ἑλλήνων εἰς τοὺς βαρβάρους φ. X.An.1.2.18

    ; τῷ καθ' ἑαντὸν φ. from personal fear, D.19.2: c. inf., φόβῳ εἰσορᾶν from fear to see, E.IT 1342:—for τεθνάναι τῷ φόβῳ τινά, v. θνῄσκω 1.2.
    b with Verbs,

    τεύχειν φόβον A.Pr. 1090

    (anap.);

    κλάζουσι κώδωνες φ. Id.Th. 386

    ;

    φ. ποιεῖν τοῖς ἵπποις X.An. 1.8.18

    ;

    παρασχεῖν E.Hec. 1113

    , etc.;

    παρασκευάζειν D.59.86

    ; φόβους ἐμβάλλειν, φόβον ἐνθεῖναί τινι, to strike terror into one, X.Cyr.8.7.18, An.7.4.1;

    ἐνεργάσασθαί τινι Isoc.7.38

    , 11.25;

    ἔδωκ' Ἀπόλλων θῆρας φόβῳ Pi.P.5.61

    ; of the person who feels fear, φόβον λαβεῖν, ἔχειν, E.El.39, X.Hier.11.11;

    ἐκ φόβου φ. τρέφω S.Tr.28

    : acc. cogn., φόβους φοβεῖσθαι, δεδοικέναι, Pl.Prt. 360b, E.Supp. 548; τὸν σὸν οὐ ταρβῶ φ. I fear not with thy fear, i.e. not like thee, S.Ph. 1251; Ταντάλου φ. φοβεῖσθαι Sch.E.Or.6;

    ἐς φ. κατιστέατο Hdt.8.12

    , cf. Th.2.81;

    ἐν φ. γενέσθαι Pl.R. 578e

    ;

    φ. μ' ἔχει A.Ag. 1243

    , cf. E.Or. 1255; μοι φ. τις εἰσελήλυθ', μ' ὑπῆλθέ τις φ., ib. 1324, S.Ph. 1231;

    τοῖς Ἕλλησι φ. ἐμπίπτει X.An.2.2.19

    , etc.; διὰ φόβου ἔρχομαι, διὰ φόβων γίγνομαι, E.Or. 757 (troch.), Pl.Lg. 791b: opp.

    φόβον λύειν A.Th. 270

    , E.Or. 104;

    διαλῦσαι Pl.Mx. 241b

    ;

    φόβους ἐξαίρει τῶν πολιτῶν Isoc. 2.23

    ;

    ἀπεληλακέναι τινί X.Cyr.4.2.10

    ; φόβου ἀπαλλάξεσθαι to get rid of it, ib.5.2.32;

    φόβου ἐκλύσασθαί τινα S.OT 1002

    ;

    φόβους ἀπολύεσθαι Arist.Rh. 1415b18

    ; φόβου μεθεῖσα (Valck. φόβον) E.Hel. 555;

    φόβου ἔξωθεν εἶναι Id.El. 901

    ;

    ἵνα φόβος εἴη στρατεύειν X.An.2.4.3

    ; οὐ φ. μὴ .. Id.Mem.2.1.25; φ. ἐστὶν ὅπως μὴ .. Pl.Smp. 193a; but φόβος εἰ πείσω I fear I shall not persuade.., E.Med. 184 (anap.); ἡμέας ἔχειφ. τε καὶ δέος ὅκως χρὴ .. Hdt.4.115 ( φόβος ἦν ὥστε μὴ τέγξαι is corrupt in E.IT 1380): adverbial usages, φόβῳ by or through fear, A.Supp. 786 (lyr.), Th. 240 (lyr.), etc.;

    ἀνάγκῃ καὶ φ. Pl.R. 554d

    : with Preps., διὰ φόβον, διὰ τὸν φ., Democr.41, X.Hier.1.38, Cyr.3.1.24;

    ἐκ τίνος φόβου; S.OC 887

    ;

    μετὰ φόβων Isoc.2.26

    ;

    ἄρχειν ξὺν φόβοισι S.OT 585

    ;

    προαποθνῄσκειν ὑπὸ τοῦ φ. X.Cyr.3.1.25

    ; Poet.,

    ἀμφὶ φόβῳ E.Or. 825

    (lyr.): pl., not only in Poets, as Pi.N.9.27, A.Th. 134 (prob. l.), S.Aj. 531, etc., but also in Prose,

    φόβους καὶ δείματα Th.7.80

    ;

    πόνους καὶ φ. Pl. Lg. 635c

    ;

    κινδύνους καὶ φ. Id.Tht. 173a

    .
    2 object or cause of terror, S.OC 1652; φόβος ἀκοῦσαι a terror to hear, Hdt.6.112: pl.,

    ἢν φόβους λέγῃ S.OT 917

    ;

    πολλῶν φ. προσαγομένων X.An.4.1.23

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φόβος

  • 62 ἄγω

    ἄγω [pron. full] [ᾰ], [tense] impf. ἦγον, [dialect] Ep. and [dialect] Ion.
    A

    ἄγεσκον Hdt.1.148

    , A.R.1.849: [tense] fut.

    ἄξω Il.1.139

    , etc.: thematic [tense] aor. imper.

    ἄξετε Il.3.105

    , inf. ἀξέμεναι, -έμεν, Il.23.50, 111: [tense] aor. 2

    ἤγαγον Il.6.291

    , etc., opt.

    ἀγαγοίην Sapph.159

    : [tense] aor. 1 ἦξα rare,

    ἦζε Tim.Pers. 165

    , part.

    ἄξας Batr. 119

    , inf.

    ἄξαι Antipho 5.46

    : [tense] pf.

    ἦχα SIG1

    (Abu Simbel, vii/ vi B. C.), Plb.3.111.3, ([etym.] προ-) D.19.18, ([etym.] συν-) X.Mem.4.2.8;

    ἀγήγοχα OGI219.15

    (Sigeum, iii B.C.), etc., [dialect] Dor.

    συν-αγάγοχα Test.Epict.3.12

    ;

    ἀγήοχα LXX To.12.3

    , J.BJ1.30.1, Alex.Fig.1.11, etc. (also in compds., ([etym.] εἰσ-) Ps.-Philipp. ap. D.18.39, ([etym.] κατ-) Decr.ib.73);

    ἀγείοχα PTeb.5.193

    (ii B. C.), etc.; ἀγέωχα ([etym.] δι-) CIG4897d (Philae, i B. C.), PTeb.5.198 (ii B. C.), etc.: [tense] plpf.

    ἀγηόχει Plb.30.4.17

    :—[voice] Med., [tense] fut.

    ἄξομαι Hom.

    , Hdt., Trag.: them. [tense] aor. 1

    ἄξοντο Il.8.545

    , imper. ἄζεσθε ib. 505: also ἀξάμην ([etym.] ἐσ-) Hdt.5.34, ([etym.] προεσ-) 1.190, 8.20: [tense] aor.2

    ἠγαγόμην Hom.

    , etc., [ per.] 2sg.

    ἀγάγαο GDI5088.8

    (Cret.):—[voice] Pass., [tense] fut.

    ἀχθήσομαι Pl.Hp.Ma. 292a

    , ([etym.] προσ-) Th.4.87, etc.; ἄξομαι in pass. sense, A.Ag. 1632, Pl.R. 458d, ([etym.] προσ-) Th.4.115, etc.: [tense] aor. 1

    ἤχθην X.An.6.3.10

    , [dialect] Ion.

    ἄχθην Hdt.6.30

    , part.

    ἀχθείς Hippon. 9

    : [tense] pf. ἦγμαι Hdt 2.158, D.13.15; also in med. sense, v. infr. B.2.
    I lead, carry, fetch, bring, of living creatures, φέρω being used of things,

    δῶκε δ' ἄγειν ἑτάροισι.. γυναῖκα, καὶ τρίποδα.. φέρειν Il.23.512

    ; βοῦν δ' ἀγέτην κεράων by the horns, Od.3.439; ἄ. εἰς or πρὸς τόπον, poet. also c. acc. loci, νόστοι δ' ἐκ πολέμων ἀπόνους (sc. ἄνδρας)

    .. ἆγον οἴκους A.Pers. 863

    (lyr.);

    Ἅιδας.. ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν S.Ant. 811

    (lyr.);

    ἄ. τινά τινι Od.14.386

    ;

    ἵππους ὑφ' ἅρματ' ἄ. 3.476

    , cf. A.Pr. 465.
    b part. ἄγων taking,

    στῆσε δ' ἄγων Il.2.558

    , cf. Od.1.130, S.OC 1342, etc.
    2 take with one,

    ἑταίρους Od.10.405

    , cf. S.OC 832, etc.; τι Il.15.531, Hdt.1.70; of a wife, A.Pr. 559 (lyr.) (more usu. [voice] Med., q.v.).
    3 carry off as captives or booty, Il.1.367,9.594, A. Th. 340, etc.;

    ἄχθη ἀγόμενος παρὰ βασιλέα Hdt.6.30

    ; ἀγόμενος, i.e. δοῦλος, Archil.155, cf. E.Tr. 140, Pl.Lg. 914e; Δίκην ἄγειν to lead Justice forcibly away, Hes.Op. 220;

    ἡ ἐπιθυμία ἄγει Arist.EN 1147a34

    ; of a fowler,

    φῦλον ὀρνίθων ἀμφιβαλὼν ἄγει S.Ant. 343

    : esp. in phrase ἄ. καὶ φέρειν harry, ravage a country, first in Il.5.484 οἷόν κ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν, cf. 23.512 sq.; freq. in Hdt. and [dialect] Att. Prose:—in [voice] Pass.,

    ἀγόμεθα, φερόμεθα E.Tr. 1310

    , cf. Ar.Nu. 241: more rarely reversed,

    φέρουσί τε καὶ ἄγουσι Hdt. 1.88

    ;

    ἔφερε καὶ ἦγε πάντας Id.3.39

    : c. acc. loci,

    φέρων καὶ ἄγων τὴν Βιθυνίδα X.HG3.2.2

    ;

    ἦγον καὶ ἔκαον τὴν B.

    ib.5; ἄ. alone, ravage, IG9(1).333 ([dialect] Locr., v B. C.): —but φέρειν καὶ ἄγειν sts. means simply bear and carry, bring together, Pl.Phdr. 279c; τὴν ποίησιν φέρειν τε καὶ ἄγειν, i.e. bring it into the state, Id.Lg. 817a, cf. X.Cyr.3.3.2.
    4 ἄ. εἰς δίκην or δικαστήριον, ἐπὶ τοὺς δικαστάς to carry one before a court of justice, freq. in [dialect] Att.,

    πρὸς τὴν δίκην ἄ. E.Fr. 1049

    ;

    ὑπ' ἐπίγνωσιν ἀχθῆναι PTeb.28.11

    (ii B. C.); simply

    ἄγειν Pl.Grg. 527a

    , etc.;

    ἐπὶ θανάτῳ ἄ. X.An.1.6.10

    , etc.:—[voice] Pass.,

    ἐπὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε Ev.Matt.10.18

    , cf. PTeb.331.16 (ii A.D.);

    φόνου ἄγεσθαι Plu.2.309e

    .
    7 bear up,

    φελλοὶ δ' ὥς. ἄγουσι δίκτυον A.Ch. 506

    .
    8 carry far and wide, spread abroad,

    κλέος Od.5.311

    .
    9 Medic., remove,

    φλέγμα Hp. Nat.Hom.6

    , cf. Aph.4.2;

    ἕλμινθα Dsc.1.16

    .
    2 lead, guide, esp. in war,

    λαόν Il.10.79

    ; ἄ. στρατιάν, ναῦς, etc., Th.7.12, 8.59, etc., cf. X.An.4.8.12; henceabs., march,

    θᾶσσον ὁ Νικίας ἦγε Th.7.81

    , cf. X.HG4.2.19, etc.: simply, go,

    ἄγωμεν Ev.Marc. 1.38

    ; of the gods, etc., guide, Pi., Hdt., etc.;

    ἐπ' ἀρετήν E.Fr. 672

    ;

    διὰ πόνων ἄγειν τινά Id.IT 988

    .
    3 manage,

    νόῳ πλοῦτον Pi.P.6.47

    ;

    πολιτείαν Th.1.127

    ; τὴν σοφίαν conduct philosophical inquiry, Pl.Tht. 172b; of reasoning,

    ἀγαγεῖν τοὺς λόγους Arist.APr. 47a21

    ; εἰς τὸ ἀδύνατον ἄ. ib. 27a15 (v.l. ἀπάγοντας):—[voice] Pass., to be led, guided,

    λογισμῷ Pl.R. 431c

    ;

    ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν Isoc. 9.45

    .
    4 refer, attribute,

    τι εἰς ἐθελοκάκησιν Plb. 27.15.13

    ;

    τι ἐς Διόνυσον Luc.Syr.D.33

    .
    5 bring up, train, educate,

    ἀγόμενοις ὀρθῶς Pl.Lg. 782d

    ;

    ἤχθη τὴν λεγομένην ἀγωγήν Plu.Ages.1

    ; of animals, train, X.Mem.4.1.3.
    III draw out in length, τεῖχος ἄ. to draw a line of wall, Th.6.99;

    μέλαθρον εἰς ὀρόφους AP9.649

    (Maced.);

    ὄγμον ἄ. Theoc.10.2

    ; ἄ. γραμμάς to draw lines, Arist.Top. 101a16; ἤχθωσαν κάθετοι let perpendiculars be drawn, Mete. 373a11; ἄ. ἐπίπεδον describe a plane, Archim.Sph.Cyl.1.7, etc.:—[voice] Pass.,

    ἦκται ἡ διῶρυξ Hdt.2.158

    , cf. Th.6.100; κόλπου ἀγομένου τῆς γῆς, i.e. when the land forms a bight, Hdt.4.99.
    IV hold, celebrate, Ἀπατούρια, ὁρτήν, Hdt. 1.147, 183 (more usu. ἀνάγειν); freq. in [dialect] Att.,

    ἄ. ἀγῶνα IG1.53.33

    ;

    θυσίαν, θεωρίαν Isoc.19.10

    ;

    κρεουργὸν ἦμαρ εὐθύμως ἄγειν A.Ag. 1592

    ;

    γάμους Men.Sam. 336

    , cf. LXX To.11.19 ([voice] Pass.);

    ἐκκλησίαν Plu.Aem.30

    :—[voice] Pass.,

    ἀγοραῖοι ἄγονται Act.Ap.19.38

    .
    2 keep, observe a date,

    ἄ. τὴν ἡμέραν ταύτην πάντα τὸν χρόνον Th.5.54

    , cf. Men.521;

    κατὰ σελήνην τὰς ἡμέρας Ar.Nu. 626

    ; reckon,

    τοὺς ἐνιαυτοὺς καθ' ἥλιον Gem.8.6

    .
    3 keep, observe,

    ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν Pi.P. 6.20

    ;

    σπονδὰς ἄ. πρός τινας Th.6.7

    ;

    εἰρήνην Pl.R. 465b

    , etc.: c. acc., as periphr. for a neut. Verb, σχολὴν ἄγειν, = σχολάζειν, E.Med. 1238, Pl.R. 376d; ἡσυχίαν ἄ., = ἡσυχάξειν, X.An.3.1.14;

    ἄ. ἀπαστίαν Ar. Nu. 621

    ; κρύψιν ἄ., of stars betw. setting and rising, Autol.2.9; keep up, sustain, maintain,

    νεῖκος Pi.P.9.31

    ; γέλωτ' ἄγειν to keep laughing, S.Aj. 382;

    ἄ. κτύπον E.Or. 182

    (lyr.); with predicate, maintain,

    ἐλευθέραν ἦγε τὴν Ἑλλάδα D.9.36

    .
    5 of beliefs, hold,

    αἵρεσιν Plb.27.15.14

    .
    V hold account, treat,

    ἄ. ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς Pi.I.7(6).22

    ; ἐν τιμῇ ἄγειν or ἄγεσθαι, ἐν οὐδεμιῇ μοίρῃ ἄ., περὶ πλείστου ἄ., Hdt.1.134, 2.172, 9.7, etc.; θεοὺς ἄ. to believe in, A.Supp. 924; διὰ τιμῆς ἄ. τινά, etc., Luc. Prom.Es4, etc.;

    τὸ πρᾶγμ' ἄ... ὡς παρ' οὐδέν S.Ant.34

    ;

    τὴν Ἀφροδίτην πρόσθ' ἄ. τοῦ Βακχίου E.Ba. 225

    ;

    τιμιώτερον ἄ. τινά Th.8.81

    ;

    εὐεργεσίας εἰς ἀχαριστίαν καὶ προπηλακισμὸν ἄ. D.18.316

    :—with Adverbs,

    δυσφόρως τοὔνειδος ἦγον S.OT 784

    ;

    ἐντίμως ἄ. Pl.R. 528c

    , etc.:—[voice] Pass.,

    ἠγόμην δ' ἀνὴρ ἀστῶν μέγιστος S.OT 775

    .
    VI draw down in the scale, hence, weigh, ἄ. μνᾶν, τριακοσίους δαρεικούς, etc., weigh a mina, 300 darics, etc., D.22.76, 24.129, cf. Philippid.9.4, etc.;

    ἄ. πλέον Arist.Pr. 931b15

    ;

    ἄ. σταθμόν Plu.2.96b

    .
    VII on ἄγε, ἄγετε, v.s. vocc.
    2 ἄγεσθαι γυναῖκα take to oneself a wife, Od.14.211;

    γυναῖκα ἄ. ἐς τὰ οἰκία Hdt.1.59

    , etc.;

    ἄγεσθαί τινα ἐς δῶμα Hes.Th. 410

    ; simply ἄ. marry, Hdt.2.47, etc.: [tense] pf. [voice] Pass. ἦγμαι is used in this med. sense, J.AJ14.12.1; of the father, bring home a wife for his son, Od.4.10, Hdt.1.34; of a brother, Od.15.238; of friends of the bridegroom and bride, Od.6.28, Hes.Sc. 274: later in [voice] Pass. of the wife, PGnom. 138 (ii A.D.).
    3 like [voice] Act., bring; διὰ στόμα ἄγεσθαι μῦθον bring through the mouth, i.e. utter, Il.14.91.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἄγω

  • 63 ζάω

    ζάω contr. ζῶ (Hom.+) impf. ἔζων (Ro 7:9 B ἔζην; on this form s. Schwyzer I 675; B-D-F §88; Mlt-H. 194, both w. ref.); fut. ζήσω (uniformly attested Ro 6:2; Hb 12:9); the later (since Hippocr. VII p. 536 L.; LXX; AscIs 3:9; Jos., Ant. 1, 193 al.) form ζήσομαι (B-D-F §77; Rob. 356) is more common (on the fut. forms s. JLee, NovT 22, ’80, 289–98; GKilpatrick, ibid. 25, ’83, 146–51); 1 aor. ἔζησα. On the LXX usage s. Thackeray 269; for forms in pap, Gignac II 370.
    to be alive physically, live
    of physical life in contrast to death
    α. gener. Ac 22:22; Ro 7:1, 2, 3; 14:8ac; 1 Cor 7:39; 2 Cor 5:15a; 6:9; Hb 9:17. ψυχὴ ζῶσα a living soul (Gen 1:20 al.; Just., D. 6, 1 ζῇ ψυχῇ) 1 Cor 15:45 (Gen 2:7); Rv 16:3 v.l. ὅσα ἔτη ζῇ as many years as he lives B 10:6 (cp. SIG 663, 6; Sb 173, 6 Αὐρήλιος ζήσας ἔτη νε´; En 10:10). τὸ ζῆν life (Attic wr., ins, pap, LXX) ὥστε ἐξαπορηθῆναι ἡμᾶς καὶ τοῦ ζῆν so that we even despaired of life 2 Cor 1:8. διὰ παντὸς τοῦ ζῆν during the whole lifetime Hb 2:15 (cp. Diod S 1, 74, 3 διατελεῖν πάντα τὸν τοῦ ζῆν χρόνον; 4, 46, 4). ἔτι ζῶν while he was still living= before his death Mt 27:63 (CB I/2 660 no. 618 Ζώσιμος ἔτι ζῶν κατεσκεύασεν; 3 Km 12:6). ζῶντες ἐβλήθησαν … εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός they were thrown alive into the lake of fire Rv 19:20. ζῶσα τέθνηκεν though alive she is dead 1 Ti 5:6 (cp. Sextus 7). ἡμεῖς οἱ ζῶντες we during our (earthly) life 2 Cor 4:11; the same phrase= we who are still living 1 Th 4:15, 17. Here the opp. is νεκροί, as in Mt 22:32; Mk 12:27; Lk 20:38a. ζῶντες καὶ νεκροί the living and the dead Ac 10:42; Ro 14:9b; 2 Ti 4:1; 1 Pt 4:5; 2 Cl 1:1; B 7:2.—Occasionally the contrast betw. νεκρός and ζῆν is used fig. with ref. to the realm of religion and ethics Lk 15:24 v.l., 32.
    β. of dead persons who return to life become alive again: of humans in general (3 Km 17:23) Mt 9:18; Ac 9:41; 20:12; Rv 20:4, 5; AcPl Ha 11, 7. Of Jesus Mk 16:11; Lk 24:5, 23; Ac 1:3; 25:19; Ro 14:9a; 2 Cor 13:4a; Rv 1:18b; 2:8 (Just., D. 69, 6 νεκροὺς … ζῆν ποιήσας).
    γ. of sick persons, if their illness terminates not in death but in recovery be well, recover (Artem. 4, 4 ἔζησεν ὁ παῖς=became well; 5, 71; 72; PGM 1, 188; 4 Km 1:2; 8:8 εἰ ζήσομαι ἐκ τῆς ἀρρωστίας μου ταύτης; Jos., Vi. 421) Mk 5:23; J 4:50, 51, 53.—Of removal of anxiety 1 Th 3:8.
    δ. also of healthy persons live on, remain alive (X., An. 3, 2, 39 ὅστις δὲ ζῆν ἐπιθυμεῖ πειράσθω νικᾶν; Ep. 56 of Apollonius of Tyana [Philostrat. I 359, 14]; ApcMos 31 διὰ τί σὺ ἀποθνῄσκεις καγὼ ζῶ;) Ac 25:24; 28:4. ἐὰν ὁ κύριος θελήσῃ ζήσομεν Js 4:15. ὸ̓ς ἔχει τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρης καὶ ἔζησεν Rv 13:14.
    ε. of beings that in reality, or as they are portrayed, are not subject to death: of Melchizedek Hb 7:8 (opp. ἀποθνῄσκοντες ἄνθρωποι). Jesus as everlasting high priest πάντοτε ζῶν 7:25.—In this sense it is most comprehensively applied to God (s. CBurchard, Untersuch. zu JosAs p. 103) (ὁ) θεὸς (ὁ) ζῶν (cp. 4 Km 19:4, 16; Is 37:4, 17; Hos 2:1; Da 6:21 Theod.; 3 Macc 6:28; TestAbr A 17 p. 99, 10 [Stone p. 46]; TestJob 37:2; JosAs 49:3 al.; SibOr 3, 763; POxy 924, 11 [IV A.D., Gnostic]; PGM 4, 1038 ὁ μέγας ζῶν θεός; 7, 823; 12, 79; Philo, Decal. 67 ὁ ζῶν ἀεὶ θεός; Orig., C. Cels. 8, 59, 18.—The phrase ‘the living God’ is not found in Joseph.) Mt 16:16; 26:63; J 6:69 v.l.; Ac 14:15; Ro 9:26 (Hos 2:1); 2 Cor 3:3; 6:16; 1 Th 1:9; 1 Ti 3:15; 4:10; 6:17 v.l.; Hb 3:12; 9:14; 10:31; 12:22; Rv 1:18a; 4:10; 7:2; 10:6; 2 Cl 20:2; GJs 20:1; AcPl Ha 2, 32; also ὁ ζῶν πατήρ J 6:57. W. the addition εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων Rv 15:7; cp. 4:9 (cp. Tob 13:2; Sir 18:1). God takes a sovereign oath in the words ζῶ ἐγώ as surely as I live (Num 14:28 al.) Ro 14:11 (Is 49:18; classical parallels GStählin, NovT 5, ’62, 142 n. 2). ζῇ κύριος ὁ θεός [μου] as surely as the Lord my God lives GJs 4:1; 6:1; 13:3; 15:3; 19:3 (Judg 8:19; 1 Km 25:34 al; GrBar 1:7; cp. ApcEsdr 2:7); in expanded form καὶ ζῇ ὁ Χριστὸς αὐτοῦ 15:4 (s. deStrycker ad loc.).—Christ lives διὰ τὸν πατέρα because of the Father J 6:57b (s. Bultmann, comm. ad loc.).
    w. mention of that upon which life depends ἐπί τινι on the basis of someth. (Andoc. 1, 100; Isocr. 10, 18; Ael. Aristid. 28, 103 K.=49 p. 525 D.) ζ. ἐπʼ ἄρτῳ live on bread Mt 4:4; Lk 4:4 (both Dt 8:3). ζ. ἔκ τινος obtain one’s living fr. someth. (Aristoph., Eccl. 591; Demosth. 57, 36; POxy 1117, 19; 1557, 12; TestJob 47:1f) 1 Cor 9:14.
    w. more precise mention of the sphere (Artem. 3, 62 ἐν ἀγορᾷ ζ.=spend his life in the marketplace) ζ. ἐν σαρκί live in the flesh in contrast to the heavenly life Phil 1:22; Gal 2:20c; ζ. ἐν κόσμῳ live in the world Col 2:20. ζ. ἐν θεῷ, live in God (as the Being who penetrates and embraces everything) Ac 17:28 (s. κινέω 3). For AcPl Ha 1, 15 s. 2a end.
    to live in a transcendent sense, live, of the sanctified life of a child of God (ζῆν in the sense of a higher type of life than the animal: X., Mem. 3, 3, 11; Cass. Dio 69, 19: after years of public service, Similis retires and prepares this epitaph: Σίμιλις ἐνταύθα κεῖται βιοὺς μὲν ἔτη τόσα, ζήσας δὲ ἔτη ἑπτά=Here lies Similis, existing for so many years, but alive for only seven.).
    in the world ἐγὼ ἔζων χωρὶς νόμου ποτέ I was once (truly) alive without law (this has been interpr. to mean when no law existed; Paul is then regarded as speaking fr. the viewpoint of humanity in paradise before the command Gen 2:16 f; 3:3. Another interpr. thinks of Paul as referring to the period in his life when he was not conscious of the existence and significance of the law. In view of Paul’s climactic affirmation in Ro 7:25, Paul probably illustrates in the first person the perils of a Christian who succumbs to the illusion that moral action is connected with law rather than with the ‘spirit of life in Christ’ Ro 8:2) Ro 7:9. Even now those who listen to the voice of the Son of God enjoy this life J 5:25; cp. 11:26; likew. those who receive him into their being ὁ τρώγων τὸν ἄρτον 6:57c; cp. Ro 6:11, 13 (ἐκ νεκρῶν ζῶντας); Gal 2:19; Rv 3:1. This heavenly life on earth is a ζ. πνεύματι Gal 5:25 or a life not of mere human achievement, but of Christ who lives in Christians 2:20ab. Also of the superhuman power of the apostle ζήσομεν σὺν αὐτῷ ἐκ δυνάμεως θεοῦ εἰς ὑμᾶς we shall live with him (Christ) through God’s power in our dealings with you 2 Cor 13:4. ὁ κύριος βούλεται ζῆν ἡμᾶς ἐν θεῷ=the Lord wills that we live under God’s direction AcPl Ha 1, 15 (opp. ἀποθανεῖν ἐν ἁμαρτίαις; s. 1c end)
    in the glory of the life to come (Sir 48:11; cp. Dt 4:1; 8:1; 30:16).
    α. abs. Lk 10:28; J 11:25; 14:19; Ro 8:13b; Hb 12:9. ἐμοὶ τ. ζῆν Χριστός= life is possible for me only where Christ is (hence death is gain) Phil 1:21 (s. OSchmitz, GHeinrici Festschr. 1914, 155–69). Another common interpr. is for me to live is Christ, i.e. while I am alive I experience real life in connection with Christ; w. death comes life in all fullness in the presence of Jesus.
    β. More specifically εἰς τὸν αἰῶνα have eternal life (Ps.-Lucian, Philopatr. 17 ζῆν εἰς τὸν αἰῶνα; PsSol 14:2) J 6:51, 58 (in J the blessed life which the follower of Jesus enjoys here and now in the body is simply continued in the heavenly life of the future. In other respects also the dividing line betw. the present and the future life is somet. nonexistent or at least not discernible); B 6:3; 8:5; 9:2; 11:10f; ἅμα σὺν αὐτῷ (i.e. Χριστῷ) ζ. live together with Christ 1 Th 5:10; ζ. διʼ αὐτοῦ (i.e. Chr.) 1J 4:9; ζ. κατὰ θεὸν πνεύματι live, as God (lives), in the Spirit 1 Pt 4:6. ὁ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται (cp. Hab 2:4) he that is just through faith will have life Ro 1:17 (AFeuillet, NTS 6, ’59, 52–80; but s. Fitzmyer, Ro [AB] ad loc.); Gal 3:11; Hb 10:38. This life is τὸ ἀληθινὸν ζῆν ITr 9:2; IEph 11:1. Christ is called τὸ ἀδιάκριτον ἡμῶν ζῆν our unshakable or inseparable life 3:2. τὸ διὰ παντὸς ἡμῶν ζῆν our total life 1 Mg 1:2—The law-directed pers. believes concerning legal performance: ὁ ποιήσας αὐτὰ ζήσεται ἐν αὐτοῖς (Lev 18:5) Gal 3:12; cp. Ro 10:5 (cp. Dio Chrys. 58 [75], 1 οἱ τοῦτον [= τ. νόμον] φυλάττοντες ἔχονται τῆς σωτηρίας=those who observe law have a firm grip on security).
    to conduct oneself in a pattern of behavior, live (Hom. et al.)
    used w. adverbs or other modifiers: adv. (Sallust. 19 p. 34, 25 κακῶς ζῆν [Just., A I, 4, 7]; SIG 889, 13ff; Wsd 14:28; Philo; Jos., Ant. 12, 198; Ath. 3, 1 δίκην θηρίων) ἀσώτως Lk 15:13. ἐθνικῶς and ἰουδαϊκῶς Gal 2:14. εὐσεβῶς 2 Ti 3:12. πανούργως Hm 3, 3. σωφρόνως κ. δικαίως κ. εὐσεβῶς Tit 2:12 (Plut., Mor. 1108c ζῆν σωφρόνως κ. δικαίως; cp. Diog. L. 10, 132; 140; Ar. 15, 10).—Φαρισαῖος live as a Pharisee Ac 26:5. ἐν πίστει Gal 2:20d. ἐν ἁμαρτίᾳ Ro 6:2; ζ. ἐν τούτοις live in these (sins) Col 3:7. κατὰ ἀλήθειαν in keeping w. the truth IEph 6:2 (cp. Philo, Post. Cai. 73 κατὰ βούλημα τὸ τοῦ θεοῦ ζ.; Jos., Ant. 4, 302 κατὰ τ. νόμους ζ.; Just., D. 47, 4 κατὰ τὸν νόμον; Orig., C. Cels. 7, 12, 7 κατὰ τὰς θείας γραφάς). κατὰ θεόν 8:1 (cp. SIG 910 A and B). κατὰ Ἰησοῦν Χριστόν IPhld 3:2. κατὰ Χριστιανισμόν live in accordance w. (our) commitment to Christ IMg 10:1. κατὰ σάρκα Ro 8:12f; Dg 5:8; κατὰ κυριακὴν ζ. (opp. σαββατίζειν) include the observance of the Lord’s day in one’s life IMg 9:1. Of a married woman ζ. μετὰ ἀνδρός live w. her husband Lk 2:36 (for the added acc. of extent of time cp. Ael. Aristid. 46 p. 332 D.; Pr 28:16; ἥτις ἔζησεν καλῶς μετʼ ἐμοῦ ἔτη 28, μῆνας 4, ἡμέρας 5: SEG II, 384, 6–8 [restored]; s. also FDanker, Jesus and the New Age ’88, 71).
    τινί live for someone or someth., for the other’s benefit (Hom. et al.; Demosth. 7, 17 οἳ οὐκ αἰσχύνονται Φιλίππῳ ζῶντες καὶ οὐ τῇ ἑαυτῶν πατρίδι; Dionys. Hal. 3, 17 … παῖδες, τῷ πατρὶ ζῶντες) ζ. τῷ θεῷ (4 Macc 7:19; 16:25; Philo, Mut. Nom. 13, Rer. Div. Her. 111; s. SAalen, NTS 13, ’67, 10) Lk 20:38b (cp. Soph., Ajax 970); Ro 6:10, 11; Gal 2:19; Hm 3:5; AcPl Ha 10, 7; τῷ κυρίῳ Ro 14:8b (cp. Plut., Cleom. 819 [31, 5]). For Christ 2 Cor 5:15; τῷ ἐμῷ βασιλεῖ AcPl Ha 9, 26 (restored after Aa I 112, 14) τῇ δικαιοσύνῃ ζ. 1 Pt 2:24; ἑαυτῷ ζ. live for oneself (Menand., Fgm. 646 Kö. οὐχ ἑαυτῷ ζῆν μόνον; Diod S 10, 33, 2 ζ. ἑαυτοῖς=live for themselves) Ro 14:7.
    to be full of vitality, be lively the ptc. is used fig. w. respect to things (cp. τῶν δένδρων τῶν ζῶντων ParJer 9:3), of spring water in contrast w. cistern water ὕδωρ ζῶν (Gen 26:19; Lev 14:5; Jer 2:13 v.l.; Zech 14:8.—Stagnant water is called ὕ. νεκρόν: Synes., Ep. 114, 254d) J 4:10f (Hdb. exc. on J 4:14); 7:38; D 7:1f (Wengst p. 77 n. 57). ζώσας πηγάς Rv 7:17 v.l.
    to be life-productive, offer life ptc. used w. respect to things (SIG 1173 [138 A.D.], 5 ζῶσαι ἀρεταὶ ἐγένοντο=miracles full of divine life occurred) λόγια ζῶντα words that meant life Ac 7:38. λόγος ζῶν θεοῦ 1 Pt 1:23; cp. Hb 4:12. ὁδὸς ζῶσα a living way 10:20. ἐλπὶς ζῶσα a living hope 1 Pt 1:3.—ζ. is also used of things which serve as descriptions of pers. who communicate divine life: of Christ ὁ ἄρτος ὁ ζῶν J 6:51a. λίθος ζῶν 1 Pt 2:4. Of Christians: θυσία ζῶσα a living sacrifice Ro 12:1. λίθοι ζῶντες 1 Pt 2:5.—τὰ παρὰ ζώσης φωνῆς καὶ μενούσης the (words) of a living and abiding voice Papias (2:4) (opp. ἐκ τῶν βιβλίων).—Lit. s. ζωή end. DELG s.v. ζώω.M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ζάω

  • 64 σῶμα

    σῶμα, ατος, τό (Hom.+) ‘body.’
    body of a human being or animal, body
    dead body, corpse (so always in Hom. [but s. HHerter, σῶμα bei Homer: Charites, Studien zur Altertumswissenschaft, ELanglotz Festschr., ed. KvonSchauenburg ’57, 206–17] and oft. later, e.g. Memnon: 434 Fgm. 1, 3, 3 Jac. καίειν τὸ ς.=burn the corpse; ins, pap, LXX; PsSol 2:27; TestJob 52:11; ApcMos 34 al.; Philo, Abr. 258; Jos., Bell. 6, 276, Ant. 18, 236; Ar. 4, 3; Mel., P. 28, 196) Mt 14:12 v.l.; 27:59; Mk 15:45 v.l.; Lk 17:37; Ac 9:40; GPt 2:4; pl. J 19:31. W. gen. Mt 27:58; Mk 15:43; Lk 23:52, 55; 24:3, 23; J 19:38ab, 40; 20:12; Jd 9; GPt 2:3. Pl. Mt 27:52; Hb 13:11. AcPlCor 2:27.
    the living body (Hes. et al.) of animals Js 3:3.—Mostly of human beings Mt 5:29f; 6:22f; 26:12; Mk 5:29; 14:8; Lk 11:34abc; J 2:21; Ro 1:24; 1 Cor 6:18ab; IRo 5:3. τὰ τοῦ σώματος the parts of the body 4:2. Of women αἱ ἀσθενεῖς τῷ σώματι 1 Cl 6:2; cp. Hv 3, 11, 4.—W. and in contrast to πνεῦμα (4 Macc 11:11) Ro 8:10, 13; 1 Cor 5:3; 7:34; Js 2:26. W. and in contrast to ψυχή (Pla., Gorg. 47, 493a; Diod S 34 + 35 Fgm. 2, 30; Appian, Bell. Civ. 5, 112 §467; Ael. Aristid. 45, 17f K.=8 p. 88f D.; Lucian, Imag. 23; PGM 7, 589; Wsd 1:4; 8:19f; 2 Macc 7:37; 14:38; 4 Macc 1:28; ApcEsdr 7:3 p. 32, 13 Tdf.; EpArist 139; Philo; Jos., Bell. 3, 372–78; 6, 55; Just., A I, 8, 4; D. 6, 2 al.; Tat. 13, 1; Ath. 1, 4; Did., Gen. 56, 4; Theoph. Ant. 1, 5 [p. 66, 2]) Mt 6:25ab; 10:28ab; Lk 12:4 v.l., 22f; 2 Cl 5:4 (a saying of Jesus, fr. an unknown source); 12:4; MPol 14:2; AcPl Ha 1, 4. τὸ πνεῦμα καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα (s. the Christian POxy 1161, 6 [IV A.D.]) 1 Th 5:23. W. and in contrast to its parts (ApcSed 11:13; Mel., P. 78, 563) Ro 12:4; 1 Cor 12:12abc (Ltzm. ad loc.), 14–20 (PMich 149, 4, 26 [II A.D.] ἧπαρ … ὅλον τὸ σῶμα); Js 3:6; 1 Cl 37:5abcd. The body as the seat of sexual function Ro 4:19; 1 Cor 7:4ab (rights over the σῶμα of one’s spouse as Artem. 1, 44 p. 42, 14f; Iren. 1, 13, 3 [Harv. I 119, 10]).—The body as seat of mortal life εἶναι ἐν σώματι be in the body = alive, subject to mortal ills (TestAbr A 9 p. 87, 3 [Stone p. 22]; Poryphr., Abst. 1, 38) Hb 13:3. ἐνδημεῖν ἐν τῷ σώματι 2 Cor 5:6 (s. ἐνδημέω). ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος vs. 8 (s. ἐκδημέω). διὰ τοῦ σώματος during the time of one’s mortal life (cp. Lucian, Menipp. 11, end, Catapl. 23) vs. 10 (s. κομίζω 3, but s. also below in this section). Paul does not know whether, in a moment of religious ecstasy, he was ἐν σώματι or ἐκτὸς (χωρὶς) τοῦ σώματος 12:2f (of Epimenides [A2: Vorsokrat.5 I p. 29] it was said ὡς ἐξίοι ἡ ψυχὴ ὁπόσον ἤθελε καιρὸν καὶ πάλιν εἰσῄει ἐν τῷ σώματι; Clearchus, Fgm. 7: καθάπερ ὁ Κλέαρχος ἐν τοῖς περὶ ὕπνου φησίν, περὶ τῆς ψυχῆς, ὡς ἄρα χωρίζεται τοῦ σώματος καὶ ὡς εἴσεισιν εἰς τὸ σῶμα καὶ ὡς χρῆται αὐτῷ οἷον καταγωγίῳ [a resting-place]. In Fgm. 8 Clearchus tells about Cleonymus the Athenian, who seemed to be dead, but awakened after 3 days and thereupon reported everything that he had seen and heard ἐπειδὴ χωρὶς ἦν τοῦ σώματος. His soul is said finally to have arrived εἴς τινα χῶρον ἱερὸν τῆς Ἑστίας; Maximus Tyr. 38, 3a–f Ἀριστέας ἔφασκεν τὴν ψυχὴν αὐτῷ καταλιποῦσαν τὸ σῶμα in order to wander through the universe. He finds faith everywhere. Similarly 10, 2f. See also the story of Hermotimus in Apollon. Paradox. 3 as well as Lucian, Musc. Enc. [The Fly] 7.—On the two kinds of transcendent vision [with or without the body] s. Proclus, In Pla. Rem Publ. II p. 121, 26ff Kroll: οἱ μὲν μετὰ τοῦ σώματος τῶν τοιούτων [like Ἐμπεδότιμος] ἵστορες [=eyewitnesses], οἱ δὲ ἄνευ σώματος [like Κλεώνυμος]. καὶ πλήρεις αἱ παραδόσεις τούτων.). ἀπὼν τῷ σώματι (παρὼν δὲ τῷ πνεύματι) 1 Cor 5:3. ἡ παρουσία τοῦ σώματος 2 Cor 10:10 (παρουσία 1). The body is the instrument of human experience and suffering 4:10ab; Gal 6:17 (allusion AcPlCor 2, 35); Phil 1:20; the body is the organ of a person’s activity: δοξάσατε τὸν θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν glorify God through your body, i.e. by leading an upright life 1 Cor 6:20; cp. Ro 12:1. This may be the place (s. above in this section) for διὰ τοῦ σώματος 2 Cor 5:10 which, in that case, would be taken in an instrumental sense with or through the body (cp. Pla., Phd. 65a; Ps.-Pla., Axioch. 13, 371c; Aelian, NA 5, 26 τὰ διὰ τοῦ σώματος πραττόμενα). In some of the last-named passages (such as Ro 12:1; Phil 1:20; also Eph 5:28 w. parallel in Plut., Mor. 142e: s. HAlmqvist, Plut. u. d. NT ’46, 116f) the body is almost synonymous w. the whole personality (as Aeschin., Or. 2, 58; X., An. 1, 9, 12 τὰ ἑαυτῶν σώματα=themselves. Appian, Syr. 41 §218 παρεδίδου τὸ σῶμα τοῖς ἐθέλουσιν ἀπαγαγεῖν=[Epaminondas] gave himself up to those who wished to take him away, Mithr. 27 §107 ἐς τὸ σῶμα αὐτοῦ=against his person, Bell. Civ. 2, 106 §442 Caesar’s person [σῶμα] is ἱερὸς καὶ ἄσυλος=sacred and inviolable; 3, 39 §157 ἔργον … σῶμα=course of action … person; Mitt-Wilck. I/2, 55, 7 [III B.C.] ἑκάστου σώματος=for every person. See Wilcken’s note).—Because it is subject to sin and death, man’s mortal body as τὸ σῶμα τῆς σαρκός (σάρξ 2cα) Col 2:11 is a σῶμα τῆς ἁμαρτίας Ro 6:6 or τοῦ θανάτου 7:24; cp. 8:11. In fact, σῶμα can actually take the place of σάρξ 8:13 (cp. Herm. Wr. 4, 6b ἐὰν μὴ πρῶτον τὸ σῶμα μισήσῃς, σεαυτὸν φιλῆσαι οὐ δύνασαι; 11, 21a.—Cp. Hippol., Ref. 5, 19, 6). As a σῶμα τῆς ταπεινώσεως lowly body it stands in contrast to the σῶμα τῆς δόξης glorious body of the heavenly beings Phil 3:21. In another pass. σῶμα ψυχικόν of mortals is opposed to the σῶμα πνευματικόν after the resurrection 1 Cor 15:44abc.—Christ’s earthly body, which was subject to death (Orig., C. Cels. 2, 9, 13) Ro 7:4; Hb 10:5 (Ps 39:7 v.l.), 10; 1 Pt 2:24; AcPlCor 2:16f. τὸ σῶμα καὶ τὰ ὀστᾶ καὶ τὸ πνεῦμα Χριστοῦ 2:32. τὸ σῶμα τῆς σαρκὸς αὐτοῦ Col 1:22. Esp. in the language of the Eucharist (opp. αἷμα) Mt 26:26; Mk 14:22; Lk 22:19; 1 Cor 10:16 (GBornkamm, NTS 2, ’56, 202–6); 11:24, 27, 29. S. the lit. s.v. ἀγάπη 2 and εὐχαριστία 3, also JBonsirven, Biblica 29, ’48, 205–19.—ἓν σῶμα a single body 1 Cor 6:16 (cp. Jos., Ant. 7, 66 Δαυίδης τήν τε ἄνω πόλιν κ. τὴν ἄκραν συνάψας ἐποίησεν ἕν σῶμα; Artem. 3, 66 p. 196, 9; RKempthorne, NTS 14. ’67/68, 568–74).
    pl. σώματα slaves (Herodas 2, 87 δοῦλα σώματα; Polyb. et al.; oft. Vett. Val.; ins, pap; Gen 36:6; Tob 10:10; Bel 32; 2 Macc 8:11; Jos., Ant. 14, 321; cp. our colloq. ‘get some bodies for the job’) Rv 18:13 (cp. Ezk 27:13; the abs. usage rejected by Atticists, s. Phryn. 378 Lob.).
    plant and seed structure, body. In order to gain an answer to his own question in 1 Cor 15:35 ποίῳ σώματι ἔρχονται; (i.e. the dead after the resurrection), Paul speaks of bodies of plants (which are different in kind fr. the ‘body’ of the seed which is planted.—Maximus Tyr. 40, 60e makes a distinction betw. the σώματα of the plants, which grow old and pass away, and their σπέρματα, which endure.—σώματα of plants also in Apollon. Paradox. 7 [after Aristot.]) vs. 37f, and of σώματα ἐπουράνια of the heavenly bodies vs. 40 (cp. Ps.-Aristot., De Mundo 2, 2 the stars as σώματα θεῖα; Maximus Tyr. 21, 8b οὐρανὸς κ. τὰ ἐν αὐτῷ σώματα, acc. to 11, 12a οἱ ἀστέρες; 40, 4h; Sallust. 9 p. 18, 5).
    substantive reality, the thing itself, the reality in imagery of a body that casts a shadow, in contrast to σκιά (q.v. 3) Col 2:17.
    a unified group of people, body fig. ext. of 1, of the Christian community or church (cp. Cyr. Ins. 58, ‘body of the Hellenes’; Polyaenus, Exc. 18, 4 of the phalanx; Libanius, Or. 1 p. 176, 25 F. τὸ τῆς πόλεως ς.; Plut., Philop. 360 [8, 2]), esp. as the body of Christ, which he fills or enlivens as its Spirit (in this case the head belongs with the body, as Appian, Bell. Civ. 3, 26 §101, where a severed head is differentiated from τὸ ἄλλο σῶμα=the rest of the body), or crowns as its Head (Hdt. 7, 140; Quint. Smyrn. 11, 58; SIG 1169, 3; 15 κεφαλή w. σῶμα as someth. equally independent; Orig., C. Cels. 6, 79, 27): οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ Ro 12:5. Cp. 1 Cor 10:17; 12:13, 27; Eph (s. Schlier s.v. ἐκκλησία 3c) 1:23; 2:16; 4:12, 16; 5:23, 30; Col 1:18, 24; 2:19; 3:15; ISm 1:2; Hs 9, 17, 5; 9, 18, 3f. ἓν σῶμα καὶ ἓν πνεῦμα Eph 4:4; cp. Hs 9, 13, 5; 7 (Iambl., Vi. Pyth. 30, 167: all as ἓν σῶμα κ. μία ψυχή; also Just., D. 42, 3) διέλκομεν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ καὶ στασιάζομεν πρὸς τὸ σῶμα τὸ ἴδιον 1 Cl 46:7.—T Schmidt, Der Leib Christi (σῶμα Χριστοῦ) 1919; EKäsemann, Leib u. Leib Christi ’33 (for a critique s. SHanson, Unity of the Church in the NT ’46, 113–16); ÉMersch, Le Corps mystique du Christ2 ’36; AWikenhauser, D. Kirche als d. myst. Leib Christi, nach dem Ap. Pls2 ’40; EPercy, D. Leib Christi in d. paulin. Homologumena u. Antilegomena ’42; RHirzel, Die Person: SBMünAk 1914 H. 10 p. 6–28 (semantic history of σῶμα); WKnox, Parallels to the NT use of σῶμα: JTS 39, ’38, 243–46; FDillistone, How Is the Church Christ’s Body?: Theology Today 2, ’45/46, 56–68; WGoossens, L’Église corps de Christ d’après St. Paul2 ’49; CCraig, Soma Christou: The Joy of Study ’51, 73–85; JRobinson, The Body: A Study in Pauline Theol. ’52; RBultmann, Theol. of the NT, tr. KGrobel ’51, 192–203; HClavier, CHDodd Festschr. ’56, 342–62; CColpe, Zur Leib-Christi Vorstellung im Eph, ’60, 172–87; KGrobel, Bultmann Festschr. ’54, 52–59; HHegermann, TLZ 85, ’60, 839–42; ESchweizer, ibid. 86, ’61, 161–74; 241–56; JMeuzelaar, D. Leib des Messias, ’61; MDahl, The Resurrection of the Body, ’62; RJewett, Paul’s Anthropological Terms, ’71, 201–304; JZiegler, NovT 25, ’83, 133–45 (LXX); JDunn: JSNT Suppl. 100, ’94, 163–81 (Col.).—B. 198. New Docs 4, 38f. DELG. M-M. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > σῶμα

  • 65 ἀπό

    ἀπό (Hom.+) prep. w. gen. (see the lit. on ἀνά, beg., also for ἀπό: KDieterich, IndogF 24, 1909, 93–158; LfgrE s.v.). Basic sense ‘separation from’ someone or someth., fr. which the other uses have developed. In the NT it has encroached on the domain of Att. ἐκ, ὑπό, παρά, and the gen. of separation; s. Mlt. 102; 246; Mlt-Turner 258f.
    a marker to indicate separation from a place, whether person or thing, from, away from
    w. all verbs denoting motion, esp. those compounded w. ἀπό: ἀπάγεσθαι, ἀπαλλάσσεσθαι, ἀπελαύνειν, ἀπέρχεσθαι, ἀπολύεσθαι, ἀποπλανᾶσθαι, ἀποστέλλειν, ἀποφεύγειν, ἀποχωρεῖν, ἀποχωρίζεσθαι; but also w. ἀνίστασθαι, διαστῆναι, διέρχεσθαι, ἐκδημεῖν, ἐκκινεῖν, ἐκπλεῖν, ἐκπορεύεσθαι, ἐξέρχεσθαι, ἐξωθεῖν, ἐπιδιδόναι, μεταβαίνειν, μετατίθεσθαι, νοσφίζειν, παραγίνεσθαι, πλανᾶσθαι, πορεύεσθαι, ὑπάγειν, ὑποστρέφειν, φεύγειν; s. the entries in question.
    w. all verbs expressing the idea of separation ἐκβάλλειν τὸ κάρφος ἀ. τοῦ ὀφθαλμοῦ remove the splinter fr. the eye Mt 7:4 v.l. (for ἐκ). ἐξέβαλον ἀπὸ τῆς πήρας αὐτῶν δῶρα they set forth gifts out of their travel bags GJs 21:3. ἀπολύεσθαι ἀ. ἀνδρός be divorced fr. her husband Lk 16:18, cp. Ac 15:33. ἀποκυλίειν, ἀπολαμβάνεσθαι, ἀποστρέφειν, ἐπιστρέφεσθαι, ἐπανάγειν, αἴρειν, ἀφαιρεῖν, ἀπολέσθαι, μερίζειν et al., s. the pertinent entries. So also κενὸς ἀ. τινος Hs 9, 19, 2. ἔρημος ἀ. τινος (Jer 51:2) 2 Cl 2:3. W. verbs which express the concept of separation in the wider sense, like loose, free, acquit et al. ἀπορφανίζειν, ἀποσπᾶν, διεγείρεσθαι, δικαιοῦν, ἐκδικοῦν, ἐλευθεροῦν, λούειν, λύειν, λυτροῦν, ῥαντίζειν, σαλεύειν, στέλλειν, σῴζειν, φθείρειν, s. the entries; hence also ἀθῷος (Sus 46 Theod. v.l.) Mt 27:24. καθαρὸς ἀ. τινος (Tob 3:14; but s. Dssm. NB 24 [BS 196; 216]) Ac 20:26; cp. Kuhring 54.
    verbs meaning be on guard, be ashamed, etc., take ἀπό to express the occasion or object of their caution, shame, or fear; so αἰσχύνεσθαι, βλέπειν, μετανοεῖν, προσέχειν, φοβεῖσθαι, φυλάσσειν, φυλάσσεσθαι; s. 5 below.
    w. verbs of concealing, hiding, hindering, the pers. from whom someth. is concealed is found w. ἀπό; so κρύπτειν τι ἀπό τινος, παρακαλύπτειν τι ἀπό τινος, κωλύειν τι ἀπό τινος; s. the entries.
    in pregnant constr. like ἀνάθεμα εἶναι ἀ. τοῦ Χριστοῦ be separated fr. Christ by a curse Ro 9:3. μετανοεῖν ἀ. τ. κακίας (Jer 8:6) Ac 8:22. ἀποθνῄσκειν ἀ. τινος through death become free from Col 2:20. φθείρεσθαι ἀ. τ. ἁπλότητος be ruinously diverted from wholehearted commitment 2 Cor 11:3. Cp. Hs 6, 2, 4.
    as a substitute for the partitive gen. (Hdt. 6, 27, 2; Thu. 7, 87, 6; PPetr III, 11, 20; PIand 8, 6; Kuhring 20; Rossberg 22; Johannessohn, Präp. 17) τίνα ἀ. τῶν δύο; Mt 27:21, cp. Lk 9:38; 19:39 (like PTebt 299, 13; 1 Macc 1:13; 3:24; Sir 6:6; 46:8). τὰ ἀ. τοῦ πλοίου pieces of the ship Ac 27:44. ἐκχεῶ ἀ. τοῦ πνεύματός μου Ac 2:17f (Jo 3:1f). λαμβάνειν ἀ. τ. καρπῶν get a share of the vintage Mk 12:2 (cp. Just., A I, 65, 5 μεταλαβεῖν ἀπὸ τοῦ … ἄρτου).—Of foods (as in Da 1:13, 4:33a; 2 Macc 7:1) ἐσθίειν ἀ. τ. ψιχίων eat some of the crumbs Mt 15:27; Mk 7:28. χορτάζεσθαι ἀ. τινος eat one’s fill of someth. Lk 16:21. αἴρειν ἀ. τῶν ἰχθύων pick up the remnants of the fish Mk 6:43. ἐνέγκατε ἀ. τ. ὀψαρίων bring some of the fish J 21:10 (the only instance of this usage in J; s. M-EBoismard, Le chapitre 21 de Saint Jean: RB 54 [’47] 492).—Of drink (cp. Sir 26:12) πίνειν ἀπὸ τ. γενήματος τῆς ἀμπέλου drink the product of the vine Lk 22:18.
    to indicate the point from which someth. begins, whether lit. or fig.
    of place from, out from (Just., D. 86, 1 ἀπὸ τῆς πέτρας ὕδωρ ἀναβλύσαν ‘gushing out of the rock’) σημεῖον ἀ. τ. οὐρανοῦ a sign fr. heaven Mk 8:11. ἀ. πόλεως εἰς πόλιν from one city to another Mt 23:34. ἀπʼ ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν (Dt 30:4; Ps 18:7) from one end of heaven to the other 24:31, cp. Mk 13:27. ἀπʼ ἄνωθεν ἕως κάτω from top to bottom Mt 27:51. ἀρξάμενοι ἀ. Ἰερουσαλήμ beginning in Jerusalem Lk 24:47 (s. also Lk 23:5; Ac 1:22; 10:37). ἀφʼ ὑμῶν ἐξήχηται ὁ λόγος τ. κυρίου the word of the Lord has gone out from you and sounded forth 1 Th 1:8. ἀπὸ βορρᾶ, ἀπὸ νότου in the north, in the south (PCairGoodsp 6, 5 [129 B.C.] ἐν τῷ ἀπὸ νότου πεδίῳ; Mitt-Wilck. I/2, 11A col. 1, 12f [123 B.C.] τὸ ἀπὸ νότου τῆς πόλεως χῶμα; ln. 7 ἀπὸ βορρᾶ τῆς πόλεως; 70, 16 al.; Josh 18:5; 19:34; 1 Km 14:5) Rv 21:13.
    of time from … (on), since (POxy 523, 4; Mel., HE 4, 26, 8; s. Kuhring 54ff).
    α. ἀ. τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου from the days of John Mt 11:12. ἀ. τῆς ὥρας ἐκείνης 9:22. ἀπʼ ἐκείνης τ. ἡμέρας (Jos., Bell. 4, 318, Ant. 7, 382) Mt 22:46; J 11:53. ἔτη ἑπτὰ ἀ. τῆς παρθενίας αὐτῆς for seven years fr. the time she was a virgin Lk 2:36. ἀ. ἐτῶν δώδεκα for 12 years 8:43. ἀ. τρίτης ὥρας τῆς νυκτός Ac 23:23. ἀ. κτίσεως κόσμου Ro 1:20. ἀ. πέρυσι since last year, a year ago 2 Cor 8:10; 9:2.—ἀπʼ αἰῶνος, ἀπʼ ἀρχῆς, ἀπʼ ἄρτι (also ἀπαρτί and ἄρτι), ἀπὸ καταβολῆς κόσμου, ἀπὸ τότε, ἀπὸ τοῦ νῦν; s. the pertinent entries.
    β. w. the limits defined, forward and backward: ἀπὸ … ἕως (Jos., Ant. 6, 364) Mt 27:45. ἀπὸ … ἄχρι Phil 1:5. ἀπὸ … μέχρι Ac 10:30; Ro 5:14; 15:19.
    γ. ἀφʼ ἧς (sc. ὥρας or ἡμέρας, which is found Col 1:6, 9; but ἀφʼ ἧς became a fixed formula: ParJer 7:28; Plut., Pelop. [285] 15, 5; s. B-D-F §241, 2) since Lk 7:45 (Renehan ’75, 36f); Ac 24:11; 2 Pt 3:4 (cp. X., Hell. 4, 6, 6; 1 Macc 1:11). ἀφʼ οὗ (sc.—as in X., Cyr. 1, 2, 13—χρόνου; Att. ins in Meisterhans.3-Schw. and s. Witkowski, index 163; ἀφʼ οὗ is also a formula) since, when once (X., Symp. 4, 62; Demetr.: 722 Fgm. 1, 16 Jac.; Lucian, Dial. Mar. 15, 1; Ex 5:23 GrBar 3:6) Lk 13:25; 24:21; Rv 16:18 (cp. Da 12:1; 1 Macc 9:29; 16:24; 2 Macc 1:7; TestAbr B 13 p. 117, 23; GrBar; Jos., Ant. 4, 78). τρία ἔτη ἀφʼ οὗ (cp. Tob 5:35 S) Lk 13:7. ἀφότε s. ὅτε 1aγ end.
    the beg. of a series from … (on).
    α. ἀρξάμενος ἀ. Μωϋσέως καὶ ἀ. πάντων τ. προφητῶν beginning w. Moses and all the prophets Lk 24:27. ἕβδομος ἀ. Ἀδάμ Jd 14 (Diod S 1, 50, 3 ὄγδοος ὁ ἀπὸ τοῦ πατρός [ancestor]; Appian, Mithrid. 9 §29 τὸν ἕκτον ἀπὸ τοῦ πρώτου Μιθριδάτην; Arrian, Anab. 7, 12, 4; Diog. L. 3, 1: Plato in the line of descent was ἕκτος ἀπὸ Σόλωνος; Biogr. p. 31: Homer δέκατος ἀπὸ Μουσαίου). ἀ. διετοῦς καὶ κατωτέρω Mt 2:16 (cp. Num 1:20; 2 Esdr 3:8).
    β. w. both beg. and end given ἀπὸ … ἕως (Sir 18:26; 1 Macc 9:13) Mt 1:17; 23:35; Ac 8:10. Sim., ἀ. δόξης εἰς δόξαν fr. glory to glory 2 Cor 3:18.
    to indicate origin or source, from
    lit., with verbs of motion
    α. down from πίπτειν ἀ. τραπέζης Mt 15:27. καθεῖλεν δυνάστας ἀ. θρόνων God has dethroned rulers Lk 1:52.
    β. from ἔρχεσθαι ἀ. θεοῦ J 3:2; cp. 13:3; 16:30. παραγίνεται ἀ. τῆς Γαλιλαίας Mt 3:13; ἀ. ἀνατολῶν ἥξουσιν 8:11 (Is 49:12; 59:19); ἀ. τοῦ ἱεροῦ ἐπορεύετο 24:1; ἀ. Παμφυλίας Ac 15:38. ἐγείρεσθαι ἀ. τ. νεκρῶν be raised from the dead Mt 14:2.
    lit., to indicate someone’s local origin from (Hom. et al.; Soph., El. 701; Hdt. 8, 114; ins [RevArch 4 sér. IV 1904 p. 9 ἀπὸ Θεσσαλονίκης]; pap [HBraunert, Binnenwanderung ’64, 384, s.v.; PFlor 14, 2; 15, 5; 17, 4; 22, 13 al.]; Judg 12:8; 13:2; 17:1 [all three acc. to B]; 2 Km 23:20 al.; Jos., Bell. 3, 422, Vi. 217; Just., A I, 1 τῶν ἀπὸ Φλαουί̈ας Νέας πόλεως; s. B-D-F §209, 3; Rob. 578) ἦν ἀ. Βηθσαϊδά he was from B. J 1:44; cp. 12:21. ὄχλοι ἀ. τῆς Γαλιλαίας crowds fr. Galilee Mt 4:25. ἄνδρες ἀ. παντὸς ἔθνους Ac 2:5. ἀνὴρ ἀ. τοῦ ὄχλου a man fr. the crowd Lk 9:38. ὁ προφήτης ὁ ἀ. Ναζαρέθ Mt 21:11. οἱ ἀ. Κιλικίας the Cilicians Ac 6:9. οἱ ἀδελφοὶ οἱ ἀ. Ἰόππης 10:23 (Musaeus 153 παρθένος ἀπʼ Ἀρκαδίας; Just., A I, 58, 1 Μακρίωνα … τὸν ἀπὸ Πόντου). οἱ ἀ. Θεσσαλονίκης Ἰουδαῖοι 17:13. οἱ ἀ. τῆς Ἰταλίας the Italians Hb 13:24, who could be inside as well as outside Italy (cp. Dssm., Her. 33, 1898, 344, LO 167, 1 [LAE 200, 3]; Mlt. 237; B-D-F §437).—Rather denoting close association οἱ ἀ. τῆς ἐκκλησίας members of the church Ac 12:1; likew. 15:5 (cp. Plut., Cato Min. 4, 2 οἱ ἀπὸ τ. στοᾶς φιλόσοφοι; Ps.-Demetr. c. 68 οἱ ἀπʼ αὐτοῦ=his [Isocrates’] pupils; Synes., Ep. 4 p. 162b; 66 p. 206c; PTebt 33, 3 [112 B.C.], Ῥωμαῖος τῶν ἀπὸ συγκλήτου; Ar. 15, 1 Χριστιανοὶ γενεαλογοῦνται ἀπὸ … Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ath.).—To indicate origin in the sense of material fr. which someth. is made (Hdt. 7, 65; Theocr. 15, 117; IPriene 117, 72 ἀπὸ χρυσοῦ; 1 Esdr 8:56; Sir 43:20 v.l.) ἔνδυμα ἀ. τριχῶν καμήλου clothing made of camel’s hair Mt 3:4.
    fig., w. verbs of asking, desiring, to denote the pers. of or from whom a thing is asked (Ar. 11, 3): δανίσασθαι ἀπό τινος borrow fr. someone Mt 5:42. ἐκζητεῖν ἀ. τῆς γενεᾶς ταύτης Lk 11:51. ἀπαιτεῖν τι ἀπό τινος Lk 12:20. ζητεῖν τι ἀπό τινος 1 Th 2:6. λαμβάνειν τι ἀπό τινος Mt 17:25f; 3J 7.
    fig., w. verbs of perceiving, to indicate source of the perception (Lysias, Andoc. 6; Ps.-Aristot., De Mundo 6, 399b ἀπʼ αὐτῶν τῶν ἔργων θεωρεῖται ὁ θεός; Appian, Liby. 104 §493 ἀπὸ τῆς σφραγῖδος=[recognize a corpse] by the seal-ring; Demetr.: 722 Fgm. 2, 1 στοχάζεσθαι ἀπὸ τῶν ὀνομάτων; Just., D. 60, 1 τοῦτο νοοῦμεν ἀπὸ τῶν λόγων τῶν προλελεγμένων; 100, 2 ἀπὸ τῶν γραφῶν): ἀ. τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς by their fruits you will know them Mt 7:16, 20. μανθάνειν παραβολὴν ἀ. τῆς συκῆς learn a lesson from the fig tree 24:32; Mk 13:28. ἀπὸ τῶν σπερμάτων μὴ ποιεῖσθαι τὴν παραβολήν if we are not to derive our parable solely from reference to seeds (cp. 1 Cor 15:37) AcPlCor 2:28.—Also μανθάνειν τι ἀπό τινος learn someth. fr. someone Gal 3:2; Col 1:7.
    γράψαι ἀφʼ ὧν ἠδυνήθην, lit., write from what I was able, i.e. as well as I could B 21:9 (cp. Tat. 12, 5 οὐκ ἀπὸ γλώττης οὐδὲ ἀπὸ τῶν εἰκότων οὐδὲ ἀπʼ ἐννοιῶν etc.).
    to indicate distance fr. a point, away from, for μακρὰν ἀ. τινος far fr. someone, ἀπὸ μακρόθεν fr. a great distance s. μακράν, μακρόθεν. ἀπέχειν ἀπό τινος s. ἀπέχω 4. W. detailed measurements (corresp. to Lat. ‘a’, s. B-D-F §161, 1; Rob. 575; WSchulze, Graeca Latina 1901, 15ff; Hdb. on J 11:18; Appian, Bell. Civ. 3, 12 §42; CB I/2, 390 no. 248) ἦν Βηθανία ἐγγὺς τῶν Ἱεροσολύμων ὡς ἀπὸ σταδίων δεκατέντε Bethany was near Jerusalem, about 15 stades (less than 3 km.) away J 11:18. ὡς ἀπὸ πηχῶν διακοσίων about 200 cubits (c. 90 meters) 21:8. ἀπὸ σταδίων χιλίων ἑξακοσίων about 1600 stades (c. 320 km.) Rv 14:20; cp. Hv 4, 1, 5 (for other examples of this usage, s. Rydbeck 68).—Hebraistically ἀπὸ προσώπου τινός (Gen 16:6; Jer 4:26; Jdth 2:14; Sir 21:2; 1 Macc 5:34; En 103:4; Just., A I, 37, 1 ἀπὸ προσώπου τοῦ πατρὸς ἐλέχθησαν διὰ Ἠσαίου … οἵδε οἱ λόγοι ‘in the name of the father … through Isaiah’; 38, 1 al.)=מִפְּנֵי פ׳ ( away) from the presence of someone 2 Th 1:9 (Is 2:10, 19, 21); Rv 12:14 (B-D-F §140; 217, 1; Mlt-H. 466).
    to indicate cause, means, or outcome
    gener., to show the reason for someth. because of, as a result of, for (numerous ref. in FBleek on Hb 5:7; PFay 111, 4; POxy 3314, 7 [from falling off a horse]; Jdth 2:20; 4 [6] Esdr [POxy 1010]; AscIs 3:13; Jos., Ant. 9, 56) οὐκ ἠδύνατο ἀ. τοῦ ὄχλου he could not because of the crowd Lk 19:3; cp. Mk 2:4 D. οὐκ ἐνέβλεπον ἀπὸ τῆς δόξης τοῦ φωτός I could not see because of the brilliance of the light Ac 22:11. ἀ. τοῦ πλήθους τ. ἰχθύων J 21:6 (M-EBoismard, ad loc.: s. 1f end). ἀ. τοῦ ὕδατος for the water Hs 8, 2, 8. ἀ. τῆς θλίψεως because of the persecution Ac 11:19. οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀ. τ. σκανδάλων Mt 18:7 (s. B-D-F §176, 1; Mlt. 246). εἰσακουσθεὶς ἀ. τῆς εὐλαβείας heard because of his piety Hb 5:7 (but the text may be corrupt; at any rate it is obscure and variously interpr.; besides the comm. s. KRomaniuk, Die Gottesfürchtigen im NT: Aegyptus 44, ’64, 84; B-D-F §211; Rob. 580; s. on εὐλάβεια).
    to indicate means with the help of, with (Hdt. et al.; Ael. Aristid. 37, 23 K.=2 p. 25 D.; PGM 4, 2128f σφράγιζε ἀπὸ ῥύπου=seal with dirt; En 97:8) γεμίσαι τὴν κοιλίαν ἀ. τ. κερατίων fill one’s stomach w. the husks Lk 15:16 v.l. (s. ἐκ 4aζ; cp. Pr 18:20). οἱ πλουτήσαντες ἀπʼ αὐτῆς Rv 18:15 (cp. Sir 11:18).
    to indicate motive or reason for, from, with (Appian, Bell. Civ. 5, 13 §52 ἀπʼ εὐνοίας=with goodwill; 1 Macc 6:10; pap exx. in Kuhring 35) κοιμᾶσθαι ἀ. τῆς λύπης sleep from sorrow Lk 22:45. ἀ. τῆς χαρᾶς αὐτοῦ Mt 13:44; cp. Lk 24:41; Ac 12:14. ἀ. τοῦ φόβου κράζειν Mt 14:26, ἀ. φόβου καὶ προσδοκίας with fear and expectation Lk 21:26. Hence verbs of fearing, etc., take ἀ. to show the cause of the fear (s. above 1c) μὴ φοβεῖσθαι ἀ. τ. ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα not be afraid of those who kill only the body Mt 10:28; Lk 12:4 (cp. Jdth 5:23; 1 Macc 2:62; 3:22; 8:12; En 106:4).
    to indicate the originator of the action denoted by the verb from (Trag., Hdt. et al.) ἀ. σοῦ σημεῖον ἰδεῖν Mt 12:38. γινώσκειν ἀπό τινος learn fr. someone Mk 15:45. ἀκούειν ἀ. τοῦ στόματός τινος hear fr. someone’s mouth, i.e. fr. him personally Lk 22:71 (Dionys. Hal. 3, 8 ἀ. στόματος ἤκουσεν); cp. Ac 9:13; 1J 1:5. τὴν ἀ. σοῦ ἐπαγγελίαν a promise given by you Ac 23:21 (cp. Ath. 2, 3 ταῖς ἀπὸ τῶν κατηγόρων αἰτίαις ‘the charges made by the accusers’). ἀφʼ ἑνὸς ἐγενήθησαν Hb 11:12. Prob. παραλαμβάνειν ἀ. τοῦ κυρίου 1 Cor 11:23 is to be understood in the same way: Paul is convinced that he is taught by the Lord himself (for direct teaching s. EBröse, Die Präp. ἀπό 1 Cor 11:23: StKr 71, 1898, 351–60; Dssm.; BWeiss; Ltzm.; H-DWendland. But for indirect communication: Zahn et al.). παραλαβὼν ἀπὸ τῶν θυγατέρων Φιλίππου, ὅτι Papias (11:2); opp. παρειληφέναι ὑπὸ τῶν θ. Φ. (2:9).—Of the more remote cause ἀπʼ ἀνθρώπων from human beings (as opposed to transcendent revelation; w. διʼ ἀνθρώπου; cp. Artem. 1, 73 p. 66, 11 ἀπὸ γυναικῶν ἢ διὰ γυναικῶν; 2, 36 p. 135, 26) Gal 1:1. ἀ. κυρίου πνεύματος fr. the Lord, who is the Spirit 2 Cor 3:18. ἔχειν τι ἀπό τινος have (received) someth. fr. someone 1 Cor 6:19; 1 Ti 3:7; 1J 2:20; 4:21.—In salutation formulas εἰρήνη ἀ. θεοῦ πατρός ἡμῶν peace that comes from God, our father Ro 1:7; 1 Cor 1:3; 2 Cor 1:2; Gal 1:3; Eph 1:2; cp. 6:23; Phil 1:2; Col 1:2; 1 Th 1:1 v.l.; 2 Th 1:2; 1 Ti 1:2; 2 Ti 1:2; Tit 1:4; Phlm 3. σοφία ἀ. θεοῦ wisdom that comes fr. God 1 Cor 1:30. ἔπαινος ἀ. θεοῦ praise fr. God 4:5. καὶ τοῦτο ἀ. θεοῦ and that brought about by God Phil 1:28. The expr. εἰρήνη ἀπὸ ‘ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος’ Rv 1:4 is quite extraordinary. It may be an interpretation of the name Yahweh already current, or an attempt to show reverence for the divine name by preserving it unchanged, or simply one more of the grammatical peculiarities so frequent in Rv (Meyer6-Bousset 1906, 159ff; Mlt. 9, note 1; cp. PParis 51, 33 ἀπὸ ἀπηλιότης; Mussies 93f, 328).
    to indicate responsible agents for someth., from, of
    α. the self, st. Gk. usage (Thu. 5, 60, 1; X., Mem. 2, 10, 3; Andoc., Orat. 2, 4 οὗτοι οὐκ ἀφʼ αὑτῶν ταῦτα πράττουσιν; Diod S 17, 56; Num 16:28; 4 Macc 11:3; En 98:4; TestAbr A 15 p. 95, 26 [Stone p. 38]; 18 p. 101, 6 [Stone p. 50]; Just., A I, 43, 8) the expr. ἀφʼ ἑαυτοῦ (pl. ἀφʼ ἑαυτῶν) of himself and ἀπʼ ἐμαυτοῦ of myself are common Lk 12:57; 21:30; 2 Cor 3:5, esp. so in J: 5:19, 30; 8:28; 10:18; 15:4.—7:17f; 11:51; 14:10; 16:13; 18:34. So also ἀπʼ ἐμαυτοῦ οὐκ ἐλήλυθα I did not come of myself (opp. the Father sent me) 7:28; 8:42.
    β. fr. others. W. verbs in the pass. voice or pass. mng. ὑπό is somet. replaced by ἀπό (in isolated cases in older Gk. e.g. Thu. 1, 17 et al. [Kühner-G. II/1 p. 457f]; freq. in later Gk.: Polyb. 1, 79, 14; Hero I 152, 6; 388, 11; Nicol. Dam.: 90 Fgm. 130, 130 Jac.; IG XII/5, 29, 1; SIG 820, 9; PLond III, 1173, 12 p. 208; BGU 1185, 26; PFlor 150, 6 ἀ. τῶν μυῶν κατεσθιόμενα; PGM 4, 256; Kuhring 36f; 1 Macc 15:17; Sir 16:4; ParJer 1:1 ᾐχμαλωτεύθησαν … ἀπὸ τοῦ βασιλέως; Philo, Leg. All. 3, 62; Just., A I, 68, 6 ἐπιστολὴν … γραφεῖσάν μοι ἀπὸ Σερήνου, D. 121, 3 ἀπὸ παντὸς [γένους] μετάνοιαν πεποιῆσθαι. See B-D-F §210; Rob. 820; GHatzidakis, Einl. in d. neugriech. Gramm. 1892, 211; AJannaris, An Histor. Gk. Grammar 1897, §1507). Yet just at this point the textual tradition varies considerably, and the choice of prep. is prob. at times influenced by the wish to express special nuances of mng. Lk 8:29b v.l. (ὑπό text); 43b (ὑπό v.l.); 10:22 D; ἀποδεδειγμένος ἀ. τ. θεοῦ attested by God Ac 2:22. ἐπικληθεὶς Βαρναβᾶς ἀ. (ὑπό v.l.) τ. ἀποστόλων named B. by the apostles 4:36. κατενεχθεὶς ἀ. τοῦ ὕπνου overcome by sleep 20:9. ἀθετούμενος ἀπὸ τῶν παραχαρασσόντων τὰ λόγια αὐτοῦ inasmuch as (Jesus) is being rejected by those who falsify his words AcPlCor 2:3. νεκροῦ βληθέντος ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπʼ αὐτά when a corpse was cast upon them (the bones of Elisha) 2:32. In such cases ἀπό freq. denotes the one who indirectly originates an action, and can be transl. at the hands of, by command of: πολλὰ παθεῖν ἀ. τ. πρεσβυτέρων suffer much at the hands of the elders Mt 16:21; cp. Lk 9:22; 17:25, where the emphasis is to be placed on παθεῖν, not on ἀποδοκιμασθῆναι. In ἀ. θεοῦ πειράζομαι the thought is that the temptation is caused by God, though not actually carried out by God Js 1:13. ἡτοιμασμένος ἀ. τοῦ θεοῦ prepared by God’s command, not by God in person Rv 12:6.
    In a few expr. ἀπό helps to take the place of an adverb. ἀπὸ μέρους, s. μέρος 1c.—ἡμέρᾳ ἀφʼ ἡμέρας day by day GJs 12:3.—ἀπὸ μιᾶς (acc. to Wlh., Einl.2 26, an Aramaism, min ḥădā˒=at once [s. MBlack, An Aramaic Approach3, ’67, 113]; but this does not explain the fem. gender, found also in the formulaic ἐπὶ μιᾶς Maxim. Tyr. 6, 3f En 99:9 [s. SAalen, NTS 13, ’67, 3] and in Mod. Gk. μὲ μιᾶς at once [Thumb §162 note 2]. PSI 286, 22 uses ἀπὸ μιᾶς of a payment made ‘at once’; on the phrase s. New Docs 2, 189. Orig. γνώμης might have been a part of the expr. [Philo, Spec. Leg. 3, 73], or ὁρμῆς [Thu. 7, 71, 6], or γλώσσης [Cass. Dio 44, 36, 2], or φωνῆς [Herodian 1, 4, 8]; cp. ἀπὸ μιᾶς φωνῆς Plut., Mor. 502d of an echo; s. B-D-F §241, 6) unanimously, alike, in concert Lk 14:18. Sim. ἀπὸ τ. καρδιῶν fr. (your) hearts, sincerely Mt 18:35.—Himerius, Or. 39 [=Or. 5], 6 has as a formula διὰ μιᾶς, probably = continuously, uninterruptedly, Or. 44 [=Or. 8], 2 fuller διὰ μιᾶς τῆς σπουδῆς=with one and the same, or with quite similar zeal.—M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἀπό

  • 66 ἔρχομαι

    ἔρχομαι impv. ἔρχου, ἔρχεσθε; impf. ἠρχόμην; fut. ἐλεύσομαι; 2 aor. ἦλθον, and the mixed forms ἦλθα (W-S. §13, 13; B-D-F §81, 3; Mlt-H. 208f), ἤλθοσαν (LXX; TestAbr A 20 p. 103, 12 [Stone p. 54]), ἤλθωσαν (GJs 21:1; ἤλθωσιν17:3; s. deStrycker p. 246f); pf. ἐλήλυθα; plpf. 3 sg. ἐληλύθει 3 Km 10:10, 12 (Hom.+). This multipurpose marker is not readily susceptible to precise classification, but the following outline of usage covers the principal lines:
    of movement from one point to another, with focus on approach from the narrator’s perspective, come
    of movement itself
    α. abs. ἔρχου καὶ ἔρχεται Mt 8:9; Lk 7:8; cp. Mt 22:3; Lk 14:17; J 5:7; Ac 10:29; 1 Cor 11:34; Rv 8:3 al. κραυγὴ γέγονεν• ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται Mt 25:6 v.l. (Jos., Bell. 5, 272 βοῶντες• ὁ υἱὸς ἔρχεται). οἱ ἐρχόμενοι καὶ οἱ ὑπάγοντες Mk 6:31. ἦλθε δρομέως came on the run AcPl Ha 4, 30 (TestAbr A 5 p. 82, 24 [Stone p. 12] ἦλθεν δρομαία ἐπʼ αὐτούς=Sarah came to them on the run). Also w. the specif. mng. come back, return (Hom. et al.; Bar 4:37; 1 Esdr 5:8; Tob 2:3 BA) J 4:27; 9:7; Ro 9:9; of Joseph GJs 16:2 (foll. by κατέβη of Mary; both Joseph and Mary ‘return’ from an uninhabited area). Come before the judgment-seat of God 2 Cl 9:4. Come in a hostile sense Lk 11:22 P75 et al. (cp. X., Hellenica 6, 5, 43).
    β. used w. prepositions: ἀπό w. gen. of place (Herodian 1, 17, 8 ἀ. τοῦ λουτροῦ; ἀ. βορρᾶς PsSol 11:3; ἀ. τῆς μεγάλης πόλεως TestAbr A 2 p. 78, 30 [Stone p. 4]) Mk 7:1; 15:21; Ac 18:2; 2 Cor 11:9; w. gen. of pers. Mk 5:35; J 3:2b; Gal 2:12.—ἐκ w. gen. of place Lk 5:17; J 3:31b.—εἰς w. acc. of place into Mt 2:11; 8:14; 9:1; Mk 1:29; 5:38; Lk 23:42 (cp. 1bα below, end); J 11:30; εἰς Κόρινθον AcPl Ha 6, 2 (εἰς τὸν παράδεισον TestAbr A 11 p. 90, 1 [Stone p. 28]). to, toward J 11:38; 20:3. εἰς τὸ πέραν Mt 8:28; 16:5. εἰς τ. ἑορτήν to the festival, i.e. to celebrate it J 4:45b; 11:56. ἐκ … εἰς J 4:54.—διά w. gen. of place and εἰς Mk 7:31; ὁ … ἐρχόμενος διᾶ τῆς θύρας one who enters by the gate 10:2 (P75).—μετά w. gen. of pers. ἵνα ἔλθῶ μετʼ αὐτοῦ ἐν τῇ δόξη τοῦ πατρὸς αὐτοῦ so that I might return with him in the glory of his Father AcPl Ha 10, 8. ἐν w. dat. of the thing w. which one comes Ro 15:29. ἐν ῥάβδῳ 1 Cor 4:21, also to denote the state of being in which one comes ἐν πνεύματι Lk 2:27; cp. Ro 15:32; w. dat. of the pers. who accompanies someone Jd 14.—ἐπί w. acc. of place over Mt 14:28, to (JosAs 26:5; ParJer 8:4; Jos., Ant. 7, 16; Just., D. 88, 3) Lk 19:5; Ac 12:10, 12; w. acc. of thing to (PTor I, 1; II, 29 [116 B.C.] ἔρχεσθαι ἐπὶ τὸ κριτήριον; Jos., Ant. 12, 395) Mt 3:7; Mk 11:13b; w. acc. of pers. to (ἐπὶ γυναῖκα Just., A I, 33, 3) J 19:33; Ac 24:8 v.l.; against Lk 14:31 (1 Macc 5:39 ἔρχ. ἐπί τινα εἰς πόλεμον; Jos., Ant. 7, 233; Mel., P. 17, 114).—κατά w. acc. of place to Lk 10:33; Ac 16:7; AcPl Ha 2, 5.—παρά w. acc. of place to Mt 15:29; w. gen. of pers. from Lk 8:49.—πρός w. acc. of pers. to (X., Mem. 1, 2, 27; En 106:4; JosAs 3:6; Jos., Ant. 2, 106; 11, 243; Just., D. 77, 4) Mt 3:14; 7:15; Mk 9:14; Lk 1:43; J 1:29, 47; 2 Cor 13:1 and oft. ἀπό τινος (gen. of pers.) πρός τινα 1 Th 3:6.
    γ. w. an adverb of place ἄνωθεν ἔ. J 3:31. ἐκεῖ 18:3. ἐνθάδε 4:16. ὄπισθεν Mk 5:27. πόθεν (Jdth 10:12) J 3:8; 8:14; Rv 7:13. ποῦ Hb 11:8. ὧδε Mt 8:29; Ac 9:21 (ApcEsdr 5:10; ApcSed 9:4; cp. ParJer 7:16 ἐνταῦθα. The adv. w. a case funct. as prep. ἄχρι τινός Ac 11:5. ἐγγύς τινος Hv 4, 1, 9. ἕως τινός Lk 4:42 (ApcMos 34 ἐλθὲ ἕως ἐμοῦ).
    δ. w. a case, without a prep.: dat. of pers. come to someone (Aeschyl., Prom. 358; Thu. 1, 13, 3; X., An. 7, 7, 30; BGU 1041, 16 [II A.D.] ὅτι ἔρχομαί σοι) Mt 21:5 (Zech 9:9); Rv 2:5, 16.
    ε. The purpose of coming is expressed by an inf. (Eur., Med. 1270, also Palaeph. p. 62, 12; 1 Macc 16:22; Bel 40 Theod.; 1 Esdr 1:23; 5:63; TestSol 5 D ἦλθε θεάσασθαι; TestAbr B 5 p. 109, 21 [Stone p. 66] ἔρχομαι … κοιμηθῆναι; Just., D. 78, 7 ὸ̔ν ἐληλύθεισαν προσκυνῆσαι) Mt 2:2; 12:42; Mk 15:36; Lk 1:59; 3:12 al.; by a fut. ptc. (Hom. et al.) Mt 27:49; Ac 8:27; by a pres. ptc. Lk 13:6 (TestJob 9:8 αἰτοῦντες); by ἵνα J 10:10; 12:9b (TestJob 34:5; ApcMos 29); εἰς τοῦτο ἵνα Ac 9:21; διά τινα J 12:9a.
    ζ. Single forms of ἔ. are used w. other verbs to denote that a person, in order to do someth., must first come to a certain place: in parataxis ἔρχεται καί, ἦλθεν καί etc. (Ex 19:7; 2 Km 13:36; 2 Esdr 5:16; JosAs 10:6; TestJob 8:3; ApcMos 37) Mt 13:19, 25; Mk 2:18; 4:15; 5:33; 6:29; 12:9; 14:37; Lk 8:12, 47; J 6:15; 11:48; 12:22; 19:38; 20:19, 26; 21:13; 3J 3; Rv 5:7; 17:1; 21:9. ἔρχου καὶ ἴδε J 1:46; 11:34. ἔρχεσθε καὶ ὄψεσθε 1:39. A ptc. of ἔ. followed by a finite verb ἐλθών (Hdt. 2, 115; LXX; TestJob 7:1; Just., D. 8, 4 al.) Mt 2:8; 8:7; 9:10, 18 (cp. εἷς 3b; προσέρχομαι 1a); 12:44; 14:12; 18:31; 27:64; 28:13; Mk 7:25; 12:14, 42; 14:45; 16:1; Ac 16:37, 39. ἐρχόμενος Lk 13:14; 16:21; 18:5. The participial constr. is best transl. come and. In some pass. ἐλθών is to be rendered when (someone) has come J 16:8; 2 Cor 12:20; Phil 1:27 (opp. ἀπών).—Instead of the transcription ]λη λυθεισα POxy 1081, 3, read after the Coptic SJCh 88, 19–89, 1: ἐ]ληλύθεισαν.
    of making an appearance come before the public, appear (cp. ἦλθον εἰς τόνδε τὸν κόσμον ‘I was born’ Ar. 1, 1).
    α. of Jesus as Messiah Lk 3:16; J 4:25; 7:27, 31, who for this reason (on the basis of pass. like Ps 117:26; Hab 2:3; Da 7:13 Theod.) is called ὁ ἐρχόμενος Mt 11:3; Lk 7:19f; Hb 10:37 (Hab 2:3), or ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου Mt 21:9; 23:39; Mk 11:9; Lk 13:35; 19:38; J 12:13 (in all cases Ps 117:26); also in John, in whose writings the idea of Jesus having come heaven-sent to the earth is of considerable importance J 16:28: (ὁ προφήτης) ὁ ἐρχόμενος εἰς τ. κόσμον J 6:14; 11:27 (cp. ἐρχόμενος εἰς τ. κόσμον ἐπὶ τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν ParJer 9:20). Of the appearance of Jesus among humans (s. Harnack, ‘Ich bin gekommen’: ZTK 22, 1912, 1–30; AFrövig, D. Sendungsbewusstsein Jesu u. d. Geist 1924, 129ff) Mt 11:19; Lk 7:34; J 5:43; 7:28; 8:42. Foll. by the inf. of purpose Mt 5:17; 10:34f; Lk 19:10. W. ἵνα foll. J 10:10b (ἦλθον, as here, Herm. Wr. 1, 30). W. εἰς τ. κόσμον and ἵνα foll. 12:46; 18:37; εἰς κρίμα, ἵνα 9:39; w. inf. foll. 1 Ti 1:15. ἔ. ἐν σαρκί come in the flesh 1J 4:2; 2J 7; B 5:10f. εἰς σάρκα AcPlCor 1:14. ἔ διʼ ὕδατος καὶ αἵματος 1J 5:6 w. the continuation ἐν τ. ὕδατι καὶ ἐν τ. αἵματι (on the mng. of the prep. s. B-D-F §223, 3; 198, 4). ὀπίσω w. gen. come after of Christ in relation to his forerunner Mt 3:11; Mk 1:7; J 1:15, 27, 30. The idea of coming is even plainer in connection w. the coming of the Human One (Son of Man), the return of Jesus fr. his heavenly home Mt 10:23; Ac 1:11 (opp. πορεύεσθαι); 1 Cor 4:5; 11:26; 2 Th 1:10 (Just., D. 28, 2 al.). W. ἐν τῇ δόξῃ Mt 16:27; 25:31; Mk 8:38; Lk 9:26 (cp. ἔνδοξος … ἐλεύσεται Just., D. 49, 2). ἐπὶ τ. νεφελῶν μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης Mt 24:30 (Just., D. 31, 1). ἐν νεφέλαις, νεφέλῃ etc. Mk 13:26; Lk 21:27. ἐν τ. βασιλείᾳ αὐτοῦ in his kingdom Mt 16:28; Lk 23:42 v.l.
    β. of forerunners of the Messiah and those who identify themselves as such: Elijah Mt 11:14; 17:10, 11, 12; Mk 9:11, 12, 13 (Just., D. 49, 1); John the Baptist Mt 11:18; Lk 7:33; J 1:31; w. εἰς μαρτυρίαν for testimony 1:7. Others, including false messiahs, false teachers, and an antichrist Mt 24:5; Mk 13:6; Lk 21:8 (ἐπὶ τ. ὀνόματί μου calling on my name); J 10:8; 2 Cor 11:4; 2 Pt 3:3; 1J 2:18.
    to proceed on a course, with destination in view, go (Hom. et al.; LXX) ὀπίσω τινός go with (lit. ‘after’) someone fig., of a disciple Mt 16:24; Mk 8:34 v.l.; Lk 9:23; 14:27. ἐπί τι go to someth. Mt 21:19; Mk 11:13a (w. indir. quest. foll.). πρός τινα Lk 15:20. σύν τινι J 21:3. ἔ. ὁδόν go on a journey (Hom. et al.) Lk 2:44. S. also 1bα above.
    to change place or position, with implication of being brought, be brought (Hom. et al.; Thu. 6, 71, 2 χρήματα; Arrian, Anab. 2, 13, 5 ἀγγελία et al.) ὁ λύχνος the lamp is brought Mk 4:21. Sim. ἐλθούσης τ. ἐντολῆς when the commandment came Ro 7:9.
    to take place, come
    of time
    α. of temporal increments ἔρχονται ἡμέραι in future sense (1 Km 2:31; Am 8:11) Lk 23:29; Hb 8:8 (Jer 38:31); ἐλεύσονται ἡμ. Mt 9:15; Mk 2:20; Lk 5:35; 17:22; 21:6 (TestSol 13:7 C; Just., D. 40, 2). ἦλθεν ἡ ἡμέρα 22:7; Rv 6:17.—ἔρχεται ὥρα ὅτε the time is coming when J 4:21, 23; 5:25; 16:25; also ἔ. ὥρα ἐν ᾗ J 5:28; ἔ. ὥρα ἵνα 16:2, 32. ἦλθεν ἡ ὥρα the hour has come = the hour is here Mk 14:41b; J 16:4; Rv 14:7, 15; w. ἵνα foll. J 13:1 (ἥκω P66). ἐλήλυθεν ἡ ὥ. ἵνα 12:23; 16:32; without ἵνα 17:1; cp. 7:30; 8:20.—ἔρχεται νύξ 9:4 (Appian, Bell. Civ. 2, 40 §159 νυκτὸς ἐρχομένης). ἡμέρα κυρίου 1 Th 5:2. καιροί Ac 3:20 (GrBar 8:1 ὁ καιρός). τὸ πλήρωμα τ. χρόνου Gal 4:4.
    β. of events and situations that are connected w. a certain time ὁ θερισμός J 4:35. ὁ γάμος τ. ἀρνίου Rv 19:7. ἡ κρίσις 18:10. So also the ptc. ἐρχόμενος coming, future, imminent: αἰὼν ἐ. (=הָעוֹלָם הַבָּא) the age to come Mk 10:30; Lk 18:30; ἑορτὴ ἐ. the coming festival Ac 18:21 v.l.; σάββατον ἐ. 13:44; ὀργὴ ἐ. the wrath which will be revealed (at the Judgment) 1 Th 1:10. τὰ ἐρχόμενα what is to come (Is 44:7 τὰ ἐπερχόμενα) J 16:13. Of God in Rv ὁ ὢν κ. ὁ ἦν κ. ὁ ἐρχόμενος 1:4, 8; 4:8.
    of events and circumstances
    α. of natural or sensory phenomena (Hom. et al.; also TestAbr A 19 p. 102, 10 [Stone p. 52]; βροντῆς … καὶ ἀστραπῆς ἐλθούσης; ApcEsdr 5:7 νεφέλη) ποταμοί Mt 7:25, 27. κατακλυσμός Lk 17:27. λιμός Ac 7:11. Of rain ἔ. ἐπὶ τῆς γῆς come upon the earth Hb 6:7. Sim. of the coming down of birds fr. the air Mt 13:4, 32; Mk 4:4; of a voice resounding fr. heaven ἦλθεν φωνὴ ἐκ τ. οὐρανοῦ J 12:28 (Test Abr A 10 p. 88, 15 and 14 p. 94, 25 [Stone p. 24; p. 36]; Just., D. 88, 8; cp. Il. 10, 139; En 13:8; TestSol 1:3 VW; TestJob 3:1; ParJer 9:12; ApcEsdr 7:13).
    β. of transcendent and moral-spiritual phenomena: of spiritual coming of God come, appear J 14:23; of Christ ibid. and vss. 3, 18, 28; of the Paraclete 15:26; 16:7, 13.—ἡ ἀποστασία 2 Th 2:3. ἡ βασιλεία τ. θεοῦ Mt 6:10; Lk 11:2 (MBurrows, JBL 74, ’55, 1–8); 17:20; 22:18 al.; 1 Cl 42:3.—τ. σκάνδαλα Mt 18:7; Lk 17:1. τὰ ἀγαθά Ro 3:8 (cp. Jer. 17:6). τὸ τέλειον 1 Cor 13:10. ἡ πίστις Gal 3:23, 25.
    ἐ. in var. prepositional combinations ἔ. ἐκ τ. θλίψεως have suffered persecution Rv 7:14. ἔ. εἰς τὸ χεῖρον Mk 5:26 (Witkowski no. 36, 12=White no. 35 τοῦ παιδίου εἰς τὰ ἔσχατα ἐληλυθότος of a child in desperate circumstances; TestAbr A 20 p. 102, 27 [Stone p. 52] εἰς θάνατον ἔρχονται). εἰς τοσαύτην ἀπόνοιαν, ὥστε 1 Cl 46:7 (Hyperid. 2, 5 εἰς τοῦτο ἀπονοίας ἔ., ὥστε). εἰς πειρασμόν Mk 14:38 (cp. Himerius, Or. 48 [Or. 14], 19 εἰς ἐπιθυμίαν ἐλθεῖν). εἰς ἀπελεγμόν Ac 19:27. εἰς τὴν ὥραν ταύτην J 12:27. ἔ. εἰς κρίσιν submit to judgment (letter of Philip in Demosth. 12, 11; 16; ApcEsdr 2:26 ἔλθωμεν ὁμοῦ εἰς κρίσιν) 5:24. εἰς ἐπίγνωσιν 1 Ti 2:4; 2 Ti 3:7 (Polyb. 6, 9, 12; Appian, Mithr. 31 §123 ἔρχεσθαι ἐς γνῶσίν τινος; Cebes 12, 3 εἰς τὴν ἀληθινὴν παιδείαν ἐλθεῖν; TestSol 20:5 εἰς ἔννοιαν ἐλθεῖν; Just., D. 90, 1 οὐδʼ εἰς ἔννοιαν τούτου ἐλθεῖν). ἵνα ἔλθω εἰς τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν so that I might realize the resurrection of the dead (cp. ApcMos 10 εἰς τὴν ἡμέραν τῆς ἀναστάσεως) AcPlCor 2:35. εἰς φανερόν come to light Mk 4:22; Lk 8:17. εἰς προκοπήν result in furthering Phil 1:12 (cp. Wsd 15:5). ἔ. εἴς τι of the writer of a letter come to, i.e. deal with someth. (a new subject) 2 Cor 12:1 (cp. w. ἐπὶ Ar. 2:1 al.; Just., D. 42 ἐπὶ τὸν λόγον). εἰς ἑαυτόν come to oneself (=to one’s senses) (Diod S 13, 95, 2; Epict. 3, 1, 15; TestJos 3:9; GrBar 17:3; Sb 5763, 35) Lk 15:17. ἐπί τινα of serious misfortunes come over someone (Dt 28:15; Jos., Ant. 4, 128) J 18:4 (cp. PIand 21, 2 ἡμῶν τὰ ἐρχόμενα οὐκ οἶδα); tortures IRo 5:3; blood upon the murderers Mt 23:35; the Holy Spirit comes down upon someone (cp. Ezk 2:2; Just., D. 49, 7; 88, 1 ἐλεύσεσθαι ἐπʼ αὐτὸν τὰς δυνάμεις) Mt 3:16; Lk 11:2 v.l.; Ac 19:6; peace Mt 10:13; the wrath of God Eph 5:6; cp. Col 3:6; ἡ βασιλεία Lk 11:2 D; ἔ. πρὸς τ. Ἰησοῦν come to Jesus = become disciples of Jesus J 5:40; 6:35, 37, 44f, 65; πρὸς τ. πατέρα 14:6. ἔ. ὑπὸ τὸν ζυγόν 1 Cl 16:17 (cp. PsSol 18, 7f. ὑπὸ ῥάβδον παιδείας Χριστοῦ).—Not infreq. the pres. ἔρχομαι has the mng. of the fut.: Mt 17:11; Lk 12:54 (corresp. to καύσων ἔσται vs. 55); 19:13; J 14:3. Esp. also ἕως ἔρχομαι until I shall come J 21:22f; 1 Ti 4:13; Hs 5, 2, 2; 9, 10, 5; 6; 9, 11, 1. S. B-D-F §323; 383, 1; Rob. 869. S. also 4aα above.—B. 696. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἔρχομαι

  • 67 πῦρ

    πῦρ (once [full] πύυρ [?πῦρX [pron. full] ¯ ?πῦρX] by 'distraction', Simon.59 codd. Hdn.Gr. (Rh.Mus.35.101, 38.378)), τό, gen. πῠρός; not used in pl.,
    A v. πυρά, τά:— fire, π. καίειν or δαίειν to kindle fire, Il.8.521, Od.7.7, etc.; π. ἀνακαίειν, ἅπτειν, ἐξάπτειν, αἴθειν, ἐναύειν, v. sub vocc.; π. ποιεῖν, ποιήσασθαι, Anaxipp.1.12, X.An.5.2.27;

    οἴσετε π. Il.15.718

    ;

    π. προσέφερον X.An.5.2.14

    ; π. ἐμβαλεῖν νηυσί, κλισίῃσι, Il.15.597, Od.8.501 (tm.); π. φυσητέον, ῥιπίζειν, Ar.Lys. 293, Plu.Flam.21; as exclam., "

    πῦρ βοᾷ Men.Sam. 208

    .
    b π. τεχνικόν, v. τεχνικός.
    2 funeral-fire (cf. πυρά)

    , ὄφρα πυρός με.. λελάχωσι θανόντα Il.7.79

    , 22.342, cf. 15.350, 23.76; ζῶντα διδόναι τινὰ πυρί burn one alive, Hdt.1.86.
    3 sacrificial fire,

    ἐν πυρὶ βάλλε θυηλάς Il.9.220

    , cf. Od.3.341, 446;

    κατὰ τοῦ π. σπένδειν Pl.Criti. 120a

    ;

    διὰ τοῦ π. ὀμνύναι D.54.40

    .
    4 hearthfire,

    πυρὸς ἐσχάραι Il.10.418

    , cf. Od.5.59;

    ἕως ἂν αἴθῃ πῦρ ἐφ' ἑστίας ἐμῆς A.Ag. 1435

    ;

    πυρὶ δέχεσθαί τινα E.Or.47

    ; τὸ π. τὸ ἀθάνατον the fire of Vesta, Plu.Num.9, etc.; deified,

    Πῦρ ἀθάνατον SIG826 ii 14

    (Delph., ii B.C.).
    b fire, light, or heat of the sun, θερινὸν π., opp. χειμών, Pi.P.3.50, cf. Pl.Lg. 865b; of the stars,

    π. πνείοντα ἄστρα S.Ant. 1146

    (lyr.); summer solstice, Alcm.79, Paul.Al.A.3.
    6 flame of torches, S.Ant. 964 (lyr.), etc.; π. εὐάγγελον, ἄγγαρον, πομπόν, of the beacon fire, A. Ag.21, 282, 299.
    7 fever heat, violent fever, πῦρ ἔλαβέν [ τινα] Hp. Epid.1.26.ή, al.;

    ὁ δ' ἔχων θέρμαν καὶ π. ἧκεν Ar.Fr. 690

    ;

    τεταρταίῳ πυρί Call.Aet.3.1.17

    ;

    π. ἄγριον Hp.Epid.7.20

    (of erysipelas acc. to Gal.19.134).
    II phrases, ἐν πυρὶ γενέσθαι to be consumed, come to nothing, Il.2.340; φεύγων καπνὸν εἰς πῦρ δεσποτείας ἐμπεπτωκώς 'out of the frying pan into the fire, Pl.R. 569b, cf. Prov. ap. Simp.in Epict. p.72 D.;

    ἦν ἄρα πυρός γ' ἕτερα θερμότερα Ar.Eq. 382

    ; πῦρ ἐπὶ πῦρ ἐγχεῖν, ἄγειν, φέρειν, ἐπεισφέρειν, Cratin.18, Ar.Fr. 453, Arist.Pr. 880a21, Plu.2.61a; εἰς π. ξαίνειν 'plough the sands', Pl.Lg. 780c;

    βασανίζειν χρυσὸν ἐν πυρί Id.R. 413e

    , cf. Plb.21.20.7: as a type of things irresistible or terrible,

    ἀντίος εἶμι, καὶ εἰ πυρὶ χεῖρας ἔοικε Il.20.371

    ;

    μάρναντο δέμας πυρὸς αἰθομένοιο 11.596

    , al.;

    Ἕκτωρ πυρὸς αἰνὸν ἔχει μένος 17.565

    , cf. 6.182; so

    τὸ πεπρωμένον οὐ π. σχήσει Pi.Fr. 232

    ;

    κρεῖσσον ἀμαιμακέτου πυρός S.OT 177

    ;

    οὐδὲν θηρίον γυναικὸς ἀμαχώτερον, οὐδὲ π. Ar.Lys. 1015

    ;

    ἀναρχία κρείσσων πυρός E.Hec. 608

    ;

    ἐχίδνης καὶ πυρὸς περαιτέρω Id.Andr. 271

    ; so διὰ πυρὸς ἰέναι (as we say) to go through fire and water, dash through any danger, X.Smp.4.16, cf. Oec.21.7, Ar.Lys. 133; but διὰ πυρὸς ἦλθε ἑτέρῳ λέχεϊ she raged furiously against the other partner of the bed, E.Andr. 487 (lyr.);

    διὰ πυρὸς ἔμολον ματρί Id.El. 1183

    (lyr.);

    σωθήσεται οὕτω δὲ ὡς διὰ πυρός 1 Ep.Cor.3.15

    ;

    εἰς π. ἅλλεσθαι X.Mem. 1.3.9

    ;

    κἂν εἰς π. ἐμβαῖεν Lib.Ep.314.3

    ;

    π. διέρπειν S.Ant. 265

    ; of persons,

    ὦ π. σύ.. Id.Ph. 927

    ; of Hannibal, Plu.Flam.21: metaph. of anxious hope,

    θάλπει τῷδ' ἀνηκέστῳ πυρί S.El. 888

    ; of love,

    ἀρσενικῷ θέρεται π. Call.Epigr.27.5

    , cf. 45.2. (Cf. Arm. hur, OE. fyr 'fire', etc.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πῦρ

  • 68 σύμβολον

    A tally, i.e. each of two halves or corresponding pieces of an ἀστράγαλος or other object, which two ξένοι, or any two contracting parties, broke between them, each party keeping one piece, in order to have proof of the identity of the presenter of the other,

    ἀποδεικνύντες τὰ σ. ἀπαίτεον τὰ χρήματα Hdt.6.86

    .

    β; ξένοις τε πέμψω σύμβολ', οἳ δράσουσί σ' εὖ E.Med. 613

    (cf. Sch.); διαπεπρισμένα ἡμίσε' ἀκριβῶς ὡσπερεὶ τὰ ς. Eub.70; ὡς σ. ὀρέγεται ἀλλήλων [τὰ ἐναντία] Arist.EE 1239b31; ζητεῖ.. τὸ αὑτοῦ ἕκαστος ς. Pl.Smp. 191d;

    καθάπερ ἐκ συμβόλων Arist.Mete. 360a26

    , cf. GA 722b11, Pol. 1294a35; ἔχειν σύμβολα πρὸς ἄλληλα complementary factors, Id.GC 331a24; ποιησάσθω σύμβολα ἡ βουλὴ πρὸς τὸν βασιλέα τὸν Σιδωνίων, ὅπως ἂν ὁ δῆμος ὁ Ἀθηναίων εἰδῇ, ἐάν τι πέμπῃ κτλ. IG22.141.19.
    b of other devices having the same purpose, e.g. a seal-impression on wax, Plaut. Pseud. 55 (hence ς. = signet-ring, Plin.HN33.10); an extant bronze hand is inscribed

    σ. πρὸς Οὐελαυνίους IG14.2432

    ([place name] Gaul), cf. 279 (Lilybaeum, ii B.C., where the word does not occur).
    2 any token serving as proof of identity,

    ἔλαβε σ. παρὰ βασιλέως τοῦ μεγάλου φιάλην χρυσῆν Lys.19.25

    ; πολλῶν ἀγαθῶν.. εὐπορήσειν διὰ τὸ ς. ibid.; ὡς ἔγνω.. τὰ παρὰ τῆς γυναικὸς ς. X.Cyr.6.1.46; τὰ μητρὸς ς. E. Ion 1386, cf. Hel. 291, El. 577, Com.Adesp.17.16 D., D.S.4.59, Plu.Thes.6; ἰδοὺ τὰ ς. here are my credentials, Arr.Epict.1.16.11, cf. 3.22.99, 4.8.20; ἔχοντες σ. σαφὲς λύπης bearing clear credentials (consisting) of (a common) grief, S.Ph. 403, cf. Aristid.1.416 J.
    3 guarantee,

    σ. τῆς παιδεύσεως πιστότατον Isoc.4.49

    ;

    σ. ὅτι παρ' ἐμοῦ [ἡ ἐπιστολή] ἐστι Pl.Ep. 360a

    , cf. 363b;

    σ. τῆς σωτηρίας D.15.4

    ;

    σ. τοῦ συμφέροντος εἰς τὸ μὴ βλάπτειν ἀλλήλους Epicur.Sent.31

    .
    4 token, esp. of goodwill,

    χρυσίον σ. φιλίας καὶ ξενίας Plu.Pyrrh.20

    , cf. Art.18;

    χρυσοῦν στέφανον ἔλαβον σ. περιέχοντα τῆς ὑμετέρας πρός με εὐσεβείας PLond.3.1178.13

    (ii A.D.).
    5 identity- token given to Athenian dicasts on entering the courts, entitling them to vote, and on presenting which they received another ς., in exchange for which they received their fee, Ar.Pl. 278, D.18.210, Arist.Ath.65.2, 68.2, Poll.8.16; also in the ecclesia, Ar.Ec. 297 (lyr.); διάδοσις τῶν ς. IG2.1749.76: extant theatre-tokens (without the word ς.) in IG5(2).323 (Mantinea, iv B.C.).
    6 at Rome, = tessera, token entitling the bearer to a donation of corn or money, D.C.49.43.
    II of written documents,
    1 passport or the seal thereon, Ar.Av. 1214 (cf. Sch.); ἐκπλεῖν μηδένα ἀστῶν μηδὲ μέτοικον ἄνευ ς. Aen.Tact.10.8: metaph., Arr.Epict.3.12.15.
    2 passenger-list, ἐμοῦ [τοῦ Ἑρμοῦ] τοὺς νεκροὺς ἀπαριθμοῦντος τῷ Αἰακῷ κἀκείνου λογιζομένου αὐτοὺς πρὸς τὸ.. πεμφθὲν αὐτῷ ς. Luc.Cat.4.
    3 pl., treaty between two states providing for the security of one another's citizens and sts. for the settlement of commercial and other disputes (usu. in the law-courts of the defendant's city (cf. Harp. s.v.));

    εἰσὶ.. αὐτοῖς συνθῆκαι περὶ τῶν εἰσαγωγίμων καὶ σ. περὶ τοῦ μὴ ἀδικεῖν Arist.Pol. 1280a39

    ;

    σ. ποιήσασθαι πρὸς πόλιν D.7.11

    , cf. And.4.18;

    τὰ σ. συγχέων D.21.173

    ; ἀπὸ συμβόλων δικάζεσθαι, κοινωνεῖν, Antipho 5.78, Arist.Pol. 1275a10;

    αἱ ἀπὸ συμβόλων δίκαι Id.Ath.59.6

    ; cf.

    συμβολή 111

    : sg. in same sense, Foed. Delph.Pell.1 A 7 (also written συββ- ib. 1 B 10, al.);

    ἡ κατὰ τὸ σ. δικαιοδοσία πρός τινα Plb.23.1.2

    , cf. 32.7.3; κατὰ τὸ ς. IG12(7).67.48 (Arcesine, iv/iii B.C.), 9(1).331.5 (Chaleion, ii B.C.); κατὰ τὸ δοχθὲν κοινᾷ ς. GDI5040.70 ([place name] Crete).
    4 contract between individuals, PCair.Zen.724.7,13, 790.2 (iii B.C.), PTeb.5.212 (ii B.C.), 52.10 (ii B.C.); αἰσχρὰ κακοῖς ἔργοις σ. θηκάμενοι forming disgraceful compacts (sealed) by evil deeds, Thgn.1150;

    τὰ τῷ Καίσαρι πεπραγμένα κυροῦν συμβόλῳ App.BC2.132

    .
    5 receipt, sts. made out in duplicate,

    σ. διπλᾶ ἐσφραγισμένα PSI4.324.4

    (iii B.C.), cf. PRev.Laws52.19 (iii B.C.), UPZ25.25, 26.16 (ii B.C.);

    τὸ σ. τῆς ἀποχῆς PCair.Zen. 144.2

    (iii B.C.);

    σ. ἀποχῆς PEnteux.73.4

    (iii B.C.);

    σύμβολον ποιήσασθαι πρὸς αὐτόν PLille 4.18

    (iii B.C.), cf. PHib.1.67.16 (iii B.C.);

    σ. καὶ ἀντισύμβολα BGU1741.10

    (i B.C.); receipt for a pledged article, PCair. Zen.120.3 (iii B.C.).
    b fee for making out a receipt, PRyl.192.10 (ii A.D.), BGU1605.13 (ii A.D.), etc.
    6 unilateral undertaking in writing, guarantee, PPetr.3p.164 (iii B.C.), PMich.Zen.57.4 (iii B.C.), UPZ 112 ii 1 (ii B.C.).
    7 warrant entitling the holder to draw allowances over a period,

    τοῦ κθ ἔτους τὸ σ. τοῦ ὀψωνίου καὶ τῆς ἀγορᾶς σύνταξον γράψαι PSI5.504.8

    (iii B.C.); σ. σιτικὰ καὶ ἀργυρικά (bequeathed) PGrenf.1.21.16 (ii B.C.); σφράγισαι τὸ ς. PCair.Zen.375.11 (iii B.C.), cf. PSI4.349.2,7 (iii B.C.), UPZ14.89 (ii B.C.);

    τὰ σ. τῶν σιταρχιῶν BGU1755.5

    (i B.C.).
    8 warrant or commission from the Emperor, by which officers held their posts, Cod.Just.1.5.12.1, 11; σ. τριβούνου ib.12.33.8 Intr.
    III more generally, token, φυλάσσω λαμπάδος τὸ ς. the beacon- token, A.Ag.8; τέκμαρ τοιοῦτο σ. τέ σοι λέγω ib. 315; μανθάνω τὸ ς. E.Or. 1130, cf.Rh. 220; clue, S.OT 221; χειμῶνος ς. a sign of an approaching storm, Anaxag. 19, Sch.Arat.832;

    νόμισμα σ. τῆς ἀλλαγῆς ἕνεκα γενήσεται Pl.R. 371b

    ;

    ἔστι τὰ ἐν τῇ φωνῇ τῶν ἐν τῇ ψυχῇ παθημάτων σ., καὶ τὰ γραφόμενα τῶν ἐν τῇ φωνῇ Arist.Int. 16a4

    , cf. 24b2, Sens. 437a15; τὰ τεχνητὰ τῶν ς. Plu.Per.6; νίκης σ. Ἰσθμιάδος, of the celery-wreath, Call.Fr. 103; τὰ τῶν στρατοπέδων ς. legionary standards, Hdn.4.7.7; insignia of deities, D.H.8.38;

    τῆς βασιλείας Plu.

    Comp.Cim. Luc.3; εἰράνας σ. καὶ πολέμον, of a trumpet, AP6.151 (Tymn.).
    2 omen, portent, Archil.44, A.Ag. 144 (lyr.);

    σ. δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν Pi.O.12.7

    (cf. Sch.); οἱ διὰ συμβόλων.. προλέγοντες distd. from other kinds of μάντεις, Gal. 15.442;

    περὶ οἰωνῶν καὶ σ. καὶ διοσημιῶν Iamb.VP13.62

    ;= auspicium, Gloss.; ἐν τοῖς λικμητηρίοις γεννώμενα τὰ βρέφη ἐτίθεσαν εἰς σ. εὐτροφίας Sch.Arat.268.
    3 Medic., symptom, Gal.19.217, Aret.CD1.4, al.
    5 secret code,

    τὰ μυστικὰ σ. τῶν περὶ τὸν Διόνυσον ὀργιασμῶν, ἃ σύνισμεν ἀλλήλοις οἱ κοινωνοῦντες Plu.2.611d

    , cf. Orph.Fr.31.23; consisting of a signum and a responsum, Firm. De Errore 18; τὰ σ. [Πυθαγόρου] Arist.Fr. 197, Plu.2.727c; περὶ Πυθαγορικῶν ς., title of a work by Androcydes, Iamb.VP28.145; secret sign, γράψαι τι σ. ἐν πίνακι,.. μαθεῖν τὸν θέντα τὸ ς. ib.33.238, cf. 23.103, 32.227, Luc.Laps.5; allegory, Chrysipp.Stoic.2.256, 257, Demetr. Eloc. 243;

    διὰ συμβόλων μηνύειν Ph.2.559

    , cf. 1.681, al., Dam.Pr. 210.
    IV pl., standard weights, IG22.1013.8.
    V a small coin, perh. a half-obol, shaped D, Hermipp.61, Ar.Fr.44, Archipp. 8: hence σύμβολον κεκαρμένος with half the head shaved, Hermipp.14.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σύμβολον

  • 69 πῦρ

    πῦρ, ός, τό (Hom.+) fire
    of earthly fire, as an important element in creation Dg 7:2.—Mt 17:15; Mk 9:22; Ac 28:5; Js 5:3 (cp. 4 Macc 15:15); ITr 2:3. Melting lead 2 Cl 16:3. Necessary for forging metals Dg 2:3. Testing precious metals for purity 1 Pt 1:7; Hv 4, 3, 4; in metaphor Rv 3:18. For ἄνθρακες πυρός Ro 12:20 s. ἄνθραξ. For κάμινος (τοῦ) πυρός (Iren. 5, 5, 2 [Harv. II 332, 2) 1 Cl 45:7; 2 Cl 8:2 s. κάμινος. For βάλλειν εἰς (τὸ) π. s. βάλλω 1b.—περιάπτειν πῦρ kindle a fire Lk 22:55. κατακαίειν τι πυρί burn someth. (up) with fire, in a pass. construction Mt 13:40; τινὰ ἐν πυρὶ Rv 17:16 (v.l. without ἐν). Pass. construction 18:8. ὑπὸ πυρὸς κατακαίεσθαι MPol 5:2 (κατακαίω, end). πῦρ καιόμενον 11:2b (καίω 1a). πυρὶ καίεσθαι Hb 12:18; Rv 8:8 (καίω 1a). Fire is used in comparisons γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός Ac 2:3 (Ezek. Trag. 234 [in Eus., PE 9, 29, 14] ἀπʼ οὐρανοῦ φέγγος ὡς πυρὸς ὤφθη ἡμῖν). φλὸξ πυρός a flame of fire (Ex 3:2; Is 29:6; PsSol 15:4; JosAs 14:9): ὀφθαλμοὶ ὡς φλὸξ πυρός Rv 1:14; cp. 2:18; 19:12.—Of a Christian worker who has built poorly in the congregation it is said σωθήσεται ὡς διὰ πυρός he will be saved as if through (the) fire, i.e. like a person who must pass through a wall of fire to escape fr. a burning house (Ps.-Crates, Ep. 6 [=Malherbe p. 56] κἂν διὰ πυρός; Jos., Ant. 17, 264 διὰ τοῦ πυρός; Diod S 1, 57, 7; 8 διὰ τοῦ φλογὸς … σωθείς from a burning tent) 1 Cor 3:15 (HHollander, NTS 40, ’94, 89–104; s. σῴζω 3). Cp. Jd 23 (ἁρπάζω 2a).—Of the torture of a loyal confessor by fire IRo 5:3; ISm 4:2; MPol 2:3; 11:2a; 13:3; 15:1f; 16:1; 17:2; cp. Hb 11:34; in imagery of Rome ἀπέρχομαι εἰς κάμινον πυρός AcPl Ha 6, 20 (cp. b below).
    of fire that is heavenly in origin and nature (cp. Diod S 4, 2, 3 of the ‘fire’ of lightning, accompanying the appearance of Zeus; 16, 63, 3 τὸ θεῖον πῦρ; Just., D. 88, 3 πῦρ ἀνήφθη ἐν τῷ Ἰορδάνῳ [at Jesus’ baptism]. In gnostic speculation Iren. 1, 17, 1 [Harv. I 164, 14]; Hippol., Ref. 6, 9, 5.—Orig., C. Cels. 4, 13, 19): an angel appears to Moses ἐν φλογὶ πυρὸς βάτου in the flame of a burning thorn-bush Ac 7:30 (s. Ex 3:2; cp. Just., A I, 62, 3 ἐν ἰδέᾳ πυρός.—PKatz, ZNW 46, ’55, 133–38). God makes τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα (cp. Ps 103:4, esp. in the v.l. [ARahlfs, Psalmi cum Odis ’31]) Hb 1:7; 1 Cl 36:3. Corresp., there burn before the heavenly throne seven λαμπάδες πυρός Rv 4:5 and the ‘strong angel’ 10:1 has πόδες ὡς στῦλοι πυρός, but both of these pass. fit equally well in a. Fire appears mostly as a means used by God to execute punishment: in the past, in the case of Sodom ἔβρεξεν πῦρ καὶ θεῖον ἀπʼ οὐρανοῦ Lk 17:29 (Gen 19:24; cp. 1QH 3:31). Cp. Lk 9:54 (4 Km 1:10, 12; TestAbr A 10 p. 88, 13 [Stone p. 24, 13] ἐξ οὐρανοῦ; Jos., Ant. 9, 23 πῦρ ἀπʼ οὐρανοῦ πεσόν). Quite predom. in connection w. the Last Judgment: the end of the world διʼ αἵματος καὶ πυρός Hv 4, 3, 3; cp. Ac 2:19 (Jo 3:3. Also Sib-Or 4, 173; 5, 376f); Rv 8:7. κόσμος αἴρεται ἐν πυρί AcPl Ha 2, 26; 9, 11. The Judgment Day ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται makes its appearance with fire 1 Cor 3:13a; cp. 13b (JGnilka, Ist 1 Cor 3:10–15 … Fegfeuer? ’55); 2 Pt 3:7 (on first-century cosmological views s. FDowning, L’AntCl 64, ’95, 99–109, esp. 107f). When Jesus comes again he will reveal himself w. his angels ἐν πυρὶ φλογός (cp. Sir 45:19) 2 Th 1:8. Oft. in Rv: fire is cast fr. heaven upon the earth 8:5; 13:13; 20:9 (καταβαίνω 1b). It proceeds fr. the mouths of God’s two witnesses 11:5 and fr. the mouths of plague-bringing horses 9:17f. See 16:8. For πυρὸς ζῆλος ἐσθίειν μέλλοντος τ. ὑπεναντίους Hb 10:27 s. ζῆλος 1, end. ἡ χείρ μου πυρὶ ἀποπίπτει ἀπʼ ἐμοῦ my hand falls off me from (burning in) the fire GJs 20:1 (codd.).—The fire w. which God punishes sinners (cp. ApcSed 4:1 κόλασις καὶ πῦρ ἐστιν ἡ παίδευσίς σου) οὐ σβέννυται (cp. Is 66:24) Mk 9:48; 2 Cl 7:6; 17:5. Hence it is called (s. PGM 5, 147 τὸ πῦρ τὸ ἀθάνατον): (τὸ) πῦρ (τὸ) αἰώνιον (4 Macc 12:12; TestZeb 10:3; GrBar 4:16; Just., A I, 21, 6 al.; Tat. 17, 1; Theoph. Ant. 1, 14 [p. 92, 9]) Mt 18:8; 25:41; Jd 7; Dg 10:7 (opp. τὸ πῦρ τὸ πρόσκαιρον 10:8). πῦρ ἄσβεστον (ἄσβεστος 1) Mt 3:12; Mk 9:43, 45 v.l.; Lk 3:17; 2 Cl 17:7; IEph 16:2; AcPl Ha 1, 22. It burns in the γέεννα (τοῦ) πυρός (ApcEsdr 1:9 p. 25, 1 Tdf.; s. γέεννα and cp. En 10:13 τὸ χάος τοῦ πυρός) Mt 5:22; 18:9 (cp. 1QS 2:7f); Mk 9:47 v.l.; 2 Cl 5:4 (a saying of Jesus not recorded elsewhere). ἡ λίμνη τοῦ πυρὸς (καὶ θείου) Rv 19:20; 20:10, 14ab, 15 (cp. Jos As 12, 10 ἄβυσσον τοῦ πυρός); cp. Rv 21:8; 14:10, 18; 15:2. The fiery place of punishment as ἡ κάμινος τοῦ πυρός Mt 13:42, 50 (difft. AcPl Ha 6, 20 see at the end of a, above). τὸ πῦρ ἐστι μετʼ αὐτοῦ fire awaits that person AcPlCor 2:37. The fire of hell is also meant in certain parables and allegories, in which trees and vines represent persons worthy of punishment Mt 3:10; 7:19; Lk 3:9; J 15:6. The one whose coming was proclaimed by John the Baptist βαπτίσει ἐν πνεύματι ἁγίῳ καὶ πυρί; whether πῦρ in Mt 3:11; Lk 3:16 refers to reception of the Holy Spirit (esp. in Lk 3:16) or to the fire of divine judgment is debatable; for association of πῦρ with πνεῦμα s. Ac 2:3f; AcPlCor 2:13 (βαπτίζω 3b). As Lord of Judgment God is called πῦρ καταναλίσκον Hb 12:29 (Dt 4:24; 9:3.—Mesomedes calls Isis πῦρ τέλεον ἄρρητον [IAndrosIsis p. 145, 14]).—Of a different kind is the idea that fire is to be worshiped as a god (Maximus Tyr. 2, 4b of the Persians: πῦρ δέσποτα; Theosophien 14 p. 170, 11 τὸ πῦρ ἀληθῶς θεός) Dg 8:2.
    fig. (Just., D. 8, 1 πῦρ ἐν τῇ ψυχῇ ἀνήφθη; Chariton 2, 4, 7 πῦρ εἰς τ. ψυχήν; Ael. Aristid. 28, 110 K.=49 p. 527 D.: τὸ ἱερὸν κ. θεῖον πῦρ τὸ ἐκ Διός; Aristaen., Ep. 2, 5; PGrenf I=Coll. Alex. p. 177 ln. 15 [II B.C.] of the fire of love; Theoph. Ant. 1, 3 [p. 62, 21] of God’s wrath) ἡ γλῶσσα πῦρ Js 3:6 (s. γλῶσσα 1a). The saying of Jesus πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν Lk 12:49 seems, in the context where it is now found, to refer to the fire of discord (s. vss. 51–53). πῦρ is also taken as fig. in Agr 3, the sense of which, however, cannot be determined w. certainty (s. Unknown Sayings, 54–56) ὁ ἐγγύς μου ἐγγὺς τοῦ πυρός. ὁ δὲ μακρὰν ἀπʼ ἐμοῦ μακρὰν ἀπὸ τῆς βασιλείας (cp. ἐγγύς 3; ἐγγὺς εἶναι τοῦ πυρός as someth. dangerous also Chariton 6, 3, 9). On the difficult pass. πᾶς πυρὶ ἁλισθήσεται Mk 9:49 and its variants s. ἁλίζω and cp. ἅλας b (s. also NColeman, JTS 24, 1923, 381–96, ET 48, ’37, 360–62; PHaupt, Salted with Fire: AJP 45, 1924, 242–45; AFridrichsen, Würzung durch Feuer: SymbOsl 4, 1926, 36–38; JdeZwaan, Met vuur gezouten worden, Mc 9:49: NThSt 11, 1928, 179–82; RHarris, ET 48, ’37, 185f; SEitrem, Opferritus u. Voropfer der Griechen u. Römer 1915, 309–44. JBauer, TZ 15, ’59, 446–50; HZimmermann [Mk 9:49], TQ 139, ’59, 28–39; TBaarda [Mk 9:49], NTS 5, ’59, 318–21).—B. 71; RAC VII 786–90; BHHW I 479f. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πῦρ

  • 70

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 71

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 72 Ζεύς

    Ζεύς, , nom. Il.1.175, al., once written
    A

    Ζηύς IG12(3).1313

    ([place name] Thera), but Ζεύς ib.1316, al.; [dialect] Boeot. Δεύς (q.v.); voc.

    Ζεῦ Il.1.503

    , etc.; gen.

    Διϝός BMus.Inscr.952

    (Cephallenia, vi B.C.),

    Διός Il.1.63

    , etc.; dat.

    Διϝί Schwyzer 80

    (Argive, from Olympia, v B.C.),

    Διί Il.1.578

    , al., IG12.80.12 (v B.C.), etc., [var] contr. Δί [ῑ] Pi.O.13.106, SIG9,35 (Elis, vi B.C., Syrac., v B.C., from Olympia); late

    Δεΐ JHS32.167

    ([place name] Pisidia), etc.; acc. Δία, rarer than Διός, Διί in Hom. (Il.1.394, al.), freq. later (cf. Skt. dyaús, gen. divás, loc. diví 'sky', 'heaven', 'day', loc. also dyávi,= Lat. Jove, acc. dyā´m,= Lat. diem,= Gr. Ζῆν (v. infr.)): also nom. [full] Ζήν prob. in A.Supp. 162 (lyr.); gen. dat. acc. Ζηνός, Ζηνί, Ζῆνα, Il.4.408, 2.49, 14.157, al., freq. in Trag. (Com. only in Trag. phrases); Coan

    Ζηνί SIG1025.24

    (iv/iii B.C.); acc. Ζῆν (

    Ζῆν' Aristarch.

    ) Il.8.206, 14.265, 24.331, Hes.Th. 884, at end of verse, before vowel in next verse (stem Ζην- prob. originated in acc. sg.); Cret. Ττηνός, Ττηνί, GDI5024.23, 77, Τῆνα, Τηνί, ib.5039.11, 5145.12,

    Δῆνα SIG527.17

    (iii B.C.); nom. Δήν Hdn.Gr.2.911:—[dialect] Dor. and [dialect] Att.-[dialect] Ion. forms with α (of doubtful origin), nom. [full] Ζάν Pythag. ap. Porph.VP17, Ar.Av. 570; gen.

    Ζανός Schwyzer 696

    (Chios, iv B.C.), Cerc.1.7, Philox.3.10, IG5(1).407 (Sparta, ii A.D.); Ζανός and Ζανί, Lyr.Adesp. 82A, B ([place name] Ionic); acc.

    Ζᾶνα Call.Fr.10.6P.

    , cf. Euhem.24J. ( FGrH 63); nom. [full] Ζάς Pherecyd.Syr.1, 2 ( Ζής ap.Hdn.Gr. l.c.),

    Ζάς Ζαντός Choerob. in Theod.1.116

    ; [full] Δάν (q. v.); [full] Τάν Head Hist.Num. 2469 ([place name] Crete); nom. [full] Δίς Rhinth.14, Hdn.Gr. l.c.:—obl. cases Ζεός, Ζεΐ, Ζέα, cited by S.E.M.1.177, 195; Ζεῦν f.l. for Ζῆν' Aeschrio 8.5: the pl. Δίες, Δίας, Διῶν, Δισί, Ael.Dion.Fr. 127;

    τοὺς κτησίους Δίας Ath. 11.473b

    ;

    Δίες καὶ Ζῆνες Stoic.2.191

    ; Elean

    Ζᾶνες Paus.5.21.2

    :— Zeus, the sky-god, ὔει μὲν ὀ Z. Alc.34, cf. SIG93.34 (v B.C.), Thphr. Char.14.12, etc.;

    Ζεῦ ἄλλοι τε θεοί Il.6.476

    ; ὦ Ζεῦ καὶ πάντες θεοί, ὦ Ζεῦ καὶ θεοί, X.Cyr.2.2.10, Ar.Pl.1, etc.;

    Ζεῦ Ζεῦ A.Ch. 246

    , Ar.V. 323 (lyr., prob. l.);

    ὦ Ζεῦ βασιλεῦ, τῆς λεπτότητος τῶν φρενῶν Id.Nu. 153

    ; in oaths, οὐ μὰ Ζῆνα, twice in Hom., Il.23.43, Od.20.339: freq. in Com. and Prose,

    οὐ μὰ Δία Ar.V. 193

    , Pl.R. 426b (c.Art.,

    μὰ τὸν Δί', οὐ Ar.V. 169

    , al.);

    ναὶ μὰ Δία Id.Ach.88

    , X.Mem.2.7.14; νὴ τὸν Δία or νὴ Δία, Ar.V. 217, Eq. 319, etc.; cf.

    νηδί; πρὸς τοῦ Διός Id.Av. 130

    ;

    πρὸς Διός X.An.5.7.32

    ; οὐ τὸν Δία alone, Ar.Lys. 986: prov. of enormous wealth,

    τῷ Διὶ πλούτου πέρι ἐρίζειν Hdt.5.49

    .
    II of other deities, Ζ. καταχθόνιος,= Πλούτων, Il.9.457;

    Ζ. χθόνιος S.OC 1606

    , SIG1024.25 (Myconos, iii/ii B.C.); of non-Greek divinities,

    Ζ. Ἄμμων Pi.P. 4.16

    , etc.; freq. of Semitic Baalim, Z. Βεελβώσωρος, etc., OGI620 (Gerasa, i A.D.)), etc.; Z. Ὠρομάσδης,= Pers. Ahuramazda, ib.383.41 (Nemrud Dagh, i B.C.).
    III of persons, ὁ σχινοκέφαλος Z., iron. of Pericles, Cratin.71; in flattery of kings, Hdt.7.56 (of Xerxes); Ξέρξης ὁ τῶν Περσῶν Z. Gorg.Fr.5aD.; [

    ἱερεὺς] Σελεύκου Διὸς Νικάτορος OGI245.10

    (ii B.C.); of the Roman emperors, Opp.C.1.3; Νέρων Z.

    Ἐλευθέριος IG7.2713.41

    ([place name] Acraephiae), etc.;

    Ζῆνα τὸν Αἰνεάδην AP9.307

    (Phil.).
    IV Διὸς ἀστήρ the planet Jupiter, Pl.Epin. 987c, Arist.Mete. 343b30, etc.; so

    Ζεύς Placit.2.32.1

    , Cleom.2.7; Διὸς ἡμέρα a day of the week, D.C.37.19.
    V Pythag. name for the monad, Theol.Ar.12.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ζεύς

  • 73 οὐ

    οὐ, the negative of
    A fact and statement, as μή of will and thought; οὐ denies, μή rejects; οὐ is absolute, μή relative; οὐ objective, μή subjective. —The same differences hold for all compds. of οὐ and μή, and some examples of οὐδέ and οὐδείς are included below.—As to the Form, v. infr. G.
    A USAGE.
    I as the negative of single words,
    II as the negative of the sentence.
    I οὐ adhering to single words so as to form a quasi-compd. with them:—with Verbs: οὐ δίδωμι withhold, Il.24.296; οὐκ εἰῶ prevent, 2.132, 4.55, al.; οὐκ ἐθέλω refuse, 1.112, 3.289, al.; οὔ φημι deny, 7.393, 23.668, al. (In most of these uses μή can replace οὐ when the constr. requires it, e.g.

    εἰ μή φησι ταῦτα ἀληθῆ εἶναι Lycurg.34

    ; but sts. οὐ is retained,

    εἰ δ' ἂν.. οὐκ ἐθέλωσιν Il.3.289

    ;

    εἰ δέ κ'.. ου'κ εἰῶσι 20.139

    ;

    ἐὰν οὐ φάσκῃ Lys.13.76

    ; ἐάντε.. οὐ (v.l. μή)

    φῆτε ἐάντε φῆτε Pl. Ap. 25b

    ):—with Participles:

    οὐκ ἐθέλων Il.4.224

    , 300, 6.165, etc.:— with Adjectives:

    οὐκ ἀέκοντε 5.366

    , 768, al.;

    οὐ πολλήν Th.6.7

    , etc.:— with Adverbs:

    οὐχ ἥκιστα Id.1.68

    , etc.: rarely with Verbal Nouns (v. infr. 11.10).—On the use of οὐ in contrasts, v. infr. B.
    II as negativing the whole sentence,
    1 οὐ is freq. used alone, sts. with the ellipsis of a definite Verb, οὔκ (sc. ἀποκερῇ)

    , ἄν γε ἐμοὶ πείθῃ Pl.Phd. 89b

    : sts. as negativing the preceding sentence, Ar. Pax 850, X.HG1.7.19: as a Particle of solemn denial freq. with μά (q. v.) and the acc.; sts. without

    μά, οὐ τὸν πάντων θεῶν θεὸν πρόμον Ἅλιον S. OT 660

    (lyr.), cf. 1088 (lyr.), El. 1063 (lyr.), Ant. 758.
    4 with opt. in potential sense (without ἄν or κεν), also [dialect] Ep.,

    ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303

    , 20.286.
    5 with opt. and

    ἄν, κείνοισι δ' ἂν οὔ τις.. μαχέοιτο 1.271

    , cf. 301, 2.250, Hdt. 6.63, A.Pr. 979, S.Aj. 155 (anap.), E.IA 310, Ar.Ach. 403, etc.
    6 in dependent clauses οὐ is used,
    a with ὅτι or ὡς, after Verbs of saying, knowing, and showing,

    ἐκ μέν τοι ἐρέω.. ὡς ἐγὼ οὔ τι ἑκὼν κατερύκομαι Od.4.377

    , cf. S.El. 561, D.2.8, etc.: so with ind. or opt. and

    ἄν, ἀπελογοῦντο ὡς οὐκ ἄν ποτε οὕτω μωροὶ ἦσαν X.HG5.4.22

    , cf. Pl.R. 330a;

    ὡς δὲ οὐκ ἂν δικαίως αὐτοὺς δέχοισθε μαθεῖν χρή Th.1.40

    , cf. X.Cyr.1.1.3, etc.: with opt. representing ind. in orat. obliq.,

    ἔλεξε παιδὶ σῷ.. ὡς.. Ἕλληνες οὐ μενοῖεν A.Pers. 358

    , cf. S.Ph. 346, Th.1.38, X.HG6.1.1, Pl.Ap. 22b, etc.: for μή in such sentences, v. μή B. 3.
    b in all causal sentences, and in temporal and Relat. sentences unless there is conditional or final meaning,

    χωσαμένη, ὅ οἱ οὔ τι θαλύσια.. ῥέξε Il.9.534

    ;

    ἄχθεται ὅτι οὐ κάρτα θεραπεύεται Hdt.3.80

    ;

    διότι οὐκ ἦσαν δίκαι, οὐ δυνατοὶ ἦμεν παρ' αὐτῶν ἃ ὤφειλον πράξασθαι Lys.17.3

    ;

    μή με κτεῖν', ἐπεὶ οὐχ ὁμογάστριος Ἕκτορός εἰμι Il.21.95

    , etc.;

    νῦν δὲ ἐπειδὴ οὐκ ἐθέλεις.., εἶμι Pl.Prt. 335c

    ;

    ἐπειδὴ τὸ χωρίον οὐχ ἡλίσκετο Th.1.102

    ;

    νηπιάχοις οἷς οὔ τι μέλει πολεμήϊα ἔργα Il.2.338

    , etc.: in causal relative sentences,

    οἵτινές σε οὐχὶ ἐσώσαμεν Pl.Cri. 46a

    ; esp. in the combinations, οὐκ ἔστιν ὅστις οὐ .., as

    οὐκ ἔστ' ἐραστὴς ὅστις οὐκ ἀεὶ φιλεῖ E.Tr. 1051

    , cf. Hec. 298;

    οὔτις ἔσθ' ὃς οὔ S.Aj. 725

    ; οὐδείς ἐστιν ὅστις οὐ .. Isoc. 15.180.
    c after ὥστε with ind. or opt. with

    ἄν, ὥστ' οὐ δυνατόν σ' εἵργειν ἔσται Ar.V. 384

    , cf. S.Aj.98, OT 411;

    οὕτως αὐτοὺς ἀγαπῶμεν.. ὥστε.. οὐκ ἂν ἐθελήσαιμεν Isoc.8.45

    ;

    οὐκ ἂν ὡρκίζομεν αὐτὸν ὥστε τῆς εἰρήνης ἂν διημαρτήκει καὶ οὐκ ἂν ἀμφότερ' εἶχε D.18.30

    : ὥστε οὐ with inf. is almost invariably due to orat. obliq., ὥστ' οὐκ αἰσχύνεσθαι (for οὐκ αἰσχύνονται) Id.19.308, cf. Th.5.40, 8.76, Lys.18.6, Is.11.27 (cj. Reiske).—Rarely not in orat. obliq., S.El. 780, E. Ph. 1358, Hel. 108, D.53.2,9.48.
    7 in a conditional clause μή is necessary, except,
    a in Hom., when the εἰ clause precedes the apodosis and the verb is indic.,

    εἰ δέ μοι οὐκ ἐπέεσσ' ἐπιπείσεται Il. 15.162

    , cf. 178, 20.129, 24.296, Od.2.274, Il.4.160, Od.12.382, 13.144 (9.410 is an exception).
    b when the εἰ clause is really causal, as after Verbs expressing surprise or emotion,

    μὴ θαυμάσῃς, εἰ πολλὰ τῶν εἰρημένων οὐ πρέπει σοι Isoc.1.44

    ;

    κατοικτῖραι.., εἰ.. οὐδεὶς ἐς ἑκατοστὸν ἔτος περιέσται Hdt.7.46

    , cf. S.Aj. 1242; so also

    δεινὸν γὰρ ἂν εἴη πρῆγμα, εἰ Σάκας μὲν καταστρεψάμενοι δούλους ἔχομεν, Ἕλληνας δὲ οὐ τιμωρησόμεθα Hdt.7.9

    , cf. And.1.102, Lys.20.8 (prob.), D.8.55;

    οὐκ αἰσχρόν, εἰ τὸ μὲν Ἀργείων πλῆθος οὐκ ἐφοβήθη τὴν Λακεδαιμονίων ἀρχήν, ὑμεῖς δ' ὄντες Ἀθηναῖοι βάρβαρον ἄνθρωπον.. φοβήσεσθε

    ;

    Id.15.23

    , cf. Hdt.5.97, Lys.22.13.
    c when οὐ belongs closely to the next word (v. A. I), or is quoted unchanged,

    εἰ, ὡς νῦν φήσει, οὐ παρεσκευάσατο D.54.29

    codd.; εἰ δ' οὐκέτ' ἐστί (sc. ὥσπερ λέγεις)

    , τίνι τρόπῳ διεφθάρη

    ;

    E. Ion 347

    .
    8 οὐ is used with inf. in orat. obliq., when it represents the ind. of orat. recta,

    φαμὲν δέ οἱ οὐ τελέεσθαι Od.4.664

    , cf. Il.17.174, 21.316, S.Ph. 1389, etc.;

    λέγοντες οὐκ εἶναι αὐτόνομοι Th.1.67

    , cf. Pl.R. 348c, X.Cyr.1.6.18;

    οἶμαι.. οὐκ ὀλίγον ἔργον αὐτὸ εἶναι Pl.R. 369b

    , cf. S.OT 1051, Th.1.71, etc.; ἡγήσαντο ἡμᾶς οὐ περιόψεσθαι ib.39. (For the occasional use of μή, v. μή B. 5c; sts. we have οὐ and μή in consecutive clauses,

    οἶμαι σοῦ κάκιον οὐδὲν ἂν τούτων κρατύνειν μηδ' ἐπιθύνειν χερί S.Ph. 1058s

    q.;

    αὐτὸ ἡγοῦμαι οὐ διδακτὸν εἶναι μηδὲ.. παρασκευαστόν Pl.Prt. 319b

    .)
    9 οὐ is used with the part., when it can be resolved into a finite sentence with οὐ, as after Verbs of knowing and showing,

    τὸν κατθανόνθ' ὁρῶντες οὐ τιμώμενον E.Hec. 316

    ;

    κατενόησαν οὐ πολλοὺς τοὺς Θηβαίους ὄντας Th.2

    . 3;

    ἔργῳ δηλώσω οὐ παραγενόμενος Antipho2.4.8

    , etc.; or into a causal sentence,

    τῶν βαρβάρων οἱ πολλοὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ διεφθάρησαν νέειν οὐκ ἐπιστάμενοι Hdt.8.89

    ;

    τὴν Μένδην πόλιν ἅτε οὐκ ἀπὸ ξυμβάσεως ἀνοιχθεῖσαν διήρπασαν Th.4.130

    ; or into a concessive sentence,

    δόξω γυναῖκα καίπερ οὐκ ἔχων ἔχειν E.Alc. 352

    , cf. S.Ph. 377, etc.: regularly with ὡς and part.,

    ὡς οὐχὶ συνδράσουσα νουθετεῖς τάδε Id.El. 1025

    , etc.;

    ἐθορυβεῖτε ὡς οὐ ποιήσοντες ταῦτα Lys.12.73

    , cf. S.Ph. 884, Aj. 682, Hdt.7.99, Th.1.2,5,28,68,90;

    ὥσπερ οὐ πάντας τούτῳ τῷ τεκμηρίῳ χρωμένους Lycurg.90

    , cf. Th.8.1, Isoc.4.11:—for exceptions, v. μή B. 6.
    b when the part. is used with the Art., μή is generally used, unless there is a distinct reference to a fact, when οὐ is occasionally found,

    ἡμεῖς δὲ ἀπὸ τῆς οὐκ οὔσης ἔτι [πόλεως] ὁρμώμενοι Th.1.74

    ;

    τοὺς ἐν τῇ πόλει οὐδὲν εἰδότας Id.4.111

    ;

    οἱ οὐκ ἐθέλοντες Antipho 6.26

    ;

    τῶν οὐ βουλομένων And.1.9

    ;

    τοὺς οὐδὲν ἀδικοῦντας ἀκρίτους ἀπέκτειναν Lys.12.82

    , cf. τὸν οὐδὲ συμπενθῆσαι τὰς τῆς πατρίδος συμφορὰς τολμήσαντα (preceded by τὸν.. μήτε ὅπλα θέμενον ὑπὲρ τῆς πατρίδος μήτε τὸ σῶμα παρασχόντα κτλ.) Lycurg.43;

    τὸ οὐχ εὑρημένον Pl.R. 427e

    .
    10 Adjectives and abstract Substantives with the article commonly take μή (v.

    μή B. 7

    ) but οὐ is occasionally used,

    τὰς οὐκ ἀναγκαίας πόσεις X.Lac.5.4

    ;

    τοὺς οὐδένας E.IA 371

    ;

    τὸν οὐδέν Id.Ph. 598

    (whereas ὁ μηδείς, τὸ μηδέν is the rule); τὴν τῶν γεφυρῶν οὐ διάλυσιν the non- dissolution of the bridges, the fact of their notbeing broken up, Th.1.137;

    ἡ οὐ περιτείχισις Id.3.95

    ;

    ἡ τῶν χωρίων οὐκ ἀπόδοσις Id.5.35

    , cf.E. Hipp. 196 (anap.); so without the article,

    ἐν οὐ καιπῷ Id.Ba. 1287

    ; οὐ πάλης ὕπο ib. 455.
    11 for οὐ μή, v. sub voc.
    12 in questions οὐ ordinarily expects a positive answer, οὔ νυ καὶ ἄλλοι ἔασι ..; Il.10.165; οὐχ ὁράᾳς ..; dost thou not see? Od.17.545;

    οὐκ.. ᾐσθόμην

    ;

    A.Pr. 956

    : so as a strong form of imper.,

    οὐκ ἀπαλλάξει

    ;

    E. Ion 524

    ;

    οὐκ ἀποκτενεῖτε τὸν μιαρὸν τοῦτον ἄνθρωπον

    ;

    Din.1.18

    ;

    οὐκ εἶ καταπιὼν Εὐριπίδην

    ;

    Ar.Ach. 484

    ; βάλλε, βάλλε folld. by οὐ βαλεῖς; οὐ βαλεῖς; ib. 281 and 283, cf. S.Ant. 885: also with opt. and ἄν, οὐκ ἂν δὴ τόνδ' ἄνδρα μάχης ἐρύσαιο ( = ἔρυσαι) ; Il.5.456; οὐκ ἂν φράσειας ( = φράσον) ; S.Ph. 1222; but in questions introduced by οὐ δή, οὐ δή του, οὔ που, οὔ τί που, a doubt is implied of the statement involved, and an appeal is made to the hearers, οὐ δή ποθ' ἡμῖν ξυγγενὴς ἥκεις ποθέν; surely you are not..? Id.El. 1202, cf. Ph. 900; οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων ..; Pi.P.4.87, cf. S.Ph. 1233, E.IA 670, Hel. 135, Ion 1113, Ar.Ra. 522, 526.
    B POSITION. οὐ is generally put immediately before the word which it negatives,

    οὐκ ἐκεῖνον ἐθεώμην.—ἀλλὰ τίνα μήν ; ἔφη ὁ Τιγράνης X.Cyr.3.1.41

    ;

    οὐχ αἱ τρίχες ποιοῦσιν αἱ λευκαὶ φρονεῖν Men.639

    ;

    οὐ διὰ τὸ μὴ ἀκοντίζειν οὐκ ἔβαλον αὐτὸν ἀλλὰ διὰ τὸ μηδενὶ ὑπὸ τὸ ἀκόντιον ὑπελθεῖν Antipho 3.4.6

    : in Poetry the position is freq. more free,

    κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει Pi.O.1.81

    ; οὐ ψεύδεϊ τέγξω λόγον ib. 4.19; κατακρύπτει δ' οὐ κόνις ib.8.79;

    χρὴ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν Id.P. 2.88

    : sts. emphatically at the end of the clause,

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ Id.O.7.48

    ;

    ταρβήσει γὰρ οὔ S.Aj. 545

    : in clauses opposed by μέν and δέ the οὐ (or μή) is freq. placed at the end,

    βούλονται μέν, δύνανται δ' οὔ Th.6.38

    ;

    οὗτος δ' ἦν καλὸς μέν, μέγας δ' οὔ X.An.4.4.3

    ;

    ἔδοξέ μοι ὁ ἀνὴρ δοκεῖν μὲν εἶναι σοφὸς.., εἶναι δ' οὔ Pl.Ap. 21c

    ; so

    τὸ Πέρσας μὲν λέληθε, ἡμέας μέντοι οὔ Hdt.1.139

    : freq. with

    ὁ μὲν.. ὁ δέ, οὐ πάσας χρὴ τὰς δόξας τιμᾶν, ἀλλὰ τὰς μέν, τὰς δ' οὔ Pl.Cri. 47a

    , cf. Ap. 24e, R. 475b, etc.;

    Λέριοι κακοί, οὐχ ὁ μέν, ὃς δ' οὔ Phoc.1

    : sts. in the first clause after

    μέν, οἱ δὲ στρατηγοὶ ἐξῆγον μὲν οὔ, συνεκάλεσαν δέ X.An.6.4.20

    , cf. 4.8.2, Cyr.1.4.10, Pl.Phd. 73b;

    κατώρα πᾶν μὲν οὒ τὸ στρατόπεδον Hdt.7.208

    .
    C ACCUMULATION. A simple neg. (οὐ or μή) is freq. repeated in composition with Prons., Advbs., or Conjs., as οὐδείς or μηδείς, οὐδέ or μηδέ, οὐδαμῶς or μηδαμῶς, first in Hom.,

    οὔ μιν ὁΐομαιοὐδὲ πεπύσθαι λυγρῆς ἀγγελίης Il.17.641

    ;

    ἀλλ' οὔ μοι Τρώων τόσσον μέλει ἄλγος ὀπίσσω οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος 6.450

    ;

    οὐκ ἔστιν οὐδὲν κρεῖσσον οἰκείου φίλου E.Andr. 986

    : the first neg. may be a compd.,

    καθεύδων οὐδεὶς οὐδενὸς ἄξιος οὐδὲν μᾶλλον τοῦ μὴ ζῶντος Pl. Lg. 808b

    ;

    οὐδενὶ οὐδαμῇ οὐδαμῶς οὐδεμίαν κοινωνίαν ἔχει Id.Prm. 166a

    (similarly with μή, Phdr. 236e): or a neg. Adj.,

    ἀδύνατος οὐδὲν ἄλλο πλὴν λέγειν μάτην E.Andr. 746

    ; οὐ follows the compd. neg.,

    οὐδ' εἰ πάντες ἔλθοιεν Πέρσαι, πλήθει γε οὐχ ὑπερβαλοίμεθ' ἂν τοὺς πολεμίους X. Cyr.2.1.8

    ; οὐδ' ἂν ἡ πόλις ἄρα ([etym.] ὅπερ ἄρτι ἐλέγομεν )

    ὅλη τοιοῦτον ποιῇ, οὐκ ἐπαινέσῃ Pl.R. 426b

    , cf. Smp. 204a: sts. a confirmative Particle accompanies the first οὐ or οὐδέ, and the neg. is repeated with emphasis,

    οὐδὲ μὲν οὐδέ μ' ἔασκες Il.19.295

    ;

    οὐδὲ γὰρ οὐδὲ Δρύαντος υἱὸς.. δὴν ἧν 6.130

    , v. οὐδέ C. 11;

    οὐ μέντοι οὐδὲ αὖ ὡς σύ μοι δοκεῖς οἴεσθαι Pl.Prt. 332a

    : so also in Trag. and [dialect] Att. without any such Particle, οὐ σμικρός, οὔχ, ἁγὼν ὅδε not small, no, is this struggle, S.OC 587;

    θεοῖς τέθνηκεν οὗτος, οὐ κείνοισιν, οὔ Id.Aj. 970

    , cf.Ar.Ra.28, 1308, X.Smp. 2.4, Pl.R. 390c.
    2 when the compd. neg. precedes and the simple neg. follows with the Verb, the opposing negs. produce an emphatic positive, οὐδεὶς ἀνθρώπων ἀδικῶν τίσιν οὐκ ἀποτείσει Orac. ap. Hdt.5.56;

    γλώσσης κρυφαῖον οὐδὲν οὐ διέρχεται S.Fr. 935

    (but prob. f.l.);

    οὐδεὶς οὐκ ἔπασχέ τι X.Smp.1.9

    .
    3 similarly each of two simple negs. may retain its negating force,

    ὥσπερ οὐ διὰ πρᾳότητα καὶ ἀσχολίαν τὴν ὑμετέραν οὐ δεδωκὼς ὑμῖν δίκην Lys.6.34

    ;

    ἐγὼ δ' οὐκ οἶμαι.. οὐ δεῖν ὑμᾶς ἀμύνεσθαι Id.13.52

    (similarly with μή, D.19.77): sts. a combination of a μέν- clause with a δέ- clause containing οὐ is negatived as a whole by a preceding οὐ, e.g.

    οὐ γὰρ δήπου Κτησιφῶντα μὲν δύναται διώκειν δι' ἐμέ, ἐμὲ δέ, εἴπερ ἐξελέγξειν ἐνόμιζεν, αὐτὸν οὐκ ἂν ἐγράψατο Id.18.13

    .
    D PLEONASM OF οὐ: after Verbs of denying, doubting, and disputing, folld. by ὡς or ὅτι with a finite Verb, οὐ is inserted to show the neg. character of the statement, where in Engl. the neg. is not required,

    ὡς μὲν οὐκ ἀληθῆ ταῦτ' ἐστὶν οὐκ ἔχετ' ἀντιλέγειν D.8.31

    , cf. Th.1.77, X.HG2.3.16, Smp.2.12, Isoc.5.57, etc.;

    οὐδεὶς ἂν τολμήσειεν ἀντειπεῖν ὡς οὐ τὴν μὲν ἐμπειρίαν μᾶλλον τῶν ἄλλων ἔχομεν Id.6.48

    , cf. And.4.34, D.16.4, etc.;

    οὐκ ἂν ἀρνηθεῖεν ἔνιοι ὡς οὐκ εἰσὶ τοιοῦτοι Id.9.54

    ;

    ἀρνεῖσθαι ὅτι οὐ παρῆν X.Ath.2.17

    ; οὐδ' αὐτὸς ὁ Λάμπις ἔξαρνος ἐγένετο ὡς οὐκ εἴη εἰρηκὼς κτλ. D.34.49;

    ἀμφισβητεῖν ὡς οὐχὶ.. δοτέον δίκην Pl.Euthphr.8c

    , cf. R. 476d, Prm. 135a; ἀπιστεῖν ὅτι οὐ .. Id.Men. 89d;

    ἀνέλπιστον καταστῆσαί τισιν ὡς οὐκ ἔσται μεταγνῶναι Th. 3.46

    : οὐ is sts. thus used in the second member of a negative comparative sentence,

    ἥκει ὁ Πέρσης οὐδέν τι μᾶλλον ἐπ' ἡμέας ἢ οὐ καὶ ἐπ' ὑμέας Hdt.4.118

    , cf. 5.94, 7.16.γ, Th.2.62,3.36: after πλήν, X.Lac. 15.6, D.18.45.
    E OMISSION OF οὐ: οὐ is sts. omitted, esp. by Poets, when it may be supplied from the next clause,

    γῆ δ' οὐδ' ἀὴρ οὐδ' οὐρανὸς ἦν Ar.Av. 694

    ;

    σιδήρῳ οὐδ' ἀργύρῳ χρέωνται οὐδέν Hdt.1.215

    ;

    ῥοδιακὴ οὖς οὐδὲ πυθμένα οὐκ ἔχουσα Inscr.Délos 313a84

    (iii B. C.).
    F in Poetry, if stands before οὐ, the two sounds coalesce into one syllable, as in

    ἦ οὐχ Il.5.349

    , cf. Od.1.298; so, in [dialect] Att.,

    μὴ οὐ S. OT 283

    , etc., and ἐγὼ οὔτε ib. 332,

    ἐγὼ οὐ Ar.Eq. 340

    .—This synizesis is general in [dialect] Ep., universal in [dialect] Att.
    G FORM. οὐ is used before consonants (including the digamma, e.g. before ἕθεν, οἱ, e(, Il.1.114, 2.392, 24.214, but not before ὅς Possess.,

    οὐχ ᾧ πατρί Od.13.265

    , cf.

    οὐκ ἐπέεσσι Il.15.162

    , etc.); οὐκ before vowels with spir. lenis, οὐχ before vowels with spir. asper; in our text of Hdt. οὐκ is used before all vowels (prob. because Hdt. had no spir. asper): the [dialect] Ep. form οὐκί [ῐ] is used by Hom. mostly at the end of a clause and at the close of the verse,

    ὅς τ' αἴτιος ὅς τε καὶ οὐκί Il.15.137

    ;

    ἠὲ καὶ οὐκί 2.238

    , 300,al.; but in the middle of a verse, 20.255; οὐχί [ῐ] is found twice in Hom., Il.15.716, 16.762, and is common in Trag., where it is freq. employed like οὔ emphatic (supr. B),

    τί δ' οὐχί

    ;

    A.Ag. 273

    ,Fr. 310;

    πῶς δ' οὐχί

    ;

    Id.Supp. 918

    , Ar. Pax 1027;

    ἐμὸς μὲν οὐχί E.IA 859

    : also in Prose, Th.1.120,al., 1 Ep.Cor. 5.12, etc.: the diphthong is genuine and always written ου ( ουκ, ουδε, etc.) in early Inscrr., IG12.10.22, etc.; in iv B.C. rarely written οκ, ib. 22.1635.112,116,121; οὐ abbreviated ο, Suid.s.v. Φιλοξένου γραμμάτιον.
    H ACCENTUATION. οὐ is oxytone acc. to Hdn.Gr.1.494 (text doubtfulin 504): Arist.SE 166b6, referring to Il.23.328 τὸ μὲν ου (i.e. οὐ = οὒ) καταπύθεται ὄμβρῳ, says λύουσι.. τῇ προσῳδίᾳ λέγοντες τὸ ου ὀξύτερον (i.e. οὗ), cf. 178b3. In codd. the word is written oxytone when folld. by a pause (v. supr. B), and is usu. written without any accent in other cases.
    I οὐ in connexion with other Particles will be found in alphabetical order, οὐ γάρ, οὐ μή, etc.—The corresponding forms of μή should be compared.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > οὐ

  • 74 ὑπόθεσις

    ὑπόθεσις, εως, , ([etym.] ὑποτίθημι, ὑποτίθεμαι)
    A proposal, proposed action,

    τὴν ἐν φίλοις δικαιοτάτην ὑ. ἔχω ὑποτιθέναι X.Cyr.5.5.13

    ;

    ἵνα σὺ τὰ σαυτοῦ κατὰ τὴν ὑ. ὅπως ἂν βούλῃ περαίνῃς Pl.Grg. 454c

    ; intention, policy,

    πολλὰ πρᾶξαι πρὸς τὴν ὑ. τῆς πατρίδος ὡς συχνῆς ἀδικίας δεομένην Thphr.Fr. 136

    ;

    διὰ τὴν ὑ. τῆς πολιτείας.. ἠναγκάζετο χρῆσθαι τοῖς ὑπουργοῦσι Plu.Caes.51

    ; πρὸς ὑ. τινα ἀγαθῶν ἀνδρῶν men good for a particular policy, Arist.Pol. 1293b4; ὑ. τῆς δημοκρατικῆς πολιτείας ἐλευθερία ib. 1317a40; ἡμῖν ἡ τῶν νόμων ὑ. ἐνταῦθα ἔβλεπεν, ὅπως .. Pl.Lg. 743c;

    περὶ τῶν αὐτῶν οὐχ ὁμοίως ἅπασι βουλευτέον, ἀλλ' ὡς ἂν ἐξ ἀρχῆς ἕκαστοι τοῦ βίου ποιήσωνται τὴν ὑ. Isoc.6.90

    ;

    τοῖς φαύλοις ἐνδέχεται τὰ τυχόντα πράττειν· εὐθὺς γὰρ τοῦ βίου τοιαύτην πεποίηνται τὴν ὑ. Id.1.48

    ;

    ἀνάγκη τοῖς περὶ ὅλων τῶν πραγμάτων καλὰς τὰς ὑ. πεποιημένοις καὶ τὰ μέρη τὸν αὐτὸν τρόπον ἔχειν ἐκείνοις Id.7.28

    ;

    πρὸς ταύτην τὴν ὑ. ἀποβλέποντες ἄμεινον βουλευσόμεθα καὶ περὶ τῶν ἄλλων Id.8.18

    ;

    ἐξέστητε τῆς ὑ. ἐφ' ἧς ὑμᾶς οἱ πρόγονοι κατέλιπον D.10.46

    ; οἱ τῆς αὐτῆς ὑ. προεστῶτες those who advocated the same policy, Plb.30.32.12;

    ἅπαντας ἀπονεύσειν ἐπ' ἐκείνην τὴν ὑ. Id.24.9.7

    ; Ἀχαϊκωτέραν εἶναι.. ταύτην τὴν ὑ. καὶ νικητικωτέραν ἐν τοῖς πολλοῖς ib.4;

    τὸ τῆς ἰδίας ὑ. λαμπρόν Id.21.23.1

    ;

    τὸ τῶν σαρισῶν μέγεθός ἐστι κατὰ μὲν τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. ἑκκαίδεκα πηχῶν, κατὰ δὲ τὴν ἁρμογὴν τὴν πρὸς τὴν ἀλήθειαν δεκατεττάρων Id.18.29.2

    ;

    τηροῦντες τὴν αὑτῶν ὑ. Id.5.5.5

    ;

    πρὸς ταύτην ἁρμοζόμενοι τὴν ὑ. Id.3.16.1

    , cf. 3.50.7; κατασκέψασθαι τὴν τῶν ὑπεναντίων ἐπίνοιαν καὶ τὴν ὅλην ὑ. ib.6;

    Φάβιος.. κατὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑ. οὐδαμῶς κρίνων ἐκκυβεύειν οὐδὲ παραβάλλεσθαι τοῖς ὅλοις Id.3.94.4

    .
    2 suggestion, advice,

    ἐδώκαμεν ἄν σοι ὑποθέσεις δι' ὧν οἱ ἀντίδικοι ἂν οἴμωζον PMich.Zen.57.7

    (iii B. C.);

    διελέγοντο.. κατὰ τὰς ἐντολὰς τὰς Ἀράτου καὶ τὰς ὑ. Plb. 2.48.8

    , cf. 2.52.6, 4.24.2;

    κροτηθείσης τῆς ὑ. Id.28.16.5

    ; πολυτέχνους ὑ. ἔργων elaborate proposals for works, Plu.Per.12.
    3 purpose,

    τῆς στρατηγίας ὑπόθεσιν τὴν τυραννίδα πεποιημένος Id.Tim.2

    ;

    λόγῳ μὲν ἀποδώσων.., ἑτέραν δὲ τῆς ἀποδημίας ἔχων ὑ. λανθάνουσαν τοὺς πολλούς Id.Mar.31

    ;

    ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας τῆς τε ὑ. τοῦ πολέμου ἀξιολογώτατος ἀγὼν συνηνέχθη D.C.41.56

    ;

    ὑ. τοῦ πολέμου καὶ πρόφασιν διδόντων ἐλευθεροῦν τοὺς Ἕλληνας Plu.Flam.15

    ;

    τὸ χωρὶς ὑποθέσεως πολεμεῖν.. τί ἄλλο ἢ μανία; D.Chr.38.17

    ; [

    οἱ ἐλέφαντες] ἴσασι τῆς ὁδοῦ τῆς ἐπ' αὐτοὺς τὴν ὑ... εἶναι.. τοὺς ὀδόντας Ael.NA6.56

    .
    4 occasion, excuse, pretext,

    οὕτω γὰρ ἂν αὐτοῖς ἡ ἀπολογία προαναιροῖτο καὶ ἡ πρώτη ὑ. τῆς ἐθελοδουλείας Luc.Merc.Cond.5

    ; τοιαύτης αὐτοῖς τῆς ὑ. οὔσης ib.10;

    ἀεὶ χρὴ ἐπί τινι λυπεῖσθαι καὶ μὴ ἄνευ ὑ. Artem.

    2.60;

    ὑ. ἀργυρισμοῦ καὶ φόνων εἰληφέναι ἐδόκει D.C.63.26

    ;

    μή με νομίσῃς ἀπὸ τῆς παρούσης ὑ. ἀπαρτᾶν τὸν λόγον Id.52.18

    .
    5 actor's role,

    τοὺς ὑποκριτὰς.. οὓς ὁρῶμεν οὔτε κλαίοντας ἐν τοῖς θεάτροις, ὡς αὐτοὶ θέλουσιν, ἀλλ' ὡς ὁ ἀγὼν ἀπαιτεῖ πρὸς τὴν ὑ. Plu.Dem.22

    ;

    ὶδεῖν τί μου ποιεῖ ὁ ἀθλητής, πῶς μελετᾷ τὴν ὑ. Arr.Epict.1.29.38

    , cf. 41;

    τὴν τοῦ πατρὸς καὶ τῆς μητρὸς ὑ. λαβεῖν Iamb.VP8.39

    .
    6 function, occupation, station in life, [

    Διονύσιος] ἐκ σημοτικῆς καὶ ταπεινῆς ὑ. ὁρμηθείς Plb.15.35.2

    ; [

    Ἀγαθοκλῆς] ὁρμηθεὶς ἀπὸ τοιαύτης ὑ. Id.12.15.7

    ;

    τὸ μὴ εἶναι ἄλλην βίου ὑ. εἰς τὸ φιλοσοφεῖν οὕτως ἐπιτήδειον ὡς ταύτην ἐν ᾗ νῦν ὢν τυγχάνεις M.Ant.11.7

    , cf. 8.1, Paul. Aeg.3.17.
    7 practical problem,

    κοινὴ ἡ ὑ. καὶ τῷ καθ' ἡμᾶς βίῳ πάνυ πολλή, βαλανείου κατασκευή Luc.Hipp.4

    ;

    ἡ μὲν οὖν ὑ. τοιαύτη HeroAut.21.2

    .
    II subject proposed ( to oneself or another) for discussion,

    κελεῦσαι τὴν πρώτην ὑ. τοῦ πρώτου λόγου ἀναγνῶναι Pl. Prm. 127d

    ;

    ἐπὶ τὴν ὑ. ἐπανάγειν τὸν λόγον X.Mem.4.6.13

    ;

    ἐπὶ τὴν ὑ. πάλιν ἐπανελθεῖν Isoc.4.63

    , cf. Gal.6.124;

    τὴν ὑ. περὶ ἧς βουλεύεσθε οὐχὶ τὴν οὖσαν παριστάντες D.3.1

    ;

    τοὺς δικαστὰς ἀπαγαγὼν ἀπὸ τῆς ὑ. Id.19.242

    ;

    ἐπὶ τῆς ὑ. μεῖναι Aeschin.3.76

    ;

    ἔξω τῆς ὑ. λέγειν Isoc.7.63

    , cf. 12.161;

    μὴ πόρρω λίαν τῆς ὑ. ἀποπλανηθῶ Id.7.77

    , cf. 12.88, Aeschin. 3.176,190;

    ὅτ' ἔγραφον περὶ τὴν αὐτὴν ὑ. Isoc.5.83

    ;

    περὶ [τῆς πόλεως] τὴν ὑ. ποιησάμενος Id.12.35

    ;

    τοῦ πράγματος ἐν κεφαλαίῳ.. δήλωσις, ἵνα γινώσκωσι περὶ ὧν ὁ λόγος παρακολουθῶσί τε τῇ ὑ. Arist.Rh.Al. 1436a36

    , cf. Pl.Def. 415b;

    ἡ ὑ. ἐλάττων Arist.Rh. 1404b15

    ; πρὸς ὑπόθεσιν λέγειν, opp. πρὸς ἀμφισβητοῦντα, ib. 1391b13;

    πολλὰ πρὸς τὴν ὑ. οἰκείως διαλεχθείς D.S.13.53

    ; haec erat ὑ., de gravitate ordinis, etc., Cic.Att.1.14.4.
    2 case at law, lawsuit,

    γράφει ὁ Μαιίστας εἰς τὴν ὑ. ταύτην IG11(4).1299.29

    (Delos, iii B. C.), cf. OGI665.18,669.41 (both Egypt, i A. D.), POxy. 237 vii 34, viii 22 (ii A. D.), 486.26 (ii A. D.);

    τὰ περὶ ταύτης τῆς ὑ. πεπραγμένα PLips.34.18

    (iv A. D.).
    3 subject of a poem or treatise, Zeno Stoic.1.23, Plb.1.2.1, D.H.Pomp.3, Longin. 38.2, Plu.Pomp.42, Luc.Charid.14, Pseudol.5, al.; of a picture, Id.Zeux.5,7; of an impromptu declamation,

    ἐπειδὰν οἱ παρόντες ὑποβάλωσί τινας ὑ. καὶ ἀφορμὰς λόγου Id.Rh.Pr.18

    ; plot, story,

    μῦθοι καὶ ὑποθέσεις Phld.Po.2.62

    , cf. 5.5, al., Arg.Men.Oxy.1235.113 (ii A. D.), Dicaearch. ap. S.E.M.3.3, Artem.4.59, Sch.S.Aj.Prooem., Arg.Ar. Ach. tit., etc.
    4 speech,

    αἱ δικανικαὶ καὶ δημηγορικαὶ ὑ. Theon Prog.1

    ; = ἐπίδειξις 1.3, ἀρξαμένων (v.l. -ῳ)

    τῆς ὑ. LXX 4 Ma.1.12

    ; ἀνδρὸς ἀρετὰς ὅλην πληρούσας ὑ. providing matter for a whole speech, Chor.p.34B.
    b speech or subject of a speech in which the person, occasion, etc. are particularized, opp. θέσις v. 2, Aphth.Prog. 13, cf. Quint.Inst.3.5.7.
    5 a kind of play or pantomime,

    μῖμοί τινές εἰσιν ὧν τοὺς μὲν ὑποθέσεις τοὺς δὲ παίγνια καλοῦσιν Plu.2.712e

    ; μιμολωγοι η υποθησις εικυρα (i. e. μιμολόγοι· ἡ ὑπόθεσις Ἑκυρά), i. e. 'theatrical performance: play, the Hecyra', Ath.Mitt.26.4 (inscr. on lamp, iii B. C.); κλάειν ἤρξαντο πάντες καὶ μετέβαλε τὸ συμπόσιον εἰς σκυθρωπὴν ὑ. into a tragedy, Charito 4.3; so perh. in Luc.Nigr.8; of Aesop's fables,

    χρῆται [τῇ ἀλώπεκι] ὁ Αἴσωπος διακόνῳ τῶν πλείστων ὑ. Philostr.Im.1.3

    .
    III supposition,

    ἢ βούλεσθε.. ἀπ' ἐμαυτοῦ ἄρξωμαι καὶ τῆς ἐμαυτοῦ ὑ., περὶ τοῦ ἑνὸς αὐτοῦ ὑποθέμενος, εἴτε ἕν ἐστιν εἴτε μὴ ἕν, τί χρὴ συμβαίνειν; Pl.Prm. 137b

    ; αὕτη ἡ ὑ., εἰ ἓν μὴ ἔστιν ib. 160b; χρὴ.. μὴ μόνον εἰ ἔστιν ἕκαστον ὑποτιθέμενον σκοπεῖν τὰ συμβαίνοντα ἐκ τῆς ὑ., ἀλλὰ καὶ εἰ μὴ ἔστι τὸ αὐτὸ τοῦτο ὑποτίθεσθαι ib. 135e, cf. 136a; [σκοπεῖν] τί ἐφ' ἑκατέρας τῆς ὑ. συμβήσεται ib. 136b;

    εἰ ὀρθὴ ἡ ὑ. ἦν, τὸ ψυχὴν ἁρμονίαν εἶναι Id.Phd. 94b

    , cf. 92d, Sph. 244c;

    πρὸς μὲν τὴν ὑ. ὀρθῶς λέγουσιν, ὅλως δ' οὐκ ὀρθῶς Arist. Metaph. 1082b32

    ; ἐξ ὑποθέσεως σκοπεῖσθαι examine by starting from an assumption, of reasoning by analysis in geometry, Pl.Men. 86e; τῶν τὴν τέχνην ζητεύντων ἐξ ὑποθέσιος λόγων arguments seeking to derive the (medical) art from an assumption, Hp.VM13; ὑ. αὐτοὶ αὑτοῖς ὑποθέμενοι τῷ λόγῳ ib.1; ἄγοντες ἐπὶ ὑπόθεσιν τὴν τέχνην ib. 15;

    χρῆσιν ἀρετῆς τελείαν, καὶ ταύτην οὐκ ἐξ ὑ. ἀλλ' ἁπλῶς· λέγω δ' ἐξ ὑ. τἀναγκαῖα, οἷον.. τιμωρίαι καὶ κολάσεις.. τὸ καλῶς ἀναγκαίως ἔχουσι Arist.Pol. 1332810

    ; ἡ πολιτεία ἡ ἐξ ὑ. ( = ἡ δοθεῖσα ) the constitution based on a presupposition, ib. 1288b28; of currency, ἓν δή τι δεῖ εἶναι, τοῦτο δ' ἐξ ὑ.· διὸ νόμισμα καλεῖται according to a presupposed convention, Id.EN 1133b21 (cf. a29-31, APr. 41a40); of reductio ad impossibile,

    ἢ δεικτικῶς ἢ ἐξ ὑ. τοῦ δ' ἐξ ὑ. μέρος τὸ διὰ τοῦ ἀδυνάτου Id.APr. 40b25

    -6, cf. 41a25;

    δυνατοῦ δεξάμενον ὑπόθεσιν ἐπ' ἀδύνατον ἀπαχθῆναι Arr.Epict.1.7.25

    , cf. Procl. in Euc.pp.76,252 F.; καθ' ὑπόθεσιν by way of supposition, 'let us suppose', Phld.Rh. 1.95 S., Sign.12, Cleom.1.7.
    IV = τὸ ὑποκείμενον (cf.

    ὑπόκειμαι 11.8

    ), the presupposition of an action, that which has been settled before it begins,

    περὶ τοῦ τέλους οὐθεὶς βουλεύεται, ἀλλὰ τοῦτ' ἐστὶν ἀρχὴ καὶ ὑ. Arist.EE 1227a8

    , cf. b30;

    τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑ. ἀληθεῖς καὶ δικαίας εἶναι προσήκει D.2.10

    ; of a thing, that without which it cannot exist or be what it is, its essence, αὕτη (sc. τὸ στέλεχος)

    οἷον ὑ. καὶ φύσις δένδρων Thphr.HP4.13.4

    (cf. οὐσία καὶ φύσις τοῦ δένδρου ibid.);

    ἐπὶ τοῖς χυμοῖς μόνοις σηπομένοις ἔχοντος τὴν ὑ. ὅλου τοῦ νοσήματος, ὅπερ ἐστὶ πυρετώδους ὄντος Gal.18(2).299

    .
    2 in the syllogism, the preliminary statements of fact (whether proved or not) from which inference starts, i. e. the premisses ([etym.] προτάσεις) , τῶν ἀποδείξεων αἱ ὑ., equivalent to ἀρχαί, Arist.Metaph. 1013a16;

    αἱ ἀρχαὶ καὶ αἱ λεγόμεναι ὑ. Id.APo. 81b15

    ; ὅσα δέδεικται δι' ἐκείνων ὑποθέσεις ποιησάμενοι taking as premisses (here) what has been proved in those other works, Gal.6.7, cf. 25,224; ἴστω.. τῆς ὑγιεινῆς πραγματείας ἀνατρέπων τὴν ὑ. ib.17;

    ὑπόθεσιν, αἴτησιν οὖσαν πράγματος εἰς κατασκευήν τινος S.E.M.3.4

    ;

    λαμβάνειν ἀναποδείκτους ὑ. Plu.2.720f

    , cf. 721d;

    ἀναγκαῖον ἢ τὰς ὑ. εἶναι τὰς πρώτας ψευδεῖς, ἢ τὰς ὑπὲρ τῶν συμβαινόντων ἀποφάς εις Plb.1.15.9

    , cf. 11.
    b assumption of existence of any one of the fundamental objects of a particular science,

    ὁ ὁρισμὸς θέσις μέν ἐστι.. ὑ. δ' οὐκ ἔστι· τὸ γὰρ τί ἐστι μονὰς καὶ τὸ εἶναι μονάδα οὐ ταὐτόν Arist.APo. 72a23

    ;

    ἐν ταῖς πράξεσι τὸ οὗ ἕνεκα ἀρχή, ὥσπερ ἐν τοῖς μαθηματικοῖς αἱ ὑ. Id.EN 1151a17

    .
    3 starting-point,

    ἐκ ταύτης τῆς ὑ. λαβεῖν τὸν λόγον τὴν εἰς ἑκάτερον μέρος ὁρμήν Iamb.VP27.130

    ; beginning, τὰς μὲν ἐλπίδας οὐ τελειοῖ (sc. ὁ ὄνειρος) , τὰς δὲ ὑ. τῶν πραγμάτων ταῖς περιοχαῖς ὁμοίας ποιεῖ (referring to a birth of twins which died), Artem.4.47.
    4 raw material,

    τὴν δοθεῖσαν ὑ. εὐφυᾶ πρὸς ὑποδοχὴν γυμναστικῆς.. ἀμείνω ἀποφαίνειν Luc.Hist. Conscr.35

    ;

    οἵαν ὕλην καὶ ὑ. φεύγεις·.. μένε οὖν μέχρι ἐξοικειώσῃς σαυτῷ καὶ ταῦτα M.Ant.10.31

    .
    V mortgage, Thphr.Fr.97.1 (pl.).
    VI placing under,

    πτύγματος Sor.1.70a

    ;

    προσκεφαλαίου Id.2.86

    .
    2 thing placed under, base, τὰς ὑ. (signf. 111)

    ποιούμενος οὐκ ἀρχὰς ἀλλὰ τῷ ὄντι ὑ., οἷον ἐπιβάσεις τε καὶ ὁρμάς Pl.R. 511b

    , cf. Arr.Epict.1.7.22; in D.2.10 (v. supr. IV. 1) the ἀρχαί and ὑποθέσεις (i. e. basic principles) of actions are compared to the foundations ([etym.] τὰ κάτωθεν) of a house or a ship;

    Τριπτόλεμος.. τὰς πρώτας ὑ. βαλόμενος τῇ πόλει Lib.Or.11.52

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπόθεσις

  • 75 λαμβάνω

    λαμβάνω, [tense] fut. λήψομαι ( λήψω only late, v.l. in LXX 1 Ma.4.18); [dialect] Ion.
    A

    λάψομαι GDI5497.3

    , al. (Milet., iv/iii B. C.), 5597.11 (Ephesus, iii B. C.), corrupted to λάμψομαι in Mss. of Hdt.1.199; [dialect] Dor.[tense] fut.[ per.] 2sg.

    λαψῇ Epich.34.2

    , Theoc.1.4,10, inf.

    λαμψεῖσθαι PSI9.1091.19

    ; Hellenistic

    λήμψομαι PPar.14.47

    (ii B. C.), CIG4224c (add.) ([place name] Telmessus), 4244 ([place name] Tlos), al.: [tense] aor. 2 ἔλᾰβον, [dialect] Ep.

    ἔλλᾰβον Il.24.170

    , etc.; [dialect] Ion. Iterat.

    λάβεσκον Hes.Fr. 112

    , Hdt.4.78, 130; imper.

    λαβέ Il.1.407

    , etc.; written λάβε in [voice] Med. Ms. of A.Eu. 130, but λαβέ [dialect] Att.acc. to Hdn. Gr.1.431: [tense] pf.

    εἴληφα S.OT 643

    , Ar.Ra. 591 (lyr.), etc. (dub.in Archil. 143); [dialect] Ion., [dialect] Dor., Arc.

    λελάβηκα Hdt.4.79

    , IG42(1).121.68 (Epid., iv B. C.), 5(2).6.14 (Tegea, iv B. C.), also Eup.426; inf.

    λελαβήκειν IG 42(1).121.59

    (Epid.), PSI9.1091.7: [tense] plpf.

    εἰλήφειν Th.2.88

    , [dialect] Ion.[ per.] 3sg. λελαβήκεε v.l. in Hdt.3.42 ( κατα-); [dialect] Dor. [tense] pf. subj. [ per.] 3sg. ([etym.] παρ-)

    λελόνβῃ GDI5087b1

    ([place name] Crete):—[voice] Med., [tense] aor. 2 ἐλαβόμην, [dialect] Ep. ἐλλ-, Od. 5.325, etc.; [dialect] Ep. redupl.

    λελαβέσθαι 4.388

    :—[voice] Pass., [tense] fut.

    ληφθήσομαι S.Ph.68

    , Th.6.91,

    κατα-λελήψομαι Aristid.Or.54p.677D.

    : [tense] aor.

    ἐλήφθην Ar.Eq. 101

    , etc.; [dialect] Ion.

    ἐλάφθην SIG58.8

    (Milet., v B. C.), ( κατ-) GDI5532.7 ([place name] Zeleia),

    ἐλάμφθην Hdt.2.89

    , 6.92, 7.239 (- λάφθ- by erasure in cod. B); Hellenistic

    ἐλήμφθην IG14.1320

    , Ev.Marc. 16.19 (ἀν-); [dialect] Dor.

    ἐλάφθην Archim.Aren.1.13

    : [tense] pf.

    εἴλημμαι D.24.49

    , Ar.Pl. 455; but in Trag.usu. λέλημμαι, A.Ag. 876, E. Ion 1113, IA 363 (troch.), Cyc. 433, cf. Ar.Ec. 1090 ( δια-); so later προ-λέληπτε (sic) Supp.Epigr.2.769 ([place name] Dura); [dialect] Ion. λέλαμμαι ( ἀπο-) Hdt.9.51, ( δια-) 3.117; inf.

    ἀνα-λελάφθαι Hp.Off.11

    (acc. to many codd., Hsch.and Erot., - λελάμφθαι vulg.); [dialect] Ion.[ per.] 3pl.

    λελήφαται An.Ox.1.268

    ; [dialect] Dor. [tense] pf.imper.

    λελάφθω Archim. Con.Sph.3

    , al.:—in the [tense] fut., [tense] aor. [voice] Pass., and [tense] pf. [voice] Pass. the a is short by nature in [dialect] Ion., prob. long in [dialect] Dor. and in Doricized Hellenistic forms such as

    λαμψοῦνται Test.Epict.5.14

    ,

    λάμψεσθαι IG5(1).1390.67

    (Andania, i B. C.); it is marked long in [dialect] Aeol.

    λᾱμψεται Alc.Supp.5.9

    :—of these tenses Hom. uses only [tense] aor. [voice] Act., and [tense] aor.[voice] Med. twice (v. supr.); the Homeric [tense] pres. is λάζομαι. —The word has two main senses, one (more active) take; the other (more passive) receive:
    I take,
    1 take hold of, grasp, seize,

    μάστιγα καὶ ἡνία Od.6.81

    : freq. with χειρί or χερσί added,

    χειρὶ χεῖρα λαβόντες Il.21.286

    ;

    χερμάδιον λάβε χειρί 5.302

    ;

    χείρεσσι λαβὼν περιμήκεα κοντόν Od.9.487

    ;

    ἐν χείρεσσι λάβ' ἡνία Il.8.116

    ;

    ἐν χεροῖν λ. S.OT 913

    ;

    διὰ χερῶν λαβών Id.Ant. 916

    ;

    ἐς χέρας E.Hec. 1242

    ;

    ἐν ἀγκάλαις A.Supp. 481

    , etc.; of an eagle,

    λ. ἄγραν ποσίν Pi.N.3.81

    : c.acc. of the thing seized,

    λ. γούνατα Il.24.465

    ; but also c. acc. of whole, gen. of part seized, τὴν πτέρυγος λάβεν caught her by the wing, 2.316;

    τὸν δὲ πεσόντα ποδῶν ἔλαβε 4.463

    ;

    γούνων λαβὼν κούρην Od. 6.142

    ;

    λ. τινὰ τῆς ζώνης X.An.1.6.10

    , etc.: sts. c. gen. only, ἀγκὰς ἀλλήλων λαβέτην χερσί they took hold of one another with their arms, Il.23.711:—freq. in [voice] Med., v. infr. B.
    b take by violence, carry off as prize or booty, Il.5.273, 8.191, Hdt.4.130, S.Ph.68 ([voice] Pass.), 1431, etc.; capture a city, Plb.1.24.11, 3.61.8;

    ἐκ πόλιος.. ἀλόχους καὶ κτήματα Od.9.41

    ; of lions,

    λαβὼν κρατεροῖσιν ὀδοῦσιν Il.11.114

    ;

    ἵνα δαῖτα λάβῃσιν 24.43

    ; of an eagle, 17.678; of a dolphin, 21.24.
    c λ. δίκην take, exact punishment, Lys.1.29,34, Isoc.4.181;

    ποινάς E.Tr. 360

    , etc. (rarely for δοῦναι δίκην, v.infr.11.1 e);

    λ. τιμωρίαν D.18.280

    .
    2 of passions, feelings, etc., seize,

    μένος ἔλλαβε θυμόν Il.23.468

    ;

    Ἀτρεΐωνα.. χόλος λάβεν 1.387

    ;

    ὁππότε κέν μιν γυῖα λάβῃ κάματος 4.230

    ;

    τὸν δὲ τρόμος ἔλλαβε γυῖα 24.170

    , al.;

    δὴν δέ μιν ἀμφασίη ἐπέων λάβε Od.4.704

    ;

    τοὺς Ἀθηναίους θάρσος ἔλαβε Th.2.92

    ;

    ἄχος X.Cyr. 5.5.6

    ;

    δέος Pl.Lg. 699c

    ; ἐπειδὴ καιρὸς ἐλάμβανε when the occasion came to them, i.e. occurred, Th.2.34, D.C.44.19; of fevers and sudden illnesses, attack, Hp.Morb.1.19, Th.2.49, Ar.Ec. 417, etc. (cf. λάζομαι, λῆψις):—[voice] Pass., λαμβάνεσθαι νόσῳ, ὑπὸ [νόσου], S.Tr. 446, Hdt.1.138;

    ἔρωτι X.Cyr.6.1.31

    , etc. (reversely of the person, λ. θυμόν, etc., v. infr.11.3).
    b of a deity, seize, possess, τινα Hdt.4.79:—[voice] Pass.,

    τῇ Ῥέᾳ λαμβάνονται Luc.Nigr.37

    .
    c of darkness, etc., occupy, possess,

    εὖτ' ἂν κνέφας τεμενος αἰθέρος λάβῃ A.Pers. 365

    .
    3 catch, overtake, as an enemy, Il.5.159, 11.106, 126, etc.;

    λ. τινὰ στείχοντα θύραζε Od.9.418

    ;

    ζῶντες ἐλάμφθησαν Hdt.9.119

    ; simply, find, come upon, S.OT 1031, E. Ion 1339.
    4 catch, find out, detect, Hdt.2.89 ([voice] Pass.); ποίῳ λαβών σε Ζεὺς ἐπ' αἰτιάματι; A.Pr. 196;

    τὸν αὐτόχειρα τοῦ φόνου λ. S.OT 266

    : freq. c. part., κἂν λάβῃς ἐψευσμένον ib. 461;

    κλέπτοντα Κλέωνα λάβοιμι Ar.V. 759

    ;

    λ. τινὰ ψευδόμενον Pl.R. 389d

    ;

    τοῦτον ὑβρίζοντα λαβόντες D.21.97

    : with Adj.,

    ὅπως μὴ λήψομαί σε προπετῆ Men.Epit. 570

    :—[voice] Pass.,

    δρῶσ' ἐλήφθης S.Tr. 808

    ;

    ἐπ' αὐτοφώρῳ δεινὰ δρῶντ' εἰλημμένω Ar.Pl. 455

    ;

    ληφθεῖσαν ἐπ' αὐτοφώρῳ μηχανωμένην τι Antipho 1.3

    ;

    ἐλήφθη μοιχός Lys.13.66

    : in good sense,

    οὐκ ἂν λάβοις μου μᾶλλον οὐδέν' εὐσεβῆ S.Ph. 1051

    .
    5 λ. τινὰ πίστι καὶ ὁρκίοισι bind him by.., Hdt.3.74;

    ἀραῖον λαβεῖν τινα S.OT 276

    codd.
    6 c. dupl. acc., take as, λαβὼν πρόβλημα σαυτοῦ παῖδα τόνδ' Id.Ph. 1007; ξυμπαραστάτην λ. τινά ib. 675;

    τοὺς Ἕλληνας λ. συναγωνιζομένους Isoc.5.86

    .
    7 τὴν Ἴδην λαβὼν ἐς ἀριστερὴν χεῖρα taking, keeping Ida to your left (nisi leg. λαβών, ἐς ..) Hdt.7.42;

    ἐν δεξιᾷ λ. τὴν Σικελίαν Th.7.1

    ; λ. τὸ στρατόπεδον κατὰ νώτου take in rear, i.e. be behind, Hdt.1.75; cf.

    ἀπείργω 11.2

    , ἔχω (A) A.1.7.
    8 λ. Ἑλληνίδα ἐσθῆτα assume it, Id.4.78, cf. 2.37;

    λ. ζυγόν Pi.P.2.93

    .
    b take food or drugs, Diocl.Frr. 121 ([voice] Pass.), 140, Sor.1.125, Gal.15.469.
    9 apprehend by the senses,

    ὄμμασιν θέαν S. Ph. 537

    , cf. 656; πρόσφθεγμά τινος ib. 234;

    ὁρᾶται, ἢ ἄλλῃ τινὶ αἰσθήσει λαμβάνεται Pl.R. 524d

    .
    b apprehend with the mind, understand,

    φρενὶ λ. τὸν λόγον Hdt.9.10

    ;

    νόῳ Id.3.41

    ;

    τῇ διανοίᾳ Pl. Prm. 143a

    ;

    λ. ἐν ταῖς γνώμαις βεβαίως X.Cyr.3.3.51

    ;

    ἐν νῷ Plb.2.35.6

    : abs.,

    λ. τὴν ἀλήθειαν Antipho 1.6

    ;

    μνήμην παρὰ τῆς φήμης λ. Lys.2.3

    , cf. Pl.Phdr. 246d, etc.
    c with Adv. added, take, i.e. understand in a certain manner,

    ταύτῃ ταῦτα ἐλάμβανον Hdt.7.142

    ;

    λάβετε [τοὺς λόγους] μὴ πολεμίως Th.4.17

    ; τὸ πρᾶγμα μειζόνως ἐλάμβανον took it more seriously, Id.6.27, cf. 61;

    ὀρθῶς λ. τὸν φιλοκερδῆ Pl.Hipparch. 227c

    ; λ. τι οὕτω, ὧδε, Arist.SE 174b27, Rh.Al. 1423a4;

    ὀργῇ καὶ φόβῳ τὸ γεγονὸς λ. Plu.Alc.18

    : with παρά c.acc., λαμβάνω σε παρὰ βουκόλον .. PMag.Par.1.2434:—[voice] Pass., τρίτου καθεστῶσαι ἐπὶ πρώτου λαμβάνονται are used for the first person, A.D.Pron.78.22; with ἐς, εἰ ἐς κόρην λαμβάνοιτο be taken for a girl, Philostr.Im.2.32: less freq. c. dupl. acc., ὡς μεθυστικὰς λ. [τὰς ἁρμονίας] Arist.Pol. 1342b25, cf. S.E.P.1.179;

    τῆς νίκης ἆθλον τὴν ὑπεροχὴν τῆς πολιτείας λ. Arist.Pol. 1296a31

    ;

    τοῦτο λ. γιγνόμενον Id.Mete. 346a7

    ; also

    λ. περί τινος τί ἐστι Id.EN 1142a32

    , cf. 1140a24, al.: also c. inf.,

    λ. τι εἶναί τι Id.Mete. 389a29

    , al.: with a relat. clause, οὕτω δεῖ λαμβάνειν, ἀλλ' οὐχ ὅτι .. Id.Metaph. 1053a27, cf. Str.2.5.1;

    εἰλήφθω ὁ ἄδικος ποσαχῶς λέγεται Arist.EN 1129a31

    : in bad sense,

    πρὸς δέους λ. τι Plu.Flam.7

    ;

    πρὸς ἀτιμίας Id.Cic.13

    ;

    λ. δι' οἴκτου E. Supp. 194

    ; but also ἐν χάριτι καὶ δωρεᾷ λ. receive as a favour, Plb.1.31.6.
    d in Logic, assume, take for granted,

    ἅπαν ζῷον λαμβάνει ἢ θνητὸν ἢ ἀθάνατον Arist.APr. 46b6

    ; λ. τὰς περὶ ἕκαστον ἀρχάς ib. 53a2, etc.:—[voice] Pass., τὰ ἐξ ἀρχῆς ληφθέντα ib. 26b30; αἱ εἰλημμέναι προτάσεις ib. 33a15, cf. Phld.Rh.2.46 S., Sign.35, Oec.p.5 J., S.E.P.2.89.
    e take, i.e. determine, estimate,

    τὴν ξυμμέτρησιν τῶν κλιμάκων Th.3.20

    ;

    ἐντεῦθεν τὸ μέγεθος τῶν ἁμαρτημάτων Lycurg.66

    ;

    τὴν τιμωρίαν ποθεινοτέραν λ. Th.2.42

    .
    10 take in hand, undertake (cf. ληπτέον) , λ. τι ἐπὶ τὸ σωφρονέστερον, opp. συνταχύνειν, Hdt.3.71; μηδένα πόνον λαβόντες without taking any trouble, Id.7.24;

    παλαισμάτων λ. φροντίδα Pi.N.10.22

    .
    11 take in, hold, τὸ στρατόπεδον πεζοὺς λ. περὶ τετρακισχιλίους Plb.3.107.10.
    12 part. λαβών freq. seems pleonastic, but adds dramatic effect, λαβὼν κύσε χεῖρα took and kissed, Od.24.398, cf. Il.21.36: so in Trag. and Com., τί μ' οὐ λαβὼν ἔκτεινας; S.OT 1391, cf. 641;

    τῆ νῦν τόδε πῖθι λαβών Cratin.141

    , etc.
    b ingressive of ἔχων ( ἔχω (A) A.1.6),

    ἑτάρους τε λ. καὶ νῆα.. ἦλθον Od. 15.269

    , cf. S.Tr. 259.
    1 have given one, get, receive, prop. of things (AB 106),

    ἄποινα Il.6.427

    ;

    τὰ πρῶτα 23.275

    ;

    ἀντίποινα S.El. 592

    , v. infr.e;

    παρὰ βασιλέος δῶρα Hdt.8.10

    , cf. Ar. Eq. 439;

    πρός τινος S.El.12

    , etc.;

    ἀπὸ τῶν συκοφαντῶν X.Mem.2.9.4

    ; gain, win,

    κλέος Od.1.298

    , S.Ph. 1347, etc.;

    ἀρετάν Pi.O.8.6

    ;

    κόσμον Id.N.3.31

    codd. (v.l. ἔλαχες Sch.);

    ἀλκήν S.OT 218

    , etc.; πρὸς τὸ μνηστεύεσθαι λ. ἡλικίαν attain.., Isoc.10.39;

    λ. νόστον E.IT 1016

    , etc.;

    λ. τὴν ἀρχὴν τῆς θαλάττης Isoc.5.61

    ;

    μοναρχίαν S.Ant. 1163

    ;

    τέρψιν Id.Tr. 820

    ;

    χάριν Id.OT 1004

    ;

    κέρδος Ar.Ach. 906

    : also in bad sense,

    λ. ὀνείδη S.OT 1494

    ;

    συμφοράν E.Med.43

    ;

    θάνατον Id.Hel. 201

    (lyr.); γέλωτα μωρίαν τε incur.., Id. Ion 600;

    αἰτίαν ἀπό τινος Th.2.18

    , etc.:—for λ. θυμόν, etc., v. supr.1.2 et infr. 3.
    b receive hospitably, Od.7.255, cf. S.OC 284 ([etym.] ἔλαβες τὸν ἱκέτην ἐχέγγυον) which approaches this sense; καλῶς λ. τινά treat well, BGU843.10 (i/ii A. D.).
    c receive in marriage, Hdt.1.199, 9.108, E.Fr.953.27, X. HG4.1.14, Isoc.10.39, PEleph.1.2 (iv B. C.), Men.Pk. 436; τοῖς λαμβάνουσιν ἐξ αὐτῶν, i.e. those who married their daughters, SIG1044.14 (Halic., iv/iii B. C.); also of the father taking a daughter-in-law,

    τῷ υἱῷ λ. τινά Men.Pk. 447

    .
    d λ. ὄνομα, ἐπωνυμίαν, receive a name, Pl. Plt. 305d, Smp. 173d.
    e λ. δίκην receive, i.e. suffer, punishment, Hdt.1.115; τὴν ἀξίην λ. get one's deserts, Id.7.39;

    δίκην γὰρ ἀξίαν ἐλάμβανεν E.Ba. 1312

    ;

    λ. ζημίας D.11.11

    .
    f λ. ὅρκον receive an oath, Arist. Rh. 1377a8;

    λ. πιστά X.An.3.2.5

    , al.; λ. λόγον demand an account, τινος for a thing, παρά τινος from a person, Id.Cyr.1.4.3, D.8.47.
    g λ. ἐν γαστρί conceive, Hp.Prorrh.2.24; κῦμα λ., of the earth, A.Ch. 128.
    h receive as produce, profit, etc.,

    οἶνον ἐκ τοῦ χωρίου Ar.Nu. 1123

    ; [

    χρήματα] ἐκ τῆς ἀρχῆς Pl.R. 347b

    ; λ. ἑκατὸν τῆς δραχμῆς, ὀβολοῦ, purchase for.., Ar. Pax 1263, Ra. 1235, cf. Nu. 1395; πόθεν ἄν τις τοῦτο τὸ χρῖμα λάβοι; X.Smp.2.4.
    i λ. πεῖράν τινος, v. πεῖρα.
    3 of persons conceiving feelings and the like , λ. θυμόν take heart, Od. 10.461: freq. in periphrasis, λ. φόβον, = φοβεῖσθαι, S.OC 729; αἰδῶ λ., = αἰδεῖσθαι, Id.Aj. 345; λ. ὀργήν, = ὀργίζεσθαι, E.Supp. 1050: so generally λ. ἀρχήν, = ἄρχεσθαι, Id.IA 1124; λ. ὕψος, ἐπίδοσιν, αὔξησιν, = ὑψοῦσθαι, ἐπιδιδόναι, αὐξάνεσθαι, Th.1.91, Isoc.4.10, Arist.GA 732b5, etc.;

    λ. κακόν τι Ar.Nu. 1310

    ; λ. νόσον take a disease, Pl.R. 610d; λ. μορφήν, τέλος, etc., Arist.GA 762a13, 744a21, etc.; αἱ οἰκίαι ἐπάλξεις λαμβάνουσαι receiving battlements, having battlements added, Th.4.69, cf. 115.
    4 c. inf., receive permission to.., SIG996.6 (Smyrna, i A. D.).
    B [voice] Med., take hold of, lay hold on, c. gen., [ σχεδίης] Od.5.325; τῆς κεφαλῆς, τῶν γουνάτων, Hdt.4.64, 9.76;

    χειρός E.Med. 899

    , etc.;

    τοῦ βωμοῦ And.1.126

    , etc.: c. dupl.gen.,

    μου λαβόμενος τῆς χειρός Pl. Chrm. 153b

    .
    2 seize and keep hold of, obtain possession of,

    ἀρχῆς S.OC 373

    ; καιροῦ λαβόμενος seizing the opportunity, Is.2.28;

    λ. ἀληθείας Pl.Plt. 309d

    : rarely c. acc.,

    τόν.. λελαβέσθαι Od.4.388

    .
    4 of place, λ. τῶν ὀρῶν take to the mountains, Th.3.24, cf. 106; Δήλου λαβόμεναι (sc. αἱ νῆες) reaching Delos, Id.8.80.
    5 find fault with, censure, τινος Pl.Lg. 637c, Philostr.VA4.22.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμβάνω

  • 76 πρός

    πρός, Prep., expressing direction,
    A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:
    I of Place, from,

    ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29

    ;

    τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037

    (v.l.).
    2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;

    εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154

    ;

    ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120

    ;

    ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62

    , etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;

    οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101

    ; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;

    π. Πλαταιῶν Th. 3.21

    ;

    π. Νεμέας Id.5.59

    ; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,

    π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122

    ;

    τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121

    , cf. 4.17.
    3 before, in presence of,

    μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339

    ;

    οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188

    ; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,
    b in the eyes of,

    ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71

    , cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);

    ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286

    .
    4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,

    σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67

    ;

    π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839

    (lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;

    π. τοῦ Διός Id.Av. 130

    : less freq. with other words,

    π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39

    ;

    π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14

    ;

    μὴ π. γενείου S.El. 1208

    ;

    μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515

    (lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;

    π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45

    ;

    ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a

    , cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,

    π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468

    ;

    μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324

    .
    5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;

    Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17

    , cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;

    ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25

    ;

    οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23

    ; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;

    ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125

    .
    II of effects proceeding from what cause soever:
    1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,

    ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85

    , cf. 1.160, etc.;

    τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302

    ;

    δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90

    ;

    ἄνθεα τιμῆς πρὸς θνητῶν ἀνελέσθαι Emp.4.7

    ;

    φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59

    ;

    τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550

    , cf. S.Aj. 527;

    λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45

    ;

    κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139

    , etc.;

    μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13

    : with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;

    ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57

    ; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;

    ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429

    ;

    οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47

    ; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; also

    λόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120

    ; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;

    π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269

    , cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;

    τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209

    ;

    αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111

    ;

    ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650

    : with an Adj. or Subst.,

    τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162

    ;

    ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139

    ;

    ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919

    ;

    ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297

    ;

    πειθὼ π. τινός S.El. 562

    ;

    π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514

    ; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);

    ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144

    : with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.
    2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.
    III of dependence or close connexion: hence,
    1 dependent on one, under one's protection,

    π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207

    ,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.
    2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;

    π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57

    .
    IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,

    τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153

    , cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;

    οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581

    , cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;

    π. σοῦ ἐστι Id.HF 585

    , etc.;

    οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11

    , etc.: of qualities, etc.,

    π. δυσσεβείας A.Ch. 704

    ; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;

    οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59

    ; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;

    εἰ τόδε π. τρόπου λέγω

    correctly,

    Id.R. 470c

    ; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;

    τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14

    ([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;

    π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7

    ; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.
    B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,

    ποτὶ γαίῃ Od.8.190

    , 11.423;

    ποτὶ γούνασι Il.5.408

    ; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί)

    ; πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86

    ; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;

    δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15

    ;

    νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210

    ;

    π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371

    ;

    π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95

    ;

    π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180

    (lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;

    π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808

    ;

    π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34

    ; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')

    αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79

    ;

    τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105

    ;

    αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1

    ; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;

    τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13

    , cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.
    2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;

    ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18

    ;

    π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28

    .
    3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,

    ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245

    , Od.2.80;

    με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415

    , cf. 7.279, 9.284;

    νῆας ποτὶ σπιλάδεσσιν ἔαξαν 3.298

    , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;

    ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35

    .
    4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;

    προτὶ οἷ εἷλε 21.507

    ;

    πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329

    ;

    προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111

    ; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;

    π. τινί

    close to,

    Men. Epit. 204

    .
    II to express close engagement, at the point of,

    π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169

    ; engaged in or about,

    π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c

    , cf. Phdr. 249c, 249d;

    ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176

    ;

    ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22

    ; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (but

    π. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6

    );

    ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127

    ;

    π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74

    ; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);

    ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7

    , cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;

    ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2

    , cf.709.1 (ii B. C.).
    III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;

    π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα

    in addition to,

    A.Pr. 323

    , cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;

    ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90

    ; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;

    δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45

    ;

    τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774

    ; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;

    π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b

    ; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,

    π. τούτῳ Hdt.1.31

    ,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.
    C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:
    I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,

    ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420

    ; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;

    ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239

    ; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;

    ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374

    ;

    βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71

    ;

    κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147

    ; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.
    2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;

    ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435

    ;

    ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127

    ;

    ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342

    ;

    ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334

    ;

    πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395

    ;

    π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278

    ;

    τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931

    ; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,

    ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3

    ;

    ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1

    ; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;

    ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς

    beside,

    Supp.Epigr.6.106

    ([place name] Cotiaeum).
    b of addition,

    ποὶ τὰν στάλαν ποιγραψάνσθω τάδε SIG56.46

    (Argos, v B. C.);

    ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63

    , cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.
    3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,

    ἰδεῖν π. τινά Od.12.244

    , al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;

    ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44

    ; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;

    ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240

    ;

    στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477

    ; so in Prose,

    π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201

    , cf. 4.40;

    π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149

    ; also

    ἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22

    (v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;

    π. τὸ λύχνον Hippon.22

    Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;

    πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751

    ;

    πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d

    , cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.
    4 in hostile sense, against,

    π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471

    ;

    ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378

    ; π. δαίμονα against his will, 17.98;

    βεβλήκει π. στῆθος 4.108

    ;

    γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303

    ;

    χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88

    ;

    π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304

    ;

    ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65

    ;

    ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118

    ;

    ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c

    ;

    ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18

    : also in argument, in reply to,

    ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c

    ; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;

    μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34

    .
    5 without any hostile sense,

    π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155

    ,cf.5.274,11.403,17.200;

    π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584

    ; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;

    ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267

    ;

    μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19

    , etc.;

    ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60

    codd.;

    ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632

    , Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,

    διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45

    ; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;

    π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d

    ; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;

    ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285

    .
    b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.
    6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;

    ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19

    ; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;

    ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59

    ;

    γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82

    , cf. Hdt. 1.61;

    π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22

    ;

    π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51

    ;

    π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491

    ; also

    σαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82

    , cf. O.4.6;

    παίζειν πρός τινας E.HF 952

    , etc.;

    ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14

    ;

    ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86

    ;

    εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340

    ; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;

    κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c

    ;

    π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2

    ; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);

    ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8

    (Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.
    b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;

    ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10

    ;

    ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23

    ;

    τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314

    , cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;

    φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13

    ([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;

    τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23

    , cf. 16.10;

    τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12

    , cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.
    7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,

    τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8

    (Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,

    ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14

    ;

    ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19

    codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25;

    ὀμόσαντες πὸ (τ) τὸν θεόν Schwyzer 418.11

    ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;

    τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1

    ; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); also

    διαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31

    , cf. D.7.33.
    II of Time, towards or near a certain time, at or about,

    ποτὶ ἕσπερα Od.17.191

    ;

    ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552

    ;

    πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a

    ;

    ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22

    ;

    π. ἡμέραν Id.An.4.5.21

    ;

    π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089

    ; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii);

    πρὸς ἕω Ar.Ec. 312

    ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.
    III of Relation between two objects,
    1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;

    μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37

    ;

    οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..

    in respect of..,

    Arist.APr. 24a25

    , cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);

    π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28

    ; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;

    λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1

    D.;

    π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8

    (iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);

    ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168

    , cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);

    π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.

    s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,

    ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14

    , etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.
    2 in reference to, in consequence of,

    πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52

    , cf. 4.161;

    π. τὴν φήμην

    in view of..,

    Id.3.153

    , cf. Th.8.39;

    χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59

    ;

    ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4

    , etc.: with neut. Pron.,

    π. τί;

    wherefore? to what end?

    S.OT 766

    , 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;

    π. ταῦτα

    therefore, this being so,

    Hdt.5.9

    ,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.
    3 in reference to or for a purpose,

    ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057

    ; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;

    ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174

    , cf. OC71, Tr. 1182;

    ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12

    ;

    ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21

    ;

    ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60

    ; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;

    ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7

    .
    b with a view to or for a future time,

    ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62

    (Senatus consultum, ii B. C.);

    θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13

    .
    c = πρός B. 11,

    ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8

    ;

    ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3

    , cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.
    4 in proportion or relation to, in comparison with,

    κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34

    ;

    ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35

    ;

    π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94

    , 8.44;

    πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10

    , cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;

    τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68

    ;

    ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50

    ; also

    ἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3

    ;

    ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39

    : also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)

    ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2

    , cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;

    πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19

    ; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,

    π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a

    ; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);

    τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42

    (Ephesus, iii B. C.);

    θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16

    (Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);

    τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1

    , cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);

    ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6

    (Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);

    οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b

    ; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); so

    ἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a

    ; of measurements of time by the flow from the clepsydra,

    π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126

    , cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;

    λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17

    (Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;

    π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8

    ;

    π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30

    ; hence later, π. ὀλίγον for a short time,

    ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1

    , cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;

    μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4

    ([place name] Ptolemaic);

    π. βραχύ Jul.Or.1.47b

    (but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);

    π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21

    .

    κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3

    ;

    π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101

    , cf. Sor.1.56;

    π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8

    (ii A. D.);

    π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399

    (ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;

    προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89

    .
    5 in or by reference to, according to, in view of,

    π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20

    , cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;

    π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47

    ;

    ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17

    , cf. 314, etc.;

    εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22

    ; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;

    ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32

    ;

    π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63

    ; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;

    π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα

    according to..,

    E.Hipp. 701

    ; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;

    ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9

    , cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.
    6 with the accompaniment of musical instruments,

    π. κάλαμον Pi.O.10(11).84

    ; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;

    π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13

    (Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.
    7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,

    νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20

    (s.v.l.);

    π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73

    ;

    τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735

    ; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);

    π. τὸ βίαιον A.Ag. 130

    (lyr.);

    π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214

    ; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);

    οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8

    ,19;

    π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594

    ;

    π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494

    ; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;

    οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13

    ;

    ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15

    , cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;

    πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e

    ; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,

    μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1

    , cf. S.OT 1152;

    π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3

    , etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,

    π. χ. βορᾶς S.Ant.30

    , cf. Ph. 1156 (lyr.);

    π. ἰσχύος χ.

    by means of,

    E.Med. 538

    ; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);

    π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23

    , etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;

    π. εὐσέβειαν Id.El. 464

    ; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;

    π. φύσιν Id.Tr. 308

    ; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;

    π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1

    ; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;

    π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2

    ; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.
    8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.
    D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;

    π. δὲ ἔτι Id.3.74

    ;

    καὶ π. Id.7.154

    , 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;

    καὶ π. γε E.Hel. 110

    , Pl.R. 328a, 466e;

    καὶ.. γε π. A.Pr.73

    ;

    καὶ δὴ π. Hdt.5.67

    ; freq. at the end of a second clause,

    τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622

    ;

    ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e

    , cf. E.Ph. 610;

    ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28

    , cf. 22.60.
    I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.
    II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.
    III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.
    F REMARKS,
    1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,

    ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653

    , cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)

    σφέτερον Il.17.419

    , cf. Pi.O.4.5.
    2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis.
    3 sts. (in violation of the rule given by A.D.Synt.127.8, Pron.42.5) followed by an enclit. Pron.,

    πρός με S.Aj. 292

    , Ar.Pl. 1055, D.18.14 (v.l.), Men.978, Pk.77, Com.Adesp.15.25 D., 22.68 D., etc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρός

  • 77 φιλία

    φῐλί-α, [dialect] Ion. -ιη, , ([etym.] φιλέω)
    A affectionate regard, friendship (not in A. or S.), usu. betw. equals,

    ἄνδρεσσι κακοῖς συνθέμενοι φ. Thgn.306

    , IG12.1037;

    ἐπαγγέλλεσθαι φ. Hdt.7.130

    ;

    εἰς ἀλλήλους φιλίας ἀνακίρνασθαι E.Hipp. 254

    (anap.), cf. Democr.109, al., Hippias 17, Antipho Soph.64 (pl.), And.3.29, Pl.Smp. 179c, etc.; φιλίας, inscr. on a bowl (perh. loving-cup), BSA32.194 (Haliartus, Hellenistic), etc.; ἡ τῆς ψυχῆς φ. διὰ τὸ ἁγνὴ εἶναι, opp. ἔρως, X.Smp.8.15, cf. Pl.Phdr. 255e; opp. ἔχθρα, Isoc.1.33, Plot.3.2.2;

    ἡ φ. τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ θεοῦ ἐστιν Ep.Jac.4.4

    ; opp. μῖσος, Isoc.15.122;

    φ. θεῶν καὶ ἀνθρώπων Pl.Smp. 188d

    ; of family affection, X.Hier.3.7 (pl.); ἐν ταῖς φ. in the family circle, Arist.Po. 1453b19; of the regard of dependents towards their superiors, X.An.1.6.3;

    φ. ἡ πρὸς τὸν δῆμον Isoc.16.28

    ; of friendship between States,

    ἐχρημάτισε περὶ φιλίας τοῖς Ἀθηναίοις Th.5.5

    ;

    φ. καὶ ξυμμαχία Id.6.34

    ; τῆς φ. ἀφέσθαι, τὴν φ. διαλύσασθαι, of communities, Isoc.6.11, 14.33: various εἴδη distd. by Arist.EN 1156a7 ff.; by the Stoics, Stoic.3.24, 27, 181: phrases,

    φ. πρός τινας ποιήσασθαι X.Mem.2.6.29

    ;

    παρά τινων φ. λαβεῖν Id.Cyr.3.1.28

    ;

    τισὶ διὰ φιλίας ἰέναι Id.An.3.2.8

    ; εἰς φ. ἰτέον, ἔρχεται, Pl.Phdr. 237c, Ly. 214d;

    ἔστιν ἡμῖν ἐν φ. PMich.Zen.33.3

    (iii B. C.);

    ἀνανεούμενος τὴν φ. καὶ ζενίαν τὴν πρότερον ὑπάρχουσαν Isoc.Ep.7.13

    ;

    προλιπόνθ' ἡμετέρην φ. Thgn.1102

    ;

    ἔλιπε φ. E.Alc. 930

    (lyr.);

    τῆς φ. ἐξίστασθαί τινι Lys.8.18

    : with Preps.,

    διὰ φιλίας Pl.Plt. 304e

    ;

    μετὰ φιλίας X. Mem.1.2.10

    ; διὰ φιλίαν, v. infr.;

    κατὰ φιλίαν Pl.Lg. 823b

    :—the person is commonly expressed by πρός τινα, Isoc.5.32;

    πρὸς ἀλλήλους Id.9.57

    , etc.; less freq.

    εἰς ἀλλήλους E.Hipp.

    (v. supr.); also by object. gen., διὰ φιλίαν αὐτοῦ through friendship for him, Th.1.91; φ. ξυνετοῦ friendship with a wise man, Democr.98; so ἡμετέρη φ. friendship with us, Thgn.600, 1102 (v. supr.), Isoc.6.11 (v. supr.);

    φιλία ἡ σή X.An.7.7.29

    , E Or.138, etc.: pl.,

    φ. ἰσχυραί Hdt.3.82

    , Pl. Smp. 182c.
    2 friendliness, amiability,

    φ. ἄνευ τοῦ στέργειν Arist. EN 1126b22

    , cf. 1108a28.
    3 later, of lovers, fondness, LXXPr.5.19, Lyr.Alex.Adesp.1.8, AP5.266 (Agath.).
    4 c. gen., of things, fondness, liking for,

    κέρδους Pl.R. 581a

    ; [ τῶν ἀρχῶν] Arist.Cael. 306a12.
    5 the natural force which unites discordant elements and movements, opp. νεῖκος, Emp.18, al., Isoc.15.268.
    II Pythag. name for three, Theol.Ar.16 (not for six, Iamb. In Nic. p.34 P.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φιλία

  • 78 κρίνω

    κρίνω (s. κρίμα; Hom.+) fut. κρινῶ; 1 aor. ἔκρινα; pf. κέκρικα; plpf. 3 sg. κεκρίκει (on the lack of augment s. B-D-F §66, 1; W-S. §12, 4; Mlt-H. 190; ἐκεκρίκει Just., D. 102, 2). Pass.: impf. ἐκρινόμην; 1 fut. κριθήσομαι; 1 aor. ἐκρίθην; pf. κέκριμαι. Primary mng.: ‘to set apart so as to distinguish, separate’, then by transference
    to make a selection, select, prefer (Aeschyl., Suppl. 39 τὶ; Pla., Rep. 3, 399e κρίνειν τινὰ πρό τινος ‘prefer someone to someone’, cp. Phlb. 57e; Himerius, Or. 40 [=Or. 6], 3 κ. τί τινι=select someth. because of someth. [a place because of its size]; κ. τὸ πρακτέον καὶ μὴ πρακτέον Did., Gen. 27, 3) ὸ̔ς μὲν γὰρ κρίνει ἡμέραν παρʼ ἡμέραν the one prefers one day to another Ro 14:5a. In the other half of the sentence ὸ̔ς δὲ κρίνει πᾶσαν ἡμέραν, κ. prob. has the sense recognize, approve (X., Hell. 1, 7, 34 ἔκριναν τὴν τῆς βουλῆς γνώμην) the other holds every day in esteem vs. 5b. Closely associated is mng.
    to pass judgment upon (and thereby seek to influence) the lives and actions of other people
    judge, pass judgment upon, express an opinion about Mt 7:1a, 2a; Lk 6:37a; 1 Cl 13:2; Pol 2:3 (Sextus 183 ὁ κρίνων ἄνθρωπον κρίνεται ὑπὸ τ. θεοῦ). κ. δικαίως D 4:3; B 19:11. κ. κατʼ ὄψιν by the outward appearance J 7:24a. κατὰ τὴν σάρκα 8:15. τὴν δικαίαν κρίσιν κ. pass a right judgment 7:24b (on the expr. cp. Dt 16:18). This is perh. the place for 1 Pt 4:6 ἵνα κριθῶσιν κατὰ ἀνθρ. (s. ESelwyn, comm. ad loc. ref. to Lghtf.; cp. Wsd 3:4).
    esp. pass an unfavorable judgment upon, criticize, find fault with, condemn (Epict. 2, 21, 11) Ro 2:1abc, 3; 14:3f, 10, 13a (a play on words, w. κρίνειν used in two different mngs. in the same vs.; s. 4 below on vs. 13b); Col 2:16; Js 4:11, 12; D 11:12. μή τι κρίνετε do not pronounce judgment on anything 1 Cor 4:5. ἱνατί γὰρ ἡ ἐλευθερία μου κρίνεται ὑπὸ ἄλλης συνειδήσεως; why is my freedom (of action) to be unfavorably judged by another person’s scruples? 1 Cor 10:29. μακάριος ὁ μὴ κρίνων ἑαυτόν happy is the one who finds no fault w. himself Ro 14:22.—Also of a human judgment directed against God ὅπως ἂν νικήσεις ἐν τῷ κρίνεσθαί σε that you may win when you are judged Ro 3:4 (OMichel in KEK prefers active sense); 1 Cl 18:4 (both Ps 50:6).
    to make a judgment based on taking various factors into account, judge, think, consider, look upon w. double acc. of the obj. and the predicate (Soph., Oed. R. 34; Pla., Rep. 9, 578b and s. Cebes 39, 4; 3 Macc 2:33; Just., D. 112, 1) οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτούς you do not consider yourselves worthy Ac 13:46 (Jos., Ant. 6, 159 ὸ̔ν αὐτὸς τ. βασιλείας ἄξιον ἔκρινεν; EpArist 98); cp. PtK 3 p. 15, 17. τὰ ὑστερήματα αὐτῶν ἴδια ἐκρίνετε you considered their shortcomings as your own 1 Cl 2:6. Pass. (Thu. 2, 40, 3; Jos., Ant. 4, 193) τί ἄπιστον κρίνεται παρʼ ὑμῖν; why do you think it is incredible? Ac 26:8 (Jos., Ant. 18, 76 ἄπιστα αὐτὰ κρίνειν).—Foll. by acc. w. inf. (Pla., Gorg., 452c, Rep. 9, 578b; X., An. 1, 9, 5; 28) κεκρίκατέ με πιστὴν … εἶναι Ac 16:15.—W. inf. foll. κρίνω μὴ παρενοχλεῖν τοῖς κτλ. 15:19.—Foll. by τοῦτο ὅτι 2 Cor 5:14.—W. direct quest. foll. ἐν ὑμῖν αὐτοῖς κρίνατε judge, decide for yourselves 1 Cor 11:13.—W. indirect quest. foll. (Thu. 4, 130, 7 κρίναντες ἐν σφίσιν αὐτοῖς, εἰ … ; X., Cyr. 4, 1, 5) εἰ δίκαιόν ἐστιν, ὑμῶν ἀκούειν μᾶλλον ἢ τοῦ θεοῦ, κρίνατε decide whether it is right to obey you rather than God Ac 4:19.—κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι pass your own judgment on what I say 1 Cor 10:15.—ὀρθῶς ἔκρινας you have judged rightly Lk 7:43.
    to come to a conclusion after a cognitive process, reach a decision, decide, propose, intend (Isocr. 4, 46; Polyb. 3, 6, 7; 5, 52, 6; 9, 13, 7; Epict. 2, 15, 7; Appian, Bell. Civ. 14, 118 §497 ὅταν οἱ θεοὶ κρίνωσιν; LXX) τί οὖν θέλετε, κρίνατε (restored) so decide now what you wish (to be done); w. inf. (Diod S 4, 33, 10; 17, 95, 1; UPZ 42, 37 [162 B.C.]; PTebt 55, 4 [II B.C.] ἔκρινα γράψαι; PLond III, 897, 11 p. 207 [84 A.D.]; 1 Macc 11:33; 3 Macc 1:6; Jdth 11:13; Wsd 8:9; Jos., Ant.7, 33; 12, 403; 13, 188; Did., Gen. 179, 7) Ac 3:13; 20:16; 25:25; 1 Cor 2:2; 5:3; Tit 3:12. W. τοῦ and inf. (B-D-F §397, 2) ἐκρίθη τοῦ ἀποπλεῖν ἡμᾶς Ac 27:1. ἐπεὶ ἤδη σεαυτῷ κέκρικας τοῦ μὴ δύνασθαι τὰς ἐντολὰς ταύτας ὑπὸ ἀνθρώπου φυλαχθῆναι since you have already decided in your own mind that these commandments cannot be kept by anyone Hm 12, 3, 6.—W. acc. and inf. (2 Macc 11:25, 36; 3 Macc 6:30; TestSol 10:8; SibOr 3, 127; Just., D. 102, 2) Ac 21:25 (even in the substantially different rdgs.). τοῦτο κέκρικεν …, τηρεῖν τὴν ἑαυτοῦ παρθένον he has determined this, namely to keep his fiancée (pure and undefiled) 1 Cor 7:37 (s. s.v. γαμίζω 2; Diod S 4, 73, 2 of a father: κρίναι ταύτην [i.e. his daughter] παρθένον διαφυλάττειν). τοῦτο κρίνατε μᾶλλον, τὸ μὴ τιθέναι πρόσκομμα but rather decide this, (namely) to give no offense Ro 14:13b. ἔκρινα ἐμαυτῷ τοῦτο, τὸ … ἐλθεῖν 2 Cor 2:1. τὰ δόγματα τὰ κεκριμένα ὑπὸ τ. ἀποστόλων Ac 16:4 (cp. Polyb. 5, 52, 6 πράξας τὸ κριθέν; Epict. 2, 15, 7 τοῖς κριθεῖσιν ἐμμένειν δεῖ).
    to engage in a judicial process, judge, decide, hale before a court, condemn, also hand over for judicial punishment, freq. as a legal t.t. (in a forensic sense Hom. et al.; ins, pap, LXX).
    of a human court
    α. act. and pass. abs. Ac 13:27. W. adv. GPt 3:7. κ. τινά: κατὰ τὸν νόμον J 18:31; Ac 23:3; 24:6 v.l. οὐδὲ ἐγὼ κρίνω ὑμᾶς GJs 16:3. Of the right of the apostle and the church to judge believers 1 Cor 5:12ab. μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον; does our law (personified) judge a person? J 7:51 (Appian, Bell. Civ. 3, 50 §205 certain senators desire that before Mark Antony is declared a public enemy he should be brought to trial, ὡς οὐ πάτριον σφίσιν ἀκρίτου καταδικάζειν ‘on the ground that it was not their ancestral custom to condemn someone without a hearing’). ἐκ τ. στόματός σου κρινῶ σε I will punish you on the basis of your own statement Lk 19:22. Pass. Ac 25:10. κρίνεσθαι ἐπί τινι be on trial because of a thing 26:6 (Appian, Basil. 12 κρινόμενος ἐπὶ τῷδε=be brought to trial because of this thing; likew. Iber. 55 §233; Ath. 2, 3; of God ApcrEzk Fgm. d). Also περί τινος (Diod S 12, 30, 5) 23:6; 25:20; w. addition of ἐπί w. gen. of the court of judicature before someone (schol. on Hes., Op. 9) 24:21; 25:9; D 11:11.—τί δὲ καὶ ἀφʼ ἑαυτῶν οὐ κρίνετε τὸ δίκαιον; Lk 12:57, which leads over into the sphere of jurisprudence (vs. 58), means: why cannot you yourselves decide what is right? (cp. the prayer for vengeance fr. Amorgos [BCH 25, 1901 p. 416; Dssm., LO 94=LAE 118] ἐπάκουσον, θεά, καὶ κρῖναι τὸ δίκαιον; cp. Appian, Mithrid. 89 §403 κρίνειν τὴν μάχην=decide the battle; Just., A II, 15, 5).
    β. mid. and pass.: ‘dispute, quarrel, debate’, also go to law (so Thu. 4, 122, 4 δίκῃ κρίνεσθαι; Hos 2:4 al. in LXX; TestSol 4:4ff D; Mel., P. 101, 773) τινί with someone (Job 9:3; 13:19) Mt 5:40; B 6:1 (Is 50:8); μετά τινος (Vi. Aesopi W 76 κριθῆναί με μετὰ τῆς κυρίας μου ἐπὶ σοί=I am pleading my case with my mistress before you; Eccl 6:10) 1 Cor 6:6. ἐπί τινος before someone (as judge) vs. 1 (on the beginning of 1 Cor 6 cp. the decree of Alexander to the Greeks in Ps.-Callisth. 2, 21, 21: βούλομαι δὲ μὴ ἐν ἑαυτοῖς κρίνειν ὅσον τις ὑμῶν ἔχει πρὸς ἕτερον, οὐδὲ ἐφʼ οὗ βούλεσθε=it is my wish [will] that you are not to go to law among yourselves, no matter what any of you may have against another, nor before anyone you wish).
    of the divine tribunal
    α. occupied by God or Christ: abs. administer justice, judge J 5:30; 8:16, 50; cp. vs. 26; Rv 6:10; B 5:7. Pass. be judged Mt 7:1b, 2b; Lk 6:37b; Rv 11:18.—W. acc. foll. (PGM 4, 1013 of Horus ὁ κρίνων τὰ πάντα) J 5:22; 8:15b. τοὺς ἔξω 1 Cor 5:13. ζῶντας καὶ νεκρούς judge the living and the dead 2 Ti 4:1; 1 Pt 4:5; B 7:2. τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων Ro 2:16. τὸν κόσμον B 4:12 (TestAbr A 13 p. 92, 10 [Stone p. 32]; ApcEsdr 3:3 p. 27, 8 Tdf.). τὴν οἰκουμένην Ac 17:31; AcPl Ha 9, 29. κ. κατὰ τὸ ἑκάστου ἔργον judge each one by what that person does 1 Pt 1:17; cp. Rv 20:13. ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν the dead were judged by what was written in the books (of life and of death), in accordance w. their deeds vs. 12; δικαίως κ. judge uprightly (Sotades [280 B.C.] Fgm. 11, 2 Diehl2 II 6 p. 191 [in Stob. 4, 34, 8 vol. V p. 826, 5=Coll. Alex. p. 243] ὁ παντογενὴς … οὐ κρίνει δικαίως) 1 Pt 2:23; B 19:11. Also ἐν δικαιοσύνῃ Rv 19:11. διὰ νόμου κρίνεσθαι be judged on the basis of the law Js 2:12.—Oft. the emphasis is unmistakably laid upon that which follows the Divine Judge’s verdict, upon the condemnation or punishment: condemn, punish (opp. σῴζειν as TestJud 24:6; Mel., P. 104, 810; cp. ApcEsdr 1, 11 p. 25, 3 Tdf. ἐμὲ κρῖνον ὑπὲρ τῶν ψυχῶν τῶν ἁμαρτωλῶν) J 3:17; cp. 18ab; 12:47ab, 48a; cp. 48b; Ac 7:7 (Gen 15:14); Dg 7:5f (opp. ἀγαπᾶν). διὰ νόμου κ. punish on the basis of the law Ro 2:12.—3:6f; 1 Cor 11:31f (here of the temporal punishment which God brings upon sinners); 2 Th 2:12; Hb 10:30 (κρινεῖ κύριος τὸν λαὸν αὐτοῦ the Lord will judge = punish his people is derived fr. Dt 32:36=Ps 134:14, where the judgment of God is spoken of, resulting in the vindication of the innocent [the thought prominent in the two OT pass.] and the punishment of the guilty [the thought prominent in the Hb pass.]); 13:4; Js 5:9; for 1 Pt 4:6 s. 2a above; Rv 18:8; 19:2; B 15:5.—W. the punishment given κ. διὰ πυρός 1 Cl 11:1; διὰ τῶν μαστίγων 17:5. κεκριμένοι ἤδη τῷ θανάτῳ already condemned to death B 10:5. Also εἰς θάνατον condemned to death Hs 9, 18, 2. οἱ κρινόμενοι ἀσεβεῖς the godless, who are condemned 2 Cl 18:1. Of the devil ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται J 16:11.—ταῦτα ἔκρινας you have imposed these punishments Rv 16:5.—On κρίνειν τὸ κρίμα 18:20 s. κρίμα 4.
    β. occupied by those who have been divinely commissioned to judge: the 12 apostles judge the 12 tribes Mt 19:28; Lk 22:30 (PBatiffol, RB n.s. 9, 1912, 541–43. But here κ. could have the broader sense rule; cp. 4 Km 15:5; Ps 2:10; 1 Macc 9:73; PsSol 17:29). κρινεῖ ἡ ἐκ φύσεως ἀκροβυστία … σέ the one who is physically uncircumcised will sit in judgment upon you Ro 2:27. οἱ ἅγιοι as judges of the cosmos 1 Cor 6:2ab (κρίνεσθαι ἐν: Diod S 19, 51, 4.—On the saints as co-rulers with God cp. Epict., Ench. 15; Sallust. 21 p. 36, 14) as well as of the angels vs. 3 (cp. Da 7:22).
    to ensure justice for someone, see to it that justice is done (LXX) τινί to someone 1 Cl 8:4 (Is 1:17).—B. 1428. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > κρίνω

  • 79 ὑπό

    ὑπό [pron. full] [ῠ], Prep. with gen., dat., and acc.: [dialect] Aeol. [full] ὐπά Alc.39; [dialect] Boeot. [full] ὑπά
    A

    Ἀρχ.Δελτ. 14

    Pl. ii 19 (Thespiae, iii B.C.); [dialect] Ion. ηυπύ only in IG 14.871 (Cumae, v B.C.); Arc. [full] ὁπύ Schwyzer 664.15,21 (Orchom.Arc., iv B.C.); in [dialect] Ep. [full] ὑπαί (also B. 12.139): this is found in Hom. only six times as a well-attested reading (

    ὑ. πόδα Il.2.824

    ,

    ὑ. δέ 3.217

    , 11.417, 12.149,

    ὑ. δείους 10.376

    , 15.4); elsewh. (before λ ν ρ ϝ ) it is weakly attested as v. l. for ὑπὸ ([etym.] ?ὑπόX ¯ ), e.g. ποσσὶ δ' ὑπὸ (v.l. ὑπαὶ)

    λιπαροῖσι Il.2.44

    , al.; but ὑπαὶ νεφέων is given by most codd. in Il.15.625, 16.375 (v. Allen ed. maj.), and

    ὑπαὶ νεφέεσσι Anon.

    ap. Plu.2.38e; also in compds.,

    ὑπαιδείδοικα h.Merc. 165

    , ὑπαιφοινίσσω (q. v.); it is not freq. in Trag. Poets, A.Ag. 892, 944, 1164 (lyr.), Eu. 417, S.El. 711, 1418 (lyr.), Inach. in PTeb. 692 ii5 (lyr.), E.El. 1188 (lyr.), Ar. Ach. 970 (paratrag.). (With ὑπό ([etym.] ὕπο) cf. Skt. úpa 'towards, near to, etc.', Goth. uf 'under'.)
    A WITH GENITIVE,
    I of Place, with Verbs of motion, from under, αὖτις ἀναστήσονται ὑ. ζόφου they will rise again from under the gloom, Il.21.56;

    ὑ. χθονὸς ἧκε φόωσδε Hes.Th. 669

    ;

    ῥέει κρήνη ὑ. σπείους Od.9.141

    , cf. Pl.Phdr. 230b;

    ὄσσε δεινὸν ὑ. βλεφάρων ἐξεφάανθεν Il.19.17

    ; ἐσιδόντες ὑπαὶ χειμῶνος αἴγλαν from under the storm-cloud, B.12.139; esp. of rescuing from under another's power, after the Verbs ἐρύεσθαι, ἁρπάζειν, ῥύεσθαι, ἐρύειν, Il.9.248, 13.198, 17.224, 235;

    ἤγαγεν ὑμέτερόνδ' ἀνδροκτασίης ὕ. λυγρῆς

    from the consequences of,

    23.86

    ; also ἵππους μὲν λῦσαν ὑ. ζυγοῦ from under the yoke, 8.543, Od.4.39; ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην I loosed myself from under the ram, 9.463; σπλάγχνων ὕπο ματέρος μόλεν, i.e. was born, Pi.N.1.35, cf. O.6.43; rarely in Trag.,

    ὑ. πτερῶν σπάσας E.Andr. 441

    ;

    περᾷ γὰρ ἥδ' ὑ. σκηνῆς πόδα Id.Hec.53

    ; once in Hdt.,

    τὰς δέ οἱ ἵππους ὑ. τοῦ ἅρματος νεμομένας ἀφανισθῆναι 4.8

    ;

    αἴ τις ὑ. τῶν νομίων τῶν ἐπιϝοικων ἀνχωρέῃ SIG47.27

    (Locris, v B.C.); cf. ὑπέκ.
    2 of the object under which a thing is or is placed, under, beneath, with collat. sense of motion, as μοχλὸν ὑ. σποδοῦ ἤλασα πολλῆς thrust it in under the embers, Od. 9.375;

    ὑ. στέρνοιο τυχήσας Il.4.106

    ;

    τοὺς μὲν ὑ. χθονὸς εὐρυοδείης πέμψαν Hes.Th. 717

    : also without the sense of motion,

    ὑπ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο Il.3.372

    ;

    βάθιστον ὑ. χθονός ἐστι βέρεθρον 8.14

    ;

    ἐτέθαπτο ὑ. χθονός Od.11.52

    ;

    κεκευθὼς πολεμίας ὑ. χθονός A.Th. 588

    ;

    ὑπ' ἀγκῶνος βέλη Pi.O.2.83

    ;

    νέρθεν ὑπ' ἐγκεφάλοιο Il.16.347

    ;

    τὰ ὑ. γῆς δικαιωτήρια Pl.Phdr. 249a

    ;

    δεξιὰν ὑφ' εἵματος κρύπτειν E.Hec. 342

    ; φέρειν ζώνης ὕπο ib. 762: Thom.Mag.p.375 R. says that ὑ. = under takes gen. in [dialect] Att., acc. in 'Hellenic' Greek; κατακρύψας ὑ. κόπρου, which is v.l. in Od.9.329 for ὑ. κόπρῳ, is called by Eust.1631.36 Ἀττικώτερον, ὁποῖον καὶ τὸ φέρειν τι ὑ. κόλπου ἢ ὑ. μάλης (v. κόλπος, μάλη); but in [dialect] Att. Prose, Hdt., and the Koine ὑ. c. gen. in signfs. 1.1, 2 is almost limited to these and a few other phrases, esp. ὑ. γῆς; it is not found at all in Th., LXX, Ptolemaic papyri, and NT; X. has ὑ. ἁμάξης ( = from under) An.6.4.22,25; the Orators have only ὑ. μάλης, Lys.Fr.54, D.29.12; ὑ. γῆς is found in Pl.Ap. 18b, Mx. 246d, R. 414d, al., Arist.Mete. 352b6, al., Hipparch.2.2.45, Plb.18.18.10 ([etym.] ὑ. τῆς γῆς), 21.28.3,10.
    II of Cause or Agency, freq. with pass. Verbs, and with intr. Verbs in pass. sense,

    μή πως τάχ' ὑπ' αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς Il.3.436

    , cf. 4.479;

    ἡνιόχοιο ἐν κονίῃσι πεσόντος ὑφ' Ἕκτορος 17.428

    ; εὖτ' ἂν πολλοὶ ὑφ' Ἕκτορος θνῂσκοντες πίπτωσι 1.242;

    τὸν.. τοκέα ὑ. τοῦ.. παιδὸς ἀποθνῄσκειν Hdt.1.137

    ;

    οἵαις ὑπ' αὐτοῦ πημοναῖσι κάμπτομαι A.Pr. 308

    , cf. Th.7, al.;

    πέλεκυς.. ὅς τ' εἶσιν διὰ δουρὸς ὑπ' ἀνέρος Il.3.61

    ;

    ὑπ' Ἀχαιῶν.. φοβέοντο.. ἀπὸ νηῶν 16.303

    ;

    πάσχειν δὲ κακῶς ἐχθρὸν ὑπ' ἐχθρῶν A.Pr. 1042

    (anap.);

    ὑ. τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες Th.1.77

    ;

    ἐκπεσόντες ὑ. τοῦ πλήθους Id.4.66

    ;

    ἀναστάτων Καμαριναίων γενομένων ὑ. Συρακοσίων Id.6.5

    ;

    ὑφ' ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑ. τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν Id.4.64

    ; κλύοντές ἐσμεν αἰσχίστους λόγους.. τοῦδ' ὑπ' ἀνδρὸς ἀρτίως we have been called shameful names by.., S.Aj. 1321; κακῶς ὑ. τῶν πολιτῶν ἀκούειν to be ill spoken of by.., Isoc.4.77, cf. Pl.Hp.Ma. 304e, X.An. 7.7.23; of a subordinate agent, ὑ. κήρυκος προαγορεύειν, ἀπειπεῖν κηρύκων ὕπο, Hdt.9.98, E.Alc. 737, cf. Th.6.32;

    ἐμῶν ὑπ' ἀγγέλων.. πορεύεται S.Tr. 391

    ;

    ὑ. ἀγγέλων πέμπων Pl.Phlb. 66a

    : sts. with a verbal Subst., τὸ ὑ. νόμου ἐπίταγμα (i. e. ἐπιταττόμενον) Id.R. 359a;

    ἐκφορὰ φίλων ὕπο A.Th. 1029

    ;

    ἡ ὑπ' ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσις X. Mem.2.1.34

    ;

    ἡ ὑ. πάντων τιμή Id.Cyr.3.3.2

    ;

    Ἥρας δεσμοὶ ὑ. ὑέος Pl. R. 378d

    ; so ἄτρωτον ἦν ὑ. στύγους ( = οὐ τετρωμένον) prob. in A.Ch. 532.
    2 also in pregnant phrases, not only of the immediate act of the agent, but also of its further result, ὅθ' ὑ. λιγέων ἀνέμων σπέρχωσιν ἄελλαι hasten driven on by them, Il.13.334; ὑφ' Ἕκτορος.. φεύγοντες fleeing before him, 18.149,

    χάσσονται ὑπ' ἔγχεος 13.153

    , cf. 7.64, 11.119, 424, Od.5.320, 7.263, al.;

    πράγματα εἶχον ὑ. λῃστῶν X.HG5.1.5

    ; ἔπαινον, αἰτίαν ἔχειν ὑ. τινῶν, Hdt.9.78, A.Eu.99;

    οὐκέτι ἀποχωρεῖν οἷόν τ' ἦν ὑ. τῶν ἱππέων Th.7.78

    , cf. Ar.V. 1084.
    3 freq. of things as well as persons,

    ὡς διάκειμαι ὑ. τῆς νόσου Th.7.77

    ;

    κεῖμαι νούσου ὕ. στυγερᾶς IG42(1).125.8

    (Epid., iii B.C.);

    χαλεπῶς ἔχειν ὑ. τραυμάτων Pl.Tht. 142b

    ;

    ὑ. δόρατος πλαγείς IG42(1).122.64

    (Epid., iv B.C.); ὑ. ἔχιος φῦμα ib.123.4 (ibid., iv B.C.); ἰάθη ὑ. ὄφιος ib.121.113 (ibid., iv B.C.);

    κατεσκεύασαν τὰς πύλας κλείεσθαι ὑ. σφύρας τε μεγάλης καὶ κτύπου παμμεγέθους γιγνομένου Aen.Tact.20.4

    : of the agency of feelings, passions, etc.,

    ἀνόρουσ' ὑ. χάρματος h.Cer. 371

    ; ἐνδακρύειν, ἀνολολύξαι χαρᾶς ὕπο, A.Ag. 541, 587;

    μαίνεται.. ὑφ' ἡδονῆς S.El. 1153

    ;

    χλωρὸς ὑπαὶ δείους Il.10.376

    ;

    ὑ. δέους ἔρρηξε φωνήν Hdt.1.85

    , cf. Th.6.33;

    οὐ δυνατὸν τὸν δῆμον ἐσόμενον ὑ. τῶν κακῶν καρτερεῖν Id.4.66

    ;

    ὑ. κακοῦ ἀγρυπνίῃσι εἴχετο Hdt.3.129

    ;

    ὑπ' ἄλγους A.Eu. 183

    ;

    ὑπ' ὀργῆς Ar.V. 1083

    ;

    ὑ. λύπης S.OT 1073

    : hence ὑπό is used even with active Verbs, where a passive word may be supplied, e.g. ὑ. ἀρετῆς καὶ προθυμίης συνεπλήρουν τὰς νέας from courage, i. e. impelled by courage, Hdt.8.1;

    ὤρυσσον ὑ. μαστίγων Id.7.22

    , cf. 56; οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ' ὑ. χειρὸς ἐμᾶς by my agency, S.Ph. 1118 (lyr.); αἰ μήτις αὐτὸς δοίη, μὴ ὑπ' ἀνάγκας not under compulsion, GDI5128.5 ([place name] Vaxos).
    4 ὑπό freq. serves to denote the attendant or accompanying circumstances,

    νέφος ἐρχόμενον κατὰ πόντον ὑ. Ζεφύροιο ἰωῆς Il.4.276

    , cf. 16.591, etc.: sts. with part. added, ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ' Ἀχαιῶν at their shouting, i.e. when they shouted, 2.334, 16.277;

    ἴαχε σάλπιγξ ἄστυ περιπλομένων δηΐων ὕ. 18.220

    .
    5 of accompanying music, to give the time,

    κώμαζον ὑπ' αὐλοῦ Hes.Sc. 281

    , cf. 278;

    ᾄδων ὑπ' αὐλητῆρος Archil.123

    , cf. Thgn.825, Charon Fr.9;

    πίνειν ὑ. σάλπιγγος Ar.Ach. 1001

    : generally, of anything attendant, δαΐδων ὕ. λαμπομενάων ἠγίνεον by torchlight, Il.18.492, cf. E.Hel. 639 (lyr.), Ion 1474 (lyr.);

    καταθάψομεν.. ὑ. κλαυθμῶν A.Ag. 1554

    (anap.);

    ὑπ' εὐκλείας θανεῖν E.Hipp. 1299

    ;

    εἴσειμ' ὑπαὶ πτερύγων κιχλᾶν καὶ κοψίχων Ar.Ach. 970

    ; ὑπ' εὐφήμου βοῆς θῦσαι offer a sacrifice accompanied by it, S.El. 630; ὑ. φανοῦ πορεύεσθαι by lantern-light, X.Lac.5.7; ὑ. πομπῆς ἐξάγειν τινά in or with solemn procession, Hdt.2.45, cf. Ar.Th. 1030; ὑ. βίης βήξας coughing with violence, violently, Hdt.6.107; ἐτόξευον ὑ. μαστίγων, i.e. they shot and lashed, X.An.3.4.25: v. infr. B. 11.4, C. IV. 1.
    6 ὑ. Ἑλλανοδικᾶν, = ἐπί c. gen., SIG171 (Olympia, iv B.C.).
    7 Math., ἡ ὑ. ΘΔΗ the angle ΘΔΗ ( = ἡ ὑ. τῶν ΘΔ, ΔΗ περιεχομένη γωνία), Procl. Hyp.2.26; but also τὸ ὑ. τῶν ΑΓ, ΓΒ the rectangle contained by ΑΓ, ΓΒ, = ΑΓ χ ΓΒ, Euc.2.4.
    8 ναῦλον ὄνων γ εἰς τὴν πόλιν ὑ. οἴνου laden with wine, Pap. in Hermes 28.163 (ii A.D.), cf. ib.479, and infr. C. IV. 2.
    B WITH DATIVE (esp. in Poets, never in LXX (Jb.12.5 is dub. l.) or NT, not common in Arist., Ptolemaic papyri, or Plb.), of Position under,

    ὑ. ποσσί Il.2.784

    , al.; ὑ. πλατανίστῳ ib. 307, cf. 18.558; ὑ. Τμώλῳ at its foot, 2.866, cf. Od.1.186;

    Βερύσιοι ὑ. τῇ Ἴδῃ IG12.191.11

    , cf. 373.118, al.;

    ὑ. τῇ ἀκροπόλι Hdt.6.105

    ; τῶν θανόντων ὑπ' Ἰλίῳ under its walls, E.Hec. 764, cf. A.Ag. 860;

    πέτρῃ ὕ. γλαφυρῇ εὗδον, Βορέω ὑπ' ἰωγῇ Od.14.533

    ;

    ὑ. τοῖς ὄρεσιν ἔχειν τὰς πηγάς Arist.Mete. 350b27

    ;

    ὑ. πέτρᾳ παῖς IG42(1).122.19

    (Epid., iv B.C.); ὑ. τῷ ναῷ ἀστραγαλίζοντος αὐτοῦ ib.121.25 (ibid., iv B.C.); ηυπὺ τῇ κλίνῃ τούτῃ ληνὸς (or Λῆνος) ηύπυ ib.14.871 (Cumae, v B.C.);

    στρουθοὶ ὑ. τῇ τραπέζῃ Michel 832.33

    (Samos, iv B.C.);

    ὑ. τῇ μασχάλῃ Hp.Art.11

    ;

    χέλυν δ' ὑ. μασχάλῃ εἶχεν h.Merc. 242

    ;

    ὑ. ταῖς μασχάλαις Arist.PA 688b5

    ,14; ὁ ὑ. τῇ γῇ ἀήρ under the earth, Id.Cael. 295a28; ἐὰν ὑ. σοὶ κατακλινῇ lies next below you, Pl.Smp. 222e; ὑφ' ἅρμασι under, i.e. yoked to, the chariot, Il.8.402, 18.244;

    εἶχε μάχαιραν ὑφ' αὑτῷ παρεσκευασμένος Plb.8.20.6

    codd., cf. POxy. 1800 Fr.2.36 (Vit.Aesop.);

    ὑ. τοῖς χιτωνίσκοις περιζώματα φοροῦσιν Plb.12.26a

    .4, cf. 13.7.9; τά τε θηρία καὶ τὰς ὑπ' αὐτοῖς σχεδίας under them, on which they stood, Id.3.46.8;

    τῆς γῆς τῆς ὑ. τῷ κόσμῳ κειμένης Timae.

    ap. eund.12.25.7;

    οἱ ὑ. τῇ ἄρκτῳ, τῇ μεσημβρία, οἰκοῦντες Adam.2.31

    , cf. Arist.Pr. 940a37, Phgn. 806b16;

    ὑ. τῷ μετώπῳ ὀφρύες Id.HA 491b14

    ;

    ὑ. τῷ γενείῳ Plb.34.10.9

    ;

    τὰ ὑ. τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις Hero

    *Deff.135.12;

    ὑ. τῷ δέρματι Gal. 18(2).102

    .
    2 with Verbs of motion, where rest or position follows, εἷσαν ὑ. φηγῷ set [him] down under it, Il.5.693;

    ἔζευξαν ὑφ' ἅρμασιν.. ἵππους Od.3.478

    , cf. Il.24.782;

    ὑ. δ' ἄξοσι.. ἔπιπτον 16.378

    , cf. X.Cyr.7.1.37;

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ θέμεναι Il.24.644

    .
    3 in such phrases as ὑ. χερσί τινος ἁλῶναι, δαμῆναι, 2.374, 860, al.;

    ἐμῇς ὑ. χερσὶ δάμασσον 3.352

    ;

    ὑ. δουρὶ δαμῆναι 5.653

    , etc.;

    ἔκπεσον ἵππων Ἀτρεΐδεω ὑ. χερσί 11.180

    ;

    ὤλετο.. ὑ. γαμφηλῇσι λέοντος 16.489

    ;

    πέπληγμαι δ' ὑπαὶ δάκει φοινίῳ A.Ag. 1164

    (lyr.);

    ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι Il.6.453

    ;

    ὑ. τινὶ κτείνεσθαι 16.490

    .
    4 behind,

    ὑ. φάλαγγι Ascl.Tact.6.1

    ; under the cover or protection of,

    ὑ. τούτῳ τῷ φράγματι τοὺς ὑπορύσσοντας εἶναι Aen.Tact.37.9

    ;

    ὑ. ταῖς αὑτῶν ἀσφαλείαις Plb. 1.57.8

    , 4.12.10, 16.6.1.
    II of the person under whose hand, power, or influence, or the thing by or through which a thing is done, ὑπ' Ἀργείοισι φέβοντο fled before them, Il.11.121; freq. in Hom. with intr. or pass. Verbs,

    ἐφόβηθεν ὑφ' Ἕκτορι Il.15.637

    ;

    ὁρμηθέντες ὑ. πληγῇσιν ἱμάσθλης Od.13.82

    ;

    βῆ.. θεῶν ὑ. πομπῇ Il.6.171

    ;

    ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο 23.215

    ;

    ὑ. λαίλαπι βέβριθε χθών 16.384

    ; τεκεῖν, τεκέσθαι ὑ. τινί, 2.714, 728, 742;

    ἀτῆθαι ὑ. τῷ μεμφομένῳ GDI4994.8

    ([place name] Crete);

    ὁ χρησμὸς ὁ γεγονὼς ὑ. τοῖ Ἀπόλλωνι Inscr.Magn.38.5

    , cf. 12,31,52.
    2 expressing subjection or dependence, ὑ. τινί under one's power,

    δέδμητο δὲ λαὸς ὑπ' αὐτῷ Od.3.305

    , cf. Il.9.156;

    ὑπ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν Od. 7.68

    ; εἶναι ὑ. τισί to be subordinate, subject to them, Th.1.32; ὑ. Χείρωνι τεθραμμένος under the eye of.., Pl.R. 391c; ἔχειν ὑφ' ἑαυτῷ have under one, at one's command, X.Cyr.2.1.26;

    τὰ θηρία τὰ ὑ. τοῖς ἀνθρώποις Pl.R. 563c

    ;

    ὑ. τινὶ στρατεύσασθαι Plu.Cic.44

    : in pregnant sense,

    ἵνα.. πάντα ὑ. Πέρσῃσι γένηται Hdt.7.11

    , cf. Th.7.64;

    ὑπ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι Hdt.7.157

    ;

    κινδυνεύσαιμ' ἂν ὑ. τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ Lys.24.6

    ;

    ὑ. τῷ Μακεδόνι ταττομένων Plb.18.11.4

    ;

    τοὺς τραφέντας ὑ. τούτοις Id.6.7.2

    .
    3 of the subordination of things coming under a class,

    αἱ ὑ. ταῖς τέχναις ἐργασίαι Pl.Smp. 205c

    ;

    τὸ ὑ. ταῖς γεωμετρίαις Id.R. 511b

    ;

    ὄργανα.. τὰ ὑ. τῇ μουσικῇ Id.Hp.Ma. 295d

    .
    4 as in A. 11.5, ὑπ' αὐλητῆρι πρόσθ' ἔκιον advanced to the music of the flute-player, Hes.Sc. 283; ὑπ' αὐλῷ, ὑ. κήρυκι καὶ θεολόγῳ, Luc.DDeor.2.2, Alex.19;

    ὑ. μάστιξι διορύττειν τὸν Ἄθω Plu.2.470e

    : generally, of attendant circumstances,

    ἐξ ἁλὸς εἶσι.. πνοιῇ ὕπο Ζεφύροιο Od.4.402

    ; ὑ. ῥάβδοις καὶ πελέκεσι κατιών escorted by the lictors, Plu.Publ.10; ὑ. σκότῳ, νυκτί, A.Ag. 1030 (lyr.), A.R. 1.1022, etc.;

    λάμπει δ' ὑ. μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός B.3.17

    ;

    αἰθομένα δᾲς ὑ. ξανθαἵσι πεύκαις Pi.Fr.79

    ;

    ὑ. φωτὶ πολλῷ προσῄει Plu.Galb.14

    ;

    ὑ. λαμπάσιν ἡμμέναις Hld.10.41

    ; ὑ. πολλῷ στρατῷ escorted by a great host, Nic.Dam.10J.;

    ὑ. δικαιοσύνῃ διαγαγεῖν τὸν βίον Pl.Ep. 335d

    .— ὑπό has no sense c. dat. which it has not also c. gen.; but all its senses c. gen. do not belong to the dat.:—later ὑπό c. dat. is found as a mere periphr. of the dat.,

    στέφος.. αὐτὸς ὑφ' ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις AP5.73

    (Rufin.), cf. 85 (Claudian.);

    λέων ὑπ' ἄκοντι τετυμμένος A.R.2.26

    , cf. Man.2.131.
    C WITH ACCUSATIVE, of Place; to express motion towards and under an object, ὑ. σπέος ἤλασε μῆλα drove them under, i.e. into, the cave, Il.4.279;

    ὑ. ζυγὸν ἤγαγεν Od.3.383

    ; σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑ. γαῖαν, i.e. shall die, Il.18.333;

    νέεσθαι ὑ. ζόφον 23.51

    , cf. Od.3.335; κατακρύπτειν τινὰ ὑ. τὴν αὐτὴν θύρην under shelter of it, i.e. behind it, Hdt.1.12;

    πάϊς ὣς ὑ. μητέρα δύσκεν εἰς Αἴαντα Il.8.271

    ;

    ὅκως ἔωσι ὑ. τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον Hdt.9.96

    ;

    ὑ. τὸν πρῶτον λόχον τῶν ὁπλιτῶν τὸν πρῶτον λόχον τῶν ψιλῶν τετάχθαι Ael.Tact.15.2

    ; of coming close up under a lofty citadel, ἤλθεθ' ὑ. Τροίην up to T., Od.4.146;

    ὅτ' ἔμελλεν ὑ. πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι Il.11.181

    ;

    παυρότερον λαὸν ἀγαγόνθ' ὑ. τεῖχος ἄρειον 4.407

    ;

    ὑ. τὰ τείχη φεύγειν Plb.1.74.11

    ;

    ὑ. τὰς ἴλας φεύγειν Id.3.65.7

    , cf. 3.105.6, 11.21.5, al.;

    ὑ. ταὐτὸ στέγος εἰσελθεῖν GDI3536

    B 3 ([place name] Cnidus);

    πᾶν ὃ ἐὰν ἔλθῃ.. ὑ. τὴν ῥάβδον LXXLe.27.32

    , cf. De.4.11, al.; so ὑ. δικαστήριον ὑπαχθείς, ἀγαγόντες, Hdt.6.72, 104 (cf. ὑπάγειν ὑ. τοὺς ἐφόρους ib.82) prob. refers to the elevated seats of the judges in court, cf. ὑπάγω A ΙΙ.
    2 of Position or Extension under an object, without sense of motion,

    Ἀρκαδίην ὑ. Κυλλήνης ὄρος Il.2.603

    , cf. 824, etc.;

    ἰκριώσασι ὑ. τὴν ὀροφήν IG12.374.76

    ; ἐργασαμένοις τὸ ἄνθεμον ὑ. τὴν ἀσπίδα ib.371.9;

    τὰ μὲν ὑ. τὸν λόφον καὶ τὰμ φάραγγα Inscr.Prien.37.162

    (ii B.C.);

    ἀνθέντω ὑ. τὸν ναὸν τᾶς Δάματρος IG5(1).1498.13

    (loc. inc., ii B.C.); ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε everywhere under the sun, Il.5.267;

    ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο φοιτῶσι Od.2.181

    ;

    τῶν ὑ. τοῦτον τὸν ἥλιον.. ἀνθρώπων D.18.270

    ;

    τὰ ὑ. τὴν ἄρκτον Hdt. 5.10

    , cf. Arist.Mete. 362a17;

    οἴκησις ἡ λεγομένη ὑ. τὸν πόλον Gem.5.38

    , cf. 16.21, al.;

    ὑ. τὸν οὐρανόν LXXEx.17.14

    , al., UPZ106.14 (i B.C.);

    τὸ ὑ. τὴν ἀκρόπολιν Th.2.17

    ;

    ὁ ὑ. γῆν λεγόμενος εἶναι θεός Hdt.7.114

    , cf. Il.19.259; ὑ. γῆν is more freq. than ὑ. γῆς in Arist., Mete. 349b29, al., in Hipparch., 1.3.10, al., and entirely supersedes ὑ. γῆς in Hdt., 2.124, 125, 127, 148, 150, 3.102, 4.195, 7.114, and Gem., 2.19, al.; it is found also in Plb.21.28.11, etc.; ὑ. γῆν the nadir, opp. μεσουράνημα, PLond.1.98r.49, 110.33 (i/ii A.D.); also

    ἄγχε δέ μιν.. ἱμὰς ἁπαλὴν ὑ. δειρήν Il.3.371

    ;

    Τρῶες.. πτῶσσον ὑ. κρημνούς 21.26

    ;

    ἀγέροντο.. ἄλσος ὕ. σκιερόν Od.20.278

    ;

    τρωφεὶς ὑ. τὸν ὀφθαλμόν IG42(1).122.120

    (Epid., iv B.C.);

    οὐλὴ ὑπ' ὀφθαλμὸν δεξιόν PCair.Zen76.13

    (iii B.C.);

    ὑ. τὸ μέρος τοῦ ἐνοφειλομένου ὑπογραψάτω ὅσον ἰδίᾳ ἔχει PRev.Laws 19.2

    (iii B.C.);

    κείμενος ὑ. τὸν ὀμφαλόν Sor.1.7

    , cf. 67, al.;

    ὑ. τὰς πύλας ἵππων πόδες φαίνονται Th.5.10

    ;

    μὴ ὑποτιθέναι κύλικα ὑ. τὴν κλίνην IG12(5).593

    A21 (Ceos, v B. C.); ὑ. τὸν ὀδόν ib.42(1).102.249 (Epid., iv B.C.);

    καταψύξατε ὑ. τὸ δένδρον LXX Ge.18.4

    ; ὑ. τὸν λέβητα ib.Ec.7.7(6); ὑ. τοὺς πόδας ib.La.3.34;

    εἰς τοὺς ὑ. πόδα χωρεῖ τόπους Dsc.5.75

    (v.

    πούς 1.6

    g); ἡ ὑ. πόδα (sc. γραμμή ) the base of a triangle, Hero *Mens.55; also ὑπ' αὐγὰς.. λεύσσουσαι πέπλους holding them up to the light, E.Hec. 1154; also ὑ. τὸν ὀφθαλμόν close to the eye, Arist. Pr. 874a9;

    ὑποκειμένης τῆς Εὐβοίας ὑ. τὴν Ἀττικήν Isoc.4.108

    ;

    ὑπ' αὐτὴν ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα S.El. 720

    ;

    εἰ θεωρήσειεν ὑπ' αὐγὰς τὸν ἀνθρώπειον βίον Iamb.Protr.8

    (cf.

    αὐγή 1

    ): of subordinate position.

    κατακλίνεσθαι ὑ. τινά Luc.Symp.9

    ; τίς ὑ. τίνα; who is next to whom, Onos.10.2.
    b Math., ὁ κύβος ὁ ὑ. τὴν.. σφαῖραν inscribed in the sphere, Papp.440.5;

    εἶναι ὑ. τὸ αὐτὸ ὕψος Euc.11.29

    , Archim.Sph.Cyl.1.19; ὑ. τὰν αὐτὰν γωνίαν subtending.., Id.Aren. 1.20 (cj.), cf. 21;

    αἱ γωνίαι ὑφ' ἃς αἱ ὁμόλογοι πλευραὶ ὑποτείνουσι Euc.6.6

    ,al.
    II of subjection, control, dependence, never in Hom., once in Hdt.,

    ὑ. βασιλέα δασμοφόρος 7.108

    ;

    ὑ. σφᾶς ποιεῖσθαι Th.4.60

    , cf. Pl.R. 348d, Arist. HA 488a10, etc.;

    ἕως κα ᾖ ὑ. τὸν πατέρα Test.Epict.3.29

    ;

    ὑ. τιν' ἦν τῶν βασιλέων Men.340

    ;

    τί δ' οὐ κρατέοντος ὑπ' ἰσχύν; Call.Jov.75

    , cf. 74;

    ὑ. Δία Γῆν Ἥλιον Sammelb. 5616

    (i A.D.), POxy.722.6 (i/ii A.D.), etc. (v.

    ἥλιος 11.1

    );

    ὑ. θεὸν καὶ ἄνθρωπον Michel854.52

    (Halic., iii B.C.);

    τοῦ τοπαρχοῦντος ὑ. σέ PCair.Zen.322.3

    (iii B.C.);

    στρατενσάμενον ὑ. ἄρχοντα Ἀντίοχον IG12(1).43.7

    ([place name] Rhodes);

    μηδὲ ὑ. δεσπότην ὤν LXXPr. 6.7

    , cf. Ps.143.2; for ὑ. χεῖρα, v. χείρ; οἱ ὑ. τινά X.Cyr.3.3.6,8.8.5, etc.;

    τοῖς ὑφ' αὑτὸν τεταγμένοις GDI3750.75

    ([place name] Rhodes).
    III of Time, in the course of, during, or to be left untranslated in English,

    ἐκέλευε Τοωσὶ ποτὶ πτόλιν ἡγήσασθαι νύχθ' ὕ. τήνδ' ὀλοήν Il.22.102

    ;

    ὑ. τὴν νύκτα ταύτην Hdt.9.51

    , cf. 58; ὑ. τὴν πρώτην ἐπελθοῦσαν νύκτα ἀπέδρη Id 6.2;

    τῆς κολοκύνθης.. ἣ ἐγενήθη ὑ. νύκτα καὶ ὑ. νύκτα ἀπώλετο LXXJn.4.10

    : rarely with stress on the duration, πάνθ' ὑ. μηνιθμόν throughout its continuance, Il.16.202;

    ὑ. τὸν παρεόντα τόνδε πόλεμον Hdt.9.60

    ; οὐδὲν τῶν κατ' Αἴγυπτον ὑ. ταῦτα ἑτεροιωθῆναι during that time, Id.2.142;

    ὑ. τὸν χρόνον ὃν οἱ ἑξήκοντα καὶ τριηκόσιοι ἦρχον οἵδε ἐθεόρεον IG12(8).276.4

    ([place name] Thasos).
    2 also of Time, about, sts. more precisely at, and of events, about or at the time of, ὑπ' αὐτὸν τὸν χρόνον ὅτε .. Ar.Ach. 139, cf. Hdt.7.165;

    ὑπ' αὐτὸν τὸν καιρόν Plb. 11.27.4

    , 16.15.8; ὑφ' ἕνα καιρόν at one time, Diog.Oen.38;

    ὑ. τὸν αὐτὸν χρόνον Th.2.26

    ;

    ὑ. τοὺς αὐτοὺς χρόνους Id.1.100

    ;

    ὑ. τὸν σεισμόν Id.2.27

    , cf. Plb.4.33.5, Plu.Alex.14; ὑ. τὴν ἑωθινήν, ὑ. τὴν ὄρφνην, Plb. 18.19.5,7;

    ὑ. τὸν ὄρθρον Act.Ap.5.21

    , Gp.2.4.3; ποιεῖσθαι τοὺς περιπάτους ὑ. τὸ ψῦχος in the cool of the morning, Plb.5.56.10; ὑφ' ἓν πάντες all at once, at the same time, Arr.Epict.3.22.33, cf. S.E.M. 10.124, Sor.1.103, al.; παιδάριον ὑ. τὴν ἀναπνοὴν ἑπτὰ καὶ πέντε στίχους συνεῖρον in one breath, Plb.10.47.9; ὑφ' ἓν ἐκτρῖψαι at one blow, LXX Wi.12.9; ὑ. μίαν ἄρσιν καὶ θέσιν ἀνατείνοντες καὶ κατατιθέμενοι, of a squad of diggers, Gp.2.45.5; ὑ. μίαν φωνήν Aristeas 178; πῶς γὰρ ἂν ὑ. τὰς αὐτὰς ἡμέρας ἔν τε τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἐν τῇ Κιλικίᾳ.. πολεμήσειε; at the same time, D.C.36.35; sts. c. part., ὑ. τὸν νηὸν κατακαέντα at the time of its burning, Hdt.1.51; ὑ. τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου just at the end, X.Mem.2.8.1, cf. Plu.Mar.46; ὑ. τὸν θυμὸν ἐκ χειρὸς ἐπιστρατευσαμένων at the very time of their anger, Plb. 2.19.10;

    ὑ. παροξυσμόν Gal.19.215

    ; παραδόντω τοῖς αἱρεθεῖσι εἰς τὸν ὑπ' αὐτὰ (or ὕπαυτα as Adv. = ἑξῆς)

    ἐνιαυτόν IG9(1).694.60

    (Corc., ii/i B.C.);

    ὑ. κύνα Arist.HA 547a14

    , Thphr.CP1.13.3, D.S.19.109;

    ὑ. τὰς θερινὰς [τροπὰς] καὶ τοῦ κυνὸς τὴν ἐπιτολήν Gp.2.6.17

    .
    IV of accompaniment,

    ὑπὸ ὄρχησίν τε καὶ ᾠδήν Pl.Lg. 670a

    ;

    ὑ. αὐλὸν διαλέγεσθαι X.Smp.6.3

    codd. (ὑ. τοῦ αὐλοῦ Cobet); ὑ. κήρυκα (v.

    κῆρυξ 1.3

    ).—Compare A.11.5, B.11.4.
    2 ὄνον ἕνα ὑ. λαχανόσπερμον laden with.., Meyer Ostr.81.2 (i A. D.), cf. PFay.p.324 (i A.D.);

    ὄνοι ὑ. δένδρα BGU 362i6

    , al. (iii A.D.); cf. supr. A.11.8.
    D POSITION: ὑ. can follow its Subst., becoming by anastrophe ὕπο. It is freq. separated from the Subst. by intervening words, as in Il.2.465, Od.5.320, 7.130:— ὑπαί is placed after its case in A. Eu. 417, S.El. 1418, Inach. l.c., although acc. to Hdn.Gr.1.480 it cannot suffer anastrophe.
    E AS ADV., under, below, beneath, freq. in Hom.; esp. of young animals, under the mother, i.e. at the breast, Od.4.636, 21.23.
    2 behind, Hdt.7.61: cf. C. 1.
    II ὑπ' ἐκ or ὑπέκ, v. ὑπέκ.—In Hom. the separation of the Prep. from its Verb by tmesis is very freq., and sts. it follows, in which case it suffers anastrophe,

    φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ Od.9.17

    .
    F IN COMPOSITION:
    I under, as well of rest as of motion, as in ὕπειμι, ὑποβαίνω, etc.
    2 of the casing or covering of one thing with another, as ὑπάργυρος, ὑπόχρυσος.
    3 of the agency or influence under which a thing is done, to express subjection or subordination, ὑποδαμνάω, ὑποδμώς, ὑφηνίοχος, cf. ἐπί G. 111.
    II denoting what is in small degree or gradual, somewhat, a little, as in ὑποκινέω, ὑποδεής, ὑπόλευκος (so in tmesi,

    ὑ. τι ἀσεβῆ Pl.Phdr. 242d

    , cf. Grg. 493c;

    ὑ. τι μικρὸν ἐπιθήκισα Ar.V. 1290

    (lyr.)).
    III underhand, secretly, as in ὑποθέω, ὑποθωπεύω, ὑποκορίζομαι, ὑπόρνυμι.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπό

  • 80 πατήρ

    πατήρ, πατρός, ὁ (Hom.+) acc. somet. πατέραν (ApcEsdr 2:6 p. 25, 26 Tdf.); voc. πάτερ; for this the nom. w. the art. ὁ πατήρ Mt 11:26; Mk 14:36; Lk 10:21b; Ro 8:15; Gal 4:6.—The vv.ll. πατήρ without the art. for the voc., in J 17:11, 21, 24, and 25 is regarded by B-D-F §147, 3 as a scribal error (but as early as II A.D. BGU 423, 11 has κύριέ μου πατήρ. Perh. even PPar 51, 36 [159 B.C.]). S. also W-S. §29, 4b and Mlt-H. 136; ‘father’.
    the immediate biological ancestor, parent
    male, father (of Noah Did., Gen. 165, 6) Mt 2:22; 4:21f; 8:21; 10:21; Mk 5:40; 15:21; Lk 1:17 (after Mal 3:23); J 4:53; Ac 7:14; 1 Cor 5:1; B 13:5 al. οἱ τῆς σαρκὸς ἡμῶν πατέρες our physical fathers Hb 12:9a.
    male and female together as parents οἱ πατέρες parents (Pla., Leg. 6, 772b; Dionys. Hal. 2, 26; Diod S 21, 17, 2; X. Eph. 1, 11; 3, 3; Kaibel 227) Hb 11:23.—Eph 6:4; Col 3:21 (Apollon. Rhod. 4, 1089 of parents who are inclined to become λίην δύσζηλοι toward their children).
    one from whom one is descended and generally at least several generations removed, forefather, ancestor, progenitor, forebear: of Abraham (Jos., Ant. 14, 255 Ἀ., πάντων Ἑβραίων πατήρ; Just., D. 100, 3) Mt 3:9; Lk 1:73; 16:24; J 8:39, 53, 56; Ac 7:2b. Of Isaac Ro 9:10. Jacob J 4:12 (JosAs 22:5). David Mk 11:10; Lk 1:32. Pl. οἱ πατέρες the forefathers, ancestors (Hom. et al.; oft. LXX; En 99:14; PsSol 9:10; ParJer 4:10; Jos., Ant. 13, 297; Just., D. 57, 2 and 136, 3; Mel., P. 87, 654) Mt 23:30, 32; Lk 1:55; 6:23, 26; 11:47f; J 4:20; 6:31; Ac 3:13, 25; Hb 1:1; 8:9 (Jer 38:32); B 2:7 (Jer 7:22); 5:7; 14:1; PtK 2 p. 15, 6 (Jer 38:32).
    one who provides moral and intellectual upbringing, father
    in a positive sense (Epict. 3, 22, 81f: the Cynic superintends the upbringing of all pers. as their πατήρ; Procop. Soph., Ep. 13; Ael. Aristid. 47 p. 425 D.: Pla. as τῶν ῥητόρων π. καὶ διδάσκαλος; Aristoxenus, Fgm. 18: Epaminondas is the ἀκροατής of the Pythagorean Lysis and calls him πατήρ; Philostrat., Vi. Soph. 1, 8 p. 10, 4 the διδάσκαλος as πατήρ) ἐὰν μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλʼ οὐ πολλοὺς πατέρας 1 Cor 4:15 (cp. GrBar 13:4 εἰς πνευματικοὺς πατέρας; on the subject matter ADieterich, Mithraslit. 1903, 52; 146f; 151; Rtzst., Mysterienrel.3 40: ‘he [the “mystes”] by these teachings becomes the parent of the novice. We find undoubted examples of πατήρ as a title in the Isis cult in Delos, in the Phrygian mystery communities, in the Mithras cult, in the worshipers of the θεὸς ὕψιστος and elsewh.’). Of Jesus ὡς πατὴρ υἱοὺς ἡμᾶς προσηγόρευσεν as a father he called us (his) sons 2 Cl 1:4 (cp. Ps.-Clem., Hom. 3, 19; ὁ Χριστὸς π. τῶν πιστευόντων ὑπάρχει Did., Gen. 106, 6.—ὁ Ἰησοῦς, ὁ π. [=founder] τῆς τοιαύτης διδασκαλίας Orig., C. Cels. 2, 44, 32).
    in a neg. sense of the devil (for patristic trad. s. Lampe s.v. πατήρ D)
    α. as father of a group of Judeans J 8:44ab, as verdict on the sin of the opposition to God’s purpose in Jesus, not on the person (cp. descriptions of dissidents at Qumran, esp. 1QS and 1QH, w. focus on aspect of deception).
    β. as father of lies (Celsus 2, 47 as π. τῆς κακίας) vs. 44c (on πατήρ in the sense of ‘originator’ cp. Caecil. Calact., Fgm. 127 ὁ π. τοῦ λόγου=the author of the book). On the view that in 44a and c there might be a statement about the father of the devil s. Hdb.3 ad loc. (NDahl, EHaenchen Festschr. ’64, 70–84 [Cain]).—LDürr, Geistige Vaterrschaft in: Herwegen Festschr. ’38, 1–30.
    a title of respectful address, father
    as an honorary title (Diod S 21, 12, 2; 5; Ps.-Callisth. 1, 14, 2 πάτερ; 4 Km 2:12; 6:21; 13:14; Test Abr B 2 p. 106, 3 [Stone p. 60] καλὲ πάτερ; Jos., Ant. 12, 148; 13, 127; Just., D. 3, 7. Also PGen 52, 1; 5 κυρίῳ καὶ πατρὶ Ἀμινναίῳ Ἀλύπιος; UPZ 65, 3 [154 B.C.]; 70, 2; BGU 164, 2; POxy 1296, 15; 18; 1592, 3; 5; 1665, 2) Mt 23:9a; specif. in addressing the members of the High Council Ac 7:2a; cp. 22:1 (of Job in TestJob 53:3 ὁ πατὴρ τῶν ὀρφανῶν).
    as a designation of the older male members of a church (as respectful address by younger people to their elders Hom. et al. S. also a.) 1J 2:13, 14b.
    revered deceased persons with whom one shares beliefs or traditions, fathers, ancestors
    generation(s) of deceased Christians 2 Pt 3:4; 1 Cl 23:3=2 Cl 11:2 (an apocryphal saying, at any rate interpreted in this way by the Christian writers). Christians of an earlier generation could also be meant in 1 Cl 30:7; 60:4; 62:2; 2 Cl 19:4. Yet it is poss. that these refer to
    the illustrious religious heroes of the OT, who are ‘ancestors’ even to gentile Christians, who are validated as Israelites (Just., D. 101, 1). In 1 Cor 10:1 Paul calls the desert generation of Israelites οἱ πατέρες ἡμῶν (the ‘philosophers’ of earlier times are so called in Cleopatra 114f). Likew. Ro 4:12b Abraham ὁ πατὴρ ἡμῶν (on this s. c below). The latter is also so referred to Js 2:21; 1 Cl 31:2; likew. the patriarch Jacob 4:8.
    the ‘fatherhood’ can also consist in the fact that the one who is called ‘father’ is the prototype of a group or the founder of a class of persons (cp. Pla., Menex. 240e οὐ μόνον τῶν σωμάτων τῶν ἡμετέρων πατέρας ἀλλὰ καὶ τῆς ἐλευθερίας; 1 Macc 2:54). Abraham who, when he was still uncircumcised, received the promise because of his faith, and then received circumcision to seal it, became thereby πατὴρ πάντων τῶν πιστευόντων διʼ ἀκροβυστίας father of all those who believe, though they are uncircumcised Ro 4:11 and likew. πατὴρ περιτομῆς father of those who are circumcised vs. 12a, insofar as they are not only circumcised physically, but are like the patriarch in faith as well. Cp. 4:16, 17 (Gen 17:5).
    the supreme deity, who is responsible for the origin and care of all that exists, Father, Parent (Just., A II, 6, 2 τὸ δὲ πατὴρ καὶ θεὸς καὶ κτίστης καὶ κύριος καὶ δεσπότης οὐκ ὀνόματά ἐστιν, ἀλλʼ … προσφήσεις ‘the terms, father, god, founder, lord, and master are not names but … modes of address [in recognition of benefits and deeds])
    as the originator and ruler (Pind., O. 2, 17 Χρόνος ὁ πάντων π.; Pla., Tim. 28c; 37c; Stoa: Epict. 1, 3, 1; Diog. L. 7, 147; Maximus Tyr. 2, 10a; Galen XIX p. 179 K. ὁ τῶν ὅλων πατὴρ ἐν θεοῖς; Job 38:28; Mal 2:10; Philo, Spec. Leg. 1, 96 τῷ τοῦ κόσμου πατρί; 2, 6 τὸν ποιητὴν καὶ πατέρα τῶν ὅλων, Ebr. 30; 81, Virt. 34; 64; 179; 214; Jos., Ant. 1, 20 πάντων πατήρ; 230; 2, 152; 7, 380 πατέρα τε καὶ γένεσιν τῶν ὅλων; Herm. Wr. 1, 21 ὁ πατὴρ ὅλων … ὁ θεὸς κ. πατήρ; 30 al., also p. 476, 23 Sc. δεσπότης καὶ πατὴρ καὶ ποιητής; PGM 4, 1170; 1182; Just., A I, 45, 1 ὁ π. τῶν πάντων θεός; D. 95, 2 ὁ πατὴρ τῶν ὅλων; Ath. 27, 2; Iren.; Orig., C. Cels. 1, 46, 34; Hippolyt.; π. δὲ δὶα τὸ εἶναι πρὸ τῶν ὅλων Theoph. Ant. 1, 4 [p. 64, 8]) ὁ πατὴρ τῶν φώτων the father of the heavenly bodies Js 1:17 (cp. ApcMos 36 v.l. [MCeriani, Monumenta Sacra et Profana V/1, 1868] ἐνώπιον τοῦ φωτὸς τῶν ὅλων, τοῦ πατρὸς τῶν φώτων; 38).
    as ὁ πατὴρ τῶν πνευμάτων Hb 12:9b (cp. Num 16:22; 27:16 and in En the fixed phrase ‘Lord of the spirits’).—SeePKatz, Philo’s Bible ’50, p. 33, 1.
    as father of humankind (since Hom. Ζεύς is called πατήρ or πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε; Diod S 5, 72, 2 πατέρα δὲ [αὐτὸν προσαγορευθῆναι] διὰ τὴν φροντίδα καὶ τὴν εὔνοιαν τὴν εἰς ἅπαντας, ἔτι δὲ καὶ τὸ δοκεῖν ὥσπερ ἀρχηγὸν εἶναι τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων=‘[Zeus is called] father because of his thoughtfulness and goodwill toward all humanity, and because, moreover, he is thought of as originator of the human race’, cp. 3, 61, 4; 5, 56, 4; Dio Chrys. 36 [53], 12 Zeus as π. τῶν ἀνθρώπων, not only because of his position as ruler, but also because of his love and care [ἀγαπῶν κ. προνοῶν]. Cp. Plut., Mor. 167d; Jos., Ant. 4, 262 πατὴρ τοῦ παντὸς ἀνθρώπων γένους. In the OT God is called ‘Father’ in the first place to indicate a caring relationship to the Israelite nation as a whole, or to the king as the embodiment of the nation. Only in late writers is God called the Father of the pious Israelite as an individual: Sir 23:1, 4; Tob 13:4; Wsd 2:16; 14:3; 3 Macc 5:7.—Bousset, Rel.3 377ff; EBurton, ICC Gal 1921, 384–92; RGyllenberg, Gott d. Vater im AT u. in d. Predigt Jesu: Studia Orient. I 1925, 51–60; JLeipoldt, D. Gotteserlebnis Jesu 1927; AWilliams, ‘My Father’ in Jewish Thought of the First Century: JTS 31, 1930, 42–47; TManson, The Teaching of Jesus, ’55, 89–115; HMontefiore, NTS 3, ’56/57, 31–46 [synoptics]; BIersel, ‘D. Sohn’ in den synopt. Ev., ’61, 92–116).
    α. as a saying of Jesus ὁ πατήρ σου Mt 6:4, 6b, 18b. ὁ πατὴρ ὑμῶν Mt 6:15; 10:20, 29; 23:9b; Lk 6:36; 12:30, 32; J 20:17c. ὁ πατὴρ αὐτῶν (=τῶν δικαίων) Mt 13:43. ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν (τοῖς) οὐρανοῖς (the synagogue also spoke of God as ‘Father in Heaven’; Bousset, Rel.3 378) Mt 5:16, 45; 6:1; 7:11; Mk 11:25. ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος Mt 5:48; 6:14, 26, 32. Cp. 23:9b. ὁ πατὴρ ὁ ἐξ οὐρανοῦ Lk 11:13. ὁ πατήρ σου ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ (or κρυφαίῳ) Mt 6:6a, 18a.—For the evangelist the words πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς Mt 6:9 refer only to the relation betw. God and humans, though Jesus perh. included himself in this part of the prayer. The same is true of πάτερ ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου Lk 11:2 (for invocation in prayer cp. Simonides, Fgm. 13, 20 Ζεῦ πάτερ).—ELohmeyer, D. Vaterunser erkl. ’46 (Eng. tr. JBowden, ’65); TManson, The Sayings of Jesus, ’54, 165–71; EGraesser, Das Problem der Parusieverzögerung in den synopt. Ev. usw., Beih. ZNW 22, ’57, 95–113; AHamman, La Prière I, Le NT, ’59, 94–134; JJeremias, Das Vaterunser im Lichte der neueren Forschung, ’62 (Eng. tr., The Lord’s Prayer, JReumann, ’64); WMarchel, Abba, Père! La Prière ’63; also bibl. in JCharlesworth, ed., The Lord’s Prayer and Other Prayer Texts fr. the Greco-Roman Era ’94, 186–201.
    β. as said by Christians (Sextus 59=222; 225 God as π. of the pious. The servant of Sarapis addresses God in this way: Sb 1046; 3731, 7) in introductions of letters ἀπὸ θεοῦ πατρὸς ἡμῶν: Ro 1:7; 1 Cor 1:3; 2 Cor 1:2; Gal 1:3, cp. vs. 4; Eph 1:2; Phil 1:2; Col 1:2; Phlm 3; 2 Th 1:2 (v.l. without ἡμῶν); without ἡμῶν 1 Ti 1:2 (v.l. with ἡμῶν); 2 Ti 1:2; Tit 1:4; 2J 3a (here vs 3b shows plainly that it is not ‘our’ father, but the Father of Jesus Christ who is meant).—πατὴρ ἡμῶν also Phil 4:20; 1 Th 1:3; 3:11, 13; 2 Th 2:16; D 8:2; 9:2f. τὸν ἐπιεικῆ καὶ εὔσπλαγχνον πατέρα ἡμῶν 1 Cl 29:1. Likew. we have the Father of the believers Ro 8:15 (w. αββα, s. JBarr, Abba Isn’t Daddy: JTS 39, ’88, 28–47; s. also JFitzmyer, Ro [AB] ad loc.); 2 Cor 1:3b (ὁ πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν; s. οἰκτιρμός); 6:18 (cp. 2 Km 7:14); Gal 4:6; Eph 4:6 (πατὴρ πάντων, as Herm. Wr. 5, 10); 1 Pt 1:17. ὁ οἰκτίρμων καὶ εὐεργετικὸς πατήρ 1 Cl 23:1. Cp. 8:3 (perh. fr. an unknown apocryphal book). πάτερ ἅγιε D 10:2 (cp. 8:2; 9:2f).
    γ. as said by Judeans ἕνα πατέρα ἔχομεν τὸν θεόν J 8:41b. Cp. vs. 42.
    as Father of Jesus Christ
    α. in Jesus’ witness concerning himself ὁ πατήρ μου Mt 11:27a; 20:23; 25:34; 26:29, 39, 42, 53; Lk 2:49 (see ὁ 2g and Goodsp., Probs. 81–83); 10:22a; 22:29; 24:49; J 2:16; 5:17, 43; 6:40 and oft. in J; Rv 2:28; 3:5, 21. ἡ βασιλεία τοῦ πατρός μου 2 Cl 12:6 in an apocryphal saying of Jesus. ὁ πατήρ μου ὁ ἐν (τοῖς) οὐρανοῖς Mt 7:21; 10:32, 33; 12:50; 16:17; 18:10, 19. ὁ πατήρ μου ὁ οὐράνιος 15:13; 18:35 (Just., A I, 15, 8). Jesus calls himself the Human One (Son of Man), who will come ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ 16:27; Mk 8:38. Abs. ὁ πατήρ, πάτερ Mt 11:25, 26; Mk 14:36 (s. GSchelbert, FZPhT 40, ’93, 259–81; response ERuckstuhl, ibid. 41, ’94, 515–25; response Schelbert, ibid. 526–31); Lk 10:21ab; 22:42; 23:34, 46 (all voc.); J 4:21, 23ab; 5:36ab, 37, 45; 6:27, 37, 45, 46a, 65 and oft. in J. Father and Son stand side by side or in contrast Mt 11:27bc; 24:36; 28:19; Mk 13:32; Lk 10:22bc; J 5:19–23, 26; 1J 1:3; 2:22–24; 2J 9; B 12:8. WLofthouse, Vater u. Sohn im J: ThBl 11, ’32, 290–300.
    β. in the confession of the Christians π. τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Ro 15:6; 2 Cor 1:3a; Eph 1:3; Col 1:3; 1 Pt 1:3. π. τοῦ κυρίου Ἰησοῦ 2 Cor 11:31. Cp. 1 Cor 15:24; Hb 1:5 (2 Km 7:14); Rv 1:6; 1 Cl 7:4; IEph 2:1; ITr ins 12:2; MPol 14:1; AcPl Ha 2, 33; 6, 34; AcPlCor 2:7 (cp. Just., D. 30, 3; 129, 1 al.).
    Oft. God is simply called (ὁ) πατήρ (the) Father (e.g. TestJob 33:9, s. DRahnenführer, ZNW 62, ’71, 77; ApcMos 35 τοῦ ἀοράτου πατρός; Just., D. 76, 3 al. On the presence or absence of the art. s. B-D-F §257, 3; Rob. 795) Eph 2:18; 3:14; 5:20; 6:23; 1J 1:2; 2:1, 15; 3:1; B 14:6; Hv 3, 9, 10; IEph 3:2; 4:2; IMg 13:2; ITr 12:2; 13:3; IRo 2:2; 3:3; 7:2; 8:2; IPhld 9:1; ISm 3:3; 7:1; 8:1; D 1:5; Dg 12:9; 13:1; AcPlCor 2:5, 19; MPol 22:3; EpilMosq 5. θεὸς π. Gal 1:1 (for the formulation Ἰ. Χρ. καὶ θεὸς πατήρ cp. Diod S 4, 11, 1: Heracles must obey τῷ Διὶ καὶ πατρί; Oenomaus in Eus., PE 5, 35, 3 Λοξίας [=Apollo] καὶ Ζεὺς πατήρ); Phil 2:11; Col 3:17; 1 Th 1:1, 2 v.l.; 2 Pt 1:17; Jd 1; IEph ins a; ISm ins; IPol ins; MPol ins. ὁ θεὸς καὶ π. Js 1:27; Col 3:17 v.l.; MPol 22:1; ὁ κύριος καὶ π. Js 3:9.—Attributes are also ascribed to the πατήρ (Zoroaster acc. to Philo Bybl.: 790 Fgm. 4, 52 Jac. [in Eus., PE 1, 10, 52] God is π. εὐνομίας κ. δικαιοσύνης) ὁ πατὴρ τῆς δόξης Eph 1:17. πατὴρ ὕψιστος IRo ins. ὁ θεὸς καὶ πατὴρ παντοκράτωρ MPol 19:2.—B. 103. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πατήρ

См. также в других словарях:

  • διά — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεά που λατρευόταν στη Σικυώνα και στη Φλιούντα, όπου τη θεωρούσαν απελευθερώτρια των δούλων. Γι’ αυτό και ο ναός της, που βρισκόταν κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης, ήταν το άσυλό τους. Προς τιμήν της Δ. τελούσαν… …   Dictionary of Greek

  • διά κενής — διά κενῆς και διακενῆς (ενν. πράξεως) επίρρ. (AM) 1. άσκοπα, μάταια, ανώφελα 2. χωρίς λόγο, αναίτια …   Dictionary of Greek

  • δία — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεά που λατρευόταν στη Σικυώνα και στη Φλιούντα, όπου τη θεωρούσαν απελευθερώτρια των δούλων. Γι’ αυτό και ο ναός της, που βρισκόταν κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης, ήταν το άσυλό τους. Προς τιμήν της Δ. τελούσαν… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Δίκαιο (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) — ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΚΑΙΟ Το ελληνικό δίκαιο συνδέεται με την εξέλιξη και την ακμή της πόλης στην αρχαιότητα. Οι πολιτειακές μεταβολές και κυρίως η γένεση, η άνθηση και η πορεία της δημοκρατίας στο χρόνο ορίζουν την έννοια, το εύρος, το περιεχόμενο και τα …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… …   Dictionary of Greek

  • μέτρηση και μέτρο — Στις φυσικές επιστήμες υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των εννοιών του μέτρου και της μέτρησης ενός μεγέθους. Μέτρηση είναι μια διαδικασία ή ένα σύνολο από διαδικασίες, που επιτρέπει να προσδιορίσουμε την αριθμητική τιμή (δηλαδή το μέτρο)… …   Dictionary of Greek

  • Βορείων και Νοτίων, πόλεμος ή Χωριστικός πόλεμος — (Secession War). Με την ονομασία αυτή είναι γνωστός ο πόλεμος μεταξύ των βόρειων και των νότιων πολιτειών των ΗΠΑ, που διήρκεσε από τον Απρίλιο του 1861 έως τον Απρίλιο του 1865. Το 1860 περίπου το μακρόχρονο και ακανθώδες πρόβλημα της… …   Dictionary of Greek

  • Κύνθιος και Κύνθια — Προσωνυμία θεών κατά την αρχαιότητα. Προέρχεται ετυμολογικά από τον λόφο Κύνθο της Δήλου, όπου βρίσκονταν ναοί αφιερωμένοι σε αυτούς. Το αρσενικό όνομα προσδιόριζε στη Δήλο τον Δία, ο οποίος συλλατρευόταν με την Αθηνά. Στο ιερό τους έχουν βρεθεί… …   Dictionary of Greek

  • κλεισιάδα — και κλισιάδα, η (AM κλεισιάς και κλισιάς, άδος) [κλεισία] νεοελλ. 1. το θυρόφυλλο ή το παραθυρόφυλλο 2. είδος φράγματος τών ιχθυοτροφείων 3. ναυτ. α) θυρόπλοιο* β) ορθογώνιο κάλυμμα από σανίδες που κλείνει τη θυρίδα πλοίου, το μονόφυλλο πορτέλο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»