-
61 στόμα
Aστομάτοιο Hymn.Mag.2(2).10
,28:— mouth, Il.14.467, etc.;σύν τε στόμ' ἐρεῖσαι Od.11.426
; ἱμείρων γλυκεροῦ ς. Sol.25; of animals, Hes.Sc. 146, 389, S.Ph. 1156 (lyr.), etc.:—pl. is sts. used for sg., ἀμφιπίπτων στόμασιν, of kissing, Id.Tr. 938, cf. E.Alc. 403 (lyr.), and freq. in later Poets, A.R. 4.1607, Nic.Al. 210, 240, etc.: metaph., πτολέμοιο, ὑσμίνης στόμα, the very jaws of the battle, as of a devouring monster, Il.10.8, 20.359 (but cf. infr. 111.1).2 esp. the mouth as the organ of speech,δέκα μὲν γλῶσσαι, δέκα δὲ στόματ' 2.489
, cf. Thgn.18;βραχύ μοι σ. πάντ' ἀνᾱγήσασθαι Pi.N.10.19
; freq. in Trag., σ. τὸ Δῖον the mouth of Zeus, A.Pr. 1032; τὸ Φοίβου θεῖον ἀψευδὲς ς. Id.Fr.350.5, cf. S.OC 603;τοῦ στόματος τὸ στρογγύλον Ar.Fr. 471
; Μοισᾶν καπυρὸν ς. their mouthpiece, organ, Theoc.7.37, cf. Mosch.3.72; Πιερίδων τὸ σοφὸν ς., of Homer, AP7.4 (Paul. Sil.), cf. 7.6 (Antip. Sid.), 7.75 (Antip.), 9.184;τὸ μισόχρηστον σ. τῆς κωμῳδίας Phld. Piet.p.93G.
; speech, utterance, S.OT 426, 706, OC 132 (lyr.), etc.; εἰς τόδ' ἐξελθόντος ἀνόσιον ς. ib. 981; κἂν καλὸν φορῇ ς. Id.Fr. 930;τὸ σὸν.. σ. ἐλεινόν Id.OT 671
;διδόναι σ. καὶ σοφίαν Ev.Luc.21.15
: in pl. of a single speaker, S.OT 1220 (lyr.):—special phrases: οἴγειν ς. A. Pr. 611; τοὐμὸν οὐ λύω ς. E.Hipp. 1060, cf. Isoc.12.96; διᾶραι τὸ ς. D. 19.112; κοίμησον ς. keep silence, A.Ag. 1247; δάκνειν ς., i.e. to keep a stern silence (cf. ὀδάξ), Id.Fr. 397;ἴσχε δακὼν σ. σόν S.Tr. 977
(anap.); ὀδόντι πρῖε τὸ ς. Id.Fr. 897; so κλῄσας ς. E.Ph. 865; οὐκ ἐφέξετε ς.; Id.Hec. 1283; σῖγ' ἕξομεν ς. Id.Hipp. 660; εὖ ἔχειν σ.,= εὐφημεῖν, Eup. 381; συγκλῄειν ς. Ar.Th.40(anap.):—of style, τὸ Λυσιακὸν ς. D.H.Lys. 12.3 with Preps.,a ἀνὰ στόμα ἔχειν have always in one's mouth, whether for good or ill, E.El.80;ἀνὰ σ. καὶ διὰ γλώσσης ἔχειν Id.Andr.95
.b ἀπὸ στόματος εἰπεῖν speak from memory (cf. ἀπὸ γλώσσης), Pl.Tht. 142d, X.Mem.3.6.9, Philem.48, Plu.Sol.8, etc.cδιὰ στόμα λέγειν A.Th. 579
, cf. E.Or. 103 (soκατὰ τὸ σ. ᾄδειν Ar.Nu. 158
);διὰ στόμα ἔχειν Id.Lys. 855
;οἶκτος οὔτις ἦν διὰ στόμα A.Th.51
; πᾶσι διὰ στόματος 'tis the common talk, Theoc.12.21.dἐν στόμασι εἶχον Hdt.3.157
, 6.136;πολλῶν κείμενος ἐν στόμασιν Thgn.240
;ἐν τῷ σ. λέγειν Ar.Ach. 198
.e ἐξ ἑνὸς σ. with one voice, Id.Eq. 670. Pl.R. 364a, PGiss.36.13 (ii B.C.), Gal.15.763; so ὡς ἀφ' ἑνὸς ς. AP11.159 (Lucill.).f ἐπὶ στόμα on one's face, face-foremost, ἐξεκυλίσθη πρηνὴς.. ἐπὶ ς. Il.6.43, cf. 16.410;ὡς κύων ἐπὶ σ. κείμενος Archil.Supp.2.9
; ὗς ἔκειτ' ἐπὶ ς. Men.21; ἐπὶ σ. κεῖται lies prone, of the right ventricle, Hp.Cord.4; ἐπὶ ς.,= pronus, Gloss.;ἐπὶ σ. πεσόντα Plu.Art.29
;ἐπὶ σ. φερόμενον ἐν πᾶσι Timae.
ap.Plb.12.8.4; also ὅ τι νῦν ἦλθ' ἐπὶ ς. whatever came uppermost, A.Fr. 351; ἐπὶ στόματος Φαραώ by the command of P., LXX 4 Ki.23.35.g κατὰ στόμα face to face, Hdt.8.11, E.Heracl. 801, Rh. 409, X.An.5.2.26; οἱ κατὰ σ. θεοί (cf. ἀντήλιοι) E.Fr.781.33; κατὰ σ. τινός confronted with him, Pl.Lg. 855d;στόμα κατὰ στόμα λαλήσω αὐτῷ LXXNu.12.8
;στόμα πρὸς στόμα 2 Ep.Jo.12
, 3 Ep.Jo.14, PMag.Berol.1.39.II mouth of a river, Il.12.24, Od.5.441, A.Pr. 847, Hdt.2.17, etc.; so ἠϊόνος σ. μακρόν the wide mouth of the bay, Il.14.36, cf. Od.10.90;σ. τοῦ Πόντου Th.4.75
; κόλπου ib.49;τὸ σ. τῆς ἐσβολῆς Ar.Ec. 1107
; τὸ ἄνω σ. [τῆς διώρυχος] the width of the trench at top, Hdt.7.23 (but τὰ σ. τ. δ. mouths, ib.37).2 any outlet or entrance,ἀργαλέον σ. λαύρης Od.22.137
;σ. τῆς ἀγυιᾶς X.Cyr.2.4.4
;σ. φρέατος Id.An.4.5.25
; , cf. AP6.251 (Phil.); χθόνιον Ἄιδα ς. Pi.P.4.44; τὰ τῶν διεξόδων ς. Pl.Phdr. 251d; ἑπτάπυλον ς. the seven gates of Thebes, S.Ant. 119 (lyr.): Medic., τῶν μητρέων, τῶν ὑστερέων,= os uteri (not distinguished from the cervix), Hp.Mul.1.36, Aph.5.46;τῆς κοιλίας Arist.APo. 94b15
, Sor.1.50;γαστρός Nic.Al.20
, Gal.5.274; [ ἕλκους] Arist.Pr. 863a11.III foremost part, face, front:1 of weapons, point,κατὰ στόμα εἱμένα χαλκῷ Il.15.389
; [ὁ κριὸς] ἔχει σ. σιδηροῦν Ath.
Mech.24.2;τὸ σ. τῆς αἰχμῆς Philostr.Her.19.4
; edge of a sword,μαχαίρας Ascl.Tact.3.5
, Ev.Luc.21.24, etc.: metaph., ἐθηλύνθην ς. S.Aj. 651.b the front ranks of the battle, the front, ἀπὸ στόματος (opp. ἀπὸ τῆς οὐρᾶς) X.An.3.4.42, cf. HG4.3.4;τὸ σ. τοῦ πλαισίου Id.An.3.4.43
, cf. 5.4.22, Plb.10.12.7 (so perh. σ. πολέμοιο, ὑσμίνης in Hom., v. supr.1.1).cτὸ τῶν λοχαγῶν τάγμα σ. καλεῖται Ascl.Tact.2.5
. -
62 τιμή
I worship, esteem, honour, and in pl. honours, such as are accorded to gods or to superiors, or bestowed (whether by gods or men) as a reward for services,τιμῆς ἔμμοροί εἰσι Od.8.480
;ὄφρ' ἂν Ἀχαιοὶ υἱὸν ἐμὸν τίσωσιν ὀφέλλωσίν τέ ἑ τιμῇ Il.1.510
; ;ἐν δὲ ἰῇ τ. ἠμὲν κακὸς ἠδὲ καὶ ἐσθλός 9.319
, cf. 4.410;ἐν τ. σέβειν A.Pers. 166
(troch.);ἐν τ. ἄγεσθαί τινας Hdt.1.134
; ἐν τ. τίθεσθαι or ἄγειν τινά, Id.3.3, Pl.R. 538e;ἐν τιμαῖς ἔχειν Philem.199
;τιμαῖς αὐξήσας τινάς X.Cyr.8.8.24
; τιμὴν νεῖμαι, ἀπονέμειν τινί, S.Ph. 1062, Pl.Lg. 837c; τοῖς φίλοις τιμὰς νέμειν pay due regard, S.Aj. 1351; τιμὰς ὤπασας, πορών, A.Pr.30, 946; , etc.; ;τὸ πρᾶγμ' ἐμοὶ τιμὴν φέρει E.Hipp. 329
;τινὶ τιμὰς προσάπτειν S.El. 356
;ἀφύων τιμὴν περιάψας Ar.Ach. 640
(anap.); τ. εὑρίσκεσθαι, δέκεσθαι, Pi.P.1.48, 8.5; ;τιμὰς ἔχειν Hdt.2.46
, etc.;πρός τινος Id.1.120
;ἐν μεγάλῃτιμῇ εἶναι X.An.2.5.38
; τιμῆς λαχεῖν, τυχεῖν, S.Ant. 699, El. 364 (v.l.); οἱ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται paid to them by the young, X.Mem.2.1.33: c. gen., χωρὶς ἡ τ. θεῶν the honour due to them, A.Ag. 637, cf. Ch. 200;τιμὰς τὰς θεῶν πατεῖν S.Ant. 745
;τιμαὶ δαιμόνων E.Hipp. 107
: τιμῇ with honour, honourably, S.OC 381 codd.; τιμῆς ἕνεκα as a mark of honour, X.An.7.3.28;τιμῇ προέξουσ' S.Ant. 208
.2 honour, dignity, lordship, as the attribute of gods or kings, Il.1.278, 9.498, etc.;θεῶν ἒξ ἔμμορε τιμῆς Od.5.335
;τ. βασιληΐς Il.6.193
, cf. Hes.Th. 393, Pi.P.4.108, A.Eu. 228 (pl.);Περσονόμος τ. μεγάλη Id.Pers. 919
(anap.); δίθρονος.. καὶ δίσκηπτρος τ. Id.Ag.44 (anap.): generally, like γέρας, prerogative or special attribute of a king, and in pl. his prerogatives, Od.1.117, Hes.Th. 203, Thgn.374, S.OT 909 (lyr.), etc.; βασιλικαὶ τ. imperial prerogatives, Hdn.7.10.5; (anap.).3 a dignity, office, magistracy, and in pl., civic honours (τιμὰς λέγομεν εἶναι τὰς ἀρχάς Arist.Pol. 1281a31
), Hdt.1.59, etc.; ἔν τε ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἄλλαις τ. Pl.Ap. 35b, cf. Ti. 20a, etc.;μὴ φεύγειν τοὺς πόνους, ἢ μηδὲ τὰς τ. διώκειν Th.2.63
;τιμὴν ἔχειν X.Cyr.1.3.8
, etc.;τὴν τιμὴν εἴληχε Pl.Phlb. 61c
; οἱ ἐν τιμαῖς men in office, E.IA19 (anap.), cf. Isoc.9.81;ἐκβαλῶ σε ἐκ τῆς τιμῆς X.Cyr.1.3.9
; τιμὰς ἴσχειν hold the office of τιμοῦχος (q.v.), Jahresh.12.136 (Erythrae, v/iv B.C.): generally, office, task,ἄχαρις τιμή Hdt.7.36
:—also,b a person in authority, an authority, κλῦτε δὲ Γᾶ (Ahrens for τὰ)χθονίων τε τιμαί A.Ch. 399
(lyr.); καὶ τὰ καρτερώτατα τιμαῖς ὑπείκει yield to authorities, S.Aj. 670.4 present of honour, compliment, offering, e.g. to the gods, Hes.Op. 142, A.Pers. 622; reward, present,ἢ ἀργύριον ἢ τιμή Pl.R. 347a
; τιμαὶ καὶ δωρεαί ib. 361c;ὅσοι.. ἄλλην τινὰ δωρεὰν ἢ τ. ἔχουσιν παρὰ τῶν Λεβεδίων SIG344.22
(Teos, iv B.C.); τῶν εὐεργεσιῶν τιμὰς .5 ἡ Δάου τ. 'the worthy D.', Herod. 5.68.II of things, worth, value, price, h.Cer.132, IG12.349.10, 15, al.; ἐξευρίσκοντες τιμῆς τὰ κάλλιστα at a price, Hdt.7.119;τῆς αὐτῆς τ. πωλεῖν Lys.22.12
;πρίασθαι D.21.149
;δεκαπλάσιον τῆς τ. ἀποτίνειν Pl.Lg. 914c
; ἀποδιδόναι τινὶ τὴν τ. ib.a; δύο εἰπεῖν τ. to name two prices, ib. 917b; ἀξιοῦν τι τ. τινός ib.d;περὶ τῆς τ. διαφέρεσθαι Lys.22.15
; ἐμοὶ δὲ τιμὰ τᾶσδε πᾷ γενήσεται; Ar.Ach. 895; ἑστηκυῖαι τ. fixed prices, PTeb.703.176 (iii B.C.); ὑπὲρ τιμῆς πυροῦ payment of money representing the value of wheat, Ostr. 663 (ii A.D.), al.2 valuation, estimate, for purposes of assessment,τοῦ κλήρου Pl.Lg. 744e
: generally,ὁ πλοῦτος οἷον τιμή τις τῆς ἀξίας τῶν ἄλλων Arist.Rh. 1391a1
.III compensation, satisfaction, penalty,τιμὴν ἀρνύμενοι Μενελάῳ.. πρὸς Τρώων Il.1.159
, cf. 5.552; ἀποτινέμεν, τίνειν τιμήν τινι, pay or make it, 3.286, 288;τιμὴν ἄγειν Od.22.57
;Πάτροκλον, ὃς κεῖται ἐμῆς ἕνεκ' ἐνθάδε τιμῆς Il.17.92
, cf. Od.14.70, 117; οὐ σὴ.. ἡ τ. the penalty is not yours, Pl.Grg. 497b. (The spelling [ τῑ- notτει- IG12.347.33
, etc.] and the majority of the senses show that τιμή is cogn. with τίω 'value, honour'; sense 111 perh. arose from a later association with τίνω.) -
63 τύπος
A blow, τ. ἀντίτυπος Orac. ap. Hdt.1.67; beat of horses' hoofs, v.l. for κτὺπος in X.Eq.11.12;αἰθερίου πατάγοιο τ. βρονταῖον ἀκούων Nonn.D.20.351
; so perh.νάβλα τ. Sopat.16
.II the effect of a blow or of pressure:1 impression of a seal,τύποι σφενδόνης χρυσηλάτου E.Hipp. 862
, cf. Pl.Tht. 192a, 194b, Chrysipp.Stoic.2.23, Luc.Alex.21;τ. ἐνσημήνασθαί τινι Pl.R. 377b
; stamp on a coin,τὰ ἀκριβῆ τὸν τ. Luc.Hist.Conscr.10
, cf. Hero *Mens.60, Hsch. s.v. Κυζικηνοι στατῆρες; on a branding-iron,ὄ τ. τοῦ καυτῆρος ἔστω ἀλώπηξ ἢ πίθηκος Luc.Pisc.46
: generally, print, impression,χύτρας τύπον ἀρθείσης ἐν σποδῷ μὴ ἀπολιπεῖν, ἀλλὰ συγχεῖν Plu.2.727c
, cf. 982b, Iamb.Protr.21. κθ', Gp.2.20.1; στίβου γ' οὐδεὶς τ. no footprint, S.Ph.29 (v.l. κτύπος) ; ὡς ἡδὺς ἐν πόρπακι σὸς (sc. τοῦ βραχίονος) κεῖται τύπος thy imprint, (O arm), E.Tr. 1196 (σῷ cj. Dobree); τ. ὀδόντων imprint of teeth, AP6.57.5 (Paul. Sil.); print,βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τ. τῶν ἥλων Ev.Jo.20.25
;οἱ τ. τῶν πληγῶν Ath.13.585c
.b impressions supposed by Democr. and Epicur. to be made on the air by things seen, and to travel through space, Thphr. Sens.52, Epicur.Ep.1p.9U., Nat.2.6, al.;ὁ θεὸς.. πνεῦμα ἐνεκέρασεν [τοῖς ὀφθαλμοῖς] οὕτως ἰσχυρὸν καὶ φιλότεχνον ὥστε ἀναμάσσεσθαι τοὺς τ. τῶν ὁρωμένων Arr.Epict.2.23.3
.2 hollow mould or matrix, , cf.Pr. 892b2; used by κοροπλάθοι, D.Chr.60.9, Procl. in Ti.1.335, 394 D., cf. Hsch. s.v. χοάνη; by fruit-growers, to shape the fruit while growing, Gp. 10.9.3; die used in striking coins, metaph.,Κύπριος χαρακτήρ τ' ἐν γυναικείοις τύποις εἰκὼς πέπληκται τεκτόνων πρὸς ἀρσένων A.Supp. 282
.3 engraved mark, engraving, δέλτον χαλκῆν τύπους ἔχουσαν ἀρχαίων γραμμάτων engravings of letters, i. e. engraved letters, Plu.Alex.17, cf. Pl.Phdr. 275a;τὰ γεγραμμένα τύποις Id.Ep. 343a
; τὸ μέτρον τοῦ ποδὸς ὑποτέτακται τούτοις τοῖς τ. the length of the foot is subjoined in this engraving, Rev.Bibl.35.285 ([place name] Jerusalem).4 the depression between the underlip and chin, Poll.2.90.IV figure worked in relief, whether made by moulding, modelling, or sculpture,αἱμασιὴ ἐγγεγλυμμένη τύποισι Hdt.2.138
, cf. 106, 136, 148, 153;θεοῦ τ. μὴ ἐπίγλυφε δακτυλίῳ Iamb.Protr.21
.κγ; ;χρυσοκόλλητοι τ. Id.Rh. 305
;τ. ἀργυροῦς IG22.1533.30
, 11(2).161 B77, cf. 115 (Delos, iii B. C.); τύπους ἐργάσασθαι καὶ παρέχειν ib.42(1).102.36 (Epid., iv B. C.); tablet bearing a relief, καθελέσθαι τοὺς τ. καὶ εἴ τι ἄλλο ἐστὶν ἀργυροῦν ἢ χρυσοῦν ib. 22.839.30, cf. 56, al.;τ. Ἔρωτα ἔχων ἐπειργασμένον Paus.6.23.5
;τῶν τ' ἄλλων ὧν τύπος εἰκόν' ἔχει IG2.2378
, cf. 22.2021.8, 3.1330.5;ἐνταῦθά εἰσιν ἐπὶ τύπου γυναικῶν εἰκόνες Paus.9.11.3
; πεποιημένα ἐν τύπῳ in relief, Id.2.19.17; typos scalpsit, Plin.HN35.128; impressā argillā typum fecit, ib. 151; πρὸς Ναυσίαν περὶ τοῦ τ., title of speech by Lysias, Suid. s.v. λιθουργική; Γάλλοι.. ἔχοντες προστηθίδια καὶ τύπους Plb. 21.37.6, cf. 21.6.7.V carved figure, image,ποιεῦνται ξύλινον τ. ἀνθρωποειδέα, ποιησάμενοι δὲ ἐσεργνῦσι τὸν νεκρόν Hdt.2.86
;τ. ποιησάμενος λίθινον ἔστησε· ζῷον δέ οἱ ἐνῆν ἀνὴρ ἱππεύς Id.3.88
; χρυσέων ξοάνων τύποι, periphr. for χρύσεα ξόανα, E.Tr. 1074(lyr.); γραφαῖς καὶ τ. paintings and statues, Plb.9.10.12; γραπτοὶ τ. prob. painted pediment-figures, E.Fr. 764, cf. Isoc.9.74, AP7.730 (Pers.); idol, graven image, LXX Am.5.26, J.AJ1.19.10.2 exact replica, image, as children are called the τύποι of their parents, Artem. 2.45; τ. λογίου Ἑρμοῦ, of Demosthenes, Aristid.2.307 J.VI form, shape, ; ; ; ἀγγείου Crates Gramm. ap. Ath.11.495b;τὸν ἄρτον ἔχειν ἴδιον τ. OGI56.73
(Canopus, iii B. C.);οἱ τ. τῶν γραμμάτων D.H.Dem.52
;ὁ τ. τῶν χαρακτήρων Plu.2.577f
;τοὺς τ. τῶν συλλαμβανομένων Sor.1.39
; Ἱππομέδοντος σχῆμα καὶ μέγας τ., periphr. for H. himself, A.Th. 488;Γοργείοισιν εἰκάσω τ. Id.Eu.49
; ὄμφακος τ., = ὄμφαξ, S.Fr.255.5;βραχιόνων ἡβητὴς τ. E.Heracl. 858
; features,IG
14.2135 ([place name] Rome), cf. Max. Tyr. 31.3, Adam. 1.4.2 thing having a shape, οὐλοφυεῖς.. τ. χθονὸς ἐξανέτελλον undifferentiated forms rose from the earth, Emp.62.4; τ. τις πορφυροῦς κατὰ χρόαν, τῷ σχήματι ἐμφερὴς κιβωρίου θύλακι (viz. the placenta) Sor.1.57.3 form of expression, style,ὁ πραγματικὸς τ. [τοῦ Ξενοφῶντος] D.H.Pomp.4
;ὁ τ. τῆς γραφῆς Longin.
ap. Porph. Plot.19;ὁ τ. ὁ πολιτικός Hermog.Id.2.11
; οὐδ' ἀληθινοῦ τύπου μέτεστι τῷ ἀνδρί ibid.;ὁ διὰ τῶν συμβόλων προτρεπτικὸς τ. Iamb.Protr.21
;ὁ αἰνιγματώδης τ. Id.VP23.103
.4 Gramm., mode of formation, form,τ. πατρωνυμικῶν D.T.634.29
;τ. παθητικός A.D.Synt.278.25
.VII archetype, pattern, model, capable of exact repetition in numerous instances,αὑτὸν ἐκμάττειν.. εἰς τοὺς τῶν κακιόνων τ. Pl.R. 396e
; οἰκισταῖς (sc. πόλεως) τοὺς μὲν τ. προσήκει εἰδέναι, ἐν οἷς δεῖ μυθολογεῖν τοὺς ποιητάς.., οὐ μὴν αὐτοῖς γε ποιητέον μύθους·.. οἱ τ. περὶ θεολογίας τίνες ἂν εἶεν; ib. 379a, cf. 380c.2 character recognizable in a number of instances, general character, type, πάντα ὅσα τοῦ τ. ; ;τοῦτον τὸν τ. ἔχοντα Id.Phlb. 51d
.3 type or form of disease (esp. fever) with reference to the order and spacing of its attacks and intervals, Gal.7.463, cf. 475,490,512.VIII general impression, vague indication, γίνεται ἀμυδρὸς ὁ τ. τῆς ῥάχεως (in the foetus) Diocl.Fr.175; τ. ἀμυδροί, opp. ἀκριβὲς εἶδος, Gal.6.5; ἕως ἂν ὁ τ. ἐνῇ τοῦ πράγματος as long as there is an approximate indication of the thing, Pl.Cra. 432e; of the general type or schema corresponding with a name, Epicur.Fr. 255.2 outline, sketch, general idea,ὅσον τοὺς τ. ὑφηγεῖσθαι Pl.R. 403e
;περιγραφὴ καὶ τύποι Id.Lg. 876e
;ἔχεις τὸν τ. ὧν λέγω Id.R. 491c
;τοὺς τ. μόνον εἰπόντες περὶ αὐτῶν Arist.Pol. 1341b31
;ἐξηγεῖσθαι τύποις Pl.Lg. 816c
;ὁ τ. τῆς φιλοσοφίας τοιοῦτός τίς ἐστιν Isoc.15.186
, cf. Phld.Rh.2.166 S.;ὁ τ. τῆς ὅλης πραγματείας Epicur.Ep.1p.3U.
; pl., ib.p.4 U.;δέονται.. ὑγρᾶς διαίτης, ἧς τὸν τ. ἀρτίως ὑπέγραψα Gal.6.397
; τύπῳ, ἐν τύπῳ, in outline, in general,ὡς ἐν τύπῳ, μὴ δι' ἀκριβείας, εἰρῆσθαι Pl.R. 414a
; ἵνα τύπῳ λάβωμεν αὐτάς ib. 559a; ;τύπῳ, καὶ οὐκ ἀκριβῶς Arist.EN 1104a1
; παχυλῶς καὶ τ. ἐνδείκνυσθαι ib. 1094b20; τ. καὶ ἐπὶ κεφαλαίου λέγομεν ib. 1107b14;ὡς ἐν τ. Id.Pol. 1323a10
; ὅσον τύπῳ in outline only, Id.Top. 101a22;ὡς τύπῳ λαβεῖν Thphr.Char.1.1
.3 outline,ταῦτα ὅσα εἴρηται καθάπερ ἐν γραφαῖς ἀχρόοις γραμμῇ μόνῃ τύποι ἀνδρῶν εἰκασμένοι εἰσί Adam.2.61
.IX prescribed form, model to be imitated,ἢν ἁμάρτωσι τοῦ πατρικοῦ τ. τοῦ ἐπιμελέος Democr.228
;οὗτος.. εἷς ἂν εἴη τῶν περὶ θεοὺς νόμων καὶ τύπων, ἐν ᾧ δεήσει τοὺς λέγοντας λέγειν καὶ τοὺς ποιοῦντας ποιεῖν Pl.R. 380c
, cf. 383c; ἐν τοῖς τ. οἷς ἐνομοθετησάμεθα ib. 398b; εἰς ἀρχήν τε καὶ τ. τινὰ τῆς δικαιοσύνης ib. 443c;τ. εὐσεβείας.. παισὶν.. ἐκτέθεικα OGI383.212
(Nemrud Dagh, i B. C.);ὥστε γενέσθαι ὑμᾶς τύπον πᾶσι τοῖς πιστεύουσιν ἐν τῇ Μακεδονίᾳ 1 Ep.Thess.1.7
;κατὰ τὸν τ. τὸν δεδειγμένον σοι LXX Ex.25.39(40)
, cf. Act.Ap.7.44.2 general instruction,δόντες τοὺς τ. τούτους ὑπὲρ τῆς ὅλης διοικήσεως, ἐξέπεμπον τοὺς δέκα Plb.21.24.9
; general principle in law,τ. ἐστὶν καθ' ὃν ἔκρεινα πολλάκις PRyl.75.8
(ii A. D.).b rule of life, religion, ἐξεταστέον ποταπῷ χρῆται τύπῳ ὁ νοσῶν (e. g. whether Jewish or Egyptian) Erot.Fr.33.3 rough draft of a book,βιβλίον γεγραμμενον ἐν τύποις Gal.18(2).875
, cf. 15.587,624, Anon. ap.Phot.Bibl.p.491 B.; draft of an official letter, τύπον ποιεῖ he drafted a letter, UPZ14.135 (ii B. C.);τ. χειρογραφίας PMich.Teb. 123r
ii 38 (i A. D.); τ. ἐπιστολικοί models of letters, Epist.Charact. tit.4 form of a document,ἔστιν δὲ ὁ τ. τῆς εἰθισμένης διαγραφῆς ὁ ὑποκείμενος PMich.Zen. 9v
.3 (iii B. C.);σωματισθῆναι.. τύπῳ τῷδε· τί ἑκάστῳ ὑπάρχει κτλ. POxy.1460.12
(iii A. D.);κατὰ τὸν αὐτὸν τ. PFlor. 279.16
(vi A. D.).5 text of a document,ὁ μὲν τῆς ἐπιστολῆς τ. οὕτως ἐγέγραπτο LXX 3 Ma.3.30
, cf. Aristeas 34, Act.Ap.23.25, prob. cj. in LXX 1 Ma.15.2.6 written decision, θεῖος τ. an imperial rescript, Cod.Just. 1.2.20, al., Just.Nov. 113 tit., cf. PMasp.32.41 (vi A. D.); αἰτῆσαι θεῖον καὶ πραγματικὸν τ. Mitteis Chr.319.47 (vi A. D.); given by a bishop, Sammelb.7449.14 (v A. D.); by the ἔκδικος, PSI9.1075.11 (v A. D.); by others,χρὴ.. δοῦναι τ. εἰς τὴν συγχώρησιν POxy.1911.145
(vi A. D.): in pl., of the acta of a πάγαρχος, ib.1829.2, 12 (vi A. D.).X as law-term, summons, writ,οἱ τ. γράμμα εἰσὶν ἀγορᾶς, ἐρήμην ἐπαγγέλλον τῷ οὐκ ἀποδιδόντι Philostr.VS1.25.9
;δίκης λῆξις εἴη ἂν ὁ νῦν καλούμενος τ. Poll.8.29
. -
64 ψιλός
I of land, bare, ψ. ἄροσις open cornland, Il.9.580;πεδίον μέγα τε καὶ ψ. Hdt.1.80
;ὁ λόφος.. δασὺς ἴδῃσί ἐστι, ἐούσης τῆς ἄλλης Λιβύης ψ. Id.4.175
;ἀπὸ ψ. τῆς γῆς Pl.Criti. 111d
, cf. X.An.1.5.5, etc.: in full, [γῆ] ψ. δενδρέων Hdt.4.19
,21; ἄδενδρα καὶ ψ., of the Alps, Plb.3.55.9; τὰ ψ. (sc. χωρία), opp. τὰ ὑλώδη, X.Cyn.5.7; τόποι ψ. ib.4.6; ψ. γεωργία the tillage of land for corn and the like, opp. γ. πεφυτευμένη (the tillage of it for vines, olives, etc.), Arist.Pol. 1258b18, Thphr.CP3.20.1; soγῆ ψ. Eup. 230
, D.20.115, Tab.Heracl.1.175, 2.33;ἐλαῖαι, ὧν νῦν τὰ πολλὰ ἐκκέκοπται καὶ ἡ γῆ ψ. γεγένηται Lys.7.7
.II of animals, stripped of hair or feathers, smooth (cf.λεῖος 1.3
),δέρμα.. ἐλάφοιο Od.13.437
;σάρξ Hp.
Aër.19; ἡμίκραιραν ψ. ἔχων with half the head shaved, Ar. Th. 227; ψ. γνάθοι ib. 583;τὴν ὀσφὺν κομιδῇ ψ. Pherecr.23.4
(anap.); used of dogs with a short, smooth coat of hair, X.Cyn.3.2;τὴν δίποδα ἀγέλην τῷ ψ. καὶ τῷ πτεροφυεῖ τέμνειν Pl.Plt. 266e
;ἄνθρωπος -ότατον κατὰ τὸ σῶμα τῶν ζῴων πάντων ἐστί Arist.GA 745b16
; so ἶβις ψ. τὴν κεφαλήν without feathers, bald on the head, Hdt.2.76; hairless, of the foetus of a hare, Id.3.108; ψ. τὰ περὶ τὴν κεφαλήν, of the ostrich, Arist.PA 697b18.b ψιλαὶ Περσικαί Persian carpets, Callix.2; such a carpet is called ψιλή alone, PSI7.858.2 (iii B. C., pl.), LXXJo.7.21; ψιλὴ πολύμιτος, Babylonicum, Gloss.; ψιλή = aulaeum, tapeta, ibid.; cf. ψιλόταπις.2 generally, bare, uncovered, ψ. ὡς ὁρᾷ νέκυν, i. e. without any earth over it, S.Ant. 426; of a horse which has thrown its rider, AP13.18 ([place name] Parmeno).b c. gen., bare of, separated from, ψ. σώματος οὖσα [ἡ ψυχή] Pl.Lg. 899a;τέχναι ψ. τῶν πράξεων Id.Plt. 258d
;ψ. ὅπλων Id.Lg. 834c
;ἱππέων X.Cyr.5.3.57
;θηρία μεμονωμένα καὶ ψ. τῶν Ἰνδῶν Plb.11.1.12
.c stripped of appendages, naked, ψ. [τρόπις] the bare keel with the planks torn from it, Od.12.421; ψ. μάχαιραι swords alone, without other arms, etc., X.Cyr.4.5.58; θάλαττα ψ. blank sea, Aristid.Or.25(43).50.III freq. in Prose, as a military term, of soldiers without heavy armour, light troops, such as archers and slingers, opp. ὁπλῖται, first in Hdt.7.158, al., freq. in Th., e. g.ὁπλίζει τὸν δῆμον, πρότερον ψ. ὄντα 3.27
, cf. Arr.Tact.3.3;ὁ ψ. ὅμιλος Th.4.125
; so ψιλοί or τὸ ψιλόν, opp. τὸ ὁπλιτικόν, X.HG4.2.17, Arist.Pol. 1321a7; ψιλός, opp. ὡπλισμένος, S.Aj. 1123: coupled with ἄσκευος, Id.OC 1029;ψιλὸς στρατεύσομαι Ar.Th. 232
;ψ. δύναμις Arist.Pol. 1321a13
; αἱ κοῦφαι καὶ αἱ ψ. ἐργασίαι work that belongs to unarmed soldiers, ib. 1321a25;ψ. χερσὶν πρὸς καθωπλισμένους Ael.VH6.2
: but ψ. ἔχων τὴν κεφαλήν bare-headed, without helmet, X.An.1.8.6; ψ. ἵππος a horse without housings, Id.Eq.7.5: unarmed, defenceless, S.Ph. 953.IV λόγος ψ. bare language, i. e. prose, opp. to poetry which is clothed in the garb of metre, Pl.Mx. 239c, Phld.Mus.p.97K.; more freq. in pl.,ψ. λόγοι Pl.Lg. 669d
; opp. τὰ μέτρα, Arist.Rh. 1404b14,33: but in D.27.54 ψ. λόγος is a mere speech, a speech unsupported by evidence; and in Pl.Tht. 165a ψιλοὶ λόγοι are mere forms of argumentation, dialectical abstractions (so ψιλῶς λέγειν speak nakedly, without alleging proofs, Id.Phdr. 262c, cf. Lg. 811e);τὰς πράξεις αὐτὰς ψιλὰς φράζοντες Arist.Rh.Al. 1438b27
.2 ποίησις ψ. mere poetry, without music, i. e. Epic poetry, opp. Lyric ([etym.] ἡ ἐν ᾠδῇ), Pl.Phdr. 278c; soἄνευ ὀργάνων ψ. λόγοι Id.Smp. 215c
, cf. Arist.Po. 1447a29; ψ. τῷ στόματι, opp. μετ' ὀργάνων, as a kind of μουσική, Pl.Plt. 268b;λύρας φθόγγοι.. ψιλοὶ καὶ ἀμεικτότεροι τῇ φωνῇ Arist.Pr. 922a16
; ἡ ψ. φωνή the ordinary sound of the voice, opp. singing ([etym.] ἡ ᾠδική), D.H. Comp.11.3 ψ. μουσική instrumental music unaccompanied by the voice, opp. ἡ μετὰ μελῳδίας, Arist.Pol. 1339b20; ψιλῷ μέλει διαγωνίζεσθαι πρὸς ᾠδὴν καὶ κιθάραν, of Marsyas, Plu.2.713d, cf. Phld.Mus. p.100K.; soψ. κιθάρισις καὶ αὔλησις Pl.Lg. 669e
; ψιλὸς αὐλητής one who plays unaccompanied on the flute (cf. ψιλοκιθαριστής), Phryn. 145.V mere, simple (cf. supr. IV. 1), ἀριθμητικὴ ψιλή, opp. geometry and the like , Pl.Plt. 299e; ὕδωρ ψ., opp. σὺν οἴνῳ, Hp.Int.35; ψ. ἀναίρεσις mere removal, Phld.Sign.12; ψ. ἄνδρες, i. e. men without women, Antip.Stoic.3.254:—Oedipus calls Antigone his ψιλὸν ὄμμα, as being the one poor eye left him, S.OC 866. Adv. merely, only,Plu.
Per.15; ἕνεκα τοῦ ψ. εἰπεῖν for the purpose of merely saying, Sch. Il.Oxy.1086.65; ψ. ὀνομάζειν call by the bare name (without epithet), Phld.Vit.p.39J.VI Gramm. of vowels,ψ. ἦχος
without the spiritus asper,Demetr.
Eloc.73;ψ. πνεῦμα A.D.Adv.148.9
, D.T.Supp. 674.15;ψιλῶς λέγεσθαι A.D.Pron.57.3
.b of the letters ε and υ written simply, not as αι and οι, which represented the sounds in late Gr.,μαθόντες τὰ διὰ τοῦ διφθόγγου ᾱῑ τυχὸν ἅπαντα, ἐδιδάχθημεν τὰ ἄλλα πάντα ψιλὰ γράφεσθαι Hdn.Epim. 162
, cf. An.Ox.1.124: hence ἐψιλόν as name of the letter ε and ὐψιλόν as name of υ, which are first found in Anon. post Et.Gud.679.6, 678.55, and Chrysoloras: ἐ ψιλόν is f. l. in D.T.631.5: but inπᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς κ ¯ ε ¯ συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ τοῦ ε ¯ ψιλοῦ γράφεται.. πλὴν τοῦ καί, κτλ. Hdn.Epim.62
, ε ¯ ψ. is not yet merely the name of the letter: for ὐψιλόν v. sub ὖ, cf. Sch. Heph.p.93C.2 of mute consonants, the litterae tenues, π κ τ, opp. φ χ θ, o(/sai gi/gnontai xwris th=s tou= pneu/matos e)kbolh=s Arist. Aud. 804b10, cf. D.H.Comp.14, D.T.631.21; ψιλῶς καλεῖν pronounce with a littera tenuis for an aspirate, e. g., ῥάπυς for ῥάφυς, ἀσπάραγος for ἀσφάραγος, Ath.9.369b, cf. Eust.81.5, Tz.H.11.58. -
65 ἀγαθός
ἀγᾰθός [pron. full] [ᾰγ], ή, όν, [dialect] Lacon. [full] ἀγασός Ar.Lys. 1301, Cypr. [full] ἀζαθός GDI57:—A good:I of persons,1 well-born, gentle, opp.κακός, δειλός, οἷά τε τοῖς ἀγαθοῖσι παραδρώωσι χέρηες Od.15.324
, cf. Il.1.275;ἀφνειός τ' ἀ. τε Il.13.664
, cf. Od.18.276;πατρὸς δ' εἴμ' ἀγαθοῖο, θεὰ δέ με γείνατο μήτηρ Il.21.109
, cf. Od.4.611;κακὸς ἐξ ἀ. Thgn.190
, cf. 57 sq.;πραῢς ἀστοῖς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς Pi.P. 3.71
, cf. 2.96, 4.285;τίς ἂν εὔπατρις ὧδε βλάστοι; οὐδεὶς τῶν ἀ. κτλ. S.El. 1082
;οἵ τ' ἀ. πρὸς τῶν ἀγενῶν κατανικῶνται Id.Fr.84
; τοὺς εὐγενεῖς γὰρ κἀγαθοὺς.. φιλεῖ Ἄρης ἐναίρειν ib. 649, cf. E.Alc. 600, al.:ἀγαθοὶ καὶ ἐξ ἀγαθῶν Pl.Phdr. 274a
:—in political sense, aristocrats, esp. in the phrase καλοὶ κἀγαθοί (v. sub καλοκἀγαθός).2 brave, valiant, since courage was attributed to Chiefs and Nobles, Il.1.131, al.;τῷ κ' ἀγαθὸς μὲν ἔπεφν', ἀγαθὸν δέ κεν ἐξενάριξεν 21.280
; cf. Hdt.5.109, etc.3 good, capable, in reference to ability,ἀ. βασιλεύς Il.3.179
;ἰητήρ 2.732
;θεράπων 16.165
, 17.388;πύκτης Xenoph.2.15
;ἰητρός Hp.Prog.1
;προβατογνώμων A.Ag. 795
;ἄρχοντες Democr.266
: freq. with qualifying words,ἀ. ἐν ὑσμίνῃ Il.13.314
;βοὴν ἀ. 2.408
, 563, al.;πύξ Od.11.300
;βίην Il.6.478
; ;πᾶσαν ἀρετήν Pl.Lg. 899b
, cf. Alc.1.124e;τέχνην Id.Prt.323b
; τὰ πολέμια, τὰ πολιτικά, Hdt.9.122, Pl.Grg. 516b, etc.: more rarely c. dat.,ἀ. πολέμῳ X.Oec.4.15
: with Preps.,ἄνδρες ἀ. περὶ τὸ πλῆθος Lys.13.2
;εἴς τι Pl.Alc.1.125a
; : c. inf.,ἀ. μάχεσθαι Hdt.1.136
;ἱππεύεσθαι 1.79
; ἀ. ἱστάναι good at weighing, Pl.Prt. 356b.4 good, in moral sense, first in Thgn.438, cf. Heraclit.104, S.El. 1082, X.Mem.1.7.1, Pl.Ap. 41d, etc.;ψυχῆς ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος Democr.247
: freq. with other Adjs.,ὁ πιστὸς κἀ. S.Tr. 541
; δικαίων κἀ. ib. 1050:—ironical,τὸν ἀ. Κρέοντα Id.Ant.31
.5 ὦ ἀγαθέ, my good friend, as a term of gentle remonstrance, Pl.Prt. 311a, etc.II of things,1 good, serviceable,Ἰθάκη.. ἀ. κουροτρόφος Od.9.27
, etc.;ἀ. τοῖς τοκεῦσι, τῇ πόλει X.Cyn.13.17
: c. gen., εἴ τι οἶδα πυρετοῦ ἀ. good for it, Id.Mem.3.8.3;ἑλκῶν Thphr.HP9.11.1
.2 of outward circumstances,αἰδὼς οὐκ ἀ. κεχρημένῳ ἀνδρὶ παρεῖναι Od.17.347
; to good purpose,Il.
9.102;ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀ. περ
for his own good end,11.789
;οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη 2.204
:—ἀγαθόν [ἐστι], c. inf., it is good to do so and so, Il.7.282, 24.130, Od.3.196, etc.4 ἀγαθόν, τό, good, blessing, benefit, of persons or things,ὦ μέγα ἀ. σὺ τοῖς φίλοις X.Cyr.5.3.20
;φίλον, ὃ μέγιστον ἀ. εἶναί φασι Id.Mem.2.4.2
, cf. Ar.Ra.74, etc; as term of endearment for a baby, blessing!, treasure!, Men.Sam.28:— ἀγαθόν τινα δεδρακέναι, πεποιηκέναι confer a benefit on.., Th.3.68, Lys.13.92; ἐπ' ἀγαθῷ τινος for one's good, Th.5.27, X.Cyr.7.4.3;ἐπ' ἀ. τοῖς πολίταις Ar.Ra. 1487
;οὐκ ἐπ' ἀ.
for no good end,Th.
1.131;ἐπ' οὐδενὶ ἀ. τῆς Ἑλλάδος X.HG5.2.35
:—in pl., ἡ ἐπ' ἀγαθοῖς γεναμένη (sic)κατασπορά PFlor.21.10
(iii A.D.):—τὸ ἀ. or τἀ., the good, Epich.171.5, cf. Pl.R. 506b, 508e, Arist.Metaph. 1091a31, etc.:—in pl., ἀγαθά, τά, goods of fortune, treasures, wealth, Hdt.2.172, Lys.13.91, X.Mem.1.2.63, etc.; fare well,Ar.
Av. 1706; also, good things, dainties, Thgn.1000, Ar.Ach. 873, etc.: good qualities,τοῖς ἀ., οἷς ἔχομεν ἐν τῇ ψυχῇ Isoc.8.32
, cf. Democr.37; good points, of a horse,εἰ τἄλλα πάντα ἀ. ἔχοι, κακόπους δ' εἴη X.Eq. 1.2
.III [comp] Comp. and [comp] Sup. are usu. supplied from other stems, viz. [comp] Comp. ἀμείνων, ἀρείων, βελτίων, κρείσσων (κάρρων), λωΐων ([etym.] λὥων), [dialect] Ep. βέλτερος, λωΐτερος, φέρτερος:—[comp] Sup. ἄριστος, βέλτιστος, κράτιστος, λώϊστος ([etym.] λῷστος), [dialect] Ep.βέλτατος, κάρτιστος, φέρτατος, φέριστος:— later, reg. [comp] Comp.ἀγαθώτερος LXX Jd.11.25
, 15.2, D.S.8Fr.12, Plot. 5.5.9, Diod.Rh.p.53.9H.: [comp] Sup.ἀγαθώτατος D.S.16.85
, Hld.5.15, etc. (- ότατος POxy.1757.26
(ii A.D.)). -
66 ἀπηνής
A ungentle, rough, hard, of persons, Il.1.340;ὅτι τοι νόος ἐστὶν ἀ. 16.35
, cf. Od.18.381;θυμὸς ὑπερφίαλος καὶ ἀ. Il. 15.94
; μῦθον ἀπηνέα τε κρατερόν τε ib. 202, cf. Od.18.381, al.; ὃς μὲν ἀπηνὴς αὐτὸς ἔη καὶ ἀπηνέα εἰδῇ cruel himself and full of cruel thoughts, 19.329.—Rare in [dialect] Att. (never in Trag.), (anap.);ἀπηνές τι εἰπεῖν Pl.Phdr. 257b
(but ἀπηχές (q.v.) Hermias adloc.), cf.Lg. 950b, Call.Iamb.1.257; freq. in later Prose, as Onos.42.23, Phld.D.3Fr.69, D.S.9.24, Plu.2.678b, 970c, Luc.Nec.18;τὸ ἐς ἀλλήλους ἀ. Procop.Goth.4.35
: [comp] Comp.- έστερος J.BJ5.7.4
, Adam.2.44: [comp] Sup.- έστατος Ael.NA3.26
;τοῖς φίλοις J.BJ 1.24.8
. Adv.- νῶς D.Chr.32.53
, Plu.2.19b; πρὸς φίλους ἀπηνῶς ζῆν ib.525d: [comp] Comp.- έστερον J.AJ11.6.9
.II in physical sense,σπλὴν ἀ.
hard,Aret.
SD1.14, cf. 2.12; unpleasant to taste, CA1.5. (Cf. προς-ηνής, Goth. ansts 'favour'.) -
67 ἐνέπω
E in lyr., as Hipp.572,580 (anap.), Heracl.95 (lyr.), al.: [tense] pres. is used by Hom. only in imper. ἔννεπε, opt.ἐνέποιμι Od.17.561
, part. ἐνέπων, also [ per.] 3sg. [tense] impf. ἔννεπε; [tense] pres. ind. not before Pi. ll. cc.; inf. [dialect] Boeot.ἐνέπιν Corinn.Supp.2.73
: [tense] impf.ἤνεπον Pi.N.10.79
, Oall.Fr. 1.58P.: [tense] aor. 2ἔνισπον, ἔνισπες Il.24.388
,ἔνισπε 2.80
; imper.ἐνίσπες Il.11.186
, 14.470, Od.3.101, A.R.1.487,ἔνισπε Od.4.642
, A.R.3.1; subj.ἐνίσπω Il.11.839
; opt. ἐνίσποις, -οι, Od.4.317, Il.14.107; inf.ἐνισπεῖν Od.4.323
: [tense] fut.ἐνισπήσω 5.98
,ἐνίψω 2.137
, al. Pres. [full] ἐνίσπω in later Poets, as Nic. Th. 522, D.P.391:— tell or tell of,Διὸς δέ σφ' ἔννεπε μῦθον Il.8.412
;τὸν Ἕκτορι μῦθον ἐνίσπες 11.186
;νημερτέα πάντ' ἐνέποντα Od.17.549
; εἴ τινά μοι κληηδόνα πατρὸς ἐνίσποις if thou couldst tell me any tidings of my father, 4.317; ἄνδρα μοι ἔννεπε tell me the tale of.., 1.1;τίς.. ἄριστος ἔην, σύ μοι ἔννεπε, Μοῦσα Il.2.761
;μνηστήρων.. θάνατον καὶ κῆρ' ἐνέπουσα Od.24.414
: abs., tell news or tales,πρὸς ἀλλήλους ἐνέποντε 23.301
, cf. S.El. 1439 (lyr.): freq. in Tragg., who use ἐννέπω as a [tense] pres. to the [tense] aor. εἰπεῖν ([tense] aor. ἔνισπον only in imper. , inf. ); ἐνν.τινὶ ὅτι .. S.El. 1367.2 simply, speak,μύθοισι σκολιοῖς ἐνέπων Hes.Op. 194
, cf. A.Ch. 550;πρὸς τίν' ἐννέπειν δοκεῖς; S.Tr. 402
. -
68 ὕδωρ
A ; [dialect] Boeot. [full] οὕδωρ prob. in IG7.3169 (Orchom.):—water, of any kind, but in Hom. rarely of seawater without an epith.,ἄνεμός τε καὶ ὕ. Od.3.300
, 7.277; butἁλμυρὸν ὕ. 9.227
, al., cf. Th.4.26; of rivers, ὕ. Αἰσήποιο, Στυγός, Il.2.825, 8.369, al.; so in Lyr. and Trag.,ὕ, Ἀσώπιον Pi.N. 3.3
;ὕ. τὸ Νείλου A.Supp. 561
(lyr.): freq. in pl. (but only once in Hom., ὕδατ'ἀενάοντα Od.13.109
), Καφίσια ὕδατα the waters of Cephisus, Pi.O.14.1;ῥυτῶν ὑδάτων S.OC 1599
;ὕδασιν τοίς Ἀχελῴου Id.Fr. 271
(anap.): spring-water, drinking-water,οἶνον ἔμισγον καὶ ὕ. Od.1.110
;ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ 9.85
;ὕδατα καὶ.. δῖτοι Pl.R. 404a
;πότιμον ὕ. X.HG3.2.19
; ὕ. πίνων a water-drinker, D.6.30, cf. 19.46, Ar.Eq. 349;ὕ. δὲ πίνων οὐδὲν ἂν τέκοι σοφόν Cratin.199
, cf. Aristopho 10.3, Bato 2.9, al.: ὕδωρ κατὰ χειρός water for washing the hands, v. χείρ; φέρτε χερσὶν ὕ. Il.9.171;ὕ. ἐπὶ χεῖρας ἔχευαν 3.270
, Od.1.146, al.;λοέσσας ὕδατι λευκῷ Il.23.282
:—on γῆν καὶ ὕδωρ αἰτεῖν and διδόναι, v. γῆ 1.2b:—a curse was invoked upon those who refused fire (i.e. the right to borrow burning embers) or water or to direct a traveller on his way, Diph.62, cf. X.Oec.2.15:—prov.,ὅρκους ἐγὼ γυναικὸς εἰς ὕ. γράφω S.Fr. 811
, cf. Men.Mon.25;ἐν ὕδατι γράφειν Pl.Phdr. 276c
; ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ, τί δεῖ ἐπιπίνειν; if water chokes, what more can be done ? of a desperate case, Arist.EN 1146a35, cf. .2 rain-water, rain,ὅτε λαβρότατον χέει ὕ. Ζεύς Il.16.385
;ὗσαι ὕδατι λαβροτάτῳ Hdt.1.87
;ἐγίνετο ὕ. ἄπλετον Id.8.12
;πολύ Th.6.70
, D.59.99;ὕ. ἐπιγενόμενον πολύ X.HG1.6.28
;τὸ ὕ. τὸ γενόμενον τῆς νυκτός Th.2.5
, cf. Hdt.8.13: more definitely,ὕδωρ ἐζ οὐρανοῦ X.An. 4.2.2
, Aristid.Or.50(26).35 (but ἐζ οὐρανοῦ is a gloss in Th.2.77): pl.,ὕ. ὄμβρια Pi.O.11(10).2
; τὰ Διὸς, orπαρὰ τοῦ Δ., ὕ. Pl.Lg. 761a
, 761b;τὸ ἐκ Διὸς ὕ. Thphr.HP2.6.5
; καινὸν ἀεὶ τὸν Δία ὕειν ὕδωρ, ὕδωρ τὸν θεὸν ποιῆσαι, Ar.Nu. 1280, V. 261 (lyr.), cf. Thphr.Char.3.4: abs.,ἐὰν πλείω ποιῇ ὕ. Id.CP1.19.3
: κεραύνια ὕ. thunder-showers, Plu.2.664f;ὕ. πολλά, συνεχέα μαλθακῶς Hp.Epid.1.1
.4 in the law-courts, τὸ ὕδωρ was the water of the water-clock ([etym.] κλεψύδρ), and hence the time it took in running out,ἂν ἐγχωρῇ τὸ ὕδωρ D.44.45
;οὐχ ἱκανόν μοι τὸὕ. Id.45.47
; ἐν τῷ ἐμῷ ὕ., ἐπὶ τοῦ ἐμοῦ ὕ., in the time allowed me, Id.18.139, 57.61; οὐκ ἐνδέχεται πρὸς ταὐτὸ ὕ. εἰπεῖν one cannot say (all) in one speech, Id.27.12;τὸ ὕ. ἀναλῶσαι Din.2.6
;πρὸς ὕ. σμικρὸν διδάζαι Pl.Tht. 201b
;ἐν μικρῷ μέρει τοῦ παντὸς ὕ. D.29.9
; ἐπίλαβε τὸ ὕ. stop the water (which was done while the speech was interrupted by the calling of evidence and reading of documents), Id.45.8;ἐγχεῖται τὸ μὲν πρῶτον ὕ. τῷ κατηγόρῳ.., τὸ δὲ δεύτερον ὕ. τῷ φεύγοντι Aeschin.3.197
; ἀποδιδόναι, παραδιδόναι τινὶ τὸ ὕ., to give him the turn of speaking, Id.1.162, Din.1.114.5 generally, liquid,ὕδατος εἴδη τὰ τοιάδε· οἶνος, οὖρον, ὀρός Arist.Mete. 382b13
, cf. Hp.Cord.12.II part of the constellation Aquarius, Arat.399.2 a name for the winter solstice, Paul.Al.A.4.III Ὕδατα, τά, as the name of places with hot or mineral waters, Ὕ. Σέζτια, Lat. Aquae Sextiae, Ὕ. Νεαπολιτανά, etc., Ptol.Geog.2.10.8, 3.3.7, etc. [[pron. full] ῠ by nature,ὕ?ὕδωρXδωρ Il. 18.347
, al. (usu. with ὕ?ὕδωρX when not at end of line),ὕ?ὕδωρXδατος 16.229
, al.,ὕ?ὕδωρXδατι Od.12.363
, al.,ὕ?ὕδωρXδατ' 13.109
, and so always in [dialect] Att. (exc. sts. in dactylic verse, Ar.Ra. 1339); Hom. freq. has ὕ ¯ δωρ (always at end of line exc. in phraseΣτυγὸς ὕδωρ Il.15.37
), alsoὕ ¯ δατος Il. 21.300
, 312, Od.5.475,ὕ ¯ δατι Il.23.282
, Od.22.439; later [dialect] Ep. admits ὕ ¯ δωρ more freely, A.R.4.601, so that we find [pron. full] ῡ in the second half of the foot in h.Cer. 381, Batr.97, A.R.4.290, etc.; also in Alc.Supp.11.8.] (Cf. Skt. udán-, gen. udn-ás 'water', OE. woeter, O Norse vatn; I.-E. u(e)d- with suffix r alternating with n (ὕδ-ṇ- τος): cogn. with Skt. u-ná-t-ti (root ud-), [ per.] 3pl. u-n-d-ánti 'moisten', cf. Lat. unda.) -
69 δοκέω
δοκέω (δοκεῖ; δοκέοντα: fut. or ?aor. subj. δόξομεν, fut. [δοκ]ήσεις: aor. ἔδοξε(ν) ἔδοξ(ε), ἔδοξαν; ἐδόκησεν, -αν: pf. pass. δεδόκηται as act.)1 pers.,a seem, be considered, be held c. inf. ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος (sc. οἱ Κορίνθιοι) O. 13.56 “ἔδοξ[ε γὰρ] τεκεῖν πυρφόρον ἐρι[ (sc. Ἑκάβα) Πα. 8A. 19. c. dat. & inf.,ἔδοξεν αὐτῷ κᾶπος ὀξείαις ὑπακουέμεν αὐγαῖς ἀελίου O. 3.24
ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν O. 5.16
κνώσσοντί οἱ παρθένος τόσα εἰπεῖν ἔδοξεν O. 13.72
ἐδόκησέν τε ( Ἀντίλοχος)τῶν πάλαι γενεᾷ ὁπλοτέροισιν ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.40
c. inf. & pred. adj.πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ πεδ' ἀφρόνων βίον κορυσσέμεν ὀρθοβούλοισι μαχαναῖς P. 8.74
σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν (byz.: δόξωμεν codd.) N. 4.37b expect ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα, πέσε δ ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα. ( δοκέοντι coni. Fennel: the Σ also explain ἔνδοξον. cf. Gerber, A. J. Ph. 1963, 182f.) N. 7.31c frag. δοκ]ήσεις οὐ πὰρ σκόπον (eΣ supp. Lobel) fr.6a.g.2 impers., c. inf., it is held good i. e. one decidesεἰ δ' ὄλβον ἢ χειρῶν βίαν ἢ σιδαρίταν ἐπαινῆσαι πόλεμον δεδόκηται, μακρά μοι αὐτόθεν ἅλμαθ ὑποσκάπτοι τις N. 5.19
c. dat. & inf.ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.59
-
70 ἕ
1 ἕ; acc. pers. pron.: him, her, itκλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος· αἰνήσαις ἓ καὶ υἱόν, ἃν Θέμις λέλογχεν O. 9.14
τυφλὸν δ ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν codd.: ἐὰν Σγρ: “on peut garder l' ἑὰν des manuscrits,” Des Places, 25) N. 7.252 οἱ (οἷ cod. unus, Boeckh, οἱ cett. N. 1.61: οἷ coni. Boeckh, οἱ codd. P. 9.84: οἷ coni. Kayser, θεῷ codd. N. 10.31: οἱ ( ϝοι) always follows a vowel, long or short, save in two dubious examples, following a relative conjunction, O. 1.57, fr. 169, 51: οἱ is correptedοἱ οὐδὲ N. 3.39
,οἱ ἀντάυσε P. 4.197
: the reference of οἱ must always be deduced from sense alone, but cf. iii: οἱ does not follow prepositions.)a = αὐτῷ, αὐτᾷ. — [( ἄταν), ἅν οἱ πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον (Hermann, v. d. Mühll, M. H., 1954, 52: τάν οἱ codd. contra metr.: ἅν τοι Fennel) O. 1.57] τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι λτ;οἱγτ; πάλιν μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος (Tricl.: οἱ προῆκαν codd.: to Tantalos) O. 1.65 τοῦτό γέ οἱ σαφέως μαρτυρήσω (for Hagesias) O. 6.20 ἔνθα οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας (to lamos) O. 6.65 ἄνδρα τε πὺξ ἀρετὰν εὑρόντα. δίδοι τέ οἱ αἰδοίαν χάριν (to Diagoras) O. 7.89 ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι (to Opous. “datif d'intérêt” Des Pl.) O. 9.67 δέξαι δέ οἱ στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν (from Xenophon) O. 13.29κνώσσοντί οἱ παρθένος τόσα εἰπεῖν ἔδοξεν O. 13.71
ἄνευ οἱ Χαρίτων τέκεν γόνον (to Ixion: “datif d'intérêt.” Des Pl.) P. 2.42 “ ἐπί οἱ Κρονίων ἔκλαγξε βροντάν” (in answer for Euphamos) P. 4.23, cf. P. 4.197 ἦλθε δέ οἱ μάντευμα (to Pelias) P. 4.73 καί ῥά οἱ Μόψος ἄμβασε στρατὸν (at Jason's bidding) P. 4.189 ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε (in answer to Jason's prayer) P. 4.197 εὖ νιν ἔγνωκεν (sc. καιρὸν Δαμόφιλος) θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ (“οἱ se rapporte à καιρός — plutôt qu'à Damophile” Des Pl.) P. 4.287 ὁσία κλυτὰν χέρα οἱ προσενεγκεῖν; (upon Cyrene) P. 9.36 “ ἵνα οἱ χθονὸς αἶσαν δωρήσεται” (to Cyrene) P. 9.56 τέκε οἱ καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα (with Amphitryon: οἷ Boeckh, “sans doute parce que le pronom dépend ἀπὸ κοινοῦ de τέκε et surtout de μιγεῖσα” Des Pl.) P. 9.84 κατένευσέν τέ οἱ χαίταις (to Persephone) N. 1.14 ὤπασε δὲ Κρονίων πολέμου μναστῆρά οἱ χαλκεντέος λαὸν ἵππαιχμον (to Sicily) N. 1.16 παλίγγλωσσον δέ οἱ ἀθάνατοι ἀγγέλων ῥῆσιν θέσαν” (for Amphitryon: “éthique” Des Pl.) N. 1.58ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61
καί ποτε χαλκότοξον Ἀμαζόνων μετ' ἀλκὰν ἕπετό οἱ N. 3.39
φύτευέ οἱ θάνατον (for Peleus) N. 4.59 κατένευσέν τέ οἱ (to Peleus) N. 5.34, cf. N. 1.14 Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ (to Polydeukes) N. 10.79 τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς (Morel: οἱ τέκε codd.: to Herakles) I. 4.64, cf. P. 2.42 λάμβανέ οἱ στέφανον (for Pytheas: “datif d'intérêt” Des Pl.) I. 5.62 εἰ γάρ τις πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν ( σύν adverbially) I. 6.12, cf. N. 4.59ταῦτ' ἄρα οἱ φαμένῳ πέμψεν θεὸς αἰετόν I. 6.49
ἵνα οἱ κέχυται πιεῖν νε[ Pae. 15.8
Ὀλυμ]πόθεν δέ οἱ χρυσόρραπιν ὦρσεν Ἑρμᾶν[ (for Perseus) Δ. 4. 37.b where οἱ has to some extent possessive significance.λάμπει δέ οἱ κλέος O. 1.23
Ἐρινὺς ἔπεφνέ οἱ σὺν ἀλλαλοφονίᾳ γένος ἀρήιον (the family of Oidipous) O. 2.42σάφα δαεὶς ἅ τέ οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν μεγαλόδοξος Εὐνομία O. 9.15
μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον (Boeckh: τοι codd.) O. 10.87μηνός τέ οἱ τωὐτοῦ τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.37
διασωπάσομαί οἱ μόρον ἐγώ O. 13.91
κελαινῶπιν δ' ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας (join ἐπὶ with κρατί) P. 1.7οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83
καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.63
“ χειρί οἱ χεῖρ' ἀντερείσαις” P. 4. 37. “ αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρον” P. 4.48αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος P. 4.264
θεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν P. 5.117
πατροπάτωρ ἔνθα οἱ Σπαρτῶν ξένος κεῖτο P. 9.82
χρυσοστεφάνου δέ οἱ Ἥβας καρπὸν ἀνθήσαντ' ἀποδρέψαι ἔθελον P. 9.109
εἶπε δ' ἐν μέσσοις (sc. Ἀνταῖος) ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις ( ἀμφί adverbially) P. 9.120 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν (“éthique-possessif” Des Pl.) N. 3.57 cf. γλυκεῖά οἱ καρδίαν ἀτάλλοισα γηροτρόφος συναορεῖ Ἐλπίς fr. 214. 1.ἐπεί οἱ τρεῖς ἀεθλοφόροι πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.23
ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι (where οἱ may refer to Homer or Odysseus) N. 7.22ἀτὰρ γένος αἰεὶ φέρει τοῦτό οἱ γέρας N. 7.40
Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενὶ σιγᾷ οἱ στόμα N. 10.29
ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57
c where οἱ in a subordinate clause refersa to the subject of the principal verb.ἔπαθεν, πρίν γέ οἱ χρυσάμπυκα κούρα χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.65
δεῖξεν ὥς τ' ἀνὰ βωμῷ θεᾶς κοιτάξατο, ὥς τέ οἱ αὐτὰ ἔπορεν δαμασίφρονα χρυσόν O. 13.76
ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ (sc. τὸν Ἰάσονα) κεῖνόν γε πράξασθαι πόνον (sc. Αἰήτας. but v. πράσσω) P. 4.243II to some other person. πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν, Κλεόδαμον ὄφῤ ἰδοῖσ, υἱὸν εἴπῃς ὅτι οἱ νέαν ἐστεφάνωσε χαίταν (“οἱ intellege πατρί,” Schroeder) O. 14.22 cf. P. 9.120d fragg. ]το οἱ ἔτει θανατο[ Pae. 22.10
]άδις, οὕς οἱ[ (Π: οὔ σ' οἱ vix hic aptum, nott. Snell) fr. 169. 51.e dub. [ τί οἱ codd.: τῷ Mingarelli N. 10.15]3 ἱν (= ϝιν, on analogy of τίν, cf. Hes., fr. 245 M-W.) “ οὐδ' ἀπίθησέ ἱν” (coni. Hermann: νιν codd., Σ: “parmi les solutions —, il en est une —: c'est d' admettre que νιν a pu avoir la valeur d'un datif” Des Pl.) P. 4.36 [ἱν coni. Hermann: νιν codd. N. 1.66] [ εἰ γάρ σύ ἱν (coni. Maas: cf. Schadewaldt, 322̆{1}: σφιν codd.: σφισιν Tricl.) N. 7.98] -
71 ἐν
ἐν (in crasis1κἀν I. 4.25
, I. 6.59 coni., butκαὶ ἐν P. 9.40
: repeated 13 times O. 2.43, O. 6.55, I. 5.30 etc.: follows noun governed 7 times O. 13.44, P. 9.69, Παρθ. 2. 7, etc.: governs only the second of two nouns P. 4.130, O. 7.12:ἐνί P. 6.18
, Θρ. 7. 3, fr. 163: joined withἐπὶ N. 5.2
,παρά N. 9.34
) A prep. c. dat.1 of time.a of point of time, in, at, on δεῖ σάμερονἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28
κυρίῳ δ' ἐν μηνὶ πέμποισ ἀμφιπόλους O. 6.32
νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
[ κἀν (Mosch.: ἐν καὶ codd. vulgo: καὶ cod. unus) P. 1.35] ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ (sc. ἁμέρᾳ) P. 4.132τὰν πολυξέναν ἐν ἱερομηνίᾳ Νεμεάδι ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει I. 4.65
“ ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.44ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ Pae. 6.5
ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντεὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ Pae. 6.61
τῷδ' ἐν ἄματι τερπνῷ Pae. 15.1
Ψμέναιον, ὃν ἐν γάμοισι χροιζόμενον [Μοῖρα] σύμπρωτον λάβεν (Welcker: ἐργάμοισι cod.) Θρ. 3.. ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6.b during, within, in the course ofἐν ἁμέρᾳ O. 1.6
ἐν παντὶ χρόνῳ O. 6.36
ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ O. 6.100
ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94
ἐν μικρῷ χρόνῳ O. 12.12
ἐν ὄρφναῖσι P. 1.23
ἐν δ' αὖτε χρόνῳ P. 3.96
ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127
ἀθρόαις πέντε νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130
[ ἐνχρόνῳ (Chaeris: ἄν codd.) P.4. 258]ἐν δὲ χρόνῳ P. 4.291
, P. 8.15ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.92
τέκε ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν P. 9.85
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.18
ἐν περισθενεῖ μαλαχθεὶς παγκρατίου στόλῳ N. 3.16
ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.70
ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν N. 4.94
ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52
ἦ τιν' ἄγλωσσον μὲν ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (Hermann e Σ: κατέχει τε, κατέχειν codd.) N. 8.25 ἐν πολυφθόροις ἁμέραις (Boeckh: πολυφθόροις ἐν codd.) N. 8.31 χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς N.8.49. codd.) ἐν πολέμῳ N. 9.36. ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N.9.42. ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίωνμιν ὀμφαὶ κώμασαν N. 10.34
φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
“ παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνειν” N. 10.78ἐν δὲ χειμῶνι πλέων I. 2.42
ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ I. 4.16
ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ I. 4.36
τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.47
καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ (bis) I. 5.48—9. “Αἴαντα, λαῶν ἐν πόνοις ἔκπαγλον Ἐνυαλίου” I. 6.54 ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr.ἄστρον ὑπέρτατον ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον Pae. 9.3
]βαρβιτίξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ fr. 124d. ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος fr. 125. 2. μηδ' ἀμαύρου τέρψιν ἐν βίῳ fr. 126. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν fr. 131b. 3. πενταετηρὶς ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.c in the space ofπολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.82
βάματι δ' ἐν πρώτῳ κιχὼν παῖδ P. 3.43
τὸν Ἀργείων τρόπον εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59d phrases τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ (ἐν om. codd.: supp. Hermann: ἐνσχερώ Dindorf: in a line, uninterruptedly) N. 1.69 ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι ( ἐνσχερὼ Heyne) N. 11.39 ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι ( ἐνσχερὼ Fr. Portus i. e. 100 feet broad without interruption) I. 6.22 ὥστ' ἐν τάχει τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν soon N. 5.35 [ ἀλλ' ἐν ἀμείβοντι (Musur.: ἐναμείβοντι codd.) N. 11.42]2 of place.a ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ. O. 1.24ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος O. 3.23
ἐν Πίσᾳ O. 6.5
ἐν Ὀλυμπίᾳ O. 6.26
ἐν Ὀλυμπιάδι O. 10.16
ἐν Πίσᾳ O. 10.43
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
ἐν δὲ Πυθῶνι O. 2.39
ἐν Δελφοῖσιν O. 13.43
Πυθιάδος δ' ἐν δρόμῳ P. 1.32
ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27
ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ P. 6.8
Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς P. 6.18
Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63
ἐν Πυθιάδι P. 8.84
ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71
ἀγῶνί τε Κίρρας, ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν P. 11.13
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν P. 11.15
Καφισίδος ἐν τεμένει P. 12.27
ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9
ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι N. 6.34
ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34
ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
ἐν Κρίσᾳ I. 2.18
χόρτοις ἐν λέοντος O. 13.44
Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5
ἐν Νεμέᾳ N. 2.23
ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ N. 3.18
κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ I. 3.12
ἐν Νεμέᾳ I. 6.3
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτἐν Νεμέᾳ” I. 6.48κλεινᾷ τἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
ἐν Κορίνθου πύλαις O. 9.86
ἐν Ἰσθμιάδεσσιν O. 13.33
ἐν δἀμφιάλοισι Ποτειδᾶνος τεθμοῖσιν O. 13.40
ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς N. 2.21
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι N. 6.39
τρὶς μὲν' ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών N. 10.27
Κορίνθου τἐν μυχοῖς N. 10.42
ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ I. 3.11
ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισἀρετά I. 5.17
cf. ( Κόρινθον)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
ἐν ἄστει Πειράνας O. 13.61
ἐν Θήβαισι O. 6.16
τά τἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
ἐν Θήβαις O. 13.107
ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
, P. 8.39 “ ἐν Κάδμου πύλαις” P. 8.47Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις N. 4.19
ἐν Θήβαις N. 10.8
ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει I. 5.30
—3.ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις I. 8.16
ἐ]ν ἑπταπύλοισι —[ (sc. Θήβαις) fr. 169. 47.κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
ἐν Ἀθάναις O. 9.88
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
, N. 8.11ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις οἰχνεῖτε fr. 75. 4.ἐν Σικελίᾳ O. 1.12
ἐν Ἄργει O. 7.83
ἐν Μεγάροισιν O. 7.86
ἐν Μαραθῶνι O. 9.89
ἐν Σπάρτᾳ P. 1.77
ἐν Φθίᾳ P. 3.101
“ ἐν δὲ Νάξῳ” P. 4.88Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70
ἐν Μεγάροις (ἐν secl. byz.) P. 8.78ἐν Ἄργει P. 9.112
τῶν δἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις P. 11.32
ἄειδ' ἐν Παλίῳ (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22ἐν Τροίᾳ N. 2.14
ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ I. 1.8
ἐν Φυλάκᾳ I. 1.59
ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34
ἐν Ἐπιδαύρῳ I. 8.68
]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ[ Δ. 1.. ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93. ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ ] ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ fr. 123. 13.Μαιναλίαισιν ἐν δειραῖς O. 9.59
ἐν Παλίου σφυροῖς P. 2.45
“ Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοις” P. 4.16 “ Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” P. 4.20Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.80
ἐν μυχοῖσι Πιερίδων P. 6.49
μυχῷ τ' ἐν Μαραθῶνος P. 8.79
Πίνδου κλεεναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
Αἰγίνᾳ τε γὰρ Νίσου τἐν λόφῳ P. 9.91
τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος P. 9.98
ἐν πεδίῳ Φλέγρας N. 1.67
Νίσου τ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.46
ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ζαθεᾶς Πάρου ἐν γυάλοις fr. 140a. 63 (37). ἐν Κόλχων δόμοις fr. 172. 7.ἐν δρόμοισι O. 1.21
ἐν δρόμοις O. 1.94
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε O. 2.43
—4.Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων N. 11.14
ἔν τ' ἀέθλοισι I. 1.18
ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23
ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι I. 5.6
ἔν τ' ἀγωνίοις ἀέθλοισι I. 5.7
]ἐν δαιτί τε πα[ Πα. 13a. 21.ἐν οἴκῳ O. 6.48
μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις P. 2.33
ἐν θαλάμῳ P. 3.11
τείχει ἐν ξυλίνῳ P. 3.38
“ ἐν λέχεσιν” P. 4.51 “ πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι” P. 4.53 ἄλλοις ἐν τείχεσιν” P.4.268. “ ἐν δώμασι” P. 4.113θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.69
ἐν μεγάρῳ N. 1.31
Φιλύρας ἐν δόμοις N. 3.43
ἐν λέκτροις Ἀκάστου N. 5.30
Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις I. 7.6
ἐν μεγάροις Δ. 2.. ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.58
ἐν Οὐλύμπῳ O. 13.92
ἐν οὐρανῷ O. 14.10
ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ P. 1.15
χρυσέαις ἐν ἕδραις P. 3.94
“ δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71
“ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν” N. 10.88 ἐν Ὀλύμπῳ fr. 33c. 5.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐν πελάγει O. 7.56
ἁλμυροῖς δ' ἐν βένθεσιν O. 7.57
ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.3
—4. “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47ἐν χέρσῳ N. 1.62
ἐν πελάγει N. 3.23
ἐν δΕὐξείνῳ πελάγει N. 4.49
ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ N. 9.43
ἐν πόντῳ I. 5.5
ἐν πεδίῳ I. 8.54
ἐν πόντῳ I. 9.7
πελάγει δ' ἐν πολυχρύσοιο πλούτου fr. 124. 6. ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει fr. 140b. 16. ἐν πόντῳ P. Oxy. 2622. 13 ad ?fr. 346.ἐν ναυσὶ κοίλαις O. 6.10
ἐν Μοισᾶν δίφρῳ O. 9.81
ἐν ναυσὶν P. 3.68
ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2
ἐν ναυσὶν I. 6.30
κελεύθῳ τἐν καθαρᾷ O. 6.23
ἀλλἔν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τἐν ἀπειρίτῳ (v. κρύπτω) O. 6.55πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35
οὐλίῳ ἐν Ἄρει O. 9.76
ταύτᾳ δἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51
ἐν ἅπαντι κράτει O. 10.82
ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις P. 1.47
Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22
χρυσὸς ἐν χερσὶν φανεὶς P. 3.55
ἐν ὄρει P. 3.90
ἐν πολέμῳ P. 3.101
ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.8
ἐν ἀγορᾷ P. 4.85
ἐν πρύμνᾳ P. 4.194
ἐν μέσσοις P. 4.224
ἐν ἀλλοδαπαῖς ἀρούραις P. 4.254
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34 δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους i. e. inside N. 10.61καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.8
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
πατρωίαις ἐν ἀρούραις Pae. 6.106
λτ;ἐνγτ; [τεμέ]νει φίλῳ (supp. Zenodot)Πα.. 12. χρηστήριον[ ] ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκεν Pae. 9.41
ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς (add. Boeckh: ἐν om. codd.) fr. 122. 7. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι (coni. Boeckh: ἐν cod.) Θρ.. 3. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες fr. 210.b at, before met.,τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.433 in, contained in, surrounded bya of clothing, simm.χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων O. 6.8
“ σπαργάνοις ἐν πορφυρέοις” P. 4.114Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.13
ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν N. 10.14
τὸν μὲν ἐν ῥίνῳ λέοντος στάντα I. 6.37
cf. ὑφ' ἅρμασιν ἵππος, ἐν δ ἀρότρῳ βοῦς ( harnessed to) fr. 234. 2.b contained inμονόψαφον ἐν κολεῷ κατασχοῖσα ξίφος N. 10.6
καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις N. 10.36
c of light and darkness.ἐν ὄρφνᾳ O. 1.71
O. 13.70ἐν σκότῳ O. 1.83
ἐν καθαρῷ O. 10.45
φάει δὲ ἐν καθαρῷ P. 6.14
σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν N. 4.38
νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ (Heyne: φασι codd.) fr. 203. 2. met.,ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται I. 7.27
d met.,εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον βαρυλόγοις ἔχθεσιν πιαινόμενον P. 2.54
ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N.1.10.τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχε θέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
4 of feelings, thoughts.ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37
ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος O. 10.63
εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων P. 1.89
αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219
ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ, ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62
5 amongaζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις O. 2.25
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.26
τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53
τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
ἐν ἀγαθοῖς P. 2.81
ἐν ἀνθρώποισι P. 3.21
σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς” P. 4.143κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.281
—2.ἔν τε σοφοῖς πολίταις P. 4.295
ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49
θάρσος τε τανύπτερος ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο P. 5.112
ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας P. 5.114
“ καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ” P. 9.40 βαιὰ δ' ἐν μακροῖσι ποικίλλειν ἀκοὰ σοφοῖς P.9. 77.εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι P. 9.119
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις P. 10.58
πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28
ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34
παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.32
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
—3.ἔστι δαἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80
ἐν δὲ μέσαις (sc. Μοίσαις)φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων N. 5.23
ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν N. 7.65
ἀρετὰ ἐν σοφοῖςἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε N. 8.41
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
Τυνδαρίδας δ' ἐν Ἀχαιοῖς ὑψίπεδον Θεράπνας οἰκέων ἕδος I. 1.31
γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
ἄμμι δ' ἔοικε καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν, ἐν γναμπτοῖς δρόμοις ( when we talk of Farnell) I. 1.57Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις I. 4.24
αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι I. 5.59
φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72εἶπε δεὔβουλος ἐν μέσοισι Θέμις I. 8.31
Ἄρτεμις ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις φῦλον λεόντων α[ Δ. 2. 2. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις ἀλᾶται fr. 105b. 1.νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσιν ἵζων Pae. 6.92
b betweenοἷον Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις δέδεται κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27
καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι P. 4.223
ἐπεὶ τετραόροισιν ὥθ' ἁρμάτων ζυγοῖς ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
c after verbs of mixing. νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγλααῖσι μέμικται (sc. Πέλοψ: is part of) O. 1.90 ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τἔθνει γυναικῶν (sc. Ἀργοναῦται: zeugma, they knew) P. 4.251 ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν enjoyed I. 2.29 ] ἐνέπισε κεκραμέν' ἐν αἵματι (ἐν del. Heringa: κεκραμένον coni. Zuntz) fr. 111. 1, cf. Δ. 2. 20.aἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος O. 2.75
ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell) O. 6.12τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι O. 7.69
πόλιν Ψλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62
θέλοντι δὲ αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.64
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
σὲ δ' ἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὗ μὴ κρυπτέτω i. e. in the common good P. 9.93θεόθεν ἐραίμαν καλῶν δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ P. 11.51
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών, τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ (cf. P. 2.43) N. 10.28ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ I. 2.38
ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. cf. ἐγὼ δὲ ἴδιος ἐν κοινῷ σταλεὶς (in a public position) O. 13.49b in of musical terms. Λύδῳ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον (ἐν ante τρόπῳ del. Schr. metri causa) O. 14.17—8.ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς P. 2.69
πόμ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν ( ἐμπνοαῖσιν coni. Turyn) N. 3.79 esp. to the accompaniment of, amidstἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς O. 5.19
κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς O. 6.7
ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
τὸν ( Ἀρκεσίλαν)ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104
κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς μυρίον χρόνον I. 5.27
ἔν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
]ἀοιδαῖς ἐν εὐπλε[κεσσι Pae. 3.12
λτ;ἐν ἀοιδᾷ> supp. Snell e Σ pap. Pae. 14.207 instrumental in, with, by means ofτετραορίας ἐλελίχθονος, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ κρατέων P. 2.5
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει P. 5.85
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (ἐν om. codd.: supp. Tricl.) P. 11.46ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν πορφυρέοις ἔρνεσιν N. 11.28
κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26
esp. withχείρ. οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ O. 2.63
ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶ ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους P. 2.8
ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον N. 1.52
ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17
χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 7.8 upon, into following verbs of movement.ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον O. 8.68
ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
ὠπυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν P. 2.41
καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (om. codd.: supp. Mosch.) P. 3.64 “ ἐν τᾷδ' ἄφθιτον νάσῳ κέχυται Λιβύας σπέρμα” (cf. I. 1.4) P. 4.42ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ μαινάδ' ὄρνιν P. 4.215
τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ P. 8.12
“ νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι” P. 9.63 ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος ( πρὸς coni. Boeckh) P. 9.114Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42
[ πέσε δ' ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντι (coni. Fennel, Lobel: δοκέοντα codd.) N. 7.31]ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28
ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν N. 10.70
χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26
ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23μήτ' ἐν ὀρφανίᾳ πέσωμεν στεφάνων I. 8.6
ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99
τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς fr. 109. 1. ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ fr. 169. 21, cf. N. 3.629 in respect of [ ἐν ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι (ἐν om. codd., add. V: ἐπ byz.) O. 1.113]ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47
ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.51
, cf. I. 1.57 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἁρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (om. codd.: supp. Er. Schmid) N. 3.58μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.15
10 = σύν, with the aid of ἐν τίν κ' ἐθέλοι, Γίγαντας ὁς ἐδάμασας, εὐτυχῶς ναίειν (σὺν σοί. Σ.) N. 7.9011 in the hands of, in the power ofἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.71
πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.30
12 dub. ex. οἷά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς, καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν (ἐν add. metr. causa Hermann, edd. vulgo: ὁπότε codd.: ὁπόταν Trypho ap. Eustath.: ποτ' ἀνὰ Ammonius: v. ἐνίμηι) I. 1.25 [ νῦν αὖτ' ἐν Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ (codd.: ἐν del. Hermann) I. 6.5]13 frag. ] εν ὀρθῷ δρόμῳ fr. 1a. 5.] ἐν χρ[ Πα. 13a. 25. ]ἐν κλ[ Πα. 13e. 4. ] ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e.14 in tmesis. ἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν (v. ἐμβάλλω) O. 7.44 ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν (v. ἐμφλέγω) O. 10.74 B adv. dabeia thereἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.5
ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22
b too, besidesΜοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ N. 7.78
ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἇμαρ (contra Radt, “Präposition in tmesi mit τύχεν”) Πα. 2.. σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων, ἐν δὲ κέχλαδεν ἐν δὲ ἐν δ' Δ. 2. 10—5. C ἐν prep. c. acc. v. ἐς B.------------------------------------v. ἐς -
72 ἔχω
ἔχω (ἔχω, -εις, -ει, -ομεν, -οντι; ἔχω, -ῃ; ἔχων, -οντ(α), -οντες; -οισα, -οίσας; ἔχειν: impf. εἶχε, ἔχε(ν), ἔχον: fut. [ ἕξω codd.], σχήσει codd., ἕξει; σχήσοι: aor. ἔσχε(ν), ἔσχετ[ε], ἔσχον; ἔσχεθε, σχέθον; σχέθοι; σχεθών; σχεῖν, σχεθέμεν: med. impf. εἴχετ(ο): aor. pro pass. σχόμεναι.)1 have, hold.1 generally,a have, possess, have in keeping ( Πέλοψ)τύμβον ἀμφίπολον ἔχων O. 1.93
ὅθεν σπέρματος ἔχοντα ῥίζαν πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου (Aristarchus: ἔχοντι codd.) O. 2.46 εἰ δέ μιν (= ὄλβον)ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον O. 2.56
Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77
καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
ἀπάτερθε δ' ἔχον διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι πατρωίαν ἀστέων μοίρας O. 7.74
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.46
Ἡσυχία βουλᾶν τε καὶ πολέμων ἔχοισα κλαῗδας ὑπερτάτας P. 8.4
Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας P. 8.78
οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν N. 1.31
ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν N. 7.100
εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους N. 11.13
πάντ' ἔχεις, εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτο καλῶν I. 5.14
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει περὶ κείνων κελαδέσαι I. 5.47
“μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.48
ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9. as epexeg. inf.,ἑτοῖμον ἀνεφρόντισεν γάμον Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.120
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν, ὠνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.22
b hold (in one's grip)ἔμπα, καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ N. 4.36
σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς (Elmsley: σχέθων codd.: ἐνδεξιωσάμενος πατέρα interpr. Schr.) P. 6.19c support ἂν δ' ἐπικράνοις σχέθον πέτραν ἀδαμαντοπέδιλοι κίονες fr. 33d. 7.2a rule overὦ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6
Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει μοιράν τ' ἀέθλων O. 6.79
ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
ἀτὰρ Αἴας Σαλαμῖν' ἔχει πατρῴαν N. 4.48
b dwell inπόλιν· ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι P. 5.82
“ ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλας ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων;” P. 9.343a contain, preserveτό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον P. 5.39
b enfoldἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν P. 4.79
4 = κατέχω.a restrain, checkτὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος ( ἔσχε coni. Schr.) fr. 232.b hold back, prevent c. inf.ἐλπίδες δ' ὀκνηρότεραι γονέων παιδὸς βίαν ἔσχον ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
c prevent c. part.ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν, κρανίοις ὄφρα ξένων ναὸν Ποσειδάωνος ἐρέφοντα σχέθοι I. 4.54
5 = παρέχω.a provideἐν Μεγάροισίν τ' οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.87
ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.79
ἴστε μὰν Αἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν περὶ ᾧ φασγάνῳ μομφὰν ἔχει παίδεσσιν Ἑλλάνων (v. μομφά; cf. fr. 359) I. 4.36b keep c. dupl. acc., pr. adj., simm.Μοῖῤ, ἅ τε πατρώιον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36
ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
οὐδ' Ἀίδας ἀκινήταν ἔχε ῥάβδον O. 9.33
καλὰ γινώσκοντ' ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.289
cf.ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός O. 6.8
ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί ( keeps this as a revered honour v. ὀφθαλμός) P. 5.17 in tmesis, ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψυχάν (v. ἀπέχω) O. 2.696a of non physical things, have, enjoyὁ νικῶν ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν O. 1.98
θεὸς τεαῖσι μήδεται ἔχων τοῦτο κᾶδος, Ἱέρων, μερίμναισιν O. 1.107
δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82
Πυθοῖ τ' ἔχει σταδίου τιμὰν O. 13.37
Χίρωνα νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
ἐλπίδ' ἔχω κλέος εὑρέσθαι κεν P. 3.111
τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.24
πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις, ἔχων κρέσσονα πλούτου μέριμναν P. 8.91
“ μόχθου καθύπερθε νεᾶνις ἦτορ ἔχοισα” P. 9.32τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἀρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι, μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθνος N. 3.73
ἔχω γονάτων ὁρμὰν ἐλαφράν (byz.: ἕξω codd.) N. 5.20ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.23
κτεάνωνψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19
βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.62
ὅστις ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας ὀπώραν I. 2.4
ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει I. 5.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (unus cod. Stobaei: ἰσχύει rell.: ἔχειν Clem. Alex.) fr. 61. 2. and so, ἔχει θαλίας καὶ πόλις holds, celebrates O. 7.93b = πάσχω, have, be subject toἔχει δ' ἀπάλαμον βίον τοῦτον ἐμπεδόμοχθον O. 1.59
ἅλιον ἔχοντες, ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.62
ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι (v. l. ὀχοίσας) P. 2.79ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος P. 3.24
χαρίεντα δ' ἕξει πόνον χώρας ἄγαλμα (? i. e. ὕμνος) N. 3.12πεῖραν ἔχοντες οἴκαδε κλυτοκάρπων οὐ νέοντ' ἄνευ στεφάνων N. 4.76
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13
κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.52
ἔνθ' ἄριστοι ἔσχον πολέμοιο νεῖκος I. 7.36
ἐπαγορίαν ἔχει ( ἐπίμωμός ἐστι interpr. Hesych.) ?fr. 359.7 possess, swayτῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33
ἔρως γὰρ ἔχεν (sc. αὐτούς: ἔσχεν cod., corr. Er. Schmid) I. 8.29 med. aor. pro pass., δεί]ματι σχόμεναι φύγον[ (sc. ἀμφίπολοι) Pae. 20.178 have in mind, knowεἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι O. 8.4
εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων οὔ ποτ ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
λεγόμενον δὲ τοῦτο προτέρων ἔπος ἔχω N. 3.53
9 acquire, get oneself (aor. only, but v. P. 2.30)Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
ἱερὸν ἔσχον οἴκημα ποταμοῦ O. 2.9
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν O. 9.88
ἔσχον δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι Πινδόθεν ὀρνύμενοι P. 1.65
[ ἐξαίρετον ἔχε μόχθον (Th. Mag.: ἔσχε codd.: ἕλε Mosch) P. 2.30] ( Ἀρκεσίλαν)ἔχοντα Πυθωνόθεν τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.105
σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν, ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων ( σχήσει v. l.) P. 9.116Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις P. 11.48
Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων N. 10.24
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν N. 10.32
μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.37
ἐρικυδέα τ' ἔσχον Δᾶλον Pae. 5.39
Μοῖσαι, τοῦτον ἔσχετ[ε τεθ]μόν Pae. 6.57
10 be able c. inf.ἔχω καλά τε φράσαι O. 13.11
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.56
, cf. I. 5.4711 intrans.,a c. adv., fare ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν (Hermann: εὖ δ(ὲ) ἔχοντες codd.: εὖ δὲ τυχόντες Boeckh) O. 5.16b without adv., keep, stayἥμερον ὄφρα κατ' οἶκον ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ ἀλαλατὸς ἔχῃ P. 1.72
v. E. Fraenkel, Horace, 279, 3.12 med., c. gen.,a cling to, be held by δράκοντος δ' εἴχετο λαβροτατᾶν γενύων (sc. δέρμα λαμπρόν) P. 4.244b met., lay hold of, set oneself to εἴχετ' ἔργου (sc. Ἰάσων) P. 4.23313 frag. εἶχε Πα. 7C. a. 3. ]σχήσει πολι[ Pae. 21.17
τί κέ τις ἐσχ[ Δ. 4b. 11. ] ν ἰων ἕχον[ ?fr. 345. 12. -
73 λόγος
λόγος (-ος, -ῳ, -ον; -οι, -ων, -οισι.) A1 reason τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον (ἔχει λόγον. Σ.) I. 8.61 B word, etc.1 s.,a account, story, report ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον δεδαιδαλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις ἐξαπατῶντι μῦθοι beyond the true version O. 1.28ἐθελήσω ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.21
ἐν Μεγάροισίν τ' οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.87
ἀπό μοι λόγον τοῦτον, στόμα, ῥῖψον O. 9.35
αἰεὶ δὲ τοιαύταν αἶσαν ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν διακρίνειν ἔτυμον λόγον ἀνθρώπων P. 1.68
σὲ ποτὶ πάντα λόγον ἐπαινεῖν P. 2.66
πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132
πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἐρεχθέος ἀστῶν (v. l. ὁ λόγος) P. 7.9ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς N. 1.34
ἕπεται δὲ λόγῳ δίκας ἄωτος· ἐσλὸν αἰνεῖν avec mon dire s'accorde justice la plus stricte Puech. N. 3.29ἀπειρομάχας ἐών κε φανείη, λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31
ἄπορα γὰρ λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71
οἷον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι, ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν in the telling N. 4.94ψευστὰν δὲ ποιητὸν συνέπαξε λόγον, ὡς ἦρα N. 5.29
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
μὴ πρὸς ἅπαντας ἀναρρῆξαι τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. and so, a report about oneself,εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.13
b = εὐλογία, praise cf. B. 2. b, infra. ὁπᾷ τε κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν (τὸν ὕμνον Σ.) O. 10.11ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.54
ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68
ἐγὼ δὲ πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ Ὅμηρον N. 7.21
τιμὰ δὲ γίνεται ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λό-γον τεθνακότων N. 7.32
καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν (τὸν ἐγκωμιαστικὸν λόγον. Σ.) I. 5.27c utterance, statement, preceptἕπεται δὲ λόγος εὐθρόνοις Κάδμοιο κούραις O. 2.22
αὐδάσομαι ἐνόρκιον λόγον ἀλαθεῖ νόῳ τεκεῖν μή τιν O. 2.92
οὐ ψεύδει τέγξω λόγον· διάπειρά τοι βροτῶν ἔλεγχος O. 4.18
ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.35
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ μὴ λόγον βλάπτων ἁλίοιο γέροντος κρυπτέτω P. 9.94
[cf. λόγῳ, B. 1. a, supra, N. 3.29]ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6
καὶ γυναιξὶν καλλικόμοισιν ἀριστεύει πάλαι (sc. Ἄργος).Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν τοῦτον κατέφανε λόγον N. 10.11
λόγον ἄνακτος Εὐξαντίου ἐπαίνεσα Pae. 4.35
d prophecyπαραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου, εἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι O. 8.4
σὲ δἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59
λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς αἰνίξατο P. 8.38
ἄγγελλε δὲ φοινικόπεζα λόγον παρθένος εὐμενὴς Ἑκάτα τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.77
e converse, speakingδᾶμον Ὑπερβορέων πείσαις λόγῳ O. 3.16
κέντρον δὲ μάχας ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3. κυριωτερο[ λτ;εἰς σοφίας λόγον> (supp. Snell ex Aristide: as regards the utterance of wisdom) fr. 260. 7. as opposed to thought, ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισιλόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ σκολιαῖς γένυσσιν ἀνδέροντι fr. 203. 2.f sentenceδικάζει τις, ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ O. 2.60
h frag. ]λόγον τερπνῶν ἐπέων[ Pae. 14.34
2 pl.,a wordsγνῶναί τ' ἔπειτ ἀρχαῖον ὄνειδος ἀλαθέσιν λόγοις εἰ φεύγομεν O. 6.90
τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι of his request O. 7.68ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη P. 4.101
εἰ δὲ λόγων συνέμεν κορυφάν, Ἱέρων,ὀρθὰν ἐπίστᾳ P. 3.80
“ ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε” P. 4.116μειλιχίοισι λόγοις P. 4.128
μειλιχίοις τε λόγοις P. 4.240
λόγοισι θνατῶν εὔδοξον ἅρματι νίκαν Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς ἀπαγγελεῖ P. 6.16
τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι N. 5.32
ὄψον δὲ λόγοι φθονεροῖσιν N. 8.21
καὶ τοιᾷδε κορυφᾷ σάμαινεν λόγων (λόγον Π̆{S}) Πα. 8A. 14. [ θανόντων δὲ καὶ λόγοι φίλοι προδόται ( λόγοι ut glossema del. Bergk) fr. 160.]b esp., words, expressions of praiseἐπίκουρον εὑρὼν ὁδὸν λόγων O. 1.110
οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12
μελιγάρυες ὕμνοι ὑστέρων ἀρχὰ λόγων τέλλεται O. 11.5
ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.48
παροιχομένων γὰρ ἀνέρων, ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν (Pauw: ἀοιδοὶ καὶ λόγιοι codd., Π.) N. 6.30θρασύ μοι τόδ' εἰπεῖν φαενναῖς ἀρεταῖς ὁδὸν κυρίαν λόγων οἴκοθεν N. 7.51
ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.54
ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17
εἶα τειχίζωμεν ἤδη ποικίλον κόσμον αὐδάεντα λόγων fr. 194. 3. -
74 μάκαρ
1 blesseda of gods and heroes, pro subs.ἐμοὶ δ' ἄπορα γαστρίμαργον μακάρων τιν εἰπεῖν O. 1.52
ἔνθα μακάρων νᾶσον ὠκεανίδες αὖραι περιπνέοισιν O. 2.70
φυλάσσοντες μακάρων τελετάς O. 3.41
χρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν P. 3.103
Κρονίδαι μάκαρες P. 5.118
ὦ μάκαρ Herakles N. 7.94ὦ μάκαιρα Θήβα I. 7.1
ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26
ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τέρας, ἅν τε βροτοὶ Δᾶλον κικλῄσκοισιν, μάκαρες δ' ἐν Ὀλύμπῳ χθονὸς ἄστρον fr. 33c. 5. “μακάρων τ' ἐπιχώριον τεθμὸν πάμπαν ἐρῆμον ἀπωσάμενος Pae. 4.46
ὦ μάκαρ Pan. fr. 96. 1.b of men. ὦ μάκαρ υἱὲ Πολυμνάστου Battos P. 4.59 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής Battos P. 5.94 μάκαρ δὲ καὶ νῦν (sc. ἐσσί), κλεενᾶς ὅτι εὖχος ἤδη παρὰ Πυθιάδος ἵπποις ἑλὼν δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων Arkesilas P. 5.20 μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον the Hyperboreans P. 10.46c of cities, lands, ὀλβία Λακεδαίμων, μάκαιρα Θεσσαλία pr. P. 10.2, cf. I. 7.1d of the family hearth.ἐς ἀφνεὰν ἱκομένους μάκαιραν Ἱέρωνος ἑστίαν O. 1.11
μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν i. e. of Arkesilas P. 5.11τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17
e fragg. [ει μακαρ[ Πα. 13a. 21. ]μακαρο[ Pae. 21.8
]μακάρων[ P. Oxy. 841, fr. 48. -
75 μοῖρα
1a portion, (c. partit. gen.)ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94
τὸ δὲ παθεῖν εὖ πρῶτον ἀέθλων· εὖ δ' ἀκούειν δευτέρα μοῖῤ P. 1.99
b due (share) c. appositive gen. ( Ἑρμᾶν) ὃς ἀγῶνας ἔχει μοῖράν τ' ἀέθλων contests as his due O. 6.79 ἀπάτερθε δ' ἔχον διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι πατρωίαν ἀστέων μοίρας (Meineke: μοῖραν codd., fort. recte) O. 7.76 εὔχομαι (sc. σε) ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν as regards the blessings that are their due O. 8.86 τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται happiness as your due P. 3.84 ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ during the banquet, which was their due P. 4.127ἐκάλειφιλίαν νόστοιο μοῖραν P. 4.196
βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.20
ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ διέποντι θάλειαν contests, which are allotted to them N. 10.53 ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα πρὸς εὐφροσύναν τρέψαι γλυκεῖαν ἦτορ i. e. two prizes allotted to him I. 3.10 πάντ' ἔχεις, εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτοκαλῶν I. 5.15
ἀνὰ δ' ἄγαγον ἐς φάος οἵαν μοῖραν ὕμνων I. 6.62
καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι fr. 42. 3.c destinyIἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις ἀγάνορα πλοῦτον ἀνθεῖν σφίσιν P. 10.17
μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω σε παισὶν δαρὸν Αἰτναίων ὀπάζειν N. 9.29
καὶ θνατὸν οὕτως ἔθνος ἄγει μοῖρα N. 11.43
II doom Περσεὺς ὁπότε τρίτον ἄυσεν κασιγνητᾶν μέρος ἐνναλίᾳ Σερίφῳ λαοῖσί τε μοῖραν ἄγων ( ἄνυσσεν v. l.: “ein Wortspiel,” Wil., 146) P. 12.12ἐπέπεσε μοῖρα Pae. 2.64
πεπρωμέναν θῆκε μοῖραν μετατραπεῖν fr. 117a. < μοῖρα> (supp. Bergk) Θρ. 3. 8.2 pro pers.a sing., as personification of 3 supra. Apportioning, Destinyὅταν θεοῦ Μοῖρα πέμπῃ ἀνεκὰς ὄλβον ὑψηλόν O. 2.21
οὕτω δὲ Μοῖρ' ἅ τε πατρώιον τῶνδ ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον, ἐπί τι καὶ πῆμ ἄγει O. 2.35
οὐ θεῶν ἄτερ ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν P. 5.76
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.57
b pl., the Fates, viz. Klotho O. 1.26, I. 6.8; Lachesis O. 7.64, Πα. 12. 77; Tyche fr. 41: in the company of Eleithuia O. 6.42, N. 7.1, Πα. 12. 17; of Time O. 10.52τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας O. 6.42
παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν O. 10.52
Μοῖραι δ' ἀφίσταντ P. 4.145
Ἐλείθυια, πάρεδρε Μοιρᾶν βαθυφρόνων N. 7.1
ἐγὼ δ' ὑψίθρονον Κλωθὼ κασιγνήτας τε προσεννέπω ἑσπέσθαι κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου Μοίρας ἐφετμαῖς I. 6.18
Θέμιν Μοῖραι ποτὶ κλίμακα σεμνὰν ἆγον fr. 30. 3. test., Paus., 7. 26. 8., ἐγὼ μὲν οὖν Πινδάρου τά τ' ἄλλα πείθομαι τῇ ᾠδῇ καὶ Μοιρῶν τε εἶναι μίαν τὴν Τύχην καὶ ὑπὲρ τὰς ἀδελφάς τι ἰσχύειν fr. 41.3 fragg. ἔμαθον δ' ὅτι μοιραν[ Πα. 13. c. 5. ]εοι μοῖρ' ἔνθα[ Θρ.. 11. ]μοιραν εχ[ ?fr. 337. 15. -
76 ὀρέγω
1 stretch outπρὸς δ' ἑταῖροι καρτερὸν ἄνδρα φίλας ὤρεγον χεῖρας P. 4.240
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.58
met., offer,εἰ δέ μοι πλοῦτον θεὸς ἁβρὸν ὀρέξαι P. 3.110
-
77 τέλος
a execution, completion, issueἀποίητον οὐδ' ἂν Χρόνος δύναιτο θέμεν ἔργων τέλος O. 2.17
ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος decide the issue O. 13.57νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
οὐδὲ μακύνων τέλος οὐδέν P. 4.286
“ κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθα” P. 9.44Ἄπολλον, γλυκὺ δ' ἀνθρώπων τέλος ἀρχά τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται P. 10.10
ἰδίᾳ τ' ἐρεύνασε τεναγέων ῥοάς, ὁπᾷ πόμπιμον κατέβαινε νόστου τέλος N. 3.25
ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται, ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται perfection N. 3.70 οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρατέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.57
κενεᾶν δ' ἐλπίδων χαῦνον τέλος N. 8.45
πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.29
ἀμφοτερᾶν τοι χαρίτων σὺν θεοῖς ζεύξω τέλος I shall secure an execution of both songs I. 1.6 ( ἀρετὰς) αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τέλος bring their lives to an end I. 4.5 ὅσσα δ' ἐπ ἀνθρώπους ἄηται μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν ἀπλέτου δόξας, ἐπέψαυσαν κατὰ πὰν τέλος in every issue I. 4.11 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι the supreme goal I. 4.32 pro adv., τέλος δ' ἀείραις πρὸς στιβαρὰς ἐπάραξε πλευράς finally fr. 111. 3.b prizeΔόρυκλος δ' ἔφερε πυγμᾶς τέλος O. 10.67
ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον P. 9.118
ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.27
c office ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δωδεκάμηνον περᾶσαί νιν ἀτρώτῳ κραδίᾳ (τὴν πρυτανείαν Σ.) N. 11.9d fragg. ]ον τέλος ἔσται Πα. 7C. 6. βασανισθέντι δὲ χρυσῷ τέλος[ ( μανύεται e. g. supp. Snell) Pae. 14.38 -
78 βάσανος
βᾰσᾰν-ος, ἡ,A touchstone, on which pure gold leaves a yellow streak,ἐς βάσανον δ' ἐλθὼν παρατρίβομαι ὥστε μολύβδῳ χρυσός Thgn.417
;χρυσὸν τριβόμενον βασάνῳ Id.450
, cf. 1105;παρατρίβεσθαι πρὸς τὰς β. Arist.Col. 793b1
, cf. HA 597b2: metaph., β. τοῦ ἀρώματος (sc. τοῦ κινναμώμου)τὴν αἶγα εἶναι Philostr.VA3.4
.II the use of this as a test,χρυσὸς ἐν β. πρέπει Pi.P.10.67
: generally, test, trial of genuineness, οὐκ ἔστιν μείζων β. χρόνου [Simon.]175.1;δόμεν τι βασάνῳ ἐς ἔλεγχον Pi.N.8.20
; (lyr.), cf. 494;βάσανον λαμβάνειν περί τινος Pl.Lg. 648b
; εἰς β. εἶ χερῶν wilt come to a trial of strength, S. OC 835;πλοῦτος β. ἀνθρώπου τρόπων Antiph.232.5
; [νόσου] ἔσχ' ἐπὶ σοὶ βάσανον had experienced it in you, i. e. you had had it first, IG14.1320; βάσανον ὑποκείσονται will be subjected to a test, of candidates, POxy.58.25 (iii A. D.).III inquiry by torture,ἐς πᾶσαν β. ἀπικνέεσθαι Hdt.8.110
;εἰς β. αἰτεῖν Herod.2.88
;ἐξετάσαι διὰ βασάνων SIG780.12
(Astypalaea, Aug.); esp. at Athens, used to extort evidence from slaves,εἰς β. δέχεσθαι Antipho1.12
;εἰς β. παραδοῦναι Is.8.17
; ἐκ βασάνων εἰπεῖν ib.12: in pl., confession upon torture, D. 53.24, Hyp.Fr.5, Arist.Rh. 1355b37.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βάσανος
-
79 δεινός
A fearful, terrible; in Hom., of persons and things,Χάρυβδις Od.12.260
;κλαγγή Il.1.49
;ὅπλα 10.254
: freq. in neut.,δεινὸν ἀῧσαι 11.10
;βροντᾶν 20.56
;δεινὸν δέρκεσθαι 3.342
;παπταίνειν Od.11.608
;δεινὰ δ' ὑποδρὰ ἰδών Il. 15.13
; δ. ἰδέσθαι fearful to behold, Od.22.405;δ. μὲν ὁρᾶν, δ. δὲ κλύειν S.OC 141
;εἰ καὶ δεινόν τῳ ἀκοῦσαι Th.1.122
;δεινὴ παρὰ τοῖς εἰδόσιν ἡ βάσανος And.1.30
; in milder sense, awful,δεινή τε καὶ αἰδοίη θεός Il.18.394
, cf. 3.172, Od.8.22, etc.; danger, suffering, horror,A.
Ch. 634, etc.; awe, terror, Id.Eu. 517;ὅπου τὸ δ. ἐλπὶς οὐδὲν ὠφελεῖ S.Fr. 196
; πρὸς τὸ δ. ἔρχεσθαι ib. 351: in pl., ;εἰ δείν' ἔδρασας, δεινὰ καὶ παθεῖν σε δεῖ Id.Fr. 962
, etc.; δεινὸν γίγνεται μή.. there is danger that.., Hdt.7.157; οὐδὲν δεινοὶ ἔσονται μὴ ἀποστέωσιν no fear of their revolting, Id.1.155, etc.; δεινότατον μή.. the greatest danger lest.., And.3.1; δεινόν ἐστι, c. inf., it is dangerous to do, Lys.12.87; δεινὸν ποιεῖσθαι take ill, complain of, be indignant at a thing: abs., Th.1.102, etc.: c. inf.,ὑπὸ Μήδων ἄρχεσθαι Hdt.1.127
, etc.; also make complaints,Id.
3.14,5.41;ἐν δεινῷ τίθεσθαι J.AJ18.9.8
;δεινόν τι ἔσχε αὐτὸν ἀτιμάζεσθαι Hdt.1.61
; δεινὸν or δεινὰ παθεῖν suffer illegal, arbitrary treatment, Ar.Ra. 252, cf. Pl.Prt. 317b, etc.;δεινότερα π. Th.3.13
;τὸ δ. τὸ πείσομαι Hdt.7.11
: in Oratt.,δεινὸν ἂν εἴη εἰ.. And.1.30
, Lys.12.88, etc. Adv.-νῶς, φέρειν Hdt.2.121
. γ'; δ. καὶ ἀπόρως ἔχει μοι I am in dire straits, Antipho 1.1;δ. ἔχειν τῇ ἐνδείᾳ X.An.6.4.23
;δ. διατεθῆναι τυπτόμενος Lys.3.27
.II marvellously strong, powerful: δ. σάκος the mighty shield, Il.7.245; simply, wondrous, marvellous, strange, τὸ συγγενές τοι δεινὸν ἥ θ' ὁμιλία kin and social ties have strange power, A.Pr.39;δ. τὸ κοινὸν σπλάγχνον Id.Th. 1036
;δ. τὸ τίκτειν S.El. 770
;πολλὰ τὰ δ. κοὐδὲν ἀνθρώπου -ότερον πέλει. Id.Ant. 333
; δ. ἵμερος, ἔρως, Hdt.9.3, Pl.Tht. 169c; , etc.;δ. λέγεις πρᾶγμα Pl.Euthd. 298c
;δ. γ' εἶπας, εἰ καὶ ζῇς θανών S.Aj. 1127
; freq. δεινὸν ἂν εἴη εἰ.. it were strange that.., as E.Hec. 592. Adv. - νῶς marvellously, exceedingly, δ. μέλαινα, ἄνυδρος, Hdt.2.76, 149;δ. ἐν φυλακῇσι εἶναι Id.3.152
;δ. πώς εἰμ' ἐπιλήσμων Metag.2
, etc.: [comp] Comp. - οτέρως Sch. Min.Il.7.97.III clever, skilful, first in Hdt.5.23 ἀνὴρ δ. τε καὶ σοφός; of Odysseus,γλώσσῃ.. δεινοῦ καὶ σοφοῦ S.Ph. 440
, cf. OC 806, Antipho 2.2.3, Lys.7.12;σοφὸς καὶ δ. Pl.Prt. 341a
; opp. σοφός, of practical ability, Id.Phdr. 245c, Tht. 164d; opp. ἰδιώτης, D.4.35: c. inf.,δεινὸς εὑρεῖν A.Pr.59
; ; δ. λέγειν clever at speaking, S.OT 545, etc.; δ. εἰπεῖν is rare, D.20.150;νόσος δ. φαγεῖν Ar.Nu. 243
;δ. πράγμασι χρῆσθαι D.1.3
; αἱ εὐπραξίαι δ. συγκρύψαι τὰ ὀνείδη are wonderfully liable to.., Id.2.20: c. acc.,δ. τὴν τέχνην Ar.Ec. 364
;δ. περὶ τοὺς λόγους τοὺς εἰς τὰ δικαστήρια Pl.Euthd. 304d
;ἐς τὰ πάντα Ar.Ra. 968
; δ. περὶ τὸ ἀδικεῖν, περὶ Ὁμήρου, Pl.R. 405c, Ion 531a;δ. ἀμφί τι Arr.Tact.9.5
;δ. κατὰ χειρουργίαν Ael.VH3.1
;ἐν λόγοισι δ. Ὑπερείδης Timocl.4.7
(but also of the forcible, vehement, style in oratory, Demetr.Eloc. 240, al.); in bad sense, over-clever, Pl.Euthphr.3c;δ. ὑπὸ πανουργίας Id.Tht. 176d
, cf. Arist.EN 1144a27. (For δϝεινός, cf. Δϝενία, gen. of pr.n. Δεινίας, IG4.858.) -
80 δυνατός
A strong, mighty, in body or mind, ὅ τι ἦν αὐτῶν δυνατώτατον the ablest-bodied men, Hdt.9.31; sound in limb, opp. ἀδύνατος, Lys.24.12;σῶμα δ. πρός τι X.Oec.7.23
;χερσὶ καὶ ψυχᾷ δ. Pi.N.9.39
;τοῖς σώμασι καὶ ταῖς ψυχαῖς X.Mem.2.1.19
; ; κατά τι ib. 366d ([comp] Sup.): c. acc., ibid. ([comp] Sup.); of ships, fit for service, Th.7.60; of things, ; λόγος a powerful argument, Epicur.Ep. 1p.31U.;δ. προτείχισμα Plb.10.31.8
.2 c. inf., able to do, Hdt. 1.97, etc.; δ. λῦσαι mighty to loose, Pi.O.10(11).9;λέγειν τε καὶ πράσσειν-ώτατος Th.1.139
, Pl.Prt. 319a; - ώτατοι καὶ τοῖς σώμασιν καὶ τοῖς χρήμασιν λῃτουργεῖν Decr. ap. Arist.Ath.29.5;ἐᾶν τοὺς δ. ἄρχειν X.Ath.1.3
; ὅσονπερ δ. εἰμι, with inf. omitted, E.Or. 523.3 of outward power, powerful, influential, S.El. 219;τῶν Ἑλλήνων δυνατώτατοι Hdt.1.53
; οἱ δ. the chief men of rank and influence, Th.2.65;χρήμασι δ. Id.1.13
, etc., cf. OGI669.13 (i A. D.).II [voice] Pass., of things, possible,οὐ δύνατον γένεσθαι Sapph.Supp.5.21
, cf. Hdt.9.111, A.Ag.97 (lyr.), etc.; ὁδὸς δυνατὴ καὶ τοῖς ὑποζυγίοις πορεύεσθαι practicable, X.An.4.1.24;λόγου δ. κατανοῆσαι Pl.Phd. 90c
;βίον τοῖς πλείστοις κοινωνῆσαι δ. Arist.Pol. 1295a30
; κατὰ τὸ δυνατόν, quantum fieri possit, Pl. Cra. 422d, D.3.6, etc.;ἐς τὸ δ. Hdt.3.24
;εἰς ὅσον ἀνθρώπῳ δ. μάλιστα Pl.Phdr. 277a
;ἐκ τῶν δυνατῶν X.An.4.2.23
;ἐπὶ τὸ δ. Id.Cyn. 5.8
;ἐν δυνατῷ εἶναι BCH29.172
(Delos, ii B. C.); alsoὅσον δυνατόν E.IA 997
;ὅσον καθ' ἡμᾶς δ. Id.Ba. 183
; esp. with [comp] Sup.,ὡς δ. πλεῖστον Isoc.12.278
;ὡς δ. κακίστους X.Mem.4.5.5
;γνώμη ὡς δ. δικαιοτάτη D.24.13
; τὰ δ. things which are practicable, Th.5.89, cf. Arist. Rh. 1359b1.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δυνατός
См. также в других словарях:
έπος — Εκτεταμένο ποίημα, το οποίο μέσω της εξιστόρησης είτε ηρωικών πράξεων μυθολογικών ή πραγματικών προσώπων είτε υπερφυσικών γεγονότων εκφράζει, σε ύφος υψηλό, τη βαθύτερη σημασία που έχει η ιστορία μιας κοινότητας ανθρώπων και της δίνει συνείδηση… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
ως — (I) ΜΑ βλ. ως. (II) ΜΑ βλ. ώς. (III) Α πρόθ. προς («ὡς αἰεὶ τὸν ὅμοιον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὅμοιον», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ.]. (IV) ὡς, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ὥ Α 1. επίρρ. α) (αναφ.) καθώς, όπως (α. «ως συνήθως, άργησε πάλι» β. «κινήθη δ ἀγορὴ … Dictionary of Greek
Im Anfang war das Wort — Epsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ … Deutsch Wikipedia
In vino veritas — Epsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ … Deutsch Wikipedia
Liste griechischer Phrasen/Epsilon — Epsilon Inhaltsverzeichnis … Deutsch Wikipedia
συνάπτω — ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυνάπτω Α [ἅπτω] συνδέω, συνενώνω, συναρμόζω νεοελλ. 1. (η μτχ. παθ. παρακμ. ως επίθ.) συνημμένος, η, ο προσαρτημένος, ενωμένος με άλλον («συνημμένο έγγραφο») 2. φρ. α) «συνάπτω σχέσεις» i) δημιουργώ φιλικές σχέσεις, πιάνω φιλία… … Dictionary of Greek
φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… … Dictionary of Greek
νους — ο (ΑΜ νοῡς, Α και ασυναίρ. τ. νόος) 1. η ικανότητα τού νοείν, σε αντιδιαστολή προς το αισθάνεσθαι, η δύναμη που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο να σκέφτεται λογικά, το σύνολο τών λειτουργιών τού ανθρώπινου εγκεφάλου, νόηση, διάνοια («τυφλὸς τὰ τ ὦτα τόν … Dictionary of Greek
εις — (I) και εισέ και σε και σ( ) προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων τού άρθρου (AM εἰς και ές) πρόθ. που δηλώνει: 1. μέσα («..χύνονται στη θάλασσα», «οἵ τ εἰς ἅλαδε προρρέουσιν») 2. κίνηση προς, σε τόπο («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς… … Dictionary of Greek