-
21 μέγας
μέγᾰς, μεγάλη [pron. full] [ᾰ], me/ga?μέγαςX, gen. μεγάλου, ης, ου, dat. μεγάλῳ, ῃ, ῳ, acc. μέγᾰν, μεγάλην, μέγᾰ; dual μεγάλω, α, w; pl. μεγάλοι, μεγάλαι, μεγάλα, etc.: the stem μεγάλο- is never used in sg. nom. and acc. masc. and neut., and only once in voc. masc.,I big, of bodily size: freq. of stature,εἶδος.. μ. ἦν ὁράασθαι Od.18.4
;κεῖτο μ. μεγαλωστί Il.16.776
;ἠΰς τε μ. τε Od.9
. 508; φῶτα μέγαν καὶ καλόν ib. 513;καλή τε μεγάλη τε 15.418
;κάρτα μεγάλη καὶ εὐειδής Hdt.3.1
; φύσιν τίν' εἶχε φράζε; Answ. .b full-grown, of age as shown by stature,νῦν δ' ὅτε δὴ μ. εἰμί Od.2.314
; (anap.); later, elder of two persons of the same name, Wilcken Chr. 305 (iii B. C.);Σκιπίων ὁ μ. Plb.18.35.9
.c of animals, μ. ἵπποι, βοῦς, σῦς, Il.2.839, 18.559, Od.19.439;αἰετός Pi.I.6(5).50
.2 generally, vast, high, οὐρανός, ὄρος, πύργος, Il.1.497, 16.297, 6.386; wide, πέλαγος, λαῖτμα θαλάσσης, Od.3.179, 5.174; long, ἠϊών, αἰγιαλός, Il.12.31,2.210: sts. opp.ὀλίγος, κῦμα οὔτε μέγ' οὔτ' ὀ. Od.10.94
; but usu. opp. μικρός orσμικρός, πρὸς ἑαυτὸ ἕκαστον καὶ μ. καὶ σμικρόν Anaxag. 3
;τὸ ἄπειρον ἐκ μεγάλου καὶ μικροῦ Arist.Metaph. 987b26
, etc.II of quality or degree, great, mighty, freq. epith. of gods,ὁ μ. Ζεύς A. Supp. 1052
(lyr.), etc.; μεγάλα θεά, of Demeter and Persephone, S. OC 683 (lyr.); θεοὶ μεγάλοι, of the Cabiri, IG12(8).71 ([place name] Imbros), etc.; Μήτηρ μ., of Cybele, SIG1014.83 (Erythrae, iii B. C.), 1138.3 (Delos, ii B. C.);Μήτηρ θεῶν μ. OGI540.6
([place name] Pessinus), etc.;Ἴσιδος μ. μητρὸς θεῶν PStrassb.81.14
(ii B.C.);μ. ἡ Ἄρτεμις Ἐφεσίων Act.Ap.19.28
; τίς θεὸς μ. ὡς ὁ θεὸς ἡμῶν; LXX Ps.76(77).13;ὁ μ. θεός Ep.Tit.2.13
; of men,μ. ἠδὲ κραταιός Od.18.382
;ὀλίγος καὶ μ. Callin.1.17
, etc.; μέγας ηὐξήθη rose to greatness, D.2.5; ἤρθη μ. ib.8; βασιλεὺς ὁ μ., i. e. the King of Persia, Hdt.1.188, etc. (θεῶν β. ὁ μ., of Zeus, Pi.O. 7.34);βασιλεὺς μ. A.Pers.24
(anap.); as a title of special monarchs,Ἀρδιαῖος ὁ μ. Pl.R. 615c
;ὁ μ. Ἀλέξανδρος Ath.1.3d
;ὁ μ. ἐπικληθεὶς Ἀντίοχος Plb.4.2.7
, etc.;μ. φίλος E.Med. 549
;πλούτῳ τε κἀνδρείᾳ μ. Id.Tr. 674
;ἐπὶ μέγα ἦλθεν ἰσχύος Th.2.97
.2 strong, of the elements, etc., ἄνεμος, λαῖλαψ, Ζέφυρος, Od.19.200, 12.408, 14.458; of properties, passions, qualities, feelings, etc., of men, θάρσος, πένθος, ποθή, etc., 9.381, Il.1.254, 11.471, etc.;ἀρετή Od.24.193
, Pi. O.8.5;θυμός Il.9.496
, E.Or. 702;κλέος Il.6.446
;ἄχος 9.9
;πυρετός Ev.Luc.4.38
(incorrect acc. to Gal.7.275); ἡ μ. νοῦσος epilepsy, Hp. Epid.6.6.5, cf. Gal.17(2).341.3 of sounds, great, loud, ἀλαλητός, ἰαχή, πάταγος, ὀρυμαγδός, Il.12.138, 15.384, 21.9, 256; θόρυβοι, κωκυτός, S.Aj. 142 (anap.), E.Med. 1176; ;μὴ φώνει μέγα S.Ph. 574
.4 generally, great, mighty,ὅρκος Il.19.113
; ὄλβος, τιμά, Pi.O.1.56, P.4.148; μ. λόγος, μῦθος, a great story, rumour, A.Pr. 732, S.Aj. 226 (lyr.); ἐρώτημα a big, i. e. difficult, question, Pl.Euthd. 275d, Hp.Ma. 287b; weighty, important,τόδε μεῖζον Od.16.291
; μέγα ποιέεσθαί τι to esteem of great importance, Hdt.3.42, cf. 9.111;μέγα γενέσθαι εἴς τι X.HG7.5.6
;μ. ὑπάρχειν πρός τι Id.Mem.2.3.4
;μέγα διαφέρειν εἴς τι Pl.Lg. 78o
c; οὐκ ἂν εἴη παρὰ μέγα τὸ δικολογεῖν not of great importance, Phld.Rh.2.85 S.; τὸ δὲ μέγιστον and what is most important, Th.4.70, cf. 1.142; οἱ μέγιστοι καιροί the most pressing emergencies, D.20.44; μ. ὠνησάμενοι χρημάτων for large sums, Plb. 4.50.3, etc.5 with a bad sense, over-great, μέγα εἰπεῖν to speak big, and so provoke divine wrath, Od.22.288;λίην μέγα εἶπες 3.227
, 16.243;μέγα ἔργον 3.261
, Pi.N.10.64;ἔργων μ. A.Ag. 1546
(anap.);ὠμὸν τὸ βούλευμα καὶ μ. Th.3.36
; ἔπος μ., μ. λόγοι, S.Aj. 423 (lyr.), Ant. 1350 (anap.); μ. γλῶσσα ib. 127 (anap.);μηδὲν μέγ' εἴπῃς Id.Aj. 386
;μὴ μέγα λέγε Pl.Phd. 95b
;μὴ μεγάλα λίαν λέγε Ar.Ra. 835
;μέγα φρονεῖν S.OT 1078
, E.Hipp.6;μεγάλα φρονεῖν Ar.Ach. 988
; μεγάλα, μεῖζον ἢ δικαίως πνεῖν, E.Andr. 189, A.Ag. 376 (lyr.);μέγα τι παθεῖν X.An.5.8.17
; .6 of style. impressive, Demetr.Eloc. 278; μεῖζον more striking, ib. 103.7 of days, long, Gal.12.714.B Adv. μεγάλως [ᾰ] greatly, mightily, Od.16.432, Hes.Th. 429, Hdt.1.16,30, al., X.Cyr.8.2.10, Parth.28.1, etc.; strengthd.,μάλα μ. Il.17.723
;δμαθέντες μ. A.Pers. 907
(lyr.); with Adjs., Hdt. 1.4, 7.190.II more freq. neut. sg. μέγα as Adv., very much, exceedingly, μ. χαῖρε all hail!, v. l. for μάλα in Od.24.402; esp. with Verbs expressing strong feeling,μ. κεν κεχαροίατο Il.1.256
;μ. κήδεται 2.27
, etc.: with Verbs expressing power, might,μ. πάντων.. κρατέει 1.78
;ὃς μ. πάντων.. ἤνασσε 10.32
;πατρὸς μ. δυναμένοιο Od.1.276
, cf. Hom.Epigr.15.1, A.Eu. 950 (anap.), E.Hel. 1358 (lyr.), Ar.Ra. 141, Pl.R. 366a;μ. δύνασθαι παρά τινι Th.2.29
;πλουτέειν μ. Hdt.1.32
; or those expressing sound, loudly, μ. ἰάχειν, ἀῧσαι, βοῆσαι, εὔξασθαι, ἀμβῶσαι, Il.2.333, 14.147, 17.334, Od.17.239, Hdt.1.8 (also pl.,μεγάλ' εὔχετο Il.1.450
; μ. αὐδήσαντος, μ. ἤπυεν, Od.4.505, 9.399): strengthd.,μάλα μ. Il.15.321
;μ. δ' ἔβραχε φήγινος ἄξων 5.838
, etc.: so in Trag. with all kinds of Verbs, μ. στένειν, σθένειν, χλίειν, A.Ag. 711 (lyr.), 938, Ch. 137: also in pl.,μεγάλα.. δυστυχεῖς Id.Eu. 791
(lyr.).2 of Space, far,μέγα προθορών Il.14.363
; ἄνευθε μέγα far away, 22.88; .3 with Adjs., as μέγ' ἔξοχος, μέγα νήπιος, Il.2.480, 16.46; μ. νήπιε Orac. ap. Hdt.1.85;μ. πλούσιος Id.1.32
, 7.190;ὦ μέγ' εὔδαιμον κόρη A.Pr. 647
: with [comp] Comp. and [comp] Sup., by far, μέγ' ἀμείνονες, ἄριστος, φέρτατος, Il.4.405, 2.82, 16.21.C degrees of Comparison (regul. μεγαλώτερος, -ώτατος late, EM780.1,2):1 [comp] Comp. μείζων, ον, gen. ονος, [dialect] Ep., [dialect] Att. (also Delph., SIG 246 H 260 (iv B. C.)); [dialect] Ion., Arc., [dialect] Dor., [dialect] Aeol. μέζων, ον, Heraclit. 25, Hp.Acut.44, Hdt.1.26, IG7.235.16 ([place name] Oropus), 5(2).3.18 ([place name] Tegea), Epich.62 (also early [dialect] Att., IG12.22.65, but [με] ίζων ib.6.93, by analogy of ὀλείζων ib.76,95); dat. pl.μεζόνεσσι Diotog.
ap. Stob.4.7.62: written μέσδων in Sapph.Supp.7.6, Plu.Lyc.19: cf. [full] μέττον· μεῖζον, Hsch. (dub.); laterμειζότερος 3 Ep.Jo.4
(used as title, elder, POxy. 943.3 (vi A. D.), etc.);μειζονώτερος A.Fr. 434
:—greater, longer, taller, Il.3.168, 9.202, etc.; freq. also, too great, ; Μηνόφιλος μείζων M. the elder, Ostr.Bodl.vC 2 (ii A. D.); as title, μειζων κώμης headman of a village, POxy.1626.5 (iv A. D.), etc.: generally, the higher authority, PLond.2.214.22 (iii A. D.), POxy.1204.17 (pl., iii A. D.); οὔτε μεῖζον οὔτε ἔλαττον, a strong form of denial, nothing whatever, D.H.Comp.4; . Adv. , Th.1.130, X.Cyn.13.3, Isoc.9.21, etc.; [dialect] Ion.μεζόνως Hdt.3.128
, Herod.4.80, etc.: neut. as Adv.,μεῖζον σθένειν S.Ph. 456
, E.Supp. 216;μ. ἰσχύειν D.Ep.3.28
;ἐπὶ μ. ἔρχεται S.Ph. 259
.2 [comp] Sup. μέγιστος, η, ον, Il.2.412, etc.: neut. as Adv.,μέγιστον ἴσχυσε S.Aj. 502
; δυνάμενος μ., c. gen., Hdt.7.5, 9.9: with another [comp] Sup.,μέγιστον ἐχθίστη E.Med. 1323
: in pl.,χαῖρ' ὡς μέγιστα S.Ph. 462
;θάλλει μ. Id.OC 700
(lyr.);τὰ μέγιστ' ἐτιμάθης Id.OT 1203
(lyr.); ἐς μέγιστον ib. 521;ἐς τὰ μ. Hdt.8.111
:—late [comp] Sup.μεγιστότατος PLond.1.130.49
(i/ii A. D.). (Cf. Skt. majmán- 'greatness', Lat. magnus, Goth. mikils 'great'.) -
22 χατέω
Aχατέεσκε Nonn.D.4.56
.I c. inf., crave, need,οὐδέ τις ἡμῖν δόρπου μνῆστις ἔην, μάλα περ χατέουσιν ἑλέσθαι Od.13.280
; : abs.,χατέοντί περ ἔμπης Il.15.399
, cf. 9.518;μάλα περ χατέουσα Od.2.249
.II c. gen., want, have need of, ; μάλα περ χατέοντες ἀρωγῆς Epic.Oxy.422, cf. AP5.301.20 (Agath.), 7.583 (Id.), etc.III rarely c. acc.οἷά τε πολλὰ ἄνθρωποι χ. A.R.4.1557
. -
23 ἦ
ἦ, Adv., never in the form ἦε ([etym.] ἠέ):I TO CONFIRM an assertion, in truth, of a surety, , etc.; ironically, 1.229, al.; with concessive force, it is true that..: hence, although..,ἦ καὶ γένει ὕστερος ἦεν 3.215
: freq. strengthd. by the addition of one or two other Particles, asἦ ἄρα Od.24.193
;ἦ ἄρα δή Il.13.446
;ἦ ῥα 4.82
;ἦ ῥά νυ 6.215
;ἦ γάρ 1.78
;ἦ γάρ τοι Od.16.199
;ἦ δή Il.2.272
;ἦ δή που 21.583
; ;ἦ θην Il.20.452
; ;ἦ μάλα Il.3.204
;ἦ μάλα δή 5.422
; ἦ μήν and ἦ μέν (v. infr.);ἦ νυ Il.22.11
;ἦ τάχα Od.18.73
;ἦ τε 13.211
: and to express doubt, ἦ που, v. ἦ που and ποῦ: esp. ἦ μήν used in oaths and asseverations, Il.2.291, 7.393, A.Pr.73, 168, etc.; alsoἦ μάν Il.2.370
, 13.354, Sapph.Supp.23.5;ἦ μέν Od.10.65
(later εἶ μήν, v. εἷ): c. inf. in orat. obliq., after Verbs of swearing, etc.,σὺ δὲ σύνθεο, καί μοι ὄμοσσον, ἦ μέν μοι πρόφρων ἔπεσιν καὶ χερσὶν ἀρήξειν Il.1.77
; ἦ μέν also in [dialect] Ion. historical Prose, Hdt.4.154, 5.93, al.;ἐγγυᾶσθαι, ἦ μὴν παραμενεῖν Pl. Phd. 115d
; ἐγγυητὰς καταστῆσαι ἦ μὴν ἐκτείσειν Lexap.D.24.39: with other Particles,ἦ μὲν δή Il.2.798
, Od.18.257, al.;ἦ δὴ μάν Il.17.538
.2 in the combinations ἐπεὶ ἦ, ὅτι ἢ and τί ἢ; A.D.Conj.255.5, Synt.307.19(cf. Hdn.Gr.1.520), recognizes an 'expletive' ἠ ([etym.] παραπληρωματικὸς σύνδεσμος) perispom. after ἐπεί, barytone after ὅτι or τί. It is prob. the same as the affirmative ἦ (cf. A.D.Conj.l.c.), and occurs in the same combinations,ἐπεὶ ἦ πολύ.. Il.1.169
, al.; ἐπεὶ ἦ μάλα ib. 156, Od.10.465;ἐπεὶ ἦ καί.. Il.20.437
, Od.16.442. Trypho took τίη as one word, and this can be supported byτί ἢ δὲ σύ.. Il.6.55
, but A.D. (Conj.l.c.) infers from the accent of ὅτι ἢ that τί ἢ was two words. The Attic accentuation is said by Eust.45 init., 118.39, 907.14 to be τιή, ὁτιή(qq. v.).3 this ἦ (or ἢ) is prob. to be recognized inὥς τε γὰρ ἦ Il.2.289
,ὥς τέ τευ ἦ Od.3.348
, 19.109, where codd. have ἢ (in Od.3.348 ἠδέ (cj. Bekker) shd. perh. be read for ἠέ).II in Questions not involving alternatives:1 Direct questions,a epexegetic of a preceding question, suggesting the answer to it, τίπτ' εἰλήλουθας; ἦ ἵνα ὕβριν ἴδῃ Ἀγαμέμνονος; why hast thou come? is it that thou mayst see.. ? Il.1.203, cf. 5.466,7.26, Od.4.710,13.418, 17.376, B.17.5; τί δῆτα χρῄζεις; ἦ με γῆς ἔξω βαλεῖν; S.OT 622, cf. E.Or. 1425 (ἤ codd.); τίς σοι διηγεῖτο; ἦ αὐτὸς Σωκράτης; Pl.Smp. 173a (perispom., cod. B): on the accent, Hdn. Gr.2.112.b not epexegetic of a preceding question, ἦ σύ γ' Ὀδυσσεύς ἐσσι πολύτροπος; art thou the wily Odysseus? Od.10.330, cf. Il.11.666, 15.504; ἦ οὐκ ὀτρύνοντος ἀκούετε.. Ἕκτορος; do you not hear..? ib. 506, cf. Od.16.424; ἦ τὸ πλοῖον ἀφῖκται; Pl.Cri. 43c; ἦ οὐ δοκεῖ καὶ σοὶ οὕτω; don't you think so too? Id.Grg. 479b (perispom., cod. T); ἦ βούλει συλλογισώμεθα αὐτά; shall we work them (the consequences) out? ib. 479c (perispom., cod. T); ἦ τορῶς λέγω; A.Ag. 269; ἦ κἀν δόμοισι τυγχάνει τανῦν παρών; S.OT 757: freq. with other Particles, ἦ ἄρ.. ; Od.20.166, Il.19.56; mostly ἦ ῥα.. ; 5.421, 762, Od.4.632; also in Trag. (in lyr.), A.Pers. 633, S.Aj. 172, 955: esp. to mark the first of several questions, Pi.I.7(6).3 sqq.; ἦ ἄρα δή.. ; Il.13.446; ἦ ῥά νυ.. ; 4.93; ἦ νυ.. ; 15.128; ἦ ταῦτα δή.. ; S.Ph. 565, El. 385; ἦ ταῦτα δῆτα.. ; Id.OT 429; ἦ γάρ.. ; A.Pr. 745, 757, S.OT 1000: in [dialect] Att. Prose, ἦ γάρ; standing alone, is it not so? Pl.Tht. 160e, Grg. 449d, 468d; ἦ καί.. ; A.Ag. 1207, 1362:—ἦ usu. begins the sentence, except that the vocative may precede, as in Il.5.421, 762, Od.4.632, S.OC 863, 1102, or ἀλλά, as in A.Ag. 276, Ch. 774:—by Crasis ἦ combines with ἄρα in [dialect] Att. and the κοινή to ἆρα (q. v.), in all other dialects (cf. A.D.Conj.223.24 ) to ἦρα (q. v.), but ἆρα is found in Pi.P.4.78 ( ἄρα codd.), al., Archil.86, 89.2 Indirect questions, (v.l. εἰ, which alone has Ms. authority in Il.1.83, Od.19.325);ὄφρα καὶ Ἕκτωρ εἴσεται ἢ καὶ ἐμὸν δόρυ μαίνεται ἐν παλάμῃσιν Il.8.111
(v.l. εἰ) ; ἀλλ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ.. ἢ καὶ Λαέρτῃ αὐτὴν ὁδὸν ἄγγελος ἔλθω; Od.16.138 (v.l. εἰ) ; ἀμφίστασθαι ἦ κα πεφυτεύκωντι πάντα κὰτ τὰν συνθήκαν they shall investigate whether.. Tab.Heracl.1.125;μαντεύσασθαί οἱ.. ἦ λώϊόν οἵ κα εἴη Isyll.34
;διαφαφίξασθαι ἦ δοκεῖ αὐτὸν στεφανῶσαι IG12(3).170.12
([place name] Astypalaea): accented ἤ in codd. Hom., but it shd. perh. be perispom.------------------------------------ἦ, for ἔφη, [ per.] 3sg. [tense] impf. or [tense] aor. 2 of ἠμί (q. v.). [full] ἦ, for ἦν, [dialect] Att. [var] contr. from lon. ἔα, [tense] impf. of εἰμί (A sum). -
24 μαλ'
μᾱλί, μαλίς 2fem voc sgμᾱλά, μαλόςwhite: neut nom /voc /acc plμᾱλά̱, μαλόςwhite: fem nom /voc /acc dualμᾱλά̱, μαλόςwhite: fem nom /voc sg (doric aeolic)μᾱλέ, μαλόςwhite: masc voc sgμᾱλαί, μαλόςwhite: fem nom /voc plμᾱλί, μηλίςfem voc sg——————μᾶλα, μᾶλονneut nom /voc /acc plμᾶλα, μῆλον 2apple: neut nom /voc /acc pl -
25 ἀνήρ
ᾰνήρ (ἀνήρ, ἀνδρός, ἀνδρί, ἄνδρα; ἄνδρες, ἀνδρῶν, ἄνδρεσσι, ἀνδράσι(ν): ἆνέρι, ἆνέρα; ἆνέρες, ἆνέρων)1 man1 man in his prime.aπαίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17
ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ —διφρηλασίας O. 3.37
“ φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ” O. 4.26ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον (τῷ τε Ἁγησίᾳ καὶ τοῖς τούτου προγόνοις. Σ.) O. 6.86ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν O. 7.8
τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν, παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88
νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23
ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον (Hermann: ἀνδράσι codd.) P. 2.65 “ ἀνδρὸς αἰδοίου” P. 4.29δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107
ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα (i. e. husband) P. 9.118Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6
κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.33
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.49
νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις N. 9.12
ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18
ἐντί τοι φίλιπποί τ' αὐτόθι ἄνδρες N. 9.33
ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας N. 9.38
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.9
τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17
ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50
θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου I. 6.1
περικτίονας ἐνίκασε ἄνδρας I. 8.65
κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν fr. 29. 2.ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι Pae. 2.37
χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57
ψοφὸν ἀιὼν Κασταλίας ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον Pae. 6.9
Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3. ( ψυχὰς) ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 5. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135. νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες (fort. non omnia haec sunt Pindari, nott. Wil.) fr. 210. νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.ὦ Συράκοσαι, ἀνδρῶν ἵππων τε σιδαροχαρμᾶν δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικὸς Παρθ. 2. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι (oxymoron intell. Schr.) fr. 203. 1.b specifically, men or heroes τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ Hagesias O. 6.18 ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος Iamidai O. 6.24 εὐθυμάχαν πελώριον ἄνδρα Diagoras O. 7.15 τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε Diagoras O. 7.89 ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν Epharmostos O. 9.13 ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι Opous O. 9.65 ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν Hieron P. 1.42 ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον Ixion P. 2.29 ἄιδρις ἀνήρ (Ixion = ἥρως v. 31) P. 2.37 σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν Arkesilas P. 4.1 ἀνὴρ ἔκπαγλος Jason P. 4.79 ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ Jason P. 4.132 γόνον ἰδὼν κάλλιστον ἀνδρῶν Jason P. 4.123 δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες Euphamos and Periklymenos P. 4.173Ζήταν Κάλαίν τε ἄνδρας πτεροῖσιν νῶτα πεφρίκοντας P. 4.182
βιατὰς ἀνὴρ Jason P. 4.236 καρτερὸν ἄνδρα Jason P. 4.239 ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί Arkesilas P. 5.107 ὁ θεῖος ἀνὴρ Antilochos P. 6.38Τελεσικράτη γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας P. 9.4
ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον Hyperboreans P. 10.46 ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο Perseus P. 12.18 ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου Chromios N. 1.20 καὶ ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον Timodemos N. 2.3 καί τις ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν Peleus and Telamon N. 5.15 φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον Thearion? N. 7.62 ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν Aristagoras N. 11.11 τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν Herodotos I. 1.34 εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων Xenokrates I. 2.17 ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας Herakles v. Fraenkel on Agam. 719. I. 4.53 λευκωθεὶς κάρα μύρτοῖς ὅδ' ἀνὴρ Melissos I. 4.70 κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου ἐφετμαῖς Lampon I. 6.18 “ λίσσομαι παῖδα θρασύν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” Telamon I. 6.46 φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν Lampon ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72 “ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ” Paris. Πα. 8A. 19. ] τῶνδ' ἀνδρῶν ἕνεκεν μερίμνας σώφρονος Aioladas and Pagondas. Παρθ. 2.. Πολυμνάστου Κολοφωνίου ἀνδρός fr. 188.2 generally = ἄνθρωπος.aῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν κυλίνδοντ' ἐλπίδες O. 12.5
ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( ἀνδρῶν cum τινα Σ: “ ἀνδρῶν γιγάντων intellego” Schr.: v. Radt, Mnem., 1966, 169f.) N. 1.65 ( ἄρουραι) βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν (Hermann: ἄνδρεσσιν codd.) N. 6.10παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.29
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24
ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38
“ χρήματα χρήματ' ἀνήρ” I. 2.11εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1
ἀνδρῶν δ' ἀρετὰν σύμφυτον οὐ κατελέγχει (i. e. τῶν προγόνων) I. 3.13 οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀν-δρῶν I. 5.57
δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14
τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες, ὅστις Πα. 7B. 18.ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν Pae. 9.4
ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος Pae. 9.20
ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν (v. l. ἀνθρώπων) fr. 213. 3. σφετέραν δ' αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3.b contrasted with the godsἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35
εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.54
εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64
προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος O. 1.66
τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον' ἄνδρες ἐγένοντ O. 9.28
τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν O. 9.110
cf. O. 10.22, O. 11.10τάμἰ ἀνδράσι πλούτου O. 13.7
πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι O. 13.16
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
( Χίρωνα)νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ” P. 4.21 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής sc. Battos P. 5.94Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.123
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται· δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76
θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον ἀνδράσι χάρμα φίλοις P. 9.64
θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς P. 10.22
ἀθάνατων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ P. 12.4
κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9
ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1
μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι).καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54
κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11
ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον (< θεῷ> supp. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 5.3 generally, a man, anyone ὁ μὰνπλοῦτος ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος O. 2.56
αὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93
τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26
κεῖνος ἂν εἴποι τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63
Ἀίδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξαις ἀνήρ O. 8.73
θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ποτὶ πελώριον ὁρμάσαι κλέος ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21
ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93
ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἀμφοτέροισι δ' ἀνὴρ ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.99
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56
οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν P. 7.20
οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30
φθονερὰ δ' ἄλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει N. 4.39
ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42
εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87
κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν I. 8.15
καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ φ[ ]στέρξαι Pae. 4.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; fr. 61. 2. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 2.4 where the accompanying adj. or subs. bears the emphasis.a c. subs.ἄνδρας ὀλέσαις μναστῆρας O. 1.79
μάτρωες ἄνδρες O. 6.77
μάντιες ἄνδρες O. 8.2
ἁγητὴρ ἀνὴρ P. 1.69
ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ P. 1.91
ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51
cf. P. 9.118b c. adj.οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μαργῶν ὑπ' ἀνδρῶν O. 2.96
Αἰτωλὸς ἀνὴρ O. 3.12
τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ O. 6.7
ἀνδρῶν Ἀρκάδων O. 6.34
ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν O. 7.72
ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι P. 1.33
πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων P. 1.80
ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν P. 1.93
εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86
ἐσλοῖσι ἀνδράσιν P. 3.66
Λακεδαι-μονίων ἀνδρῶν P. 4.257
βροτήσιος ἀνὴρ P. 5.3
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν P. 12.22
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων N. 3.41
Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ' ἀνὴρ N. 7.64
χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν N. 8.42
καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν N. 10.42
κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45
τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34
καὶ κρέσσον' ἀνδρῶν χειρόνων ἔσφαλε τέχνα καταμάρψαισ I. 4.34
[ἀνδ]ρὶ σοφῷ (supp. Lobel.) Πα. 1. 3. ἀνδρῶν δικαίων fr. 159. κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν fr. 212.c c.τις, ἄλλος τις. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31
εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7
ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13
κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87
5 frag. ]φυγον ἄνδρα[ Pae. 12.22
]ἔτι δ' ἄνδρ[ Pae. 21.21
κἀ]νδρῶν (supp. Snell.) Δ. 4. e. 4. ] ἀλαον ἀνδρὸς λ[ fr. 173. 3. -
26 δίκαιος
δίκαιος (-ον; -οις· -ᾶν· -ῳ: adv. - ως) Θήρωνα ὄπῖ δίκαιον ξένων (Hermann: ὀπὶ vel ὄπι δίκαιον ξένον codd: ὄπιν δίκαιον ξένων Hartung: ὄπιδι δίκαιον ξένων Bury) O. 2.61νώμα δικαίῳ πηδαλίῳ στρατόν P. 1.86
δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων P. 4.280
μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι) N. 10.54 ἀνδρῶν δικαίων Χρόνος σωτὴρ ἄριστος fr. 159. ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τεπρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
[ βιαιῶν τὸ δικαιότατον (v. 1. δικαιῶν τὸ βιαιότατον) fr. 169. 3.] adv., ]σφίσιν μάλα πρᾶξον [δι]καίως Pae. 8.12
-
27 μέν
1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75
οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
μαντεύσατοδ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32
Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
( ὄρος)τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30
πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72
δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53
ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).τῶν μὲν κλέος P. 4.174
Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61
( Αἰακὸν)τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
( Ἀχιλεύς)τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
( καὶ κεῖνος)τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
cf. fr. 140b. 16.b emphasising adv., esp. temporal.νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
σάμερον μὲν χρή P. 4.1
αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25
ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11
( Διόσκουροι)μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54
adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ” I. 8.38c emphasising verb.ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279
d where the balancing thought is,I suppressed.παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43
πρῶτον μὲν fr. 30. 1.II not expressed in coordinated clause.ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19
τοὺς μὲν ὦν P. 3.47
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14
]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3
ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.g γε μέν, v. 4.2 μέν δέ.a where sentences are opposed.ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84
θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57
παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65
τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44
τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8
κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15
—8.νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63
—5.τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67
τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86
“ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.116μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95
μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23
ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1
—9.ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50
—1.ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.b where sentences are joined.ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25
— 30.Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48
—9.τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41
κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.αὐτὰ δὲ O. 7.49
—50.Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45
—7.εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46
τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93
—4.ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283
—4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸςαἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15
—20.πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25
—8.τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55
—6.τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64
ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118
—9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43
ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44
—5.καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53
—4.χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42
πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28
—9.τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19
—21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.c where subordinate clauses are joined.εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42
ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64
—5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2
—3.τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21
—2.τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25
—6. ( πάρφασις)ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
d where parts of sentences are opposed or joined.ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16
αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48
—9.τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26
ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62
οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95
—6.Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85
ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3
τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27
—8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δ” N. 10.87—8.ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41
κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.e explicative, distributive.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72
γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38
, cf. O. 13.58, P. 2.48διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179
Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1
φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰνλαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
“ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83
—5.ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30
I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δ — O. 10.64ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125
—6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.ἀγωνίας δ P. 5.109
—113.ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13
—6.ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48
μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7
—11.ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30
—4.τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37
—41.ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2
σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111
—3.Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3
πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—41.τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23
ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8
—12.ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51
τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97
—100.τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43
Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32
τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41
διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55
ἀλλὰβροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29
ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
, cf. P. 3.51h with anaphora.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14
πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8
τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27
ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87
εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3
—4.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6
—7.χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7
—8.ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22
ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.i where the μέν cl. has concessive force.σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107
κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70
ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24
cf.μὲν ἀλλά P. 4.139
; P. 6.23k indicating comparison.λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39
l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13
οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲνφωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66
ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11
οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52
—5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6
—7.ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48
—9 cf. N. 9.48ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11
“λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” I. 6.47—9.μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25
—6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.m μέν δέ combined with other particles.Iμὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10
cf. O. 1.111II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33
n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.3 μέν balanced with particles other than δέ.a μέν ἀλλά lang=greek>Iτὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1
λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50
ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22
ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55
“ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ” P. 4.139ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46
—52, cf. fr. 106.II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19
—24.b μέν τε.Iχαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6
ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88
ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69
τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88
παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39
ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
ἦ μὰν ἀνόμοιά γεδᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
—1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14
—6.εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4
κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249
—51.III irregularly coordinated.ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14
αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37
ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),ἀγωνίας δ P. 5.109
—13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]cμὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
d μὲν αὖτε. ( θεός)ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89
, cf. I. 6.3—7.eμέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168
Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83 -
28 νόος
νόος (νόος, -ῳ, -ον, νόον.)a purpose, will; mind (of men, gods)χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν O. 1.19
ὥστ' ἔμφρονι δεῖξαι μαθεῖν Πατρόκλου βιατὰν νόον O. 9.75
μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87
ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40
τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95
ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89
Χίρωνα νόον ἔχοντ ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.68
“ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. δίχα μοι νόος ἀτρέκειαν εἰπεῖν fr. 213.4. esp. dat. c. adj., pro adv., ἀλαθεῖ νόῳ O.2.92.ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44
τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται P. 6.51
εὐμενεῖ νόῳ P. 8.18
ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67
μυριᾶν δ' ἀρετᾶν ἀτελεῖ νόῳ γεύεται N. 3.42
γείτον' νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι N. 7.88
εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.45
νηλεεῖ νόῳ δ fr. 177e.b wits; wisdom κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ (sc. Ἀπόλλων) P. 3.29εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103
κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.110
Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122
νόῳ δὲ πλοῦτον ἄγει (sc. Ἀρκεσίλας) P. 6.47ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.5
ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
αἰνέω καὶ Πυθέαν χερσὶ δεξιόν, νόῳ ἀντίπαλον I. 5.61
c fragg. ] ἔσφαλ' ὅλῳ νόῳ ( ὀλοῷ coni. van Groningen) fr. 1a. 6. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35. -
29 οὗτος
οὗτος (οὗτος, τούτῳ, τοῦτον, τούτων, τούτοις; ταύτας, ταύτᾳ, ταύταν, ταύταις; τοῦτ(ο) nom., acc., ταῦτα, τούτων, ταῦτ(α).)1a this, that I have just mentioned.ἔχει δ' ἀπάλαμον βίον τοῦτον ἐμπεδόμοχθον O. 1.59
ἀλλ' ἐμοὶ μὲν οὗτος ἄεθλος ὑποκείσεται O. 1.84
ἔχων τοῦτο κᾶδος O. 1.107
ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός i. e. the character I have just outlined fits him O. 6.8κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.26
ᾤχετ' ἰὼν ταύτας πεῤ ἀτλάτου πάθας O. 6.38
τὸ καὶ κατεφάμιξεν καλεῖσθαί μιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον O. 6.57
ἀπό μοι λόγον τοῦτον, στόμα, ῥῖψον i. e. what I have just said O. 9.36ταύτᾳ δ' ἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51
ἀφθόνητος δ' αἶνος Ὀλυμπιονίκαις οὗτος ἄγκειται O. 11.8
ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος P. 1.30
ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36
ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος P. 3.24
ἐν τούτῳ λόγῳ P. 4.59
παισὶ τούτοις ὄγδοον θάλλει μέρος Ἀρκεσίλας ( τούτοι(ο) coni. Christ: τεοῖς Wil.: these, your children the adj. has no specific prior reference) P. 4.65 “ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε” P. 4.116 “ τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον” P. 4.165σύνθεσιν ταύταν ἐπαινήσαντες P. 4.168
μάλιστα μὲν Κρονίδαν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον P. 6.26
ἔγεντο καὶ πρότερον Ἀντίλοχος βιατὰς νόημα τοῦτο φέρων P. 6.29
ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18
ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν N. 6.13
κράτησεν ἀπὸ ταύτας αἷμα πάτρας Καλλίας (i. e. the Bassidai, v. 31) N. 6.35 Μολοσσίᾳ δ' ἐμβασίλευεν ὀλίγον χρόνον· ἀτὰρ γένος αἰεὶ φέρειτοῦτό οἱ γέρας N. 7.40
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε (i. e. εὐδαιμονίαν ἅπασαν) N. 7.57ποτίφορος δ' ἀγαθοῖσι μισθὸς οὗτος N. 7.63
δέδορκεν παιδὶ τοῦθ' Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ (i. e. κλέος) N. 9.42Ζεῦ πάτερ, εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι σὺν Χαρίτεσσιν N. 9.54
καὶ γυναιξὶν καλλικόμοισιν ἀριστεύει πάλαι (sc. Ἄργος). Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν τοῦτον κατέφανε λόγον (Er. Schmid e Σ: τὸν codd.) N. 10.11 ( Διόσκουροι)πότμον ἀμπιπλάντες ὁμοῖον· ἐπεὶ τοῦτον εἵλετ' αἰῶνα Πολυδεύκης N. 10.58
πάντ' ἔχεις εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτο καλῶν (i. e. εὐτυχία καὶ εὐλογία v. 13) I. 5.15Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος I. 6.67
ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται (i. e. a reference to the battle implied in χάλκασπις Ἄρης v. 25) I. 7.27 εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν ( ἀτλάτα κακότας coni. Boeckh) fr. 42. 6. τοῦτον ἔσχετε τεθμόν (i. e. πιθεῖν σοφούς v. 52) Πα... ἐμοὶ δὲ τοῦτο[ν δ]ιέδωκ.ν ἀθάνατον πόνον Πα. 7B. 21. pro subs.,τούτων ἔδοξεν γυμνὸς αὐτῷ κᾶπος ὑπακούεμεν O. 3.24
τοῦτό γε οἱ σαφέως μαρτυρήσω O. 6.20
ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος τοῦτο πράσσων μὴ κάμοι O. 8.29
Δὶ τοῦτ' Ἐνυαλίῳ τ ἐκδώσομεν πράσσειν O. 13.106
ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40
κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89
“ κοὔ με πονεῖ τεὸν οἶκον ταῦτα πορσύνοντ' ἄγαν” P. 4.151 “ ταῦτά μοι θαυμαστὸς ὄνειρος ἰὼν φωνεῖ” P. 4.163 τὶν δὲ τούτων ἐξυφαίνονται χάριτες (n.) P. 4.275ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί P. 5.19
“ καὶ γάρ σε ἔτραπε μείλιχος ὀργὰ παρφάμεν τοῦτον λόγον” P. 9.43 “ ταύτᾳ πόσις ἵκεο βᾶσσαν τάνδε” P. 9.51 ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν (i. e. the victory, v. 9) P. 10.11εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα N. 6.28
καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον (Pauw: ταύταν codd.) N. 6.53 “ ἔστι σοι τούτων λάχος” N. 10.85ταῦτα, Νικάσιππ, ἀπόνειμον I. 2.47
ταῦτ' ἄρα οἱ φαμένῳ I. 6.49
ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί I. 8.26
ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν Pae. 6.51
πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι καλλίσταις ἀοιδαῖς. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει μόνον fr. 121. 3. τί ἔρδων φίλος σοί τε εἴην, τοῦτ' αἴτημί σε fr. 155. 3.b such as this (that I have mentioned)ἧν Τάνταλος οὗτος O. 1.55
καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.57
εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει P. 5.124
πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ταύταν θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα N. 9.29
cf. “ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι” i. e. such as you have seen O. 4.242 prospective, (cf. ὅδε 2.)στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο θεόδματον χρέος, φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι O. 3.7
εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν ἕλῃ P. 10.22
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.31
λεγόμενον δὲ τοῦτο προτέρων ἔπος ἔχω N. 3.52
pro subs.,τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν· ὅτι νῦν O. 7.25
Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν P. 2.21
φαντὶ δ' ἔμμεν τοῦτ ἀνιαρότατον καλὰ γινώσκοντ ἀνάγκᾳ ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.288
“καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ' ἀμφανδὸν ἁδείαις τυχεῖν τὸ πρῶτον εὐνᾶς” P. 9.40τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴπῃ τι I. 4.40
τοῦτό γέ οἱ ἐρέω fr. 42. 2.εἰ χρεὼν τοῦθ' κοινὸν εὔξασθαι ἔπος P. 3.2
3 = ὅδε, this (here, before you)ἐς ταύταν ἑορτὰν O. 3.34
παντᾷ ἀγγελίαν πέμψω ταύταν i. e. this hymn O. 9.25 τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον (τὸν ὕμνον Σ.) O. 9.108ἄγγελος ἔβαν, πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58
ὦ Θρασύβουλ, ἐρατᾶν ὄχημ' ἀοιδᾶν τοῦτό τοι πέμπω μεταδόρπιον fr. 124. 2. “τοῦτ' ἔργον βασιλεύς, ἐμοὶ τελέσαις” P. 4.229 “ οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι” (i. e. τοιοῦτος) O. 4.24 “ οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων” P. 4.874 referring to time. εἴη σέ τε τοῦτον ὑψοῦ χρόνον πατεῖν, ἐμέ τε τοσσάδε νικαφόροις ὁμιλεῖν (τοῦτον, ὃν ζῶμεν Σ.) O. 1.1155 fragg. ]σα τουτο[ Πα. 13. d. 2. ]ν τοῦτο βαλλεμ[ Πα. 17. a. 7.τοτ ἐναυ[ Pae. 21.5
ἀλκὰν Ἀχελωίου κρανίον τοῦτο ζάθε[ον Pae. 21.10
τουτ.νπο[ Pae. 21.22
]ν ὀρθαί τε β[ουλ]αὶ τοῦτον[ Θρ. 4. 16. -
30 βιάζω
A constrain, [voice] Act. once in Hom.,ἦ μάλα δή με βιάζετε Od.12.297
;ἐβίασε τὴν γυναῖκά μου Alc.Com.29
: abs., εἰ πάνυ ἐβίαζον if they used force, Hp.Epid.2.24; cf. infr.1.2:—[voice] Pass., [tense] fut.βιασθήσομαι Paus. 6.5.9
: [tense] aor. ἐβιάσθην, [tense] pf. βεβίασμαι (v. infr.):— to be hard pressed or overpowered,βελέεσσι βιάζεται Il.11.589
; βιάζετο γὰρ βελ. 15.727;βιασθέντες λύᾳ Pi.N.9.14
;νόσῳ Ar.Fr.20
(= Trag.Adesp.70); to be forced or constrained to do, c. inf., Id.Th.890: c. acc. cogn.,βιάζομαι τάδε S.Ant.66
, cf. 1073; ;ἐπεὶ ἐβιάσθη Th.4.44
;ὑπό τινος Id.1.2
; opp. ἀδικεῖσθαι, ib.77;βιασθεὶς ἄκων ἔπραξεν D.6.16
;ἵνα ἢ συγχωρήσωσιν.. ἢ βιασθῶσιν Id.18.175
; ; βεβιασμένοι forcibly made slaves, X.Hier.2.12; πόλεις βεβ. Id.HG5.2.23: ; τὸ βιασθέν those who are forced, Arist.Pol. 1255a11; of things, τοὔνειδος ὀργῇ βιασθέν forced from one by anger, S.OT 524; τὸ βεβιασμένον forced to fit a hypothesis, Arist.Metaph. 1082b2; βεβ. σχήματα forced figures of speech, D.H.Th.33, cf. Porph.Antr. 36.2 [voice] Act., make good, suffice to discharge a debt, PFlor.56.13.II more freq. βιάζομαι, [tense] aor. [voice] Med. ἐβιασάμην, [tense] pf.βεβίασμαι D.19.206
, Men.Sam.63, D.C.46.45:—overpower by force, press hard,ἦ μάλα δή σε βιάζεται ὠκὺς Ἀχιλλεύς Il.22.229
, etc.; β. τοὺς πολεμίους dislodge them, X.An.1.4.5; β. νόμους to do them violence, Th. 8.53; βιασάμενος ταῦτα πάντα having broken through all these restraints, Lys.6.52; β. γυναῖκα force her, Ar.Pl. 1092; opp. πείθειν, Lys.1.32; β. αὑτόν lay violent hands on oneself, Pl.Phd. 61c, 61d; β. τινά, c. inf., force one to do, X.An.1.3.1; τί με βιάζεσθε λέγειν; Arist. Fr.44: with inf. omitted, β. τὰ σφάγια force the victims [ to be favourable], Hdt.9.41;β. ἄστρα Theoc.22.9
: c. dupl. acc.,αὐδῶ πόλιν σε μὴ β. τόδε A.Th. 1047
.2 c. acc. rei, carry by force, βιάσασθαι τὸν ἔκπλουν force an exit, Th.7.72;τὴν ἀπόβασιν Id.4.11
: c. acc. neut., And.4.17, X.HG5.3.12.3 abs., act with violence, use force, A.Pr. 1010, Ag. 1509 (lyr.), S.Aj. 1160, etc.;πρὸς τὸ λαμπρὸν ὁ φθόνος βιάζεται Trag.Adesp.547.12
; opp. δικάζομαι, Th.1.77; β. διὰ φυλάκων force one's way, Id.7.83; β. ἐς τὸ ἔξω, β. εἴσω, ib.69, X.Cyr.3.3.69;δρόμῳ β. Th.1.63
: c. inf.,β. πρὸς τὸν λόφον ἐλθεῖν Id.7.79
; βιαζόμενοι βλάπτειν using every effort to hurt me, Lys.9.16; but βιαζόμενοιμὴ ἀποδιδόναι refusing with violence to repay, X.HG5.3.12: esp. in part., ἵνα βιασάμενοι ἐκπλεύσωσι may sail out by forcing their way, Th.7.67;συνεξέρχονται βιασάμενοι X.An.7.8.11
; ἐπὶ μᾶλλον ἔτι β. (of a famine) grow worse and worse, Hdt.1.94.4 contend or argue vehemently, c. inf., Pl.Sph. 246b; β. τὸ μὴ ὂν ὡς ἔστι κατά τι ib. 241d: abs., persist in assertion, D.21.205. -
31 μαλίρ
-
32 μᾶλλον
-
33 πάγχυ
A wholly, entirely,μάλα π. Il.14.143
;π. μάλα 12.165
;π. λίην Od.4.825
; ἐπὶ π. λάθωνται, λαθέσθαι (where ἐπί belongs to the Verb), Il.10.99, Hes.Op. 264;π. δ' εὔμαρες σύνετον πόησαι πάντι τοῦτ' Sapph.Supp.5.5
; π. δοκέειν or ἐλπίζειν think or hope fully that.., Hdt.1.31, 4.135, cf. Pi.P.2.82, Epich.99.3, Epic.Alex.Adesp.8.3, Eus. Mynd.Fr.63.— Rare in Trag., once in A., Th. 641 (trim.); also once in Ar., Ra. 1531 (hexam.): in late Prose, App.BC2.2, Syr.24. -
34 πάσχω
Aἔπασχον 17.375
, etc.: [tense] fut.πείσομαι Od.2.134
, etc. ; [dialect] Dor. [ per.] 3sg.παισεῖται Abh.Berl.Akad.1925(5).21
(Cyrene, iii B.C.): [tense] aor.ἔπᾰθον Il.9.492
, etc.: [tense] pf.πέπονθα Od.13.6
, etc.: [tense] plpf. ἐπεπόνθειν ib.92, etc.; [dialect] Att. (all the above tenses in Hom., [tense] pres. and [tense] aor. only in Hes.). —Rarer forms, [ per.] 2pl. [tense] pf. πέπασθε (so Aristarch.) Il.3.99,πέποσθε Od. 23.53
; fem. [tense] pf. part.πεπᾰθυῖα 17.555
; [dialect] Dor. [tense] pf.πέποσχα Stesich. 89
, Epich.11, PCair.Zen. 482.18 (iii B.C.) :— have something done to one, suffer, opp. do,ὅσσ' ἔρξαν τ' ἔπαθόν τε Od.8.490
;ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν Pi.N.4.32
; δρᾶν καὶ πάσχειν, v. δράω ; πολλὰ μὲν.. πείσεσθαι, πολλὰ δὲ ποιήσειν Hdt.5.89, etc.: hence used as [voice] Pass. of ποιέω (cf. Arist. Cat. 2a4, Metaph. 1017a26, Plot.3.6.8, etc.), π. τι ὑπό τινος to be treated so and so by another, suffer it at his hands,ἃ πάσχοντες ὑφ' ἑτέρων ὀργίζεσθε, ταῦτα τοὺς ἄλλους μὴ ποιεῖτε Isoc.3.61
, cf. Hdt.1.44, 124,al. ;ἐξ ἐμοῦ μὲν ἔπαθες οἷα φῂς παθεῖν, δρᾷς δ' οὐδὲν ἡμᾶς εὖ E.Hec. 252
;οἷα πρὸς θεῶν πάσχω θεός A.Pr.92
, cf. Hdt.1.36.II to have something happen to one, to be or come to be in a state or case,καί τι ἔφη γελοῖον παθεῖν Pl.Smp. 174e
; , cf. V. 946 ; ὁρᾶτε μὴ ταὐτὸ πάθητε τῷ ἵππῳ see that it be not with you as with the horse in the fable, Arist. Rh. 1393b20, cf. Pl.R. 488a ; παραπλ ήσιον π. ὥσπερ ἂν εἰ .. Isoc.1.27 ; ὁμοιότατον πεπονθέναι ὥσπερ ἂν εἴ τις .. Pl.Phd. 98c.2 of the influence of passion or feeling, to be affected in a certain way, be (or come to be) in a certain state of mind, , cf. 1.80, D.20.56 ;ὅ τι μὲν ὑμεῖς πεπόνθατε ὑπὸ τῶν ἐμῶν κατηγόρων οὐκ οἶδα Pl.Ap. 17a
, cf. 21c, 22c, Alc.1.118b, Smp.198c ;π. τι πρός τινας Isoc.2.42
, Pl.Grg. 485b, cf. X.Smp.4.11, 8.15, etc. ;τι ἔς τινας Th.6.11
: sts. with Adj., ὑϊκὸν πάσχει he is swinishly disposed, X.Mem.1.2.30 : abs., ὁ πάσχων the man of feeling or impulse, ὁ μὴ πάσχων the un impassioned man, Arist.MM 1203b21.3 of things, πεπόνθασι.. αἱ Ἰώνων ὁρταὶ τοῦτο this is the case with.., Hdt.1.148 ; πάσχει δὲ ταὐτὸ τοῦτο καὶ τὰ κάρδαμα this is just the way with.., Ar.Nu. 234 ; ; ὁμοίως π. τῷ Νείλῳ to be in the same case with.., Hdt.2.20.4 Gramm., of words, to be subject to certain changes, EM 200.11, 491.2, etc. ; τὸ πεπονθός a modified form, A.D.Adv.137.16.III freq. with Advbs., κακῶς πάσχειν or παθεῖν to be in evil plight, unlucky, Od.16.275, Hdt.3.146, etc. ; κακῶς π. ὑπό τινος to be ill used, ill treated by.., A.Pr. 1041 (anap.) ; ἐκ Διὸς π. κακῶς ib. 759 (but also κακὸν π. ὑ. τ. Th.8.48): freq. with an Adj., κακά, αἰνά, λυγρὰ π ., Il.3.99, 22.431, Hdt.9.37 ;ἀνάρσια πρός τινος Id.5.89
: freq. in Trag., π. δύσοιστα, τάλανα, ἀμήχανα, οἰκτρά, σχέτλια, ἀνάξια, A.Eu. 789 (lyr.), Th. 988 (dub.), E.Hipp. 598, Hec. 321, Andr. 1180 (dub.), IA 852 : also in Prose, δεινά, βίαια π., D.51.19, 21.1, etc. ; πρέποντα πάσχειν Anti-pho 3.3.9 : in Hom. also with Subst., ἄλγεα, κήδεα, πήματα, ἀεκήλια ἔργα, Il.20.297, Od.17.555, Il.5.886, 18.77 : rarely in [dialect] Att.,πράγματ' αἴσχιστ' ἂν ἐπάθομεν D.21.17
.b εὖ πάσχειν to be well off, in good case, c. gen., τῶν αὑτοῦ (leg. ὧν αὐτοῦ, cf. ὅς Possess.) κτεάνων εὖ πασχέμεν to have the good of, enjoy one's own, like ἀπολαύω, γεύομαι, etc., Thgn. 1009, cf. Pi.N.1.32 ; εὖ πάσχειν receive benefits, opp. εὖ δρᾶν, A.Eu. 868, Th.2.40, etc. ;ἀνθ' ὧν ἔπασχον εὖ.. χάριν δοῦναι S.OC 1489
;τιμᾶσθαι.. ἐν τῇ μνήμῃ τῶν εὖ πεπονθότων Aeschin.3.182
;εὖ παθεῖν ὑπό τινων Pl.Grg. 519d
, etc.: also with an Adj.,π. ἀγαθά Hdt.2.37
;τι ἐσλόν Pi.P.9.89
, cf. Alc.Supp.22.5 ;τερπνόν τι S. Aj. 521
, cf. Theoc.7.83 ; χαρτά, ὅσια, E.Ph. 618, Hec. 788 ; γλυκέα, χαρίεντα π., Ar. Pax 591, Ec. 794 ;δίκαια Din.1.10
;φιλικὰ ὑπό τινος X.Cyr.4.6.6
.2 without Adv., with reference to evil, used for κακῶς orκακὰπ., μάλα πόλλ' ἔπαθον καὶ πόλλ' ἐμόγησα Od.5.223
, cf. Il. 23.607 ;εἴ κεν μάλα πολλὰ πάθοι 22.220
; ὁτιοῦν π. suffer anything whatever, Isoc.12.133, etc.: abs., παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω by hard experience, Hes. Op. 218, cf. S.OT 403 ; ὁ παθών the injured parly, Pl. Lg. 730a, 878c :—Phrases: μή τι πάθῃς or πάθοι, lest thou, lest he suffer any ill, Od.17.596, Il.5.567, cf. 11.470, etc. ;μή τι πάθωμεν 13.52
: hence εἴ τι πάθοιμι or ἤν τι πάθω, as euphemism, if aught were to happen to me, i.e. if I were to die, Callin.1.17, Hdt.8.102, Ar.Ec. 1105, V. 385, Lys.19.51, Theoc.8.10 ;ἂν οὗτός τι πάθῃ D.4.11
;ἐάν τινα ἀνθρώπινα πάσχῃ IG3.74.13
; soεἴ τι πείσεται.. ἅδε γᾶ E.Ph. 244
(lyr.) ;ἤν τι ναῦς πάθῃ Id.IT 755
, cf. Syngr. ap. D.35.13.b in Law, suffer punishment, pay the penalty, Lys.20.30 ;π. ὡς ἱερόσυλος SIG 1016.7
(Iasos, iv B. C.), cf. 1 Ep.Pet.4.15 ; ὡς προδότης καὶ ἐπιβουλεύων τῷ δήμῳ πασχέτω τι Aen. Tact.11.9 ;τιμᾶν ὅ τι χρὴ παθεῖν.. ἢ ἀποτεῖσαι Pl.Plt. 299a
(- τίνειν codd.), cf. Ap. 36b, X.Mem.2.9.5, IG12.65.50, etc.3 τί πάθω ; what is to become of me? ὤμοι ἐγώ, τί π. ; Il.11.404, Od.5.465, S.OC 216 (lyr.), Theoc.3.24 ; sts. what (else) am I to do? Ar.Nu. 798 ; so esp. τί γὰρ π. ; E.Hec. 614, Supp. 257, Ar.Av. 1432, etc. ; ὡμολόγηκα· τί γὰρ π. ; I allow it—how can I help it? Pl.Euthd. 302d, cf. Hdt.4.118.4 in [ per.] 2sg., τί πάσχεις ; what's the matter with you? Ar.Nu. 708, Av. 1044 ; τί χρῆμα πάσχεις ; Id.Nu. 816 : so in [tense] aor. part., τί παθών ; τί παθόντε λελάσμεθα θούριδος ἀλκῆς ; what possesses us that we have forgotten.. ? Il.11.313 ; but τί παθόντες γαῖαν ἔδυτε ; what befell you that you died ? Od.24.106 ; also οὐδὲν θαυμαστὸν ἔπαθεν.. πεισθείς no wonder that he was induced, Antipho 2.4.7.5 to be ill, suffer, c. acc. of the part affected, π. τοὺς πόδας, τὴν πλευράν, PSI4.293.23 (iii A. D.), PGen.56.27 (iv A. D.) : abs. in part., ὁ πάσχων, almost = ὁ κάμνων, the patient, PMag. Par.1.3017 ;μεταβαίνει ἀπὸ τῶν παθῶν ἐπὶ τοὺς πάσχοντας ἀνθρώπους Gal.16.583
, cf. 15.501, Sor.Fasc. 45, al.IV in later Stoic Philos., πάσχειν is to be acted upon by outward objects, take impressions from, them, opp. ἀποπάσχω, mostly folld. by ὅτι, to be led to suppose that.., Arr.Epict.1.2.3, 1.18.1, etc.: also c. acc., have experience of, ἀρετήν, λόγον, Ph.2.449, 1.121. (Πṇ θσκω, [tense] fut. Πένθ-σομαι, cf. πένθος.) -
35 σαρδάνιος
A bitter or scornful smiles or laughter,μείδησε δὲ θυμῷ σαρδάνιον μάλα τοῖον Od.20.302
; so ;ὑπομειδιάσας σαρδάνιον Plb. 18.7.6
;τί μάταια γελᾷς.. ; τάχα που σαρδάνιον γελάσεις AP5.178
(Mel.);πεφύλαξο σίνεσθαι, μὴ καὶ σ. γελάσῃς APl.4.86
; ridereγέλωτα σαρδάνιον Cic.Fam.7.25.1
. (Perh. connected with σεσηρώς, grinning, sneering, Sch.Pl. l.c.; cf. [full] σαρδάζων· μετὰ πικρίας γελῶν, Phot., Suid. —The common expl. given of this laugh was that it resembled the effect produced by a Sardinian plant (Ranunculus Sardoüs, Sardinian crowfoot, called [full] σαρδάνη by Tz. ad Hes. Op.59, [full] σαρδόνιον by Ps.-Dsc.2.175, D.Chr.32.99) which when eaten screwed up the face of the eater, Paus.10.17.13, Sch.Pl. l.c., Phot., Serv.ad Verg.Ecl.7.41; whence later authors wrote σαρδόνιον or σαρδώνιον (from Σαρδώ ) for σαρδάνιον, Ps.-Dsc. l.c., D.Chr. l.c., Luc.Asin.24, etc., σαρδώνιος γέλως and- ωνία πόα Dsc.Alex.14
, and σαρδόνιον appears as a v.l. in Hom. and Pl.; hence our form sardonic; this and other explanations are given in Timae.29, Zen.5.85, Tz.ad Lyc.796, Sch. Pl. l.c.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σαρδάνιος
-
36 τοῖος
τοῖος, τοία ([dialect] Ion. τοίη) , τοῖον:—demonstr. Pron., corresponding to the relat. οἷος, interrog. ποῖος, and indef. ποιός,A such, such-like, common in Poets, but rare in Prose (where τοιόσδε or τοιοῦτος is used, v. infr.): prop. τοῖος requires an answering clause with οἷος, τοῖος ἐών, οἷος οὔ τις Ἀχαιῶν (sc. ἐστίν) Il.18.105, cf. Od.4.342, al.; τοῖος ἐών, οἷόν κε.. ἴδησθε ib. 421, cf. 1.257, al.; οὐ γάρ πω τοίους ἴδον.., οἷον Πειρίθοον ( = οἷος Πειρίθοος ἦν) Il.1.262; οἵηπερ φύλλων γενεή, τοίη δὲ (not τοιήδε)καὶ ἀνδρῶν 6.146
: for οἷος we have ὁποῖος, Od.17.421; or simple relat. Pron.,ἡμεῖς δ' εἰμὲν τοῖοι, οἳ ἂν σέθεν ἀντιάσαιμεν Il.7.231
(v. infr.), cf. 17.164, 24.153, 182, Od.2.286, al.: rarely a Conj. instead of a relat. Adj., τοῖον ὅπως ἐθέλει such as.., 16.208: but τοῖος is sts. abs., referring to something mentioned earlier, Il.4.289, 390, 399, 5.828, 17.170, Pi.I.6(5).14, A.Eu. 378 (lyr.), S.Aj. 562, Ar.Ra. 470 (paratrag.), etc.2 with qualifying words,τεύχεσι τοῖον Il.5.450
;τ... ἐν πολέμῳ 18.105
;τ. ἰδεῖν Thgn.216
.3 in early Prose writers only used in such phrases asτοῖος ἢ τοῖος Pl.R. 429b
, 437e;τοῖα καὶ τοῖα Id.Phdr. 271d
, cf. Longin.27.1;οἱ μὲν τ. οἱ δὲ τ. Epicur.Ep.1p.14U.
, cf. Arr. Epict.3.16.11;οὐ μᾶλλον τοῖον ἢ τοῖον εἶναι Plu.2.1108f
, al.: in late Prose used alone, S.E.P.1.228, M.7.197, Ael.NA1.41, POxy.903.14 (iv A.D.).III with an Adj. of the same gender and case, it emphasizes the sense of the Adj., so very, just.., ἐπιεικέα τοῖον just of moderate size, Il.23.246; πέλαγος μέγα τοῖον a sea so large, Od.3.321; κερδαλέον δὴ τ. so very knowing, 15.451; still stronger, ἀβληχρὸς μάλα τ. so exceeding gentle, 11.135, 23.282;μείδησε.. σαρδάνιον μάλα τ. 20.302
: rarely with [comp] Sup., τ. μέγιστος δοῦπος v.l. in Hes.Th. 703.V neut. τοῖον as Adv., thus, so much,τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσι Il.22.241
, cf. Od.3.496; θάμα τ. ever so often, 1.209;ἀλλ' ἴθι σιγῇ τ. 7.30
, cf. 4.776: in later [dialect] Ep. τοίως, Theoc.24.72 codd., A.R.3.1399.VI Sch.Il.7.231 (v. supr. 1.1 ) has οἱ γλωσσογράφοι τὸ τοῖοι ἀντὶ τοῦ ἀγαθοί· ὅθεν καὶ Καλλίμαχος τῷ τοίων δεῖ κέχρηται. -
37 τυγχάνω
Aτύγχανον Od.14.231
, ([etym.] παρετ-) Il.11.74: [tense] fut.τεύξομαι 16.609
, Od.19.314, Ar.Eq. 112, Lys.18.23 (also as [tense] fut. [voice] Med. of τεύχω): [tense] aor. 2 ἔτῠχον, [dialect] Ep. τύχον, Il.5.287, 587, etc.; [dialect] Ep. subj. τύχωμι, -ῃσι, 7.243, 11.116; later also τετύχῃσι, Max.577; late [dialect] Ep. opt.τετύχοιμι Man.3.299
: [dialect] Ep. also [tense] aor. 1ἐτύχησα Il.15.581
, al., Hes.Fr.15: [tense] pf. τετύχηκα (intr.) Od.10.88 (part. τετυχηκώς, v.l. τετυχηώς. Il.17.748), Th. 1.32, (trans.) X.Cyr.4.1.2, Isoc.3.59; later also τέτευχα, D.21.150 (cod. S), Arist.EN 1119a10, PA 647b15, freq. later, PEnteux.6.7 (iii B. C.), UPZ123.30 (ii B. C.), PStrassb.98.10 (ii B. C.), Inscr.Prien.108.287 (ii B. C.), etc.; [dialect] Dor. [tense] pf. inf. (Cos, iii B. C.); but [dialect] Ion. [tense] plpf.ἐτετεύχεε Hdt.3.14
; τέτυχα v.l. in Ep.Hebr.8.6, v.l. in J.BJ7.5.4, ([etym.] συν- ) Aristeas 180, etc.; part.τετυχώς Jahresh.29
Beibl. 163 (Stara Zagora):—[voice] Med., [tense] aor. 1 :— [voice] Pass., [tense] impf.ἐτυγχάνετο Ant.Lib.39.3
(dub.): elsewh. in compds, [tense] aor. 1 ἐτεύχθην ([etym.] ἐν-) Plb.35.6.1: [tense] pf. τέτευγμαι ([etym.] ἐπι-) Id.6.53.2.A happen to be at a place, εἴ πέρ τε τύχῃσι μάλα σχεδόν even if she be quite near, Il.11.116; μὴ σύ γε κεῖθι τύχοις may'st thou not be there, Od.12.106; ;πεδίοιο διαπρύσιον τετυχηκώς Il.17.748
(but in these last two places the meaning may be ' has been made' (though not by human agency), cf. [γαῖα] οὐδ' εὐρεῖα τέτυκται Od.13.243
;γυναικὸς ἄρ' ἀντὶ τέτυξο Il.8.163
, etc.; v. ad fin.).2 of events, and things generally, happen to one, befall one, come to one's lot, c. dat. pers., οὔνεκά μοι τύχε πολλά because much fell to me, Il.11.684;καί μοι μάλα τύγχανε πολλά Od.14.231
; , cf. Pers. 706 (troch.);οἷ' αὐτοῖς τύχοι S.Ph. 275
;εἴ τι δεσπόταισι τυγχάνει E.Alc. 138
: abs.,εἰ δ' αὖθ', ὃ μὴ γένοιτο, συμφορὰ τύχοι A.Th.5
, cf. Ag. 347, etc.;ἄριστα πρὸς τὸ τυγχάνον E.Hel. 1290
, cf. Ion 1511.b [tense] aor. part. ὁ τυχών, the first one meets, any chance person, Hes.Th. 973, Pl.R. 539d, etc.;οἱ τ.
everyday men, the vulgar,X.
Mem.3.9.10, etc.;εἷς ἦν τῶν τ. Isoc.10.21
; οὐχ ὁ τ. ἀνήρ, of Moses, Longin.9.9: so of things, τὸ τυχόν any chance result, Pl.Ti. 46e; ; οὐχ ὁ τ. λόγος no common discourse, Pl.Lg. 723e;σύνεσιν οὐ τὰν τυχοῦσαν Archim.
Spir.Praef.; οἱ τ. φόβοι trifling fears, Lycurg.37; καίπερ τὸ τ. καταβαλοῦσιν though they may have paid a trifling sum, Str.5.2.7:—Math., τυχὸν σημεῖον any point (at random), Euc.1.5, cf. 6.9; ἄλλα, ἃ ἔτυχεν, ἰσάκις πολλαπλάσια any other equimultiples taken at random, Id.5.4.3 in [ per.] 3sg. [tense] aor. or [tense] impf., impers. (sts. also pers.) in relat. clauses, as (when, where, etc.) it (he, she, etc.) happened (may happen, etc.), i. e. anyhow, at any time, place, etc., καὶ ἀρχομένοις καὶ μεσοῦσι καὶ ὅπως ἔτυχέ τῳ at the beginning, middle, or any other point, Th.5.20; ὡς ἔτυχε ζημιοῦσθαι to be penalized just anyhow, X.Mem.3.9.13; οὐχ ὡς ἔτυχεν in no ordinary manner, Men. Sam.79, BMus.Inscr.4.481*.340 (Ephesus, ii A. D.); τὴν μὲν δικαίαν, τὴν δ' ὅπως ἐτύγχανεν just anyhow, E.Hipp. 929; ἀποτετμάσθω δύο τμάματα ὡς ἔτυχεν let two segments be cut off at random, Archim. Con.Sph.24;χώρᾳ γ' ἐν ᾗ ἔτυχε X.Oec.3.3
;ὅπου ἔτυχεν Id.Cyr.8.4.3
;ὅπου ἂν τύχῃ Pl.Prt. 242e
; sometimes,Pl.
Phd. 89b; sometimes,E.
El. 1169 (lyr.); but, at any odd time, Th.1.142;ἡνίκ' ἂν τ. D.1.3
; ἂν τύχῃ, εἰ τύχοι, it may be, Pl.Cra. 430e, Hp.Mi. 367a;τὸ δέ, εἰ ἔτυχεν, οὐχ οὕτως ἔχει Id.Cra. 439c
;εἰ οὕτως ἔτυχεν Arist.Cat. 8b12
; mere chance,Pl.
Phlb. 28d: with attraction of the relat. Pron.,τὸ οἷς ἔτυχε προσκρούειν Plu.Cic.27
;ὡμίλει ᾧ τύχοι Plb.26.1.3
;ὧν ἔτυχε πιμπλάμενος Luc.Vit.Auct.9
; οὐδὲ γὰρ ὧν ἔτυχ' ἦν they were not just any acts, D.18.130.b c. acc. et inf.,ἔτυχε ὄμβρον συνεργῆσαι Plu.Alc.28
, cf. Ael.NA5.6; ἔτυχεν ὥστε .. D.C.39.12.4 sts. the Verb agrees in person and number with the subject of the principal clause, perhaps by assimilation, ἀπαίροντες ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ὁπόθεν τύχοιεν, for ὁπόθεν τύχοι, Th.4.26, cf. 93, 5.56, 7.70, Pl.Tht. 179c; ὅ τι ἂν τύχωσι, τοῦτο λέγουσι they say just anything, Id.Prt. 353a;ὅ τι ἂν τύχωσι, τοῦτο πράξουτιν Id.Cri. 45d
, cf. Grg. 522c, Smp. 181b; ;ὡς ἐτύγχανον ἕκαστοι, ηὐλίζοντο X.An.2.2.17
, cf. 3.1.3;τάχ' ἄν, εἰ τύχοιεν, σωφρονέστεροι γένοιντο D.15.16
;δουλεύειν μᾶλλον ἢ μεθ' ὁποτέρου ἂν τύχωσι τούτων ἐλευθέρους εἶναι Th.8.48
; πρὸς ὀργὴν ἥν τινα τύχητε ἔστιν ὅτε σφαλέντες τὴν τοῦ πείσαντος μίαν γνώμην ζημιοῦτε yielding to the impulse of the moment, Id.3.43; Ra. 945: with attraction of the relat. Pron.,οὓς ἂν τύχῃς ἐπαινῶν Isoc.12.206
.5 neut. part. τυχόν, used abs. like ἐξόν, παρόν, etc., since it so befell,οὕτως τ. Luc.Symp.43
.b as Adv., perchance, perhaps, Isoc.4.171, X.An.6.1.20, Pl.Alc.2.140a, 150c, D.18.221, 21.41, Men.Pk. 184, 1 Ep.Cor.16.6;τ. ἴσως Epich.277
, E.Fr.953.9, Men. Epit. 287, Plb.2.58.9; τυχὸν μὲν.., τυχὸν δὲ .. Arr.An.1.10.6, etc.II joined with the part. of another Verb to express a coincidence, τύχησε γὰρ ἐρχομένη νηῦς a ship happened to be, i. e. was just then, starting, Od.14.334;ξεῖνος ἐὼν ἐτύχησε παρ' ἱπποδάμοισι Γερηνοῖς Hes.Fr.15.3
, cf. Semon.7.19, Pi.N.1.49;πρυτανεία ἣ ἂν τυγχάνῃ πρυτανεύουσα IG12.63.27
, cf. 52; τὰ νοέων τυγχάνω what I happen to have, i.e. have at this moment, in my mind, Hdt. 1.88, cf. 8.65,68.ά; ἐτετεύχεε ἐπισπόμενος Id.3.14
; ὃ τυγχάνω μαθών which I have just learnt, S.Tr. 370; παρὼν ἐτύγχανον I was by just then, Id.Aj. 748; τυγχάνει καθεύδων he is sleeping just now, Ar.V. 336 (troch.); ἔτυχον στρατευόμενοι they were just then engaged in an expedition, Th.1.104; ἔτυχε κατὰ τοῦτο καιροῦ ἐλθών he came just at this point of time, Id.7.2; ἥτις δέ τοι μάλιστα σωφρονεῖν δοκεῖ, αὕτη μέγιστα τυγχάνει λωβωμένη she is just the one who.., Semon.7.109; but freq. τυγχάνω cannot be translated at all, esp. in phrase τυγχάνω ὤν, which is simply = εἰμί, S.Aj.88, Ar.Pl.35, Pl.Prt. 313c, etc.2 the part. ὤν is sts. omitted, ; εἴ σοι χαρτὰ τυγχάνει τάδε ib. 1457; νῦν δ' ἀγροῖσι τυγχάνει ib. 313;ἔνδον γὰρ ἄρτι τυγχάνει Id.Aj.9
;εἴ τις εὔνους τυγχάνει Ar.Ec. 1141
;εἰ σὺ τυγχάνεις ἐπιστήμων τούτων Pl.Prt. 313e
, cf. Grg. 502b, R. 369b, al.: sts. τυγχάνειν is used much like εἶναι, Σωτὴρ γένοιτ' ἂν Ζεὺς ἐπ' ἀσπίδος τυχών A.Th. 520; οὐκ ἀποδάμου τυχόντος not being absent, Pi.P.4.5 (cf. τόσσαις); ποῦ χρὴ τηνικαῦτα τυγχάνειν; E.IA 730
; τ. ἐν ἐμπύροις to be engaged in.., Id.Andr. 1113; freq. in Arist., , cf. 1289b16, Top. 151b11; also in later Gr.,τὰ ἑπτάμηνα γόνιμα τυγχάνειν Sor.1.55
, cf. 69, al.;νέος πάνυ τυγχάνων PLips. 40 ii 7
(iv A. D.), etc.:—Phryn.244 rejects this usage in Attic.b τυγχάνον, = τὸ ἐκτὸς ὑποκείμενον, the external reality, e. g. αὐτὸς ὁ Δίων as distd. both from the word ([etym.] φωνή) Δίων and its meaning, Stoic.2.48.c τὰ πράγματα τυγχάνοντα καλοῦσι (sc. οἱ Στωϊκοί) , τέλος γὰρ τὸ τυχεῖν τούτων, ib.77.3 later c. inf., τυγχάνομεν ἐπιδεδωκέναι we happen to have handed in.., we have just handed in.., PTeb.796.13 (ii B. C.), cf. PSI10.1118.8 (i A. D.), 1.39.4 (ii A. D.), Heliod. et Antyll. ap. Orib.44.8.21, 25, 44.23.21, Gal. 18(2).394.B gain one's end or purpose, succeed,οὐκ ἐτύχησεν ἑλίξας Il. 23.466
;εἰ τύχῃ τις ἔρδων Pi.N.7.11
, cf. 55; τὸ τυχεῖν, = νίκη, Id.O.2.51;πείθειν.. τυγχάνειν θ' ἅμα E.Hec. 819
;εἰ τύχοιμεν Th.4.63
; τυχόντες if successful, opp. σφαλέντες, Id.3.39, cf. 82, Pi.P.10.62;τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι Arist.Po. 1450a3
;ὀρθῶς πράττειν καὶ τ. Pl.Euthd. 280a
; gain one's request, Hdt.1.213 (so τυχόντα γνώμης in Th.3.42); in speaking, to be right,τί νιν καλοῦσα.. τύχοιμ' ἄν; A.Ag. 1233
, cf. Ch.14, 317 (lyr.), S.Ph. 223, OC 1580; (lyr.):—[voice] Pass., impers., αὐτῷ πρὸς τὸ ἔργον οὐδὲν ἐτυγχάνετο nothing went right, dub. in Ant.Lib. 39.3:—in part. τυχήσας or τυχών, combined with νύξε, βάλε, οὖτα, etc., pierce, wound, etc., successfully, so that the whole phrase means hit,ἔγχεϊ νύξε κατὰ κληῗδα τυχήσας Il.5.579
, cf. 858, 12.394; βάλε δουρὶ κατὰ ζωστῆρα τυχήσας ib. 189; , cf. 5.98, 582, 13.371, 397, Od.19.452, al.; also conversely,θηρητὴρ ἐτύχησε βαλών Il.15.581
;βαλὼν τύχω Hdt.3.35
; also apart from such combinations, hit, c. gen.,προβιβάντος Il.16.609
;μηρίνθοιο 23.857
;τ. τοῦ σκοποῦ Pl.Lg. 717b
, cf. R. 523b, Th.2.35, X.An.3.2.19, Ap.1: c. dupl. gen.,εἰ.. τοῦ παιδὸς.. τύχω μέσης τῆς καρδίης Hdt. 3.35
: abs.,ἤμβροτες οὐδ' ἔτυχες Il.5.287
;αἰ κε τύχωμι 7.243
, Od.22.7.II hit upon, light upon:1 meet, fall in with persons, Αακεδαίμονι.. τυχήσας having met [him] in Lacedaemon, Od.21.13: c. gen., ; τριακτῆρος ib. 172 (lyr.);ἀγαθῶν ἀνδρῶν Lys.2.5
;γυναικῶν X.Smp.9.7
: with a predicate added,μή τευ μελαμπύγου τύχῃς Archil.110
;προφρόνων Μοισᾶν τ. Pi.I.4(3).43(61)
;θεῶν ἀμεινόνων τ. E.Heracl. 351
;ἐμοῦ.. οἰκητοῦ S.OT 1450
, cf. 677;ἡμῶν τ. οἵων σε χρή E.Hel. 1300
, cf. Lys.18.23;ἐρωτᾶτε αὐτοὺς ὁποίων τινῶν ἡμῶν ἔτυχον X.An.5.5.15
;τοῦ δαίμονος.. κακοδαίμονος Ar.Eq. 112
.2 light on a thing,τύχε γάρ ἀμάθοιο βαθείης Il.5.587
; attain, obtain a thing, c. gen.,πομπῆς καὶ νόστοιο Od.6.290
;αἰδοῦς Thgn.253
, cf. 256; [ οἴκτου] A.Pr. 241;ξυγγνώμης Th.7.15
; ; of meeting with misfortunes, βίης τυχεῖν meet with, suffer violence, Hdt.9.108; τραυμάτων, κακῶν, A.Ag. 866, E.Hec. 1280; δίκης, κρίσεως, Pl.Grg. 472d, Phdr. 249a, cf. Lg. 869b: abs., have the lot or fate,ἄλλος μὲν ἀποφθίσθω ἄλλος δὲ βιώτω, ὅς κε τύχῃ Il.8.430
; (where τὴν is governed by αἰτήσας).b after Hom. also c. acc. of neut. Adj. or Pron.,τὰ πρόσφορα A.Ch. 711
, cf. Eu.30, S.OC 1106, Ph. 509 (lyr.), E.Med. 758, Hec.51: later the acc. is used more freely,τ. ἐπίστασιν Sammelb.5235.15
(i A. D.); (ii A. D.);βοήθειαν PGoodsp.Cair.15.14
(iv A. D.); (iv A. D.); .c after either case a gen. pers. may be added, obtain a thing from a person,ὧν δέ σου τυχεῖν ἐφίεμαι S.Ph. 1315
;σου τοῦτο τ. Id.OC 1168
; or the pers. may be added with a Prep.,τ. ἐπαίνου ἔκ τινος Id.Ant. 665
;παρὰ σεῖο τ. φιλότητος Od.15.158
;τιμίαν ἕδραν παρ' ἀνδρῶν A.Eu. 856
(dub.);αἰδοῦς ὑπό τινος X.Cyr.1.6.10
, cf. Mem.4.8.10, etc.: abs.,χρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν Pi.P.3.104
.d c. inf.,οἶμαί σου τεύξεσθαι μεθεῖναί με Pl.Phlb. 50d
;ἐὰν ψαῦσαι τοῦ νεκροῦ τύχωμεν Plu.Pel.33
; οὐ τυχὼν ἐπιδείξειν ( = ἐπιδεῖξαι ) not having succeeded in proving, PPetr.3p.153 (iii B. C.). (Τυ-γ-χ-άνω, with ἐτύχησα, τετύχηκα, is formed from the [tense] aor. τυχ-εῖν, which was orig. the [tense] aor. [voice] Pass. (with act. form) of τεύχω 'make'; ἔτυχε = factum est, as ἔτραφον = I was nourished (v. τρέφω); senses A.1.1-3 are the oldest and are parallel toτεύχω 11
(esp.[voice] Pass.); many of the forms belong equally to both verbs; τιτύσκομαι like wise belongs to both verbs; τ (ε) υχ- from Θ (ε) υχ-, cf. ἀποθύσκειν, ἐνθύσκει, συνθύξω, and perh. Germ. taugen 'to be capable, useful', Engl. dow, doughty.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τυγχάνω
-
38 χρεώ
χρεώ, [dialect] Ep. [full] χρειώ, gen. οῦς, ἡ, less freq. neut., Il.10.142, Od.2.28, 5.189 (where τόσον agrees with χ.), 4.312, Il.10.85, 11.606, perh. 9.197, 608, 21.322, 23.308, Od.4.707;Aτὸ χ. Inscr.Prien.9
), al. (ii/i B. C.): ([etym.] χρή, χρεία):—want, need; ἦ τι μάλα χρεώ of a truth there is much need, Il.9.197; χρειοῖ ἀναγκαίῃ by dire necessity, 8.57;ἀναγκαίης ὕπο χρειοῦς φεύγοντες Sol.[36.9]
ap.Arist.Ath.12.4: c. gen., ἵν' οὐ χρεὼ πείς ματός ἐστιν where there is no need of a cable, Od.9.136; χρειὼ ἱκάνεται want, necessity arises, Il.10.118, cf. 142, Od.6.136;εἴ ποτε δὴ αὖτε χρειὼ ἐμεῖο γένηται Il.1.341
;χρειὼ βεβίηκεν Ἀχαιούς 10.172
;τίπτε δέ σε χρειὼ δεῦρ' ἤγαγε;.. δήμιον ἦ ἴδιον; Od.4.312
; ὅτε με χρειὼ τόσον ἵκοι if so great a need should come upon me, 5.189;τίνα χρειὼ τόσον ἵκει; 2.28
; also ἐμὲ δὲ χρεὼ γίγνεται αὐτῆς (sc. τῆς νηός, χρεὼ γίγνεται being = χρή 1.2) 4.634; evenοὐδέ τί μιν χρεὼ ἔσται τυμβοχόης Il.21.322
.2 used by Hom. ellipt., χρεώ c. acc. pers., τίπτε δέ σε χρεώ (sc. ἱκάνει); Od.1.225, Il. 10.85: folld. by a gen., οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς need of it touches me not, 9.608;χρεὼ βουλῆς ἐμὲ καὶ σέ 10.43
, cf. 9.75;τί δέ σε χρεὼ ἐμεῖο; 11.606
: also c. inf., τὸν δὲ μάλα χρεὼ ἑστάμεναι κρατερῶς he needs must stand firm, ib. 409;οὐδέ τί μιν χρεὼ νηῶν ἐπιβαινέμεν Od.4.707
, cf. Il.18.406, Od.15.201, A.R.1.649.II = χρεών, necessity, destiny, fate, A.R.1.440;ἡ εἰς τὸ χ. μετάστασις Inscr.Prien.99
, al. (ii/i B. C.). -
39 ἡδύς
ἡδύς, ἡδεῖα, ἡδύ, ἡδὺς ἀϋτμή (as fem.) once in Hom., Od.12.369: [dialect] Dor. [full] ἁδύς [pron. full] [ᾱ], [dialect] Boeot. neut. [full] ϝαδού (written γάδου) cj. in Corinn.17 (cf. pr. n.Aϝαδιούλογος IG7.2788.3
), Elean [full] βᾱδύς (q.v.): irreg. acc. ἁδέα forἡδύν Theoc.20.44
, for ἡδεῖαν ib.[8], Mosch.3.82: [dialect] Ion. fem. ἡδέᾰ, [dialect] Dor. ἁδέα: [comp] Comp. ἡδίων [ῑ], [comp] Sup.ἥδιστος Od.13.80
, etc.; alsoἡδύτερος Thphr.HP3.2.1
, Ps.-Phoc.195, AP9.247 (Phil.); ἡδύτατος ib.11.298.7, Plu.2.98e.I pleasant to the taste,δεῖπνον Od.20.391
; of wine, 3.51, 9.197, etc.; to the smell,ἀμβροσίην.. ἡδὺ μάλα πνείουσαν 4.446
; ; to the hearing, ;αὐδή Hes.Th.40
; feelings or states,ἡ. ὕπνος Il.4.131
, Od.1.364, al.;κοῖτος 19.510
;ἡδὺ μάλα κνώσσουσα 4.809
; ἡδὺς μῦθος, opp. ἀλγεινός, S.Ant.12: c. inf.,φέγγος ἥδιον δρακεῖν A.Ag. 602
; ἡδὺς ἀκοῦσαι [λόγος] Pl.Men. 81d, cf. Ar.V. 503; laterἡ. ἀκουσθῆναι D.H.Comp.9
;εἰ.. τόδε πᾶσι φίλον καὶ ἡδὺ γένοιτο Il.4.17
, cf. 7.387: c. inf., ; , etc.; so οὔ μοι ἥδιόν ἐστι λέγειν I had rather not.., Hdt.2.46: neut. as Subst.,τὸ δι' ἀκοῆς τε καὶ δι' ὄψεως ἡδύ Pl.Hp.Ma. 298a
; μεμιγμένον τῷ σεμνῷ τὸ ἡ. D.H.Comp.1; τὰ ἡ. pleasures, Th.5.105, Pl.Grg. 495a, etc.: neut. as Adv., ἐπ' αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν merrily, Il.2.270, etc.; ἁδὺ δὲ καὶ τὺ συρίσδες sweetly, Theoc.1.2.II after Hom., of persons, welcome, S.OT82, Ph. 530 ([comp] Sup.), El. 929; ironically,ἥδιστος.. δεσμώτης ἔσω θακεῖ Id.Aj. 105
; like εὐήθης, innocent, simple,ὡς ἡ. εἶ Pl.Grg. 491e
, Plu.Art.17, etc.: [comp] Sup., ὦ ἥδιστε my good friend (iron.), Pl.R. 348c, al.2 well-pleased, glad,ἡδίους ἔσεσθ' ἀκούσαντες D.23.64
;ἡδίους ταῖς ἐλπίσιν Plu.Cam.32
; τὴν γνώμην ἡδίω πρὸς τὸ μέλλον ποιεῖν to open a pleasanter view of the future, Id.Fab.5.III Adv. ἡδέως pleasantly, with pleasure, ; ;δρᾶν Id.Ant.70
; ;βίοτον ἄγειν Id.Cyc. 453
; λαβεῖν, δέχεσθαι, Ar.Eq. 440, X.Mem.1.2.4; ἡ. ἂν ἐροίμην I would gladly ask, should like to ask, D.18.64; ἡ. ἔχειν τι to be pleased or content with, E. Ion 647 (but ἵν' ἡ δόκησις Ξοῦθον ἡ. ἔχῃ ib. 1602); οὐδὲ πότων ἡ. εἶχον had no inclination to drink, Hp.Epid.3.13; τινος, of a person, Macho ap.Ath.13.577e; ἡ. ἔχειν πρὸς ἅπαντας to be suave, courteous towards.., Isoc.1.20; τινι D.5.15; ἡ. ἔχειν, of things, to be pleasant, E.IA 483;ἡ. ἔμοιγε κἀλγεινῶς ἅμα S.Ant. 436
; iron., ἡ. γε ' prettily said', Pl.Hp.Ma. 300c: [comp] Comp.ἥδιον Lys.7.40
, Pherecr.67, etc.: [comp] Sup.,ἥδιστα μεντἂν ἤκουσα Pl.Tht. 183d
, etc. -
40 μάλιστα
μάλιστα (superl. of the adv. μάλα; Hom.+).① to an unusual degree, most of all, above all, especially, particularly, (very) greatly Ac 20:38; 1 Ti 4:10; 5:17; 2 Ti 4:13; Tit 1:10; Phlm 16; 1 Cl 13:1; Dg 1; 3:1; IEph 20:2; IPhld ins; MPol 13:1; Hv 1, 1, 8. καὶ μ. and above all, particularly (Plut., Mor. 835e; Jos., C. Ap. 1, 27; Just., D. 84, 4) Ac 25:26; 1 Ti 5:8; Hv 1, 2, 4. μ. δέ but especially (Il. 1, 16; Lesbonax Gramm. [II A.D.] p. 8 [ed. RMüller 1900]; TestAbr B 4 p. 109, 6 [Stone p. 66]; Jos., Vi. 14; Just., D. 4, 5; 48, 2) Gal 6:10; Phil 4:22; 2 Pt 2:10; IPol 3:1; Hm 12, 1, 2; Hs 8, 6, 5; 9, 10, 7. μ. γνώστην ὄντα σε since you are outstandingly familiar Ac 26:3 (cp. Appian, Bell. Civ. 2, 26 §100 ὁ μάλιστα ἐχθρός=the bitterest enemy).② marker of high level of certitude, in answer to a question, most assuredly, certainly 1 Cl 43:6 (Just., A II, 2, 18; D. 49, 2 al.).—DELG s.v. μάλα. M-M.
См. также в других словарях:
μάλα — very indeclform (adverb) μάλᾱ , μάλη arm pit fem nom/voc/acc dual μάλᾱ , μάλη arm pit fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μάλα — Μάλᾱ , Μάλης masc nom/voc/acc dual Μάλης masc voc sg Μάλᾱ , Μάλης masc gen sg (doric aeolic) Μάλης masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μάλα — (Α μάλα) επίρρ. νεοελλ. (ενάρθρως) τα μάλα πάρα πολύ, σε πολύ μεγάλο βαθμό αρχ. 1. σε μεγάλο βαθμό, πολύ (α. «ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῡσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ πλάγχθη», Ομ. Οδ. β. «μάλ εὖ ἄμουσοι», Πλάτ. γ. «θώματα δὲ γῆ ἡ Λυδίη ἐς συγγραφὴν οὐ … Dictionary of Greek
Μαλὰ μακρία γνουν ὀλίγον. — См. У бабы волос долог, да ум короток … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
μαλά — μᾱλά , μαλός white neut nom/voc/acc pl μᾱλά̱ , μαλός white fem nom/voc/acc dual μᾱλά̱ , μαλός white fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μᾶλα — μᾶλον neut nom/voc/acc pl μῆλον 2 apple neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μείδησε δὲ θυμῶ Σαρδάνιον μάλα τοῖον. — μείδησε δὲ θυμῶ Σαρδάνιον μάλα τοῖον. См. Сардонический смех … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Πολλάκι καὶ κηπουρὸς ἀνὴρ μάλα καίριον εἴπεν. — См. Временем и дурак правду скажет … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Πολλάκι γαρ καὶ μωρὸς ἀνὴρ μάλα καίριον εἴπεν. — См. Временем и дурак правду скажет … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μάλαπερ — Μάλᾱ , Μάλης masc nom/voc/acc dual Μάλα , Μάλης masc voc sg Μάλᾱ , Μάλης masc gen sg (doric aeolic) Μάλα , Μάλης masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μάλαπερ — μάλα , μάλα very indeclform (adverb) μάλᾱ , μάλη arm pit fem nom/voc/acc dual μάλᾱ , μάλη arm pit fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)