Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κύλικα

См. также в других словарях:

  • κύλικα — η βλ. κύλικας …   Dictionary of Greek

  • κύλικα — κύλιξ cup fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κύλικ' — κύλικα , κύλιξ cup fem acc sg κύλικι , κύλιξ cup fem dat sg κύλικε , κύλιξ cup fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παναιτίου, ζωγράφος του- — Ανώνυμος αγγειογράφος του αυστηρού ερυθρόμορφου ρυθμού, τα έργα του οποίου έχουν μεν την υπογραφή του περίφημου αγγειογράφου Ευφρόνιου (500 460 π.Χ.), αλλά η αγγειογραφία τους αποδίδεται σε αυτόν, θεωρείται βοηθός του Ευφρόνιου, που εκτός από την …   Dictionary of Greek

  • BIBENDI ritus — apud Romanos hic fuit: Inomni convivio, cum paulo hilarius seinvitare vellent, hunc observavêre morem, ut a summo biberent ad imum: item ut Divo alicui libatent, hoc est, ex patera leviter vini aliquid defunderent, vel in mensam, vel in terram… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • κύλικας — ο, και κύλικα, η (AM κύλιξ, κος, ἡ, Α επιγρ. σπαν. και κύλιξ, ὁ) 1. είδος ποτηριού με χαμηλή και λεπτή βάση και δύο λαβές που χρησιμοποιείται συνήθως ως κρασοπότηρο (α. «ἐς κύλικα μεγάλην κεραμίνην οἶνον ἐγχέαντες», Ηρόδ.) 2. παροιμ. «πολλά… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Μπενάκη — Το Μ.Μ. μετά από εργασίες που διήρκεσαν επτά περίπου χρόνια, άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό στις 7 Iουνίου 2000. Tο στεγασμένο σε ένα από τα επιβλητικότερα νεοκλασικά κτίρια της Aθήνας (Κουμπάρη 1) μουσείο ιδρύθηκε από τον ευπατρίδη Aντώνη… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Κορίνθου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κορίνθου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του αρχαιολογικού χώρου, χτίστηκε το 1931 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, με δωρεά της Ada Small Moore. Μέσα από τα ευρήματα της αξιόλογης συλλογής που… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Νάξου — Το Αρχαιολογικό Mουσείο της Nάξου στεγάζεται από το 1973 σε ένα κτίριο στο Κάστρο της Χώρας, που χτίστηκε το 17ο αι. για τη Σχολή Iησουιτών και στο τέλος του 19ου αι. στέγασε την Eμπορική Σχολή. Το μουσείο φιλοξενεί σημαντικά ευρήματα, κυρίως από …   Dictionary of Greek

  • AUDIENDI eum — qui calicem tenebat, in Symposiis Graecorum mos indigitatur in acutissimo illo in Demosthenem ioco, apud Plut. c. 35. Cum emm is calice insignis caelaturae, aliisque donis ab Harpalo acceptis, male audiret, seque purgare volentem non audiret… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Σικανός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Συρακούσιος στρατηγός, που πήρε μέρος εναντίον των Αθηναίων στην εκστρατεία της Σικελίας. Αρχικά οι Συρακούσιοι τον είχαν στείλει με δεκαπέντε πλοία στον Ακράγαντα, όπου είχε γίνει στάση, για να επαναφέρει την πόλη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»