-
1 'ξέταζε
ἐξέταζε, ἐξετάζωexamine well: pres imperat act 2nd sgἐξέταζε, ἐξετάζωexamine well: pres imperat act 2nd sgἐξέταζε, ἐξετάζωexamine well: imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)ἐξέταζε, ἐξετάζωexamine well: imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) -
2 ἀμφέρω
1 bring up med., offer, yieldἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38
-
3 ἀμβλύνομαι
V 1-0-0-0-0=1 Gn 27,1to be dim (of eyes), to become blind -
4 αἰχμητής
A spearman, warrior, esp. opp. to archers, Il.2.543, Od.2.19, al., Archil. 119, cj.in Alcm.68,etc.II In Pi.as Adj.,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αἰχμητής
-
5 ἀκοντιστύς
ἀκοντιστύς: contest of the dart, Il. 23.622.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἀκοντιστύς
-
6 ἀμβρόσιος
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἀμβρόσιος
-
7 δεῖπνον
δεῖπνον, ου, τό (s. δειπνέω; Hom.+) the main meal of the day (distinguished fr. ἄριστον, a meal taken earlier in the day, cp. Lk 14:12; Polyaenus, Exc. 3, 8).ⓐ of an everyday meal, dinner, supper περὶ δείπνου ὥραν about dinner time (cp. POxy 110 δειπνῆσαι … ἀπὸ ὥρας θ´) MPol 7:1; cp. Lk 14:17.ⓑ of a formal meal w. guests feast, dinnerα. gener. in our lit. of an elaborate dinner celebration (Iren., 1, 13, 4 [Harv. I 120, 9]) Mt 23:6; Mk 12:39; Lk 11:43 v.l.; 14:12, 17, 24; 20:46; 1 Cor 10:27 v.l.; Rv 19:9; Hs 5, 5, 3.—δεῖπνον μέγα (Vi. Aesopi W 77 P. p. 99, 43 ἐπὶ μέγα δεῖπνον ἐκάλει τινά) Lk 14:16; Rv 19:17. ποιεῖν δ. give a dinner (PMeyer 20, 34 δεῖπνον ἐπόει μοι; PGM 1, 106; Da 5:1 Theod.) Mk 6:21; Lk 14:12, 16; J 12:2; Hs 5, 2, 9=the feast of 5, 5, 3. δείπνου γινομένου when a dinner was being held J 13:2 (Athen. 4, 8, 132c πότερον ἐν ἄστει γίνεται βελτίω δεῖπνα ἢ ἐν Χαλκίδι;). τελεσθέντος τοῦ δ. at the end of the meal GJs 6:3. W. temporal ref. τῇ ὥρᾳ τοῦ δ. (cp. POxy 110 cited in a above) Lk 14:17.β. a cultic meal, such as the Passover J 13:4; 21:20 (exx. of δ.=a cult meal in JBehm, TW II 34f; Biogr. p. 92 at the sacrifice a priest calls out: Πίνδαρος ἴτω ἐπὶ τὸ δεῖπνον τοῦ θεοῦ). κυριακὸν δ. the Lord’s Feast (Supper) 1 Cor 11:20. On τὸ ἴδιον δεῖπνον προλαμβάνει vs. 21 s. ἴδιος 1b and προλαμβάνω 1c. Cp. ESchweizer, D. Herrenmahl im NT. Ein Forschungsbericht: TLZ 79, ’54, 577–92; TRE I 43–278.—Billerb. IV 611–39; Pauly-W. XIV 524–27; RAC III 658–66; VI 612–35; B. 352 and 354. DELG. M-M. TW. -
8 αναδεύω
stirΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > αναδεύω
-
9 στείχω
Aστίχῃ Hdt.1.9
(v.l. στείχῃ): [dialect] Ep. [tense] impf.στεῖχον Il.9.86
, etc.: [tense] aor. 1 ἔστειξα (only in compd.περίστειξας Od.4.277
): [tense] aor. 2ἔστῐχον Il.16.258
, Call.Del. 153, Theoc.25.223, etc., but never in Trag.:—Poet. Verb, used by [dialect] Ep., Lyr., Trag. (also [dialect] Aeol., Sapph. Supp.16, Alc. 19, and in [dialect] Aeol. Prose, IG12(2).6.6 (Mytil., iv B.C.), Inscr.Perg.5.25 (Temnos, iii B.C.); used by Cic.Att.6.5.2 in a mockheroic phrase, ἐξ ἄστεος ἑπταλόφου στείχων): walk, march, go or come, the direction being given by a Prep. or by the context,a of motion to or towards,πρὸς οὐρανόν Od.11.17
;ποτὶ πύργους A.Th. 297
(lyr.);πρὸς δόμους Id.Ag. 1657
(troch.);πρὸς φίλων τάφον E.Or. 97
;στεῖχ' εἰς ἀγορὰν πρὸς τοὺς Ἑρμᾶς Mnesim.4.2
(anap.);ἐπὶ τὴν εὐνήν Hdt.1.9
; σ. ἀνά, κατὰ ὁδόν, Od.23.136, 17.204;ἀνὰ ἄστυ 7.72
;δι' ἄστεως A.Supp. 496
; ;ἐς Ἅιδην κατ' ἄκρας E. Hipp. 1366
(anap.);θύραζε Od.9.418
; ; : c. acc. loci, go to, approach, γύας, πόλιν, δόμους, A.Pr. 708, Supp. 955, S.OC 643: abs., Id.Tr. 179, E.Rh. 992 (anap.).b of motion from, ἀπ' Ἄργεος ς. Il.2.287;ἀπ' Ὀλύμπου Hes.Th. 690
; ;οἴκοθεν Pi.N.9.20
: abs., go, depart,στείχωμεν A.Pr.81
, cf. Ch.98, S.Ant.98, Fr. 257.2 march in line or order (whence στίχος, στίχες, στοῖχος) , ἐς πόλεμον ς. march to war, Il.2.833;οἱ δ' ἅμα Πατρόκλῳ ἔστιχον 16.258
; σ. ἐπὶ τοὺς ξείνους against them, Hdt. 9.11; ἐν εὐθείαις ὁδοῖς ς. Pi.N.1.25.3 c.acc. cogn.,ὁδούς A.Ag. 81
(anap.);τὰν νεάταν ὁδόν S.Ant. 808
(lyr.);ἀνὴρ ὁπλίτης κλίμακος προσαμβάσεις στείχει πρὸς πύργον A.Th. 467
.4 metaph.,ἀοιδὰ σ. ἀπ' Αἰγίνας Pi.N.5.3
;ἐπ' ἐμοὶ ῥιπή A.Pr. 1090
(anap.);ἴουλος ἄρτι διὰ παρηΐδων Id.Th. 534
;πρὸς τοὺς φίλους στείχοντα.. κακά S.Ant.10
; τὴν ἄτην.. στείχουσαν ἀστοῖς ib. 186. (Cf. Skt. stighnoti 'step up, mount', Goth. steigan 'climb'.) -
10 τίω
Aτιέμεν Od.15.543
: [tense] impf.ἔτιον Il.5.467
, etc.; [dialect] Ep. τῖον ib. 536, 18.81; Trag. (lyr.); [dialect] Ion.τίεσκον Il.13.461
: [tense] fut.τίσω 9.142
, τείσω Philic. in Stud.Ital.9.46 (iii B.C.): [tense] aor.ἔτισα Il.1.244
, 9.118, al.; poet.τῖσα Supp.Epigr.3.553
(Thrace, v. A.D.):—[voice] Med., Hes.Th. 428:—[voice] Pass., [dialect] Ion. [tense] impf.τιέσκετο Il.4.46
; part.τῑεσκόμενοι IGRom.4.360.12
(Pergam.): [tense] pf. τέτιμαι, part. τετιμένος (v. infr.). [In [tense] pres. and [tense] impf. Hom. uses both [pron. full] ῑ (sts. even in thesi before a long syll., Od.14.84, 22.414 ) and [pron. full] ῐ, e.g.τῐέσκετο Il.4.46
, τῐω ib. 257, 9.378 (but τῑω ib. 238, al.); τειόμενοι is written in Keil-Premerstein Erster Bericht p.9 ([place name] Troketta); always short in Trag.: in [tense] fut., [tense] aor., and [tense] pf. [voice] Pass. [pron. full] ῑ always, v. fin.]:— poet. Verb, used like τιμάω, honour, revere, of the bearing of men towards gods, οὐδέ τι τίει ἀνέρας οὔδε θεούς (sc. Ἕκτωρ) Il.9.238; ὅτε με βροτοὶ οὔ τι τίουσιν, says Poseidon, Od.13.129, etc.; also of the gods towards men, ὃν ἀθάνατοί περ ἔτισαν (sc. Ἀχιλλέα) Il.9.110, cf. 1.508;ὁ πόντιος Ὀρσοτρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pi.Pae.9.48
(so in [voice] Med.,Ζεὺς τίεται αὐτήν Hes.
l.c.); but more freq. of the respect paid by men to other men, kings, friends, guests, etc.,ὅν τ' ἶσον ἐτίομεν Ἕκτορι δίῳ Il.5.467
, cf. 9.142; οἵ σε θεὸν ὣς τίσους' ib. 303; ἶσον γάρ σε θεῷ τίσουσιν Ἀχαιοί ib. 603;ὁ δέ μιν τίεν ἶσα τέκεσσι 13.176
, cf. 15.439; ; ; οὐδέ με τυτθὸν ἔτισεν ib. 354;τ. ξεῖνον Od.15.543
;τ. τινὰ φιλότητι Il.9.631
; opp. ἀτιμάω, ib. 110, Od. 16.306, 20.132; also of things, θεοὶ δίκην τίουσι they honour right, 14.84:—[voice] Pass.,θεὸς δ' ὣς τίετο δήμῳ Il.5.78
, etc.; , 13.827; : esp. [tense] pf. part. [voice] Pass. τετιμένος honoured, of persons, , cf. Hes.Th. 415; λαοῖσι τ. Od.13.28, etc.:—also in Trag. (never in S.), but only [tense] pres. and [tense] impf. in this sense, the other tenses being supplied fromτιμάω, πόλις.. δαίμονας τίει A.Th.77
;θεοὺς αἰεὶ τίοιεν.. βουθύτοισι τιμαῖς Id.Supp. 705
(lyr.);Ἑρμᾶν.. τίομεν Id.Fr. 273
(hex.);τὸν θεὸν μεῖζον τίουσα τῆς ἐμῆς ἔχθρας E.Heracl. 1013
; of persons,ὅσον τότ' Οἰδίπουν τίον A.Th. 775
(lyr.);τίειν γυναῖκα Id.Ag. 259
; of things, τ. νίκην, βρότεα, ib. 942, Eu. 171 (lyr.); μέλος τ. honour (i.e. sing) the strain, Id.Ag. 706 (lyr.):— [voice] Pass., τίεσθαι δ' ἀξιώτατος βροτῶν ib. 531.II = τιμάω 11, value, rate, τὸν δὲ [τρίποδα] δυωδεκάβοιον.. τῖον Ἀχαιοί they valued it at twelve steers' worth, Il.23.703; τίον δέ ἑ τεσσαράβοιον valued her at four steers' worth, ib. 705; τίω δέ μιν ἐν καρὸς αἴσῃ (v. κάρ) 9.378; λόγων τείσομεν ἔργα κρείσσω Philic. l.c. (Root τῑ-, cf. τῑ-μή, πολύ-τῑ-τος: I.-E. q[uglide]ī- (full grade q[uglide]ēy-) 'revere, honour', cf. Skt. cāyati 'respect', cāyús 'showing respect': not cogn. with τίνω or τίνυμαι ([etym.] τείνυμαι): the [tense] fut. and [tense] aor. τίσω ἔτισα are so written in codd. whether they belong to τίω or to τίνω; this spelling is wrong for the [tense] fut. and [tense] aor. of τίνω (q.v.), but may be right for the [tense] fut. and [tense] aor. of τίω, if τείσομεν in Philic. l.c. is an error; the pr. names beginning with Τεις- may all be derived fr. τίνω.)------------------------------------ -
11 ψυχή
ψῡχ-ή, ἡ,A life,λύθη ψ. τε μένος τε Il.5.296
, etc.;ψ. τεκαὶ αἰών 16.453
, cf. Od.9.523;θυμοῦ καὶ ψ. Il.11.334
, Od.21.154;λαυκανίην, ἵνα τε ψυχῆς ὤκιστος ὄλεθρος Il.22.325
; ψυχὰς παρθέμενοι at hazard of their lives, Od.3.74,9.255;αἰεὶ ἐμὴν ψ. παραβαλλόμενος Il.9.322
; λίσσου' ὑπὲρ ψ. καὶ γούνων by your life, 22.338; soἀντὶ ψ. S.OC 1326
: but περὶ ψ. to save their life, Od.9.423;περί τε ψυχέων ἐμάχοντο 22.245
;περὶ ψ. θέον Ἕκτορος Il.22.161
;τρέχων περὶ τῆς ψ. Hdt.9.37
;τῆς ἐμῆς περὶ ψ. A.Eu. 115
, cf. E.Hel. 946, Heracl. 984;περὶ ψ. κινδυνεύων Antipho 2.1.4
, cf. Th. 8.50;ἁγὼν.. σῆς ψ. πέρι S.El. 1492
, cf. E.Ph. 1330, Or. 847, X.Cyr.3.3.44;τὸν περὶ ψ. δρόμον δραμεῖν Ar.V. 375
(lyr.);ἀγωνίζεσθαι περὶ τῆς ψ. X.Eq.Mag.1.19
; ὃ ἂν θέλῃ, ψυχῆς ὠνεῖται [θυμός] in exchange for life, Heraclit.85;τῆς ψ. πρίασθαί τι X.Cyr.3.1.36
;τί γὰρ δοῖ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψ. αὐτοῦ; Ev.Marc.8.37
. In early poets:ψυχὰν ἀποπνεῖν Simon.52
;ψυχὰς ἔχοντες κυμάτων ἐν ἀγκάλαις Archil.23
;ψυχέων φειδόμενοι Tyrt.10.14
;θειδωλὴν ψ. θέμενος Sol.13.46
;ψυχῆς εἵνεκα καὶ βιότου Thgn.730
;ψυχὰν Ἀΐδᾳ τελέων Pi.I.1.68
;ψυχὰς βαλον Id.O.8.39
;χαλκῷ ἀπὸ ψυχὴν ἀρύσας Emp.138
; ; τῆς ἐμῆς ψ. γεγώς ib. 775;τὴν ψ. ἐκπίνουσιν Ar.Nu. 712
(anap.);ψ. ἀφήσω E.Or. 1171
;ψ. σέθεν ἔκτεινε Id.Tr. 1214
;ψ. παραιτέεσθαι Hdt.1.24
; ποινὴν τῆς Αἰσώπου ψ. satisfaction for the life of A., Id.2.134; , cf. Th.1.136, etc.;τὴν ψ. ἢ τὴν οὐσίαν ἢ τὴν ἐπιτιμίαν τινὸς ἀφελόμενος Aeschin.2.88
;τὸ τῆς ψ. ἀπαιτηθεὶς χρέος LXX Wi.15
. 8, cf. Ev.Luc.12.20;ζητοῦσι τὴν ψ. μου LXX 3 Ki.19.10
, cf. Ev.Matt. 2.20;τὴν ψ. αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων Ev.Jo.10.11
, etc.; δεῖρον ἄχρις ἡ ψ... ἐπὶ χειλέων λειφθῇ within an inch of his life, Herod.3.3:—the phrase ἐν τῇ χειρὶ τὴν ψ. ἔχοντα taking his life in his hands, is prob. f.l. in Xenarch.4.20;ἡ ψ. μου ἐν ταῖς χερσί [σου] διὰ πάντος LXX Ps.118(119).109
, cf. 1 Ki.19.5, 28.21, al.; of life in animals, Od.14.426, Hes.Sc. 173, Pi.N.1.47, etc.;τὰ ἄλλα ζῷα, ὅσα ψ. ἔχει Anaxag.4
, cf. 12;πάντων τῶν ζῴων ἡ ψ. τὸ αὐτό, ἀήρ Diog.
Apoll.5 (cf. infr. IV. 1); ἡ φύσις τοιαύτη πάντων ὅσσα ψ. ἔχει Democrit.278; ἐπῴζει καὶ ποιεῖ ψ. ἔχειν (of incubation) Epich.172; [ἑρπετὸν] ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ ψ. ζωῆς LXX Ge.1.30
; ἡ ψ. πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστιν ib.Le.17.11, cf. De.12.23.2 metaph. of things dear as life,χρήματα γὰρ ψ... βροτοῖσι Hes.Op. 686
;πᾶσι δ' ἀνθρώποις ἄρ' ἦν ψ. τέκν' E.Andr. 419
;τἀργύριόν ἐστιν αἷμα καὶ ψ. βροτοῖς Timocl.35
; so as an endearing name, Hld.1.8, al.;ζωὴ καὶ ψ. Juv.6.195
;ψ. μου Mart.10.68
.II in Hom., departed spirit, ghost (ὑποτίθεται [Ὅμηρος] τὰς ψ. τοῖς εἰδώλοις τοῖς ἐν τοῖς κατόπτροις φαινομένοις ὁμοίας.. ἃ καθάπαξ ἡμῖν ἐξείκασται καὶ τὰς κινήσεις μιμεῖται, στερεμνιώδη δὲ ὑπόστασιν οὐδεμίαν ἔχει εἰς ἀντίληψιν καὶ ἁφήν Apollod.
Hist.Fr. 102(a)J.);ψ. Πατροκλῆος.. πάντ' αὐτῷ.. ἐϊκυῖα Il.23.65
: freq. in Od.11, ψ. Ἀγαμέμνονος, Ἀχιλῆος, etc., 387, 467, al.;ψ. καὶ εἴδωλον Il.23.104
, cf. 72, Od.24.14;ψ. κατὰ χθονὸς ᾤχετο τετριγυῖα Il.23.100
; ψυχὰς ἡρώων, opp. αὐτούς, 1.3, cf. Hes.Sc. 151;ψυχαὶ δ' Ἄϊδόσδε κατῆλθον Il.7.330
;ψ. δὲ κατ' οὐταμένην ὠτειλὴν ἔσσυτ' ἐπειγομένη 14.518
; sts. hardly dist. from signf. 1,ἅμα ψ. τε καὶ ἔγχεος ἐξέρυσ' αἰχμήν 16.505
; in swoons it leaves the body,τὸν δὲ λίπε ψ. 5.696
; so in later writers (seldom in Trag.),σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ Pi.P.11.21
; ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ib.4.159, cf. N.8.44;αἱ ψ. ὀσμῶνται καθ' Ἅιδην Heraclit.98
;πέμψατ' ἔνερθεν ψυχὴν ἐς φῶς A.Pers. 630
(anap.);ποτωμένην ψ. ὑπὲρ σοῦ E.Or. 676
, cf. Fr. 912.9 (anap.);τὰς τῶν κεκμηκότων ψ., αἷς ἐστιν ἐν τῇ φύσει τῶν αὑτῶν ἐκγόνων κήδεσθαι Pl.Lg. 927b
; ψ. σοφαί, perh. 'wise ghosts', Ar.Nu. 94;δὶς ἀποθανουμένη ψ. Anon.
ap. Plu.2.236d.III the immaterial and immortal soul, first in Pindar,ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων.. ἀνδιδοῖ [Φερσεφόνα] ψυχὰς πάλιν Fr. 133
, cf. Pl.Men. 81b;εἰπόντες ὡς ἀνθρώπου ψ. ἀθάνατός ἐστι Hdt.2.123
;ἀγένητόν τε καὶ ἀθάνατον ψ. Pl.Phdr. 246a
, cf. Phd. 70c, al.;ἀθάνατος ἡμῶν ἡ ψ. καὶ οὐδέποτε ἀπόλλυται Id.R. 608d
;ἁψ. τῷ σώματι συνέζευκται καὶ καθάπερ ἐν σάματι τέθαπται Philol.14
, cf. Pl.Cra. 400c: hence freq. opp.σῶμα, ψ. καὶ σῶμα X.Mem.1.3.5
, cf. An.3.2.20;ψ. ἢ σῶμα ἢ συναμφότερον, τὸ ὅλον τοῦτο Pl.Alc.1.130a
;εἰς θηρίου βίον ἀνθρωπίνη ψ. ἀφικνεῖται καὶ ἐκ θηρίου.. πάλιν εἰς ἄνθρωπον Id.Phdr. 249b
;κατὰ τοὺς Πυθαγορικοὺς μύθους τὴν τυχοῦσαν ψ. εἰς τὸ τυχὸν ἐνδύεσθαι σῶμα Arist.de An. 407b22
;οὐδὲ τοῦτο ἐπείσθην, ὡς ἡ ψ., ἕως μὲν ἂν ἐν θνητῷ σώματι ᾖ, ζῇ, ὅταν δὲ τούτου ἀπαλλαγῇ, τέθνηκεν X.Cyr.8.7.19
;ἀνθρώπου γε ψ., ἣ τοῦ θείου μετέχει,.. ὁρᾶται δ' οὐδ' αὐτή Id.Mem.4.3.14
, cf. Cyr. 8.7.17; αἰθὴρ μὲμ ψυχὰς ὑπεδέξατο, σώ[ματα δὲ χθών] IG12.945 (v B. C.);ὁπόταμ ψ. προλίπῃ φάος ἀελίοιο Orph.Fr.32
f.1;ἡμεῖς ἐσμεν ψ., ζῷον ἀθάνατον ἐν θνητῷ καθειργμένον φρουρίῳ Pl.Ax. 365e
.IV the conscious self or personality as centre of emotions, desires, and affections,χερσὶ καὶ ψυχᾷ δυνατοί Pi.N.9.39
;μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος Id.I.4(3).53(71)
;ἐνίους τῶν καλῶν τὰς μορφὰς μοχθηροὺς ὄντας τὰς ψ. X.Oec.6.16
;θνητοῦ σώματος ἔτυχες, πειρῶ τῆς ψ. ἀθάνατον μνήμην καταλιπεῖν Isoc.2.37
; opp. material blessings,κτεάνων ψ. ἔχοντες κρέσσονας Pi.N.9.32
;μήτε σωμάτων ἐπιμελεῖσθαι μήτε χρημάτων.. οὕτω σφόδρα ὡς τῆς ψ. ὅπως ὡς ἀρίστη ἔσται Pl.Ap. 30b
, cf. 29e: hence regarded in abstraction,τὸ παρεχόμενον ἡμῶν ἕκαστον τοῦτ' εἶναι μηδὲν ἀλλ' ἢ τὴν ψ., τὸ δὲ σῶμα ἰνδαλλόμενον ἡμῶν ἑκάστοις ἕπεσθαι Pl.Lg. 959a
;ἡ ψ. ἐστιν ἄνθρωπος Id.Alc.1.130c
;οὐδὲ νῦν τήν γ ἐμὴν ψ. ἑωρᾶτε X.Cyr.8.7.17
, cf. supr. 111: sts., therefore, distd. from oneself,ψ. γὰρ ηὔδα πολλά μοι μυθουμένη S.Ant. 227
;ἡ ψ. μου πεπότηται Ar.Nu. 319
(anap.);τί ποτ' ἔστι μαθεῖν ἔραται ψ. E.Hipp. 173
(anap.);ἄλλο τι βουλομένη ἑκατέρου ἡ ψ. δήλη ἐστίν Pl.Smp. 192c
; οἴμοι ψυχή woe is me! LXX Mi.7.1; καὶ ἐρῶ τῇ ψ. μου, "yuxh/, e)/xeis polla\ a)gaqa/" Ev.Luc.12.19; in periphrases, ψ. Ὀρέστου, = Ὀρέστης, S.El. 1127, al.: but τὴν Φιλοκτήτου ψ. ἐκκλέψεις his wits, Id.Ph.55;ἡ δ' ἐμὴ ψ. τέθνηκεν Id.Ant. 559
, cf. OC 999; so ψυχαί abs., = ἄνθρωποι, ψ. ὀλέσασα A.Ag. 1457 (lyr.); ψ. πολλαὶ ἔθανον many souls perished, Ar.Th. 864;πᾶσαι αἱ ψ., υἱοὶ καὶ αἱ θυγατέρες λ γ LXX Ge.46.15
, cf. Ex.12.4, al.; [κιβωτὸς] εἰς ἣν ὀλίγοι, τοῦτ' ἔστιν ὀκτὼ ψ., διεσώθησαν 1 Ep.Pet.3.20
. In apostrophe,μή, φίλα ψ. Pi.P.3.61
;ὦ μελέα ψ. S.Ph. 712
(lyr.);ὦ ἀγαθὴ καὶ πιστὴ ψ. X.Cyr.7.3.8
; in referring to persons,ὅταν μεγάλη ψ. φυῇ Pl.R. 496b
(cf. μεγαλόψυχος) ; καλεῖται γοῦν ἡ ψ. Κρινοκοράκα the creature, Thphr.Char.28.2;πάσῃ ψ. τετελευτηκυίᾳ LXX Nu.6.6
,11;πᾶσα ψ. ὑποτασσέσθω Ep.Rom.13.1
, etc.: generally, being, ψυχὴ ζῶσα living creature, LXX Ge.1.24, cf. 20(pl.).2 of various aspects of the self, ἐν πολέμοιο μάχαις τλάμονι ψ. παρέμειν ) enduring heart, Pi.P.1.48;διεπειρᾶτο αὐτοῦ τῆς ψ. Hdt.3.14
, ἦν ηὰρ.. ψυχὴν οὐκ ἄκρος poor-spirited, Id.5.124;ψυχὴν ἄριστε πάντων Ar.Eq. 457
;καρτερὰν ψ. λαβεῖν Id.Ach. 393
;κράτιστοι ἂν τὴν ψ. κριθεῖεν Th.2.40
;τοῖς σώμασι δύνανται τὰς δὲ ψ. οὐκ ἔχουσιν Lys.10.29
;ὁ γὰρ' λόγχην ἀκονῶν καὶ τὴν ψ. τι παρακονᾷ X.Cyr.6.2.33
, cf. Oec.21.3.3 of the emotional self,ὑπείργασμαι μὲν εὖ ψυχὴν ἔρωτι E.Hipp. 505
, cf. 527 (lyr.);πάνυ μου ἡ ψ. ἐπεθύμει X.Oec.6.14
;τίνα ποτὲ ψ. ἔχων; Lys.32.12
; τίν' οἴεσθ' αὐτὴν ψ. ἕξειν, ὅταν ἐμὲ ῒδῃ; how will she feel? D.28.21; μία ψ., prov. of friends, Arist.EN 1168b7; ψ. μία ἤστην prob. in Phryn. PSp.128B.; of appetite,ψυχῇ διδόντες ἡδονήν A.Pers. 841
(s. v.l.), cf. Epich.297, Theocr.16.24;λίχνῳ δὲ ὄντι τὴν ψ. Pl.R. 579b
;τῷ δὲ ἡ ψ. σῖτον μὲν οὐ προσίετο, διψῆν δ' ἐδόκει X.Cyr.8.7.4
.4 of the moral and intellectual self,ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψ. Pi.O. 2.70
;ψ. τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην S.Ant. 176
;ἀρκεῖν.. κἀντὶ μυρίων μίαν ψ. τάδ' ἐκτίνουσαν, ἢν εὔνους παρῇ Id.OC 499
;ψ. γὰρ εὔνους καὶ φρονοῦσα τοὔνδικον Id.Fr. 101
;ἡ κακὴ σὴ ψ. Id.Ph. 1014
;ψυχῆς κατήγορος κακῆς X.Oec.20.15
, cf. Pl.R. 353e;ἡ βουλεύσασα ψ. Antipho 4.1.7
, cf. Pl.Lg. 873a; τὸ σῶμα ἀπειρηκὸς ἡ ψ. συνεξέσωσεν.. διὰ τὸ μὴ ξυνειδέναι ἑαυτῇ the mind conscious of innocence, Antipho 5.93;τὸ ἐπιμελεῖσθαι καὶ ἄρχειν καὶ βουλεύεσθαι.. ἐσθ' ὅτῳ ἄλλῳ ἢ ψυχῇ δικαίως ἂν ἀποδοῖμεν; Pl.R. 353d
;τὴν τῆς ψ. ἐπιμέλειαν X.Mem. 1.2.4
, Isoc.15.304; τὰ ἐν τῇ ψ. διὰ τὴν παιδείαν ἐγγιγνόμενα ib.290;τῆς ψ. ἐξελθούσης, ἐν ᾗ μόνῃ γίγνεται φρόνησις X.Mem.1.2.53
;νοῦς τε καὶ ψ. Pl.Cra. 400a
, cf. Phdr. 247c, al.; ;ἰδὼν μὲν γνούς τε σῇ ψ., τέκνον E.Tr. 1171
. Phrases:—ἐκ τῆς ψ. φίλος X.An.7.7.43
; ἀπὸ τῆς ψ. φιλεῖν with all the heart, Thphr. Char.17.3;βόσκοιτ' ἐκ ψυχᾶς τὰς ἀμνάδας Theoc.8.35
;ὅλῃ τῇ ψ. κεχαρίσθαι τινί X.Mem.3.11.10
; οὐκ ἐᾷ ἡμᾶς οὐδὲ ψυχῆς λαχεῖν he won't let us call our soul our own, Phryn.PSp.128B.5 of animals, ψ. μεγαλόφρων, of a horse, X.Eq.11.1;θηρίων ψ. ἡμεροῦμεν Isoc.2.12
; ψ. χηνός, ὀρτυγίου, Eub.101, Antiph.5.6 of inanimate things,πᾶσα πολιτεία ψ. πόλεώς ἐστιν Isoc.12.138
, cf. 7.14;ἡ τῶνδε τῶν ἀνδρῶν ἀρετὴ τῆς Ἑλλάδος ἦν ψ. D.60.23
;οἷον ψ. ὁ μῦθος τῆς τραγῳδίας Arist.Po. 1450a38
; also of the spirit of an author, D.H.Lys.11.V Philosophical uses:1 In the early physicists, of the primary substance, the source of life and consciousness, ὁρίζονται πάντες (sc. οἱ πρότεροι)τὴν ψ. τρισίν, κινήσει, αἰσθήσει, τῷ ἀσωμάτῳ Arist.de An. 405b11
; τὸν λίθον ἔφη [Θαλῆς] ψ. ἔχειν ὅτι τὸν σίδηρον κινεῖ, of the magnet, ib. 405a20; ψυχῇσιν θάνατος ὕδωρ γενέσθαι, ὕδατι δὲ θάνατος γῆν γενέσθαι, ἐκ γῆς δὲ ὕδωρ γίνεται, ἐξ ὕδατος δὲ ψ. (sc. πῦρ) Heraclit. 36;ἡ ψ. πνεῦμα Xenoph.
ap. D.L.9.19; καρδία ψυχῆς καὶ αἰσθήσιος [ἀρχά] Philol.13;τοῦτο [ἀὴρ] αὐτοῖς καὶ ψ. ἐστι καὶ νόησις Diog.
Apoll.4;τὴν τῶν ἄλλων ἁπάντων φύσιν οὐ πιστεύεις Ἀναξαγόρᾳ νοῦν καὶ ψ. εἶναι τὴν διακοσμοῦσαν; Pl.Cra. 400a
, cf. Arist.de An. 404a25; Δημόκριτος πῦρ τι καὶ θερμόν θησιν αὐτὴν (sc. ψυχὴν) εἶναι ib. 404a1, cf. Resp. 472a4.2 the spirit of the universe,ψ. εἰς τὸ μέσον [τοῦ κόσμου] θείς Pl.Ti. 34b
, cf. 30b;τὴν τοῦ παντὸς δῆλον ὅτι τοιαύτην εἶναι βούλεται [ὁ Τίμαιος] οἷόν ποτ' ἐστὶν ὁ καλούμενος νοῦς Arist.de An. 407a3
; ἐν τῷ ὅλῳ τινὲς [τὴν ψ.] μεμεῖχθαί φασιν, ὅθεν ἴσως καὶ Θαλῆς ᾠήθη πάντα πλήρη θεῶν εἶναι ib. 411a8;ὁ κόσμος ψ. ἐστὶν ἑαυτοῦ καὶ ἡγεμονικόν Chrysipp.Stoic.2.186
; ψ. [κόσμου] Plu.2.1013e, cf. M.Ant.4.40;ψ. ἐλθοῦσα εἰς σῶμα οὐρανοῦ Plot.5.1.2
;τόδε τὸ πᾶν ψ. μίαν ἔχον εἰς πάντα αὐτοῦ μέρη Id.4.4.32
; περὶ ψυχᾶς κόσμου καὶ φύσιος, title of work by Ti.Locr.3 In Pl. the immaterial principle of movement and life,ὅταν παρῇ [ψυχὴ] τῷ σώματι, αἴτιόν ἐστι τοῦ ζῆν αὐτῷ Pl.Cra. 399d
, cf. Def. 411c; [ψυχῆς λόγον ἔχομεν] τὴν δυναμένην αὐτὴν αὑτὴν κινεῖν κίνησιν Id.Lg. 896a
; μεταβολῆς τε καὶ κινήσεως ἁπάσης αἰτία [ἡ ψ.] ἅπασιν ib. b, cf. 892c; its presence is requisite for thought,σοφία καὶ νοῦς ἄνευ ψ. οὐκ ἂν γενοίσθην Id.Phlb. 30c
, cf. Ti. 30b, Sph. 249a; defined by Arist. asοὐσία ὡς εἶδος σώματος φυσικοῦ δυνάμει ζωὴν ἔχοντος de An. 412a20
; ἐντελέχεια ἡ πρώτη σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ ib. 412b5; the tripartite division ofψ., οἱ δὲ περὶ Πλάτωνα καὶ Ἀρχύτας καὶ οἱ λοιποὶ Πυθαγόρειοι τὴν ψ. τριμερῆ ἀποφαίνονται, διαιροῦντες εἰς λογισμὸν καὶ θυμὸν καὶ ἐπιθυμίαν Iamb.
ap. Stob.1.49.34, cf. Pl.R. 439e sqq.; in Arist.ἡ ψ. τούτοις ὥρισται, θρεπτικῷ, αἰσθητικῷ, διανοητικῷ, κινήσει· πότερον δὲ τοὔτων ἕκαστόν ἐστι ψ. ἢ ψυχῆς μόριον; de An. 413b11
, cf. PA 641b4;ἡ θρεπτικὴ ψ. Id.de An. 434a22
, al.; in the Stoics and Epicureans, σῶμα ἡ ψ. Zeno and Chrysipp.Stoic.1.38; of the scala naturae,τὰ μὲν ἕξει διοικεῖται, τὰ δὲ φύσει, τὰ δ' ἀλόγῳ ψ., τὰ δὲ καὶ λόγον ἐχούσῃ καὶ διάνοιαν Stoic.2.150
, cf. M.Ant.6.14;ἡ ψ. σῶμά ἐστι λεπτομερές.. προσεμφερέστατον πνεύματι θερμοῦ τινα κρᾶσιν ἔχοντι Epicur.Ep.1p.19U.
;τέλος.. τὸ μήτε ἀλγεῖν κατὰ σῶμα μήτε ταράττεσθαι κατὰ ψ. Id.Ep.3p.64U.
; in the Neo-Platonists characterized by discursive thinking,τοὺς λογισμοὺς ψυχῆς εἶναι ἐνεργήματα Plot.1.1.7
; related to νοῦς as image to archetype, εἰκών τίς ἐστι νοῦ [ψ.] Id.5.1.3; present in entirety in every part,πάρεστι πᾶσα πανταχοῦ ψ. Id.5.1.2
, cf. 4.7.5;φύσις ψ. οὖσα, γέννημα ψυχῆς προτέρας Id.3.8.4
; animal and vegetable bodies possessοἷον σκιὰν ψυχῆς Id.4.4.18
;πᾶν σῶμα.. ψυχῆς μετουσίᾳ κινεῖται ἐξ ἑαυτοῦ καὶ ζῇ διὰ ψ. Procl.Inst.20
.2 τριπόλιον, Ps.-Dsc.4.132.VII Psyche, in the allegory of Psyche and Eros, Apul.Metam. bks. 4-6, Aristophontes ap. Fulg.Myth.3.6. (See ancient speculations on the derivation, Pl.Cra. 399d- 400a, Arist.de An. 405b29, Chrysipp.Stoic.2.222; Hom. usage gives little support to the derivation from ψύχω 'blow, breathe';τὸν δὲ λίπε ψ. Il.5.696
means 'his spirit left his body', and so λειποψυχέω means 'swoon', not 'become breathless';ἀπὸ δὲ ψ. ἐκάπυσσε Il.22.467
means 'she gasped out her spirit', viz. 'swooned'; the resemblance of ἄμπνυτο 'recovered consciousness' to ἀμπνέω 'recover breath' is deceptive, v. ἄμπνυτο, ἔμπνυτο: when concrete the Homeric ψ. is rather warm blood than breath, cf. Il.14.518, 16.505, where the ψ. escapes through a wound; cf. ψυχοπότης, ψυχορροφέω, and S.El. 786, Ar.Nu. 712 (v. supr.1).) -
12 ἀνέχω
Aἀνέξω Archil. 82
, Luc.Hist.Conscr.4(s. v l.), alsoἀνασχήσω Hdt.5.106
,7.14, E.IA 732: [tense] aor.ἀνέσχον 11.17.310
, etc.; poet. ἀνέσχεθον ib.10.461, E. Med. 1027, [dialect] Ep. inf.ἀνσχεθέειν Od.5.320
: [tense] pf.ἀνέσχηκα S.E.M.7.190
, Phalar.Ep. 105:—[voice] Med. [full] ἀνέχομαι: [tense] impf. ἠνειχόμην (with double augm.) A.Ag. 905, S.Ph. 411, Th.1.77, etc.: [tense] fut.ἀνέξομαι 11.5.895
, S.El. 1028, D.18.160, etc.; alsoἀνασχήσομαι A.Th. 252
, Ar.Ach. 299, [dialect] Ep. inf.ἀνσχήσεσθαι 11.5.104
: [tense] aor.ἀνεσχόμην 18.430
, A.Ch. 747 codd., E.Hipp. 687 (where ἠνέσχου is contra metr.); more freq. with double augm.ἠνεσχόμην Hdt.5.48
, A.Ag. 1274; and [dialect] Att., as Ar.Nu. 1363, Th.3.28, Lys.3.3, etc.; sync. ; [ per.] 2sg. imper. ἄνσχεο (v. infr. c. 11):—[voice] Pass., D.H.3.55, LXX 4 Ma.1.35.A trans., hold up, lift up, χεῖρας ἀνέσχον held up their hands in fight (v. infr. c.1), Od.18.89 (later of pugilists, hold up the hands in token of defeat, Theoc.22.129):—freq. lift up the hands in prayer,θεοῖσι δὲ χεῖρας ἀνέσχον 11.3.318
, cf. 1.450, Archil.82, etc.; so ἄνακτι εὐχὰς ἀ. offer prayers, perhaps with uplifted hands, S.El. 636;ἄνεχε χέρας, ἄνεχε λόγον E.El. 592
; also ἀ. τὴν χεῖρα offer the hand (to shake), Theopomp.Com.82 (dub.).2 lift up as an offering,τάγ' Ἀθηναίῃ ληΐτιδι.. ὑψόσ' ἀνέσχεθε χειρί 11.10.461
; as a testimony,σκῆπτρον ἀ. πᾶσι θεοῖσι 7.412
; μαζὸν ἀ., of Hecuba entreating her son Hector, 22.80;κενεὰς.. ἀνέσχε γλήνας A.R.2.254
;ἄκουε δ' ἀν' οὖς ἔχων A.Fr. 126
.3 ἀ. φλόγα hold up a torch, esp. at weddings, E.IA 732: hence the phrase ἄνεχε, πάρεχε sc. τὸ φῶς) hold up, pass on the light in procession, Id.Tr. 308, Cyc. 203, cf. Ar.V. 1326; alsoἀ. φάος σωτήριον E.Med. 482
;τὸ σημεῖον τοῦ πυρός Th.4.111
.5 hold up, prop, sustain, οὐρανὸν καὶ γῆν, of Atlas, Paus.5.11.5;κίων ἀ. τὴν στέγην Oenom.
ap. Eus.PE 5.34:—[voice] Pass.,γέφυρα σκάφαις ἀνεχομένη D.H.3.55
:—but more freq.,b metaph., uphold, maintain,εὐδικίας Od.19.111
;πολέμους Th.1.141
; ὄργια ἀ. keep up the revels, Ar.Th. 948; remaining constant to,E.
Hec. 121 (v. infr. B. 3); οἰνῶπ' ἀνέχουσα κισσόν keeping constant to, haunting the ivy, S. OC 674 (s. v. l.); βαρὺν ἀνὰ θυμὸν ἔχοισα keeping up his anger, Theoc. 1.96.II hold back, check,ἄνεχ' ἵππους 11.23.426
;ἀ. τὰ ὅπλα διὰ τῶν ἀνακλητικῶν D.H.9.21
; ἀ. Σικελίαν μὴ ὑπ' αὐτοὺς εἶναι keep it from being.., Th.6.86;ἑαυτὸν ἀπό τινος Plu.2.514a
:—[voice] Pass.,ἀνέχεται τὰ πάθη ὑπὸ τοῦ λογισμοῦ LXX4 Ma.1.35
.B intr., rise up, emerge,ἀνσχεθέειν.. ὑπὸ κύματος ὁρμῆς Od.5.320
; of a diver, Hdt.8.8;σκόπελοι ἐν τῷ Νείλῳ ὀξέες ἀ. Id.2.29
;ἀ. ἐς ἀέρα A.R.3.1383
.b esp. in form ἀνίσχω, of the sun,πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα Hdt.3.98
, etc.; soλαμπὰς ἀνίσχει A.Ag.93
(lyr.);ἅμ' ἡλίῳ ἀνίσχοντι X.Cyn.6.13
, cf. Eub.119.9.c of events, arise, happen, Hdt.5.106,7.14.d appear, show oncself,ἄελπτον ὄμμα.. φήμης ἀνασχόν S.Tr. 204
; turn out, prove to be,μελοποιὸς ἢ τραγῳδὸς ἄριστος Eun.Hist.p.209D.
2 come forth,αἰχμὴ παρὰ.. ὦμον ἀνέσχεν 11.17.310
, cf. Plu. Caes.44; of a headland, jut out into the sea, Hdt.7.123, Th.1.46, etc.;ἀ. πρὸς τὸ Σικελικὸν πέλαγος Id.4.53
, cf. D.23.166; ἐς τὸν πόντον [τὴν ἄκρην] ἀνέχοντα jutting out with its headland into the sea, Hdt. 4.99 (dub. l.); reversely,κοιλάδες ἐς μεσόγαιαν ἐκ θαλάσσης ἀ. Str. 3.2.4
.3 hold on, keep doing, c. part.,ἀ. διασκοπῶν Th.7.48
; σε.. στέρξας ἀνέχει is constant in his love for thee, S.Aj. 212 (lyr., cf. supr. A.1.5b): c. dat., practise regularly,Eun.
Hist.p.249 D.: abs., wait,ταύτῃ ἀνέχειν Th.8.94
, cf. 2.18.4 hold up, cease, , cf. X.HG1.6.28; dub. l. in Hp.Epid.5.20.5 c. gen., cease from,οὐδὲ.. καμάτων ἀνέχουσι γυναῖκες S.OT 174
;τοῦ πολέμου App.Pun.75
;τοῦ φονεύειν Plu.Alex. 33
.—Hom. uses no tense intr. exc. [tense] aor.C [voice] Med., hold up what is one's own,ὁ δ' ἀνέσχετο μείλινον ἔγχος 11.5.655
;δούρατ' ἀνασχόμενοι 11.594
, etc.: hence ἀνασχόμενος is often used abs. (sc. ἔγχος, ξίφος, etc.),πλῆξεν ἀ. 3.362
;κόψε δ' ἀ. Od.14.425
;πὺξ μάλ' ἀνασχομένω πεπληγέμεν 11.23.660
; also ἄντα δ' ἀνασχομένω χερσί ib. 686.II hold oneself up, bear up, οὐδέ σ' ὀΐω δηρὸν ἔτ' ἀνσχήσεσθαι ib.5.285, cf.Od.11.375: [tense] aor. imper. ἀνάσχεο, = τέτλαθι, be of good courage, 11.1.586; be patient,23.587
; ἀνὰ δ' ἔχευ is prob. l. for ἀνὰ δ' εὖ in Archil.6.2: in [tense] pres. part., ἀνεχόμενοι φέρουσι τὸν χειμῶνα they bear with patience, Hdt.4.28; Stoic mottoἀνέχου καὶ ἀπέχου Gell.17.19
.2 c. acc.,τοσσάδ' ἐνὶ φρεσὶν ᾗσιν ἀνέσχετο κήδεα 11.18.430
; ;τὴν δουλοσύνην οὐκ ἀ. Hdt.1.169
;τὰ πρὶν κακὰ ἠνειχόμεσθα A.Ag. 905
, etc.;χαλκὸν ἀνασχέσθαι 11.4.511
, etc.: c. acc.pers., οὐ γὰρ ξείνους.. ἀνέχονται they do not suffer or bear with strangers, Od.7.32, cf. 17.13; ;τούτους ἀνάσχου δεσπότας E.Alc. 304
, cf. Eup.6 D.: c. acc. rei et gen. pers., , cf. Ar.Lys. 507.3 c. gen., dub. in Hom., δουλοσύνης ἀνέχεσθαι v.l. in Od.22.423; soἅπαντος ἀνδρὸς ἀ. Pl.Prt. 323a
, cf. D.19.16; to be content with,τοῦ ἐν σώματι κάλλους Plot.5.9.2
.4 the dependent clause is mostly (always in Hom.) in part., οὐ μάν σε.. ἀνέξομαι ἄλγε' ἔχοντα I will not suffer thee to have.., 11.5.895; οὐ γὰρ ἀεργὸν [ὄντα] ἀνέξομαι I will not suffer one [to be].., Od.19.27;εἰ τὸν.. θανόντ' ἄθαπτον ἠνσχόμην νέκυν S.Ant. 467
;οὐκ ἀνέξεται τίκτοντας ἄλλους E.Andr. 712
; καὶ γάρ κ'.. ἀνεχοιμην ἥμενος for I would be content to sit.., Od.4.595;σοῦ κλύων ἀνέξεται A.Pers. 838
, cf. S. El. 1028, Ph. 411;ἀνάσχεσθε σιγῶσαι Id.Fr. 679
; alsoοὐ σῖγ' ἀνέξει; Id.Aj.75
: freq. in Prose, Hdt.1.80, 206, 5.19, al., Th.2.74, etc.;ἄποτος ἀ. Arist.HA 596a2
; alsoἀ. τοῦ ἄλλα λέγοντος Pl.R. 564d
;ἀ. τῶν οἰκείων ἀμελουμένων Id.Ap. 31b
;οὐδ' ἂν ἠνέσχεσθε εἴ τις.. D. 21.170
:—also in [voice] Act., .5 rarely c. inf., suffer,οὐκ ἀνέξομαι τὸ μὴ οὐ.. A.Eu. 914
;κοκκύζειν τὸν ἀλεκτρυόν' οὐκ ἀνέχονται Cratin.311
;ἀνακεκλίσθαι οὐκ ἀ. Aret.SA1.9
;ἀ. πάντα ὑπομένειν Alciphr.3.34
;σὺν ἄλλοις βιοῦν οὐκ ἀ. Ael.NA6.30
.c οὐκ ἀ., c. inf., refuse to do.., POxy.903.36,al.III rarely, hold on by one another, hang together,ἀνά τ' ἀλλήλησιν ἔχονται Od.24.8
. -
13 ἐρύω
ἐρύω (A), Il.4.467, al., [dialect] Ion. [full] εἰρύω, [dialect] Dor. [full] ϝερύω (v. infr.): [dialect] Ep. inf. εἰρύμεναι [pron. full] [ῠ] Hes.Op. 818: [tense] impf.Aεἴρυον Mosch.2.14
,ἔρυον Il.12.258
,ἐρύεσκον Nonn.D.43.50
: [tense] fut.ἐρύω Il.11.454
, al.,ἐρύσω Opp.H.5.375
; [dialect] Ep.ἐρύσσω Orph.L.35
, Nonn.D.17.183 : [tense] aor.εἴρῠσα Od.2.389
, Hdt. 2.136 (in Hdt. εἴρυσα takes the place of εἵλκυσα),ἔρῠσα Il.5.573
;εἴρυσσα 3.373
, Od.8.85 ; lengthd. ἐρύσασκε ([etym.] ἐξ-) Il.10.490; imper. (hex.), [dialect] Dor. ϝερυσάτω (dub. sens.) BCH50.15 (Delphi, iv B.C.); subj.ἐρύσω Il.17.230
,εἰρύσω Hp.Morb.2.8
, etc.; [ per.] 2sg.ἐρύσσῃς Il.5.110
; [dialect] Ep. [ per.] 1pl. ἐρύσσομεν (for - ωμεν) 14.76, 17.635 ; opt.ἐρύσαιμι 8.21
, εἰρύσαιμι Timo 59 ; inf. ἐρύσαι, ἐρύσσαι, Il.17.419, 8.23,εἰρύσαι Hp. Morb.1.29
, ([etym.] δι-, ἐξ-) Hdt.7.24, 1.141 ; part.ἐρύσας Il.23.21
,ἐρύσαις Pi. N.7.67
,εἰρύσας Hdt.4.10
,ἐρύσσας A.R.3.913
.—[dialect] Ion., [dialect] Dor., and poet. Verb:—drag, draw, implying force or violence, νῆα..εἰς ἅλα, ἅλαδε, ἤπειρόνδε, Il.1.141, Od.2.389, 10.423 ; ἐπ' ἠπείροιο on land, 16.325, 359 ; [δόρυ] ἐ. ἐπ' ἄκρης, of the Trojan horse, 8.508 ; freq. of the dead, νεκρόν, νεκροὺς ἐ., of the friends, drag them away, rescue them, Il.5.573, 16.781 ; of the enemy, drag them off for plunder, ransom, etc., 4.467, al.; τρὶς ἐρύσας περὶ σῆμα (sc. Ἕκτορα) 24.16 ; of dogs and birds of prey, drag and tear,οἰωνοὶ ὠμησταὶ ἐρύουσι 11.454
, etc.; drag away, carry off violently, Od.9.99: c. gen. partit.,διὰ δώματ' ἐ...ἢ ποδὸς ἢ καὶ χειρός 17.479
; ἐ. τινὰ κουρίξ by the hair, 22.187 ; also, pull down, tear away,κρόσσας μὲν πύργων ἔρυον Il.12.258
, cf. 14.35.2 simply, draw, pull,δόρυ ἐξ ὠτειλῆς 16.863
;φάρμακον ἐκ γαίης Od.10.303
;ἐξ οὐρανόθεν πεδίονδε Ζῆν' Il.8.21
;κίον' ἀν' ὑψηλὴν ἐρύσαι Od.22.176
; φᾶρος..κὰκ κεφαλῆς εἴρυσσε drew it over his head, 8.85 ; ἄλλον μὲν χλαίνης ἐρύων, ἄλλον δὲ χιτῶνος pulling or plucking him by.., Il. 22.493 ; νευρὴν ἐπὶ τῷ ἐ. drawing the bowstring at him, 15.464 ;ἐ. τόξον Hdt.3.30
,4.10; εἴρυσον ἔγχος draw thy sword, S.Tr. 1033 (hex.); attract, absorb, [ ὑγρόν] Hp.Loc.Hom.14 : c. gen. partit.,τῆς χολῆς Id.Morb.1.29
; ἐπί τινι κλῆρον ἐ. draw lots for.., Call.Jov.62 ; ἐκ ποδὸς ἐ. to put aside, Pi.N.7.67 ; ὅππῃ ἐμὸν νόον εἰρύσαιμι Timol.c.; also πλίνθους εἰρύσαι make bricks, Hdt.2.136. (B) [voice] Med. [full] ἐρύομαι, [dialect] Ion. [full] εἰρύομαι [pron. full] [ῠ], [tense] fut. inf.Aἐρύεσθαι Il.14.422
, al., ἐρύσσεσθαι v.l. in Od.21.125, Il.21.176 : [tense] aor. 1εἰρύσσατο 22.306
,ἐρύσαντο 1.466
, etc.; subj.ἐρύσωμαι A.R.1.1204
; opt. ἐρύσαιο, -αίατο, Il.5.456, 298 ; inf.ἐρύσασθαι 22.351
; part.ἐρυσσάμενος 1.190
, εἰρυσάμενος (ἐπ-) Hdt.4.8:—draw for oneself, ἐρυσαίμεθα νῆας launch us ships, Il.14.79 ; [ἵππον] ἐς ἀκρόπολιν ἐ. Od.8.504
; ξίφος, ἄορ, μάχαιραν ἐρύεσθαι, draw one's sword, Il.4.530, 21.173, 3.271 ;ἄορ ἐκ κολεοῖο Theoc.22.191
;δόρυ ἐξ ὠτειλῆς εἰρυσάμην Od.10.165
; of meat on the spit, ἐρύσαντό τε πάντα they drew all off, Il.1.466, etc.; ἐρύσσασθαι μενεαίνων in his anxiety to draw [the bow], Od.21.125 ;βύρσαν θηρὸς ἀπὸ μελέων Theoc.25.273
; simply, wrench,ὅταν ἱστὸν ἀνέμοιο κατάϊξ..ὑπὲκ προτόνων ἐρύσηται A.R.1.1204
.2 of captives, χρυσῷ ἐρύσασθαι weigh against gold (cf. ἕλκω): hence, ransom, Il.22.351 (cf. ἀντερύομαι).II draw out of the press,ἐρύσασθαί τινα μάχης Il.5.456
; esp. of friends dragging away the body of a slain hero,οὐδέ κε..ἐκ βελέων ἐρύσαντο νέκυν 18.152
; of enemies, 14.422, 17.161 : c. dat., in spite of, from, 5.298, 17.104. (C) [voice] Pass., [tense] pf. εἴρῡμαι, [tense] plpf. [ per.] 3pl.Aεἰρύατο [ῡ Il.14.30
, al., [pron. full] ῠ 4.248], εἴρυντο (v. infr.): [tense] aor. ἐρύσθην or εἰρ-, Hp.Epid.5.47, Mul.1.36:—to be drawn ashore, drawn up in line, of ships,εἴρυντο νέες ταχὺν ἀμφ' Ἀχιλῆα Il.18.69
; , cf.4.248.2 to be drawn, attracted, of moisture, Hp.l.c.; to be contracted, ἐς τοὔπισθεν ἐρυσθείς, of tetanic convulsions, Id.Epid.5.47 ; τὴν γνάθον ἐρυσθεῖσα ib.4.36. (ϝερῠ-, ϝρῡ-, cf. ῥῡ-τήρ ([etym.] βρύτηρ), ῥῦ-μα, ῥῡ-μός.)------------------------------------ἐρύω (B), only in [voice] Med. [full] ἐρύομαι, redupl. non-thematic [tense] pres. [ per.] 3pl. εἰρύαται [pron. full] [ῠ] Il.1.239, h.Cer. 152, [pron. full] [ῡ]Od.16.463 ; inf.Aεἴρυσθαι 3.268
, 23.151 (from se-srū-, v. infr.); [tense] impf.εἴρῡτο Il.16.542
, 24.499, Od.23.229, Hes.Sc. 138,εἴρυντο Il.12.454
, εἰρύατο [pron. full] [ῠ] 22.303 : from unredupl. stem [pref] ῥῡ- ( srū-]), non-thematic [ per.] 3pl. [tense] impf. ῥύατ' [pron. full] [ῡ] 18.515, Od.17.201, inf.ῥῦσθαι Il.15.141
, iterat.ῥύσκευ 24.730
: thematic [tense] pres. [full] ῥύομαι [pron. full] [ῠ] Od.14.107, 15.35, Il.9.396, 10.259, 417, Hes.Sc. 105 ; with ῡ, ῥύομ' Il.15.257
,ῥύοιτο 12.8
,ῥύοισθε 17.224
; [tense] impf. ῥύετ' [pron. full] [ῡ] 16.799 : [pron. full] ῡ in Trag. (E.HF 197, al., also A.Eleg.3), but [pron. full] ῠ in Id.Th. 303 (lyr.), 824 (anap.): thematic [tense] impf. ἐρύετο [pron. full] [ῡ] Il.6.403 ; non-thematicἔρῡτο 4.138
, 5.23, al.,ἔρῡσο 22.507
( ἔρῡτο as [tense] aor. 2 S.OT 1351 (lyr.)): [tense] pres. inf.ἔρυσθαι Od.5.484
,9.194, al.; later [tense] pres. ind.ἔρῡται A.R.2.1208
: [tense] fut.ἐρύσσεται Il.10.44
, ἐρύεσθαι [pron. full] [ῠ] 20.195, ῥύσομαι [pron. full] [ῡ] Hes.Th. 662, Hdt.1.86, A.Th.91 (lyr.); [ per.] 3pl. : [tense] aor. I εἰρῠσάμην (from e-serū-) Il.4.186, 20.93, 21.230 ; opt. ἐρύσαιτο [pron. full] [ῠ] 24.584 ; ind. also ἐρρύσατο [pron. full] [ῡ] Od.1.6, al., ἐρύσατο [pron. full] [ῡ] Il.5.344, al., once withῥῠ, ῥῠσάμην 15.29
: from the redupl.[tense] pres. εἴρῡμαι are formed [tense] fut. ind. [ per.] 3pl.εἰρύσσονται 18.276
, I pl.εἰρῠόμεσθα 21.588
: [tense] aor. I inf.εἰρύσσασθαι 1.216
; opt.εἰρυσσαίμην 8.143
, 17.327, Od.16.459:—later [voice] Pass., [tense] aor.ἐρρύσθην Ev.Luc.1.74
, 2 Ep.Ti.4.17, Hld.10.7 : for ἔρῠτο and ἐρυσσάμενοι as [voice] Pass., v. infr. 4:—protect, guard, of armour, [πήληξ] κάρη ῥύετ' Ἀχιλλῆος Il.16.799
; [κυνέη] εἴρυτο κάρη Hes.Sc. 138
;ῥύεται δὲ κάρη Il.10.259
, etc.;μίτρης..ἥ οἱ πλεῖστον ἔρυτο 4.138
, cf. 23.819 ;ἄστυ δὲ πύργοι ὑψηλαί τε πύλαι σανίδες τ'..εἰρύσσονται 18.276
, cf. 12.454 ; ἀμφὶ δὲ τάφρον ἤλασαν, ὄφρα σφιν νῆας..ῥύοιτο ib.8 ;οἶος ἐρύετο Ἴλιον Ἕκτωρ 6.403
, cf. 22.507, 24.499 ;οἵ με πάρος γε εἰρύατο 22.303
;ὅς σε πάρος περ ῥύομ' 15.257
, cf.A.Th.91 (lyr.), etc.; καὶ πῶς βέβηλον ἄλσος ἂν ῥύοιτό με; Id.Supp. 509 ;Λυκίην εἴρυτο δίκῃσί τε καὶ σθένεϊ ᾧ Il.16.542
; ; [ἔλαφον] ὕλη εἰρύσατο 15.274
; of warders or watchmen, 10.417 ;σῦς τάσδε φυλάσσω τε ῥύομαί τε Od.14.107
; νῆα, νῆας ἔρυσθαι, 9.194, 10.444, 14.260, 17.429 ;εἴρυσθαι μέγα δῶμα 23.151
; ἣ νῶϊν εἴρυτο θύρας, of a female slave, ib. 229;ἐπέτελλεν..εἴρυσθαι ἄκοιτιν 3.268
; αὖλιν ἔρυντο, of dogs, Theoc.25.76 ; ἔτι μ' αὖτ' εἰρύαται οἴκαδ' ἰόντα lie in wait for me, Od.16.463 ; χαλεπόν σε θεῶν..δήνεα εἴρυσθαι to discover them, 23.82 (here perh. a difft. word, cogn. with ἐρευνάω, cf. Pi.Fr.61) ; φρεσὶν εἰρύσσαιτο keep in his heart, conceal, Od.16.459 ; οἵ τε θέμιστας πρὸς Διὸς εἰρύαται maintain them, Il.1.239 : hence, support, hold in honour, with notion of obedience, ;ἔπος εἰρύσσασθαι 1.216
.2 without any notion of defence, merely cover,ὡς ῥύσαιτο περὶ χροΐ μήδεα φωτός Od.6.129
;φύλλων χύσις ἤλ θα πολλὴ ὅσσον τ' ἠὲ δύω ἠὲ τρεῖς ἄνδρας ἔρυσθαι 5.484
.3 c. acc. rei, keep off, ward off, ἀλλ' οὐκ οἰωνοῖσιν ἐρύσσατο κῆρα μέλαιναν by no augury could he ward off black death, Il.2.859 ; ἡ δ' (sc. ἀσπὶς)οὐκ ἔγχος ἔρυτο 5.538
, 17.518, Od.24.524 ;ἀλλὰ πάροιθεν εἰρύσατο ζωστήρ Il.4.186
.4 thwart, check, curb, much like ἐρύκω,Διὸς νόον εἰρύσσαιτο 8.143
; ;Ἠῶ ῥύσατ' ἐπ' Ὠκεανῷ Od.23.244
;νῆά τ' ἔρυσθαι A.R.3.607
; so prob. in Τροΐας ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί νιν ῥύοντό ποτε ( thwarted him)μάχας..ἔργον..κορύσσοντα Pi.I.8(7).57
; νόστον ἐρυσσάμενοι having been balked of their return ([voice] Med. in pass. sense, cf. ἐστεφανώσατο, κατασχόμενος), Id.N.9.23 (v.l. ἐρεις-):—[voice] Pass.,ἡ δ' ἔρῠτ' εἰν Ἀρίμοισι Hes.Th. 304
.5 rescue, save, deliver (not in [dialect] Att. Prose exc. Th.5.63);μετὰ χερσὶν ἐρύσατο Φοῖβος Ἀπόλλων Il.5.344
, cf. 11.363; πῶς ἂν.. εἰρύσσαισθε Ἴλιον; 17.327 ;Ποσειδάων..Νέστορος υἱὸν ἔρυτο 13.555
;βουλῆς..ἥ τίς κεν ἐρύσσεται ἠδὲ σαώσει Ἀργείους 10.44
; ;ὁ δ' ἐρύσατο καί μ' ἐλέησεν Od.14.279
;ἐρρύσατο καὶ ἐσάωσεν Il.15.290
; ;πατρίδα ῥυομένους Id.Eleg.3
;ῥύου με κἀκφύλασσε S.OC 285
, cf. Hdt.7.217,8.114 : freq. folld. by a Prep.,οὐ γάρ κεν ῥύσαιτό σ' ὑπὲκ κακοῦ Od. 12.107
;Ζεῦ πάτερ, ἀλλὰ σὺ ῥῦσαι ὑπ' ἠέρος υἷας Ἀχαιῶν Il.17.645
, cf. 224 ;ἐκ..πόνων ἐρρύσατο Pi.P.12.19
;ῥύσασθαί μιν ἐκ τοῦ παρεόντος κακοῦ Hdt.1.87
;ὡς ἂν ἀλλὰ παῖδ' ἐμὴν ῥυσώμεθ' ἀνδρῶν ἐκ χερῶν μιαιφόνων E.Or. 1563
: (lyr.);ἀπὸ τοῦ πονηροῦ Ev.Matt.6.13
: c. gen.,ῥ. τινὰ τοῦ μὴ κατακαυθῆναι Hdt.1.86
;κακῶν μυρίων E.Alc. 770
; (lyr.);πολέμου καὶ μανιῶν ῥ. Ἑλλάδα Ar. Lys. 342
: c. inf.,ῥ. τινὰ θανεῖν E.Alc.11
;τινα μὴ κατθανεῖν Id.HF 197
, cf. Or. 599, Hdt.7.11 ; also, save from an illness, cure, Id.4.187 : generally, Id.3.132.6 set free, redeem, τὸν ἔνθεν ῥυσάμην I set him free from thence, Il.15.29 ;ἐκ δουλοσύνης Hdt.5.49
,9.90; δουλοσύνης ib. 76 ;μάντιν Ἠλεῖον..ἀπημελημένον ἐν τοῖσι ἀνδραπόδοισι ἐρρύσατο Id.3.132
; butχρυσῷ ἐρύσασθαι Il.22.351
seems to come from ([etym.] ϝ) ερύω (v. ἐρύω (A) B.1.2).b metaph., redeem, compensate for.., ἔργῳ γὰρ ἀγαθῷ ῥύσεσθαι τὰς αἰτίας (v.l. λύσεσθαι) Th.5.63 ; ταῦτα πάντα κατθανοῦσα ῥύσομαι my death will redeem (purchase) all this, E.IA 1383 (troch.);ῥ. καμάτους Epigr.Gr.853.6
:—double sense in S.OT 312, 313 ῥῦσαι σεαυτὸν καὶ πόλιν, ῥῦσαι δ' ἐμέ, ῥῦσαι δὲ πᾶν μίασμα τοῦ τεθνηκότος redeem (deliver) thyself and the state and me, and redeem the pollution from the dead (the μίασμα being thought of as an unpaid debt). ( ἐρῠ- ῥῡ- from ser[ucaron]- srū-, cogn. with Lat. servare, v. οὖρος 'guard', ἔρυμα, ἐρυμνός.) -
14 ἑλίσσω
ἑλίσσω or [full] ἐλίσσω (the latter more freq. in codd. of Hom.), [dialect] Att. [suff] ἑλιξό-ττω, [dialect] Ep. inf.A- έμεν Il.23.309
; [dialect] Ion. [full] εἰλίσσω or [full] εἱλίσσω (εἱ. is found in codd. of Hdt. (v. infr.), butκατ-ελίσσειν Hp.
Acut.(Sp.) 37,κατειλίξαι Id.Morb.2.18
, al.): [tense] fut. : [tense] aor. ( εἵλ- codd., butκατ-ειλίξας IG22.204.32
); part.ἑλίξας Il.23.466
, [dialect] Ion.εἰλίξας Hdt.4.34
:—[voice] Med., Il.23.320: [tense] fut.ἑλίξομαι 17.728
: [tense] aor.ἑλιξάμην 12.467
,17.283:—[voice] Pass.,[tense] fut.ἑλιγήσομαι LXXIs.34.4
: [tense] aor.1 ; part.ἑλιχθείς Il.12.74
: [tense] pf. ,ἐλήλιγμαι Paus.10.17.12
: [tense] plpf. ; [dialect] Ion. [ per.] 3pl.εἱλίχατο Hdt.7.90
. —The [dialect] Ion. form is found in Trag. (v. infr., codd. usu. εἱλ-; but τ' εἰ.A.Pr. 138 (lyr., cod. [voice] Med.), cf.Ar.Ra. 1314, 1348 (cod. Rav.)), in IG l.c., and codd. of Pl. (as Ti.l.c.,ἀν-ειλίττων Phlb. 15e
); ἐπειλίξας is f.l. in D.23.161. (ϝελ-, ἐϝελ-, cf. εἴλω, ἐλελίζω ad fin.):— turn round or about: [voice] Act. in Hom. always of turning a chariot round the doublingpost, οἶσθα γὰρ εὖ περὶ τέρματ' ἐλισσέμεν [ἵππους] Il.23.309,cf. 466.2 generally, roll, ἑ. βίου πόρον roll life's stream along, Pi.I.8(7).15; of the chariot of Day, (anap.);ἥλιος.. εἱλίσσων φλόγα E.Ph.3
; εἰ. κόνιν roll the eddying dust, A.Pr. 1085 (anap.); ἑ. δίνας, of the Euripus, E.IT7, cf. 1103 (lyr.); ἑ. κόρας, βλέφαρα, Id.HF 868 (troch.), Or. 1266(lyr.).3 of any rapid motion, ἅλιον.. ἑ. πλάταν ply it swiflly, S.Aj. 358 (lyr.); of the dance, ἑ. πόδα move the swift foot, cj. in E.Or. 171 (lyr.), cf.IA 215(lyr.); εἱ. θιάσους lead the dancing bands, Id.IT 1145 (lyr.);ἑ. χορούς Stratt.66.5
: abs., dance, E.Ph. 234 (lyr.), cf. Or. 1292 (whence ἑ. τινά dance in honour of.., Id.HF 690 (lyr.), IA 1480 (lyr.)); ἑ. βωμόν dance round it, Call. Del. 321.4 roll or wind round,πλόκαμον περὶ ἄτ ρακτον Hdt.4.34
, cf. 2.38; λίνον ἠλακάτᾳ δακτύλοις ἑ. E.Or. 1432 (lyr.); χεῖρας ἀμφὶ γόνυ ἑ. clasp them round.., Id.Ph. 1622.5 metaph., turn in one's mind, revolve, τοιαῦθ' ἑ. S.Ant. 231, cf. Pl.Epin. 978d;μῆτιν A.R.1.463
; ἑ. κακοὺς λόγους speak wily words, E.Or. 892.6 κόλπους ἑ. form winding reaches, of rivers, D.P.630;ἀγκῶνας Id.979
.II [voice] Med. and [voice] Pass., turn oneself round or about (but in Il. 12.49 εἱλίσσεθ' ἑταίρους (as read by Nicanor) rallied his comrades), ἑλιχθέντων ὑπ' Ἀχαιῶν when they turned to face the foe, ib.74, cf. 408; so of a wild boar, ἑλιξάμενος having turned to bay, 17.283; of a serpent, coil himself,ἑλισσόμενος περὶ χειῇ 22.95
; ἡ δέ τ' ἐλισσομένη πέτεται (sc. καλαῦροψ ) the shepherd's staff flies spinning through the air, 23.846; κνίση.. ἑλισσομένη περὶ καπνῷ rolling with the smoke, 1.317; ἑλισσόμενοι περὶ δίνας whirled round in the eddies, 21.11; of a river,δίνῃς ἀργυρέῃς εἱλιγμένος Hes.Th. 791
, cf. D.S.1.32; of the waves,τὸ ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων Pi.N.6.55
; of ocean, ; ὧραι ἑλισσόμεναι the circling hours, Pi. O.4.3.2 turn hither and thither, go about,ἀν' ὅμιλον Il.12.49
; καθ' ὅμιλον ib. 467; ἑλίσσετο ἔνθα καὶ ἔνθα turned himself hither and thither, doubting what to do, Od.20.24.3 metaph., to be constantly in or about a thing,περὶ φύσας Il.18.372
; ἔν τινι, εἴς τι, Pl.Tht. 194b, Porph. ap. Eus.PE3.4: c. gen., μέλιτός τε καὶ ἔργων εἱλίσσονται (sc. μέλισσαι) Arat.1030.5 [voice] Med. in act. sense, ἧκε δέ μιν σφαιρηδὸν ἑλιξάμενος he threw it with a whirl like a ball, Il.13.204.6 τὰς κεφαλὰς εἱλίχατο μίτρῃσι have their heads rolled round with turbans, Hdt.7.90. -
15 πληροφορέω
πληροφορέω (*πληροφόρος [πλήρης, φέρω via φορέω]) 1 aor. impv. πληροφόρησον, inf. πληροφορῆσαι. Pass.: 1 aor. inf. πληροφορηθῆναι, ptc. πληροφορηθείς; pf. πεπληροφόρημαι, ptc. πεπληροφορημένος (Ctesias: 688 Fgm. 14 (42) Jac. p. 467, 9f [=Fgm. 29, 39 Müller]; elsewh. since LXX Eccl 8:11; TestAbr A 1 p. 78, 7f [Stone p. 4], B 7 p. 112, 5 v.l. [Stone p. 72; NTS 1, ’54/55, 223]; TestGad 2:4; BGU 665 II, 2 [I A.D.]; APF 5, 1913, 383 no. 69b, 5 [I/II A.D.]; BGU 747 I, 22 [139 A.D.]; PAmh 66 II, 42; POxy 509, 10 [both II A.D.]; Vett. Val. 43, 18; 226, 20.—Dssm., LO 67f [LAE 82f]).① fill (completely), fulfill, a synonym of πληρόω, which occasionally appears as v.l. for it. In our lit. only fig.ⓐ w. a thing as obj. τὶ someth., adding to someth. that which it lacks, someth. like fill out, complement, aid τὸν πλοῦτον Hs 2:8a. τὰς ψυχάς 8b.—τὴν διακονίαν σου πληροφόρησον fulfill your ministry 2 Ti 4:5. Also the pass. ἵνα διʼ ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ vs. 17.—Of a request that is fulfilled Hm 9:2 (the pap use the word mainly in the sense ‘fully satisfy a demand’).— Accomplish τὰ πεπληροφορημένα ἐν ἡμῖν πράγματα the things that have been accomplished among us Lk 1:1 (s. M-JLagrange, Le sens de Luc 1:1 d’après les papyrus: Bull. d’ancienne Litt. et d’Arch. chrét. 2, 1912, 96–100; OPiper, Union Sem. Rev. 57, ’45, 15–25: Lk [and Ac] as ‘fulfillment’ of the OT.—S. also the lit. given s.v. παρακολουθέω, end). Some (e.g. KRengstorf, Das NT Deutsch ’37 ad loc.) would here transl. on which there is full conviction among us, and put the pass. under 2. But in view of Lk’s thematic emphasis on God’s βουλή (q.v. 2b), the idea of accomplishment of things planned seems more prob. (s. Lagrange).ⓑ of pers. πεπληροφορημένος τινός filled w. someth. ἀγάπης love 1 Cl 54:1 (w. εὔσπλαγχνος). Perh. also ἔν τινι (πληρόω 1b) πεπληροφορημένοι ἐν παντὶ θελήματι τ. θεοῦ full of everything that is (in accord with) God’s will Col 4:12 (s. also 2 below).② convince fully (Ctesias: 688 Fgm. 14, 42 Jac. p. 467, 9f; AcPh 9 [Aa II, 2 p. 5, 20]; Ps.-Clem., Hom. 1, 20 al.) pass. be fully convinced, assured, certain (cp. Test Gad 2:4 ἐπληροφορήθημεν τῆς ἀναιρέσεως αὐτοῦ=‘we were quite filled w. the intention to kill him’.—Hegesippus in Eus., HE 2, 23, 14; Martyr. Pionii 4, 17 in HMusurillo, The Acts of the Christian Martyrs ’72) foll. by ὅτι be fully convinced that (Ps.-Clem., Hom. p. 9, 22 Lag.) Ro 4:21; IMg 8:2. Have perfect faith (i.e. limited by no doubt at all) εἰς τὸν κύριον in the Lord ISm 1:1. ἔν τινι in someth. IMg 11; IPhld ins.—Abs. (in case ἐν παντὶ κτλ. [s. 1b above] belongs to σταθῆτε) be fully assured τέλειοι καὶ πεπληροφορημένοι Col 4:12 (but in that case it may also mean here complete, finished). πληροφορηθέντες διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ κυρίου be fully assured by the Lord’s resurrection 1 Cl 42:3. ἕκαστος ἐν τῷ ἰδίῳ νοὶ̈ πληροφορείσθω every one must be fully convinced in the person’s own mind Ro 14:5 (JBeckler, Biblica 65, ’84, 364).—Ltzm., Hdb. on Ro 4:21; Dssm. LO4 67f [LAE 86f].—DELG s.v. πίμπλημι. M-M. EDNT. TW. Spicq. -
16 μέν
1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75
οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
μαντεύσατοδ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32
Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
( ὄρος)τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30
πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72
δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53
ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).τῶν μὲν κλέος P. 4.174
Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61
( Αἰακὸν)τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
( Ἀχιλεύς)τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
( καὶ κεῖνος)τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
cf. fr. 140b. 16.b emphasising adv., esp. temporal.νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
σάμερον μὲν χρή P. 4.1
αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25
ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11
( Διόσκουροι)μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54
adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ” I. 8.38c emphasising verb.ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279
d where the balancing thought is,I suppressed.παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43
πρῶτον μὲν fr. 30. 1.II not expressed in coordinated clause.ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19
τοὺς μὲν ὦν P. 3.47
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14
]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3
ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.g γε μέν, v. 4.2 μέν δέ.a where sentences are opposed.ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84
θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57
παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65
τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44
τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8
κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15
—8.νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63
—5.τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67
τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86
“ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.116μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95
μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23
ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1
—9.ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50
—1.ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.b where sentences are joined.ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25
— 30.Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48
—9.τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41
κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.αὐτὰ δὲ O. 7.49
—50.Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45
—7.εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46
τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93
—4.ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283
—4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸςαἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15
—20.πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25
—8.τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55
—6.τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64
ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118
—9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43
ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44
—5.καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53
—4.χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42
πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28
—9.τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19
—21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.c where subordinate clauses are joined.εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42
ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64
—5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2
—3.τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21
—2.τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25
—6. ( πάρφασις)ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
d where parts of sentences are opposed or joined.ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16
αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48
—9.τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26
ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62
οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95
—6.Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85
ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3
τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27
—8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δ” N. 10.87—8.ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41
κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.e explicative, distributive.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72
γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38
, cf. O. 13.58, P. 2.48διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179
Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1
φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰνλαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
“ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83
—5.ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30
I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δ — O. 10.64ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125
—6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.ἀγωνίας δ P. 5.109
—113.ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13
—6.ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48
μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7
—11.ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30
—4.τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37
—41.ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2
σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111
—3.Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3
πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—41.τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23
ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8
—12.ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51
τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97
—100.τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43
Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32
τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41
διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55
ἀλλὰβροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29
ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
, cf. P. 3.51h with anaphora.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14
πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8
τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27
ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87
εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3
—4.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6
—7.χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7
—8.ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22
ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.i where the μέν cl. has concessive force.σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107
κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70
ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24
cf.μὲν ἀλλά P. 4.139
; P. 6.23k indicating comparison.λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39
l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13
οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲνφωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66
ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11
οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52
—5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6
—7.ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48
—9 cf. N. 9.48ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11
“λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” I. 6.47—9.μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25
—6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.m μέν δέ combined with other particles.Iμὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10
cf. O. 1.111II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33
n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.3 μέν balanced with particles other than δέ.a μέν ἀλλά lang=greek>Iτὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1
λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50
ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22
ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55
“ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ” P. 4.139ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46
—52, cf. fr. 106.II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19
—24.b μέν τε.Iχαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6
ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88
ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69
τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88
παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39
ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
ἦ μὰν ἀνόμοιά γεδᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
—1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14
—6.εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4
κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249
—51.III irregularly coordinated.ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14
αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37
ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),ἀγωνίας δ P. 5.109
—13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]cμὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
d μὲν αὖτε. ( θεός)ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89
, cf. I. 6.3—7.eμέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168
Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83 -
17 δίδωμι
+ V 467-541-391-364-368=2131 Gn 1,29; 3,6.12(bis); 4,12to give [τινα] Gn 29,26; id. [τί τινι] Gn 1,29; to give into [τι εἴς τι] Gn 27,17; id. [τινα εἴς τι] Gn 16,5; to grant (of gods) [τί τινι] Gn 30,18; to offer [τί τινι] Ex 10,25; to give to [+inf.] 2 Chr 28,15; to give (a daughter) for a wife [τινα] Gn 34,9; to make sb as [τινα +pred.] 2 Chr 25,16; id. [τινα εἴς τινα] Gn17,20; to appoint, to establish [τινα] Ex 31,6; to put [τι] Ex 8,19; to place [abs.] Gn 9,2; to grant, to allow [τινα +inf.] Gn 31,7δότε ἡμῖν σημεῖον give us a sign Ex 7,9; δώσω τιμήν σοι I will pay you Nm 20,19; τίς δώσει (semit., lit. transl. of יתן מי) would that (expressing a wish) Dt 5,29; μὴ δότω ὁ βασιλεὺς κατὰ τοῦ δούλου αὐτοῦ λόγον let not the king bring a charge against his servant 1 Sm 22,15; δώσω αὐτούς... εἰς σωτηρίαν I will put them in safety 2 Chr 12,7; δὸς σημεῖον ἐπί τὰ μέτωπα set a mark on the foreheads Ez 9,4; δοθῆναι ἰσχύν to be strengthened Ez 30,21; φωνὴν ἔδωκαν αἱ νεφέλαι the clouds uttered avoice Ps 76(77),18; δώσω ἀνταπόκρισιν I will give an answer Jb 13,22; ἀπόκρισιν δώσει (he) will give an answer Jb 15,2; ἔδωκεν αὐτὰ εἰς ἀφανισμόν he brought them to nought Jdt 4,1*Jgs 5,11 δώσουσιν they shall give-יתנו נתן for MT יתנו תנה they repeat (deeds, triumphs); *1 Kgs 6,5 ἔδωκεν he set-יתן for MT יבן he built; *1 Chr 9,2 οἱ δεδομένοι the appointed ones?-נתנים/ה for MT הנתינים the Nethinim (ministers of the Temple); *Ez 13,11 δώσω I will give or send-אתנה for MT אתנה אתה you;*Dn 9,27 δοθήσεται shall be put-תתן נתן for MT תתך נתך is poured outCf. HELBING 1928 51-53.191-193; LE BOULLUEC 1989, 127; →NIDNTT; PREISIGKE; TWNT(→ἀναδίδωμι, ἀνταπο-, ἀντιδίδωμι, ἀποδίδωμι, διαδίδωμι, ἐκδίδωμι, ἐνδίδωμι, ἐπιδίδωμι, καταπροδίδωμι, μεταδίδωμι, παραδίδωμι, προδίδωμι, προσδίδωμι,,) -
18 εἰρήνη
-ης + ἡ N 1 7-92-80-46-69=294 Gn 15,15; 26,29; Ex 18,23; Lv 26,6; Nm 6,26peace 1 Mc 12,22; peace treaty Ezr 5,7stereotypical rendition of לוםשׁ(semit.): prosperity, welfare (of pers.) Jgs 6,23; prosperity (of land) Lv 26,6; eternal rest Wis 3,3καὶ εἶπεν Εἰρήνη and he said, "Peace!" or "All is well!" 2 Kgs 5,22; ὁ ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης μου my friend Ps 40(41),10, cpr. Jer 20,10; 45(38),22; ἠρώτησαν αὐτὸν εἰς εἰρήνην they greeted him, they inquired after his health JgsB 18,15; ἐπηρώτησεν εἰς εἰρήνην Ιωαβ καὶ εἰς εἰρήνην τοῦ λαοῦ καὶ εἰς εἰρήνηντοῦ πολέμου he asked how Joab and the people were doing and how the war was getting along 2 Sm 11,7Cf. GEHMAN 1966=1972 107-108; GÖTTSBERGER 1906, 246; LARCHER 1983, 277-278; SANTI AMANTINI1979, 467-495; SPICQ 1982, 215-230; TOV 1987, 151; VAN LEEUWEN 1940, 13-117; →NIDNTT; TWNT -
19 ἐπιστήμη
-ης + ἡ N 1 6-1-7-17-31=62 Ex 31,3; 35,31; 36,1.2; Nm 24,16knowledge Ex 31,3; skill, understanding 1 Ezr 8,7Cf. LARCHER 1984, 466-467 -
20 λανθάνω
+ V 6-2-1-3-5=17 Lv 4,13; 5,3.4.15; Nm 5,13to escape the notice of, to go unnoticed by [τινα] Lv 5,3; id. [ἀπό τινος] 2 Sm 18,13; to escape detection[abs.] Wis 10,8λάθῃ ῥῆμα ἐκ ὀφθαλμῶν τῆς συναγωγῆς should the thing escape the eyes of the congregation, should the thing go unnoticed by the congregation Lv 4,13; οὐκ ἔλαθες με ἀγαθοποιῶν your good deed was not hidden from me TobBA 12,13Cf. SPICQ 1978a, 466-467(→διαλανθάνω, ἐπιλανθάνω,,)
См. также в других словарях:
467 av. J.-C. — 467 Années : 470 469 468 467 466 465 464 Décennies : 490 480 470 460 450 440 430 Siècles : VIe siècle … Wikipédia en Français
467 — Années : 464 465 466 467 468 469 470 Décennies : 430 440 450 460 470 480 490 Siècles : IVe siècle Ve siècle … Wikipédia en Français
467 — Portal Geschichte | Portal Biografien | Aktuelle Ereignisse | Jahreskalender ◄ | 4. Jahrhundert | 5. Jahrhundert | 6. Jahrhundert | ► ◄ | 430er | 440er | 450er | 460er | 470er | 480er | 490er | ► ◄◄ | ◄ | 463 | 464 | 465 | … Deutsch Wikipedia
-467 — Années : 470 469 468 467 466 465 464 Décennies : 490 480 470 460 450 440 430 Siècles : VIe siècle av. J.‑C. … Wikipédia en Français
467 a. C. — Años: 470 a. C. 469 a. C. 468 a. C. – 467 a. C. – 466 a. C. 465 a. C. 464 a. C. Décadas: Años 490 a. C. Años 480 a. C. Años 470 a. C. – Años 460 a. C. – Años 450 a. C. Años 440 a. C. Años 430 a. C. Siglos … Wikipedia Español
467-51-6 — Samandarin Samandarin formule du samandarin Général No CAS … Wikipédia en Français
467 — yearbox in?= cp=4th century c=5th century cf=6th century yp1=464 yp2=465 yp3=466 year=467 ya1=468 ya2=469 ya3=470 dp3=430s dp2=440s dp1=450s d=460s dn1=470s dn2=480s dn3=490s NOTOC EventsBy PlaceWestern Roman Empire* April 12 Anthemius becomes… … Wikipedia
467 — Años: 464 465 466 – 467 – 468 469 470 Décadas: Años 430 Años 440 Años 450 – Años 460 – Años 470 Años 480 Años 490 Siglos: Siglo IV – … Wikipedia Español
(467) laura — 467 Laura pas de photo Caractéristiques orbitales Époque 18 août 2005 (JJ 2453600.5) Demi grand axe 440,225 Gm (2,943 ua) Aphélie … Wikipédia en Français
467 Laura — (467) Laura 467 Laura pas de photo Caractéristiques orbitales Époque 18 août 2005 (JJ 2453600.5) Demi grand axe 440,225 Gm (2,943 ua) Aphélie … Wikipédia en Français
(467) Лаура — Открытие Первооткрыватель Макс Вольф Место обнаружения Хайдельберг Дата обнаружения 9 января 1901 Альтернативные обозначения 1901 FY; 1954 OE; A924 RG Категория Главное кольцо … Википедия