Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

combined+with

  • 21 κλᾰω

    κλᾰ́ω
    Grammatical information: v.
    Meaning: `break, break off'
    Other forms: ( ἐνι-κλᾶν, κατ-έκλων) Il., aor. κλάσ(σ)αι, pass. κλασθῆναι (Il.), athem. ptc. ἀπο-κλά̄ς (Anacr. 17; cf. below), fut. κλάσω, perf. pass. κέκλασμαι (IA.),
    Compounds: often with prefix, e. g. ἀνα-, κατα-, περι-, συν-,
    Derivatives: κλάσις `breaking' (IA.), κλάσμα `broken piece' (Att.) with κλασμάτιον (Delos IIIa), ἀνα-κλασμός `bending back' (Heliod.), κλάστης ἀμπελουργός H., also ὀστο-κλάστης (Kyran.) a. o., κλαστήριον `knife for clipping the vine' (Delos IIa u. a.); sec. κλαστάζω `clip the vine', metaph. `chastize' (Ar. Eq. 166); on the formation Schwyzer 706. - On κλών, κλωνός m. `sprout' (Att.) with the diminutives κλωνίον, - ίδιον, - άριον, - ίσκος (Thphr., hell. inschr., Gp.), further κλωνίτης `with sprouts' (Hdn.), κλῶναξ = `κλάδος' (H.), κλωνίζω `clip' (Suid.) see on κλάδος; not from *κλα-ών (Schwyzer 521; s. also 487 n. 3). On κλῶμαξ, ἀπόκλωμα below. - With diff. ablaut κλῆμα `twig (of the vine), tendril of the vine', κλῆρος ( κλᾶρος) `lot', κλῶμαξ `heap of stones' (s. vv.), ἀπόκλωμα. ἀπολογία ἐπὶ τὸ χεῖρον H. - Quite doubtful Κλαζομεναί PlN (Anatolia), acc. to Fraenkel KZ 42, 256; 43, 216 "where the waves break" (free imagination).
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
    Etymology: The uniform verbale system, is based on κλᾰ(σ)-; it may be the result of simplification. Whether this started from a presens or an aorist cannot be decided because there are no non-Greek cognates; cf. the presentation in Schwyzer 676 a. 752 and in Chantraine Gramm. hom. 1, 354 (who considers the present κλάω as secondary against κλάσαι). In the isolated ἀπο-κλά̄ς an old athematic form (present or aorist? Schwyzer 676 a. 742) could have been preserved; but an analogical innovation (as after φθᾰ́σαι: φθάς?) cannot be excluded however. For the old passive κλασθῆναι one might think of κλαδ- (Schwyzer 761), but extension of an aorist-stems κλασ- combined with analogy is also possible (Chantraine Gramm. hom. 1, 404f.). An old s-present *κλά[σ]-ω from IE. *kl̥-s-ō (Brugmann Grundr.2 2: 3, 342, Schwyzer 706) has no support. - The primary verbs of the other languages are completely deviant: Lith. kalù, kálti `forge, hammer' = OCS koljǫ, klati, Russ. kolótь `sting, split, hew' (full grade IE. * kolH-; on the meaning WP. 1, 438 and Vasmer Russ. et. Wb. s. v.); Lith. kuliù, kùlti (zero grade, IE. kl̥H-); Lat. per-cellō `smash' (basis uncertain). Further forms Pok. 545ff., W.-Hofmann s. clādēs. S. also κλαδαρός, κλάδος, κόλος etc. So no IE etym. It cannot comes from IE *klas- as this form cannot be made from IE. So prob. the word is of Pre-Greek origin.
    Page in Frisk: 1,866-867

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > κλᾰω

  • 22 μηρυκ-άζω

    Grammatical information: v.
    Meaning: `ruminate' (Arist., Thphr.), - άομαι.
    Compounds: Also with ἀνα-, ἀπο-, (LXX, Ph., Plu. a. o.; μαρ- Ath. 9, 390f, Jul. Gal. 314d), - ίζω (Gal.).
    Derivatives: μηρυκισμός m. (LXX), ἀνα-μηρύκη-σις f. (Aristeas) `ruminating'; backformation μήρυξ m. name of a supposedly ruminating fish, `Scarus cretensis' (Arist.), s. Strömberg Fischnamen 53.
    Origin: XX [etym. unknown]
    Etymology: The three verbs μηρυκ-άομαι, - άζω, - ίζω can come either from a denominative from a noun with κ-suffix or be an expressive (iterative) enlargement of a primary *μηρύκ-ω, which may have itself an enlarging - κ- ( ἐρύ-κ-ω with ἐρυκ-άνω, - ανάω: ἐρύομαι or ἐρύω; Schwyyzer 702). So we come back to a *μηρύω, - ύομαι `wrap, wind', which can be easily combined(?) with the winding and turning mouth- and muscle-movements of a ruminator; cf. Grošelj Razprave 2, 44. -- Not with Machek Ling. Posn. 5, 67 f. to Slav. rumigati, Lat. rūmi-gāre with metathesis.
    Page in Frisk: 2,231

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > μηρυκ-άζω

  • 23 ὅρος

    Grammatical information: m.
    Meaning: `border, boundary mark (pole, column, stone), term, limit, mark, appointment, definition' (Att. Cf. Koller Glotta 38, 70ff.).
    Other forms: οὖρος (Il.), ορϜος (Corc.), ὦρος (Cret., Arg.), ὄρος (Herakl.).
    Compounds: Sometimes as 1. member, e.g. ὁρο-θεσία f. `the fixing of boundaries' (hell. inscr., Act. Ap., pap.), as νομο-θεσία a.o., formal from ὁρο-θέ-της (gloss.), comp. of ὅρον θεῖναι with τη-suffix; often as 2. member, e.g. δί-ωρος `with two boundary stones' (Arc. IVa), ἀμφ-ούρ-ιον n. `toll, paid by the seller to the owner of the neighbouring estate as a fixation of the sale' (pap. IIIa, Rhod. inscr. IIa), ἀμφουριασμός m. (*ἀμφουρι-άζω); s. Wilhelm Glotta 14, 68ff., 83, Preisigke Wb. s.v.; zu εὑθυωρία s. v.
    Derivatives: 1. ὅρία n. pl. (rarely sg.) `borderline, border areas etc.' (Hp., Att., Arc.); 2. ὁρία f. `border' (Att. inscr.); 3. ὅριος `belonging to the border' ( Ζεὺς ὅρ., Pl., D.) = Lat. Terminus (D.H., Plu.); 4. ὁρικός `belonging to definition' (Arist.); 5. ὁρ-αία τεκτονική = gruma, - ιαῖος λίθος (gloss.); 6. ὁρίζω, aor. - ίσαι (Ion. οὑρ-), often w. prefix, e.g. δι- ( ἐπι-δι- etc.), ἀφ-, περι-, προσ-, `to border, to demarcate, to separate, to determine, to define' (IA.) with ( ἀφ-, περι-, δι-)ὅρισμα ( οὔρ-) `limitation, border' (Hdt., E.), ( ἀφ-, περι- etc.) ὁρισμός `limitation, determination etc.' (Att.), ( δι-)ὅρισις (Pl., Arist.), ὁρισ-τής m. `landmarker' (Att., Tab. Heracl.), - τικός `belonging to limitation or determination, limiting, defining' (Arist.). -- 7. ὀρεύς s. v.
    Origin: IE [Indo-European]X [probably] [?] *(u̯)eru̯-?
    Etymology: Not certainly explained. -- An orig. (h) όρϜος (= Corc.) can stand for still older *ϜόρϜος (Schwyzer 306 a. 226 f.) and can be connected wih Lat. urvāre ( amb-) `surround with a (boundary)furrow' (Fest. from Enn., Dig.) as a cognate; the basic noun urvus `circuitus civitatis' (gloss.; transm. urus) can agree except for he ablaut (IE *u̯r̥u̯os against *u̯oru̯os). Here also Osc. uruvú from PItal. * urvā, if with Schulze ZGLE 549 n. 1 a.o. `boundaryfurrow, border' (cf. Vetter Hb. d. ital. Dial. 1, 442). Further connection wih ἐρύω `draw' (s.v.) is then possible. -- Also an alternative basis *ὄρϜος (w. second. asper) can be combined with Lat. urvus (then from *r̥u̯os; to ὀρύ-σσω?, s.v.). -- WP. 1, 293 a. 2, 352 f., W.-Hofmann s. urvus w. further lit. S. also οὑροί and 2. οὖρον.
    Page in Frisk: 2,425-426

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ὅρος

  • 24 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 25 μέν

    1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.
    a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75

    οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    μαντεύσατο

    δ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32

    Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    ( ὄρος)

    τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30

    πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72

    δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).

    τῶν μὲν κλέος P. 4.174

    Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61

    ( Αἰακὸν)

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    ( Ἀχιλεύς)

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    ( καὶ κεῖνος)

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)

    μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4

    cf. fr. 140b. 16.
    b emphasising adv., esp. temporal.

    νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    σάμερον μὲν χρή P. 4.1

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11

    ( Διόσκουροι)

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54

    adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου ΑἰακίδᾳI. 8.38
    c emphasising verb.

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279

    d where the balancing thought is,
    I suppressed.

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46

    ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43

    πρῶτον μὲν fr. 30. 1.
    II not expressed in coordinated clause.

    ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19

    τοὺς μὲν ὦν P. 3.47

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,

    ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154
    f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]

    ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14

    ]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]

    α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3

    ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.
    g γε μέν, v. 4.
    a where sentences are opposed.

    ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84

    θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57

    παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65

    τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44

    τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8

    κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15

    —8.

    νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63

    —5.

    τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67

    τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86

    ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοιP. 4.116

    μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23

    ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.

    οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1

    —9.

    ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50

    —1.

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳI. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.
    b where sentences are joined.

    ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25

    — 30.

    Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48

    —9.

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41

    κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.

    αὐτὰ δὲ O. 7.49

    —50.

    Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45

    —7.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93

    —4.

    ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283

    —4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς

    αἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15

    —20.

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    —8.

    τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55

    —6.

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64

    ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118

    —9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.

    ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43

    ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44

    —5.

    καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53

    —4.

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42

    πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28

    —9.

    τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19

    —21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.
    c where subordinate clauses are joined.

    εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42

    ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64

    —5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δ

    ἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2

    —3.

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21

    —2.

    τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25

    —6. ( πάρφασις)

    ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    d where parts of sentences are opposed or joined.

    ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16

    αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48

    —9.

    τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26

    πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    —6.

    Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85

    ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3

    τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27

    —8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δN. 10.87—8.

    ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90

    ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41

    κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.
    e explicative, distributive.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72

    γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38

    , cf. O. 13.58, P. 2.48

    διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179

    Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1

    φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν

    λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83

    —5.

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30

    I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δO. 10.64

    ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125

    —6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —113.

    ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13

    —6.

    ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48

    μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7

    —11.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30

    —4.

    τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37

    —41.

    ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.
    II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.

    ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111

    —3.

    Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3

    πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10
    IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.
    g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).

    ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —41.

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65

    τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8

    —12.

    ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51

    τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97

    —100.

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32

    τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41

    διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55

    ἀλλὰ

    βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29

    ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    , cf. P. 3.51
    h with anaphora.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123

    ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27

    ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87

    εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3

    —4.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6

    —7.

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7

    —8.

    ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71

    διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22

    ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.
    i where the μέν cl. has concessive force.

    σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107

    κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24

    cf.

    μὲν ἀλλά P. 4.139

    ; P. 6.23
    k indicating comparison.

    λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39

    l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.

    Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13

    οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲν

    φωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66

    ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11

    οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52

    —5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58

    διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6

    —7.

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37

    χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48

    —9 cf. N. 9.48

    ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθωI. 6.47—9.

    μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25

    —6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.
    m μέν δέ combined with other particles.
    I

    μὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10

    cf. O. 1.111
    II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5

    ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-

    μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33

    n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.
    3 μέν balanced with particles other than δέ.
    a μέν ἀλλά lang=greek>
    I

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1

    λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50

    ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22

    ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55

    ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲP. 4.139

    ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46

    —52, cf. fr. 106.
    II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.

    παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19

    —24.
    b μέν τε.
    I

    χαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88

    ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69

    τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88

    παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39

    ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε

    δᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    —1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.
    II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.

    μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14

    —6.

    εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4

    κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249

    —51.
    III irregularly coordinated.

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14

    αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37

    ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.
    d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]
    c

    μὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104

    d μὲν αὖτε. ( θεός)

    ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89

    , cf. I. 6.3—7.
    e

    μέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168

    Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.
    f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.
    4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83

    Lexicon to Pindar > μέν

  • 26 μείων

    Grammatical information: n.
    Meaning: μεῖον `smaller' (Il., Hp., X., Dor., Arc.; cf. Seiler Steigerungsformen 115f.), also μειότερος (A. R., Arat.), superl. μεῖστος `least' (Lokr. Va, Hdn., H.).
    Dialectal forms: Myc. meujo, mewijo.
    Compounds: As 1. member e.g. in μειον-εκτέω `draw the shorter, be in disadvantage' with - εξία (X.), from μεῖον ἔχειν after πλεον-έκτης, - εκτέω, - εξία (Fraenkel Nom. ag. 1, 166).
    Derivatives: Derivv. (analogical after the ο-stems [Schwyzer 731 f.], not with Egli Heteroklisie 77 from a secondary ο-stem μεῖο-ν): 1. μειότης f. `minority' (A.D., Vett.Val.); 2. μειόομαι, - όω `become smaller, be inferior, make smaller' (Hp., X., Arist.) with μεί-ωσις `lessening' (Hp., Arist.), - ωμα `lessening of wealth' = `penalty' (X. An. 5, 8, 1), - ώτης m. `who makes smaller' (Paul. Al.), - ωτικός `decreasing' (hell.).
    Origin: IE [Indo-European] [711] * mei-u- ``less, small'
    Etymology: Primary comparative from a verb `lessen' in Skt. minā́ti `lessen, damage', mī́yate `become less, dwindle'; cf. the opposite πλείων, πλέων, πλεῖστος (s. πολύς). The judgement of the general - ει- is uncertain. -- Myc. meujo, mewijo, appar. = μείων, cannot be combined with this explanation, but might find support in Toch. B maiwe `small, young' (from *meiu̯o-, *moiu̯o-; Duchesne-Guillemin BSL 41, 157); but the u̯o-suffix (older u-stem?) belongs only to the positive. -- Diff. on μείων Osthoff. MU 6, 303ff.: from *μείνων to ἀ-μείνων (s.v.) with loss of the - ν- after πλείων (? improbable). Cf. μινύθω.
    Page in Frisk: 2,197-198

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > μείων

  • 27 πρέπω

    Grammatical information: v.
    Meaning: `to draw attention, to distinguish oneself, to excel', also, mostly impers., πρέπει, `it is fitting, appropriate' (Il.).
    Other forms: rare fut. and aor. πρέψ-ω, - αι (A., Pl.).
    Compounds: Often w. prefix, e.g. δια-, μετα- (cf. Leumann Hom. Wörter 94f.), ἐν-, ἐπι-.
    Derivatives: πρεπ-ώδης (Att.), - όντως (Pi., Att.) `fitting, appropriate', - τός ( εὔ- πρέπω) `drawing attention' (A. a.o.); often from the prefixcompp., e.g. μετα-, δια-, ἐκ-πρεπ-ής, also εὑ-, ἀρι-πρεπ-ής `striking, excelling, fitting etc..' (Il.) with εὑπρέπ-εια (Att.), - έω, - ίζω (Aq.) a.o. Here also πρέπων, - οντος m. n. of a fish (Opp., Ael.) prop. "which is fitting (for eating)"? (Strömberg Fischn. 33). -- On θεοπρόπος s. v.
    Origin: IE [Indo-European] [845] * kʷrep- `be remarkable, appearance, form'
    Etymology: Identical with Arm. erewim `become visible, appear', interpreted as * prep-. An old independent formation is Arm. eres, usu. pl. eres-k ` gen. -ac `face, appearance': IE * prep-s-ā. Celtic too seems to have maintained a derivation from this verb in OIr. richt `form, shape', Welsh rhith `species': IE *kʷr̥p-tu-. Quite uncertain is the connection of OHG furben `purify, clean'. -- The further analysis in * pr-ep- connecting IE * per- in πείρω `pierce' (as Fr. percer; Pott, Buttmann Lexil. 1, 20) or even IE per- in Lith. periù `beat' (as Fr. frapper, frappant; Grošelj Živa Ant. 6, 237 f. including πρέμνον) remains uncertain (cf. δρέπω: δέρω?); see now below. To be rejected Specht KZ 68, 124: πρέ-πω prop. *`I am the first' to πρό-μος with interchange π πρέπω μ. The comparisom with Lat. crepundia prop. *'fitting ornament' ? (Leumann Gnomon 9, 242 as uncertain supposition) cannot be combined with Arm. erewim. -- It has been argued that the root was * kʷrep- (Schindler BSL 67(1972)67; thus Clackson 1994, 165f);
    Page in Frisk: 2,591-592

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > πρέπω

  • 28 σελίς

    σελίς, - ίδος
    Grammatical information: f.
    Meaning: `crossbeam of a building, of a ship, cross-piece, transverse wall, transverse row of benches or seats in the theatre, cross stripe or column in a papyrus-roll' (Att. inscr., hell. a. late inscr. a. pap., LXX, Plb., AP a. o.).
    Other forms: often im plur. - ίδες.
    Compounds: As 2. member (with transition in the ο-decl.) ἐΰ-(σ)σελμος ( εὔ-) `with beautiful σέλματα' (ep. poet. Il.).
    Derivatives: Dimin. σελίδ-ιον n. `papyrus column' (Ptol., Vett. Val. a.o.); enlarged - ωμα n. `broad plank' (sch.). -- Besides σέλμα, often in plur. - ατα n. `deck-, rowing plank, rowing bench, deck, scaffolds' (h. Bacch., Archil., trag., Str.), metaph. of the seat of the gods (A. Ag. 183 [lyr.]); -- From H.: σελμίς... καὶ τὰ ἴκρια and σελμῶν σανίδων.
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
    Etymology: For σελίς, formed like σανίς, δοκίς etc., both nominal and verbal basis can be considered; σέλμα belongs to the frequent primary nouns in - μα ( δέρμα, βῆμα etc.). If correctly handed down, σελμίς H. is a cross; σελμῶν as if from *σελμός. -- Without convincing etymology. Since J. Schmidt Voc. 2, 78 compared with a Germ. word for `beam', esp. `girder', a. o. OHG swelli n. (also = Schwelle), PGm.. *su̯ali̯a-, ONord. OE syll f., PGm. prob. *suli̯ō-; we find there the same phonetic problem as in σέλας (s. v.). Beside it, in suffix agreeing with σέλμα, OE selma, sealma, OS selmo m. `basis of a bed', which can phonetically be combined with ἕλματα... σανιδώματα H.. -- Farreaching, partly quite doubtful or rejectable combinations (esp. after Person Beitr. 1, 379ff.) in Bq and WP. 2, 503f., Pok. 898 f. -- In judging the etymology of σελίς it seems that the idea of transverse is essential ( σέλμα is in this respect unclear), while for the Germ. words the idea of a girder is most important. It is doubtful, then, whether for the Greek a. Germ. words a common notion `beam' may be assumed. ̊̊ Does σέλμα\/ ἕλμα point toa Pre-Greek word?
    Page in Frisk: 2,691-692

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > σελίς

  • 29 Έρμῆς

    Έρμῆς, -οῦ
    Grammatical information: m.
    Meaning: Hermes, son of Zeus and Maia; also `Hermes-pillar, -head' (Il.)
    Other forms: Έρμείας, - έας, Έρμείης (Call.), Έρμᾶς (Dor. Boeot.), Έρμάων (Hes.), Έρμάν, - ᾶνος (Lac. Arc.), Έρμάου, - άο, -ᾶ (Thess. dat.), Έρμαον (Cret. acc.).
    Dialectal forms: Myc. E-ma-a₂ (dat.)
    Compounds: As 1. member z. B. in ἑρμο-γλυφεῖον (Pl.) with retrograde ἑρμογλυ-φεύς, - ικός, - ος (Luc. a. o.), s. γλύφω.
    Derivatives: Hypocoristic dimin. Έρμίδιον (Ar.), - άδιον (Luc.; also `small Hermespillar' [Lydia]), after the nouns in - ίδιον, - άδιον. `Ερμαῖος `belonging to H., of H.', also as name of a month (A., S.; prob. also Ερμαῖος λόφος π 471, if not from 1. ἕρμα; s. below); ntr. Ε῝ρμαιον `Hermestemple' (Ephesos.; on the accent Hdn. Gr. 1, 369), pl. Ε῝ρμαια ( ἱερά) `H.-feast' (Att.); as appellative ἕρμαιον n. "Hermes-gift", i. e. `chance-find, unexpected advanrage' (Pl., S.); also plant-name (Stromberg Pflanzennamen 129); f. Έρμαΐς (Hp.); Έρμαιών name of a month (Halicarn., Keos); Έρμαϊσταί pl. name of the H.-adorers, Mercuriales (Rhodos, Kos, Delos), cf. e. g. Άπολλωνιασταί and Chantraine Formation 317; Έρμαϊκός (late). Έρμεῖα pl. meaning uncertain (Str. 8, 3, 12).
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
    Etymology: Έρμῆς \< Έρμέας \< Έρμείας (Aeol.; cf. Αἰνείας a. o.; cf. Chantraine Gramm. hom. 1, 20; after Solmsen Wortforsch. 240 n. 1, Schwyzer 562 however - είας \< - έας as metr. lengthening) and Έρμάν from Έρμάων for *Έρμά̄Ϝων (like ΠοσειδάϜων a. o.) represent two diff. types of name. The latter is rejected by Myc. emaa₂, \/Hermāhās\/. - The derivation from K. O. Müller, accepted a. o. by von Wilamowitz ( Glaube 1, 159 and 285) and Nilsson (Gr. Rel. 1, 503f.), proposing connection with 1. ἕρμα, is linguistically (Schwyzer 562 n. 1) possible; both Έρμ-είας and Έρμ-ά(Ϝ)ων seem to be normal types of name that can be combined with ἕρμα. In this view Έρμῆς would have been named after "the pillar which represents him" (Wil.) or simply "he of the heaps of stone" (Nilsson). But ἕρμα does not mean pillar nor does not mean `heap of stones' (therefore ἕρμαξ, ἑρμεών); also ἑρμαῖος λόφος π 471 can indicate only the heap of ἕρματα. - The resemblance with ἑρμηνεύς induced Boßhardt Die Nomina auf - ευς 36f. (with doubtful linguistic analysis) to consider Έρμῆς, "the companion of gods and men", as the the primeval interpreter projected under the gods"; the appellative Έρμῆς would itself be Pre-Greek; thus also Schwyzer 62, Chantraine Formation 125. - The Myc. form shows that it is an unanalysable Pre-Greek name. See Ruijgh, REG (1967) 12.
    Page in Frisk: 1,563-564

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > Έρμῆς

  • 30 δήϊος

    δήϊος
    Grammatical information: adj.
    Meaning: `inimical, terrible', of πῦρ, also of πόλεμος, ἀνήρ (Il.), (cf. below); through false connection with δαῆναι `able, experienced' ( APl.).
    Dialectal forms: Dor. δάϊος, δᾳ̃ος
    Derivatives: δηϊοτής, - τῆτος f. (oxytonesis Schwyzer 528 n. 7) `battle, struggle, death' (Hom.); partly as if from δηϊόω (Trümpy Fachausdrücke 136ff.). Denomin. δηϊόω, δῃόω `slay, kill' (Il.), `destroy' (Ion.-Att.); isolated δηϊάασκον (A. R. 2, 142) after ep. - αασκ-. From it δηϊοῦσα surname of κώνειον "the killing" (Ps.-Dsc.; cf. Strömberg Pflanzennamen 64). - For δηϊόω Wackernagel Unt. 170f. prposes to read in the epic δηΐω (δήϊον for δῄουν Ε 452 etc.), as A. R. 3, 1374 and H. have δῄειν πολεμεῖν, φονεύειν which can be a denomin. of *δηΐς in Δηΐ-φοβος usw. (cf. Kretschmer Glotta 10, 49f.). - Among the PN in Δηϊ- note Δηϊ-άνειρα (S. etc.), formed after ἀντιάνειρα (s. v.), κυδι-άνειρα etc., with verbal reinterpretation of the first member: `killing the man'; cf. Sommer A. u. Sprw. 41.
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
    Etymology: The frequent epic expression δήιον πῦρ (verse end) and πυρὸς δηίοιο (combined with θεσπιδαες πῦρ (Μ 177 etc.) suggests a meaning `burning' and connection with δαίω `burn'. The expressions (δ. πῦρ, πυρὸς δηίοιο) are metrically difficult. Ruijgh, Lingua 25, 1970, 318, observes that Myc. Daiqota (cf. Δηιθόντης) has no F, so it must have had an -h- (Dāhi-), which would show that the word is non-IE. There is no overall theory (see DELG). See Chantraine Gramm. hom. 1, 107, Leumann Hom. Wörter 129,.
    Page in Frisk: 1,377-378

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > δήϊος

  • 31 λύγος

    Grammatical information: f. (m.)
    Meaning: `flexible branch, twig which can well be used for twisting' (Il.);
    Compounds: some compp., e.g. Λυγο-δέσμα f. "bound with willow-twigs", Lacon. surname of Artemis (Paus.).
    Derivatives: λύγιον `twig' (sch.), λυγέα `withy' (Eust.), λύγινος `of λ.' (Heph. ap. Ath.), λυγώδης `like a willow' (Dsc., Eust.), λυγόω `wind, bend' (AP, APl.). - Also λυγίζομαι, `turn (itself), wind, bend' (Hp., att., Theoc., AP) with λυγισμός `turning, bending', of ring-fighters, dancers etc. (Ar., Luc.), λύγισμα `sprain' (Dsc.), - ιστικός `supple, readily twisting' (Poll.).
    Origin: IE [Indo-European]X [probably] [685] * leug- `bend, twist'
    Etymology: Interpreted as verbal noun λύγος can be combined with isolated formations in other languages: Lith. verbal adj. lùg-nas `twistable, supple', wit the denomin. yotpresent OWNo. lykna (from PGm. * lukn-jan) `bend the knee'; Lat. verbal adj. prob. luxus (from * lug-s-os) `sprained' (cf. λύγισμα). Here also Lat. frequentative lucto(r), luctāre, - `wrestle' (with backformation lucta f. `ring-fight'), prop. *"turne oneself"; cf. λυγισμός. More, more or less hypothetical connections in Bq, WP. 2, 413f. (after Persson Beitr. 1, 203ff. a.o.), Pok. 685 f., Fraenkel Wb. s. lùgnas; further (very hypothetical) Jēgers Comment. Balt. IV--V:3, 24ff. - The orig. meaning of λύγος would be "turning, bending"; perh., λυγίζομαι retained an idea of the abstract meaning. But one might find this improbable
    Page in Frisk: 2,141

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > λύγος

  • 32 σπατῑλη

    σπατῑλη
    Grammatical information: f.
    Meaning: 1. `thin excrement' (Hp., Ar. Pax 48, D.C.); σπατίλουροι οἱ την οὑρὰν εἰς την σπατίλην ἐκτιθέντες H.; unclear σπατιλοκολυμφευ Sophr. ( PSI 11, 1214 d 4). 2. `leather waste' (Sch. Ar. l. c.);
    Other forms: auch πατίλη (An. Ox.).
    Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]
    Etymology: Formation like μαρίλη, κονίλη, χονδρίλη etc. (vgl. Chantraine Form. 249). In the 2. meaning to σπάτος (s. v.). Also the meaning. `thin excrement' may be combined with it as euphemistic metaphor; (to which the phonetic cimilarity with τῖλος, τιλάω may have contributed). Since Meillet MSL 13, 291 f. however usually connected with οἰ-σπώτη. The furher analysis in *σπατο-τίλη (WP. 2, 682 f. w. lit.) does not inspire confidence with a word of this characted.
    Page in Frisk: 2,759

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > σπατῑλη

  • 33 ἐπί

    ἐπί (ἐπ, ἐφ; ἔπι following noun governed, P. 5.93, P. 8.89, etc.: following verb in tmesis, O. 3.6, P. 9.124, P. 5.124 coni.: combined with
    1

    διά N. 6.48

    , I. 4.41, with

    ἐν N. 5.2

    )
    1 prep. c. acc.
    a to, towards

    νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.10

    ἄλλα δ' ἐπ ἄλλον ἔβαν ἀγαθῶν O. 8.12

    καί κεν ἐν ναυσὶν μόλον Ἰονίαν τάμνων θάλασσαν Ἀρέθοισαν ἐπὶ κράναν P. 3.69

    σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι P. 4.203

    ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.54

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα N. 6.28

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    ταχέως δ' ἐπ ἀδελφεοῦ βίαν πάλιν χώρησεν N. 10.73

    ὅσσα δ' ἐπ ἀνθρώπους ἄηται μαρτύρια φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν ἀπλέτου δόξας I. 4.9

    ἐπὶ δὲ στρατὸν ἄις[σε fr. 33a.

    ἐπὶ γῆρας ἱξέμεν βίου Pae. 6.116

    ]επὶ βρέφος οὐρανίου Διὸς[ Pae. 20.9

    πορευθέντ' ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν fr. 75. 9. τότε βάλλεταὶ τότ' ἐπ ἀμβρόταν χθόν ἐραταὶ ἴων φόβαὶ fr. 75. 16. ἐπεὶ Γηρυόνα βόας Κυκλώπειον ἐπὶ πρόθυρον Εὐρυσθέος ἔλασεν (v. l. Κυκλωπείων ἐπὶ προθύρων) fr. 169. 7.
    b over, across

    πέταται δ' ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας τηλόθεν ὄνυμ αὐτῶν N. 6.48

    καὶ πάγκαρπον ἐπὶ χθόνα καὶ διὰ πόντον I. 4.41

    ἁλὸς ἐπὶ

    κῦμα βάντες ἦλθον ἄγγελοι Pae. 6.100

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία) Πα. 7B. 49. πάντ' ἐπ οἶμον *fr. 107a. 6*. τέρπεται δὲ καί τις ἐπ' οἶδμ ἅλιον ναὶ θοᾷ διαστείβων fr. 221. 4.
    c in the direction of; on

    σύ τοι χε-ς θών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς P. 6.19

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες in both directions, on both sides O. 13.57 πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέτω νόημ' ἄκοτον ἐπὶ μέτρα (μετρίως Σ.) Pae. 1.3
    d of purpose, for

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    πέμψε δ' Ἑρμᾶς χρυσόραπις διδύμους υἱοὺς ἐπ ἄτρυτον πόνον P. 4.178

    Πυθοῖ τε γυμνὸν ἐπὶ στάδιον καταβάντες P. 11.49

    ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5

    ἀνὰ δ' αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    2 c. gen.,
    a upon

    ἐμὲ δ' ἐπὶ ταχυτάτων πόρευσον ἁρμάτων O. 1.77

    ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι P. 4.273

    θαέομαι σαφὲς δράκοντα ποικίλον αἰθᾶς Ἀλκμᾶν' ἐπ ἀσπίδος νωμῶνταP. 8.46

    ἐλινύσοντα ἐργάζεσθαι ἀγάλματ' ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.1

    ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ ἀκάτῳ, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ ἀπ Αἰγίνας N. 5.2

    λεχέων ἐπ' ἀμβρότων Pae. 6.140

    b in the days of, at the time of

    τέκεν ἑπτὰ σοφώτατα νοήματ' ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν παραδεξαμένους παῖδας O. 7.72

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.89

    3 c. dat.,
    a upon, at, on esp. of rivers, springs.

    πενταετηρίδ' θῆκε ζαθέοις ἐπὶ κρημνοῖς Ἀλφεοῦ O. 3.22

    Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.70

    δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82

    ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ' Ἀλφεῷ ἄλσος O. 8.9

    δάμασε καὶ κείνους Ἡρακλέης ἐφ' ὁδῷ O. 10.30

    ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν O. 13.35

    [ τὰ δ' ἐπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (v. l. ὑπ) O. 13.106] “ μεμάντευμαι δ' ἐπὶ ΚασταλίᾳP. 4.163

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ P. 4.294

    πρυμνοῖς ἀγορᾶς ἔπι δίχα κεῖται θανών P. 5.93

    Ἰφιγένεἰ ἐπ' Εὐρίπῳ σφαχθεῖσα τῆλε πάτρας P. 11.22

    ὄχθαις ἔπι μηλοβότου ναίεις Ἀκράγαντος ἐύδματον κολώναν P. 12.2

    ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου N. 1.19

    ὃν Ψαμάθεια τίκτ' ἐπιλτ;γτ; ῥηγμῖνι πόντου N. 5.13

    ἐπ' Ἀσωποῦ ῥεέθροις N. 9.9

    ἐπ' Εὐρώτα ῥεέθροις I. 5.33

    ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων; I. 7.13

    ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ Pae. 6.7

    ὑδάτεσσι δ' ἐπ Ἀσωποῦ Pae. 6.134

    ]αις ἐπ Ἰσμηνίαι[ς Πα. 7C. a. 7. θεῶν ἐπὶ βωμοῖς (haec verba praebet codd. Plutarchi, non habet pap.) Θρ. 7. 10.
    b down upon with verb of movement.

    κελαινῶπιν δ' ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας P. 1.7

    ἥρως ἐπ' ἀκταῖσιν θορὼνP. 4.36

    καί σφιν ἐπὶ γλυκεραῖς εὐναῖς ἐρατὰν βάλεν αἰδῶ P. 9.12

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα ῥέποντα πρὸς ἀῶ P. 9.24

    Ζεὺς δ' ἐπ Ἴδᾳ πυρφόρον πλᾶξε ψολόεντα κεραυνόν N. 10.71

    ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Λάκαιναν ἐπὶ θηρσὶ κύνα τρέχειν πυκινώτατον ἑρπετόν i. e. run down beasts fr. 106. 2. ἐπὶ λεπτῷ δενδρέῳ (sc. βαίνειν) fr. 230.
    c upon, over

    δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    φιλέων δ' ἂν εὐχοίμαν Κρονίδαις ἐπ Αἰολάδᾳ καὶ γένει εὐτυχίαν τετάσθαι Παρθ. 1. 12. τὰν δ ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα (sc. ἔλαφον) *fr. 107a. 6.* [ τοῦτο δόμεν γέρας ἐπὶ Βάττου γένει (codd.: ἔπι Tric.) P. 5.124]
    d upon, in addition to

    κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων, Νεμέᾳ τ ἄλλαν ἐπ ἄλλᾳ O. 7.82

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλοι δόμεν O. 8.84

    κόσμον ἐπὶ στεφάνῳ χρυσέας ἐλαίας ἁδυμελῆ κελαδήσω O. 11.13

    πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι

    τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58

    e towards, in the direction of

    ἐπί τοι Ἀκράγαντι τανύσαις αὐδάσομαι O. 2.90

    Ὀρσοτρίαινα δ' ἐπ Ἰσθμῷ ποντίᾳ ἅρμα θοὸν τάνυεν O. 8.49

    f in respect, consideration of

    αἰὼν πλοῦτόν τε καὶ χάριν ἄγων γνησίαις ἐπ' ἀρεταῖς O. 2.11

    Θαλία τε ἐρασίμολπε, ἰδοῖσα τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα O. 14.16

    ὁ δὲ λόγος ταύταις ἐπὶ συντυχίαις δόξαν φέρει P. 1.36

    ἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸν βαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84

    καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.119

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    Μοῖσα δ' οὐκ ἀποδαμεῖ τρόποις ἐπὶ σφετέροισι P. 10.38

    ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.26

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς I. 1.47

    τίμαθεν ἀμφικτιόνεσσιν ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώτοις ἐπὶ νίκαις Παρθ. 2. 45. similarly: θεὸς ἅπαν ἐπὶ ἐλπίδεσσι τέκμαρ ἀνύεται i. e. according to P. 2.49 μή τινα παρὰ ματρὶ μένειν ἀλλ' ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι at the cost of P. 4.186 [ ἐπ' ἄλλοισι δ ἄλλοι μέγαλοι (byz.: om. codd.: ἐν add cod. V.) O. 1.113]
    g in the power of

    τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται. δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76

    h frag. ] μιᾷ δ' ἐπὶ θήκᾳ[ fr. 169. 49.
    4 fragg. “ἐπὶ π[ ] κατερεῖψαι Πα. 8A. 22. ]

    τράπεζαν θεῶν ἐπ' ἀμβρ[ο Pae. 15.7

    ἐφθέγξάμαν ἔπι [ (Hermann: ἐπί codd.) fr. 177f.
    5 in tmesis. τρίτον ἔπι στέφανον βαλών (Hermann: ἐπὶ codd.) P. 11.14

    χαίταισι μὲν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι O. 3.6

    ἐπὶ ἄγει O. 2.37

    ἐπὶ βαίνει O. 7.45

    ἐπὶ τεῦξαι O. 8.32

    ἐπὶ τίθησι P. 2.9

    ἐπὶ ἔκλαγξε P. 4.23

    εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει (Tric.: ἐπιδόμεν intellexit Er. Schmid: ἐπὶ codd.) P. 5.124 ἐπὶ ἀγείραιςP. 9.54 δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους (v. ἐπιδικεῖν) P. 9.124

    ἐπὶ νεῦσαν I. 8.45

    ἐπὶ ἔχεαν I. 8.58

    ἐπὶ πέμπετε fr. 75. 2. ἐπὶ κεῖται Παρθ. 1. 8.

    Lexicon to Pindar > ἐπί

  • 34 θαυμάζω

    θαυμ-άζω, [dialect] Ion. [pref] θωμ-, [dialect] Att. [tense] fut.
    A

    θαυμάσομαι A.Pr. 476

    , E.Alc. 157, Pl.Prm. 129c, [dialect] Ep.

    θαυμάσσομαι Il.18.467

    ; also

    θαυμάσω Hp.Nat.Puer. 29

    , Plu.2.823f, etc. (in X.Cyr.5.2.12 θαυμάζουσι is restored for -σουσι, θαυμάσετε is v.l. for -σαιτε, Id.HG5.1.14): [tense] aor.

    ἐθαύμασα A.Th. 772

    (lyr.), etc., [dialect] Ep.

    θαύμασα h.Merc. 414

    : [tense] pf.

    τεθαύμακα X.Mem.1.4.2

    , etc.:—[voice] Med., Gal.Med.Phil.2 (v.l.), Ael.VH12.30: [tense] aor. 1 ἐθαυμασάμην v.l. in Aesop.92; οὐκ ἂν θαυμας ώμεθα (leg. - σαίμεθα) Procl.in Prm.p.750S.; θαυμάσαιτο v.l. in J.BJ3.5.1:—[voice] Pass., [tense] fut.

    - ασθήσομαι Isoc.6.105

    , Th.2.41: [tense] aor.

    ἐθαυμάσθην Id.6.12

    : [tense] pf.

    τεθαύμασμαι Plb.4.82.1

    .
    1 abs., wonder, marvel, Il.24.394, Pl.Hp.Ma. 282e, etc.
    2 c. acc., marvel at, Il.24.631, etc.;

    πτόλεμόν τε μάχην τε 13.11

    ;

    τύχη θαυμάσαι μὲν ἀξία S.OT 777

    , cf. OC 1152, El. 393:—[voice] Pass., ὡς τέρας θ. Hdt.4.28; μὴ παρὼν -άζεται I wonder why he is not present, S.OT 289.
    b honour, admire, worship, once in Hom. (but cf. θαυμαίνω)

    , οὔτε τι θαυμάζειν.. οὔτ' ἀγάασθαι Od.16.203

    ; freq. later, as Hdt.3.80, A.Th. 772 (lyr.), S.Aj. 1093, etc.;

    θ. τύμβον πατρός E.El. 519

    ;

    μηδὲ τὸν πλοῦτον μηδὲ τὴν δόξαν τὴν τούτων θαυμάζετε, ἀλλ' ὑμᾶς αὐτούς D. 21.210

    ; μηδὲν θ., Lat. nil admirari, Plu.2.44b; technically, of the attendance of small birds on the owl, Arist.HA 609a15; θ. πρόσωπον to show respect to a person, i.e. comply with their request, LXX Ge. 19.21; θ. τινά τινος for a thing, Th.6.36;

    θ. τινὰ ἐπὶ σοφίᾳ Pl.Tht. 161c

    , X.Mem.1.4.2;

    ἀπὸ τοῦ σώματος τὸν νεανίσκον Plu.Rom.7

    :— [voice] Pass., to be admired, Hdt.7.204;

    ὑπό τινος Id.3.82

    ;

    ἔν τινι Th.2.39

    ;

    τῶν προγεγενημένων μᾶλλον -θησόμεθα Isoc.6.105

    ; τοὺς ὁμοίως τεθαυμασμένους [ποιητάς] Phld.Po.5.31;

    διά τι Isoc.4.59

    : c. gen.,

    τῆς ῥώμης Philostr.VA7.42

    ;

    χάρις δ' ἀφ' ἡμῶν ὀλομένων -άζεται A. Th. 703

    ; τὰ εἰκότα θ. to receive proper marks of respect, Th.1.38;

    θ. τινί Id.7.63

    .
    c say with astonishment,

    ἵνα μηδεὶς.. εἶτα τότ' οὐκ ἔλεγες ταῦτα.. ; θαυμάζῃ D.19.25

    .
    3 c. gen., wonder at, marvel at, τούτου (cj. for τοῦτο) Lys.7.23: c. part.,

    ὃ δ' ἐθαύμασά σου λέγοντος Pl.Prt. 329c

    , cf. Cri. 50c;

    θ. τῶν προθέντων αὖθις λέγειν Th.3.38

    ; θ. τί τινος to wonder at a thing in a person, E.Hipp. 1041;

    ὃ θ. τοῦ ἑταίρου Pl.Tht. 161b

    , cf. R. 376a: c. dupl. gen.,

    θ. τούτου τῆς διανοίας Lys.3.44

    :—these phrases are used in [dialect] Att. as a civil mode of expressing dissent.
    4 rarely c. dat. rei, to wonder at, Th.4.85.
    5 folld. by Preps., [full] τὰ

    - όμενα περί τινος Pl.Ti. 80c

    ;

    θ. περί τινος τί τῇ τέχνῃ συμβάλλεται Sosip.1.37

    ;

    ἐπί σου θαυμάζω, πῶς δύνῃ.. Plb.23.5.12

    ;

    θαυμάσονται ἐπ' αὐτῇ LXXLe.26.32

    .
    6 freq. folld. by an interrog. sentence,

    θαυμάζομεν οἷον ἐτύχθη Il.2.320

    ;

    θ. ὅστις ἔσται ὁ ἀντερῶν Th.3.38

    ;

    θαυμάζοντες τί ἔσοιτο ἡ πολιτεία X. HG2.3.17

    ;

    θ. ὡς οὔπω πάρεισιν Th.1.90

    , cf. X.Cyr.1.4.20, etc.; θ. ὅτι I wonder at the fact that.., Pl.R. 489a;

    πολλάκις τεθαύμακα ὅπως.. Com.Adesp.22.46D.

    ; but more commonly, θ. εἰ.. I wonder if.., as a more polite way of saying I wonder that.., Hdt.1.155, S. OC 1140, Pl.Phd. 97a;

    ἐὰν.. λέγω, μηδὲν θαυμάσῃς Id.Smp. 215a

    ;

    ὃ καὶ θαυμάζω, εἰ.. D.19.86

    ; θαύμαζον ἀκούων, εἰ σὺ μὴ εἴης.. , Lat. mirum ni.., Ar. Pax 1292 (hex.).—This construction is freq. combined with one or other of the foregoing.
    b c. acc.,

    θαύμαζ' Ἀχιλῆα, ὅσσος ἔην οἷός τε Il.24.629

    ; Τηλέμαχον θαύμαζον, ὃ θαρσαλέως ἀγόρευε they marvelled at Telemachus, that he spake so boldly, Od. 1.382; τὸ δὲ θαυμάζεσκον ([dialect] Ion. [tense] impf.),

    ὡς.. 19.229

    ;

    θ. σοῦ γλῶσσαν, ὡς θρασύστομος A.Ag. 1399

    , etc.: sts. without a connective,

    ἀλλὰ τὸ θαυμάζω· ἴδον.. Od.4.655

    ;

    σοῦ.. θαυμάσας ἔχω τόδε· χρῆν γὰρ.. S. Ph. 1362

    : sts. c. inf.,

    θαυμάζομεν Ἕκτορα δῖον, αἰχμητὴν ἔμεναι Il.5.601

    .
    c c. gen., θ. τινός, ἥντινα γνώμην ἔχων κτλ. Antipho 1.5;

    θ. τῶν.. ἐχόντων ὅπως οὐ λέγουσιν Isoc.3.3

    ;

    θ. αὐτοῦ τί τολμήσει λέγειν D.24.66

    ;

    θαυμάζω τινὸς ὅτι.. Isoc.4.1

    ; θ. τῶν δυναστευόντων εἰ ἡγοῦνται I wonder at men in power supposing, ib.170;

    ὑμῶν θ. εἰ μὴ βοηθήσετε X.HG2.3.53

    ; also

    θ. αὐτοῦ.. τοῦτο, ὡς.. Pl.Phd. 89a

    .
    7 c. acc. et inf., πενθεῖν οὔ σε θ. E.Med. 268, cf. Alc. 1130: after a gen.,

    θαυμάζω δέ σου.. κυρεῖν λέγουσαν A.Ag. 1199

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > θαυμάζω

  • 35 συμφυής

    A born with one, congenital, natural,

    ὕδωρ.. εἴτ' ἐπακτὸν εἴτε συμφυές Arist.Mete. 382b11

    ;

    συμφυέστερον ἀνελευθερία.. τῆς ἀσωτίας Id.EN 1121b14

    ;

    σ. κακά Plb.6.4.8

    . Adv., συμφυῶς ἔχειν πρὸς ἄλληλα to be naturally related, Arist.Phgn. 805a10, cf. Ael.NA12.27.
    2 adapted by nature,

    ἀκοῇ σ. ἀήρ Arist. de An. 420a4

    ;

    τοῖς σώμασιν Epicur.Fr.30

    , cf. Ep.1p.14U.
    II grown together, naturally united, of the embryo in the womb, Arist.GA 737b17; of the shells of bivalves, opp. μονοφυής, Id.HA 525a22, Fr. 304; of roots or branches, Thphr.HP5.2.4, al.; also σ. λίθος compact, solid, Id.CP3.6.5;

    τοῖχος D.S.2.49

    .
    2 c. dat., attached, adhering, ἡ γλῶττα τῇ κάτω σιαγόνι σ., of the crocodile, Arist.PA 660b28;

    συμφυεῖς οἱ τένοντες ὑπάρχουσι τοῖς ὀστοῖς Gal.6.194

    ;

    μῆλον.. σ. ἀκρεμόσιν AP6.252

    (Antiphil.): abs., forming one body, coalescing, of the tongue of the τέττιξ, Arist.HA 532b12; of vision and the organ of vision, Pl.Ti. 45d, cf. Sph. 247d; of matter, cohesive, compact, Arist.GC 327a1, Ph. 255a12; τὰ συμφυέα the undivided ( median) organs, viz. tongue and nose, opp. διεστῶτα (eyes, arms, legs), Aret.SD1.7; τῷ κοινῷ συμφυεῖς organic parts of the commonwealth, Plu.Lyc.25.
    III rarely c. gen., γένος ἀνθρώπων σ. τοῦ παντὸς Χρόνου congenital or bound up with.., Pl.Lg. 721c; σ. ἡμῶν combined with us, Id.Ti. 64d.--Cf. σύμφυτος.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συμφυής

  • 36 βῑνέω

    βῑνέω
    Grammatical information: v.
    Meaning: `coïre, futuere, τὸ βίᾳ μίγνυσθαι' (Ar., Sol. ap. H.).
    Other forms: βενέω Olympia Va· Ipf. βινεσκόμην, fut. βινήσω.
    Derivatives: Desid. βινητιάω (Ar.), as if from *βινητής; cf. ὠνητιάω: [ ὠνητής:] ὠνέομαι.
    Origin: XX [etym. unknown]
    Etymology: Vulgar word. Often combined with βία `violence', but DELG points out that there is no evidence for violence. One also compared ζάει βινεῖ H.; how? Skt. jinā́ti `overpower, suppress' nor ptc. jī-na- (only gramm.) = *βῑνός convince. Not with Palmer, Minos 5 (1957) 62 to δῑνέω, which does not fit semantically. De Lamberterie, CEG 1, suggests, because of the variant βενέω, * gʷen- `woman' with ῑ from κῑνέω; but we expect *δεν- (cf. μνάομαι).
    Page in Frisk: 1,237

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > βῑνέω

  • 37 ἐγχεσί-μωρος

    Grammatical information: adj.
    Meaning: usually understood as `famous for his spear' (Il.).
    Derivatives: Cf. ἰό-μωρος, adj. of the Αργεῖοι (Δ 242, Ξ 479). Imitation in ὑλακό-μωρος, of κύνες (ξ 29, π 4; cf Porzig Satzinhalte 239); s. also σινάμωρος.
    Origin: IE [Indo-European] [704] * meh₁-ro- `great'
    Etymology: The 2. member is since Osthoff PBBeitr. 13, 431ff. combined with Celtic, Germanic and Slavic PN, e. g. Welsh Nerto-mārus, OHG Volk-mār, Slav. Vladi-měrъ, IE *- mōros, *- mēros. Further are compared a denominative Germ. verb `proclaim', Goth. merjan etc. with the adj. Goth. waila-mereis `εὔφημος', OHG māri `famous' etc., and a Celt. adjective `great', e. g. OIr. mār. The ō-vocalism in Greek and Celt. agrees with the type ἄ-φρων: φρήν (Schwyzer 355). The form of the 1 member may be metrically determined (cf. ἐγχέσπαλος). Ruijgh, Elément achéen 93, asks whether it could contain μωρός `foolish'. - Cf. Leumann Hom. Wörter 37 and 272 n. 18.
    Page in Frisk: 1,440

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἐγχεσί-μωρος

  • 38 λῆναι

    Grammatical information: f. pl.
    Meaning: `Bacchantes' (Heraclit., Str.), acc. to H. (with ληναί) Arcad.;
    Derivatives: Sg. Λήνα as PN (Ambracia, Aitolia); ληνίς `Bakchantess' (Eust., Suid.). Besides Λήναια n. pl. name of a feast in Athens and elsewhere with ληναιών, - ῶνος m. monthname in Ionia (Hes. Op. 504 [cf. Wackernagel Unt. 179 and v. Wilamowitz Glaube 2, 61], inscr.), Λήναιον n. name of a region dedicated to Dionysos in Athens (Ar., Pl.), ληναϊκός `belonging to the Lenaians' (hell.), ληναΐτης `id.' (Ar.; Redard 113); ληναΐζω `celebrate the Lenaians' (Heraclit.); PN Ληναῖος, Ληναΐς. - Ληνεύς (Myconos) and Ληναῖος (D.S.) surname of Dionysos, ληνεύουσι βακχεύουσιν H.
    Origin: XX [etym. unknown]
    Etymology: If λῆναι in H. and as superscript to Theoc. 26 are a real dialectforms, the word cannot belong to ληνός `winepress', what was otherwise the most obvious(?). A better explanation however has not been found. V. Wilamowitz Glaube 2, 63 suspects Lydian origin. The IE explanation by Jacobsohn KZ 42, 264 n. 1 (from *λασ-ν-, to λάστη, λιλαίομαι), on itself not very probable, cannot be combined with Arc. Dor. λῆναι. - On λῆναι etc. s. also Nilsson Gr. Rel. 1, 575 f.
    Page in Frisk: 2,117

    Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > λῆναι

  • 39 ἀλλά

    ἀλλά A not combined with another particle.
    1 following a neg. sentence, clause; clarifying a previous denial

    οὐ χθόνα ταράσσοντες οὐδὲ πόντιον ὕδωρ ἀλλὰ ἄδακρυν νέμονται βίοτον O. 2.65

    κόρος, οὐ δίκᾳ συναντόμενος, ἀλλὰ O. 2.96

    οὐδἔλαθ' Αἴπυτον. ἀλλ ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν O. 6.37

    ἐκέλευσεν μὴ παρφάμεν, ἀλλὰ Κρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι O. 7.67

    οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλἅμα O. 8.45

    εὔχομαι μὴ θέμεν, ἀλλ O. 8.87

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας· ἀλλὰ πάντων ταμίαι ἔργων ἐν οὐρανῷ O. 14.9

    σὐ δύναται νήπιοι κόσμῳ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί P. 3.83

    μή τινα λειμόμενονμένεινἀλλ P. 4.186

    ὃς οὐ ἀφίκετοἀλλ P. 5.30

    κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν· ἀλλὰ κρέμαται P. 5.34

    οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ Μοῖρά τις ἄγεν P. 5.76

    οὔθἐφίλησεν ὁδοὺς οὔτε δείπνων τέρψιας ἀλλ P. 9.20

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος P. 12.30

    οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν, ἀλλ' ἐόντων εὖ τε παθεῖν N. 1.32

    οὐ λαθὼνἭραν ἐγκατέβα, ἀλλὰ θεῶν βασίλεα N. 1.39

    οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ·ἀλλ' ἐπὶ πάσας ὁλκάδος, γλυκεἶ ἀοιδά, στεῖχ N. 5.2

    εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον ἦθος, Ζεῦ πάτερ, ἀλλὰ κελεύθοις ἁπλόαις ζοᾶς ἐφαπτοίμαν N. 8.35

    οὐδὲ Κρονίων στείχειν ἐπώτρυν, ἀλλὰ φείσασθαι κελεύθου N. 9.

    20.

    δένδρεά τοὐκ ἐθέλει πάσαις ἐτέων περόδοις ἄνθος εὐῶδες φέρειν πλούτῳ ἴσον, ἀλλ' ἐναμείβοντι N. 11.42

    σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ· ἀλλ' ἔμπαν μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν N. 11.44

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλἐφἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος I. 1.26

    οὐδέ ποτε ὑπέστειλἱστίον. ἀλλἐπέρα I. 2.41

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν· ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι I. 4.50

    σφετέρας δ' οὐ φείσατο χέρσιν βαρυφθόγγοιο νευρᾶς Ἡρακλέης· ἀλλ Αἰακίδαν καλέων ἐς πλόον (νῦν ἄρχεται τῶν ἐπὶ μέρους, ἀκριβῶς τὸ ὅλον προεκθείς. Σ.) I. 6.35

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον, ἀλλά οἱ I. 8.57

    οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν ἀλλ' ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς Pae. 6.128

    ἔριν οὐ παλίγλωσσον ἀλλὰ δίκας ὁδοὺς π[ις]τὰς ἐφίλη[ς.]ν Παρθ. 2.. οὐ κό]ρῳ ἀλλ ἀρετᾷ (e Σ supp. Lobel.) fr. 169. 15.
    2 without preceding negative; modifying a previous statement
    a

    ἀλλ' αἶνον ἐπέβα κόρος O. 2.95

    ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23

    ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61

    οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλά νιν ὕβρις εἰς ἀυᾴταν ὑπερᾴφανον ὦρσεν P. 2.28

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    ἀλλ' ἐπεὶ P. 3.38

    ἀλλὰ κέρδει καὶ σοφίᾳ δέδεται P. 3.54

    οὐδ' ἀπιθησέ νιν, ἀλλP. 4.36

    οὐδὲ κομᾶν πλόκαμοι κερθέντες ᾤχοντ' ἀγλαοί ἀλλ ἅπαν νῶτον καταίθυσσον P. 8.83

    ἀθρόαις πέντε δραπὼν νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις ἱερὸν εὐζοίας ἄωτον. ἀλλἐν ἕκτᾳ P. 4.132

    ἔσομαι τοῖος· ἀλλ' ἤδη P. 4.157

    ἀλλἤδη τελευτὰν κεῖνος αὐταῖς ἡμιθέων πλόος ἄγαγεν P. 4.210

    σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος. ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ P. 8.96

    ἀλλὰ χρονίῳ σὺν Ἄρει πέφνεν τε ματέρα P. 11.36

    [ ἄτᾳ codd.: ἀλλ coni. Boeckh. P. 11.55]

    ἀλλἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    εὗρεν θεός· ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν, ὀνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.22

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι

    φύσιν ἀθανάτοις N. 6.4

    ἀλλὰ τὸ μόρσιμον ἀπέδωκεν N. 7.44

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45

    ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν N. 10.68

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.29

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας I. 1.14

    ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν·ἀλλ' ἀνεγειρομένα χρῶτα λάμπει I. 4.23

    ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν· ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.37

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν I. 8.11

    ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30

    (Delos floated on the waves,) ἀλλἁ Κοιογένης ὁπότ' ἐπέβα νιν, δὴ τότε τέσσαρες ἀπώρουσαν κίονες fr. 33d. 3.

    ὄλβον ἐγκατέθηκαν. ἀλλὰ[ ]ἐπέπεσε μοῖρα Pae. 2.63

    ἀλλ' οὔτε ματέῤ ἔπειτα κεδνὰν ἔιδεν οὔτε Pae. 6.105

    ἀλλά μιν Κρόνου παῖδες ἔκρυψαν Pae. 8.72

    σῶμα δ ἐστὶ θνατόν. ἀλλ ᾧτινι μὴ λιπότεκνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος, ζώει Παρθ. 1. 16. (a description of those that do not love Theoxenos,) ἀλλἐγὼ τάκομαι fr. 123. 10.
    b where the qualification provides a climax, cf. 3. b. infra.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει, Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Εὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34

    c simply introducing a new attitude

    ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86

    ἀλλ' ὅτ Αἰήτας ἄροτρον σκίμψατο P. 4.224

    ἀλλεὔχεται P. 4.293

    3 introducing imperative, simm.
    a imperative proper.

    ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17

    ἀλλὦ Κρόνιε παῖ Ῥέας, εὔφρων ἄρουραν ἔτι πατρίαν σφίσιν κόμισον λοιπῷ γένει O. 2.12

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον (v. l. ἀλλὦ.) O. 4.6

    ὦ Φίντις, ἀλλὰ ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων O. 6.22

    ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ, νώτοισιν Ἀταβυρίου μεδέων, τίμα μὲν ὕμνου τε-

    θμὸν O. 7.87

    ἀλλ' ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ Ἀλφεῷ ἄλσος, τόνδε κῶμον καὶ στεφαναφορίαν δέξαι O. 8.9

    ἀλλὰ νῦν ἑκαταβόλων Μοισᾶν ἀπὸ τόξων Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.5

    ὦ Μοῖσ, ἀλλὰ σὺ καὶ θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός, ὀρθᾷ χερὶ ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν O. 10.3

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.152

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε N. 9.3

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    ἀλλ' ὅμως εὔχορδον ἔγειρε λύραν N. 10.21

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35
    b where the imperative denotes a climax. cf. 2b supra ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν Σκυρίαι δὲ. ὅπλα δ' ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ματεύειν ( ἀλλά om. codd. Athenaei.) fr. 106. 6.
    c where the following sentence has imperative force “ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι σαφέως.” P. 4.116 cf. I. 8.35
    d introducing a wish, prayer ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δωδεκάμηνον περᾶσαί νιν ἀτρώτῳ κραδίᾳ (Dissen: περάσαι σὺν codd.) N. 11.9

    ἐλαύνεις τι νεώτερον ἢ πάρος; ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω, ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Pae. 9.7

    4 in various minor uses.
    a introducing statement of intent by poet

    ἀλλἐμὲ χρὴ μναμοσύναν ἀνεγείροντα φράσαι O. 8.74

    , cf. P. 4.141 ἀλλὰ πάνδοξον Αἰολάδα σταθυὸν υἱοῦ τε Παγώνδα ὑμνήσω Παρθ. 2. 6.
    b introducing oracular utterance “ ἀλλὰ μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει” (elocutionem oraculi propriam agnovit Blass.) Pae. 2.73
    c following a rhetorical question “ τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἐν σκότῳ καθήμενος ἕψοι μάταν —; ἀλλ' ἐμοὶ μὲν οὗτος ἄεθλος ὑποκείσεταιO. 1.84

    τί κομπέω παρὰ καιρόν; ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    B compounded with other particles.
    1 ἀλλὰ γάρ, ἀλλὰ γάρ.
    a where both particles preserve their original force: yet since ἀλλὰ παρθένοι γὰρ τοῦτον ἔσχετε τεθμόν, κλῦτε νῦν Πα. 6. 53, cf. O. 4.1ff., Wil. on Eur., Her. 138.
    b emphasising a main point in contrast to preceding: yet

    εἰ δὲ δή τινἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν, ἦν Τάνταλος οὗτος· ἀλλὰ γὰρ καταπέψαι μέγαν ὄλβον οὐκ ἐδυνάσθη O. 1.55

    οὔτ' ἰδεῖν εὔχοντο πεμπταῖον γεγενημένον. ἀλλ ἐν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ O. 6.53

    ἀλλὰ γὰρ νόστου πρόφασις γλυκεροῦ κώλυεν μεῖναιP. 4.32

    χαλκέῳ τ' Ἄρει ἅδον. ἀλλἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.16

    (an enumeration of the glories of Thebes,) ἀλλὰ παλαιὰ γὰρ εὕδει χάρις (v. Schadew. 268̆{5}) I. 7.16
    c emphasising a maxim, breaking off narrative.

    ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα N. 7.30

    ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52

    d frag. ἀ]λλὰ γὰρ τ[ fr. 60a. 11.
    2 ἀλλά τοι, ἀλλὰ τοι: emphatic, yet

    ἀλλά τοι ἤρατο τῶν ἀπεόντων P. 3.19

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμN. 10.82

    ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰἀνθρώπων I. 4.37

    3 ἀλλὰ μέν: opposing what precedes.

    ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρὶ P. 3.77

    4 ἀλλ' ἦ. ἀλλ ἦ μακ[ρ]ότερον fr. 6a. e.
    5

    ἀλλὰ γε. ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28

    C
    b dub. [ ἀλλὰ καὶ (coni. Hermann: ἅμα codd. contra metr.) O. 1.104] [ ἀλλὰ (codd. contra met.: ἄνα Kayser: ἄγε Maas.) O. 13.114] [ ἢ πόντου κενέωσιν ἀλλὰ πέδον (codd. Dion. Hal. contra metr.: <˘> ἂμ Hermann.) Pae. 9.16]

    Lexicon to Pindar > ἀλλά

  • 40 ἐκ

    ἐκ, ἐξ (ἐξ before vowels: following its noun O. 7.91, O. 13.29, P. 2.19, O. 8.59 coni.: repeated P. 4.161, O. 9.68, Θρ. 3. 3 cod.; combined with
    1

    ἀπό P. 4.174

    , cf. O. 6.101, N. 5.7; separated from its noun by a verb P. 4.121) prep. c. gen.
    1 from
    a with verb of movement.

    βασιλεὺς δ' ἐπεὶ πετραέσσας ἐλαύνων ἵκετ ἐκ Πυθῶνος O. 6.48

    Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος O. 7.69

    ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68

    στεφάνων ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα O. 13.60

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.22

    ἐξ ὠκεανοῦ φέρομεν ἐννάλιον δόρυP. 4.26 κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος” (sc. βώλακα) P. 4.38 βέλος ἐξ ἀνικάτου φαρέτρας ὀρνύμενονP. 4.91 ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυ- θάν (sc. ἦλθε) P. 4.126

    ἦλθον ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ' ἄκρας Ταινάρου P. 4.174

    ἦλθες ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων P. 5.52

    ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἀέθλων παῖς N. 6.12

    φιάλαισι ἅς ποθ' ἵπποι πέμψαν ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ἐκ δὲ Πελλάνας (sc. ἀπέβαν) N. 10.44 ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας; I. 7.10 ]

    ἄπεπλος ἐκ λεχέων νεοτόκων [ ]νόρουσε Pae. 20.14

    ]βαμεν ἐξ Ὀλύμπου Pae. 22.6

    προβάτων γὰρ ἐκ πάντων κελάρυξεν θηλᾶν γάλα fr. *104b. 1.* ποι]κίλω[ν ἐ]κ λεχέω[ν ἀπέ]διλ[ος (supp. Lobel)fr. 169. 36.
    b esp. (release, free, take, separate) from. τίνα βάλλομεν ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες; O. 2.90

    παῖδα ἔλυσεν ἐξ ἀτιμίας O. 4.20

    ἀγαθαὶ δὲ πέλοντ' ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ θοᾶς ἐκ ναὸς ἀπεσκίμφθαι δὔ ἄγκυραι O. 6.101

    ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι P. 3.56

    παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε P. 3.43

    ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.96

    ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέωνP. 4.161—2.

    Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    ἐκ λεχέων κεῖραι μελιαδέα ποίαν;” P. 9.37

    τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18

    ἀλλ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο P. 12.18

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις N. 7.67

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον N. 11.30

    ( ἄρουρα)

    ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων I. 4.22

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6

    ἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel) Θρ. 4. 2.
    c (arising, coming) from, in various senses.
    I from (persons).

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς O. 6.74

    εἰ δ' ἐγὼ Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ i. e. as for what comes from Zeus N. 11.43 τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν sc. the soul fr. 131b. 3. esp. born of, descended from

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23

    ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86

    σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος P. 9.14

    πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    ἐκ μιᾶς δὲ πνέομεν ματρὸς ἀμφότεροι N. 6.1

    συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἶμ' ἀπὸ Σπάρτας καὶ παῤ Ἰσμηνοῦ ῥοᾶν κεκραμένον ἐκ Μελανίπποιο μάτρωος N. 11.37

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαιI. 6.45 φιλόμαχον γένος ἐκ Περσέος fr. 164.
    II from (things), (won) from, ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.59

    ἐξ ἱερῶν ἀέθλων μέλλοντα ποθεινοτάταν δόξαν φέρειν O. 8.64

    Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19

    ἐπεὶ στεφάνους ἓξ ὤπασεν Κάδμου στρατῷ ἐξ ἀέθλων I. 1.11

    ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181*. (developing) from, out of,

    ἐξ ὀνείρου δαὐτίκα ἦν ὕπαρ O. 13.66

    πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἐξ ἑνὸς σπέρματος ἐνθορὸν ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36

    φαμὶ γὰρ τᾶσδ' ἐξ ἁλιπλάκτου ποτὲ γᾶς Ἐπάφοιο κόραν ἀστέων ῥίζαν φυτεύσεσθαιP. 4.14

    ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121

    μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόνP. 4.155

    εἰρεσία δ' ὑπεχώρησεν ταχειᾶν ἐκ παλαμᾶν ἄκορος P. 4.202

    ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3

    ( ἄρουραι)

    βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.10

    ]ἐκ φρεν[ὸς (supp. Snell) Πα. 7A. 5. ἐξ ἀδάμαντος ἢ σιδάρου κεχάλκευται μέλαιναν καρδίαν fr. 123. 4. ἔντι [δὲ καὶ] θάλλοντος ἐκ κισσοῦ στεφάνων Διο[νύσου (sc. ἀοιδαί: supp. Wil., Schneidewin: ἐκ etiam ante Διο- habet cod.: del. Wil.) Θρ. 3. 3. = fr. 128 Schr. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3.
    III of place of origin

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ P. 12.5

    κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.34

    IV of source of sounds,

    τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε O. 7.32

    ὦρσεν ( Ἀχιλλεὺς)

    πυρὶ καιόμενος ἐκ Δαναῶν γόον P. 3.103

    ἐκ νεφέων δέ οἱ ἀντάυσε βροντᾶς αἴσιον φθέγμα P. 4.197

    αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ P. 9.29

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.20

    αἴνιγμα παρθένοἰ ἐξ ἀγριᾶν γνάθων fr. 177d.
    2 of time.
    a after, from (the time of)

    χώραν Δωριεῖ λαῷ ταμιευομέναν ἐξ Αἰακοῦ O. 8.30

    Λοκρὶς παρθένος πολεμίων καμάτων ἐξ ἀμαχάνων διὰ τεὰν δύναμιν δρακεῖσ' ἀσφαλές P. 2.19

    ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος I. 7.39

    θεῷ δὲ δυνατὸν μελαίνας ἐκ νυκτὸς ἀμίαντον ὄρσαι φάος fr. 108b. 2. cf. O. 13.66 esp. ἐξ ἀρχᾶς, from the beginning

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον ἐξ ἀρχᾶς ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ P. 4.132

    ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; Pae. 9.20

    a from the time when

    ἐξ οὗπερ ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱὸς O. 2.38

    II and ever since, and from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς O. 9.76

    3 of agency, in various senses.
    I by

    θέσφατον ἦν Πελίαν ἐξ ἀγαυῶν Αἰολιδᾶν θανέμεν P. 4.72

    II of gods, by the will, gift, agency of

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10

    ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι βροτέαις ἀρεταῖς P. 1.41

    μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν P. 10.20

    Ζεῦ, μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.5

    b of things.
    I by

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμἐπέδα Πάριος ἐκ βελέων δαιχθείς P. 6.33

    II as a result of; from, by reason of

    Νέστορα ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν γινώσκομεν P. 3.113

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις P. 8.90

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς N. 4.60

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ, τελέθει πρὸς γῆρας αἰὼν ἡμέρα N. 9.44

    4 from, of expressing distinction from a group “ μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 esp. beyond, above

    κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    τῷ μὲν κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας P. 4.66

    ἐκ δὲ περικτιόνων ἑκκαίδεκ' Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι ἐστεφάνωσαν N. 11.19

    5
    b divided from verb by verse end. ἐξ / ἄλλαξεν (v. ἐξαλλάσσω) I. 3.18
    c fragg. ]

    πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐξ εὔ[ Pae. 6.155

    ]ν ὕμνων σέλας ἐξ ἀκαμαν[το Pae. 18.5

    Lexicon to Pindar > ἐκ

См. также в других словарях:

  • Combined oral contraceptive pill — (COCP) Background Birth control type Hormonal First use ? …   Wikipedia

  • Combined small-cell lung carcinoma — Classification and external resources Combined small cell lung carcinoma containing a component of squamous cell carcinoma ICD 10 C …   Wikipedia

  • Combined drug intoxication — (CDI), also known as multiple drug intake (MDI) or lethal polydrug/polypharmacy intoxication, is an unnatural cause of human death. While it is sometimes reported as a simple overdose , it is distinct in that it is due to the simultaneous use of… …   Wikipedia

  • Combined driving — The marathon phase …   Wikipedia

  • Combined Anti-Armor Team — A Combined Anti Armor Team is a concept of operations in the United States Marine Corps where a platoon in a weapons company is employed to combat armored vehicles with heavy machine guns and TOW missiles, in addition to providing security for… …   Wikipedia

  • Combined bisulfite restriction analysis — The first few steps of COBRA, and the molecular changes caused by each step to methylated and unmethylated CpG sites. Combined Bisulfite Restriction Analysis …   Wikipedia

  • combined live bearer — a reproductive guild (q.v.) with eggs having a large yolk volume and density (lecithotrophy) combined with feeding on sibling remains, histrotrophe and with simple placenta like structures. Large specialised young are produced at parturition, e.g …   Dictionary of ichthyology

  • With You in Mind (album) — Infobox Album Name = With You in Mind Type = studio Artist = Alma Cogan Released = 1961 Recorded = Genre = Length = Label = Producer = Reviews = Last album = This album = Next album = With You in Mind was Alma Cogan s second album, issued in 1961 …   Wikipedia

  • combined bingo — Bingo which is promoted at one place and, for the purpose of a particular game, combined with bingo played at another place and promoted by another person. This is so that the players at both places share in the chance of winning a prize… …   Financial and business terms

  • Combined Action Program — Seal of the Combined Action Program Active 1965–1971 Country …   Wikipedia

  • Combined Bomber Offensive — alias: Allied Bomber offensive [sic] Part of Strategic bombing campaign in Europe …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»