Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἄγεσϑαι

См. также в других словарях:

  • ἄγεσθαι — ἄγω lead pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • въводити — ВЪВО|ДИТИ (242), ЖОУ, ДИТЬ гл. 1.Вводить, приводить внутрь чего л.: скотѩ въводѩ въ цр҃квь. аще клирикъ ѥсть да отъвьрженъ боудеть. (εἰσάγων) КЕ XII, 66а; и невол˫ащоу ѥмоу. иѡсифа ѡбьщьника. и въ цр҃къвь въводить ѥмоу же и бывъшоу. ЖФСт XII, 87… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • τελετή — Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Διόνυσου και της Νίκαιας, κόρης του Σαγγάριου και της Κυβέλης. Η Τ. ακολουθούσε από πολύ μικρή τον πατέρα της, γιατί της άρεσαν οι νυχτερινοί χοροί, οι γιορτές και οι διασκεδάσεις. Ο Παυσανίας αναφέρει στα Βοιωτικά… …   Dictionary of Greek

  • τρίποδος — η, ο / τρίπους, ουν, ΝΜΑ, και λόγιος τ. τρίπους Ν, και ποιητ. τ. τρίπος Α 1. αυτός που έχει τρία πόδια 2. (σχετικά με πρόσ. και ιδίως γέροντα που στηρίζεται σε ραβδί) αυτός που βαδίζει με τρία πόδια («τρίποδι βροτῷ», Ησίοδ.) 3. (σχετικά με έπιπλα …   Dictionary of Greek

  • ἄγεσθ' — ἄ̱γεσθε , ἄγω lead imperf ind mp 2nd pl (doric aeolic) ἄγεσθε , ἄγω lead pres imperat mp 2nd pl ἄγεσθε , ἄγω lead pres ind mp 2nd pl ἄγεσθαι , ἄγω lead pres inf mp ἄγεσθε , ἄγω lead imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»