Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

γάμους

См. также в других словарях:

  • γάμους — γάμος wedding masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δημογραφικό πρόβλημα — Όρος που περιγράφει τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη δυσανάλογη αύξηση ή μείωση του πληθυσμού καθώς και τις αλλαγές της πληθυσμιακής σύνθεσης μιας χώρας ή περιοχής. Ο Αριστοτέλης έγραψε: «Μίαν γαρ πληγήν ουχ’ υπήνεγκεν η πόλις, αλλ’… …   Dictionary of Greek

  • бракъ — БРАК|Ъ (741), А с. 1.Брак, брачные отношения мужа и жены: Горе блоудьникоу осквьрнѩѥть бо ризоу невѣстьникоу. да и ц҃рьства брака съ стоудъмь изгънанъ боудеть Изб 1076, 79 об.; Аще ка˫а жена оставлѩѥть моужа... гнюшающисѩ брака. да боудеть… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • ευωχούμαι — έομαι (Α εὐωχοῡμαι, έομαι και ενεργ. εὐωχῶ, έω) συμποσιάζω, διασκεδάζω, ξεφαντώνω, γλεντοκοπώ, χαροκοπώ αρχ. 1. προσφέρω γεύμα, φιλεύω κάποιον 2. (για ζώα) διατρέφω καλά 3. παρέχω τροφή 4. (για κάθε είδους απόλαυση) παρέχω πλούσια, προσφέρω… …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Ολλανδία — I Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με το Βέλγιο, Α με τη Γερμανία, και βρέχεται Β από τη Βόρεια θάλασσα.Το σημερινό έδαφος της Ο. προέκυψε μετά την αποχώρηση του Βελγίου, το 1830, από το βασίλειο της Ο., το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1815 …   Dictionary of Greek

  • Παρθενίαι (-ες) — Ονομασία που έδιναν στη Σπάρτη στους νέους που είχαν γεννηθεί στη διάρκεια του πρώτου Μεσσηνιακού πολέμου. Εκείνη την εποχή, για να μην ελαττωθεί ο δωρικός πληθυσμός, οι βασιλιάδες της Σπάρτης έδωσαν την άδεια στις Σπαρτιάτισσες να συνάψουν… …   Dictionary of Greek

  • Πήλιο — I Βουνό της ανατολικής Θεσσαλίας, που αρχίζει από το ακρωτήριο Δερματά και με νοτιοανατολική διεύθυνση απολήγει στο ακρωτήριο Τραχήλι, στον Παγασητικό κόλπο, σχηματίζοντας τη χερσόνησο της Μαγνησίας. Ψηλότερη κορυφή του είναι το Πλιασίδι (1.551 μ …   Dictionary of Greek

  • Σοξονίας - Κοβούργου - Γκότα — (Sachsen Coburg Gotha). Πλάγιος κλάδος των Βεττίνων που σχηματίστηκε το 1826 όταν, αφού έσβησε τον προηγούμενο χρόνο ο κλάδος Σαξονίας Κοβούργου Άλτενμπουργκ, ο δούκας Ερνέστος A’ της Σαξονίας Κοβούργου Ζάαλφελντ, ύστερα από συμφωνία με άλλους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»