-
1 Τυράννους
Τύραννοςan absolute ruler: masc acc pl -
2 τυράννους
τύραννοςan absolute ruler: masc acc pl -
3 αἰσθάνομαι
Aαἰσθανοίατο Ar. Pax 209
: [tense] impf. ῃσθανόμην: [tense] fut.αἰσθήσομαι S.Ph.75
, etc.; laterαἰσθανθήσομαι LXX Is.49.26
; αἰσθηθήσομαι ib.33.11: [tense] aor. 2 ᾐσθόμην: [tense] pf. ᾔσθημαι: later, [tense] aor. 1 ᾐσθησάμην Sch.Arat.418; : (cf. ἀΐω):—perceive, apprehend by the senses, Alcmaeon 1a, Hdt.3.87, Democr.11, etc.;τῇ ὄψει, τῇ ἁφῇ, τῇ ἀκοῇ Hp.Off.1
; αἰ. τῇ ἀκοῇ, τῇ ὀσμῇ, Th.6.17, X.Mem.3.11.8; see, S.Ph.75, etc.; hear, , cf. Ph. 252; οὐκ εἶδον αὐτόν, ᾐσθόμην δ' ἔτ' ὄντανιν ib. 445; τινὸς ὑποστενούσης αἰ. Id.El.79; , etc.2 of mental perception, perceive, understand,τῇ γνώμῃ αἰσθέσθαι Hp.Off.1
;τὸ πραχθέν Lys.9.4
, cf. Th.3.36, etc.:— hear, learn, v. infr. 11: abs., αἰσθάνει you are right, E.Or. 752; ᾔσθημαι, in parenthesis, Id.Hipp. 1403.II Construct. in both senses, c. gen., take notice of, have perception of, s. v.l.; rarelyπερί τινος Th.1.70
; αἰ. ὑπό τινος learn from one, Id.5.2; , al.: c. acc., S.El.89, Ph. 252, E.Hel. 653, 764, etc.:—freq. with part. agreeing with subject,αἰσθάνομαι κάμνων Th.2.51
;αἰσθώμεθα γελοῖοι ὄντες Pl.Thg. 122c
; agreeing with object, , cf. Th.1.47, etc.;ἤδη τινῶν ᾐσθόμην ἀχθομένων Lys.16.20
, cf. Pl.Ap. 22c;ᾐσθόμην τεχνωμένου Ar.V. 176
: less freq. c. acc. et inf., Th.6.59; αἰ. ὅτι .. Id.5.2, Pl.Ap. 21e, etc.; ᾔσθετο ὅτι τὸ στράτευμα ἦν .. X.An.1.2.21; αἰ. ὡς .. ib.3.1.40, etc.; οὕνεκα .. S.El. 1477:—abs., αἰσθανόμενος having full possession of one's faculties,τῇ ἡλικίᾳ Th.5.26
; sensible, of keen perception,καὶ μετρίως αἰσθανομένῳ φανερόν X.Mem.4.1.1
, cf. Th.1.71, Pl.R. 360d.—The [voice] Pass. is supplied by αἴσθησιν παρέχω, cf.αἴσθησις 1
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αἰσθάνομαι
-
4 δέ
δέ,A but: adversative and copulative Particle,I answering to μέν (q. v.),τὴν νῦν μὲν Βοιωτίαν, πρότερον δὲ Καδμηίδα γῆν καλουμένην Th.1.12
, etc.II without preceding μέν,1 adversative, expressing dist. opposition, αἰεί τοι τὰ κάκ' ἐστὶ φίλα.. μαντεύεσθαι, ἐσθλὸν δ' οὔτε τί πω εἶπας ll.1.108;ὀρθῶς ἔλεξας, οὐ φίλως δέ μοι λέγεις E.Or. 100
, cf. S.Ant.85, etc.;τέθνηκεν ἀνδρὸς οὐδενός, θεοῦ δ' ὕπο Id.Ph. 334
; so in Prose,οὐκ ἐπὶ κακῷ, ἐλευθερώσει δέ.. Th.4.86
;οἱ αἰχμάλωτοι.. ᾤχοντο εἰς Δεκέλειαν, οἱ δ' εἰς Μέγαρα X.HG1.2.14
, cf. Cyr.4.5.46;ἡ δ' ἑτέρα IG2.652A45
.2 copulative,a in explanatory clauses, ξυνέβησαν.. τὰ μακρὰ τείχη ἑλεῖν ([etym.] ἦν δὲ σταδίων μάλιστα ὀκτώ) Th.4.66, cf. Il.7.48: when a Subst. is folld. by words in apposition,Ἀρισταγόρῃ τῷ Μιλησίῳ, δούλῳ δὲ ἡμετέρῳ Hdt.7.8
.β'; μήτηρ βασιλέως βασίλεια δ' ἐμή A.Pers. 152
; so in answers, διπλᾶ λέγειν. —Answ.διπλᾶδ' ὁρᾶν Id.Th. 974
.b in enumerations or transitions, Il.1.43-49, 345- 351, X.Cyr.1.2.1, etc.; with repetition of a word in different relations,ὣς Ἀχιλεὺς θάμβησεν.., θάμβησαν δὲ καὶ ἄλλοι Il.24.483
;σάκος εἷλε.., εἵλετο δ' ἔγχος 14.9
sq.;Ζεύς ἐστιν αἰθήρ, Ζεὺς δὲ γῆ, Ζεὺς δ' οὐρανός A.Fr.70
;κινεῖκραδίαν, κινεῖδὲ χόλον E. Med.99
;ὄζει ἴων, ὄζει δὲ ῥόδων, ὄζει δ' ὑακίνθου Hermipp.82.8
; in rhetorical outbursts,οὐκ ἂν εὐθέως εἴποιεν· τὸν δὲ βάσκανον, τὸν δὲ ὄλεθρον, τοῦτον δὲ ὑβρίζειν,—ἀναπνεῖν δέ. D.21.209
; in a climax, πᾶν γύναιον καὶ παιδίον καὶ θηρίον δέ nay even beast, Pl.Tht. 171e, cf.X. HG5.2.37; in the combinationκαὶ δέ Il.23.80
, al.,καὶ.. δέ A.Pr. 973
, E.El. 1117, etc., each particle retains its force.c answering to τε (q. v.),ἃ τῶν τε ἀποβαινόντων ἕνεκα ἄξια κεκτῆσθαι, πολὺ δὲ μᾶλλον αὐτὰ αὑτῶν Pl.R. 367c
.3 implying causal connexion, less direct than γάρ, Il.6.160, Od.1.433.4 in questions, with implied opposition,ἑόρακας δ', ἔφη, τὴν γυναῖκα; X.Cyr.5.1.4
;καὶ ὁ Σωκράτης, εἰπέ μοι, ἔφη, κύνας δὲ τρέφεις; Id.Mem.2.9.2
, cf. 2.1.26, S. Ant. 1172: in Trag. (not in Com. or Oratt.), when the speaker turns from one person to another, the voc. stands first, then the pers. Pron. folld. by δέ, asΜενέλαε, σοὶ δὲ τάδε λέγω.. E.Or. 622
, etc.; also in Hdt.,ὦ δέσποτα, ἐγὼ δὲ ταῦτα ἐποίησα 1.115
.II in apodosi:1 after hypothetical clauses, εἰ δέ κε μὴ δώωσιν, ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι if they will not give it, then I.., Il.1.137, cf. Od.12.54;εἰ μηδὲ τοῦτο βούλει ἀποκρίνασθαι, σὺ δὲ τοὐντεῦθεν λέγε X.Cyr.5.5.21
, cf. Pi.O.3.43 (v.l.), A.Ag. 1060, Hdt.5.1, etc.b after temporal or relative clauses, with ἐπεί, ἕως, etc., Il.24.255, Hdt.9.70, etc.;μέχρι.. εἶχον τὰ βέλη, οἱ δὲ ἀντεῖχον Th.3.98
; with demonstr. Pronouns or Advbs. answering to a preceding relative, οἵηπερ φύλλων γενεή,τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν Il.6.146
, etc.;ἆθλα οἷς κεῖται ἀρετῆς μέγιστα, τοῖς δὲ καὶ ἄνδρες ἄριστοι πολιτεύουσιν Th.2.46
;τοὺς δ' ἔλαβε τυράννους.. τούτους δὲ.. ἐξεδίδου Hdt.5.37
, cf. Isoc.4.98, Pl.La. 194d;οἷα μὲν ἕκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοί, οἷα δὲ σοί, τοιαῦτα δὲ αὖ σοί Id.Tht. 152a
: sts. after a participle,οἰόμενοι.. τιμῆς τεύξεσθαι, ἀντὶ δὲ τούτων οὐδ' ὅμοιοι.. ἐσόμεθα X.An.6.6.16
, cf. Isoc.15.71 (v.l.).2 to resume after an interruption or parenthesis,χρόνου δὲ ἐπιγινομένου καὶ κατεστραμμένων σχεδὸν πάντων..,—κατεστραμμένων δὲ τούτων.. Hdt.1.28
,29;νῦν δ' αὖ πάλιν ὑπό τε πλούτου διαθρυπτόμενος.. καὶ ὑπ' ἀνθρώπων.. ὑπὸ τοιούτων δέ.. X.Cyr.7.2.23
; with an anacoluthon,ἡ δὲ ψυχὴ ἄρα,—οἷ ἂν θεὸς θέλῃ.. τῇ ἐμῇ ψυχῇ ἰτέον, αὕτη δὲ δή.. Pl.Phd. 80d
: for δ' οὖν, v. οὖν.3 to begin a story, ἦμος δ' ἠέλιος.. well, when the sun.., Od.4.400.4 to introduce a proof, τεκμήριον δέ, σημεῖον δέ, v. sub vocc.B POSITION of δέ. It usu. stands second: hence freq. between Art. and Subst. or Prep. and case; but also after Subst., or words forming a connected notion, hence it may stand third, , cf. Th. 411, Eu. 531, S.Ph. 959, etc.; fourth, Id.OT 485, E.Hel. 688, A.Pr. 323, 383, etc.; fifth, ib. 401codd.; even sixth, Epigen.7(codd. Poll.); so in Prose after a neg., οὐχ ὑπ' ἐραστοῦ δέ, to avoid confusion between οὐ δέ and οὐδέ, Pl.Phdr. 227c. -
5 εἴσειμι
A enter, go into, οὐδ' Ἀχιλῆος ὀφθαλμοὺς εἴσειμι I will not come before Achilles' eyes, Il.24.463: more freq. with Preps.,οὐκ εἴσειμι μετ' ἀνέρας Od.18.184
;παρὰ βασιλέα Hdt.1.99
; mostly with εἰς, ἐς τὸ μέγαρον ib.65, etc.; , X.Cyr.2.4.5; ἐσιέναι ἐς σπονδάς enter into a treaty, Th.5.30 : abs., τὸν εἰσιόντα μῆνα the ensuing month, And.1.42;τὸν εἰσιόντα ἐνιαυτόν Arist.Ath.31.2
, cf. POxy.1278.17 (iii A.D.), etc.II of the Chorus or actors, come upon the stage, enter, Pl.Lg. 664c; τὸ τοὺς τυράννους..εἰσιέναι take the part of king, D.19.247, cf. Lib.Or.30.28.III of public speakers, come into the assembly,εἰς ἀγοράν D.24.60
;καθ' ὅτι ἂν ἐσίῃ ἡ πρεσβεία Th.4.118
; of judges, come into court,εἰ. κρινοῦντες D.18.210
.2 of the parties to a lawsuit, come before the court, , etc.;εἰ. περί τινος D.19.211
;πρός τινα Id.54.32
.3 of the charges or actions,ἡ δίκη εἰσῄει Is.5.17
; δίκας εἰσιέναι κατά τινος enter upon actions, D.28.17, cf. Is.8.44.IV metaph., come into one's mind,Ἀστυάγεα ἀνάγνωσις ἐσήιε Id.1.116
;καίτοι μ' ἐσῄει δεῖμα E.Or. 1668
;ἔιεος εἰσῄει με Pl.Phd. 58e
: c. dat.,ἄιγος εἰσῄει φρενί E.IA 1580
, cf. Pl.Phd. 59a ; .2 impers., εἰσῄει αὐτοὺς ὅπως ἂν.. they began to think how they might.., X.An.5.9.17 : c. inf.,οὐδενὸς εἰσῄει μοι φθονεῖν D.23.188
.V rarely of things, what enters into one, food,X.
Cyr.1.6.17.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἴσειμι
-
6 καταπαύω
A put an end to, stop,κατέπαυσα θεῶν Χόλον Od.4.583
; μηνιθμὸν καταπαυσέμεν ([dialect] Ep. [tense] fut. inf.) Il.16.62; ; νεῖκος κ. Hes.Th.87;τὴν ναυπηγίην Hdt.1.27
; (lyr.); λιγυρὰν γᾶρυν B.l.c.;αἱμορραγίαν Gal.16.777
; bring to a close,τὸν λόγον Plb.2.8.8
;τὸ σύγγραμμα Phld.Po.5.26
; κ. τὸν πρῶτον λόγον εἰς.. conclude the first section and proceed to.., Olymp.in Mete.78.9:— [voice] Med.,πόνους -παυόμενοι E.Hel. 1154
(lyr.):—[voice] Pass., .II c. acc. pers., put an end to, i.e. kill,τάχα κέν σε.. ἔγχος ἐμὸν κατέπαυσε Il.16.618
;σοῦ κ. τὰς πνοάς Ar.Av. 1397
.2 make one stop from a thing, hinder, check,μιν καταπαύσῃ ἀγηνορίης ἀλεγεινῆς Il.22.457
;παῖδας καταπαυέμεν ἀφροσυνάων Od.24.457
; soκ. τινὰ δρόμου Pl.Plt. 294e
: c. part.,κ. ταύτην λαλοῦσαν Men.66.5
: c. acc. only, keep in check, τινα Od.2.244 (cf. 168), Il.15.105.3 depose from power, κ. τινὰ τῆς ἀρχῆς, τῆς βασιληΐης, Hdt.4.1, 6.64;τοὺς τυράννους Id.5.38
, cf. 2.144, 7.105; Μούσας depose them from their honours, cease to worship them, E. HF 685 (lyr.):—[voice] Pass.,τῆς βασιληΐης κατεπαύσθη Hdt. 1.130
, cf. 6.71.b put down,τὴν ἑωυτοῦ ἀρχήν Id.1.86
; τὴν Κύρου δύναμιν ib. 90;δῆμον Th.1.107
;τοὺς τετρακοσίους Id.8.97
;τιμὰς ἐνέρων E.Alc. 31
(anap.).III [voice] Pass. and [voice] Med. ([tense] fut.- πᾰήσομαι PMag.Lond. 121.916
), leave off, cease, Ar.Eq. 1265;λόγος κ. ἐν.. Pl.Phlb. 66c
: c. part., οὐ -παήσεται ἐρχομένη PMag. l.c.IV [voice] Act. used intr. like [voice] Med.,μολπᾶν δ' ἄπο.. καταπαύσας πόσις.. ἔκειτο E.Hec. 918
(lyr., s. v.l.); εὐημερῶν κατάπαυσον rest while you are well off, Com.Adesp. 110.8, cf. LXXGe.8.22, al.; κ. τοῦ πορευθῆναι ib.3 Ki.12.24.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταπαύω
-
7 λίαν
A very, exceedingly, in Hom. with an Adv.,λ. ἑκάς Od.14.496
;λ. ἀεικελίως 8.231
: with an Adj.,λ. μέγα εἶπες 3.227
, 16.243;νήπιος λ. τόσον 4.371
, cf. 13.238;λ. λυπρός 13.243
; λ. ἐνθύμιος ib. 421: alone with a Verb, very much, overmuch,κεχολώατο λ. 14.282
;λ. ἄχθομαι ἕλκος Il.5.361
; οὔ τι λ. ποθὴ ἔσσεται not exceedingly, 14.368;μή τι λ. προκαλίζεο Od.18.20
, cf. Il.6.486; also, in Hom., καὶ λίην, which always begins the sentence or verse, surely, aye surely,καὶ λ. κεῖνός γε ἐοικότι κεῖται ὀλέθρῳ Od.1.46
, cf. 3.203, Il.1.553, al.II after Hom.,ἀσχάλα μὴ λίην Archil.66.7
, cf. Sol.6;λίην δὲ δειλιάζεις Anacr.
ap. Ptol.Ascal. p.409 H.; λ. πιστεύειν to believe implicitly, Hdt.4.96;μὴ κάμνε λ. Pi. P.1.90
;μὴ λ. στένε S.El. 1172
, cf. E.Med. 158 (lyr.);ἀσπάζου αὐτὴν λ. POxy.936.13
(iii A.D.);καὶ λ. σαφῶς Ar.Eq. 1231
;λ. ἀσελγῶς Lys. 24.15
;λ. πόρρω Pl.Prt. 310c
;ἐντὸς λ. τῶν τειχῶν Th.7.5
: with other words of like sense,πολὺ λ. Isoc.9.48
;λ. πάνυ Antiph.184.2
(dub.), cf. Eust.972.46; κόμπος λ. εἰρημένος, opp. πεπλασμένος (compare our very and verily), A.Pr. 1031:—in Trag.and Com.freq.betw.Art.and Noun, ἡ λ. φιλότης βροτῶν his too great love.., A.Pr. 123 (anap.);τὸ λ. ποτόν Cratin.187
;ἡ λ. τρυφή Men.587
; τὰ λ. μειράκια Theopomp. Com.29; ; τὸ λ. excess, violence, E.Andr. 866, Pl.Cra. 415c. [Hom. has [pron. full] ῐ nine times, [pron. full] ῑ thirty-two times; the latter is found both in arsi and in thesi. In later [dialect] Ep.and Trag. both quantities are found: [pron. full] ᾱ always.] -
8 πλῆθος
πλῆθος, εος, τό, [dialect] Dor. and Arc. [full] πλῆθος Schwyzer 84.8, al. (Argive, found in Crete, v B.C.), IG5(2).6.20 (Tegea, iv B.C.), etc.; [dialect] Boeot. [full] πλεῖθος ib.7.3171.46 (Orchom. [dialect] Boeot.); pseudo-[dialect] Dor. and pseudo-[dialect] Aeol. [full] πλᾶθος GDI5176.21 ([place name] Crete), IGRom.4.1302.18 (Cyme, i B.C./ i A.D.), Hippod. ap. Stob.4.1.93: (πλήθω,A v. πίμπλημι):—great number, multitude, esp. of people, Il.17.330, Hdt.7.49, etc.; στρατοῦ π., periphr. for στρατὸς πολύς, Id.9.73; ὡς πλήθει for the mass of men, Pl.R. 389d.2 τὸ π. the greater number, the mass, main body,τὸ π. τοῦ στρατοῦ Hdt.1.82
, cf. 5.92; τὸ π. τῆς ψυχῆς the largest part of.., Pl.Lg. 689a: as Noun of Multitude with pl. Verb,Ἀθηναίων τὸ π. οἴονται Th.1.20
; τὸ π. ἐψηφίσαντο πολεμεῖν the majority, ib. 125, cf. X.Cyr.2.4.20; τῷ π. by a majority, Berl.Sitzb.1927.8 ([dialect] Locr., v B.C.): hence, people, population,σμικρὸν τὸ π. τῆσδε γῆς E.Ph. 715
.b the commons, Th. 1.9, etc.;ἡ τοῦ π. ἀρχή, δημοκρατία τοὔνομα κληθεῖσα Pl.Plt. 291d
;ἐς τὸ π. φέρειν τὸ κράτος Hdt.3.81
: freq. of the popular assembly, τὸ ὑμέτερον π., τὸ π. τὸ ὑμέτερον, Lys.12.42, Pl.Ap. 31c; Ἐρυθραίων τῷ π., Ἀθηναίων τοῦ π., IG12.10.21, 22; = Lat. plebs, Plb.6.15.11, D.S.12.25, D.H.4.71; also, association, corporation, or guild,τὸ π. τὸ Ἁλιαδᾶν IG 12(1).155.6
, 156.5 ([place name] Rhodes);τὸ τῶν Πανιαστῶν π. IGRom.4.1680
(Pergam.);τὸ π. τῶν ἱερέων OGI56.24
(Canopus, iii B.C.);π. τῶν ἁλιέων PSI5.498.2
(iii B.C.);τὸ π. τῶν μαχαιροφόρων OGI737
(Memphis, ii B.C.); opp. αἱ ἀρχαί, οἱ ὀλίγοι, Th.5.84; but also, populace, mob, opp. δῆμος (commons), X.Ath.2.18, App.BC1.10: also in pl., πείθειν τὰ π. the masses, Pl.Grg. 452e, cf. Sph. 268b;ὃ πᾶσι.. σωτήριον, μάλιστα δὲ τοῖς π. πρὸς τοὺς τυράννους D.6.24
;φιλόσοφον.. π. ἀδύνατον εἶναι Pl.R. 494a
.II quantity or number,πόσον π. ἦν νεῶν Ἑλληνίδων; A.Pers. 334
;τῆς σῆς δυνάμεως τί φῂς π. εἶναι; X.Cyr.2.1.6
;ὅμιλος πλήθει φοβερώτατος Th.2.98
;ἰσχύϊ καὶ πλήθει προέχων Id.3.74
;τῷ π. αὐτῶν καταπλαγέντες Id.4.10
;πλήθεϊ πολλοί Hdt.3.11
, cf. 6.44;σὺν πλήθει χερῶν S.OT 123
; in force,Th.
8.22: abs. in acc.,κόσοι πλῆθος Hdt.1.153
;πόσοι τὸ π.; Diph.17.1
;ἐρέται.. π. ἀνάριθμοι A.Pers.40
(anap.);π. ὡς δισχίλιοι X.An.4.2.2
;ἄπειρα τὸ π. Id.Mem.1.1.14
;ἄπειρα καὶ π. καὶ σμικρότητα Anaxag.1
;π. τι πάμπολυ φθειρῶν IG42(1).122.45
, cf. 32 (Epid., iv B.C.).III magnitude, size, or extent, [ὄρος] πλήθεϊ μέγιστον καὶ μεγάθεϊ ὑψηλότατον Hdt.1.203
; πεδίον πλῆθος ἄπειρον ib. 204;ἡ ἐρῆμος.. ἐοῦσα πλῆθος ἑπτὰ ἡμερέων ὁδοῦ Id.4.123
;π. χώρας καὶ ἀνθρώπων X.An.1.5.9
.2 in [dialect] Att., of quantity or amount,διὰ π. τῆς ζημίας Th.3.70
;χρημάτων π. Id.1.9
;διὰ πλῆθος οὐσίας Pl.R. 591e
, cf. Arist.Pol. 1279a19; ; multa sudans,Id.
Ti. 84e;τὸ π. τοῦ ῥεύματος Plb.1.75.5
; τὸ παρακείμενον π. the amount entered against each, Ostr.Bodl. i 252 (ii B.C.); of money,τὸ ἴσον π. TAM2.526
([place name] Pinara): in pl., quantities,ἐμβρύων Cratin.326
;θαυμαστὸν ὅσ' ἐστ' ἀγαθῶν π. Mnesim.4.51
(anap.);οἰκοδομημάτων πλήθεσι ἢ μεγέθεσι D.C.52.30
, cf. 10.4 plurality, opp. ἕν, Dam.Pr.45.IV of Time, length,χρόνου Th.1.1
, Pl.Tht. 158d, Isoc.12.180;π. ἐτῶν Ar.Nu. 855
;πλήθει πολλῶν μηνῶν S.Ph. 722
(lyr.).V with Preps., or Advbs.,ἐς π.
in great numbers,Th.
1.14; κατὰ πλῆθος a large number at a time, IG12.6.112;ὡς ἐπὶ τὸ π.
usually, mostly,Pl.
Phdr. 275b;ὡς ἐπὶ τὸ π. εἰπεῖν Arist.GA 786a35
;κατὰ π. D.H.6.67
. -
9 πολιτεία
A condition and rights of a citizen, citizenship, Hdt.9.34, Th.6.104, etc.;π. δοῦναί τινι X.HG1.2.10
: pl., grants of citizenship, Arist.Ath.54.3.2 the daily life of a citizen, And.2.10, D. 19.184;ἐν εἰρήνῃ καὶ π. Id.20.122
; life, living,ἡ ἐν Βοιωτίᾳ π. Plb.18.43.6
; so perh. Ep.Eph.2.12.3 concrete, body of citizens, Arist.Pol. 1292a34.4 = Lat. civitas in geographical sense, SIG888.118 (Scaptopara, iii A. D.), Mitteis Chr.78.6 (iv A. D.), etc.II government, administration, Ar.Eq. 219, X.Mem.3.9.15, etc.;ἄγειν τὴν π. Th.1.127
;πρασύτατα καὶ ἀσελγέστατα τῇ π. κεχρῆσθαι Hyp.Eux.29
; course of policy,τῇ π. καὶ τοῖς ψηφίσμασι D.18.87
, cf. 9.3 (pl.), 18.263;ἡ Κλεοφῶντος π. Aeschin.3.150
;ἡ πρὸς Ῥωμαίους ὁμιλία καὶ π. Str.16.2.46
: pl., acts of policy, J.Vit.65.2 tenure of public office,πᾶσαν π. ἐπιφανῶς ἐκτελέσαι IG4.716.6
([place name] Hermione);ἐν τοῖς τῆς π. χρόνοις IPE12.32B76
(Olbia, iii B. C.).III civil polity, constitution of a state, Antipho 3.2.1, Th.2.37, etc.;τὴν ἐλευθερίαν.., μᾶλλον δὲ καὶ τὰς π. D.18.65
; form of gouernment, Pl.R. 562a, etc.;ὁμολογοῦνται τρεῖς εἶναι π., τυραννὶς καὶ ὀλιγαρχία καὶ δημοκρατία Aeschin.1.4
, cf. Arist.Pol. 1293a37, etc.;αἱ τέτταρες π. Pl.R. 544b
;ἥτις ἂν π. συμφέρῃ Lys.25.8
;π. ἐστὶ τάξις ταῖς πόλεσιν ἡ περὶ τὰς ἀρχάς Arist.Pol. 1289a15
, cf. 1274b26 (pl.), 1289b27 (pl.); ὅπου μὴ νόμοι ἄρχουσιν οὐκ ἔστι π. ib. 1292a32; τὴν ἀρίστην πολιτεύεσθαι π. ib. 1288b31, cf. X.Ath.1.1, etc.2 esp. republican government, free common-wealth, Arist.EN 1160a34, Pol. 1293b22; ὅταν δὲ τὸ πλῆθος πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύηται συμφέρον, καλεῖται π. ib. 1279a39;ἄπιστον ταῖς π. ἡ τυραννίς D.1.5
;οὐ γὰρ ἀσφαλεῖς ταῖς π. αἱ πρὸς τοὺς τυράννους.. ὁμιλίαι Id.6.21
;τοὺς τὰς π. μεθιστάντας εἰς ὀλιγαρχίαν Id.15.20
;ταῖς μὲν π. πολεμοῦσι τὰς δὲ μοναρχίας συγκαθιστᾶσι Isoc.4.125
;ἔστι δήμου ἡ π. βίος Plu.2.826c
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πολιτεία
-
10 στασιάζω
I intr., to be at variance, τινι with one, X.An.2.5.28, etc.; πρός τινα ib.6.1.29, Pl.R. 545d, etc.2 in the Greek states, form a party or faction, be at odds (defined by Arist. as happening ὅταν ἑκάτερος ἑαυτὸν [ἄρχειν] βούληται, EN 1167a34), Hdt.1.59, 7.2, al., Cratin.54;ἀλλήλοις X. Mem.2.6.17
;ἐπ' ἀλλήλοισι Hdt.1.60
;περὶ τῆς ἡγεμονίης Id.8.3
;ὑπὲρ τῆς δημοκρατίας Lys.2.61
;πρὸς τοὺς τυράννους ὑπὲρ τοῦ δήμου And.2.26
: generally, quarrel,τοῖσι ἑωυτοῦ ἀδελφεοῖσι Hdt.4.160
;τάξιος εἵνεκα Id.9.27
; ; ἐν ἑαυτοῖς ib. 465b; τοῖς ἐχθροῖσι μεθ' ἡμῶν ς. side with us against them, Ar.Eq. 590;σ. κατ· ἀλλήλους περί τινος Th.4.84
;πρὸς ἀλλήλους περί τινος Pl.R. 488b
, cf. Phld.Rh.2.220 S.3 of the states themselves, to be distracted by factions and party strife, Ar.Av. 1014, Th.4.1,66, Pl.Ep. 336e, etc.4 generally, to be in a state of discord, disagree,περί τινος Id.Euthphr.8d
, al.II trans., revolutionize, throw into confusion,τὴν πόλιν Lys.18.18
;τὰ πράγματα D.11.18
;οἴκους Anon.
ap. Stob.4.31.84;τὴν Ἀντιόχειαν Philostr.VA6.38
:—[voice] Pass., in signf. 1.3,διὰ τὸ τὰ ἐν τῇ Ῥώμῃ στασιάζεσθαι D.C.40.32
;τὸ ἐστασιασμένον S.E.M.7.346
.—This trans. sense is expressed by στασιάζειν ποιῶ in Isoc.4.134.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στασιάζω
-
11 ἐπιτειχίζω
A build a fort or stronghold on the frontier of the enemy's country to serve as the basis of operations against him, abs., Th.1.142,7.47 ;ἐ. [Δεκέλειαν] τῇ πατρίδι And.1.101
, cf. Lys.14.30, Plu.Alc. 23 ; ἐ. [ἐν add.codd.]τῷ Φλιοῦντι τὸ.. Τρικάρανον X.HG7.2.1
, cf.5.1.2 ; and in [voice] Pass.,Δεκελείας. ἐπιτετειχισμένης Aeschin.2.76
: metaph., ἐ. τυράννους ἐν χώρᾳ plant them like such forts in a country, D.10.8, cf. 8.36 ; soτῷ πλούτῳ τὴν ὑπεροψίαν ἐ. Luc.Nigr.23
;ἐ. [τινὰ] τῇ συνωμοσίᾳ.. πολέμιον Plu.Brut.20
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιτειχίζω
-
12 ὑπηρέτης
ὑπηρέτ-ης, ου, ὁ, ([etym.] ἐρέτης) [dialect] Dor. [full] ὑπηρέτας IG42(1).122.40,112 (Epid., iv B. C.), SIG1000.31 (Cos, i B. C.):—II underling, servant, attendant, Hdt.3.63, 5.111;δοῦλοι καὶ πάντες ὑ. Pl.Plt. 289c
; ὑ. [τῆς πόλεως], opp. ἄρχων, Id.R. 552b;ἡ πόλις εἰς ὑπηρέτου σχῆμα.. προελήλυθεν D.23.210
; τῶν ἰατρῶν, τῶν δικαστῶν ὑ., Pl.Lg. 720a, 873b; used in Trag. and [dialect] Att. to express all kinds of subordinate relations, as Hermes is ὑ. θεῶν, A.Pr. 954, cf. 983; the Delphians are Φοίβου ὑπηρέται, S.OT 712; Neoptolemus is ὑ. to Odysseus, Id.Ph.53; the αὐλός is ὑ. to the Chorus, Pratin.Lyr.1.7: sts. c. dat.,τῷ θεῷ ὑ. Pl.Lg. 773e
; τοῖς νόμοις ib. 715c, Arist.Pol. 1287a21; alsoοἱ περὶ τυράννους καὶ πόλεις ὑ. E.Tr. 426
; opp. οἰκέτης, X.Mem.2.10.3: c. gen. objecti, ὑ. παντὸς ἔργου a helper in every work, Id.An.1.9.18.2 at Athens,a the servant who attended each man-at-arms ([etym.] ὁπλίτης) to carry his baggage, rations, and shield, Th.3.17; sts. light-armed as slingers or bowmen, Ar.Av. 1186.b ὁ τῶν ἕνδεκα ὑ. the assistant of the Eleven, employed in executions of state-criminals, Pl.Phd. 116b, cf. X.HG2.3.54, 2.4.8.c a petty officer of the Council, IG12.879 (pl.), Hesperia 3.63 (iv B. C.).3 pl., staff-officers in immediate attendance on the general, aides-de-camp, adjutants, X.Cyr.2.4.4, 6.2.13, etc.: sg., D. 50.31; also, officer attached to τάξις, σύνταγμα, or ἑκατονταρχία, Ascl. Tact.2.9, 6.3, Ael.Tact.9.4, 16.2, Arr.Tact.10.4,14.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπηρέτης
-
13 ὑποτρέφω
A rear, nourish,σκύλακας D.H.4.81
;πώγωνας D.S.3.63
;ῥίζεα.. ὑποτέτροφε λίμνη Nic.Al. 589
: metaph., cherish, nurse,τὴν χολήν Luc.Cal.24
; foster, encourage,παχὺν καὶ γλίσχρον ὑποθρέψει χυμόν Gal.Vict.Att.6
;ὑποθρέψαι πλῆθος χυμῶν Id.1.302
, cf. 6.239, al.:—[voice] Med., cherish,τόλμαν X.Cyr.2.1.17
:—[voice] Pass., grow up in succession, Pl.R. 560a;ὑ. τιμωρὸς ἐπὶ τοὺς τυράννους Plu.2.595c
;ὁ ἐκ Βερενίκης -όμενος Polyaen.8.50
, cf. Nic.Dam.51 J.; θάμβος ὑπετρέφετο my wonder grew, Call.Aet.Oxy.2080.87.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποτρέφω
-
14 ῥιζολογέω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ῥιζολογέω
См. также в других словарях:
Τυράννους — Τύραννος an absolute ruler masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τυράννους — τύραννος an absolute ruler masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αμφίπολις — Σπουδαία αρχαία ελληνική πόλη της Μακεδονίας, περίπου 40 χλμ. από τις εκβολές του Στρυμόνα. Ονομάστηκε έτσι επειδή την περιέβαλε ένας βραχίονας του Στρυμόνα. Βρισκόταν σε σημαντικό συγκοινωνιακό κόμβο, γνωστό παλαιότερα ως Εννέα Οδοί, ενώ από τον … Dictionary of Greek
ατυράννευτος — ἀτυράννευτος και ἀτυράννητος, ον (Α) αυτός που δεν κυβερνιέται από τυράννους … Dictionary of Greek
βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… … Dictionary of Greek
εξπρεσιονισμός — Καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κίνημα. Εκδηλώθηκε στη Γερμανία από το 1910 έως το 1925 και αντιπροσωπεύει τη γερμανική παραλλαγή της μεγάλης ευρωπαϊκής επανάστασης της πρωτοπορίας. Τον όρο ε. χρησιμοποίησε πρώτη φορά το 1901 στη Γαλλία ο ζωγράφος… … Dictionary of Greek
ιππίας — I (; – 490 π.Χ.). Τύραννος της Αθήνας (528 510). Ήταν γιος του τυράννου της Αθήνας Πεισίστρατου. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Ι. συγκυβέρνησε με τον αδελφό του, Ίππαρχο, από το 527 έως το 514 π.Χ. σε μία από τις λαμπρότερες περιόδους της… … Dictionary of Greek
ιππότης — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ένας από τους ηγεμόνες της δεύτερης εισβολής των Ηρακλειδών, γιος του Φίλαντα και δισέγγονος του Ηρακλή. Σκότωσε στη Ναύπακτο τη μάντισσα Κάρνο και με υπόδειξη του Απόλλωνα καταδικάστηκε σε εξορία. Τον θεωρούσαν… … Dictionary of Greek
λέαινα — Όνομα δύο εταίρων της αρχαιότητας. 1. Αθηναία εταίρα (6ος αι. π.Χ.). Ήταν φίλη του Αρμόδιου, ενός από τους Τυραννοκτόνους. Όταν ο Ίππαρχος δολοφονήθηκε, ο αδελφός του Ιππίας τη βασάνισε για να ομολογήσει ό,τι γνώριζε για τη συνωμοσία και η Α.… … Dictionary of Greek
λυσίμαχος — I (Πέλλα 361 – Κύρου πεδίον, Φρυγία Μικράς Ασίας 281 π.Χ.). Μακεδόνας στρατηγός, ηγεμόνας (323 305 π.Χ.) και κατόπιν βασιλιάς της Θράκης (305 281) και της Μακεδονίας (286 281). Ακολούθησε τον Μέγα Αλέξανδρο στην Ασία ως σωματοφύλακάς του, όπου… … Dictionary of Greek
μισοτύραννος — μισοτύραννος, ον (Α) αυτός που μισεί τους τυράννους. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ + τύραννος (πρβλ. φιλο τύραννος)] … Dictionary of Greek