Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

στρέφουσι

См. также в других словарях:

  • στρέφουσι — στρέφω Aër. pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) στρέφω Aër. pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρέφουσ' — στρέφουσα , στρέφω Aër. pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) στρέφουσι , στρέφω Aër. pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) στρέφουσι , στρέφω Aër. pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) στρέφουσαι , στρέφω …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μοττίας — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ᾧ στρέφουσι τῶν ῥυτήρων τὸν ἄξονα» …   Dictionary of Greek

  • στρέφω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. στράφω και αιολ. τ. στροφῶ, άω και δ. αν. στρόφω Α 1. (αμτβ.) μετακινούμαι επί τόπου αλλάζοντας μέτωπο ή καθώς κινούμαι αλλάζω κατεύθυνση (α. «έστρεψε λίγο αριστερά προκειμένου να τόν δει» β. «λίγο πιο κάτω έστριψε στον διπλανό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»