Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πάρεισι

См. также в других словарях:

  • πάρεισι — πάρειμι 1 sum pres ind act 3rd pl πάρειμι 2 ibo pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάρεισ' — πάρεισι , πάρειμι 1 sum pres ind act 3rd pl πάρεισι , πάρειμι 2 ibo pres ind act 3rd sg πάρεισαι , παρίζω sit beside aor imperat mid 2nd sg πάρεισα , παρίζω sit beside aor ind act 1st sg (homeric ionic) πάρεισε , παρίζω sit beside aor ind act 3rd …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεῖσ' — παρεῖσα , παρέζομαι sit beside aor ind act 1st sg (epic) παρεῖσο , παρέζομαι sit beside plup ind mp 2nd sg παρεῖσο , παρέζομαι sit beside perf imperat mp 2nd sg παρεῖσε , παρέζομαι sit beside aor ind act 3rd sg (epic) παρεῖσαι , παρέζομαι sit… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επεγκαλώ — ἐπεγκαλῶ, έω (Α) [εγκαλώ] κατηγορώ, εγκαλώ, εκφέρω κατηγορία εναντίον κάποιου («πάρεισι μὲν γὰρ οἷς ἐπεγκαλώ», Λυσ.) …   Dictionary of Greek

  • πάρειμι — (I) ΜΑ 1. παρέρχομαι, περνώ από κοντά («ὥσπερ οἱ δειλοὶ κύνες τοὺς μὲν παριόντας διώκοντες καὶ δάκνουσι», Ξεν.) 2. υπερτερώ, ξεπερνώ κάποιον (α. «ἐφάνη ἀνήρ... ὅς σε καὶ πάρεισι... πανουργίᾳ καὶ θράσει» φάνηκε ο άνδρας που θα σέ πάψει και θα σέ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»