-
1 τρεῖς
-
2 τρεῖς
τρεῑς (τρεῖς, τρᾰῶν, τρεῖς; τρᾰα nom., acc.)1 three μετὰ τριῶν τέταρτον πόνον (“ob drei πόνοι gemeint sind oder drei andere Büßer, ergibt sich aus den Worten nicht,” Wil.) O. 1.60τρεῖς τε καὶ δέκ' ἄνδρας ὀλέσαις O. 1.79
πύργον ἐσαλλόμενοι τρεῖς (sc. δράκοντες) O. 8.38 τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.38 θύγατρες αἱ τρεῖς (sc. Κάδμου) P. 3.98Ζηνὸς υἱοὶ τρεῖς P. 4.171
πεντάκις Ἰσθμοῖ στεφανωσάμενος, Νεμέᾳ δὲ τρεῖς (Hermann: τρίς codd.: sc. στεφανώσεις, Schr.) N. 6.20ἐπεί οἱ τρεῖς ἀεθλοφόροι πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.23
εὐώνυμον ἐς δίκαν τρία ἔπεα διαρκέσει (cf. Demosth., 19. 209) N. 7.48ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ I. 6.61
εἴπερ τριῶν Ἰσθμοῖ, Νεμέᾳ δὲ δυ[οῖν fr. 6a. h. τρία κρᾶτα fr. 8. ] αν τρεῖς[ (referring to the three lamentations, vv. 6—9) Θρ. 3.. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας· τετράτῳ δ αὐτὸς πεδάθη fr. 135. ] ον ἷκε συγγόνους τρεῖς π[ fr. 140a. 71 (45). -
3 τρεῖς
τρεῖς, τρία gen. τριῶν, dat. τρισίν (Hom.+) three Mt 12:40 (Jon 2:1); Mk 8:2; Lk 1:56; J 2:19 al. τὰ τρία ταῦτα 1 Cor 13:13 (cp. Philo, Det. Pot. Ins. 169 τὰ ἑπτὰ ταῦτα and several times τρία ταῦτα: Leg. All. 1, 93; 3, 249, Mos. 1, 224). τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες there are three that bear witness 1J 5:7 (cp. Alexis, Fgm. 271 τρεῖς δʼ εἰσὶν αἱ κεκτημέναι).—On ἐν τρισὶν ἡμέραις (ἐν 10a) and μετὰ τρεῖς ἡμέρας (μετά B 2a) s. WBauer, D. Leben Jesu im Zeitalter d. ntl. Apokryphen 1909, 253f. Both expressions together, evidently w. the same mng.: Sb 7696, 120f [250 A.D.]; on μετὰ τρ. ἡμ.=‘on the third day’ s. Jos., Ant. 7, 280f; 8, 214 and 218.—For δύο ἢ τρεῖς s. δύο aαג.—See s.v. πνεῦμα 8 and s. FGöbel, Formen u. Formeln der epischen Dreiheit in d. griech. Dichtung ’35; FNötscher, Biblica 35, ’54, 313–19; JBauer, Biblica 39, ’58, 354–58; JJeremias, KGKuhn Festschr. ’71, 221–29; RAC IV 269–310; BHHW I 354f.—B. 941ff. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv. -
4 τρείς
-
5 τρείς
τρέωflee from fear: pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic)τρέωflee from fear: imperf ind act 2nd sg (attic epic)τρεῖςmasc /fem nom /voc /acc pl -
6 τρεῖς
τρέωflee from fear: pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic)τρέωflee from fear: imperf ind act 2nd sg (attic epic)τρεῖςmasc /fem nom /voc /acc pl -
7 τρεῖς
-
8 τρεις
οἱ, αἱ, τρία τά (gen. τριῶν, dat. τρισί) три, трое Hom. etc.τρία ἔπεα Pind. — три слова, т.е. сказанное в добрый час ( три считалось счастливым числом)
-
9 τρεῖς
τρεῖς: three.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > τρεῖς
-
10 τρεῖς
τρεῖς, οἱ, αἱ, τρία, τά, drei. Die Drei galt von jeher als eine heilige, glückbringende Zahl -
11 Τρεῖς
Τρεῖς Ταβέρναι s. ταβέρναι. -
12 τρεῖς
{числит., 69}три.Ссылки: Мф. 12:40; 13:33; 15:32; 17:4; 18:16, 20; 26:61; 27:40, 63; Мк. 8:2, 31; 9:5; 14:58; 15:29; Лк. 1:56; 2:46; 4:25; 9:33; 10:36; 11:5; 12:52; 13:7, 21; Ин. 2:6, 19, 20; 21:11; Деян. 5:7; 7:20; 9:9; 10:19; 11:11; 17:2; 19:8; 20:3; 25:1; 28:7, 11, 12, 15, 17; 1Кор. 10:8; 13:13; 14:27, 29; 2Кор. 13:1; Гал. 1:18; 1Тим. 5:19; Евр. 10:28; Иак. 5:17; 1Ин. 5:7, 8; Откр. 6:6; 8:13; 9:18; 11:9, 11; 16:13, 19; 21:13.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > τρεῖς
-
13 τρείς
{числит., 69}три.Ссылки: Мф. 12:40; 13:33; 15:32; 17:4; 18:16, 20; 26:61; 27:40, 63; Мк. 8:2, 31; 9:5; 14:58; 15:29; Лк. 1:56; 2:46; 4:25; 9:33; 10:36; 11:5; 12:52; 13:7, 21; Ин. 2:6, 19, 20; 21:11; Деян. 5:7; 7:20; 9:9; 10:19; 11:11; 17:2; 19:8; 20:3; 25:1; 28:7, 11, 12, 15, 17; 1Кор. 10:8; 13:13; 14:27, 29; 2Кор. 13:1; Гал. 1:18; 1Тим. 5:19; Евр. 10:28; Иак. 5:17; 1Ин. 5:7, 8; Откр. 6:6; 8:13; 9:18; 11:9, 11; 16:13, 19; 21:13.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > τρείς
-
14 τρεῖς
три.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > τρεῖς
-
15 τρεῖς
тритрое трёх трехΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > τρεῖς
-
16 τρεῖς, τρεῖς, τρία
-
17 σύν-τρεις
σύν-τρεις, οἱ, αἱ, σύντρια, τά, je drei, drei zusammen, drei zugleich, immer zu dreien; Od. 9, 429; κατὰ σύντρεις γωνίας, Plat. Tim. 54 e; Sp., wie Luc. enc. Dem. 21.
-
18 δεκα-τρεῖς
δεκα-τρεῖς, τρία, dreizehn, Dem. u. Folgde.
-
19 Το μυστικό που το ξέρουνε τρεις, το ξέρουν όλοι
– Από χείλη σε χείλη το μαθαίνουν χίλιοι– Εγώ το λέω στη γάτα μου και η γάτα στην ουρά της– Το μυστικό που το ξέρουνε τρεις, το ξέρουν όλοι• Сказал другу, а пошло по кругу• Свинья борову, а боров всему городу• Скажешь курице, а она всей улицеИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Το μυστικό που το ξέρουνε τρεις, το ξέρουν όλοι
-
20 Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μέρα
Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μέρα– Ο κλέφτης και ο ψεύτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται• Как веревочка не вейся, а конец будет• Сколько вору ни воровать, а тюрьмы не миноватьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και την κακή του μέρα
См. также в других словарях:
τρεις — τρία / τρεῑς, τρία, ΝΜΑ (απόλ. αριθμτ.) Ι. ΚΛΙΣΗ: α) δωρ. ονομ. αρσ. και θηλ. τρέες και τρῆς και τρῑς β) γεν. αρσ., θηλ. και ουδ. τριών, τριῶν γ) δοτ. αρσ., θηλ. και ουδ. τρισί και τριοῑσι και τρίεσσι, αιολ. τ. τρίσσι δ) αιτ. αρσ. και θηλ. τρεις … Dictionary of Greek
τρεῖς — τρέω flee from fear pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) τρέω flee from fear imperf ind act 2nd sg (attic epic) τρεῖς masc/fem nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τρεις Ιεράρχες — Οι τρεις μεγάλοι πατέρες και οικουμενικοί διδάσκαλοι της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας: Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Κατά τον 11o αι. παρουσιάστηκε μεταξύ των χριστιανών η εξής φιλονικία: ποιος από τους Τ.I.… … Dictionary of Greek
Τρείς Μάγοι — Βιβλικά πρόσωπα, γνώστες της μαντικής και της αστρολογίας. Άλλοτε στην Περσία οι μάγοι αποτελούσαν χωριστή τάξη, την οποία τιμούσαν ιδιαίτερα. Οι βιβλικοί Τ.Μ. ήταν, κατά την παράδοση βασιλιάδες. Τα ονόματά τους ήταν Μελχιώρ, Γασπάρ και Μπαλτάσαρ … Dictionary of Greek
τρεις — οι αρσ. και θηλ., τρία, τα ουδ., αριθμ. απόλ., ποσότητα από δύο και μία μονάδες, σύνολο πραγμάτων περισσότερων από 2 και λιγότερων από 4 … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Τρεις Εκκλησίες — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.), στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου, του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Παρανύμφων … Dictionary of Greek
Βασιλείς, Τρεις — (Αστρον.). Έτσι είναι γνωστοί οι τρεις λαμπροί αστέρες που βρίσκονται στο τετράπλευρο του αστερισμού του Ωρίωνα, οι δ, ε, και ζ του αστερισμού. Το αστρικό τους μέγεθος είναι κατά σειρά 2,20, 1,70 και 1,79, το απόλυτο –6,1, –6,8 και 6,6 και… … Dictionary of Greek
τρισχίλιοι, -ιες, -ια — τρεις φορές χίλιοι, τρεις χιλιάδες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Трикирий — (τρεϊς три и κέρας свеча) трисвещник. Дикирием (см.) и Т. архиерей и архимандрит, которому дано на то право, благословляют народ. В таинственном смысле Т. знаменует троичность лиц в Боге … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Διαδοχής, πόλεμοι — Τρεις ευρωπαϊκοί πόλεμοι του πρώτου μισού του 18ου αι., που διεξήχθησαν για τη διαδοχή των θρόνων της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Αυστρίας. 1. Πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας (1701 13). Ο πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας ξέσπασε με… … Dictionary of Greek
Μηνύτωρ Ελληνικός — Τρεις γαλλόφωνες ελληνικές εφημερίδες (Moniteur Grec) με έδρα την Αθήνα. Η πρώτη, εβδομαδιαία, κυκλοφόρησε από τον Ιούλιο του 1832 έως τον Ιανουάριο του 1833. Η δεύτερη, τρισεβδομαδιαία, κυκλοφόρησε από το 1844 έως το 1848. Η τρίτη, εβδομαδιαία,… … Dictionary of Greek