-
1 μεγάλα
μεγάλᾱ, μέγαςbig: fem nom /voc /acc dualμεγάλᾱ, μέγαςbig: fem nom /voc sg (doric aeolic)μέγαςbig: neut nom /voc /acc plμέγαςbig: neut voc plμεγάλᾱ, μέγαςbig: fem voc dualμεγάλᾱ, μέγαςbig: fem voc sg (doric aeolic)——————μεγάλᾱͅ, μέγαςbig: fem dat sg (doric aeolic)μεγάλαι, μέγαςbig: fem nom /voc plμεγάλαι, μέγαςbig: fem voc pl -
2 μεγάλᾳ
Βλ. λ. μεγάλα -
3 μέγαλα
μέγαςbig: neut acc plμέγαςbig: neut nom pl -
4 μεγάλ'
μεγάλα, μέγαςbig: neut nom /voc /acc plμεγάλα, μέγαςbig: neut voc plμεγάλε, μέγαςbig: masc voc sgμεγάλᾱͅ, μέγαςbig: fem dat sg (doric aeolic)μεγάλαι, μέγαςbig: fem nom /voc plμεγάλαι, μέγαςbig: fem voc pl -
5 μεγάλας
μεγάλᾱς, μέγαςbig: fem acc plμεγάλᾱς, μέγαςbig: fem gen sg (doric aeolic) -
6 μέγαλ'
μέγαλα, μέγαςbig: neut acc plμέγαλα, μέγαςbig: neut nom plμέγαλε, μέγαςbig: masc voc sgμέγαλαι, μέγαςbig: fem nom /voc pl -
7 μεγαλανορίαις
μεγαλᾱνορίαις, μεγαληνορίαmanliness: fem dat pl (doric) -
8 μεγαλανορίαν
μεγαλᾱνορίᾱν, μεγαληνορίαmanliness: fem acc sg (attic doric aeolic) -
9 μεγαλάνορα
μεγαλά̱νορα, μεγαλήνωρhigh-souled: masc /fem acc sg (doric) -
10 μεγαλάνορος
μεγαλά̱νορος, μεγαλήνωρhigh-souled: masc /fem gen sg (doric) -
11 μεγαλάνωρ
μεγαλά̱νωρ, μεγαλήνωρhigh-souled: masc /fem nom sg (doric) -
12 μεγάλαι
μεγάλᾱͅ, μέγαςbig: fem dat sg (doric aeolic)μέγαςbig: fem nom /voc plμέγαςbig: fem voc pl -
13 μεγάλαν
μεγάλᾱν, μέγαςbig: fem acc sg (doric aeolic) -
14 μέγας
μέγᾰς, μεγάλη [pron. full] [ᾰ], me/ga?μέγαςX, gen. μεγάλου, ης, ου, dat. μεγάλῳ, ῃ, ῳ, acc. μέγᾰν, μεγάλην, μέγᾰ; dual μεγάλω, α, w; pl. μεγάλοι, μεγάλαι, μεγάλα, etc.: the stem μεγάλο- is never used in sg. nom. and acc. masc. and neut., and only once in voc. masc.,I big, of bodily size: freq. of stature,εἶδος.. μ. ἦν ὁράασθαι Od.18.4
;κεῖτο μ. μεγαλωστί Il.16.776
;ἠΰς τε μ. τε Od.9
. 508; φῶτα μέγαν καὶ καλόν ib. 513;καλή τε μεγάλη τε 15.418
;κάρτα μεγάλη καὶ εὐειδής Hdt.3.1
; φύσιν τίν' εἶχε φράζε; Answ. .b full-grown, of age as shown by stature,νῦν δ' ὅτε δὴ μ. εἰμί Od.2.314
; (anap.); later, elder of two persons of the same name, Wilcken Chr. 305 (iii B. C.);Σκιπίων ὁ μ. Plb.18.35.9
.c of animals, μ. ἵπποι, βοῦς, σῦς, Il.2.839, 18.559, Od.19.439;αἰετός Pi.I.6(5).50
.2 generally, vast, high, οὐρανός, ὄρος, πύργος, Il.1.497, 16.297, 6.386; wide, πέλαγος, λαῖτμα θαλάσσης, Od.3.179, 5.174; long, ἠϊών, αἰγιαλός, Il.12.31,2.210: sts. opp.ὀλίγος, κῦμα οὔτε μέγ' οὔτ' ὀ. Od.10.94
; but usu. opp. μικρός orσμικρός, πρὸς ἑαυτὸ ἕκαστον καὶ μ. καὶ σμικρόν Anaxag. 3
;τὸ ἄπειρον ἐκ μεγάλου καὶ μικροῦ Arist.Metaph. 987b26
, etc.II of quality or degree, great, mighty, freq. epith. of gods,ὁ μ. Ζεύς A. Supp. 1052
(lyr.), etc.; μεγάλα θεά, of Demeter and Persephone, S. OC 683 (lyr.); θεοὶ μεγάλοι, of the Cabiri, IG12(8).71 ([place name] Imbros), etc.; Μήτηρ μ., of Cybele, SIG1014.83 (Erythrae, iii B. C.), 1138.3 (Delos, ii B. C.);Μήτηρ θεῶν μ. OGI540.6
([place name] Pessinus), etc.;Ἴσιδος μ. μητρὸς θεῶν PStrassb.81.14
(ii B.C.);μ. ἡ Ἄρτεμις Ἐφεσίων Act.Ap.19.28
; τίς θεὸς μ. ὡς ὁ θεὸς ἡμῶν; LXX Ps.76(77).13;ὁ μ. θεός Ep.Tit.2.13
; of men,μ. ἠδὲ κραταιός Od.18.382
;ὀλίγος καὶ μ. Callin.1.17
, etc.; μέγας ηὐξήθη rose to greatness, D.2.5; ἤρθη μ. ib.8; βασιλεὺς ὁ μ., i. e. the King of Persia, Hdt.1.188, etc. (θεῶν β. ὁ μ., of Zeus, Pi.O. 7.34);βασιλεὺς μ. A.Pers.24
(anap.); as a title of special monarchs,Ἀρδιαῖος ὁ μ. Pl.R. 615c
;ὁ μ. Ἀλέξανδρος Ath.1.3d
;ὁ μ. ἐπικληθεὶς Ἀντίοχος Plb.4.2.7
, etc.;μ. φίλος E.Med. 549
;πλούτῳ τε κἀνδρείᾳ μ. Id.Tr. 674
;ἐπὶ μέγα ἦλθεν ἰσχύος Th.2.97
.2 strong, of the elements, etc., ἄνεμος, λαῖλαψ, Ζέφυρος, Od.19.200, 12.408, 14.458; of properties, passions, qualities, feelings, etc., of men, θάρσος, πένθος, ποθή, etc., 9.381, Il.1.254, 11.471, etc.;ἀρετή Od.24.193
, Pi. O.8.5;θυμός Il.9.496
, E.Or. 702;κλέος Il.6.446
;ἄχος 9.9
;πυρετός Ev.Luc.4.38
(incorrect acc. to Gal.7.275); ἡ μ. νοῦσος epilepsy, Hp. Epid.6.6.5, cf. Gal.17(2).341.3 of sounds, great, loud, ἀλαλητός, ἰαχή, πάταγος, ὀρυμαγδός, Il.12.138, 15.384, 21.9, 256; θόρυβοι, κωκυτός, S.Aj. 142 (anap.), E.Med. 1176; ;μὴ φώνει μέγα S.Ph. 574
.4 generally, great, mighty,ὅρκος Il.19.113
; ὄλβος, τιμά, Pi.O.1.56, P.4.148; μ. λόγος, μῦθος, a great story, rumour, A.Pr. 732, S.Aj. 226 (lyr.); ἐρώτημα a big, i. e. difficult, question, Pl.Euthd. 275d, Hp.Ma. 287b; weighty, important,τόδε μεῖζον Od.16.291
; μέγα ποιέεσθαί τι to esteem of great importance, Hdt.3.42, cf. 9.111;μέγα γενέσθαι εἴς τι X.HG7.5.6
;μ. ὑπάρχειν πρός τι Id.Mem.2.3.4
;μέγα διαφέρειν εἴς τι Pl.Lg. 78o
c; οὐκ ἂν εἴη παρὰ μέγα τὸ δικολογεῖν not of great importance, Phld.Rh.2.85 S.; τὸ δὲ μέγιστον and what is most important, Th.4.70, cf. 1.142; οἱ μέγιστοι καιροί the most pressing emergencies, D.20.44; μ. ὠνησάμενοι χρημάτων for large sums, Plb. 4.50.3, etc.5 with a bad sense, over-great, μέγα εἰπεῖν to speak big, and so provoke divine wrath, Od.22.288;λίην μέγα εἶπες 3.227
, 16.243;μέγα ἔργον 3.261
, Pi.N.10.64;ἔργων μ. A.Ag. 1546
(anap.);ὠμὸν τὸ βούλευμα καὶ μ. Th.3.36
; ἔπος μ., μ. λόγοι, S.Aj. 423 (lyr.), Ant. 1350 (anap.); μ. γλῶσσα ib. 127 (anap.);μηδὲν μέγ' εἴπῃς Id.Aj. 386
;μὴ μέγα λέγε Pl.Phd. 95b
;μὴ μεγάλα λίαν λέγε Ar.Ra. 835
;μέγα φρονεῖν S.OT 1078
, E.Hipp.6;μεγάλα φρονεῖν Ar.Ach. 988
; μεγάλα, μεῖζον ἢ δικαίως πνεῖν, E.Andr. 189, A.Ag. 376 (lyr.);μέγα τι παθεῖν X.An.5.8.17
; .6 of style. impressive, Demetr.Eloc. 278; μεῖζον more striking, ib. 103.7 of days, long, Gal.12.714.B Adv. μεγάλως [ᾰ] greatly, mightily, Od.16.432, Hes.Th. 429, Hdt.1.16,30, al., X.Cyr.8.2.10, Parth.28.1, etc.; strengthd.,μάλα μ. Il.17.723
;δμαθέντες μ. A.Pers. 907
(lyr.); with Adjs., Hdt. 1.4, 7.190.II more freq. neut. sg. μέγα as Adv., very much, exceedingly, μ. χαῖρε all hail!, v. l. for μάλα in Od.24.402; esp. with Verbs expressing strong feeling,μ. κεν κεχαροίατο Il.1.256
;μ. κήδεται 2.27
, etc.: with Verbs expressing power, might,μ. πάντων.. κρατέει 1.78
;ὃς μ. πάντων.. ἤνασσε 10.32
;πατρὸς μ. δυναμένοιο Od.1.276
, cf. Hom.Epigr.15.1, A.Eu. 950 (anap.), E.Hel. 1358 (lyr.), Ar.Ra. 141, Pl.R. 366a;μ. δύνασθαι παρά τινι Th.2.29
;πλουτέειν μ. Hdt.1.32
; or those expressing sound, loudly, μ. ἰάχειν, ἀῧσαι, βοῆσαι, εὔξασθαι, ἀμβῶσαι, Il.2.333, 14.147, 17.334, Od.17.239, Hdt.1.8 (also pl.,μεγάλ' εὔχετο Il.1.450
; μ. αὐδήσαντος, μ. ἤπυεν, Od.4.505, 9.399): strengthd.,μάλα μ. Il.15.321
;μ. δ' ἔβραχε φήγινος ἄξων 5.838
, etc.: so in Trag. with all kinds of Verbs, μ. στένειν, σθένειν, χλίειν, A.Ag. 711 (lyr.), 938, Ch. 137: also in pl.,μεγάλα.. δυστυχεῖς Id.Eu. 791
(lyr.).2 of Space, far,μέγα προθορών Il.14.363
; ἄνευθε μέγα far away, 22.88; .3 with Adjs., as μέγ' ἔξοχος, μέγα νήπιος, Il.2.480, 16.46; μ. νήπιε Orac. ap. Hdt.1.85;μ. πλούσιος Id.1.32
, 7.190;ὦ μέγ' εὔδαιμον κόρη A.Pr. 647
: with [comp] Comp. and [comp] Sup., by far, μέγ' ἀμείνονες, ἄριστος, φέρτατος, Il.4.405, 2.82, 16.21.C degrees of Comparison (regul. μεγαλώτερος, -ώτατος late, EM780.1,2):1 [comp] Comp. μείζων, ον, gen. ονος, [dialect] Ep., [dialect] Att. (also Delph., SIG 246 H 260 (iv B. C.)); [dialect] Ion., Arc., [dialect] Dor., [dialect] Aeol. μέζων, ον, Heraclit. 25, Hp.Acut.44, Hdt.1.26, IG7.235.16 ([place name] Oropus), 5(2).3.18 ([place name] Tegea), Epich.62 (also early [dialect] Att., IG12.22.65, but [με] ίζων ib.6.93, by analogy of ὀλείζων ib.76,95); dat. pl.μεζόνεσσι Diotog.
ap. Stob.4.7.62: written μέσδων in Sapph.Supp.7.6, Plu.Lyc.19: cf. [full] μέττον· μεῖζον, Hsch. (dub.); laterμειζότερος 3 Ep.Jo.4
(used as title, elder, POxy. 943.3 (vi A. D.), etc.);μειζονώτερος A.Fr. 434
:—greater, longer, taller, Il.3.168, 9.202, etc.; freq. also, too great, ; Μηνόφιλος μείζων M. the elder, Ostr.Bodl.vC 2 (ii A. D.); as title, μειζων κώμης headman of a village, POxy.1626.5 (iv A. D.), etc.: generally, the higher authority, PLond.2.214.22 (iii A. D.), POxy.1204.17 (pl., iii A. D.); οὔτε μεῖζον οὔτε ἔλαττον, a strong form of denial, nothing whatever, D.H.Comp.4; . Adv. , Th.1.130, X.Cyn.13.3, Isoc.9.21, etc.; [dialect] Ion.μεζόνως Hdt.3.128
, Herod.4.80, etc.: neut. as Adv.,μεῖζον σθένειν S.Ph. 456
, E.Supp. 216;μ. ἰσχύειν D.Ep.3.28
;ἐπὶ μ. ἔρχεται S.Ph. 259
.2 [comp] Sup. μέγιστος, η, ον, Il.2.412, etc.: neut. as Adv.,μέγιστον ἴσχυσε S.Aj. 502
; δυνάμενος μ., c. gen., Hdt.7.5, 9.9: with another [comp] Sup.,μέγιστον ἐχθίστη E.Med. 1323
: in pl.,χαῖρ' ὡς μέγιστα S.Ph. 462
;θάλλει μ. Id.OC 700
(lyr.);τὰ μέγιστ' ἐτιμάθης Id.OT 1203
(lyr.); ἐς μέγιστον ib. 521;ἐς τὰ μ. Hdt.8.111
:—late [comp] Sup.μεγιστότατος PLond.1.130.49
(i/ii A. D.). (Cf. Skt. majmán- 'greatness', Lat. magnus, Goth. mikils 'great'.) -
15 μέγας
1 (μέγας, -αν, -άλοι, -άλων; -άλα, -άλας, -άλᾳ, -άλαν, -άλαι, -αλᾶν, -άλαις, -άλας; μέγα, μεγάλῳ, μέγα, μεγάλων, μεγάλα.)a great in size.I of people, animals.τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ N. 4.27
ἀρχὸν οἰωνῶν μέγαν αἰετόν I. 6.50
II of things,μέγαν ὄλβον O. 1.56
θό-ρυβον μέγαν O. 10.73
μεγάλας δρυός P. 4.264
“μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.48
]ἐσελθὼν μέγα[ (sc. στέγος, simm.) fr. 169. 18. λιπαρᾶν τε Θηβᾶν μέγαν σκόπελον fr. 196.bI of people, mighty, sovereign † ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι ( ἐπ' ἄλλοισι coni. byz.) O. 1.113 πατὴρ μέγας (Π: γᾶς codd.: Kronos) O. 2.76 θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας Zeus O. 7.34 σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων Δ. 2.. Ματρὸς μεγάλας fr. 95. 3. μεγάλας θεοῦ Great Mother fr. 96. 1.II of things, greatμεγάλων ἀέθλων ἁγνὰν κρίσιν O. 3.21
μέγαν ὅρκον ὀμόσσαις O. 6.20
θεῶν δ' ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.65
μεγάλαν ἀρετὰν O. 8.5
μέγα τοι κλέος αἰεὶ O. 8.10
μεγάλαις ἀρεταῖς O. 11.6
εἴ τι καὶ φλαῦρον παραιθύσσει, μέγα τοι φέρεται πὰρ σέθεν pr. weighty P. 1.87ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89
ὁ μέγας πότμος P. 3.86
σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ μεγαλᾶν πολίων” P. 4.19, P. 5.16 “ μεγάλας Λακεδαίμονος” P. 4.48 “ μεγάλαν προγόνων τιμὰν” P. 4.148 μεγαλᾶν δ' ἀρετᾶν (v. l. μεγάλαν δ' ἀρετὰν) P. 5.98Διός τοι νόος μέγας P. 5.122
ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχὼν ἁβρότατος ἔπι μεγάλας ἐξ ἐλπίδος πέταται (perhaps ἀπὸ κοινοῦ with ἁβρότατος and ἐλπίδος) P. 8.89 “ μεγάλαν δύνασιν” P. 9.30ἀρεταὶ δ' αἰεὶ μεγάλαι πολύμυθοι P. 9.76
θέμεν αἶνον ἀελλοπόδων μέγαν ἵππων pr. N. 1.6μεγάλων δ' ἀέθλων N. 1.11
ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34
ταῖς μεγάλαις Ἀθήναις N. 2.8
Ἀχιλεὺς παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.44
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν N. 5.14
ἔλπομαι μέγα εἰπὼν σκοποῦ ἄντα τυχεῖν ὥτ' ἀπὸ τόξου ἱείς having made a proud claim N. 6.27ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.4
ἀρετὰς ἀποδεικνύμενοι μεγάλας N. 6.47
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12
παρὰ μέγαν ὀμφαλὸν εὐρυκόλπου μόλεν χθονός N. 7.33
καὶ μέγα ἔργονἐμήσαντ' ὠκέως N. 10.64
μεγάλαι δ' ἀρεταὶ I. 3.4
μή μοι μέγας ἕρπων κάμοι ἐξοπίσω χρόνος ἔμπεδος Pae. 2.26
]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ Δ. 1.. ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς fr. 205.ὁ μέγας κίνδυνος O. 1.81
ἔπαθον μεγάλα O. 2.23
ταύταν μεγάλαν ἀυάταν P. 3.24
πεδὰ μέγαν κάματον P. 5.47
ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ' ἐξαίρετον N. 1.70
ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες I. 8.6
πρὸ πόνων δέ κε μεγάλων Pae. 6.90
τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
IV frag. ] ιαντα μεγαν[ fr. 169. 14.2 comp., μείζων. (-ων, -ω; -ονα acc.) greaterκτίσεν δ' ἄλσεα μείζονα θεῶν P. 5.89
δαέντι δὲ καὶ σοφία μείζων ἄδολος τελέθει (pr.: v. von d. Mühll, M. H., 1963, 200) O. 7.53ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
] κε μεζον θε[ (Π̆{S}: μεγα Π.) P. Oxy. 2445, fr. 6.3 superl., μέγιστος. (-ῳ, -ον, -οι; -αν, -αις; -ον nom., acc., -α acc.)a of people, mightiest πατρὶ μεγίστῳ Zeus O. 10.45, cf. O. 9.61 Δαναῶν ἧσαν μέγιστοι <¯˘¯> the sons of Talaos N. 9.17 σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 4.b of things, preeminent, foremostἑορταῖς θεῶν μεγίσταις O. 5.5
τεθμόν τε μέγιστον ἀέθλων O. 6.69
τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278
τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64
τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ τόλμᾳ τε καὶ σθένει P. 10.24
μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται N. 8.25
ἀστῶν γενεᾷ μέγιστοι κλέος αὔξων pr. I. 7.29 ἔχεν δὲ σπέρμα μέγιστον ἄλοχος (i. e. τοῦ μεγίστου, of Zeus) O. 9.61c fragg. ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3. ] μεγιστων[ fr. 215c. 2. -
16 κατεργάζομαι
κατεργ-άζομαι, [tense] fut. - άσομαι, later [ per.] 3sg. - ᾶται PTeb.10.2 (ii B.C.): [tense] aor. κατειργασάμην, and (in pass. sense) κατειργάσθην (v. infr.): [tense] pf. κατείργασμαι both in act. and pass. sense (v. infr.):—A effect by labour, achieve,πρήγματα μεγάλα Hdt.5.24
; ;μόρον.. ἐπαλλήλοιν χεροῖν Id.Ant.57
;ταῦθ' ἁπινοεῖς Ar.Ec. 247
;τὰ δυνατά Th.4.65
;τὰ πρὸς εὐδαιμονίαν Phld.Rh.2.31
S.;μεγάλα μὲν ἐπινοεῖτε, ταχὺ δὲ κατεργάζεσθε X.Hier.2.2
;κ. εἰρήνην τινί And.3.8
; ἢν κατεργάσῃ if you do the job, Ar.Eq. 933: [tense] pf.κατείργασμαι, μέγιστα ἔργα X.Mem. 3.5.11
: in pass. sense, to have been effected or achieved, Hdt.1.123, 141, 4.66, E.IT 1081, etc.;κατειργασμένη ὠφέλεια Antipho 2.1.4
;ἐλθεῖν ἐπὶ κατειργασμένοις Lys.31.9
: [tense] aor. - ειργάσθην Luc.Herm.5.b earn, gain by labour, acquire,τὴν ἡγεμονίην Hdt.3.65
;πόλει σωτηρίαν E. Heracl. 1046
;μεγάλα τῇ πόλει Aeschin.3.229
;τοῦτο D.45.66
;ὁ κατειργασμένος τὴν τυραννίδα Pl.Grg. 473d
: in pass. sense,ἀρετὴ ἀπὸ σοφίης κατεργασμένη Hdt.7.102
.c abs., achieve one's object, be successful,αὐτὸς ἑωυτῷ Id.5.78
; simply, work, PTeb.ined.703.148
.2 c. acc. pers., make an end of, finish, kill,ἑωυτόν Hdt.1.24
, cf. E.Hipp. 888, etc.;λέοντα βίᾳ S.Tr. 1094
.b overpower, subdue, conquer, Hdt.6.2, Ar.Eq. 842, Th.4.85, Isoc.9.59, etc.;τὴν Ἑλλάδα Hdt.8.100
; ποσὶ καὶ στόματι κ. [τινά] attack him, of a horse, Id.5.111: in pass. sense, of land, μακέλλῃ τῇ κατείργασται πέδον is subdued, brought under cultivation, A.Ag. 526;κατεργαζομένη ἡ γῆ Thphr.CP3.1.3
; later trans., cultivate, PTeb.10.2 (ii B.C.), etc.c prevail upon, κατεργάσατο καὶ ἀνέπεισε Ξέρξην, ὥστε .. Hdt.7.6, cf. X.Mem.2.3.16, Parth.13.1, Plu.Fab.21;κ. τινὰ πειθοῖ Str.10.4.2
:—[voice] Pass., οὐκ ἐδύνατο κατεργασθῆναι [ἡ γυνή] could not be prevailed upon, Hdt.9.108.d c. dupl. acc., do something to one,καλόν τι τὴν πόλιν And.2.17
(but κ. τὴν πόλιν carry on business in the city, SIG899 (Mesambria, iii A.D.)).II till, cultivate land, PSI6.632.9 (iii B.C.), etc.; work up for use, freq. of food, by chewing or digestion,ὀδόντας ἔχει οἷς κ. τὴν τροφήν Arist.HA 501b30
, cf. Juv. 469a31, Spir. 482b16, Gal.11.649 ([voice] Pass.); τὸ -αζόμενον ἔχειν εὔρωστον a strong digestion, Id.17(2).430; κ. τὰ ἐδέσματα Sch. Ar.Eq. 714; by grinding (of corn), Longus 3.30, cf. D.H.5.13 ([voice] Pass.); by ripening (of fruits),κατειργασμένα ἐπὶ τοῦ δένδρου Gal.11.367
; κ. μέλι make.., Hdt.4.194; κ. τὴν κόπρον prepare it, Arist.HA 552a24;σίδηρον D.27.10
;ξύλα-ειργασμένα Thphr.CP5.17.2
;στίππυον τὸ κατειργαζμένον PCair.Zen.472.9
(iii B.C.);λίθους D.S.1.98
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατεργάζομαι
-
17 μέγας
μέγας, μεγάλη, μέγα (Hom.+) comp. μείζων and beside it, because of the gradual disappearance of feeling for its comp. sense, μειζότερος 3J 4 (APF 3, 1906, 173; POxy 131, 25; BGU 368, 9; ApcSed 1:5 [cp. J 15:13]; s. B-D-F §61, 2; W-S. §11, 4; Mlt-H. 166; Gignac II 158). Superl. μέγιστος (2 Pt 1:4).① pert. to exceeding a standard involving related objects, large, greatⓐ of any extension in space in all directions λίθος Mt 27:60; Mk 16:4. δένδρον Lk 13:19 v.l. (TestAbr B 3 p. 107, 6 [Stone p. 62]). κλάδοι Mk 4:32. Buildings 13:2. Fish J 21:11. A mountain (Tyrtaeus [VII B.C.], Fgm. 4, 8 D.2; Ps.-Aristot., Mirabilia 138; Theopomp. [IV B.C.]: 115 Fgm. 78 Jac.) Rv 8:8. A star vs. 10. A furnace 9:2 (ParJer 6:23). A dragon (Esth 1:1e; Bel 23 Theod.) 12:3, 9. ἀετός (Ezk 17:3; ParJer 7:18 [RHarris; om. Kraft-Purintun]) vs. 14. μάχαιρα a long sword 6:4. ἅλυσις a long chain 20:1. πέλαγος AcPl Ha 7, 23 (first hand).ⓑ with suggestion of spaciousness ἀνάγαιον a spacious room upstairs Mk 14:15; Lk 22:12. θύρα a wide door 1 Cor 16:9. A winepress Rv 14:19 (ληνός μ. ‘trough’ JosAs 2:20); χάσμα a broad chasm (2 Km 18:17) Lk 16:26. οἰκία (Jer 52:13) 2 Ti 2:20.ⓒ with words that include the idea of number ἀγέλη μ. a large herd Mk 5:11. δεῖπνον a great banquet, w. many invited guests (Da 5:1 Theod.; JosAs 3:6) Lk 14:16. Also δοχὴ μ. (Gen 21:8) Lk 5:29; GJs 6:2.ⓓ of age (Jos., Ant. 12, 207 μικρὸς ἢ μέγας=‘young or old’); to include all concerned μικροὶ καὶ μεγάλοι small and great (PGM 15, 18) Rv 11:18; 13:16; 19:5, 18; 20:12. μικρῷ τε καὶ μεγάλῳ Ac 26:22. ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου (Gen 19:11; 4 Km 23:2; 2 Ch 34:30; POxy 1350) 8:10; Hb 8:11 (Jer 38:34). μέγας γενόμενος when he was grown up 11:24 (Ex 2:11). ὁ μείζων the older (O. Wilck II, 144, 3 [128 A.D.]; 213, 3; 1199, 2; LXX; cp. Polyb. 18, 18, 9 Σκιπίων ὁ μέγας; 32, 12, 1) Ro 9:12; 13:2 (both Gen 25:23).② pert. to being above average in quantity, great πορισμός a great means of gain 1 Ti 6:6. μισθαποδοσία rich reward Hb 10:35.③ pert. to being above standard in intensity, great δύναμις Ac 4:33; 19:8 D. Esp. of sound: loud φωνή Mk 15:37; Lk 17:15; Rv 1:10; φωνῇ μεγάλῃ (LXX; TestAbr A 5 p. 82, 20f [Stone p. 12]; ParJer 2:2; ApcMos 5:21) Mt 27:46, 50; Mk 1:26; 5:7; 15:34; Lk 4:33; 8:28; 19:37; 23:23 (Φωναῖς μεγάλαις), 46; J 11:43; Ac 7:57, 60; 8:7; Rv 5:12; 6:10 al.; μεγ. φωνῇ (ParJer 5:32); Ac 14:10; 16:28; μεγ. τῇ φωνῇ (ParJer 9:8; Jos., Bell. 6, 188) 14:10 v.l.; 26:24; ἐν φωνῇ μ. Rv 5:2. μετὰ σάλπιγγος μεγάλης with a loud trumpet call Mt 24:31. κραυγή (Ex 11:6; 12:30) Lk 1:42; Ac 23:9; cp. μεῖζον κράζειν cry out all the more Mt 20:31. κοπετός (Gen 50:10) Ac 8:2.—Of natural phenomena: ἄνεμος μ. a strong wind J 6:18; Rv 6:13. λαῖλαψ μ. (Jer 32:32) Mk 4:37. βροντή (Sir 40:13) Rv 14:2. χάλαζα Rv 11:19; 16:21a. χάλαζα λίαν μ. σφόδρα AcPl Ha 5, 7. σεισμὸς μ. (Jer 10:22; Ezk 3:12; 38:19; Jos., Ant. 9, 225) Mt 8:24; 28:2; Lk 21:11a; Ac 16:26. γαλήνη μ. a deep calm Mt 8:26; Mk 4:39; φῶς μ. a bright light (JosAs 6:3; ParJer 9:18 [16]; Plut., Mor. 567f: a divine voice sounds forth from this light; Petosiris, Fgm. 7, ln. 39 τὸ ἱερὸν ἄστρον μέγα ποιοῦν φῶς) Mt 4:16a; GJs 19:2 (Is 9:1). καῦμα μ. intense heat Rv 16:9 (JosAs 3:3).—Of surprising or unpleasant events or phenomena of the most diverse kinds (ἀπώλεια Dt 7:23; θάνατος Ex 9:3; Jer 21:6; κακόν Philo, Agr. 47) σημεῖα (Dt 6:22; 29:2) Mt 24:24; Lk 21:11b; Ac 6:8. δυνάμεις 8:13. ἔργα μ. mighty deeds (cp. Judg 2:7) Rv 15:3. μείζω τούτων greater things than these J 1:50 (μείζονα v.l.); cp. 5:20; 14:12. διωγμὸς μ. a severe persecution Ac 8:1; θλῖψις μ. (a time of) great suffering (1 Macc 9:27) Mt 24:21; Ac 7:11; Rv 2:22; 7:14. πειρασμός AcPl Ha 8, 22. πληγή (Judg 15:8; 1 Km 4:10, 17 al.; TestReub 1:7; TestSim 8:4; Philo, Sacr. Abel. 134) 16:21b. θόρυβος GJs 21:1; AcPl Ha 1, 28f (restored, s. AcPlTh [Aa I 258, 6]) λιμὸς μ. (4 Km 6:25; 1 Macc 9:24) Lk 4:25; Ac 11:28; ἀνάγκη μ. Lk 21:23; πυρετὸς μ. a high fever (s. πυρετός) 4:38.—Of emotions: χαρά great joy (Jon 4:6; JosAs 3:4; 4:2 al.; Jos., Ant. 12, 91) Mt 2:10; 28:8; Lk 2:10; 24:52. φόβος great fear (X., Cyr. 4, 2, 10; Menand., Fgm. 388 Kö.; Jon 1:10, 16; 1 Macc 10:8; TestAbr B 13 p. 117, 18 [Stone p. 82]; JosAs 6:1; GrBar 7:5) Mk 4:41; Lk 2:9; 8:37; Ac 5:5, 11; AcPl Ha 3, 33. θυμὸς μ. fierce anger (1 Macc 7:35) Rv 12:12. μείζων ἀγάπη greater love J 15:13. λύπη profound (Jon 4:1; 1 Macc 6:4, 9, 13; TestJob 7:8) Ro 9:2. σκυθρωπία AcPl Ha 7, 36. πίστις firm Mt 15:28. ἔκστασις (cp. Gen 27:33; ParJer 5:8, 12) Mk 5:42.④ pert. to being relatively superior in importance, greatⓐ of rational entities: of God and other deities θεός (SIG 985, 34 θεοὶ μεγάλοι [LBlock, Megaloi Theoi: Roscher II 2523–28, 2536–40; SCole, Theoi Megaloi, The Cult of the Great Gods at Samothrace ’84]; 1237, 5 ὀργὴ μεγάλη τ. μεγάλου Διός; OGI 50, 7; 168, 6; 716, 1; PStras 81, 14 [115 B.C.] Ἴσιδος μεγάλης μητρὸς θεῶν; POxy 886, 1; PTebt 409, 11; 22 ὁ θεὸς μ. Σάραπις, al.; PGM 4, 155; 482; 778 and oft.; 3052 μέγ. θεὸς Σαβαώθ; 5, 474; Dt 10:17 al. in LXX; En 103:4; 104:1; Philo, Cher. 29 al.; Jos., Ant. 8, 319; SibOr 3, 19; 71 al.—Thieme 36f) Tit 2:13 (Christ is meant). Ἄρτεμις (q.v.) Ac 19:27f, 34f (cp. Ael. Aristid. 48, 21 K.=24 p. 471 D. the outcry: μέγας ὁ Ἀσκληπιός); s. New Docs 1, 106 on this epithet in ref. to deities. Simon the magician is called ἡ δύναμις τ. θεοῦ ἡ καλουμένη μεγάλη Ac 8:10b (s. δύναμις 5). The angel Michael Hs 8, 3, 3; cp. 8, 4, 1.—Of people who stand in relation to the Divinity or are otherw. in high position: ἀρχιερεύς (s. ἀρχιερεύς 2a and ἱερεύς aβ.—ἀρχ. μέγ. is also the appellation of the priest-prince of Olba [s. PECS 641f] in Cilicia: MAMA III ’31 p. 67, ins 63; 64 [I B.C.]) Hb 4:14. προφήτης (Sir 48:22) Lk 7:16. ποιμήν Hb 13:20. Gener. of rulers: οἱ μεγάλοι the great ones, those in high position Mt 20:25; Mk 10:42. Of people prominent for any reason Mt 5:19; 20:26; Mk 10:43; Lk 1:15, 32; Ac 5:36 D; 8:9 (MSmith, HWolfson Festschr., ’65, 741: μ. here and Lk 1:32 may imply a messianic claim).—μέγας in the superl. sense (2 Km 7:9.—The positive also stands for the superl., e.g. Sallust. 4 p. 6, 14, where Paris calls Aphrodite καλή=the most beautiful. Diod S 17, 70, 1 πολεμία τῶν πόλεων=the most hostile [or especially hostile] among the cities) Lk 9:48 (opp. ὁ μικρότερος).—Comp. μείζων greater of God (Ael. Aristid. 27, 3 K.=16 p. 382 D.; PGM 13, 689 ἐπικαλοῦμαί σε, τὸν πάντων μείζονα) J 14:28; Hb 6:13; 1J 3:20; 4:4. More prominent or outstanding because of certain advantages Mt 11:11; Lk 7:28; 22:26f; J 4:12; 8:53; 13:16ab; 1 Cor 14:5. More closely defined: ἰσχύϊ καὶ δυνάμει μείζων greater in power and might 2 Pt 2:11. μεῖζον τοῦ ἱεροῦ someth. greater than the temple Mt 12:6. μείζων with superl. mng. (Ps.-Apollod., Epit. 7, 8 Wagner: Ὀδυσσεὺς τρεῖς κριοὺς ὁμοῦ συνδέων … καὶ αὐτὸς τῷ μείζονι ὑποδύς; Appian, Bell. Civ. 2, 87 §366 ἐν παρασκευῇ μείζονι= in the greatest preparation; Vett. Val. 62, 24; TestJob 3:1 ἐν μείζονι φωτί) Mt 18:1, 4; 23:11; Mk 9:34; Lk 9:46; 22:24, 26.ⓑ of things: great, sublime, important μυστήριον (GrBar 1:6; 2:6; ApcMos 34; Philo, Leg. All. 3, 100 al.; Just., A I, 27, 4) Eph 5:32; 1 Ti 3:16. Of the sabbath day that begins a festival period J 19:31; MPol 8:1b. Esp. of the day of the divine judgment (LXX; En 22:4; ApcEsdr 3:3 p. 27, 7 Tdf.; Just., D. 49, 2 al.; cp. TestAbr A 13 p. 92, 11 [Stone p. 32]) Ac 2:20 (Jo 3:4); Jd 6; Rv 6:17; 16:14. Of Paul’s superb instructional ability μ̣ε̣γάλῃ καθ̣[ηγήσει] AcPl Ha 6, 30f.—μέγας in the superl. sense (Plut., Mor. 35a w. πρῶτος; Himerius, Or. 14 [Ecl. 15], 3 μέγας=greatest, really great; B-D-F §245, 2; s. Rob. 669) ἐντολή Mt 22:36, 38. ἡμέρα ἡ μ. τῆς ἑορτῆς the great day of the festival J 7:37 (cp. Lucian, Pseudolog. 8 ἡ μεγάλη νουμηνία [at the beginning of the year]); Mel., P. 79, 579; 92, 694 ἐν τῇ μ. ἐορτῇ; GJs 1:2; 2:2 (s. deStrycker on 1:2). Of Mary’s day of parturition ὡς μεγάλη ἡ σήμερον ἡμέρα what a great day this is GJs 19:2. μείζων as comp. (Chion, Ep. 16, 8 philosophy as νόμος μείζων=higher law; Sir 10:24) J 5:36; 1J 5:9. μ. ἁμαρτία J 19:11 (cp. schol. on Pla. 189d ἁμαρτήματα μεγάλα; Ex 32:30f). τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα the more important spiritual gifts (in the sense Paul gave the word) 1 Cor 12:31. As a superl. (Epict. 3, 24, 93; Stephan. Byz. s.v. Ὕβλαι: the largest of three cities is ἡ μείζων [followed by ἡ ἐλάττων, and finally ἡ μικρά=the smallest]. The comparative also performs the function of the superlative, e.g. Diod S 20, 22, 2, where πρεσβύτερος is the oldest of 3 men) Mt 13:32; 1 Cor 13:13 (by means of the superl. μ. Paul singles out from the triad the one quality that interests him most in this connection, just as Ael. Aristid. 45, 16 K. by means of αὐτός at the end of the θεοί singles out Sarapis, the only one that affects him).—The superl. μέγιστος, at times used by contemporary authors, occurs only once in the NT, where it is used in the elative sense very great, extraordinary (Diod S 2, 32, 1) ἐπαγγέλματα 2 Pt 1:4.—On the adv. usage Ac 26:29 s. ὀλίγος 2bβ.—Neut. pl. μεγάλα ποιεῖν τινι do great things for someone Lk 1:49 (cp. Dt 10:21). λαλεῖν μεγάλα καὶ βλασφημίας utter proud words and blasphemies Rv 13:5 (Da 7:8; cp. En 101:3). ἐποίει μεγ̣[ά]λα καὶ [θα]υ̣[μά]σ̣ι̣α̣ (Just., A I, 62, 4) (Christ) proceeded to perform great and marvelous deeds AcPl Ha 8, 33/BMM verso 6.⑤ pert. to being unusual, surprising, neut. μέγα εἰ … θερίσομεν; is it an extraordinary thing (i.e. are we expecting too much = our colloquial ‘is it a big deal’) if we wish to reap? 1 Cor 9:11. οὐ μέγα οὖν, εἰ it is not surprising, then, if 2 Cor 11:15 (on this constr. cp. Pla., Menex. 235d; Plut., Mor. 215f; Gen 45:28; s. AFridrichsen, ConNeot 2, ’36, 46).—B. 878f; 1309. DELG. M-M. TW. Sv. -
18 ἐν
ἐν (in crasis1κἀν I. 4.25
, I. 6.59 coni., butκαὶ ἐν P. 9.40
: repeated 13 times O. 2.43, O. 6.55, I. 5.30 etc.: follows noun governed 7 times O. 13.44, P. 9.69, Παρθ. 2. 7, etc.: governs only the second of two nouns P. 4.130, O. 7.12:ἐνί P. 6.18
, Θρ. 7. 3, fr. 163: joined withἐπὶ N. 5.2
,παρά N. 9.34
) A prep. c. dat.1 of time.a of point of time, in, at, on δεῖ σάμερονἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28
κυρίῳ δ' ἐν μηνὶ πέμποισ ἀμφιπόλους O. 6.32
νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26
[ κἀν (Mosch.: ἐν καὶ codd. vulgo: καὶ cod. unus) P. 1.35] ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ (sc. ἁμέρᾳ) P. 4.132τὰν πολυξέναν ἐν ἱερομηνίᾳ Νεμεάδι ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2
νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37
τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει I. 4.65
“ ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.44ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ Pae. 6.5
ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντεὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ Pae. 6.61
τῷδ' ἐν ἄματι τερπνῷ Pae. 15.1
Ψμέναιον, ὃν ἐν γάμοισι χροιζόμενον [Μοῖρα] σύμπρωτον λάβεν (Welcker: ἐργάμοισι cod.) Θρ. 3.. ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6.b during, within, in the course ofἐν ἁμέρᾳ O. 1.6
ἐν παντὶ χρόνῳ O. 6.36
ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ O. 6.100
ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94
ἐν μικρῷ χρόνῳ O. 12.12
ἐν ὄρφναῖσι P. 1.23
ἐν δ' αὖτε χρόνῳ P. 3.96
ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127
ἀθρόαις πέντε νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130
[ ἐνχρόνῳ (Chaeris: ἄν codd.) P.4. 258]ἐν δὲ χρόνῳ P. 4.291
, P. 8.15ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.92
τέκε ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν P. 9.85
ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.18
ἐν περισθενεῖ μαλαχθεὶς παγκρατίου στόλῳ N. 3.16
ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.70
ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν N. 4.94
ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52
ἦ τιν' ἄγλωσσον μὲν ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (Hermann e Σ: κατέχει τε, κατέχειν codd.) N. 8.25 ἐν πολυφθόροις ἁμέραις (Boeckh: πολυφθόροις ἐν codd.) N. 8.31 χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς N.8.49. codd.) ἐν πολέμῳ N. 9.36. ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N.9.42. ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίωνμιν ὀμφαὶ κώμασαν N. 10.34
φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59
“ παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνειν” N. 10.78ἐν δὲ χειμῶνι πλέων I. 2.42
ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ I. 4.16
ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ I. 4.36
τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.47
καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ (bis) I. 5.48—9. “Αἴαντα, λαῶν ἐν πόνοις ἔκπαγλον Ἐνυαλίου” I. 6.54 ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr.ἄστρον ὑπέρτατον ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον Pae. 9.3
]βαρβιτίξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ fr. 124d. ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος fr. 125. 2. μηδ' ἀμαύρου τέρψιν ἐν βίῳ fr. 126. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν fr. 131b. 3. πενταετηρὶς ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.c in the space ofπολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.82
βάματι δ' ἐν πρώτῳ κιχὼν παῖδ P. 3.43
τὸν Ἀργείων τρόπον εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59d phrases τὸν ἅπαντα χρόνον ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ (ἐν om. codd.: supp. Hermann: ἐνσχερώ Dindorf: in a line, uninterruptedly) N. 1.69 ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι ( ἐνσχερὼ Heyne) N. 11.39 ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι ( ἐνσχερὼ Fr. Portus i. e. 100 feet broad without interruption) I. 6.22 ὥστ' ἐν τάχει τινὰ Νηρείδων πράξειν ἄκοιτιν soon N. 5.35 [ ἀλλ' ἐν ἀμείβοντι (Musur.: ἐναμείβοντι codd.) N. 11.42]2 of place.a ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ. O. 1.24ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος O. 3.23
ἐν Πίσᾳ O. 6.5
ἐν Ὀλυμπίᾳ O. 6.26
ἐν Ὀλυμπιάδι O. 10.16
ἐν Πίσᾳ O. 10.43
ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101
ἐν δὲ Πυθῶνι O. 2.39
ἐν Δελφοῖσιν O. 13.43
Πυθιάδος δ' ἐν δρόμῳ P. 1.32
ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27
ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ P. 6.8
Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς P. 6.18
Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63
ἐν Πυθιάδι P. 8.84
ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71
ἀγῶνί τε Κίρρας, ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν P. 11.13
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν P. 11.15
Καφισίδος ἐν τεμένει P. 12.27
ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9
ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι N. 6.34
ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34
ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
ἐν Κρίσᾳ I. 2.18
χόρτοις ἐν λέοντος O. 13.44
Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5
ἐν Νεμέᾳ N. 2.23
ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ N. 3.18
κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ I. 3.12
ἐν Νεμέᾳ I. 6.3
“θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτἐν Νεμέᾳ” I. 6.48κλεινᾷ τἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
ἐν Κορίνθου πύλαις O. 9.86
ἐν Ἰσθμιάδεσσιν O. 13.33
ἐν δἀμφιάλοισι Ποτειδᾶνος τεθμοῖσιν O. 13.40
ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς N. 2.21
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι N. 6.39
τρὶς μὲν' ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών N. 10.27
Κορίνθου τἐν μυχοῖς N. 10.42
ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ I. 3.11
ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισἀρετά I. 5.17
cf. ( Κόρινθον)ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6
ἐν ἄστει Πειράνας O. 13.61
ἐν Θήβαισι O. 6.16
τά τἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84
ἐν Θήβαις O. 13.107
ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90
, P. 8.39 “ ἐν Κάδμου πύλαις” P. 8.47Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις N. 4.19
ἐν Θήβαις N. 10.8
ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει I. 5.30
—3.ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις I. 8.16
ἐ]ν ἑπταπύλοισι —[ (sc. Θήβαις) fr. 169. 47.κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82
ἐν Ἀθάναις O. 9.88
κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38
, N. 8.11ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20
ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις οἰχνεῖτε fr. 75. 4.ἐν Σικελίᾳ O. 1.12
ἐν Ἄργει O. 7.83
ἐν Μεγάροισιν O. 7.86
ἐν Μαραθῶνι O. 9.89
ἐν Σπάρτᾳ P. 1.77
ἐν Φθίᾳ P. 3.101
“ ἐν δὲ Νάξῳ” P. 4.88Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70
ἐν Μεγάροις (ἐν secl. byz.) P. 8.78ἐν Ἄργει P. 9.112
τῶν δἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19
κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις P. 11.32
ἄειδ' ἐν Παλίῳ (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22ἐν Τροίᾳ N. 2.14
ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ I. 1.8
ἐν Φυλάκᾳ I. 1.59
ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34
ἐν Ἐπιδαύρῳ I. 8.68
]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ[ Δ. 1.. ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93. ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ ] ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ fr. 123. 13.Μαιναλίαισιν ἐν δειραῖς O. 9.59
ἐν Παλίου σφυροῖς P. 2.45
“ Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοις” P. 4.16 “ Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας” P. 4.20Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.80
ἐν μυχοῖσι Πιερίδων P. 6.49
μυχῷ τ' ἐν Μαραθῶνος P. 8.79
Πίνδου κλεεναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
Αἰγίνᾳ τε γὰρ Νίσου τἐν λόφῳ P. 9.91
τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος P. 9.98
ἐν πεδίῳ Φλέγρας N. 1.67
Νίσου τ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.46
ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ζαθεᾶς Πάρου ἐν γυάλοις fr. 140a. 63 (37). ἐν Κόλχων δόμοις fr. 172. 7.ἐν δρόμοισι O. 1.21
ἐν δρόμοις O. 1.94
ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε O. 2.43
—4.Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15
νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26
ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων N. 11.14
ἔν τ' ἀέθλοισι I. 1.18
ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23
ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι I. 5.6
ἔν τ' ἀγωνίοις ἀέθλοισι I. 5.7
]ἐν δαιτί τε πα[ Πα. 13a. 21.ἐν οἴκῳ O. 6.48
μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις P. 2.33
ἐν θαλάμῳ P. 3.11
τείχει ἐν ξυλίνῳ P. 3.38
“ ἐν λέχεσιν” P. 4.51 “ πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι” P. 4.53 ἄλλοις ἐν τείχεσιν” P.4.268. “ ἐν δώμασι” P. 4.113θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.69
ἐν μεγάρῳ N. 1.31
Φιλύρας ἐν δόμοις N. 3.43
ἐν λέκτροις Ἀκάστου N. 5.30
Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις I. 7.6
ἐν μεγάροις Δ. 2.. ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.58
ἐν Οὐλύμπῳ O. 13.92
ἐν οὐρανῷ O. 14.10
ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ P. 1.15
χρυσέαις ἐν ἕδραις P. 3.94
“ δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71
“ οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισιν” N. 10.88 ἐν Ὀλύμπῳ fr. 33c. 5.ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28
ἐν πελάγει O. 7.56
ἁλμυροῖς δ' ἐν βένθεσιν O. 7.57
ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.3
—4. “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς” P. 9.47ἐν χέρσῳ N. 1.62
ἐν πελάγει N. 3.23
ἐν δΕὐξείνῳ πελάγει N. 4.49
ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ N. 9.43
ἐν πόντῳ I. 5.5
ἐν πεδίῳ I. 8.54
ἐν πόντῳ I. 9.7
πελάγει δ' ἐν πολυχρύσοιο πλούτου fr. 124. 6. ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει fr. 140b. 16. ἐν πόντῳ P. Oxy. 2622. 13 ad ?fr. 346.ἐν ναυσὶ κοίλαις O. 6.10
ἐν Μοισᾶν δίφρῳ O. 9.81
ἐν ναυσὶν P. 3.68
ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2
ἐν ναυσὶν I. 6.30
κελεύθῳ τἐν καθαρᾷ O. 6.23
ἀλλἔν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τἐν ἀπειρίτῳ (v. κρύπτω) O. 6.55πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35
οὐλίῳ ἐν Ἄρει O. 9.76
ταύτᾳ δἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51
ἐν ἅπαντι κράτει O. 10.82
ἐν ἀλκᾷ O. 13.55
οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις P. 1.47
Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22
χρυσὸς ἐν χερσὶν φανεὶς P. 3.55
ἐν ὄρει P. 3.90
ἐν πολέμῳ P. 3.101
ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.8
ἐν ἀγορᾷ P. 4.85
ἐν πρύμνᾳ P. 4.194
ἐν μέσσοις P. 4.224
ἐν ἀλλοδαπαῖς ἀρούραις P. 4.254
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25
παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34 δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους i. e. inside N. 10.61καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.8
πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12
πατρωίαις ἐν ἀρούραις Pae. 6.106
λτ;ἐνγτ; [τεμέ]νει φίλῳ (supp. Zenodot)Πα.. 12. χρηστήριον[ ] ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκεν Pae. 9.41
ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς (add. Boeckh: ἐν om. codd.) fr. 122. 7. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι (coni. Boeckh: ἐν cod.) Θρ.. 3. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες fr. 210.b at, before met.,τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32
μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.433 in, contained in, surrounded bya of clothing, simm.χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων O. 6.8
“ σπαργάνοις ἐν πορφυρέοις” P. 4.114Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.13
ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν N. 10.14
τὸν μὲν ἐν ῥίνῳ λέοντος στάντα I. 6.37
cf. ὑφ' ἅρμασιν ἵππος, ἐν δ ἀρότρῳ βοῦς ( harnessed to) fr. 234. 2.b contained inμονόψαφον ἐν κολεῷ κατασχοῖσα ξίφος N. 10.6
καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις N. 10.36
c of light and darkness.ἐν ὄρφνᾳ O. 1.71
O. 13.70ἐν σκότῳ O. 1.83
ἐν καθαρῷ O. 10.45
φάει δὲ ἐν καθαρῷ P. 6.14
σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν N. 4.38
νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ (Heyne: φασι codd.) fr. 203. 2. met.,ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται I. 7.27
d met.,εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον βαρυλόγοις ἔχθεσιν πιαινόμενον P. 2.54
ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N.1.10.τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχε θέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
4 of feelings, thoughts.ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37
ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος O. 10.63
εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων P. 1.89
αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219
ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ, ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62
5 amongaζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις O. 2.25
Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78
φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.26
τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53
τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
ἐν ἀγαθοῖς P. 2.81
ἐν ἀνθρώποισι P. 3.21
σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107
“ τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς” P. 4.143κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.281
—2.ἔν τε σοφοῖς πολίταις P. 4.295
ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49
θάρσος τε τανύπτερος ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο P. 5.112
ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας P. 5.114
“ καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντ” P. 9.40 βαιὰ δ' ἐν μακροῖσι ποικίλλειν ἀκοὰ σοφοῖς P.9. 77.εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι P. 9.119
θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις P. 10.58
πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28
ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34
παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.32
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
—3.ἔστι δαἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80
ἐν δὲ μέσαις (sc. Μοίσαις)φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων N. 5.23
ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν N. 7.65
ἀρετὰ ἐν σοφοῖςἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε N. 8.41
ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27
Τυνδαρίδας δ' ἐν Ἀχαιοῖς ὑψίπεδον Θεράπνας οἰκέων ἕδος I. 1.31
γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
ἄμμι δ' ἔοικε καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν, ἐν γναμπτοῖς δρόμοις ( when we talk of Farnell) I. 1.57Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις I. 4.24
αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι I. 5.59
φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72εἶπε δεὔβουλος ἐν μέσοισι Θέμις I. 8.31
Ἄρτεμις ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις φῦλον λεόντων α[ Δ. 2. 2. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις ἀλᾶται fr. 105b. 1.νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσιν ἵζων Pae. 6.92
b betweenοἷον Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις δέδεται κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27
καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι P. 4.223
ἐπεὶ τετραόροισιν ὥθ' ἁρμάτων ζυγοῖς ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
c after verbs of mixing. νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις ἀγλααῖσι μέμικται (sc. Πέλοψ: is part of) O. 1.90 ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τἔθνει γυναικῶν (sc. Ἀργοναῦται: zeugma, they knew) P. 4.251 ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν enjoyed I. 2.29 ] ἐνέπισε κεκραμέν' ἐν αἵματι (ἐν del. Heringa: κεκραμένον coni. Zuntz) fr. 111. 1, cf. Δ. 2. 20.aἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16
βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος O. 2.75
ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell) O. 6.12τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι O. 7.69
πόλιν Ψλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62
θέλοντι δὲ αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.64
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
σὲ δ' ἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59
“ τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτων” P. 4.92σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14
τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὗ μὴ κρυπτέτω i. e. in the common good P. 9.93θεόθεν ἐραίμαν καλῶν δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ P. 11.51
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14
ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15
τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών, τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ (cf. P. 2.43) N. 10.28ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ I. 2.38
ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. cf. ἐγὼ δὲ ἴδιος ἐν κοινῷ σταλεὶς (in a public position) O. 13.49b in of musical terms. Λύδῳ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον (ἐν ante τρόπῳ del. Schr. metri causa) O. 14.17—8.ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς P. 2.69
πόμ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν ( ἐμπνοαῖσιν coni. Turyn) N. 3.79 esp. to the accompaniment of, amidstἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς O. 5.19
κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς O. 6.7
ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
τὸν ( Ἀρκεσίλαν)ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104
κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς μυρίον χρόνον I. 5.27
ἔν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54
]ἀοιδαῖς ἐν εὐπλε[κεσσι Pae. 3.12
λτ;ἐν ἀοιδᾷ> supp. Snell e Σ pap. Pae. 14.207 instrumental in, with, by means ofτετραορίας ἐλελίχθονος, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ κρατέων P. 2.5
καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει P. 5.85
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (ἐν om. codd.: supp. Tricl.) P. 11.46ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν πορφυρέοις ἔρνεσιν N. 11.28
κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26
esp. withχείρ. οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ O. 2.63
ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶ ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους P. 2.8
ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον N. 1.52
ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17
χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 7.8 upon, into following verbs of movement.ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον O. 8.68
ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16
ὠπυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74
ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν P. 2.41
καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (om. codd.: supp. Mosch.) P. 3.64 “ ἐν τᾷδ' ἄφθιτον νάσῳ κέχυται Λιβύας σπέρμα” (cf. I. 1.4) P. 4.42ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ μαινάδ' ὄρνιν P. 4.215
τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ P. 8.12
“ νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι” P. 9.63 ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος ( πρὸς coni. Boeckh) P. 9.114Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42
[ πέσε δ' ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντι (coni. Fennel, Lobel: δοκέοντα codd.) N. 7.31]ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28
ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν N. 10.70
χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26
ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23μήτ' ἐν ὀρφανίᾳ πέσωμεν στεφάνων I. 8.6
ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99
τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς fr. 109. 1. ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ fr. 169. 21, cf. N. 3.629 in respect of [ ἐν ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι (ἐν om. codd., add. V: ἐπ byz.) O. 1.113]ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47
ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.51
, cf. I. 1.57 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἁρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (om. codd.: supp. Er. Schmid) N. 3.58μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.15
10 = σύν, with the aid of ἐν τίν κ' ἐθέλοι, Γίγαντας ὁς ἐδάμασας, εὐτυχῶς ναίειν (σὺν σοί. Σ.) N. 7.9011 in the hands of, in the power ofἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.71
πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.30
12 dub. ex. οἷά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς, καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν (ἐν add. metr. causa Hermann, edd. vulgo: ὁπότε codd.: ὁπόταν Trypho ap. Eustath.: ποτ' ἀνὰ Ammonius: v. ἐνίμηι) I. 1.25 [ νῦν αὖτ' ἐν Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ (codd.: ἐν del. Hermann) I. 6.5]13 frag. ] εν ὀρθῷ δρόμῳ fr. 1a. 5.] ἐν χρ[ Πα. 13a. 25. ]ἐν κλ[ Πα. 13e. 4. ] ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e.14 in tmesis. ἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν (v. ἐμβάλλω) O. 7.44 ἐν δ' ἕσπερον ἔφλεξεν (v. ἐμφλέγω) O. 10.74 B adv. dabeia thereἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.5
ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22
b too, besidesΜοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ N. 7.78
ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἇμαρ (contra Radt, “Präposition in tmesi mit τύχεν”) Πα. 2.. σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων, ἐν δὲ κέχλαδεν ἐν δὲ ἐν δ' Δ. 2. 10—5. C ἐν prep. c. acc. v. ἐς B.------------------------------------v. ἐς -
19 ποιέω
ποιέω, [dialect] Dor. [full] ποιϝέω IG4.800 ([place name] Troezen), etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.Aποίεον Il. 20.147
; [var] contr.ποίει 18.482
; [dialect] Ion.ποιέεσκον Hdt.1.36
, 4.78: [tense] fut. ποιήσω: [tense] aor. ἐποίησα, [dialect] Ep.ποίησα Il.18.490
: [tense] pf. πεποίηκα:—[voice] Med., [dialect] Ion. [tense] impf.ποιεέσκετο Hdt.7.119
: [tense] fut.ποιήσομαι Il.9.397
: in pass. sense, Hp.Decent.11, Arist.Metaph. 1021a23: [tense] aor. ἐποιησάμην, [dialect] Ep.ποι- Od.5.251
, al.: [tense] pf. πεποίημαι in med. sense, And.4.22, Decr. ap. D. 18.29:—[voice] Pass., [tense] fut. ποιηθήσομαι ([etym.] μετα-) D.23.62, v. supr.;πεποιήσομαι Hp.Mul.1.11
,37: [tense] aor.ἐποιήθην Hdt.2.159
, etc. (used as [voice] Med. only in compd. προς-): [tense] pf.πεποίημαι Il.6.56
, etc.:—[dialect] Att. [full] ποῶ (EM 679.24), etc., is guaranteed by metre in Trag. and Com., as , , , etc., and found in cod. Laur. of S., cod. Rav. of Ar., also IG12.39.6 ([etym.] ποήσω), 82.9 ([etym.] ποεῖ), 154.7 ([etym.] ἐποησάτην), etc.; but ποι- is always written before -οι, -ου, -ω in Inscrr.: πο- also in [dialect] Aeol. ,75, Sapph. Supp.1.9, al., and Arc. ποέντω, = ποιούντων, IG5(2).6.9 (Tegea, iv B.C.); cf. ποιητής.A make, produce, first of something material, as manufactures, works of art, etc. (opp. πράττειν, Pl.Chrm. 163b), in Hom. freq. of building, π. δῶμα, τύμβον, Il.1.608,7.435;εἴδωλον Od.4.796
; π. πύλας ἐν [πύργοις] Il.7.339; of smith's work, π. σάκος ib. 222;ἐν [σάκεϊ] ποίει δαίδαλα πολλά 18.482
, cf. 490, 573: freq. in Inscrr. on works of art, Πολυμήδης ἐποίϝηh' (= ἐποίησε ) (vi B.C., cf. Class.Phil.20.139); (vi/v B.C.), etc.; ἐποίησε Τερψικλῆς ib.3b(Milet., vi B.C.), etc.;τίς.. τὴν λίθον ταύτην τέκτων ἐποίει; Herod.4.22
; εἵματα ἀπὸ ξύλων πεποιημένα made from trees, i.e. of cotton, Hdt.7.65;ναὸν ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἀργυρίου X.An. 5.3.9
;πλοῖα ἐκ τῆς ἀκάνθης ποιεύμενα Hdt.2.96
;καρβάτιναι πεποιημέναι ἐκ βοῶν X.An.4.5.14
: c. gen. materiae,πωρίνου λίθου π. τὸν νηόν Hdt.5.62
;ἔρυμα λίθων λογάδην πεποιημένον Th.4.31
;φοίνικος αἱ θύραι πεποιημέναι X.Cyr.7.5.22
: rarely to be made with.., 1.4; also τῶν τὰ κέρεα.. οἱ πήχεες ποιεῦνται the horns of which are made into the sides of the lyre, Hdt.4.192; also δέρμα εἰς περικεφαλαίας πεποίηται Sch.Patm.D.in BCH1.144:—[voice] Med., make for oneself, as of bees, οἰκία ποιήσωνται build them houses, Il.12.168, cf. 5.735, Od.5.251, 259, Hes.Op. 503; [ῥεῖθρον] π., of a river, Thphr. HP3.1.5; also, have a thing made, get it made,ὀβελούς Hdt.2.135
;στεφάνους οὓς ἐποιησάμην τῷ χορῷ D.21.16
, cf. X.An.5.3.5; τὸν Ἀπόλλω, i.e. a statue of A., Pl.Ep. 361a;αὑτοῦ εἰκόνας Plu. Them.5
, cf. Inscr.Prien.25.9 (iii B.C.?).2 create, bring into existence,γένος ἀνθρώπων χρύσεον Hes.Op. 110
, cf. Th. 161, 579, etc.; the creator,Pl.
Ti. 76c;ἕτερον Φίλιππον ποιήσετε D.4.11
:—[voice] Med., beget,υἱόν And.1.124
;ἔκ τινος Id.4.22
; παῖδας ποιεῖσθαι, = παιδοποιεῖσθαι, X.Cyr.5.3.19, D.57.43; conceive,παιδίον π. ἔκ τινος Pl.Smp. 203b
:—[voice] Act. in this sense only in later Gr., Plu.2.312a; of the woman, παιδίον ποιῆσαι ib.145d.3 generally, produce, ὕδωρ π., of Zeus, Ar.V. 261: impers., ἐὰν πλείω ποιῇ ὕδατα, = ἐὰν ὕη, Thphr.CP1.19.3; π. γάλα, of certain kinds of food, Arist.HA 522b32; ἄρρεν π., of an egg, Ael.VH1.15; μέλι ἄριστον π., of Hymettus, Str.9.1.23; π. καρπόν, of trees, Ev.Matt.3.10 (metaph. in religious sense, ib.8); of men, κριθὰς π. grow barley, Ar. Pax 1322;π. σίτου μεδίμνους D.42.20
; π. πενίαν, πλοῦτον, of the stars, Plot.2.3.1.b Math., make, produce, τομήν, σχῆμα, ὀρθὰς γωνίας, Archim. Sph.Cyl.1.16,38, Con.Sph.12; :—[voice] Pass., πεποιήσθω ὡς.. let it be contrived that.., Archim. Sph.Cyl.2.6.d π. τὸ πρόβλημα effect a solution of the problem, Apollon.Perg.Con.2.49,51; π. τὸ ἐπίταγμα fulfil, satisfy the required condition, Archim.Sph.Cyl.1.2,3.4 after Hom., of Poets, compose, write, π. διθύραμβον, ἔπεα, Hdt.1.23, 4.14;π. θεογονίην Ἕλλησι Id.2.53
; π. Φαίδραν, Σατύρους, Ar.Th. 153, 157; π. κωμῳδίαν, τραγῳδίαν, etc., Pl.Smp. 223d;παλινῳδίαν Isoc.10.64
, Pl.Phdr. 243b, etc.; : abs., write poetry, write as a poet,ὀρθῶς π. Hdt.3.38
;ἐν τοῖσι ἔπεσι π. Id.4.16
, cf. Pl. Ion 534b: folld. by a quotation,ἐπόησάς ποτε.. Ar.Th. 193
; ; , etc.b represent in poetry, , cf. 364c, Smp. 174b; ποιήσας τὸν Ἀχιλλέα λέγοντα having represented Achilles saying, Plu.2.105b, cf. 25d, Pl. Grg. 525d, 525e, Arist.Po. 1453b29.c describe in verse,θεὸν ἐν ἔπεσιν Pl.R. 379a
; ἐποίησα μύθους τοὺς Αἰσώπου put them into verse, Id.Phd. 61b;μῦθον Lycurg.100
.d invent,καινοὺς θεούς Pl.Euthphr.3b
; ὑπὸ ποιητέω τινὸς ποιηθὲν [τοὔνομα] Hdt.3.115;πεποιημένα ὀνόματα Arist.Rh. 1404b29
, cf.Po. 1457b2; opp. αὐτοφυῆ, κύρια, D.H.Is.7, Pomp. 2.II bring about, cause,τελευτήν Od.1.250
;γαλήνην 5.452
;φόβον Il.12.432
;σιωπὴν παρὰ πάντων X.HG6.3.10
;τέρψιν τοῖς θεωμένοις Id.Mem.3.10.8
;αἰσχύνην τῇ πόλει Isoc.7.54
, etc.; also of things,ἄνεμοι αὐτοὶ μὲν οὐχ ὁρῶνται· ἃ δὲ ποιοῦσι φανερά X.Mem.4.3.14
;ταὐτὸν ἐποίει αὐτοῖς νικᾶν τε μαχομένοις καὶ μηδὲ μάχεσθαι Th.7.6
, cf. 2.89.b c. acc. et inf., cause or bring about that..,σε θεοὶ ποίησαν ἱκέσθαι [ἐς] οἶκον Od.23.258
;π. τινὰ κλύειν S.Ph. 926
;π. τινὰ βλέψαι Ar.Pl. 459
, cf. 746;π. τινὰ τριηραρχεῖν Id.Eq. 912
, cf. Av.59; π. τινὰ αἰσχύνεσθαι, κλάειν, ἀπορεῖν, etc., X.Cyr.4.5.48, 2.2.13, Pl.Tht. 149a, etc.: with ὥστε inserted, X.Cyr.3.2.29, Ar.Eq. 351, etc.: folld. by a relat. clause,π. ὅκως ἔσται ἡ Κύπρος ἐλευθέρη Hdt.5.109
, cf. 1.209;ὡς ἂν.. εἰδείην ἐποίουν X.Cyr.6.3.18
:—also [voice] Med., ἐποιήσατο ὡς ἐν ἀσφαλεῖ εἶεν ib.6.1.23.2 procure,π. ἄδειάν τε καὶ κάθοδόν τινι Th.8.76
;ὁ νόμος π. τὴν κληρονομίαν τισί Is.11.1
; λόγος ἀργύριον τῷ λέγοντι π. gets him money, D.10.76:—[voice] Med., procure for oneself, gain,κλέος αὐτῇ ποιεῖτ' Od.2.126
;ἄδειαν Th.6.60
;τιμωρίαν ἀπό τινων Id.1.25
;τὸν βίον ἀπὸ γεωργίας X.Oec.6.11
, cf. Th.1.5.3 of sacrifices, festivals, etc., celebrate,π. ἱρά Hdt.9.19
, cf. 2.49 ([voice] Act. and [voice] Pass.);π. τὴν θυσίαν τῷ Ποσειδῶνι X.HG4.5.1
; π. Ἴσθμια ib.4.5.2;τῇ θεῷ ἑορτὴν δημοτελῆ π. Th.2.15
;παννυχίδα π. Pl.R. 328a
; π. σάββατα observe the Sabbath, LXXEx.31.16; π. ταφάς, of a public funeral, Pl. Mx. 234b;π. ἐπαρήν SIG38.30
(Teos, v B.C.); also of political assemblies,π. ἐκκλησίαν Ar.Eq. 746
, Th.1.139;π. μυστήρια Id.6.28
([voice] Pass.);ξύλλογον σφῶν αὐτῶν Id.1.67
:—[voice] Med.,ἀγορὴν ποιήσατο Il.8.2
;ἢν θυσίην τις ποιῆται Hdt.6.57
(v.l.);δημοσίᾳ ταφὰς ἐποιήσαντο Th.2.34
;π. ἀγῶνα Id.4.91
;π. ἐκκλησίαν τοῖς Γρᾳξὶ περὶ μισθοῦ Ar.Ach. 169
.4 of war and peace, πόλεμον π. cause or give rise to a war,πόλεμον ἡμῖν ἀντ' εἰρήνης πρὸς Αακεδαιμονίους π. Is.11.48
; but π. ποιησόμενοι about to make war (on one's own part), X.An.5.5.24; εἰρήνην π. bring about a peace (for others), Ar. Pax 1199;σπονδὰς π. X.An.4.3.14
;ξυμμαχίαν ποιῆσαι Th.2.29
; but εἰρήνην ποιεῖσθαι make peace (for oneself), And.3.11;σπονδὰς ποιήσασθαι Th.1.28
, etc.:—[voice] Pass.,ἐπεποίητο συμμαχίη Hdt.1.77
, etc.5 freq. in [voice] Med. with Nouns periphr. for the Verb derived from the Noun, μύθου ποιήσασθαι ἐπισχεσίην submit a plea, Od.21.71; ποιέεσθαι ὁδοιπορίην, for ὁδοιπορέειν, Hdt.2.29;π. ὁδόν Id.7.42
, 110, 112, etc.; π. πλόον, for πλέειν, Id.6.95, cf. Antipho 5.21; π. κομιδήν, for κομίζεσθαι, Hdt.6.95; θῶμα π. τὴν ἐργασίην, for θωμάζειν, Id.1.68; ὀργὴν π., for ὀργίζεσθαι, Id.3.25; λήθην π. τι, for λανθάνεσθαί τινος, Id.1.127; βουλὴν π., for βουλεύεσθαι, Id.6.101; συμβολὴν π., for συμβάλλεσθαι, Id.9.45; τὰς μάχας π., for μάχεσθαι, S.El. 302, etc.; καταφυγὴν π., for καταφεύγειν, Antipho 1.4; ἀγῶνα π., for ἀγωνίζεσθαι, Th.2.89; π. λόγον [τινός] make account of.., Hdt.7.156; but τοὺς λόγους π. hold a conference, Th.1.128; also simply for λέγειν, Lys.25.2, cf. Pl.R. 527a, etc.; also π. δι' ἀγγέλου, π. διὰ χρηστηρίων, communicate by a messenger, an oracle, Hdt.6.4, 8.134.III with Adj. as predic., make, render so and so, ποιῆσαί τινα ἄφρονα make one senseless, Od.23.12; [δῶρα] ὄλβια ποιεῖν make them blest, i.e. prosper them, 13.42, cf. Il.12.30;τοὺς Μήδους ἀσθενεῖς π. X.Cyr.1.5.2
, etc.;χρήσιμον ἐξ ἀχρήστου π. Pl.R. 411b
: with a Subst., ποιῆσαι ἀθύρματα make into playthings, Il. 15.363;ποιεῖν τινα βασιλῆα Od.1.387
;ταμίην ἀνέμων 10.21
;γέροντα 16.456
;ἄκοιτίν τινι Il.24.537
;γαμβρὸν ἑόν Hes.Th. 818
; [μύρμηκας] ἄνδρας π. [καὶ] γυναῖκας Id.Fr.76.5
;πολιήτας π. τινάς Hdt.7.156
;Ἀθηναῖον π. τινά Th.2.29
, etc.;π. τινὰ παράδειγμα Isoc.4.39
: hence, appoint, instal,τὸν Μωϋσῆν καὶ τὸν Ἀαρών LXX 1 Ki.12.6
;δώδεκα Ev.Marc.3.14
:—[voice] Med., ποιεῖσθαί τινα ἑταῖρον make him one's friend, Hes. Op. 707, cf. 714; π. τινὰ ἄλοχον or ἄκοιτιν take her to oneself as wife, Il.3.409, 9.397, cf. Od.5.120, etc.; π. τινὰ παῖδα make him one's son, i.e. adopt him as son, Il.9.495, etc.; θετὸν παῖδα π. adopt a son, Hdt. 6.57: without υἱόν, adopt,ἐπειδὴ οὐκ ἦσαν αὐτῷ παῖδες ἄρρενες, π. Λεωκράτη D.41.3
, cf. 39.6,33, 44.25, Pl.Lg. 923c, etc.;π. τινὰ θυγατέρα Hdt.4.180
: generally,ἅπαντας ἢ σῦς ἠὲ λύκους π. Od.10.433
;π. τινὰ πολίτην Isoc.9.54
; ;τὰ κρέα π. εὔτυκα Hdt. 1.119
; τὰ ἔπεα ἀπόρρητα π. making them a secret, Id.9.45, etc.; also ἑωυτοῦ ποιέεται τὸ.. ἔργον makes it his own, Id.1.129; .IV put in a certain place or condition, etc.,ἐμοὶ Ζεὺς.. ἐνὶ φρεσὶν ὧδε νόημα ποίησ' Od.14.274
; ; , cf. 71;ἐν αἰσχύνῃ π. τὴν πόλιν D.18.136
;τὰς ναῦς ἐπὶ τοῦ ξηροῦ π. Th.1.109
;ἔξω κεφαλὴν π. Hdt.5.33
;ἔξω βελῶν τὴν τάξιν π. X.Cyr.4.1.3
;ἐμαυτὸν ὡς πορρωτάτω π. τῶν ὑποψιῶν Isoc.3.37
; of troops, form them,ὡς ἂν κράτιστα.. X.An.5.2.11
, cf. 3.4.21; in politics,ἐς ὀλίγους τὰς ἀρχὰς π. Th.8.53
; and in war, π. Γετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ bring it under his power, D.18.48;μήτε τοὺς νόμους μήθ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἐπὶ τοῖς λέγουσι π. Id.58.61
:—[voice] Med.,ποιέεσθαι ὑπ' ἑωυτῷ Hdt.1.201
, cf.5.103, etc.;ὑπὸ χεῖρα X.Ages.1.22
; π. τινὰς ἐς φυλακήν, τὰ τῶν ξυμμάχων ἐς ἀσφάλειαν, Th.3.3, 8.1;τινὰς ἐς τὸ συμμαχικόν Hdt.9.106
; τὰ λεπτὰ πλοῖα ἐντὸς π. put the small vessels in the middle, Th.2.83, cf. 6.67; π. τινὰ ἐκποδών (v. ἐκποδών); ὄπισθεν π. τὸν ποταμόν X.An. 1.10.9
.2 Math., multiply, π. τὰ ιβ ἐπὶ τὰ έ, τὰ ζ ἐφ' ἑαυτὰ π., Hero Metr.1.8, 2.14.V [voice] Med., deem, consider, reckon a thing as.., συμφορὴν ποιέεσθαί τι take it for a misfortune, Hdt.1.83, 6.61; δεινὸν π. τι esteem it a grievous thing, take it ill, Id.1.127, etc. (rarely in [voice] Act.,δεινὰ π. 2.121
.έ, Th.5.42); μέγα π. c. inf., deem it a great matter that.., Hdt.8.3, cf. 3.42, etc.;μεγάλα π. ὅτι.. Id.1.119
; ἑρμαῖον π. τι count it clear gain, Pl.Grg. 489c;οὐκέτι ἀνασχετὸν π. τι Th.1.118
: freq. with Preps., δι' οὐδενὸς π. deem of no account, S.OC 584; ἐν ἐλαφρῷ, ἐν ὁμοίῳ π., Hdt.1.118,7.138;ἐν σμικρῷ μέρει S.Ph. 498
;ἐν ὀλιγωρίᾳ Th.4.5
;ἐν ὀργῇ D.1.16
; ἐν νόμῳ π. consider as lawful, Hdt. 1.131; ἐν ἀδείῃ π. consider as safe, Id.9.42;παρ' ὀλίγον π. τι X. An.6.6.11
; περὶ πολλοῦ π., Lat. magni facere, Lys.1.1, etc.; περὶ πλείονος, περὶ πλείστου π., Id.14.40, Pl.Ap. 21e, etc.; περὶ ὀλίγου, περὶ ἐλάττονος, Isoc.17.58, 18.63;περὶ παντός Id.2.15
(rarelyπολλοῦ π. τι Pl.Prt. 328d
); πρὸ πολλοῦ π. c. inf., Isoc.5.138.VI put the case, assume that..,ποιήσας ἀν' ὀγδώκοντα ἄνδρας ἐνεῖναι Hdt.7.184
, cf. 186, X.An.5.7.9: without inf., ἐν ἑκάστῃ ψυχῇ ποιήσωμεν περιστερεῶνά τινα (sc. εἶναι) Pl.Tht. 197d:—[voice] Pass., πεποιήσθω δή be it assumed then, ib.e; those who are reputed..,Id.
R. 498a, cf. 538c, 573b:—but for τὸν φιλόσοφον ποιώμεθα νομίζειν ib. 581d read τί οἰώμεθα..;VII of Time, οὐ π. χρόνον make no long time, i. e. not to delay, D.19.163 codd.; μακρότερον ποιεῖς you are taking too long, PCair.Zen.48.4 (iii B.C.); μέσας π. νύκτας let midnight come, Pl.Phlb. 50d, cf. AP11.85 (Lucill.); ἔξω μέσων νυκτῶν π. τὴν ὥραν put off the time of business to past midnight, D.54.26; τὴν νύκτα ἐφ' ὅπλοις ποιεῖσθαι spend it under arms, Th.7.28(s.v.l.);ποιήσουσιν ἐν πλούτῳ ἔτη πολλά LXXPr.13.23
, cf. To.10.7; (ii B.C.), cf. PSI4.362.15 (iii B.C.);τὰς ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι π. D.S.1.35
; tarry, stay,μῆνας τρεῖς Act.Ap. 20.3
, cf. AP11.330 (Nicarch.).VIII in later Greek, sacrifice, ; καρπώσεις ὑπέρ τινος ib.Jb.42.8: without acc., π. Ἀστάρτῃ sacrifice to Ashtoreth, ib.3 Ki.11.33.IX make ready, prepare, as food, μοσχάριον ib.Ge.18.7 sq.; π. τὸν μύστακα trim it, ib.2 Ki.19.24(25).X ποιεῖν βασιλέα play the king, ib.3 Ki.20 (21).7.B do, much like πράσσω, οὐδὲν ἂν ὧν νυνὶ πεποίηκεν ἔπραξεν D. 4.5; , cf. 18.62;ἄριστα πεποίηται Il.6.56
;πλείονα χρηστὰ περὶ τὴν πόλιν Ar.Eq. 811
;τὰ δίκαια τοῖς εὐεργέταις D.20.12
;ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε Hdt.3.134
fin.; ποιέειν Σπαρτιητικά act like a Spartan, Id.5.40;οὗτος τί ποιεῖς; A. Supp. 911
, etc.;τὸ προσταχθὲν π. S.Ph. 1010
; π. τὴν μουσικήν practise it, Pl.Phd. 60e, etc.; πᾶν or πάντα π., v. πᾶς D. 111.2, etc.: Math., ὅπερ ἔδει ποιῆσαι, = Q.E.F., Euc.1.1, etc.2 c. dupl. acc., do something to another, κακά or ἀγαθὰ ποιεῖν τινα, first in Hdt.3.75, al.; ἀγαθόν, κακὸν π. τινά, Isoc.16.50, etc.;μεγάλα τὴν πόλιν ἀγαθά Din.1.17
; alsoεὖ ποιεῖν τὸν εὖ ποιοῦντα X.Mem.2.3.8
; τὴν ἐκείνου (sc. χώραν)κακῶς π. D.1.18
; in LXX with Prep.,π. κακὸν μετά τινων Ge. 26.29
;ταῦτα τοῦτον ἐποίησα Hdt.1.115
; , cf. Nu. 259; also of things, ἀργύριον τωὐτὸ τοῦτο ἐποίεε he did this same thing with silver, Hdt.4.166: less freq. c. dat. pers.,τῷ τεθνεῶτι μηδὲν τῶν νομιζομένων π. Is.4.19
;ἵππῳ τἀναντία X.Eq.9.12
codd., cf. Ar.Nu. 388, D.29.37: c. dat. rei,τί ποιήσωμεν κιβωτῷ; LXX 1 Ki.5.8
:—in [voice] Med.,φίλα ποιέεσθαί τισι Hdt.2.152
,5.37.3 with an Adv., ὧδε ποίησον do thus, Id.1.112; πῶς ποιήσεις; how will you act? S.OC 652;πῶς δεῖ ποιεῖν περὶ θυσίας X.Mem.1.3.1
;ποίει ὅπως βούλει Id.Cyr.1.4.9
;μὴ ἄλλως π. Pl.R. 328d
; πρὸς τοὺς πολεμίους πῶς ποιήσουσιν; ib. 469b; ὀρθῶς π. ib. 403e; εὖ, κακῶς π. τινά, v. supr. 2: freq. c. part.,εὖ ἐποίησας ἀπικόμενος Hdt.5.24
, cf. Pl.Phd. 60c;καλῶς ποιεῖς προνοῶν X.Cyr.7.4.13
;οἷον ποιεῖς ἡγούμενος Pl.Chrm. 166c
; καλῶς ποιῶν almost Adverbial,καλῶς γ', ἔφη, ποιῶν σύ Id.Smp. 174e
;καλῶς ποιοῦντες.. πράττετε D.20.110
, cf. 1.28; fortunately,Id.
23.143.4 in Prose (rarely in Poetry, A.Pr. 935), used in the second clause, to avoid repeating the Verb of the first, ἐρώτησον αὐτούς· μᾶλλον δ' ἐγὼ τοῦθ' ὑπὲρ σοῦ ποιήσω I will do this for you, D.18.52, cf. 292, Hdt.5.97, Is.7.35.II abs., to be doing, act,ποιέειν ἢ παθεῖν πρόκειται ἀγών Hdt.7.11
; ποιεῖν, as a category, opp. πάσχειν, Arist.Cat. 2a3, cf. GC 322b11, Ph. 225b13.b of medicine, operate, be efficacious, Pl.Phd. 117b;λουτρὰ κάλλιστα ποιοῦντα πρὸς νόσους Str. 5.3.6
; πρὸς στραγγουρίαν, πρὸς τοὺς δαιμονιζομένους, Thphr.HP7.14.1, Ps.-Plu.Fluv.16.2: freq. in Dsc., , al.;εἰς τὰ αὐτά 2.133
: c. dat.,στομαχικοῖς Gal.13.183
: abs., ἄκρως π. ib.265; also of charms, PMag.Osl.1.361.2 Th. has a peculiar usage, ἡ εὔνοια παρὰ πολὺ ἐποίει μᾶλλον ἐς τοὺς Λακεδαιμονίους good-will made greatly for, on the side of, the L., 2.8: impers., ἐπὶ πολὺ ἐποίει τῆς δόξης τοῖς μὲν ἠπειρώταις εἶναι, τοῖς δέ.. it was the general character of the one to be landsmen, of the others.., 4.12: the former passage is imitated by Arr.An.2.2.3, App.BC1.82, D.C.57.6. -
20 φρόνημα
A mind, spirit,ἔστ' ἂν Διὸς φ. λωφήσῃ χόλου A.Pr. 378
;Αἰσχύλου φ. ἔχων Telecl.14
; with limiting epithets,φ. δύσθεον A.Ch. 191
; ὑπέρτολμον ib. 595(lyr.); ; ;τυραννικόν Id.R. 573b
, X. Lac.15.8: pl., Hdt.9.54.2 thought, purpose, will,φθέγμα καὶ ἀνεμόεν φ. S.Ant. 354
(lyr.); ψυχὴ καὶ φ. καὶ γνώμη ib. 176, cf. 207; τὸ φ. τῆς σαρκός, τοῦ πνεύματος, Ep.Rom.8.6: freq. in pl., καρτεροῖς φρονήμασι with stubborn thoughts, A.Pr. 209;ματαίων.. φρονημάτων ἡ γλῶσσ' ἀληθὴς γίγνεται κατήγορος Id.Th. 438
;ἐμπέδοις φ. S.Ant. 169
; τὰ σκλήρ' ἄγαν φ. ib. 473;τὰ φ. ἀληθινὰ καὶ πάντῃ μεγάλα ἐκέκτηντο Pl.Criti. 120e
.II either in good or bad sense,1 high spirit, resolution, pride,τὸ Ἀθηναίων φ. Hdt.8.144
, cf. 9.7.β; ἀνδρί γε φ. ἔχοντι to a man of spirit, Th.2.43;φ. τε καὶ πίστις Arist. Pol. 1313b2
; φ. ἔχων ἐλεύθερον ib. 1314a3; courage, opp. δειλία, Jul. Or.2.59c (pl.);δουλοῖ τὸ φ. τὸ αἰφνίδιον Th.2.61
: c. [tense] fut. inf., ἐν φρονήματι ὄντες τῆς Πελοποννήσου ἡγήσεσθαι aspiring to be leaders of the P., Id.5.40: freq. in pl., high thoughts, proud designs,διασείσειν τὰ Ἀθηναίων φ. Hdt.6.109
, cf. 3.122, 125, 9.54;οὐ.. ξυμφέρει τοῖς ἄρχουσι φ. μεγάλα ἐγγίγνεσθαι τῶν ἀρχομένων Pl.Smp. 182c
, cf. 190b, Isoc. 6.89;Ζεύς τοι κολαστὴς τῶν ὑπερκόμπων ἄγαν φ. A.Pers. 828
;τῶν φ. ὁ Ζεὺς κολαστὴς τῶν ἄγαν ὑπερφρόνων E.Heracl. 387
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φρόνημα
См. также в других словарях:
μεγάλα — μεγάλᾱ , μέγας big fem nom/voc/acc dual μεγάλᾱ , μέγας big fem nom/voc sg (doric aeolic) μέγας big neut nom/voc/acc pl μέγας big neut voc pl μεγάλᾱ , μέγας big fem voc dual μεγάλᾱ , μέγας big fem voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγάλᾳ — μεγάλᾱͅ , μέγας big fem dat sg (doric aeolic) μεγάλαι , μέγας big fem nom/voc pl μεγάλαι , μέγας big fem voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγάλα Καλύβια — Sp Megãla Kalivija Ap Μεγάλα Καλύβια/Megala Kalyvia L C Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
μέγαλα — μέγας big neut acc pl μέγας big neut nom pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεγάλα Καλύβια — Πεδινή κωμόπολη (υψόμ. 105 μ., 2.151 κάτ.) του νομού Τρικάλων. Βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Πηνειού και σε απόσταση 9 χλμ. Ν της πόλης των Τρικάλων. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Το 1854 αποτέλεσε θεάτρο συγκρούσεων μεταξύ Ελλήνων και… … Dictionary of Greek
Μεγάλα Πεύκα — Οικισμός (78 κάτ.) του νομού Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κερατέας της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής … Dictionary of Greek
Τὰ μεγάλα μεγάλα καὶ πάσχει κακά. — См. С большего больше и взыщется … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
κερασφόρα — Μεγάλα μηρυκαστικά ζώα της οικογένειας των βοοειδών. Περιλαμβάνουν τον αμερικανικό βούβαλο, τον βούβαλο του Θιβέτ (γιακ) και όλες τις κατοικίδιες ράτσες των βοοειδών. Τα κ. προέρχονται από το άγριο βόδι που ζούσε στην Ευρώπη, στην Ασία και στην… … Dictionary of Greek
μεγάλ' — μεγάλα , μέγας big neut nom/voc/acc pl μεγάλα , μέγας big neut voc pl μεγάλε , μέγας big masc voc sg μεγάλᾱͅ , μέγας big fem dat sg (doric aeolic) μεγάλαι , μέγας big fem nom/voc pl μεγάλαι , μέγας big fem voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεγάλας — μεγάλᾱς , μέγας big fem acc pl μεγάλᾱς , μέγας big fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μέγαλ' — μέγαλα , μέγας big neut acc pl μέγαλα , μέγας big neut nom pl μέγαλε , μέγας big masc voc sg μέγαλαι , μέγας big fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)