Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

1313b2

  • 1 φρόνημα

    A mind, spirit,

    ἔστ' ἂν Διὸς φ. λωφήσῃ χόλου A.Pr. 378

    ;

    Αἰσχύλου φ. ἔχων Telecl.14

    ; with limiting epithets,

    φ. δύσθεον A.Ch. 191

    ; ὑπέρτολμον ib. 595(lyr.);

    ὠμόν Id.Th. 537

    ;

    ἐλεύθερον Pl.Lg. 865d

    ;

    τυραννικόν Id.R. 573b

    , X. Lac.15.8: pl., Hdt.9.54.
    2 thought, purpose, will,

    φθέγμα καὶ ἀνεμόεν φ. S.Ant. 354

    (lyr.); ψυχὴ καὶ φ. καὶ γνώμη ib. 176, cf. 207; τὸ φ. τῆς σαρκός, τοῦ πνεύματος, Ep.Rom.8.6: freq. in pl., καρτεροῖς φρονήμασι with stubborn thoughts, A.Pr. 209;

    ματαίων.. φρονημάτων ἡ γλῶσσ' ἀληθὴς γίγνεται κατήγορος Id.Th. 438

    ;

    ἐμπέδοις φ. S.Ant. 169

    ; τὰ σκλήρ' ἄγαν φ. ib. 473;

    τὰ φ. ἀληθινὰ καὶ πάντῃ μεγάλα ἐκέκτηντο Pl.Criti. 120e

    .
    II either in good or bad sense,
    1 high spirit, resolution, pride,

    τὸ Ἀθηναίων φ. Hdt.8.144

    , cf. 9.7.β; ἀνδρί γε φ. ἔχοντι to a man of spirit, Th.2.43;

    φ. τε καὶ πίστις Arist. Pol. 1313b2

    ; φ. ἔχων ἐλεύθερον ib. 1314a3; courage, opp. δειλία, Jul. Or.2.59c (pl.);

    δουλοῖ τὸ φ. τὸ αἰφνίδιον Th.2.61

    : c. [tense] fut. inf., ἐν φρονήματι ὄντες τῆς Πελοποννήσου ἡγήσεσθαι aspiring to be leaders of the P., Id.5.40: freq. in pl., high thoughts, proud designs,

    διασείσειν τὰ Ἀθηναίων φ. Hdt.6.109

    , cf. 3.122, 125, 9.54;

    οὐ.. ξυμφέρει τοῖς ἄρχουσι φ. μεγάλα ἐγγίγνεσθαι τῶν ἀρχομένων Pl.Smp. 182c

    , cf. 190b, Isoc. 6.89;

    Ζεύς τοι κολαστὴς τῶν ὑπερκόμπων ἄγαν φ. A.Pers. 828

    ;

    τῶν φ. ὁ Ζεὺς κολαστὴς τῶν ἄγαν ὑπερφρόνων E.Heracl. 387

    .
    2 in bad sense, presumption, arrogance,

    φρονήματος πλέως ὁ μῦθός ἐστιν A.Pr. 953

    , cf. E.Heracl. 926 (lyr.), Ar.V. 1024 (anap.), Pax25, Pl.Plt. 290d, etc.;

    τὸ τῶν Ἀτρειδῶν φ. Phld.Rh.2.217

    S., etc.: pl.,

    παυσάμενοι τῶν φ. Isoc.14.37

    ;

    φ. τυραννικά Plu.Eum.13

    .
    III pl., = φρένες, heart, breast,

    ἰὸς ἐκ φρονημάτων.. πεσών A.Eu. 478

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φρόνημα

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»