-
1 φορού
φορέωrepeated: pres imperat mp 2nd sg (attic)φορέωrepeated: imperf ind mp 2nd sg (attic)φορόςbearing: masc /fem /neut gen sg -
2 φοροῦ
φορέωrepeated: pres imperat mp 2nd sg (attic)φορέωrepeated: imperf ind mp 2nd sg (attic)φορόςbearing: masc /fem /neut gen sg -
3 φόρου
φόρονforum: neut gen sgφόροςthat which is brought in by way of payment: masc gen sg -
4 φόρος
A that which is brought in by way of payment, tribute,φόρου ἀπαγωγή Hdt.1.6
,27, cf. IG12.65.2, al., Th.1.96, etc.; ξυμμάχους φόρου ὑποτελεῖς subject to pay tribute, Id.1.56; φόρον ὑποτελέειν to pay tribute, Hdt.1.171, cf. Isoc.12.116; (anap.); , X.An.5.5.7, Ath.2.1;πόλεις ἃς οἱ ἰδιῶται ἐνέγραψαν φ. φέρειν IG12.212.88
; φ. τάξασθαι to agree to pay it Hdt.3.13; φόρον ταῖς πόλεσι τάξαι to fix their quotas of tribute, And.4.11, cf. Isoc.4.120, D.23.209, Aeschin.2.23; φ. δέχεσθαι to receive it, Th.1.96 (of the Ἑλληνοταμίαι), cf. X.Ath.3.2; φ. προσῄει it came in, And. 3.9;τὸν φ. ἀπὸ τῶν πόλεων τὸν προσιόντα Ar.V. 657
(anap.): pl.,φόροι ἥκουσιν Id.Ach. 505
, cf. Eq. 313 (troch.): ὁ βασιλικὸς φ., at Sparta, Pl.Alc.1.123a.2 generally, any payment,φόρον ἀπέφερον τῷ δήμῳ X.Smp.4.32
; κατὰ φόρους by instalments, Senatus consultum ap.Plb.18.44.7; ἐπιβαλλειν φ. impose a forced levy, Plu. Ant.24. -
5 ἀτέλεια
II exemption from public burdens ([etym.] τέλη), ἀ. στρατηΐης καὶ φόρου Hdt.3.67
;ἔδοσαν Κροίσῳ.. ἀτελείην καὶ προεδρίην Id.1.54
, cf. 9.73, D.20.47; ἁπάντων ib.60; τοῦ ἄλλου (sc. φόρου) IG1.40; μετοικίου ib.2.121; στρατείας ib.551;ὧν ἂν εἰσάγῃ ἢ ἐξάγῃ OGI10.13
; ἐς τὴν ἀ. to purchase immunity, IG2.570;ἀ. τινὸς ποιεῖν Alex.276.6
; εὑρέσθαι, ἔχειν, enjoy it, D.20.1,19: generally,τοιούτων πραγματειῶν ἀ. Isoc.12.147
; ἀ. ἐπικραίνειν confirm immunity, A.Eu. 362; without payment, gratis,D.
59.39, Philonid.1 D., Poll.4.46.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀτέλεια
-
6 ὑποτελής
ὑποτελ-ής, ές, (Aτέλος 1.8
) subject to taxes, tributary, Th.2.9, 5.111; in full,ὑποτελὴς φόρου Id.1.10
, 56,66, 7.57; ὑ. φόρων or φόροις ( φόρου Schaefer) Plu.Art.21, Pyrrh. 23; of persons employed in government monopolies (exact sense uncertain),τοὺς ὑποτελεῖς τῇ τε ἰχθυηρᾷ κτλ. UPZ110.97
(ii B. C.), cf. PTeb.5.210, 40.24, al. (ii B. C.);τὰ ὑποτελῆ γενήματα PRev.Laws28.18
(iii B. C.), cf. 33.14, etc.II [voice] Act., receiving payment, c. gen.,μισθοῦ Luc.Merc.Cond.36
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποτελής
-
7 αγγελιαφόρου
-
8 ἀγγελιαφόρου
-
9 νικαφόρου
νῑκᾱφόρου, νικηφόροςmasc /fem /neut gen sg (doric) -
10 γόνος
A that which is begotten, child, Il.5.635, 6.191; offspring, 20.409, Hes. Th. 919, etc.;ἄπαις ἔρσενος γόνου Hdt.1.109
;πρεσβύτατος παντὸς τοῦ γ. Id.7.2
; ([place name] Elis); ὁ Πηλέως γ. his son, S.Ph. 333, cf. 366, 416, etc.; of animals,γ. ὀρταλίχων Id.Fr. 793
; of fish, roe, Hegem.1, Archestr.Fr.9; of bees, Arist.HA 554a18.2 product, of plants,γ. ἀμπέλου Anacreont.54.7
; γ. πλουτόχθων, of the silver mines at Laureion, A.Eu. 946 (lyr.);τοῦ φόρου τὸν γ. Ar.V. 1116
codd.3 ἐς ἔρσενα γόνον to any of the male sex, Hdt.6.135.II race, stock, descent,οὔ πώ τις ἑὸν γ. αὐτὸς ἀνέγνω Od.1.216
, cf. 11.234.III begetting, procreation, A.Supp. 172 (lyr.); γόνῳ πατήρ, opp. ποιητός, Lys.13.91;γόνῳ γεγονώς D.44.49
;γ. υἱός Men.Sam. 131
, D.C.40.51, cf.IG3.1445,al.2 of plants, bearing, Thphr.CP3.15.3.V γ. Ἑρμοῦ, = βούφθαλμος, Ps.-Dsc.3.139. -
11 καθίστημι
A in causal sense:—[voice] Act., in [tense] pres., [tense] impf., [tense] fut., and [tense] pf.καθέστᾰκα Hyp.Eux.28
, LXXJe.1.10, D.H.Dem.54, D.S.32.11, etc.; onceκαθέστηκα PHib.1.82i14
(iii B. C.): [tense] plpf.- εστάκει Demetr.
Sceps. ap. Ath.15.697d:—also in [voice] Med., [tense] fut. (Paus.3.5.1), [tense] aor. 1, more rarely [tense] pres. (infr. A. 11.2):— set down,κρητῆρα καθίστα Il.9.202
; νῆα κατάστησον bring it to land, Od.12.185; κ. δίφρους place, station them, before starting for the race, S.El. 710; ποῖ [ δεῖ] καθιστάναι πόδα; E.Ba. 184;κ. τινὰ εἰς τὸ φανερόν X.An.7.7.22
; set up, erect, of stones, Inscr.Cypr.94, 95 H.:—[voice] Med., [ λαῖφος] κατεστήσαντο βοεῦσι steadied it, h.Ap. 407.2 bring down to a place,τούς μ' ἐκέλευσα Πύλονδε καταστῆσαι Od.13.274
: generally, bring,κ. τινὰ ἐς Νάξον Hdt.1.64
, cf. Th.4.78; esp. bring back,πάλιν αὐτὸν κ. ἐς τὸ τεῖχος σῶν καὶ ὑγιᾶ Id.3.34
;κ. τοὺς Ἕλληνας εἰς Ἰωνίαν πάλιν X.An.1.4.13
; without πάλιν, replace, restore,ἐς φῶς σὸν κ. βίον E.Alc. 362
; ἃς (sc. τὰς κόρας) οὐδ' ὁ Μελάμπους.. καταστήσειεν ἄν cure their squint, Alex.112.5; ἰκτεριῶντας κ. Dsc.4.1; τὸ σῶμα restore the general health, Hp.Mul. 2.133:—[voice] Med., κατεστήσαντο (v.l. for κατεκτήσαντο)εὐδαιμονίαν Isoc. 4.62
:—[voice] Pass., οὐκ ἂν ἀντὶ πόνων Χάρις καθίσταιτο would be returned, Th. 4.86.3 bring before a ruler or magistrate, Hdt.1.209, PRyl.65.10 (i B. C.), etc.;τινὰ ἐπί τινα PCair.Zen.202.6
(iii B. C.), POxy.281.24 (i A. D.).2 ordain, appoint, , cf. 25: usu. without the inf.,κ. τινὰ ὕπαρχον Id.7.105
; ἄλλον [ ἄρχοντα]ἀντὶ αὐτοῦ X.Cyr.3.1.12
, etc.;βασιλέα ἐπί τινας LXX 1 Ki.8.5
, al.;τινὰ ἐς μοναρχίαν E.Supp. 352
;ἐπὶ τὰς ἀρχάς Isoc.12.132
;τινὰ τύραννον Ar.Av. 1672
;κ. ἐγγυητάς Hdt.1.196
, Ar.Ec. 1064; δικαστάς, ἐπιμελητάς, νομοθέτας, Id.Pl. 917, X.Cyr.8.1.9, D.3.10 (sed leg. καθίσατε, cf.καθίζω 1.4
); of games, etc., γυμνικοὺς ἀγῶνας κ. Isoc.4.1: rarely c. inf.,οἱ καθιστάντες μουσικῇ.. παιδεύειν Pl.R. 410b
:—so in [voice] Pass.,κυβερνᾶν κατασταθείς X. Mem.1.7.3
: [tense] aor. [voice] Med., appoint for oneself,τύραννον καταστησάμενοι παρὰ. σφίσι αὐτοῖσι Hdt.5.92
.á;ἄρχοντας X.An.3.1.39
, etc.b esp. of laws, constitutions, ceremonies, etc., establish, νόμους, τελετάς, E.Or. 892, Ba.21, etc.; πολιτείαν, δημοκρατίαν, Arist.Ath.7.1, Decr.ib. 29.3;ὀλιγαρχίαν Lys.12.42
; also, set in order, arrange, :—also in [voice] Med., ; ; ;πόλεις ἐπὶ τὸ ὠφέλιμον Id.1.76
; [ Εὔβοιαν] ὁμολογίᾳ ib. 114; πρὸς ἐμὲ τὸ πρᾶγμα καταστήσασθαι settle it with me, D.21.90.3 bring into a certain state,τινὰ ἐς ἀπόνοιαν Th.1.82
;ἐς ἀπορίαν Id.7.75
;εἰς ἀνάγκην Lys.3.3
;εἰς αἰσχύνην Pl.Sph. 230d
;εἰς ἐρημίαν φίλων Id.Phdr. 232d
; ;τινὰ εἰς ἀσφάλειαν Isoc.5.123
; τίνας εἰς ἀγῶνα καθέστακα; Hyp.Eux. 28, cf. Lycurg.2;κ. τινὰ ἐν ἀγῶνι καὶ κινδύνῳ Antipho 5.61
;τὴν πόλιν ἐν πολέμῳ Pl.Mx. 242a
;τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ X.Cyr.4.5.28
; κ. ἑαυτὸν ἐς κρίσιν present himself for trial, Th.1.131, cf. Lycurg.6; κ. τινὰ εἰς τοὺς ἀρχικούς reckon him as one of.., X.Mem.2.1.9.4 c. dupl. acc., make, render so and so,ψευδῆ γ' ἐμαυτόν S.Ant. 657
;ἡ ἐπιθυμία κ. τινὰ ἀμνήμονα Antipho 2.1.7
; τὸ πιστὸν ὑμᾶς ἀπιστοτέρους κ. Th.1.68; κ. τι φανερόν, σαφές, Id.2.42, 1.32; τινὸς ἐπίπονον τὸν βίον κ. Isoc.10.17: c. part., κλαίοντα καθιστάναι τινά bring one to tears, E.Andr. 635: rarely c. inf., κ. τινὰ φεύγειν make him fly, Th.2.84, cf. E.Alc. 283, Luc.Charid.8:—[voice] Pass., .5 [voice] Med., get for oneself, .6 make, in periphrases,πάννυχοι.. διάπλοον καθίστασαν A.Pers. 382
:—[voice] Med., κρυφαῖον ἔκπλουν οὐδαμῇ καθίστατο ib. 385.B intr. in [tense] aor. 2, [tense] pf. καθέστηκα, and [tense] plpf. of [voice] Act. (also [tense] fut.καθεστήξω Th.3.37
, 102), and all tenses of [voice] Med. (exc. [tense] aor. 1 ) and [voice] Pass.: [tense] pf. καθέσταμαι in later Greek, IG22.1006.24 (ii B. C.), LXXNu.3.32, etc.:—to be set, set oneself down, settle, ἐς [ Αἴγιναν] Hdt.3.131, cf. Th.4.75; [ ὀδύναι]καθίσταντο ἐς ὑπογάστριον Hp.Epid.7.97
; of joints, ἐξίσταται ἀνωδύνως καὶ κ. goes out of joint and in again, Id.Art.8; κ. ἐς Ῥήγιον to make R. a base of operations, Th.3.86; simply, to be come to a place,ὅποι καθέσταμεν S.OC23
.b come before another, stand in his presence, Pi.P.4.135;λέξον καταστάς A.Pers. 295
(unless it be taken in signf. 4), cf. Hdt.1.152;κ. ἐς ὄψιν τινός Id.7.29
; , cf. 156;καταστὰς ἐπὶ τὸ πλῆθος ἔλεγε Th.4.84
.2 to be set as guard,ὑπό τινος Hdt.7.59
, cf. S.OC 356, X.An.4.5.19, etc.; to be appointed,δεσπότης.. καθέστηκα E.HF 142
;στρατηλάτης νέος καταστάς Id.Supp. 1216
; κ. Χορηγὸς εἰς Θαργήλια, στρατηγός, etc., Antipho 6.11, Isoc.4.35, etc.;οἱ πρόβουλοι καθεστᾶσιν ἐπὶ τοῖς βουλευταῖς Arist.Pol. 1299b37
; δικτάτωρ.. καθε[ στάμενος τὸ τέταρτον], = Lat. dictator designatus quartum, of Caesar, IG12(2).35b7 (Mytil.).4 also, stand or become quiet or calm, of water,ὅταν ἡ λίμνη καταστῇ Ar.Eq. 865
, cf. PHolm.16.3; θάλασσα γαληνὴ καὶ κ. Plb.21.31.10; πνεῦμα λεῖον καὶ καθεστηκός calm and settled, Ar.Ra. 1003; ὁ θόρυβος κατέστη subsided, Hdt.3.80; of laughter, Philostr. VA3.4; of a swelling, Hp.Prog.7;ἕως τὰ πράγματα κατασταίη Lys. 13.25
; also of persons, καταστάς composedly, A.Pers. 295 (but v. supr. 1b); [ ἡ ψυχὴ]καθίσταται καὶ ἠρεμίζεται Arist.Ph. 248a2
; ὁρῶμεν [ τοὺς ἐνθουσιαστικοὺς]..καθισταμένους Id.Pol. 1342a10
;καθεστηκυίας τῆς διανοίας Ocell.4.13
; καθεστῶτι προσώπῳ with composed, calm countenance, Plu.Fab.17;μαίνεσθαι καὶ ἔξω τοῦ καθεστηκότος εἶναι Luc.Philops.5
; τίς ἂν καθεστηκὼς φήσαιε; what person of mature judgement would say.. ? Phld.Po.5.15; ἡ καθεστηκυῖα ἡλικία middle age, Th.2.36; ἡλικία μέση καὶ κ. Pl.Ep. 316c; οἱ καθεστηκότες those of middle age, Hp.Aph.1.13: also, with metaphor from wine, mellow, of persons, Alex.45.8.5 come into a certain state, become, and in [tense] pf. and [tense] plpf., to have become, be,ἀντὶ φίλου πολέμιόν τινι κ. Hdt. 1.87
;οἱ μὲν ὀφθαλμῶν ἰητροὶ κατεστέασι, οἱ δὲ κεφαλῆς Id.2.84
;ἔμφρων καθίσταται S.Aj. 306
;τῶν ἄνωθεν ὑπόπτων καθεστώτων Epicur. Sent.13
;ἐς μάχην Hdt.3.45
;ἐς πόλεμον ὑμῖν καὶ μάχην κ. E.HF 1168
;ἐς πάλην καθίσταται δορὸς τὸ πρᾶγμα Id.Heracl. 159
;ἐς τὴν ἴησιν Hp.Prorrh.2.12
; ἐς τὸ αὐτό they recover, Id.Coac. 160 (later abs.,καταστῆναι καὶ μηδενὸς ἔτι φαρμάκου δεηθῆναι Gal.Vict.Att.1
);ἐς τοὺς κινδύνους Antipho 2.3.1
;ἐς φόβον Hdt.8.12
, Th.2.81; ἐς δέος, λύπην, Id.4.108,7.75;ἐς φυγήν Id.2.81
;ἐς ἔχθραν τινί Isoc.9.67
; εἰς ὁμόνοιαν, εἰς πολλὴν ἀθυμίαν, Lys.18.18, 12.3; καταστῆναι ἐς συνήθειάν τινος τὴν πόλιν ποιεῖν make the city become accustomed to it, Aeschin.1.165; had been,Hdt.
1.92, cf. 9.37;ἐν δείματι μεγάλῳ κατέστασαν Id.7.138
; καταστάντων σφι εὖ τῶν πρηγμάτων ib. 132; τίνι τρόπῳ καθέστατε; in what case are ye? S.OT10; φονέα με φησὶ.. καθεστάναι ib. 703;ἄπαρνος δ' οὐδενὸς καθίστατο Id.Ant. 435
;κρυπτὸς καταστάς E.Andr. 1064
;οἱ ἐν τούτῳ τῆς ἡλικίας καθεστῶτες ἐν ᾧ.. Antipho 2.1.1
; ἐν οἵῳ τρόπῳ [ἡ τῶν Ἀθηναίων ἀρχὴ] κατέστη how it came into being, Th.1.97, cf. 96; ἀρξάμενος εὐθὺς καθισταμένου (sc. τοῦ πολέμου ) from its first commencement, Id.1.1.6 to be established or instituted, prevail,καί σφι μαντήϊον Διὸς κατέστηκε Hdt.2.29
; ἄγραι.. πολλαὶ κατεστᾶσι ib.70, cf. 1.200; ὅδε σφι νόμος κατεστήκεε ib. 197;βροτοῖσιν ὃς καθέστηκεν νόμος E. Hipp.91
: c. inf.,θεὸν Ἀμφιάραον πρώτοις Ὠρωπίοις κατέστη νομίζειν Paus.1.34.2
: [tense] pf. part., existing, established, prevailing, τὸν νῦν κατεστεῶτα κόσμον Hdt 1.65;ἦν κατεστηκὸς οὐδὲν φόρου πέρι Id.3.89
; τοὺς κατεστεῶτας τριηκοσίους the regular 300, Id.7.205;οἱ καθεστῶτες νόμοι S.Ant. 1113
, Ar.Nu. 1400; τὰ καθεστῶτα the present state of life, S.Ant. 1160; also, existing laws, usages, τὰ τότε κ., τά ποτε κ., Pl.Lg. 798b, Isoc.7.56;ἐπὶ τοῖσι κατεστεῶσι ἔνεμε τὴν πόλιν Hdt.1.59
.7 of purchases, cost, πλέον ἢ ὅσου ἐμοὶ κατέστησαν more than they stood me in, And.2.11, cf. Plu.2.349a.8 stand against, oppose, πρός τινα dub. l. in Plb.23.18.5:—[voice] Pass.,Τιτήνεσσι κατέσταθεν Hes. Th. 674
.C [tense] aor. 1 [voice] Med. and sts. [tense] pres. [voice] Med. are used in trans. sense, v. supr. A. 11.2sq.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καθίστημι
-
12 καταστρέφω
Aστρᾰφήσομαι D.C.42.42
: [tense] pf. imper.κατεστρέφθω Epicur.
(v. infr.): [tense] plpf. [ per.] 3sg. - έστραπτο Hdn. (v. infr.); [ per.] 3pl. - εστράφατο D.C.39.5:— turn down, trample on,ποσσί h.Ap.73
; turn the soil, X.Oec.17.10; κάνθαρον κ. turn it upside down, so as to drain it, Alex.115, cf. Sotad. Com.1.33, LXX 4 Ki.21.13;κατεστραμμένῳ τῷ ὀστράκῳ Arist.HA 622b8
.II upset, overturn,τὴν πόλιν κ. Ar.Eq. 274
;τὰς εἰκόνας D.L.5.82
; ruin, undo,βίον καὶ τέκνα καὶ πόλεις Plb.23.11.2
; τινα AP 11.163 (Lucill.):—[voice] Pass.,τὰ προάστεια κατέστραπτο Hdn.8.4.8
.2 [voice] Med., subject to oneself, subdue,πολέμῳ Hdt.1.64
, cf. 71, al., Th.3.13, D.18.244, etc.; ; τοὺς μὲν κατεστρέψατο ἐς φόρου ἀπαγωγήν subdued and made them tributary, Hdt.1.6: c. inf., .3 [voice] Pass., in [tense] aor. and [tense] pf., to be subdued, Id.1.130,68: [tense] plpf., Th.5.29: c.inf., ἀκούειν σοῦ κατέστραμμαι am constrained to hear, A.Ag. 956: [tense] pf. [voice] Pass. also in sense of [voice] Med., Hdt.1.171; , cf. X.HG5.2.38, Isoc.5.21.III of a floating solid, right itself, Archim. Fluit. 2.9 ([voice] Pass.).b intr., return,εἰς ταὐτόν Arist.Pr. 921a26
, cf. Mech. 856b17.IV turn round, direct, [ καταπάλτην] train it on the enemy, Ph.Bel.82.14; esp. towards an end, ποῖ καταστρέφεις λόγων τελευτήν; A.Pers. 787;οὕτω κατέστρεψεν ἡ τύχη ταῦτα, ὥστ' ἐναντία γενέσθαι τοῖς προσδοκωμένοις Din.1.32
; κατέστρεψεν εἰς φιλανθρωπίαν τοὺς λόγους guided the conversations to a friendly end, Aeschin.2.39: hence, bring to an end, κ. τὴν βίβλον, τὸν λόγον, Plb.3.118.10, 22.9.4 ([voice] Pass.,ταῦτα μὲν αὐτοῦ κατεστρέφθω Epicur.Nat.14.6
); esp. κ. τὸν βίον Cebes 10, Ael.NA13.21, Plu.Thes.19,etc.;ὑπὸ τῶν πολεμίων Id.Comp.Sol.Publ.1
: abs., come to an end, close, Plb.4.2.1;τοῦ ἐνιαυτοῦ -στρέφοντος Plu.Caes.51
; esp. end life, die, Epicur.Ep.3p.61U., Plu.Them.31, Arr.An.7.3.1, Hdn.5.8.10; κ. εἰς ἀπώλειαν end in.., Alciphr.3.70;τοὺς λόγους ἐπὶ τὰ πράγματα -στρέφειν οἰόμενος Plu. Phil.4
; ἡ ἡμέρα κ. εἰς ὥραν δεκάτην inclines towards.., Id.Sull. 29.2 Rhet., metaph., λέξις κατεστραμμένη periodic style, opp. εἰρομένη, Arist.Rh. 1409a26, cf. Demetr.Eloc.12,21.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταστρέφω
-
13 πλήν
πλήν, [dialect] Dor.and [dialect] Aeol. [full] πλάν SIG56.3(Argos, vB.C.), 421.7(Thermum, iii B. C.), IG9(1).333.4 ([dialect] Locr., v B. C.), Berl.Sitzb.1927.158 ([place name] Cyrene), Schwyzer633.16, 19 (Eresus, ii/i B. C.):A Prep. with gen., except, save, ;τίς ἔτλη.. π. Ἡρακλῆος; Hes.Sc.74
, cf. A.Pr. 914, IG12.6.108, etc.: with γε, S. El. 909, etc.; ὑπεγγύους π. θανάτου liable to any punishment short of death, Hdt.5.71; ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν π. θανάτου save in respect of death, Th.4.54; σκυλεύειν τοὺς τελευτήσαντας π. ὅπλων of anything save their arms, Pl.R. 469c; διαρπάσαι.. ἐπέτρεψε πλὴν ἀνδραπόδων to carry off all plunder save slaves, X.An.2.4.27.2 later, besides, in addition to, LXX De.18.8, 29.1.B Conj.:I with single words and phrases, esp. when a neg. precedes,οὐκ ἆρ' Ἀχαιοῖς ἄνδρες εἰσὶ π. ὅδε; S.Aj. 1238
;οὐκ οἶδα π. ἕν Id.OC 1161
, E.El. 752;οὐ κάτοιδα π. ἐπὶ σμικρὸν φράσαι S.El. 414
, cf. Amphis 13: after a question implying a neg.,τί σοι πέπρακται π.τεύχειν κακά; A.Eu. 125
, cf. S.Ant. 646: after πᾶς, etc.,τὸ δ' ἄρσεν αἰνῶ πάντα π. γάμου τυχεῖν A.Eu. 737
;παντὶ δῆλον π. ἐμοί Pl.R. 529a
, cf. S.Ph. 299, Isoc.12.19, etc.;νικᾶν.. πανταχοῦ.. ἔφυν π. εἰτ σέ S.Ph. 1053
( πᾶς is sts. omitted,θνῄσκουσι [πάντες] π. εἷς τις Id.OT 118
; ἀλλ' ἔστι [πᾶσι] πλὴν σοί ib. 370): freq. with ἄλλος (much like ἤ), τί οὖν μ' ἄνωγας ἄλλο π. ψευδῆ λέγειν; Id.Ph. 100
, cf. Aj. 125, Ant. 236, Ar.Pl. 106, X. An.1.2.1, Pl.Prt. 334b, etc.: after a [comp] Comp.,ταῦτ' ἐστὶ κρείσσω π. ὑπ' Ἀργείοις πεσεῖν E.Heracl. 231
, cf. Pl.Min. 318e, etc.;πάντα μᾶλλον π. αὐτὸς ἅψασθαι D.21.179
: after a [comp] Sup.,τὸ μέγιστον εἴργται π. αἱ τάξεις τοῦ φόρου X.Ath.3.5
.II freq. joined with other Particles:1 π. εἰ, π. ἐάν, ὅταν,a folld. by a Verb,π. εἴ τις κωμῳδοποιὸς τυγχάνει ὤν Pl.Ap. 18d
, cf. Tht. 177d, D.3.18, 10.39, etc.;π. ὅταν A.Pr. 260
, S.El. 293, etc.;π. εἰ ἄρα μή Str.7.3.8
;π. ἐὰν μὴ ἐξέλθῃ Arist.HA 554b2
.b with Verb omitted,οὐδεὶς οἶδεν.., π. εἴ τις ἄρ' ὄρνις Ar.Av. 601
, cf.X.HG4.2.21, etc.; π. εἰ μή, after a neg.,οὐδὲν προσδεησόμεθα, π. εἰ μὴ πάρεργόν τι Pl.Plt. 286d
(v.l.);οὐδὲν ἂν πάθοι.., π. εἰ μή που κατὰ συμβεβηκός Arist.GC 323b26
;οὐ δεῖ.. τοῦτο.. κινεῖσθαι, π. εἰ μὴ κατὰ σ. Id.de An. 406b8
, cf. APr. 43a39, Thphr.CP1.10.6, D.H.4.74.—The pleon. phrase π. εἰ μή is censured by Luc.Sol.7.2 πλὴν ἤ (where ἤ adds nothing to the sense; πλὴν εἰ is a common v.l.),οὐκ ἄλλῳ π. ἢ Προδίκῳ Ar.Nu. 361
, cf. 734;οὐδὲν κάκιον.., πλὴν ἄρ' ἢ γυναῖκες Id.Th. 532
, cf. Hdt.2.111, Pl.Ap. 42a (v.l. π. εἰ); alsoοὐ τὸν ἄνθρωπον ὑγιάζει π. ἀλλ' ἢ.. Arist.Metaph. 981a18
(v.l.).3 π. οὐ only not,πάντες προσδέχονται, π. οὐχ οἱ τύραννοι X.Hier.1.18
(v.l. ap.Ath.4.144d), cf. Lac.15.6, D.18.45, 56.23, Berl.Sitzb.l.c.4 π. ὅτι except that.., save that..,καίτοι τί διαφέρουσιν ἡμῶν ἐκεῖνοι, π. ὅτι ψηφίσματ' οὐ γράφουσιν; Ar.Nu. 1429
;π. ἢ ὅτι Hdt.4.189
; πλήν γε ὅτι, πλήν γε δὴ ὅτι, Pl.Tht. 183a, Phd. 57b; after ὁμοίως, τὰ αὐτά, Plu.Pel.4, Artem.1.56.5 π. ὅσον except or save so far as..,παρήκουσι παρὰ πᾶσαν [τὴν Λιβύην].., π. ὅσον Ἕλληνες.. ἔχουσι Hdt.2.32
, cf. D.H.1.23;π. ὅσα Pl.R. 456a
;π. καθόσον D.C.72.19
;π. καθόσον εἰ Th.6.88
codd.b without a Verb, πάντων ἐρήμους, π. ὅσον τὸ σὸν μέρος save so far as thou art concerned, S.OT 1509; τοὺς πολλοὺς ἀπέκτειναν π. ὅσον ἐκ τριῶν νεῶν οὓς ἐζώγρησαν except only.., Th.7.23, cf. Pl.Lg. 670a, 856d;ἀληθευτικός, π. ὅσα μὴ δι' εἰρωνείαν Arist.EN 1124b30
.III introducing a clause, mostly preceded by οὐδείς, πᾶς, ἄλλος, save that,νῦν δ' οὐδεμία πάρεστιν.., π. ἥ γ' ἐμὴ κωμῆτις ἥδ' ἐξέρχεται Ar.Lys.5
, cf. S.Tr.41, X.An. 1.8.20, etc.;οὐκ ἀντεξῄεσαν π. ἕως ἀκροβολισμοῦ Plb.1.18.2
: without any such word preceding, only, albeit,ἀπέπεμπε κήρυκας ἐς τὴν Ἑλλάδα, π. οὔτε ἐς Ἀθήνας οὔτε ἐς Λακεδαίμονα ἀπέπεμπε Hdt.7.32
, cf. S. OC 1643, Th.8.70, Pl.Prt. 328e, etc.2 to break off and pass to another subject, only, however,π. γνώριζε ἄτοπος ὤν PCair.Zen.454.10
(iii B. C.), cf. Plb.1.69.14, 2.17.1, 1 Ep.Cor.11.11, Diog.Oen.8, Plu. Per.34, etc.: in late Prose,π. ἀλλά Id.Pyrrh.5
, Luc.Prom.20, DMort.13.3, 20.4, etc.;π. ἀλλά γε Id.Rh.Pr.24
.3 simply for δέ, but,πολλὴν στρατιὰν ἀθροίσας, π. ἄπειρον μάχης Hdn.3.4.1
;δυστυχῶν μέν, π. ἀλλ' Ἑλλήνων Hld.6.7
. (Cogn. with πλησίος, πελάζω, cf. ἔμπλην.) -
14 συντέλεια
συντέλεια, ἡ, (Aσυντελέω 11
) joint contribution for the public burdens,χρημάτων σ. ποιῆσαι D.18.237
;σ. φόρου D.C.42.6
; εἰς σ. ἄγειν τὰς χορηγίας, i.e. to leave the choregia to be defrayed by subscription, not by a single person, D.20.23; μικρᾶς σ. ἑκάστῳ γιγνομένης ibid.;πρὸς σ. χρημάτων Arist.Rh.Al. 1423b1
.2 metaph., Pl.Lg. 905b; ἡ παρὰ τοῦ διδασκάλου ς., i.e. instruction, Aristid.2.226 J.3 = collatio, (compulsory) provision of recruits, εἰς τὴν τῶν τειρώνων ς. KeilPremerstein Dritter Bericht p.87 (inc. loc.); συντελείας βουργαρίων.. ἄνεσιν prob. in SIG880.52 (Pizus, iii A.D., cf. JRS8.26 sqq.).II at Athens, a body of citizens who contributed jointly to bear public burdens (cf.συντελής 1
), Antipho Fr.56; αἱ σ. τῶν τριηράρχων Decr. ap.D.18.105, cf. 106.2 generally, company, ὦ ξυντέλεια (sc. θεῶν), of the gods, who separately were called τέλειοι, A.Th. 251, cf. Sch. ad loc.3 union of communities grouped together or united to a larger state, Plb.5.94.1, D.S.5.80, Plu.Comp.Phil.Flam. 1, Paus.7.15.2, OGI565.13 ([place name] Oenoanda).III the consummation of a scheme, opp. ἐπιβολή, Plb.1.3.3, cf. 3.1.5;σ. ἐπιτεθεικὼς τοῖς ἔργοις Id.11.33.7
; σ. σχεῖν, λαμβάνειν, Id.1.4.3, 4.28.3, cf. SIG695.13 (Magn. Mae., ii B.C.), Plu.Per.13;εἰς σ. ἐλθεῖν Plb.2.40.6
;ἡ σ. τῆς ἐπιβολῆς Id.5.32.3
;ἡ σ. τοῦ ἀγῶνος IG7.2712.78
, 82 ([place name] Acraephia);τοῦ πολέμου OGI327.6
(Pergam., ii B.C.), Plb.4.28.5;τῶν ἔργων PPetr.3p.109
(iii B.C.); τὰν τῶν μυστηρίων καὶ τᾶν θυσιᾶν ς. IG5(1).1390.184 (Andania, i B.C.);καταθύμιος λογισμῶν συντέλεια Vett.Val.173.11
; completion, end,τοῦ ἐνιαυτοῦ LXX De.11.12
;τοῦ διεληλυθότος ἔτους POxy.1270.42
(ii A.D.);αἰῶνος Ev.Matt. 13.39
; ποιῆσαι εἰς ς. make an end of, LXX Ez.20.17; ἀνέβη σ. τῆς πόλεως εἰς οὐρανόν ib.Jd.20.40; full realization,τῶν τελῶν Phld.Rh.2.86
S.V in Grammar, completed action, Demetr.Eloc. 214, A.D.Synt.205.14, EM 472.23.VI = ἐντελέχεια, reality, Ocell.2.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συντέλεια
-
15 τάξις
A arranging, arrangement:I in military sense:1 drawing up in rank and file, order or disposition of an army, Th.5.68 (init.), 7.5, etc.; τὰ ἀμφὶ τάξεις rules for it, tactics, X.An.2.1.7;τ. καὶ ἀντίταξις Phld.Piet.12
.2 battle array, order of battle,κατὰ τάξιν Hdt.8.86
;ἐν τάξει Th.4.72
, etc.; ἐς τάξιν καθίστασθαι, ἀνάγειν, ib.93, Ar.Av. 400 (anap.); ἵνα μὴ διασπασθείη ἡ τ. Th.5.70; of ships,ἀποπλῶσαι ἐκ τῆς τάξιος Hdt.6.14
.3 a single rank or line of soldiers, ἐπὶ τάξιας ὀλίγας γίγνεσθαι to be drawn up a few lines deep, ib. 111, cf. 9.31;ἐλύθησαν αἱ τ. τῶν Περσῶν Pl.La. 191c
.4 body of soldiers, A.Pers. 298, S.OC 1311; esp. at Athens, the quota of infantry furnished by each φυλή (cf.ταξίαρχος 11
), Lys.16.16; but freq. of smaller bodies, company, X.An. 1.2.16, 6.5.11, etc.; ἱππέων τ. ib.1.8.21; so of ships, squadron, A.Pers. 380: generally, band, company, φιλία γὰρ ἥδε τ., of the chorus, Id.Pr. 128 (lyr.);ἐμφανίσας μοι ἐν ᾗ ἔσομαι τάξει PCair.Zen. 409.6
(iii B.C.).b esp. a contingent of 128 men, Ascl.Tact.2.8, Arr.Tact.10.2, Ael.Tact.9.3.c in late Gr., membership of the militia palatina (cf. ταξεώτης), Lib.Or.27.17.5 post or place in the line of battle, ἀξιεύμεθα ταύτης τῆς τ. Hdt.9.26, cf. 27;ἐν τῇ τ. εἶχε ἑωυτόν Id.1.82
; μένειν ἐν τῇ ἑωυτοῦ τ. Id.3.158;τ. φυλάξων E.Rh. 664
;ἡ τ. φυλακτέα X.Cyr.5.3.43
;ᾗ ἕκαστος τὴν τ. εἶχεν Id.An. 4.3.29
;τῆς πρώτης τ. τεταγμένος Lys.14.11
, cf. Th.5.68 (fin.); ἐκλιπόντας τὴν τ. Hdt.5.75, cf. 9.21; λείπειν τὴν τ. And.1.74, Pl.Ap. 29a, D.13.34, 15.32, Aeschin.3.159, etc.;παραχωρεῖν τῆς τάξεως D.3.36
, etc.; but ἡγεμὼν ἔξω τάξεων officer on the unattached list, Arch.Pap.3.188, cf. Sammelb. 599, OGI 69 ([place name] Coptos); so οἱ ἔξω τάξεως staff-officers, aides-de-camp, D.S.19.22.II generally, arrangement, order,ἡμερῶν τ. εἰς μηνῶν περιόδους Pl.Lg. 809d
; ἡ τῶν ὅλων τ. X.Cyr.8.7.22; disposition,τῆς ψυχῆς Gorg.Hel.14
: Rhet., disposition, opp. λέξις, Arist.Rh. 1414a29;ἡ τ. τοῦ λόγου Aeschin.3.205
, cf. D.18.2, Sor.1.18, Gal.Libr.Ord.1; ὕστερον τῇ τ. D.3.15, cf. Gal.6.68, 16.533; ἐν τ. εἶναι, = μένειν, Pl.Tht. 153e;τ. καὶ ἠρεμία Arist.EE 1218a23
;εἰ τὰ γυμνάσια ἔχοι τὴν τ. ἐνταῦθα Id.Pol. 1331a37
; difft. from θέσις or mere position, Id.Ph. 188a24, Thphr.Sens. 60 ( θέσεως τ. Gal.6.194; τ. θέσεως is dub. l. in 16.709); ἡ κατὰ τ. τινὰ βασιλεία, opp. ἀόριστος τυραννίς, Arist.Rh. 1366a2; καὶ τοῦτο κατὰ τ., ἕως.. and so on, until.., Sor.2.62.2 order, regularity,εἰς τ. ἄγειν ἐκ τῆς ἀταξίας Pl.Ti. 30a
;τ. καὶ κόσμος Id.Grg. 504a
; οὔτε νόμος οὔτε τ. Id.Lg. 875c, cf. R. 587a;τ. περιόδου Epicur.Ep.2p.42U.
;διὰ τάξεως γίγνεσθαι Pl.Lg. 780a
; τάξιν ἔχειν to be regular, Thphr. HP3.9.6; ἐν τάξει in an orderly manner, Pl.Lg. 637e; so (Nysa, i B.C., rendering of Lat. ordine).b prescription, τὴν τοῦ λυσιτελοῦντος τοῖς σώμασι ποιεῖσθαι τ. Id.Plt. 294e; recipe, cj. in PHolm.2.2.4 τ. τοῦ φόρου assessment of tribute, X.Ath.3.5, cf. IG12.63.2, al.; τῶν ὀφειλημάτων περὶ τῆς πράξεως ib.57.13, cf. Lex ap.D.24.45; τ. τῆς ὑδρείας a ration of water, Pl.Lg. 844b.III metaph. from 1.5, post, rank, position, station,ὑπὸ χθόνα τάξιν ἔχουσα A.Eu. 396
(lyr.); ἡ τῶν ἀκοντιζόντων τ. Antipho 3.2.7; ἰδία τοῦ βίου τ. Isoc. 6.2; ἀνὴρ τῆς πρώτης τ. CIG2767.4 ([place name] Aphrodisias); οἰκέτου τ. D.18.258, cf. PGnom.43, 196 (ii A.D.), Mitteis Chr. 372 v 18 (ii A.D.);τ. ἔχοντος ἐν τῷ Μουσείῳ Sammelb.6674.10
(ii A.D.); ἐν τῇ Θετταλῶν τάξει ranging herself with the T., D.18.63; ἐν ἐχθροῦ τ. as an enemy, Id.20.81, etc.; ἐν ἐπηρείας τάξει by way of insult, Id.18.13; ἀδύνατον εἶχεν τ. occupied an impossible position, i.e. was unthinkable, Hyp.(?) Oxy.1607.60; τὴν ὑπὲρ ὑμῶν ἑλόμενον τάξιν πολιτεύεσθαι championship of your cause, D.18.138, cf. Ep.3.15; ἐγὼ τὴν τῆς εὐνοίας τ... οὐκ ἔλιπον post of patriotism, Id.18.173.2 list, register, ὅπως ταγῇ αὐτοῦ τὸ ὄνομα ἐν τῇ τῶν τετελευτηκότων τ. Sammelb.7359.15, cf. 7404.6, PSI9.1064.38, 10.1141.10 (all ii A.D.);ἡ τ. τῶν κατοχίμων PTeb.318.21
(ii A.D.);τ. λαογράφων PLond.2.182b2
(ii A.D.).V reduction of hernia by manipulation, Gal.14.781.VIII fixed point of time, term,κατ' ἐνιαυτὸν ἢ κατά τινα ἄλλην τ. ἢ χρόνον Arist.Pol. 1261a34
; end (or perh. date fixed for the end),μέχρι τάξεως αὐτῆς τῆς τρύγης Sammelb.5810.15
(iv A.D.). -
16 ἀπαγωγή
ἀπᾰγωγή, ἡ,III as [dialect] Att. lawterm,1 a summary process by which a person caught in the act ([etym.] ἐπ' αὐτοφώρῳ) might be arrested by any citizen and brought before the magistrates, Antipho 5.9, And.1.88, Lys. 13.85f, D.24.113;ἀπαγωγῆς ἄξια Hyp.Eux.16
.2 written complaint handed in to the magistrates, ἀπάγειν τὴν ἀ. lay such accusation, Lys.13.86; παραδέχεσθαι ἀ., of the Eleven, admit it, ibid.IV in Logic, shifting of the basis of argument: hence of argument based on a probable or agreed assumption, Arist.APr. 69a20, cf. Anon. in SE65.35; reduction,ἡ εἰς τὸ ἀδύνατον ἀ.
reductio per impossibile, APr. ;ἡ ἀ. μετάβασίς ἐστιν ἀπ' ἄλλου προβλήματος ἢ θεωρήματος ἐπ' ἄλλο, οὗ γνωσθέντος ἢ πορισθέντος καὶ τὸ προκείμενον ἔσται καταφανές Procl. in Euc.p.212F.
; τῶν ἀπορουμένων διαγραμμάτων τὴν ἀ. ποιήσασθαι ib. p.213F.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπαγωγή
-
17 ἀπόδοσις
A giving back, restitution, return,τῶν ἵππων Hdt.4.9
;τῶν χωρίων Th.5.35
, Pl.R. 332b; dist. from δόσις, Arist. Pr. 950a37.2 payment, IG.1.32A5, etc.;ἡ ἀ. τοῦ μισθοῦ Th.8.85
;φόρου Luc.VH1.36
: generally, giving, Pl.Lg. 807d; rendering, i.e. performance,ἔργου Dam.Pr. 64
.3 assignment, attribution, Plot.5.1.6.2 in a sentence, clause answering to theπρότασις, διὰ μακροῦ τὰς ἀ. λαμβάνειν D.H.Th.52
,al.; cf.ἀποδίδωμι 11.2
.3 Gramm., interpretation, explanation, A.D.Synt.155.25, cf. Heliod. ap. Orib.48.70.5: generally, account, explanation, Epicur.Ep.2p.41U. (pl.), Simp.in Ph.614.13; but ψιλὴ ἀ. bare statement, Theodor. ap. Corn.Rh.p.363H.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπόδοσις
-
18 ἀτελής
ἀτελής, ές,A without end, i.e.,1 not brought to an end or issue, unaccomplished,τῷ κε καὶ οὐκ ἀ. θάνατος μνηστῆρσι γένοιτο Od.17.546
; εἰρήνη ἐγένετο ἀ. the peace was not brought about, X.HG4.8.15; τὰ μὲν λελεγμένα ἄρρητ' ἐγώ σοι κἀτελῆ φυλάξομαι unaccomplished, i. e. harmless, S.El. 1012.2 incomplete, unfinished,ἀτελῆ σοφίας καρπὸν δρέπειν Pi.Fr. 209
;ἀτελεῖ τῇ νίκῃ.. ἀνέστησαν Th.8.27
; of a building, ib.40; without end or purpose,ἡ φύσις οὐθὲν.. ἀτελὲς ποιεῖ Arist.Pol. 1256b21
.3 inchoate, imperfect, of growth, Hp.Art.41 ([comp] Comp.);ᾠὰ ἀ. Arist.GA 733a2
; ζῷα ib. 774b5; πολῖται ἀ., of minors, Id.Pol. 1275a17;ἀ. συλλογισμός Id.APr. 24a13
;ἀ. ποιεῖν τινά
castrate,Luc.
Syr.D.20: [comp] Comp.- έστερος
less highly developed,Phlp.
in Ph.898.29. Adv.- λῶς
incompletely,Arist.
Pol. 1275a13, dub. in Plu.2.472f.5 indeterminate, Id.Phlb. 24b;τὸ μὲν ἄπειρον ἀ. ἡ δὲ φύσις ἀεὶ ζητεῖ τέλος Arist.GA 715b14
, cf. Pol. 1256b21.II [voice] Act., not bringing to an end, not accomplishing one's purpose, ineffectual,ἀτελεῖ νόῳ Pi.N.3.42
; of persons,ἀποπέμπειν τινά Pl.Smp. 179d
; ἀ. περὶ τὸ κρίνειν imperfectly fitted for.., Arist.Pol. 1281b38;ἀ. εἴς τι Ph. 2.417
: c. inf., unable to do effectually,ἄκυρος καὶ ἀ. σῶσαι And.4.9
; invalid, ([place name] Elis).III ( τέλος IV) free from tax or tribute, Hdt. 2.168, 3.91, Lys.32.24: c.gen., ἀ. τῶν ἄλλων free from all other taxes, Hdt.1.192; καρπῶν ἀ. free from tithe on produce, Id.6.46; exempt,λῃτουργιῶν D.21.155
; στρατείας ib.166, cf. IG22.1132.12, Arist.Pol. 1270b4; τοῦ ἄλλου (sc. φόρου) IG1.40; μετοικίου ib.2.121.b of things, untaxed,ἀ. τὸν σῖτον ἐξάγειν D.34.36
;ὅσα οἱ νόμοι ἀ. πεποιήκασιν Id.42.18
.2 of sums, without deduction, nett, ὀβολὸς ἀ. an obol clear gain, X.Vect.4.14 sq.; . -
19 ἐκλογεύς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐκλογεύς
-
20 ἐνέλκω
A to be charged, imposed upon an estate,τοῦ ἐνελκομένου σοι φόρου ἢ ἐνελκυσθησομένου τὸ ἥμισυ PFlor.370.14
(ii A.D.), cf. PLond.5.1695.12 (vi A.D.), etc.; of land, to be assigned for forced cultivation, PFlor.50.75 (iii A.D.).
- 1
- 2
См. также в других словарях:
φοροῦ — φορέω repeated pres imperat mp 2nd sg (attic) φορέω repeated imperf ind mp 2nd sg (attic) φορός bearing masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φόρου — φόρον forum neut gen sg φόρος that which is brought in by way of payment masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φόρος — Το μέρος εκείνο του εθνικού εισοδήματος που παίρνουν οι δημόσιοι οργανισμοί από τις ιδιωτικές οικονομικές μονάδες, για να εξασφαλίζουν τα μέσα που χρειάζονται για την ανάπτυξη της δικής τους δραστηριότητας. Ο φ. αποτελεί το όργανο διαμέσου του… … Dictionary of Greek
Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
πεντηκοστολόγος — ὁ, Α (στην Αθήνα, στη Δήλο και στην Κυπαρισσία) ο εισπράκτορας τού φόρου τής πεντηκοστής, οικονομικός υπάλληλος τής αθηναϊκής πολιτείας που είχε ως έργο την είσπραξη τού φόρου τής πεντηκοστής και την απογραφή τού εισπραττόμενου φόρου σε ιδιαίτερο … Dictionary of Greek
υποτελής — ές / ὑποτελής, ές, ΝΜΑ 1. (για χώρα ή πόλη) αυτός που δεν έχει πλήρη και απόλυτη κυριαρχία αλλά εξαρτάται από άλλη, ισχυρότερη πολιτεία (α. «οι μεγάλες δυνάμεις και οι υποτελείς χώρες» β. «άντι συμμάχων ὑποτελεῑς και δοῡλοι γεγονότες», Πλούτ. γ.… … Dictionary of Greek
φορολογία — η, ΝΜΑ [φορολόγος] ο φόρος, το ποσό που καταβάλλεται ως φόρος (α. «αυξήθηκε η φορολογία τού εισοδήματος» β. «οὐκ ὀλίγην κατ ἔτος φορολογίαν τῷ ἱερωτάτῳ ταμείῳ εἰσφέρει», πάπ.) νεοελλ. 1. η επιβολή φόρου 2. φρ. α) «αναλογική φορολογία» (νομ. οικον … Dictionary of Greek
νικηφόρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ίδρυσε τη Μονή Χαρσιανού. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Οκτωβρίου. 2. Ν. ο Φωκάς. Αυτοκράτορας του Βυζάντιου. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Δεκεμβρίου. 3. Πιάστηκαν αιχμάλωτοι μαζί με τον Στέφανο και… … Dictionary of Greek
παρακράτηση — η 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού παρακρατώ, οικονομικό μέτρο το οποίο συνίσταται στην αποθήκευση ποσοστού τού παραγόμενου προϊόντος με σκοπό την ισορρόπηση τής προσφοράς και τής ζήτησης και την ανάσχεση τής υποτίμησης τής τιμής του ή… … Dictionary of Greek
συμβιβασμός — (Νομ.). Επίλυση διαφοράς ή αμφισβήτησης με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Στο αστικό δίκαιο, θεωρείται σύμβαση με τη βοήθεια της οποίας τα συμβαλλόμενα μέρη διαλύουν τη μεταξύ τους διαφορά, που αφορά οποιαδήποτε έννομη σχέση, ή αίρουν την αβεβαιότητα… … Dictionary of Greek