Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

γριφᾶσθαι

См. также в других словарях:

  • αγρείφνα — η ἀγρεῑφνα, η (AM) τσουγκράνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτγν. ἀγρεῑφνα. Αβέβαιης ετυμολογίας, πιθ. από το λακωνικό γριφᾶσθαι (= γράφειν). Το αρχικό ἀ δεν εξηγείται ικανοποιητικά] …   Dictionary of Greek

  • γράφω — (AM γράφω) 1. αποδίδω λέξεις με γράμματα τού αλφαβήτου 2. ζωγραφίζω 3. γράφω επιστολή 4. καταχωρίζω σε κατάλογο 5. εγγράφω, κατατάσσω σε σχολείο κ.λπ. νεοελλ. 1. ξέρω να γράφω 2. συγγράφω, δημοσιεύω 3. κληροδοτώ, μεταβιβάζω την κυριότητα ακινήτου …   Dictionary of Greek

  • gerebh- —     gerebh     English meaning: to scratch, write     Deutsche Übersetzung: “ritzen” and Verwandtes     Material: 1. gerbh : Gk. γράφω “ scratch, carve, cut, mark by cutting or scratching, write “ (*gr̥bhō), γράμμα “alphabetic letter”, γραμμή… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»