Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

γραμματικεύομαι

См. также в других словарях:

  • γραμματικευομένων — γραμματικεύομαι to be a grammarian pres part mp fem gen pl γραμματικεύομαι to be a grammarian pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γραμματικευομένοις — γραμματικεύομαι to be a grammarian pres part mp masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γραμματικευσαμένῳ — γραμματικεύομαι to be a grammarian aor part mp masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γραμματικευόμενος — γραμματικεύομαι to be a grammarian pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γραμματικεύεσθαι — γραμματικεύομαι to be a grammarian pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγραμματίκευτος — ἀγραμματίκευτος, ον (Μ) [γραμματικεύομαι] αυτός που είναι άπειρος τής γραμματικής, που έχει άγνοια τής γραμματικής …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»