Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λέκτρονδε

См. также в других словарях:

  • λέκτρονδε — (Α) επίρρ. προς το κρεβάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < λέκτρον + δε, δεικτικό εγκλιτικό μόριο, που δηλώνει εις τόπο κίνηση (πρβλ. πέδον δε, πόλιν δε)] …   Dictionary of Greek

  • λέκτρονδε — λέκτρον couch indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λέκτρονδ' — λέκτρονδε , λέκτρον couch indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»