Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἄνϑρωποι

См. также в других словарях:

  • ἅνθρωποι — ἄνθρωποι , ἄνθρωπος man masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρωποί — ἀνθρωπόομαι to have the concept pres subj mp 2nd sg ἀνθρωπόομαι to have the concept pres ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄνθρωποι — ἄνθρωπος man masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολὺς λαός, ὀλίγοι δὲ ἄνθρωποι. — См. Людей нет! …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Πολλοὶ μὲν ἄνθρωποι, ὀλίγοι δὲ ἄνδρες. — См. Людей нет! …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Σκιᾶς ὄναρ ἄνϑρωποι. — См. Прах ты и в прах обратишься …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Τρωγλοδύτες — Άνθρωποι που ζούσαν την προϊστορική περίοδο, αλλά και σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις, σε φυσικά κοιλώματα. Τ. ονόμαζαν και στην αρχαία εποχή λαούς με κατώτερη ανάπτυξη που ζούσαν σε τρώγλες. Ο Ηρόδοτος (Δ 183) αναφέρει τα εξής για τους τ. Αιθίοπες …   Dictionary of Greek

  • 'νθρωποι — ἄνθρωποι , ἄνθρωπος man masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὤνθρωποι — ἄνθρωποι , ἄνθρωπος man masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὥνθρωποι — ἄνθρωποι , ἄνθρωπος man masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»