Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὑπογραμματεῖς

См. также в других словарях:

  • ὑπογραμματεῖς — ὑπογραμματεύς under clerk masc acc pl ὑπογραμματεύς under clerk masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατρονόμοι — Πολιτική αρχή στην αρχαία Σπάρτη, που ιδρύθηκε το 226 π.Χ. από τον μεταρρυθμιστή βασιλιά Κλεομένη Γ’ σε αντικατάσταση της γερουσίας. Η αρχή διατηρήθηκε και μετά την επαναφορά του αρχαίου πολιτεύματος το 221 π.Χ. Οι π. ήταν έξι (και κατ’ άλλους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»