-
1 τελέσσαι
τελέωfulfil: aor inf actτελέσσαῑ, τελέωfulfil: aor opt act 3rd sg -
2 τέλεσσαι
τελέωfulfil: aor imperat mid 2nd sg -
3 τελέω
τελέω (τελεῖς, -εῖ; -έων: fut. τελέσσω, τελέσει: impf. τέλει: aor. (ἐ)τέλεσσεν, τέλεσαν; τέλεσσον; τελέσαις, -άντων: τελέσαι, τελέσσαι: pass. aor. τελεσθέντων: pf. τετελεσμένον.)aI bring to pass, bring aboutτελεῖ δὲ θεῶν δύναμις καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν O. 13.83
“ τοῦτ' ἔργον βασιλεὺς ἐμοὶ τελέσαις” P. 4.230ἔργον πελώριον τελέσαις P. 6.41
ἐμοὶ δὲ θαυμάσαι θεῶν τελεσάντων οὐδέν ποτε φαίνεται ἔμμεν ἄπιστον P. 10.49
ἐμοὶ δ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε Πότμος ἄναξ, εὖ οἶδ ὅτι χρόνος ἕρπων πεπρωμέναν τελέσει N. 4.43
ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶν πραπίδες I. 8.30
“Κρονίων, τελεῖς ς[ ]πεπρωμέναν πάθαν (Π̆{ac} et Σ: τέλει Π̆{pc}: δύναται τελέω ἐπιτελέω Σ.) Πα. 8A. 15.II fulfil (prophecies) ἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον τέλεσσεν (sc. Οἰδίπους) O. 2.40 “ τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσον” P. 4.165III bring to fulnessθεός τέ οἱ τὸ νῦν τε πρόφρων τελεῖ δύνασιν P. 5.117
IV complete ( ναῦν) τέλεσαν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (τέλεσεν Σ̆{γρ˙}, Wackernagel) P. 4.246b bring to birthτὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ P. 3.9
“ νῦν σε ( Δία) — λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε ξεῖνον ἁμὸν μοιρίδιον τελέσαι” I. 6.46 τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο μιχθεὶς τοξοφόρον τελέσαι γόνον[ Πα. 7B. 52.c pay tribute of c. acc. & dat.παίδεσσιν ὕμνον Δεινομένεος τελέσαις P. 1.79
ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13
ψυχὰν Ἀίδᾳ τελέων οὐ φράζεται δόξας ἄνευθεν I. 1.68
d dub., ? reckon up ἑπτὰ δ' ἔπειτα πυρᾶν νεκρῶν τελεσθέντων Ταλαιονίδας εἶπεν ( νεκροῖς coni. Wil.: τελεσθεισᾶν Pauw, cf. Fraenkel on Ag. 562: τὰς πυρὰς ὁ Πίνδαρος καταριθμεῖται οὐ πρὸς αὐτοὺς τοὺς στρατηγοὺς ἀλλὰ τὰ τούτων στρατεύματα Σ; of the army of the Seven, cf. Thummer, 17̆{2}) O. 6.15e fragg. τελέσαι δ' ὀλ[ κα]τελάμβανον[ (Snell: τελε.αι G-H: τελεται Lobel) Πα. 12. 1. μάντις ὡς τελέσσω ἱεραπόλος Παρθ. 1. 5. -
4 τελέω
Aτελέοντες Od.3.262
, cf. 4.776, al.,τελείει 6.234
, 23.161): [dialect] Ep. [tense] impf.τέλεον Il.23.373
, 768;ἐτέλειον 9.456
, 15.593; [dialect] Ion. , Fr. 434;τελέεσκον Q.S.8.213
: [tense] fut.τελέσω Pi.N.4.43
, X.Cyr.8.6.3, ([etym.] δια-) Pl.R. 425e codd., D.21.66 codd. (- τελῶ Cobet in both places), PAvrom.2A9 (i B.C.); [dialect] Ep. also τελέω, Il.8.415, 12.59, Od.2.256, etc.; [dialect] Att. , Ar.Ra. 173, Pl.Prt. 311b: [tense] aor. ([etym.] ἐ)τέλεσα Od.5.390
; [dialect] Ep. τέλεσσα andἐτέλεσσα Il.246
, Il.12.222, 23.543, 559, al. (inf.τελέσσαι Pi.P.3.9
); [dialect] Att.ἐτέλεσα Th.4.78
, etc.: [tense] pf. , ([etym.] δια-) D.18.203:—[voice] Med., [tense] fut. (v. infr.): [tense] aor.ἐτελεσάμην Id.38.18
, etc.; [tense] pf.τετέλεσμαι Inscr.Prien.11.34
(iii B.C.):—[voice] Pass., [dialect] Ep. [tense] impf.ἐτελείετο Il.1.5
: [tense] fut.τελεσθήσομαι Thphr.Char.16.12
; [tense] fut. [voice] Med. in this sense, , Ag.68 (anap.), etc.,τελέεσθαι Il.2.36
,τελεῖσθαι Od.23.284
; part.τελεόμενος Hdt.1.206
,τελεύμενος Id.3.134
: [tense] aor.ἐτελέσθην Od.4.663
, etc.; [dialect] Aeol. inf.τελέσθην Sapph. Supp.1.4
: [tense] pf.τετέλεσμαι Il.18.74
, etc.: [tense] plpf.τετέλεστο 19.242
: Cret. [tense] pf. part.τετελημένος GDI4963
; [dialect] Ion. [ per.] 3pl. [tense] pf. τετέληνται dub. in SIG 1024.22 (Myconus, iii/ii B.C.): ([etym.] τέλος):—fulfil, accomplish, execute, perform, freq. in Poets from Hom. downwds., less freq. in Prose (except in signfs. 11 and 111);τελέσαι ἔργον τε ἔπος τε Od.2.272
, cf. Il.1.108, 523, etc.;τ. φιλοτήσια ἔργα Od.11.246
; μ' ἔφαντο ἄξειν εἰς Ἰθάκην, οὐδ' ἐτέλεσσαν but did it not, 13.212;τ. ἀέθλους 3.262
;πόνον 23.250
;πύματον δρόμον Il.23.373
;ὁδόν Od.2.256
, Mimn. 11; sts. withoutὁδόν, ἄτερ καμάτοιο τέλεσσαν ἤματι τῷ αὐτῷ καὶ ἀπήνυσαν οἴκαδ' ὀπίσσω Od.7.325
;ὁδῷ δὲ τὰ ξυντομώτατα ἐξ Ἀβδήρων ἐς Ἴστρον ἀνὴρ εὔζωνος ἑνδεκαταῖος τελεῖ Th.2.97
; ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐςΦάρσαλον ἐτέλεσε Id.4.78
; κίνδυνον τελέσσαι perform a dangerous feat, Epich.99; ;δίδυμα κακά A.Th. 782
(lyr.);προστάγματα Pl.Lg. 926a
, cf. d:—[voice] Pass., Hdt.1.206; καὶ εἰ τετελεσμένον ἐστί, = τελεῖσθαι δύναται, Od.5.90, Il.14.196;τετέλεστο δὲ ἔργον 7.465
; αὐτίκ' ἔπειθ' ἅμα μῦθος ἔην, τετέλεστο δὲ ἔργον 'no sooner said than done', 19.242;ἐάνπερ ἐπὶ λόγῳ ἔργα τελῆται Pl. R. 389d
, cf. Plt. 288c;γραφὴ τῶν τετελεσμένων ἔργων PPetr.3p.340
(iii B.C.);τετέλεσται Ev.Jo.19.30
(cf. 28).2 fulfil one's word, τ. ἔπος, μῦθον, ὑπόσχεσιν, Il.14.44, Od.4.776, 10.483;τελέω τὰ πάροιθεν ὑπέστην Il.23.20
; τελέσαι κότον, χόλον, glut one's fury, wrath, 1.82, 4.178: also, grant one the fulfilment or accomplishment of anything, τ. νόον τινί fulfil his wish, 23.149, cf. Od.22.51;τ. ἐέλδωρ Hes.Sc.36
; (lyr.); κατάρας ib. 724 (lyr.); rarely c. inf., οὐδ' ἐτέλεσσε φέρων δόμεναι he succeeded not in.., Il.12.222 (cf.ἀνύω 1.6
):—[voice] Pass., to be fulfilled, 2.36, 330, al.: esp. [tense] pf. part., [μῦθος] τετελεσμένος ἐστί Il.1.388
, cf.h.Ven.26; elsewh. in Hom. only neut.,τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται Il.1.212
, cf. 8.286, al.:—[voice] Med., τελέσασθαι δίκην bring a suit to issue, D.38.18, cf. 39.18 ([voice] Pass.).3 grant in full, work out,ἀγαθόν τινι, ὅ τι φρεσὶν ᾗσι μενοινᾷ Od.2.34
;νόστον 15.112
; ;τ. λυγρά 18.134
;γῆρας ἄρειον 23.286
;κακὰ κήδεα τ. τινί Il.18.8
, cf. Od.4.699, 18.389, S. Ant.3; θεῶν τελεσάντων (sc. αὐτό) Pi.P.10.49;εὖ τελεῖ θεός A. Th. 35
.4 ὅρκια τελεῖν make an oath effective, Il.7.69: later, execute a legal document, δημόσιος χρηματισμὸς τετελεσμένος δι' ἐπιτηρητῶν ἀγορανομίας Mitteis Chr.200.10 (iii A.D.), cf. POxy.290.22 (i A.D.), etc.5 bring to fulfilment or perfection,ἀρετὰν.. πεπρωμέναν τελέσει Pi.N.4.43
; τ. τινά bless him with perfect happiness, Id.I.6(5).46 (dub.); soτετελεσμένον ἐσλόν Id.N.9.6
;τελεσθεὶς ὄλβος A.Ag. 751
(lyr.): also, bring a child to maturity, bring it to the birth, E.Ba. 100 (lyr.).b with an Adj. added, ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ makes perfectly gentle, Men.Mon.41.6 bring to an end, finish, end, Lyr.Alex. Adesp.21.2
.7 of Time,ὅτε δὴ τρίτον ἦμαρ.. τέλεσ' Ἠώς Od.5.390
; βίον τ. Simon.36, S.Ant. 1114; πολλοὺς τρόχους ἡλίου ib. 1065;τελευτὴν τοῦ βίου Id.Tr.79
; also τ. νοῦσον come to the end of it, Hes. Th. 799:—[voice] Pass.,περὶ δ' ἤματα μακρὰ τελέσθη Od.10.470
, cf. Hes. Th.59; τετελεσμένον εἰς ἐνιαυτόν ib. 795; ἐν τοῖς ἔτεσι τοῖς δὶς ἑπτὰ τετελ. Arist.HA 581a14, cf. Metaph. 994a26; of men, come to one's end,οἴμοι.. δεσπότου τελουμένου A.Ch. 875
(s. v.l.).8 sts. intr., like the [voice] Pass., come to an end, be fulfilled, turn out, οὐ γὰρ οἶδ' ὅπῃ τελεῖ ib. 1021, cf. Pers. 225 (troch.), S.El. 1417 (lyr.): later = τελέθω, to be,φύσει τελῶν μνησίκακος Tz.H.2.83
, al.II pay what one owes, what is due,λιπαρὰς τελέουσι θέμιστας Il.9.156
, 298 (unless this means ' will administer good laws'); νῆας.. αἵ κεν τελέοιεν ἕκαστα ἄστε' ἐπ' ἀνθρώπων ἱκνεύμεναι bring supplies of everything, Od. 9.127: generally, pay, present, δῶρα, δωτίνην, Il.9.598, Od.11.352;μισθόν Il.21.457
, Eup.4; ;ἀργύριον.. μισθόν Id.Prt. 311d
;δύο δραχμὰς μισθόν Ar.Ra. 173
: metaph.,τ. ὕμνον Pi.P. 1.79
, 2.13; τ. ψυχὰν Ἀΐδᾳ, i.e. die, Id.I.1.68.b esp. pay tax, duty, toll,φόρον Pl.Alc.1.123a
;τὰ τέλη Cratin.Jun.9.5
, Arist.Ath. 55.3, cf. Pl.Lg. 847b; τ. μετοίκιον pay the tax of a μέτοικος, ib. 850b;ἱππάδα Is.7.39
;θητικόν Arist.Ath.7.4
, Lex ap. D.43.54;ξενικά D.57.34
;συντάξεις Aeschin.3.91
; freq. in Papyri,οἱ τελοῦντες τὰ καθήκοντα εἰς τὸ βασιλικόν PTeb.5.174
(ii B.C.), etc.; τ. σῖτον pay one's contribution of corn, X.HG5.3.21: abs., pay tax, IG12.1.2,3, Hdt.2.109:—[voice] Pass., of money, etc., to be paid, Id.9.93; of persons, to be in receipt of rent,χώραν ἀτέλεστον ἔχουσιν αὐτοὶ τετελεσμένοι D. Prooem.55
.2 lay out, spend,χρήματα μεγάλα Hdt.3.137
, Pl. Ap. 20a, cf. X.Cyr.8.1.13:—[voice] Pass., to be spent or expended, Hdt.2.125; ἐς τὸ δεῖπνον τετρακόσια τάλαντα τετελεσμένα laid out upon the dinner, Id.7.118; ἕνδεκα μυριάδας μεδίμνων τελεομένας ἐπ' ἡμέρῃ ἑκάστῃ ib. 187, cf. Pl.Lg. 955e.3 since, in many Greek cities, the citizens were distributed into classes acc. to their taxable property, τ. εἴς τινας meant to belong to a class, to be reckoned among, τ. ἐς Ἕλληνας, ἐς Βοιωτούς, belong to the Greeks, the Boeotians, Hdt.2.51, 6.108; εἰς ἀστοὺς τ. become a citizen, S.OT 222; εἰς ἄνδρας τ. come to man's estate, Pl.Lg. 923e; εἰς γυναῖκας ἐξ ἀνδρὸς τ. become a woman instead of a man, E.Ba. 822; ἕκαστος ἡμῶν ὑπό τινα τελεῖ δαίμονα ὃς πάσης ἡμῶν τῆς ζωῆς ἐπάρχει belongs.., Herm. in Phdr.p.93 A.4 from the last sense perh. may be expld. the phrase, κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι πρὸς τὸν πατέρα τελέσαι to compare with his father, Hdt.3.34 ( τελέσαι om. cod. E, secl. Hude).III initiate in the mysteries, τινα Pl.Euthd. 277d; ; τυμπανίζειν καὶ τ. Plu.2.60a;τ. τῷ Διονύσῳ Milet.6.23
:—[voice] Pass., to have oneself initiated, Ar.Nu. 258;τετελεσμένος Pl.Phd. 69c
, Berl.Sitzb.1927.169 ([place name] Cyrene), etc.;ἐτέλεις, ἐγὼ δ' ἐτελούμην D.18.265
; Διονύσῳ τελεσθῆναι to be consecrated to Dionysus, initiated in his mysteries, Hdt.4.79; , cf. X.Smp.1.10: c. acc.,Βακχεῖ' ἐτελέσθη Ar.Ra. 357
(anap.);τελέους τελετὰς τελούμενος Pl.Phdr. 249c
, cf. 250b; alsoτ. μεγάλοισι τέλεσι Id.R. 560e
.b in Magic, endow a thing with potency, consecrate it, PMag.Par.1.1744, PMag.Lond.46.242, 121.590, Sch.Ar.Pl. 884.2 metaph., τελεσθῆναι στρατηγός to be formally appointed general, D. 13.19; τετελεσμένος σωφροσύνῃ a votary of temperance, X.Oec.21.12.3 also of sacred rites, perform, , cf. IT 464 (anap.);θυσίαν τοῖς θεοῖς D.S.4.34
, cf. Plu.Thes.16;ὄργια IG14.1183
([place name] Rome), Paus.4.14.1; γάμον, γάμους, Call.Ap.14, Lyc. 1387:— [voice] Pass., Pl.Lg. 775a.4 [voice] Pass., of women, to be married, GDI3721.5,9 ([place name] Cos). -
5 θάλαμος
θᾰλᾰμος (-ου, -ῳ, -ον; -ων, -οις, -ους.)aI chamber, hall, pl. mansionκολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος O. 5.13
τοὺς δ' ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά (sc. εὐφραίνει) fr. 221. 3. “ πρὸς Αἰήτα θαλάμους” P. 4.160II esp., bedchamber Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας (pl. pro sing.) O. 7.29πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ, δαμεῖσα ἐν θαλάμῳ P. 3.11
θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.68
ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.42
μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις Διὸς ἄκοιτιν ἐπειρᾶτο (pl. pro sing.) P. 2.33b inner part of a temple, sanctuary Ἑστία, εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον (εἰς τὸ πρυτανεῖον. Σ.) N. 11.3 χρυσέας ὑποστάσαντες εὐτειχεῖ προθύρῳ θαλάμου κίονας (τὸ προοίμιον. Σ.) O. 6.1 φοινικοεάνων οἰχθέντος ὡρᾶν θαλάμου fr. 75. 14. -
6 πρίν
a adv., before ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκετο πρίν (Hermann: πρὶν ἔδεκτο cod. πρὶν ἔδεκτο νεότας Bergk) I. 8.68πρὶν ὀδυνηρὰ γήραος ς[ μ]ολεῖν, πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέτω νόημ' Pae. 1.2
πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ ἀοιδὰ Δ. 2. 1. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 20. c. art.,ἦρ' ωλτ;γτ; φίλοι, κατ ἀμευσίπορον τρίοδον ἐδινάθην, ὀρθὰν κέλευθον ἰὼν τὸ πρίν P. 11.39
b prep. c. gen., before “ κέχυται Λιβύας εὐρυχόρου σπέρμα πρὶν ὥρας” P. 4.43c conj.I before c. inf.ἐνέπαξαν ἕλκος ὀδυναρὸν ἑᾷ πρόσθε καρδίᾳ πρὶν ὅσα φροντίδι μητίονται τυχεῖν P. 2.92
τὸν μὲν πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ, εἰς Ἀίδα δόμον κατέβα P. 3.9
ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι πρὶν μέσον ἆμαρ ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον (post ἑλεῖν distinxerunt codd.: post ἆμαρ Bergk.: sc. γενέσθαι) P. 9.113 ( ἄκων)ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον, αἴθωνι πρὶν ἁλίῳ γυῖον ἐμπεσεῖν N. 7.73
ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19
ἧν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51
κρύψεν δ' ἅμ ἵπποις, δουρὶ Περικλυμένου πρὶν νῶτα τυπέντα μαχατὰν θυμὸν αἰσχυνθῆμεν N. 9.26
ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι I. 4.32
πρὶν ὀδυνηρὰ γήραος ς[ μ]ολεῖν, πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέλτ;γτ;ω νόημ Pae. 1.1
]πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐς ευ[ Pae. 6.155
bc. ind., untilἐγχώριοι βασιλῆες αἰεί, πρὶν Ὀλυμπιος ἁγεμὼν μίχθη O. 9.57
ἦ πόλλ' ἔπαθεν, πρίν γέ οἱ χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.65
πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἥροάς τ' ἐμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν δὶς τόσους N. 4.28
-
7 σύν
1 prep. c. dat. (with second only of two nouns, P. 4.10, P. 8.99, N. 10.38, N. 10.53, N. 10.84, Πα. 6. 4: following noun c. adj., O. 2.18, P. 4.187, P. 8.7, P. 8.54; c. dependent gen., O. 13.58)a along with, accompanied byI of people, thingsἀντιθέοισιν νίσεται σὺν παισὶ Λήδας O. 3.35
κεῖνος σὺν βαρυγδούπῳ πατρὶ O. 6.81
σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν O. 7.13
ναίοντας Ἀργείᾳ σὺν αἰχμᾷ O. 7.19
ἀλλὰ Κρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι O. 7.67
κωμάζοντι φίλοις Ἐφαρμόστῳ σὺν ἑταίροις O. 9.4
ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος O. 9.71
ταὶ Διωνύσου πόθεν ἐξέφανεν σὺν βοηλάτᾳ χάριτες διθυράμβῳ; O. 13.19Πτοιοδώρῳ σὺν πατρὶ O. 13.41
τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες O. 13.58
κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται θαμὰ P. 3.78
κωμάζοντι σὺν Ἀρκεσίλᾳ P. 4.2
“ ἐναλίαν βᾶμεν σὺν ἅλμᾳ” P. 4.39σὺν κείνοισι P. 4.134
ἅλιξιν σὺν ἄλλοις P. 4.187
σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83
“ ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖ” P. 8.54Αἴγινα φίλα μᾶτερ, ἐλευθέρῳ στόλῳ πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99
—100.Πυθιονίκαν σὺν βαθυζώνοισιν ἀγγέλλων Τελεσικράτη Χαρίτεσσι γεγωνεῖν P. 9.2
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ P. 11.3
Κασσάνδραν πολιῷ χαλκῷ σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.20
διδύμῳ σὺν κασιγνήτῳ μόλεν N. 1.36
ἐγὼ τόδε τοι πέμπω μεμιγμένον μέλι λευκῷ σὺν γάλακτι N. 3.78
( Ἡρακλέης)σὺν ᾧ ποτε Τροίαν πόρθησε N. 4.25
Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77 “θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ Ἄρει” N. 10.84Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα σὺν Ὀρέστᾳ N. 11.34
τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.8
σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι I. 4.72
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον I. 5.21
ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον, καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38
ἆγε σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον I. 6.28
πέφνεν δὲ σὺν κείνῳ Μερόπων ἔθνεα I. 6.31
πολίων δ' ἑκατὸν πεδέχειν μέρος ἕβδομον Πασιφάας λτ;σὺνγτ; υἱ[οῖ]σι (add. Housman metr. gr.: <ἓξ> Wil.: om. Π.)Πα.. 3. χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι Χαρίτεσσίν τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ με δέξαι Pae. 6.4
κελαινεφεῖ σὺν πατρὶ Μναμοσύνᾳ τε τοῦτον ἔσχετ[ε τεθ]μόν Pae. 6.55
ὄφρα σὺν Χειμάρῳ μεθύων Ἀγαθωνίδᾳ βάλω κότταβον fr. 128. 2. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ ἦλθεν fr. 172. 4.II =ἔχων. ταχὺ δὲ Καδμείων ἀγοὶ χαλκέοις σὺν ὅπλοις ἔδραμον ἀθρόοι N. 1.51
σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι χαλκέοις ὅπλοισιν ἱππείοις τε σὺν ἔντεσιν N. 9.22
“μολόντα βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν Pae. 2.74
I esp. of godsσὺν θεοῖς O. 8.14
σὺν Κυπρογενεῖ O. 10.105
σὺν δὲ κείνῳ O. 13.87
σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5
σύν τοι τίν κεν ἁγητὴρ ἀνήρ τράποι P. 1.69
πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ P. 3.9
“ σὺν Δαναοῖς” P. 4.48κλέψεν τε Μήδειαν σὺν αὐτᾷ P. 4.250
ἀλλὰ χρονίῳ σὺν Ἄρει πέφνεν τε ματέρα P. 11.36
φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν N. 5.54
σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κριθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.6
σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17
εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι σὺν Χαρίτεσσιν N. 9.54
Χαρίτεσσί τε καὶσὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38
σὺν θεοῖς I. 1.6
σὺν θεῷ I. 4.5
II of things, by means of, throughσὺν ἅρματι θοῷ κλείζειν O. 1.110
λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν O. 2.18
Ἐρινὺς ἔπεφνέ οἱ σὺν ἀλλαλοφονίᾳ γένος O. 2.42
σὺν δὲ φιλοφροσύναις εὐηράτοις Ἁγησία δέξαιτο κῶμον O. 6.98
σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον O. 9.26
θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21
εἰ δὲ σὺν πόνῳ τις εὖ πράσσοι O. 11.4
τὸ πλουτεῖν δὲ σὺν τύχᾳ πότμου σοφίας ἄριστον P. 2.56
“ σὺν τιμᾷ θεῶν” P. 4.51σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι P. 4.203
σὺν δ' ἐλαίῳ φαρμακώσαισ ἀντίτομα P. 4.221
ὔμμι Λατοίδας ἔπορεν Λιβύας πεδίον σὺν θεῶν τιμαῖς ὀφέλλειν P. 4.260
σὺν ὀρθαῖς κιόνεσσιν δεσποσύναισιν ἐρειδομένα P. 4.267
σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν P. 9.115
τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν P. 10.57
Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις P. 11.48
ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.21
ἀρχαὶ δὲ (sc. τοῦ ὕμνου)βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9
σὺν Χαρίτων τύχᾳ N. 4.7
Μενάνδρου σὺν τύχᾳ μόχθων ἀμοιβὰν ἐπαύρεο N. 5.48
σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ N. 6.24
ἔργοις δὲ καλοῖς ἔσοπτρον ἴσαμεν ἑνὶ σὺν τρόπῳ, εἰ N. 7.14
νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ N. 9.49
Σικυωνόθε δ' ἀργυρωθέντες σὺν οἰνηραῖς φιάλαις ἀπέβαν N. 10.43
σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει N. 10.48
εὐτυχήσαις ἢ σὺν εὐδόξοις ἀέθλοις ἢ σθένει πλούτου I. 3.1
εὐανθεῖ σὺν ὄλβῳ εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.12
τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35
κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.20
ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15
σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ ἐκτίσσατο I. 9.1
τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοιχθόνα πολύδωρον Pae. 2.59
νέων δὲ μέριμναι σὺν πόνοις εἱλισσόμεναι δόξαν εὑρίσκοντι fr. 227. 1.cI of accompanying circumstances, along withἁμέραν ὁπότε ἀτειρεῖ σὺν ἀγαθῷ τελευτάσομεν O. 2.33
θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ' ἄγει O. 2.36
Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.93
ἔστασεν ἑορτὰν σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ νικαφορίαισί τε O. 10.58
πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα σὺν πατάγῳ P. 1.24
καὶ σὺν εὐφώνοις θαλίαις ὀνυμαστάν P. 1.38
πόλιν κείναν θεοδμάτῳ σὺν ἐλευθερίᾳ ἔκτισσε P. 1.61
“ οὐκέτι τλάσομαι ψυχᾷ γένος ἁμὸν ὀλέσσαι ματρὸς βαρείᾳ σὺν πάθᾳ” P. 3.42νιν σὺν εὐδοξίᾳ μετανίσεαι P. 5.8
ἁρπαλέαν δόσιν πενταεθλίου σὺν ἑορταῖς ὑμαῖς ἐπάγαγες P. 8.66
εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ P. 8.73
κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ καλὰ ῥέζοντ' ἔννεπεν (δικαίως Σ.) P. 9.96ἵλαος ἀθανάτων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ δέξαι στεφάνωμα τόδ P. 12.4
θρῆνον λειβόμενον δυσπενθέι σὺν καμάτῳ P. 12.10
καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα N. 1.64
ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται N. 5.38
ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δωδεκάμηνον περᾶσαί νιν ἀτρώτῳ κραδίᾳ (Dissen: περᾶσαι σὺν codd.) N. 11.9ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκετο πρίν I. 8.67
Λατόος ἔνθα με παῖδες εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ θεράποντα ὑμέτερον κελαδεννᾷ σὺν μελιγάρυι παιᾶνος ἀγακλέος ὀμφᾷ Pae. 5.47
μανίαι τ' ἀλαλαί τ ὀρίνεται ῥιψαύχενι σὺν κλόνῳ Δ. 2. 13. Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαίᾳ ἴδετε πορευθέντ ἀοιδᾶν δεύτερον fr. 75. 7. ἀχεῖ τ' ὀμφαὶ μελέων σὺν αὐλοῖς fr. 75. 18.II with, at the time of “καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ Θήραιον P. 4.10
τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ P. 8.7
ὄφραΘέμιν ἱερὰν κελαδήσετ' ἄκρᾳ σὺν ἑσπέρᾳ P. 11.10
τὸν κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24
ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44
χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, θυμέ, σὺν ἁλικίᾳ fr. 123. 1.III with, under the influence ofσὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.51
σὺν δ' ἀνάγκᾳ πὰν καλόν fr. 122. 9.d in of musical termsἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.45
e fragg.σὺν ἀπιομ[ήδ]ει φιλ[ Pae. 7.7
παρθένῳ σὺν πομ[ Πα. 7C. a. 4. σὺν παντ[ Πα. 13. a. 7. ]σὺν κτύπῳ[ Πα. 13. a. 15. πορφυρέᾳ σὺν κρόκ[ᾳ Πα. 13. a. 19. σὺν Χαρίτ[εσσι P. Oxy. 841, fr. 112.2 adv.a at the same time εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν (tmesin vidit Boeckh) I. 6.12 -
8 ἀμήχανος
A without means or resources, helpless, Od.19.363;πενία ἀ. B.1.61
;πόριμον αὑτῷ τῇ πόλει δ' ἀ. Ar.Ra. 1429
;ἀ. καὶ ἄτεχνος Pl.Plt. 274c
; of animals, opp. εὐμήχανος, Arist.HA 614b34: hence,2 incapable, awkward,ἀφραδέες καὶ ἀ. h.Ap. 192
, cf. Theoc.1.85;τὸν ἀ. ὀρθοῦν A.Th. 227
;ἀ. γυνή E.Hipp. 643
; ἀ. εἴς τι awkward at thing, Id.Med. 408. Adv., ἀμηχάνως ἔχειν, = ἀμηχανεῖν, A.Ch. 407, E., etc.3 c. inf., at a loss how to do, unable to do,τὸ δὲ βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀ. S.Ant.79
; - ώτατος ὅ τι χρὴ λέγειν πορίσασθαι [D.]60.12, etc.II more freq. in pass. sense, allowing of no means:b of things, hard, impossible, τοῦτό μ' ἄνωγας ἀμήχανον ἄλλο τελέσσαι ib. 14.262;τοῦτο δ' ἀ. εὑρεῖν Pi.O.7.25
, cf. Hdt.1.48; ὁδὸς ἀ. εἰσελθεῖν road hard or impossible to enter on, X.An.1.2.21;ἀ. ἐστὶ γενέσθαι Emp.12
, cf. Hdt. 1.48, 204, S.Ant. 175, etc.: abs., ἀμήχανα impossibilities, ἀμηχάνων ἐρᾶν ib.90, cf. 92;δεινὸς.. εὑρεῖν κἀξ ἀ. πόρον A.Pr.59
, cf. Ar.Eq. 759: [comp] Sup., Them. in Ph.91.12.2 against whom or which nothing can be done, irresistible, freq. in Hom. of Zeus, Hera, Achilles; ἀ. ἐσσι, ἀ. ἔπλευ, Il.10.167, 16.29;Ἔρος.. ἀ. ὄρπετον Sapph.40
.b of things, ἀ. ἔργα mischief without help or remedy, Il.8.130; ;κήδεα Archil.66
; (lyr.); ἄλγος, νόσοι, S.El. 140 (lyr.), Ant. 363 (lyr.);συμφορά Simon.5.11
, cf. E.Med. 392; κακόν ib. 447: [comp] Comp.-ωτέρα, ἀγλαΐα Them.Or.4.51c
.c esp. of dreams, inexplicable, not to be interpreted, Od.19.560.3 extraordinary, enormous,ποταμῶν ἀ. μεγέθη Pl.Phd. 111d
;; ἀμή χανον εὐδαιμονίας an inconceivable amount of happiness, Id.Ap. 41c: freq.c.acc., ἀ. τὸ μέγεθος, τὸ κάλλος, τὸ πλῆθος, etc., i.e. inconceivable in point of size, etc., Id.R. 584b, 615a, X.Cyr.7.5.38: c. dat.,ἀ. πλήθει τε καὶ ἀτοπία Pl.Phdr. 229d
(nisi leg. ἀμηχάνων πλήθη τε καὶ ἀτοπίαι, where ἀ. = monsters): abs., infinitely great,δύναμις Plot.5.3.16
.b freq. in Pl. withοἷος, ὅσος, ἀμήχανον ὅσον χρόνον Phd 95c
; ἀμηχάνῳ ὅσῳ πλέονι by it is impossible to say how much more, R.588a;ἀμή χανόν τι οἷον Chrm.155d
. Adv.,ἀμηχάνως ὡς εὖ R.527e
;ἀ. γε ὡς σφόδρα Phdr.263d
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμήχανος
-
9 ἱμείρω
ἱμείρω [pron. full] [ῑ], [dialect] Aeol. [full] ἰμέρρω Sapph.1.27, Alc.Supp.26.5, cf. Hdn.Gr. 2.949: ([etym.] ἵμερος):—A long for, desire, c. gen., τί κακῶν ἱμείρετε τούτων.. ; Od.10.431, cf. 555, Hes.Sc.31;μεγάλων B.1.62
; ; , cf. Ar.Nu. 435: c. inf., long or wish to do, Alc. l.c., Sol.13.7, A.Pers. 233, S.OT 587, Ichn.128; l.c.: c. Adj. neut., : abs., Id.El. 1053;ἀσμένοις.. καὶ ἱμείρουσιν.. τὸ φῶς ἐγίγνετο Pl.Cra. 418d
.II [voice] Med. [full] ἱμείρομαι, [tense] aor. 1 ἱμειράμην ll.14.163:—[voice] Pass., [tense] aor. 1ἱμέρθην Hdt.7.44
: c. gen., ὁππότ' ἂν ἡβήσῃ τε καὶ ἧς ἱμείρεται αἴης ([dialect] Ep. [tense] aor. subj.) Od.1.41;χρημάτων ἱ. μεγάλως Hdt.3.123
: c. inf., εἴ πως ἱμείραιτο παραδραθέειν φιλότητι (cf. ἵμερος) Il.14.163, cf. Od.1.59, Hdt.6.120, S.OT 386.—[dialect] Ep., [dialect] Ion. (Hdt. and Hp.Morb.4.39), and Trag. word: never in [dialect] Att. Prose; introduced as etym. in Pl.Cra. l.c.
См. также в других словарях:
τελέσσαι — τελέω fulfil aor inf act τελέσσαῑ , τελέω fulfil aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τέλεσσαι — αἱ, Α ονομασία θεοτήτων στην Κυρήνη. [ΕΤΥΜΟΛ. πιθ. < τελῶ] … Dictionary of Greek
τέλεσσαι — τελέω fulfil aor imperat mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τελώ — τελῶ, έω, ΝΜΑ, και επικ. τ. τελείω Α 1. εκτελώ, επιτελώ, ενεργώ, διενεργώ (α. «θα τελέσουν τους γάμους του στον ιερό ναό τού Αγίου Δημητρίου» β. «τὰ δ ἱερὰ νύκτωρ ἤ μεθ ἡμέραν τελεῑς;», Ευρ.) 2. (στον παθ. παρακμ. ως τριτοπρόσ.) τετέλεσται!… … Dictionary of Greek