Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πολλαχῆ

См. также в других словарях:

  • πολλαχῆ — in many places indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολλαχῇ — πολλαχῆ in many places indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολλαχή — Α επίρρ. 1. σε πολλά μέρη 2. πολλές φορές, συχνά 3. με πολλούς και διάφορους τρόπους, πολυτρόπως 4. για πολλούς λόγους. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πολλ(ο) τού πολύς* + ουρανικό πρόσφυμα αχ + επιρρμ. κατάλ. ῇ (πρβλ. αλλ αχ ή)] …   Dictionary of Greek

  • πολλαχῆι — πολλαχῇ , πολλαχῆ in many places indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ενιαχή — ἐνιαχῇ (Α) επίρρ. 1. τοπ. σε μερικά μέρη 2. χρον. ενίοτε, καμιά φορά. [ΕΤΥΜΟΛ. Τα επιρρήματα ενιαχή, ενιαχού, παράγωγα τού ένιοι, εμφανίζουν αντιστοίχως το ίδιο επίθημα με τα πολλαχή*, πολλαχού*] …   Dictionary of Greek

  • πολύς — πολλή, πολύ, ΝΜΑ, και επικ. τ. πουλύς, πουλύ και ιων. τ. πολλός, ή, όν, Α 1. (για αριθμό και συχνά με ονόματα τα οποία δηλώνουν την έννοια τού πλήθους) αυτός που υπάρχει ή γίνεται σε μεγάλη ποσότητα (α. «συγκεντρώθηκε πολύς λαός για να τόν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»