Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ὑπὸ+ταῦτα

  • 1 ὑπό

    ὑπό [pron. full] [ῠ], Prep. with gen., dat., and acc.: [dialect] Aeol. [full] ὐπά Alc.39; [dialect] Boeot. [full] ὑπά
    A

    Ἀρχ.Δελτ. 14

    Pl. ii 19 (Thespiae, iii B.C.); [dialect] Ion. ηυπύ only in IG 14.871 (Cumae, v B.C.); Arc. [full] ὁπύ Schwyzer 664.15,21 (Orchom.Arc., iv B.C.); in [dialect] Ep. [full] ὑπαί (also B. 12.139): this is found in Hom. only six times as a well-attested reading (

    ὑ. πόδα Il.2.824

    ,

    ὑ. δέ 3.217

    , 11.417, 12.149,

    ὑ. δείους 10.376

    , 15.4); elsewh. (before λ ν ρ ϝ ) it is weakly attested as v. l. for ὑπὸ ([etym.] ?ὑπόX ¯ ), e.g. ποσσὶ δ' ὑπὸ (v.l. ὑπαὶ)

    λιπαροῖσι Il.2.44

    , al.; but ὑπαὶ νεφέων is given by most codd. in Il.15.625, 16.375 (v. Allen ed. maj.), and

    ὑπαὶ νεφέεσσι Anon.

    ap. Plu.2.38e; also in compds.,

    ὑπαιδείδοικα h.Merc. 165

    , ὑπαιφοινίσσω (q. v.); it is not freq. in Trag. Poets, A.Ag. 892, 944, 1164 (lyr.), Eu. 417, S.El. 711, 1418 (lyr.), Inach. in PTeb. 692 ii5 (lyr.), E.El. 1188 (lyr.), Ar. Ach. 970 (paratrag.). (With ὑπό ([etym.] ὕπο) cf. Skt. úpa 'towards, near to, etc.', Goth. uf 'under'.)
    A WITH GENITIVE,
    I of Place, with Verbs of motion, from under, αὖτις ἀναστήσονται ὑ. ζόφου they will rise again from under the gloom, Il.21.56;

    ὑ. χθονὸς ἧκε φόωσδε Hes.Th. 669

    ;

    ῥέει κρήνη ὑ. σπείους Od.9.141

    , cf. Pl.Phdr. 230b;

    ὄσσε δεινὸν ὑ. βλεφάρων ἐξεφάανθεν Il.19.17

    ; ἐσιδόντες ὑπαὶ χειμῶνος αἴγλαν from under the storm-cloud, B.12.139; esp. of rescuing from under another's power, after the Verbs ἐρύεσθαι, ἁρπάζειν, ῥύεσθαι, ἐρύειν, Il.9.248, 13.198, 17.224, 235;

    ἤγαγεν ὑμέτερόνδ' ἀνδροκτασίης ὕ. λυγρῆς

    from the consequences of,

    23.86

    ; also ἵππους μὲν λῦσαν ὑ. ζυγοῦ from under the yoke, 8.543, Od.4.39; ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην I loosed myself from under the ram, 9.463; σπλάγχνων ὕπο ματέρος μόλεν, i.e. was born, Pi.N.1.35, cf. O.6.43; rarely in Trag.,

    ὑ. πτερῶν σπάσας E.Andr. 441

    ;

    περᾷ γὰρ ἥδ' ὑ. σκηνῆς πόδα Id.Hec.53

    ; once in Hdt.,

    τὰς δέ οἱ ἵππους ὑ. τοῦ ἅρματος νεμομένας ἀφανισθῆναι 4.8

    ;

    αἴ τις ὑ. τῶν νομίων τῶν ἐπιϝοικων ἀνχωρέῃ SIG47.27

    (Locris, v B.C.); cf. ὑπέκ.
    2 of the object under which a thing is or is placed, under, beneath, with collat. sense of motion, as μοχλὸν ὑ. σποδοῦ ἤλασα πολλῆς thrust it in under the embers, Od. 9.375;

    ὑ. στέρνοιο τυχήσας Il.4.106

    ;

    τοὺς μὲν ὑ. χθονὸς εὐρυοδείης πέμψαν Hes.Th. 717

    : also without the sense of motion,

    ὑπ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο Il.3.372

    ;

    βάθιστον ὑ. χθονός ἐστι βέρεθρον 8.14

    ;

    ἐτέθαπτο ὑ. χθονός Od.11.52

    ;

    κεκευθὼς πολεμίας ὑ. χθονός A.Th. 588

    ;

    ὑπ' ἀγκῶνος βέλη Pi.O.2.83

    ;

    νέρθεν ὑπ' ἐγκεφάλοιο Il.16.347

    ;

    τὰ ὑ. γῆς δικαιωτήρια Pl.Phdr. 249a

    ;

    δεξιὰν ὑφ' εἵματος κρύπτειν E.Hec. 342

    ; φέρειν ζώνης ὕπο ib. 762: Thom.Mag.p.375 R. says that ὑ. = under takes gen. in [dialect] Att., acc. in 'Hellenic' Greek; κατακρύψας ὑ. κόπρου, which is v.l. in Od.9.329 for ὑ. κόπρῳ, is called by Eust.1631.36 Ἀττικώτερον, ὁποῖον καὶ τὸ φέρειν τι ὑ. κόλπου ἢ ὑ. μάλης (v. κόλπος, μάλη); but in [dialect] Att. Prose, Hdt., and the Koine ὑ. c. gen. in signfs. 1.1, 2 is almost limited to these and a few other phrases, esp. ὑ. γῆς; it is not found at all in Th., LXX, Ptolemaic papyri, and NT; X. has ὑ. ἁμάξης ( = from under) An.6.4.22,25; the Orators have only ὑ. μάλης, Lys.Fr.54, D.29.12; ὑ. γῆς is found in Pl.Ap. 18b, Mx. 246d, R. 414d, al., Arist.Mete. 352b6, al., Hipparch.2.2.45, Plb.18.18.10 ([etym.] ὑ. τῆς γῆς), 21.28.3,10.
    II of Cause or Agency, freq. with pass. Verbs, and with intr. Verbs in pass. sense,

    μή πως τάχ' ὑπ' αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς Il.3.436

    , cf. 4.479;

    ἡνιόχοιο ἐν κονίῃσι πεσόντος ὑφ' Ἕκτορος 17.428

    ; εὖτ' ἂν πολλοὶ ὑφ' Ἕκτορος θνῂσκοντες πίπτωσι 1.242;

    τὸν.. τοκέα ὑ. τοῦ.. παιδὸς ἀποθνῄσκειν Hdt.1.137

    ;

    οἵαις ὑπ' αὐτοῦ πημοναῖσι κάμπτομαι A.Pr. 308

    , cf. Th.7, al.;

    πέλεκυς.. ὅς τ' εἶσιν διὰ δουρὸς ὑπ' ἀνέρος Il.3.61

    ;

    ὑπ' Ἀχαιῶν.. φοβέοντο.. ἀπὸ νηῶν 16.303

    ;

    πάσχειν δὲ κακῶς ἐχθρὸν ὑπ' ἐχθρῶν A.Pr. 1042

    (anap.);

    ὑ. τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες Th.1.77

    ;

    ἐκπεσόντες ὑ. τοῦ πλήθους Id.4.66

    ;

    ἀναστάτων Καμαριναίων γενομένων ὑ. Συρακοσίων Id.6.5

    ;

    ὑφ' ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑ. τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν Id.4.64

    ; κλύοντές ἐσμεν αἰσχίστους λόγους.. τοῦδ' ὑπ' ἀνδρὸς ἀρτίως we have been called shameful names by.., S.Aj. 1321; κακῶς ὑ. τῶν πολιτῶν ἀκούειν to be ill spoken of by.., Isoc.4.77, cf. Pl.Hp.Ma. 304e, X.An. 7.7.23; of a subordinate agent, ὑ. κήρυκος προαγορεύειν, ἀπειπεῖν κηρύκων ὕπο, Hdt.9.98, E.Alc. 737, cf. Th.6.32;

    ἐμῶν ὑπ' ἀγγέλων.. πορεύεται S.Tr. 391

    ;

    ὑ. ἀγγέλων πέμπων Pl.Phlb. 66a

    : sts. with a verbal Subst., τὸ ὑ. νόμου ἐπίταγμα (i. e. ἐπιταττόμενον) Id.R. 359a;

    ἐκφορὰ φίλων ὕπο A.Th. 1029

    ;

    ἡ ὑπ' ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσις X. Mem.2.1.34

    ;

    ἡ ὑ. πάντων τιμή Id.Cyr.3.3.2

    ;

    Ἥρας δεσμοὶ ὑ. ὑέος Pl. R. 378d

    ; so ἄτρωτον ἦν ὑ. στύγους ( = οὐ τετρωμένον) prob. in A.Ch. 532.
    2 also in pregnant phrases, not only of the immediate act of the agent, but also of its further result, ὅθ' ὑ. λιγέων ἀνέμων σπέρχωσιν ἄελλαι hasten driven on by them, Il.13.334; ὑφ' Ἕκτορος.. φεύγοντες fleeing before him, 18.149,

    χάσσονται ὑπ' ἔγχεος 13.153

    , cf. 7.64, 11.119, 424, Od.5.320, 7.263, al.;

    πράγματα εἶχον ὑ. λῃστῶν X.HG5.1.5

    ; ἔπαινον, αἰτίαν ἔχειν ὑ. τινῶν, Hdt.9.78, A.Eu.99;

    οὐκέτι ἀποχωρεῖν οἷόν τ' ἦν ὑ. τῶν ἱππέων Th.7.78

    , cf. Ar.V. 1084.
    3 freq. of things as well as persons,

    ὡς διάκειμαι ὑ. τῆς νόσου Th.7.77

    ;

    κεῖμαι νούσου ὕ. στυγερᾶς IG42(1).125.8

    (Epid., iii B.C.);

    χαλεπῶς ἔχειν ὑ. τραυμάτων Pl.Tht. 142b

    ;

    ὑ. δόρατος πλαγείς IG42(1).122.64

    (Epid., iv B.C.); ὑ. ἔχιος φῦμα ib.123.4 (ibid., iv B.C.); ἰάθη ὑ. ὄφιος ib.121.113 (ibid., iv B.C.);

    κατεσκεύασαν τὰς πύλας κλείεσθαι ὑ. σφύρας τε μεγάλης καὶ κτύπου παμμεγέθους γιγνομένου Aen.Tact.20.4

    : of the agency of feelings, passions, etc.,

    ἀνόρουσ' ὑ. χάρματος h.Cer. 371

    ; ἐνδακρύειν, ἀνολολύξαι χαρᾶς ὕπο, A.Ag. 541, 587;

    μαίνεται.. ὑφ' ἡδονῆς S.El. 1153

    ;

    χλωρὸς ὑπαὶ δείους Il.10.376

    ;

    ὑ. δέους ἔρρηξε φωνήν Hdt.1.85

    , cf. Th.6.33;

    οὐ δυνατὸν τὸν δῆμον ἐσόμενον ὑ. τῶν κακῶν καρτερεῖν Id.4.66

    ;

    ὑ. κακοῦ ἀγρυπνίῃσι εἴχετο Hdt.3.129

    ;

    ὑπ' ἄλγους A.Eu. 183

    ;

    ὑπ' ὀργῆς Ar.V. 1083

    ;

    ὑ. λύπης S.OT 1073

    : hence ὑπό is used even with active Verbs, where a passive word may be supplied, e.g. ὑ. ἀρετῆς καὶ προθυμίης συνεπλήρουν τὰς νέας from courage, i. e. impelled by courage, Hdt.8.1;

    ὤρυσσον ὑ. μαστίγων Id.7.22

    , cf. 56; οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ' ὑ. χειρὸς ἐμᾶς by my agency, S.Ph. 1118 (lyr.); αἰ μήτις αὐτὸς δοίη, μὴ ὑπ' ἀνάγκας not under compulsion, GDI5128.5 ([place name] Vaxos).
    4 ὑπό freq. serves to denote the attendant or accompanying circumstances,

    νέφος ἐρχόμενον κατὰ πόντον ὑ. Ζεφύροιο ἰωῆς Il.4.276

    , cf. 16.591, etc.: sts. with part. added, ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ' Ἀχαιῶν at their shouting, i.e. when they shouted, 2.334, 16.277;

    ἴαχε σάλπιγξ ἄστυ περιπλομένων δηΐων ὕ. 18.220

    .
    5 of accompanying music, to give the time,

    κώμαζον ὑπ' αὐλοῦ Hes.Sc. 281

    , cf. 278;

    ᾄδων ὑπ' αὐλητῆρος Archil.123

    , cf. Thgn.825, Charon Fr.9;

    πίνειν ὑ. σάλπιγγος Ar.Ach. 1001

    : generally, of anything attendant, δαΐδων ὕ. λαμπομενάων ἠγίνεον by torchlight, Il.18.492, cf. E.Hel. 639 (lyr.), Ion 1474 (lyr.);

    καταθάψομεν.. ὑ. κλαυθμῶν A.Ag. 1554

    (anap.);

    ὑπ' εὐκλείας θανεῖν E.Hipp. 1299

    ;

    εἴσειμ' ὑπαὶ πτερύγων κιχλᾶν καὶ κοψίχων Ar.Ach. 970

    ; ὑπ' εὐφήμου βοῆς θῦσαι offer a sacrifice accompanied by it, S.El. 630; ὑ. φανοῦ πορεύεσθαι by lantern-light, X.Lac.5.7; ὑ. πομπῆς ἐξάγειν τινά in or with solemn procession, Hdt.2.45, cf. Ar.Th. 1030; ὑ. βίης βήξας coughing with violence, violently, Hdt.6.107; ἐτόξευον ὑ. μαστίγων, i.e. they shot and lashed, X.An.3.4.25: v. infr. B. 11.4, C. IV. 1.
    6 ὑ. Ἑλλανοδικᾶν, = ἐπί c. gen., SIG171 (Olympia, iv B.C.).
    7 Math., ἡ ὑ. ΘΔΗ the angle ΘΔΗ ( = ἡ ὑ. τῶν ΘΔ, ΔΗ περιεχομένη γωνία), Procl. Hyp.2.26; but also τὸ ὑ. τῶν ΑΓ, ΓΒ the rectangle contained by ΑΓ, ΓΒ, = ΑΓ χ ΓΒ, Euc.2.4.
    8 ναῦλον ὄνων γ εἰς τὴν πόλιν ὑ. οἴνου laden with wine, Pap. in Hermes 28.163 (ii A.D.), cf. ib.479, and infr. C. IV. 2.
    B WITH DATIVE (esp. in Poets, never in LXX (Jb.12.5 is dub. l.) or NT, not common in Arist., Ptolemaic papyri, or Plb.), of Position under,

    ὑ. ποσσί Il.2.784

    , al.; ὑ. πλατανίστῳ ib. 307, cf. 18.558; ὑ. Τμώλῳ at its foot, 2.866, cf. Od.1.186;

    Βερύσιοι ὑ. τῇ Ἴδῃ IG12.191.11

    , cf. 373.118, al.;

    ὑ. τῇ ἀκροπόλι Hdt.6.105

    ; τῶν θανόντων ὑπ' Ἰλίῳ under its walls, E.Hec. 764, cf. A.Ag. 860;

    πέτρῃ ὕ. γλαφυρῇ εὗδον, Βορέω ὑπ' ἰωγῇ Od.14.533

    ;

    ὑ. τοῖς ὄρεσιν ἔχειν τὰς πηγάς Arist.Mete. 350b27

    ;

    ὑ. πέτρᾳ παῖς IG42(1).122.19

    (Epid., iv B.C.); ὑ. τῷ ναῷ ἀστραγαλίζοντος αὐτοῦ ib.121.25 (ibid., iv B.C.); ηυπὺ τῇ κλίνῃ τούτῃ ληνὸς (or Λῆνος) ηύπυ ib.14.871 (Cumae, v B.C.);

    στρουθοὶ ὑ. τῇ τραπέζῃ Michel 832.33

    (Samos, iv B.C.);

    ὑ. τῇ μασχάλῃ Hp.Art.11

    ;

    χέλυν δ' ὑ. μασχάλῃ εἶχεν h.Merc. 242

    ;

    ὑ. ταῖς μασχάλαις Arist.PA 688b5

    ,14; ὁ ὑ. τῇ γῇ ἀήρ under the earth, Id.Cael. 295a28; ἐὰν ὑ. σοὶ κατακλινῇ lies next below you, Pl.Smp. 222e; ὑφ' ἅρμασι under, i.e. yoked to, the chariot, Il.8.402, 18.244;

    εἶχε μάχαιραν ὑφ' αὑτῷ παρεσκευασμένος Plb.8.20.6

    codd., cf. POxy. 1800 Fr.2.36 (Vit.Aesop.);

    ὑ. τοῖς χιτωνίσκοις περιζώματα φοροῦσιν Plb.12.26a

    .4, cf. 13.7.9; τά τε θηρία καὶ τὰς ὑπ' αὐτοῖς σχεδίας under them, on which they stood, Id.3.46.8;

    τῆς γῆς τῆς ὑ. τῷ κόσμῳ κειμένης Timae.

    ap. eund.12.25.7;

    οἱ ὑ. τῇ ἄρκτῳ, τῇ μεσημβρία, οἰκοῦντες Adam.2.31

    , cf. Arist.Pr. 940a37, Phgn. 806b16;

    ὑ. τῷ μετώπῳ ὀφρύες Id.HA 491b14

    ;

    ὑ. τῷ γενείῳ Plb.34.10.9

    ;

    τὰ ὑ. τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις Hero

    *Deff.135.12;

    ὑ. τῷ δέρματι Gal. 18(2).102

    .
    2 with Verbs of motion, where rest or position follows, εἷσαν ὑ. φηγῷ set [him] down under it, Il.5.693;

    ἔζευξαν ὑφ' ἅρμασιν.. ἵππους Od.3.478

    , cf. Il.24.782;

    ὑ. δ' ἄξοσι.. ἔπιπτον 16.378

    , cf. X.Cyr.7.1.37;

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ θέμεναι Il.24.644

    .
    3 in such phrases as ὑ. χερσί τινος ἁλῶναι, δαμῆναι, 2.374, 860, al.;

    ἐμῇς ὑ. χερσὶ δάμασσον 3.352

    ;

    ὑ. δουρὶ δαμῆναι 5.653

    , etc.;

    ἔκπεσον ἵππων Ἀτρεΐδεω ὑ. χερσί 11.180

    ;

    ὤλετο.. ὑ. γαμφηλῇσι λέοντος 16.489

    ;

    πέπληγμαι δ' ὑπαὶ δάκει φοινίῳ A.Ag. 1164

    (lyr.);

    ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι Il.6.453

    ;

    ὑ. τινὶ κτείνεσθαι 16.490

    .
    4 behind,

    ὑ. φάλαγγι Ascl.Tact.6.1

    ; under the cover or protection of,

    ὑ. τούτῳ τῷ φράγματι τοὺς ὑπορύσσοντας εἶναι Aen.Tact.37.9

    ;

    ὑ. ταῖς αὑτῶν ἀσφαλείαις Plb. 1.57.8

    , 4.12.10, 16.6.1.
    II of the person under whose hand, power, or influence, or the thing by or through which a thing is done, ὑπ' Ἀργείοισι φέβοντο fled before them, Il.11.121; freq. in Hom. with intr. or pass. Verbs,

    ἐφόβηθεν ὑφ' Ἕκτορι Il.15.637

    ;

    ὁρμηθέντες ὑ. πληγῇσιν ἱμάσθλης Od.13.82

    ;

    βῆ.. θεῶν ὑ. πομπῇ Il.6.171

    ;

    ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο 23.215

    ;

    ὑ. λαίλαπι βέβριθε χθών 16.384

    ; τεκεῖν, τεκέσθαι ὑ. τινί, 2.714, 728, 742;

    ἀτῆθαι ὑ. τῷ μεμφομένῳ GDI4994.8

    ([place name] Crete);

    ὁ χρησμὸς ὁ γεγονὼς ὑ. τοῖ Ἀπόλλωνι Inscr.Magn.38.5

    , cf. 12,31,52.
    2 expressing subjection or dependence, ὑ. τινί under one's power,

    δέδμητο δὲ λαὸς ὑπ' αὐτῷ Od.3.305

    , cf. Il.9.156;

    ὑπ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν Od. 7.68

    ; εἶναι ὑ. τισί to be subordinate, subject to them, Th.1.32; ὑ. Χείρωνι τεθραμμένος under the eye of.., Pl.R. 391c; ἔχειν ὑφ' ἑαυτῷ have under one, at one's command, X.Cyr.2.1.26;

    τὰ θηρία τὰ ὑ. τοῖς ἀνθρώποις Pl.R. 563c

    ;

    ὑ. τινὶ στρατεύσασθαι Plu.Cic.44

    : in pregnant sense,

    ἵνα.. πάντα ὑ. Πέρσῃσι γένηται Hdt.7.11

    , cf. Th.7.64;

    ὑπ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι Hdt.7.157

    ;

    κινδυνεύσαιμ' ἂν ὑ. τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ Lys.24.6

    ;

    ὑ. τῷ Μακεδόνι ταττομένων Plb.18.11.4

    ;

    τοὺς τραφέντας ὑ. τούτοις Id.6.7.2

    .
    3 of the subordination of things coming under a class,

    αἱ ὑ. ταῖς τέχναις ἐργασίαι Pl.Smp. 205c

    ;

    τὸ ὑ. ταῖς γεωμετρίαις Id.R. 511b

    ;

    ὄργανα.. τὰ ὑ. τῇ μουσικῇ Id.Hp.Ma. 295d

    .
    4 as in A. 11.5, ὑπ' αὐλητῆρι πρόσθ' ἔκιον advanced to the music of the flute-player, Hes.Sc. 283; ὑπ' αὐλῷ, ὑ. κήρυκι καὶ θεολόγῳ, Luc.DDeor.2.2, Alex.19;

    ὑ. μάστιξι διορύττειν τὸν Ἄθω Plu.2.470e

    : generally, of attendant circumstances,

    ἐξ ἁλὸς εἶσι.. πνοιῇ ὕπο Ζεφύροιο Od.4.402

    ; ὑ. ῥάβδοις καὶ πελέκεσι κατιών escorted by the lictors, Plu.Publ.10; ὑ. σκότῳ, νυκτί, A.Ag. 1030 (lyr.), A.R. 1.1022, etc.;

    λάμπει δ' ὑ. μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός B.3.17

    ;

    αἰθομένα δᾲς ὑ. ξανθαἵσι πεύκαις Pi.Fr.79

    ;

    ὑ. φωτὶ πολλῷ προσῄει Plu.Galb.14

    ;

    ὑ. λαμπάσιν ἡμμέναις Hld.10.41

    ; ὑ. πολλῷ στρατῷ escorted by a great host, Nic.Dam.10J.;

    ὑ. δικαιοσύνῃ διαγαγεῖν τὸν βίον Pl.Ep. 335d

    .— ὑπό has no sense c. dat. which it has not also c. gen.; but all its senses c. gen. do not belong to the dat.:—later ὑπό c. dat. is found as a mere periphr. of the dat.,

    στέφος.. αὐτὸς ὑφ' ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις AP5.73

    (Rufin.), cf. 85 (Claudian.);

    λέων ὑπ' ἄκοντι τετυμμένος A.R.2.26

    , cf. Man.2.131.
    C WITH ACCUSATIVE, of Place; to express motion towards and under an object, ὑ. σπέος ἤλασε μῆλα drove them under, i.e. into, the cave, Il.4.279;

    ὑ. ζυγὸν ἤγαγεν Od.3.383

    ; σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑ. γαῖαν, i.e. shall die, Il.18.333;

    νέεσθαι ὑ. ζόφον 23.51

    , cf. Od.3.335; κατακρύπτειν τινὰ ὑ. τὴν αὐτὴν θύρην under shelter of it, i.e. behind it, Hdt.1.12;

    πάϊς ὣς ὑ. μητέρα δύσκεν εἰς Αἴαντα Il.8.271

    ;

    ὅκως ἔωσι ὑ. τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον Hdt.9.96

    ;

    ὑ. τὸν πρῶτον λόχον τῶν ὁπλιτῶν τὸν πρῶτον λόχον τῶν ψιλῶν τετάχθαι Ael.Tact.15.2

    ; of coming close up under a lofty citadel, ἤλθεθ' ὑ. Τροίην up to T., Od.4.146;

    ὅτ' ἔμελλεν ὑ. πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι Il.11.181

    ;

    παυρότερον λαὸν ἀγαγόνθ' ὑ. τεῖχος ἄρειον 4.407

    ;

    ὑ. τὰ τείχη φεύγειν Plb.1.74.11

    ;

    ὑ. τὰς ἴλας φεύγειν Id.3.65.7

    , cf. 3.105.6, 11.21.5, al.;

    ὑ. ταὐτὸ στέγος εἰσελθεῖν GDI3536

    B 3 ([place name] Cnidus);

    πᾶν ὃ ἐὰν ἔλθῃ.. ὑ. τὴν ῥάβδον LXXLe.27.32

    , cf. De.4.11, al.; so ὑ. δικαστήριον ὑπαχθείς, ἀγαγόντες, Hdt.6.72, 104 (cf. ὑπάγειν ὑ. τοὺς ἐφόρους ib.82) prob. refers to the elevated seats of the judges in court, cf. ὑπάγω A ΙΙ.
    2 of Position or Extension under an object, without sense of motion,

    Ἀρκαδίην ὑ. Κυλλήνης ὄρος Il.2.603

    , cf. 824, etc.;

    ἰκριώσασι ὑ. τὴν ὀροφήν IG12.374.76

    ; ἐργασαμένοις τὸ ἄνθεμον ὑ. τὴν ἀσπίδα ib.371.9;

    τὰ μὲν ὑ. τὸν λόφον καὶ τὰμ φάραγγα Inscr.Prien.37.162

    (ii B.C.);

    ἀνθέντω ὑ. τὸν ναὸν τᾶς Δάματρος IG5(1).1498.13

    (loc. inc., ii B.C.); ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε everywhere under the sun, Il.5.267;

    ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο φοιτῶσι Od.2.181

    ;

    τῶν ὑ. τοῦτον τὸν ἥλιον.. ἀνθρώπων D.18.270

    ;

    τὰ ὑ. τὴν ἄρκτον Hdt. 5.10

    , cf. Arist.Mete. 362a17;

    οἴκησις ἡ λεγομένη ὑ. τὸν πόλον Gem.5.38

    , cf. 16.21, al.;

    ὑ. τὸν οὐρανόν LXXEx.17.14

    , al., UPZ106.14 (i B.C.);

    τὸ ὑ. τὴν ἀκρόπολιν Th.2.17

    ;

    ὁ ὑ. γῆν λεγόμενος εἶναι θεός Hdt.7.114

    , cf. Il.19.259; ὑ. γῆν is more freq. than ὑ. γῆς in Arist., Mete. 349b29, al., in Hipparch., 1.3.10, al., and entirely supersedes ὑ. γῆς in Hdt., 2.124, 125, 127, 148, 150, 3.102, 4.195, 7.114, and Gem., 2.19, al.; it is found also in Plb.21.28.11, etc.; ὑ. γῆν the nadir, opp. μεσουράνημα, PLond.1.98r.49, 110.33 (i/ii A.D.); also

    ἄγχε δέ μιν.. ἱμὰς ἁπαλὴν ὑ. δειρήν Il.3.371

    ;

    Τρῶες.. πτῶσσον ὑ. κρημνούς 21.26

    ;

    ἀγέροντο.. ἄλσος ὕ. σκιερόν Od.20.278

    ;

    τρωφεὶς ὑ. τὸν ὀφθαλμόν IG42(1).122.120

    (Epid., iv B.C.);

    οὐλὴ ὑπ' ὀφθαλμὸν δεξιόν PCair.Zen76.13

    (iii B.C.);

    ὑ. τὸ μέρος τοῦ ἐνοφειλομένου ὑπογραψάτω ὅσον ἰδίᾳ ἔχει PRev.Laws 19.2

    (iii B.C.);

    κείμενος ὑ. τὸν ὀμφαλόν Sor.1.7

    , cf. 67, al.;

    ὑ. τὰς πύλας ἵππων πόδες φαίνονται Th.5.10

    ;

    μὴ ὑποτιθέναι κύλικα ὑ. τὴν κλίνην IG12(5).593

    A21 (Ceos, v B. C.); ὑ. τὸν ὀδόν ib.42(1).102.249 (Epid., iv B.C.);

    καταψύξατε ὑ. τὸ δένδρον LXX Ge.18.4

    ; ὑ. τὸν λέβητα ib.Ec.7.7(6); ὑ. τοὺς πόδας ib.La.3.34;

    εἰς τοὺς ὑ. πόδα χωρεῖ τόπους Dsc.5.75

    (v.

    πούς 1.6

    g); ἡ ὑ. πόδα (sc. γραμμή ) the base of a triangle, Hero *Mens.55; also ὑπ' αὐγὰς.. λεύσσουσαι πέπλους holding them up to the light, E.Hec. 1154; also ὑ. τὸν ὀφθαλμόν close to the eye, Arist. Pr. 874a9;

    ὑποκειμένης τῆς Εὐβοίας ὑ. τὴν Ἀττικήν Isoc.4.108

    ;

    ὑπ' αὐτὴν ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα S.El. 720

    ;

    εἰ θεωρήσειεν ὑπ' αὐγὰς τὸν ἀνθρώπειον βίον Iamb.Protr.8

    (cf.

    αὐγή 1

    ): of subordinate position.

    κατακλίνεσθαι ὑ. τινά Luc.Symp.9

    ; τίς ὑ. τίνα; who is next to whom, Onos.10.2.
    b Math., ὁ κύβος ὁ ὑ. τὴν.. σφαῖραν inscribed in the sphere, Papp.440.5;

    εἶναι ὑ. τὸ αὐτὸ ὕψος Euc.11.29

    , Archim.Sph.Cyl.1.19; ὑ. τὰν αὐτὰν γωνίαν subtending.., Id.Aren. 1.20 (cj.), cf. 21;

    αἱ γωνίαι ὑφ' ἃς αἱ ὁμόλογοι πλευραὶ ὑποτείνουσι Euc.6.6

    ,al.
    II of subjection, control, dependence, never in Hom., once in Hdt.,

    ὑ. βασιλέα δασμοφόρος 7.108

    ;

    ὑ. σφᾶς ποιεῖσθαι Th.4.60

    , cf. Pl.R. 348d, Arist. HA 488a10, etc.;

    ἕως κα ᾖ ὑ. τὸν πατέρα Test.Epict.3.29

    ;

    ὑ. τιν' ἦν τῶν βασιλέων Men.340

    ;

    τί δ' οὐ κρατέοντος ὑπ' ἰσχύν; Call.Jov.75

    , cf. 74;

    ὑ. Δία Γῆν Ἥλιον Sammelb. 5616

    (i A.D.), POxy.722.6 (i/ii A.D.), etc. (v.

    ἥλιος 11.1

    );

    ὑ. θεὸν καὶ ἄνθρωπον Michel854.52

    (Halic., iii B.C.);

    τοῦ τοπαρχοῦντος ὑ. σέ PCair.Zen.322.3

    (iii B.C.);

    στρατενσάμενον ὑ. ἄρχοντα Ἀντίοχον IG12(1).43.7

    ([place name] Rhodes);

    μηδὲ ὑ. δεσπότην ὤν LXXPr. 6.7

    , cf. Ps.143.2; for ὑ. χεῖρα, v. χείρ; οἱ ὑ. τινά X.Cyr.3.3.6,8.8.5, etc.;

    τοῖς ὑφ' αὑτὸν τεταγμένοις GDI3750.75

    ([place name] Rhodes).
    III of Time, in the course of, during, or to be left untranslated in English,

    ἐκέλευε Τοωσὶ ποτὶ πτόλιν ἡγήσασθαι νύχθ' ὕ. τήνδ' ὀλοήν Il.22.102

    ;

    ὑ. τὴν νύκτα ταύτην Hdt.9.51

    , cf. 58; ὑ. τὴν πρώτην ἐπελθοῦσαν νύκτα ἀπέδρη Id 6.2;

    τῆς κολοκύνθης.. ἣ ἐγενήθη ὑ. νύκτα καὶ ὑ. νύκτα ἀπώλετο LXXJn.4.10

    : rarely with stress on the duration, πάνθ' ὑ. μηνιθμόν throughout its continuance, Il.16.202;

    ὑ. τὸν παρεόντα τόνδε πόλεμον Hdt.9.60

    ; οὐδὲν τῶν κατ' Αἴγυπτον ὑ. ταῦτα ἑτεροιωθῆναι during that time, Id.2.142;

    ὑ. τὸν χρόνον ὃν οἱ ἑξήκοντα καὶ τριηκόσιοι ἦρχον οἵδε ἐθεόρεον IG12(8).276.4

    ([place name] Thasos).
    2 also of Time, about, sts. more precisely at, and of events, about or at the time of, ὑπ' αὐτὸν τὸν χρόνον ὅτε .. Ar.Ach. 139, cf. Hdt.7.165;

    ὑπ' αὐτὸν τὸν καιρόν Plb. 11.27.4

    , 16.15.8; ὑφ' ἕνα καιρόν at one time, Diog.Oen.38;

    ὑ. τὸν αὐτὸν χρόνον Th.2.26

    ;

    ὑ. τοὺς αὐτοὺς χρόνους Id.1.100

    ;

    ὑ. τὸν σεισμόν Id.2.27

    , cf. Plb.4.33.5, Plu.Alex.14; ὑ. τὴν ἑωθινήν, ὑ. τὴν ὄρφνην, Plb. 18.19.5,7;

    ὑ. τὸν ὄρθρον Act.Ap.5.21

    , Gp.2.4.3; ποιεῖσθαι τοὺς περιπάτους ὑ. τὸ ψῦχος in the cool of the morning, Plb.5.56.10; ὑφ' ἓν πάντες all at once, at the same time, Arr.Epict.3.22.33, cf. S.E.M. 10.124, Sor.1.103, al.; παιδάριον ὑ. τὴν ἀναπνοὴν ἑπτὰ καὶ πέντε στίχους συνεῖρον in one breath, Plb.10.47.9; ὑφ' ἓν ἐκτρῖψαι at one blow, LXX Wi.12.9; ὑ. μίαν ἄρσιν καὶ θέσιν ἀνατείνοντες καὶ κατατιθέμενοι, of a squad of diggers, Gp.2.45.5; ὑ. μίαν φωνήν Aristeas 178; πῶς γὰρ ἂν ὑ. τὰς αὐτὰς ἡμέρας ἔν τε τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἐν τῇ Κιλικίᾳ.. πολεμήσειε; at the same time, D.C.36.35; sts. c. part., ὑ. τὸν νηὸν κατακαέντα at the time of its burning, Hdt.1.51; ὑ. τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου just at the end, X.Mem.2.8.1, cf. Plu.Mar.46; ὑ. τὸν θυμὸν ἐκ χειρὸς ἐπιστρατευσαμένων at the very time of their anger, Plb. 2.19.10;

    ὑ. παροξυσμόν Gal.19.215

    ; παραδόντω τοῖς αἱρεθεῖσι εἰς τὸν ὑπ' αὐτὰ (or ὕπαυτα as Adv. = ἑξῆς)

    ἐνιαυτόν IG9(1).694.60

    (Corc., ii/i B.C.);

    ὑ. κύνα Arist.HA 547a14

    , Thphr.CP1.13.3, D.S.19.109;

    ὑ. τὰς θερινὰς [τροπὰς] καὶ τοῦ κυνὸς τὴν ἐπιτολήν Gp.2.6.17

    .
    IV of accompaniment,

    ὑπὸ ὄρχησίν τε καὶ ᾠδήν Pl.Lg. 670a

    ;

    ὑ. αὐλὸν διαλέγεσθαι X.Smp.6.3

    codd. (ὑ. τοῦ αὐλοῦ Cobet); ὑ. κήρυκα (v.

    κῆρυξ 1.3

    ).—Compare A.11.5, B.11.4.
    2 ὄνον ἕνα ὑ. λαχανόσπερμον laden with.., Meyer Ostr.81.2 (i A. D.), cf. PFay.p.324 (i A.D.);

    ὄνοι ὑ. δένδρα BGU 362i6

    , al. (iii A.D.); cf. supr. A.11.8.
    D POSITION: ὑ. can follow its Subst., becoming by anastrophe ὕπο. It is freq. separated from the Subst. by intervening words, as in Il.2.465, Od.5.320, 7.130:— ὑπαί is placed after its case in A. Eu. 417, S.El. 1418, Inach. l.c., although acc. to Hdn.Gr.1.480 it cannot suffer anastrophe.
    E AS ADV., under, below, beneath, freq. in Hom.; esp. of young animals, under the mother, i.e. at the breast, Od.4.636, 21.23.
    2 behind, Hdt.7.61: cf. C. 1.
    II ὑπ' ἐκ or ὑπέκ, v. ὑπέκ.—In Hom. the separation of the Prep. from its Verb by tmesis is very freq., and sts. it follows, in which case it suffers anastrophe,

    φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ Od.9.17

    .
    F IN COMPOSITION:
    I under, as well of rest as of motion, as in ὕπειμι, ὑποβαίνω, etc.
    2 of the casing or covering of one thing with another, as ὑπάργυρος, ὑπόχρυσος.
    3 of the agency or influence under which a thing is done, to express subjection or subordination, ὑποδαμνάω, ὑποδμώς, ὑφηνίοχος, cf. ἐπί G. 111.
    II denoting what is in small degree or gradual, somewhat, a little, as in ὑποκινέω, ὑποδεής, ὑπόλευκος (so in tmesi,

    ὑ. τι ἀσεβῆ Pl.Phdr. 242d

    , cf. Grg. 493c;

    ὑ. τι μικρὸν ἐπιθήκισα Ar.V. 1290

    (lyr.)).
    III underhand, secretly, as in ὑποθέω, ὑποθωπεύω, ὑποκορίζομαι, ὑπόρνυμι.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπό

  • 2 φέρω

    φέρω ([dialect] Locr. [full] φάρω [ᾰ], IG9(1).334.5 (Oeanthea, v. B.C.)), only [tense] pres. and [tense] impf. (late 1 [tense] aor. [ per.] 3pl.
    A

    ἤφεραν IG3.1379

    ), Il.21.458, etc.: [dialect] Ep. forms, [ per.] 2pl. imper.

    φέρτε Il.9.171

    ; [ per.] 2sg. subj.

    φέρῃσθα Call.Dian. 144

    ; [ per.] 3sg. subj.

    φέρῃσι Il.18.308

    , Od.5.164, al.; [dialect] Ep. inf.

    φερέμεν Il.9.411

    , al.: [tense] impf. ἔφερον, [dialect] Ep.

    φέρον 3.245

    ; also φέρεσκε, φέρεσκον ([ per.] 3pl.), Od.9.429, 10.108.
    II [tense] fut.

    οἴσω Il.7.82

    , etc.; [dialect] Dor.

    οἰσῶ Theoc.3.11

    ; [ per.] 1pl.

    οἰσεῦμες Id.15.133

    ; [ per.] 3pl. ηοίσοντι Tab.Heracl.1.150: the foll. act. forms are not [tense] fut. in sense, imper.

    οἶσε Od.22.106

    , 481, Ar.Ach. 1099, 1101, 1122, Ra. 482;

    οἰσέτω Il.19.173

    , Od.8.255; [ per.] 3pl.

    οἰσόντων Antim.15

    ; inf.

    οἴσειν Pi.P.4.102

    , [dialect] Ep.

    οἰσέμεν Od.3.429

    ,

    οἰσέμεναι Il.3.120

    , Od.8.399, etc.: [tense] aor. 1 inf.

    οἶσαι Ph.1.611

    codd. ( ἀν-οῖσαι is prob. in Hdt.1.157):—[voice] Med., [tense] fut.

    οἴσομαι Il.22.217

    , S.El. 969, etc. (in pass. sense, E.Or. 440, X.Oec.18.6; so [dialect] Dor.

    οἰσεῖται Archim.Fluit.1.7

    , al.): [tense] fut. [voice] Pass.

    οἰσθήσομαι D.44.45

    , Arist. Ph. 205a13, Archim.Fluit.1.3, al., ([etym.] ἐξ-) E.Supp. 561:—[voice] Pass., [tense] pf.

    προοῖσται Luc.Par.2

    ; cf. οἰστέον, οἰστός ([etym.] ἀν-οιστός).
    III from ἐνεγκ- (not found in Hom. or Hdt., exc. as v.l. in Il.19.194, but in Pi.O.13.66, I.8(7).21, ([etym.] προς-) Id.P.9.36, also B.16.62, and normal in [dialect] Att. and Trag., also in codd.Hp., Epid.1.1.2, al.) come [tense] aor. 1 ἤνεγκα, and [tense] aor. 2 ἤνεγκον:—Indic., [ per.] 1sg.

    ἤνεγκον S.OC 521

    (lyr.), 964, Ar.Ra. 1299, Th. 742, Lys. 944, ([etym.] δι-) Isoc.18.59, but

    ἤνεγκα S.El. 13

    , E. Ion38, Aeschin.2.4, and in compos. with Preps.; [ per.] 2sg. always

    ἤνεγκας Ar.Av. 540

    (lyr.), ([etym.] ἐξ-) S.Tr. 741 (in Ar.Th. 742, δέκα μῆνας αὔτ' ἐγὼ ἤνεγκον is answd. by ἤνεγκας σύ;); [ per.] 3sg. ἤνεγκε, common to both forms; dual

    δι-ηνεγκάτην Pl.Lg. 723b

    ; pl. always ἠνέγκαμεν, -ατε, -αν ([ per.] 3pl.

    ἀπ-ήνενκαν IG22.1620.37

    , al., once ἀπ-ήνεγκον ib. 1414.2; δι-ηνέγκομεν is f.l. in X.Oec.9.8): imper., [ per.] 2sg.

    ἔνεγκε E. Heracl. 699

    , Ar.Eq. 110, X.Mem.3.6.9 ( ἔνεγκον cj. Pors. in Anaxipp. 8); [ per.] 3sg.

    ἐνεγκάτω Ar. Pax 1149

    (troch.), Th. 238, Pl.Phd. 116d, ([etym.] προς-) X.Smp.5.2; but

    ἐξ-ενεγκέτω IG12.63.33

    , 76.61; [dialect] Dor. [ per.] 3pl. ἐνεγκόντω ib.5 (1).26.16 (Amyclae, ii/i B. C.); [ per.] 2pl.

    ἐξ-ενέγκατε Ar.Ra. 847

    : subj. ἐνέγκω common to both forms: opt., [ per.] 1sg.

    ἐνέγκαιμι E.Hipp. 393

    , Pl.Cri. 43c: [ per.] 3sg. ἐνέγκαι (cod.A, but - κοι cod.Laur.) S.Tr. 774, but

    ἐνέγκοι Id.Fr.84

    (anap.), Pl.R. 330a, ([etym.] ξυν-) Th.6.20, etc.; [ per.] 2pl. ἐνέγκαιτε ( ἐνέγκατε codd.) E.Heracl. 751 (lyr.): inf.

    ἐνεγκεῖν A.Supp. 766

    , S.OC 1599, IG22.40.18, etc., ([etym.] προς-) Pi.P.9.36, Hp.VM15; Hellenistic

    ἐνέγκαι Arist.Oec. 1349a27

    ([etym.] εἰς-), PAmh.2.30.35 (ii B. C.), Ev.Marc. 2.4 ([etym.] προς-), etc., found also in codd.Hp., Aff.3 ([etym.] προς-), Nat.Mul.19 ([etym.] δι-): part.

    ἐνεγκών Pi.I.8(7).21

    , S.El. 692, Th.6.56, etc.,

    ἐνέγκας IG22.1361.21

    ([etym.] εἰς-), 333.4, D.49.51 (and later, Demetr.Com.Nov.1.10 ([etym.] εἰς-), Arist.Oec. 1351a14, etc.; in X. we find

    ἐξ-ενεγκόντες Mem.1.2.53

    , and δι-ενεγκοῦσα, συν-ενεγκόντες, vv. ll. in ib.2.2.5, An.6.5.6):— [voice] Med., only ἠνεγκάμην, Ar.Ec.76 ([etym.] ἐξ-), etc. (exc. imper.

    ἐνεγκοῦ S.OC 470

    ); [ per.] 2sg.

    ἠνέγκω E.Supp. 583

    , X.Oec.7.13; [ per.] 3sg.

    ἠνέγκατο S.Tr. 462

    , Pl.R. 406b, etc.; [ per.] 1pl.

    ἠνεγκάμεθα Id. Ion 530b

    , ([etym.] προ-) Phlb. 57a; inf.

    εἰς-ενέγκασθαι Isoc.15.188

    : part.

    ἐνεγκάμενος Aeschin.1.131

    , ([etym.] ἀπ-) X.Ages.6.2.
    IV from ἐνεικ- comes [tense] aor. 1 ἤνεικα, found mostly in [dialect] Ion. (but not in codd. Hp.), [dialect] Ep. and Lyr., also at Cos (v. infr.) and implied elsewh. in pass. forms (v. infr. v):—the endings are those of [tense] aor. 1, exc. in imper.

    ἔνεικε Od.21.178

    , inf. ἐνεικέμεν (v.l. ἐνεγκέμεν) Il.19.194, ἐνείκην (v. infr.), and part. μετ-ενεικών, ἐξενικοῦσι (v. infr.), cf. συνενείκομαι:—[ per.] 1sg.

    ἀν-ένεικα Od.11.625

    ; [ per.] 2sg.

    ἀπ-ένεικας Il.14.255

    ; [ per.] 3sg.

    ἤνεικε Od.18.300

    , al., Hdt.2.146, [dialect] Ep.

    ἔνεικε Il.15.705

    , al.; [ per.] 1pl.

    ἐνείκαμεν Od.24.43

    ; [ per.] 3pl.

    ἤνεικαν Hdt.3.30

    , [dialect] Ep.

    ἔνεικαν Il.9.306

    ; imper. [ per.] 2sg.

    ἔνεικον Anacr.62.3

    ; [ per.] 2pl.,

    ἐνείκατε Od. 8.393

    ; [ per.] 3pl.

    ἐνεικάντων Schwyzer 688

    B 3 (Chios, v B. C.); inf.

    ἐνεῖκαι Il.18.334

    , Pi.P.9.53, Hdt.1.32; ἐνεικέμεν (v. supr.); [dialect] Aeol.

    ἐνείκην Alc.Oxy.1788

    Fr.15ii 20; part.

    ἐνείκας Il.17.39

    , ([etym.] ἀν-) Hdt.2.23;

    μετ-ενεικών Abh.Berl.Akad.1928(6).22

    (Cos, iii B. C.):—[voice] Med., [ per.] 3sg.

    ἀν-ενείκατο Il.19.314

    ; [ per.] 3pl.

    ἠνείκαντο 9.127

    , Hdt.1.57, ([etym.] ἐς-) 7.152; part.

    ἐνεικάμενος Alc.35.4

    .
    2 [tense] aor. 1 ἤνῐκα is found in the foll. dialect forms: [ per.] 3sg.

    ἤνικε IG42(1).121.110

    (Epid., iv B. C.);

    ἤνικεν SIG239

    Bi11 (Delph., iv B. C.);

    ἀν-ήνικε IG4.757A12

    , al. (Troezen, ii B. C.); ἀπ-ήνικε ib.42(1).103.16, al. (Epid., iv B. C.); but ἤνῑκε is prob. written for ἤνεικε in IG4.801.3 (Troezen, vi B. C.); [ per.] 1pl. ἀν-ηνίκαμες [ῐ] GDI 3591b21 ([place name] Calymna); [ per.] 3pl.

    ἤνικαν SIG239

    Bi 17 (Delph., iv B. C.), IG 12(2).15.15 (Mytil., iii B. C.); [ per.] 3sg. subj.

    ἐνίκει Berl.Sitzb.1927.161

    ([place name] Cyrene); ἐς-ενίκη, and inf. ἐς-ένικαι, IG12(2).645b43,39 (Nesus, iv B. C.); part. (dat. pl.)

    ἐξ-ενικοῦσι IG4.823.49

    (Troezen, iv B. C.); so in later Gr.,

    εἰς-ήνικα Supp.Epigr.7.381

    ,382 (Dura-Europos, iii A. D.); ἤνιγκα ib.383 (ibid., iii A. D.):—[voice] Med., part.

    ἐξ-ε[νικ]άμενος IG12

    (2).526a5 (Eresus, iv B. C.).
    b [dialect] Boeot. [tense] aor. 1 in [ per.] 3pl.

    εἴνιξαν IG7.2418.24

    (Thebes, iv B. C.); [ per.] 1sg. ἤνειγξα Hdn.Gr.2.374.
    V other tenses: [tense] pf.

    ἐνήνοχα D.21.108

    , 22.62, ([etym.] ἐξ-) Luc.Pr.Im.15,17, ([etym.] μετ-) Pl.Criti. 113a, ([etym.] συν-) v. l. in X.Mem.3.5.22:—[voice] Pass., [tense] fut.

    ἐνεχθήσομαι Arist.Ph. 205b12

    , Archim.Fluit.2.2, al., ([etym.] ἐπ-) Th.7.56, ([etym.] κατ-) Isoc.13.19: [tense] aor.

    ἠνέχθην X.An.4.7.12

    and freq. in compds.; [dialect] Ion.

    ἀπ-ηνείχθην Hdt.1.66

    , etc.; ([etym.] περι-) ib.84; [ per.] 3pl. written ἠνείχτθησαν in Schwyzer 707B9 (Ephesus, vi B. C.); [dialect] Dor. part.

    ἐξ-ενειχθείς IG42(1).121.115

    (Epid., iv B. C.); Hellenistic

    ἐνεγχθείς PCair.Zen.327.42

    (iii B. C.), ([etym.] συμπερι-) IPE12.32A31,78, B70 (Olbia, iii B. C.); in dialects, [ per.] 3sg. indic.

    ἀπ-ηνίχθη IG42(1).103.111

    (Epid., iv B. C.); [ per.] 3sg. subj. ἐξενιχθῇ ib.12(5).593 A23 (Ceos, v B. C.), Abh.Berl.Akad.1928(6).21 (Cos, iii B. C.); [dialect] Boeot.

    ἐν-ενιχθεῖ IG7.3172.150

    (Thespiae, iii B. C.); part. (neut.)

    ἐπ-ενιχθέν Abh.Berl.Akad.1928(6).53

    (Telos, iv B. C., ined.); [dialect] Att. [tense] pf.

    ἐνήνεγμαι, ἐνήνεκται Pl.R. 584d

    ,

    εἰς-ενήνεκται E. Ion 1340

    ;

    ἀν-ενήνεγκται IG12.91.4

    ; ἐπαν-ενήνειγκται ib.22.1607a7; [dialect] Ion.

    ἐξ-ενηνειγμένος Hdt.8.37

    ; [dialect] Att. [tense] plpf.

    προς-ενήνεκτο X.HG4.3.20

    ; part.

    κατ-, μετ-ενηνεγμένος Plb.10.30.2

    , Str.13.1.12. (With φέρω cf. Lat.fero, OE. beran, Skt. bhárati 'bear'; οἴσω is of uncertain origin; ἐνεγκ- is prob. redupl. ἐγκ- ( ἐνεκ- in [voice] Pass. forms and in δουρηνεκής, etc.), cogn. with Skt. náśati 'attain,' Lat. nanciscor, Lith. nèšti 'carry, bear'; ἐνεικ- ([etym.] ἐνῐκ-) is of uncertain origin; the glosses ἐνέεικαν· ἤνεγκαν, and ἐνεείκω· ἐνέγκω (Hsch.) are not corroborated.)
    A [voice] Act.,
    I bear or carry a load,

    ἐν ταλάροισι φέρον μελιηδέα καρπόν Il.18.568

    ;

    μέγα ἔργον, ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν 5.303

    ;

    ἦγον μὲν μῆλα, φέρον δ' εὐήνορα οἶνον Od.4.622

    ;

    χοάς A.Ch.15

    ;

    φ. ἐπ' ὤμοις S.Tr. 564

    ;

    χερσὶν φ. Id.Ant. 429

    ;

    φ. ὅπλα βραχίονι E.Hec.14

    ; bear (as a device) on one's shield, A.Th. 559, etc.; γαστέρι κοῦρον φ., of a pregnant woman, Il.6.59; φ. ὑπὸ ζώνην or ζώνης ὕπο, A.Ch. 1000(992), E.Hec. 762: in Trag. stronger than ἔχω, ἁγνὰς αἵματος χεῖρας φ. to have hands clean from blood, E.Hipp. 316 (v.l. φορεῖς)

    ; ἀλαὸν ὄμμα φέρων Id.Ph. 1531

    (lyr.);

    γλῶσσαν εὔφημον φ. A.Ch. 581

    , cf. Supp. 994;

    καλὸν φ. στόμα S.Fr. 930

    codd. (nisi leg. φορῇ) ; ἄψοφον

    βάσιν φ. Id.Tr. 967

    (lyr.).
    II bear, convey, with collat. notion of motion, freq. in Hom.,

    πῇ δὴ.. τόξα φέρεις; Od.21.362

    ; πρόσω φ. ib. 369;

    εἴσω φέρω σ' ἐντεῦθεν Ar.V. 1444

    , cf. Pl.Lg. 914b;

    πόδες φέρον Il.6.514

    ;

    πέδιλα τά μιν φέρον 24.341

    , etc.; of horses, 2.838;

    ἵππω.. ἅρμα οἴσετον 5.232

    , etc.; of ships, Od.16.323, cf. Il.9.306;

    τὰ σώματα τῶν ζῴων συνέστηκεν ἐκ τοῦ φέροντος καὶ τοῦ φερομένου Diocl. Fr.17

    .
    b of persons, bring to bear, μένος or μένος χειρῶν ἰθύς τινος φέρειν hurl one's strength right upon or against him, Il.16.602, 5.506; φ. τὴν ὀργήν, τὴν αἰτίαν ἐπί τινα, Plb.21.31.8, 33.11.2.
    c lead, direct,

    τὴν πόλιν Plu.Luc.6

    .
    2 of wind, bear along, [

    πνοιὴ Ζεφύρου] φ. νῆάς τε καὶ αὐτούς Od.10.26

    ; [

    σχεδίην] ἄνεμοι φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα 5.330

    , cf. 4.516, Il.19.378, etc.;

    ἐπέλασσε φέρων ἄνεμος Od.3.300

    , 7.277, cf. 5.111, etc.: abs., ὁ βορέας ἔξω τοῦ Πόντου εἰς τὴν Ἑλλάδα φέρει is fair for Greece, X.An.5.77: metaph.,

    ὅπῃ ἂν ὁ λόγος ὥσπερ πνεῦμα φ. Pl.R. 394d

    ;

    φ. τινὰ φρένες δύσαρκτοι A.Ch. 1023

    , cf. Th. 687 (lyr.):—[voice] Pass., v. infr. B.
    III endure, suffer,

    λυγρά Od.18.135

    ;

    ἄτην Hdt.1.32

    ; χαλινόν, ζυγόν, A.Ag. 1066, 1226; πημονάς, τύχας, Id.Pers. 293, E.Or. 1024;

    ξυμφοράς Th.2.60

    ;

    τὰς οὐ προσηκούσας ἁμαρτίας Antipho 3.2.10

    ; also of food,

    ἐσθίουσι πλείω ἢ δύνανται φ. X.Cyr.8.2.21

    ; of strong wine, bear, admit, καὶ τὰ τρία φέρων καλῶς, i.e. three parts of water, instead of ἴσον ἴσῳ, Ar.Eq. 1188, cf. Ach. 354; so τὰς ἐπιδείξεις.. φέρουσιν αὐτοῦ (sc. Ἰσοκράτους)

    οἱ λόγοι, τοὺς δὲ ἐν ἐκκλησίαις.. ἀγῶνας οὐχ ὑπομένουσι D.H.Isoc.2

    : metaph.,

    ᾗ φέρειν πέφυκε Pl.Ti. 48a

    .
    2 freq. with modal words,

    πήματα κόσμῳ φ. Pi.P.3.82

    ;

    σιγῇ κακά E.Hec. 738

    ;

    ὀργῇ τὸν πόλεμον Th.1.31

    ;

    θυμῷ φ. Id.5.80

    ;

    χαρᾷ φ. τι J.AJ19.1.13

    : esp. with an Adv., [

    ὕβριν] ῥηϊδίως φ. Hes.Op. 215

    ; δεινῶς, βαρέως, πικρῶς, χαλεπῶς φέρειν τι, bear a thing impatiently, take it ill or amiss, Hdt.2.121.γ, 5.19, E. Ion 610, Pl.R. 330a, etc.; δυσπετῶς, βαρυστόνως φ., A.Pr. 752, Eu. 794; προθύμως φέρειν τὸν πόλεμον to be zealous about the war, Hdt.9.18,40;

    προθύμως τὰ τοῦ πολέμου ἔφερον Th.8.36

    ;

    αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα A.Pr. 104

    ;

    συμφορὴν ὡς κουφότατα φ. Hdt.1.35

    ;

    ῥᾳδίως φ. Pl.Grg. 522d

    , al.;

    εὐπετῶς φ. S.Fr. 585

    , X.Mem.2.1.6; εὐπόρως ( εὐφόρως Brunck)

    ἐνεγκεῖν S.Ph. 873

    ; εὐμενῶς, εὐχερῶς φ., D.Ep. 3.45, Pl.R. 474e; these phrases are used mostly c. acc. rei; also c. part.,

    βαρέως ἤνεικε ἰδών Hdt.3.155

    , cf. Ar.Th. 385, etc.;

    φ. ἐλαφρῶς.. λαβόντα ζυγόν Pi.P.2.93

    ;

    ῥᾳδίως φέρεις ἡμᾶς ἀπολείπων Pl. Phd. 63a

    : c. gen.,

    τοῦ ἐνδεοῦς χαλεπώτερον φ. Th.1.77

    , cf. 2.62;

    ἐπί τινι, χαλεπῶς φ. ἐπὶ τῇ πολιορκίᾳ X.HG7.4.21

    , cf. Isoc.12.232;

    πράως ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις φ. D.58.55

    : c. dat. only, βαρέως φέρειν τοῖς παροῦσι, τῇ ἀτιμίᾳ, X.An.1.3.3, HG3.4.9, cf. 5.1.29; later, χαλεπῶς φ. διά τι, πρός τι, D.S.17.111, Jul.Or.1.17c codd.
    IV bring, fetch,

    εἰ.. θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι Od.21.196

    ;

    φ. ἄποινα Il.24.502

    ;

    ἄρνε 3

    , 120, cf. Sapph.95; ὕδωρ, οἶνον, Anacr.62.1;

    ἔντεα Il.18.191

    ;

    τόξα Od.21.359

    ;

    κνημῖδας A.Th. 675

    ;

    δᾷδα Ar.Nu. 1490

    , etc.;

    γῆν τε καὶ ὕδωρ Hdt.7.131

    :—[voice] Med., carry or bring with one, or for one's own use,

    ποδάνιπτρα Od.19.504

    ;

    οἶνον Alc.35

    , cf. Hdt.4.67, 7.50, X. Mem.3.14.1;

    φερνὰς δόμοις E.Andr. 1282

    ; fetch, Od.2.410;

    χοὰς ἐκ κρήνης S.OC 470

    .
    2 bring, offer, present,

    δῶρα Od.8.428

    , etc.;

    μέλος Pi.P.2.3

    ;

    χοάς τινι A.Ch. 487

    ;

    φ. πέπλον δώρημά τινι S.Tr. 602

    ;

    πρός τινα δῶρα X.An.7.3.31

    ; χάριν τινὶ φ. grant any one a favour, do him a kindness, Il.5.211, Od.5.307, al.;

    ἐπὶ ἦρα φ. τινί Il.1.572

    , Od.3.164, etc.; φ. τισὶ εὐνοίας, ὄνησιν ἀστοῖς, A.Supp. 489, S.OC 287; but after Hom., χάριν τινὶ φ. show gratitude to him, Pi.O.10(11).17; μῆνιν φ. τινί cherish wrath against.. A.Niob. in PSI11.1208.12.
    b = ἄγω iv. 1,

    ἄχρι νῦν καθ' ὥραν ἔτους λέγονται πένθος ἐπὶ Μελεάγρῳ φέρειν Ant.Lib.2.7

    ; Ἰάλεμος· ὁ ἐπὶ τοῖς ἀπολωλόσιν ἀνίαν φέρων, Suid.:—[voice] Med.,

    τοῦ γονέως ἐφ' ᾧ γε τὸ πένθος φέρεσθε Phalar.Ep.103.1

    .
    3 bring, produce, cause, [

    ἀστὴρ] φέρει πυρετὸν βροτοῖσιν Il.22.31

    ;

    ὄσσαν.. ἥ τε φ. κλέος ἀνθρώποισι Od.1.283

    , cf. 3.204; φ. κακόν, πῆμα, ἄλγεα, etc., work one woe, Il.8.541, Od.12.231, 427, etc.; δηϊοτῆτα φ. bring war, 6.203;

    ἐπ' ἀλλήλοισι φ. Ἄρηα Il.3.132

    , cf. 8.516;

    πόλεμον Hes.Sc. 150

    ;

    θάνατον φ. B.5.134

    ;

    τοῦτο εὐδοξίαν σοι οἴσει Pl.Ep. 312c

    ;

    τὸ σωθῆναι τὸ ψεῦδος φέρει S.Ph. 109

    ;

    τέχναι.. φόβον φέρουσιν μαθεῖν A.Ag. 1135

    (lyr.); ὥσπερ τὸ δίκαιον ἔφερε as justice brought with it, brought about, i.e. as was just, no more than just, Hdt.5.58;

    ἀν' ὄ κα φέρῃ ὁ λόγος ὁ ταμία Φιλοκλέος IG42(1).77.13

    (Epid., ii B. C.); of a calculation, yield a result, Vett.Val.349.27; produce, adduce, bring forward,

    παραδείγματα Isoc.7.6

    , etc.;

    πάσας αἰτίας D.58.22

    ;

    ἁρμόττουσαν εἰκόνα Id.61.10

    :—[voice] Pass.,

    εἰς τὴν συνηγορίαν.. τοιαῦτά τινα φέρεται Sor.2.3

    .
    b bring or carry with one, involve,

    τὸ πᾶν ἡμῖν τοῦ πολέμου φέρουσιν αἱ νέες Hdt.8.62

    ; οὐ ξύλων ἀγὼν ὁ τὸ πᾶν φέρων ἐστὶ ἡμῖν, ἀλλ' ἀνδρῶν ib. 100.
    4 μῦθον φ. τινί bring one word, Il.10.288, 15.202; ἀγγελίην φ. bring a message, ib. 175, Od.1.408;

    λόγον Pi.P.8.38

    ;

    ἐπιστολὰς φ. τινί S.Aj. 781

    , cf. Tr. 493;

    ἐπιστολήν X.Ages.8.3

    : hence, tell, announce, πευθώ, φάτιν, A.Th. 370, Ag.9;

    σαφές τι πρᾶγος Id.Pers. 248

    (troch.), cf. Ag. 639, etc.; report, ἀγήν (breakages) PCair.Zen. 15r27 (iii B. C.); φ. κεχωνευκώς reports that he has.., ib.741.26, cf. 147.4, 268.24 (all iii B. C.); enter, book a payment made, PBaden47.12:—[voice] Med.,

    λόγους φ. E.Supp. 583

    ; but also ἀγγελίας ἔπος οἴσῃ thou shalt have it brought thee, receive, Id.Ph. 1546 (lyr.);

    μαντήϊα.. φέρονται Hes.Fr.134.9

    :—[voice] Pass., θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου the death of the testator must be announced, Ep.Heb.9.16.
    5 pay something due or owing, φόρον τέσσαρα τάλαντα φ. pay as a tax or tribute, Th.4.57, cf. IG12.57.9, Pl.Plt. 298a, PCair.Zen.467.7 (iii B. C.);

    δασμόν X.An.5.5.10

    ; σύνοδον φ. subscribe to the expense of a meeting, IG22.1012.14, 1326.6;

    χρήματα πᾶσι τάξαντες φ. Th.1.19

    ;

    μισθὸν φ. X.Cyr.1.6.12

    (but usu., receive, draw, pay,

    μισθὸν δύο δραχμὰς τῆς ἡμέρας Ar.Ach.66

    ;

    τέτταρας τῆς ἡμέρας ὀβολοὺς φέρων Men.357

    ;

    αἱ νῆες μισθὸν ἔφερον Th. 3.17

    , cf. X.An.1.3.21, Oec.1.6);

    φ. ἐννέα ὀβολοὺς τῆς μνᾶς τόκους Lys.Fr.1.2

    , cf. Lycurg.23; also of property, bring in, yield as rent,

    φ. μίσθωσιν τοῦ ἐνιαυτοῦ Is.5.35

    .
    6 apply, refer,

    τι ἐπί τι Pl. Ti. 37e

    , Chrm. 163d, R. 478b, cf. Plb.3.36.7, al.; φ. τὰ πράγματα ἐπί τινα confer powers upon, Id.2.50.6.
    7 ψῆφον φ. give one's vote, A.Eu. 674, 680, And.1.2, Is.11.18; ψῆφος καθ' ἡμῶν οἴσεται ([voice] Pass.) E.Or. 440;

    περὶ ταύτης ἡ ψῆφος οἰσθήσεται D.44.45

    ;

    ὑπὲρ ἀγῶνος Lycurg.7

    , cf. 11: hence φ. τινά appoint or nominate to an office,

    φ. χορηγόν D.20.130

    , 39.7, cf. Pl.Lg. 753d, Arist.Pol. 1266a10:—[voice] Pass., ibid.;

    ὅπως φέρηται ἐν τῷ στρατιωτικῷ UPZ15.10

    (ii B. C.);

    τῶν φερομένων ἐν Κλεοπάτρᾳ κληρούχων PRein.10.13

    , al. (ii B. C.); φερομένου μου ἐν τῇ συνοχῇ since I am enrolled in prison, i.e. am in prison, BGU1821.21 (i B. C.):—[voice] Med., choose, adopt,

    ταύταν φ. βιοτάν E.Andr. 785

    (lyr.).
    V bring forth, produce, whether of the earth or of trees,

    φ. ἄρουρα φάρμακα Od.4.229

    ;

    ἄμπελοι φ. οἶνον 9.110

    ; [νῆσος] φ. ὥρια πάντα ib. 131, cf. Hes.Op. 117; [

    οὐ] γῆ καρπὸν ἔφερε Hdt.6.139

    ;

    γύαι φ. βίοτον A.Fr.196.5

    , cf. Pi.N.11.41, E.Hec. 593, etc.: abs., bear fruit, be fruitful,

    εὖτ' ἂν τάδε πάντα φέρῃσι h.Merc.91

    ; ἡ γῆ ἔφερε ( καρπόν add. codd. quidam) Hdt.5.82;

    αἱ ἄμπελοι φέρουσιν X.Oec.20.4

    ; also of living beings,

    τόπος ἄνδρας φ. Pl.Ti. 24c

    ;

    ἤνεγκεν αὐτὸν Λαοδίκεια Philostr. VS1.25.1

    ;

    ἡ ἐνεγκοῦσα

    one's country,

    Hld.2.29

    , Lib.Or. 2.66, al., Chor.p.81 B., Lyd.Mag.3.26, dub. in Supp.Epigr.4.439 (Milet.) without Art. (also

    ἡ ἐνεγκαμένη Jul.Ep. 202

    ); or Mother Earth, M.Ant.4.48: generally, create, form,

    Πηνειὸς Τέμπη φ. Philostr.Im.1.25

    ; [

    τὰ βρέφη] ἄρχεται φέρειν τοὺς ὀδόντας Aët.4.9

    ;

    φ. τοὺς κυνόδοντας Gp.16.1.14

    .
    VI carry off or away,

    Κῆρες ἔβαν θανάτοιο φέρουσαι Il.2.302

    ;

    φ. τινὰ ἐκ πόνου 14.429

    , 17.718, etc.; of winds, [ἔπος] φέροιεν ἀναρπάξασαι ἄελλαι may the winds sweep away the word, Od.8.409; of a river, Hdt.1.189:—[voice] Med., carry off with one, Od.15.19.
    2 carry away as booty or prize, ἔναρα, τεύχεα, Il.6.480, 17.70;

    αἶγα λέοντε φ. 13.199

    ; δεῖπνον φ., of Harpies, A.Eu.51;

    ἐνέχυρα βίᾳ φ. Antipho 6.11

    ; in the phrase φέρειν καὶ ἄγειν (cf.

    ἄγω 1.3

    ), IG12.69.19; φέροντα ἢ ἄγοντα Lex ap.D.23.60;

    αἴ κα.. ἄγῃ ἢ φέρῃ Leg.Gort.5.37

    ;

    ἥρπαζον καὶ ἔφερον Lys.20.17

    ;

    κείρων ἢ φέρων IG12(9).90.10

    (Tamynae, iv B. C.);

    αἴ τίς κα.. φέρει τι τῶν ἐν τᾷ ἱαρᾷ γᾷ Tab.Heracl.1.128

    ; of a divorced wife,

    αἰ δέ τι ἄλλο φέροι τῶ ἀνδρός, πέντε στατῆρανς καταστασεῖ κὤτι κα φέρῃ αὐτόν Leg.Gort.3.2

    ; φέρειν alone, rob, plunder,

    θεῶν ἱερά E.Hec. 804

    ;

    ἀλλήλους Th.1.7

    ; abs., SIG38.23 (Teos, v B. C.):—[voice] Pass.,

    φερόμενοι Βακχῶν ὕπο E.Ba. 759

    :—[voice] Med. in same sense,

    ἔναρα Il.22.245

    ;

    πελέκεας οἶκόνδε φ. 23.856

    ;

    ἀτερπέα δαῖτα Od.10.124

    , cf. 15.378.
    3 carry off, gain, esp. by toil or trouble, win, achieve, both [voice] Act. and [voice] Med.,

    ἤ κε φέρῃσι μέγα κράτος ἦ κε φεροίμην Il.18.308

    ;

    φέρειν τρίποδα Hes.Op. 657

    ;

    τἀπινίκια S.El. 692

    ;

    τιμήν Ar. Av. 1278

    ; τἀριστεῖα, τὰ νικητήρια, Pl.R. 468c, Lg. 657e;

    πέρα.. οὐδὲν φ. S.OC 651

    ;

    ἐκ σοῦ πάντ' ἄνευ φόβου φ. Id.OT 590

    ; τίς.. πλέον τᾶς εὐδαιμονίας φέρει ἤ .. ; ib. 1190 (lyr.), cf. El. 1088 (lyr.); in bad sense,

    μείζω τὴν αἰσχύνην φ. Pl.Lg. 671e

    : also, receive one's due,

    φ. χάριν S.OT 764

    ;

    ὡς τοῦτό γ' ἔρξας δύο φέρῃ δωρήματα Id.Ph. 117

    ; μισθὸν φέρειν (v. supr. iv.5); of a priest's perquisites,

    φέρει ὁ ἱαρεὺς γέρη σκέλη κτλ. BMus.Inscr.968

    A 9 ([place name] Cos), cf. IG12.24.10, al., SIG56.35 (Argos, v B. C.):—[voice] Med. (v. ad init.), win for oneself,

    κῦδος οἴσεσθαι Il.22.217

    ; δέπας, τεύχεα, carry off as a prize, 23.663, 809, al.; ἀέθλια or ἄεθλον φ. carry off, win a prize, 9.127, 23.413; τὰ πρῶτα φέρεσθαι (sc. ἄεθλα) 23.275, 538;

    οὐ σμικρὸν ἆθλον τῆς ἐρωτικῆς μανίας φέρονται Pl.Phdr. 256d

    ; of perquisites, τὸ.. σκέλος τοὶ ἱαρομνάμονες φερόσθω (i. e. φερούσθω from Φερόνσθω) IG42(1).40.13 (Epid., v/iv B. C.): hence

    οὐ τὰ δεύτερα Hdt.8.104

    ; πλέον φέρεσθαι get more or a larger share for onself, gain the advantage over any one, τινος Hdt.7.211, cf. S.OT 500 (lyr.), E.Hec. 308; ταῦτα ἐπὶ σμικρόν τι ἐφέροντο τοῦ πολέμου this they received as a small help towards the war, Hdt.4.129;

    ἠνείκατο παρὰ Ἐγεσταίων τὰ οὐδεὶς ἄλλος 5.47

    ;

    ἴδια κέρδεα προσδεκόμενοι παρὰ τοῦ Πέρσεω οἴσεσθαι 6.100

    ;

    χάριν φέρεσθαι παρ' ὑμῶν And.2.9

    ;

    φ. τὴν ἀπέχθειαν αὐτῶν Antipho 3.4.2

    ;

    ὀνείδη Pl.Lg. 762a

    ;

    εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς οἴσῃ S.El. 969

    ;

    δάκρυ πρὸς τῶν κλυόντων A.Pr. 638

    ;

    ἀπό τινος βοσκάν Id.Eu. 266

    (lyr.);

    ἐξ ἀνανδρίας τοὔνομα Aeschin.1.131

    : generally, get for one's own use and profit, take and carry away, esp. to one's own home,

    τοῦ.. πάμπρωτα παρ' ἀγλαὰ δῶρα φέροιο Il.4.97

    : hence φέρειν or φέρεσθαι is often used pleon., v. infr. xi.
    VII abs., of roads or ways, lead to a place,

    ὁδὸν φέρουσαν ἐς ἱρόν Hdt.2.122

    , cf. 138; τὴν φέρουσαν ἄνω (sc. ὁδόν) Id.9.69;

    τῆς μὲν ἐς ἀριστερὴν ἐπὶ Καρίης φ., τῆς δὲ ἐς δεξιὴν ἐς Σάρδις Id.7.31

    ;

    ἐπὶ Σοῦσα X.An.3.5.15

    ;

    ἁπλῆ οἶμος εἰς Ἅιδου φέρει A.Fr. 239

    ;

    ἡ ἐς Θήβας φέρουσα ὁδός Th.3.24

    (but ἡ ἐπ' Ἀθηνῶν φέρουσα ibid.); also ἡ θύρα ἡ εἰς τὸν κῆπον φ. the door leading to the garden, D.47.53; αἱ εἰς τὴν πόλιν φ. πύλαι, αἱ ἐπὶ τὸ τεῖχος φ. κλίμακες, X.HG7.2.7, cf. PMich.Zen.38.27 (iii B. C.), Plb.10.12.3.
    b of time,

    τῇ νυκτὶ τῇ φερούσῃ εἰς τὴν β τοῦ Παχών PPetr.3p

    .x (iii B. C.), cf. PTeb.61 (b) 288 (ii B. C.), BGU1832.5 (i B. C.), etc.
    3 metaph., lead to or towards, be conducive to,

    ἐς αἰσχύνην φέρει Hdt.1.10

    ;

    τὰ ἐς ἄκεσιν φέροντα Id.4.90

    ; ἐς βλάβην, ἐς φόβον φέρον, S.OT 517, 991;

    εἰς ὄκνον E.Supp. 295

    : esp. in good sense, tend, conduce to one's interest, ἐπ' ἀμφότερά τοι φέρει (impers.)

    ταῦτα ποιέειν Hdt.3

    . 134; so

    τὰ πρὸς τὸ ὑγιαίνειν φέροντα X.Mem.4.2.31

    ;

    τροφαὶ μέγα φ. εἰς ἀρετάν E.IA 562

    (lyr.); μέγα τι οἰόμεθα φέρειν (sc. κοινωνίαν γυναικῶν τε καὶ παίδων)

    εἰς πολιτείαν Pl.R. 449d

    ; τὰ καλὰ ἐπιτηδεύματα εἰς ἀρετῆς κτῆσιν φ. ib. 444e, cf. X.Cyr.8.1.42; τοῦτο ἔφερεν αὐτῷ was for his good, M.Ant.5.8.
    b point to, refer to a thing,

    ἐς τί ὑμῖν ταῦτα φαίνεται φέρειν; Hdt.1.120

    ; φωνὴ φέρουσα πρός τινα addressed to him, Id.1.159;

    ἐς ἀρηΐους ἀγῶνας φέρον τὸ μαντήϊον Id.9.33

    , cf. 6.19; [ὄψις] φέρει ἐπὶ πᾶσαν γῆν refers to.., extends over.., Id.7.19; τὰ ἴχνη τῆς ὑποψίας εἰς τοῦτον φ. point to him, Antipho 2.3.10;

    πρός τινας Pl.R. 538c

    ;

    ταύτῃ <ὁ> νόος ἔφερε Hdt.9.120

    ; ἡ τοῦ δήμου φέρει γνώμη, ὡς .., the people's opinion inclines to this, that.., Id.4.11;

    ἐπὶ τὸ αὐτὸ αἱ γνῶμαι ἔφερον Th.1.79

    : c. inf., τῶν ἡ γνώμη ἔφερε συμβάλλειν whose opinion inclined to giving battle, Hdt.6.110, cf. 5.118; πλέον ἔφερέ οἱ ἡ γνώμη κατεργάσεσθαι his opinion inclined rather to the view.., Hdt.8.100, cf. 3.77.
    VIII carry or have in the mouth, i. e. speak of,

    πολύν τινα ἐν ταῖς διαβολαῖς φέρειν Aeschin.3.223

    ; use a word,

    οὐκ οἶδα καθ' ὁποτέρου τούτων οἱ παλαιοὶ τὸ τῆς ζειᾶς ἔφερον ὄνομα Gal.Vict.Att.6

    , cf. 7.644, 15.753, 876; record an event,

    οἱ δευτέρῳ μετὰ τὴν ἔξοδον.. ἔτει φέροντες αὐτήν D.H.1.63

    : more freq. in [voice] Pass., πονηρῶς, εὖ, φέρεσθαι, to be ill or well spoken of, X.HG1.5.17, 2.1.6;

    ἀτίμως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων φ. Pl.Ep. 328e

    ; abs., φέρεται [the report] is carried about, i.e. it is said, c. acc. et inf.,

    τοιόνδε φέρεται πρῆγμα γίνεσθαι Hdt.8.104

    (v.l.); ἐν χρόνοις φέρεται μνημονευομένοις is recorded as occurring within historical times, Str.1.3.15;

    ὅτε καὶ Δημόκριτος φέρεται τελευτήσας Sor.Vit.Hippocr.11

    ;

    κρίνομεν.. τὰ γραφέντα ὑφ' ἡμῶν προστάγματα ἐν τοῖς ἱεροῖς νόμοις φέρεσθαι παρ' ὑμῖν OGI331.60

    (Pergam., ii B. C.);

    ὧν τὰ ὀνόματα φέρεται

    are in use,

    Ptol.Geog.7.4.11

    ; of literary works, to be in circulation,

    ἐπιστόλιον αὐτοῦ τοιοῦτον φέρεται Plu.2.808a

    , cf. 209e, 832d, 833c, al., Jul.Or.6.189b, Gp.2.35.8, Eun.VSp.456 B.; πρόλογοι διττοὶ φέρονται Arg.E.Rh.; ὁ στίχος οὗτος ἔν τισιν οὐ φέρεται Sch.E. Ph. 377, cf. Sch.Il.8.557.
    2 of words, φέρεσθαι ἐπί τι to refer to something, A.D.Pron.61.5, Synt.21.14, al.
    IX imper. φέρε like ἄγε, as Adv., come, now, well,
    1 before another imper.,

    φέρε γὰρ σήμαινε A.Pr. 296

    (anap.);

    φέρ' εἰπὲ δή μοι S.Ant. 534

    ;

    φ. δή μοι τόδε εἰπέ Pl.Cra. 385b

    ; so

    φέρετε.. πειρᾶσθε Hdt.4.127

    .
    2 before [ per.] 1sg. or pl. of subj. used imperatively, φέρε ἀκούσω, φέρε στήσωμεν, Hdt.1.11,97;

    φ. δὲ νῦν.. φράσω Id.2.14

    ;

    φέρ' ἴδω, τί δ' ἥσθην; Ar.Ach.4

    ;

    φέρε δὴ κατίδω Id. Pax 361

    , cf. 959; φ. δὴ ἴδωμεν, φ. δὴ σκεψώμεθα, Pl.Grg. 455a, Prt. 330b, cf. E.Or. 1281 (lyr.), Ph. 276, etc.: less freq. before 2 pers.,

    φέρε.. μάθῃς S.Ph. 300

    .
    3 before a rhetorical question,

    φέρε.. τροπαῖα πῶς ἀναστήσεις; E.Ph. 571

    ;

    φ. δὴ νῦν.. τί γαμεῖθ' ἡμᾶς; Ar.Th. 788

    (anap.), cf. Ach. 541, Pl.R. 348c; φ. μῶν οὐκ ἀνάγκη .. ; Id.Lg. 805d; φ. πρὸς θεῶν πῶς .. ; Id.Grg. 514d; freq. in phrase

    φέρε γάρ, φέρε τίς γὰρ οὗτος; Ar.Nu. 218

    ;

    φ. γὰρ πρὸς τίνας χρὴ πολεμεῖν; Isoc.4.183

    , cf. Antipho 5.36; also

    φ. δή Pl.Grg. 455a

    , al.: usu. first in a sentence, but

    τὴν ἀνδρείαν δὲ φ. τί θῶμεν; Id.Lg. 633c

    , etc.
    4 φέρε δή, ἐάν πῃ διαλλαχθῶμεν .. come let us see if we can.., Id.Cra. 430a.
    5 φέρε c. inf., suppose, grant that..

    φ. λέγειν τινά Plu.2.98b

    ; φ. εἰπεῖν let us say, D.Chr.31.93, 163, Porph.Abst.3.3;

    οἷον φ. εἰ. Iamb. in Nic.p.47

    P., al. ( οἷον φέρε alone, Hierocl. in CA11p.439M.).
    X part. neut. τὸ φέρον, as Subst., destiny, fate, τὸ φ. ἐκ θεοῦ [καλῶς] φέρειν [χρή] ye must bear nobly what heaven bears to you, awards you, S.OC 1693 (lyr., codd., sed secl. καλῶς, χρή)

    ; εἰ τὸ φερον σε φέρει, φέρε καὶ φέρου AP 10.73

    (Pall.).
    2 part. φέρων in all genders freq. joined with another Verb:
    a to express a subsidiary action, φέρων ἔδωκε he brought and gave, Od.22.146; δὸς τῷ ξείνῳ ταῦτα φέρων take this and give it him, 17.345; ἔγχος ἔστησε φέρων brought the spear and placed it, 1.127; σῖτον παρέθηκε φέρουσα ib. 139, al., cf. S.Tr. 622;

    τοῦτο ἐλθὼν οἴκαδε φέρων τῷ πατρὶ ἔδωκα Pl.Hp.Ma. 282e

    , cf. R. 345b; so

    ὁ μὲν Ἐπίχαρμον.. εἰς δέκα τόμους φέρων συνήγαγεν Porph.Plot. 24

    ; ἑκάστῃ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα φέρων συνεφόρησα ibid., etc.; sts. translatable by with,

    ᾤχοντο φέροντες τὰ γράμματα Th.7.8

    .
    b intr., in pass. sense, to denote unrestrained action,

    νῦν σε μάλ' οἴω.. φέροντα.. φιλητεύσειν h.Merc. 159

    ; φέρουσα ἐνέβαλε νηΐ φιλίῃ she went and rammed, rammed full tilt, Hdt.8.87; ὅταν ἐπὶ θάτερ' ὥσπερ εἰς τρυτάνην ἀργύριον προσενέγκῃς, οἴχεται φέρον down it sinks, D.5.12;

    τὰ μὲν ἄλλα μέρη τοῦ πολέμου παρῆκαν, φέροντες δὲ παντὶ τῷ στρατεύματι πρὸς αὐτὸν Ἀκράγαντα προσήρεισαν

    hurling themselves,

    Plb.1.17.8

    ;

    εἰς τοῦτο φέρων περιέστησε τὰ πράγματα Aeschin.3.82

    ; ὑπέβαλεν ἑαυτὸν φέρων Θηβαίοις ib.90, cf. 1.175, 3.143,146; in the foll. passages φέρων accompanies a Verb of throwing, giving, entrusting, or dedicating, and expresses wholehearted action, whether wise or unwise; there is always an accus., freq. of the reflex. Pron., governed by the principal Verb (or perh. by φέρων): ἐπεὶ ἐς τοὺς κρατῆρας ἐμαυτὸν φέρων ἐνέβαλον (sc. ὁ Ἐμπεδοκλῆς ) when I went (or took) and threw myself.., Luc.Icar.13, cf. Fug.1, Plu.Comp.Arist. Cat.1, Fab.6, Per.12, Paus.1.30.1, Ael.VH8.14, Frr.10,69, Philostr. VA3.4;

    τὴν κατασκευὴν.. φέρων ἐδωρήσατο τῇ μητρί D.S.31.27

    , cf. Ach.Tat.1.7;

    σεαυτὸν.. φέρων ἀπημπόληκας Luc.Merc.Cond.24

    ;

    τί παθόντες.. τοῖς ἀτέκνοις τῶν γερόντων ἐσποιεῖτε φέροντες αὑτούς; Luc. DMort.6.3

    , cf. Ind.19, Laps.22; ταύτῃ (sc. τῇ ὀργῇ)

    φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν Plu.Them.24

    , cf. Per.7;

    τούτῳ φέροντες ὑποβάλλουσι τοὺς υἱούς Id.2.4b

    , cf. Luc.6, Pomp.27, Ael.VH6.1, Max.Tyr.1.2;

    προσέθετο φέρων ἑαυτὸν ἐκείνῳ Eun.VS p.456

    B., cf.pp.461,465 B., Dam. ap. Suid. s.v. Σεβηριανός; ἀλλὰ σοὶ μὲν, ὦ θεῶν πάτερ, ἐμαυτὸν φέρων ἀναθήσω Jul.Or.7.231b.
    3 ἔκκρισις.. ἐκ μικρῶν φέρουσα διαστημάτων occurring at short intervals, Sor.2.45.
    XI φέρειν, φέρεσθαι are freq. added epexegetically to δίδωμι and similar Verbs,

    δῶκεν.. τρίποδα φέρειν Il.23.513

    , cf. 16.665, 17.131;

    τεύχεα.. δότω φέρεσθαι 11.798

    , cf. Od.21.349, E.Tr. 419, 454(troch.).
    B [voice] Pass. is used in most of the above senses:—special cases:
    I to be borne or carried involuntarily, esp. to be borne along by waves or winds, to be swept away, φέρεσθαι ἀνέμοισι, θυέλλῃ, Od.9.82, 10.54, cf. A.Pers. 276 (lyr.), etc.; πᾶν δ' ἦμαρ φερόμην, of Hephaestus falling from Olympus, Il.1.592; ἧκε φέρεσθαι he sent him flying, 21.120; ἧκα πόδας καὶ χεῖρε φέρεσθαι I let go my hands and feet, let them swing free [in the leap], Od.12.442, cf. 19.468; μέγα φέρεται πὰρ σέθεν, of a word uttered, comes with weight, Pi.P.1.87;

    βίᾳ φέρεται Pl.Phdr. 254a

    ;

    πνεῦμα φερόμενον Id.R. 496d

    ;

    τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ἀναπνοὰς εἴσω τε καὶ ἔξω φέρεται Gal.16.520

    ;

    ῥεῖν καὶ φέρεσθαι Pl.Cra. 411c

    ;

    φ. εἰς τὸν Τάρταρον Id.Phd. 114b

    ; simply, move, go,

    ποῖ γᾶς φέρομαι; S.OT 1309

    (anap.);

    οὐκ οἶσθ' ὅποι γῆς οὐδ' ὅποι γνώμης φέρῃ Id.El. 922

    , cf. E.Hec. 1076 (anap.), etc.; of the excreta,

    τὰ φερόμενα.. εἰ μὲν αὐτομάτως φέροιτο Philum.

    ap. Aët.9.12;

    πρὸς κοιλίαν φερομένην Aët.4.19

    : metaph.,

    εἰς τὸ λοιδορεῖν φέρῃ E.Andr. 729

    ;

    πρὸς τὴν τοῦ κάλλους φύσιν Pl.Phdr. 254b

    , cf. X.Mem.2.1.4; ἐπὶ ταὐτὸ φέρονται have the same tendency, Phld.Vit.p.42 J.;

    ἀπὸ δογμάτων καὶ ἀπὸ θεωρημάτων φ. Vett.Val.238.30

    ; of veins, to be conveyed, Gal.15.531; also ἡ φερομένη οὐσία (the doctrine of) universal motion, Pl.Tht. 177c; οἱ φερόμενοι θεοί the moving gods, i. e. the stars and planets, Plot.2.3.9.
    2 freq. in part. with another Verb of motion, φερόμενοι ἐσέπιπτον ἐς τοὺς Αἰγινήτας they fell into their hands with a rush, at full speed, Hdt.8.91;

    ἀπὸ.. ἐλπίδος ᾠχόμην φερόμενος Pl.Phd. 98b

    ;

    ἧκε φερόμενος εἰς τὴν ἑαυτοῦ φύσιν Aeschin.3.89

    .
    3 of voluntary and impulsive motion,

    ἰθὺς φέρεται μένει Il.20.172

    ; ὁμόσε τινὶ φέρεσθαι come to blows with him, X.Cyn.10.21;

    δρόμῳ φ. πρός τινα Id.HG4.8.37

    ;

    φυγῇ εἰς ἑαυτοὺς φ. Id.Cyr.1.4.23

    ;

    ἥξει ἐπ' ἐκεῖνον τὸν λόγον φερόμενος Lycurg.59

    ;

    φερόμενος ὑπ' ὀργῆς D.H.Comp.18

    .
    II metaph., καλῶς, κακῶς φέρεσθαι, of things, schemes, etc., turn out, prosper well or ill, succeed or fail,

    οὔτ' ἂν.. νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν S.Aj. 1074

    ;

    κακῶς φ. τὰ ἑαυτοῦ X.HG3.4.25

    ;

    εὖ φέρεται ἡ γεωργία Id.Oec.5.17

    ; ὀλιγώρως ἔχειν καὶ ἐᾶν ταῦτα φέρεσθαι to neglect things and let them take their course, D.8.67; less freq. of persons, fare well or ill, εὖ φερόμενος ἐν στρατηγίαις being generally successful.., Th.5.16, cf. 15;

    καλῶς φερόμενος τὸ καθ' ἑαυτόν Id.2.60

    ;

    φ. ἐν προτιμήσει παρά τινι D.S.33.5

    ;

    χεῖρον φερομένη παρὰ τἀδελφῷ J.AJ16.7.6

    ; of euphonious writing,

    σύνθεσις καλῶς φερομένη Phld.Po.5.26

    .
    2 behave, ὑποκριτικῶς, ἀστάτως, etc., Vett.Val.38.20, 197.8, al.
    C [voice] Med.: for its chief usages, v. supr. A. VI. 3.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φέρω

  • 3 εἰμί

    εἰμί (Hom.+) impv. ἴσθι, ἔσο IPol 4:1, ἔστω—also colloq. ἤτω (BGU 276, 24; 419, 13; POxy 533, 9; Ps 103:31; 1 Macc 10:31) 1 Cor 16:22; Js 5:12; 1 Cl 48:5; Hv 3, 3, 4;—3 pers. pl. ἔστωσαν (ins since 200 B.C. Meisterhans3-Schw. 191; PPetr III, 2, 22 [237 B.C.]) Lk 12:35; 1 Ti 3:12; GJs 7:2. Inf. εἶναι. Impf. 1 pers. only mid. ἤμην (Jos., Bell. 1, 389; 631; s. further below); ἦν only Ac 20:18 D, 2 pers. ἦσθα (Jos., Ant. 6, 104) Mt 26:69; Mk 14:67 and ἦς (Lobeck, Phryn. 149 ‘say ἦσθα’; Jos., Ant. 17, 110 al.; Sb 6262, 16 [III A.D.]) Mt 25:21, 23 al., 3 sg. ἦν, 1 pl. ἦμεν. Beside this the mid. form ἤμην (pap since III B.C.; Job 29:16; Tob 12:13 BA), s. above, gives the pl. ἤμεθα (pap since III B.C.; Bar 1:19) Mt 23:30; Ac 27:37; Eph 2:3. Both forms in succession Gal. 4:3. Fut. ἔσομαι, ptc. ἐσόμενος. The mss. vary in choice of act. or mid., but like the edd. lean toward the mid. (W-S. §14, 1; Mlt-H. 201–3; Rob. index; B-D-F §98; Rdm.2 99; 101f; Helbing 108f; Reinhold 86f). Also s. ἔνι.
    be, exist, be on hand a pred. use (for other pred. use s. 3a, 4, 5, 6, 7): of God (Epicurus in Diog. L. 10, 123 θεοί εἰσιν; Zaleucus in Diod S 12, 20, 2 θεοὺς εἶναι; Wsd 12:13; Just., D. 128, 4 angels) ἔστιν ὁ θεός God exists Hb 11:6; cp. 1 Cor 8:5. ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν the one who is and who was (cp. SibOr 3, 16; as amulet PMich 155, 3 [II A.D.] ὁ ὢν θεὸς ὁ Ἰάω κύριος παντοκράτωρ=the god … who exists.) Rv 11:17; 16:5. ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος, in this and the two preceding passages ἦν is treated as a ptc. (for the unusual use of ἦν cp. Simonides 74 D.: ἦν ἑκατὸν φιάλαι) 1:4; 4:8 (cp. Ex 3:14; Wsd 13:1; Paus. 10, 12, 10 Ζεὺς ἦν, Ζ. ἔστι, Ζ. ἔσσεται; cp. Theosophien 18. S. OWeinreich, ARW 19, 1919, 178f). οὐδʼ εἶναι θεὸν παντοκράτορα AcPlCor 1:11. ἐγώ εἰμι (ins in the Athena-Isis temple of Saïs in Plut., Is. et Os. 9, 354c: ἐγώ εἰμι πᾶν τὸ γεγονὸς κ. ὸ̓ν κ. ἐσόμενον. On the role of Isis in Gk. rel. s. IBergman, Ich bin Isis ’68; RMerkelbach, Isis Regina—Zeus Sarapis ’95; for further lit. s. MGustafson in: Prayer fr. Alexander to Constantine, ed. MKiley et al. ’97, 158.) Rv 1:8 (s. ἐγώ beg.). ὁ ὤν, … θεός Ro 9:5 is classed here and taken to mean Christ by JWordsworth ad loc. and HWarner, JTS 48, ’47, 203f. Of the λόγος: ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λ. J 1:1 (for ἦν cp. Herm. Wr. 1, 4; 3, 1b ἦν σκότος, Fgm. IX 1 p. 422, 23 Sc. γέγονεν ἡ ὕλη καὶ ἦν).—Of Christ πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι, ἐγὼ εἰμί before Abraham was born, I am 8:58 (on the pres. εἰμί cp. Parmenides 8, 5: of the Eternal we cannot say ἦν οὐδʼ ἔσται, only ἔστιν; Ammonius Hermiae [Comm. in Aristotl. IV 5 ed. ABusse 1897] 6 p. 172: in Timaeus we read that we must not say of the gods τὸ ἦν ἢ τὸ ἔσται μεταβολῆς τινος ὄντα σημαντικά, μόνον δὲ τὸ ἔστι=‘was’ or ‘will be’, suggesting change, but only ‘is’; Ps 89:2; DBall, ‘I Am’ in John’s Gospel [JSNT Suppl. 124] ’96).—Of the world πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι before the world existed 17:5. Satirically, of the beast, who parodies the Lamb, ἦν καὶ οὐκ ἔστιν Rv 17:8. Of God’s temple: ἔστιν B 16:6f it exists. τὸ μὴ ὄν that which does not exist, the unreal (Sallust. 17 p. 32, 7 and 9; Philo, Aet. M. 5; 82) Hm 1:1. τὰ ὄντα that which exists contrasted w. τὰ μὴ ὄντα Ro 4:17; cp. 1 Cor 1:28; 2 Cl 1:8. Of God κτίσας ἐκ τοῦ μὴ ὄντος τὰ ὄντα what is out of what is not Hv 1, 1, 6 (on the contrast τὰ ὄντα and τὰ μὴ ὄντα cp. Ps.-Arist. on Xenophanes: Fgm. 21, 28; Artem. 1, 51 p. 49, 19 τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα; Ocellus Luc. 12; Sallust. 17, 5 p. 30, 28–32, 12; Philo, Op. M. 81; PGM 4, 3077f ποιήσαντα τὰ πάντα ἐξ ὧν οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι; 13, 272f τὸν ἐκ μὴ ὄντων εἶναι ποιήσαντα καὶ ἐξ ὄντων μὴ εἶναι; Theoph. Ant. 1, 4 [p. 64, 21] τὰ πάντα ὁ θεὸς ἐποίησεν ἐξ οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι).—Of existing in the sense be present, available, provided πολλοῦ ὄχλου ὄντος since a large crowd was present Mk 8:1. ὄντων τῶν προσφερόντων those are provided who offer Hb 8:4. οὔπω ἦν πνεῦμα the Spirit had not yet come J 7:39. ἀκούσας ὄντα σιτία when he heard that grain was available Ac 7:12.—Freq. used to introduce parables and stories (once) there was: ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος there was (once) a rich man Lk 16:1, 19. ἦν ἄνθρωπος ἐκ τ. Φαρισαίων there was a man among the Pharisees J 3:1.There is, there are ὥσπερ εἰσὶν θεοὶ πολλοί as there are many gods 1 Cor 8:5. διαιρέσεις χαρισμάτων εἰσίν there are various kinds of spiritual gifts 12:4ff; 1J 5:16 al. Neg. οὐκ ἔστι there is (are) not, no (Ps 52:2; Simplicius in Epict. p. 95, 42 as a quot. from ‘tragedy’ οὐκ εἰσὶν θεοί) δίκαιος there is no righteous man Ro 3:10 (Eccl 7:20). ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἔστιν there is no resurr. of the dead 1 Cor 15:12; οὐδʼ εἶναι ἀνάστασιν AcPlCor 1:12; 2:24; cp. Mt 22:23; Ac 23:8 (cp. 2 Macc 7:14). εἰσὶν οἵ, or οἵτινες there are people who (Hom. et al.; LXX; Just., D. 47, 2 εἰ μήτι εἰσὶν οἱ λέγοντες ὅτι etc.—W. sing. and pl. combined: Arrian, Ind. 24, 9 ἔστι δὲ οἳ διέφυγον=but there are some who escaped) Mt 16:28; 19:12; Mk 9:1; Lk 9:27; J 6:64; Ac 11:20. Neg. οὐδείς ἐστιν ὅς there is no one who Mk 9:39; 10:29; Lk 1:61; 18:29. As a question τίς ἐστιν ὅς; who is there that? Mt 12:11—In an unusual (perh. bureaucratic terminology) participial construction Ac 13:1 ἡ οὖσα ἐκκλησία the congregation there (cp. Ps.-Pla., Eryx. 6, 394c οἱ ὄντες ἄνθρωποι=the people with whom he has to deal; PLond III 1168, 5 p. 136 [18 A.D.] ἐπὶ ταῖς οὔσαις γειτνίαις=on the adjoining areas there; PGen 49; PSI 229, 11 τοῦ ὄντος μηνός of the current month); cp. 14:13.—αἱ οὖσαι (sc. ἐξουσίαι) those that exist Ro 13:1 (cp. UPZ 180a I, 4 [113 B.C.] ἐφʼ ἱερέων καὶ ἱερειῶν τῶν ὄντων καὶ οὐσῶν).
    to be in close connection (with), is, freq. in statements of identity or equation, as a copula, the equative function, uniting subject and predicate. On absence of the copula, Mlt-Turner 294–310.
    gener. πραΰς εἰμι I am gentle Mt 11:29. ἐγώ εἰμι Γαβριήλ Lk 1:19. σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ Mk 3:11; J 1:49 and very oft. ἵνα … ὁ πονηρὸς … ἐλεγχθῇ [το? s. app. in Bodm.] μὴ ὢν θεός AcPlCor 2:15 (Just., D. 3, 3 φιλολόγος οὖν τις εἶ σύ).—The pred. can be supplied fr. the context: καὶ ἐσμέν and we are (really God’s children) 1J 3:1 (Eur., Ion 309 τ. θεοῦ καλοῦμαι δοῦλος εἰμί τε. Dio Chrys. 14 [31], 58 θεοφιλεῖς οἱ χρηστοὶ λέγονται καὶ εἰσίν; Epict. 2, 16, 44 Ἡρακλῆς ἐπιστεύθη Διὸς υἱὸς εἶναι καὶ ἦν.—The ptc. ὤν, οὖσα, ὄν used w. a noun or adj.and serving as an if-, since-, or although-clause sim. functions as a copula πονηροὶ ὄντες Mt 7:11; 12:34.—Lk 20:36; J 3:4; 4:9; Ac 16:21; Ro 5:10; 1 Cor 8:7; Gal 2:3 al.).—W. adv. of quality: οὕτως εἶναι be so preceded by ὥσπερ, καθώς or followed by ὡς, ὥσπερ Mt 13:40; 24:27, 37, 39; Mk 4:26; Lk 17:26. W. dat. of pers. οὕτως ἔσται ὁ υἱὸς τ. ἀ. τῇ γενεᾷ ταύτῃ so the Human One (Son of Man) will be for this generation 11:30. εἰμὶ ὡσ/ὥσπερ I am like Mt 6:5; Lk 18:11. W. dat. ἔστω σοι ὥσπερ τελώνης he shall be to you as a tax-collector Mt 18:17. εἰμὶ ὥς τις I am like someone of outward and inward similarity 28:3; Lk 6:40; 11:44; 22:27 al. καθώς εἰμι as I am Ac 22:3; 1J 3:2, 7; 4:17.—W. demonstr. pron. (Just., A I, 16, 1 ἃ ἔφη, ταῦτά ἐστι: foll. by a quotation; sim. 48, 5 ἔστι δὲ ταῦτα; and oft.) τὰ ὀνόματά ἐστιν ταῦτα Mt 10:2. αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία J 1:19. W. inf. foll. θρησκεία αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι Js 1:27. W. ὅτι foll. αὕτη ἐστὶν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν J 3:19; cp. 21:24; 1J 1:5; 3:11; 5:11. W. ἵνα foll. τοῦτό ἐστιν τὸ ἔργον, ἵνα πιστεύητε J 6:29; cp. vs. 39f; 15:12; 17:3; 1J 3:11, 23; 5:3. W. τηλικοῦτος: τὰ πλοῖα, τηλικαῦτα ὄντα though they are so large Js 3:4. W. τοσοῦτος: τοσοῦτων ὄντων although there were so many J 21:11. W. τοιοῦτος: τοιοῦτος ὤν Phlm 9 (cp. Just., A I, 18, 4 ὅσα ἄλλα τοιαῦτά ἐστι).—W. interrog. pron. ὑμεῖς τίνα με λέγετε εἶναι; who do you say I am? Mt 16:15; cp. 21:10; Mk 1:24; 4:41; 8:27, 29; Lk 4:34 al.; σὺ τίς εἶ; J 1:19; 8:25; 21:12 al. (cp. JosAs 14:6 τίς εἶ συ tell me ‘who you are’). σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων; (Pla., Gorg. 452b; Strabo 6, 2, 4 σὺ τίς εἶ ὁ τὸν Ὅμηρον ψέγων ὡς μυθογράφον;) Ro 14:4; ἐγὼ τίς ἤμην; (cp. Ex 3:11) Ac 11:17; τίς εἰμι ἐγὼ ὅτι who am I, that GJs 12:2 (Ex 3:11). W. πόσος: πόσος χρόνος ἐστίν; how long a time? Mk 9:21. W. ποταπός of what sort Lk 1:29.—W. relative pron. οἷος 2 Cor 10:11; ὁποῖος Ac 26:29; 1 Cor 3:13; Gal 2:6; ὅς Rv 1:19; ὅστις Gal 5:10, 19.—W. numerals ἦσαν οἱ φαγόντες πεντακισχίλιοι ἄνδρες 6:44 (cp. Polyaenus 7, 25 ἦσαν οἱ πεσόντες ἀνδρῶν μυριάδες δέκα); cp. Ac 19:7; 23:13. Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων L. was one of those at the table J 12:2; cp. Gal 3:20; Js 2:19. τῶν πιστευσάντων ἦν καρδία καὶ ψυχὴ μία Ac 4:32. εἷς εἶναι be one and the same Gal 3:28. ἓν εἶναι be one J 10:30; 17:11, 21ff; 1 Cor 3:8.—οὐδʼ εἶναι τὴν πλάσιν τὴν τῶν ἀνθρώπων τοῦ θεοῦ (that) the creation of humankind is not God’s doing AcPlCor 1:13.—To establish identity the formula ἐγώ εἰμι is oft. used in the gospels (corresp. to Hebr. אֲנִי הוּא Dt 32:39; Is 43:10), in such a way that the predicate must be understood fr. the context: Mt 14:27; Mk 6:50; 13:6; 14:62; Lk 22:70; J 4:26; 6:20; 8:24, 28; 13:19; 18:5f and oft.; s. on ἐγώ.—In a question μήτι ἐγώ εἰμι; surely it is not I? Mt 26:22, 25.
    to describe a special connection betw. the subject and a predicate noun ἡμεῖς ναὸς θεοῦ ἐσμεν ζῶντος we are a temple of the living God 2 Cor 6:16. ἡ ἐπιστολὴ ὑμεῖς ἐστε you are our letter (of recommendation) 3:2. σφραγίς μου τῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε you are the seal of my apostleship 1 Cor 9:2 and oft.
    in explanations:
    α. to show how someth. is to be understood is a representation of, is the equivalent of; εἰμί here, too, serves as copula; we usually translate mean, so in the formula τοῦτʼ ἔστιν this or that means, that is to say (Epict., Ench. 33, 10; Arrian, Tact. 29, 3; SIG 880, 50; PFlor 157, 4; PSI 298, 9; PMert 91, 9; Jos., C. Ap. 2, 16; ApcMos 19; Just., D. 56, 23; 78, 3 al.) Mk 7:2; Ac 19:4; Ro 7:18; 9:8; 10:6, 8; Phlm 12; Hb 7:5 al.; in the sense that is (when translated) (Polyaenus 8, 14, 1 Μάξιμος ἀνηγορεύθη• τοῦτο δʼ ἄν εἴη Μέγιστον) Mt 27:46; Ac 1:19. So also w. relative pron.: ὅ ἐστιν Mk 3:17; 7:11, 34; Hb 7:2. After verbs of asking, recognizing, knowing and not knowing (Antiphanes Com. 231, 1f τὸ ζῆν τί ἐστι;) μάθετε τί ἐστιν learn what (this) means Mt 9:13. εἰ ἐγνώκειτε τί ἐστιν 12:7; cp. Mk 1:27; 9:10; Lk 20:17; J 16:17f; Eph 4:9. W. an indir. question (Stephan. Byz. s.v. Ἀγύλλα: τὶς ἠρώτα τί ἂν εἴη τὸ ὄνομα) τί ἂν εἴη ταῦτα Lk 15:26; τί εἴη τοῦτο 18:36. τίνα θέλει ταῦτα εἶναι what this means Ac 17:20; cp. 2:12, where the question is not about the mng. of terms but the significance of what is happening.—Esp. in interpr. of the parables (Artem. 1, 51 p. 48, 26 ἄρουρα οὐδὲν ἄλλο ἐστὶν ἢ γυνή=field means nothing else than woman) ὁ ἀγρός ἐστιν ὁ κόσμος the field means the world Mt 13:38; cp. vss. 19f, 22f; Mk 4:15f, 18, 20; Lk 8:11ff (cp. Gen 41:26f; Ezk 37:11; Ath. 22, 4 [Stoic interpr. of myths]). On τοῦτό ἐστιν τὸ σῶμά μου Mt 26:26; Mk 14:22; Lk 22:19 and its various interpretations, see lit. s.v. εὐχαριστία. Cp. Hipponax (VI B.C.) 45 Diehl αὕτη γάρ ἐστι συμφορή=this means misfortune.
    β. to be of relative significance, be of moment or importance, amount to someth. w. indef. pron. εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν meat offered to idols means anything 1 Cor 10:19. Esp. εἰμί τι I mean someth. of pers. 1 Cor 3:7; Gal 2:6; 6:3; and of things vs. 15. εἰμί τις Ac 5:36.—Of no account ἐμοὶ εἰς ἐλάχιστόν ἐστιν (telescoped fr. ἐλάχ. ἐστιν and εἰς ἐλάχ. γίνεται, of which there are many exx. in Schmid, I 398; II 161, 237; III 281; IV 455) it is of little or no importance to me 1 Cor 4:3.
    be in reference to location, persons, condition, or time, be
    of various relations or positions involving a place or thing: w. ἀπό: εἶναι ἀπό τινος be or come from a certain place (X., An. 2, 4, 13) J 1:44.—W. ἐν: ἐν τοῖς τ. πατρός μου in my father’s house Lk 2:49 (cp. Jos., Ant. 16, 302 καταγωγὴ ἐν τοῖς Ἀντιπάτρου). ἐν τῇ ὁδῷ on the way Mk 10:32. ἐν τῇ ἐρήμῳ Mt 24:26. ἐν ἀγρῷ Lk 15:25. ἐν δεξιᾷ τ. θεοῦ at God’s right hand Ro 8:34; in heaven Eph 6:9.—W. εἰς: τὴν κοίτην Lk 11:7; τὸν κόλπον J1:18.—W. ἐπὶ w. gen. be on someth. of place, roof Lk 17:31; head J 20:7 (cp. 1 Macc 1:59); also fig., of one who is over someone (1 Macc 10:69; Jdth 14:13 ὁ ὢν ἐπὶ πάντων τῶν αὐτοῦ) Ro 9:5 (of the angel of death Mel., P. 20, 142 ἐπὶ τῶν πρωτοτόκων); also ἐπάνω τινός J 3:31.—W. dat. be at someth. the door Mt 24:33; Mk 13:29.—W. acc. be on someone: grace Lk 2:40; Ac 4:33; spirit (Is 61:1) Lk 2:25; εἶναι ἐπὶ τὸ αὐτό be in the same place, together (Gen 29:2 v.l.) Ac 1:15; 2:1, 44; 1 Cor 7:5.—W. κατά w. acc. εἶναι κατὰ τὴν Ἰουδαίαν be in Judea Ac 11:1; εἶναι ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν were at Antioch in the congregation there 13:1.—W. ὑπό w. acc. τι or τινα of place be under someth. J 1:48; 1 Cor 10:1.—W. παρά w. acc. παρὰ τὴν θάλασσαν by the sea- (i.e. lake-) shore Mk 5:21; Ac 10:6.—W. πρός τι be close to, facing someth. Mk 4:1.—W. adv. of place ἐγγύς τινι near someth. Ac 9:38; 27:8. μακρὰν (ἀπό) Mk 12:34; J 21:8; Eph 2:13; also πόρρω Lk 14:32. χωρίς τινος without someth. Hb 12:8. ἐνθάδε Ac 16:28. ἔσω J 20:26. ἀπέναντί τινος Ro 3:18 (Ps 35:2). ἐκτός τινος 1 Cor 6:18; ἀντίπερά τινος Lk 8:26; ὁμοῦ J 21:2; οὗ Mt 2:9; ὅπου Mk 2:4; 5:40. ὧδε Mt 17:4; Mk 9:5; Lk 9:33. Also w. fut. mng. (ESchwartz, GGN 1908, 161 n.; on the fut. use of the pres. cp. POxy 531, 22 [II A.D.] ἔστι δὲ τοῦ Τῦβι μηνὸς σοὶ ὸ̔ θέλεις) ὅπου εἰμί J 7:34, 36; 12:26; 14:3; 17:24. As pred., to denote a relatively long stay at a place, stay, reside ἴσθι ἐκεῖ stay there Mt 2:13, cp. vs. 15; ἐπʼ ἐρήμοις τόποις in lonely places Mk 1:45; ἦν παρὰ τὴν θάλασσαν he stayed by the lakeside 5:21.
    involving humans or transcendent beings: w. adv. ἔμπροσθέν τινος Lk 14:2. ἔναντί τινος Ac 8:21; ἐνώπιόν τινος Lk 14:10; Ac 4:19; 1 Pt 3:4; Rv 7:15; ἐντός τινος Lk 17:21; ἐγγύς τινος J 11:18; 19:20; Ro 10:8 (Dt 30:14).—W. prep. ἐν τινί equiv. to ἔκ τινος εἶναι be among Mt 27:56; cp. Mk 15:40; Ro 1:6. Of God, who is among his people 1 Cor 14:25 (Is 45:14; Jer 14:9); of the Spirit J 14:17. Of persons under Christ’s direction: ἐν θεῷ 1J 2:5; 5:20 (s. Norden, Agn. Th. 23, 1). ἔν τινι rest upon, arise from someth. (Aristot., Pol. 7, 1, 3 [1323b, 1] ἐν ἀρετῇ; Sir 9:16) Ac 4:12; 1 Cor 2:5; Eph 5:18.—εἴς τινα be directed, inclined toward Ac 23:30; 2 Cor 7:15; 1 Pt 1:21.—κατά w. gen. be against someone (Sir 6:12) Mt 12:30; Mk 9:40 and Lk 9:50 (both opp. ὑπέρ); Gal 5:23.—σύν τινι be with someone (Jos., Ant. 7, 181) Lk 22:56; 24:44; Ac 13:7; accompany, associate w. someone Lk 8:38; Ac 4:13; 22:9; take sides with someone (X., Cyr. 5, 4, 37; 7, 5, 77; Jos., Ant. 11, 259 [of God]) Ac 14:4.—πρός τινα be with someone Mt 13:56; Mk 6:3; J 1:1f. I am to be compared w. IMg 12.—μετά and gen. be with someone (Judg 14:11) Mt 17:17; Mk 3:14; 5:18; J 3:26; 12:17; ἔστω μεθʼ ὑμῶν εἰρήνη AcPlCor 2:40; of God, who is with someone (Gen 21:20; Judg 6:13 al.; Philo, Det. Pot. Ins. 4; Jos., Ant. 6, 181; 15, 138) Lk 1:66; J 3:2; 8:29; Ac 10:38 al.; also be with in the sense be favorable to, in league with (Ex 23:2) Mt 12:30; Lk 11:23; of punishment attending a pers. τὸ πῦρ ἐστι μετʼ αὐτοῦ AcPlCor 2:37.—παρά and gen. come from someone (X., An. 2, 4, 15; Just., D. 8, 4 ἔλεος παρὰ θεοῦ) fr. God J 6:46; 7:29; w. dat. be with, among persons Mt 22:25; Ac 10:6. W. neg. be strange to someone, there is no … in someone Ro 2:11; 9:14; Eph 6:9.—ὑπέρ w. gen. be on one’s side Mk 9:4 and Lk 9:50 (both opp. κατά); w. acc. be superior to (Sir 25:10; 30:16) Lk 6:40.
    of condition or circumstance: κατά w. acc. live in accordance with (Sir 28:10; 43:8; 2 Macc 9:20) κατὰ σάκρα, πνεῦμα Ro 8:5. οὐκ ἔστιν κατὰ ἄνθρωπον not human (in origin) Gal 1:11.—Fig. ὑπό w. acc. be under (the power of) someth. Ro 3:9; 6:14f; Gal 3:10, 25.—W. ἐν of existing ἐν τῷ θεῷ εἶναι of humankind: have its basis of existence in God Ac 17:28. Of states of being: ἐν δόξῃ 2 Cor 3:8; ἐν εἰρήνῃ Lk 11:21; ἐν ἔχθρᾳ at enmity 23:12; ἐν κρίματι under condemnation vs. 40. ἐν ῥύσει αἵματος suffer from hemorrhages Mk 5:25; Lk 8:43 (cp. Soph., Aj. 271 ἦν ἐν τῇ νόσῳ; cp. TestJob 35:1 ἐν πληγαῖς πολλαῖς). Periphrastically for an adj. ἐν ἐξουσίᾳ authoritative Lk 4:32. ἐν βάρει important 1 Th 2:7. ἐν τῇ πίστει true believers, believing 2 Cor 13:5. Be involved in someth. ἐν ἑορτῇ be at the festival=take part in it J 2:23. ἐν τούτοις ἴσθι devote yourself to these things 1 Ti 4:15 (cp. X., Hell. 4, 8, 7 ἐν τοιούτοις ὄντες=occupied w. such things; Jos., Ant. 2, 346 ἐν ὕμνοις ἦσαν=they occupied themselves w. the singing of hymns).—Fig., live in the light 1J 2:9; cp. vs. 11; 1 Th 5:4; in the flesh Ro 7:5; 8:8; AcPlCor 1:6. ἐν οἷς εἰμι in the situation in which I find myself Phil 4:11 (X., Hell. 4, 2, 1; Diod S 12, 63, 5; 12, 66, 4; Appian, Hann. 55 §228 ἐν τούτοις ἦν=he was in this situation; Jos., Ant. 7, 232 ἐν τούτοις ἦσαν=found themselves in this sit.; TestJob 35:6 ἐν τίνι ἐστίν; s. ZPE VIII 170). ἐν πολλοῖς ὢν ἀστοχήμασι AcPlCor 2:1. Of characteristics, emotions, etc. ἔν τινί ἐστιν, e.g. ἀδικία J 7:18; ἄγνοια Eph 4:18; ἀλήθεια J 8:44; 2 Cor 11:10 (cp. 1 Macc 7:18); ἁμαρτία 1J 3:5.
    of time ἐγγύς of καιρός be near Mt 26:18; Mk 13:28. πρὸς ἑσπέραν ἐστίν it is toward evening Lk 24:29 (Just., D. 137, 4 πρὸς δυσμὰς … ὁ ἥλιός ἐστι).
    to be alive in a period of time, live, denoting temporal existence (Hom., Trag., Thu. et al.; Sir 42:21; En 102:5 Philo, De Jos. 17; Jos., Ant. 7, 254) εἰ ἤμεθα ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν if we had lived in the days of our fathers Mt 23:30. ὅτι οὐκ εἰσὶν because they were no more 2:18 (Jer 38:15). ἦσαν ἐπὶ χρόνον ἱκανόν (those who were healed and raised by Christ) remained alive for quite some time Qua.
    to be the time at which someth. takes place w. indications of specific moments or occasions, be (X., Hell. 4, 5, 1, An. 4, 3, 8; Sus 13 Theod.; 1 Macc 6:49; 2 Macc 8:26; Jos., Ant. 6, 235 νουμηνία δʼ ἦν; 11, 251): ἦν ὥρα ἕκτη it was the sixth hour (=noon acc. to Jewish reckoning) Lk 23:44; J 4:6; 19:14.—Mk 15:25; J 1:39. ἦν ἑσπέρα ἤδη it was already evening Ac 4:3. πρωί̈ J 18:28. ἦν παρασκευή Mk 15:42. ἦν ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων J 5:1. σάββατόν ἐστιν vs. 10 et al. Short clauses (as Polyaenus 4, 9, 2 νὺξ ἦν; 7, 44, 2 πόλεμος ἦν; exc. 36, 8 ἦν ἀρίστου ὥρα; Jos., Ant. 19, 248 ἔτι δὲ νὺξ ἦν) χειμὼν ἦν J 10:22; ἦν δὲ νύξ (sim. Jos., Bell. 4, 64) 13:30; ψύχος it was cold 18:18; καύσων ἔσται it will be hot Lk 12:55.
    to take place as a phenomenon or event, take place, occur, become, be, be in (Hom., Thu. et al.; LXX; En 104:5; 106:6.—Cp. Just., D. 82, 2 of Christ’s predictions ὅπερ καὶ ἔστι ‘which is in fact the case’.) ἔσται θόρυβος τοῦ λαοῦ a popular uprising Mk 14:2. γογγυσμὸς ἦν there was (much) muttering J 7:12. σχίσμα there was a division 9:16; 1 Cor 1:10; 12:25. ἔριδες … εἰσίν quarrels are going on 1:11. δεῖ αἱρέσεις εἶναι 11:19. θάνατος, πένθος, κραυγή, πόνος ἔσται Rv 21:4. ἔσονται λιμοὶ κ. σεισμοί Mt 24:7. Hence τὸ ἐσόμενον what was going to happen (Sir 48:25) Lk 22:49. πότε ταῦτα ἔσται; when will this happen? Mt 24:3. πῶς ἔσται τοῦτο; how can this be? Lk 1:34. Hebraistically (הָיָה; s. KBeyer, Semitische Syntax im NT, ’62, 63–65) καὶ ἔσται w. fut. of another verb foll. and it will come about that Ac 2:17 (Jo 3:1); 3:23 (w. δέ); Ro 9:26 (Hos 2:1).—W. dat. ἐστί τινι happen, be granted, come, to someone (X., An. 2, 1, 10; Jos., Ant. 11, 255; Just., D. 8, 4 σοὶ … ἔλεος ἔσται παρὰ θεοῦ) Mt 16:22; Mk 11:24; Lk 2:10; GJs 1:1; 4:3; 8:3; τί ἐστίν σοι τοῦτο, ὅτι what is the matter with you, that GJs 17:2.—Of becoming or turning into someth. become someth. εἰς χολὴν πικρίας εἶναι become bitter gall Ac 8:23. εἰς σάρκα μίαν Mt 19:5; Mk 10:8; 1 Cor 6:16; Eph 5:31 (all Gen 2:24. Cp. Syntipas p. 42, 24 οὐκ ἔτι ἔσομαι μετὰ σοῦ εἰς γυναῖκα); τὰ σκολιὰ εἰς εὐθείας Lk 3:5 (Is 40:4); εἰς πατέρα 2 Cor 6:18; Hb 1:5 (2 Km 7:14; 1 Ch 22:10; 28:6); εἰς τὸ ἕν 1J 5:8. Serve as someth. (IPriene 50, 39 [c. II B.C.] εἶναι εἰς φυλακὴν τ. πόλεως; Aesop., Fab. 28 H.=18 P.; 26 Ch.; 18 H-H. εἰς ὠφέλειαν; Gen 9:13; s. also εἰς 4d) 1 Cor 14:22; Col 2:22; Js 5:3.—Of something being ἀνεκτότερον ἔσται it will be more tolerable τινί for someone Lk 10:12, 14.
    to exist as possibility ἔστιν w. inf. foll. it is possible, one can (Περὶ ὕψους 6; Diog. L. 1, 110 ἔστιν εὑρεῖν=one can find; Just., A I, 59, 10 ἔστι ταῦτα ἀκοῦσαι καὶ μαθεῖν; D. 42, 3 ἰδεῖν al.; Mel., P. 19, 127); neg. οὐκ ἔστιν νῦν λέγειν it is not possible to speak at this time Hb 9:5. οὐκ ἔστιν φαγεῖν it is impossible to eat 1 Cor 11:20 (so Hom. et al.; UPZ 70, 23 [152/151 B.C.] οὐκ ἔστι ἀνακύψαι με πώποτε … ὑπὸ τῆς αἰσχύνης; 4 Macc 13:5; Wsd 5:10; Sir 14:16; 18:6; EpJer 49 al.; EpArist 163; Jos., Ant. 2, 335; Ath. 22, 3 ἔστιν εἰπεῖν).
    to have a point of derivation or origin, be,/come from somewhere ἐκ τῆς ἐξουσίας Ἡρῴδου from Herod’s jurisdiction Lk 23:7; ἐκ Ναζαρέτ (as an insignificant place) J 1:46; ἐκ τῆς γῆς 3:31; ἐκ γυναικός 1 Cor 11:8 al. ἐξ οὐρανοῦ, ἐξ ἀνθρώπων be of heavenly (divine), human descent Mt 21:25; Mk 11:30; Lk 20:4. Be generated by (cp. Sb 8141, 21f [ins I B.C.] οὐδʼ ἐκ βροτοῦ ἤεν ἄνακτος, ἀλλὰ θεοῦ μεγάλου ἔκγονος; En 106:6) Mt 1:20. Esp. in Johannine usage ἐκ τοῦ διαβόλου εἶναι originate from the devil J 8:44; 1J 3:8. ἐκ τοῦ πονηροῦ 3:12; ἐκ τοῦ κόσμου J 15:19; 17:14, 16; 1J 4:5. ἐκ τῆς ἀληθείας εἶναι 2:21; J 18:37 etc. Cp. 9 end.
    to belong to someone or someth. through association or genetic affiliation, be, belong w. simple gen. (X., Hell. 2, 4, 36; Iambl., Vi. Pyth. 33, 230 τῶν Πυθαγορείων) οἱ τῆς ὁδοῦ ὄντες those who belong to the Way Ac 9:2. εἰμὶ Παύλου I belong to Paul 1 Cor 1:12; 3:4; cp. Ro 8:9; 2 Cor 10:7; 1 Ti 1:20; Ac 23:6. ἡμέρας εἶναι belong to the day 1 Th 5:8, cp. vs. 5. W. ἔκ τινος 1 Cor 12:15f; Mt 26:73; Mk 14:69f; Lk 22:58 al. (cp. X., Mem. 3, 6, 17; oft LXX). ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δώδεκα belong to the twelve 22:3. ὅς ἐστιν ἐξ ὑμῶν who is a fellow-countryman of yours Col 4:9.—To belong through origin 2 Cor 4:7. Of Mary: ἦν τῆς φυλῆς τοῦ Δαυίδ was of David’s line GJs 10:1. Cp. 8 above.
    to have someth. to do with someth. or someone, be. To denote a close relationship ἐξ ἔργων νόμου εἶναι rely on legal performance Gal 3:10. ὁ νόμος οὐκ ἔστιν ἐκ πίστεως the law has nothing to do with faith vs. 12.—To denote a possessor Mt 5:3, 10; l9:14; Mk 12:7; Lk 18:16; 1 Cor 6:19. Esp. of God who owns the Christian Ac 27:23; 1 Cor 3:23; 2 Ti 2:19 (Num 16:5). οὐδʼ εἶναι τὸν κόσμον θεοῦ, ἀλλὰ ἀγγέλων AcPlCor 1:15 (cp. Just., A II, 13, 4 ὅσα … καλῶς εἴρηται, ἡμῶν τῶν χριστιανῶν ἐστι).—W. possess. pron. ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία Lk 6:20. οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι Mk 10:40 (cp. Just., A I, 4, 2 ὑμέτερον ἀγωνιᾶσαί ἐστι ‘it is a matter for your concern’).—To denote function (X., An. 2, 1, 4) οὐχ ὑμῶν ἐστιν it is no concern of yours Ac 1:7—Of quality παιδεία οὐ δοκεῖ χαρᾶς εἶναι discipline does not seem to be (partake of) joy Hb 12:11.—10:39.
    as an auxiliary: very commonly the simple tense forms are replaced by the periphrasis εἶναι and the ptc. (B-D-F §352–55; Mlt. 225–27, 249; Mlt-H. 451f; Rdm.2 102, 105, 205; Kühner-G. I 38ff; Rob. 374–76, 1119f; CTurner, Marcan Usage: JTS 28, 1927 349–51; GKilpatrick, BT 7, ’56, 7f; very oft. LXX).
    (as in Hom et al.) w. the pf. ptc. to express the pf., plpf. and fut. pf. act. and pass. (s. Mayser 329; 377) ἦσαν ἐληλυθότες they had come Lk 5:17. ἦν αὐτῶν ἡ καρδία πεπωρωμένη their hearts were hardened Mk 6:52. ἠλπικότες ἐσμέν we have set our hope 1 Cor 15:19. ὁ καιρὸς συνεσταλμένος ἐστίν the time has become short 7:29. ἦν ἑστώς (En 12:3) he was standing (more exactly he took his stand) Lk 5:1.
    w. pres. ptc. (B-D-F §353).
    α. to express the pres. ἐστὶν προσαναπληροῦσα τὰ ὑστερήματα supplies the wants 2 Cor 9:12 (Just., A I, 26, 5 Μαρκίων … καὶ νῦν ἔτι ἐστὶ διδάσκων; Mel., P. 61, 441 ἐστὶν … κηρυσσόμενον).
    β. impf. or aor. ἦν καθεύδων he was sleeping Mk 4:38. ἦσαν ἀναβαίνοντες … ἦν προάγων 10:32; cp. Lk 1:22; 5:17; 11:14 al. (JosAs 1:3 ἦν συνάγων τὸν σίτον; Mel., P. 80, 580 ἦσθα εὐφραινόμενος). ἦν τὸ φῶς τὸ ἀλήθινόν … ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον the true light entered the world J 1:9, w. ἦν introducing a statement in dramatic contrast to the initial phrase of vs. 8.—To denote age (Demetr.: 722 Fgm. 1, 2 al. Jac.; POxy 275, 9 [66 A.D.] οὐδέπω ὄντα τῶν ἐτῶν; Tob 14:11) Mk 5:42; Lk 3:23; Ac 4:22; GJs 12:3.—Mussies 304–6.
    γ. fut. ἔσῃ σιωπῶν you will be silent Lk 1:20; cp. 5:10; Mt 24:9; Mk 13:13; Lk 21:17, 24 al.; 2 Cl 17:7 Bihlm. (the child) shall serve him (God).
    w. aor. ptc. as plpf. (Aelian, NA 7, 11; Hippiatr. 34, 14, vol. I p. 185, 3 ἦν σκευάσας; ISyriaW 2070b ἦν κτίσας; AcThom 16; 27 [Aa II/2 p. 123, 2f; p. 142, 10]; B-D-F §355 m.—JVogeser, Z. Sprache d. griech. Heiligenlegenden, diss. Munich 1907, 14; JWittmann, Sprachl. Untersuchungen zu Cosmas Indicopleustes, diss. Munich 1913, 20; SPsaltes, Gramm. d. byzant. Chroniken 1913, 230; Björck [διδάσκω end] 75; B-D-F §355). ἦν βληθείς had been thrown Lk 23:19; J 18:30 v.l.—GPt 6:23; 12:51. (Cp. Just., A II, 10, 2 διʼ εὑρέσεως … ἐστὶ πονηθέντα αὐτοῖς ‘they achieved through investigation’).
    Notice esp. the impersonals δέον ἐστίν it is necessary (Pla. et al.; POxy 727, 19; Sir praef. ln. 3; 1 Macc 12:11 δέον ἐστὶν καὶ πρέπον) Ac 19:36; εἰ δέον ἐστίν if it must be 1 Pt 1:6 (s. δεῖ 2a); 1 Cl 34:2; πρέπον ἐστίν it is appropriate (Pla. et al.; POxy 120, 24; 3 Macc 7:13) Mt 3:15; 1 Cor 11:13.
    In many cases the usage w. the ptc. serves to emphasize the duration of an action or condition (BGU 183, 25 ἐφʼ ὸ̔ν χρόνον ζῶσα ᾖ Σαταβούς); JosAs 2:1 ἦν … ἐξουθενοῦσα καὶ καταπτύουσα πάντα ἄνδρα). ἦν διδάσκων he customarily taught Mk 1:22; Lk 4:31; 19:47. ἦν θέλων he cherished the wish 23:8. ἦσαν νηστεύοντες they were keeping the fast Mk 2:18. ἦσαν συλλαλοῦντες they were conversing for a while 9:4. ἦν προσδεχόμενος he was waiting for (the kgdm.) 15:43. ἦν συγκύπτουσα she was bent over Lk 13:11.
    to emphasize the adjectival idea inherent in the ptc. rather than the concept of action expressed by the finite verb ζῶν εἰμι I am alive Rv 1:18. ἦν ὑποτασσόμενος he was obedient Lk 2:51. ἦν ἔχων κτήματα πολλά he was very rich Mt 19:22; Mk 10:22. ἴσθι ἐξουσίαν ἔχων you shall have authority Lk 19:17 (Lucian, Tim. 35 ἴσθι εὐδαιμονῶν). ἦν καταλλάσσων (God) was reconciling 2 Cor 5:19 (cp. Mel., P. 83, 622 οὗτος ἦν ὁ ἐκλεξάμενός σε; Ath. 15, 2 οὗτός ἐστιν ὁ … καρπούμενος).—LMcGaughy, Toward a Descriptive Analysis of ΕΙΝΑΙ as a Linking Verb in the Gk. NT, diss. Vanderbilt, ’70 (s. esp. critique of treatment of εἰμί in previous edd. of this lexicon pp. 12–15).—Mlt. 228. B. 635. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἰμί

  • 4 ὑποτίθημι

    A place under,

    ὑπὸ κύκλα ἑκάστῳ πυθμένι θῆκεν Il.18.375

    ; τὰ φρύγαν' ὑ. puts the firewood under, Telecl.40; θεοῦ βάσεις ὑποτιθέντος putting legs or feet under them, Pl.Ti. 92a, cf. Arist.PA 686a34;

    σιδηρᾶς κανονίδας ὑ. Ph.Bel.57.11

    , cf. 60.31, al.;

    ὑπὸ ποταμοὺς πολλοὺς.. πόλιν ὑ. Pl.Lg. 682c

    ;

    κύλικα ὑπὸ τὴν κλίνην IG12(5).593.21

    (Iulis, v B. C.); ὀχετὸν ἐκποιήσαντι καὶ ὑποθέντι ib. 12.373.66;

    [φοίνικας] ὑ. X.Cyr.7.5.12

    ;

    ἀλεκτορίδι ὑ. τὰ ᾠά Arist.HA 564b3

    ; ἑαυτὴν [ τῷ ἄρρενι] ib. 540a11;

    ὑ. <τι> ὑπὸ τὸν ὀφθαλμόν Id.Pr. 874a9

    ; of a prancing horse,

    ὑ. τὰ ὀπίσθια σκέλη ὑπὸ τὰ ἐμπρόσθια X.Eq. 11.2

    ; τὰ ὄπισθεν σκέλη διὰ πολλοῦ ὑ. bring up his hind legs far apart from one another, ib.1.14;

    κατακλίνεται [ὁ λαγὼς] ὑποθεὶς τὰ ὑποκώλια ὑπὸ τὰς λαγόνας Id.Cyn.5.10

    : metaph.,

    ὑποχειρίους τοῖς ἐχθροῖς ὑ. τὰς αὑτῶν πατρίδας Pl.Plt. 308a

    ; ἔστε ὑπέθηκε Ἀΐδᾳ until he handed him over to Hades, of a hound attacking a boar, PCair.Zen.532.11 (iii B. C.):—[voice] Med., place under one's feet, τι X.Cyr.8.1.41;

    τοὺς μηροὺς ὑφ' αὑτά Arist.IA 713a23

    .
    2 place under a certain class, γεωργικῇ, θηρευτικῇ, etc., Pl.Plt. 289a.
    b subjoin, enclose, append a document,

    ὑποτέθεικά σοι τὸ ἀντίγραφον PLille4.2

    (iii B. C.), cf. Sammelb.5675.2 (ii B. C.), etc.: so in [voice] Med., PLond.3.921.10 (ii/iii A. D.).
    II set before one, offer, suggest,

    τὴν ἐν φίλοις δικαιοτάτην ὑπόθεσιν ἔχω ὑποτιθέναι X.Cyr.5.5.13

    ; hold out hope,

    ὑποτιθεῖς τίν' ἐλπίδα; E.Or. 1186

    , cf. X.HG4.8.28, D.23.58, Plu.2.256a, Lys. 23, Aristid.1.379 J.;

    τοῦ Ἑλληνικοῦ ἐλπίδα ἣν ὑπετίθει αὐτῷ δουλώσειν Th.1.138

    ;

    ἡ εὐπραγία ὑ. ἰσχὺν τῆς ἐλπίδος Id.4.65

    ; ὑπέθηκας ὀρθῶς τοὺς λόγους, i. e. you have given good advice, E.IA 507; τὸν ὑποθέντα τὰς τέχνας γυναιξὶ τόνδε he who proposed these tricks to the women, Id.Ba. 675:—earlier in [voice] Med., suggest,

    βουλὴν Ἀργείοις ὑποθησόμεθ' ἥ τις ὀνήσει Il.8.36

    ;

    ὄφρα οἱ ἤ τι ἔπος ὑποθήσεαι ἠέ τι ἔργον Od.4.163

    , cf. Il.11.788;

    δόλον ὑπεθήκατο Hes.Th. 175

    ;

    ἄλλα μὲν αὐτὸς ἐνὶ φρεσὶ σῇσι νοήσεις, ἄλλα δὲ καὶ δαίμων ὑποθήσεται Od.3.27

    ;

    Κροῖσος ταῦτά οἱ ὑπετίθετο Hdt. 1.156

    , cf. 3.36;

    ἔπεμψέ με σωτηρίην ὑποθησόμενον ὑμῖν, ἤν περ βούλησθε πείθεσθαι Id.5.98

    , cf. 7.237;

    σμικρὸν ὑποθέσθαι τοῖς κριταῖσι βούλομαι Ar.Ec. 1154

    : c. dat. pers. only, advise, counsel, admonish one, Od.2.194, 5.143, Ar.Av. 1362, Lys. 522 (anap.), Pl.Chrm. 155d: with an Adv.,

    ἀλλά μοι εὖ ὑπόθευ Od. 15.310

    , cf. Hdt.1.90;

    αὐτάρ τοι πυκινῶς ὑποθησόμεθ', αἴ κε πίθηαι Il. 21.293

    .
    2 [voice] Med., in stronger sense, enjoin,

    ταῦτα τοῖσι ὑπολειπομένοισι ὑποθέμενος ὁ Δαρεῖος Hdt.4.135

    ; of a doctor, Pl.Plt. 295c; of Nestor, Id.Hp.Ma.286b; [

    Μέττιος Ῥοῦφος] τῷ στρατηγῷ περὶ τούτου ὑπέθετο POxy. 237 vi 40

    (ii A. D.); gloss on ἐπιστέλλει, Sch.S.OT 106; of Pythagoras,

    τὴν εἰς τὸ σπονδειακὸν μεταβολὴν ὑπέθετο τῷ αὐλητῇ Iamb.VP25.112

    ;

    τοῖς ἀπὸ τοῦ νομοῦ ὑπόδειγμα τῆς ἀπειθίας ὑ. BGU 747 ii 14

    (ii A. D.); δύο σκοποὺς ὑποθέσθαι τῆς φλεβοτομίας prescribe two conditions of (successful) venesection, Gal.15.765.
    3 [voice] Med., instruct, demonstrate,

    γραμματικόν τι ποιῆσαι ἄλλου ὑποθεμένου Arist. EN 1105a23

    ; δεῖ ὑποθέσθαι τί λέγομεν τὸ βαρύ as a preliminary we must explain, Id.Cael. 269b20;

    ὑ. ὡς χρὴ μάχεσθαι Philostr.Her.10.5

    ;

    Φινεὺς.. τοῖς Ἀργοναύταις.. περὶ τῶν συμπληγάδων ὑπέθετο πετρῶν Apollod.1.9.22

    ;

    ὁ ὑποθέμενος αὐτῷ τὴν ἀνάγνωσιν Arr.Epict.1.26.13

    , cf. 2.2.21;

    παλαισμάτων εἴδη ὁπόσα ἐστί, δηλώσει ὁ παιδοτρίβης, καιρούς τε ὑποθέμενος κτλ. Philostr.Gym.14

    : c. acc. et inf.,

    ὑ. τῷ ἐπιεικεῖ παιδὶ ῥᾴδιον πεφυκέναι κτλ. Iamb.VP10.51

    .
    III [voice] Med., propose to oneself as a task,

    πολεμιστήριον [ἵππον] ὑπεθέμεθα ὠνεῖσθαι X.Eq.3.7

    ;

    δεῖ ὑποτίθεσθαι κατ' εὐχήν, μηδὲν μέντοι ἀδύνατον Arist. Pol. 1265a17

    ; make up one's mind, adopt as a policy,

    παρὰ τὸ δίκαιον τὸ ξυμφέρον λέγειν ὑπέθεσθε Th.5.90

    ;

    τοῦθ' ὑπέθετο, δεινότατον πρᾶγμα, οἶμαι, ὅπως ἐν ἐκείνῳ εἴη.. φάναι And.1.39

    ;

    ἕνα τοῦτον ὑποθέμενος τὸν σκοπόν, ἅπαντας ἡμᾶς ἀγορεύειν κακῶς Luc.Pisc.7

    ;

    πρὶν τὴν ἀρχὴν ὀρθῶς ὑποθέσθαι, μάταιον ἡγοῦμαι περὶ τῆς τελευτῆς ὁντινοῦν ποιεῖσθαι λόγον D.3.2

    :—[voice] Pass.,

    ὁ ὑποτεθεὶς σκοπός Arist.EN 1144a24

    .
    2 propose to oneself as a subject of discussion or argument,

    ἀπ' ἐμαυτοῦ ἄρξωμαι καὶ τῆς ἐμαυτοῦ ὑποθέσεως, περὶ τοῦ ἑνὸς αὐτοῦ ὑποθέμενος, εἴτε ἕν ἐστιν εἴτε μή [ἕν], τί χρὴ συμβαίνειν; Pl.Prm. 137b

    , cf. Ti. 26a;

    ἵνα μὴ δοκῶ περὶ τὰ μέρη διατρίβειν, ὑπὲρ ὅλων τῶν πραγμάτων ὑποθέμενος Isoc. 4.51

    , cf. 12.119;

    ὥσπερ ὑπεθέμην Thphr.Char.Prooem.5

    ;

    περὶ ἀέρος εἰπόντες, ὥσπερ ὑπεθέμεθα Arist.Mete. 340a23

    , cf. Rh. 1432b5, Aeschin. 1.37, 2.102;

    ὑποθησόμεθα ταύτης ἀρχὴν τῆς βύβλου τὴν πρώτην διάβασιν ἐξ Ἰταλίας Ῥωμαίων Plb.1.5.1

    :—[voice] Pass.,

    οἱ ὑποτεθέντες λόγοι Pl. Lg. 812a

    .
    IV [voice] Med., assume as a preliminary,

    ταύτην μὲν δὴ πυρὸς ἀρχὴν καὶ τῶν ἄλλων σωμάτων ὑποτιθέμεθα Id.Ti. 53d

    ;

    ὑποθέμενος ἑκάστοτε λόγον.., ἃ μὲν ἄν μοι δοκῇ τούτῳ συμφωνεῖν, τίθημι ὡς ἀληθῆ ὄντα Id.Phd. 100a

    ;

    οἱ περὶ τὰς γεωμετρίας.. ὑποθέμενοι.. τὰ σχήματα,.. ποιησάμενοι ὑποθέσεις αὐτά Id.R. 510c

    ;

    ὑπόθεσιν Id.Phd. 101d

    ;

    ὃ ἐξ ἀρχῆς ὑπετιθέμεθα Id.Chrm. 171d

    ;

    ἐὰν ὡς ὂν ὑποθῇ ὃ ὑπετίθεσο Id.Prm. 136c

    ; ὑ. περί τινος ὡς ὄντος ib. 136b, cf. 137b, Plt. 284c;

    ὑ. ὡς τούτου οὕτως ἔχοντος Id.R. 437a

    : c. acc. et inf., assume or suppose that.., Id.Phd. 100b, Prt. 339d: without inf., [ τὴν ἀρετὴν] διδακτὸν ὑ. assume it to be teachable, ib. 361b;

    τἀναντία οἷς ὑπεθέμην Id.Tht. 165d

    ; ὥσπερ ὑπέθου as you began by requiring, Id.R. 346b (referring to 336d):—[voice] Pass., esp. in [tense] aor. ὑπετέθην (cf.

    ὑπόκειμαι 11.2

    ), Id.Ti. 48e, 61d;

    τὰ ὑποτεθέντα Id.Prm. 136b

    ; τῶν καλῶν τι ἡ σωφροσύνη ὑπετέθη was assumed to be.., Id.Chrm. 160d (referring to 159c);

    τοῦτο δ' ἀδύνατον, ὥστε ψεῦδος τὸ ὑποτεθέν Arist.APr. 61a31

    ; εἰ τοῦτό τις ὑποτεθείη γινώσκειν if it were assumed that one knew this, Phld.Rh.2.17S.
    2 later, assume, suppose, estimate,

    παρέσομαι πρὸς ὑμᾶς, ὡς ὑποτίθεμαι, τῇ ιζ PCair.Zen.247.4

    (iii B. C.); ὑποτιθεμένου τοῦ ποδὸς δραχμῆς the foot being reckoned at one drachma, Supp.Epigr.4.446.14 (Didyma, iii/ii B. C.), cf. PCair.Zen. 15r.34 (iii B. C.); τὸν χιλιάρουρον (sc. ἀμπελῶνα) ὑποτιθέμεθα ἐπὶ τὸ ἔλαττον we assess at the reduced sum, ib.361.9 (iii B. C.); νεώτερον αὐτὸν ὑ. put him down as younger, D.H.4.6; ταῦτα τὸν Ὅμηρον ὡς συστρατιώτην ἔφη εἰρηκέναι καὶ οὐχ ὡς ὑποτιθέμενον not as a composer of fiction, Philostr.Her.4.4.
    V [voice] Act., establish as a preliminary, premise, ταῦθ' ὑποθεὶς ἐπεῖπεν ὡς .. Aeschin.2.157; τοῦθ' ὑποθέντες ἀκούετε τῇ γνώμῃ, τί ἄν, εἴ τις ἔπασχε ταῦθ' ὑμῶν, ἐποίει after deciding in your own minds, D.21.108;

    ῥυθμοὺς καὶ σχῆμα ἐλευθέριον ὑποθεῖσαι μέλος ἢ λόγον ἐναντίον ἀποδοῦναι Pl.Lg. 669c

    .
    VI couch, present,

    τὴν σάρισαν Luc. DMort.27.3

    .
    VII put down as a deposit or stake, pawn, pledge, mortgage,

    τοῦτο τὸ ἐνέχυρον Hdt.2.136

    ; τὴν οἰκίαν, τὴν οὐσίαν, Isoc.21.2, D.28.17, 49.12; ὑπέθεσαν αὐτῷ τοῦ ταλάντου τὰς προσόδους mortgaged their revenues for the talent, Aeschin.3.104;

    τῷ πατρὶ τἀνδράποδα D.27.25

    ;

    δραχμὴν ὑπόθες Diph.73.2

    ;

    ὑποθέμενοι χρυσίον IG12.313.177

    ; τὴν οἰκίαν πωλοῦντα καὶ ὑποτιθέντα selling and mortgaging, i.e. having full ownership of, the house, PCair.Zen.588.1, cf. 9 (iii B. C.), PRyl.162.28 (ii A. D.); cf.

    ὑποθήκη 11

    :—[voice] Med., of the mortgagee, lend money on pledge, D.28.18;

    ὑποθέσθαι τὰ σκεύη τῆς νεώς Id.50.55

    :— but the [voice] Med. is used for the [voice] Act. in later writers, Plu.Cat.Mi.6:— for the [voice] Pass., ὑπόκειμαι is used, except in [tense] aor. 1, πόρους (revenues) ὑποκεῖσθαι αὐτοῖς τούς τε ὑποτεθέντας εἰς τὸ βουλευτήριον .. OGI46.10 (Halic., iii B. C.), cf. AJP56.375 (Colophon, iv B. C., [voice] Med. and [voice] Pass.); cf. τίθημι.
    2 stake, hazard, venture,

    εἰς οἷον κίνδυνον ἔρχῃ ὑποθήσων τὴν ψυχήν Pl.Prt. 313a

    ; τὸν ἴδιον κίνδυνον ὑποθείς at his own risk, D.19.252; also

    ἑαυτὸν ἔγγυον ὑποθείς Plu.Crass.7

    ;

    τὴν ψυχὴν ταῖς τύχαις Luc.Dem.Enc.41

    ;

    τὰ σὰ τοῖς ἐκτός Arr.Epict.2.2.12

    ; τὸν τράχηλον ib.4.1.77; ἑαυτὸν τῷ νόμῳ, i. e. risked the penalties of the law, Philostr.Gym.24;

    οὐδὲ αὑτοὺς ταύταις ὑποθήσομεν ταῖς αἰτίαις Jul.Or.3.112a

    ; νομίμοις ποιναῖς ὑποθεῖναι [ αὐτούς] PMasp.24.50 (vi A. D.); ἑαυτὸν [ ὀργῇ] Plu.Them.24;

    τοῖς κινδύνοις σφᾶς αὐτούς Aristid.1.467

    J.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποτίθημι

  • 5 μαρτυρέω

    μαρτυρέω impf. ἐμαρτύρουν; fut. μαρτυρήσω; 1 aor. ἐμαρτύρησα; pf. μεμαρτύρηκα. Pass.: impf. ἐμαρτυρούμην; 1 aor. ἐμαρτυρήθην Hb 11:2, 4, 39; pf. μεμαρτύρημαι (s. four next entries; Semonides, Hdt.+)
    to confirm or attest someth. on the basis of personal knowledge or belief, bear witness, be a witness.
    to offer testimony
    α. act. ὑμεῖς μαρτυρεῖτε you are witnesses J 15:27. ἐὰν θέλωσιν μαρτυρεῖν if they are willing to appear as witnesses Ac 26:5.—J 12:17; 1J 5:6f. Parenthetically, emphasizing the correctness of a statement, μαρτυρῶ I can testify (POxy 105, 13 Σαραπίων μαρτυρῶ=‘I, S., am witness’; PLond III, 1164 [f], 35 al. p. 162.—B-D-F §465, 2; Rob. 434) 2 Cor 8:3. περί τινος bear witness, testify concerning someone or someth. (PGrenf II, 73, 16 ὅταν ἔλθῃ σὺν θεῷ, μαρτυρήσει σοι περὶ ὧν αὐτὴν πεποιήκασιν; Jos., C. Ap. 1, 217, Vi. 259) J 1:7f, 15 (in the very likely case that μαρτυρεῖ refers to the past, cp. Caecil. Calact., Fgm. 75 p. 58, 2ff, where examples are given of the interchange of tenses: Demosth. 59, 34 τοὺς ὁρῶντας for τ. ἑωρακότας; Eur., Androm. Fgm. 145 Nauck2 ὁρῶ ἀντὶ τοῦ εἶδον; Thu. 2, 35, 1 ἐπαινοῦσι ἀντὶ τοῦ ἐπῄνεσαν); 2:25; 5:31, 32a, 36f, 39; 7:7; 8:13f, 18ab; 10:25; 15:26; 21:24; 1J 5:9. μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ testify to the wrong J 18:23 (μ.=furnish proof X., Symp. 8, 12). Also ἐπί τινι Hb 11:4b (on ἐπί w. dat. in this pass. s. Gen 4:4). W. dat. of thing (Jos., Ant. 12, 135; Ath. 16, 3 τῷ λόγω. Πλάτων) μ. τῇ ἀληθείᾳ bear witness to the truth J 5:33; 18:37. μ. σου τῇ ἀληθείᾳ testify to the truth of your (way of life) 3J 3; σου τῇ ἀγάπῃ vs. 6. W. dat. of pers. about whom testimony is given (Appian, Bell. Civ. 3, 73 §298; Just., D. 122, 2.—It is dat. of advantage or disadv.) Ac 10:43; 22:5; GJs 15:2; w. ptc. foll. (μ. Ἰακὼβ λέγων Did., Gen. 221, 2) θεὸς ἐμαρτύρησεν αὐτοῖς δοὺς κτλ. God testified for them by giving Ac 15:8 (though αὐτοῖς can also be taken w. δούς); w. ὅτι foll. bear someone witness that J 3:28; Ro 10:2; Gal 4:15; Col 4:13. μ. ἑαυτῷ, ὅτι bear witness to oneself that Mt 23:31. The dat. can also designate the pers. who is informed or instructed by the testimony: bear witness to someone Hb 10:15; Rv 22:18.—μ. ὅτι testify that (Aelian, VH 9, 11; Did., Gen. 156, 28) J 1:34; 4:44; 12:17 v.l.; 1J 4:14. ὅτι introducing direct discourse J 4:39. μ. κατὰ τ. θεοῦ ὅτι bear witness against God by declaring that 1 Cor 15:15 (PPetr II, 21 [d], 12 [III B.C.] καθʼ οὗ μαρτυρῶ). ἐμαρτύρησεν καὶ εἶπεν w. direct discourse foll. J 13:21. μ. λέγων w. direct disc. foll. J 1:32. Of God μοι μαρτυρεῖ λέγων (Ps 89:4 follows) he testifies (of it) to me by saying 15:4. For 1 Ti 6:13 s. c below.
    β. pass., be witnessed, have witness borne ὑπό τινος by someone (Philo, Leg. All. 3, 46 σοφία μαρτυρουμένη ὑπὸ θεοῦ; Just., D. 63, 5 Χριστὸς ὑπὸ τοῦ ταῦτα ποιήσαντος μαρτυρούμενος. Of Jesus: ὑπὸ τῶν προφητῶν πολλαχοῦ μεμαρτ. Orig., C. Cels. 2, 9, 30) Ro 3:21 (the witness of the law and prophets points to God’s righteousness). Foll. by ὅτι and a quot. in direct discourse Hb 7:17. μαρτυρούμενος ὅτι ζῇ one of whom it is testified that he lives vs. 8.
    to confirm bear witness to, declare, confirm, act. (Eunap., Vi. Soph. p. 76 ὁ θεὸς ἐμαρτύρησε; Iren. 2, 22, 5 [Harv I 331, 1]) τὶ someth. (Demosth. 57, 4 ἀκοήν; Aeschin. 1, 46 τἀληθῆ). ὸ̔ ἑωράκαμεν μαρτυροῦμεν J 3:11; cp. vs. 32. τὸν λόγον τ. θεοῦ Rv 1:2. ταῦτα 22:20. τινί τὶ someth. to or for someone (Dionys. Hal. 3, 67, 1; Jos., Ant. 6, 355) vs. 16. ὑμῖν τ. ζωήν 1J 1:2. The acc. is to be supplied fr. the context J 19:35; Ac 23:11. W. ptc. ἀκούσαντες μαρτυρήσωσιν they must admit that they have heard PtK 3 p. 15, 23.—μαρτυρίαν μ. bear witness, confirm, attest (Ps.-Pla., Eryx. 399b; Epict. 4, 8, 32) περί τινος concerning someone J 5:32b; 1J 5:10 (POxy 3313, 25f μαρτυρήσει σοι Σαραπᾶς περὶ τῶν ῥόδων S. will confirm to you about the roses).
    to support one’s testimony with total selfgiving, eccl. usage w. regard to martyrdom bear witness, testify, be a witness (unto death), be martyred, act. (TestAbr B 11 p. 115, 16 [Stone p. 787] Ἄβελ ὁ ἐν πρώτοις μαρτυρήσας; Mel., HE 4, 26, 3; τοῖς μαρτυρούσι τῷ χριστιανισμῷ μέχρι θανάτου Orig., C. Cels. 1, 8, 2): of Paul μαρτυρήσας ἐπὶ τῶν ἡγουμένων … εἰς τὸν ἅγιον τόπον ἐπορεύθη 1 Cl 5:7; cp. vs. 4; MPol 1:1; 19:1; 21f (Iren. 3, 3, 4 [Harv. II 12, 8]); EpilMosq 4. Prob. 1 Ti 6:13 also belongs here: Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ μαρτυρήσαντος ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου τ. καλὴν ὁμολογίαν Christ Jesus, who made the good confession before Pontius Pilate (s. GBaldensperger, RHPR 2, 1922, 1–25; 95–117); otherwise the passage may be classed under a above.
    to affirm in a supportive manner, testify favorably, speak well (of), approve
    act. (Dio Chrys. 23 [40], 19; SIG 374, 37 [III B.C.]; POxy 930, 16) w. dat. of the pers. (Appian, Samn. 11, §2 τοῖς ὑπάτοις, Liby. 105 §495, Bell. Civ. 4, 92 §387; Aelian, VH 1, 30; Jos., Ant. 12, 134) or of the thing approved Lk 4:22 (OFearghus, ZNW 75, ’84, 60–72 [pap and ins]; JNolland, JBL 98, ’79, 219–29); J 3:26. Of God toward David Ac 13:22. μὴ ἑαυτῷ μαρτυρείτω he must not testify (favorably) concerning himself 1 Cl 38:2. W. dat. to be supplied 3J 12b. μαρτυρίᾳ, ᾗ ἐμαρτύρησεν αὐτῷ ὁ δεσπότης Hs 5, 2, 6. Of the flesh ἵνα τὸ πνεῦμα … μαρτυρήσῃ αὐτῇ Hs 5, 7, 1.—ὁ κύριος ὁ μαρτυρῶν ἐπὶ (which a v.l. omits; μ. ἐπί τινι as Jos., Ant. 3, 189) τῷ λόγῳ τ. χάριτος αὐτοῦ the Lord, who attested the word of his grace Ac 14:3. With συνευδοκέω Lk 11:48 v.l.
    pass., be well spoken of, be approved (Ep. 12 of Apollonius of Tyana: Philostrat. I 348, 26; Just., D. 29, 1. Exx. fr. ins in Dssm., NB 93 [BS 265], LO 69, 2 [LAE 84, 5]) ἀνὴρ μαρτυρούμενος or μεμαρτυρημένος a man of good reputation Ac 6:3; IPhld 11:1. Of OT worthies people of attested merit 1 Cl 17:1; 19:1. Of David 18:1. Of Abraham μεγάλως ἐμαρτυρήθη his merit was gloriously attested 17:2 (cp. Just., D. 11, 5 ἐπὶ τῇ πίστει μαρτυηθέντος ὑπὸ τοῦ θεοῦ). Of the apostles 47:4. Of Paul IEph 12:2. Of church leaders 1 Cl 44:3.—Foll. by nom. and inf. Hb 11:4a; cp. vs. 5. διά τινος be praised for someth. 11:4a, 39. ἐν ἔργοις καλοῖς μαρτυρούμενος well attested in good deeds 1 Ti 5:10; cp. Hb 11:2. ὑπό τινος be well spoken of by someone (M. Ant. 7, 62; SIG 799, 28; Jos., Ant. 3, 59; Just., D. 29, 3; 92, 4; New Docs 7, 233, no. 10, 10 of a benefactor) Ac 10:22; 16:2; 22:12; IPhld 5:2.—Impersonally μαρτυρεῖταί τινι ὑπό τινος a good testimony is given by someone to someone (Dionys. Hal., Thu. 8 μαρτυρεῖται τῷ ἀνδρὶ τάχα μὲν ὐπὸ πάντων φιλοσόφων; BGU 1141, 15 [14 B.C.] ὡς καὶ μαρτυρηθήσεταί σοι ὑπὸ τῶν φίλων) Δημητρίῳ μεμαρτύρηται ὑπὸ πάντων καὶ ὑπὸ αὐτῆς τῆς ἀληθείας Demetrius has received a good testimony from everyone and from the truth itself 3J 12a.—Dg 12:6.—OMichel, Bibl. Bekennen u. Bezeugen, Ὁμολογεῖν und μαρτυρεῖν im bibl. Sprachgebr.: Evang. Theologie 2, ’35, 231–45; EBurnier, La notion de témoignage dans le NT ’39.—DELG s.v. μάρτυς. M-M. EDNT. TRE XXII 196–212. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > μαρτυρέω

  • 6 τίθημι

    τίθημι [pron. full] [τῐ], [ per.] 2sg.
    A

    τιθεῖς Pi.P.8.11

    , S.Ph. 992 cod. B ( τιθείς LA rec.), E.Cyc. 545 codd. Lp (- θείς P,

    τίθης

    l), Alc.

    890

    codd. pler., corrupted to

    τιθείς Pl.R. 376e

    Stob., Arr.Epict.3.22.76, Pl.Euthd. 301e ([etym.] ἐπι-), Lib. Or.46.28 ([etym.] προς-) ; ἐν-τιθεῖς (v.l. -εὶς) Ar.Eq. 717;

    περι-τιθεῖς BGU 1141.19

    (i B.C.); but τίθης is found in Pl.R.l.c. codd. AD, Ar. l.c. cod. A, Lib.Or.27.11 ([etym.] προς-), etc., and is taught by Choerob. in Theod. 2.328 H.; [dialect] Ep.

    τίθησθα Od.9.404

    , 24.476, and so in [dialect] Aeol., Alc.Supp.4.27 (

    τίθεισθα Hsch.

    ); [ per.] 3sg.

    τίθησι Il.4.83

    , al., and [dialect] Att.; [dialect] Dor.

    τίθητι SIG 331.13

    (Megara, iv B.C.), Theoc.3.48; [ per.] 3pl.

    τιθέασι Th.5.96

    , Alex.128; [dialect] Ep. and [dialect] Ion.

    τιθεῖσι Il.16.262

    , Hes.Th. 597, Hdt.2.91 (also A.Ag. 466 (lyr.)); [dialect] Aeol. τίθεισι ([etym.] προ-) Schwyzer 631 A 2 (ii B.C.); [dialect] Dor.

    τίθεντι IG12(3).103.10

    ([place name] Nisvrus); [dialect] Ion. [ per.] 3sg.

    τιθεῖ Il.13.732

    , Mimn.1.6, Hdt. 1.113, also Arc., SIG559.16 (Megalop., iii B.C. ) (

    τιθῶ Luc.Ocyp.43

    ,81, διατιθῶ cited by A.D.Synt.290.6): [tense] impf.

    ἐτίθην Pl.Grg. 500b

    ;

    ἐτίθεις Id.R. 528d

    , Ar.Nu.59 ([etym.] ἐν-), etc.;

    ἐτίθει Il.18.541

    , al., Ar.Ach. 532, Nu. 63 ([etym.] προς-), etc., [dialect] Ep.

    τίθει Il.1.441

    , al.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    τίθεσαν Od.22.456

    ;

    τίθεν Pi.P.3.65

    ;

    πρό-τιθεν Od.1.112

    (Aristarch.); late

    ἐτίθουν Act.Ap.4.35

    ; [dialect] Ion. [tense] impf. τίθεσκον Hes Fr.112; ἐτίθεα ([etym.] ὑπερ-) Hdt.3.155: imper.

    τίθει Il.1.509

    , etc.; inf. τιθέναι, not in Hom. or Hes.; [dialect] Ep.

    τιθήμεναι Il.23.83

    ;

    τιθέμεν Hes.Op. 744

    , Pi.P.1.40;

    τιθεῖν Thgn.286

    , IG12(9).189.5 ([place name] Eretria); written

    τιθῖν Byzantion 8.50

    (Phrygia, iv A.D.); part. τιθείς, but [dialect] Ion. pl. τιθεῦντες v.l. in Hdt.2.91: [tense] fut. θήσω, [dialect] Ep. inf.

    θησέμεναι Il.12.35

    ,

    θησέμεν Pi.P.10.58

    : [tense] aor.1 ἔθηκα, only used in indic., and mostly in sg., for though [ per.] 3pl. is common, the 1 and [ per.] 2pl. are rare, X.Mem.4.2.15, ([etym.] ἀν-) Hyp.Eux.9; even ἔθηκαν is very rare in early Attic,

    ἀνέθηκαν IG2.1620d

    , 22.2971 (both iv B.C.), but is found in Plb.8.4.4, etc.; [dialect] Ep. [ per.] 3pl.

    θῆκαν Il.24.795

    , etc.: [tense] aor. 2 ἔθην, not used in indic. sg., whereas pl. is very common, ἔθεμεν, ἔθετε, ἔθεσαν, [dialect] Ep.

    θέσαν 12.29

    , etc.; imper.

    θές Ar.Lys. 185

    , etc.; [dialect] Lacon. [ per.] 3sg. σέτω ib. 1081; subj. θῶ, [dialect] Aeol. and [dialect] Ion.

    θέω Sapph.12

    , ([etym.] προς-) Hdt.1.108, [dialect] Ep.

    θείω Il.16.83

    , al. (for Θή-ω); [dialect] Ep. 2 and [ per.] 3sg. θήῃς, θήῃ, 6.432, 16.96, Od.10.301, 341 (sts. with the opt. forms θείης, θείη as v.l.); [dialect] Ep. [ per.] 1pl. θέωμεν (disyll.) 24.485, θείομεν (for Θήο-μεν, short-vowel subjunctive) Il.23.244, Od.13.364; opt. θείην, [ per.] 1pl.

    θεῖμεν 12.347

    , Pl.Prt. 343e ( θείημεν codd. BT),

    προς-θεῖμεν Id.R. 370d

    , and

    κατα-θεῖτε D.14.27

    ; [ per.] 3pl.

    θεῖεν S.OC 865

    ; inf. θεῖναι, [dialect] Ep.

    θέμεναι Il.2.285

    ,

    θέμεν Od.21.3

    , Hes.Op.61,67; [dialect] Dor.

    θέμειν IG 12(1).677.13

    (Rhodes, iv B.C.); part.

    θείς Il.23.254

    , etc.: [tense] pf. τέθηκα [dialect] Att. Inscrr., IG22.2490.7 (iv B.C.), ([etym.] ἀνα-) ib.839.38, 1299.44, 1534.76, also at Delos, ib.11(2).161 A6 (iii B.C.), etc., and in Papyri, POxy. 1087.42 (i B.C.);

    τέθεικα PCair.Zen. 324

    (iii B.C.), ([etym.] ὑπο-) PPetr.3p.53 (iii B.C.), ([etym.] ἐκ-) UPZ62.4 (ii B.C.), ([etym.] ἀνα-) IG22.1011.71,80 (ii B.C.), ([etym.] προς-) Str.1.2.23; hence some editors restore τέθηκα for τέθεικα in Attic authors, as X.Mem.4.4.19, D.20.55, 22.16, 27.36, Alex.15.13; Phocian [ per.] 3pl.

    ἀνα-τεθέκαντι BCH59.202

    ([place name] Daulis):—[voice] Med. τίθεμαι, [ per.] 2sg.

    τίθεσαι Pl.Tht. 202c

    ; τίθη or τίθῃ dub. in PTeb.768.9 (ii B.C.); as [voice] Pass., AP11.300 (Pall.); imper.

    τίθεσο Ar. Pax 1039

    , Pl. Sph. 237b,

    τίθου A.Eu. 226

    , [dialect] Dor. τίθευσο cj. in AP9.564 (Nic., τιθεύσω cod., τίθεσσο Plan., cf. ἀφίκευσο); [dialect] Ep. part.

    τιθήμενος Il.10.34

    : [tense] fut.

    θήσομαι 24.402

    , etc.: [tense] aor. 1 ἒθηκάμην, only in indic. and part., and never in [dialect] Att.; [ per.] 2sg.

    ἐθήκαο Theoc.29.18

    ; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    θήκατο Il.10.31

    , Hes.Sc. 128; part.

    θηκάμενος Thgn.1150

    , Pi.P.4.29: [tense] aor. 2

    ἐθέμην Il.2.750

    , etc.; [dialect] Ep. and Lyr. [ per.] 3sg.

    θέτο 10.149

    , Pi.N.10.89; imper.

    θέο Od. 10.333

    ,

    θοῦ S.OC 466

    ; subj.

    θῶμαι E.HF 486

    , etc.; [dialect] Ep. [ per.] 2sg.

    θῆαι Od. 19.403

    ; opt.

    θείμην S.Ant. 188

    , etc.; [ per.] 3sg.

    θεῖτο Od.17.225

    , A.Pr. 527 (lyr.), Pl.Tht. 195c, etc. (πρός-θοιτο, -θοισθε, ἔν-θοιτο are found in D. 11.6, 21.188, 34.17, but

    προς-θεῖτο Id.6.12

    codd.; ἐπιθοίμεθα, -θοιντο, Th.6.34,11; cf.

    τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    ): [tense] pf. (v. infr.):—[voice] Pass.

    τίθεμαι SIG57.25

    (Milet., v B.C.), Pl.Lg. 705e, 744a: [tense] fut.

    τεθήσομαι E.El. 1268

    , Pl.Lg. 730b, D.24.17: [tense] aor.

    ἐτέθην E.HF 1245

    , Lys.31.28, etc. (

    ἐθέθην IG14.862

    (Cumae, vi B.C.)): [tense] pf. τέθειμαι, rare in early Gr., LXX 1 Ki.9.24, Ev.Marc.15.47, ([etym.] προς-) Arist.Mech. 853a35; inf.

    τεθεῖσθαι Ar.Fr. 327

    codd. (but f.l.); part.

    τεθειμένος Demad.12

    , ([etym.] προ-) X.Hier.9.11, ([etym.] δια-) Men.591; also used in med. sense, D.21.49, SIG705.17 (Delph., ii B.C.), BGU1735.11 (i B.C.), Luc.Somn.9, ([etym.] ἐν-) D.34.16, ([etym.] προ-) Supp.Epigr.7.62.6 (Seleucia Pieria, ii B.C.), ([etym.] συν-) OGI229.62 (Smyrna, iii B.C.); ὑπεκ-τεθημένος (sic) BCH54.269 (Rhamnus, iii B.C.); ἀνα-τέθηται (pass. sense) Phld.Mus.p.81 K.; Phocian [tense] pf. part. (med. sense)

    ἀνα-τεθεμένος BCH59.202

    ([place name] Daulis):— the [voice] Pass. never occurs in Hom., and is generally rare, κεῖμαι being used instead.
    A in local sense, set, put, place,

    λίθον Il.21.405

    , cf. IG12.373.10, al.;

    θεμείλια Il.12.29

    ; τέρματα τ. Od.8.193; κλισίην, θρόνον τ. τινί, set a stool or chair for him, 4.123, 8.65 (so in [voice] Med., set for oneself,

    δίφρον 20.387

    );

    ἐκελήσατο θέμεν τὰν κλίναν, ἐφ' ἇς τὰν Σωστράταν ἔφερον

    lay down,

    IG42(1).122.31

    (Epid., iv B.C.); πόδα τ. plant the foot, i.e. walk, run, A.Eu. 294, E.IT32: so in [voice] Med., τετράποδος βάσιν θηρὸς τιθέμενος, i.e. going on all fours, Id.Hec. 1059 (lyr.): the mode is expressed by Advbs. or Preps.,
    a with Advbs., τ. τι πυρὸς ἐγγύς, ἀπάνευθε πυρός, Od.14.518, Il.18.412;

    προπάροιθε ποδῶν 20.324

    ;

    χαμαὶ τ. τὸν πόδα A.Ag. 906

    ; τὰ ἄνω κάτω and τὰ κάτω ἄνω τ. Hdt.3.3, cf. A.Eu. 651, etc.: with Advbs. implying motion,

    ἄλλοσε θῆκε Od.23.184

    , 204;

    ἔχεις.. ὅποι θήσεις Pl.R. 479c

    :—[voice] Med.,

    ὅποι.. τιθοῖτο X.Mem.3.8.10

    .
    b with Preps. of local sense,

    θεῖσα στέφανον ἀμφὶ βοστρύχοις E.Med. 1160

    ([voice] Med.,

    ἀμφ' ὤμοισι τιθήμενον ἔντεα Il.10.34

    ); ἀνά τινι or τι, as

    ἂμ βωμοῖσι Il.8.441

    ;

    ἀνὰ μυρίκην 10.466

    ; ἐπί τινος, τινι, or τι, as

    εἵματα ἐπ' ἀπήνης Od.6.252

    , cf. Il.16.223, etc.;

    ἐπὶ κρατὶ κυνέην 15.480

    ;

    πέπλον Ἀθηναίης ἐπὶ γούνασι 6.92

    (v. infr.111.2); ἐπὶ [θρόνον τὰ ἱμάτια] Hdt.1.9, cf. A.Supp. 483, etc.; τὴν ἀρχὴν (sc. τοῦ ἐπιδέσμου) κατὰ μεσοφρύου, ἐπὶ ἰνίον, etc., Sor.Fasc.1,2, al.; ὑπό τινι or τι, as

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ Il.24.644

    ;

    ἀμβροσίην ὑπὸ ῥῖνά τινι Od.4.445

    : most freq. with the Preps. ἐν or εἰς, put in or put into.., as

    θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ ἄκμονα Il.18.476

    ;

    τόξα ἐν πυρί 5.215

    ;

    ἐν κίστῃ ἐδωδήν Od.6.76

    ; ἐν λεχέεσσι θ. [τινά] Il.18.352 (so in [voice] Med., ἐς δίφρον ἄρνας θέτο put into the car, 3.310;

    ὁ θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἐν τῷ σώματι 1 Ep.Cor.12.18

    ); ἐς λάρνακα, ἐς κάπετον, Il.24.795, 797;

    ἐς ταφάς S.Aj. 1110

    ([voice] Med.,

    ἐν τάφοισι θέσθε Id.OC 1410

    ), cf. Ant. 504, Tr. 1254.
    c in Poets also with dat. only,

    χρήματα μυχῷ ἄντρου Od.13.364

    (so in [voice] Med.,

    κολεῷ ἄορ θέο 10.333

    ), cf. S.Tr. 691, E.Hel. 1064.--The same constructions will be found under many of the following heads.
    II Special phrases:
    1 θεῖναί τινί τι ἐν χερσίν, ἐν χειρί, put it in his hands, Il.1.441, 585, etc.; ἐν χερσί or

    χείρεσσί τινος 6.482

    , 23.597;

    οἶνον Ὀδυσσῆϊ ἐν χείρεσσι Od.14.448

    ; ἐς χεῖρά τινος into his hand, S.Aj. 751.
    2 of women, θέσθαι παῖδα, υἱὸν ὑπὸ ζώνῃ, to have a child put under her girdle, i.e. to conceive, h.Ven. 255, 282.
    3 ἐν ὄμμασι θέσθαι set before one's eyes, Pi.N.8.43.
    4 set a plant, X.Oec.19.7,9.
    b lay a mosaic, PCair.Zen.665.10,15 (iii B.C.).
    5 θέσθαι τὴν ψῆφον lay one's voting-pebble on the altar, put it into the urn,

    ἐς τεῦχος οὐ διχορρόπως ψήφους ἔθεντο A.Ag. 816

    : hence simply, give one's vote, ἐπὶ φόνῳ for death, E.Or. 756 (troch.); ἑωυτῷ in one's own favour, Hdt.8.123;

    σὺν τῷ νόμῳ X.Cyr.1.3.17

    ; εὔφρονα, δικαίαν τὴν ψῆφον τ., A.Supp. 640 (lyr.), Lycurg.128, etc.; and in [voice] Pass.,

    ἔστω δὴ φανερὰ ἡ ψῆφος τιθεμένη Pl.Lg. 855d

    : also γνώμην θέσθαι, c. inf., give one's opinion, Hdt.7.82;

    περὶ ἡμῶν And.3.21

    : τίθεσθαι abs., vote,

    γνώμῃ S.Ph. 1448

    codd. (anap., γνώμην Lambinus), Hld.2.29;

    μετά τινος A.Supp. 644

    (lyr.);

    ἐναντία τινί Pl.Phlb. 58b

    ; τινι S.E.P.2.37 codd., Lib.Decl.1.65.
    6 in Hom., θεῖναί τινί τι ἐν στήθεσσι, ἐν φρεσί, etc., put or plant it in his heart,

    ἐν στήθεσσι τιθεῖ νόον Il.13.732

    ; βουλὴν ἐν στήθεσσι τ. 17.470;

    ἔπος ἐν φρεσί 19.121

    , al.; also

    μένος δέ οἱ ἐν φρεσὶ θῆκε 21.145

    :—[voice] Med., ἄγριον ἐν στήθεσσι θέτο θυμόν laid up wrath in his heart, treasured it there, 9.629;

    ἐν φρεσὶ θέσθε αἰδῶ καὶ νέμεσιν 13.121

    ; τοῖσιν κότον αἰνὸν ἔθεσθε harboured enmity against them, 8.449;

    καθαρὸν θέμενος νόον Thgn.89

    ;

    θέμενος ἄγναμπτον νόον A.Pr. 164

    (lyr.); ἐνὶ φρεσὶ θέσθαι, c. inf., bear in mind, think of doing a thing, Od.4.729;

    θ. [τι] ἐν καρδίᾳ Ev.Luc. 1.66

    .
    7 deposit, as in a bank,

    τὰ πρυτανεῖα πρὸς τοὺς ἄρχοντας IG12.22.33

    ;

    θεὶς ἐπὶ τὴν τράπεζαν τὰς τετταράκοντα μνᾶς Hyp.Ath.5

    ;

    ἐνέχυρον τιθέναι τι Ar.Pl. 451

    , cf. Ec. 755, D.41.11, PEnteux.32.7 (iii B.C.), etc.:—[voice] Med.,

    τὰ ἡμίσεα τῆς οὐσίης θέσθαι παρά τινα Hdt.6.86

    .ά, cf. Od.13.207;

    τὴν τιμὴν θήσονται ἐπὶ τὴν τράπεζαν, ἕως.. PCair.Zen.723.11

    (iii B.C.);

    ἐγγύην θέσθαι A.Eu. 898

    ;

    συνθήκας παρά τινι Lycurg.23

    :—[voice] Pass.,

    τὰ ληφθέντα καὶ τὰ τεθεντα D.49.5

    (but [voice] Act. and [voice] Med. are sts. distd., ὁ θείς the mortgagor, ὁ θέμενος the mortgagee,

    τοὺς θέντας ἡμᾶς ἢ καὶ τοὺς θεμένους ὑμᾶς Pl.Lg. 820e

    , cf. Hyp.Fr. 169, D.53.10; τίθεσθαι seems to have the same meaning as ὑποτίθεσθαι in IG22.43.41, 2758.4, 12(7).55.12 (Arcesine, iv/iii B.C.), but the two are distd. in Supp.Epigr.3.760 (Euboea, iv B.C.)): metaph., χάριν or χάριτα θέσθαι τινί deposit a claim for favour with one, lay an obligation on one, Hdt.9.60, 107, cf. A.Pr. 783, etc.
    8 pay down, pay, τόκον, εἰσφοράν, μετοίκιον, D.41.9, 22.43, 29.3;

    τὸ γιγνόμενον Id.18.104

    ;

    τὸν πριάμενον ἑκατοστὴν τιθέναι τῆς τιμῆς Thphr.Fr.97.1

    ;

    τὴν τιμήν PRev.Laws 18.13

    (iii B.C.);

    τὰ μέρη PCair.Zen.218.33

    (iii B.C.); [τὰς δραχμὰς] εἰς ἀνήλωμα τοῦ πλοίου ib.753.64 (iii B.C.):—[voice] Med.,

    θέμενος ἀρραβῶνα PFlor.303.3

    (vi A.D.).
    10 in military language, τίθεσθαι or θέσθαι τὰ ὅπλα has four senses,
    a rest arms, i.e. halt, with arms in an easy position but ready for action, Th.4.44,93, 7.3; θέμενοι ἐς τὴν ἀγορὰν τὰ ὅπλα advancing to the market-place and resting arms there, Id.2.2, cf. Hdt.9.52, X.An.1.5.14, 17, 1.6.4, etc.; εἰς τάξιν τὰ ὅπλα τ. ib.2.2.21, 5.4.11; so ἐν τάξει ib.2.2.8; ἀντία τισί over against them, Hdt.5.74 (in 1.62 ἀντία ἔθεντο τὰ ὅπλα over against it (the temple)); poet., πάτρας ἕνεκα εἰς δῆριν ἔθεντο ὅπλα Inscr. ap. D.18.289.
    b bear arms, fight,

    τὸ θυμοειδὲς.. ἐν τῇ τῆς ψυχῆς στάσει τίθεσθαι τὰ ὅπλα πρὸς τὸ λογιστικόν Pl.R. 440e

    ;

    τοῦ δήμου.. παρακαλοῦντος τοὺς στρατιώτας τίθεσθαι πρὸς τὴν πόλιν IG22.666.10

    ;

    ὃς ἂν μὴ θῆται τὰ ὅπλα μηδὲ μεθ' ἑτέρων Arist.Ath.8.5

    , cf. Lys.31.14, D.21.145; so ὁπόσοιπερ ἂν ὅπλα ἱππικὰ ἢ πεζικὰ τιθῶνται who serve on horseback or on foot, Pl.Lg. 753b, cf. 756a;

    ἐν ταῖς ναυσὶ τὰ ὅπλα θέσθαι Plu.Cim.5

    .
    c lay down one's arms, surrender, D.S.20.31,45; so, without the idea of surrender, θέσθαι τὰς ἀσπίδας X.HG2.4.12 (but [voice] Act.,

    τὰ ὅπλα θείς Plu.2.759a

    ).
    II lay in the grave, bury,

    ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέα 23.83

    (freq. with words added, ἐν τάφοισι, ἐς ταφάς, etc., v. supr. 1 b); ποῦ σφε θήσομεν χθονός; A.Th. 1006 (lyr.):— [voice] Pass.,

    τὰ δὲ ὀστᾶ φασι.. τεθῆναι.. ἐν τῇ Ἀττικῇ Th.1.138

    , cf. Pl.Mx. 242c, Lg. 947e;

    ἄλλῳ δὲ μηδενὶ ἐξεῖναι ἐν τῷ πυργίσκῳ τεθῆναι μετὰ τὸ ἐνταφῆναι αὐτήν· ἐπεὶ ὁ θείς τινα ἀσεβὴς ἔστω θεοῖς καταχθονίοις TAM 2(1).51

    ([place name] Telmessus), cf. 55, al., AJP48.30 ([place name] Apamea), Supp.Epigr. 6.221 ([place name] Phrygia), etc.
    12

    τιθέναι τὰ γόνατα

    kneel down,

    Ev.Marc. 15.19

    , Ev.Luc.22.41, al.
    III set up, of the prizes in games,

    ἄεθλα Il.23.263

    , etc.; ἀέθλιον ib. 748;

    νικητήρια S.Fr. 537

    (so in [voice] Pass., τὰ τιθέμενα the prizes, D.61.25); also with the object offered as the prize, τ. δέπας, βοῦν, σόλον, etc., Il.23.656, 750, 826, al., cf. Hdt. 1.144, S.Aj. 573:—this is more fully expressed by ἐς μέσσον τ., Il.23.704: after Hom. more generally, lay before people as common property,

    βούλομαι ὑμῖν εἰς τὸ μέσον αὐτὸ θεῖναι Pl.Lg. 719a

    ;

    ἐς μέσον ἀρχὴν τιθεὶς ἰσονομίην ὑμῖν προαγορεύω Hdt.3.142

    ; so also

    τ. τι εἰς τὸ κοινὸν X.Mem.3.14.1

    ; reading and sense are doubtful in A.Ch. 145.
    2 set up in a temple, dedicate,

    ἀγάλματα Od.12.347

    ;

    τάσδε.. θεοῖς ἀσπίδας ἔθηκε E.Ph. 576

    ; so perh. Il.6.92 (v. supr. 1b).
    IV assign, award,

    τιμήν τινι Il.24.57

    ;

    ὄνομά τινι Pl.Sph. 244d

    : esp. in [voice] Med., ὄνομα (or οὔνομα) θέσθαι τινί give a child a name at one's own discretion, Od.18.5, 19.406 (in 19.403 with v.l. θείης), Hdt.1.107, 113, cf. E.Ph.13: ellipt., without

    ὄνομα, ᾧ δὴ ἀθροίς ματι ἄνθρωπόν τε τίθενται καὶ λίθον Pl.Tht. 157b

    , cf. Cra. 402b: pleonast.,

    Ἴωνα δ' αὐτὸν ὄνομα κεκλῆσθαι θήσεται E. Ion75

    .
    V τιθέναι νόμον down or give a law, of a legislator, S.El. 580, E.Alc.57, Ar.Ach. 532, Pl.R. 339c, D.24.99, etc.:—so in [voice] Med., of Solon, Hdt.1.29; of a people, state, or legislature, give oneself a law, make a law, Pl.R. 338e, Isoc.3.6, Arist. Pol. 1289a14 ([voice] Pass.,

    τίθεται νόμος Ar.Nu. 1425

    , Pl.Lg. 705e, 744a; τιμωρίαι.. ἐτέθησαν ib. 943d); also

    θήσω θεσμόν A.Eu. 484

    ;

    κήρυγμα θεῖναι S.Ant.8

    ; σκῆψιν τιθέναι allege an excuse, Id.El. 584: c. acc. et inf., order matters so that.., [

    ὁ Λυκοῦργος] ἔθηκε θύειν βασιλέα πρὸ τῆς πόλεως τὰ δημόσια ἅπαντα X.Lac.15.2

    , cf. 1.5, 2.11; without inf.,

    καλῶς ἔθεντο ταῦτα πατέρες οἱ πάλαι E.Or. 512

    : c. dat. et inf.,

    γυναιξὶ σωφρονεῖν.. θήσει Id.Tr. 1057

    .
    2 [voice] Med., agree upon,

    ἡμέραν θέσθαι D.42.1

    ,13; so θ. συγγραφήν, ὁμολογίαν, σύμβολόν τινι, etc., PEleph. 2.16 (iii B.C.), PGoodsp.Cair. 6ii 2 (ii B.C.), PRein.11.9 (ii B.C.), etc.
    3 execute a document. τ. διαθήκην make a will, Stud.Pal.1.6.3 (v A.D.): so in [voice] Med., PSI10.1119.16 (ii A.D.); θέσθαι τινὸς ἀπαρχήν make out a person's birth-certificate, ib.9.1067.15 (iii B.C.), etc.
    VI establish, institute,

    ἀγῶνας A.Ag. 845

    , cf. X.An.1.2.10; ἐν τοῖς ἀγώνοις οἷς ἁ πόλις τίφητι (sic) Delph.3(3).120.17 (ii B.C.);

    πενταετηρίδα Pi.O.3.21

    .
    VII dispose, order, ordain, bring to pass, of gods,

    οὕτω νῦν Ζεὺς θείη Od.8.465

    , 15.180;

    ὣς ἄο' ἔμελλον θησέμεναι Il.12.35

    ; [

    Ζεὺς] τίθησ' ὅπῃ θέλει Semon.1.2

    ; τὰ δ' ἄλλα πάντ' ἄνω τε καὶ κάτω στρέφων τίθησιν (sc. Ζεύς) A.Eu. 651; πάντα παγκάκως θεοὶ θέσαν cj. in Id.Pers. 283 (lyr.);

    τέλος δ' ἔθηκε Ζεὺς.. καλῶς S.Tr. 26

    ; κόσμῳ θέντες, as etym. of θεοί, Hdt.2.52; of human beings, administer, manage, [τι] κακῶς θέμεν, εὖ θέμεν, Thgn.845, 846;

    τὰ δ' ἄλλα φροντὶς.. θήσει δικαίως A.Ag. 913

    ; ἐγὼ καὶ σὺ θήσομεν κρατοῦντε τῶνδε δωμάτων καλῶς ib. 1673 (troch.);

    ταῦτ' ἐγὼ θήσω καλῶς E.Hipp. 521

    , cf. Andr. 737;

    τὰ παρ' ὑμῶν εὖ τίθει Ar.Lys. 243

    ;

    τ. τὰ τῶν φίλων ἀσφαλῶς X.Ages.11.12

    ;

    τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ πράξει καλῶς E.Fr. 287

    :—[voice] Med., administer for oneself,

    οἶκον εὖ θέσθαι Hes.Op.23

    ;

    ἄνδρας σοφοὺς χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι Cratin. 172

    (lyr.), cf. D.23.134, Anon.ap Suid.s.v. τίθεσθαι, Hsch.s.v.

    τὸ παρὸν εὖ τίθεσο; ἐν ἀπόρῳ εἴχοντο θέσθαι τὸ παρόν Th.1.25

    ; τὸ παρὸν εὖ θέσθαι make the best of one's resources or situation, Luc.Nec.21, M. Ant.6.2, cf. Aristid.2.35 J.;

    εὐτυχίαν τὴν παροῦσαν ἔξεστι καλῶς θέσθαι Th.4.17

    ;

    τὰ παρόντα θέσθαι καλῶς Ach.Tat.5.11

    ;

    τὰ σεωυτοῦ τιθέμενος εὖ Hdt.7.236

    ;

    τὰ οἰκεῖα εὖ θέμενον Pl.R. 443d

    ;

    τὰ ἴδια ἕκαστοι εὖ βουλόμενοι δὴ θέσθαι Th.4.59

    ;

    τὰ πάντα ὅπως ἂν αὐτῇ ἡδὺ ᾖ οὕτως τίθεσθαι X.Mem.1.4.17

    ;

    εἰ μὴ θήσομαι τἄμ' ὡς ἄριστα E.Andr. 378

    ;

    τὸ σαυτοῦ θέμενος εὖ Id.IT 1003

    , cf. Ba.49, HF 605, 938, Hipp. 709, Dionys.Eleg.1.5;

    τὰ πρὶν εὖ θέμενος S.El. 1434

    ; συνετῶν ἀνδρῶν (sc. εἶναι)

    , πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι Pittac.

    ap. D.L.1.78; τὸ κοινῶς φοβερὸν ἅπαντας εὖ θέσθαι that all should face the common danger, Th.4.61; of wars, quarrels, etc., bring them to a successful issue, but sts. put a good face on them, patch them up,

    ἕως ἂν τὸν πόλεμον εὖ θῶνται Id.8.84

    ;

    θήσονται τὸν πόλεμον ᾗ βούλονται Id.1.31

    ; πόλεμον ἀραμένους οὐ ῥᾴδιον εὐπρεπῶς θέσθαι ib.82;

    ὅτῳ τρόπῳ.. τὸ σφέτερον ἀπρεπὲς εὖ θήσονται Id.6.11

    ;

    μεθ' ἧς τὸ νῦν παρεστὸς νεῖκος εὖ θέσθαι χρεών S. OT 633

    ;

    τὸν τρὸς τοὺς Ἐλευσῖνι πόλεμον ὡς μετρίως ἔθεντο Pl.Mx. 243e

    ; ἄμεινον ἢ τότε ἐθέμεθα τὸν πόλεμον ib. 245e;

    τὰς γενομένας συμφορὰς πρὸς ἀλλήλους θέσθαι καλῶς And.1.140

    : abs.,

    θέσθαι καλῶς S.Fr. 350

    :—pass.,

    εἰ τεθήσεται κατὰ νοῦν τὰ πράγματα Th.4.120

    .
    2 in the game of πεττεία, κυβεία, Lat. tesserae (cf. Ter.Adelph.739), to place as skilfully as possible the pieces which have been assigned to one by the luck of the dice,

    πεττείᾳ τινὶ ἔοικεν ὁ βίος, καὶ δεῖ ὥσπερ ψῆφόν τινα τίθεσθαι τὸ συμβαῖνον Socr.

    ap. Stob.4.56.39;

    ὥσπερ ἐν πτώσει κύβων πρὸς τὰ πεπτωκότα τίθεσθαι τὰ αὑτοῦ πράγματα ὅπῃ ὁ λόγος αἱρεῖ βέλτιστ' ἂν ἔχειν Pl.R. 604c

    , cf. Plu.Pyrrh.26;

    στέργειν δὲ τἀκπεσόντα καὶ θέσθαι πρέπει σοφὸν κυβευτήν S.Fr. 947

    ; τὰ δεσποτῶν γὰρ εὖ πεσόντα θήσομαι I will take advantage of my master's good luck, A.Ag.32: many of the passages cited in A. v11. I may be metaph. applications of this sense.
    B put in a certain state or condition, much the same as ποιεῖν, ποιεῖσθαι, and so often to be rendered by our make:
    I folld. by an attributive Subst., make one something, with the predicate in apposition, θεῖναί τινα αἰχμητήν, ἱέρειαν, μάντιν, etc., Il.1.290, 6.300, Od.15.253, etc.;

    θ. τινὰ ἀρχέπολιν Pi.P.9.54

    ; θεῖναί τινα ἄλοχόν τινος make her another's wife, of a third person who negotiates a marriage, Il.19.298 (for [voice] Med., v. infr. 3); ἥτε με τοῖον ἔθηκεν ὅπως ἐθέλει who has made me such as she will, Od.16.208; σῦς ἔθηκας ἑταίρους thou hast made my comrades swine, 10.338; so [

    νῆα] λᾶαν ἔθηκε 13.163

    , cf. Il.2.319, etc.;

    ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον LXX Ps.109(110).1

    ; but γέλων ἔθηκε συνδείπνοις caused them laughter, E. Ion 1172; λόγους εἰς μέτρα τ. put them into verse, Pl. Lg. 669d.
    2 with an Adj. for the attributive, θεῖναί τινα ἀθάνατον καὶ ἀγήρων make him undying and undecaying, Od.5.136; πηρόν, τυφλόν, ἀφνειὸν τ. τινά, Il.2.599, 6.139, 9.483;

    τὸν μὲν.. θῆκε μείζονά τ' εἰσιδέειν καὶ πάσσονα Od.6.229

    , cf. 18.195, Pl.Prt. 344d.
    b of things, ἅλιον πόνον, πόνον οὐκ ἀτέλεστον, πάντα μεταμώνια, Il.4.26,57, 363;

    ὄλεθρον ἀπευθέα θῆκε Κρονίων Od.3.88

    , cf. 11.274;

    ἀποίητον θέμεν ἔργων τέλος Pi.O.2.17

    ;

    ἀρὰν τ. ἀλαθῆ A.Th. 944

    (lyr.); ἀναστάτους οἴκους τ. S.Ant. 674;

    τ. λεῖον τὸν τραχὺν ἐχῖνον Ar. Pax 1086

    ; τὸ πραχθὲν ἀγένητον τ. Pl.Prt. 324b.
    3 freq. in [voice] Med., γυναῖκα or ἄκοιτιν θέσθαι τινά make her one's wife, Od.21.72, 316, B.5.169; παῖδα τὸν αὑτᾶς πόσιν θ. take her own son as husband, A.Th. 929 (lyr.).
    b υἱὸν θέσθαι τινά, like ποιεῖσθαι, make one's son, adopt, Pl.Lg. 929c, etc.: abs., θέσθαι τινά adopt, Plu.Aem.5.
    4 c. inf., make one do so and so, τιθέναι τινὰ νικᾶσαι make him conquer, Pi.N.10.48 (dub.);

    μετατραπεῖν Id.Fr. 177

    ;

    τὸν πάθει μάθος θέντα κυρίως ἔχειν A.Ag. 178

    (lyr.), cf. 1036, 1174 (lyr.), E.Med. 718, Heracl. 990, etc.
    II in reference to mental action, when [voice] Med. is more freq. than [voice] Act., lay down. assume, hold, reckon or regard as.., τί δ' ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε; Od.21.333;

    δαιμόνιον αὐτὸ τίθημ' ἐγώ S.El. 1270

    (lyr.);

    τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον Pl.R. 361b

    , cf. 430b ([voice] Med.); θὲς δή μοι.. now suppose so and so, Id.Tht. 191c;

    εὐεργέτημά τι θεῖναι D.1.10

    ; with

    ὡς, θέντες ὡς ὑπάρχον εἶναι ὃ βούλονται Pl.R. 458a

    , cf. Phd. 100a;

    μὴ τοῦτο ὡς ἀδίκημα θῇς D.18.193

    .
    2 folld. by Advbs., ποῦ χρὴ τίθεσθαι ταῦτα; in what light must we regard these things? S.Ph. 451; οὐδαμοῦ τιθέναι τι hold of no account, E.Andr. 210; πρόσθεν or ἐπίπροσθέν τινος τιθέναι τι, Id.Hec. 129 (anap.), Supp. 515; πόρρω τίθεσθαί τί τινων set far below.., D.18.299.
    3 folld. by Preps.,

    τ. τινὰ ἐν φιλοσόφοις Pl.R. 475d

    ;

    ἐν τοῖς φίλοις X.Mem.2.4.4

    ; also εἰς ὁποτέραν (of two classes) Pl.Sph. 264c; εἰς τὸν δῆμον, εἰς τοὺς πλουσίους, X.Mem.4.2.39; also

    οὐκ ἐν λόγῳ τίθεσθαί τινα Tyrt.12.1

    ;

    ἐν τιμῇ τίθεσθαί τινα Hdt.3.3

    ;

    ἐν αἰτίῃ τιθέναι τινά Id.8.99

    ; ἐν οἰωνῷ τινι τοῦ μέλλοντος, ἐν ἐπαίνῳ, ἐν γέλωτι τίθεσθαι, Plu.Alex.31, Cat.Ma.20, TG17; θέσθαι παρ' οὐδέν set at naught, A.Ag. 230 (lyr.), E.IT 732, cf. Pl.Phdr. 252a (but

    ἐν οὐδενί BGU1816.23

    (i B.C.), Supp.Epigr.7.1.6 (Susa, i A.D., Epist.Artabani));

    ἐν παρέργῳ θοῦ με S.Ph. 473

    ; πάντα ταῦτ' ἐν εὐχερεῖ ἔθου ib. 876;

    ταῦτ' ἐν αἰσχρῷ θέμενος E. Hec. 806

    ;

    ἐν ἀδικήματι θέσθαι τι Th.1.35

    ;

    ἐν ἀδικήματος μέρει τιθέναι τι D.23.148

    ; θέσθαι τὰ δίκαια ἔκ τινος estimate them by.., Id.8.8.
    5 c. inf., οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον I hold not that he lives, count him not as living, S.Ant. 1166: so in [voice] Med., Pl.Phd. 93c, D. 25.43,44: rarely c. part., θήσω ἀδικοῦντα [αὐτόν] Id.23.76, cf. Pl. Prt. 343e, Ap. 27c.
    6 elliptically, lay down, assume, θῶμεν δύο εἴδη (sc. εἶναι) Id.Phd. 79a, etc.; θήσω οὕτω (sc. εἶναί τι) D.23.85, cf. Arist.Pol. 1290a30.
    C without any attributive word following, make, work, execute, of an artist,

    ἐν δ' ἐτίθει νειόν Il.18.541

    , cf. 550, 561, 607; [

    δόρπον] θησέμεναι Od.20.394

    .
    2 make, cause, bring to pass,

    ἔργα Il.3.321

    ;

    τ. κέλαδον καὶ ἀϋτήν 9.547

    ;

    ὀρυμαγδόν Od.9.235

    ;

    ἔριν μετ' ἀμφοτέροισιν 3.136

    ; φιλότητα, ὅρκια μετ' ἀμφ., Il.4.83, Od.24.546: c. dat. pers.,

    σῆμα τιθεὶς Τρώεσσι Il.8.171

    ;

    Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκεν 1.2

    , etc.;

    πᾶσι δ' ἔθηκε πόνον 21.524

    , cf. 15.721, 16.262;

    φόως ἑτάροισιν 6

    6, etc.;

    χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν Pi.O.2.99

    ;

    πόλει κατασκαφὰς θέντες A. Th.47

    ;

    εἰρήνην φίλοις Id.Pers. 769

    ;

    αἷμα θήσεις E.Ba. 837

    (s. v.l.).
    3 freq. in [voice] Med., make or prepare for oneself, θέσθαι κέλευθον make oneself a road, open a way, Il.12.418;

    θέτο δῶμα Od.15.241

    ; τίθεντο δὲ δαῖτα, δόρπα, Il.7.475, 9.88 (but δαῖτα τίθενται are holding a feast, Od.17.269); μεγάλην ἐπιγουνίδα θέσθαι to make oneself, get a large thigh, Od.17.225; θέσθαι μάχην engage in.., Il.24.402;

    δυσμενέεσσι πόνον καὶ δῆριν ἔθεντο 17.158

    ; ἱδρῶτα τίθεσθαι have an access of perspiration, Hp.Decent.2; μαρτύρια θέσθαι produce as testimony, Hdt.8.55; ἀνδρὸς αἰδοίου πρόσοψιν θηκάμενος putting on the aspect of a reverend man, Pi.P.4.29, cf. Hsch. s.v. θήκατο; πόνον πλέω τίθου work thyself the more annoy, A.Eu. 226;

    εὐκλεᾶ θέσθαι βίον S.Ph. 1422

    , etc.
    4 periphr. for a single Verb. μνηστήρων σκέδασιν θεῖναι make a scattering, Od.1.116; θέμεν κρυφόν, νέμεσιν, αἶνον, for κρύπτειν, νεμεσῦν, αἰνεῖν, Pi.O.2.97, 8.86, N.1.5;

    μὴ σχολὴν τίθει A. Ag. 1059

    ; ὑμῖν ἔθηκε σὺν θεοῖς σωτηρίαν (v.l. προμηθίαν) E.Med. 915:— also in [voice] Med., θέσθαι μάχην, for μάχεσθαι, Il.24.402; θέσθαι θυσίαν, γάμον, for θύειν, γαμεῖσθαι, Pi.O.7.42, 13.53; σπουδήν, πρόνοιαν θέσθαι, S.Aj.13, 536, cf. Pi.P.4.276;

    θ. ἐπιστροφὴν πρό τινος S.OT 134

    ;

    περὶ τούτων οἰκονομίας PEnteux.22.6

    (iii B.C.); and c. gen., θ. λησμοσύναν, συγγνωμοσύνην τινῶν, S.Ant. 151 (lyr.), Tr. 1265 (anap.). (Cf. Lith. dēti 'lay (eggs, etc.)', Skt. dáti 'lay down, place', Lat. -do in con-do, etc., Engl. do, doom.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τίθημι

  • 7 λέγω

    λέγω (Hom.+; on the mng. of the word ADebrunner, TW IV 71–73) impf. ἔλεγον (3 pl. ἔλεγαν s. B-D-F §82 app.; Mlt-H. 194; KBuresch, RhM 46, 1891, 224). Only pres. and impf. are in use; the other tenses are supplied by εἶπον (q.v., also B-D-F §101 p. 46; Mlt-H. 247), but the foll. pass. forms occur: fut. 3 sg. λεχθήσεται; aor. ptc. fem. sg. λεχθεῖσα (SyrBar 14:1), neut. pl. τὰ λεχθέντα (Jos. 24, 27; Esth 1:18; Papias, Just.), 3 sg. ἐλέχθη and pl. ἐλέχθησαν; pf. 3 sg. λέλεκται; plupf. ἐλέλεκτο; pf. ptc. λελεγμένος (all Just.; B-D-F §101) ‘say’ (beginning w. Hes. [Hom. uses the word in the senses ‘gather, collect’, as Il. 11, 755 al., and mid. ‘select’, as Il. 21, 27, and esp. of stories that one elects to ‘tell over’ or ‘recount’, as Od. 14, 197] and more freq. in Pind.; the usual word since the Attic writers; ins, pap, LXX, pseudepigr., Philo, Joseph., apolog.).
    to express oneself orally or in written form, utter in words, say, tell, give expression to, the gener. sense (not in Hom., for this εἶπον, ἐν[ν]έπω, et al.)
    w. an indication of what is said
    α. in the acc. ταύτην τ. παραβολήν Lk 13:6. (τὴν) ἀλήθειαν (Teles p. 4, 14; TestAbr A 16 p. 97, 27 [Stone p. 42]) J 8:45f; Ro 9:1; 1 Ti 2:7. ἀληθῆ (cp. Herodian 4, 14, 4) J 19:35. παροιμίαν οὐδεμίαν 16:29. τὶ καινότερον Ac 17:21 (w. ἀκούω as Pla., Prot. 310a; Dio Chrys. 3, 28; 4, 37). τί λέγουσιν what they say Mt 21:16; cp. Lk 18:6; 1 Cor 14:16. τί λέγω; what shall I say? Hb 11:32. ὸ̔ λέγει Lk 9:33; cp. 2 Ti 2:7; Phlm 21. ἃ λέγουσιν 1 Ti 1:7; AcPlCor 1:9. ταῦτα (τοῦτο) λ. (Jos., Vi. 291) Lk 9:34; 11:45b; 13:17; J 2:22; τοιαῦτα λ. Hb 11:14. τὸ αὐτὸ λέγειν be in agreement (not only in words: Thu. 4, 20, 4; 5, 31, 6; Polyb. 2, 62, 4; 5, 104, 1; Jos., Ant. 18, 375; 378) 1 Cor 1:10.—Also τινί τι tell someone someth. παραβολὴν αὐτοῖς Lk 18:1. μυστήριον ὑμῖν 1 Cor 15:51. τ. ἀλήθειαν ὑμῖν J 16:7. ὸ̔ λέγω ὑμῖν Mt 10:27. μηδενὶ λ. τοῦτο Lk 9:21. οὐδὲν αὐτῷ λέγουσιν they say nothing to him J 7:26. ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν 2 Th 2:5.—τὶ πρός τινα (Pla, Gorg. 465a) παραβολὴν πρὸς αὐτούς Lk 5:36; cp. 14:7; 20:9.—24:10; 11:53 v.l. W. double acc. ἀδύνατα ταῦτα εἴρηκας Hm 11:19.
    β. by direct discourse or direct question foll., mostly abs. (extremely freq.) Mt 9:34; 12:44; Mk 3:30; Lk 5:39; J 1:29, 36; 1 Cor l2:3; Js 4:13. Also oft. introduced by recitative ὅτι Mt 9:18; Mk 1:15; 2:12; 3:21f; 5:28; 6:14f (on the textual problem s. FNeirynck, ETL 65, ’89, 110–18), 35; 7:20; Lk 1:24; 4:41; 17:10; 21:8 v.l.; J 6:14; 7:12; 8:33; Ac 2:13; 11:3 and oft.—καὶ ἔλεγεν Mk 4:21, 24, 26, 30 may = he used to say (so that they might memorize): WEssame, ET 77, ’66, 121.
    γ. by indirect discourse or indirect question foll.; abs. Mt 21:27; Mk 11:33c; Lk 20:8.—Introduced by ὅτι (Diod S 11, 4, 3; 11, 6, 2; 14, 4, 3; Petosiris, Fgm. 14c; Jos., Bell. 4, 543) Lk 22:70; Ac 20:23.—In acc. w. inf. τίνα λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τ. υἱὸν τ. ἀνθρώπου; Mt 16:13; cp. vs. 15; Lk 9:20; 11:18; 23:2b; 24:23b; J 12:29a; Ac 4:32; 8:9; 17:7.—W. the inf. only Lk 24:23a; Js 2:14; 1J 2:6, 9.
    w. indication of the pers. or thing about which someth. is said, or that is meant by someth.
    α. by a prep. περί τινος (Soph., Thu. et al.) οἱ Φαρισαῖοι ἔγνωσαν ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει the Pharisees perceived that he was talking about them Mt 21:45. λέγει περὶ αὐτοῦ he said concerning him J 1:47; cp. 2:21; 11:13; 13:18, 22. εἴς τινα (Eur., Med. 453; X., Mem. 1, 5, 1) Ac 2:25; Eph 5:32. ἐπί τινα Hb 7:13. πρός τινα Lk 12:41; Hb 1:7.
    β. by the acc. alone mean someone or someth. (Demosth. 18, 88; Diod S 15, 23, 5; Phalaris, Ep. 142, 1 ἣν λέγω; Ael. Aristid. 48, 35 K.=24 p. 474 D.: τὸν Φιλάδελφον λέγων; Aelian, NA 8, 3 ὸ̔ δὲ λέγω, τοιοῦτόν ἐστιν, VH 3, 36; Lucian, Dial. Deor. 3; 10, 2; 2 Macc 14:7; Jos., Ant. 6, 86; TestSol 4:6 D τὸν δύστηνον λέγω γέροντα; Just., D. 130, 2 μετὰ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, λέγω Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ …) τ. ἄνθρωπον τοῦτον ὸ̔ν λέγετε this man whom you mean Mk 14:71. ἔλεγεν τὸν Ἰούδαν J 6:71. συνείδησιν λέγω οὐχὶ τὴν ἑαυτοῦ I mean not your own conscience 1 Cor 10:29. τοῦτο δὲ λέγω but this is what I mean Gal 3:17; cp. 1 Cor 1:12a (Ptolem., Apotel. 2, 3, 12; 2, 11, 1 λέγω δέ … but I mean).—Mt 26:70; Mk 14:68; Lk 22:60. Cp. 4 end.
    γ. w. an indication of the one to whom someth. is said (on the synoptics and Ac s. WLarfeld, Die ntl. Ev. 1925, 237f); mostly in dat. (Aeschyl., Ag. 103; Herodas 4, 42 σοί; POxy 413, 99; s. also 1aα above) Mt 8:7; Mk 2:8, 17f; Lk 3:7; 5:24; J 1:39, 41, 43 and oft.—πρός τινα (Epict. 2, 17, 34 πρὸς ἄλλους ἐρεῖς; TestSol 1:6 D λέγει Νάθαν πρὸς τὸν ἄγγελον; ApcEsdr 6:16; s. also 1aα above) Mk 4:41; 16:3; Lk 4:21; 8:25 (λ. πρὸς ἀλλήλους as Jos., Ant. 2, 108; 9, 239); 9:23; 12:1; 16:1; J 2:3; 3:4; Ac 2:12; 28:4. μετά τινος: ἔλεγον μετʼ ἀλλήλων they said to each other J 11:56.
    δ. in other (s. 1aα, 1bα, 1bγ) prep. uses ἀφʼ ἑαυτοῦ (=ἀπὸ σεαυτοῦ v.l.) σὺ τοῦτο λέγεις; do you say this of your own accord? J 18:34 (TestAbr A 15 p. 95, 26 [Stone p. 38] al.). εἴς τινα against someone Lk 22:65. τὶ περί τινος say someth. about or concerning someone J 1:22; Ac 8:34; Tit 2:8. λ. περὶ τοῦ ἱεροῦ, ὅτι say, with reference to the temple, that Lk 21:5. τί σὺ λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι; what have you to say about him, since? J 9:17b (λ. τι περί τινος, ὅτι as Jos., Bell. 7, 215). τινὶ περί τινος say to someone about someone w. direct discourse foll. Mt 11:7. Also πρός τινα περί τινος (Jos., C. Ap. 1, 279 πρὸς αὐτὸν περὶ Μωϋσέως) Lk 7:24. πρός τινα ἐπί τινος bring charges against someone before someone Ac 23:30 (λ. ἐπί τινος as Jos., Vi. 258). λ. περί (v.l. ὑπέρ) τινος say (someth.), speak in someone’s defense 26:1.
    ε. in connection w. adverbs and adv. exprs.: Λυκαονιστὶ λ. say in (the) Lycaonian (language) Ac 14:11. καλῶς correctly (X., Mem. 2, 7, 11; 3, 3, 4; TestJob 7:8; EpArist 125; 196) J 8:48; 13:13. ὡσαύτως in the same way Mk 14:31. ἀληθῶς λέγω ὑμῖν truly, I tell you Lk 12:44; 21:3. κατὰ ἄνθρωπον (s. ἄνθρωπος 2b) Ro 3:5; Gal 3:15. κατὰ συγγνώμην, οὐ κατʼ ἐπιταγήν (s. ἐπιταγή) 1 Cor 7:6; cp. 2 Cor 8:8. καθʼ ὑστέρησιν Phil 4:11.
    ζ. w. emphasis on a certain kind of saying: φωνῇ μεγάλῃ in a loud voice Rv 5:12; 8:13 (cp. TestSol 16:1). Also ἐν φωνῇ μεγάλῃ 14:7; 9. ἄγγελος ἐν φωνῇ λέγων GJs 20:4 (pap, s. deStrycker p. 387f). Opp. ἐν τῇ καρδίᾳ (cp. Ps 13:1) 18:7. Also ἐν ἑαυτῷ (TestAbr B 3 p. 107, 11 [Stone p. 62]; TestJob 23:8) Mt 3:9; 9:21; Lk 3:8; 7:39, 49; GJs 1:1,4; 3:1; 5:1; cp. 1:3 (codd.); 2:1 v.l.; 14:1 v.l.
    η. in quotations fr. scripture (but s. also Epict. 1, 28, 4 ὡς λέγει Πλάτων with a quotation) Ἠσαί̈ας λέγει Isaiah says Ro 10:16, 20; 15:12. Μωϋσῆς λέγει 10:19. Δαυὶδ λέγει 11:9. ἡ γραφὴ λέγει (Just., D. 56, 17; cp. Paus. 2, 16, 4 τὰ ἔπη λέγει=the epic poets say) 4:3; 10:11; Gal 4:30; 1 Ti 5:18; Js 4:5; cp. 2:23; J 19:24; 2 Cl 14:2. In the case of the quot. formula λέγει without the subj. expressed, ἡ γραφή or ὁ θεός is easily understood (B-D-F §130, 3; Rob. 392.—On the omission of the subj. [Just., D. 101, 1 al.] cp. Epict. 1, 24, 12 λέγει σοι ‘θὲς κτλ.’=someone says to you ‘lay aside [this and that sign of prestige]’). It could prob. be translated indefinitely it says: Ro 15:10; 2 Cor 6:2; Gal 3:16; Eph 4:8; 5:14. ὁ θεός is obviously the subj. (Clearch., Fgm. 69c; Epict. 1, 1, 10 λέγει ὁ Ζεύς, followed by a divine revelation to Epictetus) Hb 5:6. λέγει ὁ κύριος 2 Cl 13:2; cp. Hb 8:8–10 (λέγει κύριος Am 5:27; Is 1:18; Jer 9:24; ParJer 6:16 al.). W. the passage more definitely indicated (schol. on Pind., O. 7, 66 ἐν τοῖς Μουσαίου λέγεται; schol. on Apollon. Rhod. 3, 1179 Wendel v.l. ἐν τῇ γ´ τῆς Μουσαίου Τιτανογραφίας λέγεται ὡς) ἐν Ἠλίᾳ τί λέγει ἡ γραφή Ro 11:2 (Epict. 2, 17, 34 τί λέγει Χρύσιππος ἐν τοῖς περὶ τοῦ ψευδομένου). Δαυὶδ λέγει ἐν βίβλῳ ψαλμῶν Lk 20:42 (Epict. 2, 19, 14 Ἑλλάνικος λέγει ἐν τοῖς Αἰγυπτιακοῖς with quot.). ἐν τ. Ὡσηὲ λέγει Ro 9:25. λέγει ἐν τῷ Ἠσαί̈ᾳ 2 Cl 3:5 (Just., D. 123, 8); cp. ἐν Δαυίδ Hb 4:7. ὁ νόμος λέγει (cp. Pla., Crito 12, 50c; Epict. 3, 24, 43 τί γὰρ λέγει; [i.e. ὁ νόμος θεῖος]) 1 Cor 14:34. λέγει τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον Hb 3:7 (Just., D. 124, 1). Of words of Jesus: λέγει ὁ κύριος ἐν τῷ εὐαγγελίῳ 2 Cl 8:5. λέγει ὁ κύριος 5:2; 6:1. λέγει αὐτός (i.e. ὁ Χριστός 2:7) 3:2. λέγει 4:2.
    θ. Hebraistic, though by no means limited to the OT (s. EKieckers, IndogF 35, 1915, 34ff; B-D-F §420; Mlt-H. 454), is the freq. use of λ. to introduce
    א. direct discourse (like לֵאמֹר), even though it is preceded by a verb of saying, or one that includes the idea of saying. Esp. λέγων is so used, as in the LXX, e.g. after ἀναβοᾶν, ἀνακράζειν Mk 1:23 (cp. Phlegon: 257 Fgm. 36, 3, 9 Jac. ἀνεκεκράγει λέγων), ἀπαγγέλλειν, ἀποκρίνεσθαι, ἀρνεῖσθαι, βοᾶν, γογγύζειν, διαγογγύζειν, διαλογίζεσθαι, διαμαρτύρεσθαι, διαστέλλεσθαι, διδάσκειν, δοξάζειν, εἰπεῖν Mt 22:1; Lk 12:16; 20:2 (s. B-D-F §101, p. 46; s. Rob. 882f; Kieckers, loc. cit. 36f), ἐμβριμᾶσθαι, ἐντέλλεσθαι, ἐπερωτᾶν, ἐπιτιμᾶν, ἐπιφωνεῖν, ἐρωτᾶν, κατηγορεῖν, κηρύσσειν, κράζειν, κραυγάζειν, λαλεῖν, μαρτυρεῖν, μεριμνᾶν, παραινεῖν, παρακαλεῖν, παρατιθέναι παραβολήν, προσεύχεσθαι, προσφωνεῖν, προφητεύειν, συζητεῖν, συλλαλεῖν, φωνεῖν, ψευδομαρτυρεῖν; s. these entries. Also after such verbs as denote an action accompanied by a statement of some kind: ἄγγελος κυρίου … ἐφάνη αὐτῷ λέγων appeared to him and said Mt 1:20; cp. 2:13; προσεκύνει αὐτῷ λ. fell before him and said 8:2; 9:18; cp. 14:33. ἅπτεσθαι 8:3; 9:29. ἔρχεσθαι Mk 5:35; Lk 18:3; 19:18 al.; cp. Lk 1:66; 5:8; 8:38; 15:9; Ac 8:10, 19; 12:7; 27:23f; 1 Cor 11:25 al.
    ב. the content of a written document (2 Km 11:15; 4 Km 10:6.—1 Macc 8:31; 11:57; Jos., Ant. 11, 26) ἔγραψεν λέγων (=יִכְתֹּב לֵאמֹר) he wrote as follows Lk 1:63.
    ג. orders or instructions to be carried out by other persons: ἔπεμψεν λέγων he sent and had them say Lk 7:19. ἀπέστειλεν λ. (Judg 11:14f; Jdth 3:1; JosAs 3:2; ParJer 3:21 al.) Mt 22:16; 27:19; Lk 7:20; 19:14; J 11:3. If the persons carrying out the orders are named, the ptc. can refer to them Mt 22:16 v.l.
    ד. When it is used w. the ptc. λ. appears in its finite forms ἐμπαίζοντες ἔλεγον they mocked and said Mt 27:41. προσελθὼν αὐτῷ λέγει he approached him and said Mk 14:45. διαρρήξας … λέγει he tore his clothes as he said vs. 63; cp. vs. 67; 15:35; Lk 6:20; J 1:36; Hb 8:8a al.—Also pleonastically (TestSol 2:2; TestJob 23:4; cp. Homeric ἀμειβόμενος προσέειπε Il. 3, 437 al., προσηύδα 14, 270 al.) ἀποκριθεὶς λέγει he answered Mk 8:29b; 9:5, 19; 10:24; 11:22; Lk 3:11; 11:45; 13:8. κράξας λέγει he cried out Mk 5:7; 9:24 (cp. TestAbr B 6 p. 109, 29 [Stone p. 66] κράζων καὶ λέγων; ApcEsdr 1:2 κράξας λέγων).
    ι. Now and then short exprs. with λ. are inserted as parentheses (B-D-F §465, 2; Rob. 434): πολλοί, λέγω ὑμῖν, ζητήσουσιν many, I tell you, will seek Lk 13:24. ἐν ἀφροσύνῃ λέγω 2 Cor 11:21b. ὡς τέκνοις λέγω 6:13.
    κ. ptc. w. the article τὰ λεγόμενα what was said (EpArist 215, 298; TestSol 15:13; ApcEsdr 2:15; Jos., Ant. 3, 85; 207; Just., D. 46, 4; 115, 1) Lk 18:34. προσεῖχον τ. λεγομένοις ὑπὸ τ. Φιλίππου (προσέχω 2b) Ac 8:6 (προσέχ. τοῖς λεγ. as Jos., Ant. 13, 303; τὰ λ. ὑπό τινος as Bell. 7, 56; 423; Esth 3:3, also Nicol. Dam.: 90 Fgm. 24, p. 408, 19 ὑπὸ τῶν μάντεων; Fgm. 30 p. 417, 23 Jac.; Epict. 1, 18, 1; SIG 679, 87). τὰ ἢ λεχθέντα ἢ πραχθέντα (Ps.-Libanius, Charact. Ep. p. 48, 18; 64, 18; Jos., C. Ap. 1, 55) Papias (2:15) in Eus., HE 3, 39, 15 (=Geb., Harn., Zahn 15, p. 72, 17).
    to express oneself in a specific way, say
    ask w. direct question foll: Mt 9:14; 15:1; 18:1; Mk 5:30f. ὁ διδάσκαλος λέγει the Master asks 14:14. W. dat. of pers. and a direct question foll.: Mt 9:28a; 15:34; 16:15; 20:6.
    answer (Lucian, Syr. Dea 18; TestSol 5:8 al.; ApcMos 5) Mt 17:25; Mk 8:24; J 1:21; 18:17b. W. dat. of pers. and direct discourse: Mt 4:10; 8:26; 9:28b; 14:17; 15:33; 18:22; 19:7, 20 al. W. dat of pers. and direct discourse introduced by ὅτι Mt 19:8.
    order, command, direct, enjoin, recommend more or less emphatically (Syntipas p. 9, 4; Num 32:27; TestSol 4:7 D; TestAbr A 17 p. 98, 21 [Stone p. 44]) τὶ someth. 2 Cl 6:4. ἃ λέγω Lk 6:46. τί τινι command someone (to do) someth. ὅ τι ἂν λέγῃ ὑμῖν J 2:5b (TestAbr A 4 p. 81, 8 [Stone p. 10]); cp. Ac 21:23 (s. Num 32:31). ὅ ὑμῖν λέγω, πᾶσιν λέγω, γρηγορεῖτε the order I give to you I give to everyone: be on your guard! Mk 13:37 (for the formal nuance cp. reff. at end of this parag.). Gener. w. dat. of pers. and direct discourse foll.: Mt 5:44; 6:25; 8:4, 9; 26:52; Mk 3:3, 5; 5:8; 6:10; Lk 6:27; 7:8; J 2:7f. W. dat. of pers. and inf. foll.: Rv 10:9; 13:14; w. an inf. and a negative forbid (X., An. 7, 1, 40) Mt 5:34, 39.—Here belongs χαίρειν τινὶ λέγειν (Epict. 3, 22, 64) extend a greeting to someone, since the greeting consists in saying χαῖρε=‘may you prosper’ 2J 10f. W. ἵνα foll. recommend that, tell to τῷ λαῷ λέγων … ἵνα πιστεύσωσιν Ac 19:4. οὐ περὶ ἐκείνης λέγω ἵνα ἐρωτήσῃ I do not recommend that anyone should pray about that (sin) 1J 5:16. W. inf. foll.: Ro 2:22.—τάδε λέγει is the formal style of one who is giving an order (introductory formula for the edicts of the Persian kings [IMagnMai 115, 4]; in the OT a favorite method of introducing a prophetic statement [Thackeray p. 11]) Ac 21:11, 8, 12, 18; 3:1, 7, 14 (s. Gerhard, Philol. 64, 1905, 27ff; Thieme 23; GRudberg, Eranos 11, 1911, 177f; LLafoscade, De epistulis imperatorum 1902, 63 and 77. Roman edicts gener. use the simple λέγει as in the praescriptio of SEG IX, 8 I, 1–3 αὐτοκράτωρ Καίσαρ Σεβαστὸς … λέγει; also by Augustus: Jos., Ant., 16, 162; s. MBenner, The Emperor Says ’75).
    assure, assert; w. direct discourse foll. Esp. in the formulas λέγω σοι, λ. ὑμῖν, ἀμὴν (ἀμὴν) λ. ὑμῖν (TestAbr A 8 p. 85, 19f [Stone p. 18]) Mt 11:22; 12:31; 19:24; 23:39; Mk 11:24; Lk 4:25; 7:9, 28; 9:27.—Mt 5:26; 6:2, 5; 8:10; Mk 3:28; 9:41; 10:15; Lk 4:24; 18:17, 29; 23:43; J 1:51; 3:3, 5, 11; 5:19, 24f; 6:26, 32 al.
    maintain, declare, proclaim as teaching, w. direct discourse foll.: Gal 4:1; 1J 2:4. Foll. by acc. and inf. (X., Symp. 5, 5) Mt 22:23; Mk 12:18; Lk 20:41; 23:2b; Ro 15:8; 2 Ti 2:18. Foll. by ὅτι and direct discourse Mk 12:35b; 1 Cor 15:12. W. dat. of pers. and direct discourse after ὅτι Mt 5:20, 22, 28, 32; 8:11 al. Someth. like interpret εἰς w. ref. to Eph 5:32.—σὺ λέγεις (that is what) you maintain Mt 27:11; Mk 15:2; Lk 23:3 (cp. σὺ εἶπας Mt 26:25 and s. εἶπον 1a). Cp. also Lk 22:70; J 18:37 (s. OMerlier, RevÉtGr 46, ’33, 204–19; Goodsp., Probs. 64–68 [strong affirmative, yes]; MSmith, JBL 64, ’45, 506–10 [intentionally ambiguous, so you say, Tannaitic Parallels to the Gospels, ’51, 27–30]; DCatchpole, NTS 17, ’70/71, 213–26). τί λέγει ἡ γνῶσις; what does Gnosis teach about this? With the answer in direct discourse B 6:9 (cp. Epict. 3, 13, 11 καὶ τί λέγει [i.e., ὁ λόγος ὁ τῶν φιλοσόφων=philosophy]; direct discourse follows).
    of written communications (Hdt. 3, 40; 122; 8, 140; UPZ 68, 5 [152 B.C.]; Jos., Ant. 13, 80) 1 Cor 6:5; 7:6; 15:51; 2 Cor 6:13; 8:8; Gal 5:2; Phil 4:11; Col 2:4; Phlm 21, al. in Paul.
    to inform about / tell of someth., speak, report (Diog. L. 1, 31) τινί to someone Mk 7:36. τὶ about someth. (X., Cyr. 1, 2, 16 νῦν λέξομεν τὰς Κύρου πράξεις) τὴν ἔξοδον αὐτοῦ of his death (lit., departure) Lk 9:31. τὰ περὶ τ. βασιλείας Ac 1:3. τὰ γινόμενα ὑπʼ αὐτῶν αἰσχρόν ἐστιν καὶ λέγειν it is a disgrace even to speak of the things they do Eph 5:12 (Demosth. 10, 27 ὸ̔ … οὔτε λέγειν ἄξιον). τινὶ περί τινος bring a report about someone to someone Mk 1:30; 8:30. Likew. τινί τινα Phil 3:18.
    to identify in a specific manner, call, name (Aeschyl. et al.) w. double acc. (Epict. 2, 19, 19 τί Στωικὸν ἔλεγες σεαυτόν; Diog. L. 8, 88 τὴν ἡδονὴν λέγειν τὸ ἀγαθόν=call pleasure the [real] good; 2 Macc 4:2; Just., D. 61, 1 ἀρχηστρατηγὸν ἑαυτὸν λέγει) τινά τι describe someone as someth. τί με λέγεις ἀγαθόν; why do you call me good? Mk 10:18; Lk 18:19. Δαυὶδ λέγει αὐτὸν κύριον David calls him Lord Mk 12:37. πατέρα ἴδιον ἔλεγεν τὸν θεόν he called God his Father J 5:18. οὐκέτι λέγω ὑμᾶς δούλους I no longer call you slaves 15:15; cp. Ac 10:28; Rv 2:20. Pass. be called, named Mt 13:55; Hb 11:24. ὁ λεγόμενος the so-called (Epict. 4, 1, 51 οἱ βασιλεῖς λεγόμενοι; Socrat., Ep. 14, 7 ὁ λ. θάνατος) λεγόμενοι θεοί so-called gods 1 Cor 8:5 (Herm. Wr. 2, 14 the λεγόμενοι θεοί in contrast to μόνος ὁ θεός. Somewhat differently Jos., Ant. 12, 125 Ἀντίοχος ὁ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν θεὸς λεγόμενος). οἱ λεγόμενοι ἀκροβυστία ὑπὸ τῆς λ. περιτομῆς those who are called ‘the uncircumcised’ (i.e. gentiles) by the so-called circumcision (i.e. Jews) Eph 2:11. ὁ λεγόμενος (B-D-F §412, 2; Rob. 1107; cp. BGU 1117, 9 [13 B.C.]; PRyl 133, 11; 137, 19; 2 Macc 12:17; 14:6; 3 Macc 1:3; TestAbr B 13 p. 118, 14 [Stone p. 84]; TestJob 46:5; 47:1; Just., A I, 22, 1, D. 32, 1) who is called … Mt 1:16; 27:17; whose surname is (Appian, Liby. 49 §213 Ἄννων ὁ μέγας λεγόμενος; Jos., Ant. 13, 370, Vi. 4) 10:2; Col 4:11; by name Mt 9:9; 26:3, 14; 27:16; Mk 15:7; Lk 22:47; J 9:11.—Of things: of the name of a star Rv 8:11. Of place-names (BGU 326, 19 [II A.D.]; 2 Macc 9:2; 12:21) Mt 2:23; 26:36; J 4:5; 11:54; 19:13; Ac 3:2; 6:9; Hb 9:3. Of the local, vernacular name λ. Ἑβραϊστί J 5:2 v.l.; 19:17b.—In the transl. of foreign words (which) means: ὅ ἐστιν κρανίου τόπος λεγόμενος which means ‘Place of a Skull’ Mt 27:33b. Cp. also J 4:25; 11:16; 20:24; 21:2. Also ὸ̔ λέγεται 20:16. ὸ̔ λ. μεθερμηνευόμενον which, when translated, means 1:38. ἣ διερμηνευομένη λέγεται Ac 9:36.—Other exx. of the significance mean (Aeschyl. et al.) are Gal 4:1; 2 Cl 6:4; 8:6 Cp. 1bβ.—B. 1253f; 1257; 1277. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv. S. λόγος, ῥῆμα, λαλέω.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > λέγω

  • 8

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 9

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 10 τε

    τε A
    1 connective,
    a joining words and phrases.

    ἐς ἔρανον φίλαν τε Σίπυλον O. 1.38

    νέκταρ ἀμβροσίαν τε O. 1.62

    βίαν παρθένον τε O. 1.88

    ταχυτὰς ποδῶν ἀκμαί τ' ἰσχύος O. 1.96

    ἔρεισμ' Ἀκράγαντος εὐωνύμων τε πατέρων ἄωτον O. 2.7

    Πυθῶνι Ἰσθμοῖ τε O. 2.50

    Κύκνον Ἀοῦς τε παῖδ' Αἰθίοπα O. 2.83

    ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν πραπίσιν ἀφθονέστερόν τε χέρα O. 2.94

    τὸ λαλαγῆσαι θέλων κρυφόν τε θέμεν ( τιθέμεν coni. Hermann) O. 2.97 ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθ-

    λων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6

    πόνος δαπάνα τε O. 5.15

    ζώναν καταθηκαμένα κάλπιδά τ O. 6.40

    ἀγῶνας ἔχει μοῖράν τ' ἀέθλων O. 6.79

    λύραι μολπαί τε O. 6.97

    τῶνδε κείνων τε O. 6.102

    Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10

    παῖδ' Ἀφροδίτας Ἀελίοιό τε νύμφαν O. 7.14

    πελώριον ἄνδρα πατέρα τε O. 7.17

    ζωοῖσιν ἑρπόντεσσί θ' ὁμοῖα O. 7.52

    τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε O. 7.89

    παῖς ὁ Λατοῦς εὐρυμέδων τε Ποσειδάν O. 8.31

    Θέμις θυγάτηρ τε O. 9.15

    πόλεμον μάχαν τε πᾶσαν O. 9.40

    Πύρρα Δευκαλίων τε O. 9.43

    πόλιν δ' ὤπασεν λαόν τε διαιτᾶν O. 9.66

    υἱὸν δ' Ἄκτορος Αἰγίνας τε Μενοίτιον O. 9.70

    προξενίᾳ δ' ἀρετᾷ τ O. 9.83

    ὡραῖος ἐὼν καὶ καλὸς κάλλιστά τε ῥέξαις O. 9.94

    Ἰολάου τύμβος ἐνναλίᾳ τ' Ἐλευσὶς O. 9.98

    ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου O. 10.37

    σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ νικαφορίαισί τε O. 10.59

    ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τ O. 12.18

    Εὐνομία κασιγνήτα τε O. 13.6

    σταδίου τιμὰν διαύλου θ O. 13.37

    Μοίσαις Ὀλιγαιθίδαισίν τ O. 13.97

    Δὶ Ἐνυαλίῳ τ O. 13.106

    στεφάνοισι ἵπποις τε P. 1.37

    ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν P. 1.40

    ἁγητὴρ ἀνήρ, υἱῷ τ' ἐπιτελλόμενος (cf. A. 4. a infra) P. 1.70

    ἀνδρῶν ἵππων τε P. 2.2

    παρθένος ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ξεινίαν κοίταν ἄθεμίν τε δόλον P. 3.32

    Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ P. 4.3

    Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ P. 4.66

    νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130

    ἐκ πόντου σαώθη ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέωνP. 4.162

    Ζήταν Κάλαίν τ P. 4.182

    δήσαις ἐμβάλλων τ P. 4.235

    πάχει μάκει τε P. 4.245

    ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

    Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε P. 5.72

    [θ (codd.: om. byz.) P. 5.100] σφὸν ὄλβον υἱῷ τε κοινὰν χάριν ἔνδικόν τ' Ἀρκεσίλᾳ (bis) P. 5.102

    νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.111

    ἐπ' ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς P. 5.119

    πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε, κοινάν τε γενεᾷ νίκαν P. 6.15

    στεροπᾶν κεραυνῶν τε P. 6.24

    [τίνα πάτραν, τίνα τ' οἶκον (τ del. Boeckh) P. 7.6

    κεραυνῷ τόξοισί τ' Ἀπόλλωνος P. 8.18

    ποίᾳ Παρνασσίδι Δωριεῖ τε κώμῳ P. 8.20

    κύμασιν ῥιπαῖς τ' ἀνέμωνP. 9.48

    καλλίσταν πόλιν ἀμφέπει κλεινάν τ' ἀέθλοις P. 9.70

    παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ P. 9.96

    τέλος ἀρχά τε P. 10.10

    θαλίαις εὐφαμίαις τε P. 10.35

    ἐν καὶ παλαιτέροις νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα P. 10.59

    ἑπταπύλοισι Θήβαις χάριν ἀγῶνί τε Κίρρας P. 11.12

    τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον καλύψαι τ' ἀμάχανον P. 11.26

    ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος P. 11.55

    ἀθανάτων ἀνδρῶν τε P. 12.4

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.6

    Σερίφῳ λαοῖσί τε P. 12.12

    ἅρμα Νεμέᾳ τ N. 1.7

    θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε N. 1.56

    στεφάνων ἀρετᾶν τε N. 3.8

    ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα N. 3.19

    Αἰακῷ γένει τε N. 3.28

    κυνῶν δολίων θ' ἑρκέων N. 3.51

    τετραορίας ἥροάς τ N. 4.29

    τεθμὸς ὧραί τ N. 4.34

    οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ N. 4.67

    ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2

    Αἰακίδας ἐγέραιρεν ματρόπολίν τε N. 5.8

    Θέτιν Πηλέα θ N. 5.26

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος N. 5.44

    ἀφνεὸς πενιχρός τε N. 7.19

    ἐπεὶ ψεύδεσί οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι (supp. Hermann: τε om. codd.) N. 7.22

    τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50

    ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.86

    ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι N. 7.99

    τρὶς τετράκι τ N. 7.104

    Διὸς Αἰγίνας τε N. 8.6

    πάτρᾳ Χαριάδαις τ (Sandys: τε codd.) N. 8.46

    τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    πατρίων οἴκων ἀπό τ' Ἄργεος N. 9.14

    ὅπλοισιν ἱππείοις τε σὺν ἔντεσιν N. 9.22

    σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    Δαναοῦ πόλιν ἀγλαοθρόνων τε πεντήκοντα κορᾶν N. 10.1

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε N. 10.12

    ποτὶ βουθυσίαν Ἥρας ἀέθλων τε κρίσιν N. 10.23

    Θρασύκλου Ἀντία τε N. 10.40

    ποδῶν χειρῶν τε (Er. Schmid: ποδῶν τε χειρῶν (τε) codd.) N. 10.48

    θεὸς ἔμμεναι οἰκεῖν τ' οὐρανῷ N. 10.58

    Ἀρισταγόραν πάτραν τ N. 11.20

    κωμάσαις ἀνδησάμενός τε N. 11.28

    αἶσαν Ἐρχομενοῖό τε πατρῴαν ἄρουραν I. 1.35

    καὶ τόθι κλειναῖς τ' Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς (τ supp. Bergk, om. codd.: καὶ τόθι. κλειναῖς δ coni. Heyne) I. 2.19

    φθιμένων ζωῶν τε φωτῶν I. 4.10

    κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26

    ἁλὸς ἐξευρὼν θέναρ, ναυτιλίαισί τε πορθμὸν ἡμερώσαις (? c. τε v. 55) I. 4.57 διπλόαν νίκαν ἀνεφάνατο παίδων τε τρίταν (τε supp. Hermann, om. codd.) I. 4.71

    Κάστορος δ' αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ I. 5.33

    Αἰακοῦ παιδῶν τε I. 5.35

    Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ Νηρείδεσσί τε πεντήκοντα I. 6.6

    Ἀίδαν γῆράς τε I. 6.15

    Κλωθὼ κασιγνήτας τε I. 6.17

    αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα Ἀμφιάρηόν τε I. 7.33

    Κλεάνδρῳ τις ἁλικίᾳ τε I. 8.1

    υἱέες υἱέων τ' ἀρηίφιλοι παῖδες I. 8.25

    Ζεὺς ἀγλαός τ' ἔρισαν Ποσειδὰν I. 8.27

    Αἴγιναν σφετέραν τε ῥίζαν I. 8.56

    οἷοι δ' ἀρετὰν δελφῖνες ἐν πόντῳ, ταμίαι τε σοφοὶ Μοισᾶν ἀγωνίων τ ἀέθλων (bis) I. 9.7—8. Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ fr. 2. 2.

    Ἐνιαυτὸς ὧραί τε Pae. 1.6

    Θρονίας Ἄβδηρε χαλκοθώραξ [Πος]ειδᾶνός τε παῖ Pae. 2.2

    Ἀπόλλωνα πάρ τ' Ἀφρο[δίταν Pae. 2.5

    πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε Pae. 4.41

    κεραυνῷ τριόδοντί τε Pae. 4.43

    πλούτου πειρῶν μακάρων τ ἐπιχώριον τεθμὸν ἀπωσάμενος Pae. 4.46

    ἔταις τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς Pae. 6.11

    σὺν πατρὶ Μναμοσύνᾳ τε Pae. 6.56

    τεκέων ἀλόχων τε Pae. 8.78

    καλάμῳ μήδεσί τε φρενὸς Pae. 9.37

    κρόταλ αἰθομένα τε δαὶς Δ. 2. 1. στεφάνων τᾶν τ ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. πάνδοξον Αἰολάδα σταθμὸν υἱοῦ τε Παγώνδα Παρθ. 2. 1. Ἀγασικλέει ἐσλοῖς τε γονεῦσιν Παρθ. 2.. ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. πέλλαι πίθοι λτ;τε> (supp. Schwartz: τε om. codd. Plutarchi) *fr. 104b. 5.* ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τε> (supp. Boeckh, om. codd. Plutarchi) Θρ... τερπνῶν χαλεπῶν τε fr. 131b. 4. σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες fr. 133. 4. ἄνακτι πατρί τε fr. 140a. 64 (38). πόντον ὠκείας τ' ῥιπάς fr. 140c. 2. μένω[ν Ἀμ]φιτρύωνί τε σᾶμα χέω[ν (τε in lacuna add. Snell) fr. 169. 48. ἀγλαὰ χθὼν πόντου τε ῥιπαὶ fr. 220. 3. θεὸν ἄνδρα τε fr. 224. κάπρων λεόντων τε fr. 238. where τε joins words in apposition,

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος πύργος ἄστεος ὄμμα τε φαεννότατον P. 5.56

    πρόσθα μὲν ἶς Ἀχελωίου τὸν ἀοιδότατον Εὐρωπία κράνα Μέλανός τε ῥοαὶ τρέφον κάλαμον ( τε ποταμου ροαι Π: ποταμοῦ del. Wil.) fr. 70. 2.

    διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων κῶμόν τ P. 3.73

    where the coordination is irregular, cf. A. 4 infra,

    Οὐλυμπιονίκαν δέξαι Χαρίτων θ' ἕκατι τόνδε κῶμον O. 4.9

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    ξεστὸν ὅταν δίφρον ἔν θ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον P. 2.11

    παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς P. 12.9

    παρθενηίοις παίδων τ' ἐφίζοισα γλεφάροις N. 8.2

    Πυθῶθεν Ὀλυμπιάδων τ' ἐξαιρέτοις Ἀλφεοῦ ἔρνεσι φράξαι χεῖρα I. 1.65

    ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν fr. 42. 3. θεόν, τὸν Βρόμιον, τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν (τε om. codd. nonnulli) fr. 75. 10.
    b joining clauses χρυσέαισί τ' ἄν ἵπποις (Er. Schmid: κἀν, ἀν codd.) O. 1.41

    ὃς Ἕκτορα σφᾶλε Κύκνον τε θανάτῳ πόρεν O. 2.82

    κολλᾷ τε O. 5.13

    αἰτήσων πόλιν δαιδάλλειν, σέ τ, Ὀλυμπιόνικε, φέρειν γῆρας O. 5.21

    ὃς ἄνασσε Φαισάνᾳ λάχε τ' Ἀλφεὸν οἰκεῖν O. 6.34

    ( Ἑρμᾶν)

    ὃς ἔχει Ἀρκαδίαν τ' εὐάνορα τιμᾷ O. 6.80

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται P. 1.15

    ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν τελεύτασέν τε πόνους Δαναοῖς P. 1.54

    ἤθελον Χίρωνά κε ζώειν βάσσαισί τ' ἄρχειν P. 3.4

    κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι δέρμα τε ἄγεινP. 4.161, cf. P. 4.294 ὅτι μοι ὑπάν-

    τασεν μαντευμάτων τ' ἐφάψατο συγγόνοισι τέχναις P. 8.60

    εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι, ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν N. 9.54

    εἰ δέ τις μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους, ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων ἐπέδειξεν βίαν N. 11.14

    εἰ γάρ τις πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰν σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν I. 6.12

    οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ζηνί τε ἅδον (Er. Schmid: θ' ἅδον cod.) 1. 8. 18. with irregular coordination,

    ὕμνον κελάδησε ὅρμον στεφάνων πέμψαντα Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις οὕνεκ Ἀμφιτρύωνος κτἑ N. 4.19

    , cf. N. 5.26, A. 4 infra.
    c joining sentences [ τέκε τε (byz.: ἃ τέκε codd.: ἔτεκε Boehmer) O. 1.89]

    Σικελίας τ O. 2.9

    Ἀχιλλέα τ O. 2.79

    μετάλλασσέν τε O. 6.62

    O. 8.19

    εὐφράνθη τε O. 9.62

    Ἄργει τ' ἔσχεθε O. 9.88

    ὁπᾷ τε O. 10.11

    μέλει τε O. 10.14

    δέξαι τε (δὲ v. l.) O. 13.29

    Νέμεά τ O. 13.34

    ὅσσα τε O. 13.43

    εὗρεν δεῖξέν τε O. 13.75

    ἀλαθής τε O. 13.98

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    κλέπτει τε P. 3.29

    ἕδνα τε P. 3.94

    κυλινδέσκοντό τε P. 4.209

    λιτάς τ P. 4.217

    καταίνησάν τε P. 4.222

    ἔν τ' ὠκεανοῦ P. 4.251

    Παιάν τέ σοι τιμᾷ φάος P. 4.270

    εὐθύτονόν τε P. 5.90

    τίν τ, Ἐλέλιχθον P. 6.50

    ἅρπασ, ἔνεικέ τε P. 9.6

    στάξοισι θήσονταί τεP. 9.63

    ὁδοί τε P. 9.68

    ἄφωνοί θ P. 9.98

    στρατῷ τ P. 10.8

    χαίρει γελᾷ θ P. 10.36

    δάφνᾳ τε P. 10.40

    ἔπεφνέ τε P. 10.46

    ἀδελφεοῖσί τ P. 10.69

    μάντιν τ' ὄλεσσε (perhaps with μέν v. 31) P. 11.33

    κατένευσέν τε N. 1.14

    ἰδίᾳ τ N. 3.24

    κάπρους τ N. 3.47

    γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν N. 3.57

    πίτναν τ N. 5.11

    φράσθη κατένευσέν τε N. 5.34

    τόλμαν τε N. 7.59

    ἔν τε δαμόταις N. 7.65

    πατρί τ (codd.: δ Heyne e Σ.) N. 10.12

    εἶδ' Ἀπόλλων μιν πόρε τ I. 2.18

    ἁδυπνόῳ τε I. 2.25

    πέλονται ἔν τ' ἀγωνίοις I. 5.7

    ὔμμε τ I. 6.19

    εἶπέν τε I. 6.51

    τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    υἱοῖσί τε I. 6.68

    φέρει γὰρ ἄγει τ I. 7.22

    μάτρωί τ I. 7.24

    ἔσσυταί τε I. 8.61

    ἀμφί τε Pae. 2.97

    ἐρικυδέα τ' Pae. 5.39

    ἔκλαγξέ θ (G—H: τε Π.) Πα. 8A. 10.

    Εὐρίπου τε Pae. 9.49

    ἀλκάεσσά τε Δ. 2. 1. δεῦτ' ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι, ἐπί τε κλυτὰν πέμπετε χάριν fr. 75. 2. Διόθεν τε fr. 75. 7. ἐναργέα τ fr. 75. 13. τελευταί τε fr. 108a. 4.
    2 in enumeration,
    a AB τε C τε (D τε)

    ἕδος νέμων, ἀέθλων τε κορυφὰν πόρον τ' Ἀλφεοῦ O. 2.13

    ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τ O. 7.74

    ὅ τ' ἐν Ἄργει τά τ ἐν Ἀρκαδίᾳ ἀγῶνές τ Πέλλανά τ· Αἰγίνᾳ τε ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.83

    —6.

    ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν Πυθοῖ τ μηνός τε O. 13.38

    ὦ πότνἰ Ἀγλαία φιλησίμολπέ τ' Εὐφροσύνα Θαλία τ O. 14.14

    —5.

    Ζηνὸς Ἀλκμήνας θ' ἑλικογλεφάρου Λήδας τε P. 4.172

    ὤρεγον χεῖρας, στεφάνοισί τέ μιν ποίας ἔρεπτον, μειλιχίοις τε λόγοις ἀγαπάζοντ P. 4.240

    ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τ ἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τ ἔθνει γυναικῶν P. 4.251

    —2.

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ ἔν τε σοφοῖς P. 4.294

    —5.

    νέμει, πόρεν τε κίθαριν, δίδωσί τε μυχόν τ' ἀμφέπει P. 5.65

    ἔν τε πέφανταί θ' ὅσαι τ θεός τε P. 5.114

    —7.

    Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας μυχῷ τ ἐν Μαραθῶνος, Ἥρας τ ἀγῶν δάμασσας ἔργῳ P. 8.78

    —80.

    παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται P. 10.39

    λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ἀναγκαῖον λέχος P. 12.14

    παρὰ Κασταλίαν τε πόντου τε γέφυρ' βοτάνα τε N. 6.37

    —42.

    παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34

    ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι, τύχᾳ τε μολὼν καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον, Μοίσαισί τ ἔδωκ ἀρόσαι N. 10.25

    —6. “θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ ἌρειN. 10.84

    Ποσειδάωνι Ἰσθμῷ τε ζαθέᾳ Ὀγχηστίαισίν τ' ἀιόνεσσιν I. 1.32

    ναίει τετίματαί τε Ἥβαν τ' ὀπυίει I. 4.59

    Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε

    κώμων Εὐθυμένει τε I. 6.58

    αἵμασσε γεφύρωσέ τ' Ἑλέναν τ ἐλύσατο I. 8.51

    στοναχαὶ μανίαι τ' ἀλαλαί τ Δ. 2. 13. τότε βάλλεται ἴων φόβαι, ῥόδα τε κόμαισι μείγνυται, ἀχεῖ τ ὀμφαὶ οἰχνεῖ τε χοροί fr. 75. 16—9 in apposition,

    βωμοὺς ἐγέραρεν ἁμίλλαις, ἵπποις ἡμιόνοις τε μοναμπυκίᾳ τε O. 5.6

    —7.
    b AB τε καὶ C ( καὶ D)

    ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατρὸς ἑορτὰν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος O. 6.96

    χείρεσσι ποσίν τε καὶ ἅρματι O. 10.62

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει κασιγνήτα τε Δίκα καὶ ὁμότροφος Εἰρήνα (v. l. κασίγνηταί) O. 13.6—7. “ τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται Λακεδαίμονος Ἀργείου τε κόλπου καὶ ΜυκηνᾶνP. 4.49

    Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70

    Ἐμμενίδαις ποταμίᾳ τ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν λτ;γτ;ενοκράτει P. 6.6

    ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλόν κελαδήσετ P. 11.9

    Νεμέας Ἐπιδαυρόθεν τ' ἄπο καὶ Μεγάρων N. 3.84

    πῦρ δὲ παγκρατὲς θρασυμαχάνων τε λεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμὰν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ( καὶ Ahlwardt: τε codd.) N. 4.62—4.

    Μοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ καὶ λείριον ἄνθεμον ποντίας ὑφελοῖσ ἐέρσας N. 7.78

    σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν I. 1.56

    c AB τε C τε καὶ D

    ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς O. 5.11

    —12.

    τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δὶς κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ τετράκις εὐτυχέων Νεμέᾳ τ ἄλλαν ἐπ ἄλλᾳ καὶ κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.81

    —3.
    d miscellaneous τε, καὶ connections Ἄργει θ (δ v. l.)

    ὅσσα ὅσα τ' Πέλλανά τε καὶ Σικύων καὶ Μέγαῤ Αἰακιδᾶν τ εὐερκὲς ἄλσος, ἅ τ Ἐλευσὶς καὶ λιπαρὰ Μαραθών, ταί θ ἅ τ Εὔβοια O. 13.107

    —112.

    Ζῆνα καὶ ῥιπὰς ἀνέμους τ' ἐκάλει νύκτας τε καὶ πόντου κελεύθους ἄματά τ εὔφρονα καὶ μοῖραν P. 4.194

    —6.
    f A καὶ BC τε, v. καί.
    3 in anaphora [ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδέν τέ μιν (δέ coni. Hermann) O. 9.32]

    ἐκ πόντου ἔκ τε ματρυιᾶς ἀθέων βελέων P. 4.162

    ἀπὸ γᾶς ἀπό τε κτεάνων P. 4.290

    κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις I. 4.26

    ὑπὲρ χθονὸς ὑπέρ τ' ὠκεανοῦ Pae. 8.15

    χάλκεοι μὲν τοῖχοι, χάλκ[εαί] θ ὑπὸ κίονες ἔστασαν Πα. 8. 68, cf. O. 9.94, [N. 1.37]
    4
    a where τε is irregularly connective, almost καὶ ταῦτα. (for irregularly positioned τε, v. A. 1. a, b, sub fin.; μέν τε; B. b.; D: cf. Schr., Pyth. Comm., on P. 1.75) πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα, πάτρῳ τ' ἐπερχόμενος ἀγλαίαν ἅπασαν (Bergk: ἔδειξεν ἅπασαν codd.) P. 6.46

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    cf. P. 1.70

    ἀλλ' ἔμπαν μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν, ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες N. 11.45

    b where τε is inclusive rather than connective τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται, Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν Πυθέᾳ τε, παγκρατίου (ἀμφοτέροις ὑμῖν, σοί τε καὶ τῷ Πυθέᾳ Σ: v. W. Schulze, Q. E., 416; Kl. Schr., 325) I. 5.19
    c in hendiadys

    ἀνὰ δ' ἡμιόνοις ξεστᾷ τ ἀπήνᾳ P. 4.94

    d and, in particular

    Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ O. 3.39

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν Πηλέα θ, ὥς τέ νιν ἁβρὰ Κρηθεὶς Ἱππολύτα δόλῳ πεδᾶσαι ἤθελε N. 5.26

    [
    e dub. ἀρχαῖον ὀτρύνων λόγον, ὡς, ἐπεὶ μόλεν, ὥς τ' οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν κροκωτὸν σπάργανον ἐγκατέβα (τ del. Hermann, edd. plerique) N. 1.37] B τε τε combined, where the first τε is not connective.
    a joining words, phrases, sentences

    δίφρον τε χρύσεον πτέροισίν τ' ἀκάμαντας ἵππους O. 1.87

    εἴη σέ τε πατεῖν, ἐμέ τε ὁμιλεῖν O. 1.115

    ἐγκωμίων τε μελέων λυρᾶν τε τυγχανέμεν O. 2.47

    Τυνδαρίδαις τε χρύσεον ἁδεῖν καλλιπλοκάμῳ θ' Ἐλένᾳ O. 3.1

    αἴτει σκιαρόν τε φύτευμα στέφανόν τ' ἀρετᾶν O. 3.18

    ἀκαμαντόποδός τ' ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα O. 5.3

    Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμῶν τ' Ἀλφεὸν O. 5.18

    ὄφρα κελεύθῳ τ' ἐν καθαρᾷ βάσομεν ὄκχον ἵκωμαί τε O. 6.23

    ἑορτάν τε τεθμόν τε O. 6.69

    [O. 7.5, v. B. b. infra]

    πατρί τε κόρᾳ τ' ἐγχειβρόμῳ O. 7.43

    Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.6

    σόν τε, Κασταλία, πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθρον O. 9.17

    ἔκ τ' Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν O. 9.68

    ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν O. 10.43

    ἁδυεπής τε λύρα γλυκύς τ' αὐλὸς O. 10.93

    ἰδέᾳ τε καλὸν ὥρᾳ τε κεκραμένον O. 10.103

    Τερψίᾳ θ' Ἐριτίμῳ τ (θ om. codd. nonnulli.) O. 13.42

    μῆτίν τε γαρύων πόλεμόν τ O. 13.50

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι Σικελία τ P. 1.18

    ἁνία τ' ἀντ ἐρετμῶν δίφρους τε νωμάσοισινP. 4.18

    ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος εὐρυβίᾳ P. 9.13

    ἀκόντεσσίν τε χαλκέοις φασγάνῳ τε P. 9.20

    Αἰγίνᾳ τε γάρ, φαμί, Νίσου τ' ἐν λόφῳ P. 9.90

    πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι (codd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.47—9.

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε P. 12.13

    —4.

    ἐγὼ δὲ κείνων τέ μιν ὀάροις λύρᾳ τε κοινάσομαι N. 3.11

    οἴκοι τ' ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.45

    —6.

    πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ N. 8.13

    ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις σφίσιν ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23

    τοὶ μὲν ὦν λέγονται πρόξενοί τ' ἀμφικτιόνων κελαδεννᾶς τ ὀρφανοί ὕβριος I. 4.8

    ἱπποτρόφοι τ' ἐγένοντο, χαλκέῳ τ Ἄρει ἅδον I. 4.14

    —5.

    ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27

    φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου, σθένει τ' ἔκπαγλος ἰδεῖν τε

    μορφάεις I. 7.22

    σώφρονές τ' ἐγένοντο πινυτοί τε θυμόν I. 8.26

    κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερὶ τριόδοντός τ I. 8.35

    Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας I. 8.67

    Οὐρανοῦ τ' εὐπέπλῳ θυγατρὶ Μναμοσύνᾳ κόραισί τ Πα. 7B. 15. θεοί· πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ζωσαμένα τε πέπλον ὠκέως χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 6.
    b with irregular coordination ἔννεπε κρυφᾷ τις ὕδατος ὅτι τε πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμὰν μαχαίρᾳ τάμον κατὰ μέλη, τραπέζαισί τ' διεδάσαντο (τε = σε, Christ, Wackernagel) O. 1.48 τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας ( παρέστασ' ἔν coni. Peek, Phil., 1958, 319) O. 6.42

    συμποσίου τε χάριν κᾶδός τε τιμάσαις O. 7.5

    ἔχω καλά τε φράσαι, τόλμα τε ὀρνύει λέγειν O. 13.11

    ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12

    τὶν δ' ἐπέοικεν Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα N. 7.95

    υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶν” ( Ἄρει χεῖρας ἐναλ. codd., transp. Hermann, τ add. Boeckh) I. 8.37

    ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ I. 8.57

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε] ἔρριψεν ἑάν τ ἔφανεν φυὰν (ἄειρ[ε νέᾳ τε] e. g. Snell) Πα. 2. 1. ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώταις ἐπὶ νίκαις (deest τε alterum propter lacunam) Παρθ. 2.. ὃς Ζεφύρου τε σιγάζει πνοὰς αἰψηράς, ὁπόταν τε χειμῶνος σθένει φρίσσων Βορέας ἐπισπέρχησ' Παρθ. 2. 16—8.
    c in apposition.

    δεῖξέν τε Κοιρανίδᾳ πᾶσαν τελευτὰν πράγματος, ὥς τ' ὥς τ O. 13.75

    —6.

    τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, Περικλύμεν P. 4.175

    ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες, οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    —12. μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς, μηλοβότα

    τ' ἀρότᾳ τ ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει I. 1.48

    Τροίας ἶνας ἐκταμὼν δορί Μέμνονός τε βίαν ὑπέρθυμον Ἕκτορά τ' ἄλλους τ ἀριστέας I. 8.54

    d in anaphora ὅσσα τ' ἔριξε λευκωλένῳ ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων ὅσα τε Πολιάδι Πα. 6. 87—9, cf. O. 13.75—6.
    e in enumeration,

    τε τε τε νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις ἅρμασί τε γλαφυροῖς ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.11

    —2. C τε in combination with other particles
    a

    τε δέ, ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο P. 4.80

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.11

    ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    —30. ὁ δ' ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[..].ε τεῖρε δὲ fr. 169. 26—9.
    b τε δὲ τε, τί ἔρδων φίλος σοί τε, καρτερόβρεντα Κρονίδα, φίλος δὲ Μοίσαις, Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην fr. 155. 1.
    c δὲ τε δέ, v. δέ, N. 5.51—4.
    d

    τε οὐδέ, Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ θρασύγυιον P. 8.36

    cf. οὔτε οὐδέ.
    e

    οὔτε τε οὐ, ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40

    [
    f dub., τε ἤ, Δί λτ;τεγτ; μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν (supp. Hermann: Διὶ μισγ. codd.: Ζηνὶ μισγ. Tricl.) I. 8.35]
    g τε ἠδέ, καὶ τότ' ἐγὼ σαρκῶν τ ἐνοπὰν λτ;γτ; ἠδ ὀστέων στεναγμὸν βαρύν” fr. 168. 5.
    h τε καί, v. καί. D not in second position
    a

    νέοις ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε πολέμου O. 2.44

    ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ' ὠδῖνός τ ἐρατᾶς ( ὑπ' ὠδίνεσσ ἐραταῖς coni. Wil., Snell) O. 6.43

    ἐν Μεγάροισίν τ O. 7.86

    ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.4

    ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ O. 14.18

    ἐπ' Ἀπόλλωνός τε κράνᾳ P. 4.294

    ἐν δίκᾳ τε N. 5.14

    παρὰ Κασταλίαν τε N. 6.37

    ἐν σοφοῖς

    ἀνδρῶν ἐν δικαίοις τε N. 8.41

    ὑπὲρ πολλῶν τε N. 9.54

    ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27

    ἐπὶ θρῆνόν τε πολύφαμον ἔχεαν I. 8.58

    ]ἐν δαιτί τε Πα. 13. a. 21.
    b after art.

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 43.
    c after voc. Αἶαν, τεόν τ' ἐν δαιτί, Ἰλιάδα (Hermann: Αἰάντειόν τ codd.: Αἰάντεόν τ Boeckh) O. 9.112
    d v. also A. 1. a, b sub. fin.; A. 4; B. b.; μέν τε. E fragg.

    θεᾶς θ' Pae. 3.15

    ἀγ]λαάν τ ἐς αὐλὰν Pae. 7.3

    φωνᾷ τά τ ἐόντα τε κα[ὶ Pae. 8.83

    ἥρωί τε βω[ Πα. 13. a. 1. ]ιόν τε σκόπελον Δ. 3. 1. ]ς τε χάρμας Δ. 3. 13. ]εες τ' ἀοιδαί Δ. 3. 1. ]αν λέχεα τ ἀνα[γ]καῖα δολ[ Δ.. 1. ]γένος τε δαιμο[ Δ... ]σι τε ῥοδ[ Δ. 4. c. 2. χάριτάς τ fr. 128. 1. ]ισσαι τε φιλοφροσύναι Θρ.. 1. ]ν ὀρθαι τε Θρ.. 1. ἐπερχόμενόν τε *fr. 140c. 1* λιπαρᾶν τε fr. 196. κακόφρονά τ fr. 211. ξεινοδόκησέν τε fr. 311. Φερσεφόνᾳ ματρί τε ?fr. 346c. 1.

    Lexicon to Pindar > τε

  • 11 μέν

    1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.
    a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75

    οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    μαντεύσατο

    δ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32

    Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    ( ὄρος)

    τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30

    πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72

    δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).

    τῶν μὲν κλέος P. 4.174

    Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61

    ( Αἰακὸν)

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    ( Ἀχιλεύς)

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    ( καὶ κεῖνος)

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)

    μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4

    cf. fr. 140b. 16.
    b emphasising adv., esp. temporal.

    νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    σάμερον μὲν χρή P. 4.1

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11

    ( Διόσκουροι)

    μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54

    adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου ΑἰακίδᾳI. 8.38
    c emphasising verb.

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279

    d where the balancing thought is,
    I suppressed.

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46

    ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43

    πρῶτον μὲν fr. 30. 1.
    II not expressed in coordinated clause.

    ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19

    τοὺς μὲν ὦν P. 3.47

    τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,

    ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154
    f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]

    ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14

    ]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]

    α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3

    ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.
    g γε μέν, v. 4.
    a where sentences are opposed.

    ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84

    θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57

    παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65

    τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44

    τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8

    κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15

    —8.

    νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63

    —5.

    τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67

    τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86

    ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοιP. 4.116

    μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95

    μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23

    ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.

    οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1

    —9.

    ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50

    —1.

    ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳI. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.
    b where sentences are joined.

    ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25

    — 30.

    Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48

    —9.

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41

    κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.

    αὐτὰ δὲ O. 7.49

    —50.

    Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45

    —7.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93

    —4.

    ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283

    —4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς

    αἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15

    —20.

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    —8.

    τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55

    —6.

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64

    ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118

    —9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.

    ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43

    ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44

    —5.

    καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53

    —4.

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42

    πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28

    —9.

    τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19

    —21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.
    c where subordinate clauses are joined.

    εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42

    ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64

    —5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δ

    ἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2

    —3.

    τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21

    —2.

    τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25

    —6. ( πάρφασις)

    ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    d where parts of sentences are opposed or joined.

    ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16

    αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48

    —9.

    τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26

    πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62

    οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    —6.

    Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85

    ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3

    τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27

    —8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δN. 10.87—8.

    ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90

    ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41

    κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.
    e explicative, distributive.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72

    γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38

    , cf. O. 13.58, P. 2.48

    διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179

    Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1

    φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν

    λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83

    —5.

    ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30

    I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δO. 10.64

    ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125

    —6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —113.

    ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13

    —6.

    ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48

    μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7

    —11.

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30

    —4.

    τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37

    —41.

    ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2

    σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.
    II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.

    ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111

    —3.

    Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3

    πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14

    ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10
    IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.
    g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).

    ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —41.

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65

    τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8

    —12.

    ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51

    τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97

    —100.

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32

    τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41

    διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55

    ἀλλὰ

    βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29

    ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    , cf. P. 3.51
    h with anaphora.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123

    ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8

    τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27

    ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87

    εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3

    —4.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6

    —7.

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7

    —8.

    ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71

    διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22

    ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.
    i where the μέν cl. has concessive force.

    σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107

    κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24

    cf.

    μὲν ἀλλά P. 4.139

    ; P. 6.23
    k indicating comparison.

    λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39

    l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.

    Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13

    οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲν

    φωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66

    ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11

    οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52

    —5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58

    διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6

    —7.

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37

    χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48

    —9 cf. N. 9.48

    ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11

    λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθωI. 6.47—9.

    μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25

    —6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.
    m μέν δέ combined with other particles.
    I

    μὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10

    cf. O. 1.111
    II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5

    ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-

    μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33

    n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.
    3 μέν balanced with particles other than δέ.
    a μέν ἀλλά lang=greek>
    I

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1

    λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50

    ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22

    ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55

    ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲP. 4.139

    ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46

    —52, cf. fr. 106.
    II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.

    παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19

    —24.
    b μέν τε.
    I

    χαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88

    ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12

    βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69

    τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88

    παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39

    ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε

    δᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    —1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.
    II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.

    μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14

    —6.

    εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4

    κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249

    —51.
    III irregularly coordinated.

    ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14

    αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37

    ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.
    d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),

    ἀγωνίας δ P. 5.109

    —13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]
    c

    μὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104

    d μὲν αὖτε. ( θεός)

    ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89

    , cf. I. 6.3—7.
    e

    μέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168

    Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.
    f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.
    4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83

    Lexicon to Pindar > μέν

  • 12 μιμνήσκω

    μιμνήσκω (not [suff] μιμν-ήσκω, v. infr.), [tense] fut. μνήσω: [tense] aor. ἔμνησα: causal Verb, formed in [tense] pres. and [tense] impf. from μέμνημαι as πιπράσκω from πέπραμαι:—
    II ἔμνασεν ἑστίαν πατρῴαν.. νικῶν recalled it to memory, made it famous, Pi.P.11.13.—[voice] Act. is mostly [dialect] Ep., used once in Trag. (lyr.), E.Alc. 878: compds. with ἀνα- or ὑπο- were preferred in Prose.
    B [voice] Med. and [voice] Pass. [full] μιμνήσκομαι, imper. - ήσκεο Il.22.268: [dialect] Ep. [tense] impf.

    μιμνήσκοντο 13.722

    (the [tense] pres. only in later Prose, Pl.Ax. 368a, D.H.1.13, Plu.2.653b; μέμνημαι serving as [tense] pres. in early writers): other tenses are formed from the stem μνη- (v. μνάομαι): [tense] fut.

    μνήσομαι Od.7.192

    , Sapph.32;

    μνησθήσομαι Hdt.6.19

    , E.Med. 933, etc.; also

    μεμνήσομαι Il.22.390

    , Od.19.581, Hdt.8.62, E.Hipp. 1461, Pl.Phlb. 31b, etc.: [tense] aor. ἐμνησάμην, inf.

    μνήσασθαι Od.4.331

    , Tyrt.12.1, Hdt. 7.39; rare in Trag., as S.OT 564; [dialect] Ep.

    μνησάσκετο Il.11.566

    ; Trag. also ἐμνήσθην (used by Hom. only in Od.4.118), S.El. 373, etc.; [dialect] Aeol.

    ἐμνάσθην Sapph.Supp.4.11

    : [tense] pf. μέμνημαι, [dialect] Aeol.

    μέμναιμαι Alc. Supp.28.6

    , in [dialect] Att. always in [tense] pres. sense, as also freq. in Hom.; [ per.] 2sg.

    μέμνηαι Il.21.442

    ,

    μέμνῃ 15.18

    ; imper. μέμνησο, [dialect] Dor.

    μέμνᾱσο Epich. 250

    , etc., [dialect] Ion.

    μέμνεο Hdt.5.105

    ; subj.

    μέμνωμαι -ώμεθα Od.14.168

    , S.OT49; [dialect] Ion. - εώμεθα Archil.(?) in PLit.Lond.54.4; opt.

    μεμνῄμην Il.24.745

    , -

    ῇτο Ar.Pl. 991

    (μεμνῇο, -ῇτο shd. prob. be read for -ῷο or - οῖο, -ῷτο in X.An.1.7.5, Cyr.1.6.3, and μεμνοῖτο is dub. in Crates Com.50); [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    μεμνέῳτο Il.23.361

    ; [dialect] Dor. [ per.] 3pl.

    μεμναίατο Pi. Fr.94

    ; inf. μεμνῆσθαι; [dialect] Aeol. imper.

    μέμναισο Sapph.Supp.23.8

    ; part. μεμνημένος: [tense] plpf.

    ἐμεμνήμην Isoc. 12.35

    ; [dialect] Ion. [ per.] 3pl.

    ἐμεμνέατο Hdt.2.104

    :— remind oneself of a thing, call to mind:—Constr.: sts. c. acc., remember,

    Τυδέα δ' οὐ μέμνημαι Il.6.222

    , cf. 9.527, Od.14.168, S.OT 1057, Pl.Lg. 633d, D.44.7; esp. with relat. clause following,

    μ. τὸν στόλον ὡς ἔπρηξε Hdt.7.18

    ;

    μέμνησο δ' ἀμφίβληστρον ὡς ἐκαίνισας A.Ch. 492

    ;

    μ. τὸν Εὐφραῖον, οἷ' ἔπαθεν D.9.61

    ; also μέμνησο ἐκεῖνο, ὅτι .. X.Cyr.2.4.25; μεμνώμεθα ταῦτα περὶ ἀμφοῖν, ὅτι .. Pl. Phlb. 31a: more freq. c. gen.,

    φίλου μεμνήσομ' ἑταίρου Il.22.390

    ;

    τοῦ ποτε μεμνήσεσθαι ὀΐομαι Od.19.581

    ;

    οὐδὲ παῖδος οὐδὲ φίλων τοκήων οὐδὲν ἐμνάσθη Sapph.Supp.

    l. c., cf. Hdt.8.62, E.Hipp. 1461, etc.; also

    μεμνημένος ἀμφ' Ὀδυσῆϊ Od.4.151

    ;

    ἀμφὶ Διώνυσον.. μνήσομαι h.Hom. 7.2

    ;

    περὶ πομπῆς μνησόμεθα Od.7.192

    :—[voice] Pass., to be remembered (not in early Prose),

    τὰ παραπτώματα οὐ μνησθήσεται LXX Ez.18.22

    ;

    αἱ ἐλεημοσύναι σου ἐμνήσθησαν Act.Ap.10.31

    , cf. Apoc.16.19.
    2 c. inf.,

    μέμνηντο γὰρ αἰεὶ ἀλλήλοις.. ἀλεξέμεναι Il.17.364

    ;

    μέμνησο δ' εἴκειν A.Supp. 202

    ;

    μέμνησο δάκνειν, διαβάλλειν Ar.Eq. 495

    ;

    μεμνήσθω ἀγαθὸς ἀνὴρ εἶναι X.An.3.2.39

    ;

    μέμνησθέ μοι μὴ θορυβεῖν Pl.Ap. 27b

    .
    3 after Hom., c. part., θνατὰ μεμνάσθω περιστέλλων μέλη let him remember that he clothes, Pi.N.11.15; μέμνημαι κλύων I remember hearing, A.Ag. 830;

    μεμνήμεθα ἐλθόντες E.Hec. 244

    ;

    μ. ἀκούσας X.Cyr.1.6.3

    , etc.: folld. by a relat.,

    μέμνησ', ὅπως εὖ μοι στομώσεις αὐτόν Ar.Nu. 1107

    .
    4 abs.,

    ἀφ' οὗ Ἕλληνες μέμνηνται Th.2.8

    , cf. 5.66: [tense] pf. part. μεμνημένος in commands, ὧδέ τις.. μεμνημένος ἀνδρὶ μαχέσθω let him fight with good heed, let him remember to fight, Il.19.153, cf. 5.263, Hes.Op. 422, etc.
    II make mention of, c. gen.,

    τῶν νῦν μοι μνῆσαι Od.4.331

    ; Μοῦσαι, μνησαίαθ' ὅσοι ὑπὸ Ἴλιον ἦλθον (i. e. τῶν, ὅσοι) Il.2.492; also

    μνήσασθαι περί τινος Hdt.7.39

    : freq. in [tense] aor. [voice] Pass. μνησθῆναι, Od.4.118, S.Ph. 310;

    μνησθῆναι περί τινος Hdt. 1.36

    , cf. 9.45;

    περί τινος ἔς τινα Th.8.47

    , cf. 1.10, 37, etc.;

    μνησθεὶς ὑπὲρ τῆς εἰρήνης D.18.21

    ;

    μ. τινὸς πρός τινα Lys.1.19

    : later c. dat. pers., recall to one's memory, remind, ἐμνήσθην σοι καὶ παρόντι περί .. PLille12.1 (iii B. C.), cf. PCair.Zen.122.7, al. (iii B. C.): rarely c. acc.,

    ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί Pi.I.8(7).29

    : abs., μευ μεμναμένω εἰ φιλέεις με mentioning your name to see if.., Theoc.3.28.
    III give heed to,

    πατρὸς καὶ μητέρος Od.18.267

    ; μ. βρώμης give heed to food, 10.177; ὡς μεμνέῳτο δρόμου (v.l. δρόμους ) that he might give heed to the running, Il.23.361; μ. χάρμης, δαιτός, σίτου, 4.222, Od.20.246, Il.24.129;

    μεμνᾶσθαι πολέμου τε καὶ μάχας B.17.58

    ;

    ἀοιδᾶς Pi.Fr.94

    . ([dialect] Aeol. [full] μιμναίσκω (not μιμνᾴσκω) Hdn.Gr.2.79, 178; but [dialect] Ep., [dialect] Ion., [dialect] Att. [full] μιμνήσκω without ι, PCair.Zen. 15v.35 (iii B. C., ὑπο-), Inscr.Magn.16.27 (early ii B. C., [ ἀνα-]), SIG 704E18 (Delph., late ii B. C., ὑπο-), Did.in An.Ox.1.196; cogn. with Lat. memini, etc.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μιμνήσκω

  • 13 ἔχω

    ἔχω (A), [ per.] 2sg. ἔχεισθα cj. in Thgn. 1316 ( ἔχοισθα cod.), ἔχῃσθα cj. in Sapph.21 ( ἔχεισθα cod.); [ per.] 2sg. subj.
    A

    ἔχῃσθα Il.19.180

    : [tense] impf. εἶχον, [dialect] Ep.

    ἔχον Od.2.22

    , al., [dialect] Ion. and poet.

    ἔχεσκον Il.13.257

    , Hdt.6.12, Epigr.Gr.988.6 ([place name] Balbilla): [tense] fut. ἕξω, [dialect] Ep. inf.

    ἑξέμεναι Call.Aet.3.1.27

    (of duration) or σχήσω (of momentary action, esp. in sense check, v. infr. A. 11.9, not found in [dialect] Att. Inscrr. or NT); [ per.] 2sg.

    σχήσησθα h.Cer. 366

    codd.: [tense] aor. 1 ἔσχης α f.l.in Nonn.D.17.177, also

    ἔσχα IG3.1363.6

    , 14.1728, [ per.] 3pl. μετ-έσχαν ib.12(7).271.12 (Amorgos, iii A.D.): [tense] aor. 2 ἔσχον, imper.

    σχές S.El. 1013

    , E.Hipp. 1353 (anap.) ( σχέ only in Orac. ap. Sch.E.Ph. 638 (dub.l.), sts. in compds. in codd., as

    πάρασχε E.Hec. 842

    ,

    κάτασχε Id.HF 1210

    ); subj.

    σχῶ Il.21.309

    , etc.; opt.

    σχοίην Isoc. 1.45

    , in compds. σχοῖμι (as

    μετάσχοιμι S.OC 1484

    (lyr.),

    κατάσχοιμεν Th.6.11

    ); [ per.] 3pl.

    σχοίησαν Hyp.Eux.32

    ,

    σχοῖεν Th.6.33

    ; inf.

    σχεῖν Il. 16.520

    , etc., [dialect] Ep.

    σχέμεν 8.254

    (in Alexandr. Gr. [ per.] 3pl. [tense] impf. and [tense] aor. 2

    εἴχοσαν AP5.208

    (Posidipp. or Asclep.), v.l. in Ev.Jo.15.22,

    ἔσχοσαν Scymn.695

    ): for the poet. form ἔσχεθον, v. Σχέθω: [tense] pf.

    ἔσχηκα Pl.Lg. 765a

    , εἴσχηκα in Inscrr. of iii/i B.C., SIG679.54, etc.; [dialect] Ep. ὄχωκα is dub., v. συνόχωκα:—[voice] Med., [tense] impf.

    εἰχόμην Pi.P.4.244

    , etc.: [tense] fut.

    ἕξομαι Il.9.102

    , etc.; σχήσομαι ib. 235, Ar.Av. 1335, more freq. in compds. ( ἀνα-) A.Th. 252, ( παρα-) Lys.9.8, etc.: [tense] pf. [voice] Pass. παρ-έσχημαι in med. sense, X.An.7.6.11, etc.: [tense] aor. 2

    ἐσχόμην Hom.

    , Hdt.6.85, rare in [dialect] Att. exc. in compds.; imper.

    σχέο Il.21.379

    ,

    σχέσθε 22.416

    , later σχοῦ in compds. ( ἀνά- ) E. lon947, etc.; inf.

    σχέσθαι Od.4.422

    , Hes.Fr.79:—[voice] Pass., [tense] fut. [voice] Med. ἐν-έξομαι in pass. sense, E.Or. 516, D.51.11, later

    σχεθήσομαι Gal.UP15.3

    , freq. in compds. (συ- ) Phld.Ir.p.83 W., (ἐν- ) Plu.2.98 of, ( ἐπι-) S.E.P.1.186: [tense] aor. 1

    ἐσχέθην Arr.An.5.7.4

    , 6.11.2, Aret.SA2.5, (κατ-, συν-) Plu.Sol. 21, Hp.Int. 45 vulg.: [tense] fut. [voice] Med. σχήσομαι in pass. sense, Il.9.235 (dub.), 655, 13.630: [tense] aor. 2 [voice] Med. in pass. sense,

    ἐσχόμην Il.17.696

    , al., Hdt. 1.31 (

    σχέτο Il.7.248

    , 21.345), part.

    σχόμενος Od.11.279

    , prob. in Isoc.19.11, ( κατα-) Pi.P.1.10, Pl.Phdr. 244e, Parth.33.2 (s.v.l.): [tense] pf.

    ἔσχημαι Paus.4.21.2

    ; also in compds., freq. written - ίσχημαι, -ήσχημαι in codd. of late authors. (I.-E. seĝh- (cf. Skt. sáhate 'overpower', Goth. sigis 'victory', Gr. ἔχ- dissim. fr. ἔχ-), reduced form sĝh-(σχ-), whence redupl. ἴσχω ( = si-sĝh-o) (q.v.): cf. ἕκ-τωρ, ἕξω, ἕξις; but hέχ- IG12.374.161, al., is a mere error (ἔχ- ib.12.116.4, 16).)
    A Trans., have, hold:
    I possess, of property, the most common usage, Od.2.336, 16.386, etc.; οἵ τι ἔχοντες the propertied class, Hdt.6.22; ὁ ἔχων a wealthy man, S.Aj. 157 (anap.);

    οἱ ἔχοντες E.Alc.57

    , Ar.Eq. 1295, Pl. 596; οἱ οὐκ ἔχοντες the poor, E.Supp. 240;

    κακὸν τὸ μὴ 'χειν Id.Ph. 405

    ; ἔχειν χρέα to have debts due to one, D. 36.41, cf. 37.12; to have received,

    θεῶν ἄπο κάλλος ἐ. h.Ven.77

    ;

    τι ἔκ τινος S.OC 1618

    ;

    παρά τινος Id.Aj. 663

    ;

    πρός τινος X.An.7.6.33

    , etc.;

    ὑπὸ.. θεοῖσι h.Ap. 191

    ; πλέον, ἔλασσον ἔ.. (v. h. vv.): in [tense] aor., acquire, get,

    ὄνομα E. Ion 997

    : also [tense] fut.

    σχήσω, δύναμιν Th.6.6

    ;

    λέχος E.Hel.30

    , cf. Pi.P.9.116:—[voice] Pass., to be possessed,

    ἔντεα.. μετὰ Τρώεσσιν ἔχονται Il.18.130

    , cf. 197.
    2 keep, have charge of,

    ἔχον πατρώϊα ἔργα Od. 2.22

    ;

    κῆπον 4.737

    ;

    Εἰλείθυιαι.. ὠδῖνας ἔχουσαι Il.11.271

    ;

    πύλαι.., ἃς ἔχον Ὧραι 5.749

    , 8.393;

    τὰς ἀγέλας X.Cyr.7.3.7

    ; διαιτητῶν ἐχόντων τὰς δίκας having control of, D.47.45; to be engaged in, φυλακὰς ἔχον kept watch, Il.9.1, 471;

    σκοπιὴν ἔχεν Od.8.302

    ;

    ἀλαοσκοπιὴν εἶχε Il. 10.515

    , 13.10; σκοπιὴν ἔ. τινός for a thing, Hdt.5.13;

    δυσμενῶν θήραν ἔχων S.Aj. 564

    , etc.; ἐν χερσὶν ἔ. τι (v. χείρ).
    b metaph., of a patient, οὐκ ἔχει ἑωυτόν is not himself, Hp.Int.49.
    3 c. acc. loci, inhabit,

    οὐρανόν Il.21.267

    ;

    Ὄλυμπον 5.890

    ; haunt, [

    Νύμφαι] ἔχουσ' ὀρέων αἰπεινὰ κάρηνα Od.6.123

    ;

    Βρόμιος ἔχει τὸν χῶρον A.Eu.24

    ; esp. of tutelary gods and heroes, Th.2.74, X.Cyr.8.3.24; of men,

    πόλιν καὶ γαῖαν Od.6.177

    , 195, etc.; Θήβας ἔσχον ( ἔσχεν codd.) ruled it, E.HF 4; ἔχεις γὰρ χῶρον occupiest it, S.OC37, cf. Od.23.46; in military sense, ἔ. τὸ δεξιόν (with or without κέρας) Th.3.107, X.An.2.1.15; of beasts,

    τὰ ὄρη ἔ. Id.Cyn.5.12

    .
    4 have to wife or as husband (usu. without γυναῖκα, ἄνδρα)

    , οὕνεκ' ἔχεις Ἑλένην καί σφιν γαμβρὸς Διός ἐσσι Od. 4.569

    , cf.7.313, Il.3.53, etc.;

    ἔσχε ἄλλην ἀδελφεήν Hdt.3.31

    , cf. Th.2.29;

    νυμφίον Call.Aet.3.1.27

    ; also of a lover, Th.6.54, AP5.185 (Posidipp.), etc.;

    ἔχω Λαΐδα, ἀλλ' οὐκ ἔχομαι Aristipp.

    ap. D.L.2.75, cf. Ath. 12.544d:—in [voice] Pass.,

    τοῦ περ θυγάτηρ ἔχεθ' Ἕκτορι Il.6.398

    .
    5 have in one's house, entertain, Od.17.515, 20.377, h.Ven. 231, 273.
    6 [tense] pres. part. with Verbs, almost, = with,

    ἤϊε ἔχων ταῦτα Hdt.3.128

    , cf. 2.115;

    ὃς ἂν ἥκῃ ἔχων στρατόν Id.7.8

    .δ', cf. X.Cyr.1.6.10.—Prose use.
    7 of Place, ἐπ' ἀριστερὰ ἔ. τι keep it on one's left, i.e. to keep to the right of it, Od.3.171;

    ἐπ' ἀριστερὰ χειρὸς ἔ. 5.277

    ; ἐν δεξιᾷ, ἐν ἀριστερᾷ ἔ., Th.3.106; τοὺς οἰκέτας ὑστάτους ἔ. X.Cyr.4.2.2: but in [tense] aor., get,

    περιπλώοντες τὴν Λιβύην τὸν ἥλιον ἔσχον ἐς τὰ δεξιά Hdt.4.42

    .
    8 of Habits, States, or Conditions, bodily or mental,

    γῆρας λυγρὸν ἔ Od.24.250

    ;

    ἀνεκτὸν ἔχει κακόν 20.83

    ;

    ἕλκος Il.16.517

    ;

    λύσσαν 9.305

    ;

    μάχην ἔ. 14.57

    ;

    ἀρετῆς πέρι δῆριν ἔ. Od.24.515

    ; ὕβριν ἔ. indulge in.., 1.368, etc.; [ Ἀφροδίτην] 22.445; [

    φρένας] ἔ. Il.13.394

    , etc.;

    βουλήν 2.344

    ;

    τλήμονα θυμόν 5.670

    ;

    τόνδε νόον καὶ θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔχοντες 4.309

    , cf. Od.14.490 (for later senses of νοῦν ἔχειν, v. νοῦς)

    ; ἄλγεα Il.5.895

    , etc.;

    ἄχεα θυμῷ 3.412

    ;

    πένθος μετὰ φρεσίν 24.105

    ;

    πένθος φρεσίν Od.7.219

    ;

    πόνον.. καὶ ὀϊζύν Il.13.2

    , Od.8.529;

    οὐδὲν βίαιον Hdt.3.15

    ;

    πρήγματα ἔ. Id.7.147

    , cf. Pl.Tht. 174b, etc.: in periphrastic phrases, ποθὴν ἔ. τινός, = ποθεῖν, Il.6.362; ἐπιδευὲς ἔ. τινός, = ἐπιδεύεσθαι, 19.180; ἔ. τέλος, = τελεῖσθαι, 18.378; κότον ἔ. τινί, = κοτεῖσθαι, 13.517;

    ἐπιθυμίαν τινός E.Andr. 1281

    ;

    φροντίδα τινός Id.Med. 1301

    ; ἡσυχίην ἔ. keep quiet, Hdt.2.45, etc. ([tense] fut.

    ἡσυχίαν ἕξειν D.47.29

    , but οὐκ ἔσθ' ὅπως.. ἡ. σχήσει will not keep still for a moment, Id.1.14); αἰτίαν ἔ. to be accused, X.An.7.1.8;

    ὑπό τινος A.Eu.99

    (but μομφὴν ἔ., = μέμφεσθαι, E.Or. 1069, A.Pr. 445): in [tense] aor., of entering upon a state, ἔσχεν χόλον conceived anger, B. 5.104; ἔχειν τι κατά τινος have something against somebody, Ev.Matt.5.23, Ev.Marc.11.25, Apoc.2.4;

    ἔχω τι πρός τινα Act.Ap.24.19

    ;

    ἔχειν πρός τινα 2 Ep.Cor.5.12

    ;

    ἕξει πρὸς τὸν Θεόν JRS14.85

    ([place name] Laodicea): —these phrases are freq. inverted,

    οὓς ἔχε γῆρας Il.18.515

    ;

    οὐδὲ Ποσειδάωνα γέλως ἔχε Od.8.344

    ;

    ἀμηχανίη δ' ἔχε θυμόν 9.295

    ;

    θάμβος δ' ἔχεν εἰσορόωντας Il.4.79

    ;

    σ' αὔτως κλέος ἐσθλὸν ἔχει 17.143

    ;

    Διὸς αἴσῃ, ἥ μ' ἕξει παρὰ νηυσί 9.609

    (unless the antecedent is τιμῆς in 1.608);

    ὥς σφεας ἡσυχίη τῆς πολιορκίης ἔσχε Hdt.6.135

    ;

    ὄφρα με βίος ἔχῃ S.El. 225

    (lyr.): c. dupl. acc.,

    φόβος μ' ἔχει φρένας A.Supp. 379

    ; also of external objects,

    αἴθρη ἔχει κορυφήν Od.12.76

    ;

    μιν ἔχεν μένος ἠελίοιο 10.160

    ;

    σε οἶνος ἔχει φρένας 18.331

    ; ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα, of a woman in travail, Il.11.269; λόγος ἔχει τινά c. inf., the story goes, that.., S.OC 1573 (lyr.); and so in later Gr., Plu.Dem.28, Ph. 1.331, Ael.VH3.14, NA5.42, Ath.13.592e;

    ὡς ἡ φάτις μιν ἔχει Hdt. 7.3

    , cf. 5,26, 9.78 (but also

    ἔχει φάτιν Διονυσοφάνης θάψαι Μαρδόνιον Id.9.84

    ; [

    Κλεισθένης] λόγον ἔχει τὴν Πυθίην ἀναπεῖσαι Id.5.66

    ); ὡς ἂν λόγος ἔχῃ πρὸς ἀνθρώπους, ὅτι .. Plu.Alex.38:—[voice] Pass.,

    ἔχεσθαι κακότητι καὶ ἄλγεσι Od.8.182

    ;

    κωκυτῷ καὶ οἰμωγῇ Il.22.409

    ;

    ὀργῇ Hdt.1.141

    ;

    νούσῳ Hp.Epid.5.6

    ;

    ἀγρυπνίῃσι Hdt.3.129

    ;

    ὑπὸ πυρετοῦ Hp.Aph.4.34

    ;

    ὑπὸ τοῦ ὕδρωπος Id.Prorrh.2.6

    ,

    ἐν ἀπόρῳ Th.1.25

    ;

    ἐν συμφοραῖς Pl.R. 395e

    .
    9 possess mentally, understand,

    ἵππων δμῆσιν Il.17.476

    ;

    τέχνην Hes.Th. 770

    ;

    πάντ' ἔχεις λόγον A. Ag. 582

    , cf. E.Alc.51;

    ἔχετε τὸ πρᾶγμα S.Ph. 789

    ; ἔχεις τι; do you understand? Ar.Nu. 733: imper. ἔχε attend! listen! Pl.Alc.1.109b; ἔ. οὖν ib. 129b: with imper.,

    ἔχ', ἀποκάθαιρε Ar. Pax 1193

    ;

    ἔ. νυν, ἄλειψον Id.Eq. 490

    ; ἔχεις τοῦτο ἰσχυρῶς; Pl.Tht. 154a; know of a thing,

    μαντικῆς ὁδόν S.OT 311

    ; τινὰ σωτηρίαν; E.Or. 778 (troch.).
    10 keep up, maintain, καναχὴν ἔχε made a rattling noise, Il.16.105, 794; βοὴν ἔχον, of flutes and lyres, 18.495.
    11 involve, admit of,

    τά γ' αἰσχρὰ κἀνθάδ' αἰσχύνην ἔχει E.Andr. 244

    , cf. Th.1.5;

    βάσανον Lys.12.31

    ;

    ταῦτ' ἀπιστίαν, ταῦτ' ὀργὴν ἔχει D.10.44

    ; ἀγανάκτησιν, κατάμεμψιν, Th.2.41;

    τὰ ἀόρατα νοσήματα δυσχερεστέραν ἔχει τὴν θεραπείαν Onos. 1.15

    .
    12 of Measure or Value,

    τὸ Δαμαρέτειον.. εἶχε Ἀττικὰς δραχμὰς δέκα D.S.11.26

    ;

    ἔχει τὸ Εὐβοϊκὸν τάλαντον Ἀλεξανδρείους δραχμὰς ἑπτακισχιλίας App.Sic.2.2

    ;

    χοῖρος ἔχων τὸ ὕψος δύο καὶ ἡμίσους πήχεων Ptol.Euerg.9

    .
    13 c. dupl.acc.,

    Ὀρφέα ἄνακτ' ἔχειν E.Hipp. 953

    ;

    Ζῆν' ἔχειν ἐπώμοτον S.Tr. 1188

    ;

    παιδιὰν ἔ. τὸν ἐκείνου θάνατον Seleuc.

    Alex. ap. Ath.4.155e.
    II hold:
    1 hold, ἔ. χερσίν, ἐν χερσίν, μετὰ χερσίν, etc., v. χείρ; μετὰ γαμφηλῇσιν ἔ. Il.13.200; πρόσθεν ἔ. ἀσπίδα ib. 157; ὑψοῦ, πασάων ὑπέρ, ὄπιθεν κάρη ἔ., 6.509, Od.6.107, Il. 23.136; ἔ. τινί τι to hold it for him, as his helper, 9.209, 13.600; uphold,

    οὐρανὸν.. κεφαλῇ τε καὶ ἀκαμάτῃσι χέρεσσι Hes.Th. 517

    , 746; ἔχει δέ τε κίονας of Atlas, Od.1.53;

    ἐπ' ὤμων πατέρα S.Fr.

    373.
    2 hold fast, χειρὸς ἔχων Μενέλαον holding him by the hand, Il.4.154, cf. 16.763, 11.488 (v. infr. C.I); ἔ. τινὰ μέσον grip one by the middle, of wrestlers, Ar.Nu. 1047;

    ἔχομαι μέσος Id.Ach. 571

    , cf. Eq. 388, Ra. 469: metaph., ἔ. φρεσί keep in one's mind, Il.2.33;

    νῷ ἔ. τινά Pl.Euthphr.2b

    , cf. R. 490a.
    3 of arms and clothes, bear, wear,

    εἷμα δ' ἔχ' ἀμφ' ὤμοισι Il.18.538

    , cf. 595;

    παρδαλέην ὤμοισιν ἔ. 3.17

    ;

    σάκος ὤμῳ 14.376

    ;

    κυνέην κεφαλῇ Od.24.231

    ;

    τάδε εἵματ' ἔχω 17.24

    , cf. 573, etc.;

    στολὴν ἀμφὶ σῶμα E.Hel. 554

    , cf. X.Cyr.1.4.26, etc.; πολιὰς ἔχω I am grey-haired, Aeschin.1.49: abs., as a category, Arist.Cat. 2a3.
    4 of a woman, to be pregnant, Hdt.5.41, Hp.Epid.4.21, Arist.Pol. 1335b18; in full

    ἐν γαστρὶ ἔ. Hdt.3.32

    ; also

    πρὸς ἑωυτῇ ἔχειν Hp.Epid.1.26

    .ιγ.
    b παῖδα ἔσχεν she had, i.e. bore, a child, Nic.Dam.11 J.
    5 support, sustain, esp. an attack, c. acc. pers., Il.13.51, 20.27; cf. B.I.1, C. 111.
    6 hold fast, keep close, ὀχῆες εἶχον [πύλας] 12.456;

    θύρην ἔχε μοῦνος ἐπιβλής 24.453

    .
    7 enclose,

    φρένες ἧπαρ ἔχουσι Od.9.301

    ;

    σάρκας τε καὶ ὀστέα ἶνες ἔ. 11.219

    ;

    τοὺς δ' ἄκραντος ἔχει νύξ A.Ch.65

    (lyr.); of places, contain,

    θηρῶν οὓς ὅδ' ἔχει χῶρος S.Ph. 1147

    (lyr.), cf. X.Cyn.5.4; [

    τεῖχος] νῆας ἐντὸς ἔχον Il.12.8

    ;

    ὅσσους Κρήτη ἐντὸς ἔχει h.Ap.30

    .
    8 hold or keep in a certain direction, ὀϊστὸν ἔχε aimed it, Il.23.871; more fully

    χεῖράς τε καὶ ἔγχεα.. ἀντίον ἀλλήλων 5.569

    ; of horses or ships, guide, drive, steer,

    πεδίονδ' ἔχον ὠκέας ἵππους 3.263

    , cf. 11.760;

    φόβονδε 8.139

    ;

    τῇ ῥα.. ἔχον ἵππους 5.752

    , etc.;

    παρὲξ ἔχε δίφρον Hes.Sc. 352

    ;

    ὅπῃ ἔσχες.. εὐεργέα νῆα Od.9.279

    ;

    παρὰ τὴν ἤπειρον ἔ. νέας Hdt.6.95

    , etc.: abs., τῇ ῥ' ἔχε that way he held his course, Il.16.378, cf. 23.422; Πύλονδ' ἔχον I held on to Pylos, Od.3.182, cf. S.El. 720: metaph.,

    ἐπὶ ῥητορείαν ἔσχε Hsch.Mil.

    (?)ap.Sch.Pl.R. 600c; also (esp. in [tense] fut. σχήσω, [tense] aor. 2 ἔσχον), put in, land,

    νέες ἔσχον ἐς τὴν Ἀργολίδα χώρην Hdt. 6.92

    ;

    σχεῖν πρὸς τὴν Σαλαμῖνα Id.8.40

    ; ἐς Φειάν, τῷ Δήλῳ, κατὰ τὸ Ποσειδώνιον, Th.2.25,3.29, 4.129;

    τάχ' οὖν τις ἄκων ἔσχε S.Ph. 305

    ; ποῖ σχήσειν δοκεῖς; Ar.Ra. 188; ἔχε.. ἀρὰν ἐπ' ἄλλοις point it against others, S.Ph. 1119 (lyr.); ὄμμ' ἔ. to turn or keep one's eye fixed, Id.Aj. 191 (lyr.);

    ἐπὶ ἔργῳ θυμὸν ἔ. Hes.Op. 445

    ;

    ἄλλοσ' ὄμμα θητέρᾳ δὲ νοῦν ἔ. S.Tr. 272

    ;

    τὸν δὲ νοῦν ἐκεῖσ' ἔχει E.Ph. 360

    ; δεῦρο νοῦν ἔχε attend to this, Id.Or. 1181; πρός τινα or πρός τι τὸν νοῦν ἔ., Th.3.22, 7.19; so

    πρός τινα τὴν γνώμην ἔ. Id.3.25

    .
    9 hold in, stay, keep back,

    ἵππους Il.4.302

    , 16.712; check, stop, [ τινα] 23.720, etc. ( σχήσω is usu. [tense] fut. in this sense,

    τὸ πεπρωμένον οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος Pi.Fr. 232

    , cf. Il.11.820, Ar.Lys. 284, D.19.272, but

    ἕξω Il.13.51

    ); χεῖρας ἔχων Ἀχιλῆος holding his hands, 18.33; but οὐ σχήσει χεῖρας will not stay his hands, Od.22.70; ἔ. [δάκρυον] 16.191; ἔ. ὀδύνας allay, assuage them, Il.11.848;

    ἔσχε κῦμα Od.5.451

    ;

    σιγῇ μῦθον 19.502

    (so

    εἶχε σιγῇ καὶ ἔφραζε οὐδενί Hdt.9.93

    );

    ἐν φρεσὶ μῦθον Od.15.445

    ; στόμα σῖγα, ἐν ἡσυχίᾳ, E.Hipp. 660, Fr.773.61 (lyr.);

    πόδα Id.IT 1159

    ; πόδα ἔξω or ἐκτός τινος ἔχειν, v. πούς:—[voice] Pass.,

    οὖρα σχεθέντα Aret.SA 2.5

    .
    10 keep away from, c. gen.rei, τινὰ ἀγοράων, νεῶν, Il.2.275, 13.687;

    γόων S.El. 375

    ;

    φόνου E.HF 1005

    : c.inf.,

    ἦ τινα.. σχήσω ἀμυνέμεναι Il.17.182

    ; stop, hinder from doing,

    τοῦ μὴ καταδῦναι X. An.3.5.11

    , cf. HG4.8.5;

    ἔσχον μὴ κτανεῖν E.Andr. 686

    , cf. Hdt.1.158, etc.;

    μὴ οὐ τάδ' ἐξειπεῖν E.Hipp. 658

    ; ὥστε μή .. X.An.3.5.11;

    τὸ μὴ ἀδικεῖν A.Eu. 691

    , cf. Hdt.5.101: also c. part.,

    ἔ. τινὰ βουθυτοῦντα S.OC 888

    (troch.);

    μαργῶντα E.Ph. 1156

    .
    11 keep back, withhold a thing,

    ὅς οἱ χρήματα εἶχε βίῃ Od.15.231

    , cf. D.30.14;

    Ἕκτορ' ἔχει.. οὐδ' ἀπέλυσεν Il.24.115

    , cf. 136; αὐτὸς ἔχε pray keep it, a civil form of declining, E.Cyc. 270.
    12 hold in guard, keep safe, Il.24.730; of armour, protect, 22.322.
    13 with predicate, keep in a condition or place,

    εἶχον ἀτρέμας σφέας αὐτούς Hdt.9.54

    , cf. 53, Ar.Th. 230;

    ἔ. ἑωυτοὺς κατ' οἴκους Hdt.3.79

    ;

    σαυτὸν ἐκποδών A.Pr. 346

    , cf. X.Cyr.6.1.37;

    σῖγα νάπη φύλλ' εἶχε E.Ba. 1085

    ;

    τοὺς στρατιώτας πολὺν χρόνον πειθομένους ἔ. X.Cyr.7.2.11

    .
    14 hold, consider,

    τινὰ θέᾳ ἰκέλαν Sapph. Supp.25.3

    (dub.), cf. E.Supp. 164;

    τινὰ ὡς προφήτην Ev.Matt.14.5

    ;

    τινὰ ὅτι προφήτης ἦν Ev.Marc.11.32

    ;

    ἔχε με παρῃτημένον Ev.Luc.14.18

    , cf.POxy.292.6 (i A.D.).
    III c.inf., have means or power to do, to be able, c. [tense] aor. inf., Il.7.217, 16.110, etc.: c. [tense] pres. inf., Od.18.364, etc.;

    πόλλ' ἂν λέγειν ἔχοιμι S.Ph. 1047

    : sts. with inf. omitted or supplied from context, ἀλλ' οὔ πως ἔτι εἶχε he could not, Il.17.354; οἷά κ' ἔχωμεν so far as we be able, Od.15.281;

    ἐξ οἵων ἔχω S.El. 1379

    ;

    ὅσον εἶχες E.IA 1452

    ;

    ὡς ἔχω Id.Hec. 614

    .
    b have to face, be obliged,

    παθεῖν Porph. Chr.63

    ;

    εἰ ἕξω βλαβῆναι Astramps.Orac.p.5

    H.;

    βάπτισμα ἔχω βαπτισθῆναι Ev.Luc.12.50

    .
    2 after Hom., οὐκ ἔχω, folld. by a dependent clause, I know not..,

    οὐκ εἶχον τίς ἂν γενοίμαν A.Pr. 905

    , cf. Isoc.12.130;

    οὐδ' ἔχω πῶς με χρὴ.. ἀφανίσαι S.OC 1710

    ;

    οὐκ ἔχων ὅ τι χρὴ λέγειν X.Cyr.1.4.24

    ;

    οὐκ ἔχω ποῖ πέσω S.Tr. 705

    ;

    ὅπως μολούμεθ' οὐκ ἔχω Id.OC 1743

    ; the two constructions combined,

    οὐ γὰρ εἴχομεν οὔτ' ἀντιφωνεῖν οὔθ' ὅπως.. πράξαιμεν Id.Ant. 270

    .
    IV impers. c. acc., there is.. (as in Mod. Gr.),

    ἔχει δὲ φυλακτήριον πρὸς τὸ μή σε καταπεσεῖν PMag.Par.1.2505

    , cf. 1262, 1840.
    B intrans., hold oneself, i.e. keep, so and so, ἔχον [οὕτως], ὥς τε τάλαντα γυνή (sc. ἔχει) kept balanced, like the scales which.., Il.12.433; ἕξω δ' ὡς ὅτε τις στερεὴ λίθος I will keep unmoved, as a stone.., Od.19.494, cf. Il.13.679, 24.27;

    νωλεμέως ἐχέμεν 5.492

    ; ἔγχος ἔχ' ἀτρέμας it kept still, 13.557; σχὲς οὗπερ εἶ keep where thou art, S.OC 1169;

    ἕξειν κατὰ χώραν Ar.Ra. 793

    , cf. Hdt.6.42, X.Oec.10.10; διὰ φυλακῆς ἔχοντες to keep on their guard, Th.2.81; ἔχε ἠρέμα keep still, Pl.Cra. 399e, etc.; ἔχε δή stay now, Id.Prt. 349e, Grg. 460a, etc.;

    ἔχ' αὐτοῦ D.45.26

    .
    6
    3 c. gen., keep from,

    πολέμου Th.1.112

    (cf. c. IV).
    4 with Preps., to be engaged or busy,

    ἀμφί τι A.Th. 102

    (lyr.), X.An.5.2.26, etc.;

    περί τινας Id.HG7.4.28

    .
    II simply, be,

    ἑκὰς εἶχον Od.12.435

    ;

    ἔ. κατ' οἴκους Hdt.6.39

    ;

    περὶ πολλῶν ἔ. πρηγμάτων Id.3.128

    ; ἀγῶνα διὰ πάσης ἀγωνίης ἔχοντα consisting in.., Id.2.91;

    ἔ. ἐν ἀνάγκαισι E.Ba. 88

    (lyr.);

    ὅπου συμφορᾶς ἔχεις Id.El. 238

    ;

    ἐκποδὼν ἔχειν Id.IT 1226

    , etc.
    2 freq. with Advbs. of manner,

    εὖ ἔχει Od.24.245

    , etc.; καλῶς ἔχει, κακῶς ἔχει, it is, is going on well or ill, v. καλός, κακός (but [tense] fut. σχήσειν καλῶς will turn out well, D.1.9, cf. 18.45;

    εὖ σχήσει S.Aj. 684

    ); οὕτως.. σχεῖν to turn out, happen thus, Pl.Ap. 39b; οὕτως ἔχει so the case stands, Ar.Pl. 110; οὕτως ἐχόντων, Lat. cum res ita se habeant, X.An.3.2.10;

    ὡς ὧδ' ἐχόντων S.Aj. 981

    ;

    οὕτω χρὴ διὰ στέρνων ἔχειν Id.Ant. 639

    ;

    οὕτως ἔ. περί τινος X.Mem.4.8.7

    , cf. Hdt.6.16;

    πρός τι D. 9.45

    ;

    τῇδ' ἔ. S.Ph. 1336

    ;

    κοσμίως ἔ. Ar.Th. 854

    ;

    ἥδιον ἔ. πρός τινας D.9.63

    ; ὡς εἶχε just as he was, Hdt.1.114;

    ὥσπερ εἶχε Th.1.134

    , X. HG4.1.30; ὡς ἔχω how I am, Ar.Lys. 610;

    ὥσπερ ἔχομεν Th.3.30

    ;

    τἀναντία εἶχεν D.9.41

    ; ἀσφαλέως, ἀναγκαίως ἔχει, = ἀσφαλές, ἀναγκαῖόν ἐστι, Hdt.1.86,9.27; καλῶς ἔχει no, I thank you, v. καλός.
    b c. gen. modi, εὖ ἔ. τινός to be well off for a thing, abound in it; καλῶς ἔ. μέθης to be well off for drink, i.e. to be pretty well drunk, Hdt. 5.20; σπόρου ἀνακῶς ἐ. to be busy with sowing, Id.8.109; εὖ ἐ. φρενῶν, σώματος, E.Hipp. 462, Pl.R. 404d;

    εὖ ὥρας ἔχον χωρίον Poll.5.108

    ; cf. ἥκω; so ὡς ποδῶν εἶχον as fast as they could go, Hdt.6.116, 9.59;

    ὡς τάχεος εἶχε ἕκαστος Id.8.107

    ;

    ὡς.. τις εὐνοίας ἢ μνήμης ἔχοι Th.1.22

    ;

    ὡς ὀργῆς ἔχω S.OT 345

    , cf. E.Hel. 313, 857, etc.; πῶς ἔχεις δόξης; Pl.R. 456d;

    οὕτω τρόπου ἔχεις X.Cyr.7.5.56

    ;

    μετρίως ἔ. βίου Hdt.1.32

    ;

    ὑγιεινῶς ἔ. αὐτὸς αὑτοῦ καὶ σωφρόνως Pl.R. 571d

    ;

    οὐκ εὖ σεαυτοῦ τυγχάνεις ἔχων Philem.4.11

    : also c. acc.,

    εὖ ἔ. τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν Pl.Grg. 464a

    , cf. X.Oec.21.7: c. dat.,

    οὕτως ἐχόντων τούτων τῇ φύσει D.18.315

    ;

    πῶς ἔχετε ταῖς διανοίαις Lycurg.75

    ;

    τῇ λέξει κακῶς ἔ. Isoc.9.10

    .
    III of direction, hold or turn towards, v. supr. A.11.8.
    3 lead towards,

    ὁδοὶ ἐπὶ τὸν ποταμὸν ἔ. Hdt.1.180

    , cf. 191, 2.17; ἔ. εἴς τι to be directed, point towards,

    ἔχθρης ἐχούσης ἐς Ἀθηναίους Id.5.81

    ; τὸ ἐς τοὺς Ἀργείους ἔχον what concerns them, Id.6.19; ταῦτα ἐς τὴν ἀπόστασιν ἔχοντα ib.2, etc.; of Place, extend, reach to,

    ἐπ' ὅσον ἔποψις τοῦ ἱροῦ εἶχε Id.1.64

    .
    4 ἐπί τινι ἔ. have hostile feelings to wards.., Id.6.49, S.Ant. 987 (lyr.).
    IV after Hom., ἔχω as auxiliary, c. [tense] aor. part. giving a perfect sense,

    κρύψαντες ἔχουσι Hes.Op.42

    ;

    ἀποκληΐσας ἔχεις Hdt.1.37

    ;

    ἐγκλῄσασ' ἔχει Ar.Ec. 355

    , cf. Th. 706; freq. in S.,

    θαυμάσας ἔχω OC 1140

    , cf. Ant.22, al.: also in late Prose,

    ἀναλώσας ἔχεις Aristid. Or.18(20).1

    ;

    ὅς σφε νῦν ἀτιμάσας ἔχει E.Med.33

    : less freq. c. [tense] pf. part., S.OT 701, Ph. 600, X.An.1.3.14,4.7.1: rarely c. [tense] pres. part.,

    πατρίδα καταστένουσ' ἔχεις E.Tr. 318

    (lyr.), cf. X.Cyn.10.11.
    2 part. ἔχων, with [tense] pres., adds a notion of duration to that of present action, τί κυπτάζεις ἔ.; why do you keep poking about there? Ar.Nu. 509; τί δῆτα διατρίβεις ἔ.; why then keep wasting time? Id.Ec. 1151; τί γὰρ ἕστηκ' ἔ.; ib. 853, cf. Th. 473, 852: without interrog., φλυαρεῖς ἔ., ἔ. φλυαρεῖς, you keep chattering, Pl.Grg. 490e, Euthd. 295c;

    κακοῦν ἔχοντ' αὐτὸν ἀποκτιννύναι D.23.35

    (and so possibly

    ἐνεργεῖ ἔ. Arist.Metaph. 1072b23

    );

    παίσδεις ἔ. Theoc.14.8

    : so in later Prose,

    παίζεις ἔ. Luc. Icar.24

    ; but ῥιπτεῖς ἔ.; do you throw away the prize when it is in your grasp? Aristid.1.443 J.
    C [voice] Med., hold oneself fast, cling closely,

    τῷ προσφὺς ἐχόμην Od. 12.433

    , cf. Il.1.513, etc.;

    πρὸς ἀλλήλῃσιν Od.5.329

    : mostly c. gen., hold on by, cling to, [ πέτρης] ib. 429;

    χερσὶν ἀώτου 9.435

    ;

    βρετέων A. Th.98

    (lyr.);

    ἑξόμεσθάσου Ar.Pl. 101

    ; τῆς πληγῆς ἔχ εται claps his hand on the place struck, D.4.40.
    2 metaph., cleave, cling to,

    ἔργου Hdt. 8.11

    , X.HG7.2.19;

    γεωργίας BGU7.6

    (iii A.D.);

    τῶν πραγμάτων Jul. Or.1.19a

    ; βιοτᾶς, ἐλπίδος, E. Ion 491, Fr. 409;

    τῆς αὐτῆς γνώμης Th.1.140

    ; lay hold on, take advantage of,

    τῶν ἀγαθῶν ἔχεο Thgn.32

    ;

    προφάσιος ἔχεσθαι Hdt.6.94

    ; fasten upon, attack, D.18.79; lay claim to,

    ἀμφοτέρων τῶν ἐπωνυμιέων Hdt.2.17

    ; to be zealous for, [ μάχης] S.OC 424;

    ἀληθείας Pl.Lg. 709c

    ;

    κοινῇ τῆς σωτηρίας X.An.6.3.17

    , etc.
    3 come next to, follow closely, ib.1.8.4;

    ἕπεσθαι ἐχομένους ὅτι μάλιστα τῶν ἁρμάτων Id.Cyr.7.1.9

    ; of peoples or places, to be close, border on, c. gen., Hdt.4.169, Th.2.96, etc.; freq. in part., τὴν ἐχομένην [τῶν νεωρίων] στοάν Aen. Tact.11.3; οἱ ἐ. the neighbouring people, Hdt.1.134; ὁ ἐχόμενος the next man, Aen.Tact.22.27; of Time, τὸ ἐχόμενον ἔτος the next year, Th.6.3;

    ὁ ἐ. διαλογισμός PRev.Laws 16.15

    (iii B.C.); τὰ ἐχόμενα τούτοις what follows, Pl.Grg. 494e (without

    τούτοις Isoc.6.29

    ).
    4 depend,

    ἔκ τινος Od.6.197

    , 11.346: c. gen.,

    σέο δ' ἕξεται Il.9.102

    .
    5 pertain to,

    ὅσα ἔχεται τῶν αἰσθήσεων Pl.Lg. 661b

    ;

    ἃ διδασκάλων εἴχετο Id.Prt. 319e

    ;

    ὅσα τέχνης ἔχεται Id.Men. 94b

    , etc.: esp. in Hdt. in periphrases, τὰ τῶν ὀνειράτων, καρπῶν ἐχόμενα, 1.120, 193;

    ὀρνίθων ἢ ἰχθύων 2.77

    ; σιτίων, ἐσθῆτος, 3.25,66.
    III maintain oneself, hold one's ground, 12.126;

    ἔχεο κρατερῶς 16.501

    .
    2 c. acc., keep off from oneself, repel, 17.639 (unless σχήσεσθαι is [voice] Pass., cf. 9.235).
    IV keep oneself back, abstain or refrain from, ἀϋτῆς, μάχης, 2.98, 3.84;

    βίης Od.4.422

    ;

    ἐχώμεθα δηϊοτῆτος ἐκ βελέων Il.14.129

    ;

    τῆς ἀγωγῆς Hdt.6.85

    ;

    τῆς τιμωρίης Id.7.169

    ;

    τῶν ἀθίκτων S.OT 891

    (lyr., s.v.l.): c.inf., A.R.1.328;

    οὐκ ἂν ἐσχόμην τὸ μὴ ἀποκλῇσαι S.OT 1387

    ; κακῶν ἄπο χεῖρας ἔχεσθαι to keep one's hands from ill, Od.22.316;

    Μενέλεω σχέσθαι χέρα E.Rh. 174

    : abs., σχέο, σχέσθε, hold! cease! Il.21.379, 22.416.
    ------------------------------------
    ἔχω (B),
    A bear, carry, bring, imper.

    ϝεχέτω Schwyzer 686.24

    (Pamphyl., iv B. C.): [ per.] 3sg. [tense] aor. 1

    ἔϝεξε

    brought as an offering,

    Inscr.Cypr. 66

    H. (Cf. Skt. váhati, Lat. veho, Γαιάϝοχος.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔχω

  • 14 τε

    τε, enclitic Particle, with two main uses (v. infr. A, B).
    A as a Conjunction,
    I τε.. τε, both.. and, joining single words, phrases, clauses, or sentences, the first τε merely pointing forward to the second,

    ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544

    ;

    ἀγαθῶν τε κακῶν τε Hes.Op. 669

    ;

    δίψῃ τε λιμῷ τε A.Pers. 491

    , cf. S.Aj.34,35, Ar.Ach. 370, 375;

    τήν τε νῆσον τήν τε ἤπειρον Th.4.8

    , cf. Antipho 2.3.3, Pl. R. 373b;

    λυσόμενός τε θύγατρα, φέρων τ' ἀπερείσι' ἄποινα Il.1.13

    ; παῖδά τε σοὶ ἀγέμεν Φοίβῳ θ' ἱερὴν ἑκατόμβην ῥέξαι ib. 443; the elements joined by τε.. τε are usu. short in Hom., longer in later Gr., e.g.

    ἐπειδὴ πρόξενοί τέ εἰσιν Ἀθηναίων καὶ εὐεργέται.., ἔν τε τῇ στήλῃ γέγραπται IG12.103.7

    ;

    ἥ τε γὰρ γῆ.. εὔυδρός ἐστι, ποταμοί τε δι' αὐτῆς ῥέουσι Hdt.4.47

    ; χρὴ.. τούς τε πρεσβυτέρους ὁμοιωθῆναι τοῖς πρὶν ἔργοις, τούς τε νεωτέρους.. μὴ αἰσχῦναι κτλ. Th.4.92, cf. Pl.R. 474c, X.Cyr.1.4.25, Is.1.50; τά τε γὰρ ληφθέντα πάντ' ἂν σῴζοιτο οἵ τ' ἀδικήσαντες κατ' ἀξίαν λάβοιεν τὰ ἐπιτίμια Aen. Tact.16.8, cf. Gp.2.49.1, 12.3.2-3;

    τούτου γὰρ γενομένου.. τά τε ἐχφόρια Χρυσέρμῳ δυνήσομαι ἀποδοῦναι, ἐγώ τε ἔσομαι παρὰ σοῦ φιλανθρωπίας τετευχώς PEnteux.60.11

    (iii B.C.);

    κλείειν τε τὰ βλέφαρα δεομένων ἐλπιζόντων τε κοιμηθήσεσθαι Gal.16.494

    , cf. 495,501; this use is common at all times in οὔτε.. οὔτε, μήτε.. μήτε, εἴτε.. εἴτε (qq.v.); τε may be used three or more times,

    ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρί, ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν Od.15.530

    , cf. Il.1.177, 2.58, A.Pr. 89sq., B.17.19sq., Lys. 19.17, X.Cyr.3.3.36:— ἑνδεκάτη τε δυωδεκάτη τε prob. means the eleventh or twelfth, Od.2.374, 4.588:—sts. τε.. τε couples alternatives,

    ἀπόρως εἶχε δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε E.IA56

    , cf. Heracl. 153, El. 391; hence we find τε.. ἢ.., Pl.Tht. 143c, Ion 535d; on (or ) .. τε in Il.2.289 and A.Eu. 524 (lyr.) v. 1.3.
    2 the first clause may be negative, the second affirmative, as

    ἐκκλησίαν τε οὐκ ἐποίει.., τήν τε πόλιν ἐφύλασσε Th.2.22

    ; but οὔτε.. τε is more freq., as

    οὔτε ποσίν εἰμι ταχύς.., γιγνώσκω τε X.Cyr.2.3.6

    (v.

    οὔτε 11.4

    ); we also find οὐ.. τε.. , as

    οὐχ ἡσύχαζον.., παρεκάλουν τε τοὺς ξυμμάχους Th.1.67

    ; and μὴ.. τε.. , as ἵνα μή τι διαφύγῃ ἡμᾶς, εἴ τέ τι βούλει κτλ. Pl.Phd. 95e.
    3 τε ( both) sts. corresponds to a following δέ ( and), or τε ( and) to a preceding μέν, e.g.
    a τε.. δὲ.. , as

    κόμισαί τέ με, δὸς δέ μοι ἵππους Il.5.359

    , cf. 7.418, S.OC 367, Tr. 285, E.Ph. 1625;

    ἐσθὰς ἀμφότερόν νιν ἔχεν, ἅ τε.. ἐπιχώριος.., ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο Pi.P.4.80

    ;

    διήκουέ τε.., ἔπειτα δὲ καὶ ἐπῄνεσε X.Cyr.4.4.3

    ; so with ἅμα δὲ καὶ.., ὡσαύτως δὲ καὶ.., Th.1.25, Pl.Smp. 186e:—so τε.., ἀτὰρ οὖν καὶ.., Id.Hp.Ma. 295e.
    b

    μὲν.. τε.., ἄνδρα μὲν.., τρεῖς τε κασιγνήτους Il.19.291

    -3, cf. Od.22.475-6, Pi.O.6.88, 7.88, A.Th. 924, Ch. 585 (lyr.), S.Ant. 963 (lyr.), E.Heracl. 337 codd., Cyc.41 (lyr.), Ar.Nu. 563(lyr.), Pl.Phdr. 266c, Lg. 927b: v. μέν A. 11.6c.
    4 a single τε ( and) joins a word, phrase, or (esp. later) clause or sentence to what precedes,

    τελευτὴν κεφαλήν τε Pl.Ti. 69a

    ; θνητὰ ἀθάνατά τε ib.c;

    Ζεῦ ἄλλοι τε θεοί Il.6.476

    ;

    κύνεσσιν οἰωνοῖσί τε πᾶσι 1.5

    ; ῥίγησέν τ' ἂρ ἔπειτα ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων v.l. for δ' ἂρ in 11.254; ἕν τε οὐδὲν κατέστη ἴαμα.., σῶμά τε αὔταρκες ὂν οὐδὲν διεφάνη.., Th.2.51; τά τε ἱερὰ.. νεκρῶν πλέα ἦν.. ib.52; νόμοι τε πάντες ξυνεταράχθησαν ibid.;

    δάκνει σ' ἀδελφὸς ὅ τε θανὼν ἴσως πατήρ E.El. 242

    , cf. 253, 262, al.;

    εἴς τε τὰς ἄλλας.. ἀθροίζεσθαι Aen.Tact.3.5

    ; τῶν τε ἀρχόντων.. ib.6, cf. 10.8, al.;

    ὅ τε γραφεὶς κύκλος.. Archim.Spir.11

    Def.7;

    πρός τε τούτοις φησὶν.. PEnteux.63.18

    (iii B.C.);

    χωρίς τε τούτων Plb.2.56.13

    , 61.1, 3.17.7;

    ταῦτά τ' ἐγίνετο.. Id.2.43.6

    , cf. 3.70.4;

    ἀπαιτούμενός τε ὑπ' ἐμοῦ τὰ ἔρια οὐκ ἀποδίδωσί PEnteux.2.6

    , cf. 8.4, al. (iii B.C.); γράψαι Ἀγαθοκλεῖ τῷ ἐπιστάτῃ διασαφῆσαί τε αὐτῷ ib.81.21 (iii B.C.);

    καθόλου τε.. Arr.Epict.1.19.13

    , cf. 2.2.17;

    ἀταράχους τήν τε δύναμιν ἀκαθαιρέτους Sor.1.21

    , cf. 24, al.;

    ὄξει βαφικῷ στυπτηρίᾳ τε PHolm. 1.4

    , cf. Gem.16.6;

    χρὴ.. λαχάνων ἅπτεσθαι, κοιλίαν τε λύειν Gp.1.12.19

    , cf. 2.2.2, al.; this τε may be used any number of times, Od.4.149- 150, 14.75, 158-9, Men.Pk.15,16,20, Hipparch.1.9.8, Act.Ap.2.43,46, 4.13, 14, al.
    II τε.. καὶ.. , or τε καὶ.. , both.. and.., where τε points forward to καί, and usu. need not be translated, e.g.

    Ἀτρείδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς Il.1.7

    ; εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς ib.61; δειλός τε καὶ οὐτιδανὸς καλεοίμην ib. 293;

    ζωόν τε καὶ ἀρτεμέα 7.308

    , cf. 327, 338, al.;

    τῆς τε γῆς ἐούσης ἐπιτηδέης καὶ τῶν ποταμῶν ἐόντων σφι συμμάχων Hdt.4.47

    ;

    βούλεταί τε καὶ ἐπίσταται Th.2.35

    ;

    ὁ φύς τε καὶ τραφείς Pl.R. 396c

    ;

    βάσιν τε γὰρ πάλιν τὴν αὐτὴν ἔχουσι τὴν ΖΒ καὶ.. Euc.1.47

    ; sts. the elements joined by τε.. καὶ.. are joined in order to be compared or contrasted rather than simply joined,

    κάκιστος νῦν τε καὶ πάλαι δοκεῖ S.Ant. 181

    ;

    μεσαμβρίη τέ ἐστι καὶ τὸ κάρτα γίνεται ψυχρόν Hdt.4.181

    ;

    ἔτυχόν τε ὕσταται ἐξαναχθεῖσαι καί κως κατεῖδον Id.7.194

    ; ἐπαύσατό τε ὁ ἄνεμος καὶ τὸ κῦμα ἔστρωτο ib. 193;

    ταὐτὰ.. νῦν τε καὶ τότε Ar.Av. 24

    ;

    χωρὶς τό τ' εἰπεῖν πολλὰ καὶ τὰ καίρια S.OC 808

    ;

    ὅσον τό τ' ἄρχειν καὶ τὸ δουλεύειν δίχα A.Pr. 927

    ; sts. (like τε.. τε) even used of alternatives,

    διάνδιχα μερμήριξεν, ἵππους τε στρέψαι καὶ ἐναντίβιον μαχέσασθαι Il.8.168

    ;

    ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν Pi.O.2.16

    ;

    θεοῦ τε.. θέλοντος καὶ μὴ θέλοντος A.Th. 427

    ;

    πείσας τε.. καὶ μὴ τυχών Th.3.42

    :—on οἵ τε ἄλλοι καὶ.. , e.g.

    τοῖς τε ἄλλοις ἅπασι καὶ Λακεδαιμονίοις Isoc.12.249

    , and ἄλλως τε καὶ.. , v. ἄλλος 11.6,

    ἄλλως 1.3

    .
    2 in this sense τ' ἠδέ is only [dialect] Ep.,

    σκῆπτρόν τ' ἠδὲ θέμιστας Il.9.99

    , cf. 1.400, al.; also

    τε.., ἰδέ, χαλκόν τε ἰδὲ λόφον 6.469

    , cf. 8.162.
    3 καὶ.. τε, both.. and.., is occasionally found, as καὶ μητέρα πατέρα τ' E.Alc. 646.
    b καὶ.. τε perh. means and.. also in

    καὶ ναυτικῷ τε ἅμα Th.1.9

    ;

    καὶ πρός τε τοὺς Ῥηγίνους Id.6.44

    ;

    καὶ αὐτός τε Id.8.68

    ; v. infr. c. 10.
    4 τε.. τε or τε.. καὶ.. sts. join elements which are not syntactically parallel, esp. a part. and a finite verb, ἰοῖσίν τε τιτυσκόμενοι λάεσσί τ' ἔβαλλον (for βάλλοντες) Il.3.80;

    ἄλλα τε ἐπιφραζόμενος καὶ δὴ καὶ ἐπεπόμφεε Hdt.1.85

    ;

    ἀλλῳ τε τρόπῳ πειράζοντες καὶ μηχανὴν προσήγαγον Th.4.100

    ;

    τῆς τε ὥρας.. ταύτης οὔσης.., καὶ τὸ χωρίον.. χαλεπὸν ἦν Id.7.47

    , cf. 4.85, 8.81, 95.
    5 the copulative τε becomes rare in later Gr.; it is found about 340 times in LXX, mostly in the Pentateuch and 1-4 Ma., only 3 times in Ps.; in the NT it is found about 150 times in Act.Ap., 20 times in Ep.Hebr., and very rarely in the other books.
    B In [dialect] Ep. (more rarely in other dactylic verse, v. infr. 11) τε stands in general or frequentative statements or in statements of what is well known; such statements are freq. made as justifications of a preceding particular statement or of a preceding exhortation to a particular person or persons; the sense of τε thus approaches that of τοι (cf. τοι and τε in Od.2.276-7, and cf. Il.13.115 with 15.203); although associated with numerous particles and other words of particular types (v. infr.) its meaning remains independent of these and applies to the whole sentence in which it stands:

    αἶψά τε φυλόπιδος πέλεται κόρος ἀνθρώποισιν Il.19.221

    ;

    οὐ γάρ τ' αἶψα θεῶν τρέπεται νόος αἰὲν ἐόντων Od.3.147

    ;

    θεοὶ δέ τε πάντα ἴσασιν 4.379

    , cf. 5.79, 447, 10.306, 17.485, Il.9.497, 16.688, 17.176, 21.264;

    ξυνὸς Ἐνυάλιος καί τε κτανέοντα κατέκτα 18.309

    , cf. Od.11.537, Il.24.526;

    ἤ τ' ἔβλητ' ἤ τ' ἔβαλ' ἄλλον 11.410

    ;

    οὐ μὲν γάρ τε κακὸν βασιλευέμεν Od.1.392

    ;

    οἳ φύλλοισιν ἐοικότες ἄλλοτε μέν τε ζαφλεγέες τελέθουσιν.. ἄλλοτε δὲ.. Il.21.464

    ;

    ἄλλος γάρ τ' ἄλλοισιν ἀνὴρ ἐπιτέρπεται ἔργοις Od.14.228

    , cf. 8.169, 170, 15.400; τοῦ γάρ τε ξεῖνος μιμνήσκεται ἤματα πάντα, ἀνδρὸς ξεινοδόκου, ὅς κεν φιλότητα παράσχῃ ib.54, cf. 17.322;

    ῥεχθὲν δέ τε νήπιος ἔγνω Il.17.32

    ;

    παθὼν δέ τε νήπιος ἔγνω Hes.Op. 218

    ;

    αἰεὶ γάρ τε νεώτεροι ἀφραδέουσιν Od. 7.294

    ; δύσζηλοι γάρ τ' εἰμὲν ἐπὶ χθονὶ φῦλ' ἀνθρώπων ib. 307;

    τοῦ δέ τε πολλοὶ ἐπαυρίσκοντ' ἄνθρωποι, καί τε πολέας ἐσάωσε Il.13.733

    -4; τοῦ μὲν γάρ τε κακοῦ τρέπεται χρὼς ἄλλυδις ἄλλῃ, ἐν δέ τέ οἱ κραδίη στέρνοισι πατάσσει.., πάταγος δέ τε γίγνετ' ὀδόντων ib. 279-83;

    ὀλίγη δέ τ' ἀνάπνευσις πολέμοιο 18.201

    ;

    νέῳ δέ τε πάντ' ἐπέοικεν.. κεῖσθαι 22.71

    ;

    κατέλεξεν ἅπαντα κήδε' ὅσ' ἀνθρώποισι πέλει, τῶν ἄστυ ἁλώῃ· ἄνδρας μὲν κτείνουσι, πόλιν δέ τε πῦρ ἀμαθύνει, τέκνα δέ τ' ἄλλοι ἄγουσι, βαθυζώνους τε γυναῖκας 9.592

    -4, cf. 22.492, 495, 499;

    νεμεσσῶμαί γε μὲν οὐδέν· καὶ γάρ τίς τ' ἀλλοῖον ὀδύρεται ἄνδρ' ὀλέσασα.. ἢ Ὀδυσῆ' Od.19.265

    ;

    σχέτλιε, καὶ μέν τίς τε χερείονι πείθεθ' ἑταίρῳ.., αὐτὰρ ἐγὼ θεός εἰμι 20.45

    , cf. 23.118, Il.2.292, 9.632; νῦν δὲ μνησώμεθα δόρπου· καὶ γάρ τ' ἠΰκομος Νιόβη ἐμνήσατο σίτου κτλ. 24.602 (where a general inference is implied);

    ὃν Βριάρεων καλέουσι θεοί, ἄνδρες δέ τε πάντες Αἰγαίων' 1.403

    , cf. 2.814, 5.306, 10.258, 14.290; sts. of repeated action by particular persons,

    ἄλλοτε μέν τε γόῳ φρένα τέρπομαι Od.4.102

    ;

    οὐ μὰ γὰρ Ἀπόλλωνα Διὶ φίλον, ᾧ τε σύ, Κάλχαν, εὐχόμενος.. θεοπροπίας ἀναφαίνεις Il.1.86

    ; ἡ δὲ.. μ' αἰεὶ.. νεικεῖ, καί τέ μέ φησι μάχῃ Τρώεσσιν ἀρήγειν ib. 521;

    μήτηρ γάρ τέ μέ φησι θεά, Θέτις ἀργυρόπεζα, διχθαδίας κῆρας φερέμεν θανάτοιο τέλοσδε 9.410

    .
    2 in exhortations addressed to an individual, a subsidiary sentence or relative clause in which he is reminded of his special or characteristic sphere of activity is marked by τε, e.g.

    Ἑρμεία, σοὶ γάρ τε μάλιστά γε φίλτατόν ἐστιν ἀνδρὶ ἑταιρίσσαι καί τ' ἔκλυες ᾧ κ' ἐθέλῃσθα, βάσκ' ἴθι.. Il.24.334

    ;

    Ἀτρεΐδη, σοὶ γάρ τε μάλιστά γε λαὸς Ἀχαιῶν πείσονται μύθοισι.., νῦν δ' ἀπὸ πυρκαϊῆς σκέδασον.. 23.156

    ;

    δεῦρο δὴ ὄρσο, γρηῢ.., ἥ τε γυναικῶν δμῳάων σκοπός ἐσσι.., ἔρχεο Od. 22.395

    , cf. Il.17.249.
    3 similarly in general and frequentative statements consisting of two clauses (one of which may be a relative clause, freq. containing the subj. or opt.), in which the fulfilment of the condition stated in the subsidiary or subordinate clause is declared to be generally or always followed by the result stated in the principal clause, either or both clauses may contain τε:
    a the principal clause alone contains τε

    , ὅς κε θεοῖς ἐπιπείθηται, μάλα τ' ἔκλυον αὐτοῦ Il.1.218

    ;

    ὃς δ' ἂν ἀμύμων αὐτὸς ἔῃ καὶ ἀμύμονα εἰδῇ, τοῦ μέν τε κλέος εὐρὺ διὰ ξεῖνοι φορέουσι πάντας ἐπ' ἀνθρώπους, πολλοί τέ μιν ἐσθλὸν ἔειπον Od.19.333

    ;

    εἴ περ γὰρ θυμῷ γε μενοινάᾳ πολεμίζειν, ἀλλά τε λάθρῃ γυῖα βαρύνεται.., βλάβεται δέ τε γούνατ' ἰόντι Il.19.165

    -6;

    ᾧ μέν κ' ἀμμείξας δώῃ Ζεὺς τερπικέραυνος, ἄλλοτε μέν τε κακῷ ὅ γε κύρεται ἄλλοτε δ' ἐσθλῷ 24.530

    .
    b the subordinate clause alone contains τε

    , λάζετο δ' ἔγχος.. τῷ δάμνησι στίχας ἀνδρῶν ἡρώων οἷσίν τε κοτέσσεται ὀβριμοπάτρη 5.747

    ;

    ῥεῖα δ' ἀρίγνωτος γόνος ἀνέρος ᾧ τε Κρονίων ὄλβον ἐπικλώση Od.4.207

    ;

    ἀντί νυ πολλῶν λαῶν ἐστιν ἀνὴρ ὅν τε Ζεὺς κῆρι φιλήσῃ Il.9.117

    , cf. 7.298, Od.6.287, 7.74, 8.547, 18.276; with opt.,

    ἀλλὰ πολὺ πρώτιστος.. ἕλεσκον ἀνδρῶν δυσμενέων ὅ τέ μοι εἴξειε πόδεσσι 14.221

    : it is prob. that τε has been replaced by κε in the text of Hom. in Il.1.218, 9.510 (cf. 508), and some other passages in which κε seems to be used, exceptionally, in general relative clauses.
    c both clauses contain τε

    , ὃς μέν τ' αἰδέσεται κούρας Διὸς ἆσσον ἰούσας, τὸν δὲ μέγ' ὤνησαν καί τ' ἔκλυον εὐχομένοιο Il.9.508

    -9;

    εἴ περ γάρ τε χόλον γε καὶ αὐτῆμαρ καταπέψῃ, ἀλλά τε καὶ μετόπισθεν ἔχει κότον 1.82

    -3.
    4 in the subordinate clause of a collective sentence, in which the principal clause states something to be true of all those (i.e. each individual) to whom the predicate of the subordinate clause applies,

    ὑπόσχωμαι.. κτήματα.. πάντα μάλ' ὅσσα τ' Ἀλέξανδρος.. ἠγάγετο Τροίηνδ'.. δωσέμεν Il.22.115

    ;

    πάντων ὅσσα τε γαῖαν ἔπι πνείει τε καὶ ἕρπει 17.447

    , cf. Od.18.131, Il.19.105;

    βάλλειν ἄγρια πάντα τά τε τρέφει οὔρεσιν ὕλη 5.52

    , cf. 18.485.
    5 in relative clauses (and in parenthetic principal clauses) which indicate what is customary, ἐπεὶ οὐχ ἱερήϊον οὐδὲ βοείην ἀρνύσθην, ἅ τε ποσσὶν ἀέθλια γίγνεται ἀνδρῶν which are the usual prizes.., Il.22.160;

    ἔργ' ἀνδρῶν τε θεῶν τε, τά τε κλείουσιν ἀοιδοί Od.1.338

    , cf. 3.435, 4.85, 13.410, 14.226, 17.423, Il.5.332;

    κύματος ἐξαναδύς, τά τ' ἐρεύγεται ἤπειρόνδε Od.5.438

    ;

    μολπή τ' ὀρχηστύς τε, τὰ γάρ τ' ἀναθήματα δαιτός 1.152

    : similarly in clauses with

    οἷά τε (πολλά), κῆτος ἐπισσεύῃ μέγα δαίμων ἐξ ἁλός, οἷά τε πολλὰ τρέφει.. Ἀμφιτρίτη 5.422

    ;

    οὐ γάρ σ' οὐδέ.. δαήμονι φωτὶ ἐΐσκω ἄθλων, οἷά τε πολλὰ μετ' ἀνθρώποισι πέλονται 8.160

    , cf. 11.364, 14.63, 15.324, 379.
    6 in relative clauses indicating what is true of all persons or things denoted by the same word, οὐ γάρ τις νήσων ἱππήλατος οὐδ' εὐλείμων αἵ θ' ἁλὶ κεκλίαται no one of the islands which lie in the sea (as all islands do, i.e. no island at all), Od.4.608;

    ἡμίονον.. ἥ τ' ἀλγίστη δαμάσασθαι Il.23.655

    ;

    ἐσθλὸς ἐὼν γαμβρὸς ἢ πενθερός, οἵ τε μάλιστα κήδιστοι τελέθουσι Od.8.582

    ;

    αἰετοῦ οἴματ' ἔχων.. ὅς θ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος πετεηνῶν Il.21.252

    , cf. 24.294;

    οὐδέ μιν εἰσοιχνεῦσι κυνηγέται, οἵ τε καθ' ὕλην ἄλγεα πάσχουσιν Od.9.120

    ;

    δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας πρὸς Διὸς εἰρύαται Il.1.238

    , cf. Od.5.67, 101, Il.1.279, 19.31, 24.415;

    οἶνός σε τρώει.., ὅς τε καὶ ἄλλους βλάπτει Od.21.293

    , cf. 14.464;

    πάρφασις, ἥ τ' ἔκλεψε νόον πύκα περ φρονεόντων Il.14.217

    ;

    οἰκωφελίη, ἥ τε τρέφει ἀγλαὰ τέκνα Od.14.223

    .
    7 when the antecedent is a definite group of gods or men, the relative clause with τε indicates an essential characteristic of the antecedent,

    Ἐρινύες, αἵ θ' ὑπὸ γαῖαν ἀνθρώπους τείνυνται Il.19.259

    ;

    Σειρῆνας.., αἵ ῥά τε πάντας ἀνθρώπους θέλγουσιν Od.12.39

    ;

    Φαίηκές μ' ἄγαγον ναυσίκλυτοι, οἵ τε καὶ ἄλλους ἀνθρώπους πέμπουσιν 16.227

    , cf. 20.187;

    νυμφάων αἵ τ' ἄλσεα καλὰ νέμονται καὶ πηγὰς ποταμῶν Il.20.8

    ;

    Λωτοφάγων, οἵ τ' ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσι Od.9.84

    : similarly when the antecedent is an individual person (incl. god) or thing, the relative clause with τε indicates one of his or its general or essential characteristics or aspects,

    οὐ μὰ Ζῆν' ὅς τίς τε θεῶν ὕπατος καὶ ἄριστος Il.23.43

    , cf. 2.669, Od.5.4;

    Ἑρμείαο ἕκητι διακτόρου, ὅς ῥά τε πάντων ἀνθρώπων ἔργοισι χάριν καὶ κῦδος ὀπάζει 15.319

    ;

    Λάμπον καὶ Φαέθονθ', οἵ τ' Ἠῶ πῶλοι ἄγουσι 23.246

    ;

    Τειρεσίαο μάντιος ἀλαοῦ, τοῦ τε φρένες ἔμπεδοί εἰσι 10.493

    ;

    τεύχεα δύνεις ἀνδρὸς ἀριστῆος, τόν τε τρομέουσι καὶ ἄλλοι Il.17.203

    , cf. 7.112; κεῖται ἀνὴρ ὅν τ' (v.l. ὃν)

    ἶσον ἐτίομεν Ἕκτορι δίῳ, Αἰνείας 5.467

    ; the relative clause sts. indicates what is customary,

    οὐδέ σε λήθω τιμῆς ἧς τέ μ' ἔοικε τετιμῆσθαι μετ' Ἀχαιοῖς 23.649

    ;

    ἔνθα δ' ἀνὴρ ἐνίαυε πελώριος, ὅς ῥά τε μῆλα οἶος ποιμαίνεσκε Od.9.187

    ;

    τῶν πάντων οὐ τόσσον ὀδύρομαι.. ὡς ἑνός, ὅς τέ μοι ὕπνον ἀπεχθαίρει καὶ ἐδωδὴν μνωομένῳ 4.105

    ;

    σῆς ἀλόχου.. ἥ τέ τοι αὔτως ἧσται ἐνὶ μεγάροισιν 13.336

    ;

    καὶ κήρυκα Μέδοντα σαώσομεν, ὅς τέ μευ αἰεὶ.. κηδέσκετο 22.357

    , cf. 346.
    8 τε is used in descriptions of particular places or things when attention is called to their peculiar or characteristic features, or their position, e.g.

    Λιβύην, ἵνα τ' ἄρνες ἄφαρ κεραοὶ τελέθουσι Od.4.85

    ;

    ἔνθα δέ τ' ὄρνιθες τανυσίπτεροι εὐνάζοντο 5.65

    , cf. 9.124, 13.99, 100, 107, 109, 244; ἓξ δέ τέ οἱ (sc. Σκύλλῃ)

    δειραὶ περιμήκεες 12.90

    , cf. 93,99, 105; ἐν δέ τε Γοργείη κεφαλή (in Athena's αἰγίς) Il.5.741; χαλεπὸν δέ τ' ὀρύσσειν ἀνδράσι γε θνητοῖσι (sc. μῶλυ) Od. 10.305;

    δοιαὶ γάρ τε πύλαι ἀμενηνῶν εἰσὶν ὀνείρων 19.562

    ; sts. τε draws attention to a well-known custom or permanent feature,

    ἀρξάμενοι τοῦ χώρου, ὅθεν τέ περ οἰνοχοεύει 21.142

    ;

    ἦ μένετε Τρῶας σχεδὸν ἐλθέμεν, ἔνθα τε νῆες εἰρύατ' εὔπρυμνοι Il.4.247

    , cf. Od. 6.266;

    ἐν ποταμῷ, ὅθι τ' ἀρδμὸς ἔην πάντεσσι βοτοῖσιν Il.18.521

    , cf. Od.14.353.
    9 a part of the anatomy is defined by a clause (containing τε) which indicates a feature which universally belongs to it,

    κατ' ἰσχίον, ἔνθα τε μηρὸς ἰσχίῳ ἐνστρέφεται Il.5.305

    , cf. 8.83, 13.547, 16.481, 20.478; similarly a point of time is defined,

    ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ, ὅτε τ' ἤματα μακρὰ πέλονται Od.18.367

    .
    10 τε is used in relative clauses which define a measurement of a particular thing or action by reference to the measurement (in general) of some thing or action well known in daily life,

    γεφύρωσεν δὲ κέλευθον μακρὴν ἠδ' εὐρεῖαν, ὅσον τ' ἐπὶ δουρὸς ἐρωὴ γίγνεται Il.15.358

    ;

    τοῦ δ' ἤτοι κλέος ἔσται ὅσον τ' ἐπικίδναται ἠώς 7.451

    ;

    ὅτε τόσσον ἀπῆν ὅσσον τε γέγωνε βοήσας Od.9.473

    , cf. 3.321, al.; more rarely the definition is by reference to the measurement of a particular thing or action, ἤσθιε.. ἕως ὅ τ' ἀοιδὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄειδεν (s.v.l.) 17.358;

    ἥ τις δὴ τέτληκε τόσα φρεσίν, ὅσσα τ' ἐγώ περ 19.347

    .
    11 the freq. use of τε B in similes is to be explained under one or other of the foregoing heads, e.g. when reference is made to generally known kinds of things or natural phenomena, to human experience in daily life, or to well-known phenomena of the animal world, Il.2.456, 459, 463, 468, 470, 471, 474, 481, 3.23-5,33, 11.415-7, al.; or when universal characteristics of gods, men, animals, etc., are indicated by relative clauses introduced by ὅς τε, ὅς ῥά τε, etc., 3.61, 151, 198, al.; or by ὥς τε, ἠΰτε, ὥς τίς τε, etc., e.g. 5.136, 17.133, Od.4.535,

    ὡς εἴ τε 9.314

    , 14.254, etc.
    II in post-Hom. Gr. this use of τε is more restricted; outside of [dialect] Ep. and other early dactylic verse (Hes.Op.30, 214, 233, al., Xenoph.13.3, Thgn.148, 359, etc.) it is not found except with relatives, and with these it has scarcely any discernible sense, so that ὅς τε in Lyr. and Trag. is for the most part only = ὅς, e.g. (possibly generalizing)

    Μοῖρ', ἅ τε πατρώϊον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον Pi.O.2.35

    , cf. 14.2, A.Eu. 1024, E.Hec. 445 (lyr.), etc. (v. ὅστε); without generalizing force, Pi.N.9.9, A.Pers. 297, Ch. 615, etc.; Hdt. has

    τά πέρ τε 1.74

    ,

    ὅκως τε 2.108

    codd., ὅσον τε (without a verb, as in Od.9.325, al.) 1.126, 2.96, 3.5, al.,

    οἷά τε 1.93

    codd. (adverbially 2.175, 5.11): in [dialect] Att. Prose and Com. even these uses disappear and we find only a few phrases, as ἅτε, ὥστε, ἐφ' ᾧτε, οἷός τε; in later Gr. we find exceptionally

    ἔνθεν τε Hp.Ep.17

    ;

    ἀφ' οὗ τε UPZ62.8

    (ii B.C.);

    ἀπ' οὗ τε PCair.Zen.291.3

    (iii B.C.);

    οἵ τε GDI215.23

    (Erythrae, ii B.C.); ἥ τ' PMag.Par.1.2962;

    ὅσον τε ὀκτὼ στάδια Paus.6.26.1

    ; καὶ ἔστιν ἔπη Μαντικὰ ὁπόσα τε (= which)

    ἐπελεξάμεθα καὶ ἡμεῖς Id.9.31.5

    ;

    οἷόν τε καὶ ἐπὶ τῆς κύων φωνῆς θεωροῦμεν S.E.M.11.28

    .
    C in Hom. τε is also (but less freq.) used in conjunction with other particles in contexts (mainly particular statements) such as the following:
    1 in assurances, statements on oath, and threats,

    σχέτλιος, ἦ τ' ἐκέλευον ἀπωσάμενον δήϊον πῦρ ἂψ ἐπὶ νῆας ἴμεν Il.18.13

    ;

    ἐξ αὖ νῦν ἔφυγες θάνατον, κύον· ἦ τέ τοι ἄγχι ἦλθε κακόν 11.362

    ; ἦ τε is similarly used in 11.391, 17.171, 236, Od.24.28, 311, al.; ἦ τ' ἄν in Il.12.69, al.; γάρ τε (s. v.l.) in

    οὐ γάρ τ' οἶδα 6.367

    , cf. Od.10.190; νύ τε in 1.60, 347 (but τ' more prob. = τοι, v. σύ) ; δέ τε in

    ἀγορῇ δέ τ' ἀμείνονές εἰσι καὶ ἄλλοι Il.18.106

    ;

    σὲ δέ τ' ἐνθάδε γῦπες ἔδονται 16.836

    ; μέν τε in

    σφὼ μέν τε σαώσετε λαὸν Ἀχαιῶν 13.47

    , cf. 4.341; εἴ πέρ τε in

    οὔ τοι ἔτι δηρόν γε φίλης ἀπὸ πατρίδος αἴης ἔσσεται, οὐδ' εἴ πέρ τε σιδήρεα δέσματ' ἔχῃσιν Od.1.204

    , cf. 188, Il.12.223, 245.
    2 also in commands, warnings, and admonitions,

    σίγα, μή τίς τ' ἄλλος Ἀχαιῶν τοῦτον ἀκούσῃ μῦθον Il.14.90

    , cf. Od.19.486;

    ὣς ἄγαγ' ὡς μήτ' ἄρ τις ἴδῃ μήτ' ἄρ τε νοήσῃ Il.24.337

    ; τούσδε τ' (v.l. δ')

    ἐᾶν 16.96

    (nisi leg. τούσδ' ἔτ')

    ; δὸς δέ τέ μ' ἄνδρα ἑλεῖν 5.118

    ; μηδέ τ' ἐρώει (nisi leg. μηδ' ἔτ') 2.179, 22.185.
    3 also in passionate utterances, in clauses which indicate the cause of the speaker's passion or a circumstance which might have caused others to behave more considerately towards him,

    ὤ μοι ἐγὼ δειλή.. ἥ τ'.. τὸν μὲν.. θρέψασα.. ἐπιπροέηκα Il.18.55

    ;

    σχέτλιοί ἐστε, θεοί, ζηλήμονες ἔξοχον ἄλλων, οἵ τε θεαῖς ἀγάασθε.. ἤν τίς τε.. Od.5.119

    , 120, cf. 21.87, Il.15.468, 17.174; ἡμεῖς δ' αὖ μαχόμεσθ', οἵ πέρ τ' ἐπίκουροι ἔνειμεν and we, who ( mark you) are only allies (not γαμβροί and κασίγνητοι), are fighting, 5.477; τρεῖς γάρ τ' ἐκ Κρόνου εἰμὲν ἀδελφεοί for we, let me tell you, are three brothers, sons of Cronos (and Zeus has no prior title to power), 15.187;

    ποῖόν δε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων δεινόν τ' ἀργαλέον τε· νεμεσσῶμαι δέ τ' ἀκούων Od.21.169

    ;

    οὐ μήν οἱ τό γε κάλλιον οὐδέ τ' ἄμεινον Il.24.52

    .
    4 in descriptions of particular events and things where there is no general reference,

    κνίση μὲν ἀνήνοθεν, ἐν δέ τε φόρμιγξ ἠπύει Od.17.270

    ; ὥς (= so)

    τέ μοι ὑβρίζοντες ὑπερφιάλως δοκέουσιν δαίνυσθαι κατὰ δῶμα 1.227

    ;

    τοὺς μέν τ' ἰητροὶ πολυφάρμακοι ἀμφιπένονται.. σὺ δ' ἀμήχανος ἔπλευ, Ἀχιλλεῦ Il.16.28

    ; πόλιν πέρι δινηθήτην καρπαλίμοισι πόδεσσι, θεοὶ δέ τε πάντες ὁρῶντο dub. l. in 22.166;

    εὗρε δ' ἐνὶ σπῆϊ γλαφυρῷ Θέτιν, ἀμφὶ δέ τ' ἄλλαι εἵαθ' ὁμηγερέες ἅλιαι θεαί 24.83

    (s.v.l.);

    ἐν δέ τε φάρμακον ἧκε Od.10.317

    ;

    νῶϊ δέ τ' ἄψορροι κίομεν Il.21.456

    ;

    πολλὰς γὰρ δὴ νύκτας.. ἄεσα καί τ' ἀνέμεινα.. Ἠῶ Od.19.342

    ;

    δέελον δ' ἐπὶ σῆμά τ' ἔθηκε Il.10.466

    ;

    ἐν δέ τε οἶνον κρητῆρσιν κερόωντο Od.20.252

    ; so with οὐδέ τ' (nisi leg. οὐδ' ἔτ')

    , τὸν καὶ ὑπέδδεισαν μάκαρες θεοὶ οὐδέ τ' ἔδησαν Il.1.406

    ;

    οὐδέ τ' ἔληγε μέγας θεός, ὦρτο δ' ἐπ' αὐτόν 21.248

    ;

    οὐδέ τ' ἄειρε 23.730

    ;

    οὐδέ τ' ἔασεν 11.437

    , 21.596, cf. 15.709.
    5 ὅτε τε ( when) freq. introduces a temporal clause defining a point of time in the past by means of a well-known event which occurred then, ἦ οὐ μέμνῃ ὅτε τ' ἐκρέμω ὑψόθεν; Il.15.18;

    ὅτε τε Κρόνον.. Ζεὺς γαίης νέρθε καθεῖσε 14.203

    ;

    ἤματι τῷ ὅτε τ' ἦλθον Ἀμαζόνες 3.189

    (but ἤματι τῷ ὅτε τε is general in 13.335; so also ὅτε πέρ τε.. κέρωνται in 4.259);

    ὅτε τ' ἤλυθε νόσφιν Ἀχαιῶν ἄγγελος ἐς Θήβας 5.803

    , cf. 10.286, 22.102, Od.7.323, 18.257.
    6 in ὅ τε ( that or because) the τε has no observable meaning,

    χωόμενος ὅ τ' ἄριστον Ἀχαιῶν οὐδὲν ἔτισας Il.1.244

    , cf. 412, 4.32, 6.126, Od.5.357, al.
    8 where τ' ἄρ occurs in questions, e.g. πῇ τ' ἂρ μέμονας καταδῦναι ὅμιλον; Il.13.307, cf. 1.8, 18.188, al., ταρ (q.v.) should prob. be read, since ἄρ ([etym.] α) usu. precedes a τε which is not copulative; so perh. ταρα should be read for τ' ἄρα in Od.1.346.
    9 in

    ἣ θέμις ἐστὶν.. ἤ τ' ἀνδρῶν ἤ τε γυναικῶν Il.9.276

    , it is not clear whether τε is copulative (τε A) or generalizing (τε B) or neither (τε C); is prob. = (accented as in ἤτοι (; ἤ τ' ἀλκῆς ἤ τε φόβοιο is dub. l. in 17.42; ἤ τ' = or is found in 19.148, = than in Od.16.216.
    10 Rarer and later uses;
    a also, esp. with

    ἄλλος, Ἑρμεία, σὺ γὰρ αὖτε τά τ' ἄλλα περ ἄγγελός ἐσσι Od.5.29

    , cf. 17.273, Il.23.483;

    ἐπεὶ τά τε ἄλλα πράττουσιν καλῶς, ἀναθεῖναι αὐτοὺς καὶ στήλην IG22.1298.9

    , cf. Lycurg.100 (s.v.l.);

    ἐκομισάμην τὸ παρὰ σοῦ ἐπιστόλιον, ἐν ᾧ ὑπέγραψάς μοι τήν τε παρὰ Ζήνωνος πρὸς Ἰεδδοῦν γεγραμμένην PCair.Zen.18.1

    (iii B.C.); εἰ οὖν περὶ τούτων ἐπιστροφὴν μὴ ποιήσει, οἵ τε λοιποί μοι τὰς χεῖρας προσοίσουσιν (- σωσιν Pap.) PPetr.2p.10 (iii B.C.);

    τῶν δὲ παρὰ ταῦτα ποιησόντων τά τε κτήνη ὑπὸ στέρεσιν ἀχθήσεσθαι πρὸς τὰ ἐκφόρια PTeb.27.74

    (ii B.C.); v. supr. A. 11.3b.
    b with ὅδε, adding a slight emphasis to the preceding word,

    εἰ δὴ τήνδε τε γαῖαν ἀνείρεαι Od.13.238

    , cf. 15.484.
    c τε γάρ rarely = καὶ γάρ or γάρ, Arist.APo. 75b41, de An. 405a4, PA 661b28, Pol. 1318b33, 1333a2; ἐάν τε γάρ for even if, 2 Ep.Cor.10.8; τήν τε γὰρ ἐπιθυμίαν οὐκ ᾔδειν for I had not known even lust. Ep.Rom.7.7.
    D Position of τε:
    1 in signf. A, as an enclitic, it stands second word in the sentence, clause, or phrase, regardless of the meaning: ἐγγύθι τε Πριάμοιο καὶ Ἕκτορος near both Priam and Hector, Il.6.317;

    ἡμέτεραί τ' ἄλοχοι καὶ νήπια τέκνα 2.136

    , cf. 4.505, 7.295;

    αἰεί τε δὴ νηλὴς οὺ καὶ θράσους πλέως A.Pr.42

    codd., cf. 291 (anap.);

    ἄνευ τε δόλου καὶ ἀπάτης Hdt.1.69

    ;

    ὑπέρ τε σοῦ καὶ τῆς ἀδελφῆς PEnteux.6.6

    (iii B.C.);

    τοῖς τε πόνοις καὶ μαθήμασι Pl.R. 537a

    , cf. Ti. 70b; hence in E.Or. 897 πόλεος must be taken with what precedes (Porson ad loc.): but article + noun, preposition + noun are freq. regarded as forming a unity indivisible by τε

    , τοῖς κτανοῦσί τε A.Ch.41

    (lyr.);

    πρὸς βίαν τε Id.Pr. 210

    ; also the order is freq. determined by the meaning, τε being placed immediately after the word (or first word of a phrase or clause) which it joins to what precedes or to what follows,

    πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544

    ;

    ἔξω δόμων τε καὶ πάτρας A.Pr. 665

    ; the copulative or preparatory τε precedes many other particles, e.g. τε γάρ, τ' ἄρα, τέ τις.
    2 τε is enclitic in signfs. B, C also, and stands early in its sentence, clause, or phrase (v. supr.), but many particles which follow τε in signf. A precede it in signfs. B, C, e.g. in signfs. B, C we have δέ τε, μέν τε, γάρ τε, ἀλλά τε, δ' ἄρα τε, ὅς ῥά τε, οὔτ' ἄρ τε, καὶ γάρ τίς τε, ὅς τίς τε, καί τε.
    E Etymology: signf. A is found also in Skt. ca, Lat. - que; for signfs. B and c cf. Skt. ca in yá[hudot ] káś ca 'whosoever (with following verb)', Lat. - que in quisque, ubique, plerique, usque, neque, nec (= non in necopinans, etc.), Goth. ni-h 'not' (also 'and not'), Lat. namque (= nam).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τε

  • 15 εἶπον

    εἶπον (Hom.+) used as 2 aor. of λέγω ‘say’ (B-D-F §101, p. 46); subj. εἴπω, impv. εἶπον; inf. εἰπεῖν, ptc. εἰπών. Somet. takes 1 aor. endings (Meisterhans3-Schw. 184, 6; Schweizer 182; Mayser 331; EpArist index) εἶπα, εἶπας, εἶπαν; impv. εἰπόν Mk 13:4; Lk 22:67; Ac 28:26 (on the accent s. W-S. §6, 7d; Mlt-H. 58. On the other hand, εἶπον acc. to PKatz, TLZ 61, ’36, 284 and B-D-F §81, 1), εἰπάτω, εἴπατε (GrBar 13:2), εἰπάτωσαν; ptc. εἴπας Ac 7:37, fem. εἴπασα J 11:28 v.l.; Hv 3, 2, 3; 4, 3, 7. Fut. ἐρῶ; pf. εἴρηκα, 3 pl. εἰρήκασιν and εἴρηκαν (Rv 19:3), inf. εἰρηκέναι; plpf. εἰρήκειν. Pass. 1 aor. ἐρρέθην (ἐρρήθην v.l. Ro 9:12, 26; Gal 3:16), ptc. ῥηθείς; pf. εἴρηται, ptc. εἰρημένος (B-D-F §70, 1; 81, 1; 101 p. 46; W-S. §13, 13; Rob. index) ‘say, speak’
    to express a thought, opinion, or idea, say, tell
    w. direct or indirect obj. or equivalent τὸν λόγον Mt 26:44. ὅσα Lk 12:3. τί vs. 11; a parable tell (Artem. 4, 80 Μενεκράτης εἶπεν ὄνειρον) 19:11; the truth 2 Cor 12:6 and oft. τοῦτο ἀληθές this as someth. true= this truly J 4:18. τί εἴπω; what shall I say? J 12:27. As a rhetor. transition formula (s. also 3 below) τί ἐροῦμεν; what shall we say or conclude? what then? Ro 3:5; 6:1; 7:7; 9:14, 30. λόγον εἴς τινα say someth. against someone Lk 12:10; also κατά τινος Mt 5:11; 12:32. τί τινι say someth. to someone Gal 3:16. ἔχω σοί τι εἰπεῖν I have someth. to say to you (cp. Lucian, Tim. 20) Lk 7:40. τί εἴπω ὑμῖν; what shall I say to you? 1 Cor 11:22. τὶ πρός τινα say someth. to someone (Pla., Prot. 345c; Herodas 2, 84; Philostrat., Vi. Apoll. 6, 20, 6; Ex 23:13; Jos., Vi. 205) a parable Lk 12:16; speak w. reference to someone Mk 12:12; Lk 20:19. Also πρὸς ταῦτα to this Ro 8:31. τὶ περί τινος say someth. about someone or someth. (X., Vect. 4, 13) J 7:39; 10:41. εἰρήκει περὶ τοῦ θανάτου he had referred to death 11:13. ὑπὲρ (περὶ v.l.) οὗ ἐγὼ εἶπον of whom I spoke J 1:30 (introducing dir. speech). W. acc. of pers. ὸ̔ν εἶπον of whom I said vs. 15; cp. ὁ ῥηθείς the one who was mentioned Mt 3:3. εἰπεῖν τινα καλῶς speak well of someone Lk 6:26. κακῶς speak ill of someone Ac 23:5 (Ex 22:27). W. omission of the nearer obj., which is supplied fr. the context Lk 22:67; J 9:27 al. As an answer σὺ εἶπας sc. αὐτό you have said it is evasive or even a denial (as schol. on Pla. 112e Socrates says: σὺ ταῦτα εἶπες, οὐκ ἐγώ. S. also the refusal to give a clearly affirmative answer in Const. Apost. 15, 14, 4 οὐκ εἶπεν ὁ κύριος ‘ναί’, ἀλλʼ ὅτι ‘σὺ εἶπας’.—λέγω 2e end) Mt 26:25, 64.—W. indication of the pers., to whom someth. is said: in the dat. Mt 5:22; 8:10, 13, 19, 21 and oft. τινὶ περί τινος tell someone about someth. 17:13; J 18:34. Also πρός τινα for the dat. (Lucian, Dial. Mort. 1; Jos., Ant. 11, 210) Mk 12:7; Lk 1:13, 34, 61 and very oft. (w. acc. εἶπον τὸν ἄγγελον GrBar 6:3; 10:7).
    w. direct discourse foll.: Mt 2:8; 9:22; 12:24, 49; 14:29; 15:16, 32; 17:17 and very oft. οὐδὲ ἐροῦσιν= nor will they be able to say Lk 17:21 (cp. Herodas 4, 73 οὐδʼ ἐρεῖς, with direct discourse foll. as in Lk); of someth. said in the past J 14:28.—As a formula introducing an objection (Diod S 13, 21, 5 ἐροῦσί τινες ἴσως; Dio Chrys. 14 [31], 47 ἴσως οὖν ἐρεῖ τις) ἀλλὰ ἐρεῖ τις (X., Cyr. 4, 3, 10; Appian, Bell. Civ. 3, 16 §59 ἀλλὰ … ἐρεῖ τις; Ps.-Clem., Hom. 9, 16 p. 98, 1; 5 Lag.) 1 Cor 15:35; Js 2:18 (on various views, DVerseput, NTS 43, ’97, 108 n. 22). ἐρεῖς οὖν Ro 11:19; w. μοι added 9:19. πρὸς ἡμᾶς Ac 21:13 D. Inserted τίς οὖν αὐτῶν, εἰπέ, πλεῖον ἀγαπήσει αὐτόν; which one, tell me, will love him more? Lk 7:42 v.l.
    w. ὅτι foll. (Diod S 12, 16, 5; 12, 74, 3; Jos., Vi. 205) Mt 28:7, 13; J 7:42; 8:55; 16:15; 1J 1:6, 8, 10; 1 Cor 1:15; 14:23 al.
    w. acc. and inf. foll. Ro 4:1 (text uncertain).
    regularly used w. quotations: Tit 1:12; usually fr. the OT ἐρρέθη Ro 9:12; καθὼς εἴρηκεν Hb 4:3. τὸ ῥηθὲν ὑπὸ κυρίου διὰ τοῦ προφήτου Mt 1:22. ὑπὸ τ. θεοῦ 22:31. διὰ τοῦ προφήτου Ac 2:16; cp. Mt 2:17, 23; 4:14; 8:17; 12:17; 13:35; 24:15 (Just., D. 27, 1 διὰ … Ἠσαίου οὕτως εἴρηται) al. τὸ εἰρημένον what is written Lk 2:24; Ac 13:40; Ro 4:18.—EHowind, De ratione citandi in Ciceronis Plutarchi Senecae Novi Testamenti scriptis obvia, diss. Marburg 1921.
    with questions w. direct discourse foll. (Epict. 3, 23, 18a=ask; Zech 1:9a) Mt 9:4; 17:19, 24; 18:21; 20:32; 26:15 al. W. dat. of pers. Mt 13:10, 27.
    w. adv. modifier ὁμοίως Mt 26:35. ὡσαύτως 21:30; or an adv. expr. ἐν παραβολαῖς in parables= parabolically 22:1. διὰ παραβολῆς using a parable Lk 8:4. W. καθὼς of someth. said in the past (Jos., Ant. 8, 273 καθὼς εἶπεν ὁ προφήτης; cp. Dt 1:21; 19:8; Is 41:22 τὰ ἐπερχόμενα εἴπατε ἡμῖν) Mt 28:6; Mk 14:16; Lk 22:13; cp. J 16:4. εἰπὲ λόγῳ say the word Lk 7:7; Mt 8:8. διὰ φωνῆς πνεύματος ἁγίου through the voice of the Holy Spirit AcPl Ha 11, 5.
    to answer a question, answer, reply (Ps.-Pla., De Virt. 2, 376d οὐκ ἔχω εἰπεῖν=I cannot answer that; Ps.-Pla., Eryx. 21 p. 401D ἔχειν εἰπεῖν=be able to answer) Mt 15:34; 16:14; 26:18 al. On its use w. ἀποκρίνεσθαι, freq. in narrative to denote transition, s. ἀποκρ. 2. Also without a preceding question in conversation Mt 14:18; 15:27; Mk 9:39; Lk 1:38 and oft.
    to reach a conclusion by reasoning, conclude, as in the transitional formula τί ἐροῦμεν; what conclusion are we to draw? Ro 3:5; 6:1; 9:14, 30; on Ro 4:1 s. FDanker, in Gingrich Festschr. ’72, 103f. S. also 1a.
    to apply a name or term to someone, call w. double acc. (Maximus Tyr. 14, 5c κόλακα τὸν Ὀδυσσέα; Diog. L. 6, 40 Diogenes the Cynic is called a ‘dog’; SibOr 4, 140) ἐκείνους εἶπεν θεούς J 10:35. ὑμᾶς εἴρηκα φίλους 15:15 (cp. Od. 19, 334; X., Apol. 15; Lucian, Tim. 20).
    to give instructions or orders, tell, order (Ex 19:8b; 2 Ch 24:8; w. inf. foll.: Ex 35:1b; Wsd 9:8; Epict. 1, 14, 3 ὅταν [ὁ θεὸς] εἴπῃ τοῖς φυτοῖς ἀνθεῖν, ἀνθεῖ; Aberciusins. 17) εἶπεν δοθῆναι αὐτῇ φαγεῖν he ordered that she be given someth. to eat Mk 5:43. εἶπεν καὶ ταῦτα παρατιθέναι he told them to place this also before (the people) 8:7. W. ἵνα foll. Mt 4:3; Mk 9:18; Lk 4:3.
    to tell oneself someth., think. Corresp. to אָמַר בְּלִבּוֹ the expr. εἰπεῖν ἐν ἑαυτῷ (Esth 6:6; Tob 4:2 BA; S has ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ) means say to oneself or quietly, think (to oneself) Mt 9:3; Lk 7:39; 16:3; 18:4; also ἐν τῃ καρδίᾳ αὐτοῦ (Dt 8:17; 9:4; Ps 9:27; 13:1; s. above) Lk 12:45; Ro 10:6.—In mss. and edd. εἶπον freq. interchanges w. λαλέω, λέγω, φημί, and is v.l. in Mt 19:18; Mk 6:16; Lk 19:30; J 7:45, 50; 9:10; 13:24; Ac 23:7.—B. 1253f. DELG s.v. ἔπος 2. Frisk s.v. εἶπον and ἔπος. M-M. TW. Also s. λέγω.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἶπον

  • 16 πληρόω

    πληρόω impf. 3 sg. ἐπλήρου; fut. πληρώσω; 1 aor. ἐπλήρωσα; pf. πεπλήρωκα; plpf. 3 sg. πεπληρώκει (on the omission of the augm. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Pass.: impf. ἐπληρούμην; 1 fut. πληρωθήσομαι; 1 aor. ἐπληρώθην; pf. πεπλήρωμαι; plpf. 3 sg. πεπλήρωτο (s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190) (Aeschyl., Hdt.+).
    to make full, fill (full)
    of things τὶ someth. τὴν γῆν (Orig., C. Cels. 3, 8, 29) B 6:12 (Gen 1:28; cp. Ocellus [II B.C.] c. 46 Harder [1926] τὸν πλείονα τῆς γῆς τόπον πληροῦσθαι with their descendants). Pass., of a net ἐπληρώθη Mt 13:48. πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται Lk 3:5 (Is 40:4). ὀθόνη πλοίου ὑπὸ πνεύματος πληρουμένη a ship’s sail filled out by the wind MPol 15:2.—τόπον πληρῶσαι fill a space Hs 9, 7, 5. ἐπλήρωσεν τοὺς τύπους τῶν λίθων he filled in the impressions of the stones (that had been removed) 9, 10, 2.—Also of sounds and odors (as well as light: schol. on Pla. 914b) ἦχος ἐπλήρωσεν τὸν οἶκον a sound filled the house Ac 2:2 (Diod S 11, 24, 4 αἱ οἰκίαι πένθους ἐπληροῦντο=with cries of grief). ἡ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς the house was filled with the fragrance J 12:3 (cp. Diod S 4, 64, 1 τὴν οἰκίαν πληρώσειν ἀτυχημάτων; Ael. Aristid. 36, 84 K.=48 p. 471 D.: ὅταν οἴκημα πληρωθῇ; TestAbr A 4 p. 80, 23f [Stone p. 8] πλήρωσον τὸν οἶκον ἡμῶν [with aromatic plants]).—Also in other ways of the filling of impers. objects with real but intangible things or qualities: τὸ πρόσωπον αὐτοῦ (i.e. of the martyr Polycarp) χάριτος ἐπληροῦτο MPol 12:1 (χάρις 1 and 4). πεπληρώκατε τὴν Ἰερουσαλὴμ τῆς διδαχῆς ὑμῶν you have filled Jerusalem with your teaching Ac 5:28. ὑμεῖς πληρώσατε (aor. impv. as a rhetor. demand; vv.ll. πληρώσετε, ἐπληρώσατε) τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν of filling the measure of sins (cp. Da 8:23) Mt 23:32; cp. ἐπεὶ πεπλήρωτο ἡ ἡμετέρα ἀδικία Dg 9:2. θεὸς πληρώσει πᾶσαν χρείαν ὑμῶν Phil 4:19 (cp. Thu. 1, 70, 7). πλ. τὴν καρδίαν τινός fill someone’s heart, i.e. take full possession of it (cp. Eccl 9:3) ἡ λύπη πεπλήρωκεν ὑμῶν τ. καρδίαν J 16:6. διὰ τί ἐπλήρωσεν ὁ σατανᾶς τ. καρδίαν σοὺ; Ac 5:3 (Ad’Alès, RSR 24, ’34, 199f; 474f prefers the v.l. ἐπήρωσεν; against him LSt.-Paul Girard, Mém. de l’inst. franc. du Caire 67, ’37, 309–12). ὁ ψευδοπροφήτης πληροῖ τὰς ψυχάς Hm 11:2 (θείου πνεύματος πληρώσαντος … τὰς ψυχάς Orig., C. Cels. 3, 81, 20).—Of Christ, who passed through all the cosmic spheres ἵνα πληρώσῃ τὰ πάντα Eph 4:10 (cp. Jer 23:24; Philo, Leg. All. 3, 4 πάντα πεπλήρωκεν ὁ θεός, Vita Mos. 2, 238, Conf. Lingu. 136; Ath.8, 3 πάντα γὰρ ὑπὸ τοῦτου πεπλήρωται). The mid. in the sense of the act. (B-D-F §316, 1; Rob. 805f. Cp. X., Hell. 6, 2, 14; 35 al.; Plut., Alc. 211 [35, 6]) τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσιν πληρουμένου Eph 1:23 (πλήρωμα 2).
    of persons fill w. powers, qualities, etc. τινὰ someone ὁ ἄγγελος τοῦ προφητικοῦ πνεύματος πληροῖ τὸν ἄνθρωπον Hm 11:9a. τινά τινος someone with someth. (OdeSol 11:2; B-D-F §172; Rob. 510) πληρώσεις με εὐφροσύνης Ac 2:28 (Ps 15:11). Cp. Ro 15:13 (cp. POxy 3313, 3 χαρ[ᾶ ἡμ]ᾶ ἐπλήρωσα). τινά τινι someone with someth. (B-D-F §195, 2) ὁ διάβολος πληροῖ αὐτὸν τῷ αὐτοῦ πνεύματι Hm 11:3.—Mostly pass., in pres., impf., fut., aor. become filled or full (Scholiast on Pla. 856e of μάντις: ἄνωθεν λαμβάνειν τὸ πνεῦμα καὶ πληροῦσθαι τοῦ θεοῦ); in the perf. have been filled, be full: w. gen. of thing (Diod S 20, 21, 3 τῶν βασιλείων πεπληρωμένων φόνων=when the palace was full of murderous deeds; Diog. L. 5, 42 τὸ πάσης ἀρετῆς πεπληρῶσθαι) Lk 2:40 v.l.; Ac 13:52 (Jos., Ant. 15, 421 ἐπληρώθη χαρᾶς; cp. Just., A I, 49, 5); Ro 15:14; 2 Ti 1:4; Dg 10:3; IRo ins; Ox 840, 40f.—W. dat. of thing (Aeschyl., Sept. 464 et al.; Parthenius 10, 4 ἄχει ἐπληρώθη; 2 Macc 7:21; 3 Macc 4:16; 5:30; Just., D. 7, 1 πνεύματι. Cp. BGU 1108, 12 [I B.C.]) Lk 2:40; Ro 1:29; 2 Cor 7:4; Hm 5, 2, 7; 11:9b v.l. (for πλησθεί).—W. acc. of thing (pap use the act. and pass. w. acc. of thing in the sense ‘settle in full by [paying or delivering] someth.’: PLond II, 243, 11 p. 300 [346 A.D.]; 251, 30; POxy 1133, 8; 1134, 6; PFlor 27, 3 al.; B-D-F §159, 1; Rob. 510) πεπληρωμένοι καρπὸν δικαιοσύνης Phil 1:11. Cp. Col 1:9.—W. ἐν and dat. of thing ἐν πνεύματι with the Spirit Eph 5:18. ἐν πίστει καί ἀγάπῃ ISm ins. Cp. Col 4:12 v.l., in case ἐν κτλ. here belongs to πεπληρωμένοι (s. πληροφορέω 1b); but mng. 3 also merits attention. ἐστὲ ἐν αὐτῷ πεπληρωμένοι Col 2:10 is prob. different, meaning not ‘with him’, but in him or through him.—Abs. Eph 3:19 (εἰς denotes the goal; s. πλήρωμα 3b). πεπλήρωμαι I am well supplied Phil 4:18 (cp. Diod S 14, 62, 5 πληροῦν τινα=supply someone fully).
    to complete a period of time, fill (up), complete (Pla., Leg. 9, 866a, Tim. 39d; Plut., Lucull. 516 [35, 8]; POxy 275, 24 [66 A.D.] μέχρι τοῦ τὸν χρόνον πληρωθῆναι; 491, 6; PTebt 374, 10; BGU 1047 III, 12 al. in pap; Gen 25:24; 29:21; Lev 8:33; 12:4; 25:30; Num 6:5; Tob 10:1; 1 Macc 3:49 al.; TestAbr B; TestJob 28:1 ἐπλήρωσα εἴκοσι ἔτη; ApcMos 13; Jos., Ant. 4, 78; 6, 49) in our lit. only pass. (Ps.-Callisth. 3, 17, 39; 41 πεπλήρωται τὰ τῆς ζωῆς ἔτη; Did., Gen. 195, 23) πεπλήρωται ὁ καιρός Mk 1:15; cp. J 7:8. χρόνος instead of καιρός Hs 6, 5, 2; cp. πληρωθέντος τοῦ χρόνου (pl.: Iren. 1, 17, 2 [Harv. I 168, 13]) when the time has elapsed 1 Cl 25:2. πεπλήρωνται αἱ ἡμέραι the days are over, have come to an end Hv 2, 2, 5. πληρωθέντων … τῶν ἡμερῶν GJs 5:2 (TestAbr B 1 p. 105, 4 [Stone p. 58]).—Ac 9:23. πεπλήρωται ὁ ὅρος τῶν ἐτῶν ending of Mk in the Freer ms. 6f. πληρωθέντων ἐτῶν τεσσερακοντα when forty years had passed Ac 7:30 (TestJud 9:2).—24:27; 1 Cl 25:5. ὡς ἐπληροῦτο αὐτῷ τεσσερακονταετὴς χρόνος when he had reached the age of 40 Ac 7:23 (PFlor 382, 6; 11 ἑβδομήκοντα ἔτη ἐπλήρωσας). ἐπληρώθησαν οἱ μῆνες αὐτῆς ὡς εἶπεν ἕξ (Anna) had passed her sixth month as (the angel) said GJs 5:2 (but s. deStrycker ad loc.).
    to bring to completion that which was already begun, complete, finish (X., Hell. 4, 8, 16; Herodian 1, 5, 8; Olympiodorus, Life of Plato p. 2 Westerm.: the hymn that was begun; Himerius, Or. 6 [2], 14 πληρῶσαι τὴν ἐπιθυμίαν=fully gratify the desire, in that the Persians wished to incorporate into their great empire a small piece of the west, i.e. Greece; ApcSed 13:1 τὴν μετάνοιαν) τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ bring (the preaching of) the gospel to completion by proclaiming it in the most remote areas Ro 15:19; sim. πλ. τ. λόγον τοῦ θεοῦ Col 1:25. πληρώσατέ μου τ. χαράν Phil 2:2. Cp. 2 Th 1:11.—Pass. 2 Cor 10:6; Col 4:12 v.l. (s. 1b above). ὁ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πεπλήρωται Gal 5:14 because of its past tense is prob. to be translated the whole law has found its full expression in a single word or is summed up under one entry (s. s.v. λόγος 2a; some would put this passage under 4b). οὐχ εὕρηκά σου ἔργα πεπληρωμένα Rv 3:2. Johannine usage speaks of joy that is made complete (the act. in Phil 2:2, s. above) J 3:29; 15:11; 16:24; 17:13; 1J 1:4; 2J 12.
    to bring to a designed end, fulfill a prophecy, an obligation, a promise, a law, a request, a purpose, a desire, a hope, a duty, a fate, a destiny, etc. (Pla., Gorg. 63, 507e ἐπιθυμίας [cp. TestJos 4:7 ἐπιθυμίαν]; Herodian 2, 7, 6 ὑποσχέσεις; Epict. 2, 9, 3; 8 ἐπαγγελίαν; Plut., Cic. 869 [17, 5] τὸ χρεών [=destiny]; Procop. Soph., Ep. 68 τ. ἐλπίδας; Spartan ins in BSA 12, 1905/6, p. 452 [I A.D.] τὰ εἰθισμένα; pap, LXX; Philo, Praem. 83 τὰς θείας παραινέσεις μὴ κενὰς ἀπολιπεῖν τῶν οἰκείων πράξεων, ἀλλὰ πληρῶσαι τοὺς λόγους ἔργοις ἐπαινετοῖς=the divine exhortations it [God’s people] did not leave devoid of appropriate performance, but carried out the words with praiseworthy deeds; Jos., Ant. 5, 145; 14, 486).
    of the fulfillment of divine predictions or promises. The word stands almost always in the passive be fulfilled (Polyaenus 1, 18 τοῦ λογίου πεπληρωμένου; Alex. Aphr., Fat. 31, II 2 p. 202, 21 ὅπως πληρωθῇ τὸ τῆς εἱμαρμένης δρᾶμα; 3 Km 2:27; TestBenj 3:8 προφητεία; Ps.-Clem., Hom. 8, 4) and refers mostly to the Tanach and its words: τοῦτο γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ κυρίου διὰ τοῦ προφήτου (cp. 2 Ch 36:21) Mt 1:22; cp. 2:15, 17, 23; 4:14; 8:17; 12:17; 13:35; 21:4; 26:54, 56; 27:9 (PNepper-Christensen, D. Mt-evangelium, ’58, 136–62); Mk 14:49; 15:27(28) v.l. (after Lk 22:37); Lk 1:20; 4:21; 21:22 v.l.; 24:44; J 12:38; 13:18; 15:25; 17:12; 19:24, 36; Ac 1:16 (cp. Test Napht 7:1 δεῖ ταῦτα πληρωθῆναι); Js 2:23. A vision ἔδει γὰρ τὸ τῆς … ὀπτασίας πληρωθῆναι for what (Polycarp) had seen in his vision was destined to be fulfilled MPol 12:3.—The OT type finds its fulfillment in the antitype Lk 22:16 (cp. MBlack, ET 57, ’45/46, 25f, An Aramaic Approach3, ’67, 229–36). At times one of Jesus’ predictions is fulfilled: J 18:9, 32. The act. bring to fulfillment, partly of God, who brings divine prophecies to fulfillment Ac 3:18; MPol 14:2, partly of humans who, by what they do, help to bring divine prophecies to realization (Vi. Thu. 1, 8 [=OxfT p. xii, 8] οὗτος ἐπλήρωσε τὰ μεμαντευμένα) Ac 13:27. Jesus himself fulfills his destiny by dying, as God’s messengers Moses and Elijah foretell Lk 9:31.—GPt 5:17.
    a prayer (Chariton 8, 1, 9 πεπληρώκασιν οἱ θεοὶ τὰς εὐχάς; Aristaen., Ep. 1, 16 the god πεπλήρωκε τ. εὐχήν [=prayer]; IBM 894, 8 of answered prayer) πληρῶσαί μου τὴν αἴτησιν answer my prayer ITr 13:3 (cp. Ps 19:5; TestAbr A 15 p. 96, 4 [Stone p. 40]). A command(ment) (Herodian 3, 11, 4 τὰς ἐντολάς; POxy 1252A, 9 πλήρωσον τὸ κεκελευσμένον; 1 Macc 2:55; SibOr 3, 246) πεπλήρωκεν ἐντολὴν δικαιοσύνης Pol 3:3. νόμον (Ps.-Demetr., Form. Ep. p. 12, 9; cp. Hdt. 1, 199 ἐκπλῆσαι τὸν νόμον) Ro 13:8; pass. Gal 5:14 (but s. 3 above and cp. Aeschyl., Ag. 313). τὸ δικαίωμα τοῦ νόμου Ro 8:4. πᾶσαν δικαιοσύνην (cp. 4 Macc 12:14 πλ. τὴν εὐσέβειαν) Mt 3:15 (s. AFridrichsen: Congr. d’Hist. du Christ. I 1928, 167–77; OEissfeldt, ZNW 61, ’70, 209–15 and s. βαπτίζω 2a, end); pass. ISm 1:1 (s. δικαιοσύνη 3b). Also ἐστὶ πρέπον πληρωθῆναι πάντα it is fitting that all things should be fulfilled GEb 18, 40 (cp. APF 3, 1906, 370 II, 7 [II A.D.] ἕως ἅπαντα τὰ κατʼ ἐμὲ πεπληρῶσθαι).—A duty or office βλέπε τὴν διακονίαν …, ἵνα αὐτὴν πληροῖς pay attention to your duty … and perform it Col 4:17 (cp. CIG 2336 πλ. πᾶσαν ἀρχὴν κ. λειτουργίαν; PFlor 382, 40 πληρῶσαι τὴν λειτουργίαν; ISardRobert I p. 39 n. 5).—Abs., in the broadest sense and in contrast to καταλύειν (s. καταλύω 3a): οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι Mt 5:17; depending on how one prefers to interpret the context, πληρόω is understood here either as fulfill=do, carry out, or as bring to full expression=show it forth in its true mng., or as fill up=complete (s. AKlöpper, ZWT 39, 1896, 1ff; AHarnack, Aus Wissenschaft u. Leben II 1911, 225ff, SBBerlAk 1912, 184ff; JHänel, Der Schriftbegriff Jesu 1919, 155ff; Dalman, Jesus 56–66 confirm; WHatch, ATR 18, ’36, 129–40; HLjungman, D. Gesetz Erfüllen, ’54; WKümmel, Verheissung u. Erfüllung3, ’56; JO’Rourke, The Fulfilment Texts in Mt, CBQ 24, ’62, 394–403).
    to bring to completion an activity in which one has been involved from its beginning, complete, finish (1 Macc 4:19) πάντα τὰ ῥήματα Lk 7:1 (cp. TestBenj 12:1 τοὺ λόγου). τὴν διακονίαν Ac 12:25. [τὰς τοῦ κυρίου οἰκο]νομίας πληρῶσε (=πληρῶσαι) to carry out to the end God’s designs (i.e. Paul’s life as programmed by God is about to be concluded) AcPl Ha 5, 27; cp. the restoration in 6, 26 ο̣ἰ̣κο̣ν̣[ομίαν πληρώσω] (cp. the description of Jeremiah’s death ParJer 9:31 ἐπληρώθη αὐτοῦ οἰκονομία); τὸν δρόμον Ac 13:25; cp. the abs. ἕως πληρώσωσιν until they should complete (their course) Rv 6:11 v.l. (s. 6 below). τὸ ἔργον Ac 14:26. τὴν εὐχήν MPol 15:1. τὰ κυνηγέσια 12:2 (another probability here is the quite rare [Hdt. 2, 7 al.] intr. sense be complete, be at an end). Pass. be accomplished, be finished, at an end (Ps.-Callisth. 1, 24, 9 as a saying of Philip as he lay dying: ἐμοῦ τὸ πεπρωμένον πεπλήρωται = my destiny has been fulfilled; Mel., P. 43, 297 ὁ νόμος ἐπληρώθη τοῦ εὐαγγελίου φωτισθέτος) ὡς ἐπληρώθη ταῦτα Ac 19:21. ἄχρι οὗ πληρωθῶσιν καιροὶ ἐθνῶν Lk 21:24. αἱ ἀποκαλύψεις αὗται τέλος ἔχουσιν• πεπληρωμέναι γάρ εἰσιν these revelations have attained their purpose, for they are completed Hv 3, 3, 2.
    complete a number, pass. have the number made complete (since Hdt. 7, 29; Iren. 1, 16, 2 [Harv. I 161, 6]; Hippol., Ref. 6, 51, 2) ἕως πληρωθῶσιν οἱ σύνδουλοι Rv 6:11 (s. 5 above).—CMoule, Fulfilment Words in the NT, NTS 14, ’68, 293–320. DELG s.v. πίμπλημι. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πληρόω

  • 17 εἰ

    εἰ, [dialect] Att.-[dialect] Ion. and Arc. (for εἰκ, v. infr. 11 ad init.), = [dialect] Dor. and [dialect] Aeol. αἰ, αἰκ (q. v.), Cypr.
    A

    Inscr.Cypr.135.10

    H., both εἰ and αἰ in [dialect] Ep.:— Particle used interjectionally with imper. and to express a wish, but usu. either in conditions, if, or in indirect questions, whether. In the former use its regular negative is μή; in the latter, οὐ.
    A INTERJECTIONALLY, in Hom., come now! c. imper.,

    εἰ δὲ.. ἄκουσον Il.9.262

    ; εἰ δὲ καὶ αὐτοὶ φευγόντων ib.46; most freq. with ἄγε (q. v.), 1.302, al.
    2 in wishes, c. opt.,

    ἀλλ' εἴ τις.. καλέσειεν 10.111

    , cf. 24.74; so later,

    εἴ μοι ξυνείη μοῖρα S.OT 863

    (lyr.);

    εἴ μοι γένοιτο φθόγγος ἐν βραχίοσιν E.Hec. 836

    : more freq. folld. by

    γάρ, αἲ γὰρ δὴ οὕτως εἴη Il.4.189

    , al.;

    εἰ γὰρ γενοίμην ἀντὶ σοῦ νεκρός E.Hipp. 1410

    ;

    εἰ γὰρ γένοιτο X.Cyr.6.1.38

    ;

    εἰ γὰρ ἐν τούτῳ εἴη Pl.Prt. 310d

    ; of unattained wishes, in Hom. only c. opt.,

    εἰ γὰρ ἐγὼν.. Διὸς πάϊς αἰγιόχοιο εἴην Il.13.825

    ;

    Ζεῦ πάτερ, αἰ γὰρ ἐμὸς πόσις εἴη Alcm.29

    ; later with past tenses of ind.,

    εἰ γάρ μ' ὑπὸ γῆν.. ἧκεν A.Pr. 152

    (anap.); εἰ γὰρ τοσαύτην δύναμιν εἶχον ὥστε .. E.Alc. 1072: twice in Od. c. inf. (cf. the use of inf. in commands),

    αἰ γὰρ τοῖος ἐὼν.. ἐμὸς γαμβρὸς καλέεσθαι 7.311

    , cf. 24.376.
    b εἴθε, [dialect] Ep. αἴθε, is freq. used in wishes in the above constructions,

    εἴθε οἱ αὐτῷ Ζεὺς ἀγαθὸν τελέσειεν 2.33

    ;

    εἴθ' ὣς ἡβώοιμι Il.7.157

    ;

    ἰὼ γᾶ, εἴθ' ἔμ' ἐδέξω A.Ag. 1537

    (lyr.);

    εἴθε σοι, ὦ Περίκλεις, τότε συνεγενόμην X.Mem.1.2.46

    : later c. inf.,

    γαίης χθαμαλωτέρη εἴθε.. κεῖσθαι AP9.284

    (Crin.).
    c εἰ γάρ, εἴθε are also used with ὤφελον ([dialect] Ep. ὤφελλον), of past unattained wishes,

    αἴθ' ὤφελλες στρατοῦ ἄλλου σημαίνειν Il.14.84

    ; εἰ γὰρ ὤφελον [κατιδεῖν] Pl.R. 432c.
    d folld. by a clause expressing a consequence of the fulfilment of the wish, αἰ γὰρ τοῦτο.. ἔπος τετελεσμένον εἴη· τῷ κε τάχα γνοίης .. Od. 15.536, cf. 17.496, al.; sts. hard to distinguish from εἰ in conditions (which may be derived from this use),

    εἴ μοί τι πίθοιο, τό κεν πολὺ κέρδιον εἴη Il.7.28

    .
    B IN CONDITIONS, if:
    I with INDIC.,
    1 with all tenses (for [tense] fut., v. infr. 2), to state a condition, with nothing implied as to its fulfilment, εἰ δ' οὕτω τοῦτ' ἐστίν, ἐμοὶ μέλλει φίλον εἶναι but if this is so, it will be.., Il.1.564: any form of the Verb may stand in apodosi,

    εἰ θεοί τι δρῶσιν αἰσχρόν, οὐκ εἰσὶν θεοί E.Fr.292.7

    ;

    εἰ δοκεῖ, πλέωμεν S.Ph. 526

    ;

    εἰ Φαῖδρον ἀγνοῶ, καὶ ἐμαυτοῦ ἐπιλέλησμαι Pl.Phdr. 228a

    ;

    κάκιστ' ἀπολοίμην, Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ Ar.Ra. 579

    , cf. Od.17.475;

    εἰ θεοῦ ἦν, οὐκ ἦν αἰσχροκερδής· εἰ δ' αἰσχροκερδής, οὐκ ἦν θεοῦ Pl.R. 408c

    ;

    εἰ ταῦτα λέγων διαφθείρω τοὺς νέους, ταῦτ' ἂν εἴη βλαβερά Id.Ap. 30b

    , cf. 25b; εἰ οὗτοι ὀρθῶς ἀπέστησαν, ὑμεῖς ἂν οὐ χρεὼν ἄρχοιτε if these were right in their revolt, (it would follow that) you rule when you have no right, Th.3.40.
    b to express a general condition, if ever, whenever, sts. with [tense] pres.,

    εἴ τις δύο ἢ καὶ πλείους τις ἡμέρας λογίζεται, μάταιός ἐστιν S.Tr. 943

    : with [tense] impf.,

    εἴ τίς τι ἠρώτα ἀπεκρίνοντο Th.7.10

    : rarely with [tense] aor., D.S.31.26.1, S.E.P.1.84; cf. 111.2.
    2 with [tense] fut. (much less freq. than ἐάν c. subj.), either to express a future supposition emphatically,

    εἰ φθάσομεν τοὺς πολεμίους κατακαίνοντες οὐδεὶς ἡμῶν ἀποθανεῖται X.Cyr.7.1.19

    ;

    εἰ μὴ βοηθήσετε οὐ περιέσται τἀκεῖ Th.6.91

    ; εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται ἡ πᾶσα Σικελία ibid.; in threats or warnings,

    εἰ μὴ καθέξεις γλῶσσαν ἔσται σοι κακά E.Fr.5

    ;

    εἰ τιμωρήσεις Πατρόκλῳ, αὐτὸς ἀποθανῇ Pl.Ap. 28c

    , cf. D.28.21: or,
    b to express a present intention or expectation, αἶρε πλῆκτρον εἰ μαχεῖ if you mean to fight, Ar.Av. 759;

    ἐγὼ μὲν οὐκ ἀνήρ.. εἰ ταῦτ' ἀνατεὶ τῇδε κείσεται κράτη S.Ant. 485

    , cf. Il.1.61, E.Hec. 863.
    3 with historical tenses, implying that the condition is or was unfulfilled.
    a with [tense] impf., referring to present time or to continued or repeated action in past time (in Hom. always the latter, Il.24.715, al.): ταῦτα οὐκ ἂν ἐδύναντο ποιεῖν, εἰ μὴ διαίτῃ μετρίᾳ ἐχρῶντο they would not be able to do this (as they do), if they did not live an abstemious life, X.Cyr.1.2.16, cf. Pl.R. 489b; οὐκ ἂν νήσων ἐκράτει, εἰ μή τι καὶ ναυτικὸν εἶχεν he ([place name] Agamemnon) would not have been master of islands, if he had not had also some naval force, Th.1.9;

    αἰ δ' ἦχες ἔσλων ἴμερον ἢ κάλων.. αἴδως κεν.. ἦχεν Sapph.28

    ; εἰ ἦσαν ἄνδρες ἀγαθοὶ.. οὐκ ἄν ποτε ταῦτα ἔπασχον if they had been good men, they would never have suffered as they did, Pl.Grg. 516e, cf. X.Mem.1.1.5; εἰ γὰρ ἐγὼ τάδε ᾔδἐ.. οὐκ ἂν ὑπεξέφυγε if I had known this.., Il.8.366.
    b with [tense] aor. referring to past time,

    εἰ μὴ ἔφυσε θεὸς μέλι.. ἔφασκον γλύσσονα σῦκα πέλεσθαι Xenoph.38

    ; εἰ μὴ ὑμεῖς ἤλθετε, ἐπορευόμεθα ἂν ἐπὶ βασιλέα had you not come, we should be on our way.., X.An.2.1.4;

    καὶ ἴσως ἂν ἀπέθανον, εἰ μὴ ἡ ἀρχὴ διὰ ταχέων κατελύθη Pl.Ap. 32d

    , cf. Il.5.680, Od.4.364, D.4.5, 27.63: with [tense] plpf. in apodosi,

    εἰ τριάκοντα μόναι μετέπεσον τῶν ψήφων, ἀπεπεφεύγη ἄν Pl. Ap. 36a

    .
    c rarely with [tense] plpf. referring to action finished in past or present time, λοιπὸν δ' ἂν ἦν ἡμῖν ἔτι περὶ τῆς πόλεως διαλεχθῆναι, εἰ μὴ προτέρα τῶν ἄλλων τὴν εἰρήνην ἐπεποίητο if she had not (as she has done) made peace before the rest, Isoc.5.56, cf. Pl.Ti. 21c.
    II with SUBJ., εἰ is regularly joined with ἄν ([dialect] Ep. κε, κεν), cf. ἐάν: Arc. εἰκαν in Tegean Inscrr. of iv B. C. (IG5(2).3.16, 31, 6.2, SIG306.34) should be understood as εἰκ ἄν (εἰ: εἰκ = οὐ: οὐκ), since εἰ δ' ἄν is also found in IG5(2).3.2, 6.45, and εἰκ alone, ib.3.21; but ἄν ([etym.] κε, κεν) are freq. absent in Hom. as Od.5.221, 14.373 (and cf. infr. 2), and Lyr., Pi. (who never uses εἰ with ἄν or κε ([etym.] ν)) P.4.266, al.; in dialects,

    αἰ δείλητ' ἀγχωρεῖν IG9(1).334.6

    ([dialect] Locr., v B. C.), cf. Foed.[dialect] Dor. ap. Th.5.79; rarely in Hdt.,

    εἰ μὴ ἀναβῇ 2.13

    ; occasionally in Trag., A.Eu. 234, S.OT 198 (lyr.), etc.; very rarely in [dialect] Att. Prose,

    εἰ ξυστῶσιν αἱ πόλεις Th.6.21

    ;

    εἴ τι που ἄλσος ἢ τέμενος ἀφειμένον ᾖ Pl.Lg. 761c

    : in later Prose,

    εἴ τις θελήσῃ Apoc.11.5

    ;

    εἰ φονεύῃ Plot.2.9.9

    , cf. Procl. Inst.26.
    1 when the apodosis is [tense] fut., to express a future condition more distinctly and vividly than εἰ c. opt., but less so than εἰ c. [tense] fut. ind. (supr. 1.2a); εἰ δέ κεν ὣς ἕρξῃς καί τοι πείθωνται Ἀχαιοί, γνώσῃ ἔπειθ' .. if thou do thus.., thou shalt know, Il.2.364, cf. 1.128, 3.281, Od.17.549;

    ἂν δέ τις ἀνθιστῆται, σὺν ὑμῖν πειρασόμεθα χειροῦσθαι X. An.7.3.11

    ; ἂν μὴ νῦν ἐθέλωμεν ἐκεῖ πολεμεῖν αὐτῷ, ἐνθάδ' ἴσως ἀναγκασθησόμεθα τοῦτο ποιεῖν if we be not now willing, D.4.50, cf. X.Cyr. 5.3.27: folld. by imper., ἢν εἰρήνης δοκῆτε δεῖσθαι, ἄνευ ὅπλων ἥκετε ib.3.2.13, cf. 5.4.30.
    2 when the apodosis is present, denoting customary or repeated action, to express a general condition, if ever, ἤν ποτε δασμὸς ἵκηται, σοὶ τὸ γέρας πολὺ μεῖζον (sc. ἐστί) whenever a division comes, your prize is (always) greater, Il.1.166; ἢν ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται θνῄσκειν if death come near, E.Alc. 671; with ἄν omitted,

    εἴ περ γάρ τε χόλον.. καταπέψῃ ἀλλά.. ἔχει κότον Il.1.81

    .
    b with Rhet. present in apodosis, ἐὰν μὴ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν, οὐκ ἔστι κακῶν παῦλα there is (i.e. can be, will be) no rest.., Pl.R. 473d.
    III with OPTATIVE (never with ἄν in early Gr., later ἐάν c. opt., Dam.Pr. 114, al.),
    1 to express a future condition less definitely than ἐάν c. subj., usu. with opt. with ἄν in apod., ἦ κεν γηθήσαι Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες.. εἰ σφῶιν τάδε πάντα πυθοίατο μαρναμένοιιν surely they would exult, if they should hear.., Il.1.255, cf. 7.28, Od.3.223;

    εἴης φορητὸς οὐκ ἄν, εἰ πράσσοις καλῶς A.Pr. 979

    ;

    οὐδὲ γὰρ ἄν με ἐπαινοίη, εἰ ἐξελαύνοιμι τοὺς εὐεργέτας X.An.7.7.11

    ;

    οἶκος δ' αὐτός, εἰ φθογγὴν λάβοι, σαφέστατ' ἂν λέξειεν A.Ag.37

    , etc.: [tense] fut. opt. is f.l. in Pl.Tht. 164a: with [tense] pres. ind. in apod., Xenoph.34.3, Democr.253: with [tense] fut.ind., Meliss.5.
    b in Hom.sts. with [tense] pres. opt., to express an unfulfilled present condition, εἰ μὲν νῦν ἐπὶ ἄλλῳ ἀεθλεύοιμεν, ἦ τ' ἂν ἐγὼ τὰ πρῶτα φεροίμην if we were now contending, etc., Il.23.274: rarely in Trag., εἰ μὴ κνίζοι ( = εἰ μὴ ἔκνιζε) E.Med. 568; also

    εἰ ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι, ἑλοίμην ἂν μᾶλλον ἀδικεῖσθαι Pl.Grg. 469c

    .
    2 when the apodosis is past, denoting customary or repeated action, to express a general condition in past time (corresponding to use of subj. in present time, supr. 11.2); once in Hom.,

    εἴ τίς με.. ἐνίπτοι, ἀλλὰ σὺ τόν γ'.. κατέρυκες Il.24.768

    ; εἰ δέ τινας θορυβουμένους αἴσθοιτο.., κατασβεννύναι τὴν ταραχὴν ἐπειρᾶτο if he should see ( whenever he saw) any troops in confusion, he (always) tried, X.Cyr.5.3.55, cf. An.4.5.13, Mem.4.2.40; εἴ τις ἀντείποι, εὐθὺς ἐτεθνήκει if any one made objection, he was a dead man at once, Th. 8.66;

    ἀλλ' εἴ τι μὴ φέροιμεν, ὤτρυνεν φέρειν E.Alc. 755

    . For εἰ c. ind. in this sense v. supr. 1.1: ind. and opt. are found in same sentence,

    ἐμίσει, οὐκ εἴ τις κακῶς πάσχων ἠμύνετο, ἀλλ' εἴ τις εὐεργετούμενος ἀχάριστος φαίνοιτο X.Ages.11.3

    .
    3 in oratio obliqua after past tenses, representing ἐάν c. subj. or εἰ with a primary (never an historical) tense of the ind. in oratio recta, ἐλογίζοντο ὡς, εἰ μὴ μάχοιντο, ἀποστήσοιντο αἱ πόλεις (representing ἐὰν μὴ μαχώμεθα, ἀποστήσονται) X.HG6.4.6, cf. D.21.104, X.HG5.2.2; ἔλεγεν ὅτι, εἰ βλαβερὰ πεπραχὼς εἴη, δίκαιος εἴη ζημιοῦσθαι (representing εἰ βλαβερὰ πέπραχε, δίκαιός ἐστι) ib.32, cf. An.6.6.25; εἰ δέ τινα φεύγοντα λήψοιτο, προηγόρευεν ὅτι ὡς πολεμίψ χρήσοιτο (representing εἴ τινα λήψομαι, χρήσομαι) Id.Cyr.3.1.3; also, where oratio obliqua is implied in the leading clause, οὐκ ἦν τοῦ πολέμου πέρας Φιλίππῳ, εἰ μὴ Θηβαίους.. ἐχθροὺς ποιήσειε τῇ πόλει, i.e. Philip thought there would be no end to the war, unless he should make.. (his thought having been ἐὰν μὴ ποιήσω), D.18.145;

    ἐβούλοντο γὰρ σφίσιν, εἴ τινα λάβοιεν, ὑπάρχειν ἀντὶ τῶν ἔνδον, ἢν ἄρα τύχωσί τινες ἐζωγρημένοι Th.2.5

    .
    4 c. opt. with ἄν, only when the clause serves as apodosis as well as protasis, cf. Pl.Prt. 329b, D.4.18, X.Mem.1.5.3 (v.

    ἄν A. 111

    . d).
    IV c. INF., in oratio obliqua, only in Hdt.,

    εἰ γὰρ δὴ δεῖν πάντως περιθεῖναι ἄλλῳ τέῳ τὴν βασιληΐην, [ἔφη] δικαιότερον εἶναι κτλ. 1.129

    ;

    εἰ εἶναι τοῦτο μὴ φίλον 2.64

    , cf. 172, 3.105, 108.
    V after Verbs denoting wonder, delight, indignation, disappointment, contentment, and similar emotions, εἰ c. ind. is used instead of ὅτι, to express the object of the feeling in a hypothetical form, θαυμάζω εἰ μηδεὶς ὑμῶν μήτ' ἐνθυμεῖται μήτ' ὀργίζεται, ὁρῶν .. I wonder that no one of you is either concerned or angry when he sees.., D.4.43;

    οὐκ ἀγαπᾷ εἰ μὴ δίκην δέδωκεν, ἀλλ' εἰ μὴ καὶ χρυσῷ στεφάνῳ στεφανωθήσεται ἀγανακτεῖ Aeschin.3.147

    : after past tenses,

    ἐθαύμασε δ' εἰ μὴ φανερόν ἐστιν X.Mem.1.1.13

    ;

    δεινὸν εἰσῄει, εἰ μὴ.. δόξει D.19.33

    ;

    ἐθαύμαζον εἴ τι ἕξει τις χρήσασθαι τῷ λόγῳ Pl.Phd. 95a

    ;

    οὐδὲ ᾐσχύνθη εἰ.. ἐπάγει D.21.105

    : in oratio obliqua (expressed or implied) c. opt., ἐπεῖπεν ὡς δεινὸν (sc. εἴη)

    εἰ.. μεγαλόψυχος γένοιτο Aeschin.2.157

    ;

    ᾤκτιρον εἰ ἁλώσοιντο X.An.1.4.7

    ; ἐθαύμαζε δ' εἴ τις ἀρετὴν ἐπαγγελλόμενος ἀργύριον πράττοιτο he wondered that any one should demand money, Id.Mem.1.2.7; ἔχαιρον ἀγαπῶν εἴ τις ἐάσοι I rejoiced, being content if any one should let it pass, Pl.R. 450a:—in this use the neg. οὐ is also found,

    ἀγανακτῶ εἰ ὁ Φίλιππος ἁρπάζων οὐ λυπεῖ D.8.55

    ;

    δεινὸν ἂν εἴη εἰ οἱ ἐκείνων ξύμμαχοι οὐκ ἀπεροῦσιν Th.1.121

    ;

    τέρας λέγεις, εἰ οὐκ ἂν δύναιντο λαθεῖν Pl.Men. 91d

    , etc.
    VI in citing a fact as a ground of argument or appeal, as surely as, since, εἴ ποτ' ἔην γε if there was [as there was], i.e. as sure as there was such an one, Il.3.180, al.;

    εἰ τότε κοῦρος ἔα, νῦν αὖτέ με γῆρας ὀπάζει 4.321

    ; πολλοὺς γὰρ οἶκε εἶναι εὐπετέστερον διαβάλλειν ἢ ἕνα, εἰ Κλεομένεα μὲν μοῦνον οὐκ οἷός τε ἐγένετο διαβαλεῖν, τρεῖς δὲ μυριάδας Ἀθηναίων ἐποίησε τοῦτο it seems easier to deceive many than one, if (as was the fact, i.e. since) he was not able.., Hdt.5.97, cf. 1.60,al.
    VII ELLIPTICAL CONSTRUCTIONS:
    1 with apodosis implied in the context, εἰ having the force of in case, supposing that, πρὸς τὴν πόλιν, εἰ ἐπιβοηθοῖεν, ἐχώρουν they marched towards the city [so as to meet the citizens], in case they should rush out, Th.6.100; ἱκέται πρὸς σὲ δεῦρ' ἀφίγμεθα, εἴ τινα πόλιν φράσειας ἡμῖν εὔερον we have come hither to you, in case you should tell us of some fleecy city (i.e. that we might hear of it), Ar.Av. 120; παρέζεο καὶ λαβὲ γούνων, αἴ κέν πως ἐθέλῃσιν ἐπὶ Τρώεσσιν ἀρῆξαι sit by him and grasp his knees [so as to persuade him], in case he be willing to help the Trojans, Il.1.408, cf. 66, Od.1.94, 3.92; ἄκουσον καὶ ἐμοῦ, ἐάν σοι ἔτι ταὐτὰ δοκῇ hear me also [that you may assent], in case the same opinion please you, Pl.R. 358b; ἰδὲ δή, ἐάν σοι ὅπερ ἐμοὶ συνδοκῇ look now, in case you approve what I do, ib. 434a.
    2 with apodosis suppressed for rhetorical reasons, εἴ περ γάρ κ' ἐθέλῃσιν Ὀλύμπιος.. στυφελίξαι if he wish to thrust him away, [he will do so], Il.1.580; εἰ μὲν δώσουσι γέρας—· εἰ δέ κε μὴ δώωσιν, ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι if they shall give me a prize, [well and good]; but if they give not, then I will take one for myself, 1.135, cf. 6.150, Ar.Pl. 468; καὶ ἢν μὲν ξυμβῇ ἡ πεῖρα—· εἰ δὲ μή .. and if the attempt succeed, [well]; otherwise.., Th.3.3, cf. Pl.Prt. 325d.
    3 with the Verb of the protasis omitted, chiefly in the following expressions:
    a εἰ μή except,

    οὐδὲν ἄλλο σιτέονται, εἰ μὴ ἰχθῦς μοῦνον Hdt. 1.200

    ; μὰ τὼ θεώ, εἰ μὴ Κρίτυλλά γ' [εἰμί]—nay, if I'm not Critylla! i.e. I am, Ar.Th. 898; εἰ μὴ ὅσον except only,

    ἐγὼ μέν μιν οὐκ εἶδον, εἰ μὴ ὅσον γραφῇ Hdt.2.73

    , cf. 1.45, 2.20;

    εἰ μὴ εἰ Th.1.17

    , Pl.Grg. 480b, etc.; εἰ μή τι οὖν, ἀλλὰ σμικρόν γέ μοι τῆς ἀρχῆς χάλασον if nothing else, yet.., Id.Men. 86e; ironical,

    εἰ μὴ ἄρα ἡ τῆς ἀρετῆς ἐπιμέλεια διαφθορά ἐστιν X.Mem.1.2.8

    ;

    εἰ μή πέρ γε τὸν ὑοσκύαμον χρήματα εἶναι φήσομεν Id.Oec.1.13

    .
    b εἰ δὲ μή but if not, i.e. otherwise,

    προηγόρευε τοῖς Λαμψακηνοῖσι μετιέναι Μιλτιάδεα, εἰ δὲ μή, σφέας πίτυος τρόπον ἀπείλεε ἐκτρίψειν Hdt.6.37

    , cf. 56; after μάλιστα μέν, Th.1.32,35, etc.:—after a preceding neg., μὴ τύπτ'· εἰ δὲ μή, σαυτόν ποτ' αἰτιάσει don't beat me; otherwise, you will have yourself to blame, Ar.Nu. 1433;

    ὦ Κῦρε, μὴ οὕτω λέγε· εἰ δὲ μή, οὐ θαρροῦντά με ἕξεις X.Cyr.3.1.35

    ;

    οὔτ' ἐν τῷ ὕδατι τὰ ὅπλα ἦν ἔχειν· εἰ δὲ μή Id.An.4.3.6

    , cf. Th.1.28, 131, Pl.Phd. 91c.
    c εἰ δέ sts. stands for

    εἰ δὲ μή, εἰ μὲν βούλεται, ἑψέτω· εἰ δ', ὅτι βούλεται, τοῦτο ποιείτω Pl.Euthd. 285c

    , cf. Smp. 212c;

    εἰ δ' οὖν S.Ant. 722

    ;

    εἰ δ' οὕτως Arist.EN 1094a24

    ; εἰ δὲ τοῦτο and if so, Str.2.1.29.
    d εἰ γάρ for if so, Id.7.3.6.
    e εἴ τις if any, i. e. as much as or more than any,

    τῶν γε νῦν αἴ τις ἐπιχθονίων, ὀρθῶς B.5.5

    ;

    ὄτλον ἄλγιστον ἔσχον, εἴ τις Αἰτωλὶς γυνή S.Tr.8

    , cf. OC 734; εἴ τις ἄλλος, siquis alius, E.Andr.6, etc.;

    εἴ τινες καὶ ἄλλοι Hdt.3.2

    , etc.;

    εἴπερ τις ἄλλος Pl.R. 501d

    ; also κατ' εἰ δέ τινα τρόπον in any way, IG 5(2).6.27 ([place name] Tegea).
    f εἴ ποτε or εἴπερ ποτέ now if ever,

    ἡμῖν δὲ καλῶς, εἴπερ ποτέ, ἔχει.. ἡ ξυναλλαγή Th.4.20

    , cf. Ar.Eq. 594;

    αἴ ποτα κἄλλοτα Alc.Supp.7.11

    , cf. X.An.6.4.12, etc.; but in prayers,

    εἴ ποτέ τοι ἐπὶ νηὸν ἔρεψα.. τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ Il.1.39

    .
    g εἴ ποθεν (sc. δυνατόν ἐστι) if from any quarter, i.e. from some quarter or other, S.Ph. 1204 (lyr.); so εἴ ποθι somewhere, anywhere, Id.Aj. 885 (lyr.);

    εἴ που Od.4.193

    .
    h εἴ πως ib. 388, X.An.2.3.11: in an elliptical sentence (cf. VII. 1),

    πρέσβεις πέμψαντες, εἴ πως πείσειαν Th.1.58

    .
    VIII with other PARTICLES:
    2 for ὡς εἰ, ὡς εἴ τε, ὥσπερ εἰ, etc., v. ὡς and ὥσπερ.
    3 for εἰ ἄρα, v. ἄρα; for εἰ δή, εἴπερ, v. εἰ δή, εἴπερ; for εἴ γε, v. γέ.
    IX in neg. oaths, = Hebr. im, LXXPs.94(95).11, Ev.Marc.8.12, al.
    C IN INDIRECT QUESTIONS, whether, folld. by the ind., subj., or opt., according to the principles of oratio obliqua:
    1 with IND. after primary tenses, representing the same tense in the direct question, σάφα δ' οὐκ οἶδ' εἰ θεός ἐστιν whether he is a god, Il.5.183;

    εἰ ξυμπονήσεις.. σκόπει S.Ant.41

    .
    2 with SUBJ. after primary tenses, representing a dubitative subj. in the direct question, τὰ ἐκπώματα οὐκ οἶδ' εἰ Χρυσάντᾳ τουτῳῒ δῶ whether I should give them, X.Cyr.8.4.16: sts. elliptical,

    ἐς τὰ χρηστήρια ἔπεμπε, εἰ στρατεύηται ἐπὶ τοὺς Πέρσας Hdt.1.75

    .
    3 OPT. after past tenses, representing either of the two previous constructions in the direct question, ἤρετο εἴ τις ἐμοῦ εἴη σοφώτερος he asked whether any one was wiser than I (direct ἔστι τις σοφώτερος;), Pl.Ap. 21a;

    ἐπεκηρυκεύετο Πεισιστράτῳ, εἰ βούλοιτό οἱ τὴν θυγατέρα ἔχειν γυναῖκα Hdt.1.60

    : rarely [tense] aor. opt. for the [tense] aor. ind., ἠρώτων αὐτὸν εἰ ἀναπλεύσειεν I asked him whether he had set sail (direct ἀνέπλευσας;), D.50.55: but [tense] aor. opt. usually represents [tense] aor. subj., τὸν θεὸν ἐπήροντο εἰ παραδοῖεν Κορινθίοις τὴν πόλιν.. καὶ τιμωρίαν τινὰ πειρῷντ' ἀπ' αὐτῶν ποιεῖσθαι they asked whether they should deliver their city to the Corinthians, and should try.., Th.1.25:—in both constructions the ind. or subj. may be retained, ψῆφον ἐβούλοντο ἐπαγαγεῖν εἰ χρὴ πολεμεῖν ib. 119; ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσιν.. εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται whether they should burn them or should dispose of them in some other way, Id.2.4; ἀνακοινοῦσθαι αὐτὸν αὑτῷ εἰ δῷ ἐπιψηφίσαι τοῖς προέδροις [he said that] he consulted him whether he should give.., Aeschin.2.68.
    4 with OPT. and ἄν when this was the form of the direct question, ἠρώτων εἰ δοῖεν ἂν τούτων τὰ πιστά they asked whether they would give (direct δοιήτε ἄν;), X.An.4.8.7.
    5 the NEG. used with εἰ in indirect questions is οὐ, when οὐ would be used in the direct question, ἐνετέλλετο.. εἰρωτᾶν εἰ οὔ τι ἐπαισχύνεται whether he is not ashamed, Hdt.1.90, etc.; but if μή would be required in the direct form, it is retained in the indirect, οὐ τοῦτο ἐρωτῶ, ἀλλ' εἰ τοῦ μὲν δικαίου μὴ ἀξιοῖ πλέον ἔχειν μηδὲ βούλεται ὁ δίκαιος, τοῦ δὲ ἀδίκου (the direct question would be μὴ ἀξιοῖ μηδὲ βούλεται; he does not see fit nor wish, does he?) Pl.R. 349b:—in double indirect questions, εἴτε.. εἴτε.. ; εἰ.. εἴτε.. ; εἴτε.. ἢ .., either οὐ or μή can be used in the second clause,

    ὅπως ἴδῃς εἴτ' ἔνδον εἴτ' οὐκ ἔνδον S.Aj.7

    ;

    σκοπῶμεν εἰ ἡμῖν πρέπει ἢ οὔ Pl.R. 451d

    ; εἰ ἀληθὲς ἢ μή, πειράσομαι μαθεῖν ib. 339a;

    πολλὰ ἂν περιεσκέψω, εἴτε ἐπιτρεπτέον εἴτε οὔ·.. οὐδένα λόγον οὐδὲ συμβουλὴν ποιῇ, εἴτε χρὴ ἐπιτρέπειν σαυτὸν αὐτῷ εἴτε μή Id.Prt. 313a

    , 313b;

    ἀνάγκη τὴν ἐμὴν μητέρα, εἴτε θυγάτηρ ἦν Κίρωνος εἴτε μή, καὶ εἰ παρ' ἐκείνῳ διῃτᾶτο ἢ οὔ, καὶ γάμους εἰ διττοὺς ὑπὲρ ταύτης εἱστίασεν ἢ μὴ.. πάντα ταῦτα εἰδέναι τοὺς οἰκέτας Is.8.9

    ; τοὺς νόμους καταμανθάνειν εἰ καλῶς κεῖνται ἢ μή.. τοὺς λόγους εἰ ὀρθῶς ὑμᾶς διδάσκουσιν ἢ οὔ Antipho 5.14.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰ

  • 18 χείρ

    χείρ, , χειρός, χειρί, χεῖρα, dual χεῖρε, χεροῖν, pl. χεῖρες, χερῶν, χεῖρας, penult. being regularly short, when the ult. is long; dat. pl. regularly χερσί ( χειρσί occurs in cod.Vat. of LXX, as Jd.7.19, 1 Ch.5.10, and late Inscrr. as CIG2811
    A b.10 ([place name] Aphrodisias), 2942c ([place name] Tralles): but Poets used the penult. long or short in all cases, as the verse required, χερός, χερί, χέρα, χέρε, χέρες, χέρας (of which Hom. uses only

    χερί; χέρα h.Pan.40

    ); gen. dual

    χειροῖν S.El. 206

    (lyr.), 1394 (lyr.), IG22.1498.76; gen. pl. χειρῶν ib.31, common in Prose.—Poet. forms, dat. pl. χείρεσι ([etym.] ν ) once in Hom., Il.20.468, also Q.S.2.401, 5.469 (v.l.);

    χείρεσσι Il.12.382

    , Pi.O.10(11).62, S.Ant. 976 (lyr.), 1297 (lyr.), and once in trim., E.Alc. 756; χέρεσσι ([etym.] ν) Hes.Th. 519, 747, B.17.49;

    χερέεσσιν AJA36.460

    ([place name] Galatia):—[dialect] Dor. nom. [full] χέρς Timocr.9; [full] χήρ Sophr. in PSI11.1214a3 (also, = δίψακος, Ps.-Dsc.3.11); gen.

    χηρός Alcm.32

    , IG42(1).121.22 (Epid., iv B. C.); acc. pl. χῆρας ib.96, [dialect] Aeol.

    χέρρας Alc.Supp.4.21

    , Theoc.28.9.—On the accent and declension of these forms, v. Hdn.Gr.2.277, 748:— the hand, whether closed,

    παχεῖα Il.3.376

    ;

    βαρεῖα 11.235

    , al.; or open, flat, χερσὶ καταπρηνέσσι, χειρὶ καταπρηνεῖ, 15.114, Od.13.164, al.;

    εἰς τὴν χ. ἐγχεάμενοί τι X.Cyr.1.3.9

    : freq. in pl. where a single hand is meant, Il.23.384, etc.; reversely, sg. where more than one hand is spoken of, e.g. Od.3.37, etc.; dual joined with pl.,

    ἄμφω χεῖρας 8.135

    ;

    χεῖρε ἀμφοτέρας Il.21.115

    .
    2 hand and arm, arm (cf. Ruf.Onom.11,82, Gal.2.347),

    πῆχυν χειρὸς δεξιτερῆς Il.21.166

    ;

    κατὰ χεῖρα μέσην ἀγκῶνος ἔνερθε 11.252

    ;

    χεῖρες ἀπ' ὤμων ἀΐσσοντο Hes.Th. 150

    ;

    χ. εἰς ὤμους γυμναί Longus 1.4

    ; ἐν χερσὶ γυναικῶν πεσέειν into the arms, Il.6.81, etc.: hence, words are added to denote the hand as distinct from the arm,

    ἄκρην οὔτασε χεῖρα 5.336

    ;

    περὶ ἄκραις ταῖς χ. χειρῖδας ἔχουσι X.Cyr.8.8.17

    , cf. Pl. Prt. 352a.
    3 of the hand or paw of animals,

    ὅσα [ζῷα] χεῖρας ἔχει X.Mem.1.4.14

    ; πορεύεσθαι ἐπὶ χειρῶν go on all fours. LXX Le.11.27; so of monkeys, Arist.HA 502b3; of the fore-paws of the hyena, Id.Fr. 369; of the bear, Plu.2.919a.
    II Special usages:
    1 to denote position, ποτέρας τῆς χερός; on which hand? E.Cyc. 681;

    ἐπὶ δεξιὰ χειρός Pi.P.6.19

    ;

    ἐπ' ἀριστερὰ χειρός Od.5.277

    ;

    χειρὸς εἰς τὰ δεξιά S.Fr. 598

    ;

    λαιᾶς χειρός A.Pr. 714

    (but χείρ is often omitted with δεξιά, ἀριστερά, as we say the right, the left).
    2 freq. in dat. of all numbers with Verbs which imply the use of hands, λάβε χειρί, χερσὶν ἑλέσθαι, Il.5.302, 10.501;

    χερσὶν ἀσπάζεσθαι Od.3.35

    ;

    προκαλίζεσθαι 18.20

    ; χειρί, χεροῖν ψαῦσαι, S.OT 1510, 1466: sts. this dat. is added pleon. by way of emphasis,

    ὄνυξι συλλαβὼν χερί Id.Aj. 310

    .
    3 gen., by the hand,

    χειρὸς ἔχειν τινά Il.4.154

    ;

    χειρὸς ἑλών 1.323

    , etc.; γέροντα δὲ χειρὸς ἀνίστη he raised him by the hand, 24.515, cf. Od.14.319;

    χερὶ χειρὸς ἑλών Pi.P.9.122

    ;

    τινὰ χειρός ἑλκειν Id.N.11.32

    ;

    ἀνέλκειν τινὰ τῆς χ. Ar.V. 569

    (anap.).
    4 the acc. is used when one takes the hand of a person,

    χεῖρα γέροντος ἑλών Il. 24.361

    ;

    χεῖρ' ἕλε δεξιτερήν Od.1.121

    ; χεῖράς τ' ἀλλήλων λαβέτην, in pledge of good faith, Il.6.233; so

    ἔμβαλλε χ. δεξιὰν πρώτιστά μοι S.Tr. 1181

    ; also

    ἔμβαλλε χειρὸς πίστιν Id.Ph. 813

    , cf. OC 1632.
    5 other uses of the acc.:
    a in prayer or entreaty, χεῖρας ἀνασχεῖν [θεοῖς] Il.3.275, etc.;

    ποτὶ γούνασι χεῖρας βάλλειν Od.6.310

    ;

    ἀμφὶ.. Ἀρήτης βάλε γούνασι χεῖρας Ὀδυσσεύς 7.142

    ;

    ἀμφὶ δὲ χεῖρας δειρῇ βάλλ' Ὀδυσῆϊ 23.207

    ;

    ἀμφί τινι χεῖρε β. 21.223

    ;

    περίβαλε δὲ χέρας Ar.Th. 914

    , cf. A.Ag. 1559 (anap.);

    χεῖρας προΐσχεσθαι Th.3.58

    , 66; so also

    χεῖρας ἀείρων Od.11.423

    , cf. Il.7.130 (tm.); χ. ἀνατείνειν (v.

    ἀνατείνω 1.1

    ).
    b τὰς χεῖρας αἴρειν to hold up hands in token of assent or choice, of persons voting, Ar.Ec. 264;

    τὴν χ. αἴρειν And.3.41

    ;

    ὅτῳ δοκεῖ ταῦτα, ἀράτω τὴν χ. X.An.5.6.33

    , cf. 7.3.6; ἀνατεινάτω τὴν χ. ib.3.2.9, 33;

    χεῖρας ὀρεγνύς Il.22.37

    ;

    χεῖρ' ὀρέγων εἰς οὐρανόν 15.371

    ;

    χεῖρας ὀ. τινί Od.12.257

    ;

    πρός τινα Pi. P.4.240

    ;

    ποτὶ στόμα χεῖρ' ὀρέγεσθαι Il.24.506

    (but χεῖρά τισι ὀ. to reach them one's hand in help, X.HG5.2.17); also

    χεῖρε ἑτάροισι πετάσσας Il.4.523

    , etc.;

    πιτνὰς εἰς ἐμὲ χεῖρας Od.11.392

    (but χεῖρε πετάσσας abs., of one swimming, etc., 5.374, al.).
    c [Ἰλίου] χεῖρα ἑὴν ὑπερέσχε held the hand over
    I as a protector, Il.9.420, etc.: less freq. τισι, 4.249, cf. 5.433;

    χεῖρά θ' ὕπερθεν ἔχεις IG14.1003.10

    ([place name] Rome).
    d in hostile sense, χεῖρας or χεῖρα ἐπιφέρειν τινί, Il.1.89, 19.261, al.;

    χεῖρας ἐφιέναι τινί 1.567

    , Od.1.254, al.;

    χεῖρας ἐπιβάλλειν τισί Plb.3.2.8

    , etc.;

    χέρα τινὶ προσενεγκεῖν Pi.P.9.36

    ; χεῖρας ἐπί τινι ἰάλλειν, v. ἰάλλω 1.1.
    e χεῖρας ἀπέχειν keep hands off,

    λοιμοῖο βαρείας χεῖρας ἀφέξει Il.1.97

    codd.;

    κερτομίας δέ τοι.. καὶ χεῖρας ἀφέξω.. μνηστήρων Od.20.263

    ;

    ἀθανάτων ἀπέχειν χέρας A.Eu. 350

    (lyr.);

    τὼ χεῖρε ἀπέχεται Pl.Smp. 213d

    ;

    παύειν χεῖράς τινος Il.21.294

    .
    f χεῖρας ἐπιτιθέναι τινί, in token of consecration, 1 Ep.Ti.5.22, etc.
    6 with Preps.:
    a ἀνὰ χεῖρας ἔχειν τινάς to be intimate with.., Plb.21.6.5;

    αἱ ἀνὰ χεῖρά τινων ὁμιλίαι S.E.M.1.64

    ; τὰ ἀνὰ χεῖρα πράγματα the matters in hand, Plu.2.614b, etc. (also οἱ ἀνὰ χ. χρόνοι the current period, PRyl.88.21 (ii A. D.); τὰ ἀνὰ χ. what comes his way, Ps.-Ptol.Centil.18; ἀνὰ χ. τῆς πύλης hard by.., LXX 2 Ki.15.2.
    b ἀπὸ χειρὸς λογίσασθαι to reckon off-hand, roughly, Ar.V. 656 (anap.), cf. Luc.Hist.Conscr.29: but πότισον τὴν γῆν ἀπὸ χειρός by hand, PCair.Zen.155 (iii B. C.).
    c διὰ χερῶν ἔχειν, λαβεῖν, literally, to have or take between the hands, A.Supp. 193, S.Ant. 916; διὰ χειρὸς ἔχειν to hold in the hand, ib. 1258 (anap.), Ar.V. 597 (anap.); to have in hand, i. e. under control, Th.2.76;

    διὰ χειρῶν ἔχειν τὴν πολιτείαν Arist.Pol. 1308a27

    ; τὰ τῶν ξυμμάχων keep under control, Th.2.13: later, to have a work in hand, be engaged in it, Phld.Acad.Ind.p.69M. ([etym.] χερός), D.H.Isoc.4;

    τὰ ὅπλα Plu.Cor.2

    , etc. (also διὰ χ. by direct payment, opp. διὰ τῆς τραπέζης by banker's order, BGU1156.8 (i B. C.), etc.; cf.

    διὰ χ. ἔσπευδε τὴν πρᾶσιν Charito 1.12

    ); of arms,

    διὰ χειρὸς εἶναι Luc.Anach.35

    ; διὰ χ. ἔχειν, c. part., to be continually doing, Plu.2.767c;

    διὰ χειρός τινος ποιεῖν τι LXXJo.17.4

    , al., cf. Act.Ap.7.25, al.
    d ἐς χεῖρας λαβεῖν τι literally, S.El. 1120, etc.; to take a matter in hand, undertake it,

    πρᾶγμ' ἐς χέρας λαβόντ' E.Hec. 1242

    ;

    ἄγεσθαί τι ἐς χεῖρας Hdt.1.126

    , 4.79, etc.; δοῦναί τινι ἐς χέρας, εἰς χεῖρα, S.El. 1348, X.Cyr.8.8.22;

    καταστῆσαι εἰς τὰς χ. τινος Aeschin.2.28

    ; of persons, ἵκεο χεῖρας ἐς ἁμάς thou hast fallen into our hands, Il.10.448 (in Hom. also simply

    ὅ τι χεῖρας ἵκοιτο Od.12.331

    , cf. 24.172); so

    εἰς χεῖρας ἐλθεῖν τινι X.Cyr.7.4.10

    , cf. 2.4.15: generally, to have to do with any one, converse with him, Id.An.1.2.26 (so

    ἐς χεῖρα γῇ ξυνῆψαν E.Heracl. 429

    ): most freq. ἐς χεῖρας ἐλθεῖν τισι to come to blows or close quarters with.., A.Th. 680;

    ἀλλήλοις Th.7.44

    : abs.,

    εἰς χ. ἐλθεῖν Id.4.96

    ;

    ἐς χ. ἰέναι Id.2.3

    , 4.72, cf. PTeb.765.6 (ii B. C.);

    συνιέναι X.Cyr.8.8.22

    ; also ἐς χειρῶν νόμον (fort. νομόν)

    ἀπικέσθαι Hdt.9.48

    ; ἐν χειρῶν νόμῳ (fort. νομῷ)

    ἀπόλλυσθαι Id.8.89

    , cf. Aeschin.1.5, SIG167.37 (Mylasa, iv B. C.), Heraclid.Pol.25, Plb.1.34.5, 5.111.6; [full] ἐν χειρὸς νόμῳ Arist.Pol. 1285a10, D.H.6.26;

    ἐν χειρῶν νομαῖς SIG700.29

    (Lete, ii B.C.), v. l. in LXX 3 Ma.1.5; ἐν χεροῖν δίκῃ cj. in E.Ba.738;

    εἰς χεῖρας συμμεῖξαι τοῖς πολεμίοις X.Cyr.2.1.11

    ; also εἰς χεῖρας δέχεσθαί τινας to await their charge, Id.An.4.3.31;

    ἐς χ. ὑπομεῖναί τινας Th. 5.72

    .
    e ἐκ χειρός by hand of man, S.Aj.27: from near at hand, at close range,

    ἐκ χειρὸς βάλλειν X.An.3.3.15

    ; ἀμύνασθαι ib.5.4.25;

    μάχεσθαι Id.HG7.2.14

    , cf. D.S.19.6;

    πληγὰς ἐκ χ. ἀναδέξασθαι Plu.

    tim.4;

    οὐ μὴ σωθῇ ἐκ χ. σιδήρου LXX Jb.20.24

    ; ἡ ἐκ χ. δίκη lynch law, D.H.4.37;

    ἡ ἐκ χ. βία Plb.9.4.6

    : metaph., ἡ ἐκ χ. θεωρία closerange reading, D.H.Isoc.2; so of time, out of hand, off-hand, forthwith, Plb.5.41.7, al.
    f

    δέπας μητρὶ ἐν χειρὶ τίθει Il.1.585

    , cf. Od.13.57, 15.120, al. (always so of a cup, hence ἐν χερσὶ τίθει δέπας, though found in most codd., was condemned by the critics in Il.l.c., Od.3.51, 15.130);

    πρεσβήϊον ἐν χερὶ θήσω Il.8.289

    ; τόξον, ἔγχος ἔχων ἐν χειρί, 15.443, 17.604;

    σκῆπτρον δέ οἱ ἔμβαλε χειρί Od.2.37

    ; but

    ἐν.. χειρὶ σκῆπτρον ἔθηκεν Il.23.568

    ; of a gift,

    ἐν χερσὶ τίθει 1.441

    , 446; ἐν ταῖς χ. ἔχειν, literally, Pl.R. 432d;

    τὰ ὅπλ' ἐν ταῖς χ. ἔχων D.9.8

    , etc. (metaph.,

    ἔτι μεμνημένων ὑμῶν καὶ μόνον οὐκ ἐν ταῖς χερσὶν ἕκαστ' ἐχόντων Id.18.226

    ); but ἐν χερσὶν ἔχειν also, to have in hand, be engaged in,

    τὸν γάμον Hdt.1.35

    ;

    ἑορτήν Plu.Alex.13

    ;

    τὴν περὶ Δημοσθένους πραγματείαν D.H.Th.1

    ;

    ἐν χειρί τινα δίκην ἔχων Pl.Tht. 172e

    ; ὁ ἐν χερσὶ πόλεμος the war in hand, D.H.8.87; περιτειχισμὸς ἐν χερσὶν ὤν ib.21;

    ἡ ἐν χ. ζήτησις S.E.M.11.208

    , etc.; freq. of fighting, ἐν χερσί hand to hand,

    ἐν χ. ἦν ἡ μάχη Th.4.43

    ;

    ἐν χ. ἀποκτεῖναι Id.3.66

    , cf. 4.57,96, etc.;

    ἐν χ. γίγνεσθαι τοῖς ἐναντίοις Id.5.72

    ;

    ἐν χ. εἶναί τινος X.HG4.6.11

    ;

    δίκη ἐν χερσί Hes.Op. 192

    ;

    ὁ ψόφος τῶν ὅπλων καὶ τῶν ἵππων ὁ φρυαγμὸς ἐν χερσὶν ἐδόκει εἶναι D.S.19.31

    ; ἡ ἐν χερσὶν [δυστυχία] Plu.Cleom.22: also in dual,

    τἀν χεροῖν S.Ant. 1345

    (lyr.); ἐν χειρί τινος by the hand of.., LXX Jo.21.2, al.;

    ἐν χ. ἀγγέλου Act.Ap.7.35

    (v.l.).
    h κατὰ χειρός, of washing the hands before meals, ὕδωρ κατὰ χειρός (sc. φερέτω τις), Ar.V. 1216, cf.Av. 464 (anap.), Fr. 502 (lyr.), Philox. 1, Ath.9.408e; (without ὕδωρ)

    κατὰ χ. ἐδόθη Alex.261.2

    , cf. Arched. 2.3: prov. of that which is easily come by, Telecl.1.2 (anap.);

    πάντα μοι κατὰ χ. ἦν τὰ πράγματα

    at hand,

    Pherecr.146.5

    ; also κατὰ χειρῶν δοῦναι, χέειν, λαβεῖν, Philyll.3, Antiph.287 (v.l.), Men.470 (troch.), cf. Phot.s.v. κατὰ χειρὸς ὕδωρ: κατὰ χεῖρα in deed or act,

    κατὰ χ. γενναιότατοι D.H.7.6

    ; opp. συνέσει, Plu.Phil.7; κατὰ χεῖρά σου according to thy will, LXX Si.25.26: but κατὰ χεῖρας [τῆς σοφίας] by her side, ib.14.25.
    i μετὰ χερσὶν ἔχειν between, i.e. in, the hands, Il.11.4, 15.717; [

    ἄλεισον] μετὰ χ. ἐνώμα Od.22.10

    : μετὰ χεῖρας ἔχειν to have in hand, be engaged in, Hdt.7.16.β, Th.1.138.
    l

    πρὸ χειρῶν

    close before one,

    S.Ant. 1279

    , E.Tr. 1207 (s.v.l.), Rh. 274; πρὸ χειρὸς εἶναι cj. in Pl.Com.69.5.
    n ὑπὸ χερσὶ ἁλοῦσα under, i.e. by, another's hands, Il.2.374, etc.; ὑπὸ χεῖρα ποιεῖσθαι to bring under one's power, X.Ages.1.22; οἱ ὑπὸ χ. persons in one's power, D.6.34; ὑπὸ τὴν χ. ἐλθεῖν to come into one's hand, Luc.Herm.57, etc.; ὑπὸ χ. in hand, i.e. in stock, Arist.Mete. 369b33; but also, at hand, i.e. at once, Plu.2.548e; τὰ ὑπὸ χ. ib.56b, Dsc.1.35; ὁ ὑπὸ χ. the attendant, Dsc.5.75;

    παρέργως καὶ ὑπὸ χ.

    extempore,

    Plu.Arat.3

    , etc.; also καθύπο χεῖρα κινῶν [τὰς οὐσίας], in Alchemy, Ps.-Democr. p.51 B.
    III the hand often receives the attributes of the person using it, χ. μεγάλη, of Zeus, Il.15.695 (χ. παγκρατής, of God, Secund.Sent.3; χ. ὑπερμήκης, of the 'long arm' of the king, Hdt.8.140.β') ; θοὴ χ., of one throwing, Il.12.306;

    ἀφνειά Pi.O.7.1

    , cf. S.El. 458; εὐσεβεστέρα, εὐφιλής, A.Ch. 141, Ag.34; κάρβανος ib. 1061;

    γεραιά E.Hec. 143

    (anap.);

    πονηρά Id. Ion 1316

    , etc.: to denote wealth or poverty,

    πλειοτέρῃ σὺν χ. Od.11.359

    ;

    κενεὰς σὺν χ. ἔχοντες 10.42

    , cf. E.Hel. 1280, etc.
    2 it is represented as acting of itself,

    χεῖρες μαιμῶσιν Il.13.77

    , cf. S.Aj.50;

    χεὶρ ὁρᾷ τὸ δράσιμον A.Th. 554

    ;

    δήμου κρατοῦσα χ. Id.Supp. 604

    (dub. l.): prov.,

    ἁ δὲ χ. τὰν χ. νίζει Epich.273

    ; or simply,

    ἁ χ. τὰν χ. AP5.207

    (Mel.).
    3 pl., in theurgy, name for spiritual powers,

    αἱ δημιουργικαὶ [τοῦ Ἀπόλλωνος] δυνάμεις ἃς θεουργῶν παῖδες χεῖρας ἀποκαλοῦσιν Procl. in Cra. p.101

    P., cf. eund. in R.2.252K.
    IV to denote act or deed, opp. mere words, in pl.,

    ἔπεσιν καὶ χερσὶν ἀρήξειν Il.1.77

    ; μνῆμ' Ἑλένης χειρῶν of her handiwork, her art, Od.15.126 (so in sg.,

    δώρημ' ἐκείνῳ τἀνδρὶ τῆς ἐμῆς χ. S.Tr. 603

    );

    χερσὶν ἢ λόγῳ Id.OT 883

    (lyr.), cf. OC 1297, etc.; τῇ χειρὶ χρᾶσθαι to use one's hands, i.c. be active, stirring, opp. ἀργὸς ἐπεστάναι, Hdt.3.78, cf. 9.72; τὰς χ. προσφέρειν to apply force, X.Mem.2.6.31: sg.,

    βούλευμα μὲν τὸ Δῖον, Ἡφαίστου δὲ χείρ A.Pr. 619

    ; μιᾷ χειρί single-handed, D.21.219;

    χειρὶ καὶ ποδὶ καὶ πάσῃ δυνάμει Aeschin.3.109

    , cf. 2.115;

    χερσίν τε ποσίν τε Il.20.360

    , cf. Pi.O.10(11).62, esp. of using the hands in a fight, cf. supr. 11.6d, e, f; of deeds of violence, πρὶν χειρῶν γεύσασθαι before we try force, Od.20.181; ἀδίκων χ. ἄρχειν to give the first blow, X.Cyr.1.5.13, Antipho 4.2.1, Lys.4.11, etc.;

    ἀμυνόμενος ἄρχοντα χειρῶν Pl.Lg. 869d

    : generally, χεῖρες violent measures, force,

    ἐπίσχετε θυμὸν ἐνιπῆς καὶ χειρῶν Od.20.267

    ;

    ὑπόδικος χερῶν A.Eu. 260

    (lyr.);

    χερσὶ πεποιθώς Il.16.624

    , etc.; ἐν χειρῶν νόμῳ v. supr. 11.6d; ὅπως θανάτοιο βαρείας χ. ἀλάλκοι, v.l. for κῆρας, Il.21.548.
    V a number, band, body of men, esp. of soldiers,

    χεὶρ μεγάλη Hdt.7.157

    ; in dat.,

    οὐ σὺν μεγάλῃ χ. Id.5.72

    ;

    πολλῇ χ. 1.174

    , Th.3.96, E.Heracl. 337; pleon.,

    χ. μεγάλῃ πλήθεος Hdt.7.20

    ;

    δεδωμάτωμαι δ' οὐδ' ἐγὼ σμικρᾷ χερί A.Supp. 958

    ; οἰκεία χείρ, for χεὶρ οἰκετῶν, E.El. 629;

    σὺν πλήθει χερῶν S.OT 123

    .
    VI handwriting,

    τὴν ἑαυτοῦ χεῖρα ἀρνήσασθαι Hyp.Lyc.Fr.5

    , cf. IG9(1).189 ([place name] Phocis); τῇ ἐμῇ χ. Παύλου I Ep. Cor.16.21, Ep.Col.4.18: copy, counterpart of a document, SIG712.31 (Crete, ii B.C.); deed, instrument,

    ἡ χ. ἥδε κυρία ἔστω PRein.28.18

    (ii B.C.), cf. PCair.Zen. 477 (iii B.C.), etc.
    b handiwork of an artist or workman,

    γλαφυρὰ χ. Theoc.Epigr.8.5

    , etc.;

    αἱ Ἐφεσίου χεῖρες Herod.4.72

    , cf. 6.66;

    σοφαὶ χέρες APl.4.262

    ;

    τὰς Φειδίου χ. Lib.Or. 30.22

    .
    VII of any implement resembling a hand:
    1 a kind of gauntlet, X.Eq.12.5, Poll.1.135 (pl.).
    2 χ. σιδηρᾶ grappling-iron, Th.4.25, 7.62; also of an anchor, AP6.38 (Phil.).
    3 axle-tree, LXX 3 Ki.7.18(32).
    4 in LXX, pillar or cairn, as it were a finger pointing to heaven,

    χεὶρ Ἀβεσσαλώμ LXX 2 Ki.18.18

    ; also ἀνέστακεν αὐτῷ χεῖρα, i.e. trophy, ib. 1 Ki.15.12.
    5 χεῖρες ἐλάτιναι, of oars, Tim.Pers.7.
    6 catch of a trigger, Hero Aut.13.9;

    χ. κατάγουσα τὴν τοξῖτιν Ph.Bel. 68.4

    , cf. Hero Bel.78.2.
    7 instrument of torture, LXX 4 Ma.8.13.
    IX ointment containing five ingredients, Orib.Fr.89, Alex. Trall.7.1. (Cf. Arm. jein ( dzern), Alb. dore, Tocharian (A-dialect) tsar, (B-dialect) sar, all = hand.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χείρ

  • 19 κεῖμαι

    A

    κεῖσαι Il.19.319

    , etc. (

    κατά-κειαι h.Merc. 254

    , Arc. κεῖοι Tab.Defix. in Philol.59.201),

    κεῖται Il.6.47

    , Hdt.1.9,4.62 (v.l. κέεται), IG 12.94.25; pl.

    κεῖνται A.Supp. 242

    , [dialect] Ion.

    κέᾰται Il.11.659

    , al., Hdt. ( προς-κέανται is f.l. 1.133, cf. προς-κέαται, v.l. - κέονται, Hp.Fract.6),

    κείᾰται Mimn.11.6

    ( κατα- Il.24.567),

    κέονται Il.22.510

    , Od.16.232, prob. in Alc.94,

    συγ-κέονται Aret.SD2.4

    ; imper. κεῖσο, κείσθω, Il.18.178, Hdt.2.171; subj. [ per.] 3sg.

    κέηται Pl.Sph. 257c

    , Lycurg.113, [dialect] Ep. κεῖται (fr. κέψ-ε-ται) Il.19.32, Od.2.102, al.,

    δια-κέησθε Isoc.15.259

    ,

    κείωνται IG22.1176.21

    ; opt. [ per.] 3sg.

    κέοιτο Hdt.1.67

    , Hp.Art.14 ( κατα-), Is.6.32, Pl.R. 477a; inf.

    κεῖσθαι Il.8.126

    , Hp.Prog.3, Hdt.2.127, al., κέεσθαι v.l.in ib.2, cf.Hp.Aër.6, Archim. Aequil.1 Prooem.; part.

    κεί μενος Il.7.265

    , etc.: [tense] impf.

    ἐκείμην Od.13.284

    , etc., [dialect] Ep.

    κείμην 9.434

    ; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    κέσκετο 21.41

    , ( παρε-) 14.521; [dialect] Ion. [ per.] 3pl.

    ἐκέατο Hdt.1.167

    , [dialect] Ep.

    κέατο Il.13.763

    ,

    κείατο 11.162

    ;

    κεῖντο 21.426

    , ( ἐπέ-) Od.6.19: [tense] fut.

    κείσομαι Il.18.121

    , A.Ch. 895, etc., [dialect] Dor.

    κεισεῦμαι Theoc.3.53

    . (Cf. Skt. śéte ( = κεῖται), also śáyate 'lie', Gr. κοίτη, κοιμάομαι, perh. Lat. cunae, etc.):— to be laid (used as [voice] Pass. to τίθημι): hence, lie, lie outstretched, used by Hom. mostly with Preps.,

    πυρὴν.. ᾗ ἔνι κεῖται Πάτροκλος Il.23.210

    ;

    κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ 9.556

    ;

    ἐπὶ γαίῃ 11.162

    ;

    ὑπ' αἰθούσῃ Od.21.390

    ; also

    ἐπί τινος, ὀστέα.. κείμεν' ἐπ' ἠπείρου 1.162

    ;

    τὸ δ' ἥμισυ κεῖτ' ἐπὶ γαίης Il.13.565

    , cf. 20.345; but ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα lay stretched over.., Od.11.577, al.; later κεῖσθαι εἰς .., in pregnant sense,

    εἰς ἀνάγκην κείμεθ' E.IT 620

    ;

    εἰς ὀλίγην κ. κόνιν AP9.677

    (Agath.); also ἐπὶ τὴν ὁδὸν κ. to be strewn upon the path, Call.Iamb.1.250: Archit., κείμενον σχῆμα, opp. ὠρθωμένον, plan, opp. elevation, Apollod.Poliorc.163.3: c.acc.,

    τόπον.. ὅντινα κεῖται S.Ph. 145

    (anap.).
    2 lie down to rest, repose, Od.13.281, etc.;

    πορφυρέᾳ κείμενος ἐν χλανίδι Simon.37.12

    ; lie, remain,

    κεῖτο γὰρ ἐν νήεσσι.. Ἀχιλλεύς Il.2.688

    , cf. 7.230, etc.;

    οὐ χρῆν ἥσυχον κεῖσθαι πόδα S.Fr.142.13

    ; lie still, λασίην ὑπὸ γαστέρ' ἐλυσθεὶς κείμην, of Odysseus under the ram's belly, Od.9.434: metaph., κακὸν κείμενον a sleeping evil, S.OC 510 (lyr.);

    τοῦ κύματος κειμένου Ael.NA15.5

    .
    4 lie dead, Il.5.467, 16.541, al., A.Ag. 1438, 1446, S.Ph. 359;

    κεῖται δὲ νεκρὸς περὶ νεκρῷ Id.Ant. 1240

    : rare in Prose,

    χίλιοι.. νεκροὶ κείμενοι Hdt.8.25

    , cf. Hdn. 2.1.8.
    b freq. also in epitaphs, lie buried,

    τῇδε κείμεθα Simon. 92

    , cf. 97;

    κεῖσαι ζῶν ἔτι μᾶλλον τῶν ὑπὸ γᾶς Id.60

    ; also

    κ. ἐν Ταρ τάρῳ Pi.P.1.15

    ; ἐν τάφῳ, ἐν Ἅιδου, παρ' Ἅιδῃ, A.Ch. 895, S.El. 463, OT 972; also in Prose,

    τὸν χῶρον ἐν τῷ κέοιτο Ὀρέστης Hdt.1.67

    , cf. 4.11,9.105, Th.2.43; κ.ὑπό τινων to be buried by.., Plu.2.583c.
    5 freq. of a corpse, lie unburied, Il.18.338, 19.32;

    κεῖται.. νέκυς ἄκλαυτος ἄθαπτος 22.386

    ;

    μὴ δή με ἕλωρ Δαναοῖσιν ἐάσῃς κεῖσθαι 5.685

    ; also κεῖτ' ἀπόθεστος.. ἐν πολλῇ κόπρῳ lay uncared for, of the old hound of Odysseus, Od.17.296;

    εὐνὴ.. κάκ' ἀράχνια κεῖται ἔχουσα 16.35

    ; of places, lie in ruins,

    δόμοι.. χαμαιπετεῖς ἔκεισθ' ἀεί A.Ch. 964

    (lyr.), cf. Pl.R. 425a, Lyc.252.
    6 of wrestlers, have a fall, A.Eu. 590;

    πεσών γε κείσομαι Ar.Nu. 126

    .
    II of places, to be situated, lie,

    νῆσος ἀπόπροθεν εἰν ἁλὶ κεῖται Od.7.244

    , cf. 9.25, 10.196, etc.; ἐν τῇ [γῇ] κείμενά ἐστι τὰ Σοῦσα (for κεῖται) Hdt.5.49;

    Αἴγινα.. πρὸς νότου κ. πνοάς A.Fr. 404

    ;

    πρὸ Μεγάρων κ. Th.3.51

    ;

    πόλις αὐτάρκη θέσιν κειμένη Id.1.37

    ;

    θέσιν κέεσθαι νοσερωτάτην Hp.

    Aër.6, cf. Arist. HA 496a14; κ. πρὸς τὸν ἥλιον, πρὸς ἄρκτον, Id.Mete. 360b14, 363a3.
    2 of things, lie or be in a place,

    ὅθι οἱ φίλα δέμνι' ἔκειτο Od.8.277

    ; ἕλε δίφρον κείμενον placed there, 17.331, cf. 410;

    φόρμιγγα.., ἥ που κεῖται ἐν ἡμετέροισι δόμοισι 8.255

    : in Prose,

    δύο τράπεζαι ἐκείσθην Lys.13.37

    ;

    χύτρας εὐκρινῶς κειμένας X.Oec.8.19

    .
    3 fit, of shoes, Herod. 7.121.
    4 κεῖσθαι, posture, attitude, as a category, Arist.Cat. 2a2.
    III to be laid up, in store, of goods, property, etc.,

    δόμοις ἐν κτήματα κεῖται Il.9.382

    ;

    πολλὰ δ' ἐν ἀφνειοῦ πατρὸς κειμήλια κ. 6.47

    ; βασιλῆϊ δὲ κεῖται ἄγαλμα is reserved.., 4.144; μνῆμα ξείνοιο.. κέσκετ' ἐνὶ μεγάροισι was left lying.., Od.21.41; of things dedicated to a god,

    κ. ἐν θησαυρῷ Hdt.1.51

    , cf. 52, Alc.94; of money, κείμενα deposits, Hdt.6.86.

    ά; κ. σοι εὐεργεσία ἐν τῷ ἡμετέρῳ οἴκῳ Th.1.129

    , cf. SIG22.15 (Epist. Darei), Pl.R. 345a; πολλὰ χρήματα ἐπὶ τῇ τούτου τραπέζῃ κεῖταί μοι at his bank, Isoc.17.44;

    παρά τινι Pl.Ep. 346c

    ; τἀργύριόν σοι κείσεται the caution-money shall be deposited, Ar.Ra. 624; δραχ μὴν ὑπόθες.—Answ.

    κεῖται πάλαι Diph.73.2

    : metaph., εἰ ταῦτ' ἀνατὶ τῇδε κείσεται κράτη shall be placed to her credit, S.Ant. 485, cf. Pi.I. 5(4).18.
    IV to be placed in position,

    τῶν ἐπὶ τοῦ τοίχου.. κειμένων κιόνων IG12.372.46

    .
    2 to be set up, ordained,

    ἄεθλα κεῖτ' ἐν ἀγῶνι Il.23.273

    , cf. Hdt.8.26,93, Th.2.46;

    ὅπλων ἔκειτ' ἀγὼν πέρι S.Aj. 936

    (lyr.).
    3 of laws, κεῖται νόμος the law is laid down, E.Hec. 292;

    νόμοι ἐπ' ὠφελίᾳ τῶν ἀδικουμένων κεῖνται Th.2.37

    ;

    νόμοι κεῖνται περί τινος Antipho 6.2

    ; οἱ νόμοι οἱ κείμενοι the established laws, Ar.Pl. 914, cf. Lys.1.48, etc.;

    οἱ ὑπὸ τῶν θεῶν κείμενοι νόμοι X.Mem. 4.4.21

    ;

    οἱ νόμοι οἱ ὑπὸ οἱ τῶν βασιλέων κείμενοι Isoc.1.36

    , cf. D.24.62;

    καινὰ κεῖσθαι θέσμι' ἀνθρώποις E.Med. 494

    ; αἱ κείμεναι ὑπὸ τῶν ὑπατικῶν γνῶμαι the votes given by.., D.H.7.47; οὐκέτι κ. ἡ διαθήκη no longer holds, Is.6.32; so of philosophical arguments, hold good,

    κατά τινων Phld.Rh.1.51

    S.;

    θάνατος ὧν κεῖται πέρι E. Ion 750

    ;

    κείμεναι ζημίαι Lys.14.9

    , cf. Th.3.45.
    4 to be laid down in argument, posited, assumed,

    τοῦτο ἡμῖν οὕτω κείσθω Pl.R. 350d

    , etc.;

    ὡμολογημένον ἡμῖν κ. Id.Plt. 300e

    ; freq. in Arist.,

    κείσθω

    let it be assumed, Apr.

    34b23

    ,al.; τὸ ἐξ ἀρχῆς κείμενον the assumption, Metaph.1008b2, 1047b10(pl.);

    τὰ περὶ τὴν διάνοιαν ἐν τοῖς περὶ ῥητορικῆς κ. Po. 1456a35

    .
    5 of names, οὔνομα κεῖται the name is given, Hdt.4.184, 7.200, cf. X.Cyr.2.2.12, Pl.Sph. 257c, etc.; ὑπὸ τοῦ πατρὸς κείμενον [ὄνομα] Is.3.32; κεῖσθαι without ὄνομα, Pl.Cra. 392d; κείμενα ὀόματα established terms, Arist. Top. 140a3, Demetr.Eloc.96.
    6 metaph., πάντα δεινὰ κἀπικινδύνως βροτοῖς κεῖται, παθεῖν μὲν εὖ, παθεῖν δὲ θάτερα danger is set before men, that they may.., S.Ph. 503.
    V metaph., of continuing conditions, ἐνὶ φρεσὶ πένθος ἔκειτο lay heavy, Od.24.423; εὔστομα κείσθω remain unspoken, Hdt.2.171; νεῖκος ἔκειτό τισι there was an enduring feud, S.OT 491 (lyr.); Ἑλλήνων κείσομαι ἐν στόματι my name shall be a household word, AP9.62 (Even.);

    πολλῶν κείμενος ἐν στόμασιν Thgn.240

    ;

    εὖ κείμενα A.Ch. 693

    ; μὴ κινεῖν (sc. κακὸν) εὖ κείμενον 'let sleeping dogs lie', Pl.Phlb. 15c, cf. Hyp. Fr.30, Suid.
    2 ταῦτα θεῶν ἐν γούνασι κεῖται, i.e. these things are yet in the power of the gods, to give or not, Il.17.514, 20.435.
    3 κεῖσθαι ἔν τινι to rest entirely or be dependent on him,

    ἐν ἀγαθοῖσι κ. πολίων κυβερνάσιες Pi.P.10.71

    ;

    ἐν ὔμμι ὡς θεῷ κείμεθα S.OC 248

    (lyr.); also

    ἐπί τινι, τὰ δ' οὐκ ἐπ' ἀνδράσι κ. Pi.P.8.76

    : also with simple dat.,

    Λεωφίλῳ πάντα κεῖται Archil.69

    , prob.in Com.Adesp.1325; of things, depend upon,

    τὸ πανηγυρικὸν ἐν μελέτῃ καὶ τριβῇ κ. Phld.Rh.1.93

    S.;

    τὰ.. γυμνάσια ἐν τῇ κινήσει κ. Antyll.

    ap. Orib.6.23.1.
    4 Medic., to be left to settle, of urine, Hp.Epid.1.26.β.
    5 Gramm., of words and phrases, to be found, occur,

    παρὰ τῷ ποιητῃ Str.7.3.6

    , cf. Ath.2.58b;

    κεῖται ἐν τῷ Περὶ Πλούτου Phld.Oec. p.39

    J.; ποῦ κεῖται; Ath.4.165d, cf. Κειτούκειτος; κ. ἀντί τινος to be used instead of.., Str.8.6.7; τὸ κείμενον the received text, Sch.vulg.Pi.O.2.48.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κεῖμαι

  • 20 ὑποδύω

    4 slip from under,

    ἧττον ἂν ὑποδύοι ὁ ἵππος X.Eq.8.7

    (the only place in which [tense] pres. [voice] Act. ὑποδύω is found).
    II mostly in [voice] Med. [full] ὑποδύομαι, [tense] fut.

    - δύσομαι Od.20.53

    , Arr.Fr. 126 J.: [tense] aor. 1 -εδυσάμην, [dialect] Ep. [ per.] 3sg.

    - εδύσετο Od.4.570

    (tm.): also [tense] aor. 2 [voice] Act. -έδυν, [tense] pf. - δέδῡκα:—go or get under or down into, c. acc., ὑποδῦσα θαλάσσης κόλπον having plunged into.., Od. 4.435, cf. 570 (tm.), Il.18.145 (tm.);

    ὑ. ὑπὸ τὴν ζεύγλην Hdt.1.31

    ;

    ὑπὸ τὴν φοινικίδα Ar.Pl. 735

    ;

    - δεδυκότος τοῦ ἄρθρου εἰς χωρίον Hp.Art. 10

    ;

    ὑ. ὑπὸ τῶν κεραμίδων

    creep under,

    Ar.V. 205

    ; φέρει τιν' ὑποδεδυκότα underneath it, like Odysseus under the ram of Polyphemus, ib. 182;

    ὑπὸ παντὶ λίθῳ σκορπίος ὑποδύεται Scol.23

    ;

    εἰς τὴν θάλατταν Luc. Herm.71

    : c. dat.,

    ὑ. τῇ πέλτῃ Id.DMort.27.3

    .
    b put one's feet under a shoe, put on,

    ἀνύσας ὑπόδῡθι τὰς Λακωνικάς Ar.V. 1158

    ; ὑποδύσασθαι.. δυσμενῆ καττύματα ib. 1159; ὑποδυσάμενος ib. 1168 (but in these places Scal. restored ὑποδοῦ (ὑ. δ' ἀνύσας τι Van Leeuwen), ὑποδήσασθαι, -δησάμενος, cf.

    ὑποδέω 111.1

    ).
    c metaph., put on a character (because the actor's face was put under a mask), ἡ κολακευτικὴ.., ὑποδῦσα ὑπὸ ἕκαστον τῶν μορίων, προσποιεῖται εἶναι τοῦθ' ὅπερ ὑπέδυ pretends to be the character which it puts on, Pl.Grg. 464c;

    οἱ σοφισταὶ ταὐτὸν ὑποδύονται σχῆμα τῷ φιλοσόφῳ Arist.Metaph. 1004b18

    ;

    ὑποδύεται ὑπὸ τὸ σχῆμα τὸ τῆς πολιτικῆς ἡ ῥητορική Id.Rh. 1356a27

    ;

    τὴν ἡδονὴν ὑποδύεται τὸ βλάπτον Ath.Med.

    ap. Orib. inc.23.25; also ὑ. τὸν Δία, τὴν Ἀθηνᾶν, Luc.Pisc.33: c. dat.,

    προγόνων ἀρεταῖς Plu.Arat.1

    , cf. Gal.Thras.36; for ὀνόματι ὑ. συμμάχων in D.H.15.7, ὄνομα is prob. cj.
    d metaph., insinuate oneself into favour with,

    τὸν δῆμον Plu.Cat.Mi.32

    , cf. 57: abs., creep,

    θαύματα καὶ τότε ὑπεδύετο Pl.Lg. 967b

    : v. supr. 1.3.
    2 c. gen., come from under, come forth from,

    θάμνων ὑπεδύσετο Od.6.127

    : metaph.,

    κακῶν ὑποδύσεαι 20.53

    .
    3 go under so as to bear, bear on one's shoulders,

    τὸν μὲν ἔπειθ' ὑποδύντε Il.8.332

    , 13.421.
    b metaph., undergo labour or toil, take it on oneself, c. acc.,

    ὑπέδυσαν τὸν πόλεμον Hdt.4.120

    , cf. supr. 1.2; πόνον, κίνδυνον, X.Cyr.1.5.12, etc.;

    τὸν Ἀριστοφάνην

    tackle,

    Luc.Ind.27

    ; ὑ. αἰτίαν make oneself subject to.., D. 23.12.
    c c. inf., submit, undertake,

    ὑποδύεσθαι διδάσκειν X.Oec.14.3

    .
    4 of feelings, steal into or over (cf. ὑφέρπω)

    , τίς μ' ὑποδύεται πλευρὰς ὀδύνα; A.Eu. 842

    (lyr.): rarely c. dat., πᾶσιν δ' ὑπέδυ γόος sorrow stole upon all, Od.10.398;

    ἀλλά μοι ἄσκοπα κρυπτά τ' ἔπη.. ὑπέδυ S.Ph. 1112

    (lyr.);

    ὑποδύεται.. ταῖς ψυχαῖς ὁρμή Luc.Anach.37

    : abs., of diseases, X.Eq.4.2.
    5 abs., slip or slink away, D.25.28.
    6 submit to, τισι Arr.Parth.Fr.87 Roos;

    ὑποδύσεται τοῖς ἐκ Ῥωμαίων.. ἀξιουμένοις Id.Fr. 126

    J.: also c. acc.,

    ὑπέδυσαν τὰ ἐπαγγελλόμενα Id.Fr.3

    J.; μηκέτι τὸ εἱμαρμένον ἢ παρὸν δυσχερᾶναι ἢ μέλλον ὑποδύεσθαι (sic cod. P) M.Ant.2.2 (vv. ll. ἀπο-, ἀνα-: ὑπιδέσθαι cj. Wilamowitz).
    7 abs., ὀφθαλμοὶ ὑποδεδυκότες sunken, hollow eyes, Luc. Tim.17, Hippiatr.34.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποδύω

См. также в других словарях:

  • υπό — ὑπὸ, ΝΜΑ και επικ. τ. ὑπαί και αιολ. τ. ὐπά και βοιωτ. τ. ὑπά και αιολ. τ. ὑπύ και αρκαδικός τ. ὁπύ και οἱπό, Α δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και, μόνον στην αρχαία με δοτ. ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. την αιτία… …   Dictionary of Greek

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • быти — (>50000), ѤСМЬ, ѤСТЬ (в соч. с отрицанием не НѢСМЬ, НѢСТЬ); 3 л. мн. ч. СОУТЬ; 3 л. ед. ч. имперфекта БѦШЕ; 3 л. ед. ч. аориста БЫ и БѢ гл. I. Как самостоятельный гл. 1.Существовать; иметься: дъва разбо˫а ѥсте. ѥдинъ иже съвлачить съ оубогааго …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Tratados entre Roma y Cartago — Relieve de una corbita romana encontrado en las ruinas de Cartago. La disputa en el control del comercio marítimo entre ambas naciones llevó a que se ensayaran, en diversos acuerdos, repartos de áreas de influencia en el Mediterráneo. Los… …   Wikipedia Español

  • πολιτικός — ή, ό / πολιτικός, ή, όν, ΝΜΑ [πολίτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή αρμόζει στον πολίτη (α. «πολιτικά δικαιώματα» τα δικαιώματα που συνίστανται στη συμμετοχή τού πολίτη στην άσκηση τής κρατικής εξουσίας και τα οποία είναι: το δικαίωμα τού… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή και περιφέρεια (13.903 τ. χλμ., 753.888 κάτ.) της ηπειρωτικής Ελλάδας. Στα Α συνορεύει με τη δυτική Μακεδονία, στα Δ με την Ήπειρο, στα Ν με τη Στερεά Ελλάδα, και στα Α βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος. Η Θ. διαιρείται …   Dictionary of Greek

  • MYSTERIUM — Graeca vox, paganis olim frequens, nec Scripturis Patribusque ignota. Origo nominis Hebraica, satar enim eccultare est: Mistar, aut Mister est res obscondita, secretum. Graeci Grammatici etymon varie explicant, Μυεῖν est arcanam doctrinam tradere …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υποτίθεμαι — ὑποτίθεμαι ΝΜΑ, και ενεργ. τ. ὑποτίθημι ΜΑ [τίθημι] νεοελλ. (γ εν. πρόσ. παθ. ενεστ.) υποτίθεται τίθεται ως προϋπόθεση ή θεωρείται πιθανό (α. «υποτίθεται ότι στο σκάνδαλο είναι αναμεμιγμένοι και υψηλά ιστάμενοι» β. «αφού ζει σε τέτοια πολυτέλεια …   Dictionary of Greek

  • Papaflessas — For the Greek municipality, see Papaflessas, Messenia. Papaflessas (Grigorios Dikaios). Papaflessas (Παπαφλέσσας; 1788 – 1825), born Grigorios Demetrios Flessas (Γρηγόριος Δημητρίου Φλέσσας), was a Greek patriot, priest, and government official… …   Wikipedia

  • Des Esels Schatten — Skulptur (nach Wielands „Der Prozess um des Esels Schatten“) auf dem Marktplatz von Biberach Des Esels Schatten ist eine Geschichte um einen absurden Gerichtsprozess in Abdera, dem „antiken Schilda“. Die älteste Version der Geschichte stammt aus… …   Deutsch Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»