Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὀξείας

  • 1 οξείας

    ὀξείᾱς, ὀξύς 2
    sharp: fem acc pl (ionic)
    ὀξείᾱς, ὀξύς 2
    sharp: fem gen sg (doric ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > οξείας

  • 2 ὀξείας

    ὀξείᾱς, ὀξύς 2
    sharp: fem acc pl (ionic)
    ὀξείᾱς, ὀξύς 2
    sharp: fem gen sg (doric ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > ὀξείας

  • 3 ὀξύς

    ὀξύς ( ὀξεῖα), -ας, -ᾳ, -αν; -ᾶν, -αιςι), - ας: comp. ὀξᾰτεραι: superl. ὀξᾰτατον, -ων, -ους.)
    a sharp

    θρασυμαχάνων τε λεόντων ὄνυχας ὀξυτάτους N. 4.63

    [ ὀξυτάτῳ πελέκει (v. l. ὀξυτόμῳ) P. 4.263]
    b sharp, sharp-eyed

    ἰδοῖσα δ' ὀξεἶ Ἐρινύς O. 2.41

    κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    c met., keen, acute, intense

    ὀξείαις αὐγαῖς ἀελίου O. 3.24

    ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70

    Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα P. 1.20

    of pain, anguish,

    ὀξείας δὲ νόσους ἀπαλάλκοι O. 8.85

    ὅμως δὲ λῦσαι δυνατὸς ὀξεῖαν ἐπιμομφὰν τόκος O. 10.9

    ὀξείαισι πάθαις P. 3.97

    ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς N. 1.53

    ἀπροσίκτων δ' ἐρώτων ὀξύτεραι μανίαι pr. N. 11.48 of mental effort,

    ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37

    d piercing of sound

    ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς N. 9.35

    f frag.

    ὀξύτατον[ Pae. 8.91

    Lexicon to Pindar > ὀξύς

  • 4 Αἴτνα

    Αἴτνα (-α, -ας, -αν.)
    a the Sicilian mountain under which lay the giant Typhos

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὅς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    κίων δ' οὐρανία συνέχει, νιφόεσσ Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας

    τιθήνα P. 1.20

    Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27

    κείνῳ μὲν Αἴτνα δεσμὸς ὑπερφίαλος ἀμφίκειται fr. 92.
    b formerly Katane, a city refounded by Hieron Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν ὕμνον i. e. for Deinomenes P. 1.60

    κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε, Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ζαθέων ἱερῶν ἑπώνυμε πάτερ, κτίστορ Αἴτνας fr. 105a. 3.

    Lexicon to Pindar > Αἴτνα

  • 5 ἀνά

    ἀνά (ἄν in apocope before δ, χ, κ, ν, τ; ἀγ before κ Πα. 7. 12 v. l.; ἄμ before π.) A prep c. acc.
    a in, throughout

    ἀν' Ἑλλάδα P. 2.60

    δώδεκ' ἂν δρόμων τέμενος (Thiersch: δωδεκαδρομον, -ων codd.) P. 5.33

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    Ποσειδάνιον ἂν τέμενος N. 6.41

    δάπεδον ἂν τόδε N. 7.83

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν I. 2.27

    εὐανθἔ ἀπέπνευσας ἁλικίαν προμάχων ἀν' ὅμιλον I. 7.35

    Ἴσθμιον ἂν νάπος Δωρίων ἔλαχεν σελίνων (Hermann: ἀνάπος codex) I. 8.63 [

    Δᾶλ]ον ἀν' εὔοδμον Pae. 2.97

    [ἂν Ζεάθου πόλιν (coni. Wil.: καὶ Ζ. Π.) Πα...] ἂν δὲ Ῥόδον κατῴκισθεν fr. 119. 1.
    b upon, along

    εἰ δὲ τέτραπται θεοδότων ἔργων κέλευθον ἂν καθαράν I. 5.23

    ἐλαύνεις ἀν' ἀμβροτ[ Pae. 3.16

    ]ἰόντι τηλαυγἔ ἀγ κορυφὰν[ (Π̆{5}: ἂν Π̆.) Πα.. 12. ἀνὰ Δώτιον ἀνθεμόεν πεδίον πέταται (sc. κύων.) *fr. 107a. 4* πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον ἦλθεν fr. 172. 4.
    c dub. ἢ πόντου κενέωσιν λτ;γτ; ἂμ πέδον (Hermann: ἀλλὰ codd. Dion. Hal.) Pae. 9.16
    2 of time, in the course of, during

    ὅτ' ἀμφότεροι κράτησαν μίαν ἔργον ἀν ἁμέραν O. 9.85

    ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49

    Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς (ἂν = κε Σ cum ἔκρινας coniunxit) N. 9.35 B prep. c. dat., upon

    χρυσέαισί τ' ἀν ἵπποις O. 1.41

    ἀν' ἵπποις χρυσέαις O. 8.51

    ἀν' ἵπποισι δὲ τέτρασιν O. 10.69

    ἀνὰ βωμῷ θεᾶς O. 13.75

    εὕδει δ' ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς αἰετός P. 1.6

    ἀνὰ δ' ἡμιόνοις ξεστᾷ τ ἀπήνᾳ προτροπάδαν Πελίας ἵκετο P. 4.94

    θοαῖς ἂν ναυσὶ N. 7.29

    ἐπικράνοισι γὰρ ἂν κιόνων fr. 6b. d. ἂν δ' ἐπικράνοις σχέθον πέτραν ἀδαμαντοπέδιλοι κίονες fr. 33d. 7. ἀλ]λοτρίαις ἀν' ἵπποις Πα. 7B. 12. C in tmesis ἀνὰ δ' ἔπαλτ v.

    ἀναπάλλω O. 13.71

    ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις v.

    ἀναρπάζω P. 4.34

    ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε v. ἀνασχίζω ( ἀναβωλακίας iunctim codd.) P. 4.228 ἀνὰ δ' ἱστία τεῖνον v.

    ἀνατείνω N. 5.51

    ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν v.

    ἀνόρνυμι N. 9.8

    ἀνὰ δ' ἔλυσεν v.

    ἀναλύω N. 10.90

    ἀνὰ δ' ἄγαγον (Er. Schmid: ἀν δ codd.) v.

    ἀνάγω I. 6.62

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε v.

    ἀναείρω Pae. 20.10

    Lexicon to Pindar > ἀνά

  • 6 ἀπαλέξω

    Lexicon to Pindar > ἀπαλέξω

  • 7 ἀυτά

    1 cry
    a musical sound ]γάρ σε λιγυσφαράγων κλυτᾶν ἀυτά, Ἑκαβόλε, φορμίγγων fr. 140a. 60 (34). ἐρεθίζομαι πρὸς ἀυτά[ν (Lobel: e Plutarcho ἀοιδάν subst. G-H.) fr. 140b. 14.
    b battle-cry i. e. rush of war

    ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς N. 9.35

    Lexicon to Pindar > ἀυτά

  • 8 δέ

    δέ (the following combinations are to be found elsewhere: μέν δέ v. μέν. τε δέ v. τε δὲ δή v. δή. δ' ὦν v. ὦν. δέ τοι v. τοι. δὲ καί v. also καί. δαὖτε v. also αὖτε. δαὖ v. αὖ. δἄρα v. ἄρα. Since δέ is normallv used in a purely connective capacity, a decision between progressive and adversative δέ must often be arbitrary.)
    1 adversative.
    a opposing one sentence to what precedes (*, = following negative sentence)

    ἰδοῖσα δ O. 2.41

    λείφθη δὲ O. 2.43

    μαθόντες δὲ O. 2.87

    κρύψε δὲ O. 6.31

    μαντεύσατο δ O. 7.32

    ἔστι δὲ O. 8.77

    φέροις δὲ O. 9.41

    ἕπεται δ O. 13.47

    ἐξίει δ *P. 1.91

    χρὴ δὲ P. 2.34

    , P. 2.88

    φέρειν δ P. 2.93

    ἁδόντα δ P. 2.96

    πεύθομαι δP. 4.38

    κλέπτων δὲ P. 4.96

    ἐσσὶ δ P. 4.269

    φαντὶ δ P. 4.287

    λῦσε δὲ P. 4.291

    εἰμὶ δ P. 8.29

    ἔλπομαι δ P. 11.55

    πειρῶντι δὲ P. 10.67

    ἐλᾷ δὲ N. 3.74

    ἔστι δ N. 3.80

    διείργει δὲ N. 6.2

    εἴργει δὲ *N. 7.6

    τυχεῖν δ N. 7.55

    χρὴ δ' Pae. 2.56

    θνᾴσκει δὲ fr. 121. 4. πέφνε δὲ fr. 135.

    Χάρις δ O. 1.30

    ἁμέραι δ O. 1.33

    αἰὼν δ (v. l. τ) O. 2.10

    λάθα δὲ O. 2.18

    πένθος δὲ O. 2.23

    ῥοαὶ δ *O. 2.33 πολλοὶ δὲ *O. 6.11

    τεθμὸς δὲ O. 8.25

    Ἑρμᾶ δὲ O. 8.91

    νεῖκος δὲ O. 10.39

    ἀστῶν δ P. 1.84

    ἀμφοτέροισι δ P. 1.99

    ἑτέροισι δὲ P. 2.52

    στάθμας δὲ *P. 2.90

    αἰὼν δ P. 3.86

    παυροῖς δὲ P. 3.115

    Μοῖραι δ P. 4.145

    πόνων δ *P. 5.54 φάει δὲ *P. 6.14

    βία δὲ P. 8.15

    δαίμων δὲ P. 8.76

    βαιὰ δ P. 9.77

    πατὴρ δὲ P. 9.11

    ναυσὶ δ P. 10.29

    φθονεροὶ δ P. 11.54

    φθονερὰ δ N. 4.39

    ἄλλοισι δ N. 4.91

    τιμὰ δὲ N. 7.31

    ἐλπίδες δ N. 11.22

    κερδέων δὲ N. 11.47

    πάντα δ I. 1.60

    αἰὼν δὲ I. 3.17

    δαίμων δ I. 7.43

    ματρὸς δὲ Pae. 2.29

    κέντρον δὲ fr. 180. 3.

    ἴσαις δὲ O. 2.61

    ὑγίεντα δεἴ τις O. 5.23

    ἀκίνδυνοι δ O. 6.9

    ἄλλα δ O. 8.12

    τερπνὸν δ O. 8.53

    ἄγνωμον δὲ O. 8.60

    κεῖνα δὲ O. 8.62

    εὐανθέα δ P. 2.62

    ἀδύνατα δ P. 2.81

    σὸν δἄνθοςP. 4.158

    πότνια δ P. 4.213

    εὐδαίμων δὲ P. 10.22

    μυριᾶν δ *N. 3.42

    ἑκόντι δ N. 6.57

    πὰν δὲ N. 10.29

    ἀρχαῖαι δ N. 11.37

    Πανελλάνεσσι δ *I. 4.29

    ἰατὰ δ I. 8.15

    ματαίων δὲ Pae. 4.34

    ἐμπείρων δὲ fr. 110. σφετέραν δαἰνεῖ fr. 215. 3.

    ὡς δ O. 1.46

    εἰ δὲ O. 1.64

    , O. 1.108

    ὅσοι δ O. 2.68

    εἰ δ O. 3.42

    ὅσσα δὲ P. 1.13

    εἰ δὲ P. 3.63

    , P. 3.80, P. 3.103, P. 9.50 ὅσαις δὲ *P. 10.28

    τῶν δ P. 10.61

    εἰ δὲ P. 12.28

    , N. 3.19

    ὃς δὲ N. 3.41

    εἰ δ N. 5.19

    , N. 5.50

    ὃς δ I. 1.50

    εἰ δέ τις I. 1.67

    ἐμοὶ δ O. 1.52

    τὶν δ O. 10.93

    ἐγὼ δὲ O. 10.97

    , O. 13.49

    ἐμὲ δ O. 13.93

    , P. 2.52

    τὶν δὲ P. 3.84

    τὺ δ P. 8.61

    ἐμοὶ δὲ P. 10.48

    ἐγὼ δ N. 1.33

    ἐμοὶ δ N. 4.41

    ἐγὼ δὲ N. 7.20

    ἐγὼ δ N. 8.38

    σεῦ δ *N. 8.46

    ἐγὼ δὲ I. 1.32

    ἄμμι δ I. 1.52

    τὶν δ I. 5.17

    ἐμοὶ δὲ I. 6.56

    ἄμμι δ I. 7.49

    ἐμοὶ δὲ Πα. 7B. 21.

    τοὶ δ O. 6.52

    τὸν δ O. 13.92

    τῶν δP. 4.41

    τὸν δ P. 4.101

    τὸ δ P. 7.18

    ὁ δὲ P. 8.48

    τὸ δὲP. 8.51

    τά δ P. 8.76

    P. 10.63 τὰν δ fr. 107a. 6 ὁ δ fr. 169. 26.

    τὸ δ O. 1.99

    τῶν δ O. 2.15

    τῶν δὲ *O. 12.9

    τὸν δὲ P. 1.95

    ὁ δὲ P. 2.73

    τὰν δ *P. 3.62

    τὸ δ P. 5.72

    , P. 8.32

    ὁ δὲ P. 8.88

    τὸ δὲ N. 6.55

    N. 7.102

    ὁ δ N. 9.24

    τὸ δ N. 11.43

    , I. 5.19

    ὁ δ I. 7.39

    ἐς δ O. 2.85

    σὺν δὲ. O. 6.98

    ἀμφὶ δὲ O. 7.24

    ἐν δὲ O. 7.94

    ποτὶ δ P. 2.84

    ἐν δαὖτε χρόνῳ P. 3.96

    ἐν δ P. 8.92

    σὺν δὲ N. 7.6

    ἐν δ I. 5.53

    ἐς δὲ fr. 133. 5. ἀνὰ δ' ἔλυσεν *N. 10.90

    αἰεὶ δ O. 5.15

    ὅμως δὲ O. 10.9

    νῦν δὲ O. 12.17

    ἄλλοτε δ P. 3.103

    εὐθὺς δ N. 1.54

    νῦν δ I. 1.39

    , I. 4.18 κρυφᾷ δὲ fr. 203. 2.
    b opposing one part of a sentence to the preceding negative part.

    μήτὦν τινι πῆμα πορών, ἀπαθὴς δαὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297

    ἄδικον οὔθ' ὑπέροπλον ἥβαν δρέπων, σοφίαν δ P. 6.49

    καί μιν οὔπω τεθναότ, ἄσθματι δὲ φρίσσοντα πνοὰς ἔκιχεν N. 10.74

    2 progressive, connective.
    a connecting sentences.

    λάμπει δὲ O. 1.23

    ἔστι δ O. 1.35

    ἔχει δ O. 1.59

    ἕλεν δ O. 1.88

    πέποιθα δὲ O. 1.103

    ἕπεται δὲ O. 2.22

    φιλεῖ δὲ O. 2.26

    φύονται δὲ O. 4.25

    ἵκων δὲ O. 5.9

    ἀρχομένου δ O. 6.3

    ἀντεφθέγξατο δ O. 6.61

    ἵκοντο δ O. 6.64

    τιμῶντες δ O. 6.72

    εἶπον δὲ O. 6.93

    τεῦξαν δ O. 7.48

    μνασθέντι δ O. 7.61

    ἐκέλευσεν δ O. 7.64

    τελεύταθεν δὲ O. 7.68

    κέκληνται δὲ O. 7.76

    ἄνεται δὲ O. 8.8

    ἦν δὲ O. 8.19

    κατακρύπτει δὲ O. 8.79

    θάλλει δ O. 9.16

    ἀείδετο δὲ O. 10.76

    χλιδῶσα δὲ O. 10.84

    τρέφοντι δ O. 10.95

    ἔστι δ O. 11.2

    ἐθέλοντι δ O. 13.9

    δέξαι δὲ (v. l. τε) O. 13.29

    νοῆσαι δὲ O. 13.48

    φώνασε δ O. 13.67

    εὕδει δ P. 1.6

    φαντὶ δὲ P. 1.52

    θέλοντι δὲ P. 1.62

    ἔσχον δ P. 1.65

    ἔμαθε δὲ P. 2.25

    καιομένα δ P. 3.44

    εἶπε δ P. 4.11

    ἔπταξαν δ P. 4.57

    ἧλθε δέ οἱ P. 4.73

    τάφε δ P. 4.95

    δύνασαι δP. 4.158 μεμάντευμαι δP. 4.163

    πέμψε δ P. 4.178

    ἔειπεν δ P. 4.229

    κτίσεν δ P. 5.89

    ἄγοντι δὲ P. 7.13

    αὔξων δὲ *P. 8.38

    ῥαίνων δὲ P. 8.57

    ὑπέδεκτο δ P. 9.9

    γεύεται δ P. 9.35

    ἔστι δ N. 2.10

    ἄρχε δ N. 3.10

    δάμασε δὲ N. 3.23

    ἕπεται δὲ N. 3.29

    λεγόμενον δὲ N. 3.52

    νύμφευσε δ N. 3.56

    φρονεῖν δ N. 3.75

    δέξαιτο δ N. 4.11

    χαίρω δ N. 5.46

    χρὴ δ N. 5.49

    πέταται δ N. 6.48

    ἀναπνέομεν δ N. 7.5

    πέσε δ N. 7.31

    ἐὼν δ N. 7.64

    μαθὼν δὲ N. 7.68

    δύνασαι δὲ N. 7.96

    ἔβλαστεν δ N. 8.7

    αὔξεται δ N. 8.40

    χαίρω δὲ N. 8.48

    ἔστι δ N. 9.6

    ἔστι δὲ N. 10.20

    ἐκράτησε δὲ N. 10.25

    ἕπεται δὲ N. 10.37

    μεταμειβόμενοι δ N. 10.55

    λάμπει δὲ I. 1.22

    ἔστιν δ I. 4.31

    κρίνεται δ I. 5.11

    κλέονται δ I. 5.27

    τετείχισται δὲ I. 5.44

    φέρε δεὔμαλλον μίτραν I. 5.62

    φλέγεται δὲ I. 7.23

    ἔτλαν δὲ I. 7.37

    παυσάμενοι δ *I. 8.7

    χρὴ δὲ I. 8.15

    εἶπε δ I. 8.31

    ἰόντων δ I. 8.41

    ἔραται δέ Pae. 6.58

    ἐπεύχομαι δ' Πα. 7B. 15. πεφόρητο δ' Πα. 7B. 49.

    ἐνέθηκε δὲ Pae. 8.82

    ἔειπε δὲ[ Πα. 8A. 23.

    κατακρίθης δὲ Pae. 16.5

    λέγοντι δὲ Δ. 1. 1. τρέχετο δὲ fr. 74. εὕδει δὲ fr. 131b. 3. μαντεύεο, Μοῖσα, προφατεύσω δἐγώ fr. 150. λαβὼν δ fr. 169. 20. λάμπει δὲ fr. 227. 2. κόρῳ δ *O. 1.56

    ἄνθεμα δὲ O. 2.72

    Μοῖσα δ O. 3.4

    ξείνων δ O. 4.4

    χεῖρες δὲ O. 4.25

    βασιλεὺς δ O. 6.47

    Οὐρανὸς δ O. 7.38

    Ὀρσοτρίαινα δ O. 8.48

    πατρὶ δὲ O. 8.70

    λαοὶ δ O. 9.46

    κείνων δ (δ del. Schr.) O. 9.53

    τόλμα δὲ O. 9.82

    φῶτας δ O. 9.91

    μία δ O. 9.106

    ἀρχαῖς δὲ O. 10.78

    πολλὰ δ O. 12.10

    πατρὸς δὲ O. 13.35

    κῆλα δὲ P. 1.12

    κίων δ P. 1.19

    στρωμνὰ δὲ P. 1.28

    ἄνδρα δ P. 1.42

    χάρμα δ P. 1.59

    ἄλλοις δέ P. 2.13

    θεῶν δ P. 2.21

    εὐναὶ δὲ P. 2.35

    βουλαὶ δὲ P. 2.65

    ψευδέων δ P. 3.29

    δαίμων δ P. 3.34

    βάματι δ P. 3.43

    Διὸς δ P. 3.95

    ἐσθὰς δ P. 4.79

    φὴρ δέ P. 4.119

    δράκοντος δὲ P. 4.244

    πολλοῖσι δ P. 4.248

    θεράπων δέ οἱ P. 4.287

    σοφοὶ δέ τοι P. 5.12

    νόῳ δὲ P. 6.47

    Μεγάροις δ P. 8.78

    φόβῳ δP. 9.32

    θαλάμῳ δὲ P. 9.68

    ἀρεταὶ δ P. 9.76

    πατρὸς δ P. 10.2

    ἅρμα δ N. 1.7

    ἀρχαὶ δὲ N. 1.8

    Ἀχάρναι δὲ N. 2.16

    διψῇ δὲ N. 3.6

    Λαομέδοντα δ N. 3.36

    σώματα δ N. 3.47

    βοὰ δὲ N. 3.67

    ῥῆμα δ N. 4.6

    ἴυγγι δ N. 4.35

    Θεανδρίδαισι δ N. 4.73

    ὕμνος δὲ N. 4.83

    πότμος δὲ N. 5.40

    ἔργοις δὲ N. 7.14

    σοφοὶ δὲ N. 7.20

    σοφία δὲ N. 7.23

    φυᾷ δ N. 7.54

    Διὸς δὲ N. 7.80

    βασιλῆα δὲ N. 7.82

    παίδων δὲ παῖδες N. 7.100

    χρεῖαι δ N. 8.42

    ἀρχοὶ δὲ N. 9.14

    Ἰσμηνοῦ δ N. 9.22

    παῦροι δὲ N. 9.37

    ἡσυχία δὲ N. 9.48

    Σικυωνόθε δ N. 10.43

    Κάστορος δ N. 10.49

    παῦροι δN. 10.78

    Ζεὺς δ N. 10.79

    λύρα δὲ N. 11.7

    ἄνδρα δ N. 11.11

    προμαθείας δ N. 11.46

    μελέταν δ I. 5.28

    Λάμπων δὲ I. 6.66

    γλῶσσα δ I. 6.72

    ἐπέων δὲ I. 8.46

    Αἰολίδαν δὲ fr. 5.

    Παιὰν δὲ Πα. 2. 3,, 1. κείνοις δ' Pae. 2.68

    τέρας δ Pae. 4.39

    ἤτορι δὲ Pae. 6.12

    Ἰλίου δὲ Pae. 6.81

    ἀμφιπόλοις δὲ Pae. 6.117

    ὑδάτεσσι δ Pae. 6.134

    γνώμας δ Pae. 14.39

    Ὀλυμ]πόθεν δέ Δ.. 3. πέτραι δ Δ... ἁνδρὸς δ Παρθ. 2. 3. ἀσκὸς δ fr. 104b. 4. πολλὰ δ fr. 111. 2. ὀδμὰ δ' Θρ... πυρὶ δ fr. 168. 3.

    ἑπτὰ δ O. 6.15

    μελίφθογγοι δ O. 6.21

    κυρίῳ δ O. 6.32

    τερπνᾶς δέπεὶ O. 6.57

    ἁδύλογοι δὲ O. 6.96

    ἀγαθαὶ δὲ O. 6.100

    ἐμῶν δ O. 6.105

    τοῦτο δ O. 7.25

    πολλαὶ δ O. 8.13

    ἐσλὰ δ O. 8.84

    ὀξείας δὲ O. 8.85

    πτερόεντα δ O. 9.11

    ἀγαθοὶ δὲ O. 9.28

    ἄλλαι δὲ O. 9.86

    ταύτᾳ δὲ O. 10.51

    ἀφθόνητος δ O. 11.7

    ἄμαχον δὲ O. 13.13

    δύο δ O. 13.32

    κελαινῶπιν δ P. 1.7

    ναυσιφορήτοις δ P. 1.33

    ἀψευδεῖ δὲ P. 1.86

    εὐανθεῖ δ P. 1.89

    πολλὰν δ P. 3.36

    αἴθων δὲ P. 3.58

    εἴκοσι δ P. 4.104

    Κρονίδᾳ δὲP. 4.115 τρίταισιν δP. 4.143 ταχέες δ (δ del. Boeckh) P. 4.179

    χαλκέαις δ P. 4.226

    ὀρθὰς δ P. 4.227

    μεγάλαν δ P. 5.98

    γλυκεῖα δὲ P. 6.82

    νέᾳ δ P. 7.18

    τέτρασι δ P. 8.81

    ὠκεῖα δ P. 9.67

    χρυσοστεφάνου δὲ P. 9.109

    Ἰσμήνιον δ P. 11.6

    κακολόγοι δὲ P. 11.28

    ξυναῖσι δ (om. Tricl.) P. 11.54

    μεγάλων δ N. 1.11

    ἁδυμελεῖ δ N. 2.25

    χαρίεντα δ N. 3.12

    καματωδέων δὲ *N. 3.17

    ποτίφορον δὲ N. 3.31

    συγγενεῖ δέ N. 3.40

    ξανθὸς δ N. 3.43

    κραγέται δὲ N. 3.82

    τυφλὸν δ N. 7.23

    ποτίφορος δ N. 7.63

    ἀγαπατὰ δὲ N. 8.4

    μέγιστον δ N. 8.25

    χρυσέων δ N. 8.27

    κενεᾶν δ N. 8.45

    θεσπεσία δ *N. 9.7

    κρέσσων δὲ N. 9.15

    ἀργυρέαισι δὲ N. 9.51

    ὕπατον δ N. 10.32

    λαιψηροῖς δὲ N. 10.63

    τόνδε δN. 10.80

    ἀπροσίκτων δ N. 11.48

    μυρίαι δ I. 6.22

    ἁδεῖα δ I. 6.50

    ἀμνάμονες δὲ I. 7.17

    θνατᾶς δ fr. 61. 5. σειρῆνα δὲ Παρθ. 2. 13. πιοστὰ δ' Παρθ. 2. 3. ἀκλεὴς δ (om. codd.: supp. Boeckh) fr. 105b. 3.

    εἰ δὲ O. 2.56

    , O. 6.77, O. 8.54

    οἷον δ O. 9.89

    εἰ δὲ O. 11.2

    , O. 13.105, P. 3.110

    ὅσσα δὲ N. 2.17

    εἰ δ N. 4.13

    , N. 7.11, N. 7.86, N. 7.89, I. 1.41, I. 5.22

    τὰ δ N. 4.91

    οἷοι δ I. 9.6

    εἰ δέ τις Pae. 2.31

    οἷσι δὲ (Boeckh: γὰρ ἂν codd.) fr. 133. 1.

    ἐμὲ δὲ O. 1.100

    τὶν δὲ O. 5.7

    ὔμμιν δὲ O. 13.14

    τὺ δὲ P. 2.57

    τὶν δὲ P. 4.275

    σὲ δ P. 5.14

    σεῦ δ N. 1.26

    ἐγὼ δὲ N. 3.11

    τὺ δ N. 5.41

    ἐγὼ δ I. 6.16

    τὺ δέ I. 7.31

    τὶν δὲ Pae. 3.13

    ἐμοὶ δ' Pae. 4.52

    ὁ δ O. 7.10

    τὰ δ O. 13.101

    O. 13.106

    δὲ P. 1.8

    οἱ δ P. 4.133

    τῶν δ P. 4.277

    τὸν δὲ P. 9.38

    ὁ δὲ P.9.107. “ ταὶδP. 9.62

    τὰ δ N. 9.42

    τοὶ δ N. 10.66

    , I. 8.45 ἁ δὲ fr. 130. 6.

    τὸ δὲ O. 1.93

    , O. 2.51

    αἱ δὲ O. 7.30

    τὸ δὲ O. 10.55

    ὁ δὲ P. 1.35

    τὸ δὲ P. 1.99

    τὸν δὲ P. 2.40

    P. 3.108

    ἁ δὲ P. 3.114

    τὸν δὲ P. 4.184

    ὁ δ P. 5.60

    τὸ δ P. 5.85

    ὁ δὲ P. 9.78

    τῶν δ P. 10.19

    αἱ δὲ N. 4.2

    ὁ δὲ N. 7.67

    τὸ δὲ I. 7.47

    τὰ]ν δὲ Pae. 1.9

    ὁ δὲ Pae. 2.66

    τὸ δὲ Pae. 4.32

    ἐν δὲ O. 7.5

    , O. 7.43

    ἄτερ δ O. 9.44

    ἐν δὲ O. 13.22

    , O. 13.40

    σὺν δ P. 1.51

    ἐν δ P. 2.41

    ἐκ δ P. 2.46

    ἐν δὲP. 4.88

    ἐς δ P. 4.188

    σὺν δ P. 4.221

    ἐν δὲ P. 4.291

    σὺν δ P. 9.115

    ἐν δ P. 10.71

    ἐκ δὲ N. 10.44

    ἂν δ fr. 33d. 7, fr. 119. 1. σὺν δ fr. 122. 9. πρὸς δ fr. 123. 6.

    οὕτω δὲ O. 2.35

    ἠυ δὲ O. 5.16

    ἄλλοτε δ O. 7.11

    ἀπάτερθε δ O. 7.74

    μάλα δὲ O. 10.87

    νῦν δ O. 13.104

    οὕτω δ P. 1.56

    εὖ δ P. 1.99

    ἁμᾶ δ P. 3.36

    τάχα δ P. 4.83

    αἶψα δ P. 4.133

    ἀκᾷ δ P. 4.156

    τάχα δὲ P. 4.171

    ἄτερθε δὲ P. 5.96

    οὕτω δὲ P. 8.93

    νῦν δP. 9.55

    οὕτω δ P. 9.117

    ταχὺ δ P. 10.51

    θαμὰ δ N. 1.22

    μάλα δ N. 7.10

    ἅμα δ fr. 74. ἔνθεν δὲ fr. 119. 2. ταχέως δ fr. 169. 24.
    b in enumeration, narration, simm. ὁ δ' ἐμὲ δ κράτει δὲO. 1.73—8. ἔργα δὲ ἦν δὲ δαέντι δὲ καὶ φαντὶ δ', ἁλμυροῖς δ, ἀπεόντος δ —. O. 7.52—8. γλαυκοὶ δὲ, οἱ δύο μὲν, αὖθι δ'. εἷς δ ἔννεπε δO. 8.37—41. ἔχεν δὲ, μάτρωος δὲ. πόλιν δ'. ἀφίκοντο δὲ. υἱὸν δὲO. 9.61—9. τὰ δὲ. σύνδικος δ'. τὸ δὲ. πολλοὶ δὲ. ἄνευ δὲO. 9.94—103. τράπε δὲ. πύκτας δ'. θάξαις δὲ. ἄπονον δ. ἀγῶνα δ, πέφνε δ. λόχμαισι δὲO. 10.15—30. ἀνὰ δ'. παρκείμενον δὲ. ἐνυπνίῳ δ. τελεῖ δὲ. ἀναβαὶς δ. σὺν δὲO. 13.72—87. “δώδεκα δὲ. τουτάκι δ'. φιλίων δ. φάτο δ. γίνωσκε δ. ἂν δ —” P. 4.25—34. ἐσσύμενοι δ'. τῶν δ. πραὺν δP. 4.135—6. ἐπεὶ δ'. ἐκ νεφέων δὲ. λαμπραὶ δ. ἀμπνοὰν δ. κάρυξε δ. εἰρεσία δ. σὺν Νότου δ. φοίνισσα δὲ. ἐς δὲ κίνδυνονP. 4.191—207. πῦρ δὲ. σπασσάμενος δ'. ἴυξεν δ. πρὸς δ. αὐτίκα δ. ἔλπετο δP. 4.233—43. ὁ δ'. Μεσσανίου δὲ. χαμαιπετὲς δ. αὐτοῦ μένων δP. 6.33—8. κέρδος δὲ. βία δὲ. δμᾶθεν δὲ. ἔπεσε. τελέαν δP. 8.13—24. Μοῖσα δ'. παντᾷ δὲ. νόσοι δ. πόνων δὲ. θρασείᾳ δὲ. ἁγεῖτο δP. 10.37—45. ἔσταν δ'. λέλογχε δὲ. τέχναι δ. χρὴ δN. 1.19—25. ταχὺ δὲ. ἐν χερὶ δ'. ἔστα δὲ. παλίγγλωσσον δέ. γείτονα δ. ὁ δέN. 1.51—61. ἐν δ'. Θέτις δὲ. Νεοπτόλεμος δ. Παλίου δὲ. τὰ Δαιδάλου δὲ. ἄλαλκε δὲ. πῦρ δὲ. εἶδεν δN. 4.49—66. πρόφρων δὲ. ἐν δὲ. αἱ δὲ. ψεύσταν δὲ. τὸ δ'. τοῖο δ. εὐθὺς δ. ὁ δN. 5.22—34. ὁ δ' Μολοσσίᾳ δ. ᾤχετο δὲ. βάρυνθεν δὲ. ἐχρῆν δέN. 7.36—44. νεαρὰ δ'. ὄψον δὲ. ἅπτεται δ. χειρόνεσσι δ —. N. 8.20—2. πατρὶ δ — (Heyne: τ codd.) θρέψε δ'. ὁ δN. 10.12—3. Ζεὺς δ'. ἅμα δ. χαλεπὰ δ. ταχέως δN. 10.71—3. Ζεῦ, μεγάλαι δ'. ζώει δὲ. πλαγίαις δὲ. εὐκλέων δ. ἔστι δὲ. τὰ δὲ. ἀνδρῶν δI. 3.4—13. εἷλε δὲ. πέφνεν δὲ, σφετέρας δI. 6.31—3. ἐν δὲ, ἄγγελλε δὲ. νῦν δαὖ Πα. 2.. νέφεσσι δ'. περὶ δ. ἐπεὶ δ Πα... ἔλαμψαν δ. τελέσαι δ. ἐφθέγξαντο δ Πα. 12. 1. ῥίμφα δ. ὁ δὲ. ἐμὲ δN. 2.19—23. τιμαὶ δὲ. παντὶ δ'. ὁ δὲ. φιλέων δ Παρθ. 1.. πολλὰ δ. τέλος δ. αἰὼν δὲ — fr. 111. 2—5. ἐν δ', παρὰ ναῦν δὲ. κάπρῳ δὲ — fr. 234. 2. connecting imperatives. δίδοι φωνάν, ἀνὰ δἱστία τεῖνον, πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίου φθέγξαι ἑλεῖνἀρετάν, προθύροισιν δΑἰακοῦ ἀνθέων ποιάεντα φέρε στεφανώματα (Wil.: φέρειν codd.) N. 5.51—4.
    c connecting subordinate clauses.

    ὅτε σύτο, κράτει δὲ προσέμειξε O. 1.22

    φιάλαν ὡς εἴ τις δωρήσεται, ἐν δὲ θῆκε O. 7.5

    ἁνίκ' ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδε δέ μιν (Hermann: τε codd.) O. 9.31 ἔλπομαι μὴ βαλεῖν ἔξω, μακρὰ δὲ ῥίψαις ἀμεύσασθ' ἀντίους *P. 1.45

    ἀλλ' ἐπεὶ τείχει θέσαν, σέλας δ ἀμφέδραμεν P. 3.39

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα P. 3.92

    ὄφρα ἀφέλοιτ' αἰδῶ, ποθεινὰ δ Ἑλλὰς δονέοι P. 4.218

    εἰ γάρ τις ἐξερείψειεν αἰσχύνοι δὲ P. 4.264

    διαγγέλοισ, ὅτι νίκη ἐκ δὲ Κρόνου Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7

    εἰ δὲ μάρνασαι, πάντων δὲ νοεῖς ἀποδάσσασθαι ἴσον N. 10.86

    εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον ἄλλοισι δἐμπίπτων γελᾷ I. 1.68

    ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων, ἕλον δ Ἀμύκλας I. 7.14

    τέρας, ἅν τε βροτοὶ Δᾶλον κικλῄσκοισιν, μάκαρες δἐν Ὀλύμπῳ χθονὸς ἄστρον fr. 33c. 5. ἁνίκ' οἴχονται μέριμναι πελάγει δ ἐν πολυχρύσοιο πλούτου πάντες ἴσᾳ νέομεν fr. 124. 6.
    d connecting parts of sentences.

    ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί, ἴσαις δ' ἁμέραις O. 2.62

    μαιομένων μεγάλαν ἀρετὰν θυμῷ λαβεῖν, τῶν δὲ μόχθων ἀμπνοὰν O. 8.7

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ O. 8.58

    Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88

    πόλλἄνω, τὰ δαὖ κάτω O. 12.6

    οἶκον ἥμερον ἀστοῖς ξένοισι δὲ θεράποντα (v. 1. τε) O. 13.3

    ἐν Ἀθάναισι τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις, Ἑλλώτια δ ἑπτάκις O. 13.40

    Ζηνὸς υἱοὶ τρεῖς δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες P. 4.172

    κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.282

    βουσὶν εἰρήναν παρέχοισα πατρῴαις, τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ Ἀρισταῖον καλεῖνP. 9.65

    ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49

    πεντάκις Ἰσθμοῖ στεφανωσάμενος Νεμέᾳ δὲ τρεῖς N. 6.20

    χρυσὸν εὔχονται, πεδίον δ' ἕτεροι ἀπέραντον N. 8.37

    αἰνέων αἰνητά, μομφὰν δ' ἐπισπείρων ἀλιτροῖς N. 8.39

    μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ I. 4.53

    τὶν δ' ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισ ἀρετά, Φυλακίδα, κεῖται, Νεμέᾳ δὲ καὶ ἀμφοῖν Πυθέᾳ τε, παγκρατίου I. 5.18

    ἄραντο γὰρ νίκας τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    εἴπερ τριῶν Ἰσθμοῖ), Νεμλτ;έγτ;αλτ;ι δγτ;ὲ δυ[οῖν (supp. Lobel e Σ.) fr. 6a. h. ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν, πολίων δ' ἑκατὸν πεδεχεῖν Πα. 4. 37, similarly, connecting subordinate infinitives, O. 13.80, N. 7.46, N. 9.31 νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας [] ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θεῷ δὲ δύνατον ὄρσαι φάος, κελαινεφέι δὲ σκότει καλύψαι fr. 108b. 3. irregularly coordinating:

    τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ, μῆτιν δ' ἀλώπηξ I. 4.65

    e in anaphora.

    ἴσαις δὲ, ἴσαις δ O. 2.62

    ἤρειδε Ποσειδάν, ἤρειδεν δὲ (Hermann: τε codd.) O. 9.32

    πέφνε Κτέατον ἀμύμονα, πέφνε δ' Εὔρυτον O. 10.28

    ἔστιν. ἔστιν δ O. 11.2

    ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος, ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22

    τίς γὰρ ἀρχὰ, τίς δὲ κίνδυνος P. 4.71

    τὺ γὰρ. τὺ δ P. 8.8

    τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξένων P. 9.108

    cf.

    πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ P. 9.123

    —5.

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἶμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    μαχατὰν αἰνέων Μελέαγρον, αἰνέων δὲ καὶ Ἕκτορα I. 7.32

    χρὴ δ'. χρὴ δ I. 8.15

    κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1

    ἔα, φρήν, κυπάρισσον, ἔα δὲ νομὸν Περιδάιον Pae. 4.51

    cf. Πα.. 23. ἐν δὲ. ἐν δὲ. ἐν δ' Δ. 2. 10—15.
    f introducing parenthesis.

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος τοῦτο πράσσων μὴ κάμοι O. 8.28

    ἷκεν δὲ Μιδέαθεν

    στρατὸν ἐλαύνων O. 10.66

    ἄγει δὲ χάρις P. 2.17

    χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P. 3.11

    αἰσίαν δP. 4.23

    μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς, ἁγεῖτο δ' Ἀθάνα, ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον P. 10.45

    ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον δαίμων, τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν, ἀλλ' ἔσται (Tricl.: γε codd.) P. 12.30

    ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.23

    κιρναμένα δ' ἔερσ ἀμφέπει N. 3.78

    ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34

    γαστρὶ δὲ πᾶς τις ἀμύνων λιμὸν αἰανῆ τέταται I. 1.49

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    g
    a introducing question. θανεῖν δ' οἶσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; O. 1.82 εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας, τίνα κεν φύγοι ὕμνον; O. 6.4 κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδάλεον τελέθει; P. 2.78 τίς δὲ κίνδυνος; P. 4.71 τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν; ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλαςP. 9.33 κούρας δ' ὁπόθεν γενεὰν ἐξερωτᾷς;” P. 9.43

    πολέμοιο δὲ σᾶμα φέρεις τινός; Pae. 9.13

    II following questions.

    τίς βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος O. 13.22

    ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλας ; γεύεται δ ἀλκᾶςP. 9.35

    ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον P. 11.25

    III in questions, varied with asyndeton. τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2 cf.

    βασιλεύς, πραὺς ἀστοῖς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς, ξείνοις δὲ θαυμαστὸς πατήρ P. 3.71

    h where δέ replaces an expected γάρ. χαλκέοισι δἐν ἔντεσι (ἀντὶ τοῦ γάρ. Σ.) O. 4.22 ἐκ Λυκίας δὲ (ἀντὶ τοῦ γάρ. Σ.) O. 13.60

    Πυθιάδος δ P. 1.32

    ἔστι δὲ P. 3.21

    βαρὺ δέ σφιν νεῖκος N. 6.50

    φλέγεται δ N. 10.2

    ἐκ δὲ N. 11.19

    The Σ also comment ἀντὶτοῦ γάρ: O. 2.58, O. 6.3, P. 3.12, but δέ often contains a notion of explanation.
    i introducing an appositive phrase. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι

    ἕκ τ' Ἄργεος, ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἀρκάδες οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.68

    3 apodotic. εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος, νῦν δὲ Θήρων ἅπτεται Ἡρακλέος σταλᾶν (v. 1. γε) O. 3.43 [δ codd.: del. Er. Schmid sec.

    Σ. P. 11.56

    ]
    4 where δέ does not occupy second position in the sentence.
    I following a vocative.

    υἱὲ Ταντάλου, σὲ δ O. 1.36

    Ἁγησία, τὶν δ O. 6.12

    δέσποτα ποντόμεδον, εὐθὺν δὲ πλόον O. 6.103

    Τιμόσθενες, ὔμμε δὲ O. 8.15

    Ζεῦ τέλεἰ, αἰεὶ δὲ P. 1.67

    ὦ μάκαρ υἱὲ Πολυμνάστου, σὲ δ P. 4.59

    Ἀλεξιβιάδα, σὲ δ P. 5.45

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67

    Ἄπολλον, γλυκὺ δ P. 10.10

    Μοῖσα, τὸ δὲ τεὸν P. 11.41

    Ἁγησιδάμου παῖ, σέο δ N. 1.29

    ὦ Τιμόδημε, σὲ δ N. 2.14

    Θεαρίων, τὶν δ N. 7.58

    ὦ μάκαρ, τὶν δ N. 7.95

    ὦ Μέγα, τὸ δ N. 8.44

    Ζεῦ, μεγάλαι δ I. 3.4

    II following a prep.

    πρὸς εὐάνθεμον δ' ὅτε φυὰν O. 1.67

    ἐπ' ἄλλοισι δ ἄλλοι (ἐπ om. codd.: supp. byz.: alia alii) O. 1.113

    πρὸς Πιτάναν δὲ O. 6.28

    περὶ θνατῶν δ O. 6.50

    ἀν' ἵπποισι δὲ O. 10.69

    ἐκ θεοῦ δ O. 11.10

    ἐξ ὀνείρου δ O. 13.66

    ἀντὶ δελφίνων δ P. 4.17

    ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127

    ἐξ Ἀπόλλωνος δὲ P. 4.17

    b.

    ἐκ νεφέων δὲ P. 4.197

    σὺν Νότου δ' αὔραις P. 4.303

    ἐς φᾶσιν δ P. 4.211

    ἀνὰ βωλακίας δ P. 4.228

    κατὰ λαύρας δ P. 8.86

    ἐν χερὶ δ N. 1.52

    ἐκ μιᾶς δὲ N. 6.1

    σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ N. 6.24

    ἐκ πόνων δ N. 9.44

    ἐν λόγοις δ N. 11.17

    ἐν σχερῷ δ N. 11.39

    ἐν Κρίσᾳ δ I. 2.18

    σὺν Ὀρσέᾳ δέ I. 4.72

    σὺν Χάρισιν δ I. 5.21

    ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων I. 8.6

    ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις” *I. 8.44

    σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ I. 9.1

    ἐν χρόνῳ δ fr. 33b. ἐν ἔργμασιν δὲ fr. 38.

    πρὸ πόνων δὲ Pae. 6.90

    III following article with adj., part., prep., simm.

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    ὁ νικῶν δ O. 1.97

    τὸ πόρσω δ O. 3.44

    τὸ διδάξασθαι δέ τοι O. 8.59

    αἱ δύο δ

    ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    ἐν πάντα δὲ νόμον P. 2.86

    ὁ Βάττου δ P. 5.55

    τὰ μακρὰ δ N. 4.33

    τᾷ Δαιδάλου δὲ (τε coni. Schr.) N. 4.59 ταὐτὰ δὲ *N. 7.104

    ὁ πονήσαις δὲ I. 1.40

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δὲ I. 1.58

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τὰν Ψαλυχιαδᾶν δὲ πάτραν I. 6.63

    τὰ μακρὰ δ' εἴ τις I. 7.43

    τῷ παρέοντι δ fr. 43. 4. ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος fr. 156. ἁ Μειδύλου δ fr. 190.
    IV following two emphatically connected words. φιλεῖ δὲ, μάλα φιλεῖ δὲ (post μάλα distinxerunt codd.: corr. Bergk) O. 2.27 αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ (post αὐτοῦ distinxerunt codd.: corr. Heyne: δ del. Bergk) P. 6.38 τῶν νῦν δὲ (byz.: τῶν δὲ νῦν codd.) P. 6.43 < οὐ πενθέων δ> (supp. Blass e Plutarcho) Πα... νηλεεῖ νοῷ δ fr. 177e.
    V for metrical convenience? παῖδ' ἐρατὸν δ Ἀρχεστράτου (δ supp. Mosch.: om. codd.) O. 10.99
    5 beginning fragments, where its value is obscure. fr. 2. 1, fr. 6. a. d, fr. 33a. 3, fr. 44, Πα. 2. 3,, Πα. 7B. 14, Πα. 12., Πα. 13a. 18, Πα. 13c. 5, Πα. 1. 31, 3, Πα. 1., Πα. 2. 1, Πα. 21. 1, Πα. 21. 21, fr. 60a. 3, fr. 81, Δ.. 1, Δ. 4. 46, fr. 74, fr. 108a. 1, b. 1, fr. 110, fr. 121, fr. 124c, fr. 177f, fr. 179, fr. 185, fr. 215. 2, fr. 215b. 4, fr. 219, 227, 233, 236, 237, 260. 2, 5, Θρ.. 2, Θρ. 6. 7, fr. 131a, fr. 135, fr. 153, fr. 166. 1, fr. 169. 49, fr. 177c.

    Lexicon to Pindar > δέ

  • 9 κίνδυνος

    κίνδῡνος (-ος, -ῳ, -ον.)
    1 danger

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81

    πρὸς ἔργον κινδύνῳ κεκαλυμμένον O. 5.16

    τίς δὲ κίνδυνος κρατεροῖς ἀδάμαντος δῆσεν ἅλοις; P. 4.71

    ἐς δὲ κίνδυνον βαθὺν ἰέμενοι P. 4.207

    νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.21

    Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς N. 9.35

    κίνδυνος fr. 6f. ]κινδυν[ Πα. 12. e. 1.

    Lexicon to Pindar > κίνδυνος

  • 10 κρίνω

    κρῑνω ( κρίνει: aor. ἔκρῖνας: pass. κρίνεται: aor. κρᾰθη, κρᾰθεν; κρᾰθείς: pf. κέκρᾰται: κεκρᾰμένων, κεκρᾰμένα, -μέναι.)
    a decide, judge

    πότμος δὲ κρίνει συγγενὴς ἔργων πέρι πάντων N. 5.40

    Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς, οὕνεκεν ἐν πολέμῳ κείνα θεὸς ἔντυεν αὐτοῦ θυμὸν αἰχματὰν ἀμύνειν λοιγὸν Ἐνυαλίου N. 9.35

    pass., be brought to a decision, ἄριστος εὐφροσύνα πόνων κεκριμένων ἰατρός ( having passed the crisis, a medical met., cf. van Brock, Le Vocabulaire Médical, Paris, 1961, 214) N. 4.1
    b allot pass.

    ἤτοι βροτῶν γε κέκριται πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31

    τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.84

    κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11

    pf. part. διείργει δὲ (sc. ἄνδρας καὶ θεοὺς)

    πᾶσα κεκριμένα δύναμις N. 6.2

    τιμαὶ δὲ βροτοῖσι κεκριμέναι Παρθ. 1. 7.
    d pass., be distinguished

    παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κριθεὶς εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης N. 7.7

    Lexicon to Pindar > κρίνω

  • 11 νόσος

    νόσος, νοῡσος (: νόσοι, -ων, -ους; νούσῳ, -ον, -ων.)
    1 illness, affliction ὀξείας δὲ νόσους ἀπαλάλκοι (sc. Ζεύς) O. 8.85

    Ἀσκλαπιόν, ἥροα παντοδαπᾶν ἀλκτῆρα νούσων P. 3.7

    πολυπήμονας ἀνθρώποισιν ἰᾶσθαι νόσους P. 3.46

    ἰατῆρα θερμᾶν νόσων P. 3.66

    βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ P. 5.63

    νόσοι δ' οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται ἱερᾷ γενεᾷ P. 10.41

    Ἰάλεμον ὠμοβόλῳ νούσῳ πεδαθέντα σθένος Θρ. 3. 10. met., ἀλλ' εὔχεται οὐλομέναν νοῦσον διαντλήσαις ποτὲ οἶκον ἰδεῖν (sc. Δαμόφιλος, who suffers the miseries of exile) P. 4.293

    Lexicon to Pindar > νόσος

  • 12 νουσος

    νόσος, νοῡσος (: νόσοι, -ων, -ους; νούσῳ, -ον, -ων.)
    1 illness, affliction ὀξείας δὲ νόσους ἀπαλάλκοι (sc. Ζεύς) O. 8.85

    Ἀσκλαπιόν, ἥροα παντοδαπᾶν ἀλκτῆρα νούσων P. 3.7

    πολυπήμονας ἀνθρώποισιν ἰᾶσθαι νόσους P. 3.46

    ἰατῆρα θερμᾶν νόσων P. 3.66

    βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ P. 5.63

    νόσοι δ' οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται ἱερᾷ γενεᾷ P. 10.41

    Ἰάλεμον ὠμοβόλῳ νούσῳ πεδαθέντα σθένος Θρ. 3. 10. met., ἀλλ' εὔχεται οὐλομέναν νοῦσον διαντλήσαις ποτὲ οἶκον ἰδεῖν (sc. Δαμόφιλος, who suffers the miseries of exile) P. 4.293

    Lexicon to Pindar > νουσος

  • 13 οὕνεκεν

    a introducing indir. statement, c. ind. Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς, οὕνεκεν ἐν πολέμῳ κείνα θεὸς ἔντυεν (? causal) N. 9.36 [ εἶπε δ' εὔβου- λος ἐν μέσοισι Θέμις οὕνεκεν πεπρωμένον ἧν (Donaldson: εἵνεκεν cod.) I. 8.32]
    c (=

    τοὔνεκα O. 1.65

    ) wherefore

    οὕνεκεν, εἰ φίλος ἀστῶν, εἴ τις ἀντάεις, τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ μὴ κρυπτέτω P. 9.93

    οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν Pae. 6.127

    Lexicon to Pindar > οὕνεκεν

  • 14 πανέτης

    1 all year round νιφόεσσ' Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα (codd.: πανέτης Christ.) P. 1.20

    Lexicon to Pindar > πανέτης

  • 15 τιθήνα

    1 nurse met.

    Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα P. 1.20

    Lexicon to Pindar > τιθήνα

  • 16 χιών

    1 snow

    νιφόεσσ' Αἴτνα, πάνετες χιόνος ὀξείας τιθήνα P. 1.20

    Lexicon to Pindar > χιών

  • 17 βαρύς

    βᾰρύς, εῖα, ύ, poet. gen. pl. fem. βαρεῶν dub. in A.Eu. 932 (anap.): [comp] Comp. βαρύτερος, [comp] Sup. βαρύτατος:—
    A heavy in weight, β. ἀείρεσθαι, opp. κοῦφος, Hdt.4.150, cf. Pl.Tht. 152d, Arist.Cael. 310b25, etc.: in Hom. mostly with collat. notion of strength and force,

    χεῖρα βαρεῖαν Il.1.219

    , cf. 89;

    ἀκμᾷ βαρύς Pi.I.4(3).51

    ;

    β. τὸ σῶμα App.Mac.14

    ; of athletes, Philostr.Gym.31; ὀφρύς bushy, ib.48; but also, heavy with age, infirmity or suffering,

    νόσῳ S.Tr. 235

    ;

    σὺν γήρᾳ Id.OT17

    ;

    ἐν γήρᾳ Id.Aj. 1017

    ;

    ὑπὸ γήρως Ael.VH9.1

    ;

    ὑπὸ τῆς μέθης Plu.2.596a

    ; pregnant, PGoodsp.Cair.15.15 (iv A. D.);

    β. βάσις

    heavy, slow,

    S.Tr. 966

    ;

    τυπάδι βαρείᾳ Id.Fr. 844

    . Adv.

    κοῦφον βαρέως Pl.Tht. 189d

    .
    2 heavy to bear, grievous, ἄτη, ἔρις, κακότης, Il.2.111, 20.55, 10.72;

    Κλῶθες Od.7.197

    ;

    κῆρες Il.21.548

    ;

    β. κὴρ τὸ μὴ πιθέσθαι A.Ag. 206

    (lyr.); βαρὺ or βαρέα στενάχειν sob heavily, Od.8.95, 534, Il.8.334, etc.: in Trag. and Prose, burdensome, grievous, oppressive, β. ξυμφορά, τύχαι, καταλλαγαί, etc., A.Pers. 1044 (lyr.), Th. 332 (lyr.), 767 (lyr.), etc.;

    ἡδονή S.OC 1204

    ;

    ἀγγελία β. ἢν ἐν τοῖς βαρύτατ' ἂν ἐνέγκαιμι Pl.Cri. 43c

    ;

    πόλεμος D.18.241

    ;

    βαρὺ κοὐχὶ δίκαιον Id.21.66

    ;

    νόσος

    causing disgust,

    S.Ph. 1330

    ; αὐδά, ἠχώ, ib. 208 (lyr.), E.Hipp. 791; unwholesome,

    χωρίον X.Mem.3.6.12

    ;

    πλησμονή Id.Cyn.7.4

    ; indigestible, Ath.3.115e;

    β. νότος Paus.10.17.11

    . Adv. -έως, φέρειν τι take a thing ill, suffer it impatiently, Hdt.5.19;

    β. φέρειν ἐπί τινι Plb.15.1.1

    (but β. φέρειν bear with dignity, D.S.26.3); β. ἔχειν, c. part, Arist. Rh.Al. 1424b5;

    πρός τι Id.Pol. 1311b9

    ; τοῖς λογίοις Arg.E.Heracl.: [comp] Comp.

    βαρυτέρως τινὶ ἐναντιωθῆναι LXX3 Ma.3.1

    ; βαρέως ἀκούειν hear with disgust, X.An.2.1.9.
    3 violent,

    ὀργή S.Ph. 368

    ;

    μῆνις Id.OC 1328

    ;

    ἀπέχθειαι Pl.Ap. 23a

    ([comp] Sup.);

    θυμός Theoc.1.96

    .
    II of persons, severe, stern,

    β. ἐπιτιμητής A. Pr.77

    ;

    εὔθυνος Id.Pers. 828

    , cf. S.OT 546;

    Κύπρι βαρεῖα Theoc.1.100

    ; wearisome, troublesome, E.Supp. 894, Pl.Tht. 210c, etc.;

    ξύνοικος A. Supp. 415

    , S.Fr. 753;

    γείτονες Plb.1.10.6

    .
    2 overbearing,

    σεμνότεροι ἢ βαρύτεροι Arist.Rh. 1391a27

    (but

    σεμνὸς καὶ β. Str.14.1.42

    );

    ὑπερήφανοι καὶ β. Plu.2.279c

    ; important, powerful,

    πόλις Plb.1.17.5

    , etc.
    3 of soldiers, heavy-armed, X.Cyr.5.3.37 (s.v.l.); of the

    ὁπλίτης Pl.Lg. 833b

    ([comp] Comp.);

    τὰ β. τῶν ὅπλων Plb.1.76.3

    .
    4 difficult,

    ὅρκος γὰρ οὐδεὶς ἀνδρὶ φηλήτῃ β. S.Fr. 933

    .
    III of impressions on the senses,
    1 of sound, strong, deep, bass, opp. to ὀξύς, Od.9.257, S.Ph. 208, Pl.Prt. 332c, Arist.EN 1125a14, etc.;

    βαρὺ ἀμβόασον A.Pers. 572

    (lyr.);

    φθέγγονται βαρύτατον ἀνθρώπων Hp.

    Aër.15; βαρύτατα ὑπακούειν, of diseases, Id.Prorrh.2.39;

    πενθεῖν Ael.VH12.1

    ; esp. of musical pitch, low, opp.

    ὀξύς, βαρυτάτη χορδή Pl.Phdr. 268e

    ; ἆχος, φωνά, Archyt. I, cf. Arist.EE 1235a28, Aristox.Harm.p.3 M.; of accent, grave,

    ἀντὶ ὀξείας τῆς μέσης συλλαβῆς βαρεῖαν ἐφθεγξάμεθα Pl. Cra. 399b

    ;

    ὀξείᾳ καὶ βαρείᾳ καὶ μέσῃ φωνῇ Arist.Rh. 1403b30

    , etc.: hence ἡ βαρεῖα (sc. προσῳδία) accentus gravis, D.T.630.1, etc.;

    β. τάσις D.H.Comp.11

    , A.D.Synt.307.13;

    β. τόνος D.T.674.13

    , cf.A.D.Pron. 36.5;

    β. συλλαβή

    unaccented,

    Id.Synt.100.8

    , al. Adv.

    βαρέως

    with the accent thrown back,

    Id.Pron.51.1

    , Ath.2.53b: [comp] Comp.-ύτερον, opp. ὀξύτερον ([etym.] ου) opp. οὗ), Arist.SE 178a3 (but, on a lower note,

    αὐλεῖν Id.GA 788a22

    ).
    2 of smell, strong, offensive, Hdt.6.119.
    3 Adv. βαρέως slowly,

    ἐπισπᾶσθαι Hero Aut.26.6

    . ( guṛr-u- from gu[rmacr ]ṛ-u-, Skt. gurús 'heavy', Lat. gravis (from fem. gur[schwa]wī-), Goth. kaúrus 'heavy'.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βαρύς

  • 18 διαδρομή

    A running to and fro through a city, A.Th. 351 (pl.), cf. Hp.Epid.7.122, Plb.15.30.2;

    αἱ δ. τῶν ἀστέρων

    shooting,

    Arist.Mete. 341a33

    , al.; διαδρομὰς ὀξείας ἔχειν spread rapidly, of disease, Plu.2.825d.
    2 running across, Antipho 3.4.4; passage through,

    σπιλάδος Plu.2.476a

    .
    3 race (perh. team-race) or parade, OGI 339.36 ([place name] Sestos), 764.24 (Pergam.), SIG694.56 (Elaea, ii B. C.).
    4 a cavalry manoeuvre, Anon. ap. Suid.
    5 Medic.,
    5 Medic., δ. πνευμάτων, = βορβορυγμός, Dsc.5.45; sensation, δ. νυγματώδης, φρικώδης, Sor.2.17, Philum.Ven.17.1.
    6 course,

    ἡμέρα δωδεκάωρος δ. Secund. Sent.4

    .
    II place for running through, passage, X.Cyn.10.8; of fish-ponds,

    δ. ἰχθυοτρόφοι Plu.Luc.39

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαδρομή

  • 19 δρεπάνη

    δρεπάνη [ᾰ], , ([etym.] δρέπω)
    A sickle, reaping-hook,

    ἤμων ὀξείας δρεπάνας ἐν χερσὶν ἔχοντες Il.18.551

    , cf. AP9.383.9; pruning-hook,

    ἐτρύγων.. δρεπάνας ἐν χ. ἔχ. Hes.Sc. 292

    : rare in Prose, Plu.Cleom.26, Alciphr. 3.19.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δρεπάνη

  • 20 μωλύω

    A boil imperfectly, parboil, scald, simmer,

    πάσχει ὅπερ ἐν τοῖς ἑψομένοις τὰ μωλυνόμενα Arist.GA 776a1

    ( μολυν- codd.);

    σκληρότερα μὲν τὰ μεμωλυσμένα γίγνεται τῶν ἑφθῶν Id.Mete. 381a21

    (v.l. μεμολ-); of a herb, μωλυθεῖσα πυρὶ σμαλερῷ Poet.deherb. 101, cf. 138; of half-roasted meat, [

    κρέα] πρὸς ὀλίγον τῷ πυρὶ μεμωλυσμένα Hld.2.19

    ( μεμολ- codd.).
    II of ulcers, 'go off the boil', fail to come to a head, subside, fade away,

    σκληρὰ καὶ ἄπεπτα πάντα ἐμωλύνθη Hp. Epid.7.3

    (v.l. ἐμολ-) ; συνελειαίνετο (v.l. ἐπεχλιαίνετο) ταῦτα, καὶ ἐμωλύνθη (v.l. κατεμωλύθη) καὶ οὐκ ἀπεπύησεν ib.2.2.6 ( = ἠφανίσθη καὶ κατὰ βραχὺ ἀπεμαράνθη· οὕτως γὰρ καλεῖ τὸ τῆς ὀξείας κινήσεως καὶ μεταβολῆς παυσάμενον καὶ ἀποψυχθέν, Gal.17(1).328); μωλυόμενα· κατὰ βραχὺ ἀπομαραινόμενα, Hp. ap. Gal.19.124; μεμωλυσμένους (- μολ- codd.)· ἔνιοι μὲν τοὺς κατεψυγμένους, ἔνιοι δὲ τοὺς ἐσκιρρωμένους καὶ λιθώδεις ᾠήθησαν, Gal.19.121; of certain diseases, κατὰ τὴν ἀρχὴν ὑποβρύχιά τε καὶ μωλυνόμενα ( μολ- codd.) φαίνεται latent and ' simmering', Id.9.898; cf. μεμολυσμένως.
    2 relax, μεμωλυσμένη· παρειμένη, Hsch. s.v. μῶλυς; μωλύεται· γηράσκει, Id.; μωλύειν· τὸ ἐκλύειν καὶ διέλκειν καὶ μαραίνειν, Phryn.PSp.89 B.; μωλύον κρέας· τὸ ἠρέμα διαχεόμενον καὶ μὴ συνεστός, ibid.; δι' οὗ μωλύονται αἱ ὁρμαὶ καὶ τὰ πάθη, as expl. of μῶλυ, Cleanth. ap. Apollon.Lex. s.v. μῶλυ.
    III also of ulcers, become septic, ἢν ἕλκος γένηται.., καὶ μὴ ταχὺ ὑγιανθῇ ἀλλὰ μωλυνθῇ ( μολυνθῇ codd., quod fort. legend.) Hp.Steril.213.
    IV f.l. for μολεύειν (q.v.) in Thphr.HP2.2.2. ( μωλ- confirmed by the metre in Poet.de herb. ll.cc., and by Cleanth. l.c.; prob. derived from μῶλυς, cf. Demetr.Lac.Herc.1014.58.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μωλύω

См. также в других словарях:

  • ὀξείας — ὀξείᾱς , ὀξύς 2 sharp fem acc pl (ionic) ὀξείᾱς , ὀξύς 2 sharp fem gen sg (doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οστεομυελίτιδα — (Ιατρ.). Φλεγμονώδης εξεργασία, η οποία προσβάλλει όλους τους ιστούς που συγκροτούν το οστό, δηλαδή το κυρίως οστό και τον μυελό. Κύριο αίτιο είναι ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος, αλλά ο. μπορεί να προκληθεί και από άλλα μικρόβια, όπως ο στρεπτόκοκκος …   Dictionary of Greek

  • πλευρίτιδα — Η φλεγμονή του υπεζωκότα, ο οποίος αποτελεί ένα είδος σάκου που καλύπτει την εσωτερική επιφάνεια της θωρακικής κοιλότητας και, καθώς αναδιπλώνεται, την εξωτερική επιφάνεια των πνευμόνων. Ανάμεσα στα δύο πέταλα του υπεζωκότα σχηματίζεται κλειστή… …   Dictionary of Greek

  • острыи — (58) пр. 1.Имеющий острый, сильно отточенный край, ребро: бь˫аше ст҃ѹю ѡстрымь камениѥмь. ПрЛ 1282, 17г; и черепы острыми стръгаша ˫а. Там же, 126б; по семь положиш(а) и на остры(х) черепина(х). ПрЮр XIV2, 37а; ра(д)iсѧ кнѧземъ нашимъ высоки… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • OXYBLATTA — purpura intensioris ac vividioris Iuminis, quae Comico ὀξεῖα φοινικὶς; apud Suidam in βάμμα, πορφύραι διάφοροι καὶ ὀξύταται, purpurae excellentes et vividissimae, Car. du Fresne Glossar. Latini excitatum. i. e. clarum et acutum vocant colorem,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • STOICI — Philosophorum secta, cuius auctor est Zeno Cittieus, Strabo l. 14. Κίττιον ἔχει λιμένα κλειςτόν. εντἐυθέν ἐςτι Ζην´ων ὁ τῆς Στωϊκῆς αἰρέσεως ἀρχηγέτης. Stoicis autem nomen a porticu, ubi docuit Zeno. Quasi dicas, porticenses, ve. porticuarios.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • αδενοπάθεια — Πάθηση που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια οξείας μορφής ασθενειών του αναπνευστικού συστήματος (βρογχίτιδα, βρογχοπνευμονία, γρίππη, κοκίτης). Μπορεί να διαρκέσει μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ανάλογα με τη λοιμώδη νόσο που την έχει… …   Dictionary of Greek

  • αφωνία — Ανικανότητα εκφοράς ήχου, και συνεπώς πλήρης απώλεια της φωνής, που είναι αποτέλεσμα οξείας ή χρόνιας φλεγμονής ή όγκων του λάρυγγα, ιδιαίτερα στην περιοχή των φωνητικών χορδών. Η α. μπορεί να είναι και νευρικής φύσης, η οποία οφείλεται σε… …   Dictionary of Greek

  • βλεννόρροια — Αφροδίσιο νόσημα, η εμφάνιση του οποίου οφείλεται στον γονόκοκκο του Νάισερ και η μετάδοσή του γίνεται με τη συνουσία. Πρόκειται για ένα είδος φλεγμονής της ουρήθρας, που προκαλείται μετά από επώαση του μικροβίου, η οποία διαρκεί 2 5 μέρες, και… …   Dictionary of Greek

  • γαστρίτιδα — Φλεγμονή, οξεία ή χρόνια, του βλεννογόνου του στομάχου. Η απλή οξεία γ. είναι αρκετά συχνή και εμφανίζεται μετά τη βρώση ουσιών ποσοτικά και ποιοτικά ερεθιστικών, όπως φάρμακα, οινοπνευματώδη ποτά, καφές, τροφές με άφθονα καρυκεύματα, παγωμένες ή …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»