Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐπίστασαι

  • 1 επιστάσαι

    ἐφίστημι
    set: pres part act fem nom /voc pl (ionic)
    ἐφίστημι
    set: aor part act fem nom /voc pl
    ἐφίστημι
    set: aor inf act (doric)
    ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: fut part act fem nom /voc pl (doric)

    Morphologia Graeca > επιστάσαι

  • 2 ἐπιστᾶσαι

    ἐφίστημι
    set: pres part act fem nom /voc pl (ionic)
    ἐφίστημι
    set: aor part act fem nom /voc pl
    ἐφίστημι
    set: aor inf act (doric)
    ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: fut part act fem nom /voc pl (doric)

    Morphologia Graeca > ἐπιστᾶσαι

  • 3 επίστασαι

    ἐφίστημι
    set: pres ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστᾱσαι, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg (doric)
    ἐπίσταμαι
    know: pres ind mp 2nd sg
    ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor imperat mid 2nd sg

    Morphologia Graeca > επίστασαι

  • 4 ἐπίστασαι

    ἐφίστημι
    set: pres ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστᾱσαι, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg (doric)
    ἐπίσταμαι
    know: pres ind mp 2nd sg
    ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor imperat mid 2nd sg

    Morphologia Graeca > ἐπίστασαι

  • 5 επίστασ'

    ἐπί̱στασο, ἐφίστημι
    set: imperf ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: pres imperat mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg
    ἐπίστασαι, ἐφίστημι
    set: pres ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστᾱσαι, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg (doric)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: imperf ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐπίσταμαι
    know: pres imperat mp 2nd sg
    ἐπίστασαι, ἐπίσταμαι
    know: pres ind mp 2nd sg
    ἐπίστασο, ἐπίσταμαι
    know: imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic)
    ἐπίστασι, ἐπίστασις
    stopping: fem voc sg
    ἐπίστασαι, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor imperat mid 2nd sg
    ἐπίστασα, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor ind act 1st sg (homeric ionic)
    ἐπίστασε, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

    Morphologia Graeca > επίστασ'

  • 6 ἐπίστασ'

    ἐπί̱στασο, ἐφίστημι
    set: imperf ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: pres imperat mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg
    ἐπίστασαι, ἐφίστημι
    set: pres ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστᾱσαι, ἐφίστημι
    set: aor imperat mid 2nd sg (doric)
    ἐπίστασο, ἐφίστημι
    set: imperf ind mp 2nd sg (ionic)
    ἐπίστασο, ἐπίσταμαι
    know: pres imperat mp 2nd sg
    ἐπίστασαι, ἐπίσταμαι
    know: pres ind mp 2nd sg
    ἐπίστασο, ἐπίσταμαι
    know: imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic)
    ἐπίστασι, ἐπίστασις
    stopping: fem voc sg
    ἐπίστασαι, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor imperat mid 2nd sg
    ἐπίστασα, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor ind act 1st sg (homeric ionic)
    ἐπίστασε, ἐπιστάζω
    let fall in drops upon: aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

    Morphologia Graeca > ἐπίστασ'

  • 7 ἐπίσταμαι

    A

    - ασαι A.Pr. 376

    , 982, S.El. 629, Pl.Euthd. 296a, but

    ἐπίστᾳ Pi.P.3.80

    , A.Eu.86, 581,

    ἐπίστῃ Thgn.1085

    , PCair.Zen. 41.19 (iii B.C.), [dialect] Ion. ἐπίστεαι ἐξ-) Hdt.7.135; imper. ἐπίστασο ib. 29, 209, A.Pr. 840, 967, PCair.Zen.57.4 (iii B.C.), etc., but ἐπίσταο v.l. in Hdt.7.209, [var] contr.

    ἐπίστω S.OT 658

    , etc.; subj. [dialect] Ion. ἐπιστέωμαι Hdt.3.134, [dialect] Att.

    ἐπίστωμαι Pl.Euthd. 296a

    : [tense] impf.

    ἠπιστάμην A.Pr. 267

    , etc.; without augm.

    ἐπίστατο Il.5.60

    : Hdt. has

    ἐπ- 5.42

    (v.l. ἠπ-),

    ἠπ- 3.139

    ; [dialect] Ion. [ per.] 3pl. ἠπιστέατο or

    ἐπιστέατο 8.132

    : [tense] fut.

    ἐπιστήσομαι Il.21.320

    , etc.: [tense] aor. 1

    ἠπιστήθην Hdt.3.15

    , Pl.Lg. 687a.
    I. know how to do, be able to do, capable of doing, c.inf., οὐδέ οἱ ὀστέ'

    ἐπιστήσονται Ἀχαιοὶ ἀλλέξαι Il.21.320

    , cf. Od.13.207, Sapph.70, etc.: Hom. has it both of intellectual power, ὅς τις ἐπίσταιτο ᾗσι φρεσὶν

    ἄρτια βάζειν Il.14.92

    ;

    ἐπιστάμεναι σάφα θυμῷ Od.4.730

    ; and of artistic skill,

    ὃς χερσὶν ἐπίστατο δαίδαλα πάντα τεύχειν Il.5.60

    : freq. in Trag. and [dialect] Att.,

    οὔπω σωφρονεῖν ἐπίστασαι A.Pr. 982

    , cf. 1032, S.OT 589;

    πένεσθαι δ' οὐκ ἐ. δόμος A.Ag. 962

    ;

    ἐ... θεοὺς σέβειν E.Hipp. 996

    , cf. Alc. 566; κιθαρίζειν οὐκ ἐ. Ar.V. 989, cf. Pl.Smp. 223d, R. 420e, al.: without inf., σῷζ ὅπως ἐπίστασαι as best you can, A.Pr. 376, cf. Eu. 581.
    2. to be assured, feel sure that.., τοῦτον ἐπίστανται πλεῖστα

    εἰδέναι Heraclit.57

    , cf. Hdt.3.134, 139, 6.139, al.: folld. by ὡς, Id.1.122.
    II. c. acc., understand a matter, know, be versed in or acquainted with,

    πολλὰ δ' ἐπίστατο ἔργα Il.23.705

    , cf. Od.2.117;

    Μουσέων δῶρον Archil.1

    ;

    τὴν τέχνην Hdt.3.130

    ;

    τὸ μέλλον A.Pers. 373

    ;

    ἐμπειρίᾳ ἐ. τὴν ναυτικήν Th.4.10

    ;

    τὰς φύσεις ὑμῶν Id.7.14

    ;

    πάσας τὰς δημιουργίας Pl.R. 598c

    ; ἔγωγε γράμματ' οὐδ' ἐ. Cratin.122; τὸ μὴ ἐ. γράμματα illiteracy, PRyl.73.19 (i B.C.), etc.; ἐ. ἱερατικὰ

    καὶ Αἰγύπτια γράμματα PTeb. 291.41

    (ii A.D.); ἐ. μύθους τοὺς Αἰσώπου know them by heart, Pl.Phd. 61b, cf. Grg. 484b: also with an Adv., Συριστὶ ἐ. know Syrian, X.Cyr.7.5.31; with acc. and inf. conjoined, A.Eu. 276; with inf. to expl. the acc., ἔργον δὲ μοῦνον ἐσθίειν ἐ. Semon.7.24, cf. Archil.65.
    2. after Hom., know as a fact, know for certain,

    ἐπισταμένοισι εὖ οὐκ ἄν τις λέγοι Hdt.7.8

    .ά, etc.; used convertibly with εἰδέναι, Pl.Tht. 163b, Arist.APr. 66b31, Ph. 184a10; even χάριν ἐ., = χάριν εἰδέναι, Jul.Or.8.246c(but sts. εἰδέναι is general, ἐπίστασθαι being confined to scientific knowledge ([etym.] ἐπιστήμη) , διὰ τὸ

    εἰδέναι τὸ ἐπίστασθαι ἐδίωκον Arist.Metaph. 982b21

    ): freq.strengthd., εὖ ἐ. Hdt.l.c.; σαφῶς ἐ. A.Pr. 840, etc.: most freq. c. acc., τὰ διαφέροντα . And.4.19, etc.; also

    ἐ. περί τινος Hdt.2.3

    , Th.6.60;

    περὶ θεῶν E.Fr.795.4

    : folld. by a dependent clause, τί σφιν χρήσηται ἐ. Thgn. 772; ἐ. ὅτι.. , or ἐ. τοῦτο, ὅτι.. , Hdt.1.3, 156, etc.;

    ὡς.. A.Pers. 599

    ;

    τοῦτ' ἐπίστασ', ὡς S.Aj. 1370

    ;

    ἐ. αὐτὸν οἷς ψωμίζεται Ar.Eq. 715

    , etc.
    III. c. part., in Prose and Trag., know that one is, has, etc.,

    εὖ ἐ. αὐτὸς σχήσων Hdt.5.42

    ;

    ἐσθλὸς ὢν ἐπίστασο S.Aj. 1399

    , cf. Th.2.44; also ὡς ὧδ' ἐχόντων τῶνδ'

    ἐ. σε χρή S.Aj. 281

    ; ὡς φανέν γε τοὔπος ὧδ' ἐ. Id.OT 848: c. dupl. acc., ἑαυτοὺς Φαυστύλου ἠπιστάμεθα παῖδας (sc. ὄντας) Plu.Rom.7: c.acc. et inf., S.Ant. 1092, Lys.Fr.53.1.
    IV. [tense] pres.part. ἐπιστάμενος, η, ον, freq. as Adj., knowing, understanding, skilful, ἀνδρὸς ἐ. Od.14.359;

    χαλεπὸν ἐ. περ ἐόντι Il.19.80

    ; καὶ μάλ' ἐ. Od.13.313; even of a dancer's feet,

    θρέξασκον ἐπισταμένοισι πόδεσσι Il.18.599

    : also c.gen., φόρμιγγος ἐ. καὶ ἀοιδῆς skilled, versed in them, Od.21.406: and c. dat.,

    ἄκοντι Il.15.282

    : hence,
    2. Adv. ἐπιστᾰμένως skilfully, expertly, 7.317, Hes.Th.87, etc.; εὖ καὶ ἐ. Il.10.265, Od.20.161, Hes.Op. 107;

    ἐ. πίνειν Thgn.212

    ; also in Prose, X.Cyr.1.1.3, A.D.Adv.146.7, Vett. Val.298.2: c.inf., with knowledge how to.., Epicur.Nat.14.4. (Since ἐφίστημι τὸν νοῦν is used in the sense of ἐπίσταμαι, attend, observe, it is prob. that ἐπίσταμαι is merely an old med. form of ἐφίστημι, cf. Arist. Ph. 247b11 τῷ γὰρ ἠρεμῆσαι καὶ στῆναι τὴν διάνοιαν ἐπίστασθαι.. λέγομεν, and v. ἐπίστασις 11.2.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπίσταμαι

  • 8 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 9 ἐπίσταμαι

    1 know how to

    κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.26

    εἰ δὲ λόγων συνέμεν κορυφάν, Ἱέρων, ὀρθὰν ἐπίστᾳ P. 3.80

    τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ (sc. Ἡσυχία.) P. 8.7

    Lexicon to Pindar > ἐπίσταμαι

  • 10 ἔρδω

    ἔρδω (ἔρδων, -οντα: aor. ἔρξαις; ἔρξαι: pass. ἐρδόμενον nom.
    1

    ϝερδ- O. 10.91

    , fr. 155. 1.)
    a perform, achieve

    εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεταί λτ;τιγτ; λαθέμεν ἔρδων O. 1.64

    καλὰ ἔρξαις ἀοιδᾶς ἄτερ O. 10.91

    εἰ δ' ἐὼν καλὸς ἔρδων τ ἐοικότα μορφᾷ N. 3.19

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν ( πὰν Schr.) I. 4.48 μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ' ἀέθλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών i. e. in actual practice I. 5.54 τί ἔρδων φίλος σοί τε, καρτερόβρεντα Κρονίδα, εἴην; fr. 155. 1.
    b do to others, bestow

    τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ P. 8.6

    ἔστι δὲ καί τι θανόντεσσιν μέρος κὰν νόμον ἐρδόμενον (“de sacris faciendis met.” Boeckh: - ομένων coni. Mosch) O. 8.78
    d frag. ] ανερδω[ P. Oxy. 2442. fr. 103.

    Lexicon to Pindar > ἔρδω

  • 11 καιρός

    καιρός (-ός, -οῦ, -ῷ, -όν.)
    1 fitting, right time (“u. a. der Sinn für das jeweils den Umständen Angemessene, Geschmack, Takt,” Fränkel, D & P, 509̆{14}: v. Bundy, 1. 18̆{44}; Barrett on Eur., Hipp., 386.)
    a νοῆσαι δὲ καιρὸς ἄριστος i. e. the fitting time is the best (time) to observe O. 13.48

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ i. e. at exactly the right time P. 8.7

    ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.78

    ἀγαπατὰ δὲ καιροῦ μὴ πλαναθέντα πρὸς ἔργον ἕκαστον τῶν ἀρειόνων ἐρώτων ἐπικρατεῖν δύνασθαι N. 8.4

    καιρὸν[ fr. 51f. b. μόχθος ἡσυχίαν φέρει καιρῷ καταβαίνων (“mit richtiger Wahl eingreifend,” Fränkel) Pae. 2.34 c. gen., opportunity, due season, chance for,

    ὁ μὰν πλοῦτος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρόν O. 2.54

    ὧν ἔραται καιρὸν διδούς P. 1.57

    πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών ( καιρόν to be understood ἀπὸ κοινοῦ, v. Radt, Mnem., 1966, 152̆{5}) N. 1.18

    Θεαρίων, τὶν δ' ἐοικότα καιρὸν ὄλβου δίδωσι N. 7.58

    in phrases, κατὰ καιρόν, ἐν καιρῷ, opportunely, ( Χεῖρα)

    τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ' ἁπάσαις ἁνίαις I. 2.22

    χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, θυμέ fr. 123. 1. εἴη καὶ ἐρᾶν καὶ ἔρωτι χαρίζεσθαι κατὰ καιρόν fr. 127. 2. κατ]ὰ καιρὸν[ ?fr. 346a. 3. “ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6. also παρὰ καιρόν, inopportunely, ὀρθᾷ διακρίνειν φρενὶ μὴ παρὰ καιρὸν δυσπαλές (“Richtmaß,” Fränkel) O. 8.24

    τὸ καυχᾶσθαι παρὰ καιρὸν μανίαισιν ὑποκρέκει O. 9.38

    τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4
    b = τὰ καίρια, things timely

    καιρὸν εἰ φθέγξαιο P. 1.81

    c frag. ἐν και]ρῷ P. Oxy. 2622. fr. 1. 1 ad ?fr. 346.

    Lexicon to Pindar > καιρός

  • 12 μαλθακός

    μαλθᾰκός (-ᾶς, -ᾷ, -άν; -ῷ, -όν, -ά acc.: cf. μαλακός.)
    1 soft, gentle

    ἐκ μαλθακᾶς αὖτε φρενὸς εὐκλέας ὀιστοὺς ἱέντες O. 2.90

    οὐδέ μιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκονται P. 1.98

    μαλθακᾷ φωνᾷ P. 4.137

    δρόσῳ μαλθακᾷ P. 5.99

    φθέγματι μαλθακῷ P. 8.31

    οὐδὲ θερμὸν ὕδωρ τόσον γε μαλθακὰ τεύχει γυῖα, τόσσον εὐλογία pr. N. 4.4

    νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ N. 9.49

    ὦ παῖδες, ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς μαλθακᾶς ὥρας ἀπὸ καρπὸν δρέπεσθαι (Boeckh: μαλθακωρας codd.) fr. 122. 8. pro subs., τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι gentleness P. 8.6

    Lexicon to Pindar > μαλθακός

  • 13 ὁμοίως

    1 similarly

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως (Leutsch e Σ, ὁμοίως ὥσπερ καὶ σύ: ὅμως ὦν codd. nonnulli, om. cett.: just as well, Bundy, 1. 18) O. 11.10 τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν

    ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τοῖς (sc. ἡττηθημένοις) οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη sc. as there is for you P. 8.83 ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντP. 9.40

    ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.78

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ' ὁμῶς N. 1.53

    πλαγίαις δὲ φρένεσσιν οὐχ ὁμῶς πάντα χρόνον θάλλων ὁμιλεῖ (sc. ὄλβος) I. 3.6

    θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες I. 7.42

    Lexicon to Pindar > ὁμοίως

  • 14 πάσχω

    πάσχω (πάσχων; πάσχειν: fut. πείσομαι: aor. ἔπᾰθεν, (πᾰθον; πᾰθών, -όντες; πᾰθεῖν.)
    a in bad sense, suffer

    Κάδμοιο κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ἦ πόλλ' ἀμφὶ κρουνοῖς Πάγασον ζεῦξαι ποθέων ἔπαθεν O. 13.64

    οἷα Συρακοσίων ἀρχῷ δαμασθέντες πάθον P. 1.73

    τάχα δὲ παθὼν ἐοικότ' ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον P. 2.29

    οἷα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20

    ἐπεὶ ῥέζοντά τι καὶ παθεῖν ἔοικεν N. 4.32

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι

    Διός N. 10.65

    [τί πείσομα[ι] (πείθομαι Π̆ς) Πα. 7B. 42, v.

    πείθω.] ὀλοφύρομαι οὐδέν, ὅ τι πάντων μέτα πείσομαι Pae. 9.21

    I εὖ πάσχω, enjoy success

    τὸ δὲ παθεῖν εὖ πρῶτον ἀέθλων P. 1.99

    χρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν P. 3.105

    ἐόντων εὖ τε παθεῖν καὶ ἀκοῦσαι φίλοις ἐξαρκέων N. 1.32

    εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.13

    II experience, enjoy

    τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ P. 8.6

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    κάρυκες ὡρᾶν ἀνέγνον (sc. Νικόμαχον),

    σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι, παθόντες πού τι φιλόξενον ἔργον I. 2.24

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1.
    c frag., ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις Πα. 13. b. 6.

    Lexicon to Pindar > πάσχω

  • 15 σύν

    1 prep. c. dat. (with second only of two nouns, P. 4.10, P. 8.99, N. 10.38, N. 10.53, N. 10.84, Πα. 6. 4: following noun c. adj., O. 2.18, P. 4.187, P. 8.7, P. 8.54; c. dependent gen., O. 13.58)
    a along with, accompanied by
    I of people, things

    ἀντιθέοισιν νίσεται σὺν παισὶ Λήδας O. 3.35

    κεῖνος σὺν βαρυγδούπῳ πατρὶ O. 6.81

    σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν O. 7.13

    ναίοντας Ἀργείᾳ σὺν αἰχμᾷ O. 7.19

    ἀλλὰ Κρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι O. 7.67

    κωμάζοντι φίλοις Ἐφαρμόστῳ σὺν ἑταίροις O. 9.4

    ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος O. 9.71

    ταὶ Διωνύσου πόθεν ἐξέφανεν σὺν βοηλάτᾳ χάριτες διθυράμβῳ; O. 13.19

    Πτοιοδώρῳ σὺν πατρὶ O. 13.41

    τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες O. 13.58

    κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται θαμὰ P. 3.78

    κωμάζοντι σὺν Ἀρκεσίλᾳ P. 4.2

    ἐναλίαν βᾶμεν σὺν ἅλμᾳP. 4.39

    σὺν κείνοισι P. 4.134

    ἅλιξιν σὺν ἄλλοις P. 4.187

    σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖP. 8.54

    Αἴγινα φίλα μᾶτερ, ἐλευθέρῳ στόλῳ πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ Πηλεῖ τε κἀγαθῷ Τελαμῶνι σύν τ' Ἀχιλλεῖ P. 8.99

    —100.

    Πυθιονίκαν σὺν βαθυζώνοισιν ἀγγέλλων Τελεσικράτη Χαρίτεσσι γεγωνεῖν P. 9.2

    ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ P. 11.3

    Κασσάνδραν πολιῷ χαλκῷ σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ πόρεὐ Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ' εὔσκιον νηλὴς γυνά P. 11.20

    διδύμῳ σὺν κασιγνήτῳ μόλεν N. 1.36

    ἐγὼ τόδε τοι πέμπω μεμιγμένον μέλι λευκῷ σὺν γάλακτι N. 3.78

    ( Ἡρακλέης)

    σὺν ᾧ ποτε Τροίαν πόρθησε N. 4.25

    Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ N. 10.53

    καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξN. 10.77θέλεις λτ;ναίειν ἐμοὶγτ; σύν τ' Ἀθαναίᾳ κελαινεγχεῖ τ ἌρειN. 10.84

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα σὺν Ὀρέστᾳ N. 11.34

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον χορεύων ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.8

    σὺν Ὀρσέᾳ δέ νιν κωμάξομαι I. 4.72

    σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον I. 5.21

    ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον, καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.38

    ἆγε σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον I. 6.28

    πέφνεν δὲ σὺν κείνῳ Μερόπων ἔθνεα I. 6.31

    πολίων δ' ἑκατὸν πεδέχειν μέρος ἕβδομον Πασιφάας λτ;σὺνγτ; υἱ[οῖ]σι (add. Housman metr. gr.: <ἓξ> Wil.: om. Π.)

    Πα.. 3. χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ, λίσσομαι Χαρίτεσσίν τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ με δέξαι Pae. 6.4

    κελαινεφεῖ σὺν πατρὶ Μναμοσύνᾳ τε τοῦτον ἔσχετ[ε τεθ]μόν Pae. 6.55

    ὄφρα σὺν Χειμάρῳ μεθύων Ἀγαθωνίδᾳ βάλω κότταβον fr. 128. 2. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ ἦλθεν fr. 172. 4.
    II =

    ἔχων. ταχὺ δὲ Καδμείων ἀγοὶ χαλκέοις σὺν ὅπλοις ἔδραμον ἀθρόοι N. 1.51

    σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι χαλκέοις ὅπλοισιν ἱππείοις τε σὺν ἔντεσιν N. 9.22

    μολόντα βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν Pae. 2.74

    I esp. of gods

    σὺν θεοῖς O. 8.14

    σὺν Κυπρογενεῖ O. 10.105

    σὺν δὲ κείνῳ O. 13.87

    σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    σύν τοι τίν κεν ἁγητὴρ ἀνήρ τράποι P. 1.69

    πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ P. 3.9

    σὺν ΔαναοῖςP. 4.48

    κλέψεν τε Μήδειαν σὺν αὐτᾷ P. 4.250

    ἀλλὰ χρονίῳ σὺν Ἄρει πέφνεν τε ματέρα P. 11.36

    φέρε στεφανώματα σὺν ξανθαῖς Χάρισσιν N. 5.54

    σὺν δὲ τὶν καὶ παῖς ὁ Θεαρίωνος ἀρετᾷ κριθεὶς εὔδοξος ἀείδεται N. 7.6

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    εὔχομαι ταύταν ἀρετὰν κελαδῆσαι σὺν Χαρίτεσσιν N. 9.54

    Χαρίτεσσί τε καὶ

    σὺν Τυνδαρίδαις N. 10.38

    σὺν θεοῖς I. 1.6

    σὺν θεῷ I. 4.5

    II of things, by means of, through

    σὺν ἅρματι θοῷ κλείζειν O. 1.110

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν O. 2.18

    Ἐρινὺς ἔπεφνέ οἱ σὺν ἀλλαλοφονίᾳ γένος O. 2.42

    σὺν δὲ φιλοφροσύναις εὐηράτοις Ἁγησία δέξαιτο κῶμον O. 6.98

    σύν τινι μοιριδίῳ παλάμᾳ ἐξαίρετον Χαρίτων νέμομαι κᾶπον O. 9.26

    θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21

    εἰ δὲ σὺν πόνῳ τις εὖ πράσσοι O. 11.4

    τὸ πλουτεῖν δὲ σὺν τύχᾳ πότμου σοφίας ἄριστον P. 2.56

    σὺν τιμᾷ θεῶνP. 4.51

    σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι P. 4.203

    σὺν δ' ἐλαίῳ φαρμακώσαισ ἀντίτομα P. 4.221

    ὔμμι Λατοίδας ἔπορεν Λιβύας πεδίον σὺν θεῶν τιμαῖς ὀφέλλειν P. 4.260

    σὺν ὀρθαῖς κιόνεσσιν δεσποσύναισιν ἐρειδομένα P. 4.267

    σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν P. 9.115

    τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν P. 10.57

    Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις P. 11.48

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.21

    ἀρχαὶ δὲ (sc. τοῦ ὕμνου)

    βέβληνται θεῶν κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9

    σὺν Χαρίτων τύχᾳ N. 4.7

    Μενάνδρου σὺν τύχᾳ μόχθων ἀμοιβὰν ἐπαύρεο N. 5.48

    σὺν θεοῦ δὲ τύχᾳ N. 6.24

    ἔργοις δὲ καλοῖς ἔσοπτρον ἴσαμεν ἑνὶ σὺν τρόπῳ, εἰ N. 7.14

    νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ N. 9.49

    Σικυωνόθε δ' ἀργυρωθέντες σὺν οἰνηραῖς φιάλαις ἀπέβαν N. 10.43

    σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει N. 10.48

    εὐτυχήσαις ἢ σὺν εὐδόξοις ἀέθλοις ἢ σθένει πλούτου I. 3.1

    εὐανθεῖ σὺν ὄλβῳ εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.12

    τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.20

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    σὺν θεῶν δέ νιν αἴσᾳ ἐκτίσσατο I. 9.1

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι

    χθόνα πολύδωρον Pae. 2.59

    νέων δὲ μέριμναι σὺν πόνοις εἱλισσόμεναι δόξαν εὑρίσκοντι fr. 227. 1.
    c
    I of accompanying circumstances, along with

    ἁμέραν ὁπότε ἀτειρεῖ σὺν ἀγαθῷ τελευτάσομεν O. 2.33

    θεόρτῳ σὺν ὄλβῳ ἐπί τι καὶ πῆμ' ἄγει O. 2.36

    Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις O. 7.93

    ἔστασεν ἑορτὰν σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ νικαφορίαισί τε O. 10.58

    πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα σὺν πατάγῳ P. 1.24

    καὶ σὺν εὐφώνοις θαλίαις ὀνυμαστάν P. 1.38

    πόλιν κείναν θεοδμάτῳ σὺν ἐλευθερίᾳ ἔκτισσε P. 1.61

    οὐκέτι τλάσομαι ψυχᾷ γένος ἁμὸν ὀλέσσαι ματρὸς βαρείᾳ σὺν πάθᾳP. 3.42

    νιν σὺν εὐδοξίᾳ μετανίσεαι P. 5.8

    ἁρπαλέαν δόσιν πενταεθλίου σὺν ἑορταῖς ὑμαῖς ἐπάγαγες P. 8.66

    εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ P. 8.73

    κεῖνος αἰνεῖν καὶ τὸν ἐχθρὸν παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ καλὰ ῥέζοντ' ἔννεπεν (δικαίως Σ.) P. 9.96

    ἵλαος ἀθανάτων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ δέξαι στεφάνωμα τόδ P. 12.4

    θρῆνον λειβόμενον δυσπενθέι σὺν καμάτῳ P. 12.10

    καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα N. 1.64

    ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο βοᾷ θεὸν δέκονται N. 5.38

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δωδεκάμηνον περᾶσαί νιν ἀτρώτῳ κραδίᾳ (Dissen: περᾶσαι σὺν codd.) N. 11.9

    ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκετο πρίν I. 8.67

    Λατόος ἔνθα με παῖδες εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ θεράποντα ὑμέτερον κελαδεννᾷ σὺν μελιγάρυι παιᾶνος ἀγακλέος ὀμφᾷ Pae. 5.47

    μανίαι τ' ἀλαλαί τ ὀρίνεται ῥιψαύχενι σὺν κλόνῳ Δ. 2. 13. Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαίᾳ ἴδετε πορευθέντ ἀοιδᾶν δεύτερον fr. 75. 7. ἀχεῖ τ' ὀμφαὶ μελέων σὺν αὐλοῖς fr. 75. 18.
    II with, at the time of

    καὶ τὸ Μηδείας ἔπος ἀγκομίσαι ἑβδόμᾳ καὶ σὺν δεκάτᾳ γενεᾷ Θήραιον P. 4.10

    τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι καιρῷ σὺν ἀτρεκεῖ P. 8.7

    ὄφρα

    Θέμιν ἱερὰν κελαδήσετ' ἄκρᾳ σὺν ἑσπέρᾳ P. 11.10

    τὸν κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, θυμέ, σὺν ἁλικίᾳ fr. 123. 1.
    III with, under the influence of

    σὺν δ' ἀνάγκᾳ μιν φίλον καί τις ἐὼν μεγαλάνωρ ἔσανεν P. 1.51

    σὺν δ' ἀνάγκᾳ πὰν καλόν fr. 122. 9.
    d in of musical terms

    ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.45

    e fragg.

    σὺν ἀπιομ[ήδ]ει φιλ[ Pae. 7.7

    παρθένῳ σὺν πομ[ Πα. 7C. a. 4. σὺν παντ[ Πα. 13. a. 7. ]σὺν κτύπῳ[ Πα. 13. a. 15. πορφυρέᾳ σὺν κρόκ[ᾳ Πα. 13. a. 19. σὺν Χαρίτ[εσσι P. Oxy. 841, fr. 112.
    2 adv.
    a at the same time εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς σύν τέ οἱ δαίμων φυτεύει δόξαν (tmesin vidit Boeckh) I. 6.12
    b in tmesis σὺν πρέπει (v. συμπρέπω) N. 3.67

    Lexicon to Pindar > σύν

  • 16 σκευάζω

    σκευάζω, [tense] fut.
    A

    - άσω Ar.Eq. 372

    : [tense] aor.

    ἐσκεύασα Id.Ach. 739

    , etc.; [dialect] Dor. - αξα ([etym.] κατ-) Ti.Locr.99a: [tense] pf.

    ἐσκεύακα Men.Sam. 254

    :—[voice] Med., [tense] aor.

    ἐσκευασάμην Din.Fr.89.31

    : [tense] pf., v. infr.:—[voice] Pass., [tense] fut.

    - ασθήσομαι Gal.6.501

    as cited by Orib.4.1.16 ( σκευασθῇ codd. Gal.), ([etym.] κατα-) D.19.219: [tense] pf. ἐσκεύασμαι, [dialect] Ion. [ per.] 3pl.

    ἐσκευάδαται Hdt.4.58

    , and so of [tense] plpf. - ατο, Id.7.62; used in med. sense, E.Supp. 1057, Lys.Fr.54: ([etym.] σκεῦος, σκευή):—prepare, make ready, esp. prepare or dress food, [ πρόβατα] Hdt.1.207, cf. 73;

    ὅ τι ἄν τις.. σκευάσῃ Ar.Eq.53

    ; ἄλφιτα ib. 1104 ([voice] Pass.);

    ὄψον Alex.49

    , Philem.79.2, Thphr.Char.20.9;

    τὸ δεῖπνον Pl.Com.46.2

    ;

    θοίνη Pl.Tht. 178d

    ([voice] Pass.);

    σ. ἑλλέβορον μετὰ φαρμάκου Str.9.3.3

    ; κρέα ὀπτὰ ς. D.S.2.59: metaph., ἐπίστασαι τὸν σαῦρον ὡς δεῖ σκευάσαι; Alex.133.1; περικόμματ' ἐκ σοῦ -άσω make mincemeat of you, Ar.Eq. 372;

    ὑμᾶς.. φρυκτοὺς σκευάσω Id.V. 1331

    :—[voice] Med., prepare for oneself, and then much like the [voice] Act.,

    θοίνην E.HF 956

    ;

    ἄλφιτα Pl.R. 372b

    .
    2 generally, make ready, arrange, Hdt.1.80; make a barrier, IG12.44.9; κέραμον ς. ib.313.164; χαλινὸν.. χαλκεῖ ἐκδιδόντα σκευάσαι giving it him to make, Pl.Prm. 127a; σ. ἡδονάς provide, procure, Id.R. 559d:—[voice] Med., σ. τόξ' ἑαυτοῦ παισί made his arrows ready for (i.e. against) them, E.HF 969; contrive, bring about, πόλεμον, προδοσίην ς., Hdt.5.103, 6.100.
    3 collect σκεύη, of a burglar, h.Merc. 285:—[voice] Med., c. acc., Lys.Fr.54, Din.Fr.89.31.
    2 dress up,

    τὴν γυναῖκα σ. πανοπλίῃ Hdt.1.60

    ;

    ἄνδρας τῇ τῶν γυναικῶν ἐσθῆτι Id.5.20

    ; τὴν ἀδελφεὴν ὡς εἶχον ἄριστα ib.12;

    σ. τινὰ ὥσπερ γυναῖκα Ar.Th. 591

    ;

    χοίρως ὑμὲ -άσας Id.Ach. 739

    ;

    σ. [αὐτὴν] ὡς ἐδύνατο κάλλιστα X.An. 6.1.12

    ;

    οὕτω σκευάσαντες ἑαυτούς Plu.Caes.31

    ; also σ. τοὺς θεράποντας ἐς ὑπηρέτας, ἐς στρατιώτας, App.BC4.45,46; σ. εἴδωλόν τινι dress up an effigy of him, Hdt.6.58:—[voice] Pass., ἐσκευασμένοι accoutred, Th.4.32; εὐνοῦχος ἐσκευασμένος dressed up as.., Ar.Ach. 121; rarely of things, τὰ προπύλαια τύποισι.. ἐσκευάδαται are decorated with.., Hdt.2.138.
    III cheat, cozen, Men.Sam. 254. (From iii B.C. sts. written [pref] σκεα-, as

    παρασκεαστέον PTeb.703.248

    .)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σκευάζω

  • 17 ἐπιστήμων

    A knowing, wise, prudent,

    ἐ. βουλῇ τε νόῳ τε Od. 16.374

    ;

    ἄρχοντες X.Oec.21.5

    ; ἐπιστήμων γὰρ εἶ, = ἐπίστασαι γάρ, E. Supp. 843.
    2. acquainted with a thing, skilled or versed in, c. gen.,

    κακῶν S.Fr. 589

    ; τῆς θαλάσσης, τοῦ ναυτικοῦ, Th.1.142, 8.45; τῆς

    τέχνης Pl.Grg. 448b

    ;

    τῶν τόπων POxy.1469.12

    (iii A.D.); also περί τινος or τι, Pl.R. 599b, Sis. 389e: with neut. Adj.,

    τὰ προσήκοντα ἐπιστήμων X.Cyr.3.3.9

    , cf. Oec.2.16 ([comp] Sup.).
    3. c. inf., knowing how,

    λέγειν τε καὶ σιγᾶν Pl.Phdr. 276a

    , cf. X.Oec.19.16: [comp] Comp.

    - ονέστερος Pl.Chrm. 174a

    . Adv. [comp] Comp.

    - ονέστερον X.Oec.3.14

    : [comp] Sup.

    - ονέστατα Pl.R. 534d

    .
    II. possessed of perfect knowledge, Id.Plt. 301b, etc.; opp.

    δοξαστής, τινός Id.Tht. 208e

    , in Arist., scientifically versed in a thing, AP0.74b28, Cat.11a33. Adv.

    -ονως, ἔχειν πρός τι Pl.Sph. 233c

    : λέγειν with science, with art, Id.Tht. 207b; εἰπεῖν use technical or scientific terminology, Aristid.Or.26(14).97.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιστήμων

  • 18 ἐπίστᾳ

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπίστᾳ

См. также в других словарях:

  • ἐπιστᾶσαι — ἐφίστημι set pres part act fem nom/voc pl (ionic) ἐφίστημι set aor part act fem nom/voc pl ἐφίστημι set aor inf act (doric) ἐπιστάζω let fall in drops upon fut part act fem nom/voc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίστασαι — ἐφίστημι set pres ind mp 2nd sg (ionic) ἐπίστᾱσαι , ἐφίστημι set aor imperat mid 2nd sg (doric) ἐπίσταμαι know pres ind mp 2nd sg ἐπιστάζω let fall in drops upon aor imperat mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίστασ' — ἐπί̱στασο , ἐφίστημι set imperf ind mp 2nd sg (ionic) ἐπίστασο , ἐφίστημι set pres imperat mp 2nd sg (ionic) ἐπίστασο , ἐφίστημι set aor imperat mid 2nd sg ἐπίστασαι , ἐφίστημι set pres ind mp 2nd sg (ionic) ἐπίστᾱσαι , ἐφίστημι set aor imperat… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καρπόβρωτος — καρπόβρωτος, ον (Α) αυτός που έχει φαγώσιμο καρπό («ξύλον ὅ ἐπίστασαι ὅτι οὐ καρπόβρωτόν ἐστι», ΠΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < καρπός (Ι) + βρωτός (< βιβρώσκω «τρώγω»)] …   Dictionary of Greek

  • κατείπον — κατεῑπον και κατεῑπα (Α) (χρησιμοποιείται ως αόρ. β τού καταγορεύω*) 1. (με γεν. ή με εμπρόθ. προσδ.) κατηγορώ, καταγγέλλω κάποιον («μὴ πρὸς θεῶν ἡμῶν κατείπης», Αριστοφ.) 2. (με αιτ.) αναφέρω, ανακοινώνω, καταγγέλλω, προδίνω κάποιον ή κάτι 3.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»