Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τὰ+πρῶτα

  • 1 πρώτα

    πρώτᾱ, πρότερος
    before: fem nom /voc /acc dual
    πρώτᾱ, πρότερος
    before: fem nom /voc sg (doric aeolic)
    πρώτᾱ, πρῶτος
    before: fem nom /voc /acc dual
    πρώτᾱ, πρῶτος
    before: fem nom /voc sg (doric aeolic)
    ——————
    πρώτᾱͅ, πρότερος
    before: fem dat sg (doric aeolic)
    πρώτᾱͅ, πρῶτος
    before: fem dat sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πρώτα

  • 2 πρώτα

    πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl

    Morphologia Graeca > πρώτα

  • 3 πρῶτα

    πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl

    Morphologia Graeca > πρῶτα

  • 4 πρωτά

    πρωτός
    destined: neut nom /voc /acc pl
    πρωτά̱, πρωτός
    destined: fem nom /voc /acc dual
    πρωτά̱, πρωτός
    destined: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πρωτά

  • 5 πρώτᾳ

    Βλ. λ. πρώτα

    Morphologia Graeca > πρώτᾳ

  • 6 πρώτας

    πρώτᾱς, πρότερος
    before: fem acc pl
    πρώτᾱς, πρότερος
    before: fem gen sg (doric aeolic)
    πρώτᾱς, πρῶτος
    before: fem acc pl
    πρώτᾱς, πρῶτος
    before: fem gen sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πρώτας

  • 7 πρώται

    πρώτᾱͅ, πρότερος
    before: fem dat sg (doric aeolic)
    πρώτᾱͅ, πρῶτος
    before: fem dat sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πρώται

  • 8 πρώταν

    πρώτᾱν, πρότερος
    before: fem acc sg (doric aeolic)
    πρώτᾱν, πρῶτος
    before: fem acc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πρώταν

  • 9 πρότερος

    πρότερος and [full] πρῶτος, [comp] Comp. and [comp] Sup. formed from πρό, opp. ὕστερος, ὕστατος.
    A [comp] Comp. [full] πρότερος, α, ον,
    I of Place, before, in front, π. πόδες the fore-feet, Od.19.228; π. ἵπποι horses in front, B.5.43:— but mostly,
    II of Time, former, earlier,

    ἄνδρες Il.21.405

    ;

    ἄνθρωποι 5.637

    , 23.332; οἱ π. men of former times, 4.308 (rarely without Art., A.Ag. 1338 (anap.), etc.);

    οὗτος δὲ προτέρης γενεῆς π. τ' ἀνθρώπων Il.23.790

    : also, older, opp. ὁπλότερος, 2.707, etc.; γενεῇ π. 15.182; but παῖδες π. children by the first or a former marriage, Od.15.22;

    παῖδες ἐκ τῆς π. γυναικός Hdt.7.2

    ; τῇ προτέρῃ (sc. ἡμέρᾳ) on the day before, Od.16.50; ἠοῖ τῇ π. Il.13.794 (in Prose more freq. τῇ προτεραίᾳ, cf. προτεραῖος); τοῦ π. ἐνιαυτοῦ the year before, IG12.352.11; τοῖς π. Παναθηναίοις the preceding P., ib.57.8; τὰ π. what has preceded, Plot.3.2.8:—freq. used predicatively, sts. where we should expect the Adv. (which is never used by Hom.),

    ὅ με π. κάκ' ἔοργε Il.

    3.351, cf. 16.569, Hes.Op. 708, etc.;

    σπονδὰς οὐ λύσετε πρότεροι Th.1.123

    ; οἱ π. ἐπιόντες ibid.;

    τοῖς π. μετὰ Κύρου ἀναβᾶσι X.An.1.4.12

    , cf. IG22.1.7;

    εἰ μὴ π. ἑωράκη αὐτὸν ἢ ἐκεῖνος ἐμέ Pl.R. 336d

    , cf. 432c, etc.;

    ὅτι εἴη π. ὑπὸ ἐκείνων ἠδικημένος

    PCair.Zēn.

    288.9

    (iii B.C.).
    2 as regular [comp] Comp., c. gen.,

    ἐμέο πρότερος Il.10.124

    ;

    π. τούτων Hdt.1.168

    , cf. Pl.Phd. 86b, Hp.Ma. 282d;

    τὰς γυναῖκας μὴ ἀπιέναι προτέρας τῶν ἀνδρῶν IG12(5).593.19

    (Iulis, v B.C.); τῇ π. ἡμέρᾳ τῆς τροπῆς the day before.., Arist.Pol. 1316a16;

    προτέρᾳ εἰδυῶν Ὀκτωμβρίων IG7.2225.14

    (Thisbe, Senatus Consultum, ii B.C.); τῷ π. ἔτει Παναθηναίων τῶν μεγάλων ib.22.212.27;

    τῷ π. ἔτει τῆς ἥττης Plb.2.43.6

    : folld. by ἤ, τῷ προτέρῳ ἔτεϊ ἢ τὸν κρητῆρα [ἐληΐσαντο] Hdt.3.47.
    III of Rank, Worth, and generally of Precedence, superior, τῷ γένει, τῇ δυνάμει, Is.1.17, D.3.15; π. τινὸς πρός τι superior to him in.., Pl.La. 183b; π. τι ἄγειν, π. ποιήσασθαι τὰ σὰ πράγματα, Lib.Or.58.36,52.1.
    IV after Hom., neut. πρότερον freq. as Adv., before, earlier, Pi.O.13.31, Hdt.4.45, IG12.374.265, etc.; ὀλίγον π. Pl.Prt. 317e: c. gen.,

    π. φήμης A.Th. 866

    (anap.);

    ὀλίγῳ τι π. τούτων Hdt.8.95

    ; πολλοῖσι ἔτεσι π. τούτων ib.96;

    ἐνιαυτῷ π. τῆς ἁλώσεως D.9.60

    ; also πρὸ τῶν Περσικῶν δέκα ἔτεσι π. Pl.Lg. 642d, cf. Criti. 112a; τούτου π. Paus.1.1.2: most freq. folld. by

    ἤ, π. ἢ κατὰ τὴν προσδοκίαν Pl.Sph. 264b

    ; also

    μὴ π. ἀπαναστῆναι ἢ ἐξέλωσι Hdt.9.87

    , cf. 7.54, Antipho 2.1.2, Th.7.63, etc.: with inf.,

    π. ἢ βασιλεῦσαι Hdt.7.2

    , cf. Th.1.69, etc.: folld. by πρίν, Hdt.1.82; by πρὶν ἄν, ib. 140; by πρὶν ἤ with vb. in Indic., Id.6.45, 8.8, or Subj., 7.8.β (v.l. πρὶν ἂν ἢ), 9.93; also

    οὐ π. εἰ μὴ.. Plu.Lys.10

    , etc.; οὐ π. ἕως.. , or ἕως ἂν.., Lys.12.71, Ath.14.640c;

    μὴ π., ἀλλ' ὅταν.. Plb.9.13.3

    : also used with the Art., τὸ π. Pl.R. 522a, X.An.4.4.14, etc. ( τὸ π., also, for the first time, Ep. Gal.4.13): c. gen.,

    τὸ π. τῶν ἀνδρῶν τούτων Hdt.2.144

    : the Adv. is freq. put between Art. and Subst.,

    ὁ π. βασιλεύς Id.1.84

    ;

    τὰ π. ἀδικήματα Id.6.87

    ;

    αἱ π. ἁμαρτίαι Ar.Eq. 1355

    , etc.
    B [comp] Sup. [full] πρῶτος, η, ον, [dialect] Dor. [full] πρᾶτος (q.v.):
    I as Adj.,
    1 of Place, foremost,

    πρώτοισιν ἐνὶ προμάχοισι μιγέντα Od.18.379

    ; ἐν πρώτοις, μετὰ πρώτοισι alone, Il.19.424, 11.64; πρώτῃ ἐν ὑσμίνῃ, ἐνὶ πρώτῳ ὁμάδῳ, 15.340, 17.380; τῆς πρώτης τάττειν (sc. τάξεως) Isoc. 12.180, cf. Lys.16.15, etc.; ἐν π. ῥυμῷ at the front or end of the pole, Il.6.40, 16.371; πρώτῃσι θύρῃσιν at the outermost doors, 22.66; π. ξύλον the front bench, Ar.Ach.25, Poll.4.121, etc.; οἱ π. πόδες, like πρόσθιοι, Id.1.193.
    2 of Time, στάντα πρὸς π. ἕω looking towards first dawn, S.OC 477;

    περὶ π. νύκτα Poll.1.70

    .
    3 of Order, serving as ordinal to εἷς, ἄεθλα θῆκε.. τῷ πρώτῳ· ἀτὰρ αὖ τῷ δευτέρῳ.., αὐτὰρ τῷ τριτάτῳ.., κτλ., Il.23.265, cf. 6.179; opp. ὕστατος, 2.281, 5.703, etc.; opp. τελευταῖος, A.Ag. 314; opp. τανύστατος, Od. 9.449;

    πρῶτοι πάντων ἀνθρώπων Hdt.2.2

    ;

    τὰ π. τῶν ὀνομάτων Pl.Cra. 421d

    ;

    τῇ π. τῶν ἡμερέων Hdt.7.168

    , etc.;

    π. ἄξων IG12.115.10

    ; ἐπὶ τοῦ π. [ἱερείου] first-offered, X.An.4.3.9; ἐν τοῖς π. λόγοις in the earlier books, Arist.Ph. 263a11, al.; ἐν πρώτοις among the first, Is.7.40; hence, above all, especially, Hdt.8.69, Pl.R. 522c; in [dialect] Att., ἐν τοῖς πρῶτοι (v. ,

    , τό A.

    VIII. 6):—freq. used predicatively of being the first to do something,

    Νέστωρ πρῶτος κτύπον ἄϊε Il.10.532

    ;

    πρῶτος ἀνατέλλει Eratosth.Cal.42

    ;

    εἴθε π. σοι ἐνέτυχον Luc.Tyr.21

    .
    b Philos., first in order of existence, primary,

    αἱ π. οὐσίαι Arist.Cat. 2b26

    , cf. Metaph. 1032b2; π. ὕλη, π. φιλοσοφία, ib. 1015a7, 1061b19; primitive, simple, οἰκία π., ἡ π. πόλις, Id.Pol. 1252b10, 1291a17; ἡ π. κοινωνία ib. 1257a19; ἡ π. ὀλιγαρχία ib. 1293a14; ὁ π. συλλογισμός normal, typical, Id.Rh. 1357a17; τὰ π. σώματα, μόρια,= τὰ ὁμοιομερῆ, Gal.5.673,674; πρῶτα κατὰ φύσιν, e.g. health, perception, Stoic.3.34; τὰ π. πάθη ib.92; αἱ π. ἀρεταί ib.64.
    c Math., πρῶτοι ἀριθμοί prime numbers, Euc.7 Def.11,12; but also, first numbers (= 1 to 100,000,000) in the notation of Archim., Aren.3.2.
    d πρῶτος is sts. used where we should expect

    πρότερος, Αἰνείας δὲ πρῶτος ἀκόντισεν Il.13.502

    , cf. 18.92: in late Greek folld. by gen.,

    πρῶτός μου ἦν Ev.Jo.1.15

    ,30, cf. 15.18;

    οἱ πρῶτοί μου ταῦτα ἀνιχνεύσαντες Ael.NA 8.12

    ;

    πρώτη εὕρηται ἡ περὶ τοὺς πόδας κίνησις τῆς διὰ τῶν χειρῶν Ath. 14.630c

    ;

    γεννήτορα πρῶτον μητέρος εἰς ἀΐδην πέμψει Man.1.329

    , 4.404; ἀλόχου πρῶτος before his wife, IG12(5).590.5 (vi (?) A.D.).
    4 of Rank or Dignity, μετὰ πρώτοισιν among the first men of the state, Od.6.60, etc.;

    νομίσαντες πρῶτοι ἂν εἶναι Th.6.28

    ; διαβάλλειν τοὺς π. X.An.2.6.26, cf. Arist.Pol. 1266a18;

    αἱ π. πόλεις Th. 2.8

    ;

    ὁ π. ἄρχων IG12(3).481.10

    ([place name] Thera), CIG 2837 ([place name] Aphrodisias); ὁ π. τῆς πόλεως, as a title, IG12(5).292.2 ([place name] Paros);

    ὁ π. τῆς νήσου Act.Ap.28.7

    ; τῶν π. φίλων, title at the Ptolemaic court, PTeb.31.15 (ii B.C.), etc.; τῶν π., as military title, PHib.1.110.72 (iii B.C.), PPetr.3p.23 (iii B.C.), PTeb. 815 Fr.4.23,al.(iii B.C.): c. gen.,

    ἐν πρώτοισι Μυκηναίων Il.15.643

    ;

    οἱ π. στρατοῦ S.Ph. 1305

    , cf. E.Hec. 304, etc.: c. dat. modi, ἀρετῇ π., οἱ π. καὶ χρήμασι καὶ γένει, πλούτῳ π. τῶν Ἑλλήνων, etc., S.Ph. 1425, Th.3.65, Isoc.16.31, etc.;

    π. ἐν συμφοραῖς βίου S.OT33

    .
    5 of Degree, first, highest,

    μοῖρα Id.OC 145

    (anap.), etc.
    II as Subst. in neut. pl. πρῶτα, τά,
    1 (sc. ἆθλα), first prize,

    τὰ π. λαβών Il.23.275

    ;

    τὰ π. δόρει κρατύνων S.OC 1313

    ;

    ἔχειν πρῶτα κυναγεσίας AP6.118

    (Antip.);

    τὰ π. φέρεσθαι D.C.42.57

    , etc.
    2 first part, beginning, τῆς Ἰλιάδος τὰ π. Pl.R. 392e; ἐν τοῖς π. Id.Smp. 221d;

    τὸ π. τοῦ ᾄσματος Id.Prt. 343c

    .
    3 first, highest, in degree, τὰ π. τᾶς λιμῶ ([dialect] Dor. ) the extremities of famine, Ar.Ach. 743 (nisi leg. ἄπρατα)

    ; ἐχέτωσαν τὰ π. τῆς εὐδαιμονίας Luc.Cont.10

    ;

    ἐς τὰ π. τιμᾶσθαι Th.3.39

    , cf. 56; φρενῶν ἐς τὰ ἐμεωυτοῦ π. οὔκω ἀνήκω I have not yet come to the highest development of my judgment, Hdt.7.13, cf. D.C.38.22; of persons, ἐὼν τῶν Ἐρετριέων τὰ π. Hdt. 6.100; Λάμπων.. Αἰγινητέων < ἐὼν> τὰ π. Id.9.78, cf. E.Med. 917; ἐστὶν τὰ π. τῆς ἐκεῖ μοχθηρίας (of a person) Ar.Ra. 421.
    4 Philos., primary things, elements, Emp.38.1, Arist.GC 335a29;

    τὰ π. αἴτια Id.Mete. 338a20

    ; also

    τὸ π. ἐνυπάρχον ἑκάστῳ Id.Ph. 193a10

    .
    5 in Logic, the first undemonstrable propositions, on which all future conclusions rest, Id.Top. 100b18;

    τὰ π. ἀναπόδεικτα Id.APo. 71b26

    .
    III in Adverbial phrases,
    1 τὴν πρώτην (sc. ὥραν, ὁδόν) first, for the present, just now, Hdt.3.134, Ar. Th. 662, D.3.2, Arist.Metaph. 1038a35, etc.;

    τὴν πρώτην εἶναι Hdt.1.153

    .
    2 with Preps., ἀπὸ πρώτης (sc. ἀρχῆς) Antipho 5.56, Th.1.77;

    ἀπὸ τῆς π. εὐθύς Luc.Hist.Conscr.1

    ; ἐκ π. Babr.45.14;

    κατὰ πρώτας Pl.Plt. 292b

    , D.C.52.19;

    κατὰ τὴν π. εὐθύς Id.62.3

    ; παρὰ τὴν π. the first time, opp. ἐπὶ τῆς δευτέρας, Philostr.VA 1.22.
    3 freq. as Adv. in neut. sg. and pl., πρῶτον, πρῶτα,
    a first, in the first place, πρῶτόν τε καὶ ὕστατον (vulg. ὕστερον) Hes.Th. 34;

    π. μὲν.., δεύτερον αὖ.., τὸ τρίτον αὖ.. Il.6.179

    ; τί π. τοι ἔπειτα, τί δ' ὑστάτιον καταλέξω; Od.9.14;

    Κύπριδα μὲν πρῶτα.., αὐτὰρ ἔπειτ'.. Il.5.458

    ;

    οὐρῆας μὲν π. ἐπῴχετο.., αὐτὰρ ἔπειτα.. 1.50

    ;

    π. μὲν.., ἔπειτα δὲ.. S.OC 632

    , X.Cyr.2.1.2,23, An.5.6.7-8, Hier.11.8, etc.;

    π. μὲν.., ἔπειτα.. Pl.Phd. 89a

    , etc.;

    π. μὲν.., ἔπειτα δεύτερον.., τρίτον δὲ.. Aeschin.1.7

    ;

    π. μὲν.., εἶτα.. Pl.Phlb. 15b

    ;

    π. μὲν.., εἶτα δὲ.. X. An.1.2.16

    ;

    π. μὲν.., εἶτα.., ἔτι δὲ.. Id.Mem.1.2.1

    ;

    π. μὲν..,.. δὲ αὖ.. Pl.Lg. 935a

    ;

    π. μὲν.., ἔτι δὲ.. Lys.4.10

    , etc.;

    π. μὲν.., ἔτι τοίνυν.. D.44.57

    ; freq. answered only by δέ, Id.9.48, etc.; sts. the answering clause must be supplied, A.Ag. 810, D.7.7, etc.: also

    πρῶτον μὲν.. δεύτερον μήν.. Pl.Phlb. 66a

    : also

    πρῶτα μὲν.., ἔπειτα.. S.Tr. 616

    , Ar.Pl. 728;

    πρῶτα μὲν.., ἔπειτα.., εἶτα.. E.Med. 548

    ;

    πρῶτα μὲν..,.. δὲ.. A.Pr. 447

    ; πρῶτα μὲν.., ἔπειτα δὲ.. X HG7.1.7, cf. S. Ph. 919; ἐπεί σε πρῶτα κιχάνω since my first meeting is with you, Od. 13.228, cf. 7.53, Il.8.274: also τὸ πρῶτον, first, in the first place, at the beginning,

    ὡς τὸ π. ὑπέστην καὶ κατένευσα 4.267

    ;

    οὕνεκά σ' οὐ τὸ π., ἐπεὶ ἴδον, ὧδ' ἀγάπησα Od.23.214

    . cf. Il.3.443, 6.345, Pi.P.9.41, N.3.49; τὸ μὲν οὖν π. Pl.Prt. 333d, etc.; τὸ π..., μετὰ ταῦτα..
    D 1.12: also τὰ π., Il.1.6, Od.1.257, etc.;

    πόντῳ μὲν τὰ π..., αὐτὰρ ἔπειτα.. Il.4.424

    ;

    τὰ π. μὲν.., ὡς δὲ.. A.Pers. 412

    ;

    τὰ π..., τέλος δὲ.. S.Fr.149.5

    , cf. 966.
    c = πρότερον, before,

    ἢν.. πρῶτον ἀπόλωμαι κακῶς Ar.Ec. 1079

    ;

    π. οὐδ' ὑφ' ἑνὸς.. κρατηθέντες X.HG5.4.1

    ; θάλασσα π. ἦν ἢ γενέσθαι γῆν v.l. in Heraclit.31;

    λόγῳ π. ἢ τοῖς ἔργοις Arist.Rh.Al. 1420b28

    ;

    οὐ π. αὐτὴν ἀπέκτειναν πρὶν ἢ ἀπεκύησεν Ael.VH5.18

    ;

    π. συμμελετᾶν ἢ μελετᾶν μαθέτω AP12.206

    (Strat.).
    d first, for the first time,

    οὐ.. νῦν πρῶτα ποδώκεος ἄντ' Ἀχιλῆος στήσομαι Il.20.89

    ;

    οὐ νῦν πρῶτον, ἀλλὰ καὶ πάλαι S.Ph. 966

    ;

    ἐνταῦθα πρῶτον ἔφαγον X.An.2.3.16

    .
    e πρῶτον, πρῶτα are used after the relat. Pron. and after relat.Advbs., like Engl. once (= at all),

    οὐδ' ἐνοσίχθων λήθετ' ἀπειλάων, τὰς.. Ὀδυσῆϊ π. ἐπηπείλησε Od.13.127

    , cf. 3.320, 10.328, 13.133, Il. 1.319, 19.136; μοῖραν δ' οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν.. ἐπὴν τὰ π. γένηται when once he is born, 6.489, cf. Od.3.183, 4.13, 414;

    οὔτε.. Λυκίους ἐδύναντο τείχεος ἂψ ὤσασθαι, ἐπεὶ τὰ π. πέλασθεν Il.12.420

    , cf. Od.11.106, 221; also ἐπεὶ τὸ (or τὰ) π. now that.., ἀλλ' ἐπεὶ οὖν τὸ π. ἀνέκραγον, οὐκ ἐπικεύσω now that I have spoken up, 14.467;

    τὸ μὲν οὔ ποτε φύλλα καὶ ὄζους φύσει, ἐπεὶ δὴ πρῶτα τομὴν ἐν ὄρεσσι λέλοιπε Il.1.235

    , cf. 276, 19.9: c. part., τῷ ῥ' Αἴας τὸ π. ἐφεζόμενος μέγ' ἀάσθη (the rock) on which once seated
    A blasphemed, Od.4.509: the sense as soon as is never necessary in Hom., but is possible in Od.4.414, 19.355; δινέμεν εὖτ' ἂν πρῶτα φανῇ σθένος Ὠαρίωνος when once (or perh., as soon as), Hes.Op. 598; ὅπως τις πρῶτα γένοιτο πάντας ἀποκρύπτεσκε as soon as each was born, Id.Th. 156; ὡς τὸ π. X.An.7.8.14;

    τότ' εὐθὺς.., ὅτε πρῶτον εἶδον D.18.141

    ; αὖθίς με ἀνερέσθαι ὅταν ἐντύχῃς πρῶτον the first time you meet me, Pl.Ly. 211b;

    ἐὰν μάθω γε πρῶτον.. τί λέγεις Id.R. 338c

    .
    IV Adv. πρώτως primarily, first in Arist.,

    π. καὶ κυρίως EN 1157a30

    ; opp. δευτέρως, ib. 1158b31; π. καθ' αὑτό, opp. κατὰ συμβεβηκός, Id.Ph. 192b22, cf. Gal.1.692, al., Jul.Or.5.168b.
    2 ὅτε π. ἐπεδήμησεν.. when he first visited.., BSA27.228 (Sparta, ii A.D.).—(From πρῶτος was formed a new [comp] Sup. πρώτιστος, q.v.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρότερος

  • 10 πρῶτος

    (-ος, -ῳ, -οι, -οις; -α, -ᾳ, -αν; -ον nom., acc.: superl. v. πρώτιστος.)
    a first οἶς ποτε πρώτοις περὶ δωδέκατον δρόμον ἐλαυνόντεσσιν (v. l. πρῶτον) O. 6.75

    ὡς ἂν θεᾷ πρῶτοι κτίσαιεν βωμὸν O. 7.42

    ἅμα πρώτοις ἄρξεται καὶ τερτάτοις O. 8.45

    σὺν Ὀλυμπιάδι πρώτᾳ O. 10.58

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.33

    βάματι δ' ἐν πρώτῳ ( τριτάτῳ coni. Aristarchus) P. 3.43

    εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις P. 9.119

    Αἰακίδαις ἔρνεα πρῶτος λτ;ἔνεικενγτ; ἀπ' Ἀλφεοῦ N. 6.18

    ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ earliest N. 9.42 πολλὰ μὲν λοιβαῖσιν ἀγαζόμενοι πρώταν θεῶν, πολλὰ δὲ κνίσᾳ (sc. Ἑστίαν) N. 11.6

    ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἆμαρ Pae. 2.76

    τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ she will be the first to follow you upon the way Παρθ. 2. 68. ( βάρβιτος) τόν ῥα Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος εὗρεν πρῶτος fr. 125. 2. pro subs., c. gen., τὸ δὲ παθεῖν εὖ πρῶτον ἀέθλων the first of prizes P. 1.99
    b adv., (τὸ) πρῶτον,
    a in the first place, at first

    δόμον ἔθεντο πρῶτον, ἄτερ δ' εὐνᾶς ὁμόδαμον κτισσάσθαν λίθινον γόνον, λαοὶ δ ὀνύμασθεν O. 9.44

    ξείνοις δεῖπν' ἐπαγγέλλοντι πρῶτονP. 4.31

    σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν, ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49

    esp. c.

    μέν, ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88

    ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον, ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων I. 6.3

    πρῶτον μὲν fr. 30. 1. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πέδον καὶ fr. 172. 3.
    II for the first time

    ὑπ' Ἀπόλλωνι γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας O. 6.35

    ὄρνιν Κυπρογένεια φέρεν πρῶτον ἀνθρώποισι P. 4.216

    θαέομαι σαφὲς δράκοντα ποικίλον αἰθᾶς Ἀλκμᾶν' ἐπ ἀσπίδος νωμῶντα πρῶτον ἐν Κάδμου πύλαιςP. 8.47τοῦτο αἰδέοντ, ἀμφανδὸν ἁδείας τυχεῖν τὸ πρῶτον εὐνᾶςP. 9.41

    πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43

    καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον N. 2.4

    ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.

    Lexicon to Pindar > πρῶτος

  • 11 πρῶτος

    πρῶτος, η, ον (Hom.+; loanw. in rabb.).
    pert. to being first in a sequence, inclusive of time, set (number), or space, first of several, but also when only two persons or things are involved (=πρότερος; exx. in Hdb. on J 1:15; Rdm.2 71f; Thackeray 183; s. also Mlt. 79; 245; B-D-F §62; Rob. 516; 662; and s. Mt 21:31 v.l.).
    of time first, earliest, earlier
    α. as adj. ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρας ἄχρι τοῦ νῦν Phil 1:5; cp. Ac 20:18 (on the absence of the art. [also Phil 1:5 v.l.] s. B-D-F §256; Rob. 793). ἡ πρώτη ἀπολογία 2 Ti 4:16 (MMeinertz, Worauf bezieht sich die πρώτη ἀπολογία 2 Ti 4:16?: Biblica 4, 1923, 390–94). ἡ πρ. διαθήκη Hb 9:15. τὰ πρῶτα ἔργα Rv 2:5. ἡ ἀνάστασις ἡ πρώτη 20:5f. ἡ πρώτη ὅρασις Hv 3, 10, 3; 3, 11, 2; 4. ἡ ἐκκλησία ἡ πρ. 2 Cl 14:1.—Subst. τὰ πρ. … τὰ ἔσχατα (Job 8:7): γίνεται τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων Mt 12:45; cp. Lk 11:26; 2 Pt 2:20; Hv 1, 4, 2. οἱ πρῶτοι (those who came earlier, as Artem. 2, 9 p. 93, 19 those who appeared earlier) Mt 20:10; cp. vs. 8. ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων 21:36. Cp. 27:64. πρῶτος ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν the first to rise from the dead Ac 26:23. ὁ πρῶτος the first one J 5:4; 1 Cor 14:30. On the self-designation of the Risen Lord ὁ πρ. καὶ ὁ ἔσχατος Rv 1:17; 2:8; 22:13; s. ἔσχατος 2b (πρ. of God: Is 44:6; 48:12).—As a predicate adj., where an adv. can be used in English (ParJer 1:8 εἰ μὴ ἐγὼ πρῶτος ἀνοίξω τὰς πύλας; B-D-F §243; Rob. 657), as the first one = first ἦλθεν πρῶτος he was the first one to come = he came first J 20:4; cp. vs. 8. πρῶτος Μωϋσῆς λέγει Ro 10:19. Ἀβραὰμ πρῶτος περιτομὴν δούς Abraham was the first to practice circumcision B 9:7. οἱ ἄγγελοι οἱ πρῶτοι κτισθέντες the angels who were created first Hv 3, 4, 1; Hs 5, 5, 3.—1 Ti 2:13; 1J 4:19; AcPlCor 2:9.—ἐν ἐμοὶ πρώτῳ in me as the first 1 Ti 1:16.—Used w. a gen. of comparison (Ocelus Luc. 3 ἐκεῖνο πρῶτον τοῦ παντός ἐστιν=prior to the All; Manetho 1, 329; Athen. 14, 28 p. 630c codd.) πρῶτός μου ἦν he was earlier than I = before me J 1:15, 30 (PGM 13, 543 σοῦ πρῶτός εἰμι.—Also Ep. 12 of Apollonius of Tyana: Philostrat. I p. 348, 30 τὸ τῇ τάξει δεύτερον οὐδέποτε τῇ φύσει πρῶτον). So perh. also ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν 15:18 (s. β below) and πάντων πρώτη ἐκτίσθη Hv 2, 4, 1.—As a rule the later element is of the same general nature as the one that precedes it. But it can also be someth. quite different, even its exact opposite: τὴν πρώτην πίστιν ἠθέτησαν 1 Ti 5:12. τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκες Rv 2:4.—Used elliptically ἡ πρώτη (i.e. ἡμέρα sim. Polyb. 5, 19, 1; 18, 27, 2 τῇ πρώτῃ) τῶν ἀζύμων Mt 26:17. πρώτῃ σαββάτου on the first day of the week Mk 16:9. In some of the passages mentioned above the idea of sequence could be predom.
    β. the neuter πρῶτον as adv., of time first, in the first place, before, earlier, to begin with (Peripl. Eryth. 4; Chariton 8, 2, 4; ApcEsdr 3:11; Just., D. 2, 4) πρῶτον πάντων first of all Hv 5:5a. ἐπίτρεψόν μοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ θάψαι let me first go and bury Mt 8:21. συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια gather the weeds first 13:30. Cp. 17:10, 11 v.l.; Mk 7:27; 9:11f; 13:10; Lk 9:59, 61; 12:1 ( first Jesus speaks to his disciples, and only then [vs. 15] to the people. If one prefers to take πρ. w. what follows, as is poss., it has mng. 2a); 14:28, 31; J 7:51; 18:13; Ac 26:20; Ro 15:24 al. in NT; B 15:7; Hv 3, 1, 8; 3, 6, 7; 3, 8, 11; 5:5b. τότε πρῶτον then for the first time Ac 11:26 D. πρῶτον … καὶ τότε first … and then (Sir 11:7; Jos., Ant. 13, 187) Mt 5:24; 7:5; 12:29; Mk 3:27; Lk 6:42; IEph 7:2. τότε is correlative w. πρῶτον without καί J 2:10 v.l. Likew. πρῶτον … εἶτα (εἶτεν) first … then (Just., D. 33, 2 al.; s. εἶτα 1) Mk 4:28; 1 Ti 3:10; B 6:17. πρῶτον … ἔπειτα (ἔπειτα 2) 1 Cor 15:46; 1 Th 4:16. πρῶτον … μετὰ ταῦτα Mk 16:9, s. vs. 12. πρῶτον … εἶτα … μετὰ ταῦτα 1 Cl 23:4; 2 Cl 11:3 (in both cases the same prophetic saying of unknown origin). πρῶτον … ἐν τῷ δευτέρῳ Ac 7:12.—Pleonastically πρῶτον πρὸ τοῦ ἀρίστου Lk 11:38.—W. gen. (Chariton 5, 4, 9 cod. πρῶτον τ. λόγων=before it comes to words) ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν it hated me before ( it hated) you J 15:18 (but s. 1aα).—W. the art. τὸ πρῶτον (Hom. et al.; Jos., Ant. 8, 402; 14, 205) the first time J 10:40; 19:39; at first (Diod S 1, 85, 2; Jos., Ant. 2, 340) 12:16; 2 Cl 9:5. τὰ πρῶτα (Hom. et al.; Appian, Syr. 15 §64; Ps.-Phoc. 8) the first time, at first MPol 8:2.
    of number or sequence (the area within which this sense is valid cannot be marked off w. certainty from the area 1aα)
    α. as adj. Mt 21:28; 22:25; Mk 12:20; Lk 14:18; 16:5; 19:16; 20:29; J 19:32; Ac 12:10; 13:33 v.l.; Rv 4:7; 8:7; 21:19; Hs 9, 1, 5. τὸ πρῶτον … τὸ δεύτερον (Alex. Aphr., An. p. 28, 9 Br.) Hb 10:9. On πρώτης τῆς μερίδος Μακεδονίας πόλις Ac 16:12 s. μερίς 1 and RAscough, NTS 44, ’98, 93–103.—Since πρῶτος can stand for πρότερος (s. 1 at beg.; also Mlt-Turner 32), it by no means follows from τὸν μὲν πρῶτον λόγον Ac 1:1 that the writer of Luke and of Ac must have planned to write a third book (Zahn, NKZ 28, 1917, 373ff, Comm. 1919, 16ff holds that he planned to write a third volume; against this view s. EGoodspeed, Introd. to the NT ’37, 189; Haenchen, et al.—Athenaeus 15, 701c mentions the first of Clearchus’ two books on proverbs with the words ἐν τῷ προτέρῳ περὶ παροιμιῶν, but 10, 457c with ἐν τῷ πρώτῳ περὶ παροιμιῶν. Diod S 1, 42, 1 the first half of a two-part work is called ἡ πρώτη βίβλος and 3, 1, 1 mentions a division into πρώτη and δευτέρα βίβ. In 13, 103, 3 the designation for the first of two works varies between ἡ πρώτη σύνταξις and ἡ προτέρα ς. See Haenchen on Ac 1:1).—πρῶτος is also used without any thought that the series must continue: τὸν πρῶτον ἰχθύν the very first fish Mt 17:27. αὕτη ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο Lk 2:2, likewise, does not look forward in the direction of additional censuses, but back to a time when there were none at all (Ael. Aristid. 13 p. 227 D. παράκλησις αὕτη [=challenge to a sea-fight] πρώτη ἐγένετο; for interpolation theory s. JWinandy, RB 104, ’97, 372–77; cp. BPearson, CBQ, ’99, 262--82).—τὰ τείχη τὰ πρῶτα Hs 8, 6, 6 does not contrast the ‘first walls’ w. other walls; rather it distinguishes the only walls in the picture (Hs 8, 7, 3; 8, 8, 3) as one edifice, from the tower as the other edifice.
    β. adv., the neuter πρῶτον of sequence in enumerations (not always clearly distinguished fr. sense 1aβ) first πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον … 1 Cor 12:28 (Mitt-Wilck. I/2, 20 II, 10ff [II A.D.] τὸ πρ. … τὸ δεύτερον … τὸ τρίτον. Without the art. 480, 12ff [II A.D.]; Diod S 36, 7, 3; Tat. 40, 1). See Hb 7:2; Js 3:17.—Not infrequently Paul begins w. πρῶτον μέν without continuing the series, at least in form (B-D-F §447, 4; Rob. 1152. For πρ. without continuation s. Plat., Ep. 7, 337b, Plut., Mor. 87b; Jos., Ant. 1, 182; Ath. 27, 1 πρῶτα μέν) Ro 1:8; 3:2; 1 Cor 11:18. S. also 2 Cl 3:1.
    of space outer, anterior σκηνὴ ἡ πρώτη the outer tent, i.e. the holy place Hb 9:2; cp. vss. 6, 8.
    pert. to prominence, first, foremost, most important, most prominent
    adj.
    α. of things (Ocellus [II B.C.] 56 Harder [1926] πρώτη κ. μεγίστη φυλακή; Ael. Aristid. 23, 43 K.=42 p. 783 D.: πόλεις; Ezk 27:22; PsSol 17:43; χρυσίον τὸ πρῶτον τίμιον; JosAs 15:10) ἡ μεγάλη καὶ πρώτη ἐντολή Mt 22:38; cp. Mk 12:29. ἐντολὴ πρώτη πάντων vs. 28 (OLehmann, TU 73, ’59, 557–61 [rabb.]; CBurchard, ZNW 61, ’70, cites JosAs 15:10; 18:5). Without superl. force ἐντολὴ πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ a commandment of great importance, with a promise attached Eph 6:2 (the usual transl. ‘first commandment w. a promise’ [NRSV, REB et al.] loses sight of the fact that Ex 20:4–6=Dt 5:8–10 has an implied promise of the same kind as the one in Ex 20:12=Dt 5:16. πρ. here is best taken in the same sense as in Mk 12:29 above). στολὴν τὴν πρώτην the special robe Lk 15:22 (JosAs 15:10).—ἐν πρώτοις among the first = most important things, i.e. as of first importance 1 Cor 15:3 (Pla., Pol. 522c ὸ̔ καὶ παντὶ ἐν πρώτοις ἀνάγκη μανθάνειν; Epict., Ench. 20; Mitt-Wilck I/2, 14 II, 9 ἐν πρώτοις ἐρωτῶ σε; Josh 9:2d).
    β. of persons (Dio Chrys. 19 [36], 35 πρ. καὶ μέγιστος θεός; TestAbr B 4 p. 108, 18 [Stone p. 64]; ApcSed 5:2; Jos., Ant. 15, 398; Just., A I, 60, 5 al. τὸν πρῶτον θεόν) ὸ̔ς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος whoever wishes to be the first among you Mt 20:27; Mk 10:44; cp. 9:35. πρῶτος Σίμων Mt 10:2 is not meant to indicate the position of Simon in the list, since no other numbers follow, but to single him out as the most prominent of the twelve. W. gen. ὧν (=τῶν ἁμαρτωλῶν) πρῶτός εἰμι 1 Ti 1:15. Pl. (οἱ) πρῶτοι in contrast to (οἱ) ἔσχατοι Mt 19:30; 20:16; Mk 9:35; 10:31; Lk 13:30; Ox 654, 25f (cp. GTh 4; sim. Sallust. 9 p. 16, 21f τοῖς ἐσχάτοις … τοῖς πρώτοις; s. ἔσχατος 2).—αἱ πρώται prominent women (in the phrase γυναικῶν τε τῶν πρώτων οὐκ ὀλίγαι) Ac 17:4 (s. New Docs 1, 72). οἱ πρῶτοι the most prominent men, the leading men w. gen. of place (Jos., Ant. 7, 230 τῆς χώρας) οἱ πρ. τῆς Γαλιλαίας Mk 6:21; cp. Ac 13:50 (in phrasing sim. to πολλὰς μὲν γυναῖκας εὐγενεῖς καὶ τῶν πρώτων ἀνδρῶν ἤισχυναν=‘they dishonored many well-born women as well as men of high station’ Theopomp.: 115 Fgm. 121 Jac. p. 563, 33f), or of a group (Strabo 13, 2, 3 οἱ πρ. τῶν φίλων; Jos., Ant. 20, 180) οἱ πρ. τοῦ λαοῦ (Jos., Ant. 11, 141) Lk 19:47; cp. Ac 25:2; 28:17. On ὁ πρῶτος τῆς νήσου vs. 7 (πρῶτος Μελιταίων IGR I, 512=IG XIV, 601; cp. CB I/2, 642 no. 535 ὁ πρῶτος ἐν τῇ πόλει; p. 660 no. 616; SEG XLI, 1345, 14f; cp. CIL X, 7495, 1; s. Hemer, Acts 153, n. 152; Warnecke, Romfahrt 119ff) s. Πόπλιος.
    adv. πρῶτον of degree in the first place, above all, especially (Jos., Ant. 10, 213) ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν Mt 6:33. Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι Ro 1:16; cp. 2:9f.—Ac 3:26; 2 Pt 1:20; 3:3. Of the Macedonian Christians ἑαυτοὺς ἔδωκαν πρῶτον τῷ κυρίῳ καὶ ἡμῖν they gave themselves first of all to the Lord, and (then) to us 2 Cor 8:5. παρακαλῶ πρῶτον πάντων first of all I urge 1 Ti 2:1.—B. 939. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πρῶτος

  • 12 πρῶτος

    πρῶτος (sup. from πρό): first, of position, rank, or time, opp. ὕστατος, Il. 2.281; ἐν πρωτῃ ἀγορῇ, ‘front’ of the assembly, Il. 19.50 ; ἐνὶ πρώτῃσι θύρῃσι (cf. πρόθυρα), ‘at the first entrance,’ Od. 1.255 ; πρῶτοι for πρόμαχοι, Il. 5.536, Od. 18.379; τὰ πρῶτα (sc. ἆθλα), Il. 23.275.— Adv., πρῶτον, πρῶτα, τὸ πρῶτον, τὰ πρῶτα, Δ 2, Il. 1.6; w. ἐπειδή (cum primum), ‘as soon as.’

    A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πρῶτος

  • 13 πρωθ'

    πρῶτα, πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρότερος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρότερος
    before: fem nom /voc pl
    πρῶτα, πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρῶτος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρῶτος
    before: fem nom /voc pl

    Morphologia Graeca > πρωθ'

  • 14 πρῶθ'

    πρῶτα, πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρότερος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρότερος
    before: fem nom /voc pl
    πρῶτα, πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρῶτος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρῶτος
    before: fem nom /voc pl

    Morphologia Graeca > πρῶθ'

  • 15 πρωτ'

    πρῶτα, πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρότερος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρότερος
    before: fem nom /voc pl
    πρῶτα, πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρῶτος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρῶτος
    before: fem nom /voc pl

    Morphologia Graeca > πρωτ'

  • 16 πρῶτ'

    πρῶτα, πρότερος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρότερος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρότερος
    before: fem nom /voc pl
    πρῶτα, πρῶτος
    before: neut nom /voc /acc pl
    πρῶτε, πρῶτος
    before: masc voc sg
    πρῶται, πρῶτος
    before: fem nom /voc pl

    Morphologia Graeca > πρῶτ'

  • 17 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 18 κορύσσω

    κορύσσω, [dialect] Ep. [tense] impf.
    A

    κόρυσσε Il.21.306

    ; poet. inf. - έμεν Pi.P.8.75:—[voice] Med., [tense] aor. ἐκορυσσάμην, part.

    κορυσσάμενος Il.19.397

    :—[voice] Pass., [tense] pf. κεκόρυθμαι, part. κεκορυθμένος, freq. in Hom. (v. infr.): ([etym.] κόρυς):— poet., chiefly [dialect] Ep., Verb, prop. furnish with a helmet: hence,
    1 generally, fit out, equip, marshal,

    πόλεμόν τε κορύσσων Il.2.273

    ;

    κλόνον ἀνδρῶν Hes.Sc. 148

    ; μάχην ib. 198;

    μάχας ἔργον Pi.I.8(7).58

    ;

    φιλαιμάτους ἀλκάς E.Rh. 933

    :—in Hom. mostly [voice] Pass. and [voice] Med., equip, arm oneself,

    τὼ δὲ κορυσσέσθην Il.4.274

    ;

    ὄπιθεν δὲ κορυσσάμενος βῆ Ἀχιλλεύς 19.397

    ;

    Αἴας δὲ κορύσσετο νώροπι χαλκῷ 7.206

    ;

    κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ 5.562

    , etc.; of things, δοῦρε δύω κεκορυθμένα χαλκῷ headed with brass, 3.18, 11.43: abs., ἔγχος, βριθὺ μέγα στιβαρὸν κεκορυθμένον 16.802: c. acc., ὅπλων κεκορυθμένος ἔνδυτ' E.IA 1073 (lyr.): metaph.,

    ἔριδι κ. Id.Andr. 279

    (lyr.).
    II make crested, κόρυσσε δὲ κῦμα ῥόοιο reared his crested wave, Il.21.306:—[voice] Pass., rear its head, of a wave,

    πόντῳ μέν τε πρῶτα κορύσσεται Il.4.424

    , cf. A.R.2.71; of Eris,

    ἥ τ' ὀλίγη μὲν πρῶτα κορύσσεται Il.4.442

    ; χείμαρρε, τί δὴ τόσον ὧδε κορύσσῃ; AP9.277 (Antiphil.); of clouds, Theoc.25.94, etc.; also of birds, Thphr.Sign.16: metaph.,

    Δῆμος.. πρὸς πνεῦμα βραχὺ κ. Com.Adesp.1324

    ; cf. κορθύνω. ( κορύττεται 'butts' Agath.1.4 is prob. f.l. for κορύπτεται: [tense] aor. [voice] Med.

    κορύξασθαι, δίκην ἀλεκτρυόνος Ath.3.127a

    , dub.l. in Hp.Ep.17.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κορύσσω

  • 19 κρατύνω

    κρᾰτύν-ω, [dialect] Ep. [pref] καρτ-, ([etym.] κράτος, κρατύς)
    A strengthen,

    κ. τὰς Συρηκούσας Hdt.7.156

    ;

    τὴν πόλιν Th.1.69

    ;

    τείχη Id.3.18

    ;

    κ. τινὰ δορυφόροισι Hdt.1.98

    ; κ. ἑωυτὸν τῇ τυραννίδι ib. 100:—also in [voice] Med. (so only in Hom.), ἐκαρτύναντο φάλαγγας they strengthened their ranks, Il.11.215, 12.415; κρατυνάμενοι [τὴν Ἄντανδρον] Th.4.52, cf. 114;

    τὴν προβολήν Plu.Aem.20

    ; πίστεις κ. confirm their pledges, Th.3.82;

    σπείραισιν ἐκαρτύναντο βοείαις χεῖρας Theoc.22.80

    ;

    ἐκαρτ. μέλαθρον A.R.2.1087

    ;

    οἵ μιν.. ἐκαρτ. κεραυνῷ Id.1.510

    ; καρτ. τὴν αἰσυμνητείην Thrasyb. ap. D.L.1.100:—[voice] Pass., wax strong,

    ἔσχε τὴν βασιληΐην καὶ ἐκρατύνθη Hdt.1.13

    ;

    τείχεσιν ἐκεκράτυντο D.C.40.36

    , cf. D.H.3.72;

    ἐν χρόνῳ κρατυνθὲν ἔθος LXX Wi.14.16

    .
    b confirm an impression, S.E. M.8.364 ([voice] Pass.); an agreement, PLond.1.113i51 (vi A. D.).
    2 harden, opp.

    ἁπαλύνω, τοὺς πόδας ἀνυποδησίᾳ X.Lac.2.3

    , cf. Gal.4.748 ([voice] Pass.):—[voice] Pass., ὀστέα κρατύνεται consolidate, Hp.Fract.7.
    II rule, govern, c.gen., S.OT14, E.Ba. 660: c.acc.,

    ἄκρα κρατύνων Emp. 100.19

    , cf. 73.2, A.Pers. 900 codd. (lyr.);

    πτόλιν Id.Supp. 699

    (lyr.): c. acc. cogn.,

    κράτος κ. Id.Ag. 1471

    (lyr.): abs., Id.Pr. 150 (lyr.), 404 (lyr.);

    τὰ πρῶτα μὲν δόρει κρατύνων, πρῶτα δ' οἰωνῶν ὁδοῖς S. OC 1314

    .
    2 c. gen., become master, get possession of,

    τῶν ὅπλων Id.Ph. 366

    , cf. 1059, 1161 (lyr.): c. acc., possess,

    λέκτρα Corinn. Supp.2.55

    ; βασιληΐδα τιμὰν κ. hold, exercise, E.Hipp. 1281 (lyr.), cf. A.Supp. 372 (lyr.);

    τὴν πολιτικὴν ἀρετήν Him.Or.14.28

    .
    III καρτύνειν βέλεα ply, throw them stoutly, Pi.O.13.95;

    κ. ἐνὶ χερσὶν ἐρετμά A.R.2.332

    .
    IV c. acc. et inf., insist that.., D.L.7.83, cf. Procl.Hyp.3.54.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κρατύνω

  • 20 φύσις

    φύσις [pron. full] [ῠ], , gen. φύσεως, poet. φύσεος prob. (metri gr.) in E.Tr. 886, cf. Ar.V. 1282 (lyr.), 1458 (lyr.), [dialect] Ion. φύσιος: dual φύσει (
    A v.l. φύση) Pl.R. 410e, ([etym.] φύω):
    I origin,

    φ. οὐδενός ἐστιν ἁπάντων θνητῶν οὐδὲ.. τελευτή Emp.8.1

    (cf. Plu.2.1112a);

    φ. βούλονται λέγειν γένεσιν τὴν περὶ τὰ πρῶτα Pl.Lg. 892c

    ;

    ἡ φ. ἡ λεγομένη ὡς γένεσις ὁδός ἐστιν εἰς φύσιν Arist.Ph. 193b12

    ;

    φ. λέγεται ἡ τῶν φυομένων γένεσις Id.Metaph. 1014b16

    ; freq. of persons, birth,

    φύσει νεώτερος S.OC 1295

    , cf. Aj. 1301, etc.;

    φύσι γεγονότες εὖ Hdt.7.134

    ; φύσει, opp. θέσει (by adoption), D.L.9.25;

    φύσει Ἀμβρακιώτης, δημοποίητος δὲ Σικυώνιος Ath.4.183d

    ; so ὁ κατὰ φύσιν πατήρ, υἱός, ἀδελφός, Plb. 3.9.6, 3.12.3, 11.2.2; also in acc.,

    ἐκ πατρὸς ταὐτοῦ φύσιν S.El. 325

    ; ἢ φίλων τις ἢ πρὸς αἵματος φύσιν ib. 1125, cf. Isoc.3.42.
    2 growth, τριχῶν, παιδίου, Hp.Nat.Puer.20,29, cf. 27: pl.,

    γενειάσεις καὶ φύσεις κεράτων Plot.4.3.13

    .
    II the natural form or constitution of a person or thing as the result of growth (

    οἷον ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φ. εἶναι ἑκάστου Arist.Pol. 1252b33

    ): hence,
    1 nature, constitution, once in Hom., καί μοι φύσιν αὐτοῦ (sc. τοῦ φαρμάκου)

    ἔδειξε Od.10.303

    ;

    φ. τῆς χώρης Hdt.2.5

    ;

    τῆς Ἀττικῆς X.Vect.1.2

    , cf. Oec.16.2, D.18.146, etc.;

    τῆς τριχός X.Eq.5.5

    ; αἵματος, ἀέρος, etc., Arist.PA 648a21, Mete. 340a36, etc.: pl.,

    φύσεις ἐγγιγνομένας καρπῶν καὶ δένδρων Isoc.7.74

    ;

    αἱ φ. καὶ δυνάμεις τῶν πολιτειῶν Id.12.134

    ;

    ἡ τῶν ἀριθμῶν φ. Pl.R. 525c

    ;

    ἡ τῶν πάντων φ. X.Mem.1.1.11

    , etc.;

    ἡ ἰδία τοῦ πράγματος φ. IG22.1099.28

    (Epist.Plotinae).
    2 outward form, appearance,

    μέζονας ἢ κατ' ἀνθρώπων φύσιν Hdt.8.38

    ; ἢ νόον ἤτοι φύσιν either in mind or outward form, Pi.N.6.5;

    οὐ γὰρ φ. Ὠαριωνείαν ἔλαχεν Id.I.4(3).49

    (67);

    μορφῆς δ' οὐχ ὁμόστολος φ. A.Supp. 496

    ;

    τὸν δὲ Λάϊον φύσιν τίν' εἶχε φράζε S.OT 740

    (read εἷρπε, taking φ. with ἔχων), cf. Tr. 379; δρακαίνης φ. ἔχουσαν ἀγρίαν prob. in E.Ba. 1358;

    τὴν ἐμὴν ἰδὼν φ. Ar.V. 1071

    (troch.), cf. Nu. 503;

    τὴν τοῦ σώματος φ. Isoc.9.75

    .
    3 Medic., constitution, temperament, Hp.Aph.3.2 (pl.), al.;

    ἡ φ. καὶ ἡ ἕξις Id.Acut.43

    ;

    φ. φύσιος καὶ ἡλικία ἡλικίης διαφέρει Id.Fract.7

    ;

    φύσιες νούσων ἰητροί Id.Epid.6.5.1

    .
    b natural place or position of a bone or joint, ἀποπηδᾶν ἀπὸ τῆς φ., ἐς τὴν φ. ἄγεσθαι, Id.Art.61, 62, al.;

    ὀστέον μένον ἐν τῇ ἑωυτοῦ φ. Id.VC5

    , al.;

    φύσιες τῶν ἄρθρων Id.Nat.Puer.17

    .
    4 of the mind, one's nature, character,

    ἦθος ἕκαστον, ὅπῃ φ. ἐστὶν ἑκάστῳ Emp.110.5

    ;

    εὐγενὴς γὰρ ἡ φ. κἀξ εὐγενῶν.. ἡ σή S.Ph. 874

    ; τὴν αὑτοῦ φ. λιπεῖν, δεῖξαι, ib. 902, 1310;

    φ. φρενός E.Med. 103

    (anap.);

    ἡ ἀνθρωπεία φ. Th.1.76

    ;

    φ. τῆς μορφῆς καὶ τῆς ψυχῆς X.Cyr.1.2.2

    ;

    ὀνόματι μεμπτὸν τὸ νόθον, ἡ φ. δ' ἴση E.Fr. 168

    ; φ. φιλόσοφος, τυραννική, etc., Pl.R. 410e, 576a, etc.;

    δεξιοὶ φύσιν A.Pr. 489

    ;

    ἀκμαῖοι φύσιν Id.Pers. 441

    ;

    τὸ γὰρ ἀποστῆναι χαλεπὸν φύσεος, ἣν ἔχοι τις Ar.V. 1458

    (lyr.), cf. 1282 (lyr.);

    Σόλων.. ἦν φιλόδημος τὴν φ. Id.Nu. 1187

    ;

    ἔνιοι ὄντες ὡς ἀληθῶς τοῦ δήμου τὴν φ. οὐ δημοτικοί εἰσι X.Ath.2.19

    ; φύσεως ἰσχύς force of natural powers, Th.1.138; φύσεως κακία badness of natural disposition, D.20.140;

    ἀγαθοὶ.. γίγνονται διὰ τριῶν, τὰ τρία δὲ ταῦτά ἐστι φ. ἔθος λόγος Arist. Pol. 1332a40

    ; χρῶ τῇ φύσει, i.e. give rein to your natural propensities, Ar.Nu. 1078, cf. Isoc.7.38;

    τῇ φ. χρώμενος Plu.Cor.18

    ;

    θείας κοινωνοὶ φ. 2 Ep.Pet.1.4

    : pl., Isoc.4.113, v.l. in E.Andr. 956;

    οἱ ἄριστοι τὰς φ. Pl.R. 526c

    , cf. 375b, al.: prov.,

    ἔθος, φασί, δευτέρη φ. Jul.Mis. 353a

    .
    b instinct in animals, etc., Democr.278;

    οὐκ ἐπιστήμῃ οὐδὲ τέχνῃ ἀλλὰ φύσει Herm.

    ap. Stob.1.41.6;

    ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἡ αἴσθησις τῇ φ. ἥνωται, ἐν δὲ ἀνθρώποις τῇ νοήσει Corp.Herm. 9.1

    , cf. 12.1.
    5 freq. in periphrases, καὶ γὰρ ἂν πέτρου φύσιν σύ γ' ὀργάνειας, i.e. would'st provoke a stone, S.OT 335;

    χθονὸς φ. A.Ag. 633

    ; esp. in Pl.,

    ἡ τοῦ πτεροῦ φ. Phdr. 251b

    ;

    ἡ φ. τῶν σωμάτων Smp. 186b

    ; ἡ φ. τῆς ἀσθενείας its natural weakness, Phd. 87e;

    ἡ τοῦ μυελοῦ φ. Ti. 84c

    ;

    ἡ τοῦ δικαίου φ. Lg. 862d

    , al.; ἡ φ., with gen. understood, Smp. 191a, Phd. 109e.
    III the regular order of nature,

    τύχη.. ἀβέβαιος, φ. δὲ αὐτάρκης Democr.176

    ;

    κατὰ φύσιν Pl.R. 444d

    , etc.; τρίχες κατὰ φύσιν πεφυκυῖαι growing naturally, Hdt.2.38, cf. Alex.156.7 (troch.);

    κατὰ φύσιν νόμος ὁ πάντων βασιλεύς Pi.Fr. 169

    (cf. Pl.Grg. 488b);

    κατὰ φ. ποιεῖν Heraclit.112

    ; opp. παρὰ φύσιν, E.Ph. 395, Th.6.17, etc.;

    παρὰ τὴν φ. Anaxipp.1.18

    ; προδότης ἐκ φύσεως a traitor by nature, Aeschin.2.165; πρὸ τῆς φ. ἥκειν εἰς θάνατον before the natural term, Plu.Comp.Dem.Cic.5: freq. in dat. φύσει (

    ἐν φ. Hp.

    Aër.14) by nature, naturally, opp. τύχῃ, τέχνῃ, Pl.Lg. 889b, cf. R. 381b;

    φύσει τοιοῦτος Ar.Pl. 275

    , cf. 279, al.;

    ὁ ἄνθρωπος φ. πολιτικὸν ζῷόν ἐστι Arist.Pol. 1253a3

    ; ὁ μὴ αὑτοῦ φ. ἀλλ' ἄλλου ἄνθρωπος ὤν, οὗτος φ. δοῦλός ἐστιν ib. 1254a15;

    φ. γὰρ οὐδεὶς δοῦλος ἐγενήθη ποτέ Philem.95.2

    ; opp. νόμῳ (by convention), Philol.9, Archelaus ap.D.L.2.16, Pl.Grg. 482e, cf. Prt. 337d, etc.;

    τὰ μὲν τῶν νόμων ὁμολογηθέντα, οὐ φύντ' ἐστίν, τὰ δὲ τῆς φύσεως φύντα, οὐχ ὁμολογηθέντα Antipho Soph.44

    Ai 32 (Vorsokr.5);

    ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται D.25.15

    ;

    τοὺς τῆς φ. οὐκ ἔστι λανθάνειν νόμους Men.Mon. 492

    ;

    οὐ σοφίᾳ, ἀλλὰ φύσει τινί Pl. Ap. 22c

    ;

    φ. μὴ πεφυκότα τοιαῦτα φωνεῖν S.Ph.79

    , cf. Pl.Phlb. 14c, etc.;

    φύσει πάντα πάντες ὁμοίως πεφύκαμεν καὶ βάρβαροι καὶ Ἕλληνες εἶναι Antipho Soph.44

    Bii 10 (Vorsokr.5); φύσιν ἔχει c. inf., it is natural, κῶς φύσιν ἔχει πολλὰς μυριάδας φονεῦσαι (sc. τὸν Ἡρακλέα); Hdt.2.45, cf. Pl.R. 473a; οὐκ ἔχει φύσιν it is contrary to nature, ib. 489b;

    οὔτ' εὔλογον οὔτ' ἔχον ἐστὶ φύσιν D.2.26

    ;

    τὸ τόλμημα φύσιν οὐκ ἔχει Polem.Call.36

    .
    IV in Philosophy:
    1 nature as an originating power,

    φ. λέγεται.. ὅθεν ἡ κίνησις ἡ πρώτη ἐν ἑκάστῳ τῶν φύσει ὄντων Arist.Metaph. 1014b16

    ;

    ὁ δὲ θεὸς καὶ ἡ φ. οὐδὲν μάτην ποιοῦσιν Id.Cael. 271a33

    ; ἡ δὲ φ. οὐδὲν ἀλόγως οὐδὲ μάτην ποιεῖ ib. 291b13;

    ἡ μὲν τέχνη ἀρχὴ ἐν ἄλλῳ, ἡ δὲ φ. ἀρχὴ ἐν αὐτῷ Id.Metaph. 1070a8

    , cf. Mete. 381b5, etc.;

    φ. κρύπτεσθαι φιλεῖ Heraclit.123

    ;

    ἡ γοητεία τῆς φ. Plot.4.4.44

    ; φ. κοινή, the principle of growth in the universe, Cleanth.Stoic.1.126; as Stoic t.t., the inner fire which causes preservation and growth in plants and animals, defined as πῦρ τεχνικὸν ὁδῷ βαδίζον εἰς γένεσιν, Stoic.1.44, cf. 35, al., S.E.M.9.81; Nature, personified,

    χάρις τῇ μακαρίᾳ Φ. Epicur.Fr. 469

    ;

    Φ. καὶ Εἱμαρμένη καὶ Ἀνάγκη Phld. Piet.12

    ;

    ἡ κατωφερὴς Φ. Corp.Herm.1.14

    .
    2 elementary substance,

    κινδυνεύει ὁ λέγων ταῦτα πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γῆν καὶ ἀέρα πρῶτα ἡγεῖσθαι τῶν πάντων εἶναι καὶ τὴν φ. ὀνομάζειν αὐτὰ ταῦτα Pl.Lg. 891c

    , cf. Arist.Fr.52 (defined as

    τὴν πρώτην οὐσίαν.. ὑποβεβλημένην ἅπασι τοῖς γεννητοῖς καὶ φθαρτοῖς σώμασι Gal.15.3

    );

    τῶν φύσει ὄντων τὰ στοιχεῖά φασιν εἶναι φύσιν Arist.Metaph. 1014b33

    : pl., Epicur.Ep. 1p.6U., al.;

    ἄτομοι φ.

    atoms,

    Democr.

    ap. Diog.Oen.5, Epicur.Ep. 1p.7U.;

    ἄφθαρτοι φ. Phld.Piet.83

    .
    3 concrete, the creation, 'Nature',

    ἀθανάτου.. φύσεως κόσμον ἀγήρων E.Fr. 910

    (anap.);

    περὶ φύσεώς τε καὶ τῶν μετεώρων ἀστρονομικὰ ἄττα διερωτᾶν Pl.Prt. 315c

    ; περὶ φύσεως, title of works by Xenophanes, Heraclitus, Gorgias, Epicurus, etc.;

    [σοφία] ἣν δὴ καλοῦσι περὶ φύσεως ἱστορίαν Pl.Phd. 96a

    ;

    περὶ φ. ἀφοριζόμενοι διεχώριζον ζῴων τε βίον δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη Epicr.11.13

    (anap.); so later,

    ἡ φ. τὸ ὑπὸ ψυχῆς τῆς πάσης ταχθέν Plot.2.2.1

    ;

    τὰ στοιχεῖα τῆς φ. Corp.Herm.1.8

    ; αἱ δύο φ., i.e. heaven and earth, light and darkness, etc., PMag.Leid.W.6.42.
    4 Pythag. name for two, Theol.Ar.12.
    V as a concrete term, creature, freq. in collect. sense, θνητὴ φ. mankind, S.Fr. 590 (anap.), cf. OT 869 (lyr.); πόντου εἰναλία φ. the creatures of the sea, Id.Ant. 345 (lyr.);

    ὃ πᾶσα φ. διώκειν πέφυκε Pl.R. 359c

    , cf. Plt. 272c; ἡ τῶν θηλειῶν φ. woman- kind (opp. τὸ ἄρρεν φῦλον) X.Lac.3.4: also in pl., S.OT 674, Pl.R. 588c, Plt. 306e, X.Oec.13.9; in contemptuous sense, αἱ τοιαῦται φ. such creatures as these, Isoc.4.113, cf. 20.11, Aeschin.1.191.
    b of plants or material substances,

    φ. εὐώδεις καρποφοροῦσαι D.S.2.49

    ;

    ὑγράν τινα φ. καπνὸν ἀποδιδοῦσαν Corp.Herm. 1.4

    .
    VI kind, sort, species,

    ταύτην.. ἔχειν βιοτῆς.. φύσιν S.Ph. 165

    (anap.);

    ἐκλέγονται ἐκ τούτων χρημάτων μίαν φ. τὴν τῶν λευκῶν Pl.R. 429d

    ; φ. [ἀλωπεκίδων] species, X.Cyn.3.1; natural group or class of plants, Thphr.HP6.1.1 (pl.).
    VII sex, θῆλυς φῦσα (prob. for οὖσα)

    κοὐκ ἀνδρὸς φύσιν S.Tr. 1062

    , cf. OC 445, Th.2.45, Pl.Lg. 770d, 944d: hence,
    2 the characteristic of sex, = αἰδοῖον, Tab.Defix. 89a6 (iv B.C.), Nic.Fr.107, D.S.32.10, S.E.M.1.150, etc.: esp. of the female organ, Hp.Mul.2.143, Ant.Lib.41, Artem.5.63, PMag.Osl.1.83,324, Horap. 1.11: pl., τῶν δύοφ., of the testes, Sch.Ar.Lys.92, cf. PMag.Par.1.318.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φύσις

См. также в других словарях:

  • πρώτα — πρώτᾱ , πρότερος before fem nom/voc/acc dual πρώτᾱ , πρότερος before fem nom/voc sg (doric aeolic) πρώτᾱ , πρῶτος before fem nom/voc/acc dual πρώτᾱ , πρῶτος before fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώτᾳ — πρώτᾱͅ , πρότερος before fem dat sg (doric aeolic) πρώτᾱͅ , πρῶτος before fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώτα — επίρρ. χρον., 1. καταρχήν, κατά πρώτο και για επίταση πρώτα πρώτα: Πρώτα ν ακούς και μετά να κρίνεις. 2. προηγουμένως, πριν, άλλοτε: Σαν πρώτα ορθή στεφανωμένη, με δάφνες (Μαβίλης). 3. πριν απ όλα, προπαντός: Πρώτα να τελειώσεις τις σπουδές και… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πρωτά — πρωτός destined neut nom/voc/acc pl πρωτά̱ , πρωτός destined fem nom/voc/acc dual πρωτά̱ , πρωτός destined fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώτα — Ν επίρρ. βλ. πρώτος …   Dictionary of Greek

  • πρῶτα — πρότερος before neut nom/voc/acc pl πρῶτος before neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώτας — πρώτᾱς , πρότερος before fem acc pl πρώτᾱς , πρότερος before fem gen sg (doric aeolic) πρώτᾱς , πρῶτος before fem acc pl πρώτᾱς , πρῶτος before fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρῶθ' — πρῶτα , πρότερος before neut nom/voc/acc pl πρῶτε , πρότερος before masc voc sg πρῶται , πρότερος before fem nom/voc pl πρῶτα , πρῶτος before neut nom/voc/acc pl πρῶτε , πρῶτος before masc voc sg πρῶται , πρῶτος before fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρῶτ' — πρῶτα , πρότερος before neut nom/voc/acc pl πρῶτε , πρότερος before masc voc sg πρῶται , πρότερος before fem nom/voc pl πρῶτα , πρῶτος before neut nom/voc/acc pl πρῶτε , πρῶτος before masc voc sg πρῶται , πρῶτος before fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώται — πρώτᾱͅ , πρότερος before fem dat sg (doric aeolic) πρώτᾱͅ , πρῶτος before fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώταν — πρώτᾱν , πρότερος before fem acc sg (doric aeolic) πρώτᾱν , πρῶτος before fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»