Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προβατο-γνώμων

См. также в других словарях:

  • κυνογνώμων — κυνογνώμων, ον (Μ) αναίσχυντος, αναιδής. [ΕΤΥΜΟΛ. < κυν(ο)* + γνώμων (< γνώμων < γιγνώσκω), πρβλ. ισχυρο γνώμων, προβατο γνώμων] …   Dictionary of Greek

  • ιππογνώμων — ἱππογνώμων, ον (Α) 1. αυτός που μπορεί να εκφέρει ορθή κρίση για ίππους 2. ταχύς ή οξύς στην κρίση. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + γνώμων (< γνώμη < γιγνώσκω), πρβλ. αργυρο γνώμων, προβατο γνώμων] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»