-
1 παρα-φυάς
παρα-φυάς, άδος, ἡ, Nebenschößling, stolo; Arist. eth. Nic. 1, 6, 2; τὰ ἀπὸ τῆς ῥίζης βλαστάνοντα, plant. 1, 4; von den Adern, Hippocr.; von andern Ausschüssen oder Nachwüchsen, Arist. H. A. 4, 2 part. anim. 3, 10; übertr. bei Sp. [Nic. bei Ath. II, 71 d braucht in παραφυάδας des Verses wegen υ lang.]
-
2 παραφυάς
παρα-φυάς, άδος, ἡ, Nebenschößling, stolo; von den Adern, von anderen Ausschüssen oder Nachwüchsen -
3 παραφυας
-
4 οὐ
οὐ (1οὔ O. 7.48
:κοὐ P. 4.151
)1 negatives vb., sent.aοὐκ ἐδυνάσθη O. 1.56
ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23
οὔ μιν διώξω O. 3.45
οὐ ψεύδει τέγξω λόγον O. 4.17
ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61
κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.79
θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42
Νέμεά τ' οὐκ ἀντιξοεῖ O. 13.34
σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν O. 13.46
οὐ ψεύσομ O. 13.52
οὐ χρὴ O. 13.94
οὐ φθίνει P. 1.94
οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83
οὐκ ἔμειν P. 3.16
οὐχ ἅπτεται P. 3.29
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται P. 3.82
οὐκ ἐς μακρὸν ἔρχεται P. 3.105
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον P. 4.86
“ οὐ πρέπει” P. 4.147οὐκ ἐόλει P. 4.233
οὐκ ἀπέριψεν P. 6.37
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται P. 8.76
τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 “ οὐ κεχείμανται” P. 9.32οὐκ ἀποδαμεῖ P. 10.37
οὐ φαίνεται P. 12.29
οὐκ ἔραμαι N. 1.31
οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.15
τῶν οὐκ ἄπεσσι N. 3.76
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
οὐ νέοντ N. 4.77
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1
οὐ σπανίζει N. 6.31
οὔ κεν ἔπαξε N. 7.25
οὐκ ἔχω εἰπεῖν N. 7.56
οὐκ ἀποβλάπτει N. 7.60
οὐ μέμψεται N. 7.64
χειρόνεσσι δ' οὐκ ἐρίζει N. 8.22
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45
οὐκ ἔστι πρόσωθεν (Boehmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν N. 10.50
οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν N. 10.89
οὐχ ἕπεται N. 11.43
οὐ φράζεται I. 1.68
οὐκ ἐμέμφθη I. 2.20
οὐ κατελέγχει I. 3.14
οὐ φείσατο I. 6.33
γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν I. 6.72
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶνπραπίδες I. 8.30
οὐ κατέφθινε I. 8.46
οὐ κατελέγχει I. 8.65
οὐ ψεῦδος ἐρίξω fr. 11.οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28
οὐ τόλμα Pae. 6.94
οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
ο]κ ἐννέπει (supp. Snell) fr. 60. b. 15. οὐ λανθάνει fr. 75. 13. οὐ πέπαται fr. 105b. 2. ]κράνας ο[ὐ π]ρολείπει[ (supp. Lobel) Θρ.. 1. οὐκ ἔστιν fr. 134. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν (καὶ, καὶ οὐδὲ vv. ll.) fr. 229. οὐκ ἔλιπον fr. 236.b οὐκ ἀλλά (v. also ἀλλά).οὐ χθόνα ταράσσοντες ἀλλὰ O. 2.63
οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ' ἅμα πρώτοις O. 8.45
οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλὰ P. 2.26
“ κοὔ με πονεῖ ἀλλὰ” P. 4.151ὃς οὐ ἀλλ P. 5.27
P. 5.76, I. 1.26, I. 4.49οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν, ἀλλ' κατερεῖς Pae. 6.127
cοὐ γάρ. οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ I. 1.26
οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν, ἀλλ I. 4.49
οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442, fr. 68.d οὐ γε, qualifying subord. cl.πόρθησε τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἕλεν N. 4.28
2 combined with other neg.οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ O. 2.63
κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30
αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὐκ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
“ οὔ τι οὐδὲ μὰν” P. 4.87πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54
οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.16
Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ P. 8.37
ἄνευ σέθεν οὐ φάος, οὐ μέλαιναν δρακέντες εὐφρόναν τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν N. 7.3
ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.68
ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40
ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6
οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33
πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.25
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5
οὐ πενθέων δ' ἔλαχον, λτ;οὐγτ; στασίων (supp. et add. e Plutarcho et Σ pap. Blass) Πα... κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει fr. 222. 2. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.3a c. part.κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96
ἔργῳ τ' οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων ἐξένεπε O. 8.19
ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
βασιλεὺς οὐ φθονέων ἀγαθοῖς P. 3.71
οὐκ ἐρίζων P. 4.285
οὐκ ἀτιμάσαντα P. 9.80
οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν N. 1.37
καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6
ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46
οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. οὐκ ἰδυῖα fr. 182.καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
b c. adj.ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81
χόλον οὐ φατὸν O. 6.37
οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.86
οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104
μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106
χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P.3.11.οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος P. 4.5
“ οὐ ξείναν γαῖαν ἄλλων” P. 4.118 “σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν” P. 9.42λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν P. 10.20
ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον P. 11.29
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν P. 12.30
θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23
οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον N. 4.21
πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14
ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5
οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ N. 7.49
οὐ τραχύς εἰμι N. 7.76
οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45
ἁνία τἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ I. 1.15
οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω I. 2.12
οὐκ ἀγνῶτες I. 2.30
ἄγει τ' ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς I. 7.22
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν I. 7.37
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον I. 8.70
ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις[ Πα. 13. b. 6. ]τον οὐ ῥητ[ὸ]ν[ Πα. 17. a. 4. ἐχθρὰν ἔριν οὐ παλίγγλωσσον, ἀλλὰ Παρθ. 2.. λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (οὐ add. Coraes: παῦρος pro πολλὸς coni. Schr.) fr. 168. 6. στρατὸς οὐκ ἀέκ[ων (supp. Lobel) fr. 169. 52. οὐκ ἄναλκις, ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι ?fr. 342.4 c. subs.πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ P. 4.287
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.5 c. adv.aὄπιθεν οὐ πολλὸν O. 10.36
οὐχ ὁμῶς I. 3.6
bοὔ ποτε. ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27
οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
6 c. prep., in meiosis.οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ O. 8.45
ἇς οὐκ ἄτερ P. 2.7
οὐκ ἄτερ τέχνας P. 2.32
“ οὐ κατ' αἶσαν” P. 4.107οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ P. 5.76
οὐ Χαρίτων ἑκάς P. 8.21
αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν N. 9.19
οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν I. 5.20
οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g.7 c. inf.χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
8a οὔπω, v. πω.bοὔτοι, οὔ τοι. οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12
οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16
οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν, οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπιν† I. 5.58 οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.c οὔ τις, (cf. οὔτις)πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
, cf. O. 12.7πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσσεται P. 5.54
ἕτερον οὔ τινα οἶκονἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων N. 6.25
cf. τί δ' οὔ τις; P. 8.95d οὔ τί που. οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων, οὐδὲ μὰν” P. 4.879 frag. οὐκ ἂν παρ[ Θρ. 2. 3. -
5 ἄγω
Aἄγεσκον Hdt.1.148
, A.R.1.849: [tense] fut.ἄξω Il.1.139
, etc.: thematic [tense] aor. imper.ἄξετε Il.3.105
, inf. ἀξέμεναι, -έμεν, Il.23.50, 111: [tense] aor. 2ἤγαγον Il.6.291
, etc., opt.ἀγαγοίην Sapph.159
: [tense] aor. 1 ἦξα rare, , part.ἄξας Batr. 119
, inf. : [tense] pf. (Abu Simbel, vii/ vi B. C.), Plb.3.111.3, ([etym.] προ-) D.19.18, ([etym.] συν-) X.Mem.4.2.8; (Sigeum, iii B.C.), etc., [dialect] Dor.συν-αγάγοχα Test.Epict.3.12
; , J.BJ1.30.1, Alex.Fig.1.11, etc. (also in compds., ([etym.] εἰσ-) Ps.-Philipp. ap. D.18.39, ([etym.] κατ-) Decr.ib.73);ἀγείοχα PTeb.5.193
(ii B. C.), etc.; ἀγέωχα ([etym.] δι-) CIG4897d (Philae, i B. C.), PTeb.5.198 (ii B. C.), etc.: [tense] plpf.ἀγηόχει Plb.30.4.17
:—[voice] Med., [tense] fut.ἄξομαι Hom.
, Hdt., Trag.: them. [tense] aor. 1ἄξοντο Il.8.545
, imper. ἄζεσθε ib. 505: also ἀξάμην ([etym.] ἐσ-) Hdt.5.34, ([etym.] προεσ-) 1.190, 8.20: [tense] aor.2ἠγαγόμην Hom.
, etc., [ per.] 2sg. (Cret.):—[voice] Pass., [tense] fut. , ([etym.] προσ-) Th.4.87, etc.; ἄξομαι in pass. sense, A.Ag. 1632, Pl.R. 458d, ([etym.] προσ-) Th.4.115, etc.: [tense] aor. 1ἤχθην X.An.6.3.10
, [dialect] Ion.ἄχθην Hdt.6.30
, part.ἀχθείς Hippon. 9
: [tense] pf. ἦγμαι Hdt 2.158, D.13.15; also in med. sense, v. infr. B.2.I lead, carry, fetch, bring, of living creatures, φέρω being used of things,δῶκε δ' ἄγειν ἑτάροισι.. γυναῖκα, καὶ τρίποδα.. φέρειν Il.23.512
; βοῦν δ' ἀγέτην κεράων by the horns, Od.3.439; ἄ. εἰς or πρὸς τόπον, poet. also c. acc. loci, νόστοι δ' ἐκ πολέμων ἀπόνους (sc. ἄνδρας).. ἆγον οἴκους A.Pers. 863
(lyr.);Ἅιδας.. ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν S.Ant. 811
(lyr.);ἄ. τινά τινι Od.14.386
;ἵππους ὑφ' ἅρματ' ἄ. 3.476
, cf. A.Pr. 465.b part. ἄγων taking,στῆσε δ' ἄγων Il.2.558
, cf. Od.1.130, S.OC 1342, etc.2 take with one,ἑταίρους Od.10.405
, cf. S.OC 832, etc.; τι Il.15.531, Hdt.1.70; of a wife, A.Pr. 559 (lyr.) (more usu. [voice] Med., q.v.).3 carry off as captives or booty, Il.1.367,9.594, A. Th. 340, etc.;ἄχθη ἀγόμενος παρὰ βασιλέα Hdt.6.30
; ἀγόμενος, i.e. δοῦλος, Archil.155, cf. E.Tr. 140, Pl.Lg. 914e; Δίκην ἄγειν to lead Justice forcibly away, Hes.Op. 220;ἡ ἐπιθυμία ἄγει Arist.EN 1147a34
; of a fowler,φῦλον ὀρνίθων ἀμφιβαλὼν ἄγει S.Ant. 343
: esp. in phrase ἄ. καὶ φέρειν harry, ravage a country, first in Il.5.484 οἷόν κ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν, cf. 23.512 sq.; freq. in Hdt. and [dialect] Att. Prose:—in [voice] Pass.,ἀγόμεθα, φερόμεθα E.Tr. 1310
, cf. Ar.Nu. 241: more rarely reversed,φέρουσί τε καὶ ἄγουσι Hdt. 1.88
;ἔφερε καὶ ἦγε πάντας Id.3.39
: c. acc. loci,φέρων καὶ ἄγων τὴν Βιθυνίδα X.HG3.2.2
; ib.5; ἄ. alone, ravage, IG9(1).333 ([dialect] Locr., v B. C.): —but φέρειν καὶ ἄγειν sts. means simply bear and carry, bring together, Pl.Phdr. 279c; τὴν ποίησιν φέρειν τε καὶ ἄγειν, i.e. bring it into the state, Id.Lg. 817a, cf. X.Cyr.3.3.2.4 ἄ. εἰς δίκην or δικαστήριον, ἐπὶ τοὺς δικαστάς to carry one before a court of justice, freq. in [dialect] Att.,πρὸς τὴν δίκην ἄ. E.Fr. 1049
;ὑπ' ἐπίγνωσιν ἀχθῆναι PTeb.28.11
(ii B. C.); simply , etc.;ἐπὶ θανάτῳ ἄ. X.An.1.6.10
, etc.:—[voice] Pass.,ἐπὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε Ev.Matt.10.18
, cf. PTeb.331.16 (ii A.D.);φόνου ἄγεσθαι Plu.2.309e
.b [voice] Pass., to be confiscated, τὰ κτήνη ἀχθήσεται πρὸς τὰ ἐκφόρια (to meet the rent) PTeb.27.75 (ii B. C.).5 of ships, carry as cargo, import, [ οἶνον]νῆες ἄγουσι Il.9.72
, etc.; ἵνα οἱ σὺν φόρτον ἄγοιμι (i.e. σύν οἱ) Od.14.296.6 draw on, bring on,πῆμα τόδ' ἤγαγον Οὐρανίωνες Il.24.547
;Ἰλίω φθοράν A.Ag. 406
(lyr.);τερμίαν ἁμέραν S.Ant. 1330
(lyr.); ; ; .II lead towards a point, lead on,τὸν δ' ἄγε μοῖρα κακὴ θανάτοιο τέλοσδε Il.13.602
;κῆρες ἄγον θανάτοιο 2.834
;οἷ μ' ἀτιμίας ἄγεις S.El. 1035
: also c. inf., ἄγει θανεῖν leads to death, E.Hec.43: c. acc. cogn.,ἄγομαι τάνδ' ἑτοίμαν ὁδόν S.Ant. 877
(lyr.); ὁδὸς ἄγει the road leads, Heraclit.71, S.OT 734, Tab.Heracl.1.16, etc.: metaph., tend,ἐπὶ τὸ ἄκρον Pl.Lg. 701e
.2 lead, guide, esp. in war,λαόν Il.10.79
; ἄ. στρατιάν, ναῦς, etc., Th.7.12, 8.59, etc., cf. X.An.4.8.12; henceabs., march,θᾶσσον ὁ Νικίας ἦγε Th.7.81
, cf. X.HG4.2.19, etc.: simply, go,ἄγωμεν Ev.Marc. 1.38
; of the gods, etc., guide, Pi., Hdt., etc.;ἐπ' ἀρετήν E.Fr. 672
;διὰ πόνων ἄγειν τινά Id.IT 988
.3 manage,νόῳ πλοῦτον Pi.P.6.47
;πολιτείαν Th.1.127
; τὴν σοφίαν conduct philosophical inquiry, Pl.Tht. 172b; of reasoning,ἀγαγεῖν τοὺς λόγους Arist.APr. 47a21
; εἰς τὸ ἀδύνατον ἄ. ib. 27a15 (v.l. ἀπάγοντας):—[voice] Pass., to be led, guided, ; .5 bring up, train, educate,ἀγόμενοις ὀρθῶς Pl.Lg. 782d
;ἤχθη τὴν λεγομένην ἀγωγήν Plu.Ages.1
; of animals, train, X.Mem.4.1.3.6 reduce,ἐς βραχὺ τὴν ἀρχήν Hp. VM1
;ἐς τὸ ἥμισυ Id.Mul.1.78
; of propositions,εἰς ῥᾳδιξστέραν κατασκευήν Papp.1076.6
.III draw out in length, τεῖχος ἄ. to draw a line of wall, Th.6.99;μέλαθρον εἰς ὀρόφους AP9.649
(Maced.);ὄγμον ἄ. Theoc.10.2
; ἄ. γραμμάς to draw lines, Arist.Top. 101a16; ἤχθωσαν κάθετοι let perpendiculars be drawn, Mete. 373a11; ἄ. ἐπίπεδον describe a plane, Archim.Sph.Cyl.1.7, etc.:—[voice] Pass.,ἦκται ἡ διῶρυξ Hdt.2.158
, cf. Th.6.100; κόλπου ἀγομένου τῆς γῆς, i.e. when the land forms a bight, Hdt.4.99.IV hold, celebrate, Ἀπατούρια, ὁρτήν, Hdt. 1.147, 183 (more usu. ἀνάγειν); freq. in [dialect] Att.,ἄ. ἀγῶνα IG1.53.33
;θυσίαν, θεωρίαν Isoc.19.10
; ; , cf. LXX To.11.19 ([voice] Pass.);ἐκκλησίαν Plu.Aem.30
:—[voice] Pass.,ἀγοραῖοι ἄγονται Act.Ap.19.38
.2 keep, observe a date,ἄ. τὴν ἡμέραν ταύτην πάντα τὸν χρόνον Th.5.54
, cf. Men.521;κατὰ σελήνην τὰς ἡμέρας Ar.Nu. 626
; reckon,τοὺς ἐνιαυτοὺς καθ' ἥλιον Gem.8.6
.3 keep, observe,ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν Pi.P. 6.20
;σπονδὰς ἄ. πρός τινας Th.6.7
; , etc.: c. acc., as periphr. for a neut. Verb, σχολὴν ἄγειν, = σχολάζειν, E.Med. 1238, Pl.R. 376d; ἡσυχίαν ἄ., = ἡσυχάξειν, X.An.3.1.14;ἄ. ἀπαστίαν Ar. Nu. 621
; κρύψιν ἄ., of stars betw. setting and rising, Autol.2.9; keep up, sustain, maintain,νεῖκος Pi.P.9.31
; γέλωτ' ἄγειν to keep laughing, S.Aj. 382;ἄ. κτύπον E.Or. 182
(lyr.); with predicate, maintain,ἐλευθέραν ἦγε τὴν Ἑλλάδα D.9.36
.4 of Time, pass,ἀπήμαντον ἄγων βίοτον Pi.O.8.87
; ποίας ἡμέρας δοκεῖς μ' ἄγειν; S.El. 266;ὁ βίος οὑμὸς ἑσπέραν ἄγει Alex.228
, cf. ὥραν ἄγειν to be ripe,τῆς γαστρὸς ὥραν ἀγούσης Philostr.VA2.14
; ὥραν ἦγε θανάτου Chor.p.38B.;τῆς ἡλικίας ἄγον τὸ ἄνθος Id.p.53
B.;τέταρτον ἔτος ἄγων καὶ τριακοστόν Gal.Lib. Propr.1
.V hold account, treat,ἄ. ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς Pi.I.7(6).22
; ἐν τιμῇ ἄγειν or ἄγεσθαι, ἐν οὐδεμιῇ μοίρῃ ἄ., περὶ πλείστου ἄ., Hdt.1.134, 2.172, 9.7, etc.; θεοὺς ἄ. to believe in, A.Supp. 924; διὰ τιμῆς ἄ. τινά, etc., Luc. Prom.Es4, etc.;τὸ πρᾶγμ' ἄ... ὡς παρ' οὐδέν S.Ant.34
;τὴν Ἀφροδίτην πρόσθ' ἄ. τοῦ Βακχίου E.Ba. 225
;τιμιώτερον ἄ. τινά Th.8.81
;εὐεργεσίας εἰς ἀχαριστίαν καὶ προπηλακισμὸν ἄ. D.18.316
:—with Adverbs, ;ἐντίμως ἄ. Pl.R. 528c
, etc.:—[voice] Pass., .VI draw down in the scale, hence, weigh, ἄ. μνᾶν, τριακοσίους δαρεικούς, etc., weigh a mina, 300 darics, etc., D.22.76, 24.129, cf. Philippid.9.4, etc.;ἄ. πλέον Arist.Pr. 931b15
;ἄ. σταθμόν Plu.2.96b
.VII on ἄγε, ἄγετε, v.s. vocc.B [voice] Med. ἄγομαι, carry away for oneself,χρυσόν τε καὶ ἄργυρον οἴκαδ' ἄγεσθαι Od.10.35
; take with one, 6.58, E.Heracl. 808, etc.; of a ship's cargo, D.35.20; take to oneself,δῶρον Theoc.1.9
, cf. 11; take upon oneself,ἄγεσθαι ἐς χεῖρας Hdt.1.126
, 4.79.2 ἄγεσθαι γυναῖκα take to oneself a wife, Od.14.211;γυναῖκα ἄ. ἐς τὰ οἰκία Hdt.1.59
, etc.;ἄγεσθαί τινα ἐς δῶμα Hes.Th. 410
; simply ἄ. marry, Hdt.2.47, etc.: [tense] pf. [voice] Pass. ἦγμαι is used in this med. sense, J.AJ14.12.1; of the father, bring home a wife for his son, Od.4.10, Hdt.1.34; of a brother, Od.15.238; of friends of the bridegroom and bride, Od.6.28, Hes.Sc. 274: later in [voice] Pass. of the wife, PGnom. 138 (ii A.D.).
См. также в других словарях:
φυάς — άδος, ἡ, ΜΑ παραφυάδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φύω + κατάλ. άς, άδος κατ απόσπαση από τα σύνθ. σε φυάς (πρβλ. παρα φυάς)] … Dictionary of Greek
APUA — I. APUA oppid. Liquriae, in THusciae confinio amplum, ad Macram fluv. cuius incolae Apuani Livio. Hodie Pontremoli, teste Iustinianô dicitur. Vide Cluver. Ital. Ant. l. 1. c. 10. Subest magno Duci Hetruriae, qui id redemit ab Hispanis, paucis ab… … Hofmann J. Lexicon universale