Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λοπάς

См. также в других словарях:

  • λοπάς — flat dish fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάς — η (Α λοπάς, άδος) πήλινο αβαθές και ανοιχτό σκεύος φαγητού, πιατέλα αρχ. 1. το τηγάνι 2. είδος χύτρας 3. η σορός 4. ασθένεια τής ελιάς 5. ασθένεια από την οποία σαπίζουν οι ρίζες τής συκιάς 6. είδος οστρακοδέρμου. [ΕΤΥΜΟΛ. < λέπω «ξεφλουδίζω» …   Dictionary of Greek

  • Εὗρεν ἡ λοπὰς τό πῶμα. — εὗρεν ἡ λοπὰς τό πῶμα. См. По Сеньке шапка …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • λοπάδα — λοπάς flat dish fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάδας — λοπάς flat dish fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάδες — λοπάς flat dish fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάδι — λοπάς flat dish fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάδος — λοπάς flat dish fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάδων — λοπάς flat dish fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάσι — λοπάς flat dish fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοπάσιν — λοπάς flat dish fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»