Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(ἀλφίτου

См. также в других словарях:

  • ἀλφίτου — ἄλφιτον barley groats neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άλφιτον — ἄλφιτον, το (Α) (στον ενικό μόνο στον Όμηρο) 1. ξεφλουδισμένο ή χοντροκοπανισμένο κριθάρι 2. φρ. «ἀλφίτου ἀκτίς», κριθάλευρο (συνήθως στον πληθυντικό) τὰ ἄλφιτα 3. χονδροκομμένο αλεύρι, πληγούρι (σε αντίθεση με τα ἀλείατα*), με το οποίο συνήθιζαν …   Dictionary of Greek

  • ακτή — Ζώνη ξηράς, που βρίσκεται στο όριο επαφής μεταξύ στεριάς και υδάτινων, ωκεάνιων ή θαλάσσιων μαζών. Οι α. δεν αποτελούν ένα γραμμικό όριο μεταξύ των δύο στοιχείων, αλλά τη ζώνη της αμοιβαίας επίδρασής τους και κυρίως του νερού πάνω στη στεριά… …   Dictionary of Greek

  • отъроуби — ОТЪРОУБ|И 2 (1*), ИИ с. мн. То же, что отърѹби1: мы же сами себе звѣрми створимы. и толми ѿ пища растлѣхо(м). или неистови быхо(м). или не имамъ. что гл҃ти. ˫ако вкупѣ пѣску и отрубе(м). ˫аже злѣ при˫ахо(м). и е(с)тву быти и лучшимъ ихъ… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • CARO Victimarum — in Holocaustis, tota igni absumebatur. Sic enim bos e. g. ad holocaustum mas et integer selectus, ad> ostium Tabernaculi Conventus adducebatur, et ab offerente manus capiti eius im ponebantur. Tum Levita illum iugulabat: et postquam alius… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ζύθιον — ζύθιον, τὸ (Α) (υποκορ. τού ζύθος) (κατά τον Ησύχ.) «ἀλφίτου πόσις» …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»