Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀκτά

См. также в других словарях:

  • Ἀκτά — Ἀκτά̱ , Ἀκτή fem nom/voc/acc dual Ἀκτά̱ , Ἀκτή fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκτά — ἀκτά̱ , ἀκτή headland fem nom/voc/acc dual ἀκτά̱ , ἀκτή headland fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άκτα — Εκκλησιαστικά κείμενα της Δυτ. Εκκλησίας στα οποία περιγράφονται όλα τα γεγονότα τα σχετικά με τη ζωή, τη δράση και τα μαρτύρια των αγίων. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη acta που σημαίνει πράξεις. Acta Sanctorum (Πράξεις αγίων). Τεράστια… …   Dictionary of Greek

  • ἀκτᾶς — ἀκτᾶ̱ς , ἀκτάζω banquet on the shore fut ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀκτέα elder tree fem acc pl (attic doric) ἀκτέα elder tree fem gen sg (doric) ἀκτή headland fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκτάν — Ἀκτά̱ν , Ἀκτή fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκτάν — ἀκτά̱ν , ἀκτή headland fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκτάς — Ἀκτά̱ς , Ἀκτή fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκτάς — ἀκτά̱ς , ἀκτή headland fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκτάων — Ἀκτά̱ων , Ἀκτή fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκτάων — ἀκτά̱ων , ἀκτή headland fem gen pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δαμάτηρ — (Α) 1. δωρ. τ. τού Δημήτηρ 2. η κλητ. Δάματερ ως επιφώνημα εκπλήξεως 3. «Δαμάτερος ακτά (ή καρπός)» το ψωμί. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. Δημήτηρ] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»