Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

τὰ+ἀγαθὰ+πάντα

  • 1 πᾶς

    πᾶς, πᾶσα, πᾶν, [dialect] Aeol. [full] παῖς,
    A

    παῖσα Sapph.Supp.13.8

    ,21.2, 20a.14, Alc.Supp.12.6, 25.8 ; Cret., Thess., Arc. fem. [full] πάνσα GDI 4976 ([place name] Gortyn), IG9(2).234.2 (Pharsalus, iii B.C.), 5(2).343.16 (Orchom. Arc., iv B. C.): gen. παντός, πάσης, παντός : gen. pl. masc. and neut. πάντων, fem. πᾱσῶν, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. πᾱσέων, [dialect] Ep. also πᾱσάων [σᾱ] Od.6.107 : dat. pl. masc. and neut. πᾶσι, [dialect] Ep. and Delph.

    πάντεσσι Il.14.246

    , IG22.1126.22,44; also [dialect] Locr.

    πάντεσιν Berl.Sitzb.1927.8

    (V B.C.); Delph.

    πάντεσι SIG452.5

    (iii B.C.);

    πάντοις GDI2652

    (Delph., ii B.C.), Tab.Defix.Aud. 75.8: πᾶν as acc. masc. in LXX, π. ἄνδρα, οἰκέτην, οἶκον, 1 Ki.11.8, Ex. 12.44, Je.13.11. [[dialect] Dor. and [dialect] Aeol. πάν [ᾰ] Hdn.Gr.2.12, Pi.O.2.85, Sapph. Oxy. 1787 Fr.3 ii 5,al., and [dialect] Att. in compds., as ἅπᾰν, πάμπᾰν, etc. (but in compds. sts. long in [dialect] Att., AB416).]—Coll. Pron., when used of a number, all; when of one only, the whole; of the several persons in a number, every.
    2 strengthd. by Advbs., ἅμα πάντες all together, Il.24.253, etc. ;

    πάντες ἅμα 1.495

    (in Prose commonly ἅπαντες, but not always, v. Hdt.9.23, X.Cyr.1.3.10, etc.): with a collect. noun,

    ἅμα πᾶς ὁ δῆμος D.H.2.14

    ;

    πάντες ὁμῶς Il.15.98

    ;

    ὁμοῦ πάντες S.El. 715

    ;

    πάντα μάλα Il.22.115

    , Od.5.216, etc. ;

    πάντες ὁμοίως D.20.85

    , etc.
    3 with [comp] Sup., πάντες ἄριστοι all the noblest, Il.9.3, Od.4.272, etc.
    II sg., all, the whole,

    πᾶς δ' ἄρα χαλκῷ λάμπε Il.11.65

    , cf. 13.191 ; πᾶσα ὕλη all the wood, Hes.Op. 511, cf. Th. 695, etc. ; πᾶσα ἀληθείη all the truth, Il.24.407, Od.11.507; τὴν φάτνην ἐοῦσαν χαλκέην πᾶσαν all of bronze, Hdt.9.70 ; ἦν ἡ μάχη καρτερὰ καὶ ἐν χερσὶ πᾶσα, ἦν γὰρ τὸ χωρίον πρόσαντες πᾶν, Th.4.43, etc. ; πᾶν κράτος the whole power, sovereign power, S.Ph. 142 (lyr.);

    τὸ πᾶν κράτος Hdt.6.35

    ;

    μετὰ πάσης ἀδείας D.18.305

    ;

    πᾶσα ἀνάγκη Pl.Phdr. 240a

    ; πᾶσαι δ' ὠΐγνυντο πύλαι, πᾶσαι γὰρ ἐπῴχατο [πύλαι], the whole gate was open (shut), i.e. the gate was wide open, quite shut, Il.2.809, 12.340, as expld. by Aristarch. ; v. infr. B.
    2 as in 1.4, with attraction, ὁ πάντ' ἄναλκις οὗτος, ἡ πᾶσα βλάβη who is nought but mischief, S.El. 301, cf. Ph. 622, 927.
    III every,

    οἱ δ' ἄλκιμον ἦτορ ἔχοντες.. πᾶς πέτεται Il.16.265

    , cf. Od.13.313, S.El. 972, E.Ba. 1131, 1135 ; ἄκουε πᾶς, = ἀκούετε πάντες, Ar.Th. 372;

    πᾶς χώρει Id. Pax 555

    : with partit. gen., παντὶ βροτῶν (v.l. βροτῷ) Pi.O.1.100;

    πᾶς τοῦτό γ' Ἑλλήνων θροεῖ S.OC 597

    ;

    τῶν ἀνθρώπων πᾶς D.Chr.3.70

    ; also

    πᾶς ἀνήρ S.Aj. 1366

    , Ar.Ra. 1125, etc. ;

    πᾶσα ἀνθρώπου ψυχή Pl.Phdr. 249e

    : with the Art., v. infr. B; πᾶς τις every single one, Thgn.621, Hdt.1.50, 3.79, S.Aj.28, etc. ;

    πᾶς τις βροτῶν Id.El. 984

    , cf.OC25, etc. ; πᾶς ὅστις .. Id.Aj. 1413 ; πᾶν ὅσον .. A.Pr. 787, etc.
    2 less freq., any one,

    τὸ μὲν ἐπιτιμᾶν.. φήσαιτις ἂν.. παντὸς εἶναι D.1.16

    ;

    παντὸς ἀνδρός [ἐστι] γνῶναι Pl. Ion 532e

    ;

    χαλεπόν τι καὶ οὐχὶ παντός Id.Alc.1.129a

    ; παντὸς ἀκούοντος .. when any one hears.., Ev.Matt.13.19 ; ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν any man's soul, S.Ant. 175 ; πάντων ἀποστερεῖσθαι λυπηρόν to be deprived of anything, D.18.5 ; cf. D. 111.2, VI.
    B with the Art., in the sense of all, the whole, when the Subst. is to be strongly specified, πᾶς being put either before the Art. or after the Subst., πᾶσαν τὴν δύναμιν all his force, Hdt.1.214 ;

    τὰ ἀγαθὰ πάντα X.An.3.1.20

    (s. v. l.): with abstract Nouns and others which require the Art.,

    πάντα τὰ μέλλοντα A.Pr. 101

    ;

    πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν Th.6.87

    ; τὰ τῆς πόλεως π. all the affairs of state, Lys. 19.48, etc.: emphatically,

    τὰς νέας τὰς πάσας Hdt.7.59

    .
    II πᾶς is put between the Art. and Subst., to denote totality (V. A. 11),

    ὁ πᾶς ἀριθμός A.Pers. 339

    ;

    τὴν πᾶσαν ἵππον Hdt.1.80

    ;

    τὸ πᾶν πλῆθος Th.8.93

    ; οἱ πάντες ἄνθρωποι absolutely all.., X.An.5.6.7, etc. ; so πᾶν the neut.with the Art. itself becomes a Subst., τὸ πᾶν the whole, A.Pr. 275, 456, etc., v. infr. D. IV; τὰ πάντα the whole, Id.Eu.415 ; τοῖς πᾶσιν in all points, Th.2.64, 5.28 ; οἱ πάντες all of them, Hdt.1.80 ; but also, the community, opp. οἱ ὀλίγοι, Th.4.86 ; ἡ μὲν [τάξις] πάντα ἕν, ἡ δὲ πάντα ὅλον, ἡ δὲ πάντα πᾶν all things as a unity, as a totality, as an integral sum, Dam.Pr. 206.
    C with Numerals to mark an exact number, ἐννέα πάντες full nine, Od.8.258, cf. 24.60 ;

    ἐννέα πάντ' ἔτεα Hes. Th. 803

    ;

    δέκα πάντα τάλαντα Il.19.247

    , etc. ; but

    κτήνεα τὰ θύσιμα πάντα τρισχίλιαἔθυσε 3

    , 000 of all kinds, Hdt.1.50 ; τὸν ἀρχιτέκτονα.. ἐδωρήσατο πᾶσι δέκα with ten presents of all kinds, Id.4.88 ;

    Παυσανίῃ πάντα δέκα ἐξαιρέθη Id.9.81

    ;

    τὰ πάντα μυρία Id.3.74

    ;

    πάντα θύειν ἑκατόν Pi.Fr. 170

    ;

    πάντα χίλια ἔθυεν Porph.Abst.2.60

    .
    II with the Art., in all,

    οἱ πάντες.. εἷς καὶ ἐνενήκοντα Hdt.9.70

    , cf. 1.214, Th.1.60, 3.85, etc. ;

    τριήρεις.. τὰς πάσας ἐς διακοσίας Id.1.100

    , cf. 7.1 ;

    ἐν εἴκοσι ταῖς πάσαις ἡμέραις Arr.An.1.11.5

    .
    2 fem. pl., ἔδοξε πάσαις (sc. ταῖς ψήφοις ) carried unanimously, IG12(3).168.14 (Astypalaea, ii/i B. C.), cf. Luc. Bis Acc. 18,22.
    II neut. pl. πάντα all kinds of things, Hom., freq. in phrase δαίδαλα πάντα, Il.5.60,al. ;

    οἰωνοῖσι πᾶσι 1.5

    .
    2 πάντα γιγνόμενος becoming all things, i. e. assuming every shape, Od.4.417.
    3 πάντα εἶναί τινι to be everything to one,

    ἦν οἱ.. τὰ πάντα ἡ Κυνώ Hdt.1.122

    ; ἦσάν οἱ πάντα —ἅπαντα codd.)

    αἱ Συρήκουσαι Id.7.156

    ;

    Εὔβοια αὐτοῖς πάντα ἦν Th.8.95

    ;

    πάντ' ἐκεῖνος ἦν αὐτοῖς D.18.43

    ; π. ἦν Ἀλέξανδρος (sc. ὑμῖν) Id.23.120 ; π. εἶναι ἔν τισι to be all in all among them, Hdt.3.157.
    4 πάντα as Adv. for πάντως, in all points, entirely, wholly,

    π. νοήμονες Od.13.209

    ;

    π. γὰρ οὐ κακός εἰμι 8.214

    ;

    ὁ πάντ' ἄναλκις S.El. 301

    ;

    τῷ πάντ' ἀγαθῷ Id.Aj. 1415

    (anap.);

    τὸν πάντ' ἄριστον Id.OC 1458

    ;

    πάντ' ἐπιστήμης πλέων Id.Ant. 721

    (hence παντάγαθος, παντάριστος, etc. as compd. words); τὰ πολλὰ π. almost throughout, Hdt.5.67, cf. 1.203, 2.35 ; but τὰ π. in every way, by all means, altogether, Id.5.97 ;

    οἰόμενοι τὰ π. νικᾶν X. An.2.1.1

    ;

    ὁ τὰ π. φιλαίτατος Theoc.7.98

    ; also ἐς τὰ π. Th.4.81 ; κατὰ π. ibid., Pl.Ti. 30d.
    III neut. sg., τὸ πᾶν the whole (V. B. 11),

    περὶ τοῦ π. δρόμον θέειν Hdt.8.74

    ;

    πολλοῦ γε καὶ τοῦ π. ἐλλείπω A. Pr. 961

    ;

    τοῦ π. ἡμαρτηκέναι Pl.Phdr. 235e

    ; ἄξιοι τοῦ π. Id.Sph. 216c ; τὸ πᾶν as Adv., completely, altogether, A.Supp. 781 (lyr.), S.El. 1009, Pl.Lg. 959a, etc. (but, for all that, nevertheless, A.D.Synt.188.27): with neg., at all,

    οὐκ ἠξίωσαν οὐδὲ προσβλέψαι τὸ πᾶν A.Pr. 217

    , etc. ; also πᾶν alone, Hdt.1.32, etc.
    b in Philos., τὸ πᾶν the universe, Emp.13, Pythag. ap. Arist.Cael. 268a11, Pl.Ti. 28c, 30b, etc.; including τὸ κενόν (opp. τὸ ὅλον), Placit.2.1.7 ; also, Pythag. name for ten, Iamb. in Nic.p.118P., Theol.Ar.59.
    c τῷ παντί in every point, altogether, X.HG7.5.12, etc.
    d τὸ π., = μολυβδόχαλκος, Ps.- Democr. Alch.p.56 B., Maria ap.Zos.Alch.p.192 B.
    2 πᾶν anything,

    πᾶν μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου Hdt.4.162

    ; εἴη δ' ἂν πᾶν anything is possible, ib. 195 ; πᾶν ποιῶν by any means whatever, Pl.Ap. 39a (also πᾶν ποιεῖν καὶ λέγειν ibid. ; πᾶν ποιεῖν ὥστε .. Id.Phd. 114c), cf. Pi.I. 4(3).48 ;

    πᾶν ἂν ἔπραξαν Lys.9.16

    : more freq. in pl.,

    πάντα ποιῶν Id.12.84

    , D.21.2 ; π. ποιεῖν ὅπως .. X.HG7.4.21 ;

    πάντα τολμῶν S.OC 761

    ; cf. A. 111.2.
    4 παντὸς μᾶλλον more than anything, i. e. above all, Pl.Cri. 49b, Prt. 344b, Grg. 527b ;

    π. μᾶλλον οὐ Id.Phdr. 228d

    : in answers, π. γε μᾶλλον quite so, Id.Phd. 67b.
    IV with Preps.,

    εἰς πᾶν προελήλυθε μοχθηρίας D.3.3

    ; ἐς τὸ πᾶν altogether, A.Ag. 682 (lyr.), Eu.52,83 ; ἐν παντὶ ἀθυμίας εἶναι to be in utter despair, Th.7.55 : more freq. ἐν παντὶ εἶναι, ἐν παντὶ κακοῦ εἶναι, to be in great danger or fear, Pl.Smp. 194a, R. 579b ;

    ἐν π. γενέσθαι Id.Euthd. 301a

    ;

    ἐμ παντὶ ἐοῦσα IG42(1).122.27

    (Epid., iv B. C.); ἐν παντὶ εἶναι μή .. to be in great fear lest.., X.HG5.4.29 ;

    ἐς πᾶν κακοῦ ἀπίκατο Hdt.7.118

    ;

    ἐς πᾶν ἀφικέσθαι X.HG6.1.12

    ;

    εἰς πᾶν ἐλθεῖν D.54.13

    ; ἐπὶ πᾶσιν in all things,

    καιρὸς δ' ἐπὶ π. ἄριστος Hes.Op. 694

    ; but also, finally, Philostr.VS2.11.1, al. ; περὶ παντὸς ποιεῖσθαι esteem above all,X.HG7.1.26, An.1.9.16 ; πρὸ παντὸς εὔχεσθαι wish above all, Pl.Phdr. 239e ; διὰ παντός (sc. χρόνου) for ever, continually, S.Aj. 705 (lyr.), Th.1.38, etc. ; also, altogether, Pl.R. 407d ;

    διὰ πάντων Id.Sph. 254b

    ; ὁ κατὰ πάντων λόγος the common formula, PMag.Par.1.2186 ; ἡ κ. π. τελετή ib.1596, PMag.Lond. 121.872 ; μέχρι παντός for ever, Str.8.6.18 ;

    εἰς τὸ πᾶν ἀεί A.Ch. 684

    ;

    ἐς τὸ πᾶν χρόνου Id.Eu. 670

    .
    VI οὐ πᾶς not any, i.e. none, LXX Ps.142(143).2, Ev.Luc.1.37, Ep.Gal.2.16, al. ; ἄνευ πάσης ταραχῆς without any disturbance, D.S.15.87.
    ------------------------------------
    πᾶς (B), Cypr.,
    A = παῖς, Inscr.Cypr. 106, 210 H.
    ------------------------------------
    πᾶς (C),
    A = πατήρ (Syracus.), EM651.7.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πᾶς

  • 2

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 3

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

  • 4 ποιέω

    ποιέω (Hom.+) impf. ἐποίουν; fut. ποιήσω; 1 aor. ἐποίησα; pf. πεποίηκα; plpf. πεποιήκειν Mk 15:7 (as IMagnMai 93b, 24; on the omission of the augment s. B-D-F §66, 1; Mlt-H. 190). Mid.: impf. ἐποιούμην; 1 aor. ἐποιησάμην; pf. πεποίημαι 1 Cl 1:1. Pass. (has disappeared almost entirely; B-D-F §315): 1 fut. ποιηθήσομαι; 1 aor. 3 pl. ἐποιήθησαν (En 22:9); pf. 3 sg. πεποίηται (Ec 8:14; Tat. 11, 2), ptc. πεποιημένος (Ec 1:14 al.) Hb 12:27. A multivalent term, often without pointed semantic significance, used in ref. to a broad range of activity involving such matters as bringing someth. into being, bringing someth. to pass, or simply interacting in some way with a variety of entities.
    to produce someth. material, make, manufacture, produce τὶ someth. (Gen 6:14ff; 33:17 al.; JosAs 16:8; GrBar 3:5 ‘build’; ApcMos 20; Mel., P. 38, 261).
    of human activity: σκεῦος 2 Cl 8:2. χιτῶνας, ἱμάτια Ac 9:39. εἰκόνα Rv 13:14b. θεούς make gods Ac 7:40 (Ex 32:1). ναοὺς ἀργυροῦς 19:24. ἀνθρακιάν J 18:18. τέσσαρα μέρη 19:23 (s. μέρος 1a). πηλόν 9:11, 14. σκηνὰς pitch tents, build huts (1 Ch 15:1; 2 Esdr 18: 16f; Jdth 8:5; Jos., Ant. 3, 79; Just., D. 127, 3 σκηνήν) Mt 17:4; Mk 9:5; Lk 9:33. ἁγίασμα GJs 6:1; καταπέτασμα τῷ ναῷ 10:1; τὴν πορφύραν καὶ τὸ κόκκινον 12:1.—Used w. prepositional expressions ποιῆσαι αὐτὴν (i.e. τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου) κατὰ τὸν τύπον to make it (the tent of testimony) according to the model (Ex 25:40) Ac 7:44; cp. Hb 8:5. ποιεῖν τι ἔκ τινος make someth. from or out of someth. (i.e. fr. a certain material; Hdt. 2, 96; cp. X., An. 4, 5, 14; Theophr., HP 4, 2, 5; Ex 20:24f; 28:15; 29:2) J 2:15; 9:6; Ro 9:21.
    of divine activity, specifically of God’s creative activity create (Hes., Op. 109; Heraclitus, Fgm. 30 κόσμον οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλʼ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται; Pla., Tim. 76c ὁ ποιῶν ‘the Creator’; Epict. 1, 6, 5; 1, 14, 10; 2, 8, 19 σε ὁ Ζεὺς πεποίηκε; 4, 1, 102; 107; 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν; Ael. Aristid. 43, 7 K.=1 p. 2 D.: Ζεὺς τὰ πάντα ἐποίησεν; Herm. Wr. 4, 1. In LXX oft. for בָּרָא also Wsd 1:13; 9:9; Sir 7:30; 32:13; Tob 8:6; Jdth 8:14; Bar 3:35; 4:7; 2 Macc 7:28; Aristobulus in Eus., PE13, 12, 12 [pp. 182 and 184 Holladay]; JosAs 9:5; Philo, Sacr. Abel. 65 and oft.; SibOr 3, 28 and Fgm. 3, 3; 16; Just., A II, 5, 2 al.) w. acc. ἡ χείρ μου ἐποίησεν ταῦτα πάντα Ac 7:50 (Is 66:2). τοὺς αἰῶνας Hb 1:2 (s. αἰών 3). τὸν κόσμον (Epict. 4, 7, 6 ὁ θεὸς πάντα πεποίηκεν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ καὶ αὐτὸν τὸν κόσμον ὅλον; Sallust. 5 p. 10, 29; Wsd 9:9; TestAbr A 10 p. 88, 21 [Stone p. 24]) Ac 17:24. τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν (cp. Ael. Aristid. above; Gen 1:1; Ex 20:11; Ps 120:2; 145:6; Is 37:16; Jer 39:17 et al.; TestJob 2:4; Jos., C. Ap. 2, 121; Aristobulus above) Ac 4:24; 14:15b; cp. Rv 14:7. τὰ πάντα PtK 2 p. 13, 26 (JosAs 12, 2; Just., D. 55, 2; also s. Ael. Aristid. above). Lk 11:40 is classed here by many. Of the relation of Jesus to God Ἰησοῦν, πιστὸν ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτόν= appointed him Hb 3:2 (cp. Is 17:7).—W. a second acc., that of the predicate (PSI 435, 19 [258 B.C.] ὅπως ἂν ὁ Σάραπις πολλῷ σὲ μείζω ποιήσῃ) ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς (God) created them male and female Mt 19:4b; Mk 10:6 (both Gen 1:27c).—Pass. Hb 12:27.—ὁ ποιήσας the Creator Mt 19:4a v.l.
    to undertake or do someth. that brings about an event, state, or condition, do, cause, bring about, accomplish, prepare, etc.
    ἔργα π. do deeds, also in sg. (as JosAs 29:3 μὴ ποιήσῃς τὸ ἔργον τοῦτο) τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ π. do as Abraham did J 8:39. τὰ ἔργα τοῦ πατρὸς ὑμῶν vs. 41; cp. 10:37. τὰ πρῶτα ἔργα Rv 2:5. ἔργον commit a deed 1 Cor 5:2 v.l. ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ 2 Ti 4:5 (s. ἔργον 2).—ἔργον or ἔργα somet. refer to wondrous deeds: ἓν ἔργον ἐποίησα I have done just one (wondrous) deed J 7:21. Pl. 14:12a; cp. vs. 12bc. This illustrates the transition to
    do, perform miracles δυνάμεις Mt 7:22; 13:58; Ac 19:11 (Just., A I, 26, 2 al.); sg. Mk 6:5; 9:39. θαυμάσια Mt 21:15 (cp. Sir 31:9). μεγάλα καὶ θαυμάσια AcPl Ha 8, 33=BMM verso 5f (Just., A I, 62, 4). σημεῖα (Ex 4:17) J 2:23; 3:2; 7:31; 9:16; 11:47b; 20:30; Rv 13:13a; 16:14; 19:20. Sing. J 6:30; 10:41. τέρατα καὶ σημεῖα Ac 6:8; 7:36. ὅσα Mk 3:8; 6:30; Lk 9:10.—Ac 10:39; 14:11.
    of conditions bring about, etc.: εἰρήνην make, establish peace Eph 2:15; Js 3:18 (cp. 2 Macc 1:4). τὴν ἔκβασιν provide a way out 1 Cor 10:13 (on the foll. gen. of the inf. w. the art. s. B-D-F §400, 2; Rob. 1067). ἐπίστασιν ὄχλου cause a disturbance among the people Ac 24:12. τὰ σκάνδαλα create difficulties Ro 16:17. On Mk 6:20 v.l. KRomaniuk, ETL 69, ’93, 140f.—W. dat. of advantage ἐποίουν χαρὰν τοῖς ἀδελφοῖς they brought joy to the members Ac 15:3 (s. ἀδελφός 2a).
    used w. a noun as a periphrasis for a simple verb of doing (s. 7a below; B-D-F §310, 1.—ποιέω in such combinations as early as IPriene 8, 63 [c. 328 B.C.], also Plut., Crass. 551 [13, 6]; s. ἑορτή, end). ἐποίησεν ᾆσμα GJs 6:3. διαθήκην π. Hb 8:9 (Jer 38:32 cod. Q; cp. Is 28:15; TestAbr A 8 p. 86, 6 [Stone p. 20] διάταξιν). π. τὴν ἐκδίκησιν Lk 18:7f; cp. Ac 7:24 (s. ἐκδίκησις 1). ἐνέδραν 25:3. κοπετόν 8:2. κρίσιν (s. κρίσις 1aα and β) J 5:27; Jd 15. θρῆνον GJs 3:1. κυνηγίαν AcPl Ha 1, 33. λύτρωσιν Lk 1:68. ὁδὸν ποιεῖν (v.l. ὁδοποιεῖν) Mk 2:23 (ὁδός 2). π. (τὸν) πόλεμον (μετά τινος) wage war (on someone) Rv 11:7; 12:17; 13:7 (Da 7:8 LXX; 7:21 Theod.; Gen 14:2). πρόθεσιν Eph 3:11; συμβούλιον π. Mk 3:6 v.l.; 15:1; συστροφήν Ac 23:12; cp. vs. 13. φόνον Mk 15:7 (cp. Dt 22:8; Callinicus, Vi. Hyp. 98, 21 Bonn; TestAbr B 10 p. 115, 4 [Stone p. 78, 4]).—τὸ ἱκανὸν ποιεῖν τινι vs. 15 s. ἱκανός 1.
    what is done is indicated by the neut. of an adj. or pron.: τὸ ἀγαθὸν π. do what is good Ro 13:3; τὰ ἀγαθὰ π. J 5:29; ἀγαθὸν π. do good Mk 3:4; 1 Pt 3:11 (Ps 33:15). τὸ καλὸν Ro 7:21; 2 Cor 13:7b; Gal 6:9. τὰ καλὰ (καὶ εὐάρεστα ἐνώπιον αὐτοῦ) 1 Cl 21:1. καλόν Js 4:17. τὸ κακόν Ro 13:4. τὰ κακά 3:8. κακόν 2 Cor 13:7a (κακὸν μηδέν; cp. SIG 1175, 20 κακόν τι ποιῆσαι). κακά 1 Pt 3:12 (Ps 33:17). τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ (=τῷ θεῷ) J 8:29; cp. Hb 13:21b; 1J 3:22 (TestAbr A 15 p. 96, 12 [Stone p. 40] πάντα τὰ ἀρεστὰ ἐνώπιον σου ἐποίησεν). πάντα 1 Cor 9:23; 10:31b; IEph 15:3.—ὅ Mt 26:13; Mk 14:9; J 13:7, 27a. τοῦτο Mt 13:28; Mk 5:32; Lk 5:6; J 14:13, 14 v.l.; AcPl Ha 9, 27; Ro 7:15f, 20 (cp. Epict. 2, 26, 4 ὸ̔ θέλει οὐ ποιεῖ καὶ ὸ̔ μὴ θέλει ποιεῖ); 1 Cor 11:24f (the specific sense ‘sacrifice’ in this passage is opposed by TAbbott [JBL 9, 1890, 137–52], but favored by FMozley [ET 7, 1896, 370–86], AAndersen [D. Abendmahl in d. ersten zwei Jahrh. 1904], and K Goetz [D. Abendmahlsfrage2 1907]). αὐτὸ τοῦτο Gal 2:10. ταῦτα Mt 21:23; 23:23; Gal 5:17; 2 Pt 1:10b. αὐτά J 13:17; Ro 1:32; 2:3. τὸ αὐτό Mt 5:46, 47b.—τί ποιήσω; Mk 10:17; cp. J 18:35 (TestAbr A 4 p. 81, 19 [Stone p. 10]; ParJer 6:14 τί ποιήσωμεν; ApcEsdr 7:4 p. 32, 14 Tdf.). τί ἀγαθὸν ποιήσω; Mt 19:16. τί κακὸν ἐποίησεν; Mt 27:23; Lk 23:22; Mk 15:14. τί περισσὸν ποιεῖτε; Mt 5:47a. τί ποιεῖτε τοῦτο; what is this that you are doing? or why are you doing this? Mk 11:3 (GrBar 2:2 τί ἐποίησας τοῦτο; s. B-D-F §299, 1; Rob. 736; 738; Rdm.2 25f). τί ταῦτα ποιεῖτε; Ac 14:15a (as Demosth. 55, 5). τί σὺ ὧδε ποιεῖς; Hv 1, 1, 5. W. ptc. foll. (B-D-F §414, 5; Rob. 1121) τί ποιεῖτε λύοντες; what are you doing, untying? Mk 11:5. τί ποιεῖτε κλαίοντες; what are you doing, weeping? or what do you mean by weeping? Ac 21:13. τί ποιήσουσιν οἱ βαπτιζόμενοι; what are they to do, who have themselves baptized? 1 Cor 15:29.—A statement of what is to be done follows in an indirect question ὸ̔ ποιεῖς ποίησον do what you must do J 13:27 (as Epict. 3, 21, 24 ποίει ἃ ποιεῖς; 3, 23, 1; 4, 9, 18; TestJob 7:13).
    of meals or banquets, and of festivities of which a banquet is the principal part give ἄριστον Lk 14:12. δεῖπνον (q.v. bα) Mk 6:21; Lk 14:12, 16; J 12:2; Hs 5, 2, 9. δοχήν (s. δοχή) Lk 5:29; 14:13; GJs 6:2. γάμους (s. γάμος 1a) Mt 22:2 (JosAs 20:6).—Keep, celebrate (PFay 117, 12) the Passover (feast) Mt 26:18; Hb 11:28 (s. πάσχα 3). Also in connection w. τὴν ἑορτὴν ποιῆσαι Ac 18:21 D the Passover is surely meant. But π. is also used of festivals in general (cp. X., Hell. 4, 5, 2 ποιεῖν Ἴσθμια; 7, 4, 28 τὰ Ὀλύμπια).
    of the natural processes of growth; in plant life send out, produce, bear, yield καρπόν, καρπούς (Aristot., Plant. 1, 4, 819b, 31; 2, 10, 829a, 41; LXX [καρπός 1aα]) Mt 3:10; 7:17ab, 18, 19; 13:26; Lk 3:9; 6:43ab; 8:8; 13:9; Rv 22:2; also in imagery Mt 3:8; 21:43; Lk 3:8. κλάδους Mk 4:32. ἐλαίας Js 3:12a (cp. Jos., Ant. 11, 50 ἄμπελοι, αἳ ποιοῦσιν τὸν οἶνον). π. ὕδωρ produce water vs. 12b (but s. ἁλυκός).—Of capital yielding a return ἡ μνᾶ ἐποίησεν πέντε μνᾶς the mina has made five minas Lk 19:18. Also of a person who operates w. capital make money (Ps.-Demosth. 10, 76; Polyb. 2, 62, 12) ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα Mt 25:16 v.l.
    with focus on causality
    α. The result of the action is indicated by the acc. and inf.; make (to), cause (someone) to, bring it about that (Hom. et al.; also ins [SIG IV p. 510a index], pap, LXX; TestJob 3:7; 42:6; ParJer 9:16f; ApcMos 16; Just., A I, 26, 5, D. 69, 6; 114, 1; Ath. 13, 2) ποιεῖ αὐτὴν μοιχευθῆναι Mt 5:32. ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλεεῖς ἀνθρώπων Mk 1:17. Cp. 7:37b; Lk 5:34 ( force someone to fast); J 6:10; Ac 17:26; Rv 13:13b.—ἵνα takes the place of the inf.: ποιήσω αὐτοὺς ἵνα ἥξουσιν Rv 3:9; cp. 13:12b, 16. ἵνα without acc. (TestAbr B 6 p. 110, 20 [Stone p. 68] ποίησον ἵνα φαγῶμεν) J 11:37; Col 4:16; Rv 13:15.—ἡμῖν ὡς πεποιηκόσιν τοῦ περιπατεῖν αὐτόν us, as though we had caused him to walk Ac 3:12 (s. B-D-F §400, 7).
    β. w. a double accusative, of the obj. and the pred. (Hom. et al.; LXX; ApcEsdr 4:27 p. 38, 32 Tdf. λίθους ἄρτους ποιήσας; Mel., P. 68, 494 ποιήσας ἡμᾶς ἱεράτευμα καινόν), make someone or someth. (into) someth. W. noun as predicate acc.: ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων Mt 4:19. ὑμεῖς αὐτὸν (i.e. τὸν οἶκον τοῦ θεοῦ) ποιεῖτε σπήλαιον λῃστῶν 21:13; Mk 11:17; Lk 19:46. Cp. Mt 23:15b; J 2:16; 4:46, 54; cp. 2:11; Ac 2:36; 2 Cor 5:21; Hb 1:7 (Ps 103:4); Rv 1:6; 3:12 al. ποίησόν με ὡς ἕνα τ. μισθίων σου Lk 15:19, 21 v.l. (cp. Gen 45:8; 48:20 and s. B-D-F §453, 4; Rob. 481). If the obj. acc. is missing, it may be supplied fr. the context as self-evident ἁρπάζειν αὐτὸν ἵνα ποιήσωσιν βασιλέα take him by force, in order to make (him) king J 6:15.—1 Cor 6:15. Claim that someone is someth., pretend that someone is someth. J 8:53; 10:33; 19:7, 12; 1J 1:10; 5:10. Cp. 5b.—W. adj. as predicate acc.: εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους (Is 40:3) make the paths straight Mt 3:3; Mk 1:3; Lk 3:4. τρίχα λευκὴν π. Mt 5:36. Cp. 12:16; 20:12b; 26:73; 28:14; Mk 3:12; J 5:11, 15; 7:23; 16:2; Ac 7:19; Eph 2:14 ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἕν; Rv 12:15; 21:5. ἴσον ἑαυτὸν ποιῶν τῷ θεῷ (thereby) declaring that he was equal to God or making himself equal to God J 5:18.—Cp. use of the mid. 7b below.
    γ. w. adv. of place send outside ἔξω ποιεῖν τινα put someone out (=send outside; cp. X., Cyr. 4, 1, 3 ἔξω βελῶν ποιεῖν=‘put outside bowshot’) Ac 5:34.
    to carry out an obligation of a moral or social nature, do, keep, carry out, practice, commit
    do, keep the will or law obediently τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ etc. (JosAs 12:3; s. θέλημα 1cγ) Mt 7:21; 12:50; Mk 3:35; J 4:34; 6:38; 7:17; 9:31; Eph 6:6; Hb 10:7, 9 (both Ps 39:9), 36; 13:21; 1J 2:17; Pol 2:2; τὰ θελήματα Mk 3:35 v.l.; Ac 13:22; GEb 121, 34. π. τὰ θελήματα τῆς σαρκός Eph 2:3. Cp. Mt 21:31.—π. τὸν νόμον J 7:19; Gal 5:3; cp. Mt 5:19; Ro 2:14; Gal 3:10 (Dt 27:26); vs. 12 (cp. Lev 18:5).—Mt 7:24, 26; Lk 6:46; J 2:5; 8:44. ἐκεῖνο τὸ προσταχθὲν ἡμῖν ποιήσωμεν let us do what has been commanded us GMary 463, 27f (ParJer 6:9).—ὸ̔ ἐὰν φανηρώσῃ … ὁ θεός, τοῦτο ποιήσομεν GJs 8:2.—ἐξουσίαν ποιεῖν exercise authority Rv 13:12a.
    do, practice virtues (cp. SIG 304, 41f τὰ δίκαια): π. τὴν ἀλήθειαν (ἀλήθεια 2b) live the truth J 3:21 (cp. 1QS 1:5 al.); 1J 1:6. (τὴν) δικαιοσύνην (δικαιοσύνη 3a) 1J 2:29; 3:7, 10; Rv 22:11; 2 Cl 4:2; 11:7. τὰ ἐντολά Ro 22:14 v.l. (SGoranson, NTS 43, ’97, 154–57). Differently Mt 6:1 (δικαιοσύνη 3b), which belongs with ποιεῖν ἐλεημοσύνην vs. 2a and 3a (s. ἐλεημοσύνη 1); cp. Ac 9:36; 10:2; 24:17. π. ἐγκράτειαν 2 Cl 15:1. π. χρηστότητα Ro 3:12 (Ps 13:1, 3; 52:4 v.l.). π. ἔλεος show mercy Js 2:13; μετά τινος to someone Lk 1:72; 10:37a (JosAs 23:4; s. ἔλεος a and μετά A2γג).
    do, commit, be guilty of sins and vices (τὴν) ἁμαρτίαν (ἁμαρτία 1a) J 8:34; 2 Cor 11:7; 1 Pt 2:22; 1J 3:4a, 8, 9; pl. Js 5:15 (TestAbr B 10 p. 115, 10 [Stone p. 78, 10]). ἁμάρτημα (TestJob 11:3; ParJer 2:2; s. ἁμάρτημα) 1 Cor 6:18. (τὴν) ἀνομίαν (ἀνομία 2) Mt 13:41; 1J 3:4b; 1 Cl 16:10 (Is 53:9). βδέλυγμα καὶ ψεῦδος Rv 21:27. τὸ πονηρὸν τοῦτο GJs 13:1; cp. 13:2; 15:3f; ταῦτα 15:2. τὰ μὴ καθήκοντα Ro 1:28. ὸ̔ οὐκ ἔξεστιν Mk 2:24; cp. Mt 12:2.
    The manner of action is more definitely indicated by means of an adv. (Jos., C. Ap. 2, 51). καλῶς ποιεῖν do good or well Mt 12:12; 1 Cor 7:37, 38a (ApcMos 17). κρεῖσσον π. 7:38b; Js 2:8 (s. 5d below), 19; φρονίμως π. act wisely Lk 16:8; π. οὕτως do so (Chariton 8, 6, 4 ποιήσομεν οὕτως=this is the way we will proceed; JosAs 10:20; ApcMos 40; Mel., P. 13, 82) Mt 24:46; Lk 9:15; 12:43; J 14:31 (καθὼς … οὕτως π.); Ac 12:8; 1 Cor 16:1; Js 2:12; B 12:7; GJs 7:2. π. ὡσαύτως proceed in the same way Mt 20:5; ὁμοίως π. Lk 3:11; 10:37b. ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν as the dissemblers do Mt 6:2b. καθὼς ποιεῖτε 1 Th 5:11.—ποιεῖν foll. by a clause beginning w. ὡς: ἐποίησεν ὡς προσέταξεν he did as (the angel) had ordered Mt 1:24; cp. 26:19. Or the clause begins w. καθώς Mt 21:6; J 13:15b (TestJob 7:9). For GJs 17:1 s. 5e.
    The manner of the action is more definitely indicated by a prepositional expr. ποιεῖν κατά τι do or act in accordance w. someth. (SIG 915, 13 π. κατὰ τὰς συνθήκας; 1016, 6; PLille 4, 6; 22 [III B.C.]; BGU 998 II, 12 [II B.C.] π. κατὰ τὰ προγεγραμμένα) κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν as they do Mt 23:3b.—Lk 2:27. Also π. πρός τι: πρὸς τὸ θέλημα 12:47.
    to do someth. to others or someth., do someth. to/with, of behavior involving others, π. τι w. some indication of the pers. (or thing) with whom someth. is done; the action may result to the advantage or disadvantage of this person:
    neutral π. τί τινα do someth. with someone (double acc. as Demosth. 23, 194 τὶ ποιεῖν ἀγαθὸν τὴν πόλιν) τί ποιήσω Ἰησοῦν; what shall I do with Jesus? Mt 27:22. τί οὖν αὐτὴν ποιήσωμεν; what, then, shall I do about (Mary)? GJs 8:2; cp. 14:1; 17:1. τί ποιήσεις τὸν ἀγρόν; what will you do with the land? Hs 1:4 (ParJer 3:9 τί θέλει ποιήσω τὰ ἅγια σκεύη). Cp. Mk 15:12.—B-D-F §157, 1; Rob. 484.—Neutral is also the expr. π. τί τινι do someth. to someone J 9:26; 12:16; 13:12; Ac 4:16. Likew. the passive form of the familiar saying of Jesus ὡς ποιεῖτε, οὕτω ποιηθήσεται ὑμῖν as you do (whether it be good or ill), it will be done to you 1 Cl 13:2.
    to someone’s advantage: π. τί τινι (Diod S 18, 51, 3; TestAbr B 12 p. 116, 19 [Stone p. 80]; ParJer 3:12; ApcMos 3): ὅσα ἐὰν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι Mt 7:12a. τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; what do you want me to do for you? Mt 20:32.—25:40; cp. vs. 45; Mk 5:19f; 7:12; 10:35f, 51; Lk 1:49; 8:39ab; J 13:15a.—π. τι εἴς τινα 1 Th 4:10. π. τι μετά τινος (B-D-F §227, 3, add. reff. B-D-R) Ac 14:27; 15:4 (TestJob 1:4; on the constr. w. μετά s. 3b above and cp. BGU 798, 7; 948, 8).
    to someone’s disadvantage: π. τί τινι (Gen 20:9; JosAs 28:10 μὴ ποιήσητε αὐτοῖς κακόν; ApcMos 42) τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς; what will he do to the vine-dressers? Mt 21:40.—Mk 9:13; Lk 6:11; 20:15; Ac 9:13; Hb 13:6 (Ps 117:6); GJs 9:2.—π. τι εἴς τινα (PSI 64, 20; 22 [I B.C.] μηδὲ ποιήσειν εἰς σὲ φάρμακα) J 15:21. π. τι ἔν τινι Mt 17:12; Lk 23:31.
    w. dat. and adv. ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως they treated them in the same way Mt 21:36. οὕτως μοι πεποίηκεν κύριος the Lord has dealt thus with me Lk 1:25; cp. 2:48; Mt 18:35. εὖ ποιεῖν τινι Mk 14:7. καλῶς π. τινι Mt 5:44 v.l.; Lk 6:27. ὁμοίως π. τινι 6:31b.—In a condensed colloquialism (ποιεῖν) καθὼς ἐποίει αὐτοῖς (to do) as he was accustomed to do for them Mk 15:8 (s. εὐποιί̈α 1).
    w. dat. and prep. κατὰ τὰ αὐτὰ ἐποίουν τοῖς προφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν Lk 6:23; cp. vs. 26.
    do, make, with variations in specialized expressions
    get or gain someth. for oneself, provide oneself with someth. ποιήσατε ἑαυτοῖς βαλλάντια Lk 12:33; φίλους 16:9 (cp. X., An. 5, 5, 12 φίλον ποιεῖσθαί τινα).—Without a dat. Ἰησοῦς μαθητὰς ποιεῖ Jesus was gaining disciples J 4:1.
    of mental construction assume, suppose, take as an example (Hdt. et al.) w. double acc. (Pla., Theaet. 197d) ποιήσατε τὸ δένδρον καλόν suppose the tree is good Mt 12:33a; cp. vs. 33b.
    w. an acc. of time spend, stay (Anth. 11, 330; PSI 362, 15 [251/250 B.C.]; UPZ 70, 21; PFlor 137, 7 [III A.D.] ἡμέραν, ἥν ποιεῖ ἐκεῖ; PGen 54, 18 τρεῖς ἡμέρας; Pr 13:23; Ec 6:12; Tob. 10:7 BA; TestJob 20:5; 31:4; ParJer 6:16; ApcMos 37 ὥρας τρεῖς; Jos. Ant. 6, 18 μῆνας τέσσαρας; cp. our colloquial ‘do time’. Demosth. 19, 163 and Pla., Phileb. 50d are wrongly cited in this connection, as shown by WSchulze, Graeca Latina 1901, 23f) χρόνον (Dionys. Hal. 4, 66; ParJer 7:33; ApcMos 31) Ac 15:33; 18:23. μῆνας τρεῖς 20:3. τρεῖς μῆνας GJs 12:3. νυχθήμερον 2 Cor 11:25. ἐνιαυτόν Js 4:13 (TestJob 21:1 ἔτη).
    καλῶς ποιεῖν w. ptc. foll. do well if, do well to, as a formula somet.= please (s. καλῶς 4a and cp. SIG 561, 6f καλῶς ποιήσειν τοὺς πολίτας προσδεξαμένους; UPZ 110, 11 [164 B.C.]; POxy 300, 5 [I A.D.]; 525, 7; Hdt. 5, 24 εὖ ἐποίησας ἀφικόμενος; SIG 598e, 8f) Ac 10:33; Phil 4:14; 2 Pt 1:19; 3J 6; GEg 252, 53.—Sim. καλῶς ποιεῖν, εἰ … Js 2:8 (cp. PPetr II, 11 [1], 1 καλῶς ποιεῖς εἰ ἔρρωσαι).
    αὕτη ἡ ἡμέρα κυρίου ποιήσει ὡς βούλεται this day of the Lord will turn out as (the Lord) wills GJs 17:1 (deStrycker cites Mt 6:34 for the construction); if the accentuation αὐτή is adopted, render: the day of the Lord shall itself bring things about as (the Lord) wills.
    to be active in some way, work, be active, abs. (X., An. 1, 5, 8; Ruth 2:19) w. acc. of time (Socrat., Ep. 14, 8 ποιήσας ἡμέρας τριάκοντα) μίαν ὥραν ἐποίησαν they have worked for only one hour Mt 20:12a. ποιῆσαι μῆνας be active for months Rv 13:5.—Somet. it is not a general action or activity that is meant, but the doing of someth. quite definite. The acc. belonging to it is easily supplied fr. the context: λέγουσιν καὶ οὐ ποιοῦσιν they say (it), but do not do or keep (it) Mt 23:3c (the contrast is not betw. speaking [λαλεῖν] and acting in general).—2 Cor 8:10f (s. Betz, 2 Cor p. 64); 1 Th 5:24.
    make/do someth. for oneself or of oneself mid.
    mostly as a periphrasis of the simple verbal idea (s. 2d) ἀναβολὴν ποιεῖσθαι Ac 25:17 (s. ἀναβολή). ἐκβολὴν ποιεῖσθαι 27:18 (s. ἐκβολή); αὔξησιν π. Eph 4:16; δέησιν or δεήσεις π. Lk 5:33; Phil 1:4; 1 Ti 2:1 (s. δέησις). διαλογισμοὺς π. 1 Cl 21:3; τὰς διδασκαλίας Papias (2:15); τὴν ἕνωσιν π. IPol 5:2; ἐπιστροφὴν π. 1 Cl 1:1 (ἐπιστροφή 1); καθαρισμὸν π. Hb 1:3 (καθαρισμός 2). κοινωνίαν Ro 15:26. κοπετόν Ac 8:2 v.l.; λόγον (Isocr., Ep. 2, 2; Just., D. 1, 3 al.) 1:1; 11:2 D; 20:24 v.l. (on these three passages s. λόγος: 1b; 1aγ and 1aα, end). μνείαν Ro 1:9; Eph 1:16; 1 Th 1:2; Phlm 4 (μνεία 2). μνήμην 2 Pt 1:15 (s. μνήμη 1). μονήν J 14:23 (μονή 1). νουθέτησιν 1 Cl 56:2 (Just., A I, 67, 4). ὁμιλίαν IPol 5:1 (ὁμιλία 2). ποιεῖσθαι τὴν παραβολήν AcPlCor 2:28. πορείαν π. (=πορεύεσθαι; cp. X., An. 5, 6, 11, Cyr. 5, 2, 31; Plut., Mor. 571e; Jos., Vi. 57; 2 Macc 3:8; 12:10; Ar. 4, 2) Lk 13:22. πρόνοιαν π. make provision, care (Isocr. 4, 2 and 136; Demosth., Prooem. 16; Ps.-Demosth. 47, 80; Polyb. 4, 6, 11; Dion. Hal. 5, 46; Aelian, VH 12, 56. Oft. in ins and pap [esp. of civic-minded people]; Da 6:19 προν. ποιούμενος αὐτοῦ; Jos., Bell. 4, 317, C. Ap. 1, 9; Ar. 13, 2) Ro 13:14; Papias (2:15). προσκλίσεις π. 1 Cl 47:3; σπουδὴν π. be eager (Hdt. 1, 4; 5, 30 πᾶσαν σπουδὴν ποιούμενος; 9, 8; Pla., Euthyd. 304e, Leg. 1, 628e; Isocr. 5, 45 πᾶσαν τὴν σπ.̀ περὶ τούτου ποιεῖσθαι; Polyb. 1, 46, 2 al.; Diod S 1, 75, 1; Plut., Mor. 4e; SIG 539A, 15f; 545, 14 τὴν πᾶσαν σπ.̀ ποιούμενος; PHib 71, 9 [III B.C.] τ. πᾶσαν σπ. ποίησαι; 44, 8) Jd 3. συνελεύσεις ποιεῖσθαι come together, meet 1 Cl 20:10 (Just., A I, 67, 7). συνωμοσίαν ποιεῖσθαι form a conspiracy (Polyb. 1, 70, 6; Herodian 7, 4, 3; SIG 526, 16) Ac 23:13.—Cp. use of the act. 2d.
    w. double acc., of the obj. and pred. (Lucian, Prom. Es in Verb. 6 σεμνοτάτας ἐποιεῖτο τὰς συνουσίας; GDI 4629, II, 22; 25 [Laconia]; Jos., Ant. 2, 263; s. 2hβ) βεβαίαν τὴν κλῆσιν ποιεῖσθαι make the calling certain 2 Pt 1:10. οὐδενὸς λόγου ποιοῦμαι τὴν ψυχὴν τιμίαν ἐμαυτῷ I don’t consider my life as something of value for myself Ac 20:24. Cp. use of the act. 2hβ.—B. 538. Cp. πράσσω. Schmidt, Syn. I 397–423. DELG. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ποιέω

  • 5 συνεργέω

    συνεργέω impf. συνήργουν; 1 aor. συνήργησα (Eur., X.+; ins, pap, LXX, Test12Patr, Philo; Jos., Bell. 6, 38, Ant. 1, 156; Just., D. 142, 2; Orig.) to engage in cooperative endeavor, work together with, assist, help abs. τοῦ κυρίου συνεργοῦτος (PAmh 152, 5 τοῦ θεοῦ συνεργήσαντος; Did., Gen. 162, 10 συνεργῶν ὁ τῶν ὅλων θεός) Mk 16:20. παντί τῷ συνεργοῦντι to everyone who helps (such people as Stephanas) in the work 1 Cor 16:16. With συνεργοῦντες 2 Cor 6:1 either θεῷ (Hofmann, Windisch, Sickenberger, NRSV) or ὑμῖν (Chrysost., Bengel, Schmiedel, Bachmann) can be supplied. ς. ἐν παντὶ πράγματι be helpful in every respect Hs 5, 6, 6. W. dat. of person or thing that is helped (X., Mem. 4, 3, 12; Diod S 4, 25, 4 ς. ταῖς ἐπιθυμίαις=assist [him] in his wishes; OGI 45, 11 [III B.C.]; PSI 376, 4 [250 B.C.]; 1 Macc 12:1; TestReub 3:6; TestIss 3:7 ὁ θεός): βλέπεις ὅτι ἡ πίστις συνήργει τοῖς ἔργοις αὐτοῦ you see that faith worked with (and thereby aided) his good deeds Js 2:22. W. the goal indicated by εἰς (Epict. 1, 9, 26; Appian, Syr. 59 §309 ἐς τὸν θάνατον ς., Bell. Civ. 5, 90 §378; Philo, Agr. 13; TestGad 4:7 εἰς θάνατον, εἰς σωτηρίαν): in τοῖς ἀγαπῶσιν τὸν θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν Ro 8:28, ς. means assist (or work with) someone to obtain someth. or bring someth. about (IG2, 654, 15f ς. εἰς τ. ἐλευθερίαν τῇ πόλει; Larfeld I 500; Plut., Mor. 769d οὕτως ἡ φύσις γυναικὶ … πρὸς εὔνοιαν ἀνδρὸς καὶ φιλίαν μεγάλα συνήργησεν ‘thus nature greatly assists a self-controlled woman in securing the goodwill and friendship of her husband’; cp. Polyb. 11, 9, 1). Then the subj. will be either πάντα everything helps (or works with or for) those who love God to obtain what is good (Vulg., Zahn, Sickenberger, Althaus, RSV mg.; NRSV), or ὁ θεός, which is actually read after συνεργεῖ in good and very ancient mss. (P46 BA; Orig. For ἡμῖν συνεργεῖν of gods: X., Mem. 4, 3, 12; but s. MBlack, The Interpr. of Ro 8:28: OCullmann Festschr. ’62, 166–72); in the latter case πάντα is acc. of specification (πᾶς 1dβ) in everything God helps (or works for or with) those who love him to obtain what is good (so RSV; NRSV mg.; Syr., Copt., BWeiss, RLipsius, Jülicher, Kühl, Ltzm.; Goodsp., Probs. 148–50.—Cp. OGI 219, 10f on helpful deity. The prep. phrase ς. … εἰς would correspond exactly to Alex. Aphr., Fat. 31 p. 203, 8 Br. acc. to cod. H: εἰς ἀγαθὸν οὐδὲν ὁ Πύθιος τῷ Λαί̈ῳ συνεργεῖ=‘in no respect does Apollo work w. Laius for good’, or ‘help L. to obtain what is good’. For the idea cp. Herm. Wr. 9, 4b πάντα γὰρ τῷ τοιούτῳ [=θεοσεβεῖ], κἂν τοῖς ἄλλοις τὰ κακά, ἀγαθά ἐστι ‘everything is good for such a [god-fearing] person, even if bad for others’; Plotin. 4, 3, 16, 21. JBauer, ZNW 50, ’59, 106–12. Cp. Sext. Emp., Outlines of Pyrrhonism I, 207 ‘be to one’s advantage’ [communication fr. EKrentz]).—DELG s.v. ἔργον. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > συνεργέω

  • 6 πολύς

    πολύς, [dialect] Att. πολλή, πολύ; gen. πολλοῦ, ῆς, ou=; dat. πολλῷ, ῇ, ῷ; acc. πολύν, πολλήν, πολύ:—[dialect] Ion. [full] πολλός Anacr.43.3,
    A

    πολλή, πολλόν Xenoph.9

    , Democr.219, Hp.VM1, Herod.3.19; also in Trag., S.Ant.86, Tr. 1196; acc. πολλόν, πολλήν, πολλόν: Hdt. uses the [dialect] Ion. forms, but codd. have

    πολύν 2.121

    .δ, 3.57, v.l. in 6.125,

    πολύ 2.106

    ,3.38,6.72,7.46, 160 ( πολύ also in Heraclit.114, Democr. 244):—both sets of forms are found in [dialect] Ep., also gen. sg.

    πολέος Il.4.244

    , etc.: nom. pl.

    πολέες 2.417

    , al., once [var] contr.

    πολεῖς 11.708

    ; gen. πολέων (trisyll.) 5.691, (disyll.) 16.655; dat.

    πολέσι 10.262

    ,al.;

    πολέσσι 13.452

    , al.;

    πολέεσσι 9.73

    , Od.5.54, Hes.Op. 119, etc.; acc. πολέας (trisyll.) Il.3.126, etc., (disyll.) 1.559,2.4, Hes.Op. 580 (freq. with v.l. πολεῖς Il.15.66, etc.); in later [dialect] Ep. πολέες is used as fem., Call.Del.28, also

    πολέας Id.Dian.42

    , A.R.3.21; neut.

    πολέα Q.S.1.74

    (v. infr.):—[dialect] Ep. also have [full] πουλύς (once in Hes., Th. 190, also Thgn. 509, sts. fem. in Hom.,

    πουλὺν ἐφ' ὑγρήν Il.10.27

    ,

    ἠέρα πουλύν 5.776

    ), neut.

    πουλύ Od.19.387

    ; these forms are found in codd. of Hp. and Aret. (who uses πολύ, πουλύ and πολλόν in neut.), but not in Hdt.:— Lyr. and Trag. (lyr.) sts. use [dialect] Ep. forms, dat. sg.

    πολεῖ A.Supp. 745

    ; nom. pl.

    πολέες B.10.17

    ; neut.

    πολέα A.Ag. 723

    ;

    πολέων E.Hel. 1332

    (fem., B.5.100); dat. pl.

    πολέσι E.IT 1263

    . [ῠalways.]
    I of Number, many, Il.2.417, etc.; ἐκ πολλῶν, opp. ἐξὀλίγων, Hes.Th. 447; τριηκόντων ἐτέων πόλλ' ἀπολείπων wanting many of thirty years, Id.Op. 696;

    παρῆσάν τινες, καὶ πολλοί γε Pl.Phd. 58d

    ;

    οὐ πολλοί τινες A.Pers. 510

    : with Nouns of multitude,

    πουλὺς ὅμιλος Od.8.109

    ;

    πλῆθος πολλόν Hdt.1.141

    ;

    ἔθνος πολλόν Id.4.22

    ; later πουλὺ.. ἐπ' ἔτος many a year, AP6.235 (Thall.);

    π. ἦν ὁ καταπλέων Plb.15.26.10

    ; of anything often repeated,

    περὶ σέο λόγος ἀπῖκται π. Hdt.1.30

    ;

    πολλὸν ἦν τοῦτο τὸ ἔπος Id.2.2

    , cf. 3.137, etc.;

    πολὺ.. τὸ σὸν ὄνομα διήκει πάντας S.OC 305

    ;

    τούτῳ πολλῷ χρήσεται τῷ λόγῳ

    often,

    D.21.29

    ; τοῦτο ἐπιεικῶς πολὺ νῦν ἐστι is fairly frequent, Luc.Hist.Conscr.15.
    2 of Size, Degree, Intensity, much, mighty, ὄμβρος, νιφετός, Il.10.6;

    π. ὕπνος Od.15.394

    ;

    πῦρ.. π. 10.359

    ; π. ὑμέναιος a loud song, Il.18.493; π. ὀρυμαγδός, ῥοῖζος, etc., 2.810, Od.9.315, etc.; π. ἀνάγκη strong necessity, E.Ph. 1674; π. γέλως, βοή, much or great, S.Aj. 303, 1149; μωρία ib. 745; ὄλβος, αἰδώς, A.Pers. 251, Ag. 948;

    ἀσφάλεια Th.2.11

    ; ἀλογία, εὐήθεια, Pl.Phd. 67e, Phdr. 275c, etc.
    b rarely of a single person, great, mighty,

    μέγας καὶ πολλὸς ἐγένεο Hdt.7.14

    , cf. E.Hipp.1; ὁ π. σοφιστής, στρατηγός, Chor.p.23 B., Id.in Rev.Phil.1.68;

    ὁ πάντα π. Id.p.27

    B.; ὁ πολύς alone, of Hippocrates, Gal.19.530; of Trajan, Lyd.Mag.2.28;

    ῥώμην σώματος πολύς D.H.2.42

    .
    c joined with a Verb, Κύπρις γὰρ οὐ φορητός, ἢν πολλὴ ῥυῇ if she flow with full stream, metaph. from a river, E.Hipp. 443;

    θρασυνομένῳ καὶ πολλῷ ῥέοντι D. 18.136

    ; from the wind, ὡς π. ἔπνει καὶ λαμπρός was blowing strong and fresh, Id.25.57, cf. Ar.Eq. 760, AP11.49 (Even.): generally, with might or force,

    ὅταν ὁ θεὸς.. ἔλθῃ πολύς E.Ba. 300

    ;

    ἢν π. παρῇ Id.Or. 1200

    ;

    π. καὶ τολμηρὸς ἅνθρωπος D.40.53

    : with part. and εἰμί, πολλὸς ἦν λισσόμενος was all entreaties, Hdt.9.91;

    ἦν πολλὸς ὑπὸ παντὸς ἀνδρὸς αἰνεόμενος Id.1.98

    ;

    Ἐτεοκλέης ἂν εἷς π... ὑμνοῖθ' A.Th.6

    ;

    π. ἐνέκειτο λέγων Hdt.7.158

    ;

    π. τοῖς συμβεβηκόσιν ἔγκειται D.18.199

    ; also

    π. ἦν ἐν τοῖσι λόγοισι Hdt.8.59

    ;

    πρὸς ταῖς παρασκευαῖς Plb.5.49.7

    ;

    ἐπὶ τῇ τιμωρίᾳ D.S.14.107

    : without a Prep.,

    π. ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής Aeschin.2.41

    ; π. μὲν γὰρ ὁ Φίλιππος ἔσται will be often mentioned, Id.1.166.
    3 of Value or Worth,

    πολέος δέ οἱ ἄξιος ἔσται Il.23.562

    , cf. Od.8.405;

    πολλοῦ ἄξιος X.An.4.1.28

    , etc.;

    πολλῶν ἄξιος Ar. Pax 918

    ; περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί τι, Lat. magni facere, cf.

    περί A.

    IV; ἐπὶ πολλῷ at a high price, D.8.53;

    ἐπὶ π. ἐρραθυμηκότες Id.1.15

    ; πολύ ἐστί τι it is worth much, of great conscquence, X.Oec.18.7.
    4 of Space, large, wide, π. χώρη, πεδίον, Il.23.520,4.244, etc.; πόντος, πέλαγος, Hes.Op. 635, S.Ph. 635;

    χῶρος πλατὺς καὶ π. Hdt.4.39

    ; λίμνη μεγάλη τε καὶ π. ib. 109;

    π. ἡ Σικελία Th. 7.13

    ;

    π. ἡ Ἑλλάς Pl.Phd. 78a

    , etc.; πολλὸς ἔκειτο he lay outstretched wide, Il.7.156, cf. 11.307; π. κέλευθος a far way, A.Pers. 748 (troch.): without

    ὁδός, πολλὴ μὲν εἰς Ἡράκλειαν.., πολλὴ δὲ εἰς Χρυσόπολιν.. X.An.6.3.16

    : διὰ πολλοῦ, ἐκ πολλοῦ, v. infr. IV.
    5 of Time, long,

    χρόνος S.Aj. 1402

    (anap.), etc.;

    πολὺν χρόνον Il.2.343

    , etc.;

    οὐ π. χρ. S.Ph. 348

    , etc.; so

    πολλοῦ χρόνου Ar.Pl.98

    ;

    χρόνῳ πολλῷ S.Tr. 228

    ; διὰ πολλοῦ (sc. χρόνου) Luc.Nec.15;

    ἐκ πολλοῦ Th.1.58

    , D. 21.41; πρὸ πολλοῦ long before, D.S.14.43;

    οὐ μετὰ πολύ Luc.Tox.54

    ; ἔτι πολλῆς νυκτός while still quite night, Th.8.101; πολλῆς ὥρας late in the day, Plb.5.8.3;

    ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35

    ;

    ἔτι ἔστιν ἡμέρα πολλή LXX Ge.29.7

    .
    II Special usages:
    1 c. partit.gen., e.g. πολλοὶ Τρώων, for πολλοὶ Τρῶες, Il.18.271, etc.; neut., πολλὸν σαρκός, for πολλὴ σάρξ, Od.19.450: in Prose, the Adj. generally takes the gender of the gen.,

    τὸν πολλὸν τοῦ χρόνου Hdt.1.24

    ; τῆς γῆς οὐ πολλήν Th.6.7;

    τῆς ἀθάρης πολλήν Ar.Pl. 694

    ;

    πολλὴν τῆς χώρας X.Cyr. 3.2.2

    ;

    ὁ π. τοῦ λόγου D.44.6

    ; v. infr. 3.
    2 joined with another Adj.,

    πολλὰ δυστερπῆ κακά A.Ch. 277

    , cf. 585 (lyr.), etc.: more freq. joined to another Adj. by καί, πολέες τε καὶ ἐσθλοί many men and good, Il.6.452, etc.;

    πολέες τε καὶ ἄλκιμοι 21.586

    ;

    πολλὰ καὶ ἐσθλά Od.2.312

    ; παλαιά τε πολλά τε ib. 188;

    ἄκοσμά τε π. τε Il.2.213

    ;

    πολλαί γε.. καὶ ἄλλαι Hes.Th. 363

    ;

    π. τε καὶ κακά Hdt.4.167

    , etc.;

    π. κἀγαθά Ar.Th. 351

    (but

    π. ἀγαθά IG12.76.45

    );

    π. καὶ ἀνόσια Pl.R. 416e

    ;

    π. καὶ μακάρια Id.Plt. 269d

    ;

    π. καὶ πονηρά X.Mem.2.9.6

    ;

    πολλά τε καὶ δεινά Id.An.5.5.8

    ;

    μεγάλα καὶ π. D.36.22

    ; π. καὶ καλοὺς (s.v.l.) κινδύνους, π. καὶ καλὰ παραδείγματα, Din.1.109.
    3 with the Art. (in Hom. without the Art., Il.2.483, 5.334, 22.28), of persons or things well known, Ἑλένα μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ π. ψυχὰς ὀλέσασ' those many lives, A.Ag. 1456 (lyr.), cf. S.OT 845, Th.3.87, Pl.Phd. 88a, Ti. 54a, Act.Ap.26.24: with abstract Nouns,

    τᾶς πολλᾶς ὑγιείας A. Ag. 1001

    (lyr., dub.);

    τὸ πολλόν

    numbers,

    Hdt.1.136

    .
    b οἱ π. the many, i.e. the greater number,

    Ἀθηναῖοι.. ἀπῆλθον οἱ πολλοί Th. 1.126

    , cf. 3.32, etc. (so in sg., ὁ πολλὸς λόγος the prevailing report, Hdt.1.75);

    τοῖς π. κριταῖς S.Aj. 1243

    : with gen., τοῖς π. βροτῶν ib. 682;

    οἱ π. τῶν ἀνθρώπων X.Cyr.8.2.24

    ;

    οἱ πολλοὶ ἅπαντες

    far the most,

    Hp.

    Aër.20 (v.l. μάλιστα for ἅπαντες); for τὰ πολλὰ πάντα, v. infr. 111.1a: hence οἱ πολλοί the people, the commonalty, opp. οἱ μείζω κεκτημένοι, Th.1.6; opp. οἱ κομψότεροι, Pl.R. 505b; οἱ π., = Lat. plebs, D.S.20.36; τῶν πολλῶν εἷς one of the multitude, D.21.96; also

    ὁ π. λεώς Luc.JTr.53

    , cf. Rh.Pr.17;

    ὁ π. ὅμιλος Id.Luct.2

    . Hdn.1.1.1, etc.;

    ὁ π. δῆμος Luc.Apol.15

    ;

    ὁ π. ὄχλος Ph. 2.4

    ; ὁ π. alone, = vulgus, v.l. in D.S.2.29; the ordinary man, Epicur.Fr. 478, Phld.Rh.2.154S.;

    νίμμα ὁ π. λέγει, ἡμεῖς ἀπόνιπτρον λέγομεν Phryn.170

    , cf.369; ὁ ἐμπαθὴς καὶ π. ἄνθρωπος 'l'homme moyen sensuel', Herm.in Phdr.p.146A.; ὁ π. ἄνθρωπος (with pl. Verb) the average man, opp. τὸ ἐξαίρετον, Eun.Hist.p.216 D.
    c τὸ πολύ, c. gen.,

    τῆς στρατιῆς τὸ πολλόν Hdt.8.100

    ;

    τὸ π. τοῦ χρόνου Hp.

    Aër. 20;

    τῶν λογάδων τὸ π. Th.5.73

    ;

    τῶν ὅπλων τὸ π. Pl.Plt. 288b

    ; also

    ὁ στρατὸς ὁ πολλός Hdt.1.102

    ;

    ἡ δύναμις ἡ π. Th.1.24

    ; ὁ π. βίοτος the best part of life, S.El. 185 (lyr.).
    d

    τὰ πολλά

    the most,

    Od.22.273

    , and perh. 2.58, 17.537 (elsewh. in Hom. πολλά, as Subst., means much riches, great possessions, Il.11.684, Od.19.195);

    τὰ π. τοῦ πολέμου Th.2.13

    ; πρὸς τὸ τῶν π. μέγεθος in regard to the size of the average, Arist.Rh. 1363b11.
    4 pl. πολλά very much, too much, πολλὰ πράσσειν, = πολυπραγμονεῖν, E.Supp. 576, Ar.Ra. 228;

    π. ἔπαθεν Pi.O.13.63

    , etc.; π. ἔρξαι τινά to do one much harm, A. Th. 923 (lyr.).
    6 πολύς repeated,

    ἦ πολλὰ πολλοῖς εἰμι διάφορος βροτῶν E.Med. 579

    , cf. A.Supp. 451;

    τὰ μὲν οὖν πολλὰ πολλοῦ χρόνου διηγήσασθαι Pl.R. 615a

    , etc.; πολλοῦ πολύς, v. infr. 111.1b: with Advbs. πολλάκις, πολλαχῇ, etc. (qq. v., cf. 111.1 e).
    III Adverbial usages:
    a neut. πολύ ([dialect] Ion. πολλόν) , πολλά, much,

    πόλλ' ἀεκαζομένη Il.6.458

    , etc.; strengthd.,

    μάλα πολλά 8.22

    , al.;

    πάνυ πολύ Pl.Alc.1.119c

    ;

    πολύ τι Id.R. 484d

    ; esp. of repetition, often, Il.2.798, Od.13.29, Hes.Op. 322; so of earnest commands and entreaties, πολλὰ κελεύων, πόλλ' ἐπέτελλον, πολλὰ λισσομένη, πολλὰ μάλ' εὐχομένω, Il.5.528, 11.782, 5.358, 9.183: with the Art.,

    τὸ πολύ

    for the most part,

    Pl.Prt. 315a

    , etc. (but with numerals, at most, Vett. Val.9.5);

    ὡς τὸ π. X.Mem.1.1.10

    , etc.;

    τὰ πολλά Th.1.13

    , 2.11,87, etc.;

    ὡς τὰ π. Id.5.65

    , etc.;

    τὰ π. πάντα Hdt.1.203

    , 2.35, 5.67.
    b of Degree, far, very much,

    ἀπέφυγε πολλὸν τοὺς διώκοντας Id.6.82

    : also abs. gen. πολλοῦ very,

    θρασὺς εἶ πολλοῦ Ar.Nu. 915

    , cf. Eup.74;

    πολλοῦ δύνασθαι Alciphr.1.9

    (s.v.l.); πολλοῦ πολύς, πολλὴ πολλοῦ, much too much, Ar.Eq. 822,Ra. 1046.
    c of Space, a great way, far,

    οὐ πολλόν Hdt.1.104

    ;

    πολὺ οὐκ ἐξῄεσαν Th.1.15

    , etc.
    d of Time, long,

    ὡς πολλὸν τοῦτο ἐγίνετο Hdt.4.126

    , cf. 6.129.
    e of Probability, ἐὰν πολλὰ πολλῶν τέκῃς, perh. = ἐὰν πολλάκις τέκῃς,POxy. 744.9 (i B.C./i A.D.);

    ἐάν τι πολλὰ πολλάκις πάθω Ar.Ec. 1105

    .
    2 πολύ is freq. joined with Adjs. and Advbs.,
    a with a [comp] Comp. to increase its comp. force, πολὺ μεῖζον, πολλὸν παυρότεροι, Il.1.167, Od.14.17; πολὺ μᾶλλον much more, Il.9.700; πολύ τι μᾶλλον f.l. in D.H. Comp.4 (p.22 U.-R.): with words, esp. Preps., between πολύ and its Adj., π. ἐν πλέονι, π. ἐπὶ δεινοτέρῳ, Th.1.35, Pl.R. 589e;

    πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων Id.Phd. 110c

    ;

    π. σὺν φρονήματι μείζονι X.An.3.1.22

    , cf.3.2.30, Smp.1.4 (but the Prep. freq. comes first,

    ἐκ π. ἐλάττονος And.1.109

    , etc.); so πολλῷ is freq. used with the [comp] Comp., by far, A.Pr. 337, Hdt. 1.134, etc.;

    π. μᾶλλον S.OT 1159

    , Pl.Phd. 80e; οὐ πολλῷ τεῳ ἀσθενέστερον not a great deal weaker, Hdt.1.181, cf. 2.48,67, etc.: πολύ with all words implying comparison, πολὺ πρίν much sooner, Il.9.250;

    π. πρό 4.373

    : with the comp. Verb

    φθάνω, ἦ κε πολὺ φθαίη 13.815

    ; so πολὺ προβέβηκας ἁπάντων, πολὺ προμάχεσθαι ἁπάντων, 6.125, 11.217;

    προὔλαβε πολλῷ Th.7.80

    : with βούλομαι, = prefer,

    ἡμῖν πολὺ βούλεται ἢ Δαναοῖσι νίκην Il.17.331

    , cf. Od.17.404; πολύ γε in answers, after a [comp] Comp. or [comp] Sup., ἀργὸς.. γενήσεται μᾶλλον; Answ.

    πολύ γε Pl.R. 421d

    , cf. 387e, etc.
    b with a [comp] Sup., πολὺ πρώτιστος, πολλὸν ἄριστος, far the first, etc., Il.2.702, 1.91, etc.;

    προθυμία π. τολμηροτάτη Th.1.74

    , etc.;

    πολλόν τι μάλιστα Hdt.1.56

    ;

    π. δή, π. δὴ γυναῖκ' ἀρίσταν E.Alc. 442

    (lyr.), cf. Ar.Av. 539, Archestr.Fr.34.9; also

    πολλῷ πλεῖστοι Hdt.5.92

    .έ, 8.42;

    π. μεγίστους Id.4.82

    .
    c with a Positive, to add force to the Adj.,

    ὦ πολλὰ μὲν τάλαινα, πολλὰ δ' αὖ σοφή A.Ag. 1295

    ; also

    ἐς πόλλ' ἀθλία πέφυκ' ἐγώ E.Ph. 619

    (troch.);

    πολὺ ἀφόρητος Luc.DMeretr. 9.3

    ; cf. πλεῖστος.
    IV with Preps.,
    1 διὰ πολλοῦ at a great interval of Space or Time, v. διά A.1.5, 11.2.
    2 εἰς πολύ for a long time, Plot.2.1.3.
    3 ἐκ πολλοῦ from a great distance, Th.4.32, etc.; for a long time, v. ἐκ 11.1.
    4 ἐπὶ πολύ,
    a over a great space, far,

    οὐκ ἐπὶ πολλόν Hdt.2.32

    ; ἐπὶ π. τῆς θαλάσσης, τῆς χώρας, Th.1.50,4.3, etc.; to a great extent, Id.1.6,18,3.83; cf.

    ποιέω B.11.2

    .
    b for a long time, long, Id.5.16;

    τῆς ἡμέρας ἐπὶ π. Id.7.38

    , cf. 39.
    c

    ὡς ἐπὶ π.

    very generally,

    Id.1.12

    (v.l.), Archyt. ap. Stob.3.1.195;

    ὡς ἐπὶ τὸ π.

    for the most part,

    Th.2.13

    , Pl.Plt. 294e, etc.;

    μὴ καθ' ἓν ἕκαστον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Isoc.4.154

    ;

    τό γ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Id.8.35

    .
    5 παρὰ πολύ by far, v. παρά C.111.5.
    6 περὶ πολλοῦ, v. supr. 1.3.
    7 πρὸ πολλοῦ far before,

    τῆς πόλεως D.H.9.35

    ; also of Time, οὐ πρὸ π. not long before, Id.5.62.
    8 σὺν πολλῷ in no small degree, only too much or too well, Hld.2.8,9.20, 10.9 (cf. CR41.53).
    V for [comp] Comp. πλείων, πλέων, [comp] Sup. πλεῖστος, v. sub vocc. (Cf. Skt. purú-, Goth. filu 'much'.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πολύς

  • 7 ποιέω

    ποιέω, [dialect] Dor. [full] ποιϝέω IG4.800 ([place name] Troezen), etc.: [dialect] Ep. [tense] impf.
    A

    ποίεον Il. 20.147

    ; [var] contr.

    ποίει 18.482

    ; [dialect] Ion.

    ποιέεσκον Hdt.1.36

    , 4.78: [tense] fut. ποιήσω: [tense] aor. ἐποίησα, [dialect] Ep.

    ποίησα Il.18.490

    : [tense] pf. πεποίηκα:—[voice] Med., [dialect] Ion. [tense] impf.

    ποιεέσκετο Hdt.7.119

    : [tense] fut.

    ποιήσομαι Il.9.397

    : in pass. sense, Hp.Decent.11, Arist.Metaph. 1021a23: [tense] aor. ἐποιησάμην, [dialect] Ep.

    ποι- Od.5.251

    , al.: [tense] pf. πεποίημαι in med. sense, And.4.22, Decr. ap. D. 18.29:—[voice] Pass., [tense] fut. ποιηθήσομαι ([etym.] μετα-) D.23.62, v. supr.;

    πεποιήσομαι Hp.Mul.1.11

    ,37: [tense] aor.

    ἐποιήθην Hdt.2.159

    , etc. (used as [voice] Med. only in compd. προς-): [tense] pf.

    πεποίημαι Il.6.56

    , etc.:—[dialect] Att. [full] ποῶ (EM 679.24), etc., is guaranteed by metre in Trag. and Com., as

    ποῶ S. OT 918

    ,

    ποεῖν Id.Tr. 385

    ,

    ποεῖς Ar.Ach. 410

    , etc., and found in cod. Laur. of S., cod. Rav. of Ar., also IG12.39.6 ([etym.] ποήσω), 82.9 ([etym.] ποεῖ), 154.7 ([etym.] ἐποησάτην), etc.; but ποι- is always written before -οι, -ου, -ω in Inscrr.: πο- also in [dialect] Aeol.

    πόημι πόης πόει PBouriant8.71

    ,75, Sapph. Supp.1.9, al., and Arc. ποέντω, = ποιούντων, IG5(2).6.9 (Tegea, iv B.C.); cf. ποιητής.
    0-0 Used in two general senses, make and do.
    A make, produce, first of something material, as manufactures, works of art, etc. (opp. πράττειν, Pl.Chrm. 163b), in Hom. freq. of building, π. δῶμα, τύμβον, Il.1.608,7.435;

    εἴδωλον Od.4.796

    ; π. πύλας ἐν [πύργοις] Il.7.339; of smith's work, π. σάκος ib. 222;

    ἐν [σάκεϊ] ποίει δαίδαλα πολλά 18.482

    , cf. 490, 573: freq. in Inscrr. on works of art, Πολυμήδης ἐποίϝηh' (= ἐποίησε )

    Ἀργεῖος SIG5

    (vi B.C., cf. Class.Phil.20.139);

    Θεόπροπος ἐποίει Αἰγινάτας SIG18

    (vi/v B.C.), etc.; ἐποίησε Τερψικλῆς ib.3b(Milet., vi B.C.), etc.;

    τίς.. τὴν λίθον ταύτην τέκτων ἐποίει; Herod.4.22

    ; εἵματα ἀπὸ ξύλων πεποιημένα made from trees, i.e. of cotton, Hdt.7.65;

    ναὸν ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἀργυρίου X.An. 5.3.9

    ;

    πλοῖα ἐκ τῆς ἀκάνθης ποιεύμενα Hdt.2.96

    ;

    καρβάτιναι πεποιημέναι ἐκ βοῶν X.An.4.5.14

    : c. gen. materiae,

    πωρίνου λίθου π. τὸν νηόν Hdt.5.62

    ;

    ἔρυμα λίθων λογάδην πεποιημένον Th.4.31

    ;

    φοίνικος αἱ θύραι πεποιημέναι X.Cyr.7.5.22

    : rarely

    ποιεῖσθαί τινι

    to be made with..,

    Longus 1.4

    ; also τῶν τὰ κέρεα.. οἱ πήχεες ποιεῦνται the horns of which are made into the sides of the lyre, Hdt.4.192; also δέρμα εἰς περικεφαλαίας πεποίηται Sch.Patm.D.in BCH1.144:—[voice] Med., make for oneself, as of bees, οἰκία ποιήσωνται build them houses, Il.12.168, cf. 5.735, Od.5.251, 259, Hes.Op. 503; [ῥεῖθρον] π., of a river, Thphr. HP3.1.5; also, have a thing made, get it made,

    ὀβελούς Hdt.2.135

    ;

    στεφάνους οὓς ἐποιησάμην τῷ χορῷ D.21.16

    , cf. X.An.5.3.5; τὸν Ἀπόλλω, i.e. a statue of A., Pl.Ep. 361a;

    αὑτοῦ εἰκόνας Plu. Them.5

    , cf. Inscr.Prien.25.9 (iii B.C.?).
    2 create, bring into existence,

    γένος ἀνθρώπων χρύσεον Hes.Op. 110

    , cf. Th. 161, 579, etc.;

    ὁ ποιῶν

    the creator,

    Pl.Ti. 76c

    ;

    ἕτερον Φίλιππον ποιήσετε D.4.11

    :—[voice] Med., beget,

    υἱόν And.1.124

    ;

    ἔκ τινος Id.4.22

    ; παῖδας ποιεῖσθαι, = παιδοποιεῖσθαι, X.Cyr.5.3.19, D.57.43; conceive,

    παιδίον π. ἔκ τινος Pl.Smp. 203b

    :—[voice] Act. in this sense only in later Gr., Plu.2.312a; of the woman, παιδίον ποιῆσαι ib.145d.
    3 generally, produce, ὕδωρ π., of Zeus, Ar.V. 261: impers., ἐὰν πλείω ποιῇ ὕδατα, = ἐὰν ὕη, Thphr.CP1.19.3; π. γάλα, of certain kinds of food, Arist.HA 522b32; ἄρρεν π., of an egg, Ael.VH1.15; μέλι ἄριστον π., of Hymettus, Str.9.1.23; π. καρπόν, of trees, Ev.Matt.3.10 (metaph. in religious sense, ib.8); of men, κριθὰς π. grow barley, Ar. Pax 1322;

    π. σίτου μεδίμνους D.42.20

    ; π. πενίαν, πλοῦτον, of the stars, Plot.2.3.1.
    b Math., make, produce, τομήν, σχῆμα, ὀρθὰς γωνίας, Archim. Sph.Cyl.1.16,38, Con.Sph.12;

    ὁ Α τὸν Γ πολλαπλασιάσας τὸν Η πεποίηκεν Euc.7.19

    :—[voice] Pass., πεποιήσθω ὡς.. let it be contrived that.., Archim. Sph.Cyl.2.6.
    d π. τὸ πρόβλημα effect a solution of the problem, Apollon.Perg.Con.2.49,51; π. τὸ ἐπίταγμα fulfil, satisfy the required condition, Archim.Sph.Cyl.1.2,3.
    4 after Hom., of Poets, compose, write, π. διθύραμβον, ἔπεα, Hdt.1.23, 4.14;

    π. θεογονίην Ἕλλησι Id.2.53

    ; π. Φαίδραν, Σατύρους, Ar.Th. 153, 157; π. κωμῳδίαν, τραγῳδίαν, etc., Pl.Smp. 223d;

    παλινῳδίαν Isoc.10.64

    , Pl.Phdr. 243b, etc.;

    ποιήματα Id.Phd. 60d

    : abs., write poetry, write as a poet,

    ὀρθῶς π. Hdt.3.38

    ;

    ἐν τοῖσι ἔπεσι π. Id.4.16

    , cf. Pl. Ion 534b: folld. by a quotation,

    ἐπόησάς ποτε.. Ar.Th. 193

    ;

    εἴς τινα Pl.Phd. 61b

    ;

    περὶ θεῶν Id.R. 383a

    , etc.
    c describe in verse,

    θεὸν ἐν ἔπεσιν Pl.R. 379a

    ; ἐποίησα μύθους τοὺς Αἰσώπου put them into verse, Id.Phd. 61b;

    μῦθον Lycurg.100

    .
    d invent,

    καινοὺς θεούς Pl.Euthphr.3b

    ; ὑπὸ ποιητέω τινὸς ποιηθὲν [τοὔνομα] Hdt.3.115;

    πεποιημένα ὀνόματα Arist.Rh. 1404b29

    , cf.Po. 1457b2; opp. αὐτοφυῆ, κύρια, D.H.Is.7, Pomp. 2.
    II bring about, cause,

    τελευτήν Od.1.250

    ;

    γαλήνην 5.452

    ;

    φόβον Il.12.432

    ;

    σιωπὴν παρὰ πάντων X.HG6.3.10

    ;

    τέρψιν τοῖς θεωμένοις Id.Mem.3.10.8

    ;

    αἰσχύνην τῇ πόλει Isoc.7.54

    , etc.; also of things,

    ἄνεμοι αὐτοὶ μὲν οὐχ ὁρῶνται· ἃ δὲ ποιοῦσι φανερά X.Mem.4.3.14

    ;

    ταὐτὸν ἐποίει αὐτοῖς νικᾶν τε μαχομένοις καὶ μηδὲ μάχεσθαι Th.7.6

    , cf. 2.89.
    b c. acc. et inf., cause or bring about that..,

    σε θεοὶ ποίησαν ἱκέσθαι [ἐς] οἶκον Od.23.258

    ;

    π. τινὰ κλύειν S.Ph. 926

    ;

    π. τινὰ βλέψαι Ar.Pl. 459

    , cf. 746;

    π. τινὰ τριηραρχεῖν Id.Eq. 912

    , cf. Av.59; π. τινὰ αἰσχύνεσθαι, κλάειν, ἀπορεῖν, etc., X.Cyr.4.5.48, 2.2.13, Pl.Tht. 149a, etc.: with ὥστε inserted, X.Cyr.3.2.29, Ar.Eq. 351, etc.: folld. by a relat. clause,

    π. ὅκως ἔσται ἡ Κύπρος ἐλευθέρη Hdt.5.109

    , cf. 1.209;

    ὡς ἂν.. εἰδείην ἐποίουν X.Cyr.6.3.18

    :—also [voice] Med., ἐποιήσατο ὡς ἐν ἀσφαλεῖ εἶεν ib.6.1.23.
    2 procure,

    π. ἄδειάν τε καὶ κάθοδόν τινι Th.8.76

    ;

    ὁ νόμος π. τὴν κληρονομίαν τισί Is.11.1

    ; λόγος ἀργύριον τῷ λέγοντι π. gets him money, D.10.76:—[voice] Med., procure for oneself, gain,

    κλέος αὐτῇ ποιεῖτ' Od.2.126

    ;

    ἄδειαν Th.6.60

    ;

    τιμωρίαν ἀπό τινων Id.1.25

    ;

    τὸν βίον ἀπὸ γεωργίας X.Oec.6.11

    , cf. Th.1.5.
    3 of sacrifices, festivals, etc., celebrate,

    π. ἱρά Hdt.9.19

    , cf. 2.49 ([voice] Act. and [voice] Pass.);

    π. τὴν θυσίαν τῷ Ποσειδῶνι X.HG4.5.1

    ; π. Ἴσθμια ib.4.5.2;

    τῇ θεῷ ἑορτὴν δημοτελῆ π. Th.2.15

    ;

    παννυχίδα π. Pl.R. 328a

    ; π. σάββατα observe the Sabbath, LXXEx.31.16; π. ταφάς, of a public funeral, Pl. Mx. 234b;

    π. ἐπαρήν SIG38.30

    (Teos, v B.C.); also of political assemblies,

    π. ἐκκλησίαν Ar.Eq. 746

    , Th.1.139;

    π. μυστήρια Id.6.28

    ([voice] Pass.);

    ξύλλογον σφῶν αὐτῶν Id.1.67

    :—[voice] Med.,

    ἀγορὴν ποιήσατο Il.8.2

    ;

    ἢν θυσίην τις ποιῆται Hdt.6.57

    (v.l.);

    δημοσίᾳ ταφὰς ἐποιήσαντο Th.2.34

    ;

    π. ἀγῶνα Id.4.91

    ;

    π. ἐκκλησίαν τοῖς Γρᾳξὶ περὶ μισθοῦ Ar.Ach. 169

    .
    4 of war and peace, πόλεμον π. cause or give rise to a war,

    πόλεμον ἡμῖν ἀντ' εἰρήνης πρὸς Αακεδαιμονίους π. Is.11.48

    ; but π. ποιησόμενοι about to make war (on one's own part), X.An.5.5.24; εἰρήνην π. bring about a peace (for others), Ar. Pax 1199;

    σπονδὰς π. X.An.4.3.14

    ;

    ξυμμαχίαν ποιῆσαι Th.2.29

    ; but εἰρήνην ποιεῖσθαι make peace (for oneself), And.3.11;

    σπονδὰς ποιήσασθαι Th.1.28

    , etc.:—[voice] Pass.,

    ἐπεποίητο συμμαχίη Hdt.1.77

    , etc.
    5 freq. in [voice] Med. with Nouns periphr. for the Verb derived from the Noun, μύθου ποιήσασθαι ἐπισχεσίην submit a plea, Od.21.71; ποιέεσθαι ὁδοιπορίην, for ὁδοιπορέειν, Hdt.2.29;

    π. ὁδόν Id.7.42

    , 110, 112, etc.; π. πλόον, for πλέειν, Id.6.95, cf. Antipho 5.21; π. κομιδήν, for κομίζεσθαι, Hdt.6.95; θῶμα π. τὴν ἐργασίην, for θωμάζειν, Id.1.68; ὀργὴν π., for ὀργίζεσθαι, Id.3.25; λήθην π. τι, for λανθάνεσθαί τινος, Id.1.127; βουλὴν π., for βουλεύεσθαι, Id.6.101; συμβολὴν π., for συμβάλλεσθαι, Id.9.45; τὰς μάχας π., for μάχεσθαι, S.El. 302, etc.; καταφυγὴν π., for καταφεύγειν, Antipho 1.4; ἀγῶνα π., for ἀγωνίζεσθαι, Th.2.89; π. λόγον [τινός] make account of.., Hdt.7.156; but τοὺς λόγους π. hold a conference, Th.1.128; also simply for λέγειν, Lys.25.2, cf. Pl.R. 527a, etc.; also π. δι' ἀγγέλου, π. διὰ χρηστηρίων, communicate by a messenger, an oracle, Hdt.6.4, 8.134.
    III with Adj. as predic., make, render so and so, ποιῆσαί τινα ἄφρονα make one senseless, Od.23.12; [δῶρα] ὄλβια ποιεῖν make them blest, i.e. prosper them, 13.42, cf. Il.12.30;

    τοὺς Μήδους ἀσθενεῖς π. X.Cyr.1.5.2

    , etc.;

    χρήσιμον ἐξ ἀχρήστου π. Pl.R. 411b

    : with a Subst., ποιῆσαι ἀθύρματα make into playthings, Il. 15.363;

    ποιεῖν τινα βασιλῆα Od.1.387

    ;

    ταμίην ἀνέμων 10.21

    ;

    γέροντα 16.456

    ;

    ἄκοιτίν τινι Il.24.537

    ;

    γαμβρὸν ἑόν Hes.Th. 818

    ; [

    μύρμηκας] ἄνδρας π. [καὶ] γυναῖκας Id.Fr.76.5

    ;

    πολιήτας π. τινάς Hdt.7.156

    ;

    Ἀθηναῖον π. τινά Th.2.29

    , etc.;

    π. τινὰ παράδειγμα Isoc.4.39

    : hence, appoint, instal,

    τὸν Μωϋσῆν καὶ τὸν Ἀαρών LXX 1 Ki.12.6

    ;

    δώδεκα Ev.Marc.3.14

    :—[voice] Med., ποιεῖσθαί τινα ἑταῖρον make him one's friend, Hes. Op. 707, cf. 714; π. τινὰ ἄλοχον or ἄκοιτιν take her to oneself as wife, Il.3.409, 9.397, cf. Od.5.120, etc.; π. τινὰ παῖδα make him one's son, i.e. adopt him as son, Il.9.495, etc.; θετὸν παῖδα π. adopt a son, Hdt. 6.57: without υἱόν, adopt,

    ἐπειδὴ οὐκ ἦσαν αὐτῷ παῖδες ἄρρενες, π. Λεωκράτη D.41.3

    , cf. 39.6,33, 44.25, Pl.Lg. 923c, etc.;

    π. τινὰ θυγατέρα Hdt.4.180

    : generally,

    ἅπαντας ἢ σῦς ἠὲ λύκους π. Od.10.433

    ;

    π. τινὰ πολίτην Isoc.9.54

    ;

    μαθητήν Pl.Cra. 428b

    ;

    τὰ κρέα π. εὔτυκα Hdt. 1.119

    ; τὰ ἔπεα ἀπόρρητα π. making them a secret, Id.9.45, etc.; also ἑωυτοῦ ποιέεται τὸ.. ἔργον makes it his own, Id.1.129;

    μηδ' ἃ μὴ 'θιγες ποιοῦ σεαυτῆς S.Ant. 547

    .
    IV put in a certain place or condition, etc.,

    ἐμοὶ Ζεὺς.. ἐνὶ φρεσὶν ὧδε νόημα ποίησ' Od.14.274

    ;

    σφῶϊν ὧδε θεῶν τις ἐνὶ φρεσὶ ποιήσειεν Il.13.55

    ;

    αἲ γὰρ τοῦτο θεοὶ ποιήσειαν ἐπὶ νόον νησιώτῃσι Hdt.1.27

    , cf. 71;

    ἐν αἰσχύνῃ π. τὴν πόλιν D.18.136

    ;

    τὰς ναῦς ἐπὶ τοῦ ξηροῦ π. Th.1.109

    ;

    ἔξω κεφαλὴν π. Hdt.5.33

    ;

    ἔξω βελῶν τὴν τάξιν π. X.Cyr.4.1.3

    ;

    ἐμαυτὸν ὡς πορρωτάτω π. τῶν ὑποψιῶν Isoc.3.37

    ; of troops, form them,

    ὡς ἂν κράτιστα.. X.An.5.2.11

    , cf. 3.4.21; in politics,

    ἐς ὀλίγους τὰς ἀρχὰς π. Th.8.53

    ; and in war, π. Γετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ bring it under his power, D.18.48;

    μήτε τοὺς νόμους μήθ' ὑμᾶς αὐτοὺς ἐπὶ τοῖς λέγουσι π. Id.58.61

    :—[voice] Med.,

    ποιέεσθαι ὑπ' ἑωυτῷ Hdt.1.201

    , cf.5.103, etc.;

    ὑπὸ χεῖρα X.Ages.1.22

    ; π. τινὰς ἐς φυλακήν, τὰ τῶν ξυμμάχων ἐς ἀσφάλειαν, Th.3.3, 8.1;

    τινὰς ἐς τὸ συμμαχικόν Hdt.9.106

    ; τὰ λεπτὰ πλοῖα ἐντὸς π. put the small vessels in the middle, Th.2.83, cf. 6.67; π. τινὰ ἐκποδών (v. ἐκποδών)

    ; ὄπισθεν π. τὸν ποταμόν X.An. 1.10.9

    .
    2 Math., multiply, π. τὰ ιβ ἐπὶ τὰ έ, τὰ ζ ἐφ' ἑαυτὰ π., Hero Metr.1.8, 2.14.
    V [voice] Med., deem, consider, reckon a thing as.., συμφορὴν ποιέεσθαί τι take it for a misfortune, Hdt.1.83, 6.61; δεινὸν π. τι esteem it a grievous thing, take it ill, Id.1.127, etc. (rarely in [voice] Act.,

    δεινὰ π. 2.121

    .έ, Th.5.42); μέγα π. c. inf., deem it a great matter that.., Hdt.8.3, cf. 3.42, etc.;

    μεγάλα π. ὅτι.. Id.1.119

    ; ἑρμαῖον π. τι count it clear gain, Pl.Grg. 489c;

    οὐκέτι ἀνασχετὸν π. τι Th.1.118

    : freq. with Preps., δι' οὐδενὸς π. deem of no account, S.OC 584; ἐν ἐλαφρῷ, ἐν ὁμοίῳ π., Hdt.1.118,7.138;

    ἐν σμικρῷ μέρει S.Ph. 498

    ;

    ἐν ὀλιγωρίᾳ Th.4.5

    ;

    ἐν ὀργῇ D.1.16

    ; ἐν νόμῳ π. consider as lawful, Hdt. 1.131; ἐν ἀδείῃ π. consider as safe, Id.9.42;

    παρ' ὀλίγον π. τι X. An.6.6.11

    ; περὶ πολλοῦ π., Lat. magni facere, Lys.1.1, etc.; περὶ πλείονος, περὶ πλείστου π., Id.14.40, Pl.Ap. 21e, etc.; περὶ ὀλίγου, περὶ ἐλάττονος, Isoc.17.58, 18.63;

    περὶ παντός Id.2.15

    (rarely

    πολλοῦ π. τι Pl.Prt. 328d

    ); πρὸ πολλοῦ π. c. inf., Isoc.5.138.
    VII of Time, οὐ π. χρόνον make no long time, i. e. not to delay, D.19.163 codd.; μακρότερον ποιεῖς you are taking too long, PCair.Zen.48.4 (iii B.C.); μέσας π. νύκτας let midnight come, Pl.Phlb. 50d, cf. AP11.85 (Lucill.); ἔξω μέσων νυκτῶν π. τὴν ὥραν put off the time of business to past midnight, D.54.26; τὴν νύκτα ἐφ' ὅπλοις ποιεῖσθαι spend it under arms, Th.7.28(s.v.l.);

    ποιήσουσιν ἐν πλούτῳ ἔτη πολλά LXXPr.13.23

    , cf. To.10.7;

    δύο ἡμέρας ποιεῖ ἐν τῷ Ἀνουβιείῳ UPZ70.21

    (ii B.C.), cf. PSI4.362.15 (iii B.C.);

    τὰς ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι π. D.S.1.35

    ; tarry, stay,

    μῆνας τρεῖς Act.Ap. 20.3

    , cf. AP11.330 (Nicarch.).
    VIII in later Greek, sacrifice,

    μοσχάριον LXXEx.29.36

    ; καρπώσεις ὑπέρ τινος ib.Jb.42.8: without acc., π. Ἀστάρτῃ sacrifice to Ashtoreth, ib.3 Ki.11.33.
    IX make ready, prepare, as food, μοσχάριον ib.Ge.18.7 sq.; π. τὸν μύστακα trim it, ib.2 Ki.19.24(25).
    X ποιεῖν βασιλέα play the king, ib.3 Ki.20 (21).7.
    B do, much like πράσσω, οὐδὲν ἂν ὧν νυνὶ πεποίηκεν ἔπραξεν D. 4.5;

    περὶ ὧν πράττει καὶ μέλλει ποιεῖν Id.8.2

    , cf. 18.62;

    ἄριστα πεποίηται Il.6.56

    ;

    πλείονα χρηστὰ περὶ τὴν πόλιν Ar.Eq. 811

    ;

    τὰ δίκαια τοῖς εὐεργέταις D.20.12

    ;

    ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε Hdt.3.134

    fin.; ποιέειν Σπαρτιητικά act like a Spartan, Id.5.40;

    οὗτος τί ποιεῖς; A. Supp. 911

    , etc.;

    τὸ προσταχθὲν π. S.Ph. 1010

    ; π. τὴν μουσικήν practise it, Pl.Phd. 60e, etc.; πᾶν or πάντα π., v. πᾶς D. 111.2, etc.: Math., ὅπερ ἔδει ποιῆσαι, = Q.E.F., Euc.1.1, etc.
    2 c. dupl. acc., do something to another, κακά or ἀγαθὰ ποιεῖν τινα, first in Hdt.3.75, al.; ἀγαθόν, κακὸν π. τινά, Isoc.16.50, etc.;

    μεγάλα τὴν πόλιν ἀγαθά Din.1.17

    ; also

    εὖ ποιεῖν τὸν εὖ ποιοῦντα X.Mem.2.3.8

    ; τὴν ἐκείνου (sc. χώραν)

    κακῶς π. D.1.18

    ; in LXX with Prep.,

    π. κακὸν μετά τινων Ge. 26.29

    ;

    ταῦτα τοῦτον ἐποίησα Hdt.1.115

    ;

    κοὐκ οἶδ' ὅ τι χρῆμά με ποιεῖς Ar.V. 697

    , cf. Nu. 259; also of things, ἀργύριον τωὐτὸ τοῦτο ἐποίεε he did this same thing with silver, Hdt.4.166: less freq. c. dat. pers.,

    τῷ τεθνεῶτι μηδὲν τῶν νομιζομένων π. Is.4.19

    ;

    ἵππῳ τἀναντία X.Eq.9.12

    codd., cf. Ar.Nu. 388, D.29.37: c. dat. rei,

    τί ποιήσωμεν κιβωτῷ; LXX 1 Ki.5.8

    :—in [voice] Med.,

    φίλα ποιέεσθαί τισι Hdt.2.152

    ,5.37.
    3 with an Adv., ὧδε ποίησον do thus, Id.1.112; πῶς ποιήσεις; how will you act? S.OC 652;

    πῶς δεῖ ποιεῖν περὶ θυσίας X.Mem.1.3.1

    ;

    ποίει ὅπως βούλει Id.Cyr.1.4.9

    ;

    μὴ ἄλλως π. Pl.R. 328d

    ; πρὸς τοὺς πολεμίους πῶς ποιήσουσιν; ib. 469b; ὀρθῶς π. ib. 403e; εὖ, κακῶς π. τινά, v. supr. 2: freq. c. part.,

    εὖ ἐποίησας ἀπικόμενος Hdt.5.24

    , cf. Pl.Phd. 60c;

    καλῶς ποιεῖς προνοῶν X.Cyr.7.4.13

    ;

    οἷον ποιεῖς ἡγούμενος Pl.Chrm. 166c

    ; καλῶς ποιῶν almost Adverbial,

    καλῶς γ', ἔφη, ποιῶν σύ Id.Smp. 174e

    ;

    καλῶς ποιοῦντες.. πράττετε D.20.110

    , cf. 1.28;

    εὖ ποιοῦν

    fortunately,

    Id.23.143

    .
    4 in Prose (rarely in Poetry, A.Pr. 935), used in the second clause, to avoid repeating the Verb of the first, ἐρώτησον αὐτούς· μᾶλλον δ' ἐγὼ τοῦθ' ὑπὲρ σοῦ ποιήσω I will do this for you, D.18.52, cf. 292, Hdt.5.97, Is.7.35.
    II abs., to be doing, act,

    ποιέειν ἢ παθεῖν πρόκειται ἀγών Hdt.7.11

    ; ποιεῖν, as a category, opp. πάσχειν, Arist.Cat. 2a3, cf. GC 322b11, Ph. 225b13.
    b of medicine, operate, be efficacious, Pl.Phd. 117b;

    λουτρὰ κάλλιστα ποιοῦντα πρὸς νόσους Str. 5.3.6

    ; πρὸς στραγγουρίαν, πρὸς τοὺς δαιμονιζομένους, Thphr.HP7.14.1, Ps.-Plu.Fluv.16.2: freq. in Dsc.,

    πρὸς ἐπιλημπτικούς 1.6

    , al.;

    εἰς τὰ αὐτά 2.133

    : c. dat.,

    στομαχικοῖς Gal.13.183

    : abs., ἄκρως π. ib.265; also of charms, PMag.Osl.1.361.
    2 Th. has a peculiar usage, ἡ εὔνοια παρὰ πολὺ ἐποίει μᾶλλον ἐς τοὺς Λακεδαιμονίους good-will made greatly for, on the side of, the L., 2.8: impers., ἐπὶ πολὺ ἐποίει τῆς δόξης τοῖς μὲν ἠπειρώταις εἶναι, τοῖς δέ.. it was the general character of the one to be landsmen, of the others.., 4.12: the former passage is imitated by Arr.An.2.2.3, App.BC1.82, D.C.57.6.
    C [voice] Med., = προσποιέομαι, pretend, c. inf., Zos.2.14.1, Procop.Arc. 10. ( ποιϝέω perh. from Ποι-ϝό-ς (in κλινοποιός, νεωποιός, τραπεζοποιός, etc.) 'builder', 'maker', cf. Skt. cinóti, cáyati 'arrange in order', 'build'.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ποιέω

  • 8 τύχη

    τύχη [pron. full] [ῠ], , [dialect] Boeot. [full] τιούχα IG7.2809.1 (Hyettus, iii B. C.), [full] τούχα ib.3083 (Lebad., iii B. C.): (
    A

    τεύχω, τυγχάνω A. 1.2

    ):—the act of a god,

    τύχᾳ δαίμονος Pi.O.8.67

    ;

    ἄπαιδές ἐσμεν δαίμονός τινος τύχῃ E.Med. 671

    ;

    τύχᾳ θεῶν Pi.P.8.53

    ; σὺν θεοῦ τύχᾳ, σὺν Χαρίτων τύχᾳ, Id.N.6.24, 4.7;

    θείῃ τύχῃ Hdt.1.126

    , 3.139, 4.8, 5.92.

    γ; ἐὰν θεία τις συμβῇ τ. Pl.R. 592a

    ;

    θείᾳ τινὶ τύχῃ Id.Ep. 327e

    ;

    ἐκ θείας τύχης S.Ph. 1326

    ;

    δαιμονίως ἔκ τινος τ. Pl.Ti. 25e

    ;

    πῶς οὖν μάχωμα θνητὸς ὢν θείᾳ τύχῃ; S.Fr. 196

    ; ἆρα θείᾳ κἀπόνῳ τάλας τύχῃ [ὄλωλε]; Id.OC 1585;

    ἐμὲ.. δαιμονία τις τύχη κατέχει Pl.Hp.Ma. 304c

    :

    ἄσημα δ' ου'κέτ' ε'στὶν οἷ φθίνει τύχα Κύπριδος E.Hipp. 371

    (lyr.);

    ἐξεπλήσσου τῇ τ. τῇ τῶν θεῶν Id.IA 351

    (troch.);

    δαίμονος τύχα βαρεῖα Id.Rh. 728

    (lyr.);

    τὰς.. δαιμόνων τ. ὅστις φέρει κάλλιστα Id.Fr.37

    .
    b the act of a human being, πέμψον τιν' ὅστις σημανεῖ—ποίας τύχας; will order—what action? Id.IT 1209 (troch.).
    2 esp. ἀναγκαία τύχη, as a paraphrase for Ἀνάγκη, Necessity, Fate,

    τέθνηκ' Ὀρέστης ἐξ ἀναγκαίας τύχης S.El. 48

    ;

    τῆς ἀ. τ. οὐκ ἔστιν οὐδὲν μεῖζον ἀνθρώποις κακόν Id.Aj. 485

    ; πρόστητ' ἀ. τ. ib. 803;

    εἴ τις ἀ. τ. γίγνοιτο Pl.Lg. 806a

    : also pl.,

    ἀλλ' ἥκομεν γὰρ εἰς ἀναγκαίας τύχας θυγατρὸς αἱματηρὸν ἐκπρᾶξαι φόνον E. IA 511

    .
    II regarded as an agent or cause beyond human control:
    1 fortune, providence, fate,

    πάντα τύχη καὶ μοῖρα, Περίκλεες, ἀνδρὶ δίδωσι Archil.16

    ;

    ἡμῖν ἐκ πάντων τοῦτ' ἀπένειμε τύχη Simon.100

    ;

    πύργοις δ' ἀπειλεῖ δείν', ἃ μὴ κραίνοι τύχη A.Th. 426

    ;

    ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ Pi.O.14.15

    ;

    μετὰ τύχης ευ'μενοῦς Pl.Lg. 813a

    ;

    κατελθὼν δεῦρο πρευμενεῖ τύχῃ A.Ag. 1647

    ;

    ὁρμώμενον βροτοῖσιν εὐπόμπῳ τύχῃ Id.Eu.93

    : personified,

    Σώτειρα Τύχα Pi.O.12.2

    ;

    Τ. Σωτήρ A. Ag. 664

    , cf. S.OT80; ἐμαυτὸν παῖδα τῆς Τ. νέμων τῆς εὖ διδούσης ib. 1080; <

    Τύχα>.. Προμαθείας θυγάτηρ Alcm.62

    , cf. Pi.Fr.41, D.Chr. 63.7;

    πάντων τύραννος ἡ Τύχη 'στὶ τῶν θεῶν Trag.Adesp.506

    , cf. 505;

    Τύχα, μερόπων ἀρχά τε καὶ τέρμα.. προφερεστάτα θεῶν Lyr.Adesp.139

    .
    2 chance, regarded as an impersonal cause,

    τύχη φορὰ ἐξ ἀδήλου εἰς ἄδηλον, καὶ ἡ ἐκ τοῦ αὐτομάτου αἰτία δαιμονίας πράξεως Pl.Def. 411b

    ; coupled with τὸ αὐτόματον, Arist.Ph. 195b31, al.; defined as

    αἰτία ἄδηλος ἀνθρωπίνῳ λογισμῷ Stoic.2.281

    ;

    πειρῶ τύχης ἄνοιαν ἀνδρείως φέρειν Men.812

    ;

    τὰ τῆς τύχης φέρειν δεῖ γνησίως τὸν εὐγενῆ Antiph.281

    , cf. Apollod.Com.17, Alex.252, Men. 205;

    οὐκ ἔχουσιν αἱ τ. φρένας Alex.287

    ;

    τῆς ἀναγκαίας μέν, ἀγνώμονος δὲ τ. οὐχ ὡς δίκαιον ἦν, ἀλλ' ὡς ἐβούλετο, κρινάσης τὸν ἀγῶνα D.Ep.2.5

    ; personified and said to be blind, Men.417b, Kon.14, Plu. 2.98a;

    τί δ' ἂν φοβοῖτ' ἄνθρωπος, ᾧ τὰ τῆς τ. κρατεῖ, πρόνοια δ' ἐστὶν οὐδενὸς σαφής; S.OT 977

    ; ἂν μὲν ἡ τ. συνεπιλαμβάνηται.., ἂν δ' ἀντιπίπτῃ τὰ τῆς τ., Plb.2.49.7,8;

    ἡ Τ. σχεδὸν ἅπαντα τὰ τῆς οἰκουμένης πράγματα πρὸς ἓν ἔκλινε μέρος Id.1.4.1

    , cf. 1.63.9, 2.38.5, 36.17.1;

    τῆς Τ. ὥσπερ ἐπίτηδες ἀναβιβαζούσης ἐπὶ σκηνὴν τὴν τῶν Ῥοδίων ἄγνοιαν Id.29.19.2

    , cf. 23.10.16, Dem.Phal.39J.; οὐκ ἂν ἐν τύχῃ γίγνεσθαι σφίσι would not depend on chance, Th.4.73;

    ὁ πόλεμος φιλεῖ ἐς τύχας περιίστασθαι Id.1.78

    , cf. 69; τύχῃ by chance, S.Ant. 1182, Ph. 546, Th.1.144, etc.; opp. φύσει, Pl.Prt. 323d; ἀπὸ τύχης, opp. ἀπὸ παρασκευῆς, Lys.21.10; opp. ἀπὸ φύσεως, Arist. Metaph. 1032a29;

    ἀπὸ τ. ἀπροσδοκήτου Pl.Lg. 920d

    ;

    ἐκ τύχης Id.Phdr. 265c

    , R. 499b, etc.;

    διὰ τύχην Isoc.4.132

    , 9.45;

    δίκαιος οὐδεὶς ἀπὸ τύχης οὐδὲ διὰ τὴν τ. Arist.Pol. 1323b29

    ;

    κατὰ τύχην Th.3.49

    , X.HG3.4.13;

    τῆς τ. εὖ μετεστεώσης Hdt.1.118

    ;

    τὸ τῆς τ. ἀφανές E.Alc. 785

    , cf. D.4.45.
    III regarded as a result:
    1 good fortune, success,

    δὸς ἄμμι τ. εὐδαιμονίην τε h.Hom.11.5

    ;

    μοῦνον ἀνδρὶ γένοιτο τ. Thgn.130

    ;

    τ. μόνον προσείη Ar.Av. 1315

    (lyr.);

    εἴ οἱ τ. ἐπίσποιτο Hdt.7.10

    .δ, cf. 1.32; σὲ γὰρ θεοὶ ἐπορῶσι· οὐ γὰρ ἄν.. ἐς τοσοῦτο τύχης ἀπίκευ ib. 124;

    ἐπειδήπερ ἐν τούτῳ τύχης εἰσί Th.7.33

    ;

    σὺν τύχᾳ Pi.N.5.48

    , cf. S.Ph. 775; σὺν τ. τινί A Ch.138, cf. Th.472;

    τύχᾳ Pi.N.10.25

    , E.El. 594 (lyr.); οὐ πεποιθότες τύχῃ not believing in our good fortune, A.Ag. 668; γλῶσσαν ἐν τύχᾳ νέμων ib. 685 (lyr.); σοφῶν γὰρ ἀνδρῶν ταῦτα, μὴ 'κβάντας τύχης, καιρὸν λαβόντας, ἡδονὰς ἄλλας λαβεῖν without stepping out of success already attained, E.IT 907;

    τὰς γὰρ παρούσας οὐχὶ σῴζοντες τ. ὤλοντ' ἐρῶντες μειζόνων ἀβουλίᾳ Id.Fr. 1077

    : c. gen. rei,

    Ζεῦ τέλει', αἰδῶ δίδοι καὶ τύχαν τερπνῶν γλυκεῖαν Pi.O.13.115

    .
    2 ill fortune,

    τὰς ἐκ θεῶν τύχας δοθείσας.. φέρειν S.Ph. 1317

    ; κατὰ τύχας in misfortune, opp.κατὰ.. εὐπραγίας, Pl.Lg. 732c;

    τοιαύτῃσι περιέπιπτον τύχῃσι Hdt. 6.16

    ; τύχῃ by ill-luck, opp. ἀδικίᾳ, Antipho 6.1; opp. προνοίᾳ, Id.5.6; ἔστιν ἡ τ. τοῦ ἄρξαντος the ill-luck is his who began the fray, Id.4.4.8; of death, ἢν χρήσωνται τύχῃ, i. e. if they are killed, E.Heracl. 714, cf. And.1.120, X.Cyn.5.29;

    δεχομένοις λέγεις θανεῖν σε, τὴν τ. δ' αἱρούμεθα A.Ag. 1653

    ;

    τ. ἑλεῖν Id.Supp. 380

    , cf. Pr. 106, 274, 290 (anap.);

    ὦ τῆς ἀώρου θύγατερ ἀθλία τύχης E.Hec. 425

    : personified, εἰ μὴ τὴν Τ. αὐτὴν λέγεις *misfortune herself, ib. 786.
    3 in a neutral sense, mostly in pl. 'fortunes',

    ποίαις ὁμιλήσει τύχαις Pi. N.1.61

    ;

    πρὸς τὸ παρὸν ἀεὶ βουλεύεσθαι καὶ ταῖς τ. ἐπακολουθεῖν Isoc.6.34

    ; τὴν ἐλπίδ' οὐ χρὴ τῆς τ. κρίνειν πάρος the event, S.Tr. 724;

    ἐπὶ τῇσι παρεούσῃσι τύχῃσι Hdt.7.236

    ;

    ἐγὼ δὲ τὴν παροῦσαν ἀντλήσω τ. A.Pr. 377

    ;

    φέρειν ἀνάγκη τὰς παρεστώσας τ. E.Or. 1024

    : c. gen. rei,

    κοινὰς εἶναι τὰς τ. τοῖς ἅπασι καὶ τῶν κακῶν καὶ τῶν ἀγαθῶν Lys.24

    . 22.
    4 the quality of the fortune or fate may be indicated by an Adj., ἀγαθὴ τ. or ἡ ἀγαθὴ τ., A.Ag. 755 (lyr.), Ar. Pax 360, D.Ep.4.3, etc.;

    πολλῇ χρῷτ' ἂν ἀγαθῇ τ. Pl.Lg. 640d

    ; freq. in prayers and good wishes,

    εὐχώμεσθα Διὶ.. θεσμοῖς τοῖσδε τ. ἀγαθὴν καὶ κῦδος ὀπάσσαι Sol.[31]

    ; θεὸς τ. ἀγαθάν (sc. δότω) GDI1930, al. (Delph., ii B. C.): in nom.,

    θεός, τύχα ἀγαθά IG42(1).47.1

    , 121.1 (Epid., iv B.C.), 73.1 (ibid., iii B.C.): freq. in dat., ἀγαθῇ τύχῃ by God's help, Lat. quod di bene vortant, ἀγαθᾷ τύχᾳ ib.103.119 (ibid., iv B. C.);

    ἀλλ' ἴωμεν ἀγαθῇ τ. Pl.Lg. 625c

    ;

    ταῦτα ποιεῖτ' ἀγ. τ. D.3.18

    ;

    τύχῃ ἀγαθῇ And. 1.120

    , Pl.Smp. 177e, Cri. 43d, etc.; in Com. with crasis,

    ἡγοῦ δὴ σὺ νῷν τύχἀγαθῇ Ar.Av. 675

    , cf. 436, Ec. 131, Nicostr.Com.19; as a formula in treaties, decrees, etc., Αάχης εἶπε, τύχῃ ἀγαθῇ τῇ Ἀθηναίων ποιεῖσθαι τὴν ἐκεχειρίαν Decr. ap. Th.4.118, etc.;

    ἀγ. τ. τῇ Ἀθηναίων IG12.39.40

    ; also

    ἐπ' ἀγαθῇ τ. Ar.V. 869

    , cf. Pl.Lg. 757e; μετ' ἀγαθῆς τ. ib. 732d; τύχῃ ἀμείνονι, ἐπ' ἀμείνοσι τύχαις, ib. 856e, 878a; also

    τύχᾳ σὺν ἔσλᾳ Sapph.Supp.9.4

    ;

    ἐπὶ τύχῃσι χρηστῇσι Hdt.1.119

    : with κακός or equivalent words,

    τ. παλίγκοτος A.Ag. 571

    ;

    ἡ δέ τοι τ. κακὴ μὲν αὕτη γ' ἀλλὰ συγγνώμην ἔχει S.Tr. 328

    ;

    ἐν τοιᾷδε κείμενος κακῇ τ. Id.Aj. 323

    ;

    τίς τῆσδ' ἔτ' ἐχθίων τύχη; A. Pers. 438

    ;

    πρὶν αἰσχρᾷ περιπεσεῖν τύχῃ τινί E.Hec. 498

    ;

    ὅταν τις ἡμῶν δυστυχῆ λάβῃ τ. Id.Tr. 471

    , cf. Th.5.102;

    ἀλιτηριώδης τ. Pl. Lg. 881e

    ;

    ποινὴν καὶ κακὴν τ. S.E.M.5.16

    .
    5 with gen. (or possess. Adj.) of the person who enjoys or endures the fortune or fate,

    τῶν ἐν Θερμοπύλαις θανόντων εὐκλεὴς μὲν ἁ τύχα, καλὸς δ' ὁ πότμος Simon.4.2

    ;

    θεῶν δ' ὄπιν ἄφθιτον αἰτέω, Εέναρκες, ὑμετέραις τύχαις Pi.P.8.72

    ;

    ὤμοι βαρείας ἆρα τῆς ἐμῆς τ. S.Aj. 980

    ;

    κατεδάκρυσε τὴν ἑαυτοῦ τ. X.Cyr.5.4.31

    ;

    ἐπὶ τῇ τῶν Ἀρκάδων τ. ἥσθησαν Id.HG7.1.32

    ;

    πρὸς τὰς τ. τῶν ἐναντίων ἐπαίρεσθαι Th.6.11

    ;

    τῆς ὑμετέρας τ. D.1.1

    ;

    τὴν ἰδίαν τ. τὴν ἐμὴν καὶ τὴν ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου Id.18.255

    .
    IV the τ. or ἀγαθὴ τ. of a person or city is sts. thought of as permanently belonging to him or it, as a faculty for good fortune, destiny, almost = δαίμων 1.2, 11.3,

    τὸν δαίμονα καὶ τὴν τ. τὴν συμπαρακολουθοῦσαν τῷ ἀνθρώπῳ φυλάξασθαι Aeschin.3.157

    ;

    ἐπισφαλές ἐστι πιστεύειν ἀνδρὸς ἑνὸς τύχῃ τηλικαῦτα πράγματα Plu.Fab.26

    ;

    νὴ τὴν σὴν τ. Arr.Epict.2.20.29

    : personified,

    θύειν Τύχῃ Ἀγαθῇ πατρὸς καὶ μητρὸς Ποσειδωνίου κριόν SIG1044.34

    (Halic., iv/iii B. C.); a statue of the Τύχη of the City of Antioch executed by Eutychides, Paus.6.2.7: so of rulers,

    ἀγαθῇ τύχῃ τῇ Πτολεμαίου τοῦ Σωτῆρος OGI16

    (Halic., iii B.C.);

    διὰ τὴν τ. τοῦ θεοῦ καὶ κυρίου βασιλέως BGU1764.8

    (i B. C.);

    νὴ τὴν Καίσαρος τ. Arr. Epict.4.1.14

    ;

    ὀμνύω τὴν.. Σεβαστοῦ τ. Sammelb.7440.19

    (ii A. D.), cf. BGU1583.23 (ii A. D.); of officials, e.g. the

    ἐπιστράτηγος, ἐάν σου τῇ εὐμενεστάτῃ τύχῃ δόξῃ Sammelb.7361.21

    (iii A. D.).
    2 = Lat. Fortuna; Τ. Σωτήριος, = Fortuna Redux, Mon.Anc.Gr.6.7; Τ. Πρωτογένεια, = F. Primigenia, SIG1133 (Delos, ii B. C.).
    3 position, station in life,

    ἐγὼ μὲν δὴ τοιαύτῃ συμβεβίωκα τύχῃ.., σὺ δ' ὁ σεμνὸς.. σκόπει.. ποίᾳ τινὶ κέχρησαι τύχῃ.. τὸ μέλαν τρίβων κτλ. D.18.258

    ;

    πάσῃ τ. καὶ ἡλικίᾳ BCH15.184

    , 198,204 ([place name] Panamara);

    οἰκέτης τὴν τ. Ael.NA7.48

    ;

    ἀμφίβολόν ἐστι πότερον ἡλικίας τοὔνομα ἢ τύχης Poll.3.76

    ;

    οἱ δουλικὴν τ. εἰληχότες POxy.1186.5

    (iv A. D.), cf. 1101.7,11,21,24 (iv A. D.), etc.; rank,

    βουλευτικὴ τ. PLond.3.1015.1

    ,4 (vi A. D.), cf. Cod.Just. 1.3.52.1, 4.20.15.1, 9.5.2.
    V Astrol. uses:
    1 = Σελήνη, Vett. Val.126.15; ἀγαθὴ τ. the κλῆρος of the moon, Cat.Cod.Astr.4.81.
    2 ἀγαθὴ and κακὴ τ. names of two of the twelve regions, Vett. Val.69.13,14.
    VI Pythag. name for 7, Theol.Ar.44.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τύχη

  • 9 ἀγαθός

    ἀγᾰθός [pron. full] [ᾰγ], ή, όν, [dialect] Lacon. [full] ἀγασός Ar.Lys. 1301, Cypr. [full] ἀζαθός GDI57:—
    A good:
    I of persons,
    1 well-born, gentle, opp.

    κακός, δειλός, οἷά τε τοῖς ἀγαθοῖσι παραδρώωσι χέρηες Od.15.324

    , cf. Il.1.275;

    ἀφνειός τ' ἀ. τε Il.13.664

    , cf. Od.18.276;

    πατρὸς δ' εἴμ' ἀγαθοῖο, θεὰ δέ με γείνατο μήτηρ Il.21.109

    , cf. Od.4.611;

    κακὸς ἐξ ἀ. Thgn.190

    , cf. 57 sq.;

    πραῢς ἀστοῖς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς Pi.P. 3.71

    , cf. 2.96, 4.285;

    τίς ἂν εὔπατρις ὧδε βλάστοι; οὐδεὶς τῶν ἀ. κτλ. S.El. 1082

    ;

    οἵ τ' ἀ. πρὸς τῶν ἀγενῶν κατανικῶνται Id.Fr.84

    ; τοὺς εὐγενεῖς γὰρ κἀγαθοὺς.. φιλεῖ Ἄρης ἐναίρειν ib. 649, cf. E.Alc. 600, al.:

    ἀγαθοὶ καὶ ἐξ ἀγαθῶν Pl.Phdr. 274a

    :—in political sense, aristocrats, esp. in the phrase καλοὶ κἀγαθοί (v. sub καλοκἀγαθός).
    2 brave, valiant, since courage was attributed to Chiefs and Nobles, Il.1.131, al.;

    τῷ κ' ἀγαθὸς μὲν ἔπεφν', ἀγαθὸν δέ κεν ἐξενάριξεν 21.280

    ; cf. Hdt.5.109, etc.
    3 good, capable, in reference to ability,

    ἀ. βασιλεύς Il.3.179

    ;

    ἰητήρ 2.732

    ;

    θεράπων 16.165

    , 17.388;

    πύκτης Xenoph.2.15

    ;

    ἰητρός Hp.Prog.1

    ;

    προβατογνώμων A.Ag. 795

    ;

    ἄρχοντες Democr.266

    : freq. with qualifying words,

    ἀ. ἐν ὑσμίνῃ Il.13.314

    ;

    βοὴν ἀ. 2.408

    , 563, al.;

    πύξ Od.11.300

    ;

    βίην Il.6.478

    ;

    γνώμην S.OT 687

    ;

    πᾶσαν ἀρετήν Pl.Lg. 899b

    , cf. Alc.1.124e;

    τέχνην Id.Prt.323b

    ; τὰ πολέμια, τὰ πολιτικά, Hdt.9.122, Pl.Grg. 516b, etc.: more rarely c. dat.,

    ἀ. πολέμῳ X.Oec.4.15

    : with Preps.,

    ἄνδρες ἀ. περὶ τὸ πλῆθος Lys.13.2

    ;

    εἴς τι Pl.Alc.1.125a

    ;

    πρός τι Id.R. 407e

    : c. inf.,

    ἀ. μάχεσθαι Hdt.1.136

    ;

    ἱππεύεσθαι 1.79

    ; ἀ. ἱστάναι good at weighing, Pl.Prt. 356b.
    4 good, in moral sense, first in Thgn.438, cf. Heraclit.104, S.El. 1082, X.Mem.1.7.1, Pl.Ap. 41d, etc.;

    ψυχῆς ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος Democr.247

    : freq. with other Adjs.,

    ὁ πιστὸς κἀ. S.Tr. 541

    ; δικαίων κἀ. ib. 1050:—ironical,

    τὸν ἀ. Κρέοντα Id.Ant.31

    .
    5 ὦ ἀγαθέ, my good friend, as a term of gentle remonstrance, Pl.Prt. 311a, etc.
    6 ἀ. δαίμων, v. sub δαίμων; ἀ. τύχη, v. sub τύχη; ἀ. θεός = Lat. bona dea, Plu.Caes.9, Cic.19.
    II of things,
    1 good, serviceable,

    Ἰθάκη.. ἀ. κουροτρόφος Od.9.27

    , etc.;

    ἀ. τοῖς τοκεῦσι, τῇ πόλει X.Cyn.13.17

    : c. gen., εἴ τι οἶδα πυρετοῦ ἀ. good for it, Id.Mem.3.8.3;

    ἑλκῶν Thphr.HP9.11.1

    .
    2 of outward circumstances,

    αἰδὼς οὐκ ἀ. κεχρημένῳ ἀνδρὶ παρεῖναι Od.17.347

    ;

    εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν

    to good purpose,

    Il.9.102

    ;

    ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀ. περ

    for his own good end,

    11.789

    ;

    οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη 2.204

    :—ἀγαθόν [ἐστι], c. inf., it is good to do so and so, Il.7.282, 24.130, Od.3.196, etc.
    3 morally good,

    πρῆξις Democr.177

    ;

    ἔργα Emp.112.2

    , cf. Ep.Rom.2.7, etc.
    4 ἀγαθόν, τό, good, blessing, benefit, of persons or things,

    ὦ μέγα ἀ. σὺ τοῖς φίλοις X.Cyr.5.3.20

    ;

    φίλον, ὃ μέγιστον ἀ. εἶναί φασι Id.Mem.2.4.2

    , cf. Ar.Ra.74, etc; as term of endearment for a baby, blessing!, treasure!, Men.Sam.28:— ἀγαθόν τινα δεδρακέναι, πεποιηκέναι confer a benefit on.., Th.3.68, Lys.13.92; ἐπ' ἀγαθῷ τινος for one's good, Th.5.27, X.Cyr.7.4.3;

    ἐπ' ἀ. τοῖς πολίταις Ar.Ra. 1487

    ;

    οὐκ ἐπ' ἀ.

    for no good end,

    Th.1.131

    ;

    ἐπ' οὐδενὶ ἀ. τῆς Ἑλλάδος X.HG5.2.35

    :—in pl., ἡ ἐπ' ἀγαθοῖς γεναμένη (sic)

    κατασπορά PFlor.21.10

    (iii A.D.):—τὸ ἀ. or τἀ., the good, Epich.171.5, cf. Pl.R. 506b, 508e, Arist.Metaph. 1091a31, etc.:—in pl., ἀγαθά, τά, goods of fortune, treasures, wealth, Hdt.2.172, Lys.13.91, X.Mem.1.2.63, etc.;

    ἀγαθὰ πράττειν

    fare well,

    Ar.Av. 1706

    ; also, good things, dainties, Thgn.1000, Ar.Ach. 873, etc.: good qualities,

    τοῖς ἀ., οἷς ἔχομεν ἐν τῇ ψυχῇ Isoc.8.32

    , cf. Democr.37; good points, of a horse,

    εἰ τἄλλα πάντα ἀ. ἔχοι, κακόπους δ' εἴη X.Eq. 1.2

    .
    III [comp] Comp. and [comp] Sup. are usu. supplied from other stems, viz. [comp] Comp. ἀμείνων, ἀρείων, βελτίων, κρείσσων (κάρρων), λωΐων ([etym.] λὥων), [dialect] Ep. βέλτερος, λωΐτερος, φέρτερος:—[comp] Sup. ἄριστος, βέλτιστος, κράτιστος, λώϊστος ([etym.] λῷστος), [dialect] Ep.βέλτατος, κάρτιστος, φέρτατος, φέριστος:— later, reg. [comp] Comp.

    ἀγαθώτερος LXX Jd.11.25

    , 15.2, D.S.8Fr.12, Plot. 5.5.9, Diod.Rh.p.53.9H.: [comp] Sup.

    ἀγαθώτατος D.S.16.85

    , Hld.5.15, etc. (

    - ότατος POxy.1757.26

    (ii A.D.)).
    IV Adv. usually εὖ, q.v.:

    ἀγαθῶς Hp.Off.9

    , Arist.Rh. 1388b6, LXX 1 Ki.20.7. (Etym. dub. (

    ὅτι ἄγει ἡμᾶς ἐπὶ τὸν ὀρθὸν βίον Stoic. 3.49

    ); perh. cognate with ἄγαμαι, hence admirable.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγαθός

  • 10 δύναμαι

    δύναμαι (Hom.+) dep.; pres. 2 sg. δύνῃ and δύνασαι; impf. ἠδυνάμην (also TestJob; TestZeb 2:5; ParJer; Ath. 8, 1; Just. [after οὐκ]) and ἐδυνάμην (also Just.); fut. δυνήσομαι; pass. 1 aor. ἠδυνήθην (LXX; En 21:7; TestJud 9:4; GrBar 7:4; Jos., Ant. 12, 278; Ar. 10, 6 and 8), ἐδυνήθητε (Just., D. 16, 4), ἐδυνήθησαν (2 Macc 2:6), ἠδυνάσθην (LXX; En 14:19) and ἐδυνάσθην (Da 2:47 LXX.—B-D-F §66, 3; 79; 93; 101; Mlt-H. 188; 206; 234); pf. δεδύνημαι (Just.) to possess capability (whether because of personal or external factors) for experiencing or doing someth., can, am able, be capable.
    w. inf. foll.
    α. pres. inf. (Poyaenus 8, 10, 3 φέρειν δύν.) οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν Mt 6:24; Lk 16:13.—Mt 9:15; 19:12; Mk 2:7, 19 al. καθὼς ἠδύναντο ἀκούειν Mk 4:33 (w. ref. to level of understanding; cp. Epict. 2, 24, 11). Expressed with strong emotion in rejection of what is heard τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν Who can listen to such talk! (REB) J 6:60. οὐ δ. ἀναστὰς δοῦναί σοι I’m in no position to get up and grant your request Lk 11:7. οὐ δυνάμεθα … μὴ λαλεῖν we cannot remain silent τὶ about someth. Ac 4:20. In questions πῶς δύνασθε ἀγαθὰ λαλεῖν; how can you say good things? Mt 12:34. πῶς δύναται σατανᾶς σατανᾶν ἐκβάλλειν; how can Satan drive out Satan? Mk 3:23; cp. J 6:52; Lk 6:42.
    β. aor. inf. (IAndrosIsis, Kyme 4; Just. A I, 2, 4 ἀποκτείναι μὲν δύνασθε, βλάψαι δʼ οὔ; Ath. 15, 1 διακρῖναι οὐ δυνάμενοι) δύνασθαι … εἰσελθεῖν Mk 1:45.—2:4; 5:3; Lk 8:19; 13:11; 14:20 and oft. The impf. ἐδύνατο τοῦτο πραθῆναι this could have been sold Mt 26:9 (B-D-F §358, 1; cp. Wsd 11:19f).
    γ. likew. the impf. w. pf. inf. ἀπολελύσθαι ἐδύνατο he could have been set free Ac 26:32.
    abs., whereby the inf. can easily be supplied (cp. Eur., Or. 889; Thu. 4, 105, 1; X., An. 4, 5, 11 al.; Sir 43:30; Bar 1:6; 1 Macc 6:3; 9:9, 60; 4 Macc 14:17b; ParJer 4:6 cod. C ἠδυνήθητε ἐπʼ αὐτῇ [s. ἰσχύω]; Just., A II, 15, 2 ἵνα εἰ δύναιντο μεταθῶνται ‘in the hope that they might possibly be converted’) Mt 16:3 (sc. διακρίνειν); 20:22b; Mk 10:39 (sc. πιεῖν); 6:19 (sc. ἀποκτεῖναι); cp. Lk 9:40; 16:26; 19:3; Ac 27:39; Ro 8:7. καίπερ δυνάμενος although he was able to do so 1 Cl 16:2. οὔπω γὰρ ἐδύνασθε (sc. χρῆσθαι τῷ βρώματι) you were not yet strong enough (=‘you were not yet up to it’) 1 Cor 3:2. ὑπὲρ ὸ̔ δύνασθε (sc. ἐνεγκεῖν) beyond your capability 10:13.
    w. acc. foll., w. ποιεῖν to be supplied be capable of, have capacity for someth. (Maximus Tyr. 1, 2h τοῦτο δύναται λόγος; PRyl 77, 38 οὐ γὰρ δύναμαι κοσμητείαν; POxy 115, 10; 472 II, 22; Ath. 26, 3 τὶ δὲ χαλκὸς δύναται καθʼ αὐτόν; Just., A I, 12, 6 πράττετε ὸ̔ δύνασθε; 19, 5 μηδὲν ἄλλο δύνασθαι μηδὲ τὸν θεόν) οὐ δυνάμεθά τι κατὰ τ. ἀληθείας we can do nothing against the truth 2 Cor 13:8 (cp. PsSol 17:39 τίς δύναται πρὸς αὐτόν; ‘who is effectual against [the Lord]?’) οὐδὲ ἐλάχιστον δ. not capable of even the smallest thing Lk 12:26. εἴ τι δύνῃ if you can do anything (Vi. Aesopi I, 21 p. 279, 11 Eberh.: Αἴσωπε, εἴ τι δύνασαι, λέγε τῇ πόλει) Mk 9:22 (also perh.: if you possibly can, as X., Hell., 7, 5, 15; Heliod. 1, 19, 2; Ael. Aristid. 48, 1 K.=24 p. 465 D.); πλείονα δ. accomplish more IPhld 1:1 (Ammonius, Vi. Aristot. p. 11, 15 πολλὰ δ.; Just., A I, 45, 6 οὐ πλέον τι δύνασθε … τοῦ φονεύειν). Of God ὁ πάντα δυνάμενος the one who has all power (Lucian, Nav. 28 δύνανται πάντα οἱ θεοί; Iambl., Vi. Pyth. 28, 148; Philo, Abr. 268) Hm 12, 6, 3; cp. v 4, 2, 6.—DELG. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > δύναμαι

  • 11 ὡς

    ὡς (Hom.+; loanw. in rabb.) relative adv. of the relative pron. ὅς. It is used as
    a comparative particle, marking the manner in which someth. proceeds, as, like
    corresponding to οὕτως=‘so, in such a way’: σωθήσεται, οὕτως ὡς διὰ πυρός he will be saved, (but only) in such a way as (one, in an attempt to save oneself, must go) through fire (and therefore suffer fr. burns) 1 Cor 3:15. τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς ἑαυτόν Eph 5:33; cp. vs. 28. ἡμέρα κυρίου ὡς κλέπτης οὕτως ἔρχεται 1 Th 5:2. The word οὕτως can also be omitted ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε make it as secure as you know how = as you can Mt 27:65. ὡς οὐκ οἶδεν αὐτός (in such a way) as he himself does not know = he himself does not know how, without his knowing (just) how Mk 4:27. ὡς ἀνῆκεν (in such a way) as is fitting Col 3:18. Cp. 4:4; Eph 6:20; Tit 1:5 (cp. Just., A I, 3, 1 ὡς πρέπον ἐστίν). ὡς πᾶσα γυνὴ γεννᾷ GJs 11:2; ὡς ἀπεκαλύφθη AcPlCor 1:8.
    special uses
    α. in ellipses (TestAbr A 12 p. 90, 22 [Stone p. 28] θρόνος … ἐξαστράπτων ὡς πῦρ; TestJob 20:3 χρήσασθαι … ὡς ἐβούλετο; JosAs 12:7 πρὸς σὲ κατέφυγον ὡς παιδίον ἐπὶ τὸν πατέρα) ἐλάλουν ὡς νήπιος I used to speak as a child (is accustomed to speak) 1 Cor 13:11a; cp. bc; Mk 10:15; Eph 6:6a; Phil 2:22; Col 3:22. ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε walk as (is appropriate for) children of light Eph 5:8; cp. 6:6b. ὡς ἐν ἡμέρᾳ as (it is one’s duty to walk) in the daylight Ro 13:13. The Israelites went through the Red Sea ὡς διὰ ξηρᾶς γῆς as (one travels) over dry land Hb 11:29. οὐ λέγει ὡς ἐπὶ πολλῶν ἀλλʼ ὡς ἐφʼ ἑνός he speaks not as one would of a plurality (s. ἐπί 8), but as of a single thing Gal 3:16.—Ro 15:15; 1 Pt 5:3. Also referring back to οὕτως (GrBar 6:16 ὡς γὰρ τὰ δίστομα οὕτως καὶ ὁ ἀλέκτωρ μηνύει τοῖς ἐν τῷ κόσμῳ like articulate beings the rooster informs earth’s inhabitants) οὕτως τρέχω ὡς οὐκ ἀδήλως I run as (a person) with a fixed goal 1 Cor 9:26a. Cp. ibid. b; Js 2:12.
    β. ὡς and the words that go w. it can be the subj. or obj., of a clause: γενηθήτω σοι ὡς θέλεις let it be done (= it will be done) for you as you wish Mt 15:28. Cp. 8:13; Lk 14:22 v.l. (for ὅ; cp. ὡς τὸ θέλημά σου OdeSol 11:21). The predicate belonging to such a subj. is to be supplied in οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω (γενηθήτω) Mt 26:39a.—ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος he did as (= that which) the angel commanded him (to do) Mt 1:24; cp. 26:19 (on the structure s. RPesch, BZ 10, ’66, 220–45; 11, ’67, 79–95; cp. the formula Job 42:9 and the contrasting negation Ex 1:17; s. also Ex 3:21f); 28:15.—Practically equivalent to ὅ, which is a v.l. for it Mk 14:72 (JBirdsall, NovT 2, ’58, 272–75; cp. Lk 14:22 above).
    γ. ἕκαστος ὡς each one as or according to what Ro 12:3; 1 Cor 3:5; 7:17ab; Rv 22:12. ὡς ἦν δυνατὸς ἕκαστος each person interpreted them as best each could Papias (2:16).
    δ. in indirect questions (X., Cyr. 1, 5, 11 ἀπαίδευτοι ὡς χρὴ συμμάχοις χρῆσθαι) ἐξηγοῦντο ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου they told how he had made himself known to them when they broke bread together Lk 24:35. Cp. Mk 12:26 v.l. (for πῶς); Lk 8:47; 23:55; Ac 10:38; 20:20; Ro 11:2; 2 Cor 7:15.
    a conjunction marking a point of comparison, as. This ‘as’ can have a ‘so’ expressly corresponding to it or not, as the case may be; further, both sides of the comparison can be expressed in complete clauses, or one or even both may be abbreviated.
    ὡς is correlative w. οὕτως=so. οὕτως … ὡς (so, in such a way) … as: οὐδέποτε ἐλάλησεν οὕτως ἄνθρωπος ὡς οὗτος λαλεῖ ὁ ἄνθρωπος J 7:46. ὡς … οὕτως Ac 8:32 (Is 53:7); 23:11; Ro 5:15 (ὡς τὸ παράπτωμα, οὕτως καὶ τὸ χάρισμα, both halves to be completed), 18. ὡς κοινωνοί ἐστε τῶν παθημάτων, οὕτως καὶ τῆς παρακλήσεως as you are comrades in suffering, so (shall you be) in comfort as well 2 Cor 1:7. Cp. 7:14; 11:3 v.l.—ὡς … καί as … so (Plut., Mor. 39e; Ath. 15, 2) Mt 6:10; Ac 7:51; 2 Cor 13:2; Gal 1:9; Phil 1:20.
    The clause beginning w. ὡς can easily be understood and supplied in many cases; when this occurs, the noun upon which the comparison depends can often stand alone, and in these cases ὡς acts as a particle denoting comparison. οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος the righteous will shine out as the sun (shines) Mt 13:43. ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθατε συλλαβεῖν με as (one goes out) against a robber, (so) you have gone out to arrest me 26:55 (Mel., P. 79, 574 ὡς ἐπὶ φόνιον λῄστην). γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις be (as) wise as serpents (are) 10:16b. Cp. Lk 12:27; 21:35; 22:31; J 15:6; 2 Ti 2:17; 1 Pt 5:8.
    Semitic infl. is felt in the manner in which ὡς, combined w. a subst., takes the place of a subst. or an adj.
    α. a substantive
    א. as subj. (cp. Da 7:13 ὡς υἱὸς ἀνθρώπου ἤρχετο; cp. 10:16, 18) ἐνώπιον τοῦ θρόνου (ἦν) ὡς θάλασσα ὑαλίνη before the throne there was something like a sea of glass Rv 4:6. Cp. 8:8; 9:7a. ἀφʼ ἑνὸς ἐγενήθησαν ὡς ἡ ἄμμος from one man they have come into being as the sand, i.e. countless descendants Hb 11:12.
    ב. as obj. (JosAs 17:6 εἶδεν Ἀσενὲθ ὡς ἅρμα πυρός) ᾂδουσιν ὡς ᾠδὴν καινήν they were singing, as it were, a new song Rv 14:3. ἤκουσα ὡς φωνήν I heard what sounded like a shout 19:1, 6abc; cp. 6:1.
    β. as adjective, pred. (mostly εἶναι, γίνεσθαι ὡς; the latter also in rendering of ךְּ to express the basic reality of something: GDelling, Jüd. Lehre u. Frömmigkeit ’67, p. 58, on ParJer 9:7) ἐὰν μὴ γένησθε ὡς τὰ παιδία if you do not become child-like Mt 18:3. ὡς ἄγγελοί εἰσιν they are similar to angels 22:30. πᾶσα σὰρξ ὡς χόρτος 1 Pt 1:24. Cp. Mk 6:34; 12:25; Lk 22:26ab; Ro 9:27 (Is 10:22); 29a (Is 1:9a); 1 Cor 4:13; 7:7f, 29–31; 9:20f; 2 Pt 3:8ab (Ps 89:4); Rv 6:12ab al. (cp. GrBar 14:1 ἐγένετο φωνὴ ὡς βροντή). Sim. also ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου treat me like one of your day laborers Lk 15:19.—The adj. or adjectival expr. for which this form stands may be used as an attribute πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως faith like a mustard seed=faith no greater than a tiny mustard seed Mt 17:20; Lk 17:6. προφήτης ὡς εἷς τῶν προφητῶν Mk 6:15. Cp. Ac 3:22; 7:37 (both Dt 18:15); 10:11; 11:5. ἐγένετο ὡς εἷς τῶν φευγόντων AcPl Ha 5, 18. ἀρνίον ὡς ἐσφαγμένον a lamb that appeared to have been slaughtered Rv 5:6.—In expressions like τρίχας ὡς τρίχας γυναικῶν 9:8a the second τρίχας can be omitted as self-evident (Ps 54:7 v.l.): ἡ φωνὴ ὡς σάλπιγγος 4:1; cp. 1:10; 9:8b; 13:2a; 14:2c; 16:3.
    other noteworthy uses
    α. ὡς as can introduce an example ὡς καὶ Ἠλίας ἐποίησεν Lk 9:54 v.l.; cp. 1 Pt 3:6; or, in the combination ὡς γέγραπται, a scripture quotation Mk 1:2 v.l.; 7:6; Lk 3:4; Ac 13:33; cp. Ro 9:25; or even an authoritative human opinion Ac 17:28; 22:5; 25:10; or any other decisive reason Mt 5:48; 6:12 (ὡς καί).
    β. ὡς introduces short clauses: ὡς εἰώθει as his custom was Mk 10:1. Cp. Hs 5, 1, 2. ὡς λογίζομαι as I think 1 Pt 5:12. ὡς ἐνομίζετο as was supposed Lk 3:23 (Diog. L. 3, 2 ὡς Ἀθήνησιν ἦν λόγος [about Plato’s origin]; TestAbr A 5 p. 82, 32 [Stone p. 12] ὡς ἐμοὶ δοκεῖ; Just., A I, 6, 2 ὡς ἐδιδάχθημεν). ὡς ἦν as he was Mk 4:36. ὡς ἔφην Papias (2:15) (ApcMos 42; cp. Just., A I, 21, 6 ὡς προέφημεν).
    γ. The expr. οὕτως ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ὡς ἄνθρωπος βάλῃ τὸν σπόρον Mk 4:26 may well exhibit colloquial syntax; but some think that ἄν (so one v.l. [=ἐάν, which is read by many mss.]) once stood before ἄνθρωπος and was lost inadvertently. S. the comm., e.g. EKlostermann, Hdb. z. NT4 ’50 ad loc.; s. also Jülicher, Gleichn. 539; B-D-F §380, 4; Mlt. 185 w. notes; Rdm.2 154; Rob. 928; 968.
    marker introducing the perspective from which a pers., thing, or activity is viewed or understood as to character, function, or role, as
    w. focus on quality, circumstance, or role
    α. as (JosAs 26:7 ἔγνω … Λευὶς … ταῦτα πάντα ὡς προφήτης; Just., A I, 7, 4 ἵνα ὡς ἄδικος κολάζηται) τί ἔτι κἀγὼ ὡς ἁμαρτωλὸς κρίνομαι; why am I still being condemned as a sinner? Ro 3:7. ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων 1 Cor 3:10. ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη as newborn children (in reference to desire for maternal milk) 1 Pt 2:2. μή τις ὑμῶν πασχέτω ὡς φονεύς 4:15a; cp. b, 16.—1:14; 1 Cor 7:25; 2 Cor 6:4; Eph 5:1; Col 3:12; 1 Th 2:4, 7a.—In the oblique cases, genitive (ApcSed 16:2 ὡς νέου αὐτοῦ ἐπαράβλεπον τὰ πταίσματα αὐτοῦ; Just., A I, 14, 4 ὑμέτερον ἔστω ὡς δυνατῶν βασιλέων): τιμίῳ αἵματι ὡς ἀμνοῦ ἀμώμου Χριστοῦ with the precious blood of Christ, as of a lamb without blemish 1 Pt 1:19. δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός glory as of an only-begotten son, coming from the Father J 1:14. Cp. Hb 12:27. Dative (Ath. 14, 2 θύουσιν ὡς θεοῖς; 28, 3 πιστεύειν ὡς μυθοποιῷ; Stephan. Byz. s.v. Κυνόσαργες: Ἡρακλεῖ ὡς θεῷ θύων): λαλῆσαι ὑμῖν ὡς πνευματικοῖς 1 Cor 3:1a; cp. bc; 10:15; 2 Cor 6:13; Hb 12:5; 1 Pt 2:13f; 3:7ab; 2 Pt 1:19. Accusative (JosAs 22:8 ἠγάπα αὐτὸν ὡς ἄνδρα προφήτην; Just., A I, 4, 4 τὸ ὄνομα ὡς ἔλεγχον λαμβάνετε; Tat. 27, 1 ὡς ἀθεωτάτους ἡμᾶς ἐκκηρύσσετε; Ath. 16, 4 οὐ προσκυνῶ αὐτὰ ὡς θεοὺς): οὐχ ὡς θεὸν ἐδόξασαν Ro 1:21; 1 Cor 4:14; 8:7; Tit 1:7; Phlm 16; Hb 6:19; 11:9. παρακαλῶ ὡς παροίκους καὶ παρεπιδήμους 1 Pt 2:11 (from the perspective of their conversion experience the recipients of the letter are compared to temporary residents and disenfranchised foreigners, cp. the imagery 1 Pt 1:19 above and s. παρεπίδημος and πάροικος 2).—This is prob. also the place for ὸ̔ ἐὰν ποιῆτε, ἐργάζεσθε ὡς τῷ κυρίῳ whatever you have to do, do it as work for the Lord Col 3:23. Cp. Eph 5:22. εἴ τις λαλεῖ ὡς λόγια θεοῦ if anyone preaches, (let the pers. do so) as if (engaged in proclaiming the) words of God 1 Pt 4:11a; cp. ibid. b; 2 Cor 2:17bc; Eph 6:5, 7.
    β. ὡς w. ptc. gives the reason for an action as one who, because (X., Cyr. 7, 5, 13 κατεγέλων τῆς πολιορκίας ὡς ἔχοντες τὰ ἐπιτήδεια; Appian, Liby. 56 §244 μέμφεσθαι τοῖς θεοῖς ὡς ἐπιβουλεύουσι=as being hostile; Polyaenus 2, 1, 1; 3, 10, 3 ὡς ἔχων=just as if he had; TestAbr B 8 p. 112, 17 [Stone p. 72] ὡς αὐτῷ ὄντι φίλῳ μου (do it for) him [Abraham] as a friend of mine; TestJob 17:5 καθʼ ἡμῶν ὡς τυραννούντων against us as though we were tyrants; ApcMos 23 ὡς νομίζοντες on the assumption that (we would not be discovered); Jos., Ant. 1, 251; Ath. 16, 1 ὁ δὲ κόσμος οὐχ ὡς δεομένου τοῦ θεοῦ γέγονεν; SIG 1168, 35); Paul says: I appealed to the Emperor οὐχ ὡς τοῦ ἔθνους μου ἔχων τι κατηγορεῖν not that I had any charge to bring against my (own) people Ac 28:19 (PCairZen 44, 23 [257 B.C.] οὐχ ὡς μενῶν=not as if it were my purpose to remain there). ὡς foll. by the gen. abs. ὡς τὰ πάντα ἡμῖν τῆς θείας δυνάμεως αὐτοῦ δεδωρημένης because his divine power has granted us everything 2 Pt 1:3. Cp. Dg. 5:16.—Only in isolated instances does ὡς show causal force when used w. a finite verb for, seeing that (PLeid 16, 1, 20; Lucian, Dial. Mort. 17, 2, end, Vit. Auct. 25; Aesop, Fab. 109 P.=148 H.; 111 H-H.: ὡς εὐθέως ἐξελεύσομαι=because; Tetrast. Iamb. 1, 6, 3; Nicetas Eugen. 6, 131 H. Cp. Herodas 10, 3: ὡς=because [with the copula ‘is’ to be supplied]) Mt 6:12 (ὡς καί as Mk 7:37 v.l.; TestDan 3:1 v.l.; the parallel Lk 11:4 has γάρ). AcPlCor 1:6 ὡς οὖν ὁ κύριος ἠλέησεν ἡμᾶς inasmuch as the Lord has shown us mercy (by permitting us). So, more oft., καθώς (q.v. 3).
    γ. ὡς before the predicate acc. or nom. w. certain verbs functions pleonastically and further contributes to the aspect of perspective ὡς προφήτην ἔχουσιν τὸν Ἰωάννην Mt 21:26. Cp. Lk 16:1. λογίζεσθαί τινα ὡς foll. by acc. look upon someone as 1 Cor 4:1; 2 Cor 10:2 (for this pass. s. also c below). Cp. 2 Th 3:15ab; Phil 2:7; Js 2:9.
    w. focus on a conclusion existing only in someone’s imagination or based solely on someone’s assertion (PsSol 8:30; Jos., Bell. 3, 346; Just., A I, 27, 5; Mel., P. 58, 422) προσηνέγκατέ μοι τὸν ἄνθρωπον τοῦτον ὡς ἀποστρέφοντα τὸν λαόν, καὶ ἰδοὺ … you have brought this fellow before me as one who (as you claim) is misleading the people, and nowLk 23:14. τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών; why do you boast, as though you (as you think) had not received? 1 Cor 4:7. Cp. Ac 3:12; 23:15, 20; 27:30. ὡς μὴ ἐρχομένου μου as though I were not coming (acc. to their mistaken idea) 1 Cor 4:18. ὡς μελλούσης τῆς πόλεως αἴρεσθαι assuming that the city was being destroyed AcPl Ha 5, 16.
    w. focus on what is objectively false or erroneous ἐπιστολὴ ὡς διʼ ἡμῶν a letter (falsely) alleged to be from us 2 Th 2:2a (Diod S 33, 5, 5 ἔπεμψαν ὡς παρὰ τῶν πρεσβευτῶν ἐπιστολήν they sent a letter which purported to come from the emissaries; Diog. L. 10:3 falsified ἐπιστολαὶ ὡς Ἐπικούρου; Just., A, II, 5, 5 ὡς ἀπʼ αὐτοῦ σπορᾷ γενομένους υἱούς). τοὺς λογιζομένους ἡμᾶς ὡς κατὰ σάρκα περιπατοῦντας 2 Cor 10:2 (s. also aγ above). Cp. 11:17; 13:7. Israel wishes to become righteous οὐκ ἐκ πίστεως ἀλλʼ ὡς ἐξ ἔργων not through faith but through deeds (the latter way being objectively wrong) Ro 9:32 (Rdm.2 26f). ὡς ἐκ παραδόσεως ἀγράφου εἰς αὐτὸν ἥκοντα (other matters he recounts) as having reached him through unwritten tradition (Eus. about Papias) Papias (2:11).
    conj., marker of result in connection with indication of purpose=ὥστε so that (Trag., Hdt.+, though nearly always w. the inf.; so also POxy 1040, 11; PFlor 370, 10; Wsd 5:12; TestJob 39:7; ApcMos 38; Jos., Ant. 12, 229; Just., A I, 56, 2; Tat. 12, 2. W. the indic. X., Cyr. 5, 4, 11 οὕτω μοι ἐβοήθησας ὡς σέσῳσμαι; Philostrat., Vi. Apoll. 8, 7 p. 324, 25f; Jos., Bell. 3, 343; Ath. 15, 3; 22, 2) Hb 3:11; 4:3 (both Ps 94:11). ὡς αὐτὸν καθόλου τὸ φῶς μὴ βλέπειν Papias (3:2) (s. φῶς 1a). ὡς πάντας ἄχθεσθαι (s. ἄχθομαι) AcPl Ha 4, 14. ὡς πάντας … ἀγαλλιᾶσθαι 6, 31 al.
    marker of discourse content, that, the fact that after verbs of knowing, saying (even introducing direct discourse: Maximus Tyr. 5:4f), hearing, etc.=ὅτι that (X., An. 1, 3, 5; Menand., Sam. 590 S. [245 Kö.]; Aeneas Tact. 402; 1342; PTebt 10, 6 [119 B.C.]; 1 Km 13:11; EpArist; Philo, Op. M. 9; Jos., Ant. 7, 39; 9, 162; 15, 249 al.; Just., A I, 60, 2; Tat. 39, 2; 41, 1; Ath. 30, 4.—ORiemann, RevPhilol n.s. 6, 1882, 73–75; HKallenberg, RhM n.s. 68, 1913, 465–76; B-D-F §396) ἀναγινώσκειν Mk 12:26 v.l. (for πῶς); Lk 6:4 (w. πῶς as v.l.). μνησθῆναι Lk 24:6 (D ὅσα); cp. 22:61 (=Lat. quomodo, as in ms. c of the Old Itala; cp. Plautus, Poen. 3, 1, 54–56). ἐπίστασθαι (Jos., Ant. 7, 372) Ac 10:28; 20:18b v.l. (for πῶς). εἰδέναι (MAI 37, 1912, 183 [= Kl. T. 110, 81, 10] ἴστε ὡς [131/132 A.D.]) 1 Th 2:11a. μάρτυς ὡς Ro 1:9; Phil 1:8; 1 Th 2:10.—ὡς ὅτι s. ὅτι 5b.
    w. numerals, a degree that approximates a point on a scale of extent, about, approximately, nearly (Hdt., Thu. et al.; PAmh 72, 12; PTebt 381, 4 [VSchuman, ClW 28, ’34/35, 95f: pap]; Jos., Ant. 6, 95; Ruth 1:4; 1 Km 14:2; TestJob 31:2; JosAs 1:6) ὡς δισχίλιοι Mk 5:13. Cp. 8:9; Lk 1:56; 8:42; J 1:39; 4:6; 6:10, 19; 19:14, 39; 21:8; Ac 4:4; 5:7, 36; 13:18, 20; 27:37 v.l. (Hemer, Acts 149 n. 140); Rv 8:1.
    a relatively high point on a scale involving exclamation, how! (X., Cyr. 1, 3, 2 ὦ μῆτερ, ὡς καλός μοι ὁ πάππος! Himerius, Or. 54 [=Or. 15], 1 ὡς ἡδύ μοι τὸ θέατρον=how pleasant … ! Ps 8:2; 72:1; TestJob 7:12) ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων ἀγαθά Ro 10:15 (cp. Is 52:7). Cp. 11:33. ὡς μεγάλη μοι ἡ σήμερον ἡμέρα GJs 19:2.
    temporal conjunction (B-D-F §455, 2; 3; Harnack, SBBerlAk 1908, 392).
    w. the aor. when, after (Hom., Hdt. et al.; Diod S 14, 80, 1; pap [POxy 1489, 4 al.]; LXX; TestAbr B 3 p. 107, 6 [Stone p. 62]; JosAs 3:2; ParJer 3:1; ApcMos 22; Jos., Bell. 1, 445b; Just., D. 2, 4; 3, 1) ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι Lk 1:23. ὡς ἐγεύσατο ὁ ἀρχιτρίκλινος J 2:9.—Lk 1:41, 44; 2:15, 39; 4:25; 5:4; 7:12; 15:25; 19:5; 22:66; 23:26; J 4:1, 40; 6:12, 16; 7:10; 11:6, 20, 29, 32f; 18:6; 19:33; 21:9; Ac 5:24; 10:7, 25; 13:29; 14:5; 16:10, 15; 17:13; 18:5; 19:21; 21:1, 12; 22:25; 27:1, 27; 28:4. AcPl Ha 3, 20.
    w. pres. or impf. while, when, as long as (Menand., Fgm. 538, 2 K. ὡς ὁδοιπορεῖς; Cyrill. Scyth. [VI A.D.] ed. ESchwartz ’39 p. 143, 1; 207, 22 ὡς ἔτι εἰμί=as long as I live) ὡς ὑπάγεις μετὰ τοῦ ἀντιδίκου σου while you are going with your opponent Lk 12:58. ὡς ἐλάλει ἡμῖν, ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς while he was talking, while he was opening the scriptures to us 24:32.—J 2:23; 8:7; 12:35f ( as long as; cp. ἕως 2a); Ac 1:10; 7:23; 9:23; 10:17; 13:25; 19:9; 21:27; 25:14; Gal 6:10 ( as long as); 2 Cl 8:1; 9:7; IRo 2:2; ISm 9:1 (all four as long as).—ὡς w. impf., and in the next clause the aor. ind. w. the same subject (Diod S 15, 45, 4 ὡς ἐθεώρουν …, συνεστήσαντο ‘when [or ‘as soon as’] they noticed …, they put together [a fleet]’; SIG 1169, 58 ὡς ἐνεκάθευδε, εἶδε ‘while he was sleeping [or ‘when he went to sleep’] [in the temple] he saw [a dream or vision]’) Mt 28:9 v.l.; J 20:11; Ac 8:36; 16:4; 22:11. Since (Soph., Oed. R. 115; Thu. 4, 90, 3) ὡς τοῦτο γέγονεν Mk 9:21.
    ὡς ἄν or ὡς ἐάν w. subjunctive of the time of an event in the future when, as soon as.
    α. ὡς ἄν (Hyperid. 2, 43, 4; Herodas 5, 50; Lucian, Cronosolon 11; PHib 59, 1 [c. 245 B.C.] ὡς ἂν λάβῃς; UPZ 71, 18 [152 B.C.]; PTebt 26, 2. Cp. Witkowski 87; Gen 12:12; Josh 2:14; Is 8:21; Da 3:15 Theod.; Ath. 31, 3 [ἐάν Schwartz]) Ro 15:24; 1 Cor 11:34; Phil 2:23.
    β. ὡς ἐάν (PFay 111, 16 [95/96 A.D.] ὡς ἐὰν βλέπῃς) 1 Cl 12:5f; Hv 3, 8, 9; 3, 13, 2.
    w. the superlative ὡς τάχιστα (a bookish usage; s. B-D-F §244, 1; Rob. 669) as quickly as possible Ac 17:15 (s. ταχέως 1c).
    a final particle, expressing intention/purpose, with a view to, in order to
    w. subjunctive (Hom.+; TestAbr A 4 p. 80, 33 [Stone p. 8]; SibOr 3, 130; Synes., Hymni 3, 44 [NTerzaghi ’39]) ὡς τελειώσω in order that I might finish Ac 20:24 v.l. (s. Mlt. 249).
    w. inf. (X.; Arrian [very oft.: ABoehner, De Arriani dicendi genere, diss. Erlangen 1885 p. 56]; PGen 28, 12 [II A.D.]; ZPE 8, ’71, 177: letter of M. Ant. 57, cp. 44–46; 3 Macc 1:2; Joseph.; cp. the use of the opt. Just., D. 2, 3) Lk 9:52. ὡς τελειῶσαι Ac 20:24. ὡς ἔπος εἰπεῖν Hb 7:9 (s. ἔπος).
    used w. prepositions to indicate the direction intended (Soph., Thu., X. [Kühner-G. I 472 note 1]; Polyb. 1, 29, 1; LRadermacher, Philol 60, 1901, 495f) πορεύεσθαι ὡς ἐπὶ τὴν θάλασσαν Ac 17:14 v.l.—WStählin, Symbolon, ’58, 99–104. S. also ὡσάν, ὡσαύτως, ὡσεί 2, ὥσπερ b, ὡσπερεί, ὥστε 2b. DELG. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ὡς

  • 12 ἀλαθής

    ᾰλᾱθής (-ής, -εῖ, -έα, -ῆ; -έσιν, -έας)
    1 true

    ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    αὐδάσομαι ἐνόρκιον λόγον ἀλαθεῖ νόῳ O. 2.92

    γνῶναί τ' ἔπειτ ἀρχαῖον ὄνειδος ἀλαθέσιν λόγοις εἰ φεύγομεν O. 6.89

    ἀλαθής τέ μοι ἔξορκος ἐπέσσεται ἁδύγλωσσος βοὰ O. 13.98

    Ἰσμήνιον δ' ὀνύμαξεν, ἀλαθέα μαντίων θῶκον P. 11.6

    τὰς χρυσάμπυκας ἀγλαοκάρπους τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (Boeckh ex Hesych.: ἀγαθὰ σωτῆρας codd.: ὅτι κυκλίσμῷ πάντα ποιοῦσιν. Hesych.) fr. 30. 6. dub., Hesych., s. v. ἀλαθεῖς· οἱ μηδὲν ἐπιλανθανόμενοι ὡς Πίνδαρος. “fort. recte trahitur ad fr. 30. 6.” nott. Snell. fr. 331. frag. ]αι τὸ δἀλαθὲ[ς ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar > ἀλαθής

  • 13 κατορθόω

    A set upright, erect,

    δέμας E.Hipp. 1445

    , Andr. 1080; set straight a fractured or dislocated bone, Hp.Fract.16, al. ([voice] Med., have it set straight, 8, al.); κ. τὰ κηρία, of bees, Arist.HA 625b19.
    2 metaph., keep straight, set right,

    πολλά τοι σμικροὶ λόγοι.. κατώρθωσαν βροτούς S.El. 416

    ;

    κατορθοῦντος φρένα Id.OC 1487

    ; κ. τοὺς ἀγωνιζομένους make them prosper, D.18.290.
    b accomplish successfully, bring to a successful issue, τὸν

    ἀγῶνα Lys.18.13

    ;

    πολλὰ καὶ μεγάλα Pl.Men. 99c

    ;

    εἰ γὰρ ἓν ὧν ἐπεβούλευσεν κατώρθωσεν D.21.106

    ;

    ὁδόν Id.24.7

    ; μηδὲν ἁμαρτεῖν ἐστὶ θεῶν καὶ πάντα κ. Epigr.ib.18.289;

    τουτὶ κατωρθώκαμεν περὶ ἐπιστήμης Pl.Tht. 203b

    , cf. E.Hel. 1067;

    τὰς ἐπιβολάς Plb. 10.2.5

    , etc.:—[voice] Pass., succeed, prosper, Hdt.1.120, E.Hipp. 680, Arist.EN 1106b26; ἐπειδὴ δρᾶν κατώρθωσαι φρενί thou hast rightly purposed, A. Ch. 512; κατωρθωμένος, of works of art, successful, Str.9.1.17, al.;

    τὰ μάλισθ' ὑπὸ τῶν τεχνικωτάτων -ούμενα Phld.Vit.p.33

    J.; ὅσα κατώρθωται αὐτῶν the most perfect examples, Plot.5.8.2: Gramm., βαρυνόμενον τὸ ἔστε κατώρθωται is correctly accented, A.D. Synt.263.14.
    II intr. as in [voice] Pass., go on prosperously, succeed, opp. πταίειν, Th.6.12, cf. D.11.11, Men.Epit. 339; opp.

    ἡττᾶσθαι, ἔν τινι Isoc.4.124

    ; opp. ἀτυχεῖν, ib.48; opp. ἁμαρτάνειν, Arist.EN 1106b31, Chrysipp.Stoic.2.295;

    κ. τῷ σώματι Pl.Lg. 654c

    ; of success in war, X.Mem.3.1.3; τῇ μάχῃ, τοῖς ὅλοις, Plb.2.70.6, 3.48.2;

    περί τινας τῶν πράξεων Isoc.7.11

    ; τὸ κατορθοῦν success, D.2.20.
    III [voice] Med. in sense of [voice] Act. 1.2 b,

    τῇ πόλει κατορθωσάμενος ἀγαθά IPE12.34.28

    (Olbia, i B.C.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατορθόω

  • 14 μοῖρα

    μοῖρα, ας ([dialect] Ion. μοῖρα, acc. μοῖραν, gen. ης), ([etym.] μείρομαι)
    A part, opp. whole, τριτάτη μ. [νυκτός] Il.10.253; [

    ἐσθλῶν] τριτάτην.. μ. Od.4.97

    ;

    μενέτω τριτάτῃ ἐνὶ μ. Il.15.195

    .
    2 portion of land, of a country, etc.,

    χώρης ὀλίγην ἔτι μοῖραν ἔχοντες 16.68

    ;

    μ. πατρῴας γῆς διαιρετόν S.Tr. 163

    ;

    ἡ Περσέων μ. Hdt.1.75

    ; [ἐς] δυώδεκα μοίρας δασάμενοι

    Αἴγυπτον Id.2.147

    ;

    Πελοποννήσουτῶν πέντε τὰς δύο μοίρας Th.1.10

    .
    3 division of a people, Hdt.1.146; of an army, Hdn.6.6.3; in codd. of X., freq.f.l. for μόρα.
    4 political party,

    τὸν δῆμον πρὸς τὴν ἑωυτοῦ μ. προσεθήκατο Hdt.5.69

    ;

    τριῶν δὲ μ. ἡ 'ν μέσῳ σῴζει πόλεις E.Supp. 244

    .
    5 degree, in the astron. and geog. sense, Hipparch.1.7.11, Gem.1.6, Cleom.2.5, etc.: division of the zodiac, Arat.716, cf. 560 (pl.), Procl.Hyp.3.52.
    II lot, portion or share which falls to one, esp. in the distribution of booty,

    ἴση μ. Il.9.318

    ;

    μ. καὶ γέρας ἐσθλὸν ἔχων Od.11.534

    ; of a meal,

    μοίρας ἔνεμον 8.470

    , cf. 14.448, etc.;

    μ. ἔχειν γαίης Hes.Th. 413

    ;

    σπλάγχνων μ. Ar. Pax 1105

    (hex.); τὴν τοῦ πατρὸς μοῖραν λαγχάνειν one's inheritance, patrimony, Lexap.D.43.51, cf. AP11.382.22 (Agath.).
    2 generally, part, lot, οὐδ' αἰδοῦς μ. ἔχουσιν have no part in shame, Od.20.171;

    εὐθυμίης μείζω μ. μεθέξει Democr.258

    , cf. 263;

    ἐν παντὶ παντὸς μ. ἔνεστι Anaxag.11

    , cf. 6;

    μ. ἔχειν ἀχέων A.Th. 945

    (lyr.);

    μ. Ἀφροδίτας Id.Supp. 1041

    (lyr.); ἔχουσι μ. οὐκ εὐπέμπελον an office, Id.Eu. 476; τέσσαρας μ. ἔχον ἐμοί filling the place of four relations to me, Id.Ch. 238;

    μ. ἡδονῆς πορεῖν Id.Pr. 631

    ; κατὰ τὴν ἰδίαν ἑκάστου μ., pro virili parte, Lycurg.64;

    οὐκ ἐλαχίστην συμβάλλεσθαι μ. πρός τι Plu.2.9f

    , cf. Arist.Ath.19.
    4
    III one's portion in life, lot, destiny,

    ἐπὶ γάρ τοι ἑκάστῳ μοῖραν ἔθηκαν ἀθάνατοι Od.19.592

    , etc.;

    μ. βροτῶν A.Eu. 105

    ; mostly of ill fortune, but also of good, e. g. opp. ἀμμορίη, Od.20.76;

    ἡ πεπρωμένη μ. Hdt.1.91

    ;

    ἐξιστορῆσαι μ. A.Th. 506

    , cf. Ag. 1314, etc.; μ. (sc. ἐστι) c. inf., 'tis one's fate,

    οὐ γάρ τοι πρὶν μ. φίλους ἰδέειν Od.4.475

    ;

    οὐ γάρ πώ τοι μ. θανεῖν Il.7.52

    , cf. 15.117: c. acc. et inf.,

    εἰ μ... δαμῆναι πάντας ὁμῶς 17.421

    , cf. 16.434;

    ἔσχε μοῖρ' Ἀχιλλέα θανεῖν S.Ph. 331

    ;

    ὡς αὐτὸν ἥξοι μ. πρὸς παιδὸς θανεῖν Id.OT 713

    ; εἴ μοι ξυνείη φέροντι μοῖρα ib. 863 (lyr.); μ. βιότοιο one's portion or measure of life, Il.4.170 (as v. l. for πότμον) ; ὑπὲρ μοῖραν (v. μόρος) Il.20.336; ἀγαθᾷ μοίρᾳ by good luck, E. Ion 153 (lyr.); θείᾳ μοίρᾳ by divine providence, X.Mem.2.3.18;

    κατά τινα θείαν μ. Arist.EN 1099b10

    , cf. Pl. Men. 99e, Ap. 33c; opp.

    παρὰ μοῖραν Δίος Alc.Supp.14.10

    .
    2 like μόρος, man's appointed doom, i.e. death, Il.6.488, Od.11.560; in full,

    θάνατος καὶ μ. Il.17.672

    , etc.;

    μ. ὀλοή.. θανάτοιο Od.2.100

    ;

    θανάτου μ. A.Pers. 917

    , Ag. 1462 (both anap.); πρὸ μοίρας before the appointed time, S.Fr. 686, Isoc.11.8;

    ἐξέπλησε μ. τὴν ἑωυτοῦ Hdt.4.164

    ,3.142, cf. 1.91; τῇ σεωυτοῦ μ. περίεις ib. 121; also, the cause of death, Od. 21.24.
    IV that which is meet and right, in Hom. mostly in phrase κατὰ μοῖραν in order, rightly, Il.16.367;

    κατὰ μ. ἔειπες 1.286

    , al.;

    ἐν μοίρῃ πάντα διίκεο 19.186

    , cf. Od.22.54, Pl.Lg. 775c, 958d; opp.

    παρὰ μοῖραν Od.14.509

    ; ἔχει μ. it is meet and right, E.Hipp. 988.
    2 respect, esteem,

    οὐκ ἔστιν ὅτῳ μείζονα μ. νείμαιμ' ἤ σοι A.Pr. 294

    (anap.), cf. S.Tr. 1239; ἐν οὐδεμιῇ μοίρῃ μεγάλῃ ἄγειν τινά hold one in no great respect, Hdt.2.172;

    ἐν μείζονι μ. εἶναι Pl.Cri. 51b

    ;

    ἀτιμοτάτῃ ἐνὶ μ. Theoc.14.49

    ;

    μεγάλην μ. καὶ τιμὴν ἔχει Pl.Cra. 398b

    ;

    κατατιθέναι τι ἐν μοίραις ἐλάττοσι Id.Lg. 923b

    ;

    τοὺς θεοὺς μοίραις ποεῖσθε μηδαμῶς S. OC 278

    is prob. corrupt.
    V c. gen. almost periphr., ἐν τῇ τοῦ ἀγαθοῦ μοίρᾳ ἐκεῖνό ἐστι is a good, of the order of the good, Pl.Phlb. 54c; ἄγειν ἢ φέρειν ἐν πολεμίου μ. as if an enemy, D.23.61; νόστοιο μ. for νόστος, Pi.P.4.196; ὡς ἐν παιδιᾶς μοίρᾳ playfully, Pl.Lg. 656b;

    ὡς ἐν φαρμάκου μ. Plu.2.6e

    ;

    ὥσπερ ἐν προσθήκης μ. Luc.Zeux.2

    ; μέτοχος εἶναι τῆς τοῦ ἀγαθοῦ μοίρας, i. e. τοῦ ἀγαθοῦ, Pl.Phlb. 60b;

    ἡ φιλοσόφου μ. Id.Ep. 329b

    ;

    ἡ τελειότης τἀγαθοῦ μ. τίς ἐστιν Procl.Inst.25

    ; θείας μ. μετέχειν, i. e. τοῦ θείου, Pl.Prt. 322a, cf. Phdr. 230a; τὸ ἐμπλήκτως ὀξὺ ἀνδρὸς μοίρᾳ προσετέθη was accounted manly, Th.3.82.
    B [full] Μοῖρα, as pr. n., the goddess of fate, Hom. always (exc. Il. 24.49) in sg., Il.24.209, al., cf. Orph.Fr.33, etc.: three first in Hes. Th. 905, etc.; as the goddess of death, Il.4.517, 18.119: generally of evil, 5.613; ἐγὼ δ' οὐκ αἴτιός εἰμι ἀλλὰ Ζεὺς καὶ M.

    καὶ ἠεροφοῖτις Ἐρινύς 19.87

    : with epithets, M. κραταιή, ὀλοή, 5.629, 21.83;

    κακή 13.602

    ;

    δυσώνυμος 12.116

    :—Trag. use sts. sg., A.Ag. 130, Ch. 910, etc.: sts. pl., Id.Pr. 516, 895, Ch. 306, etc.; of the Furies, Id.Eu. 172: later as objects of worship, SIG1044.8 (Halic., iv/iii B. C.).—In the phrases

    θεοῦ μ. Od.11.292

    ,

    μ. θεῶν 3.269

    , μοῖρα is Appellat., = destiny.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μοῖρα

  • 15 συλλήβδην

    A collectively, in sum, in short, Thgn.147 (= Phoc. 17);

    βραχεῖ δὲ μύθῳ πάντα σ. μάθε A.Pr. 505

    ;

    ταῦτα ἐπράθη σ. ἅπαντα IG12.325.21

    ;

    ἀγαθὰ σ. ἅπαντά σοι φέρω Ar.Pl. 646

    ;

    τὸν φόρον.. σ. τὸν προσιόντα Id.V. 657

    (anap.);

    ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ σ. πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς.. ἀρετῆς Pl.Prt. 324a

    , cf. 325c;

    σ. διδάσκειν Isoc.4.29

    ; opp. κατὰ σμικρόν (little by little), Pl.R. 344b; opp. καθ' ἓν ἕκαστον, X.Oec.19.14.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συλλήβδην

  • 16 συνέχω

    συνέχω, [tense] aor. συνέσχον:—[voice] Med., [tense] fut. συνέξομαι in pass. sense, D. Ep.3.40: so συσχόμενος (v. infr.), Pl.Sph. 250d:—[voice] Pass., [tense] aor.
    A

    συνεσχέθην Epicur.Ep.2p.35U.

    : [tense] fut. inf.

    συσχεθήσεσθαι Phld.Ir.p.97

    W.:— hold or keep together, confine, secure, ὅθι ζωστῆρος ὀχῆες χρύσειοι σύνεχον [θώρηκα] Il.4.133, 20.415; ἵνα τε ξυνέχουσι τένοντες ἀγκῶνος where the sinews of the elbow hold together, ib. 478 (but perh. meet, v. infr. 11); Ὠκεανός.. συνεῖχε σάκος enclosed, compassed it, Hes.Sc. 315; Αἴτνα σ. [Τυφῶνα] Pi.P.1.19; τὼ μηρὼ ς. hold them together, Ar.Nu. 966;

    τὰ σκέλη [τοῦ βρέφους] συνεχέτω Sor.1.101

    ;

    τοὺς τρεῖς ξυνέχων τῶν δακτύλων Ar.V.95

    ; συνέσχον τὰ ὦτα αὐτῶν closed or stopped their ears, Act.Ap.7.57; μηδὲ συσχέτω ἐπ' ἐμὲ φρέαρ τὸ στόμα αὐτοῦ let not the pit close its mouth upon me, LXX Ps.68(69).15, cf. Is.52.16; τὸ δέρμα σ. [τὰ ὀστᾶ] Pl.Phd. 98d; Ἄτλας ἅπαντα ς. ib. 99c;

    λάκκους συντετριμμένους, οἳ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν LXX Je.2.13

    :—[voice] Pass., τὸ λεγόμενον ἐν φρέατι συσχόμενος" trapped in a well, Pl.Tht. 165b; ὁ καρπὸς.. ἂν μὴ πλυθῇ.. συνέχεται sticks together, Thphr.HP3.15.4; τὸ στόμα οὐ συνεσχέθη ἔτι my mouth was no longer closed, LXX Ez.33.22.
    2 keep together, keep from dispersing, στράτευμα, δύναμιν, X.An.7.2.8, D.8.76;

    σ. ἐν τῷ χάρακι Plb.10.39.1

    ;

    ὥπλισε.. καὶ συνεῖχε τοῦ τείχους ἐντός Plu.Cam. 23

    ;

    περὶ Κύπρον σ. τὸ ναυτικόν Id.Cim.18

    ; continue, keep on, μὴ πλείους πέντε ἡμερῶν σύσχῃς τὸ ὕδωρ (the flooding) PCair.Zen.155.5 (iii B.C.); keep,

    τοὺς πολίτας σ. ἐν τοῖς ὅπλοις Plu.Sol.22

    , cf. 2.193e;

    προστάξαντος αὐτοῦ ἐν τοῖς ὅπλοις συνέχειν ἑαυτόν, ὁ δὲ ἀπεδύσατο Ael. VH14.48

    ; preserve,

    οἱ ἅλες ἐπὶ πλεῖστον [τὰ σώματα] συνέχοντες Ph. 2.255

    ; maintain,

    σ. τοὺς στρατιώτας ἐκ τῶν ἱεροσυληθέντων λειψάνων D.S.16.61

    :—[voice] Pass., to be continuous, Parm.8.23; to be maintained,

    πᾶσα ἕξις.. ὑπὸ τῶν καταλλήλων ἔργων συνέχεται καὶ αὔξεται Arr. Epict.2.18.1

    .
    b of social and political order, σ. πόλεις keep states together, keep them from falling to pieces, maintain them, E.Supp. 312, cf. And.1.9;

    τὸ φρονεῖν σ. δώματα E.Ba. 392

    (lyr.), cf. 1308; καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους ἡ κοινωνία ς. Pl.Grg. 508a;

    ἡ τὰ πάντα πολιτεύματα συνέχουσα εἰς ἓν δίκη Id.Lg. 945d

    , cf. Plt. 311c;

    σ. τὴν πολιτείαν D.24.2

    ;

    τὴν πολιτικὴν κοινωνίαν Arist.Pol. 1278b25

    , cf. 1270b17;

    ὀρθῶς ἐν τῇ Ἑλλάδι τὴν δύναμιν τῶν Ἀθηναίων συνεῖχεν Plu.Per.22

    ; ἐν οἴνῳ τὰς ἀρχὰς συνεῖχε conducted the government over wine, Id.2.714b; also

    ὁ τὸν ὅλον κόσμον συντάττων καὶ συνέχων X.Mem.4.3.13

    , cf. LXX Wi.1.7; ξ. τὴν εἰρεσίαν keep the rowers together, make them pull in time, Th.7.14:—[voice] Pass.,

    μετ' ἀλλήλων συνέχεσθαι Pl.Ti. 43e

    .
    c keep together in friendship,

    ἁμέ Ar.Lys. 1265

    (lyr.);

    τοὺς ἐρωμένους Ath.13.563e

    :—[voice] Pass.,

    τὸ ὂν συνέχεται.. φιλίᾳ Pl.Sph. 242e

    ;

    τὰ πράγματα ὑπ' εὐνοίας D.11.7

    .
    d [voice] Pass. also, engage in close combat,

    ἐγχειριδίοισι Hdt.1.214

    ; of sexual intercourse, Arist.HA 540a24, GA 731a19, Thphr.Char.28.3.
    e occupy or engage,

    ἑαυτὸν ἐν γυναιξὶ καὶ θιάσοις Plu.Cleom.34

    ; [

    γυναῖκα] συνέχειν ἐπὶ καπηλείου Id.2.785d

    .
    3 contain, comprise, embrace, εἷς λόγος πάσας τὰς αἰσθήσεις ς. Pl.Hp.Mi. 374d; τὸ συνέχον the chief matter, Plb.2.12.3, Cic.Att.9.7.1, Gal.16.516;

    τὸ σ. καὶ κυριώτατον Phld.Lib. p.22

    O.;

    τὰ συνέχοντα Plb.6.46.6

    , Gal.15.2;

    τὰ σ. ἀγαθά Phld.D.1.25

    : c. gen., τὸ σ. τῆς ἐκκλησίας the chief reason for.., Plb.28.4.2, cf. 4.51.1, 18.39.3; τῆς σωτηρίας the chief means of.., Id.10.47.11; τὰ σ. τῶν ἐγγράπτων the chief clauses, Id.3.27.1;

    τὸ σ. τῆς ἐννοίας Id.3.29.9

    , cf. 4.5.5, 18.44.2:—[voice] Pass., τὸν πρὸς τῇ ὑπεκλύσει πυρετὸν ὑπ' ἄλλης αἰτίας συνέχεσθαι is chiefly caused (cf. συνεκτικός) by.., Sor.2.4.
    4 detain, τὰς καμήλους ἐν τῇ Νεχθενίβιος (sc. κώμῃ) PMich.Zen.103.3 (iii B.C.); sequestrate, PEnteux.3.7, 85.3 (iii B.C.); keep under arrest, PMich.Zen.36.6 (iii B.C.), BGU1824.27 (i B.C.), Ev.Luc.22.63;

    προσαπήγαγέν με εἰς τὴν φυλακὴν καὶ συνέσχεν ἐφ' ἡμέρας δ ¯ PEnteux.83.7

    (iii B.C.), cf. 84.11 (iii B.C.):—[voice] Pass.,

    συνέχομαι ἐμ φυλακῇ PPetr.2p.50

    (iii B.C.), cf. PCair.Zen.347.3 (iii B.C.), PRyl. 65.11 (i B.C.), etc.; of things held as security, PCair.Zen.373.3 (iii B.C.).
    5 constrain or force one to a thing,

    ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σ. ἡμᾶς 2 Ep.Cor.5.14

    ; oppress, Ev.Luc.8.45, 19.43;

    ἡ σκληροκοιτία λυπεῖ καὶ σ. τὸ σῶμα Gal.15.196

    :—used by early writers only in [voice] Pass., συνέχεσθαί τινι to be constrained, distressed, afflicted, and, generally, to be affected by anything whether in mind or body,

    πατρὶ συνείχετο.. χαλεπῷ Hdt.3.131

    ;

    ξ. τοῖσι Λυκούργου πατριώταις Pherecr.11

    ; σ. πολέμῳ, δουληΐῃ, Hdt.5.23, 6.12;

    ὀνείρασι A.Pr. 656

    ;

    φροντίδι E.Heracl. 634

    ; δίψῃ, πόνῳ, Th.2.49, 3.98;

    πυρετῷ Ev.Luc.4.38

    ;

    κακῷ Ar.Ec. 1096

    ;

    μεγάλοις καὶ ἀνιάτοις νοσήμασιν Pl.Grg. 512a

    ;

    πάσῃ ἀπορίᾳ Id.Sph. 250d

    ;

    ἀγρυπνίαις IG42(1).122.50

    (Epid., iv B.C.); τῷ λόγῳ (v.l. πνεύματι) Act.Ap.18.5;

    γέλωτι συσχεθέντα τελευτῆσαι D.L.7.185

    ;

    ἔρωτι συσχεθείς Conon 40.3

    ;

    ἄνθρωπος συνεχόμενος ἀπὸ οἴνου LXX Je.23.9

    ; συνεχομένη τῇ συνειδήσει ib.Wi.17.11.
    8 buy up and withhold, make a corner in,

    σῖτον LXX Pr. 11.26

    .
    9 Gramm., σ. τὸ ἄρθρον to be accompanied by the article, A.D.Synt.35.2, al.
    10 συνέσχον I also received.., BGU577.16 (iii A.D.), etc.
    II intr., meet, v. supr. 1.1;

    εἰς ἕν Arist.HA 530b27

    ; πρός τι to be connected with, S.E.P.1.145.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνέχω

  • 17 ἀγνοέω

    ἀγνο-έω, [dialect] Ep. [pref] ἀγνοι-, [ per.] 3sg. subj.
    A

    ἀγνοιῇσι Od.24.218

    : [tense] impf.

    ἠγνόουν Isoc.7.21

    , etc.: [tense] fut.

    ἀγνοήσω B.Fr.12

    , Isoc.12.251, D.32.10, 54.31: [tense] aor.

    ἠγνόησα A.Eu. 134

    , Th.2.49, etc.; [dialect] Ep.

    ἠγνοίησα Il.2.807

    , Hes.Th. 551, [dialect] Ep. [var] contr. [ per.] 3sg.

    ἀγνώσασκε Od.23.95

    : [tense] pf.

    ἠγνόηκα Pl. Sph. 221d

    , Alex.20.4:—[voice] Pass., [tense] fut. (of med. form)

    ἀγνοήσομαι D. 18.249

    ; ἀγνοηθήσομαι v.l. in Luc.JTr.5: [tense] aor. ἠγνοήθην, v. infr.: [tense] pf.

    ἠγνόημαι Isoc.15.171

    , Pl.Lg. 797a. (This Verb implies a form ἄγνοος, = ἀγνώς 11):— not to perceive or recognize; Hom., almost always in [tense] aor.,

    ἄνδρ' ἀγνοιήσασ' ὑλάει Od.20.15

    , cf. Th. l.c., Pl.Phdr. 228a; mostly with neg., οὐκ ἠγνοίησεν he perceived or knew well, Il. 2.807, etc.;

    μηδὲν ἀγνόει E.Andr. 899

    .—Mostly c. acc., to be ignorant of, Hdt.4.156, S.Tr.78;

    πάντα Pl.Smp. 216d

    ; ἑαυτοὺς ἀ. forget their former selves, D.10.74; τὴν πόλιν ἀ. not to discern the temper of the city, Id.19.231;

    τὸν ξένον Philostr. VA2.26

    ; fail to understand,

    τὸ ῥῆμα Ev.Marc.9.32

    ;

    περί τινος Pl.Phdr. 277d

    : c. gen. pers. and rel. clause,

    ἀγνοοῦντες ἀλλήλων ὅ τι λέγομεν Id.Grg. 517c

    : dependent clauses in part.,

    τίς.. ἀ. τὸν ἐκεῖθεν πόλεμον δεῦρο ἥξοντα; D.1.15

    : with Conj., οὐδεὶς ἀ. ὅτι .. Id.21.156, etc.;

    ἀγνοῶν εἰ.. X.An.6.5.12

    :—[voice] Pass., not to be known, recognized, Pl.Euthphr.4a, Hp.Ma. 294d, etc.;

    ἀγνοούμενα ὅπῃ.. ἀγαθά ἐστι Id.R. 506a

    ; ἠγνοῆσθαι ξύμπασιν ὅτι .. Id.Lg. 797a;

    ὑπελάμβανον ἀγνοήσεσθαι D.18.249

    ; καιρὸν οὐ παρεθέντα οὐδ' ἀγνοηθέντα ib.303, cf. Isoc.15.171; τὰ ἠγνοημένα unknown parts, Arr.An.7.1.4.
    II abs., go wrong, make a false step, first in Hp.Art.46, Antipho 5.44 (dub.l.), lsoc.8.39; part. ἀγνοῶν ignorantly, by mistake, X.An.7.3.38, Arist.EN 1110b27;

    ἀγνοήσαντες And.4.5

    : in moral sense, to be ignorant of what is right, act amiss, Plb.5.11.5, cf. Ep.Heb.5.2:—[voice] Med., fail to recognize, Gal.14.630.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγνοέω

  • 18 μέλλω

    μέλλω (Hom.+) fut. μελλήσω; impf. ἔμελλον (all edd. J 6:6; Ac 21:27) and ἤμελλον (all edd. Lk 7:2; 19:4; J 4:47; 12:33; 18:32; Hb 11:8; s. B-D-F §66, 3; W.-S. §12, 3; Mlt-H. 188. In Att. ins the ἠ-appears after 300 B.C. [Meisterhans3-Schw. 169]. In IPriene ἐ-occurs only once: 11, 5 [c. 297 B.C.]).
    to take place at a future point of time and so to be subsequent to another event, be about to, used w. an inf. foll.
    only rarely w. the fut. inf., w. which it is regularly used in ancient Gk. (Hom. et al.), since in colloquial usage the fut. inf. and ptc. were gradually disappearing and being replaced by combinations with μέλλω (B-D-F §338, 3; 350; s. Rob. 882; 889). W. the fut. inf. μ. denotes certainty that an event will occur in the future μ. ἔσεσθαι (SIG 914, 10 μέλλει ἔσεσθαι; 247 I, 74 ἔμελλε … [δώσε]ιν; Jos., Ant. 13, 322; Mel., P. 57, 415) will certainly take place or be Ac 11:28; 24:15; 27:10; 1 Cl 43:6; cp. Dg 8:2.
    w. the aor. inf. (rarely in ancient Gk. [but as early as Hom., and e.g. X., Cyr. 1, 4, 16]; Herodas 3, 78 and 91; UPZ 70, 12 [152/1 B.C.]; PGiss 12, 5; POxy 1067, 17; 1488, 20; Ex 4:12; Job 3:8; 2 Macc 14:41; JosAs 29:3; ParJer 9:13; GrBar 4:15 [Christ.]; ApcMos13; s. Phryn. p. 336; 745ff Lob.; WRutherford, New Phryn. 1881, 420ff) be on the point of, be about to, μ. ἀποκαλυφθῆναι be about to be revealed Ro 8:18. τὸ δωδεκάφυλον τοῦ Ἰσραὴλ μέλλον ἀπολέσθαι the twelve tribes of Israel that were about to be destroyed 1 Cl 55:6. ἤμελλεν προαγαγεῖν Ac 12:6. ἀποθανεῖν Rv 3:2. ἐμέσαι vs. 16. τεκεῖν 12:4.
    w. the pres. inf. So mostly (ca. 80 times in the NT.; oft. in lit., ins, pap, LXX; TestAbr B 4 p. 108, 14 [Stone p. 64]; ApcEsdr 6:23f p. 32, 2f Tdf.; EpArist; Demetr.: 722 Fgm. 7 Jac.; Just., A I, 51, 8; D. 32, 4 al.; Tat. 14, 1; Mel., P. 38, 263; Ath. 32, 1).
    α. be about to, be on the point of ἤμελλεν τελευτᾶν he was at the point of death (Aristot. Fgm. 277 [in Apollon. Paradox. 27] and Diod S 6, 4, 3 μέλλων τελευτᾶν; cp. Jos., Ant. 4, 83; 12, 357) Lk 7:2. Also ἤμελλεν ἀποθνῄσκειν (Artem. 4, 24 p. 217, 5 γραῦς μέλλουσα ἀποθνῄσκειν; Aesop, Fab. 131 P.=202 H.; 233 P.=216 H.; 2 Macc 7:18; 4 Macc 10:9) J 4:47. ἤμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν he was about to kill himself Ac 16:27. Of God’s eschat. reign μέλλειν ἔρχεσθαι 1 Cl 42:3. Of heavenly glory ἡ μέλλουσα ἀποκαλύπτεσθαι 1 Pt 5:1. Cp. Lk 19:4; J 6:6; Ac 3:3; 5:35; 18:14; 21:27; 22:26; 23:27.—Occasionally almost = begin ἤμελλον γράφειν Rv 10:4. ὅταν μέλλῃ ταῦτα συντελεῖσθαι πάντα when all these things are (or begin) to be accomplished Mk 13:4; cp. Lk 21:7; Rv 10:7.
    β. in a weakened sense it serves simply as a periphrasis for the fut. (PMich III, 202, 8ff; 13ff [105 A.D.].—Mayser II/1, 226) ὅσα λαλῶ ἢ καὶ μ. λαλεῖν (=ἢ καὶ λαλήσω) what I tell or shall tell Hm 4, 4, 3. So esp. oft. in Hermas: μ. λέγειν v 1, 1, 6; 3, 8, 11; m 11:7, 17; Hs 5, 2, 1. μ. ἐντέλλεσθαι v 5:5; m 5, 2, 8. μ. κατοικεῖν Hs 1:1; 4:2. μ. χωρεῖν (=χωρήσω) IMg 5:1. μ. βασιλεύειν GJs 23:2.—Substitute for the disappearing fut. forms (inf. and ptc. B-D-F §356); for the fut. inf.: προσεδόκων αὐτὸν μέλλειν πίμπρασθαι Ac 28:6; for the fut. ptc.: ὁ μέλλων ἔρχεσθαι Mt 11:14. ὁ τοῦτο μέλλων πράσσειν the one who was going to do this Lk 22:23; cp. 24:21; Ac 13:34. οἱ μέλλοντες πιστεύειν those who were to believe (in him) in the future 1 Ti 1:16; 1 Cl 42:4; Hm 4, 3, 3. μέλλοντες ἀσεβεῖν those who were to be ungodly in the future 2 Pt 2:6 v.l. (s. 3, end). Of Christ ὁ μέλλων κρίνειν 2 Ti 4:1; 7:2. οἱ μέλλοντες ἀρνεῖσθαι = οἱ ἀρνησόμενοι Hv 2, 2, 8. πυρὸς ζῆλος ἐσθίειν μέλλοντος τοὺς ὑπεναντίους raging fire that will devour the opponents Hb 10:27.
    γ. denoting an intended action: intend, propose, have in mind μέλλει Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον Herod intends to search for the child Mt 2:13. οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι where he himself intended to come Lk 10:1. μέλλουσιν ἔρχεσθαι they intended to come J 6:15. Cp. vs. 71; 7:35; 12:4; 14:22; Ac 17:31; 20:3, 7, 13ab; 23:15; 26:2; 27:30; Hb 8:5; 2 Pt 1:12. τί μέλλεις ποιεῖν; what do you intend to do? Hs 1:5. οὐ μ. ποιεῖν I have no intention of doing MPol 8:2. μ. προσηλοῦν they wanted to nail him fast 13:3. μ. λαμβάνειν we wanted to take him out 17:2.
    to be inevitable, be destined, inevitable
    w. pres. inf. to denote an action that necessarily follows a divine decree is destined, must, will certainly … μ. πάσχειν he is destined to suffer Mt 17:12; B 7:10; 12:2; cp. 6:7. μ. σταυροῦσθαι must be crucified 12:1. μ. παραδίδοσθαι Mt 17:22; Lk 9:44; 16:5. ἔμελλεν ἀποθνῄσκειν J 11:51; 12:33; 18:32. ἐν σαρκὶ μ. φανεροῦσθαι B 6:7, 9, 14. Cp. Mt 16:27; 20:22; Ro 4:24; 8:13; Rv 12:5. οὐκέτι μέλλουσιν … θεωρεῖν they should no more see … Ac 20:38. τὰ μ. γίνεσθαι what must come to pass 26:22; cp. Rv 1:19. διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν those who are to inherit salvation Hb 1:14. μέλλομεν θλίβεσθαι that we were to be afflicted 1 Th 3:4.—Mk 10:32; Lk 9:31; J 7:39; Hb 11:8. ἐν ἡμέρᾳ ᾗ ἔμελλε θηριομαχεῖν on the day on which Paul was to fight the wild animals AcPl Ha 3, 9. ὡς μελλούσης τῆς πόλεως αἴρεσθαι in expectation of the city’s destruction 5, 16. ἄνωθεν μέλλω σταυροῦσθαι I (Jesus) am about to be crucified once more 7, 39.
    w. aor. inf. ἀποκαλυφθῆναι that is destined (acc. to God’s will) to be revealed Gal 3:23.
    The ptc. is used abs. in the mng. (in the) future, to come (Pind., O. 10, 7 ὁ μέλλων χρόνος ‘the due date’) ὁ αἰὼν μέλλων the age to come (s. αἰών 2b), which brings the reign of God (opp. ὁ αἰὼν οὗτος or ὁ νῦν αἰών) Mt 12:32; Eph 1:21; 2 Cl 6:3; Pol 5:2; cp. Hb 6:5. Also ὁ μ. καιρός (opp. ὁ νῦν κ.) 4:1. ἡ μ. ζωή (opp. ἡ νῦν ζ.) 1 Ti 4:8. ὁ μ. βίος (opp. ὁ νῦν β.) 2 Cl 20:2. ἡ μ. βασιλεία 5:5; ἡ οἰκουμένη ἡ μ. the world to come Hb 2:5. ἡ μέλλουσα πόλις (as wordplay, opp. [οὐ … ] μένουσα π.) 13:14. ἡ μ. ἐπαγγελία the promise for the future 2 Cl 10:3f. τὰ μ. ἀγαθά Hb 9:11 v.l.; Hv 1, 1, 8. ἡ μ. ἀνάστασις 1 Cl 24:1; τὸ κρίμα τὸ μ. the judgment to come Ac 24:25; cp. 1 Cl 28:1; 2 Cl 18:2; MPol 11:2. ἡ μ. ὀργή Mt 3:7; IEph 11:1. ἡ μ. θλῖψις Hv 4, 2, 5. τὰ μ. σκάνδαλα 4:9.—ἡ μέλλουσά σου ἀδελφή your future sister=the one who in the future will be your sister, no longer your wife Hv 2, 2, 3. Several times the noun can be supplied fr. the context: τύπος τοῦ μέλλοντος, i.e. Ἀδάμ Ro 5:14.—Subst. τὸ μέλλον the future (Aeneas Tact. 422; 431 al.; Antiphanes Com. [IV B.C.] 227 K.; Menand., Monostich. 412 [608 Jaekel] Mei.; Anacreont. 36; Plut., Caes. 14, 4; Herodian 1, 14, 2; SIG 609, 5; ViEzk 13 [p. 75, 12 Sch.]; Philo, Mel.) 1 Cl 31:3. εἰς τὸ μ. for the future (Jos., Ant. 9, 162) 1 Ti 6:19; specif. (in the) next year (PLond III, 1231, 4 p. 108 [144 A.D.] τὴν εἰς τὸ μέλλον γεωργείαν; s. Field, Notes 65) Lk 13:9. τὰ μ. the things to come (X., Symp. 4, 47; Aeneas Tact. 1050; Artem. 1, 36; Wsd 19:1; TestJob 47:9; JosAs 23:8; Philo; Just., D. 7, 1; Ath. 27, 2) Col 2:17; PtK 3 p. 15, 21. (Opp. τὰ ἐνεστῶτα the present as PGM 5, 295) Ro 8:38; 1 Cor 3:22; B 1:7; 5:3; 17:2. Ox 1081 39f (SJCh 91, 2) (s. ἀρχή 2). Uncertain 2 Pt 2:6 (if ἀσεβέσιν is to be retained, the ref. is to impending judgment for the impious).
    delay τί μέλλεις why are you delaying? (cp. Aeschyl., Prom. 36; Eur., Hec. 1094; Thu. 8, 78; Lucian, Dial. Mort. 10, 13; Jos., Bell. 3, 494 τί μέλλομεν; 4 Macc 6:23; 9:1) Ac 22:16. οὐ μελλήσας without delay AcPl Ha 8, 4. The connection in AcPt Ox 849, 1 is uncertain.—B. 974. DELG. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > μέλλω

  • 19 οἶδα

    οἶδα (Hom.+) really the perf. of the stem εἰδ-(Lat. video), but used as a pres.; 2 sing. οἶδας (1 Cor 7:16; J 21:15f), οἶσθα (Dt 9:2 4 Macc 6:27), 1 pl. οἴδαμεν LXX, 2 pl. οἴδατε, 3 pl. οἴδασιν (ἴσασιν only Ac 26:4. The form οἴδασιν is found as early as Hdt. 2, 43, 1; X., Oec. 20, 14; SIG 182, 8 [362/361 B.C.]; PCairGoodsp 3, 7 [III B.C.]; οἶδαν GJs 17:1). ἴστε Eph 5:5; Hb 12:17; Js 1:19 can be indic. (so 3 Macc 3:14) or impv.; subj. εἰδῶ; inf. εἰδέναι; εἰδῆσαι Dt 4:35; Jdth 9:14; ptc. εἰδώς, εἰδυῖα Mk 5:33; Ac 5:7. Plpf. ᾔδειν, 2 sg. ᾔδεις Mt 25:26; Lk 19:22, 3 pl. ᾔδεισαν (W-S. §13, 20). Fut. εἰδήσω Hb 8:11 (Jer 38:34) and εἴσομαι (Dg 12:1). B-D-F §99, 2; 101 p. 45 (εἰδέναι); W-S. §14, 7; Mlt-H. 220–22; Helbing p. 108; Mayser 321, 2; 327, 17; 372f; on relation to γινώσκω s. SPorter, Verbal Aspect in the Greek of the NT ’89, 282–87.
    to have information about, know
    w. acc. of pers. know someone, know about someone Mk 1:34; J 1:26, 31, 33; 6:42; 7:28a; Ac 3:16; 7:18 (Ex 1:8); Hb 10:30; 10:11. (τὸν) θεόν (Herm. Wr. 14, 8; Ar. 3, 2; Just., D. 10, 4; Tat. 19, 2) of polytheists, who know nothing about God (the one God described in vss. 6–7, and in contrast to the plurality of gods that have previously enslaved the Galatians vs. 8) Gal 4:8; 1 Th 4:5 (cp. Jer 10:25).
    w. acc. of thing: οὐ τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν Mt 25:13; cp. 2 Cl 12:1. τὰς ἐντολάς Mk 10:19; Lk 18:20. βρῶσιν J 4:32. τ. ἐνθυμήσεις Mt 9:4 v.l. (cp. Jos., Vi. 283). τὴν ἐπιθυμίαν Ro 7:7. τὰ μυστήρια πάντα 1 Cor 13:2. τὰ ἐγκάρδια 2 Cl 9:9. τὰ κρύφια IMg 3:2. τὴν πόλιν Hs 1:1.
    w. acc. of pers. and ptc. in place of the predicate (X., An. 1, 10, 16; TestJob 28:5; Just., A I, 12, 7.—B-D-F §416, 2; s. Rob. 1103) οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ … ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ I know of a person in Christ … that he was transported into the third heaven 2 Cor 12:2. Also without the ptc. εἰδὼς αὐτὸν ἄνδρα δίκαιον (sc. ὄντα) because he knew that he was a just man Mk 6:20 (Chion, Ep. 3, 5 ἴσθι με προθυμότερον [ὄντα]). The obj. more closely defined by a declarative or interrog. clause: οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαί̈ας = οἴδατε ὅτι ἡ οἰκία Στεφανᾶ ἐστιν ἀπαρχὴ τῆς Ἀ. 1 Cor 16:15.—Ac 16:3 v.l. An indirect quest. may take the place of ὅτι: οἶδά σε τίς εἶ Mk 1:24; Lk 4:34. οὐκ οἶδα ὑμᾶς πόθεν ἐστέ I do not know where you come from 13:25; cp. vs. 27 (ὑμᾶς is not found in all the mss. here); 2 Cl 4:5. τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν J 7:27; 9:29b.
    foll. by acc. and inf. (Just., A I, 26, 4; 59, 6, D. 75, 4.—B-D-F §397, 1; s. Rob. 1036ff) Lk 4:41; 1 Pt 5:9; 1 Cl 62:3.
    foll. by ὅτι (Aeneas Tact. 579; Dio Chrys. 31 [48], 1; Maximus Tyr. 16, 2b; TestAbr A 6 p. 83, 14 [Stone p. 14]; JosAs 6:6 al.; Just., A I, 12, 11; D. 4, 4 al.—B-D-F §397, 1; Rob. 1035) Mt 6:32; 9:6; 15:12; 20:25; Mk 10:42; Lk 2:49; 8:53; J 4:25; Ac 3:17 and very oft.; GJs 4:4; 5:1; 17:1; 20:2 codd.; 23:2. εἰδὼς (εἰδότες) ὅτι Ac 2:30; 1 Cl 45:7; 2 Cl 7:1; 10:5; B 10:11; 19:6; IMg 14; ISm 4:1; Hs 8, 6, 1; 10, 3, 4 [Ox 404 recto, 15]; Pol 1:3; 4:1; 5:1; 6:1; D 3:10; AcPl Ha 1, 25; AcPlCor 2:29.—τοῦτο, ὅτι 1 Ti 1:9; 2 Ti 1:15. ἓν οἶδα, ὅτι I know just this one thing, that J 9:25b (Vi. Aesopi I c. 17 p. 269, 16f Eb. οὐκ οἶδα, τί γέγονεν. ἓν δʼ οἶδα μόνον, ὅτι …).—The formula οἴδαμεν ὅτι is freq. used to introduce a well-known fact that is generally accepted Mt 22:16; Lk 20:21; J 3:2; 9:31; Ro 2:2; 3:19; 7:14; 8:22, 28; 2 Cor 5:1; 1 Ti 1:8; 1J 3:2; 5:18ff. Paul also uses for this purpose the rhetorical question (ἢ) οὐκ οἴδατε ὅτι; Ro 6:16; 1 Cor 3:16; 5:6; 6:2f, 9, 15f, 19; 9:13, 24.
    w. indirect quest. foll.: (TestAbr B 2 p. 106, 1 [Stone p. 60] μὴ εἰδὼς τίς ἐστίν; Just., D. 65, 1 οὐκ οἶδα τί φῶ) τίς, τί Mt 20:22; Mk 9:6 (HBaltensweiler, D. Verklärung Jesu ’59, 114f; on the grammar as well as the theme of inappropriateness in the face of transcendence cp. Eur., Bacch. 506, s. also 358); 10:38; 14:40; J 5:13; 6:6; 9:21b; 13:18; 15:15; Ro 8:27; 11:2; 1 Th 4:2; 2 Ti 3:14; IEph 12:1. ποῖος Mt 24:42f; Lk 12:39. ἡλίκος Col 2:1. οἷος 1 Th 1:5. ποῦ (ParJer 5:13) J 3:8; 8:14; 12:35 14:5; 20:2, 13. πῶς (BGU 37, 7; ApcMos 31) J 9:21a; Col 4:6; 2 Th 3:7; 1 Ti 3:15; GJs 23:3. πότε Mk 13:33, 35. πόθεν J 2:9a; 3:8; 7:28b; 8:14; 9:30. Foll. by εἰ whether (Lucian, Tox. 22) J 9:25; 1 Cor 7:16ab (JJeremias, Bultmann Festschr. ’54, 255–66 understands τί οἶδας εἰ as ‘perhaps’; CBurchard, ZNW 61, ’70, 170f); Hm 12, 3, 4.—εἴτε 2 Cor 12:2f.
    followed by a relat. (PPetr II, 11 [1], 7 [III B.C.]) οἶδεν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε Mt 6:8; cp. Mk 5:33; 2 Ti 1:12.
    foll. by περί τινος (Just., D. 5, 1) know about someth. Mt 24:36; Mk 13:32 (RBrown, Jesus, God and Man ’67, 59–79).
    abs. (Just., A I, 21, 4 πρὸς εἰδότας λέγειν οὐκ ἀνάγκη) Mt 21:27; Mk 4:27; Lk 11:44; J 2:9b; 1 Cl 43:6. καθὼς (αὐτοὶ) οἴδατε as you (yourselves) know Ac 2:22; 1 Th 2:2, 5; cp. 3:4. καίπερ εἰδ. though you know (them) 2 Pt 1:12. ὁ θεὸς οἶδεν God knows (that I do) 2 Cor 11:11; cp. 9:9. ἴστε Js 1:19 (indic.: HermvSoden; BWeiss; Weymouth; W-S. §14, 7; impv: Hollmann; MDibelius; Windisch; OHoltzmann; Hauck; Meinertz; NRSV ‘You must understand this’; B-D-F §99, 2; Mlt. 245).
    be intimately acquainted with or stand in a close relation to, know οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον I don’t know the man Mt 26:72, 74; cp. Mk 14:71; Lk 22:57. ὥστε ἡμεῖς ἀπὸ τοῦ νῦν οὐδένα οἴδαμεν κατὰ σάρκα 2 Cor 5:16. οὐ γὰρ ᾔδει αὐτὸν ἐν σαρκί AcPl Ant 13, 16 (for this εἶδεν ἀυτὸν σαρκί Aa I 237, 2).— To know God, i.e. not only to know theoretically of God’s existence, but to have a positive relationship with God, or not to know God, i.e. wanting to know nothing about God: 2 Th 1:8; Tit 1:16.—J 7:28b; 8:19 al.—οὐκ οἶδα ὑμᾶς I have nothing to do with you Mt 25:12. Cp. the formula of similar mng. by which a teacher excluded a scholar for seven days: Billerb. I 469; IV 293.
    to know/understand how, can, be able w. inf. foll. (X., Cyr. 1, 6, 46; Philosoph. Max. p. 497, 7 εἰδὼς εὔχεσθαι; Herodian 3, 4, 8; Jos., Bell. 2, 91; 5, 407) οἴδατε δόματα ἀγαθὰ διδόναι you know how to give good gifts Mt 7:11; Lk 11:13 (cp. TestJob 44:3 ᾔδεισαν εὖ ποιεῖν). οἴδατε δοκιμάζειν you understand how to interpret 12:56ab. οἶδα καὶ ταπεινοῦσθαι, οἶδα καὶ περισσεύειν Phil 4:12. εἰδέναι ἕκαστον ὑμῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτᾶσθαι ἐν ἁγιασμῷ each one of you is to know how to possess his own vessel (s. σκεῦος 3) in consecration 1 Th 4:4. τοῦ ἰδίου οἴκου προστῆναι οὐκ οἶδεν does not know how to manage his own household 1 Ti 3:5. εἰδὼς καλὸν ποιεῖν Js 4:17. οἶδεν κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ ῥύεσθαι 2 Pt 2:9. οἴδασιν διὰ κόπου … πορίζειν ἑαυτοῖς τὴν τροφήν 10:4. εἰδὼς φέρειν μαλακίαν one who knew how to endure pain 1 Cl 16:3 (Is 53:3).—Abs. ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε make it (=the tomb) as secure as you can Mt 27:65.
    to grasp the meaning of someth., understand, recognize, come to know, experience (Just., D. 114, 1 ἣν τέχνην ἐὰν μὴ εἰδῶσιν [of allegorizing]; Sallust. 3 p. 4, 8 τοῖς δυναμένοις εἰδέναι=to those who can understand it) w. acc. of thing τὴν παραβολήν Mk 4:13. τὸν ἐπὶ τοῦ πυροῦ σπόρον … ὅτι the sowing of wheat … that AcPlCor 2:26. τὰ τοῦ ἀνθρώπου understand what is really human 1 Cor 2:11. τὰ ὑπὸ τοῦ θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν vs. 12. τὰ συνέχοντά με IRo 6:3. W. indir. quest. foll. εἰδέναι τίς ἐστιν ἡ ἐλπίς come to know what the hope is Eph 1:18. οὐκ οἶδα τί λέγεις I do not understand what you mean (Philostrat., Vi. Soph. 1, 7, 4; TestAbr A 16, p. 98, 10 [Stone p. 44] οἶδα τί λέγεις) Mt 26:70; cp. J 16:18; 1 Cor 14:16. Lk 22:60 (Oenomaus in Eus., PE 6, 7, 9 οὐκ οἶσθα ἃ λέγεις; Just., D. 9, 1 οὐ γὰρ οἶδας ὅ λέγεις). εἴσεσθε ὅσα παρέχει ὁ θεός you will experience what God bestows Dg 12:1.—Esp. of Jesus’ ability to fathom people’s thoughts: τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν Mt 12:25. τὴν ὑπόκρισιν Mk 12:15. τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν Lk 6:8; cp. 11:17. PEg2 50 (=ASyn. 280, 45). W. ἐν ἑαυτῷ added and ὅτι foll. J 6:61.
    to remember, recollect, recall, be aware of λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα I don’t recall baptizing anyone else 1 Cor 1:16 (cp. Lucian, Dial. Meretr. 1, 1 οἶσθα αὐτόν, ἢ ἐπιλέλησαι τὸν ἄνθρωπον; οὐκ, ἀλλʼ οἶδα, ὦ Γλυκέριον; Field, Notes 187).
    to recognize merit, respect, honor εἰδέναι τοὺς κοπιῶντας ἐν ὑμῖν respect the people who work among you 1 Th 5:12 (εἰδέναι τινά can mean recognize or honor someone [Ael. Aristid. 35, 35 K.=9 p. 111 D. τοὺς κρείττους εἰδέναι] but can also mean take an interest in someone, care for someone: Witkowski 30, 7 οἱ θεοί σε οἴδασιν). θεὸν καὶ ἐπίσκοπον εἰδέναι honor God and the bishop ISm 9:1.—τοῦτο ἴστε γινώσκοντες Eph 5:5 has been viewed as a Hebraism (so ARobinson 1904 ad loc., calling attention to LXX 1 Km 20:3 γινώσκων οἶδεν and Sym. Jer 49 [42]: 22 ἴστε γινώσκοντες), but against this view SPorter, ZNW 81, ’90, 270–76.—B. 1209. DELG. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > οἶδα

  • 20 ἀπολαμβάνω

    ἀπολαμβάνω fut. ἀπολή(μ)ψομαι; 2 aor. ἀπέλαβον; pf. ptc. ἀπειληφότες 4 Macc 18:23. Mid.: 2 aor. ptc. ἀπολαβόμενος; pf. ptc. ἀπειλημμένων Is. 5:17 (s. λαμβάνω; Eur., Hdt.+).
    to obtain someth. from a source, receive τὶ: τ. υἱοθεσίαν adoption Gal 4:5. τὴν ἐπαγγελίαν B 15:7; pl. Hv 2, 2, 6, cp. 5:7. πάντα Hm 9:4. τ. ἐκκλησίαν 2 Cl 14:3. τ. αἰώνιον ζωήν 8:6.—As commercial t.t. (s. ἀπέχω) receive (UPZ 162 VIII, 28 [117 B.C.] τ. τιμὴν ἀπολαβεῖν) τὰ ἀγαθά σου you have already received your good things Lk 16:25 (difft. KBornhäuser, NKZ 39, 1928, 838f); cp. 2 Cl 11:4. Esp. of wages (since Hdt. 8, 137 μισθόν; Sb 7438, 13 [VI A.D.]; GrBar 15:3 μισθόν) ἀ. πολλαπλασίονα receive many times more Lk 18:30; ἄξια ἀ. 23:41; τ. μισθόν 2 Cl 9:5; Hs 5, 6, 7; μισθὸν πλήρη 2J 8; ἀντιμισθίαν ἀ. Ro 1:27; ἀπὸ κυρίου ἀ. τ. ἀνταπόδοσιν Col 3:24; τ. κλῆρον ἀ. obtain one’s lot IRo 1:2; τ. μέλλοντα αἰῶνα the future age (w. its glory) Pol 5:2; τ. τῆς ἀφθαρσίας στέφανον MPol 19:2 (cp. τὴν δόξαν TestJob 43:15). It appears to be used abs. οὐ γὰρ | ἐν τοῖς ζωοῖς μόνοις ἀπολαμβάνουσιν οἱ κακοῦργοι τῶν ἀν(θρώπ)ων ἀλλὰ [κ]αὶ| κόλασιν ὑπομένουσιν καὶ πολ[λ]ὴν| βάσανον Ox 840, 4–7, but the primary obj. is probably κόλασις which does duty for the two clauses, w. β. being an additional feature in the endtime: not only among the living do human evildoers receive punishment, but they also await it and much torment as well.—EPreuschen, ZNW 9, 1908, 4.
    to receive back someth. that one previously possessed, recover, get back (Jos., Ant. 5, 19; Just., A I, 18, 6 τὰ … ἑαυτῶν σώματα) τὰ ἴσα the same amount Lk 6:34 (a commercial term as Sb 7516, 24 [II A.D.] τὰ ὀφειλόμενα). ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν he has gotten him back safe and sound 15:27. Fig. τ. λαὸν καθαρόν take his people back pure Hs 9, 18, 4. τὸ ἴδιον μέγεθος ISm 11:2.
    to lead or take away from a particular point, take away of persons (so since Hdt. 1, 209; Aristoph., Ran. 78 αὐτὸν μόνον; PLond I, 42, 13 p. 30; Witkowski 32, 13 p. 62; sim. 36, 10f p. 65 for confinement; Jos., Bell. 2, 109 ἀπολαβόμενος αὐτὸν κατʼ ἰδίαν; 2 Macc 6:21) mid. ἀπολαβόμενος αὐτὸν ἀπὸ τ. ὄχλου κατʼ ἰδίαν he took him aside, away fr. the crowd, by himself Mk 7:33.
    to accept someone’s presence with friendliness, welcome (PLips 110, 6; PIand 13, 17f ἵνα μετὰ χαρᾶς σε ἀπολάβωμεν) 3J 8 v.l.; τὴν πολυπληθίαν ὑμῶν your entire congregation IEph 1:3. ὸ̔ν ἐξεμπλάριον τ. ἀφʼ ὑμῶν ἀγάπης ἀπέλαβον whom I have welcomed as a living example of your love 2:1.—M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ἀπολαμβάνω

См. также в других словарях:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Οικονομία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Η περίοδος 1830 1992 Η Επανάσταση του 1821 οδήγησε στην επίσημη ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, το 1830, κατόπιν της επέμβασης των Προστάτιδων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας). Η χώρα τότε περιελάμβανε την… …   Dictionary of Greek

  • τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • ιδιοκτησία — Όρος που αναφέρεται στην κυριότητα, το απόλυτο δικαίωμα στη χρήση και εκμετάλλευση ενός πράγματος. Η καταγωγή της έννοιας της ι. ανάγεται στην προϊστορική εποχή. Ως πηγή της πιθανολογείται η ενέργεια του ενστίκτου της άμυνας. Οι έρευνες των… …   Dictionary of Greek

  • αγορανομική νομοθεσία — Το σύνολο των διατάξεων που αφορούν την αγορανομία, τις αρμοδιότητες και το αντικείμενό της, τον καθορισμό των αγορανομικών αδικημάτων και των ποινών τους, τη ρύθμιση των ορίων τιμών και ποσοστών κέρδους των προϊόντων κατά κατηγορίες και,… …   Dictionary of Greek

  • οικονομικός κύκλος — Σειρά εναλλασσόμενων φάσεων ανάπτυξης και συστολής της οικονομικής δραστηριότητας από άποψη κέρδους και απασχόλησης. Για πρώτη φορά στην οικονομική φιλολογία διατύπωσε σκέψεις σχετικά με τον ο.κ., το 1828, ο Ουίλαρντ Φίλιπς· μόνο όμως το 1860… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»