-
1 πολλόν
πολλός, πολλόν: see πολύς.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πολλόν
-
2 πολλόν
πολύςmany: masc acc sg (ionic)πολύςmany: neut nom /voc /acc sg (ionic) -
3 πολύς
πολύς, [dialect] Att. πολλή, πολύ; gen. πολλοῦ, ῆς, ou=; dat. πολλῷ, ῇ, ῷ; acc. πολύν, πολλήν, πολύ:—[dialect] Ion. [full] πολλός Anacr.43.3,Aπολλή, πολλόν Xenoph.9
, Democr.219, Hp.VM1, Herod.3.19; also in Trag., S.Ant.86, Tr. 1196; acc. πολλόν, πολλήν, πολλόν: Hdt. uses the [dialect] Ion. forms, but codd. haveπολύν 2.121
.δ, 3.57, v.l. in 6.125,πολύ 2.106
,3.38,6.72,7.46, 160 ( πολύ also in Heraclit.114, Democr. 244):—both sets of forms are found in [dialect] Ep., also gen. sg.πολέος Il.4.244
, etc.: nom. pl.πολέες 2.417
, al., once [var] contr.πολεῖς 11.708
; gen. πολέων (trisyll.) 5.691, (disyll.) 16.655; dat.πολέσι 10.262
,al.;πολέσσι 13.452
, al.;πολέεσσι 9.73
, Od.5.54, Hes.Op. 119, etc.; acc. πολέας (trisyll.) Il.3.126, etc., (disyll.) 1.559,2.4, Hes.Op. 580 (freq. with v.l. πολεῖς Il.15.66, etc.); in later [dialect] Ep. πολέες is used as fem., Call.Del.28, alsoπολέας Id.Dian.42
, A.R.3.21; neut.πολέα Q.S.1.74
(v. infr.):—[dialect] Ep. also have [full] πουλύς (once in Hes., Th. 190, also Thgn. 509, sts. fem. in Hom.,πουλὺν ἐφ' ὑγρήν Il.10.27
,ἠέρα πουλύν 5.776
), neut.πουλύ Od.19.387
; these forms are found in codd. of Hp. and Aret. (who uses πολύ, πουλύ and πολλόν in neut.), but not in Hdt.:— Lyr. and Trag. (lyr.) sts. use [dialect] Ep. forms, dat. sg. ; nom. pl.πολέες B.10.17
; neut. ; (fem., B.5.100); dat. pl. . [ῠalways.]I of Number, many, Il.2.417, etc.; ἐκ πολλῶν, opp. ἐξὀλίγων, Hes.Th. 447; τριηκόντων ἐτέων πόλλ' ἀπολείπων wanting many of thirty years, Id.Op. 696;παρῆσάν τινες, καὶ πολλοί γε Pl.Phd. 58d
;οὐ πολλοί τινες A.Pers. 510
: with Nouns of multitude,πουλὺς ὅμιλος Od.8.109
;πλῆθος πολλόν Hdt.1.141
;ἔθνος πολλόν Id.4.22
; later πουλὺ.. ἐπ' ἔτος many a year, AP6.235 (Thall.);π. ἦν ὁ καταπλέων Plb.15.26.10
; of anything often repeated,περὶ σέο λόγος ἀπῖκται π. Hdt.1.30
;πολλὸν ἦν τοῦτο τὸ ἔπος Id.2.2
, cf. 3.137, etc.;πολὺ.. τὸ σὸν ὄνομα διήκει πάντας S.OC 305
; often,D.
21.29; τοῦτο ἐπιεικῶς πολὺ νῦν ἐστι is fairly frequent, Luc.Hist.Conscr.15.2 of Size, Degree, Intensity, much, mighty, ὄμβρος, νιφετός, Il.10.6;π. ὕπνος Od.15.394
;πῦρ.. π. 10.359
; π. ὑμέναιος a loud song, Il.18.493; π. ὀρυμαγδός, ῥοῖζος, etc., 2.810, Od.9.315, etc.; π. ἀνάγκη strong necessity, E.Ph. 1674; π. γέλως, βοή, much or great, S.Aj. 303, 1149; μωρία ib. 745; ὄλβος, αἰδώς, A.Pers. 251, Ag. 948;ἀσφάλεια Th.2.11
; ἀλογία, εὐήθεια, Pl.Phd. 67e, Phdr. 275c, etc.b rarely of a single person, great, mighty,μέγας καὶ πολλὸς ἐγένεο Hdt.7.14
, cf. E.Hipp.1; ὁ π. σοφιστής, στρατηγός, Chor.p.23 B., Id.in Rev.Phil.1.68;ὁ πάντα π. Id.p.27
B.; ὁ πολύς alone, of Hippocrates, Gal.19.530; of Trajan, Lyd.Mag.2.28;ῥώμην σώματος πολύς D.H.2.42
.c joined with a Verb, Κύπρις γὰρ οὐ φορητός, ἢν πολλὴ ῥυῇ if she flow with full stream, metaph. from a river, E.Hipp. 443;θρασυνομένῳ καὶ πολλῷ ῥέοντι D. 18.136
; from the wind, ὡς π. ἔπνει καὶ λαμπρός was blowing strong and fresh, Id.25.57, cf. Ar.Eq. 760, AP11.49 (Even.): generally, with might or force,ὅταν ὁ θεὸς.. ἔλθῃ πολύς E.Ba. 300
;ἢν π. παρῇ Id.Or. 1200
;π. καὶ τολμηρὸς ἅνθρωπος D.40.53
: with part. and εἰμί, πολλὸς ἦν λισσόμενος was all entreaties, Hdt.9.91; ;Ἐτεοκλέης ἂν εἷς π... ὑμνοῖθ' A.Th.6
;π. ἐνέκειτο λέγων Hdt.7.158
;π. τοῖς συμβεβηκόσιν ἔγκειται D.18.199
; alsoπ. ἦν ἐν τοῖσι λόγοισι Hdt.8.59
;πρὸς ταῖς παρασκευαῖς Plb.5.49.7
;ἐπὶ τῇ τιμωρίᾳ D.S.14.107
: without a Prep.,π. ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής Aeschin.2.41
; π. μὲν γὰρ ὁ Φίλιππος ἔσται will be often mentioned, Id.1.166.3 of Value or Worth,πολέος δέ οἱ ἄξιος ἔσται Il.23.562
, cf. Od.8.405;πολλοῦ ἄξιος X.An.4.1.28
, etc.;πολλῶν ἄξιος Ar. Pax 918
; περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαί τι, Lat. magni facere, cf.περί A.
IV; ἐπὶ πολλῷ at a high price, D.8.53;ἐπὶ π. ἐρραθυμηκότες Id.1.15
; πολύ ἐστί τι it is worth much, of great conscquence, X.Oec.18.7.4 of Space, large, wide, π. χώρη, πεδίον, Il.23.520,4.244, etc.; πόντος, πέλαγος, Hes.Op. 635, S.Ph. 635;χῶρος πλατὺς καὶ π. Hdt.4.39
; λίμνη μεγάλη τε καὶ π. ib. 109;π. ἡ Σικελία Th. 7.13
;π. ἡ Ἑλλάς Pl.Phd. 78a
, etc.; πολλὸς ἔκειτο he lay outstretched wide, Il.7.156, cf. 11.307; π. κέλευθος a far way, A.Pers. 748 (troch.): withoutὁδός, πολλὴ μὲν εἰς Ἡράκλειαν.., πολλὴ δὲ εἰς Χρυσόπολιν.. X.An.6.3.16
: διὰ πολλοῦ, ἐκ πολλοῦ, v. infr. IV.5 of Time, long, (anap.), etc.;πολὺν χρόνον Il.2.343
, etc.;οὐ π. χρ. S.Ph. 348
, etc.; soπολλοῦ χρόνου Ar.Pl.98
;χρόνῳ πολλῷ S.Tr. 228
; διὰ πολλοῦ (sc. χρόνου) Luc.Nec.15;ἐκ πολλοῦ Th.1.58
, D. 21.41; πρὸ πολλοῦ long before, D.S.14.43;οὐ μετὰ πολύ Luc.Tox.54
; ἔτι πολλῆς νυκτός while still quite night, Th.8.101; πολλῆς ὥρας late in the day, Plb.5.8.3;ἤδη ὥρα πολλή Ev.Marc.6.35
;ἔτι ἔστιν ἡμέρα πολλή LXX Ge.29.7
.II Special usages:1 c. partit.gen., e.g. πολλοὶ Τρώων, for πολλοὶ Τρῶες, Il.18.271, etc.; neut., πολλὸν σαρκός, for πολλὴ σάρξ, Od.19.450: in Prose, the Adj. generally takes the gender of the gen.,τὸν πολλὸν τοῦ χρόνου Hdt.1.24
; τῆς γῆς οὐ πολλήν Th.6.7;τῆς ἀθάρης πολλήν Ar.Pl. 694
;πολλὴν τῆς χώρας X.Cyr. 3.2.2
;ὁ π. τοῦ λόγου D.44.6
; v. infr. 3.2 joined with another Adj.,πολλὰ δυστερπῆ κακά A.Ch. 277
, cf. 585 (lyr.), etc.: more freq. joined to another Adj. by καί, πολέες τε καὶ ἐσθλοί many men and good, Il.6.452, etc.;πολέες τε καὶ ἄλκιμοι 21.586
;πολλὰ καὶ ἐσθλά Od.2.312
; παλαιά τε πολλά τε ib. 188;ἄκοσμά τε π. τε Il.2.213
;πολλαί γε.. καὶ ἄλλαι Hes.Th. 363
;π. τε καὶ κακά Hdt.4.167
, etc.;π. κἀγαθά Ar.Th. 351
(butπ. ἀγαθά IG12.76.45
);π. καὶ ἀνόσια Pl.R. 416e
;π. καὶ μακάρια Id.Plt. 269d
;π. καὶ πονηρά X.Mem.2.9.6
;πολλά τε καὶ δεινά Id.An.5.5.8
;μεγάλα καὶ π. D.36.22
; π. καὶ καλοὺς (s.v.l.) κινδύνους, π. καὶ καλὰ παραδείγματα, Din.1.109.3 with the Art. (in Hom. without the Art., Il.2.483, 5.334, 22.28), of persons or things well known, Ἑλένα μία τὰς πολλάς, τὰς πάνυ π. ψυχὰς ὀλέσασ' those many lives, A.Ag. 1456 (lyr.), cf. S.OT 845, Th.3.87, Pl.Phd. 88a, Ti. 54a, Act.Ap.26.24: with abstract Nouns,τᾶς πολλᾶς ὑγιείας A. Ag. 1001
(lyr., dub.); numbers,Hdt.
1.136.b οἱ π. the many, i.e. the greater number,Ἀθηναῖοι.. ἀπῆλθον οἱ πολλοί Th. 1.126
, cf. 3.32, etc. (so in sg., ὁ πολλὸς λόγος the prevailing report, Hdt.1.75);τοῖς π. κριταῖς S.Aj. 1243
: with gen., τοῖς π. βροτῶν ib. 682;οἱ π. τῶν ἀνθρώπων X.Cyr.8.2.24
; far the most,Hp.
Aër.20 (v.l. μάλιστα for ἅπαντες); for τὰ πολλὰ πάντα, v. infr. 111.1a: hence οἱ πολλοί the people, the commonalty, opp. οἱ μείζω κεκτημένοι, Th.1.6; opp. οἱ κομψότεροι, Pl.R. 505b; οἱ π., = Lat. plebs, D.S.20.36; τῶν πολλῶν εἷς one of the multitude, D.21.96; alsoὁ π. λεώς Luc.JTr.53
, cf. Rh.Pr.17;ὁ π. ὅμιλος Id.Luct.2
. Hdn.1.1.1, etc.;ὁ π. δῆμος Luc.Apol.15
;ὁ π. ὄχλος Ph. 2.4
; ὁ π. alone, = vulgus, v.l. in D.S.2.29; the ordinary man, Epicur.Fr. 478, Phld.Rh.2.154S.;νίμμα ὁ π. λέγει, ἡμεῖς ἀπόνιπτρον λέγομεν Phryn.170
, cf.369; ὁ ἐμπαθὴς καὶ π. ἄνθρωπος 'l'homme moyen sensuel', Herm.in Phdr.p.146A.; ὁ π. ἄνθρωπος (with pl. Verb) the average man, opp. τὸ ἐξαίρετον, Eun.Hist.p.216 D.c τὸ πολύ, c. gen.,τῆς στρατιῆς τὸ πολλόν Hdt.8.100
;τὸ π. τοῦ χρόνου Hp.
Aër. 20;τῶν λογάδων τὸ π. Th.5.73
;τῶν ὅπλων τὸ π. Pl.Plt. 288b
; alsoὁ στρατὸς ὁ πολλός Hdt.1.102
;ἡ δύναμις ἡ π. Th.1.24
; ὁ π. βίοτος the best part of life, S.El. 185 (lyr.).d the most,Od.
22.273, and perh. 2.58, 17.537 (elsewh. in Hom. πολλά, as Subst., means much riches, great possessions, Il.11.684, Od.19.195);τὰ π. τοῦ πολέμου Th.2.13
; πρὸς τὸ τῶν π. μέγεθος in regard to the size of the average, Arist.Rh. 1363b11.4 pl. πολλά very much, too much, πολλὰ πράσσειν, = πολυπραγμονεῖν, E.Supp. 576, Ar.Ra. 228;π. ἔπαθεν Pi.O.13.63
, etc.; π. ἔρξαι τινά to do one much harm, A. Th. 923 (lyr.).5 πολλάς with Verbs of beating ( πληγάς being omitted), v. πληγή 1.6 πολύς repeated, , cf. A.Supp. 451; , etc.; πολλοῦ πολύς, v. infr. 111.1b: with Advbs. πολλάκις, πολλαχῇ, etc. (qq. v., cf. 111.1 e).III Adverbial usages:a neut. πολύ ([dialect] Ion. πολλόν) , πολλά, much,πόλλ' ἀεκαζομένη Il.6.458
, etc.; strengthd.,μάλα πολλά 8.22
, al.;πάνυ πολύ Pl.Alc.1.119c
; ; esp. of repetition, often, Il.2.798, Od.13.29, Hes.Op. 322; so of earnest commands and entreaties, πολλὰ κελεύων, πόλλ' ἐπέτελλον, πολλὰ λισσομένη, πολλὰ μάλ' εὐχομένω, Il.5.528, 11.782, 5.358, 9.183: with the Art., for the most part,Pl.
Prt. 315a, etc. (but with numerals, at most, Vett. Val.9.5);ὡς τὸ π. X.Mem.1.1.10
, etc.;τὰ πολλά Th.1.13
, 2.11,87, etc.;ὡς τὰ π. Id.5.65
, etc.;τὰ π. πάντα Hdt.1.203
, 2.35, 5.67.b of Degree, far, very much,ἀπέφυγε πολλὸν τοὺς διώκοντας Id.6.82
: also abs. gen. πολλοῦ very,θρασὺς εἶ πολλοῦ Ar.Nu. 915
, cf. Eup.74;πολλοῦ δύνασθαι Alciphr.1.9
(s.v.l.); πολλοῦ πολύς, πολλὴ πολλοῦ, much too much, Ar.Eq. 822,Ra. 1046.c of Space, a great way, far,οὐ πολλόν Hdt.1.104
;πολὺ οὐκ ἐξῄεσαν Th.1.15
, etc.d of Time, long,ὡς πολλὸν τοῦτο ἐγίνετο Hdt.4.126
, cf. 6.129.e of Probability, ἐὰν πολλὰ πολλῶν τέκῃς, perh. = ἐὰν πολλάκις τέκῃς,POxy. 744.9 (i B.C./i A.D.);ἐάν τι πολλὰ πολλάκις πάθω Ar.Ec. 1105
.2 πολύ is freq. joined with Adjs. and Advbs.,a with a [comp] Comp. to increase its comp. force, πολὺ μεῖζον, πολλὸν παυρότεροι, Il.1.167, Od.14.17; πολὺ μᾶλλον much more, Il.9.700; πολύ τι μᾶλλον f.l. in D.H. Comp.4 (p.22 U.-R.): with words, esp. Preps., between πολύ and its Adj., π. ἐν πλέονι, π. ἐπὶ δεινοτέρῳ, Th.1.35, Pl.R. 589e;πολὺ ἔτι ἐκ λαμπροτέρων Id.Phd. 110c
;π. σὺν φρονήματι μείζονι X.An.3.1.22
, cf.3.2.30, Smp.1.4 (but the Prep. freq. comes first,ἐκ π. ἐλάττονος And.1.109
, etc.); so πολλῷ is freq. used with the [comp] Comp., by far, A.Pr. 337, Hdt. 1.134, etc.;π. μᾶλλον S.OT 1159
, Pl.Phd. 80e; οὐ πολλῷ τεῳ ἀσθενέστερον not a great deal weaker, Hdt.1.181, cf. 2.48,67, etc.: πολύ with all words implying comparison, πολὺ πρίν much sooner, Il.9.250;π. πρό 4.373
: with the comp. Verbφθάνω, ἦ κε πολὺ φθαίη 13.815
; so πολὺ προβέβηκας ἁπάντων, πολὺ προμάχεσθαι ἁπάντων, 6.125, 11.217;προὔλαβε πολλῷ Th.7.80
: with βούλομαι, = prefer,ἡμῖν πολὺ βούλεται ἢ Δαναοῖσι νίκην Il.17.331
, cf. Od.17.404; πολύ γε in answers, after a [comp] Comp. or [comp] Sup., ἀργὸς.. γενήσεται μᾶλλον; Answ. , cf. 387e, etc.b with a [comp] Sup., πολὺ πρώτιστος, πολλὸν ἄριστος, far the first, etc., Il.2.702, 1.91, etc.;προθυμία π. τολμηροτάτη Th.1.74
, etc.;πολλόν τι μάλιστα Hdt.1.56
;π. δή, π. δὴ γυναῖκ' ἀρίσταν E.Alc. 442
(lyr.), cf. Ar.Av. 539, Archestr.Fr.34.9; alsoπολλῷ πλεῖστοι Hdt.5.92
.έ, 8.42;π. μεγίστους Id.4.82
.c with a Positive, to add force to the Adj.,ὦ πολλὰ μὲν τάλαινα, πολλὰ δ' αὖ σοφή A.Ag. 1295
; alsoἐς πόλλ' ἀθλία πέφυκ' ἐγώ E.Ph. 619
(troch.);πολὺ ἀφόρητος Luc.DMeretr. 9.3
; cf. πλεῖστος.IV with Preps.,1 διὰ πολλοῦ at a great interval of Space or Time, v. διά A.1.5, 11.2.4 ἐπὶ πολύ,a over a great space, far,οὐκ ἐπὶ πολλόν Hdt.2.32
; ἐπὶ π. τῆς θαλάσσης, τῆς χώρας, Th.1.50,4.3, etc.; to a great extent, Id.1.6,18,3.83; cf.ποιέω B.11.2
.b for a long time, long, Id.5.16;τῆς ἡμέρας ἐπὶ π. Id.7.38
, cf. 39.cὡς ἐπὶ π.
very generally,Id.
1.12 (v.l.), Archyt. ap. Stob.3.1.195;ὡς ἐπὶ τὸ π.
for the most part,Th.
2.13, Pl.Plt. 294e, etc.;μὴ καθ' ἓν ἕκαστον, ἀλλ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Isoc.4.154
;τό γ' ὡς ἐπὶ τὸ π. Id.8.35
.6 περὶ πολλοῦ, v. supr. 1.3.7 πρὸ πολλοῦ far before,τῆς πόλεως D.H.9.35
; also of Time, οὐ πρὸ π. not long before, Id.5.62.8 σὺν πολλῷ in no small degree, only too much or too well, Hld.2.8,9.20, 10.9 (cf. CR41.53). -
4 πολύς
πολύς, πολλή, πολύ, peculiar forms, πολλός, πολλόν, πουλύς (also fem.), πουλύ, gen. πολέος (Od. 20.25), acc. πουλύν, pl. nom. πολέες, πολεῖς, gen. πολέων (Il. 16.655), πολλάων, πολλέων, dat. πολέσι, πολέεσσι, acc. πολέας, for comp. and sup. see πλείων, πλεῖστος: much, many, with numerous applications that call for more specific words in Eng., as ‘long,’ of time, ‘wide,’ ‘broad,’ of space, ‘loud,’ ‘heavy,’ of a noise or of rain, etc. πολλοί (Att. οἱ πολλοί), the many, the most, the greater part, Il. 2.483, and w. part. gen., πολλοὶ Τρώων, etc. Freq. as subst., πολλοί, πολλά, ‘many men,’ ‘many things,’ but predicative in Od. 2.58, Od. 17.537; often with other adjectives, πολέες τε καὶ ἐσθλοί, πολλὰ καὶ ἐσθλά, ‘many fine things,’ Od. 2.312. —Neut. as adv., πολύ, πολλόν, πολλά, much, far, by far, very; πολλὰ ἠρᾶτο, prayed ‘earnestly,’ ‘fervently,’ Il. 1.35; w. comp. and sup., πολὺ μᾶλλον, πολλὸν ἀμείνων, ἄριστος, so πολὺ πρίν, πολλὸν ἐπελθών, Il. 20.180.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πολύς
-
5 πολλή
πολύς, πολλή, πολύ, peculiar forms, πολλός, πολλόν, πουλύς (also fem.), πουλύ, gen. πολέος (Od. 20.25), acc. πουλύν, pl. nom. πολέες, πολεῖς, gen. πολέων (Il. 16.655), πολλάων, πολλέων, dat. πολέσι, πολέεσσι, acc. πολέας, for comp. and sup. see πλείων, πλεῖστος: much, many, with numerous applications that call for more specific words in Eng., as ‘long,’ of time, ‘wide,’ ‘broad,’ of space, ‘loud,’ ‘heavy,’ of a noise or of rain, etc. πολλοί (Att. οἱ πολλοί), the many, the most, the greater part, Il. 2.483, and w. part. gen., πολλοὶ Τρώων, etc. Freq. as subst., πολλοί, πολλά, ‘many men,’ ‘many things,’ but predicative in Od. 2.58, Od. 17.537; often with other adjectives, πολέες τε καὶ ἐσθλοί, πολλὰ καὶ ἐσθλά, ‘many fine things,’ Od. 2.312. —Neut. as adv., πολύ, πολλόν, πολλά, much, far, by far, very; πολλὰ ἠρᾶτο, prayed ‘earnestly,’ ‘fervently,’ Il. 1.35; w. comp. and sup., πολὺ μᾶλλον, πολλὸν ἀμείνων, ἄριστος, so πολὺ πρίν, πολλὸν ἐπελθών, Il. 20.180.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πολλή
-
6 πολύ
πολύς, πολλή, πολύ, peculiar forms, πολλός, πολλόν, πουλύς (also fem.), πουλύ, gen. πολέος (Od. 20.25), acc. πουλύν, pl. nom. πολέες, πολεῖς, gen. πολέων (Il. 16.655), πολλάων, πολλέων, dat. πολέσι, πολέεσσι, acc. πολέας, for comp. and sup. see πλείων, πλεῖστος: much, many, with numerous applications that call for more specific words in Eng., as ‘long,’ of time, ‘wide,’ ‘broad,’ of space, ‘loud,’ ‘heavy,’ of a noise or of rain, etc. πολλοί (Att. οἱ πολλοί), the many, the most, the greater part, Il. 2.483, and w. part. gen., πολλοὶ Τρώων, etc. Freq. as subst., πολλοί, πολλά, ‘many men,’ ‘many things,’ but predicative in Od. 2.58, Od. 17.537; often with other adjectives, πολέες τε καὶ ἐσθλοί, πολλὰ καὶ ἐσθλά, ‘many fine things,’ Od. 2.312. —Neut. as adv., πολύ, πολλόν, πολλά, much, far, by far, very; πολλὰ ἠρᾶτο, prayed ‘earnestly,’ ‘fervently,’ Il. 1.35; w. comp. and sup., πολὺ μᾶλλον, πολλὸν ἀμείνων, ἄριστος, so πολὺ πρίν, πολλὸν ἐπελθών, Il. 20.180.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > πολύ
-
7 πολυς
πολῠς, πολλός (πολύς, -ύν, -οί, -ῶν, -οῖς(ι); -ᾷ, -άν, -αί, -ᾶν; πολύ acc., πολλά, -ῶν, -οῖς, -ά: πολλός, -όν: πολέσιν, πολεῖς ? acc.)1 much, many.1 pl. of number ἧ θαύματα πολλά (v. l. θαυματά) O. 1.28ὁ πολλὰ εἰδὼς O. 2.86
πολλοὶ δὲ μέμνανται καλὸν εἴ τι ποναθῇ O. 6.11
ἐδώρησαν λιταῖς θυσίαις πολλὰ δὴ πολλαῖσιν Ἑρμᾶν O. 6.79
πολλαὶ δ' ὁδοὶ σὺν θεοῖς εὐπραγίας O. 8.13
πολλοὶ δὲ κλέος ὤρουσαν ἀρέσθαι O. 9.100
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν O. 13.45
ἦ πόλλ' ἀμφὶ κρουνοῖς Πάγασον ζεῦξαι ποθέων ἔπαθεν O. 13.63
πολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.81
πολλῶν ταμίας ἐσσί P. 1.88
πολλοὶ μάρτυρες ἀμφοτέροις πιστοί P. 1.88
οἷα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
“ νάεσσι πολεῖς ἀγαγὲν” ( πόλῖς coni. Lehrs: v. Forssman, 95; Wackernagel, Kl. Schr., 965) P. 4.56πολλοῖσι δ' ἅγημαι σοφίας ἑτέροις P. 4.248
πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις (post ἀείδεται distinxit Boeckh) P. 8.25πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ P. 8.74
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107
πολλὰ μὲν κεῖνοι δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους. πολλὰ δὲ πρόσθεν πτερὰ δέξατο νικᾶν P. 9.123
—5.ὠνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.23
πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν N. 8.8
πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται N. 8.20
τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος N. 9.46
ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.54
πολλὰ δ' Αἰγύπτῳ κατῴκισθεν ἄστη ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5
ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες N. 11.45
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει I. 5.46
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ Παρθ. 2. 31. πολλὰ δ' ἕλκἐ ἔμβαλλε fr. 111. 2. ἐν πολλοῖς ὀνείροις fr. 131b. 3. πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357. add. adj.,πολλά μοι ὠκέα βέλη O. 2.83
πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν P. 2.58
c. gen.,καὶ γειτόνων πολλοὶ ἐπαῦρον P. 3.36
c. art. παρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν these my many shafts O. 13.952 s. of size, great, muchπολὺν ὗσε χρυσόν O. 7.50
βρέχετο πολλᾷ νιφάδι O. 10.51
πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
πολὺς εὖτ' ἂν ἐπιβρίσαις ἕπηται (sc. ὄλβος) P. 3.106πολὺς ὄλβος P. 5.14
πολλάν τε καὶ ἡσύχιον βουσὶν εἰρήναν παρέχοισα P. 9.22
οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον καρτακρύψαις ἔχειν N. 1.31
Πιερίδων ἀρόταις δυνατοὶ παρέχειν πολὺν ὕμνον N. 6.33
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺνὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13
“μολόντα βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν Pae. 2.75
πολὺν ῥόθον ἵεσαν ἀπὸ στομ[άτων Ἐ]λείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.16
of time, “ἧν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (<οὐ> supp. Coraes, om. codd.: παῦρος coni. Schr.) fr. 168. 6.3 adv.a πολλάI oftenἐδώρησαν λιταῖς θυσίαις πολλὰ δὴ πολλαῖσιν Ἑρμᾶν O. 6.79
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6
πολλὰ μὲν πολλὰ δ O. 13.14
—6.πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31
πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν N. 8.8
πολλὰ μὲν λοιβαῖσιν ἀγαζόμενοι πρώταν θεῶν, πολλὰ δὲ κυίσᾳ N. 11.6
II greatlyκαμόντες πολλὰ θυμῷ O. 2.8
IV τὰ πολλά, for the most part, oftenεἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54
ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται N. 2.2
b πολύ, muchὅ τι γαρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ O. 8.23
πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 1.c πολλᾷ, in many waysὅ τι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ O. 8.23
πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται (Pauw: γὰρ πολλὰ codd.) N. 8.204 fragg. ]πολὺς λο[ Δ. 4. c. 11. ]ν πολλοῖς ἀκοῦσαι Θρ.. 13. ]επολλα[ P. Oxy. 2442, fr. 99. ] πολλαμ[ P. Oxy. 2447, fr. 13. B comp., (πλέονα, πλέον) more <πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων (e Σ supp. Er. Schmid: om. codd.) N. 6.26ἐγὼ δὲ πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ Ὅμηρον N. 7.20
εἰ πόνος ἦν, τὸ τερπνὸν πλέον πεδέρχεται N. 7.74
πλέον τι λαχών (sc. Ζεὺς ἢ οἱ ἄλλοι θεοί: num haec sint ipsa verba Pindari, non constat) fr. 35a. C superl., (πλεῖστος, -ων; -α, -αισι; -α acc.)a very many, numerousἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων I. 1.18
πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες fr. 119. 3. pro subs.,πλεῖστα νικάσαντα σε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
b mostὅτι πλείσταισι βροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.39
ἔστιν ἀνθρώποις ἀνέμων ὅτε πλείστα χρῆσις O. 11.1
c. art.,τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24
-
8 πολλός
πολῠς, πολλός (πολύς, -ύν, -οί, -ῶν, -οῖς(ι); -ᾷ, -άν, -αί, -ᾶν; πολύ acc., πολλά, -ῶν, -οῖς, -ά: πολλός, -όν: πολέσιν, πολεῖς ? acc.)1 much, many.1 pl. of number ἧ θαύματα πολλά (v. l. θαυματά) O. 1.28ὁ πολλὰ εἰδὼς O. 2.86
πολλοὶ δὲ μέμνανται καλὸν εἴ τι ποναθῇ O. 6.11
ἐδώρησαν λιταῖς θυσίαις πολλὰ δὴ πολλαῖσιν Ἑρμᾶν O. 6.79
πολλαὶ δ' ὁδοὶ σὺν θεοῖς εὐπραγίας O. 8.13
πολλοὶ δὲ κλέος ὤρουσαν ἀρέσθαι O. 9.100
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν O. 12.10
δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν O. 13.45
ἦ πόλλ' ἀμφὶ κρουνοῖς Πάγασον ζεῦξαι ποθέων ἔπαθεν O. 13.63
πολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.81
πολλῶν ταμίας ἐσσί P. 1.88
πολλοὶ μάρτυρες ἀμφοτέροις πιστοί P. 1.88
οἷα καὶ πολλοὶ πάθον P. 3.20
“ νάεσσι πολεῖς ἀγαγὲν” ( πόλῖς coni. Lehrs: v. Forssman, 95; Wackernagel, Kl. Schr., 965) P. 4.56πολλοῖσι δ' ἅγημαι σοφίας ἑτέροις P. 4.248
πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις (post ἀείδεται distinxit Boeckh) P. 8.25πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ P. 8.74
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107
πολλὰ μὲν κεῖνοι δίκον φύλλ' ἔπι καὶ στεφάνους. πολλὰ δὲ πρόσθεν πτερὰ δέξατο νικᾶν P. 9.123
—5.ὠνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.23
πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν N. 8.8
πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται N. 8.20
τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος N. 9.46
ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.54
πολλὰ δ' Αἰγύπτῳ κατῴκισθεν ἄστη ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5
ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες N. 11.45
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει I. 5.46
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ Παρθ. 2. 31. πολλὰ δ' ἕλκἐ ἔμβαλλε fr. 111. 2. ἐν πολλοῖς ὀνείροις fr. 131b. 3. πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357. add. adj.,πολλά μοι ὠκέα βέλη O. 2.83
πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν P. 2.58
c. gen.,καὶ γειτόνων πολλοὶ ἐπαῦρον P. 3.36
c. art. παρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν these my many shafts O. 13.952 s. of size, great, muchπολὺν ὗσε χρυσόν O. 7.50
βρέχετο πολλᾷ νιφάδι O. 10.51
πολλὰν δ' ὄρει πῦρ ἀίστωσεν ὕλαν P. 3.36
πολὺς εὖτ' ἂν ἐπιβρίσαις ἕπηται (sc. ὄλβος) P. 3.106πολὺς ὄλβος P. 5.14
πολλάν τε καὶ ἡσύχιον βουσὶν εἰρήναν παρέχοισα P. 9.22
οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον καρτακρύψαις ἔχειν N. 1.31
Πιερίδων ἀρόταις δυνατοὶ παρέχειν πολὺν ὕμνον N. 6.33
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺνὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13
“μολόντα βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν Pae. 2.75
πολὺν ῥόθον ἵεσαν ἀπὸ στομ[άτων Ἐ]λείθυιά τε καὶ Λάχεσις Pae. 12.16
of time, “ἧν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (<οὐ> supp. Coraes, om. codd.: παῦρος coni. Schr.) fr. 168. 6.3 adv.a πολλάI oftenἐδώρησαν λιταῖς θυσίαις πολλὰ δὴ πολλαῖσιν Ἑρμᾶν O. 6.79
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6
πολλὰ μὲν πολλὰ δ O. 13.14
—6.πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31
πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν N. 8.8
πολλὰ μὲν λοιβαῖσιν ἀγαζόμενοι πρώταν θεῶν, πολλὰ δὲ κυίσᾳ N. 11.6
II greatlyκαμόντες πολλὰ θυμῷ O. 2.8
IV τὰ πολλά, for the most part, oftenεἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54
ὅθεν περ καὶ Ὁμηρίδαι ῥαπτῶν ἐπέων τὰ πόλλ' ἀοιδοὶ ἄρχονται N. 2.2
b πολύ, muchὅ τι γαρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ O. 8.23
πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 1.c πολλᾷ, in many waysὅ τι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ O. 8.23
πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται (Pauw: γὰρ πολλὰ codd.) N. 8.204 fragg. ]πολὺς λο[ Δ. 4. c. 11. ]ν πολλοῖς ἀκοῦσαι Θρ.. 13. ]επολλα[ P. Oxy. 2442, fr. 99. ] πολλαμ[ P. Oxy. 2447, fr. 13. B comp., (πλέονα, πλέον) more <πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων (e Σ supp. Er. Schmid: om. codd.) N. 6.26ἐγὼ δὲ πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ Ὅμηρον N. 7.20
εἰ πόνος ἦν, τὸ τερπνὸν πλέον πεδέρχεται N. 7.74
πλέον τι λαχών (sc. Ζεὺς ἢ οἱ ἄλλοι θεοί: num haec sint ipsa verba Pindari, non constat) fr. 35a. C superl., (πλεῖστος, -ων; -α, -αισι; -α acc.)a very many, numerousἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων I. 1.18
πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες fr. 119. 3. pro subs.,πλεῖστα νικάσαντα σε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
b mostὅτι πλείσταισι βροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.39
ἔστιν ἀνθρώποις ἀνέμων ὅτε πλείστα χρῆσις O. 11.1
c. art.,τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24
-
9 χρῆμα
A need, in the phrase παρὰ χ. or παραχρῆμα (q. v.); a thing that one needs or uses, cf. X.Oec.1.9 sq. (pl.): hence in pl., goods, property (χρήματα λέγομεν πάντα ὅσων ἡ ἀξία νομίσματι μετρεῖται Arist.EN 1119b26
), Od.2.78, 203, al. (never in Il.), Hes.Op. 320, 407, etc.; of temple-treasures, heirlooms, etc., Mnemos. 57.208 (Argos, vi B. C.);τὰ ἱρὰ χ. τῆς Ἀθηναίης Hdt.2.28
, cf. 9.81;θησαυρούς.. ἄλλα τε χρύσεα ἄφατα χ. Id.7.190
;πολλῶν χ. ἐξαίρετον ἄνθος A.Ag. 954
;πειρῶ τὸν πλοῦτον χρήματακαὶ κτήματα κατασκευάζειν· ἔστι δὲ χ. μὲν τοῖς ἀπολαύειν ἐπισταμένοις, κ. δὲ τοῖς κτᾶσθαι δυναμένοις Isoc.1.28
; ; πρόβατακαὶ ἄλλα χ. X.An.5.2.4
; τὰ ἀνδράποδα.. καὶ χρήματα τὰ πλεῖστα ἀπέδρα αὐτούς ib.7.8.12: prov., χρήματα ψυχὴ πέλεται.. βροτοῖσι a man's money is his life, Hes.Op. 686; χρήματ' ἄνηρ ' money makes the man', Alc.49, Pi.I.2.11; , cf. Ch. 135; alsoχρημάτων πένητες E.El.37
;τὰ χρήματ' ἐνεχυράζομαι Ar.Nu. 241
;χρήματα πορίζειν Id.Ec. 236
;ἄτιμοι ἦσαν τὰ σώματα, τὰ δὲ χ. εἶχον And.1.74
;χρημάτων ἥσσων Democr.50
;χρημάτων κρείσσων Th.2.60
; χρήμασι νικώμενος ibid.; χρημάτων ἀδωρότατος ib. 65;ἐλπίδα χρήμασιν ὠνητήν Id.3.40
; ;ζημιοῦσθαι χρήμασιν Id.Lg. 721b
; even of debts,διαλῦσαι τὰ χ. D.20.12
;δεθέντ' ἐπὶ χρήμασιν ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ Id.24.168
.—Acc. to Poll.9.87 the [dialect] Ion. used also the sg. in this sense, and so we find, ἐπὶ κόσῳ ἂν χρήματι .. ; for how much money.. ? Answ. ἐπ' οὐδενί, Hdt.3.38; ταύτην (sc. τὴν χλανίδα) πωλέω μὲν οὐδενὸς χ. δίδωμι δὲ ἄλλως ib. 139; also in Thgn.197, χ. δ' ὃ μὲν Διόθεν καὶ σὺν δίκῃ ἀνδρὶ γένηται; in [dialect] Att., οὐδενὸς ἂν χ. δεξάμενοι at no price, And.2.4; and in later Prose, fund, sum of money, Arch. f. Religionswiss.10.211 (Cos, ii B. C.);τὸ πλῆθος τοῦ χ. D.S.13.106
, cf. Act.Ap.4.37, Luc.VH1.20; merchandise,Heraclit.
90, X.HG1.6.37, Th.3.74; property, substance, Berl.Sitzb.1927.161 ([place name] Cyrene).II generally, thing, matter, affair, esp. in [dialect] Ep. and [dialect] Ion., h.Merc. 332, Hes.Op. 344, 402;χρημάτων ἄελπτον οὐδέν Archil. 74
;πάντων χ. δικαιότατον Mimn.8
;πρῶτον χρημάτων πάντων Hdt.7.145
; ἀντὶ πάντων χ. on every account, And.2.21; δεινότατον ἁπάντων χρημάτων ib.1; πᾶν χ. ἐκίνεε 'left no stone unturned', Hdt.5.96; τεκμαίρει χρῆμ' ἕκαστον 'deeds show the man', Pi.O.6.74;πάντων χ. μέτρον ἄνθρωπος Protag.1
; περαίνεται τὸ χ. the issue is being decided, Plu.Caes.47: pl., simply, things,ὁμοῦ πάντα χ. ἦν Anaxag.1
, cf. Pl.Cra. 440a, Euthd. 294d, Plot.4.2.1.2 χρῆμα is freq. expressed where it might be omitted,δεινὸν χ. ἐποιεῦντο Hdt.8.16
; οἷόν τι χ. ποιήσειε ib. 138; ἐς ἀφανὲς χ. ἀποστέλλειν ἀποικίην to send out a colony without any certain destination, Id.4.150; freq. in Trag., τί χρῆμα; = τί; what?τί χ. λεύσσω; A.Pr. 300
, Ch.10; or why? E.Alc. 512; so in gen., τοῦ χ. (sc. ἕνεκα); Ar.Nu. 1223;τί χ. δρᾷς; S.Aj. 288
, cf. Ph. 1231;τί χ. πάσχει; E. Hipp. 909
; τί δ' ἐστὶ χρῆμα; what is the matter? A.Ch. 885;πικρόν τί μοι δοκεῖ χ. εἶναι Pl.Grg. 485b
; , al.; μάλιστα χρημάτων most of anything, i. e. certainly, Anon.Oxy.1611.68 (iii A. D.); cf.χρέος 11.2
.3 used in periphrases to express something strange or extraordinary of its kind, ὑὸς χ. μέγα a huge monster of a boar, Hdt.1.36;ἦν τοῦ χειμῶνος χ. ἀφόρητον Id.7.188
; τὸ χ. τῶν νυκτῶν ὅσον what a business the nights are! Ar.Nu.2; λιπαρὸν τὸ χ. τῆς πόλεως what a grand city! Id.Av. 826, cf. Lys.83; κλέπτον τὸ χ. τἀνδρός a thievish sort of fellow, Id.V. 933;τὸ χ. τοῦ νοσήματος Id.Lys. 1085
; μακάριον.. λέγεις τυράννου χ. your tyrant-creature, Pl.R. 567e;χ. θαυμαστὸν γυναικός Plu.Ant.31
: without a gen.,ἔλαφον, καλόν τι χ. καὶ μέγα X.Cyr.1.4.8
; σοφόν τοι χρῆμ' ἄνθρωπος truly a clever creature is he! Theoc.15.83; κοῦφον χ. ποιητής ἐστιν καὶ πτηνὸν καὶ ἱερόν, of the poet, Pl. Ion 534b; χ. καλόν τι such a fine thing! Theoc.15.23; also in a periphrastic use, οὐδὲν χ. τοῦ ἀγκῶνος κάμψαι δύνανται cannot bend the elbow at all, Hp.Fract.42.b so, to express a great number or mass, as we say, a deal, a heap of.., πολλόν τι χ. τῶν τέκνων, χ. πολλὸν ἀρδίων, νεῶν, Hdt.3.109, 4.81, 6.43;χ. πολλόν τι χρυσοῦ Id.3.130
;σμικρὸν τὸ χ. τοῦ βίου E. Supp. 953
; ὅσον τὸ χ. παρνόπων what a lot of locusts! Ar.Ach. 150;ὅσον τὸ χ. τοῦ πλακοῦντος Id.Eq. 1219
;πολὺ χ. τεμαχῶν Id.Pl. 894
; τὸ χ. τῶν κόπων ὅσον what a lot of them! Id.Ra. 1278;τῶν λαμπάδων ὅσον τὸ χ. Id.Th. 281
; also of persons, χ. θηλειῶν womankind, E.Ph. 198;σφενδονητῶν πάμπολύ τι χ. X.Cyr.2.1.5
;μέγα χ. Λακαινᾶν Theoc.18.4
: without a gen., ὅσον τὸ χ. ἐπὶ δεῖπνον ἦλθε what a crowd.. ! Ar. Pax 1192. -
10 ἀποπλάζω
A lead away from,ἀοιδῆς A.R.1.1220
, cf. Hsch.:—[voice] Pass., only [tense] aor., stray away from,πολλὸν ἀπεπλάγχθης σῆς πατρίδος Od. 15.382
;Τροίηθεν 9.259
; ἀπὸ θώρηκος.. πολλὸν ἀποπλαγχθείς [ ὀϊστός] glancing off the hauberk, Il.13.592;- πλαγχθέντες ἑταίρων Theoc.22.35
;τῆλε δ' ἀπεπλάγχθη σάκεος δόρυ Il.22.291
: abs., wander, Od.8.573; to be separated, Emp.22.3; τρυφάλεια ἀποπλαγχθεῖσα a helm struck off, falling from the head, Il.13.578:—also ἀποπλασθεῖσα· ἀποκρουσθεῖσα, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποπλάζω
-
11 ἀφαυρός
A feeble, powerless,ἠΰτε παιδὸς ἀφαυροῦ Il.7.235
, cf. Nic.Th. 198; dim, Arat.256; almost always [comp] Comp. and [comp] Sup.,σέο πολλὸν ἀφαυρότερος Il.7.457
; ; , cf. Od.20.110, Hes.Op. 586, Pi.P.4.272 ([comp] Comp.), Theoc.21.49 ([comp] Comp.);ἀνδρὸς γηρέντος πολλὸν -ότερος Xenoph.9
, etc.; ῥείθρων ἀφαυροτέρην, of a bridge, too weak to resist the stream, Epigr.Gr.1078.6 ([place name] Adana): so in Prose, σιτία- ότερα
less nutritious,Hp.
Mul.1.67; [κενεὼν] -ότατόν ἐστι X.Eq.12.8
; Posit., Democr.285, Ti.Locr.102c, Arist.EN 1101b2, Hymn.Is. 122. Adv.- ρῶς AP6.267
(Diotim.): [comp] Comp.-ότερον, τροχάει Arat. 227
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀφαυρός
-
12 ἐπιεικής
ἐπιεικ-ής, ές,A fitting, meet, suitable, τύμβον οὐ μάλα πολλὸν.., ἀλλ' ἐπιεικέα τοῖον not very large but meet in size, Il.23.246; τείσουσι βοῶν ἐπιεικέ' ἀμοιβήν a fair recompense for them, Od.12.382.—Elsewh. Hom. has only the neut. ἐπιεικές, either in the phrase ὡς ἐπιεικές as is meet, Il.19.147, 23.537, Od.8.389: or c.inf., ὅν κ' ἐπιεικὲς ἀκουέμεν whom it may be meet for you to hear, Il.1.547; ὅπλα.. οἷ' ἐπιεικὲς ἔργ' ἔμεν ἀθανάτων such as is meet they should be, 19.21, cf. 23.50, Od.2.207.II. after Hom.,1. of statements, rights, etc.,a. reasonable, specious, ἡ δὲ τρίτη τῶν ὁδῶν πολλὸν ἐπιεικεστάτη ἐοῦσα μάλισταἔψευσται Hdt.2.22
;ἐ. πρόφασις Th.3.9
; ; ἐπιεικῆ ; ἐ. ὁδός a tolerable road, Plu.Crass.22.b. opp. δίκαιος, fair, equitable, not according to the letter of the law, ἐπανόρθωμανομίμου δικαίου Arist.EN 1137b11
, cf. Rh. 1374a26; τῶν δικαίων τὰἐπιεικέστερα προτιθεῖσι Hdt.3.53
; οὔτε τοὐπ. οὔτε τὴν χάριν οἶδεν, , cf. E.Fr. 645; συγχωρεῖντἀπιεικῆ τινι Ar.Nu. 1438
; ;ἐ. ὁμολογία Th.3.4
; ;τὸ ἐ. καὶ σύγγνωμον Pl.Lg. 757e
; πρὸς τὸ ἐ., = ἐπιεικῶς 3, Th.4.19.2. of persons, able, capable,παῖς τὰ μὲν ἄλλα ἐ., ἄφωνος δέ Hdt.1.85
;οἱ ἐπιεικέστατοι τῶν τριηράρχων X.HG1.1.30
; τίνες.. τῶν νέων ἐπίδοξοι γενέσθαι ἐ. may be expected to turn out well, Pl.Tht. 143d, cf. Lg. 957a; τοὺς ἐ. καὶ τοῦ δήμουκαὶ τῶν εὐπόρων Arist.Ath.26.1
.b. in moral sense, reasonable, fair, good, ἐ. τὴν ψυχήν, φύσει, Pl.Smp. 210b, R. 538c: abs., Th.8.93, Isoc.1.48, Ep.Jac.3.17, etc.; ἐ. ἄνδρες, opp. μοχθηροί, Arist.Po. 1452b34;ἐ. περὶ τὰ συμβόλαια D.34.30
; τοὐπιεικές fairness, goodness, S.OC 1127.c. with social or political connotation, the upper or educated classes,λέγω ἀντικεῖσθαι τοὺς ἐ. τῷ πλήθει Arist.Pol. 1308b27
, cf. Ath.28.1.III. Adv. - κῶς, [dialect] Ion. - κέως, fairly, tolerably, moderately, ἐγγλύσσει ἐ. Hdt.2.92; ἐ. δάκνειν, παρρησίαν ἄγειν, Phld.Lib.pp.13,45 O.; ἐ. ἔχειν to be pretty well, Hp.Coac. 368; ἐ.ἐξεπίστασθαι Ar.V. 1249
;ἔστι τὸ χωρίον ἐ. ἰσχυρόν Hell.Oxy.13.5
;ἐ. ἀναίσθητον Arist.GC 319b20
;ἐ. πλατύ Id.HA 495b27
, cf. 497a23; οἱ πυρετοὶ ἐς τεταρταῖον ἐ. μεθίστανται about the fourth day, Hp.Coac. 140, cf. Alex.281; ἐ. τὸ τρίτον μέρος pretty nearly, about, Plb.6.26.8; ἐ. οἷοί τε ἦσαν κατέχειν were fairly well able.., Pl.Phd. 117c; ἐ. μὲν.. perhaps, Id.Grg. 493c.2. probably, reasonably, Id.R. 431e, etc.: [comp] Sup. -έστατα, γενέσθαι most suitably, Id.Lg. 753b.3. with moderation, mildly, kindly,οὐκ ἐ. ἐντυγχάνων οὐδὲ πρᾴως Plu.Pyrrh.23
; ἐ.ἔχειν πρός τινα Isoc.15.4
: [comp] Comp.-έστερον, διακείμενοι Id.8.61
.4. generally, usually, Plu.Pel.18, Jul.Mis. 348c, Lib.Or.11.19, al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπιεικής
-
13 μάν
1 not combined with other particles,a connective, emphasising a new point, never neg.ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρόν O. 2.53
[ μὴν (v. l. μιν) O. 3.45]λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος O. 9.49
Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα (e Σ Er. Schmid: μὲν codd.) N. 10.29ἴστε μὰν Κλεωνύμου δόξαν παλαιὰν ἅρμασιν I. 3.15
ἴστε μὰν Αἴαντος ἀλκάν (v. l. καί) I. 4.35 in subord. cl.,δηρίομαι πολέσιν περὶ πλήθει καλῶν, ὡς μὰν σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν ποντιᾶν ψάφων ἀριθμόν O. 13.45
b adversative, yetἐν δ' ἀρετὰν ἔβαλεν αἰδώς· ἐπὶ μὰν βαίνει τι καὶ λάθας ἀτέκμαρτα νέφος O. 7.45
ὅμως μὰν P. 2.82
λέγονται μὰν P. 3.88
αὐτὸν μὰν N. 1.69
παῦροι δὲ χερσὶ καὶ ψυχᾷ δυνατοί· λέγεται μὰν N. 9.39
(many miss good fortune, e. g. through lack of confidence.) συμβαλεῖν μὰν εὐμαρὲς ἦν τό τε Πεισάνδρου πάλαι αἷμ' ἀπὸ Σπάρτας (Pauw: λίαν codd., Σ: contra G. P. 337) N. 11.332 combined with other particles.a καὶ μὰν (γε), emphasising a new point, καί connective.καὶ μὰν ξεναπάτας Ἐπειῶν βασιλεὺς ὄπιθεν οὐ πολλὸν ἴδε O. 10.34
“ καὶ μὰν Τιτυὸν” P. 4.90καὶ μὰν κεῖνος Ἄτλας P. 4.289
καὶ μὰν ἁ Σαλαμίς γε θρέψαι φῶτα μαχατὰν δυνατός N. 2.13
καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54
where καὶ connects individual words, while μὰν emphasises the last member in a series,θέλοντι δὲ Παμφύλου καὶ μὰν Ἡρακλειδᾶν ἔκγονοι αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.63
Ἐμμενίδαις ποταμίᾳ τ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν λτ;γτ;ενοκράτει P. 6.6
b γε μάν, adversative, yet, but of courseνῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
( Τυφὼς)τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον· νῦν γε μὰν P. 1.17
νῦν γε μὰν P. 1.50
αἰὼν δὲ κυλινδομέναιςἁμέραις ἄλλ' ἄλλοτ ἐξ ἄλλαξεν· ἄτρωτοι γε μὰν παῖδες θεῶν I. 3.18
with a notion of affirmation, after all, it is trueφαντί γε μὰν P. 7.19
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν· ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι N. 8.50
dub., ] αλλεγεμαν P. Oxy. 2622, fr. 1. 11 ad ?fr. 346.c ἦ μάν, in strong affirmation. “ ἦ μάν νιν ὤτρυνον θαμὰ” P. 4.40ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28
ἦ μὰν πολλάκι καὶ τὸ σεσωπαμένον εὐθυμίαν μείζω φέρει I. 1.63
d οὐδὲ μάν, where μὰν emphasises the second limb of a neg. assertion, nor yet “ οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων οὐδὲ μὰν χαλκάρματός ἐστι πόσις Ἀφροδίτας” P. 4.87Τυφὼς οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.17
3 frag.μάρναμαι μὰν Pae. 2.39
-
14 ὄπιθεν
a of place, behindἴδε καὶ κείναν χθόνα πνοιαῖς ὄπιθεν Βορέα ψυχροῦ O. 3.31
b of time, afterὄπιθεν οὐ πολλὸν ἴδε O. 10.35
παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (ed. Moreliana: ὄπισθεν codd.) N. 7.101 -
15 οὐ
οὐ (1οὔ O. 7.48
:κοὐ P. 4.151
)1 negatives vb., sent.aοὐκ ἐδυνάσθη O. 1.56
ἀλλ' οὐ καλὰ δένδρἐ ἔθαλλεν χῶρος O. 3.23
οὔ μιν διώξω O. 3.45
οὐ ψεύδει τέγξω λόγον O. 4.17
ἀλλά μιν οὐκ εἴασεν O. 7.61
κατακρύπτει δ' οὐ κόνις συγγόνων κεδνὰν χάριν O. 8.79
θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42
Νέμεά τ' οὐκ ἀντιξοεῖ O. 13.34
σαφὲς οὐκ ἂν εἰδείην λέγειν O. 13.46
οὐ ψεύσομ O. 13.52
οὐ χρὴ O. 13.94
οὐ φθίνει P. 1.94
οὔ οἱ μετέχω θράσεος P. 2.83
οὐκ ἔμειν P. 3.16
οὐχ ἅπτεται P. 3.29
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται P. 3.82
οὐκ ἐς μακρὸν ἔρχεται P. 3.105
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον P. 4.86
“ οὐ πρέπει” P. 4.147οὐκ ἐόλει P. 4.233
οὐκ ἀπέριψεν P. 6.37
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται P. 8.76
τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 “ οὐ κεχείμανται” P. 9.32οὐκ ἀποδαμεῖ P. 10.37
οὐ φαίνεται P. 12.29
οὐκ ἔραμαι N. 1.31
οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.15
τῶν οὐκ ἄπεσσι N. 3.76
Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69
οὐ νέοντ N. 4.77
οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ N. 5.1
οὐ σπανίζει N. 6.31
οὔ κεν ἔπαξε N. 7.25
οὐκ ἔχω εἰπεῖν N. 7.56
οὐκ ἀποβλάπτει N. 7.60
οὐ μέμψεται N. 7.64
χειρόνεσσι δ' οὐκ ἐρίζει N. 8.22
ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.45
οὐκ ἔστι πρόσωθεν (Boehmer: οὐκέτι πόρσω, οὐκ ἔστι πρόσω codd.) N. 9.47οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲς ἔμμεν N. 10.50
οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλάν N. 10.89
οὐχ ἕπεται N. 11.43
οὐ φράζεται I. 1.68
οὐκ ἐμέμφθη I. 2.20
οὐ κατελέγχει I. 3.14
οὐ φείσατο I. 6.33
γλῶσσα δ' οὐκ ἔξω φρενῶν I. 6.72
ἀλλ' οὔ σφιν ἄμβροτοι τέλεσαν εὐνὰν θεῶνπραπίδες I. 8.30
οὐ κατέφθινε I. 8.46
οὐ κατελέγχει I. 8.65
οὐ ψεῦδος ἐρίξω fr. 11.οὐκ ἤθελεν Pae. 4.28
οὐ τόλμα Pae. 6.94
οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
ο]κ ἐννέπει (supp. Snell) fr. 60. b. 15. οὐ λανθάνει fr. 75. 13. οὐ πέπαται fr. 105b. 2. ]κράνας ο[ὐ π]ρολείπει[ (supp. Lobel) Θρ.. 1. οὐκ ἔστιν fr. 134. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν (καὶ, καὶ οὐδὲ vv. ll.) fr. 229. οὐκ ἔλιπον fr. 236.b οὐκ ἀλλά (v. also ἀλλά).οὐ χθόνα ταράσσοντες ἀλλὰ O. 2.63
οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ' ἅμα πρώτοις O. 8.45
οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον ἀλλὰ P. 2.26
“ κοὔ με πονεῖ ἀλλὰ” P. 4.151ὃς οὐ ἀλλ P. 5.27
P. 5.76, I. 1.26, I. 4.49οὕνεκεν οὔ σε παιηόνων ἄδορπον εὐνάξομεν, ἀλλ' κατερεῖς Pae. 6.127
cοὐ γάρ. οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ I. 1.26
οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν, ἀλλ I. 4.49
οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442, fr. 68.d οὐ γε, qualifying subord. cl.πόρθησε τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἕλεν N. 4.28
2 combined with other neg.οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ οὐδὲ πόντιον ὕδωρ O. 2.63
κλέπτει τέ μιν οὐ θεὸς οὐ βροτὸς P. 3.30
αἰὼν δ' ἀσφαλὴς οὐκ ἔγεντ οὔτ Αἰακίδᾳ παρὰ Πηλεῖ οὔτε παῤ ἀντιθέῳ Κάδμῳ P. 3.87
“ οὔ τι οὐδὲ μὰν” P. 4.87πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσεται P. 5.54
οὔ μιν ἄλυξεν, οὐδὲ μὰν βασιλεὺς Γιγάντων P. 8.16
Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις, οὐδὲ Κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ P. 8.37
ἄνευ σέθεν οὐ φάος, οὐ μέλαιναν δρακέντες εὐφρόναν τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν N. 7.3
ἀλλ' οὔ νιν φλάσαν οὐδ ἀνέχασσαν N. 10.68
ἐν σχερῷ δ' οὔτ ὦν μέλαιναι καρπὸν ἔδωκαν ἄρουραι, δένδρεά τ οὐκ ἐθέλει ἄνθος εὐῶδες φέρειν N. 11.40
ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής πω τότ' ἦν οὐδ ἐργάτις I. 2.6
οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται I. 2.33
πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος ἥρωος οὐδ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.25
τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται οὐ θέμιν οὐδὲ δίκαν ξείνων ὑπερβαίνοντες I. 9.5
οὐ πενθέων δ' ἔλαχον, λτ;οὐγτ; στασίων (supp. et add. e Plutarcho et Σ pap. Blass) Πα... κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει fr. 222. 2. τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος fr. 232. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.3a c. part.κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος O. 2.96
ἔργῳ τ' οὐ κατὰ εἶδος ἐλέγχων ἐξένεπε O. 8.19
ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
βασιλεὺς οὐ φθονέων ἀγαθοῖς P. 3.71
οὐκ ἐρίζων P. 4.285
οὐκ ἀτιμάσαντα P. 9.80
οὐ λαθὼν χρυσόθρονον Ἥραν N. 1.37
καίπερ ἐφαμερίαν οὐκ εἰδότες οὐδὲ μετὰ νύκτας ἄμμε πότμος ἅντιν' ἔγραψε δραμεῖν ποτὶ στάθμαν N. 6.6
ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46
οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. οὐκ ἰδυῖα fr. 182.καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
b c. adj.ὁ μέγας δὲ κίνδυνος ἄναλκιν οὐ φῶτα λαμβάνει O. 1.81
χόλον οὐ φατὸν O. 6.37
οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.86
οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον O. 9.104
μία δ' οὐχ ἅπαντας ἄμμε θρέψει μελέτα O. 9.106
χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
χόλος δ' οὐκ ἀλίθιος γίνεται παίδων Διός P.3.11.οὐκ ἀποδάμου Ἀπόλλωνος τυχόντος P. 4.5
“ οὐ ξείναν γαῖαν ἄλλων” P. 4.118 “σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν” P. 9.42λαχόντες οὐκ ὀλίγαν δόσιν P. 10.20
ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον P. 11.29
τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν P. 12.30
θαμὰ δ' ἀλλοδαπῶν οὐκ ἀπείρατοι δόμοι ἐντί N. 1.23
οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον N. 4.21
πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14
ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5
οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ N. 7.49
οὐ τραχύς εἰμι N. 7.76
οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν N. 10.45
ἁνία τἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ I. 1.15
οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω I. 2.12
οὐκ ἀγνῶτες I. 2.30
ἄγει τ' ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς I. 7.22
ἔτλαν δὲ πένθος οὐ φατόν I. 7.37
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον I. 8.70
ο]ὐκ αἰσχρὸν πάθοις[ Πα. 13. b. 6. ]τον οὐ ῥητ[ὸ]ν[ Πα. 17. a. 4. ἐχθρὰν ἔριν οὐ παλίγγλωσσον, ἀλλὰ Παρθ. 2.. λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” (οὐ add. Coraes: παῦρος pro πολλὸς coni. Schr.) fr. 168. 6. στρατὸς οὐκ ἀέκ[ων (supp. Lobel) fr. 169. 52. οὐκ ἄναλκις, ὡς τόσον ἀγῶνα δῦναι ?fr. 342.4 c. subs.πολλῶν ἐπέβαν καιρὸν οὐ ψεύδει βαλών N. 1.18
θεράπων δέ οἱ, οὐ δράστας ὀπαδεῖ P. 4.287
ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.5 c. adv.aὄπιθεν οὐ πολλὸν O. 10.36
οὐχ ὁμῶς I. 3.6
bοὔ ποτε. ὁ χάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ P. 10.27
οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102
6 c. prep., in meiosis.οὐκ ἄτερ παίδων σέθεν, ἀλλ O. 8.45
ἇς οὐκ ἄτερ P. 2.7
οὐκ ἄτερ τέχνας P. 2.32
“ οὐ κατ' αἶσαν” P. 4.107οὐ θεῶν ἄτερ, ἀλλὰ P. 5.76
οὐ Χαρίτων ἑκάς P. 8.21
αἰσιᾶν οὐ κατ' ὀρνίχων ὁδόν N. 9.19
οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν I. 5.20
οὐ πὰρ σκοπόν fr. 6a. g.7 c. inf.χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88
8a οὔπω, v. πω.bοὔτοι, οὔ τοι. οὔτοι χαμαιπετέων λόγων ἐφάψεαι O. 9.12
οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16
οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀνδρῶν, οὐδ' ὁπόσαι δαπάναι ἐλπίδων ἔκνιξ ὄπιν† I. 5.58 οὔτοι με ξένον οὐδ' ἀδαήμονα Μοισᾶν ἐπαίδευσαν κλυταὶ Θῆβαι fr. 198a.c οὔ τις, (cf. οὔτις)πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
, cf. O. 12.7πόνων δ' οὔ τις ἀπόκλαρός ἐστιν οὔτ ἔσσεται P. 5.54
ἕτερον οὔ τινα οἶκονἀπεφάνατο πυγμαχία λτ;πλεόνωνγτ; ταμίαν στεφάνων N. 6.25
cf. τί δ' οὔ τις; P. 8.95d οὔ τί που. οὔ τί που οὗτος Ἀπόλλων, οὐδὲ μὰν” P. 4.879 frag. οὐκ ἂν παρ[ Θρ. 2. 3. -
16 βίοτος
A = βίος 1, life,βιότοιο τελευτή Il.7.104
, cf. Emp. 15.2, A.Pers. 360, al.II = βίος 11, means of living, substance,ναῖε δὲ δῶμα ἀφνειὸν βιότοιο Il.14.122
;β. κατακείρετε πολλόν Od.4.686
;γύαι φέρουσι β. ἄφθονον βροτοῖς A.Fr. 196
;βιότου κτῆσις Ar. Av. 718
, cf. Ec. 669:—in late Prose, PLond.5.1889 (vi A.D.).III = βίος 111, the world, mankind,μνήμῃ βιότου παρέδωκεν Epigr.Gr.319
([place name] Philadelphia). -
17 δεύω
δεύω (A), [tense] impf. ἔδευον, [dialect] Ep. δεῦον, [dialect] Ion. δεύεσκον, Od.8.522, Il.13.655, Od.7.260: [tense] fut.Aδεύσω Eub.90.4
: [tense] aor.ἔδευσα Eup.332
, Pl.Com. 173.9, S.Aj. 376(lyr.):—[voice] Med., Od.5.53:—[voice] Pass., ib.6.44, etc.: [tense] fut. δεύσομαι ([etym.] ἀνα-) Gal.10.867: [tense] aor.ἐδεύθην Hp.Ulc.11
, Thphr.HP9.9.1: [tense] pf.δέδευμαι E.Fr.467.5
, Pl.Lg. 782c, X.Cyr.6.2.28:—wet, drench, δεῦε δὲ γαῖαν (sc. αἷμα) Il.13.655, cf. 23.220;γλάγος ἄγγεα δεύει 2.471
;δάκρυ δ' ἔδευε.. παρειάς Od.8.522
;σπογγιὰν δεύων Hp.Loc. Hom.12
: c. dat. modi,εἵματα δ' αἰεὶ δάκρυσι δεύεσκον Od.7.260
:— [voice] Pass.,δεύοντο δὲ δάκρυσι κόλποι Il.9.570
;αἵματι δὲ χθὼν δεύετο 17.361
;χρίμασι δευόμενοι Xenoph.3.6
;μέλιτι καρποὶ δεδευμένοι Pl.Lg.
l.c.; to be flooded with light,ἀργέτι δεύεται αὐγῇ Emp.21.4
; ῥίζα ὄξει δευθεῖσα steeped in.., Thphr. l. c.:—[voice] Med., πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ wets his wings in the brine, Od.5.53, cf. E.Alc. 184: rarely c. gen. modi,αἵματος ἔδευσε γαῖαν Id.Ph. 674
(lyr.).2 mix a dry mass with liquid, so as to make it fit to knead, Ar.Fr. 271;δεῦσαι καὶ μάξαι X.Oec.10.11
;ἄρτον ὕδατι δεδευμένον Id.Cyr.6.2.28
; ἀλφίτοις δ. knead up with meal, D.H.7.72.II causal, make to flow, shed,ἐρεμνὸν αἷμ' ἔδευσα S.Aj. 376
(lyr.).------------------------------------A miss, want, [voice] Act. used by Hom. only in [tense] aor., ἐδεύησεν δ' οἰήϊον ἄκρον ἱκέσθαι he missed, failed in reaching it, Od.9.483, 540: δεύει, = δεῖ, IG12(2).526A 19 ([place name] Eresus);δεύοντος Alc.Oxy.1788.15
ii 3.II Dep. [full] δεύομαι, [tense] fut.δευήσομαι Od.6.192
, = [dialect] Att. δέομαι, feel the want or loss of, be without, θυμοῦ δευόμενος reft of life, Il.3.294, 20.472; stand in need of, ;ἐν καίροις ἐπιμεληΐας δευομένοις IG12(2).243
([place name] Mytilene); αἴ κέ τινος δεύωνται ib.15.26; ἐδεύετο ἤματος ὥρη.. νέεσθαι the time of day required her to return, A.R.3.1138.2 to be wanting, deficient in,δ. πολέμοιο Il.13.310
μάχης ἄρα πολλὸν ἐδεύεο 17.142
: abs., in need,22.492
; τετράκις εἰς ἑκατὸν δεύοιτό κεν it would fall short.., A.R.2.974.3 c. gen. pers., to be inferior to,ἄλλα τε πάντα δεύεαι Ἀργείων Il.23.484
;οὔ τευ δευόμενον Od.4.264
. -
18 διαφύσσω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαφύσσω
-
19 δωροδοκέω
A accept as a present, esp. take as a bribe,ἀργύριον πολλόν Hdt.6.72
; ;κατὰ πεντήκοντα τάλαντα Ar.V. 669
.2 abs., take bribes, Hdt.6.82, D.18.45, etc.;ἐπί τινι Lys.21.22
, D.18.49.II c. acc. pers. (only in later Gr., for δωροδοκοῦσιν is f.l. in Ar.V. 675 and δωροδοκοῦντας (abs.) is interpol. in D.9.45), corrupt by bribes, D.S.13.64, Arr.Epict.4.1.148, Luc.Pisc.9, etc.2 simply, bestow gifts, AP9.335 (Leon.): c. acc., ib.12.204 (Strat.).III [voice] Pass., of persons, to have a bribe given one, Cratin.128, cf. Plb.6.56.2, D.H.4.55 (as v.l.); also ταῦθ' ἁπλῶς δεδωροδόκηται this has been accomplished by bribery, D.19.329 (v.l. - ηνται) ; τὰ περὶ τὴν Εὔβοιαν δωροδοκηθέντα the bribery in the matter of Euboea, Aeschin.3.221;τὸ δεδωροδοκημένον χρυσίον Din.1.66
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δωροδοκέω
-
20 εὑρίσκω
A , Th.7.67, etc.: [tense] aor. 2εὗρον Il.1.498
, etc., later ηὗρον or , etc.; [ per.] 3pl. , BGU1201.16 (i A.D.); imper. εὑρέ Hdn.Gr.2.23; [dialect] Ep. inf.εὑρέμεναι Od.12.393
: later [tense] aor. 1εὕρησα Man.5.137
; εὗρα v.l. in Ev.Luc.8.35, Act.Ap.5.10, (ἐν-) PGen.3.19 (ii A.D.): [tense] pf. , etc., [tense] pf. imper. [ per.] 2sg.εὕρηκε Nausicr.1
D.:—[voice] Med., [tense] fut.εὑρήσομαι Hdt.9.6
, Lys.13.9, etc.: [tense] aor. 2εὑρόμην Hom.
, [dialect] Att. ηὑρ- or εὑρ- A.Pr. 269, Th.1.58, etc.: [tense] aor.1εὑράμην Hes.Fr.116.3
(testes omnes), Str.12.34.4, Iamb.VP35.255, AP9.29 (Antiphil.), Epigr. ap. Paus.6.20.14, Ep.Hebr.9.12, IG3.900 (ii A.D.):—[voice] Pass., [tense] fut.εὑρεθήσομαι S.OT 108
, E.IA 1105, Isoc.9.41: [tense] aor. 1 ηὑρέθην or , etc.: [tense] pf. ηὕρημαι or εὕρ- A.Pers. 743 (troch), etc.—Hom. has only [tense] aor. [voice] Act. and [voice] Med., exc. ἔθ' εὑρίσκω (v.l. ἐφευρίσκω) Od.19.158. (Earlier [dialect] Att. Inscrr. have ηὑρέθην, ηὕρημαι, as IG22.1636.32, al., Epigr.Gr.35 (iv B.C.): (Magn. Mae., ii B.C.): the augm. is seldom found in Papyri,ηὕρισκεν PPetr. 3p.101
(iii B. C.); never in those of Men. or Phld.):— find, , etc.; εὕρημα εὑ., v. εὕρημα.2 c. part., find that..,εὕρισκε Λακεδαιμονίους.. προέχοντας Hdt.1.56
, cf. 1.5:—and in [voice] Pass.,ἤν εὑρεθῇς μὴ δίκαιος ὤν S.Tr. 411
, cf. OT 839, OC 946: with part. omitted, ὅταν τοὺς θεοὺς εὕρω κακούς (sc. ὄντας) Id.Ph. 452; εὑρήσει τοσαῦτα ἔτη (sc. ὄντα) Th.5.26; θῆλυς εὕρημαι (sc. ὤν) S.Tr. 1075;ἄνους ηὑρέθη Id.Aj. 763
.3 c. inf., εὕρισκε πρῆγμά οἱ εἶναι .. found that the thing for him was.., Hdt.1.79:—[voice] Med., εὑρίσκεται (sed leg. εὕρισκέ τε) ταῦτα καιριώτατα εἶναι ib. 125:—[voice] Act., also, find means, be able,οὐχ εὑρίσκει χρήσασθαι Arr.Epict.2.12.2
.4 εὑ. ὅπως .. to find by what means.., Th.7.67:—[voice] Med., c.inf., find out or discover how to..,ηὕρετο.. παύειν E.Med. 196
(anap.).5 [voice] Pass., εὑρέθη ὅτι .. it was found that.., LXX 1 Es.2.22(26).II find out, discover,οὐδέ τι μῆχος εὑρέμεναι δυνάμεσθα Od. 12.393
; , cf. Il.7.31;εὑ. ὁδόν Pi.P.10.29
;ἐξ ἀμηχάνων πόρον A.Pr.59
;μηχανὴν σωτηρίας Id.Th. 209
;πημάτων ἄρηξιν S.El. 875
;τινα ἐμοῦ βελτίονα Ar.Pl. 104
, etc.: abs.,εὕρηκα Archim.
ap. Plu.2.1094c:—[voice] Med.,εὕρετο τέκμωρ Il.16.472
; ὄνομ' εὕρεο think of a name to give him, Od.19.403;εἴ τιν' ἑταίροισιν θανάτου λύσιν.. εὑροίμην 9.422
.2 c. inf., get a chance of, be able, (ii/iii A.D.), cf. 17,20, PGrenf.1.64.3 (vi A.D.), etc.III devise, invent, , etc.; :—[voice] Med., τὰ δ' ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται deeds make themselves words, S.El. 625.IV get, gain, ἀρετάν, δόξαν, Pi.O.7.89, P.2.64; ; , cf. E.Med. 1107 (anap.); (lyr.);ἀφ' ὧν ὄνασιν εὕρωσι Id.El. 1061
; μέγ' εὑρεῖν κέρδος ib. 1305;εὑ. σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ Pl.Prt. 321c
; εὑ. μητρὶ φόνον bring about murder, E.El. 650: abs., acquire wealth, LXX Le.25.47:—[voice] Med., find or get for oneself, bring on oneself,οἷ.. αὐτῷ πρώτῳ κακὸν εὕρετο Od.21.304
(so in [voice] Act., );αὐτὸς ηὑρόμην πόνους A.Pr. 269
;μοῖραν ηὕρετ' ἀσφαλῆ Id.Ag. 1588
, cf. Th. 880 (lyr.): so in [tense] pf. [voice] Pass.,μέγα πένθος ηὕρηται S.Aj. 615
(lyr.); εὑρήσεται τιμωρίην will get for himself, obtain, Hdt.3.148, cf.9.26;ἀλεωρήν Id.9.6
;κλέος Pi.P.3.111
;ἄδειαν εὑρόμενος And.1.15
;ἀτέλειαν D.20.1
;εὑρίσκεσθαι ὠφελίαν ἀπό τινος Th.1.31
;τι παρά τινος IG12.108.47
, Lys.13.9; εὑ. παρά τινος c. inf., procure from him that.., Hdt.9.28;δεηθέντες οὐκ ἐδύναντο εὑρέσθαι Lys.14.20
.V esp. of merchandise, etc., fetch, earn money, εὑροῦσα πολλὸν χρυσίον having fetched a large sum, Hdt. 1.196;ηὗρε πλέον ἢ ἐνενήκοντα τάλαντα X.HG3.4.24
, cf. Vect.4.40; οἰκία εὑρίσκουσα δισχιλίας (sc. δραχμάς) Is.8.35; ἐγδίδομεν.. τοὺς θριγκοὺς.. ὅτι ἂν εὕρωσιν for what they will fetch, IG7.3073.7 (Lebad.); ἐρωτᾶν τί εὑρίσκει what it will fetch, Thphr.Char.15.4.2 of the sum or bid which secures an article or contract, οἰκέτην.. ἀποδίδοται τοῦ εὑρόντος sells for what he will fetch, X.Mem.2.5.5;τοῦ ἤδη εὑρίσκοντος ἀπεδίδοτο Aeschin.1.96
, cf. SIG966.37 (Attica, iv B.C.), 581.99 (Rhodes-Hierapytna, ii B.C.); ἐκτιθέτωσαν τὸ εὑρίσκον ἐφ' ἡμέρας δέκα the highest or winning bid, PRev.Laws48.16 (iii B.C.), cf. UPZ 112vi9 (iii B.C.); προσέβαλον αὐτῷ τοῦ εὑρίσκοντος ἀνὰ [x] ἱερεῖα [x] I have placed at his disposal [x] pigs at the current price of [x], PCair.Zen.161.5 (iii B.C.), cf. UPZ114(1).24 (ii B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εὑρίσκω
См. также в других словарях:
πολλόν — πολύς many masc acc sg (ionic) πολύς many neut nom/voc/acc sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολύς — πολλή, πολύ, ΝΜΑ, και επικ. τ. πουλύς, πουλύ και ιων. τ. πολλός, ή, όν, Α 1. (για αριθμό και συχνά με ονόματα τα οποία δηλώνουν την έννοια τού πλήθους) αυτός που υπάρχει ή γίνεται σε μεγάλη ποσότητα (α. «συγκεντρώθηκε πολύς λαός για να τόν… … Dictionary of Greek
Будины (народ в Скифии) — собственно вудины один из перечисляемых Геродотом народов, населявших Скифию. Не совсем ясное известие Геродота об этом народе: εθνος έόν μέγα καί πολλόν γλαυκόν τε παν ίσχυρως έςτι καί πυρρόν народ многолюдный, со светло голубыми глазами и с… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Будины (народ в Скифии) — собственно вудины один из перечисляемых Геродотом народов, населявших Скифию. Не совсем ясное известие Геродота об этом народе: εθνος έόν μέγα καί πολλόν γλαυκόν τε παν ίσχυρως έςτι καί πυρρόν народ многолюдный, со светло голубыми глазами и с… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Okeanos — auf einem Mosaik der Basilika im Stadtzentrum Petras, spätes 5. Jahrhundert n. Chr. Okeanos (griechisch Ὠκεανός, latinisiert Oceanus) ist eine Gottheit der griechischen Mythologie … Deutsch Wikipedia
Ариант — (Аριάνταν) скифский царь, который упоминался Геродотом почти 25 веков назад в таком контексте: «В этой местности (у верховий Гипаниса Буга) стоит медный сосуд величиной, пожалуй, в шесть раз больше сосуда для смешения вина, который… … Википедия
Горец (растение) — У этого термина существуют и другие значения, см. Горец. ? Горец … Википедия
Гречишник — ? Горец Горец перечный (Polygonum hydropiper) Научная классификация Царство: Растения … Википедия
BUDINI — Scythiae Europaeae populi non procul a Borysthene. Plin. l. 4. c. 12. παρὰ τὸ δινέυειν ἐπάνω ἁμαξῶν ὑπὸ βοῶν ἐλαυνομένων. Ita Stephanus ex Parmenione Byzantio. Scythica haec plaustra Ovid. passim commemorat: Trist. l. 3. el. 10. v. 34. Ducunt… … Hofmann J. Lexicon universale
CYANEAE — insulae duae, sive potius scopuli ad os Thratii Bospori, prope pontum Euxinum, modicô spatiô inter se distantes. Una Europae, in Thracia, iuxta Punicum promontor. Altera Asiae, in littore Bithyniae, prope Ancyraeum promontor. Baudrand; Unde… … Hofmann J. Lexicon universale
GYZANTES — pop. Africae, qui et Zypantes dicuntur. Nomen videtur a mellificio factum: Talmudicis saltem gazin sunt apes, et in Gyzantum regione μέλι μὲν πολλὸν μέλιςς αι κατεργάζονται, πολλῷ δ᾿ἔτι πλέονλέγεται διμιουργους ἄνδρας ποιέειν, Ita Herod. de iis… … Hofmann J. Lexicon universale