Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τελειότατος

См. также в других словарях:

  • τελειότατος — τέλειος perfect masc nom superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πανεντελής — ές, Α εντελώς τέλειος, τελειότατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ἐντελής «τέλειος»] …   Dictionary of Greek

  • πετεινός — Κοινή ονομασία διάφορων ορνιθόμορφων της οικογένειας των Φασιανιδών. Οποιαδήποτε κι αν είναι η φυλή του, είτε είναι άγριος ή κατοικίδιος, κάθε π. έχει στο κεφάλι του ένα σαρκώδες λειρί, διάφορων σχημάτων, που συνοδεύεται μερικές φορές από ένα… …   Dictionary of Greek

  • υπερτέλειος — α, ο ο απόλυτα τέλειος, ο τελειότατος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»