Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

interruption

  • 1 υποκρούσει

    ὑπόκρουσις
    interruption: fem nom /voc /acc dual (attic epic)
    ὑποκρούσεϊ, ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (epic)
    ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (attic ionic)
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj act 3rd sg (epic)
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind mid 2nd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind act 3rd sg

    Morphologia Graeca > υποκρούσει

  • 2 ὑποκρούσει

    ὑπόκρουσις
    interruption: fem nom /voc /acc dual (attic epic)
    ὑποκρούσεϊ, ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (epic)
    ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (attic ionic)
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj act 3rd sg (epic)
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind mid 2nd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind act 3rd sg

    Morphologia Graeca > ὑποκρούσει

  • 3 αμειξίας

    ἀμειξίᾱς, ἀμειξία
    interruption of communications: fem acc pl
    ἀμειξίᾱς, ἀμειξία
    interruption of communications: fem gen sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίᾱς, ἀμιξία
    a being: fem acc pl
    ἀμειξίᾱς, ἀμιξία
    a being: fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > αμειξίας

  • 4 ἀμειξίας

    ἀμειξίᾱς, ἀμειξία
    interruption of communications: fem acc pl
    ἀμειξίᾱς, ἀμειξία
    interruption of communications: fem gen sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίᾱς, ἀμιξία
    a being: fem acc pl
    ἀμειξίᾱς, ἀμιξία
    a being: fem gen sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀμειξίας

  • 5 διηνεκής

    διηνεκής, ές (s. next entry; Hom. et al.; ins, pap, Philo; Jos., Ant. 16, 149) pert. to being continuous, without interruption, always of time εἰς τὸ δ. for all time, without interruption (Appian, Bell. Civ. 1, 4, §15; IG XII/1, 786, 16; pap, e.g. PRyl 427, Fgm. 24; in a decree [II A.D.] calling for a national celebration in honor of Emperor Pertinax ὑπέρ τε τοῦ διηνεκοῦς ἀυτοκρατοῦς ‘for an unbroken reign’ Mitt-Wilck. I/2, 490, 22=BGU 646, 22; Ps 47:15 Sym.) μένει ἱερεὺς εἰς τὸ διηνεκές remains a priest for all time (i.e. Melchizedek’s priesthood goes on without lapse) Hb 7:3; an offering good for all time vs. 12; pers. made perfect for all time vs. 14. constantly (Hippocr., Ep. 17, 44; IX p. 372) 10:1 (TestJob 33:7).—DELG. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > διηνεκής

  • 6 αμειξία

    ἀμειξίᾱͅ, ἀμειξία
    interruption of communications: fem dat sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίαι, ἀμιξία
    a being: fem nom /voc pl
    ἀμειξίᾱͅ, ἀμιξία
    a being: fem dat sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > αμειξία

  • 7 ἀμειξίᾳ

    ἀμειξίᾱͅ, ἀμειξία
    interruption of communications: fem dat sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίαι, ἀμιξία
    a being: fem nom /voc pl
    ἀμειξίᾱͅ, ἀμιξία
    a being: fem dat sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀμειξίᾳ

  • 8 αμειξίαν

    ἀμειξίᾱν, ἀμειξία
    interruption of communications: fem acc sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίᾱν, ἀμιξία
    a being: fem acc sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > αμειξίαν

  • 9 ἀμειξίαν

    ἀμειξίᾱν, ἀμειξία
    interruption of communications: fem acc sg (attic doric aeolic)
    ἀμειξίᾱν, ἀμιξία
    a being: fem acc sg (attic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > ἀμειξίαν

  • 10 υποβλήδην

    ὑποβλήδην
    by way of interruption: indeclform (adverb)

    Morphologia Graeca > υποβλήδην

  • 11 ὑποβλήδην

    ὑποβλήδην
    by way of interruption: indeclform (adverb)

    Morphologia Graeca > ὑποβλήδην

  • 12 υποκρούσεσι

    ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat pl

    Morphologia Graeca > υποκρούσεσι

  • 13 ὑποκρούσεσι

    ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat pl

    Morphologia Graeca > ὑποκρούσεσι

  • 14 υποκρούση

    ὑποκρούσηι, ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (epic)
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj mid 2nd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj act 3rd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind mid 2nd sg

    Morphologia Graeca > υποκρούση

  • 15 ὑποκρούσῃ

    ὑποκρούσηι, ὑπόκρουσις
    interruption: fem dat sg (epic)
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj mid 2nd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: aor subj act 3rd sg
    ὑποκρούω
    strike gently: fut ind mid 2nd sg

    Morphologia Graeca > ὑποκρούσῃ

  • 16 ἐν

    ἐν (in crasis
    1

    κἀν I. 4.25

    , I. 6.59 coni., but

    καὶ ἐν P. 9.40

    : repeated 13 times O. 2.43, O. 6.55, I. 5.30 etc.: follows noun governed 7 times O. 13.44, P. 9.69, Παρθ. 2. 7, etc.: governs only the second of two nouns P. 4.130, O. 7.12:

    ἐνί P. 6.18

    , Θρ. 7. 3, fr. 163: joined with

    ἐπὶ N. 5.2

    ,

    παρά N. 9.34

    ) A prep. c. dat.
    1 of time.
    a of point of time, in, at, on δεῖ σάμερον

    ἐλθεῖν ἐν ὥρᾳ O. 6.28

    κυρίῳ δ' ἐν μηνὶ πέμποισ ἀμφιπόλους O. 6.32

    νῦν ἐν καὶ τελευτᾷ O. 7.26

    [ κἀν (Mosch.: ἐν καὶ codd. vulgo: καὶ cod. unus) P. 1.35] ἀλλ' ἐν ἕκτᾳ (sc. ἁμέρᾳ) P. 4.132

    τὰν πολυξέναν ἐν ἱερομηνίᾳ Νεμεάδι ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    νιν ἐρειδόμενον ναυαγίαις ἐξ ἀμετρήτας ἁλὸς ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.37

    τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ ἀνατελλομένα συνεχὲς παννυχίζει I. 4.65

    ἐν διχομηνίδεσσιν δὲ ἑσπέραις ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίαςI. 8.44

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ Pae. 6.5

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντεὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ Pae. 6.61

    τῷδ' ἐν ἄματι τερπνῷ Pae. 15.1

    Ψμέναιον, ὃν ἐν γάμοισι χροιζόμενον [Μοῖρα] σύμπρωτον λάβεν (Welcker: ἐργάμοισι cod.) Θρ. 3.. ἦν διακρῖναι ἰδόντ' λτ;οὐγτ; πολλὸς ἐν καιρῷ χρόνος” fr. 168. 6.
    b during, within, in the course of

    ἐν ἁμέρᾳ O. 1.6

    ἐν παντὶ χρόνῳ O. 6.36

    ἐν χειμερίᾳ νυκτὶ O. 6.100

    ἐν δὲ μιᾷ μοίρᾳ χρόνου O. 7.94

    ἐν μικρῷ χρόνῳ O. 12.12

    ἐν ὄρφναῖσι P. 1.23

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ P. 3.96

    ἐν δαιτὸς δὲ μοίρᾳ P. 4.127

    ἀθρόαις πέντε νύκτεσσιν ἔν θ' ἁμέραις P. 4.130

    [ ἐνχρόνῳ (Chaeris: ἄν codd.) P.4. 258]

    ἐν δὲ χρόνῳ P. 4.291

    , P. 8.15

    ἐν δ' ὀλίγῳ βροτῶν τὸ τερπνὸν αὔξεται P. 8.92

    τέκε ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα διδύμων κρατησίμαχον σθένος υἱῶν P. 9.85

    ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις P. 10.18

    ἐν περισθενεῖ μαλαχθεὶς παγκρατίου στόλῳ N. 3.16

    ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται N. 3.70

    ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν N. 4.94

    ἀλλὰ γὰρ ἀνάπαυσις ἐν παντὶ γλυκεῖα ἔργῳ N. 7.52

    ἦ τιν' ἄγλωσσον μὲν ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει (Hermann e Σ: κατέχει τε, κατέχειν codd.) N. 8.25 ἐν πολυφθόροις ἁμέραις (Boeckh: πολυφθόροις ἐν codd.) N. 8.31 χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς N.8.49. codd.) ἐν πολέμῳ N. 9.36. ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N.9.42. ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων

    μιν ὀμφαὶ κώμασαν N. 10.34

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ N. 10.59

    παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνεινN. 10.78

    ἐν δὲ χειμῶνι πλέων I. 2.42

    ἀλλ' ἁμέρᾳ γὰρ ἐν μιᾷ I. 4.16

    ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ I. 4.36

    τόλμᾳ γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.47

    καὶ νῦν ἐν Ἄρει μαρτυρήσαι κεν πόλις Αἴαντος ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ (bis) I. 5.48—9. “Αἴαντα, λαῶν ἐν πόνοις ἔκπαγλον ἘνυαλίουI. 6.54 ἐν χρόνῳ δ' ἔγεντ Ἀπόλλων fr. 33b = fr. 147 Schr.

    ἄστρον ὑπέρτατον ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον Pae. 9.3

    ]βαρβιτίξαι θυμὸν ἀμβλὺν ὄντα καὶ φωνὰν ἐν οἴνῳ[ fr. 124d. ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πακτίδος fr. 125. 2. μηδ' ἀμαύρου τέρψιν ἐν βίῳ fr. 126. 1. ἀτὰρ εὑδόντεσσιν ἐν πολλοῖς ὀνείροις δείκνυσι τερπνῶν ἐφέρποισαν χαλεπῶν τε κρίσιν fr. 131b. 3. πενταετηρὶς ἑορτὰ ἐν ᾆ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193.
    c in the space of

    πολλῶν πείρατα συντανύσαις ἐν βραχεῖ P. 1.82

    βάματι δ' ἐν πρώτῳ κιχὼν παῖδ P. 3.43

    τὸν Ἀργείων τρόπον εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις (Heyne: που κἐν, πα κ' ἐν codd.) I. 6.59
    2 of place.
    a ἐν Πέλοπος ἀποικίᾳ. O. 1.24

    ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος O. 3.23

    ἐν Πίσᾳ O. 6.5

    ἐν Ὀλυμπίᾳ O. 6.26

    ἐν Ὀλυμπιάδι O. 10.16

    ἐν Πίσᾳ O. 10.43

    ἐν Ὀλυμπίοισί τε καὶ βαθυκόλπου Γᾶς ἀέθλοις ἔν τε καὶ πᾶσιν ἐπιχωρίοις P. 9.101

    ἐν δὲ Πυθῶνι O. 2.39

    ἐν Δελφοῖσιν O. 13.43

    Πυθιάδος δ' ἐν δρόμῳ P. 1.32

    ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27

    ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ P. 6.8

    Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς P. 6.18

    Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63

    ἐν Πυθιάδι P. 8.84

    ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71

    ἀγῶνί τε Κίρρας, ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν P. 11.13

    ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν P. 11.15

    Καφισίδος ἐν τεμένει P. 12.27

    ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν N. 2.9

    ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι N. 6.34

    ἐν Πυθίοισι δὲ δαπέδοις κεῖται N. 7.34

    ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23

    ἐν Κρίσᾳ I. 2.18

    χόρτοις ἐν λέοντος O. 13.44

    Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5

    ἐν Νεμέᾳ N. 2.23

    ἐν βαθυπεδίῳ Νεμέᾳ N. 3.18

    κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ I. 3.12

    ἐν Νεμέᾳ I. 6.3

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτἐν ΝεμέᾳI. 6.48

    κλεινᾷ τἐν Ἰσθμῷ O. 7.81

    ἐν Κορίνθου πύλαις O. 9.86

    ἐν Ἰσθμιάδεσσιν O. 13.33

    ἐν δἀμφιάλοισι Ποτειδᾶνος τεθμοῖσιν O. 13.40

    ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς N. 2.21

    Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87

    ἐν ἀμφικτιόνων ταυροφόνῳ τριετηρίδι N. 6.39

    τρὶς μὲν' ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών N. 10.27

    Κορίνθου τἐν μυχοῖς N. 10.42

    ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ I. 3.11

    ἐν Ἰσθμῷ διπλόα θάλλοισἀρετά I. 5.17

    cf. ( Κόρινθον)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἐν ἄστει Πειράνας O. 13.61

    ἐν Θήβαισι O. 6.16

    τά τἐν Ἀρκαδίᾳ ἔργα καὶ Θήβαις O. 7.84

    ἐν Θήβαις O. 13.107

    ἐν ἑπταπύλοις Θήβαις P. 3.90

    , P. 8.39 ἐν Κάδμου πύλαιςP. 8.47

    Θήβαις τ' ἐν ἑπταπύλοις N. 4.19

    ἐν Θήβαις N. 10.8

    ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει I. 5.30

    —3.

    ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις I. 8.16

    ἐ]ν ἑπταπύλοισι —[ (sc. Θήβαις) fr. 169. 47.

    κρανααῖς ἐν Ἀθάναις O. 7.82

    ἐν Ἀθάναις O. 9.88

    κρανααῖς ἐν Ἀθάναισι O. 13.38

    , N. 8.11

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις (Boeckh: κεἰν, κἠν codd.) I. 4.25 ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις οἰχνεῖτε fr. 75. 4.

    ἐν Σικελίᾳ O. 1.12

    ἐν Ἄργει O. 7.83

    ἐν Μεγάροισιν O. 7.86

    ἐν Μαραθῶνι O. 9.89

    ἐν Σπάρτᾳ P. 1.77

    ἐν Φθίᾳ P. 3.101

    ἐν δὲ ΝάξῳP. 4.88

    Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ P. 5.70

    ἐν Μεγάροις (ἐν secl. byz.) P. 8.78

    ἐν Ἄργει P. 9.112

    τῶν δἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    κλυταῖς ἐν Ἀμύκλαις P. 11.32

    ἄειδ' ἐν Παλίῳ (Pauw: ἀείδει Παλίῳ codd.) N. 5.22

    ἐν Τροίᾳ N. 2.14

    ποντίᾳ ἔν ποτε Κύπρῳ N. 8.18

    ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ I. 1.8

    ἐν Φυλάκᾳ I. 1.59

    ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.34

    ἐν Ἐπιδαύρῳ I. 8.68

    ]ν ἐν Ἄργει μεγάλῳ[ Δ. 1.. ἐν Ἀρίμοις ποτέ fr. 93. ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ ] ἔν τε Πίσᾳ Παρθ. 2.. ἐν δ' ἄρα καὶ Τενέδῳ fr. 123. 13.

    Μαιναλίαισιν ἐν δειραῖς O. 9.59

    ἐν Παλίου σφυροῖς P. 2.45

    Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοιςP. 4.16 Τριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμναςP. 4.20

    Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.80

    ἐν μυχοῖσι Πιερίδων P. 6.49

    μυχῷ τ' ἐν Μαραθῶνος P. 8.79

    Πίνδου κλεεναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15

    Αἰγίνᾳ τε γὰρ Νίσου τἐν λόφῳ P. 9.91

    τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος P. 9.98

    ἐν πεδίῳ Φλέγρας N. 1.67

    Νίσου τ' ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.46

    ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56

    ζαθεᾶς Πάρου ἐν γυάλοις fr. 140a. 63 (37). ἐν Κόλχων δόμοις fr. 172. 7.

    ἐν δρόμοισι O. 1.21

    ἐν δρόμοις O. 1.94

    ἐν ἀέθλοις ἐν μάχαις τε O. 2.43

    —4.

    Αἶαν, τεόν τἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112

    ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15

    νικαφόροις ἐν ἀέθλοις καὶ θοαῖς ἐν μάχαις P. 8.26

    ἔν τ' ἀέθλοισιν ἀριστεύων N. 11.14

    ἔν τ' ἀέθλοισι I. 1.18

    ἔν τε γυμνοῖσι σταδίοις ἔν τ' ἀσπιδοδούποισιν ὁπλίταις δρόμοις I. 1.23

    ὠκυδινάτοις ἐν ἁμίλλαισι I. 5.6

    ἔν τ' ἀγωνίοις ἀέθλοισι I. 5.7

    ]ἐν δαιτί τε πα[ Πα. 13a. 21.

    ἐν οἴκῳ O. 6.48

    μεγαλοκευθέεσσιν ἔν ποτε θαλάμοις P. 2.33

    ἐν θαλάμῳ P. 3.11

    τείχει ἐν ξυλίνῳ P. 3.38

    ἐν λέχεσινP. 4.51 πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματιP. 4.53 ἄλλοις ἐν τείχεσιν” P.4.268. “ ἐν δώμασιP. 4.113

    θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.69

    ἐν μεγάρῳ N. 1.31

    Φιλύρας ἐν δόμοις N. 3.43

    ἐν λέκτροις Ἀκάστου N. 5.30

    Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις I. 7.6

    ἐν μεγάροις Δ. 2.. ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.58

    ἐν Οὐλύμπῳ O. 13.92

    ἐν οὐρανῷ O. 14.10

    ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ P. 1.15

    χρυσέαις ἐν ἕδραις P. 3.94

    δώμασιν ἐν χρυσέοιςP. 9.56

    ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71

    οὐρανοῦ ἐν χρυσέοις δόμοισινN. 10.88 ἐν Ὀλύμπῳ fr. 33c. 5.

    ἐν καὶ θαλάσσᾳ O. 2.28

    ἐν πελάγει O. 7.56

    ἁλμυροῖς δ' ἐν βένθεσιν O. 7.57

    ἐν πόντῳ ἐν χέρσῳ τε O. 12.3

    —4. “ ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖςP. 9.47

    ἐν χέρσῳ N. 1.62

    ἐν πελάγει N. 3.23

    ἐν δΕὐξείνῳ πελάγει N. 4.49

    ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ N. 9.43

    ἐν πόντῳ I. 5.5

    ἐν πεδίῳ I. 8.54

    ἐν πόντῳ I. 9.7

    πελάγει δ' ἐν πολυχρύσοιο πλούτου fr. 124. 6. ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει fr. 140b. 16. ἐν πόντῳ P. Oxy. 2622. 13 ad ?fr. 346.

    ἐν ναυσὶ κοίλαις O. 6.10

    ἐν Μοισᾶν δίφρῳ O. 9.81

    ἐν ναυσὶν P. 3.68

    ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ' ἀκάτῳ N. 5.2

    ἐν ναυσὶν I. 6.30

    κελεύθῳ τἐν καθαρᾷ O. 6.23

    ἀλλἔν κέκρυπτο γὰρ σχοίνῳ βατιᾷ τἐν ἀπειρίτῳ (v. κρύπτω) O. 6.55

    πτολιπόρθοις ἐν μάχαις O. 8.35

    οὐλίῳ ἐν Ἄρει O. 9.76

    ταύτᾳ δἐν πρωτογόνῳ τελετᾷ O. 10.51

    ἐν ἅπαντι κράτει O. 10.82

    ἐν ἀλκᾷ O. 13.55

    οἵαις ἐν πολέμοισι μάχαις P. 1.47

    Ἰξίονα ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22

    χρυσὸς ἐν χερσὶν φανεὶς P. 3.55

    ἐν ὄρει P. 3.90

    ἐν πολέμῳ P. 3.101

    ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ P. 4.8

    ἐν ἀγορᾷ P. 4.85

    ἐν πρύμνᾳ P. 4.194

    ἐν μέσσοις P. 4.224

    ἐν ἀλλοδαπαῖς ἀρούραις P. 4.254

    πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25

    παρὰ πεζοβόαις ἵπποις τε ναῶν τ' ἐν μάχαις N. 9.34 δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους i. e. inside N. 10.61

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις N. 11.8

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    πατρωίαις ἐν ἀρούραις Pae. 6.106

    λτ;ἐνγτ; [τεμέ]νει φίλῳ (supp. Zenodot)

    Πα.. 12. χρηστήριον[ ] ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκεν Pae. 9.41

    ἐρατειναῖς ἐν εὐναῖς (add. Boeckh: ἐν om. codd.) fr. 122. 7. φοινικορόδοις δ' ἐνὶ λειμώνεσσι (coni. Boeckh: ἐν cod.) Θρ.. 3. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες fr. 210.
    b at, before met.,

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.43
    3 in, contained in, surrounded by
    a of clothing, simm.

    χαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22

    ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων O. 6.8

    σπαργάνοις ἐν πορφυρέοιςP. 4.114

    Ὀλυμπιονίκα δὶς ἐν πολεμαδόκοις Ἄρεος ὅπλοις P. 10.13

    ἐπεὶ ἐν χαλκέοις ὅπλοις Τηλεβόας ἔναρεν N. 10.14

    τὸν μὲν ἐν ῥίνῳ λέοντος στάντα I. 6.37

    cf. ὑφ' ἅρμασιν ἵππος, ἐν δ ἀρότρῳ βοῦς ( harnessed to) fr. 234. 2.
    b contained in

    μονόψαφον ἐν κολεῷ κατασχοῖσα ξίφος N. 10.6

    καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν ἐν ἀγγέων ἕρκεσιν παμποικίλοις N. 10.36

    c of light and darkness.

    ἐν ὄρφνᾳ O. 1.71

    O. 13.70

    ἐν σκότῳ O. 1.83

    ἐν καθαρῷ O. 10.45

    φάει δὲ ἐν καθαρῷ P. 6.14

    σφόδρα δόξομεν δαίων ὑπέρτεροι ἐν φάει καταβαίνειν N. 4.38

    νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει, κρυφᾷ δὲ (Heyne: φασι codd.) fr. 203. 2. met.,

    ὅστις ἐν ταύτᾳ νεφέλᾳ χάλαζαν αἵματος πρὸ φίλας πάτρας ἀμύνεται I. 7.27

    d met.,

    εἶδον γὰρ ἑκὰς ἐὼν τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον βαρυλόγοις ἔχθεσιν πιαινόμενον P. 2.54

    ἔστι δ' ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκρον N.1.10.

    τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχε θέμεν μεγάλᾳ P. 4.75

    4 of feelings, thoughts.

    ἐν θυμῷ πιέσαις χόλον ὀξείᾳ μελέτᾳ O. 6.37

    ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος O. 10.63

    εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων P. 1.89

    αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν P. 4.219

    ὄφρα ἐν φρασὶ πάξαιθ, ὅπως σφίσι μὴ κοίρανος μόλοι N. 3.62

    a

    ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις O. 2.25

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ O. 4.26

    τερπνὸν δ' ἐν ἀνθρώποις ἴσον ἔσσεται οὐδέν O. 8.53

    τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20

    οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43

    τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65

    ἐν ἀγαθοῖς P. 2.81

    ἐν ἀνθρώποισι P. 3.21

    σμικρὸς ἐν σμικροῖς, μέγας ἐν μεγάλοις ἔσσομαι P. 3.107

    τρίταισιν δ' ἐν γοναῖςP. 4.143

    κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος, ἐν δὲ βουλαῖς πρέσβυς P. 4.281

    —2.

    ἔν τε σοφοῖς πολίταις P. 4.295

    ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    θάρσος τε τανύπτερος ἐν ὄρνιξιν αἰετὸς ἔπλετο P. 5.112

    ἔν τε Μοίσαισι ποτανὸς ἀπὸ ματρὸς φίλας P. 5.114

    καὶ ἔν τε θεοῖς τοῦτο κἀνθρώποις ὁμῶς αἰδέοντP. 9.40 βαιὰ δ' ἐν μακροῖσι ποικίλλειν ἀκοὰ σοφοῖς P.9. 77.

    εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι P. 9.119

    θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις P. 10.58

    πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37

    εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου οὐ φαίνεται P. 12.28

    ἐγὼ δ' Ἡρακλέος ἀντέχομαι προφρόνως ἐν κορυφαῖς ἀρετᾶν μεγάλαις N. 1.34

    παλαιαῖσι δ' ἐν ἀρεταῖς γέγαθε Πηλεὺς ἄναξ, ὑπέραλλον αἰχμὰν ταμών N. 3.32

    ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72

    —3.

    ἔστι δαἰετὸς ὠκὺς ἐν ποτανοῖς N. 3.80

    ἐν δὲ μέσαις (sc. Μοίσαις)

    φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων N. 5.23

    ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν N. 7.65

    ἀρετὰ ἐν σοφοῖς

    ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε N. 8.41

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    Τυνδαρίδας δ' ἐν Ἀχαιοῖς ὑψίπεδον Θεράπνας οἰκέων ἕδος I. 1.31

    γαρύσομαι τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν ἀγακλέα τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    ἄμμι δ' ἔοικε καὶ σέθεν, Ἀμφιτρύων, παῖδας προσειπεῖν, τὸν Μινύα τε μυχὸν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν, ἐν γναμπτοῖς δρόμοις ( when we talk of Farnell) I. 1.57

    Ἀοσφόρος θαητὸς ὣς ἄστροις ἐν ἄλλοις I. 4.24

    αἰνέω καὶ Πυθέαν ἐν γυιοδάμαις Φυλακίδᾳ πλαγᾶν δρόμον εὐθυπορῆσαι I. 5.59

    φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72

    εἶπε δεὔβουλος ἐν μέσοισι Θέμις I. 8.31

    Ἄρτεμις ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις φῦλον λεόντων α[ Δ. 2. 2. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις ἀλᾶται fr. 105b. 1.

    νέφεσσι δ' ἐν χρυσέοις Ὀλύμποιο καὶ κορυφαῖσιν ἵζων Pae. 6.92

    b between

    οἷον Αἴτνας ἐν μελαμφύλλοις δέδεται κορυφαῖς καὶ πέδῳ P. 1.27

    καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι P. 4.223

    ἐπεὶ τετραόροισιν ὥθ' ἁρμάτων ζυγοῖς ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94

    a

    ἐν δίκᾳ τε καὶ παρὰ δίκαν O. 2.16

    βουλαῖς ἐν ὀρθαῖσι Ῥαδαμάνθυος O. 2.75

    ἐν δίκᾳ ( ἐνδίκας coni. Snell) O. 6.12

    τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι O. 7.69

    πόλιν Ψλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε P. 1.62

    θέλοντι δὲ αἰεὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ Δωριεῖς P. 1.64

    οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43

    σὲ δ' ἐν τούτῳ λόγῳ χρησμὸς ὤρθωσεν P. 4.59

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    σὲ δ' ἐρχόμενον ἐν δίκᾳ P. 5.14

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὗ μὴ κρυπτέτω i. e. in the common good P. 9.93

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ P. 11.51

    αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον N. 5.14

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15

    τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών, τρὶς δὲ καὶ σεμνοῖς δαπέδοις ἐν Ἀδραστείῳ νόμῳ (cf. P. 2.43) N. 10.28

    ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ I. 2.38

    ἐν ξυνῷ κεν εἴη συμπόταισίν τε γλυκερὸν κέντρον fr. 124. 2. cf. ἐγὼ δὲ ἴδιος ἐν κοινῷ σταλεὶς (in a public position) O. 13.49
    b in of musical terms. Λύδῳ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ' ἀείδων ἔμολον (ἐν ante τρόπῳ del. Schr. metri causa) O. 14.17—8.

    ἐν Αἰολίδεσσι χορδαῖς P. 2.69

    πόμ' ἀοίδιμον Αἰολίσσιν ἐν πνοαῖσιν αὐλῶν ( ἐμπνοαῖσιν coni. Turyn) N. 3.79 esp. to the accompaniment of, amidst

    ἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς O. 5.19

    κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς O. 6.7

    ἄλλοτε δ' ἄλλον ἐποπτεύει Χάρις ζωθάλμιος ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12

    τὸν ( Ἀρκεσίλαν)

    ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104

    κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς μυρίον χρόνον I. 5.27

    ἔν δ' ἐρατεινῷ μέλιτι καὶ τοιαίδε τιμαὶ καλλίνικον χάρμ ἀγαπάζοντι I. 5.54

    ]

    ἀοιδαῖς ἐν εὐπλε[κεσσι Pae. 3.12

    λτ;ἐν ἀοιδᾷ> supp. Snell e Σ pap. Pae. 14.20
    7 instrumental in, with, by means of

    τετραορίας ἐλελίχθονος, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ κρατέων P. 2.5

    καπνωθεῖσαν πάτραν ἐπεὶ ἴδον ἐν Ἄρει P. 5.85

    τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (ἐν om. codd.: supp. Tricl.) P. 11.46

    ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν πορφυρέοις ἔρνεσιν N. 11.28

    κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    esp. with

    χείρ. οὐ χθόνα ταράσσοντες ἐν χερὸς ἀκμᾷ O. 2.63

    ἀγαναῖσιν ἐν χερσὶ ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους P. 2.8

    ἐν χερὶ δ' Ἀμφιτρύων κολεοῦ γυμνὸν τινάσσων φάσγανον N. 1.52

    ἐν λόγοις δ' ἀστῶν ἀγαθοῖσιν ἐπαινεῖσθαι χρεών N. 11.17

    χερσίν τ' ἐν μαλακαῖσιν ὅρπακ ἀγλαὸν δάφνας ὀχέοισα Παρθ. 2. 7.
    8 upon, into following verbs of movement.

    ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον ἔχθιστον O. 8.68

    ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι πολυάνθεμοι ἀρχαῖα σοφίσμαθ O. 13.16

    ὠπυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    ἐν δ' ἀφύκτοισι γυιοπέδαις πεσὼν P. 2.41

    καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν (om. codd.: supp. Mosch.) P. 3.64 ἐν τᾷδ' ἄφθιτον νάσῳ κέχυται Λιβύας σπέρμα” (cf. I. 1.4) P. 4.42

    ἐν ἀλύτῳ ζεύξαισα κύκλῳ μαινάδ' ὄρνιν P. 4.215

    τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ P. 8.12

    νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισιP. 9.63 ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος ( πρὸς coni. Boeckh) P. 9.114

    Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42

    [ πέσε δ' ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντι (coni. Fennel, Lobel: δοκέοντα codd.) N. 7.31]

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν N. 8.28

    ἤλασε Λυγκέος ἐν πλευραῖσι χαλκόν N. 10.70

    χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26

    ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν (sc. φάμα παλαιά) I. 4.23

    μήτ' ἐν ὀρφανίᾳ πέσωμεν στεφάνων I. 8.6

    ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99

    τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς fr. 109. 1. ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς fr. 163. φά[τναις] ἐν λιθίναις βαλ[ fr. 169. 21, cf. N. 3.62
    9 in respect of [ ἐν ἄλλοισι δ' ἄλλοι μεγάλοι (ἐν om. codd., add. V: ἐπ byz.) O. 1.113]

    ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47

    ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ

    ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.51

    , cf. I. 1.57 γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἁρμένοισι πᾶσι θυμὸν αὔξων (om. codd.: supp. Er. Schmid) N. 3.58

    μή μοι κραναὰ νεμεσάσαι Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα, οὐ σθένος fr. 38.

    ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.15

    10 = σύν, with the aid of ἐν τίν κ' ἐθέλοι, Γίγαντας ὁς ἐδάμασας, εὐτυχῶς ναίειν (σὺν σοί. Σ.) N. 7.90
    11 in the hands of, in the power of

    ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104

    ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαι κεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.71

    πὰν δὲ τέλος ἐν τὶν ἔργων N. 10.30

    12 dub. ex. οἷά τε χερσὶν ἀκοντίζοντες αἰχμαῖς, καὶ λιθίνοις ὁπότ' ἐν δίσκοις ἵεν (ἐν add. metr. causa Hermann, edd. vulgo: ὁπότε codd.: ὁπόταν Trypho ap. Eustath.: ποτ' ἀνὰ Ammonius: v. ἐνίμηι) I. 1.25 [ νῦν αὖτ' ἐν Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ (codd.: ἐν del. Hermann) I. 6.5]
    13 frag. ] εν ὀρθῷ δρόμῳ fr. 1a. 5.] ἐν χρ[ Πα. 13a. 25. ]ἐν κλ[ Πα. 13e. 4. ] ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e.
    a there

    ἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.5

    ἐν δὲ Μοῖσ' ἁδύπνοος ἐν δ Ἄρης ἀνθεῖ O. 13.22

    b too, besides

    Μοῖσά τοι κολλᾷ χρυσόν, ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ' ἁμᾶ N. 7.78

    ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἇμαρ (contra Radt, “Präposition in tmesi mit τύχεν”) Πα. 2.. σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ῥόμβοι τυπάνων, ἐν δὲ κέχλαδεν ἐν δὲ ἐν δ' Δ. 2. 10—5. C ἐν prep. c. acc. v. ἐς B.
    ------------------------------------

    Lexicon to Pindar > ἐν

  • 17 δέ

    δέ,
    A but: adversative and copulative Particle,
    I answering to μέν (q. v.),

    τὴν νῦν μὲν Βοιωτίαν, πρότερον δὲ Καδμηίδα γῆν καλουμένην Th.1.12

    , etc.
    1 adversative, expressing dist. opposition, αἰεί τοι τὰ κάκ' ἐστὶ φίλα.. μαντεύεσθαι, ἐσθλὸν δ' οὔτε τί πω εἶπας ll.1.108;

    ὀρθῶς ἔλεξας, οὐ φίλως δέ μοι λέγεις E.Or. 100

    , cf. S.Ant.85, etc.;

    τέθνηκεν ἀνδρὸς οὐδενός, θεοῦ δ' ὕπο Id.Ph. 334

    ; so in Prose,

    οὐκ ἐπὶ κακῷ, ἐλευθερώσει δέ.. Th.4.86

    ;

    οἱ αἰχμάλωτοι.. ᾤχοντο εἰς Δεκέλειαν, οἱ δ' εἰς Μέγαρα X.HG1.2.14

    , cf. Cyr.4.5.46;

    ἡ δ' ἑτέρα IG2.652A45

    .
    2 copulative,
    a in explanatory clauses, ξυνέβησαν.. τὰ μακρὰ τείχη ἑλεῖν ([etym.] ἦν δὲ σταδίων μάλιστα ὀκτώ) Th.4.66, cf. Il.7.48: when a Subst. is folld. by words in apposition,

    Ἀρισταγόρῃ τῷ Μιλησίῳ, δούλῳ δὲ ἡμετέρῳ Hdt.7.8

    .

    β'; μήτηρ βασιλέως βασίλεια δ' ἐμή A.Pers. 152

    ; so in answers, διπλᾶ λέγειν. —Answ.

    διπλᾶδ' ὁρᾶν Id.Th. 974

    .
    b in enumerations or transitions, Il.1.43-49, 345- 351, X.Cyr.1.2.1, etc.; with repetition of a word in different relations,

    ὣς Ἀχιλεὺς θάμβησεν.., θάμβησαν δὲ καὶ ἄλλοι Il.24.483

    ;

    σάκος εἷλε.., εἵλετο δ' ἔγχος 14.9

    sq.;

    Ζεύς ἐστιν αἰθήρ, Ζεὺς δὲ γῆ, Ζεὺς δ' οὐρανός A.Fr.70

    ;

    κινεῖκραδίαν, κινεῖδὲ χόλον E. Med.99

    ;

    ὄζει ἴων, ὄζει δὲ ῥόδων, ὄζει δ' ὑακίνθου Hermipp.82.8

    ; in rhetorical outbursts,

    οὐκ ἂν εὐθέως εἴποιεν· τὸν δὲ βάσκανον, τὸν δὲ ὄλεθρον, τοῦτον δὲ ὑβρίζειν,—ἀναπνεῖν δέ. D.21.209

    ; in a climax, πᾶν γύναιον καὶ παιδίον καὶ θηρίον δέ nay even beast, Pl.Tht. 171e, cf.X. HG5.2.37; in the combination

    καὶ δέ Il.23.80

    , al.,

    καὶ.. δέ A.Pr. 973

    , E.El. 1117, etc., each particle retains its force.
    c answering to τε (q. v.),

    ἃ τῶν τε ἀποβαινόντων ἕνεκα ἄξια κεκτῆσθαι, πολὺ δὲ μᾶλλον αὐτὰ αὑτῶν Pl.R. 367c

    .
    3 implying causal connexion, less direct than γάρ, Il.6.160, Od.1.433.
    4 in questions, with implied opposition,

    ἑόρακας δ', ἔφη, τὴν γυναῖκα; X.Cyr.5.1.4

    ;

    καὶ ὁ Σωκράτης, εἰπέ μοι, ἔφη, κύνας δὲ τρέφεις; Id.Mem.2.9.2

    , cf. 2.1.26, S. Ant. 1172: in Trag. (not in Com. or Oratt.), when the speaker turns from one person to another, the voc. stands first, then the pers. Pron. folld. by δέ, as

    Μενέλαε, σοὶ δὲ τάδε λέγω.. E.Or. 622

    , etc.; also in Hdt.,

    ὦ δέσποτα, ἐγὼ δὲ ταῦτα ἐποίησα 1.115

    .
    b τί δέ; what then? to mark a transition in dialogue; v. τίς.
    II in apodosi:
    1 after hypothetical clauses, εἰ δέ κε μὴ δώωσιν, ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι if they will not give it, then I.., Il.1.137, cf. Od.12.54;

    εἰ μηδὲ τοῦτο βούλει ἀποκρίνασθαι, σὺ δὲ τοὐντεῦθεν λέγε X.Cyr.5.5.21

    , cf. Pi.O.3.43 (v.l.), A.Ag. 1060, Hdt.5.1, etc.
    b after temporal or relative clauses, with ἐπεί, ἕως, etc., Il.24.255, Hdt.9.70, etc.;

    μέχρι.. εἶχον τὰ βέλη, οἱ δὲ ἀντεῖχον Th.3.98

    ; with demonstr. Pronouns or Advbs. answering to a preceding relative, οἵηπερ φύλλων γενεή,

    τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν Il.6.146

    , etc.;

    ἆθλα οἷς κεῖται ἀρετῆς μέγιστα, τοῖς δὲ καὶ ἄνδρες ἄριστοι πολιτεύουσιν Th.2.46

    ;

    τοὺς δ' ἔλαβε τυράννους.. τούτους δὲ.. ἐξεδίδου Hdt.5.37

    , cf. Isoc.4.98, Pl.La. 194d;

    οἷα μὲν ἕκαστα ἐμοὶ φαίνεται τοιαῦτα μὲν ἔστιν ἐμοί, οἷα δὲ σοί, τοιαῦτα δὲ αὖ σοί Id.Tht. 152a

    : sts. after a participle,

    οἰόμενοι.. τιμῆς τεύξεσθαι, ἀντὶ δὲ τούτων οὐδ' ὅμοιοι.. ἐσόμεθα X.An.6.6.16

    , cf. Isoc.15.71 (v.l.).
    2 to resume after an interruption or parenthesis,

    χρόνου δὲ ἐπιγινομένου καὶ κατεστραμμένων σχεδὸν πάντων..,—κατεστραμμένων δὲ τούτων.. Hdt.1.28

    ,29;

    νῦν δ' αὖ πάλιν ὑπό τε πλούτου διαθρυπτόμενος.. καὶ ὑπ' ἀνθρώπων.. ὑπὸ τοιούτων δέ.. X.Cyr.7.2.23

    ; with an anacoluthon,

    ἡ δὲ ψυχὴ ἄρα,—οἷ ἂν θεὸς θέλῃ.. τῇ ἐμῇ ψυχῇ ἰτέον, αὕτη δὲ δή.. Pl.Phd. 80d

    : for δ' οὖν, v. οὖν.
    3 to begin a story, ἦμος δ' ἠέλιος.. well, when the sun.., Od.4.400.
    4 to introduce a proof, τεκμήριον δέ, σημεῖον δέ, v. sub vocc.
    B POSITION of δέ. It usu. stands second: hence freq. between Art. and Subst. or Prep. and case; but also after Subst., or words forming a connected notion, hence it may stand third,

    γυναῖκα πιστὴν δ' ἐν δόμοις εὕροι A.Ag. 606

    , cf. Th. 411, Eu. 531, S.Ph. 959, etc.; fourth, Id.OT 485, E.Hel. 688, A.Pr. 323, 383, etc.; fifth, ib. 401codd.; even sixth, Epigen.7(codd. Poll.); so in Prose after a neg., οὐχ ὑπ' ἐραστοῦ δέ, to avoid confusion between οὐ δέ and οὐδέ, Pl.Phdr. 227c.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δέ

  • 18 διασπασμός

    A tearing in pieces, LXX Je.15.3, Phld.Piet.96.
    II interruption, interval, in pl., Plu.2.129b, etc.; παντελὴς δ. complete severance, Dam.Pr.74: metaph., distraction,

    τῆς ψυχῆς Phld.Ir.p.29

    W.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διασπασμός

  • 19 ἀμειξία

    A interruption of communications, PLond.2.301.20, PTeb.72.45 (ii B. C.); cf. ἀμιξία.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμειξία

  • 20 ἀντιλαμβάνω

    A receive instead of,

    χρυσοῦ δώματα πλήρη τᾶς ἥβας ἀ. E.HF 646

    (lyr.); mostly without a gen.,

    οὔτε κακοὺς εὖ δρῶν εὖ πάλιν ἀντιλάβοις

    receive in turn,

    Thgn.108

    ;

    κἂν.. ᾖ σώφρων.. σώφρον' ἀντιλήψεται E.Andr. 741

    ;

    ἡδονὴν δόντας.. κακίαν.. ἀ. Th.3.58

    ;

    ἔρανον Arist.Pol. 133o

    b40
    ; ἀ. ἄλλην [χώραν] seize in return, get instead, Th.1.143;

    ἀ. ἄλλους τινάς X.Cyr.5.3.12

    , cf. 8.7.16;

    χάριτα AP6.191

    ([place name] Longus).
    II mostly in [voice] Med., with [tense] pf. [voice] Pass.

    - είλημμαι Lys.28.15

    , Pl.Prm. 130e: c. gen., lay hold of,

    σαπροῦ πείσματος ἀντελάβου Thgn.1362

    ;

    ἄκρου τοῦ στύρακος ἀ. Pl.La. 184a

    , cf. Prt. 317d,al.; τῇ ἀριστερᾷ ἀ. τοῦ τρίβωνος ib. 335d; φιλίου χωρίου ἀ. gain or reach it, Th.7.77, cf. Ar.Th. 242: abs.,

    - όμενος Th.3.22

    . b. metaph.c.gen., lay hold of, τῆς σωτηρίας, τῆς ἐλευθερίας, τοῦ ἀσφαλοῦς, Id.2.61,62,3.22; lay claim to,

    τοῦ θρόνου Ar.Ra. 777

    , 787;

    τοῦ πατρικοῦ μέρους BGU648.10

    (ii A.D.).
    2 help, take part with, assist,

    οὐκ ἀντιλήψεσθ'; E.Tr. 464

    ; of persons, ἀ. Ἑλλήρων to take their part, D.S.11.13;

    ἀ. τῶν ἀσθενούντων Act.Ap.20.35

    , etc.: abs., Th.7.70:— also in [voice] Pass., ἀντειλημμένη having received help, BGU1105.21 (Aug.), al.
    3 take part or share in a thing, take in hand,

    τῶν πραγμάτων X.Cyr.2.3.6

    , D.1.20, etc.;

    τοῦ πολέμου Isoc.6.101

    ;

    τῆς θαλάττης Plb.1.39.14

    ;

    τῆς Ἀφροδίτης Alex.219.15

    ;

    τῆς παιδείας Pl.R. 534d

    ; ἀ. τοῦ λόγου seize on the conversation (to the interruption of the rest), ib. 336b: abs.,

    ἀρχόμενοι πάντες ὀξύτερον ἀ. Th.2.8

    , cf. 8.106.
    4 take hold of for the purpose of finding fault, reprehend, attack,

    ἡμῶν Pl.Sph. 239d

    , cf. R. 497d, etc.; τοῦδε ἀντιλαβώμεθα let us attack the question, Id.Tht. 169d; ἀ. ὡς ἀδύνατον.. to object that.., Id.Sph. 251b: abs., Id.Grg. 506a.
    5 take fast hold of, i.e. captivate,

    ὁ λόγος ἀντιλαμβάνεταί μου Id.Phd. 88d

    , cf. Prm. 130e, Luc.Nigr.19.
    6 of plants, take hold, Thphr.HP4.1.5; of scions, unite, CP1.6.4.
    7 grasp with the mind, perceive, apprehend, Pl.Ax. 370a; noted as an obsol, word for συνίημι by Luc.Sol.7:—so of the senses, ἀ. κατὰ τὴν ἀκοήν, ὀσφρήσει, S.E.P.1.50,64, cf. Phot.p.148R., Alex.Aphr.in Top.103.1, al.
    III in [voice] Med. also, hold back,

    ἵππου τῷ χαλινῷ X.Eq.10.15

    , cf. Arist.MM 1188b6; interrupt, Aud. 802b26.
    IV [voice] Act. in sense of [voice] Med., Alex.Aphr.Pr.1.38.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀντιλαμβάνω

См. также в других словарях:

  • interruption — [ ɛ̃terypsjɔ̃ ] n. f. • XIVe; lat. imp. interruptio 1 ♦ Action d interrompre; état de ce qui est interrompu. ⇒ arrêt, cessation, discontinuation (cf. Solution de continuité). Interruption d un travail. ⇒ pause, suspension. Interruption des… …   Encyclopédie Universelle

  • interruption — UK US /ˌɪntəˈrʌpʃən/ noun [C or U] ► an occasion when someone or something stops something from happening for a short period: constant/frequent interruptions »He found he worked better at home without the constant interruptions of his staff. ► an …   Financial and business terms

  • interruption — I noun abeyance, armistice, arrest, bar, block, break, cessation, check, clog, deadlock, delay, disconnection, discontinuance, disjunction, dissolution, disunion, gap, halt, hiatus, hindrance, impediment, intercapedo, interception, interference,… …   Law dictionary

  • interruption — Interruption, Interruptio. Par interruption, Interrupte. Interruption d an et jour, Faute de poursuite par an et jour, Eremodicum anniculum. B. Se faire relever d interruption ou peremption d instance, Diplomate litem hiulcam sarcire. B.… …   Thresor de la langue françoyse

  • interruption — Interruption. s. f. v. Action d interrompre. L interruption qu on luy a faite l a troublé dans son discours. l interruption est venuë mal à propos. interruption de travail. l interruption du commerce …   Dictionnaire de l'Académie française

  • Interruption — In ter*rup tion, n. [L. interruptio: cf. F. interruption.] [1913 Webster] 1. The act of interrupting, or breaking in upon. [1913 Webster] 2. The state of being interrupted; a breach or break, caused by the abrupt intervention of something… …   The Collaborative International Dictionary of English

  • interruption — (n.) late 14c., a break of continuity, from O.Fr. interrupcion and directly from L. interruptionem (nom. interruptio) a breaking off, interruption, interval, noun of action from pp. stem of interrumpere (see INTERRUPT (Cf. interrupt)). Meaning a… …   Etymology dictionary

  • Interruption — (lat.), Unterbrechung, Störung …   Kleines Konversations-Lexikon

  • Interruption — Interruption,die:⇨Unterbrechung(1) …   Das Wörterbuch der Synonyme

  • interruption — фр. [энтэрюпсьо/н] interruzione ит. [интэрруцио/нэ] перерыв, прекращение …   Словарь иностранных музыкальных терминов

  • interruption — *break, gap, interval, interim, hiatus, lacuna Analogous words: *pause, recess, respite, lull, intermission: *breach, rupture, rent, split, rift …   New Dictionary of Synonyms

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»