Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἰῶσα

См. также в других словарях:

  • αναβιώνω — ίωσα, αμτβ., ξαναζώ, αποχτώ ξανά δύναμη: Αισθανόταν πως αναβίωνε …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αναθεμελιώνω — ιωσα, ιώθηκα, ιωμένος, ξαναθεμελιώνω, στηρίζω σε νέες βάσεις: Ο Καποδίστριας αγωνιζόταν να αναθεμελιώσει το νέο ελληνικό κράτος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απαξιώνω — ίωσα, δεν κρίνω άξιο, δεν καταδέχομαι: Απαξίωσε ακόμη και να με χαιρετήσει. Ουσ. απαξίωση, η …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αποζημιώνω — ίωσα, ιώθηκα, ιωμένος, πληρώνω για τη ζημία που έκανα, ικανοποιώ κάποιον ηθικά ή υλικά: Αποζημιώθηκε καλά για τα χωράφια που του πήρε ο δρόμος. – Τα επαινετικά λόγια του προϊσταμένου του τον είχαν αποζημιώσει για τους κόπους του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αποθηριώνω — ίωσα, ώθηκα, ωμένος, εξερεθίζω κάποιον τόσο ώστε να γίνει πολύ άγριος, εξοργίζω πάρα πολύ: Η δολοφονική απόπειρα εναντίον του τον είχε αποθηριώσει …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βελτιώνω — ίωσα, ιώθηκα, βελτιωμένος, καλυτερεύω, διορθώνω κάτι: Η κατάσταση της υγείας του έχει βελτιωθεί πολύ τώρα τελευταία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ισκιώνω — ιωσα, ιώθηκα, ισκιωμένος, η, ο 1. σκιάζω, σκεπάζω με σκιά. 2. μτφ., προστατεύω, προφυλάγω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ЭПИКУР —     ЭПИКУР (Επίκουρος) (342/341, о. Самос 271/270 до н. э. Афины), др. греч. философ, создатель философской школы, получившей название Сад Эпикура (см. эпикуреизм).     Жизнь. Родился на о. Самос в семье афинянина, в 14 лет стал изучать философию …   Античная философия

  • ἴωσ' — ἴωσι , εἶμι ibo pres subj act 3rd pl ἴωσι , εἰμί sum pres subj act 3rd pl (doric) ἴωσι , ἴωσις refinement fem voc sg ἴ̱ωσο , ἰόομαι become plup ind mp 2nd sg ἴ̱ωσο , ἰόομαι become perf imperat mp 2nd sg ἴ̱ωσαι , ἰόομαι become perf ind mp 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»