Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προξενίαν

См. также в других словарях:

  • προξενίαν — προξενίᾱν , προξενία relation of fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προξενία — η, ΝΑ, και θεσσ. τ. προξεννία, Α [πρόξενος] η αντιπροσώπευση όσων ξένων βρίσκονταν εγκατεστημένοι σε μια κοινότητα τής αρχαίας Ελλάδας μέσω ντόπιων κατοίκων, τών προξένων αρχ. 1. το Δίκαιο τής φιλοξενίας, το να δέχεται κανείς τους ξένους με… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»