Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κηδεμονεύς

См. также в других словарях:

  • κηδεμονεύς — κηδεμονεύς, ὁ (Α) κηδεμόνας. [ΕΤΥΜΟΛ. < Μεταπλασμένος σε εύς τ. τού κηδεμών για μετρικούς λόγους] …   Dictionary of Greek

  • κηδεμονῆα — κηδεμονεύς masc acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηδεμονῆας — κηδεμονεύς masc acc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηδεμονῆες — κηδεμονεύς masc nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηδεμονῆος — κηδεμονεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηδεμονήων — κηδεμονεύς masc gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»