Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὑπέρτονον

См. также в других словарях:

  • ὑπέρτονον — ὑπέρτονος strained to the utmost masc/fem acc sg ὑπέρτονος strained to the utmost neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπέρτονο — το / ὑπέρτονον, ΝΜΑ βλ. υπέρτονος …   Dictionary of Greek

  • υπέρτονος — η, ο / ὑπέρτονος, ον, ΝΜΑ το ουδ. ως ουσ. το υπέρτονο το κύριο, το μεσαίο, δοκάρι τής στέγης, η μεσόδμη νεοελλ. 1. συμπαγής, πυκνός 2. χημ. (για διάλυμα) υπερτονικός 3. φρ. «υπέρτονος ορός» ιατρ. διάλυμα ενός ανόργανου άλατος μέσα σε νερό, που… …   Dictionary of Greek

  • φαίνομαι — ΝΜΑ, και ενεργ τ. φαίνω Α μέσ. 1. είμαι ή γίνομαι ορατός, διακρίνομαι (α. «δεν φαίνεται από εδώ η θάλασσα» β. «φάνεν δὲ oἱ εὐρέες ὦμοι», Ομ. Οδ.) 2. γίνομαι φανερός, φανερώνομαι 3. προβάλλω, εμφανίζομαι, παρουσιάζομαι (α. «έχει καιρό να φανεί» β …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»