Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὀβελούς

См. также в других словарях:

  • ὀβελούς — ὀβελός spit masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νομισματολογία — Η λέξη νόμισμα παράγεται από τη λέξη νόμος και σημαίνει το νόμιμο, δηλαδή το νόμιμο μέτρο των αξιών. Τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν κατά τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. στη Μικρά Ασία, στο βασίλειο της Λυδίας ή στις ελληνικές πόλεις της Ιωνίας. Ο ακριβής… …   Dictionary of Greek

  • πεμπώβολον — τὸ, Α μαγειρικό εργαλείο από πέντε οβελούς, είδος μακριάς περόνης η οποία είχε πέντε οβελούς και τήν χρησιμοποιούσαν στις θυσίες για να στρέφουν τις σάρκες τών ζώων που καίγονταν. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέμπε, αιολ. τ. τού πέντε + ώβολον (< ὀβολός) με… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Νομισματικό Αθηνών — Χάρη στη συλλογή του από 600.000 νομίσματα, θεωρείται ένα από τα πέντε σπουδαιότερα μουσεία του είδους του στον κόσμο. Ένα μέρος αυτής της πλούσιας συλλογής, μετά από πολύχρονη προετοιμασία, στεγάζεται από τις αρχές του 1999 σε ένα από τα… …   Dictionary of Greek

  • гвоздъ — ГВОЗД|Ъ (17), А с 1. Гвоздь: въбивають же по средѣ ѥго [креста] гвоздъ КР 1284, 211в; въпрошю брате сниде со кр(с)та. ѥгда же и гвозды оставль. възложи рѹцѣ июдѣискы на іс(с)а ПНЧ 1296, 28 об.; пригвоздиша рѹцѣ и нозѣ ѥго. гвозды железными ПрЛ… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • ARAE — I. ARAE dicuntur saxa, quae inter Africam et Sardiniam mediô mati eminent. Sic dictae, quod ibi Afri et Romani foedus inierint. Virg. Aen. l. 1. v. 112. Tres Notus abreptas in saxa latentia torquet, Saxa vocant Itali, mediis quae in fluctibus,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • OBELISCUS — I. OBELISCUS in medio Circi centro inter utrasque metas fuit positus: de quo vetus Epigrammatis Auctor de Circensibus, Et medius centri summus obliscus abit. Tres obelisci vero ab una basi surgentes in qualibet meta, ut ex nummis patet. Graeci,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PROBASCANION — in Hierosol. Templi fastigio, ad aves arcendas, occurrit apud Hebr. qui id vocabant chole oreb, arcens corvos. Kimchius in Psalm 84. Aliquid fecerunt in Templi tecto, ne aves ibi quiescerent, quod vocabatur Chole oreb. Quod sic describitur in… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • οβελός — ο (ΑΜ ὀβελός, Α δωρ. τ. ὀβελός, θεσσ. τ. ὀβελλός) 1. σιδερένια ή ξύλινη λεπτή, αιχμηρή και επιμήκης ράβδος πάνω στην οποία ψήνονται, αφού διαπεραστούν, τεμάχια κρέατος ή και ολόκληρα σφάγια, η σούβλα 2. μικρή οριζόντια γραμμή ( ) ή βέλος με το… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»