Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἱερό-συλος

См. также в других словарях:

  • νεκρόσυλος — η, ο αυτός που κάνει νεκροσυλία, που κλέβει αντικείμενα τού νεκρού. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο) * + συλος (< συλῶ «αρπάζω, λεηλατώ»), πρβλ. ιερό συλος] …   Dictionary of Greek

  • νεκροσυλία — η (Α νεκροσυλία) σύληση τού νεκρού, λαθραία αφαίρεση τών αντικειμένων που έχουν ταφεί μαζί με τον νεκρό. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο) * + συλία (< συλος < συλῶ «αρπάζω, λεηλατώ»), πρβλ. θεο συλία, ιερο συλία] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»