Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἅπερ

См. также в других словарях:

  • άπερ — (I) ἅπερ (AM) 1. ουδ. πληθ. της αντων. ὅσπερ 2. (ως επίρρ.) σαν, ώσπερ. (II) ᾇπερ (δωρ. τ.) (Α) ᾕπερ, ώσπερ …   Dictionary of Greek

  • ἅπερ — ἅ̱ , ὁ lentil fem nom sg (doric) ἅ , ὅς yas neut acc pl ἅ , ὅς yas neut nom pl ἅ̱ , ὅς yas fem acc dual ἅ̱ , ὅς yas fem nom dual ἅ̱ , ὅς yas fem nom sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἇπερ — ἆ , ἆ indeclform (exclam) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ᾇπερ — ᾇ , ὅς yas fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CHRISTUS — I. CHRISTUS Iesu mundi Redemptoris cognomentum. Ab Hebraeo vel Sytiaco Gap desc: Hebrew sic dictus, Ioh. c. 1. v. 42. Εὑρήκαμεν τὸν Μεςςίαν, ὅ ἐςτι μεθερμηνευόμενον, ὁ Χριςτὸς. Ubi Nounus, Σύτγενε Μεςςίαν σοφὸν εὕρομεν, ὃς θεὸς ἀνὴθ Χριςτὸς… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PANATHENAEA — Erichthonius Vulcani filius Minervae festum instituit, et Α᾿θήναια vasi dicas Minervalia, vocavit. Harpocration, Η῎γαγε δὲ τὴν ἑορτὴν ὁ Ε᾿ριχθόνιος ὁ Η῾φαίςτου, καθά φασιν Ε῾λλάνικός τε καὶ Α᾿νδροτιὼν, ἑκάτερος εν πρώτῃ Α᾿τθίδος πρὸ τούτου δὲ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πράττω — ΝΜΑ, πράσσω ΜΑ, ιων. τ. πρήττω, ιων. επικ. τ. πρήσσω, κρητ. τ. πράδδω, Α 1. εκτελώ, διενεργώ, κάνω (α. «έπραξε το καθήκον του» β. «οἱ μὲν δὴ ταῡτ ἔπραξάν τε καὶ ἔλεξαν», Ξεν. γ. «τοῡ πράττειν πάντα, Δέσποτα, τὰ τῆς οἰκείας γνώμης», Πρόδρ.) 2. (το …   Dictionary of Greek

  • όσπερ — ήπερ, όπερ (Α ὅσπερ και ὅπερ και επικ. τ. οἷόπερ, ἥπερ, ὅπερ) ακριβώς εκείνος που, ακριβώς αυτός που αρχ. 1. (οι πλάγ. πτώσεις ως επίρρ.) α) ὅπερ i) γι αυτόν τον λόγο ii) αν και β) ἅπερ καθώς, όπως γ) οὗπερ όπου δ) ᾗπερ, δωρ. τ. ᾇπερ, ιων. τ.… …   Dictionary of Greek

  • διατήρηση ή συντήρηση — Σύνολο ενεργειών που αποβλέπουν στη δ., για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιοτήτων των ουσιών που αλλοιώνονται εύκολα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η δ. τροφίμων, η οποία επιτρέπει τη χρήση αλλοιώσιμων ειδών σε διάφορους χρόνους και σε τόπους μακριά από… …   Dictionary of Greek

  • Minuscule 1076 (Gregory-Aland) — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 1076 Text Gospels Date 10th century Script Greek …   Wikipedia

  • Minuscule 1078 (Gregory-Aland) — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 1078 Text Gospels Date 10th century Script Greek …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»