Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

σφηκ-ιά

См. также в других словарях:

  • σφῆκ' — σφῆκα , σφήξ wasp masc acc sg σφῆκε , σφήξ wasp masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άκανθα — Το αγκάθι, βελονοειδές έκφυμα των φυτών. Με το ίδιο όνομα υπάρχει και θάμνος που αριθμεί τρεις ποικιλίες, ά. η βασιλική, ά. η ινδική και ά. η αραβική καθώς και ένα δέντρο ιθαγενές της Αιγύπτου, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ά. η αιγύπτια. Ά …   Dictionary of Greek

  • σφαιρών — ῶνος, ὁ, Α στρογγυλό αλιευτικό δίχτυ. [ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + επίθημα ών, ῶνος (πρβλ. σφηκ ών)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»