Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σαωθῆναι

См. также в других словарях:

  • σαωθῆναι — σαόω aor inf pass σώζω aor inf pass …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαώ — και επικ. τ. σῶ, όω, Α διατηρώ κάποιον ή κάτι ασφαλές, σώζω («σαώσει Ἀργείους καὶ νῆας», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < σῶς / σάος / σῶος. Ο τ. μαρτυρείται στον αόρ. σαῶσαι, τον παθ. αόρ. σαωθῆναι και τον μέλλ. σαώσω (βλ. και λ. σώζω)] …   Dictionary of Greek

  • σώζω — σῴζω, ΝΜΑ, και σώνω Ν, και σώω και επικ. τ. σαόω, Α 1. διατηρώ κάποιον ή κάτι σώο, απαλλάσσω από κίνδυνο, από φθορά, από καταστροφή, από θάνατο, διασώζω, περισώζω, γλυτώνω (α. «τόν έσωσε η έγκαιρη εγχείρηση» β. «οι πυροσβέστες έσωσαν όλους τους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»