-
81 ὑποχωρέω
A- ήσομαι Luc.Tox. 11
:—go back, retire, withdraw, Il.6.107, 22.96; χώρησαν δ' ὑπό τε πρόμαχοι .. 4.505; ὑ. ἐς τὴν Σάμον, εἰς Σικυῶνα, Th.8.79, Is.6.20;πρὸς αἱμασιάν Th.4.43
;παρὰ Τισσαφέρνην Id.8.45
; freq. in part., ὑποχωρῶν ᾤχετο, ὑποχωρήσαντες φεύγουσι, Is.4.28, D.22.66; of a lion,βάδην ὑ. Arist.HA 629b14
; of long-horned kine,νέμεσθαι ὑποχωροῦντας Id.PA 659a20
; εἰς τὰ βαθέα ὑ., of eels, Id.HA 592a27, etc.2 c. gen., withdraw from,ὑ. τῆς χώρης Hdt.1.207
;ὑ. τοῦ πεδίου X.Cyr.2.4.24
;τοῦ βίου IG12(7).395.9
([place name] Amorgos): c. dat., gave way to,Pl.
R. 560a;τὸν ἥσσω τῷ κρατοῦντι ὑ. Th.1.77
; but ὑ. τῷ δαίμονι try to escape from.., Plu.Brut.40.b κἀκεῖνος ὑπεχώρησεν αὐτῷ τοῦ θρόνου he ([place name] Aeschylus) gave Sophocles a share of the throne, Ar.Ra. 790 (not surrendered it, which would be παρεχώρησεν) ; τοὺς πρεσβυτέρους ἐντρέπεσθαι.. ὁδῶν ὑποχωροῦντας making way for them on the streets (not ' retiring from the streets'), Plu.2.237d.3 c. acc., avoid, shun,μηδένα ὄχλον [νεῶν] Ἀθηναῖοι ὄντες ὑποχωρεῖν Th. 2.88
; so perh. to be taken in Il.13.476, μένεν.., οὐδ' ὑπεχώρει, Αἰνείαν ἐπιόντα; cf. Pl.Sph. 240a, D.H.6.93, Luc.Tox.36.II pass off below, esp. by way of stool,σάρκες Hp.Aph.4.26
, etc.;εἰ ταχέως ὑποχωρεῖ τῶν ὑποχονδρίων Gal.6.56
, cf. 253:—in [voice] Med., Hp.Aph. 7.67.III go on steadily, εἰρεσία ὑπεχώρησεν ἐκ παλαμᾶν the rowing went on, stroke after stroke, Pi.P.4.202.IV Ἡγέλοχος οὕτω προηνέγκατο (sc. γαλην ὁρῶ) ὥστε μὴ ὑποχωρῆσαι ἐκ τῆς συναλοιφῆς τὸ γαληνά, ἀλλὰ διαχωρῆσαι μᾶλλον, ὥστε δόξαι τὴν γαλῆν εἰπεῖν Sch.Ar.Ra. 305 (dub. sens.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποχωρέω
-
82 ὡς
ὡς:—Summary:A as ADVERB of Manner.Aa ὧς and ὥς (with accent), so, thus.Ab ὡς (without accent) of the Relat. Pron. ὅς, as.Acὡς Relat. and Interrog., how.Ad ὡς temporal, when.Ae ὡς Local, where,B ὡς, as CONJUNCTION.C, D various usages.A ADVERB of Manner:Aa [full] ὥς, Demonstr., = οὕτως, so, thus, freq. in Hom., Il.1.33, al.;ὢς εἶπ' Sapph.Supp.20
a.11 (Epic style); in [dialect] Ion. Prose, Hdt.3.13, al.; rare in [dialect] Att., and almost confined to certain phrases, v. infr. 2, 3; ὥς simply = οὕτως, A.Ag. 930, Th.3.37, Pl.Prt. 338a;ἀλλ' ὣς γενέσθω E.Hec. 888
, al.2 καὶ ὧς even so, nevertheless, Il.1.116, al.; οὐδ' ὧς not even so, 7.263, Od.1.6, al., Hdt.6.76;οὐδέ κεν ὧς Il.9.386
: the phrases καὶ ὧς, οὐδ' ὧς, μηδ' ὧς, are used in Trag. and [dialect] Att., S.Ant. 1042, Th.1.74, 7.74; also later, PCair.Zen.19.10 (iii B. C., unaccented), UPZ146.40 (ii B. C.), GDI 1832.11 (Delph., ii B. C.), IG22.850.17 (iii B. C.);κἂν ὧς, εἴπερ μέλει σοι, ἀπόστειλόν μοί τινα POxy.120.11
(iv A. D.); (Delph., ii B. C.); Thess.καὶ οὗς IG9(2).234.1
(iii B. C.); for this phrase the accentuation ὧς is prescribed by Hdn.Gr.2.932, al., cf. A.D.Synt.307.16, and is found in good Mss. of Homer; for the remaining uses under this head (Aa. 1, 3, 4 ) the accentuation ὥς is prescribed by the same grammarians.3 in Comparisons, ὥς.., ὡς .., so.. as.., etc.; and reversely ὡς.., ὣς .., as.. so, Il.1.512, 14.265, etc.; in [dialect] Att., Pl.R. 530d; also ὥς τε.. ὣς .., as.. thus.., h.Cer. 174-6, E.Ba. 1066-8;οἷα.. ὥς Id.El. 151
-5; ὥσπερ.., ὣς δὲ .. (in apodosi) Pl.Prt. 326d.Ab [full] ὡς, Relat., as, Hom., etc.; prop. relat. to a demonstr. Adv., which is freq. omitted, κινήθη δ' ἀγορὴ ὡς κύματα μακρὰ θαλάσσης, i. e. οὕτως, ὡς .., Il.2.144 (φὴ Zenod.
): it is relat. not only to the regular demonstr. Advs. ὥς (ὧς), τώς, ὧδε, οὕτως, αὕτως, but also to ταύτῃ, Pl.R. 365d, etc. We find a collat. [dialect] Dor. form ὥ (q. v.); cf. ὥτε. Usage:I in similes, freq. in Hom., Il.5.161, al.; longer similes are commonly introduced byὡς ὅτε, ὡς δ' ὅτε, ἤριπε δ', ὡς ὅτε πύργος [ἤριπε] 4.462
:ἤριπε δ', ὡς ὅτε τις δρῦς ἤριπε 13.389
, cf. 2.394; so later, Emp.84.1, etc.;ὡς ὅτε θαητὸν μέγαρον, πάξομεν Pi.O.6.2
: ὡς ὅτε is rare in short similes, Od.11.368: ὡς is folld. by indic. [tense] pres., Il.9.4, 16.364: also by [tense] aor., 3.33 sq., 4.275, 16.823, al.; also by subj. [tense] pres. or [tense] aor., 5.161, 10.183, 485, 13.334 (sts. ὡς δ' ὅτ' ἄν, 11.269, 17.520); cf. ὥστε A:—the Verb is sts. omitted with ὡς, but may be supplied from the context, ἐνδούπησε πεσοῦσ', ὡς εἰναλίη κήξ (sc. πίπτει) Od.15.479, cf. 6.20;θεὸς δ' ὣς τίετο δήμῳ Il.5.78
;οἱ δὲ φέβοντο.., βόες ὣς ἀγελαῖαι Od.22.299
: where ὡς follows the noun to which it refers, it takes the accent; so in Com.,Ἀριστόδημος ὥς Cratin.151
, cf. Eub.75.6; v. infr. H.2 like as, just as,ὡς οὗτος κατὰ τέκν' ἔφαγε.., ὣς ἡμεῖς κτλ. Il.2.326
, v. supr. Aa. 3.3 sts. in the sense as much as or according as, ἑλὼν κρέας ὥς (i. e. ὅσον)οἱ χεῖρες ἐχάνδανον Od.17.344
; ὦκα δὲ μητρὶ ἔννεπον ὡς (i. e. ὅσα)εἶδόν τε καὶ ἔκλυον h.Cer. 172
;τῶν πάντων οὐ τόσσον ὀδύρομαι.. ὡς ἑνός Od.4.105
;τόσον.. ὡς Il.4.130
; so in Trag., ; ; in Prose, ὡς δύναται as much as he can, Democr.278;τὸ ῥῆμα μέμνημαι ὡς εἶπε Aeschin.3.72
; ὡς μή = ὅσον μή, νέμεν ὅτι ἃν ( = ἂν)βόλητοι ὡς μὴ ἰν τοῖ περιχώροι IG5(2).3.9
(Tegea, iv B. C.); cf. Ab. 11.2 infr.4 sts. after [comp] Comp., compared with, hence than, μᾶλλον πρέπει οὕτως ὡς .. Pl.Ap. 36d;ἅ γε μείζω πόνον παρέχει.. οὐκ ἂν ῥᾳδίως οὐδὲ πολλὰ ἂν εὕροις ὡς τοῦτο Id.R. 526c
; οὐδενὸς μᾶλλον φροντίζειν ὡς .. Plb.3.12.5, cf. 7.4.5, 11.2.9, Plu.Cor.36: μᾶσσον ὡς is dub. in A.Pr. 629, and <ἢ> shd. perh. be inserted in Lys.7.12,31; cf. ὥσπερ IV.II with Adverbial clauses:1 parenthetically, in qualifying clauses, ὡς ἔοικε, etc., Pl. Smp. 176c, etc.: in these cases γε or γοῦν is freq. added, ὡς γοῦν ὁ λόγος σημαίνει as at any rate the argument shows, Id.R. 334a; in some phrases c. inf., v. infr. B. 11.3. An anacoluthon sts. occurs by the Verb of the principal clause being made dependent on the parenthetic Verb, ὡς δὲ Σκύθαι λέγουσι, νεώτατον ἁπάντων ἐθνέων εἶναι (for ἦν)τὸ σφέτερον Hdt.4.5
, cf. 1.65;ὡς ἐγὼ ἤκουσα, εἶναι αὐτόν Id.4.76
; ὡς γὰρ.. ἤκουσά τινος, ὅτι .. X.An.6.4.18 codd.; ἁνὴρ ὅδ' ὡς ἔοικεν οὐ νεμεῖν (for οὐ νεμεῖ, ὡς ἔοικε), S.Tr. 1238.2 in elliptical phrases, so far as.. (cf. supr. Ab.1.3) (lyr.); soὥς γε ἐμοὶ κριτῇ Ael.VH2.41
andὥς γ' ἐμοὶ χρῆσθαι κριτῇ E.Alc. 801
;ὡς ἐμῇ δόξῃ X.Vect.5.2
; ὡς ἀπ' ὀμμάτων (sc. εἰκάσαι) to judge by eyesight, S.OC15: esp. in such phrases asοὐκέτι πολλὸν χωρίον, ὡς εἶναι Αἰγύπτου Hdt.2.8
; οὐδὲ ἀδύνατος, ὡς Αακεδαιμόνιος for a Lacedaemonian, Th.4.84, cf. D.H.10.31; ; φρονεῖ.. ὡς γυνὴ μέγα for a woman, S.OT 1078; πιστός, ὡς νομεύς, ἀνήρ ib. 1118;μακρὰν ὡς γέροντι.. ὁδόν Id.OC20
, cf. 385, Ant.62, etc.;ὡπλισμένοι ὡς ἐν τοῖς ὄρεσιν ἱκανῶς X.An.4.3.31
; also withἄν, μεγάλα ἐκτήσατο χρήματα, ὡς ἂν εἶναι Ῥοδῶπιν Hdt.2.135
codd. (ἂν secl. Krüger, Ῥοδώπιος cj. Valck.):—for ὡς εἰπεῖν and the like , v. infr. B. 11.3.3 ὡς attached to the object of the Verb, as,ἑωυτὸν ὡς ἐχθρὸν λυπέει Democr.88
;ἔλαβεν ἀμφοτέρους ὡς φίλους ἤδη X.Cyr.3.2.25
;ἐν οἰκήματι ᾧ ὡς ταμιείῳ ἐχρῆτο Pl.Prt. 315d
.— For the similar usage of ὡς with Participles and Prepositions, v. infr. c.III with Adverbs:a with the Posit., truly,Pl.
Phdr. 234e (cf.ἀληθής 111.1b
: as if Adv. of τὸ ἀληθές) ; ὡς ἑτέρως in the other way, ib. 276c, D.18.212 (Adv. of ὁ ἕτερος; v. ἕτερος v. 2) (v. infr. D.1.1); ὡς ἠπίως, ὡς ἐτητύμως, S.El. 1438 (lyr.), 1452; (Istropolis, ii B. C.), LXX 4 Ma.5.21, 1 Enoch5.3, IG7.2725.16 (Acraeph., ii A. D.);ὡς ἐναλλάξ Vett.Val. 215.9
, 340.2;ὡς παντελῶς Id.184.26
;ὡς ἄλλως Is.7.27
, D.6.32;ὡς ἐνδεχομένως PPetr.2p.53
(iii B. C.); in ὣς αὔτως (v. ὡσαύτως ) we have the Adv. of ὁ αὐτός, but the ὥς retains its demonstr. force, as does ὁ in Homer; ὡς ἀληθῶς, ὡς ὁμοίως, and ὡς παντελῶς may be modelled on ὣς αὔτως, with which they are nearly synonymous; so also ὡς ἑτέρως and ὡς ἐναλλάξ, which are contrasted with it.b with Advbs. expressing anything extraordinary, θαυμαστῶς or θαυμασίως ὡς, ὑπερφυῶς ὡς, v. sub vocc.; ὡς is sts. separated by several words from its Adv., as ;ὑπερφυῶς δὴ τὸ χρῆμα ὡς δύσγνωστον φαίνεται Id.Alc.2.147c
, cf. Phd. 99d.c with the [comp] Sup., as much as can be,ὡς μάλιστα Th.1.141
, etc.: ὡς ῥᾷστα as easily as possible, A.Pr. 104;ὡς πλεῖστα Democr. 189
; ὠς τάχιστα as quickly as possible, Alc.Supp.4.15, etc.; more fully expressed,ὡς δυνατὸν ἄριστα Isoc.12.153
;ὡς ἐδύναντο ἀδηλότατα Th.7.50
;μαχομένους ὡς ἂν δυνώμεθα κράτιστα X.An.3.2.6
;ὡς οἷόν τε βελτιστον Pl.R. 403d
; ὡς ἀνυστὸν κάλλιστα Diog.Apollon.3: ὡς and ὅτι are sts. found together, where one is superfluous,ὡς ὅτι μάλιστα Pl.Lg. 908a
;βοῦν ὡς ὅτι κάλλιστον IG22.1028.17
(ii/i B. C.); v. infr. G.e in the phrases ὡς τὸ πολύ, ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, Pl.R. 330c, 377b; ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖον for the more part, commonly,ὡς ἐπὶ πλεῖστον Th.2.34
; ὡς ἐπὶ τὸ πλῆθος, ὡς πλήθει, Pl.R. 364a, 389d;ὡς τὸ ἐπίπαν Hdt.7.50
, etc.;ὡς τὰ πολλά Ael.NA12.17
.2 with Adjs.,a Posit.,ὑπερφυεῖ τινι.. ὡς μεγάλῃ βλάβῃ Pl.Grg. 477d
.b with [comp] Sup.,ὡς ἄριστοι τὰς φύσεις Id.Ti. 18d
;ὅπως ὡς βέλτισται ἔσονται Id.Grg. 503a
;ὡς ὅτι βέλτιστον Id.Smp. 218d
.c separated from the Adj. by a Prep.,ὡς ἐς ἐλάχιστον Th.1.63
, cf. D.18.246;ὡς ἐν βραχυτάτοις Antipho 1.18
;ὡς ἐν ἐχυρωτάτῳ ποιεῖσθαι X.Cyr. 1.6.26
, etc.Ac Relat. and Interrog., how,μερμήριζε.. ὡς Ἀχιλῆα τιμήσειε Il. 2.3
, cf. Pl.R. 365a;ἐβουλεύοντο ὡς.. στήσονται Hdt.3.84
, etc.;οἷα δεῖ λέγειν καὶ ὥς Arist.EN 1128a1
; ὡς πέπραται how, i. e. at what price the goods have been sold, PCair.Zen. 149 (iii B. C.); so οὐκ ἔσθ' ὡς .. (for the more usu. ὅπως ) nowise can it be that.., S.Ant. 750; οὐκ ἔσθ' ὡς οὐ .., Id.Ph. 196 (anap., Porson for οὐκ ἔστιν ὅπως ου) ; οἶσθ' ὡς πόησον; by a mixture of constructions for ὡς χρὴ ποιῆσαι or ὡς ποιήσεις, Id.OT 543, cf. Hermipp.43, Men.916; οἶσθ' ὡς μετεύξει is f.l. in E.Med. 600 ( μέτευξαι Elmsley); similarly,οἶσθα.. ὡς νῦν μὴ σφαλῇς S.OC75
.2 ὡς ἂν ποήσῃς however ( in whatever way) thou mayest act, Id.Aj. 1369, cf. Pl.Smp. 181a;αὐτῷ ὥς κεν ἅδῃ, τὼς ἔσσεται A.R.3.350
.Ad Temporal, when, with past tenses of the indic.,ἐνῶρτο γέλως.., ὡς ἴδον Il.1.600
: with opt., to express a repeated action, whenever,ὡς.. ἐς τὴν Μιλησίην ἀπίκοιτο Hdt.1.17
: rarely c. subj., to denote what happens under certain conditions,τῶν δὲ ὡς ἕκαστός οἱ μειχθῇ, διδοῖ δῶρον Id.4.172
, cf. 1.132; later, ὡς ἄν c. subj., when, PCair.Zen.251 (iii B. C.), 1 Ep.Cor.11.34, etc.;ὥς κα Berl.Sitzb.1927.170
([place name] Cyrene); ὡς ἂν τάχιστα λάβῃς τὴν ἐπιστολήν as soon as.. PCair.Zen.241.1 (iii B. C.), cf. LXX 1 Ki.9.13, Jo.3.8: in orat. obliq. c. inf., Hdt.1.86, 96, al.: expressed more forcibly by ὡς.. τάχιστα, some word or words being interposed, ὡς γὰρ ἐπετρόπευσε τάχιστα as soon as ever.., Id.1.65;ὡς δὲ ἀφίκετο τάχιστα X.Cyr.1.3.2
: less freq. ὡς τάχιστα stand together, Aeschin.2.22: but this usage must be distd. from signf. Ab.111.1c: folld. by demonstr.,ὡς εἶδ', ὣς ἀνεπᾶλτο Il.20.424
;ὡς ἴδεν, ὥς μιν ἔρως πυκινὰς φρένας ἀμφεκάλυψεν 14.294
; alsoὡς.., ἔπειτα 3.396
;Κρονίδης ὥς μιν φράσαθ' ὣς ἐόλητο θυμὸν ἀνωΐστοισιν ὑποδμηθεὶς βελέεσσι Κύπριδος Mosch.2.74
; the second ὣς is repeated,ἁ δ' Ἀταλάντα ὡς ἴδεν, ὣς ἐμάνη, ὣς ἐς βαθὺν ἅλατ' ἔρωτα Theoc.3.41
(ὣς = εὐθέως, Sch.vet.), cf. 2.82; in Bion 1.40 the clauses with ὡς all belong to the protasis.2 ὡς appears to be f.l. for ἕως inὡς ἂν αὑτὸς ἥλιος.. αἴρῃ S.Ph. 1330
,ὡς ἂν ᾖς οἷόσπερ εἶ Id.Aj. 1117
; cf.ὥσπερ 111.1
: but in later Gr. = ἕως, while,ὡς τὸ φῶς ἔχετε Ev.Jo.12.35
, 36;ὡς καιρὸν ἔχομεν Ep.Gal.6.10
, cf. Epigr.Gr.646a5 (p.529); also until,τίθεται ἐπὶ ἀνθράκων ὡς ἀναξηρανθῇ PLeid.X.89
B.; ἔα ἀφρίζειν τὴν πίσσαν ὡς οὗ ἐκλείπῃ ib.37B.; cf. EM824.43 (conversely ἕως for ὡς final, v. ἕως (B) A. 1.4).Ae Local, where, in dialects, Theoc.1.13, 5.101, 103, IG9(2).205.4 (Melitea, iii B. C.), SIG685.63, al. (Cretan, ii B. C.), IG12(1).736.5 ([place name] Camirus), GDI5597.8 (Ephesus, iii B. C.).B [full] ὡς as CONJUNCTION:I with Substantive clauses, to express a fact, = ὅτι, that.II with Final clauses, to express an end or purpose, = ἵνα, ὅπως, so that, in order that.IV Causal, since, because.I with Substantive Clauses, with verbs of learning, saying, etc., that, expressing a fact,γνωτὸν.., ὡς ἤδη Τρώεσσιν ὀλέθρου πείρατ' ἐφῆπται Il.7.402
, cf. Od.3.194, etc.: in commands,προεῖπεν ὡς μηδεὶς κινήσοιτο X.HG2.1.22
: with Verbs of fear or anxiety, c. [tense] fut. indic.,μηκέτ' ἐκφοβοῦ, μητρῷον ὥς σε λῆμ' ἀτιμάσει ποτέ S.El. 1427
, cf. X.Cyr.6.2.30; μὴ φοβοῦ ὡς ἀπορήσεις ib.5.2.12, cf. D.10.36; a sentence beginning with ὡς is sts., when interrupted, resumed by ὅτι, and vice versa, X.Cyr.5.3.30, Pl.R. 470d, Hp.Ma. 281c; so ὡς with a finite Verb passes into the acc. and inf., Hdt.1.70, 8.118: both constructions mixed in the same clause, ἐλογίζετο ὡς.. ἧττον ἂν αὐτοὺς ἐθέλειν .. X.Cyr.8.1.25, cf. HG3.4.27: after primary tenses (incl. historic [tense] pres.) ὡς is folld. by indic., after historic tenses by opt. (sts. by indic., both constructions inὑπίσχοντο.. ἀμυνέειν, φράζοντες ὡς οὔ σφι περιοπτέη ἐστὶ ἡ Ἑλλὰς ἀπολλυμένη.. ἀλλὰ τιμωρητέον εἴη Hdt.7.168
): sts. c. opt. after a primary tense,κατάπτονται.. λέγοντες ὡς Ἀρίστων.. οὐ φήσειε Id.6.69
, cf. 1.70, Th.1.38, Pl.Chrm. 156b.2 with Verbs of feeling,χαίρει δέ μοι ἦτορ, ὥς μευ ἀεὶ μέμνησαι Il.23.648
;ἄχος ἔλλαβ' Ἀχαιοὺς ὡς ἔπεσ' 16.600
.II with Final Clauses, that, in order that; in this sense ὡς and ὡς ἄν, [dialect] Ep. ὥς κεν, are used with the subj. after primary tenses of the indic., and with the opt. after the past tenses,βουλὴν ὑποθησόμεθ'.., ὡς μὴ πάντες ὄλωνται Il.8.37
;τύμβον χεύαμεν.., ὥς κεν τηλεφανὴς.. εἴη Od. 24.83
;ἡμεῖς δ' ἴωμεν ὡς, ὁπηνίκ' ἂν θεὸς πλοῦν ἡμὶν εἴκῃ, τηνικαυθ' ὁρμώμεθα S.Ph. 464
;[νέας] διηκοσίας περιέπεμπον.. ὡς ἂν μὴ ὀφθείησαν Hdt.8.7
. b. rarely c. [tense] fut. indic., ὡς μὴ ὦν αὐτοὶ τε ἀπολέεσθε (cj. Cobet for ἀπόλεσθε)κἀμὲ τρώσετε, ἐς ἄλλον τινὰ δῆμον ἀποίχεσθε Hecat. 30J.
2 ὡς is also used with past tenses of the indic. to express a purpose which has not been or cannot be fulfilled, τί μ' οὐκ ἔκτεινας, ὡς ἔδειξα μήποτε .. ; so that I never should.., S.OT 1392;ἔδει τὰ ἐνέχυρα λαβεῖν, ὡς μηδ' εἰ ἐβούλετο ἐδύνατο ἐξαπατᾶν X.An. 7.6.23
; cf.ἵνα B. 1.3
,ὅπως B. 1.3
.3 ὡς c. inf., to limit an assertion,ὡς μὲν ἐμοὶ δοκέειν Hdt.6.95
, cf. 2.124; ὡς εἰπεῖν λόγῳ ib.53; or ὡς ἔπος εἰπεῖν, cf.ἔπος 11.4
; ὡς συντόμως, or ὡς συνελόντι εἰπεῖν to speak shortly, to be brief, X.Oec.12.19, Mem.3.8.10; ὡς εἰκάσαι to make a guess, i.e. probably, Hdt.1.34, etc.;ὡς μικρὸν μεγάλῳ εἰκάσαι Th.4.36
(so withoutὡς, οὐ πολλῷ λόγῳ εἰπεῖν Hdt. 1.61
), v. supr. Ab. 11.1, 2.III to express Consequence, like ὥστε, so that, freq. in Hdt., εὖρος ὡς δύο τριήρεας πλέειν ὁμοῦ in breadth such that two triremes could sail abreast, Hdt.7.24;ὑψηλὸν οὕτω.., ὡς τὰς κορυφὰς αὐτοῦ οὐκ οἷά τε εἶναι ἰδέσθαι 4.184
; so in Trag. and Prose, A.Pers. 437, al., S.OT84, X.An.3.5.7, etc.;ἀπέχοντας ἀπ' ἀλλάλων ὡς ἦμεν Ϝικατίπεδον ἄντομον Tab.Heracl.1.75
;οὕτως.. ὡς ὁμολογεῖν Jul.Or.5.164d
;ὡς καὶ τοὺς τεχνίτας λανθάνειν PHolm. 9.13
; also, like ὥστε, with Indic.,οὕτω κλεινὴ ἐγένετο, ὡς.. ἐξέμαθον Hdt.2.135
, cf. S.Tr. 590, X.HG4.1.33.2 ἢ ὡς after a [comp] Comp.,μάσσον' ἢ ὡς ἰδέμεν Pi.O.13.113
;μαλακώτεροι.. ἢ ὡς κάλλιον αὐτοῖς Pl.R. 410d
; cf.ὥστε B. 1.2
: with words implying comparison, ὀλίγοι ἐσμὲν ὡς ἐγκρατεῖς εἶναι αὐτῶν too few to.., X.Cyr.4.5.15, γραῦς εἶ, ὦ Ἐλπινίκη, ὡς τηλικαῦτα διαπράττεσθαι πράγματα too old to.. Stesimbr. 5J.3 ὡς is sts. omitted where the antecedent demonstrative is expressed, οὕτω ἰσχυραί, μόγις ἂν διαρρήξειας so strong, you could hardly break them, Hdt.3.12;ῥώμη σώματος τοιήδε, ἀεθλοφόροι τε ἀμφότεροι ἦσαν Id.1.31
.IV Causal, inasmuch as, since,τί ποτε λέγεις, ὦ τέκνον; ὡς οὐ μανθάνω S.Ph. 914
, cf. E.Ph. 843, 1077, Ar.Ra. 278: c. opt.,μὴ καὶ λάθῃ με προσπεσών· ὡς μᾶλλον ἂν ἕλοιτο μ' ἢ τοὺς πάντας Ἀργείους λαβεῖν S.Ph.46
.C [full] ὡς beforeI Participles;II Prepositions; andIII ὡς itself as a Preposition.I with Participles in the case of the Subject, to mark the reason or motive of the action, as if, as,ὡς οὐκ ἀΐοντι ἐοικώς Il.23.430
(v. infr. G); ἀγανακτοῦσιν ὡς μεγάλων τινῶν ἀπεστερημένοι (i. e. ἡγούμενοι μεγάλων τινῶν ἀπεστερῆσθαι), Pl.R. 329a: most freq. c. part. [tense] fut.,διαβαίνει.., ὡς ἀμήσων τὸν σῖτον Hdt.6.28
, cf. 91; , etc.;δηλοῖς ὥς τι σημανῶν νέον S.Ant. 242
;ὡς τεθνήξων ἴσθι νυνί Ar.Ach. 325
(troch.): in questions,παρὰ Πρωταγόραν νῦν ἐπιχειρεῖς ἰέναι, ὡς παρὰ τίνα ἀφιξόμενος; Pl.Prt. 311b
;ὡς τί δὴ θέλων; E.IT 557
; with vbs. of knowing,ἐπιστάσθω Κροῖσος ὡς ὕστερον.. ἁλοὺς τῆς πεπρωμένης Hdt.1.91
; ὡς μὴ 'μπολήσων ἴσθι .. S.Ant. 1063.2 with Participles in oblique cases, λέγουσιν ἡμᾶς ὡς ὀλωλότας they speak of us as dead, A.Ag. 672; ; ; , cf. Hdt.5.85, 9.54;νῦν δέ σου τὰ ἔργα φανερὰ γεγένηται οὐχ ὡς ἀνιωμένου ἀλλ' ὡς ἡδομένου τοῖς γιγνομένοις Lys.12.32
; (lyr.); ἐν ὀλιγωρίᾳ ἐποιοῦντο, ὡς, ὅταν ἐξέλθωσιν, ἢ οὐχ ὑπομενοῦντας σφᾶς ἢ ῥᾳδίως ληψόμενοι βίᾳ made light of the matter, in the belief that.., Th.4.5.—Both constructions in one sentence,τοὺς κόσμους εἴασε χαίρειν ὡς ἀλλοτρίους τε ὄντας καὶ πλέον θάτερον ἡγησάμενος ἀπεργάζεσθαι Pl.Phd. 114e
, cf. X.Cyr.1.5.9.3 with Parts. put abs. in gen.,νῦν δέ, ὡς οὕτω ἐχόντων, στρατιὴν ἐκπέμπετε Hdt.8.144
; ἐρώταὅτι βούλει, ὡς τἀληθῆ ἐροῦντος X.Cyr.3.1.9
; , cf. 904, A.Pr. 760, E.Med. 1311, Th.7.15, X.An.1.3.6: so also in acc.,μισθὸν αἰτοῦσιν, ὡς οὐχὶ αὐτοῖσιν ὠφελίαν ἐσομένην ἐκ τοῦ ἄρχειν Pl.R. 345e
, cf. E.Ph. 1461: with both cases in one sentence,ὡς καὶ τῶν Ἀθηναίων προσδοκίμων ὄντων ἄλλῃ στρατιᾷ καὶ.. διαπεπολεμησόμενον Th.7.25
, cf. Pl.R. 604b.II ὡς before Preps., ἀνήγοντο ὡς ἐπὶ ναυμαχίαν (v.l. -ίᾳ) Th.1.48, cf. X. HG2.1.22;φρύγανα συλλέγοντες ὡς ἐπὶ πῦρ Id.An.4.3.11
; κατέλαβε τὴν ἀκρόπολιν ὡς ἐπὶ τυραννίδι, expressing the purpose, Th.1.126;ἀπέπλεον.. ὡς ἐς τὰς Ἀθήνας Id.6.61
;πλεῖς ὡς πρὸς οἶκον S.Ph.58
;τὸ βούλευμ' ὡς ἐπ' Ἀργείοις τόδ' ἦν Id.Aj.44
: in these passages ὡς marks an intention; not so in the following:ἀπαγγέλλετε τῇ μητρὶ [χαίρειν] ὡς παρ' ἐμοῦ X.Cyr.8.7.28
; alsoὡς ἀπὸ τῆς πομπῆς Pl.R. 327c
;ὡς ἐκ κακῶν ἐχάρη Hdt.8.101
.b later, in geographical expressions, of direction,προϊών, ὡς ἐπὶ τὸν Πηνειόν Str.9.5.8
, cf. 13.1.22;ὡς πρὸς ἕω βλέπων Id.8.6.1
, cf. 7.6.2; ὡς εἰς Φηραίαν (leg. Ἡραίαν)ἰόντων Id.8.3.32
.III ὡς as a Prep., prop. in cases where the object is a person, not a place: once in Hom., (v.l. ἐς τὸν ὁμοῖον, cf.αἶνος Ὁμηρικός, αἰὲν ὁμοῖον ὡς θεός.. ἐς τὸν ὁμοῖον ἄγει Call.Aet.1.1.10
; ἔρχεται.. ἕκαστον τὸ ὅμοιον ὡς τὸ ὅ., τὸ πυκνὸν ὡς τὸ πυκνόν κτλ. (with v.l. ἐς) Hp.Nat.Puer.17), but possibly ὡς.. ὥς as.. so, in Od. l.c.; also in Hdt.,ἐσελθεῖν ὡς τὴν θυγατέρα 2.121
.έ: freq. in [dialect] Att.,ὡς Ἆγιν ἐπρεσβεύσαντο Th.8.5
, etc.; ;ἀπέπλευσαν ἐς Φώκαιαν.. ὡς Ἀστύοχον Id.8.31
; ναῦς ἐς τὸν Ἑλλήσποντον ὡς Φαρνάβαζον ἀποπέμπειν ib.39;ὡς ἐκεῖνον πλέομεν ὥσπερ πρὸς δεσπότην Isoc. 4.121
; the examples of ὡς with names of places are corrupt, e.g.ὡς τὴν Μίλητον Th.8.36
(ἐς cod. Vat.); ὡς Ἄβυδον one Ms. in Id.8.103;ὡς τὸ πρόσθεν Ar.Ach. 242
: in S.OT 1481 ὡς τὰς ἀδελφὰς.. τὰς ἐμὰς χέρας is equiv. to ὡς ἐμὲ τὸν ἀδελφόν; in Id.Tr. 366 δόμους ὡς τούσδε house = household.D [full] ὡς in independent sentences:I as an exclamation, how, mostly with Advbs. and Adjs., ὡς ἄνοον κραδίην ἔχες how silly a heart hadst thou! Il.21.441; ὡς ἀγαθὸν καὶ παῖδα λιπέσθαι how good is it.., Od.3.196, cf. 24.194;φρονεῖν ὡς δεινόν S.OT 316
; ὡς ἀστεῖος ὁ ἄνθρωπος how charming he is! Pl.Phd. 116d;ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε LXX Ps.91(92).6
, 103(104).24; in indirect clauses, ἐθαύμασα τοῦτο, ὡς ἡδέως.. ἀπεδέξατο marvelled at seeing how.., Pl. Phd. 89a.2 with Verbs, ὥς μοι δέχεται κακὸν ἐκ κακοῦ αἰεί how constantly.., Il.19.290, cf. 21.273; ὡς οὐκ ἔστι χάρις μετόπισθ' εὐεργέων how little thanks remain! Od.22.319; ὡς ὄχλος νιν.. ἀμφέπει see how.., E.Ph. 148; ὡς ὑπερδέδοικά σου how greatly.., S.Ant.82; so perh.ὡς οἰμώξεται Ar.Ra. 279
; (troch.).II to mark a wish, oh that! c. opt. alone,ὡς ἔρις.. ἀπόλοιτο Il.18.107
;ὡς ἀπόλοιτο καὶ ἄλλος Od.1.47
, cf. S.El. 126 (lyr.); also ὡς ἄν or κε with opt., ;ὥς κέ οἱ αὖθι γαῖα χάνοι 6.281
.2 joined with other words of wishing,ὡς ὤφελες αὐτόθ' ὀλέσθαι 3.428
;ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν Od.11.548
.E [full] ὡς with numerals marks that they are to be taken only as a round number, as it were, about, nearly,σὺν ἀνθρώποις ὡς εἴκοσι X.An.3.3.5
; also ὡς πέντε μάλιστά κῃ about five (v.μάλα 111.5
), Hdt.7.30:—also with words compounded with numerals,δέπας.. ὡς τριλάγυνον Stesich.7
; παῖς ὡς ἑπτέτης of some seven years, Pl. Grg. 471c;δρέπανα ὡς διπήχη X.Cyr.6.1.30
, cf. An.5.4.12; cf. .F [full] ὡς in some elliptical (or apparently elliptical) phrases:1 ὡς τί δὴ τόδε (sc. γένηται); to what end? E.Or. 796 (troch.); cf.ἵνα B.11.3c
.2 know that (sc. ἴσθι), ὡς ἔστιν ἀνδρὸς τοῦδε τἄργα ταῦτά σοι S.Aj.39
; ; , cf. Med. 609, Ph. 720; ὡς τάχ' οὐκέθ' αἱματηρὸν.. ἀργήσει ξίφος ib. 625 (troch.); so in Com.,ὡς ἔστ' ἐν ἡμῖν τῆς πόλεως τὰ πράγματα Ar.Lys.32
, cf. 499 (anap.), Ach. 333 (troch.), Nu. 209; also .3 ὡς ἕκαστος, ἕκαστοι, each severally (whether in respect of time, place, or other difference),ξυνελέγοντο.. Κορίνθιοι δισχίιοι ὁπλῖται, οἱ δ' ἄλλοι ὡς ἕκαστοι, Φλειάσιοι δὲ πανστρατιᾷ Th.5.57
, cf. 1.107, 113; πρώτη τε αὕτη πόλις ξυμμαχὶς παρὰ τὸ καθεστηκὸς ἐδουλώθη, ἔπειτα δὲ καὶ τῶν ἄλλων ὡς ἑκάστη [ξυνέβη] (ξ. secl. Krüger: ἀπὸ κοινοῦ ἐδουλώθη Sch.l.c.) Id.1.98; ἄλλοι τε παριόντες ἐγκλήματα ἐποιοῦντο ὡς ἕκαστοι ib.67, cf. 7.65; χρησμολόγοι τε ᾖδον χρησμοὺς παντοίους, ὧν ἀκροᾶσθαι ὡς ἕκαστος ὥρμητο, i. e. different persons ran to listen to different prophecies, Id.2.21; τὰς ἄλλας ὡς ἑκάστην ποι ἐκπεπτωκυῖαν ἀναδησάμενοι ἐκόμιζον ἐς τὴν πόλιν they made fast to the rest wherever each (ship) had been run ashore, Id.7.74; οἱ δ' οὖν ὡς ἕκαστοι Ἕλληνες κατὰ πόλεις τε ὅσοι ἀλλήλων ξυνίεσαν καὶ ξύμπαντες ὕστερον κληθέντες οὐδὲν πρὸ τῶν Τρωικῶν.. ἁθρόοι ἔπραξαν the various peoples that were later called by the common name of Greeks, Id.1.3;ὡς ἑκάστῳ ἔργον προστάσσων Hdt.1.114
; ὡς ἑκάστην ( one by one) αἱρέοντες (sc. τὰς νήσους) , cf. 79;ὡς ἑκασταχόσε D.C.41.9
, al.; rarely with a Verb,ὡς ἕκαστος ἀπικνέοιτο Hdt.1.29
, cf. Th.6.2: later ὡς followsἕκαστος, ἑκάστῳ ὡς ὁ Θεὸς ἐμέρισεν μέτρον πίστεως Ep.Rom.12.3
:—for the etymology v. infr. H; alsoὡς ἑκάτεροι Th.3.74
(v. infr. H).G [full] ὡς pleonast. inὡς ὅτι D.H. 9.14
, 2 Ep.Cor.11.21, Sch.A Il.1.264, 129, 396, 3.280, AP9.530, dub.l. in Str.15.1.57.H Etymology: this word is in origin five distinct words: (1) ὡς 'as' is the Adv. fr. the Relat. ὅς (I.-E. stem yo-); with ὡς βέλτιστος cf. Skt. yācchrē[snull ][tnull ]á[hudot ] 'the best possible': (2) ὧς ' thus' is the Adv. of a Demonstr. stem so- found in Skt. sa, Gr. ὁ, Lat. sō-c (Gloss. = ita, cf. Umbr. esoc); (3) ὡς postpositive (ὄρνιθες ὥς, etc.) constantly makes a preceding short closed syll. long in Hom., and must therefore have been ϝως; it may perh. be related to Skt. vā, a form of va, iva ( = (1) or (2) like), Lat. ve, Gr. ἦ[ϝ] ε; (4) ὡς prep. 'to' is of doubtful origin (perh. fr. Ως, cogn. with Lat. ōs 'face', Skt. ās: Ως τινα ἐλθεῖν like τί δέ δε φρένας ἵκετο πένθος;); (5) ὡς F.3 is prob. ϝως, Adv. of ϝός the reflexive Adj., and means lit. in his (their) own way (or place); it is idiomatically placed before ἕκαστος ([etym.] ἑκάτερος), cf.ϝὸν ϝεκάτερος Leg.Gort.1.18
. -
83 ῥοπή
A turn of the scale, fall of the scale-pan, weight, Arist. Cael. 307b33; μέχρι τοῦ μέσου τὴν ῥ. ἔχειν gravitate to.., ib. 297a28; downward momentum,τῷ μείζονι βάρει καὶ ῥ. πλείων παρέπεται Ph. Bel.69.21
; ῥ. ποιεῖν make (counter-) weight, Thphr.CP5.4.7; ἁ γᾶ ἐρήρεισται ἐπὶ τᾶς αὐτᾶς ῥ. in equilibrium, Ti.Locr.97e; διαστρεφόντων τὴν ῥ. disturbing the balance, Plu.Cam.28.2 metaph., balancing, suspense, ἀ δ' (sc. ἀ πόλις)ἔχεται ῤόπας Alc.25
;ῥ. Δίκας A.Ch.61
(lyr.);ἐν οὖν ῥ. τοιᾷδε κειμένῳ S.Tr.82
; ποντοναῦται.. λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῆσιν ἐμπολὰς μακρὰς ἀεὶ παραρρίπτοντες staking distant ventures on nice balancings, Id.Fr. 555 ( = Philol.88.2); ῥ. βίου μοι the turning-point or sinking-point of life, i.e. death, Id.OC1508;ῥ. 'στιν ἡμῶν ὁ βίος ὥσπερ ὁ ζυγός Men.Mon. 465
.b turn of the scale, ποιεῖν ῥ. turn the scale, Arist.Pol. 1295b38;τοῦ πολέμου Isoc.12.50
;πολλάκις μικραὶ δυνάμεις μεγάλας τὰς ῥ. ἐποίησαν Id.4.139
; μεγάλην ἔσεσθαι τὴν ῥ., εἰ .. Id.14.33; , cf. Trag.Adesp.102: hence, decision, outcome,βλέπω δύο ῥ.· ἢ γὰρ θανεῖν δεῖ μ'.. ἢ.. E.Hel. 1090
; ἀσθενεῖς καὶ ἐπὶ ῥ. μιᾶς ὄντες at the mercy of a single weighing in the scales, Th.5.103.II weight placed in the scale-pan, Arist.Mech. 850a13; esp. small additional weight, make-weight, casting weight, IG22.1013.35, al.;ὡς ῥ. ἐκ πλαστίγγων LXX Wi.11.22
; ὡς ῥ. ζυγοῦ ἐλογίσθησαν 'as dust in the balance', ib.Is.40.15; οὐδ' ὅσον ῥ. Herod.7.33.2 metaph., σμικρὰ παλαιὰ σώματ' εὐνάζει ῥ. casting weight, S.OT 961;σῶμα νοσῶδες σμικρᾶς ῥ.. δεῖται προσλαβέσθαι πρὸς τὸ κάμνειν Pl.R. 556e
; δέδορκε φῶς ἐπὶ σμικρᾶς ῥ. E.Hipp. 1163, cf. Plu.Art.30.b δεῖ ῥ. διδόναι ταῖς αὑτῶν πατρίσι τοὺς συγγραφέας give the casting weight to.., Plb. 16.14.6.c weight, decisive influence, ;μεγάλη γὰρ ῥ., μᾶλλον δὲ ὅλον, ἡ τύχη παρὰ πάντα τὰ πράγματα D.2.22
; ῥ. ἔχειν have influence, Id.11.8, cf. SIG761.5 (Delph., i B.C.);ἔχει τι βρῖθος καὶ ῥ. πρὸς τὸν βίον Arist.EN 1101a29
, cf. 1094a23, 1172a23;πλείστην παρέχεται ῥ. εἰς τὸ νικᾶν Plb.6.52.9
.III decisive moment, crisis (i.e. victory), καὶ τὸν Βαλαὰμ.. ἀπέκτειναν ἐν τῇ ῥ. LXX Jo.13.22: so generally, moment, πρὸς μίαν ῥ... διεφθάρη in one moment, ib.Wi.18.12; ὑστάτην βίου ῥ. αὑτοῖς ἐκείνην δόξαντες εἶναι ib.3 Ma.5.49;ἐν ῥοπῆς καιρῷ βραχεῖ AP11.289
(Pall.).IV discount deducted from a payment, PLond.3.780.4 (vi A.D.), POxy.143.3 (vi A.D.), etc.; perh. illicit commission, Cod. Just.4.59.1.1. -
84 ἕτερος
Grammatical information: adj.Meaning: `one of two, the one, the other' (Il.)Other forms: ἅτερος (Dor. Aeol.; also Att. in crasis ἅ̄τερος, θά̄τερα etc.); cf. Dor. ατροπανπαις Bourgeuet, Dial. laconien 1927, 117; Meillet assumed zero grade ( BSL 28, 1927, 116f) as in ἀλλότριος and Lith. añtras.Dialectal forms: Myc. a₂-te-roCompounds: With negation οὑδ-, μηδ-έτερος, - άτερος `none of both' (Hes., Ion.-Att. Dor.). Very often as 1. member in bahuvrihi with different meanings, e. g. ἑτερ-αλκής `who helps one party' (Il.; cf. on ἀλέξω), ἑτερ-ήμερος `living day by day' (λ 303 of the Dioscouroi; Ph.), ἑτερό-πτολις `coming from another town' (Erinn. 5).Derivatives: ἑτέρ-ωθεν, - ωθι, - ωσε, - ωτα `from the other side' etc. (Hom.); ἑτεροῖος `of anoher kind' (Ion.-Att.; after τοῖος, ἀλλοῖος a. o.) with ἑτεροιότης (Pl., Ph.), ἑτεροιόομαι, - όω `become different', `change' (Ion. etc.), - οίωσις `change' (hell.); ἑτερότης `be different' (Arist.).Origin: IE [Indo-European] [902] *sm̥-tero- `one of two'Etymology: From IE *sm̥-teros, zero grade of * sem- in εἷς `one' (s. v. and ἅπαξ) with the same suffix as in ἀριστερός (s. v.) a. o.; cf. esp. Skt. eka-tara- `alteruter'; the ε-vowel in ἕτερος rather after εἷς than through assimilation (cf. Schwyzer 614). - With ἅτερος is prob. identical a Celtic word for `half', Welsh hanther, Corn. Bret. hanter ; s. Gonda Reflexions on the numerals "one" and "two" 33f.; who also tries to connect the Germ. group Goth. sundro `on itself, κατ' ἰδίαν', OHG suntar `separated, however' etc. (s. ἄτερ).Page in Frisk: 1,581Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἕτερος
-
85 εἴσοδος
εἴσοδος, ου, ἡ (Hom. et al.; ins, pap, LXX, TestSol; GrBar 4:15 [Christ.]; Just., Mel.)① place of entering, entrance (Od. 10, 90 et al.; Herm. Wr. 1, 22. So mostly ins, pap; Judg 1:24f; 4 Km 23:11; Jos., Bell. 5, 220, Ant. 15, 347) of Christ μία εἴσοδός ἐστι πρὸς τὸν κύριον (this) is the only entrance to the Lord Hs 9, 12, 6 (εἴς. πρός w. acc. as Philo, Fuga 183).② act of arriving at a destination, entrance, access (Hdt. 1, 118; X., Hell. 4, 4, 7; EpArist 120; Philo, Deus Imm. 132; Jos., Bell. 5, 346; 1 Km 29:6; Ps 120:8; PsSol) τῶν ἁγίων (s. ἅγιος 2b) (in) to the sanctuary Hb 10:19. As festive metaphor, εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν 2 Pt 1:11. Abs. πρὸ προσώπου τῆς εἰσόδου αὐτοῦ before his coming Ac 13:24 (cp. Mal 3:1).③ act of finding acceptance, acceptance εἴσοδον ἔχειν πρός τινα receive a welcome fr. someone 1 Th 1:9; cp. 2:1 (cp. the Lat. pap POxy 32, 14 [II A.D.] ideo peto a te ut habeat introitum at te=therefore I ask that he be granted the right of admittance to you; Dssm., LO 164 [LAE 198] and M-M. s.v.; M. Ant. 5, 19 τὰ πράγματα … οὐδ. ἔχει εἴσοδον πρὸς ψυχήν); but εἴ. can also mean visit (Eur., Andr. 930, 952) here.—M-M. TW. -
86 πώς
πώς enclitic particle (Hom. et al.)① as adv.: marker of undesignated means or manner, somehow, in some way, perhaps ἐάν πως (cp. SIG 364, 24 [III B.C.]; 3 Km 18:5) ISm 4:1. W. a neg. (Il. 2, 203; 4, 158 al.; Hdt. 1, 33; Schwyzer II 580) οὐδʼ ἄν πως οἱ ἄνθρωποι ἐσώθησαν humans could in no way have been saved B 5:10 v.l.—In combination w. εἰ s. εἰ 6n (also Jos., Bell. 6, 422, Ant. 2, 159; M-M s.v. πως).② as conj.: in the form μή πως (or μήπως; since Hom., also pap, Sir 28:26; TestSol 6:14 D; TestAbr B 2 p. 106, 8 [Stone p. 60, 8]; TestJob 15:9; TestZeb 4:2; ParJer 5:5) marker of a negative perspective expressing misgiving, frequently rendered lest.ⓐ in clauses that in effect qualify as purpose clauses so that … (perhaps) not, lest somehow w. aor. subj. 1 Cor 9:27; 2 Cor 2:7; 9:4. GJs 7:1; 8:2.ⓑ in object clauses, after verbs of apprehension that perhaps, lest somehow w. aor. subj. after φοβεῖσθαι (Test. Zeb. 4:2; ParJer 5:5) Ac 27:29 v.l.; 2 Cor 11:3; 12:20a; cp. vs. 20b, where the verb (γένωνται) is to be supplied. W. ind. GJs 14:1; fut. 9:2 end. After βλέπετε take care that … not somehow 1 Cor 8:9 (cp. Sir 28:26). Referring to someth. that has already taken place, w. perf. ind. Gal 4:11 (B-D-F §370, 1; Rob. 995; 1169). Elliptically μ. οὐδὲ σοῦ φείσεται (it is to be feared) that perhaps he will not spare you, either Ro 11:21. μ. ἐπείρασεν ὑμᾶς ὁ πειράζων καὶ εἰς κενὸν γένηται ὁ κόπος ἡμῶν (in the fear) that the tempter might really have tempted you (ind., as Gal 4:11 above), and then our work might have been in vain 1 Th 3:5. μήπως τοῦτο πανοῦργος ἔδωκέν σοι lest some mischief-maker has given it to you GJs 2:3. μ. περίγελος become a laughing-stock 9:2.ⓒ in introduction to an indirect question (cp. TestJob 15:9) (lest) perhaps μ. εἰς κενὸν τρέχω ἢ ἔδραμον (fearing) that perhaps I may be running or had run in vain Gal 2:2.—DELG s.v. πο-. M-M. -
87 ἄν
1I. ἄν (after relatives ἐάν [q.v.] is oft. used for ἄν, but the mss. vary greatly, s. B-D-F §107; 377; Mlt. 42ff, 165ff; Mayser 152f; Crönert 130f; Thackeray 67; Dssm., NB 30ff [BS 202ff]). A particle peculiar to Gk. (Hom.+) denoting aspect of contingency, incapable of translation by a single English word; it denotes that the action of the verb is dependent on some circumstance or condition; the effect of ἄν upon the meaning of its clause depends on the mood and tense/aspect of the verb w. which it is used. The NT use of ἄν corresponds in the main to older Gk., although the rich variety of its employment is limited, as is generally the case in later Greek. In certain constructions (s. aβ) an aspect of certainty is indicated, suggesting the gloss would. In most other instances aspects of varying possibility or conditionality find expression in ways that can be rendered ever, but with other glosses required when ἄν is used in conjunction with other particles.ⓐ ἄν w. aor. or impf. indic.α. denoting repeated action in past time, but only under certain given conditions, esp. after relatives (B-D-F §367; Rob. index): aor. (Gen 30:42; Num 9:17; 1 Km 14:47; Ezk 10:11) ὅσοι ἂν ἥψαντο αὐτοῦ, ἐσῴζοντο whoever touched him was cured Mk 6:56. Impf. (Ezk 1:20; 1 Macc 13:20; Tob 7:11) ὅπου ἂν εἰσεπορεύετο εἰς κώμας wherever he went (as he was accustomed to do—ADebrunner, D. hellenist. Nebensatziterativpräteritum mit ἄν: Glotta 11, 1920, 1–28) into villages Mk 6:56. καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν as anyone was in need Ac 2:45; 4:35. Similarly ὡς ἂν ἤγεσθε (v.l. ἀνήγεσθε) 1 Cor 12:2. Cp. also ὅταν 1bγ and δ.β. in the apodosis of a contrary to fact (unreal) condition w. εἰ (B-D-F §360; but ἄν is not always used [s. the vv.ll. J 18:36]: §360, 1; Mlt. 199ff; PMelcher, De sermone Epicteteo 1905, 75); it is foundא. w. impf. (4 Macc 17:7; Bar 3:13; ParJer 5:20; GrBar 6:6; ApcMos 39) οὗτος εἰ ἦν προφήτης, ἐγίνωσκεν ἄν if he were a prophet, he would (now) know (but he does not) Lk 7:39. εἰ ἔχετε πίστιν …, ἐλέγετε ἄν if you had faith …, you would say 17:6. εἰ ἐπιστεύετε Μωϋσεῖ, ἐπιστεύετε ἂν ἐμοί J 5:46. εἰ ἐμὲ ᾔδειτε, καὶ τὸν πατέρα μου ἄν ᾔδειτε 8:19; cp. vs. 42; 9:41; 15:19. εἰ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην Gal 1:10; cp. 3:21. εἰ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα 1 Cor 11:31. εἰ ἦν ἐπὶ γῆς, οὐδʼ ἂν ἦν ἱερεύς if he were on earth, he would not even be a priest Hb 8:4; cp. 4:8; 8:7; 11:15.ב. w. aor., placing the assumption in the past (Gen 30:27; Wsd 11:25; Jdth 11:2; 4 Macc 2:20; TestJob 7:9 al.; ParJer 5:5; GrBar 8:7; PGiss 47, 17) εἰ ἐγένοντο αἱ δυνάμεις, πάλαι ἂν … μετενόησαν if the miracles had been performed, they would long ago have repented Mt 11:21. εἰ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν ἐσταύρωσαν 1 Cor 2:8; cp. Ro 9:29 (Is 1:9). εἰ ἐγνώκειτε, οὐκ ἂν κατεδικάσατε if you had recognized, you would not have condemned Mt 12:7. εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε ἄν if you loved me, you would have rejoiced J 14:28; cp. 11:21. The plpf. for aor. indic. (PGiss 79 II, 6 εἰ δυνατόν μοι ἦν, οὐκ ἂν ὠκνήκειν; BGU 1141, 27f) εἰ ἦσαν, μεμενήκεισαν ἄν 1J 2:19; cp. J 11:21 v.l.—In κἀγὼ ἐλθὼν σὺν τόκῳ ἂν αὐτὸ ἔπραξα Lk 19:23, ἐλθών functions as an unreal-temporal protasis (B-D-F §360, 2); cp. καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμόν Mt 25:27. Sim. ἐπεὶ οὐκ ἂν ἐπαύσαντο προσφερόμεναι; where ἐπεί functions as protasis, otherwise (i.e. if the sacrifices had really brought about a lasting atonement) would they not have ceased to offer sacrifices? Hb 10:2.ⓑ ἄν w. subjunc. after relatives, the rel. clause forming virtually the protasis of a conditional sentence (B-D-F §380, 1) of the future more vivid or present general type.α. w. fut. or impf. in apodosis, to show that the condition and its results are thought of as in the future, of single and repeated action (IG XIV, 865 [VI B.C.] ὸ̔ς δʼ ἄν με κλέψῃ, τυφλὸς ἔσται; TestAbr B 4 p. 109, 10 [Stone p. 66]). ὸ̔ς δʼ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται but whoever does and teaches=if a person does and teaches it Mt 5:19. ὸ̔ς ἂν ἐσθίῃ …, ἔνοχος ἔσται 1 Cor 11:27. οὓς ἐὰν (v.l. ἂν) δοκιμάσητε, τούτους πέμψω 16:3—Mt 10:11; 1 Cor 16:2.β. w. pres. in apodosis, to show that the condition and its results involve repeated action, regardless of the time element: ἃ ἂν ἐκεῖνος ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ whatever he does, the Son does likewise J 5:19. ὅπου ἐὰν (v.l. ἂν) αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν wherever it seizes him Mk 9:18. ὑμῖν ἐστὶν ἡ ἐπαγγελία …, ὅσους ἂν προσκαλέσηται κύριος Ac 2:39. ὸ̔ς ἐὰν (v.l. ἂν) βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ θεοῦ καθίσταται whoever wishes to be a friend of the world Js 4:4. Cp. ὅπου ἄν 3:4 v.l.—Where ὅς or ὅστις appears w. subj. without ἄν (but cp. IG XII/1, 671 ὸ̔ς ἀνασπαράξῃ τ. τάφον; CPR I, 24, 33; 25, 19; AcThom 93 [Aa II/2, 206], 19; Is 7:2; 31:4), the reading that gives the fut. ind. is prob. the right one: ὅστις τηρήσῃ (v.l.-σει) Js 2:10. ὅσοι (without ἄν PPetr I, 13, 3;5; CPR I, 237, 3; IPergamon 249, 26 ὅσοι … ἐγλίπωσι τὴν πόλιν; Vett. Val. 125, 16): ὅσοι μετανοήσωσιν καὶ καθαρίσωσιν Hs 8, 11, 3 (s. W. and Joly app. for the textual tradition). See Reinhold 108; B-D-F §380, 4.ⓒ In temporal clauses ἄν is found w. the subjunct. when an event is to be described which can and will occur, but whose occurrence cannot yet be assumed w. certainty. Soα. ὅταν (=ὅτε ἄν; s. ὅταν) w. pres. subjunct. to indicate regularly recurring action (Wsd 12:18): ὅταν ἄρτον ἐσθίωσιν whenever they eat bread Mt 15:2. ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος whenever he tells a lie J 8:44. ὅταν λέγῃ τις whenever anyone says 1 Cor 3:4.—W. aor. subjunct. to express action in the future which is thought of as already completed (Sir Prol. ln. 22; Tob 8:21) ὅταν ποιήσητε πάντα when you have done Lk 17:10. ὅταν ἔλθῃ ὁ κύριος when the owner has come Mt 21:40; ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ Mk 8:38; cp. J 4:25; 16:13; Ac 23:35. ὅταν πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον Hb 1:6.β. ἡνίκα ἄν every time that (Ex 1:10; 33:22; 34:24 al.; POxy 104, 26 [96 A.D.]; PTebt 317, 18 [174/75] ἡνίκα ἐὰν εἰς τὸν νόμον παραγένηται). ἡνίκα ἂν (also ἐάν mss.) ἀναγινώσκηται Μωϋσῆς every time that Moses is read aloud 2 Cor 3:15; cp. vs. 16.γ. ὁσάκις ἐάν as often as: ὁσάκις ἐὰν (also ἄν mss.) πίνητε 1 Cor 11:25. ὁσάκις ἐὰν (also ἄν mss.) ἐσθίητε vs. 26.δ. ὡς ἄν as soon as (PHib 59, 2 [c. 245 B.C.] ὡς ἂν λάβῃς; 66, 4; PEleph 9, 3 [III B.C.]; PParis 46, 18 [143 B.C.]; BGU 1209, 13 [23 B.C.]; Josh 2:14; Jdth 11:15; 1 Macc 15:9): ὡς ἂν πορεύωμαι as soon as I travel Ro 15:24. ὡς ἂν ἔλθω as soon as I come 1 Cor 11:34. ὡς ἂν ἀφίδω τὰ περὶ ἐμέ as soon as I see how it will go with me Phil 2:23. ὡς ἐάν (PFay 111, 16 [95/96]) Hv 3, 8, 9; 3, 13, 2.—ἀφʼ οὗ ἄν after Lk 13:25.—In the case of temporal particles indicating a goal, viz. ἕως οὗ, ἄχρις (οὗ), μέχρις (οὗ), the mss. show considerable variation; the addition of ἄν is prob. correct only in rare cases (see B-D-F §383, 2). Only ἕως ἄν (PPetr II, 40a, 28 [III B.C.] ἕως ἂν ὑγιαίνοντας ὑμᾶς ἴδωμεν; Gen 24:14, 19; 49:10; Ex 23:30 al.) has certain attestation: μείνατε ἕως ἂν ἐξέλθητε stay until you go away Mt 10:11. ἕως ἂν ἴδωσιν τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ Lk 9:27.—Mt 2:13; 5:26. ἕως ἂν λάβῃ Js 5:7 v.l.—ἄχρις οὗ (+ ἄν v.l.) ἔλθῃ 1 Cor 11:26. ἄχρις οὗ (+ ἄν v.l.) θῇ 15:25; ἄχρις οὗ ἂν ἥξω Rv 2:25 (v.l. ἄχρι). ἄχρις ἂν ἔλθῃ (cp. BGU 830, 13 [I A.D.] ἄχρις ἄν σοι ἔλθω) Gal 3:19 v.l.—πρὶν ἄν: πρὶν ἢ ἂν (vv.ll. πρὶν ἄν, πρὶν ἢ, only πρὶν or ἕως ἂν) ἴδῃ τὸν Χριστόν Lk 2:26 (B-D-F §383, 3).ⓓ In purpose clauses the Attic (EHermann, Griech. Forschungen I, 1912, 267f; JKnuenz, De enuntiatis Graec. finalibus 1913, 13ff; 26ff) ὅπως ἄν, esp. freq. in earlier ins (Meisterhans3-Schw. 254), has become quite rare (LXX still rather often: Gen 18:19; 50:20; Ex 33:13; Jer 7:23 al.) ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν διαλογισμοί Lk 2:35. ὅπως ἂν ἔλθωσιν καιροί Ac 3:20.—15:17 (Am 9:12 v.l.); Ro 3:4 (Ps 50:6); Mt 6:5 v.l.ⓔ The opt. w. ἄν in a main clause (potential opt.) has almost wholly disappeared; a rare ex. is εὐξαίμην (v.l. εὐξάμην) ἄν Ac 26:29 in Paul’s speech before Agrippa (literary usage; s. B-D-F §385, 1; also Rob. 938; Themist. 6 p. 80 D.—On the rarity of the potential opt. in pap, LXX, Apost. Fathers see CHarsing, De Optat. in Chartis Aeg. Usu, diss. Bonn 1910, 28; Reinhold 111). Cp.—also in the literary lang. of Lk—direct rhetor. questions (Gen 23:15; Job 19:23; Sir 25:3; 4 Macc 7:22; 14:10 v.l.; TestJob 13:5 τίς ἄν δώῃ 35:5) πῶς γὰρ ἂν δυναίμην; Ac 8:31. τί ἂν θέλοι οὗτος λέγειν; 17:18. Dg has also preserved the opt. as a mark of elegant style (2:3, 10; 3:3f; 4:5; 7:2f; 8:3). MPol 2:2 has τίς οὐκ ἂν θαυμάσειεν;—More freq. in an indirect question, after an impf. or histor. pres. (B-D-F §386, 1; Rob. 938f) τὸ τί ἂν θέλοι καλεῖσθαι αὐτό what he wanted the child’s name to be Lk 1:62. τίς ἂν εἴη περὶ οὗ λέγει J 13:24. τὸ τίς ἂν εἴη μείζων αὐτῶν which of them was the greatest Lk 9:46; cp. 18:36 v.l. τί ἂν ποιήσαιεν τῷ Ἰησοῦ what they should do to Jesus 6:11. τί ἂν γένοιτο τοῦτο Ac 5:24. τί ἂν εἴη τὸ ὅραμα 10:17. (IMagnMai 215 [I A.D.] ἐπερωτᾷ … τί ἂν ποιήσας … ἀδεῶς διατελοίη; Esth 3:13c πυθομένου δέ μου … πῶς ἂν ἀχθείη τοῦτο.)ⓕ The use of ἄν w. inf. and ptc., freq. in earlier Gk., is not found in the NT at all (B-D-F §396); ἵνα μὴ δόξω ὡς ἂν (or ὡσὰν, q.v.) ἐκφοβεῖν ὑμᾶς 2 Cor 10:9 is surely to be expl. in such a way that ὡς ἂν=Lat. quasi: I would not want it to appear as if I were frightening you; s. B-D-F §453, 3; Mlt. 167.—On εἰ μήτι ἂν (sc. γένηται) ἐκ συμφώνου except perhaps by agreement 1 Cor 7:5 s. B-D-F §376; Mlt. 169.—M-M.2II. ἄν for ἐάν is rare in Hellen. Gk. (B-D-F §107; Mlt. 43 n. 2; cp. Hyperid. 4, 5; 5, 15; Teles p. 31, 6; Plut., Mor. 547a; Epict., index Schenkl; pap [Mayser 152]; ins, esp. of the Aegean Sea [Rdm.2 198, 3; s. also SIG index IV 204]; 1 Esdr 2:16; 4 Macc 16:11; Jos., Ant. 4, 70; 219; Test12Patr; Mel. Fgm. 8b 24), but appears J 13:20; 16:23; 20:23; as v.l. 5:19; 9:22; 12:32; 19:12; Ac 9:2; and IMg 10:1.—Mlt. 63, 1.—M-M. -
88 ἀνήρ
ᾰνήρ (ἀνήρ, ἀνδρός, ἀνδρί, ἄνδρα; ἄνδρες, ἀνδρῶν, ἄνδρεσσι, ἀνδράσι(ν): ἆνέρι, ἆνέρα; ἆνέρες, ἆνέρων)1 man1 man in his prime.aπαίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17
ἀγῶνα νέμειν ἀνδρῶν τ' ἀρετᾶς πέρι καὶ —διφρηλασίας O. 3.37
“ φύονται δὲ καὶ νέοις ἐν ἀνδράσιν πολιαὶ” O. 4.26ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παῤ ἀνδράσιν οὔτ ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι O. 6.10
ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον (τῷ τε Ἁγησίᾳ καὶ τοῖς τούτου προγόνοις. Σ.) O. 6.86ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν O. 7.8
τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου O. 8.58
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν, παῖς δ ἐν Ἀθάναις O. 9.88
νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν O. 13.23
ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον (Hermann: ἀνδράσι codd.) P. 2.65 “ ἀνδρὸς αἰδοίου” P. 4.29δέδεξαι τόνδε κῶμον ἀνέρων P. 5.22
δέκονται θυσίαισιν ἄνδρες οἰχνέοντές σφε δωροφόροι P. 5.86
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι, πολλοὶ δὲ καὶ ξείνων P. 9.107
ἁρμόζων κόρᾳ νυμφίον ἄνδρα (i. e. husband) P. 9.118Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα P. 10.6
κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.33
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.49
νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις N. 9.12
ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18
ἐντί τοι φίλιπποί τ' αὐτόθι ἄνδρες N. 9.33
ποτὶ δυσμενέων ἀνδρῶν στίχας N. 9.38
ἐν Κέῳ ἀμφιρύτᾳ σὺν ποντίοις ἀνδράσιν I. 1.9
τραχεῖα νιφὰς πολέμοιο τεσσάρων ἀνδρῶν ἐρήμωσεν μάκαιραν ἑστίαν I. 4.17
ἀναρίθμων ἀνδρῶν χαλαζάεντι φόνῳ I. 5.50
θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου I. 6.1
περικτίονας ἐνίκασε ἄνδρας I. 8.65
κεἴ μοί τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν fr. 29. 2.ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι Pae. 2.37
χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57
ψοφὸν ἀιὼν Κασταλίας ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον Pae. 6.9
Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3. ( ψυχὰς) ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 5. πέφνε δὲ τρεῖς καὶ δέκ' ἄνδρας fr. 135. νέων ἀνδρῶν ἀριστεύοισιν αἰχμαί fr. 199. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες (fort. non omnia haec sunt Pindari, nott. Wil.) fr. 210. νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.ὦ Συράκοσαι, ἀνδρῶν ἵππων τε σιδαροχαρμᾶν δαιμόνιαι τροφοί P. 2.2
ἄνδρεσσι καὶ γυναιξὶ P. 5.64
ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικὸς Παρθ. 2. 3. ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι (oxymoron intell. Schr.) fr. 203. 1.b specifically, men or heroes τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ Hagesias O. 6.18 ἵκωμαί τε πρὸς ἀνδρῶν καὶ γένος Iamidai O. 6.24 εὐθυμάχαν πελώριον ἄνδρα Diagoras O. 7.15 τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν ἄνδρα τε Diagoras O. 7.89 ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν Epharmostos O. 9.13 ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι Opous O. 9.65 ἄνδρα δ' ἐγὼ κεῖνον αἰνῆσαι μενοινῶν Hieron P. 1.42 ἀνὴρ ἐξαίρετον ἕλε μόχθον Ixion P. 2.29 ἄιδρις ἀνήρ (Ixion = ἥρως v. 31) P. 2.37 σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν Arkesilas P. 4.1 ἀνὴρ ἔκπαγλος Jason P. 4.79 ἀνὴρ συγγενέσιν παρεκοινᾶθ Jason P. 4.132 γόνον ἰδὼν κάλλιστον ἀνδρῶν Jason P. 4.123 δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες Euphamos and Periklymenos P. 4.173Ζήταν Κάλαίν τε ἄνδρας πτεροῖσιν νῶτα πεφρίκοντας P. 4.182
βιατὰς ἀνὴρ Jason P. 4.236 καρτερὸν ἄνδρα Jason P. 4.239 ἄνδρα κεῖνον ἐπαινέοντι συνετοί Arkesilas P. 5.107 ὁ θεῖος ἀνὴρ Antilochos P. 6.38Τελεσικράτη γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα διωξίππου στεφάνωμα Κυράνας P. 9.4
ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον Hyperboreans P. 10.46 ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο Perseus P. 12.18 ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου Chromios N. 1.20 καὶ ὅδ' ἀνὴρ καταβολὰν ἱερῶν ἀγώνων νικαφορίας δέδεκται πρῶτον Timodemos N. 2.3 καί τις ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν Peleus and Telamon N. 5.15 φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον Thearion? N. 7.62 ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν Aristagoras N. 11.11 τοῦδ' ἀνδρὸς ἐν τιμαῖσιν Herodotos I. 1.34 εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων Xenokrates I. 2.17 ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν υἱὸς Ἀλκμήνας Herakles v. Fraenkel on Agam. 719. I. 4.53 λευκωθεὶς κάρα μύρτοῖς ὅδ' ἀνὴρ Melissos I. 4.70 κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου ἐφετμαῖς Lampon I. 6.18 “ λίσσομαι παῖδα θρασύν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι” Telamon I. 6.46 φαίης κέ νιν ἄνδρ' ἐν ἀεθληταῖσιν ἔμμεν Ναξίαν πέτραις ἐν ἄλλαις χαλκοδάμαντ ἀκόναν Lampon ( ἀνδράσιν ἀεθληταῖσιν coni. Heyne) I. 6.72 “ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ” Paris. Πα. 8A. 19. ] τῶνδ' ἀνδρῶν ἕνεκεν μερίμνας σώφρονος Aioladas and Pagondas. Παρθ. 2.. Πολυμνάστου Κολοφωνίου ἀνδρός fr. 188.2 generally = ἄνθρωπος.aῥοαὶ δ' ἄλλοτ ἄλλαι ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
αἵ γε μὲν ἀνδρῶν κυλίνδοντ' ἐλπίδες O. 12.5
ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28
λαμπρὸν φέγγος ἔπεστιν ἀνδρῶν καὶ μείλιχος αἰών P. 8.97
καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ ( ἀνδρῶν cum τινα Σ: “ ἀνδρῶν γιγάντων intellego” Schr.: v. Radt, Mnem., 1966, 169f.) N. 1.65 ( ἄρουραι) βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν (Hermann: ἄνδρεσσιν codd.) N. 6.10παροιχομένων γὰρ ἀνέρων ἀοιδαὶ καὶ λόγοι τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.29
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.24
ἀρετὰ ἐν σοφοῖς ἀνδρῶν ἀερθεῖσ' ἐν δικαίοις τε πρὸς ὑγρὸν αἰθέρα N. 8.41
ἀρχαῖαι δ' ἀρεταὶ ἀμφέροντ ἀλλασσόμεναι γενεαῖς ἀνδρῶν σθένος N. 11.38
“ χρήματα χρήματ' ἀνήρ” I. 2.11εἴ τις ἀνδρῶν κατέχει φρασὶν αἰανῆ κόρον I. 3.1
ἀνδρῶν δ' ἀρετὰν σύμφυτον οὐ κατελέγχει (i. e. τῶν προγόνων) I. 3.13 οὔτοι τετύφλωται μακρὸς μόχθος ἀν-δρῶν I. 5.57
δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14
τυφλα[ὶ γὰ]ρ ἀνδρῶν φρένες, ὅστις Πα. 7B. 18.ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν Pae. 9.4
ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος Pae. 9.20
ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν (v. l. ἀνθρώπων) fr. 213. 3. σφετέραν δ' αἰνεῖ δίκαν ἀνδρῶν ἕκαστος fr. 215. 3.b contrasted with the godsἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35
εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν O. 1.54
εἰ δὲ θεὸν ἀνήρ τις ἔλπεται λαθέμεν O. 1.64
προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοι μετὰ τὸ ταχύποτμον αὖτις ἀνέρων ἔθνος O. 1.66
τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2ἄνεται δὲ πρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς O. 8.8
ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον' ἄνδρες ἐγένοντ O. 9.28
τόνδ' ἀνέρα δαιμονίᾳ γεγάμεν O. 9.110
cf. O. 10.22, O. 11.10τάμἰ ἀνδράσι πλούτου O. 13.7
πολλὰ δ' ἐν καρδίαις ἀνδρῶν ἔβαλον ὧραι O. 13.16
οὔτ' ἐν ἀνδράσι γερασφόρον οὔτ ἐν θεῶν νόμοις P. 2.43
( Χίρωνα)νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
“ θεῷ ἀνέρι εἰδομένῳ” P. 4.21 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής sc. Battos P. 5.94Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.123
τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται· δαίμων δὲ παρίσχει P. 8.76
θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον ἀνδράσι χάρμα φίλοις P. 9.64
θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ· εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς P. 10.22
ἀθάνατων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ P. 12.4
κείνου σὺν ἀνδρὸς δαιμονίαις ἀρεταῖς N. 1.9
ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος N. 6.1
μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (sc. Διόσκουροι).καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54
κρίνεται δ' ἀλκὰ διὰ δαίμονας ἀνδρῶν I. 5.11
ἴσον μὲν θεὸν ἄνδρα τε φίλον (< θεῷ> supp. Heyne: sc. ὑποτρέσαι) fr. 224. ὁπόταν θεὸς ἀνδρὶ χάρμα πέμψῃ fr. 225. ]Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 5.3 generally, a man, anyone ὁ μὰνπλοῦτος ἐτυμώτατον ἀνδρὶ φέγγος O. 2.56
αὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν O. 2.93
τοῦτο δ' ἀμάχανον εὑρεῖν, ὅτι φέρτατον ἀνδρὶ τυχεῖν O. 7.26
κεῖνος ἂν εἴποι τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63
Ἀίδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξαις ἀνήρ O. 8.73
θάξαις δέ κε φύντ' ἀρετᾷ ποτὶ πελώριον ὁρμάσαι κλέος ἀνὴρ θεοῦ σὺν παλάμᾳ O. 10.21
ὅταν εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.93
ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.10
ἀμφοτέροισι δ' ἀνὴρ ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.99
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56
οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν P. 7.20
οὐδ' ἀλλοτρίων ἔρωτες ἀνδρὶ φέρειν κρέσσονες N. 3.30
φθονερὰ δ' ἄλλος ἀνὴρ βλέπων γνώμαν κενεὰν σκότῳ κυλίνδει N. 4.39
ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42
εἰ δὲ γεύεται ἀνδρὸς ἀνήρ τι N. 7.87
κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15
χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν I. 8.15
καὶ συγγένεἰ ἀνδρὶ φ[ ]στέρξαι Pae. 4.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; fr. 61. 2. παντὶ δ' ἐπὶ φθόνος ἀνδρὶ κεῖται ἀρετᾶς Παρθ. 1.. πολύ τοι φέριστον ἀνδρὶ τερπνὸς αἰών fr. 126. 2.4 where the accompanying adj. or subs. bears the emphasis.a c. subs.ἄνδρας ὀλέσαις μναστῆρας O. 1.79
μάτρωες ἄνδρες O. 6.77
μάντιες ἄνδρες O. 8.2
ἁγητὴρ ἀνὴρ P. 1.69
ὥσπερ κυβερνάτας ἀνὴρ P. 1.91
ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51
cf. P. 9.118b c. adj.οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μαργῶν ὑπ' ἀνδρῶν O. 2.96
Αἰτωλὸς ἀνὴρ O. 3.12
τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ O. 6.7
ἀνδρῶν Ἀρκάδων O. 6.34
ἐπὶ προτέρων ἀνδρῶν O. 7.72
ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι P. 1.33
πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων P. 1.80
ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν P. 1.93
εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86
ἐσλοῖσι ἀνδράσιν P. 3.66
Λακεδαι-μονίων ἀνδρῶν P. 4.257
βροτήσιος ἀνὴρ P. 5.3
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν P. 12.22
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων N. 3.41
Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ' ἀνὴρ N. 7.64
χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν N. 8.42
καὶ Κλεωναίων πρὸς ἀνδρῶν N. 10.42
κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45
τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34
καὶ κρέσσον' ἀνδρῶν χειρόνων ἔσφαλε τέχνα καταμάρψαισ I. 4.34
[ἀνδ]ρὶ σοφῷ (supp. Lobel.) Πα. 1. 3. ἀνδρῶν δικαίων fr. 159. κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν fr. 212.c c.τις, ἄλλος τις. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον O. 13.31
εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ O. 14.7
ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.13
κωφὸς ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει P. 9.87
5 frag. ]φυγον ἄνδρα[ Pae. 12.22
]ἔτι δ' ἄνδρ[ Pae. 21.21
κἀ]νδρῶν (supp. Snell.) Δ. 4. e. 4. ] ἀλαον ἀνδρὸς λ[ fr. 173. 3. -
89 ἔχω
ἔχω (ἔχω, -εις, -ει, -ομεν, -οντι; ἔχω, -ῃ; ἔχων, -οντ(α), -οντες; -οισα, -οίσας; ἔχειν: impf. εἶχε, ἔχε(ν), ἔχον: fut. [ ἕξω codd.], σχήσει codd., ἕξει; σχήσοι: aor. ἔσχε(ν), ἔσχετ[ε], ἔσχον; ἔσχεθε, σχέθον; σχέθοι; σχεθών; σχεῖν, σχεθέμεν: med. impf. εἴχετ(ο): aor. pro pass. σχόμεναι.)1 have, hold.1 generally,a have, possess, have in keeping ( Πέλοψ)τύμβον ἀμφίπολον ἔχων O. 1.93
ὅθεν σπέρματος ἔχοντα ῥίζαν πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου (Aristarchus: ἔχοντι codd.) O. 2.46 εἰ δέ μιν (= ὄλβον)ἔχων τις οἶδεν τὸ μέλλον O. 2.56
Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77
καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48
ἀπάτερθε δ' ἔχον διὰ γαῖαν τρίχα δασσάμενοι πατρωίαν ἀστέων μοίρας O. 7.74
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89
μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ P. 5.46
Ἡσυχία βουλᾶν τε καὶ πολέμων ἔχοισα κλαῗδας ὑπερτάτας P. 8.4
Μεγάροις δ' ἔχεις γέρας P. 8.78
οὐκ ἔραμαι πολὺν ἐν μεγάρῳ πλοῦτον κατακρύψαις ἔχειν N. 1.31
ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς N. 7.94
παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν N. 7.100
εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους N. 11.13
πάντ' ἔχεις, εἴ σε τούτων μοῖῤ ἐφίκοιτο καλῶν I. 5.14
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει περὶ κείνων κελαδέσαι I. 5.47
“μέγαν ἄλλοθι κλᾶρον ἔχω; Pae. 4.48
ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9. as epexeg. inf.,ἑτοῖμον ἀνεφρόντισεν γάμον Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα, Κρονίδαι μάκαρες, διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.120
ἀλλά νιν εὑροῖσ' ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν, ὠνύμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον P. 12.22
b hold (in one's grip)ἔμπα, καἴπερ ἔχει βαθεῖα ποντιὰς ἅλμα μέσσον, ἀντίτειν' ἐπιβουλίᾳ N. 4.36
σχεθών νιν ἐπὶ δεξιὰ χειρὸς (Elmsley: σχέθων codd.: ἐνδεξιωσάμενος πατέρα interpr. Schr.) P. 6.19c support ἂν δ' ἐπικράνοις σχέθον πέτραν ἀδαμαντοπέδιλοι κίονες fr. 33d. 7.2a rule overὦ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6
Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει μοιράν τ' ἀέθλων O. 6.79
ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
ἀτὰρ Αἴας Σαλαμῖν' ἔχει πατρῴαν N. 4.48
b dwell inπόλιν· ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι P. 5.82
“ ποίας δ' ἀποσπασθεῖσα φύτλας ὀρέων κευθμῶνας ἔχει σκιοέντων;” P. 9.343a contain, preserveτό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον P. 5.39
b enfoldἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν P. 4.79
4 = κατέχω.a restrain, checkτὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ P. 4.75
τὸ πεπρωμένον οὐ πῦρ οὐ σιδάρεον σχήσει τεῖχος ( ἔσχε coni. Schr.) fr. 232.b hold back, prevent c. inf.ἐλπίδες δ' ὀκνηρότεραι γονέων παιδὸς βίαν ἔσχον ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
c prevent c. part.ἦλθ' ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν, κρανίοις ὄφρα ξένων ναὸν Ποσειδάωνος ἐρέφοντα σχέθοι I. 4.54
5 = παρέχω.a provideἐν Μεγάροισίν τ' οὐχ ἕτερον λιθίνα ψᾶφος ἔχει λόγον O. 7.87
ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286
ὁ δὲ καιρὸς ὁμοίως παντὸς ἔχει κορυφάν P. 9.79
ἴστε μὰν Αἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν περὶ ᾧ φασγάνῳ μομφὰν ἔχει παίδεσσιν Ἑλλάνων (v. μομφά; cf. fr. 359) I. 4.36b keep c. dupl. acc., pr. adj., simm.Μοῖῤ, ἅ τε πατρώιον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36
ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76
οὐδ' Ἀίδας ἀκινήταν ἔχε ῥάβδον O. 9.33
καλὰ γινώσκοντ' ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.289
cf.ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός O. 6.8
ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί ( keeps this as a revered honour v. ὀφθαλμός) P. 5.17 in tmesis, ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψυχάν (v. ἀπέχω) O. 2.696a of non physical things, have, enjoyὁ νικῶν ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν O. 1.98
θεὸς τεαῖσι μήδεται ἔχων τοῦτο κᾶδος, Ἱέρων, μερίμναισιν O. 1.107
δόξαν ἔχω τιν' ἐπὶ γλώσσᾳ λιγυρᾶς ἀκόνας O. 6.82
Πυθοῖ τ' ἔχει σταδίου τιμὰν O. 13.37
Χίρωνα νόον ἔχοντ' ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
ἐλπίδ' ἔχω κλέος εὑρέσθαι κεν P. 3.111
τελέαν δ' ἔχει δόξαν ἀπ ἀρχᾶς P. 8.24
πέταται ὑποπτέροις ἀνορέαις, ἔχων κρέσσονα πλούτου μέριμναν P. 8.91
“ μόχθου καθύπερθε νεᾶνις ἦτορ ἔχοισα” P. 9.32τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἀρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62
ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι, μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθνος N. 3.73
ἔχω γονάτων ὁρμὰν ἐλαφράν (byz.: ἕξω codd.) N. 5.20ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54
τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N. 7.23
κτεάνωνψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας ἄνδρες N. 9.32
βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἀργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.19
βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.62
ὅστις ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας ὀπώραν I. 2.4
ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει I. 5.33
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (unus cod. Stobaei: ἰσχύει rell.: ἔχειν Clem. Alex.) fr. 61. 2. and so, ἔχει θαλίας καὶ πόλις holds, celebrates O. 7.93b = πάσχω, have, be subject toἔχει δ' ἀπάλαμον βίον τοῦτον ἐμπεδόμοχθον O. 1.59
ἅλιον ἔχοντες, ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.62
ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι (v. l. ὀχοίσας) P. 2.79ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος P. 3.24
χαρίεντα δ' ἕξει πόνον χώρας ἄγαλμα (? i. e. ὕμνος) N. 3.12πεῖραν ἔχοντες οἴκαδε κλυτοκάρπων οὐ νέοντ' ἄνευ στεφάνων N. 4.76
ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13
κόρον δ' ἔχει καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ἄνθἐ Ἀφροδίσια N. 7.52
ἔνθ' ἄριστοι ἔσχον πολέμοιο νεῖκος I. 7.36
ἐπαγορίαν ἔχει ( ἐπίμωμός ἐστι interpr. Hesych.) ?fr. 359.7 possess, swayτῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33
ἔρως γὰρ ἔχεν (sc. αὐτούς: ἔσχεν cod., corr. Er. Schmid) I. 8.29 med. aor. pro pass., δεί]ματι σχόμεναι φύγον[ (sc. ἀμφίπολοι) Pae. 20.178 have in mind, knowεἴ τιν' ἔχει λόγον ἀνθρώπων πέρι O. 8.4
εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103
ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ ἄλλοτ ἄλλα πνέων οὔ ποτ ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.41
λεγόμενον δὲ τοῦτο προτέρων ἔπος ἔχω N. 3.53
9 acquire, get oneself (aor. only, but v. P. 2.30)Πισάτα παρὰ πατρὸς εὔδοξον Ἱπποδάμειαν σχεθέμεν O. 1.71
ἱερὸν ἔσχον οἴκημα ποταμοῦ O. 2.9
Ἄργει τ' ἔσχεθε κῦδος ἀνδρῶν O. 9.88
ἔσχον δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι Πινδόθεν ὀρνύμενοι P. 1.65
[ ἐξαίρετον ἔχε μόχθον (Th. Mag.: ἔσχε codd.: ἕλε Mosch) P. 2.30] ( Ἀρκεσίλαν)ἔχοντα Πυθωνόθεν τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.105
σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν, ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων ( σχήσει v. l.) P. 9.116Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις P. 11.48
Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων N. 10.24
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν N. 10.32
μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.37
ἐρικυδέα τ' ἔσχον Δᾶλον Pae. 5.39
Μοῖσαι, τοῦτον ἔσχετ[ε τεθ]μόν Pae. 6.57
10 be able c. inf.ἔχω καλά τε φράσαι O. 13.11
τὺ δὲ σάφα νιν ἔχεις ἐλευθέρᾳ φρενὶ πεπαρεῖν P. 2.57
οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλος ἔμπεδον ὤρεξε N. 7.56
, cf. I. 5.4711 intrans.,a c. adv., fare ἠὺ δ' ἔχοντες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν (Hermann: εὖ δ(ὲ) ἔχοντες codd.: εὖ δὲ τυχόντες Boeckh) O. 5.16b without adv., keep, stayἥμερον ὄφρα κατ' οἶκον ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ ἀλαλατὸς ἔχῃ P. 1.72
v. E. Fraenkel, Horace, 279, 3.12 med., c. gen.,a cling to, be held by δράκοντος δ' εἴχετο λαβροτατᾶν γενύων (sc. δέρμα λαμπρόν) P. 4.244b met., lay hold of, set oneself to εἴχετ' ἔργου (sc. Ἰάσων) P. 4.23313 frag. εἶχε Πα. 7C. a. 3. ]σχήσει πολι[ Pae. 21.17
τί κέ τις ἐσχ[ Δ. 4b. 11. ] ν ἰων ἕχον[ ?fr. 345. 12. -
90 πόλις
πόλις, πτόλις (-ις, -ιος, -ι coni., -ιν; -ίων, -ίες(ς)ι(ν), πόλεσιν dub., - ῖς dub.: πτόλις, -ιν: πόλεα heterocl. acc. dub. Δ. 3. 9.)1 city, stateαὐδάσομαι τεκεῖν μή τιν' πόλιν ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν Θήρωνος O. 2.93
τὰν σὰν πόλιν αὔξων, Καμάρινα, λαοτρόφον O. 5.4
αἰτήσων πόλιν εὐανορίαισι τάνδε κλυταῖς δαιδάλλειν O. 5.20
βρέχε θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας χρυσέαις νιφάδεσσι πόλιν (Lindos ?) O. 7.34 Ἐρατιδᾶν τοι σὺν χαρίτεσσιν ἔχει θαλίας καὶ πόλις (Ialysos) O. 7.94αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88
φίλαν πόλιν μαλεραῖς ἐπιφλέγων ἀοιδαῖς O. 9.21
πόλιν δ' ὤπασεν λαόν τε διαιτᾶν (Opous) O. 9.66νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν Λοκρῶν Ζεφυρίων O. 10.13
ἴδε πατρίδα πολυκτέανον βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν (the city of Augeas, king of the Epeians) O. 10.38Τίρυνθα ναίων πόλιν O. 10.68
μέλιτι εὐάνορα πόλιν καταβρέχων (Locri Epizephyrii) O. 10.99βάθρον πολίων ἀσφαλές, Δίκα O. 13.6
ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111
ὄρος τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα (Aitna) P. 1.31Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54
τῷ πόλιν κείναν Ἱέρων ἐν νόμοις ἔκτισσε (Aitna) P. 1.61χὤταν πόλιν οἱ σοφοὶ τηρέωντι P. 2.88
κτίσσειεν εὐάρματον πόλιν ἐν ἀργεννόεντι μαστῷ (Cyrene) P. 4.8 “ μεγαλᾶν πολίων ματρόπολιν Θήραν γενέσθαι” P. 4.19 [“ νάεσσι πόλῖς ἀγαγὲν Νείλοιο πρὸς πῖον τέμενος Κρονίδα” (Lehrs: πολεῖς codd.) P. 4.56]ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι καὶ ἀφαυροτέροις P. 4.272
βασιλεὺς ἐσσὶ μεγαλᾶν πολίων P. 5.16
ἦλθες ἤδη Λιβύας πεδίον καὶ πατρωίαν πόλιν (Cyrene) P. 5.53Κυράνας ἀγακτιμέναν πόλιν P. 5.81
πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἐρεχθέος ἀστῶν P. 7.9
Αἴγινα φίλα μᾶτερ, ἐλευθέρῳ στόλῳ πόλιν τάνδε κόμιζε P. 8.99
καλλίσταν πόλιν (Cyrene) P. 9.69 τρὶς δὴ πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι (Cyrene) P. 9.91ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.106
ἐν δ' ἀγαθοῖσι κεῖται πατρώιαικεδναὶ πολίων κυβερνάσιες P. 10.72
τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52
φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων (Akragas) P. 12.1 παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων (Bergk: πόλιν, πόλει codd.: καλλίχορον πόλιν Theon: Orchomenos) P. 12.26Σικελίαν πίειραν ὀρθώσειν κορυφαῖς πολίων ἀφνεαῖς N. 1.15
χαίρω δ' ὅτι ἐσλοῖσι μάρναται πέρι πᾶσα πόλις (Aigina) N. 5.47 πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ δορικτύπων Αἰακιδᾶν (Aigina) N. 7.9πρὸς Ἴλου πόλιν N. 7.30
Πριάμου πόλιν Νεοπτόλεμος ἐπεὶ πράθεν N. 7.35
πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ (Aigina) N. 8.13 κυδαίνων πόλιν (Sikyon) N. 9.12Δαναοῦ πόλιν Ἄργος N. 10.1
Κλείτωρ καὶ Τεγέα καὶ Ἀχαιῶν ὑψίβατοι πόλιες N. 10.47
τάνδ' ἐς εὔνομον πόλιν (Aigina) 1. 5. 22.πόλιν Τρώων πράθον I. 5.36
πόλις Αἴαντος Σαλαμίς I. 5.48
οὐδ' ἔστιν οὕτω βάρβαρος οὔτε παλίγγλωσσος πόλις ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος I. 6.24
τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι (Aigina) I. 6.65 φιλαρμάτου πόλιος ἁγεμόνα (sc. Θήβαν) I. 8.20 “ πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει” fr. 43. 3. πολίων δ' ἑκατὸν πεδέχειν μέρος ἕβδομον (in Krete)Πα.. 3. διέπερσεν Ἰλίου πόλ[ιν Pae. 6.104
]πόλιν πατρίαν (Aigina ?) Πα.. 1. Κάδμου στρατὸν καὶ Ζεάθου πό[λιν] (Thebes)Πα... ]υ πόλιν χαλκεα[ Pae. 14.26
]ν' ἀμφὶ πόλιν φλεγε[ Pae. 18.4
]σχήσει πολι[ Pae. 21.17
Κυ]κλώπων πτόλις α[ Δ. 1.. τ]ίνα πτόλιν Δ. 4. c. 6. θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος (Bergk e paraphr. Plutarchi: ὑπὲρ πολέων, ἐπὶ πόλεως codd. Herodiani) fr. 78. 3. ὑψηλὰν πόλιν ἀμφινέμονται (Akragas) fr. 119. 2. ἄγαν φιλοτιμίαν μνώμενοι ἐν πόλεσιν ἄνδρες ( πολίεσσιν coni. Boeckh, edd.) fr. 210. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν (Aigina) fr. 242. δαιτίκλυτον πόλιν ἐς Ὀρχομενῶ διώξιππον ?fr. 333a. 8. dub., ] εων ἐλθὲ φίλαν δὴ πόλεα (Schr.: πολέα G-H: πολεωᾰ ς Π: forma πόλεα valde dubia, nott. Snell) Δ. 3. 9. -
91 τίθημι
τῐθημι (τιθεῖς, -ησι; τιθείς: τιθέμεν: fut. θήσω, -εις; θησέμεν: impf. τίθεν: aor. ἔθηκας, (ἔ) θηκε(ν), θέσαν, θέν coni.: med. fut. θήσομαι, -ονται: aor. θέτο, (ἔ)θεντο; θέμενος, -οι, -αν, -αι; θηκάμενος, -οι; θέσθαι: pass. τιθεμένων.)1 lay, placeaτρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.39
ἐπεὶ τείχει θέσαν ἐν ξυλίνῳ σύγγονοι κούραν P. 3.38
med., χρυσότοξον θέμεναι παρὰ Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους (sc. αἱ Μοῖραι) O. 14.10ἐπεὶ δ' ἄλκιμον νέκυν ἐν τάφῳ πολυστόνῳ θέντο Πηλείδαν Pae. 6.99
[ταὶ δ ἐπιγουνίδιον θαησάμεναι βρέφος αὐταῖς (Bergk: θα- vel θηκάμεναι, θησάμενοι codd.: κατθηκάμενοι Mosch.) P. 9.62]b med., put upon oneself, assume “ φαιδίμαν ἀνδρὸς αἰδοίου πρόσοψιν θηκάμενος” P. 4.29 met., “ κᾶδος ὡσείτε φθιμένου δνοφερὸν ἐν δώμασι θηκάμενοι” P. 4.113 ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος οὐκ ἤθελεν λιπὼν πατρίδα μοναρχεῖν Ἄργει θέμενος οἰωνοπόλον γέρας ( ἀποθέμενος interpr. Schr.) Pae. 4.302 lay, place, establish in various senses.a act. & med., build, fashion δόμον ἔθεντο πρῶτον i. e. for themselves O. 9.44κελήσατό μιν θέμεν Ἱππίᾳ βωμὸν εὐθὺς Ἀθάνᾳ O. 13.82
( νεφέλα)ἅντε δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.39
εἰ δέ τοι μάτρῳ μ' ἔτι Καλλικλεῖ κελεύεις στάλαν θέμεν N. 4.80
ἢ γαῖαν κατακλύσαισα θήσεις ἀνδρῶν νέον ἐξ ἀρχᾶς γένος; (Barnes: θήσει codd. Dion. Hal.: sc. ἀκτὶς ἀελίου) Pae. 9.19b act. & med., establish, found festivals, simm., πενταετηρίδ' θῆκε ζαθέοις ἐπὶ κρημνοῖς Ἀλφεοῦ (sc. Ἡρακλέης) O. 3.22 Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ χρηστήριον θέσθαι (sc. Ἴαμον) κέλευσεν i. e. for himself and his descendants. O. 6.70ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος ἐπ' Ἀσωποῦ ῥεέθροις N. 9.9
τιθεμένων ἀγώνων πρόφασις ἀρετὰν ἐς αἰπὺν ἔβαλε σκότον fr. 228.c establish, set up as a prize ( χαλκὸν) ὅν τε Κλείτωρ καὶ Λύκαιον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει (ed. Morel.: ἔθηκεν codd.) N. 10.48d met., establish, instil (in the mind)εἰ δὲ τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.65
cf. P. 1.40e lay met. τιθεῖς ὕβριν ἐν ἄντλῳ (sc. Ἡσυχία) P. 8.11ἀλλὰ χρονίῳ σὺν Ἄρει πέφνεν τε ματέρα θῆκέ τ' Αἴγισθον ἐν φοναῖς P. 11.37
τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ τιθεὶς ἐρευνασάτω ( καταθεὶς v. l.) fr. 109.f act. & med., place, put esp. c. abstract subject [ Πίσας χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19] κόρος τὸ λαλαγῆσαι θέλων κρυφόν τε θέμεν ἐσλῶν καλοῖς ἔργοις (Aristarchus: κρύφιον codd.: τιθέμεν Hermann: locus varie temptatus) O. 2.97 μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (τουτέστι θεωρῆσαι Σ.) N. 8.433 makea act. & med., performσεμνὰν θυσίαν θέμενοι O. 7.42
Ζεὺς ἄμπαλον μέλλεν θέμεν O. 7.61
καὶ κεῖνος ὅσα χάρματ' ἄλλοις ἔθηκεν O. 2.99
b med., make for oneself, undertake εὔχομαι ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν (sc. Δία) O. 8.86 ἀγώνιον ἐν δόξᾳ θέμενος εὖχος, ἔργῳ καθελών having made himself a now O. 10.63καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
c c. abstract subs. in periphrasis τλᾶθι τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν (= σπουδάζειν) P. 4.276 Ὀρτυγία, σέθεν ἁδυεπὴς ὕμνος ὁρμᾶται θέμεν αἶνον ἀελλοπόδων μέγαν ἵππων (= αἰνεῖν) N. 1.5d act. & med., c. pr. adj., subs. ἄφθιτον θέν νιν (Mommsen: θέσαν αὐτόν codd.: θῆκαν Rauchenstein) O. 1.64ἀποίητον οὐδ' ἂν χρόνος δύναιτο θέμεν ἔργων τέλος O. 2.17
ἀρχομένου δ' ἔργου πρόσωπον χρὴ θέμεν τηλαυγές O. 6.4
θῆκέ μιν ζαλωτὸν ὁμόφρονος εὐνᾶς O. 7.6
ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.18
τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.47
Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ παύρῳ ἔπει θήσω φανέῤ ἀθρ O. 13.98
πάντα λόγον θέμενος σπουδαῖον making his every word earnest P. 4.132νιν θῆκε δέσποιναν χθονὸς P. 9.7
“ ἔνθα νιν ἀρχέπολιν θήσεις” P. 9.54 “ θήσονταί τέ νιν (“utrum recte iam vett. gramm. ad θῆσθαι rettulerint necne dubitare possis, quamquam θρέψουσι schol. 113,” Schr.) P. 9.63ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας πετρᾶν ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν P. 10.15
ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα P. 10.58
λυγρόν τ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ἀναγκαῖον λέχος P. 12.15
παλίγγλωσσον δέ οἱ ἀθάνατοι ἀγγέλων ῥῆσιν θέσαν N. 1.59
κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22
τό (sc. ῥῆμα)μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9
ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.50
Διομήδεα δ' ἄμ-βροτον ξανθά ποτε Γλαυκῶπις ἔθηκε θεόν N. 10.7
οὐ γνώμᾳ διπλόαν θέτο βουλὰν N. 10.89
μᾶτερ ἐμά, τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.3
Ἰλίου δὲ θῆκεν ἄφαρ ὀψιτέραν ἅλωσιν (sc. Ἀπόλλων) Πα... λτ;τί δγτ; ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν; (sc. ἀκτὶς ἀελίου) Pae. 9.3 in zeugma,ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν P. 1.40
4 fragg. ]θέμεν Δ. 1. 12. θῆ]κε (supp. Snell) Δ... πεπρωμέναν θῆκε μοῖραν μετατραπεῖν (Bergk: ἔθηκε codd.) fr. 177a. Φερσεφόνᾳ ματρί τε χρυσοθρόνῳ θῆ[κεν ἀστ]οῖσιν τελευτὰν ( τέλος Σ unde τελετὰν coni. Lobel) P. Oxy. 2622, fr. 1, 5 ad ?fr. 346c.5 in tmesis. ἐπὶ γὰρ τίθησι (v. ἐπιτίθημι) P. 2.10 ὑπὸ ἔθηκε (v. ὑποτίθημι) O. 1.19 -
92 ὑπό
1 c. acc.,a under, below ὑπὸ Κυλλάνας ὄρο̄ς, Ἁγησία, μάτρωες ἄνδρες ναιετάοντες (Π: ὅροις codd.) O. 6.77τὸν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν διφρηλάτα Ἀμφιτρύωνος σάματι P. 9.81
[codd. P. 10.15] ὄλβιος ὅστις ἰδὼν κεῖν' εἶσ ὑπὸ χθόν fr. 137. 1.b under, up to the walls ofθαλασσίαις ἀνέμων ῥιπαῖσι πεμφθεὶς ὑπὸ Τροίαν N. 3.60
2 c. gen.,a belowπολλά μοι ὑπ' ἀγκῶνος ὠκέα βέλη ἔνδον ἐντὶ φαρέτρας O. 2.83
λόχμας ὑπὸ κυανέας τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.40
λόχμαισι δὲ δοκεύσαις ὑπὸ Κλεωνᾶν δάμασε O. 10.30
ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111
[coni. Bergk P. 8.77] ἔθηκε καὶ βαθυλείμων ὑπὸ Κίρρας πετρᾶν ἀγὼν κρατησίποδα Φρικίαν (Christ: βαθυλείμων(α) ἀγὼν πέτραν codd.) P. 10.15b from (out of) of the delivery of a child,ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων ὑπ ὠδῖνός τ ἐρατᾶς Ἴαμος ἐς φάος αὐτίκα O. 6.43
“παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς εὐθρόνοις ὥραισι καὶ Γαίᾳ ἀνελὼν φίλας ὑπὸ ματέρος οἴσει” P. 9.61ἐπεὶ σπλάγχνων ὕπο ματέρος αὐτίκα θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς ὠδῖνα φεύγων μόλεν N. 1.35
met., of deliverance, ὑπ' ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν (ἀπ byz.) O. 5.14Ὀρέστα· τὸν δὴ Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.18
c to the accompaniment ofτεαὶ γὰρ ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί O. 4.2
καί νυν ὑπ' ἀμφοτέρων σὺν Διαγόρᾳ κατέβαν (i. e. with lyre and flute) O. 7.13 σειρῆνα δὲ κόμπον αὐλίσκων ὑπὸ λωτίνων μιμήσομ' ἀοιδαῖς Παρθ. 2. 14.d of agency,I of things, under the influence of ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O.2.19.cf.O.6.43.II of pers. ἀλλ' αἶνον ἐπέβα κόρος οὐ δίκᾳ συναντόμενος ἀλλὰ μάργων ὑπ ἀνδρῶν under the influence of O. 2.96 Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη by, at the the hands of N. 2.203 c. dat.,a lying below, at the foot of [ ὑπὸ Κυλλάνας ὅροις (ὄρος Π.) O. 6.77] τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ ἕξ (v. l. ἐπ) O. 13.106ὄχθαις ὕπο Ταυγέτου ναίοντες P. 1.64
δασκίοις Φλειοῦντος ὑπ' ὠγυγίοις ὄρεσιν N. 6.44
ἐν δὲ κέχλαδ[εν] κρόταλ' αἰθομένα τε δαὶς ὑπὸ ξανθαῖσι πεύκαις Δ. 2. 11.b down in, underἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.56
ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70
“ὑπὸ σπλάγχ[νοις] φέροισα τόνδ' ἀνέῤ Πα. 8A. 18. πρῶτον εὐνάσθην ἀγαπατὸς ὑπὸ σπαργάνοις fr. 193.c from under ( θρῆνον)τὸν παρθενίοις ὑπό τ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς ἄιε λειβόμενον P. 12.9
d yoked to ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ;ἅρμασιν ἵπποι (Bergk e Σ: ἐν unus cod.; om. alter) I. 5.5 ὑφ' ἅρμασιν ἵππος (v. l. ἐν) fr. 234. 1.e by means of, by, withβωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις O. 5.6
μεγαλᾶν δ' ἀρετᾶν δρόσῳ μαλθακᾷ ῥανθεισᾶν κώμων ὑπὸ χεύμασιν (byz.: θ' ὑπὸ codd.) P. 5.100 ( σοφοὶ)οὐδ' ὑπὸ κέρδει βλάβεν N. 7.18
λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν ὑπὸ ματροδόκοις γοναῖς φυτεῦσαι N. 7.84
αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται N. 9.33
“νῦν σε, νῦν εὐχαῖς ὑπὸ θεσπεσίαις λίσσομαι” I. 6.44 κείνων λυθέντες σαῖς ὑπὸ χερσίν, ἄναξ fr. 35. ὁ δὲ μηδὲν ἔχων ὑπὸ σιγᾷ μελαίνᾳ κάρα κέκρυπται Παρθ. 1. 9.f under the force of, under the influence of [εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19]ὑπὸ στερεῷ πυρὶ πλαγαῖς τε σιδάρου βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν O. 10.36
δαμεῖσα χρυσέοις τόξοισιν ὕπ' Ἀρτέμιδος (Hermann: ὑπ codd.) P. 3.10 βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμανἔνεπεν N. 1.68
ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν πελεμιζόμενοι ὑπ' ἀλεξιμβρότῳ λόγχᾳ N. 8.30
δαίμων δὲ παρίσχει, ἄλλοτ' ἄλλον ὕπερθε βάλλων ἄλλον δ ὑπὸ χειρῶν μέτρῳ καταβαίνει (v. l. μέτρον: post χειρῶν distinxit Bergk) P. 8.77τῶν μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
ἐκράνθην ὑπὸ δαιμονίῳ τινι (sc. δείματι, simm.) —συνάγεν θρόον Pae. 9.34
g of pers., by, throughὑπ' Ἀπόλλωνι γλυκείας πρῶτον ἔψαυσ Ἀφροδίτας O. 6.35
“ ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” I. 8.454 fragg. ] α βοῦς ὑπ' οἴστρ[ fr. 51f. b. 13. ] ὕπο[ P. Oxy. 2447. 5. B in tmesis νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν (v. ὑποτίθημι) O. 1.19 ὑπὸ κίονες ἕστασαν (v. ὑφίσταμι) Pae. 8.69 -
93 αὐτός
Aαὐτόν Leg.Gort. 3.4
, al.), reflexive Pron., self:—in oblique cases used for the personal Pron., him, her, it:—with Art., ὁ αὐτός, ἡ αὐτή, τὸ αὐτό (also ταὐτόν), etc., the very one, the same.I self, myself, thyself, etc., acc. to the person of the Verb: freq. joined with ἐγώ, σύ, etc. (v. infr. 10),1 one's true self, the soul, not the body, Od.11.602; reversely, body, not soul, Il.1.4; oneself, as opp. others who are less prominent, as king to subject, 6.18; Zeus to other gods, 8.4; bird to young, 2.317; man to wife and children, Od.14.265; warrior to horses, Il.2.466, or to weapons, 1.47; shepherd to herd, Od.9.167, cf. Il.1.51; Trojans to allies, 11.220; seamen to ships, 7.338: generally, whole to parts, ib. 474; so laterἡ σίδη καὶ αὐτὴ καὶ τὰ φύλλα Thphr.HP4.10.7
, cf. X.Ath.1.19, Pl.Grg. 511e, etc.;αὐτή τε Μανδάνη καὶ τὸν υἱὸν ἔχουσα X.Cyr.1.3.1
;αὐ. τε καὶ τὰ ποιήματα βουλόμενος ἐπιδεῖξαι Pl.R. 398a
: abs., the Master, as in the Pythag. phrase Αὐτὸς ἔφα, Lat. Ipse dixit; so τίς οὗτος.. ;— Αὐτός, i.e. Socrates, Ar.Nu. 218; ἀναβόησον Αὐτόν ib. 219;ἀνοιγέτω τις δώματ'· Αὐτὸς ἔρχεται
the Master,Id.
Fr. 268, cf. Pl.Prt. 314d, Thphr.Char.2.4, Men.Sam.41:αὐ. ἀϋτεῖ Theoc.24.50
: neut., αὐτὸ σημανεῖ the result will show, E.Ph. 623;αὐτὸ δηλώσει D.19.157
;αὐτὰ δηλοῖ Pl.Prt. 329b
; αὐτὸ διδάξει ib. 324a; esp.αὐτὸ δείξει Cratin. 177
, Pl.Hp.Ma. 288b, cf. Tht. 200e; in full,τάχ' αὐτὸ δείξει τοὔργον S.Fr. 388
;τοὔργον τάχ' αὐτὸ δείξει Ar.Lys. 375
; redupl., ; of things, the very, ὑπὸ λόφον αὐτόν, i.e. just, exactly under.., Il.13.615; πρὸς αὐταῖς ταῖς θύραις close by the door, Lys.12.12; αὐτὸ τὸ δέον the very thing needed, X. An.4.7.7; ; αὐτὸ τὸ περίορθρον the point of dawn, Th.2.3; αὐτὰ τὰ ἐναντία the very opposite, X.Mem. 4.5.7;αὐτὰ τὰ χρήσιμα καὶ ἀναγκαῖα D.H.Th.23
; even,οὔ μοι μέλει ἄλγος οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης Il.6.451
; .—In these senses αὐτός in Prose either precedes both the Art. and Subst., or follows both, e.g. αὐτὸς ὁ υἱός or ὁ υἱὸς αὐτός. The Art. is sts. omitted with proper names, or Nouns denoting individuals,αὐτὸς Μένων X.An.2.1.5
; αὐτὸς βασιλεύς ib.1.7.11.2 of oneself, of one's own accord,ἀλλά τις αὐ. ἴτω Il.17.254
; ;καταπαύσομεν· οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ παυέσθων Od.2.168
;ἥξει γὰρ αὐτά S.OT 341
; also, in person,τῶν πραγμάτων ὑμῖν.. αὐτοῖς ἀντιληπτέον D.1.2
.3 by oneself or itself, alone, αὐτός περ ἐών although alone, Il.8.99; αὐτὸς ἐγείναο παῖδ', i.e. without a mother, 5.880, cf. Hes.Th. 924; by himself,Hdt.
5.85; αὐτοὶ γάρ ἐσμεν we are by ourselves, i.e. among friends, Ar.Ach. 504, cf. Th. 472, Pl.Prm. 137b, Herod.6.70, Plu.2.755c, Luc. DDeor.10.2;αὐτοῖς τοῖς ἀνδράσι.. ἢ καὶ τοῖς ἄλλοις X.An.2.3.7
;ἄνευ τοῦ σίτου τὸ ὄψον αὐτὸ ἐσθίειν Id.Mem.3.14.3
;τὸν τρίβωνα ὃν αὐτὸν φορεῖ Thphr.Char.22.13
(prob.); αὐτὰ γὰρ ἔστιν ταῦτα these and no others, Emp.21.13, al.: strengthd., αὐτὸς κτήσατο οἶος himself alone, Od.14.450; αὐτὸς μόνος, v. μόνος II; αὐτὸς καθ' αὑτόν, v. ἑαυτοῦ.4 in Philosophy, by or in itself, of an abstract concept or idea,δίκαιον αὐτό Pl.Phd. 65d
;αὐτὸ τὸ ἕν Id.Prm. 143a
, al., cf. Arist. Metaph. 997b8: neut., αὐτό is freq. in this sense, attached to Nouns of all genders,οὐκ αὐτὸ δικαιοσύνην ἐπαινοῦντες ἀλλὰ τὰς ἀπ' αὐτῆς εὐδοκιμήσεις Pl.R. 363a
; less freq. with Art.,τί ποτ' ἐστὶν αὐτὸ ἡ ἀρετή Id.Prt. 360e
; more fully, εἰ αὐτὸ τοῦτο πατέρα ἠρώτων, ἆρα ὁ πατήρ ἐστι πατήρ τινος, ἢ οὔ; Id.Smp. 199d; ἀδελφός, αὐτὸ τοῦτο ὅπερ ἔστιν the ideal, abstract brother, ibid.e: later, in compos., αὐτοαγαθόν, αὐτοάνθρωπος, etc. (q. v.), cf. Arist.Metaph. 1040b33; less freq. agreeing with the Subst., , etc.; doubled,ἐκ τῆς εἰκόνος μανθάνειν αὐτήν τε αὐτήν, εἰ καλῶς εἴκασται
its very self,Id.
Cra. 439a.5 in dat. with Subst., in one, together, ἀνόρουσεν αὐτῇ σὺν φόρμιγγι he sprang up lyre in hand, Il.9.194; αὐτῇ σὺν πήληκι κάρη helmet and all, 14.498, cf. Od.13.118;αὐτῷ σὺν ἄγγει E. Ion 32
, cf. Hipp. 1213; also withoutσύν, αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαι Il.8.24
: so freq. in Prose and Poetry, αὐτοῖς ἀνδράσι men and all, Hdt.6.93; αὐτοῖσι συμμάχοισι allies and all, A.Pr. 223 (lyr.); : with Art., ;αὐτοῖσι τοῖς πόρπαξι Ar.Eq. 849
, etc.;αὐτοῖς τοῖς ἵπποις κατακρημνισθῆναι X.Cyr.1.4.7
.6 added to ordinal Numbers, e.g. πέμπτος αὐτός himself the fifth, i. e. himself with four others, Th.1.46, cf. 8.35, X.HG2.2.17, Apoc.17.11, etc.:— αὐτός always being the chief person.7 freq. coupled withοὗτος, τοῦτ' αὐτό ἐστι τὸ ζητηθέν Pl.Plt. 267c
, etc.;αὐτὸ τοῦτο μόνον Id.Grg. 500b
; alsoλεγόντων ἄλλο μὲν οὐδέν.. αὐτὰ δὲ τάδε Th.1.139
;πόλεις ἄλλας τε καὶ αὐτὸ τοῦτο τὸ Βυζάντιον X.An.7.1.27
; ταῦτα ἥκω αὐτὰ ἵνα .. Pl.Prt. 310e.9 repeated in apodosi for emphasis,αὐτὸς ἐπαγγειλάμενος σώσειν.. αὐτὸς ἀπώλεσεν Lys.12.68
, cf. A.Fr. 350, X.An.3.2.4.10 in connexion with the person. Pron.,ἐγὼν αὐτός Od.2.194
;σέθεν αὐτοῦ Il.23.312
;νωΐτερον αὐτῶν 15.39
(always divisim in Hom.); folld. by an enclit. Pron.,αὐτόν μιν Od.4.244
; soαὐτὸν γάρ σε δεῖ Προμηθέως A.Pr.86
; alsoαὐτὸς ἔγωγε Pl.Phd. 59b
, etc.:— after Hom. in the oblique cases αὐτός coalesces with the Pron., ἐμαυτοῦ, σεαυτοῦ (these not in Alc. or Sapph., A.D.Pron.80.10 sqq.), ἑαυτοῦ, etc. (q. v.).b with person. Pron. omitted, αὐτός.. ἧσθαι λιλαίομαι, for ἐγὼ αὐτός, Il.13.252; αὐτὸν ἐλέησον, for ἐμὲ αὐτόν, 24.503;αὐτῶν γὰρ ἀπωλόμεθ' ἀφραδίῃσιν Od.10.27
; in 2.33 οἱ αὐτῷ is simply a strengthd. form of οἱ; and so in [dialect] Att., when σὲ αὐτόν, ἐμοὶ αὐτῷ, etc., are read divisim, they are emphatic, not reflexive; in this case αὐτός generally precedes the person. Pron., cf. X.Cyr.6.2.25 with 6.1.14.c with the reflexive ἑαυτοῦ, αὑτοῦ, etc., to add force and definiteness,αὐτὸς καθ' αὑτοῦ A.Th. 406
; αὐτοὶ ὑφ' αὑτῶν ib. 194;αὐτοὶ καθ' αὑτούς X.Mem.3.5.4
;αὐτὸ καθ' αὑτό Pl.Tht. 201e
; sts. between the Art. and reflex. Pron., , cf. Pr. 762; : also κατ' αὐτὺ ([dialect] Boeot. for αὐτοὶ)αὐτῶν IG7.3172.121
(Orchom. [dialect] Boeot.).d αὐτοῦ, αὐτῶν with possess. Pron.,πατρὸς κλέος ἠδ' ἐμὸν αὐτοῦ Il.6.446
;θρῆνον.. ἐμὸν τὸν αὐτῆς A.Ag. 1323
; ; τοῖς οἷσιν αὐτοῦ ib. 1248; ;τοῖς ἡμετέροις αὐτῶν φίλοις X.An. 7.1.29
.e αὐτὸς ἑαυτοῦ with [comp] Comp. and [comp] Sup. Adj.,αὐτὸς ἑωυτοῦ ῥέει πολλῷ ὑποδεέστερος Hdt.2.25
;τῇ εὐρυτάτη ἐστὶ αὐτὴ ἑωυτῆς Id.1.203
.11 αὐτός for ὁ αὐτός, the same, Il.12.225, Od.8.107, 16.138, Pi.N.5.1 (never in Trag.), and in later Prose,αὐταῖς ταῖς ἡμέραις IG 14.966
(ii A. D.), cf. Ev.Luc.23.12.12 [comp] Comp.αὐτότερος Epich.5
: [comp] Sup. his very self,Ar.
Pl.83: neut. pl. αὐτότατα dub. in Phld.Piet.80. Adv., [comp] Comp.αὐτοτέρως Gal.18(2).431
.II he, she, it, for the simple Pron. of 3 pers., only in oblique cases (exc. in later Gk., Ev.Luc.4.15, etc.), and rarely first in a sentence, Pl.La. 194e, and later, Ep.Eph.2.10, etc.: rare in [dialect] Ep., Il. 12.204 (where Hdn. treated it as enclitic), and mostly emphatic, ib.14.457, Od.16.388; so in Trag., E.Hel. 421: in Prose, to recall a Noun used earlier in the sentence,ἐγὼ μὲν οὖν βασιλέα.. οὐκ οἶδα ὅ τι δεῖ αὐτὸν ὀμόσαι X.An.2.4.7
;πειράσομαι τῷ πάππῳ.. συμμαχεῖν αὐτῷ Id.Cyr.1.3.15
;ἄνδρα δὴ.. εἰ ἀφίκοιτο εἰς τὴν πόλιν, προσκυνοῖμεν ἂν αὐτόν Pl.R. 398a
; after a Relative,ὅς κε θεοῖς ἐπιπείθηται.. ἔκλυον αὐτοῦ Il.1.218
;οὓς μὴ εὕρισκον, κενοτάφιον αὐτοῖς ἐποίησαν X.An.6
. 4.9, cf. 1.9.29; esp. where a second Verb requires a change of case in the Pron.,οἳ ἂν ἐξελεγχθῶσι.. ὡς προδότας αὐτοὺς ὄντας τιμωρηθῆναι Id.An.2.5.27
;ἐκεῖνοι οἷς οὐκ ἐχαρίζονθ' οἱ λέγοντες οὐδ' ἐφίλουν αὐτούς D.3.24
; in subdivisions,ὅσοι.. οἱ μὲν αὐτῶν.. X.Cyr.1.1.1
, cf. Pl.Chrm. 168e; later, pleonastically after a Relative,ὧν ὁ μὲν αὐτῶν Call.Epigr.43
, cf. Ev.Luc.3.16, Apoc.7.2, etc.: in S.Ph. 316 αὐτοῖς is emphatic 'in their own persons'.III with Art. ὁ αὐτός, ἡ αὐτή, τὸ αὐτό, and [dialect] Att. [var] contr. αὑτός, αὑτή, ταὐτό and ταὐτόν (as required by the metre, cf. S.OT 734 with 325, and in Prose to avoid hiatus): gen. ταὐτοῦ, dat. ταὐτῷ, pl. neut. ταὐτά; [dialect] Ion. ὡυτός, τὠυτό:—the very one, the same, rare in Hom., Il. 6.391, Od.7.55, 326;ὁ αὐ. εἰμι τῇ γνώμῃ Th.3.38
, cf. 5.75;ἐπὶ τὸ αὐ. αἱ γνῶμαι ἔφερον Id.1.79
: c. dat., to denote sameness or agreement, esp. in Prose,τὠυτὸ ἂν ὑμῖν ἐπρήσσομεν Hdt.4.119
; ; ὁ αὐτὸς τῷ λίθῳ the same as the stone, Pl. Euthd. 298a; ἐν ταὐτῷ εἶναί τινι to be in the place with.., X.An.3.1.27; προσίεσθαί τινα ἐς ταὐτὸ ἑαυτῷ to have a person meet one, ib.30, cf. A.Ch. 210;κατὰ ταὐτὰ τῷ Νείλῳ Hdt.2.20
;τῇ αὐτῇ.. καί Id.4.109
; ;ὁ αὐτός.. ὥσπερ Pl.Phd. 86a
; face to face,Jul.
Or.2.5a0.2 in later Greek, the said, the above-named,Ἡρώδης ὁ αὐ. PLille23.8
(iii B. C.), etc.IV Adverbial phrases:1 simply, merely,Ph.
2.252, etc.;αὐ. μόνον ἐργάτης Luc.Somn.9
;αὐ. μόνον τὸ ὄνομα τῆς φωνῆς A.D.Synt.22.20
.3 αὐτὸ τοῦτο as Adv., PGrenf.1.114 (ii B. C.), 2 Ep.Pet. 1.5;τῆς αὐτὸ τοῦτο κινουμένης σφαίρας Iamb. Comm.Math.17
.4 with Preps., added together, making a total,PLond.
2.196.37 (ii A. D.); together, at the same time,Act.Ap.
14.1, etc.; but just then,Hdn.
1.12.3.V In Compos.:1 of or by oneself, self-.., as in αὐτοδίδακτος, αὐτογνώμων, αὐτόματος: and so, independently, as in αὐτοκράτωρ, αὐτόνομος.2 hence, as a second self, very.., bodily, as with proper names, Αὐτοθαΐς.3 in the abstract, the ideal, v. supr.1.4.4 precisely, as in αὐτόδεκα.5 rarely with reflex. sense of ἀλλήλων, as in αὐτοκτονέω.6 in one piece with, together with, as in αὐτόκωπος, αὐτοχείλης, αὐτόπρεμνος, αὐτόρριζος.7 by itself: hence, only, as in αὐτόξυλος, αὐτόποκος.—For αὐτοῦ, αὐτῶς, etc., v. the respective Arts. -
94 γένος
A race, stock, kin,ἀμφοτέροισιν ὁμὸν γ. ἠδ' ἴα πάτρη Il.13.354
;αἷμά τε καὶ γ. Od.8.583
; ;γένος πατέρων αἰσχυνέμεν Il.6.209
;γ. ἀπόλωλε τοκήων Od.4.62
; : freq. abs. in acc., ἐξ Ἰθάκης γένος εἰμί from Ithaca I am by race, 15.267, cf. Il. 5.544, 896, S.Ph. 239, etc.; in [dialect] Att. freq. with the Art., ;Ar.
Pax 186, cf. Pl.Sph. 216a: so in dat.,γένει πολῖται D.23.24
; γένει υἱός, opp. an adopted son, Id.44.2; οἱ ἐν γένει, = συγγενεῖς, S.OT 1430;οἱ ἔξω γένους Id.Ant. 660
;οὐδὲν ἐν γένει Id.OT 1016
;γένει προσήκειν τινί X.An.1.6.1
;γένει ἀπωτέρω εἶναι D. 44.13
: in gen., γένους εἶναί τινος to be of his race, , cf. X.HG4.2.9; ἐγγυτέρω, ἐγγύτατα γένους, nearer, next of kin, Is.8.33, A.Supp. 388.2 direct descent, opp. collateral relationship,γένος γάρ, ἀλλ' οὐχὶ συγγένεια Is.8.33
; αἱ κατὰ γένος βασιλεῖαι hereditary monarchies, Arist.Pol. 1285a16, 1313a10.II offspring, even of a single descendant,σὸν γ. Il.19.124
, 21.186;ἡ δ' ἄρ' ἔην θεῖον γ. οὐδ' ἀνθρώπων 6.180
;ἁμὸν Οἰδίπου γ. A. Th. 654
; Διὸς γ., of Bacchus, S.Ant. 1117 (lyr.);Τέκμησσα, δύσμορον γ. Id.Aj. 784
.2 collectively, offspring, posterity,ἐκεῖνοι καὶ τὸ γ. τὸ ἀπ' ἐκείνων Th.1.126
;ἐξώλη ποιεῖν αὐτὸν καὶ γ. καὶ οἰκίαν D.19.71
.III generally, race, of beings, ;ἡμιθέων γ. ἀνδρῶν Il.12.23
; ἡμιόνων, βοῶν γ., Il.2.852, Od.20.212; ἵππειον γ., i.e. mules, S.Ant. 342;ἰχθύων πλωτὸν γ. Id.Fr.941.9
.b clan, house, family, Hdt.1.125, etc.; Φρὺξ μὲν γενεῇ, γένεος δὲ τοῦ βασιληΐου ib.35; τοὺς ἀπὸ γένους men of noble family, Plu.Rom.21;ἱερεὺς κατὰ γ. IG 5(1).497
, al.; also ἱέρεια ἀπὸ γένους, διὰ γένους, ib.607.29,602; esp. at Athens and elsewhere as a subdivision of the φρατρία, Arist.Ath. Fr.3, Pl.Alc.1.120e, etc.; = Lat. gens, D.S.4.21, Plu.Num.1.e of animals, breed, Id.4.29.2 age, generation, Od.3.245; γ. χρύσεον, etc., Hes.Op. 109: hence, age, time of life,γένει ὕστερος Il.3.215
, cf. Arist.Rh. 1408a27.V class, sort, kind,τὰ γ. τῶν κυνῶν ἐστι δισσά X.Cyn.3.1
;τὸ φιλόσοφον γ. Pl. R. 501e
; τὸ τῶν γεωργῶν [γ.] Id.Ti. 17c, cf. R. 434b, Arist.Pol. 1329a27;τῶν ἰχθυοπωλῶν γ. Xenarch.7.4
;τὸ τῶν παρασίτων γ. Nicol.
Com.1.1, etc.2 in Logic, opp. εἶδος (species), Pl.Prm. 129c, al., Arist.Top. 102a31, 102b12, al.;τὰ γ. εἰς εἴδη πλείω καὶ διαφέροντα διαιρεῖται Id.Metaph. 1059b36
.3 in the animal kingdom, τὰ μέγιστα γ., = the modern Classes, such as birds, fishes, Id.HA 490b7, cf. 505b26; so in the vegetable kingdom, γένη τὰ μέγιστα, = σιτώδη, χεδροπά and ἀνώνυμα, Thphr.HP8.1.1.b genus, τὸ τῶν καρκίνων γ., τὸ τῶν περιστερῶν γ., etc., Arist.HA 487b17, 488a4;τῶν δένδρων καὶ τῶν φυτῶν εἴδη πλείω τυγχάνει καθ' ἕκαστον γένος Thphr.HP1.14.3
;τοῦ αὐτοῦ γένους [πίτυς] καὶ πεύκη Dsc. 1.69
, al.c γένος τι a species of plant, Thphr.HP4.8.13; so later, γένη, = crops,ἄλλοις γένεσι τοῖς πρὸς πυρὸν διοικουμένοις PTeb.66.43
, al. (ii B. C.);οἷς ἐὰν αἱρῶμαι γένεσι πλὴν κνήκου PAmh.2.91.15
(ii A. D.); produce, POxy.727.20 (ii A. D.); materials, ib.54.16 (iii A. D.); ἐν γένεσιν in kind, opp. ἐν ἀργυρίῳ, PFay.21.10 (ii A. D.). -
95 διορίζω
A : [tense] fut. [voice] Med. in pass. sense (v. infr. 1.3):—draw a boundary through, delimit, separate, Hdt.4.42;τὴν Εὐρώπην ἀπὸ τῆς Ἀσίης D.S.1.55
;δίχα δ. Pl.Sph. 267a
: metaph.,οὐ στενῷ τῷ ἰσθμῷ διώρισται ἡ ἱστορία πρὸς τὸ ἐγκώμιον Luc.Hist.Conscr.7
.2 distinguish, determine, define,τὰ οὐνόματα Hdt.4.45
;θεοῖσι.. γέρα τίς ἄλλος ἢ 'γὼ.. διώρισεν; A.Pr. 440
; πτῆσιν οἰωνῶν.. διώρισα, of auguries, ib. 489; σῖτον δ' εἰδέναι δ. so as to know it, Id.Fr. 182;γλυκὺν οἶνον καὶ οἰνώδεα Hp.Acut.50
;δ. ἀκούσιά τε καὶ ἑκούσια Pl.Lg. 860e
, cf. Cra. 391d;δ. περὶ ἐνεργείας τί ἐστιν Arist.Metaph. 1048a26
; define logically,δ. κατὰ τὰς διαφοράς Id.Top. 146b20
, cf. EN 1103a3 ([voice] Pass.), etc.:—[voice] Med., pronounce clearly,Alex.
301.3 determine, declare, : c. inf., determine one to be so and so,καθαρὸν διώρισεν εἶναι D.20.158
: with inf. omitted, :— [voice] Med., δηλοῖ καὶ δ. ὅτι .. D.18.40; διορισαμένων ὅπως .. Id.56.11;διορίσασθαι τίς αἱρετώτατος βίος Arist.Pol. 1323a15
: [tense] pf. [voice] Pass. in med. sense,ἃ χρὴ ποιεῖν διωρίσμεθα D.24.192
:—[voice] Pass., διώρισται ὁπότερον .. And.4.8; it being prescribed,Lys.
30.4; ;ἐν τῷ διωρισμένῳ χρόνῳ PTeb. 105.33
(ii B. C.), etc.: impers., διοριεῖται περί τινος we will give precepts about.., Hp.Art.9;ἐν οἷς [λόγοις] διώρισται περὶ τῶν ἠθικῶν Arist.Pol. 1282b20
, cf. EN 1136a10.4 draw distinctions, lay down definitions,οὐδ' ὁτιοῦν διορίζων D.21.104
;τοῦτό μοι.. διόρισον Pl. Grg. 488d
:—mostly in [voice] Med.,δ. περί τινος And.3.12
, Isoc.3.5, Arist. Ph. 200b15;πρὸς ἀλλήλους Pl.Grg. 457c
; δίκην διωρίσω didst settle the conditions of the trial, Ar.Ach. 364.II remove across the frontier, banish,ἔξω τῶν ὅρων Pl.Lg. 873e
;τὸν ἐνθένδε πόλεμον εἰς τὴν ἤπειρον Isoc.4.174
;τινὰ ὑπὲρ θυμέλας E. Ion46
: generally, carry abroad,στράτευμα Τροίαν ἔπι Id.Hel. 394
; δ. πόδα to depart, ib. 828.IV [voice] Pass., to be discontinuous, opp. συνάπτω, Arist.Cat. 4b28; διωρισμένος, opp. συνεχής, ib.20.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διορίζω
-
96 εἰσακούω
A hearken or give ear to one, ὡς ἔφατ'·οὐδ' ἐσάκουσε.. Ὀδυσσεύς Il.8.97
, cf. Hdt.4.133, al.: c. acc.,φωνὴν ἐσάκουσαν h.Cer. 284
, cf. E.Hec. 559, etc.: c. gen. pers., S.Aj. 789 ;τῶν ἐμῶν λόγων E.IA 1368
: c. dat. pers., Hdt.1.214, etc. ;τινί τι Id.9.60
; give way, yield to a request, Th.1.126,3.4; of God, τινός orτῆς προσευχῆς LXX Ps. 4.2
, etc.:—so in [voice] Pass., of the prayer, Ev.Luc.1.13 ; of the person, Ev.Matt.6.7.2 in Poets, simply, hear,τούτου λέγοντος εἰσήκουσ' ἐγώ, ὡς.. S.Tr. 351
; τίνος βροτῶν λόγον τόνδ' εἰ.; Id.El. 884, cf. Aj. 318, Axiop.1.12 ;ζῶντ' εἰσακούσας παῖδα E.El. 416
.II [voice] Pass. in strict sense,ἔξωθεν εἰς τὰς οἰκίας εἰσακούεται μᾶλλον ἢ ἔσωθεν ἔξω Arist.Pr. 903b13
(v.l. εἴσω ἀκ.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰσακούω
-
97 εἴλω
εἴλω (also [full] εἰλέω, [full] εἱλέω, [full] εἴλλω, [full] εἵλλω, [full] ἴλλω; εἱλῶνται is f.l. in Aret.SD1.2), a word whose meanings are traceable to various roots of similar form, v. infr. D.—From εἴλω ([tense] pres. in Hom. only [voice] Pass. part. εἰλόμενος (v. infr.)), we have [dialect] Ep. [tense] aor.Aἔλσα Il.11.413
, inf.ἐέλσαι 21.295
, [dialect] Dor. part.ἔλσαις Pi.O.10(11).43
:—[voice] Med., [tense] aor.ἠλσάμην Semon.17
:—[voice] Pass., [tense] aor. 2 ἐάλην [pron. full] [ᾰ] Il.13.408; inf. ἀλῆναι, ἀλήμεναι, 16.714, 18.76; part. ἀλείς, εῖσα, έν 22.308: [tense] pf. ἔελμαι, part. -μένος 13.524
:—for ἐόλει, ἐόλητο, v. ἐόλει.—Fromεἰλέω Il.2.294
: [tense] impf.εἴλεον Od.22.460
; [var] contr.εἴλει Il.8.215
, Od.12.210;ἐείλεον Il.18.447
: [tense] fut. , AP12.208 (Strat.): [tense] aor. , Dsc.5.87 (ἐν-):—[voice] Med., [tense] impf.εἰλεῦντο Il.21.8
; part.εἰλεύμενος Hdt.2.76
:—[voice] Pass., [tense] aor.εἰλήθην Hp.Morb.4.52
: [tense] pf. and Is.11.5 (s. v. l.), Lyc. 1202: [tense] plpf.εἴληντο J.AJ 12.1.9
.A shut in (less freq. shut out, εἰλέσθων τοῦ ἱαροῦ let them be shut out from the temple, IG22.1126.48 (iv B.C.)); [Ὀδυσῆα] ἔλσαν ἐν μέσσοισι μετὰ σφίσι, πῆμα δὲ ἔλσαν (Zenod., v.l. πῆμα τιθέντες) Il.11.413;ὅτε Κύκλωψ εἴλει ἐνὶ σπῆϊ Od.12.210
, cf. 22.460;ἔνθα δυώδεκα μὲν μένον ἤματα δῖοι Ἀχαιοί· εἴλει γὰρ Βορέης ἄνεμος μέγας οὐδ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι Od.19.200
;ὅν περ ἄελλαι χειμέριαι εἰλέωσιν Il.2.294
;εἱλεῖσθαι ἐν τῷ τόπῳ, μὴ δυνάμενον ἐκπλεῦσαι Arist.Mir. 840a33
, cf. EM298.29; εἰς ἄστυ ἄλεν (for ἄλησαν) Il.22.12;κατὰ ἄστυ ἐέλμεθα 24.662
;ἐελμένοι ἔνδοθι πύργων 18.287
; ; χειμέριον ἀλὲν ὕδωρ ponded water, prevented from flowing away, Il.23.420; ὅσοι πικροὶ.. χυμοὶ κατὰ τὸ σῶμα πλανηθέντες ἔξω μὲν μὴ λάβωσιν ἀναπνοήν, ἐντὸς δὲ εἱλλόμενοι (v.l. εἰλόμενοι) τὴν ἀφ' αὑτῶν ἀτμίδα τῇ τῆς ψυχῆς φορᾷ συμμείξαντες ἀνακερασθῶσι, Pl.Ti. 86e.2 hinder, hold in check, prevent,ἧστο Διὸς βουλῇσιν ἐελμένος Il.13.524
, cf. A.Fr.25: ἔλλοψ (as though ἴλλοψ ) is derived from ἴλλεσθαι = εἴργεσθαι and ὄψ = φωνή by Ath.7.308c.3 enclose, cover, protect,ὑπ' ἀσπίδος ἄλκιμον ἦτορ ἔλσας Callin.1.11
; τῇ ὕπο (sc. τῇ ἀσπίδι) πᾶς ἐάλη he was entirely covered, Il.13.408.B press, as olives and grapes, Paus.Gr.Fr.155; ἀμφὶ βίην Διομήδεος.. εἰλόμενοι huddling around him, Il.5.782; ἵππων φειδόμενος, μή μοι δευοίατο φορβῆς ἀνδρῶν, εἰλομένων, εἰωθότες ἔδμεναι ἄδην here where men throng, ib. 203;πλῆθεν.. ἵππων τε καὶ ἀνδρῶν εἰλομένων· εἴλει δὲ.. Ἕκτωρ 8.215
, cf. 1.409, 18.447, 21.295; πόλις δ' ἔμπλητο ἀλέντων ib. 607; ἐς ποταμὸν εἰλεῦντο they were forced into the river, ib.8; εἱλουμένης τῆς τροφῆς the nourishment being concentrated, Thphr.CP6.11.8;θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα Od.11.573
; [λέων] ἰλλόμενός περ ὁμίλῳ hard- pressed, A.R.2.27;ἀπωθούμενον ὑπὸ τοῦ περιεστῶτος ἔξωθεν πνεύματος πάλιν ἐντὸς ὑπὸ τὸ δέρμα εἱλλόμενον κατερριζοῦτο Pl.Ti. 76b
:—[voice] Pass., of crowds, swarm, jostle one another,ἐν ὀλίγῳ εἰλουμένους Plu.Crass.25
; of ants, Luc.Icar.19.2 in [tense] aor. [voice] Pass., of a man or animal, contract his body, draw himself together, ; ἐνὶ δίφρῳ ἧστο ἀλείς ( huddled up),ἐκ γὰρ πλήγη φρένας 16.403
; of a lion when struck,ἐάλη τε χανών 20.168
; of a warrior,Ἀχιλῆα ἀλεὶς μένεν 21.571
; , Od. 24.538.II without the idea of pressure, collect,ἐν Πίσᾳ ἔλσαις στρατὸν λείαν τε πᾶσαν Pi.O.10(11).43
:—[voice] Pass., Ἀργείους ἐκέλευσα ἀλήμεναι ἐνθάδε πάντας to assemble, Il.5.823.C (found only in the forms εἰλέω ([etym.] εἱλ-) , ἴλλω) wind, turn round, ; ἀπὸ δὲ τῶ[ν πετρῶν] ἴλλει ἡ στεφάνη ἐπὶ τὸν λόφον GDIiv p.847 (iv B.C.);νῆα δ' ἔπειτα πέριξ εἴλει ῥόος A.R.2.571
; roll, γλῶσσαν dub.in Call.Iamb.1.144:— [voice] Pass., revolve, move to and fro,ἰλλομένων ἀρότρων S.Ant. 340
(lyr.);οἱ ἀστέρες ἐν τῷ οὐρανῷ εἰλέονται Luc.Astr.29
; περὶ τὴν γῆν ἀεὶ εἱλεῖν ἰών, as etym. of ἥλιος ([etym.] ἀέλιος), Pl.Cra. 409a; εἰλέονται ἐπὶ τὸ ὑγιὲς σκέλος they pivot or swing round on the sound leg, Hp.Art.52, cf. Mochl.20; of a flame,περὶ δ' αὐτὸν εἰλεῖτο φλόξ Mosch.4.104
; κατ' αὐτὸν (sc. τὸν κισσὸν) ἕλιξ εἰλεῖται is twined round, Theoc.1.31; ap. Stob.1.3.52; also of hair on the crown, to be whorled, Ruf.Onom.13.II roll up tight, [κῶας] εἴλει ἀφασσόμενος A.R.4.181
;τὴν μηλωτὴν εἱλήσας LXX 4 Ki. 2.8
:—[voice] Pass., ἰλλομένοις ἐπὶ λαίφεσι furled, A.R.1.329.III metaph. in [voice] Pass., ἐν ποσὶ εἱλεῖσθαι to be familiar, Hdt. 2.76;οἱ περὶ τὰς δίκας εἱλούμενοι Max.Tyr.28.3
, cf. Alciphr.3.60,64.D It seems impossible to derive all the above uses from an orig. sense squeeze, though most of those under A and B, as well as C. II, might be so explained; but A seems to imply a root meaning bar, cf. ἀποϝηλέω, ἐγϝηληθίωντι, ϝήλημα (βήλημα), εἶλαρ, and C is to be compared with εἰλύω, Lat. volvo: some passages are doubtful in meaning, μή νυν περὶ σαυτὸν εἶλλε τὴν γνώμην ἀεί do not roll or wrap your thought round you, or do not confine your thought within you, Ar.Nu. 761; γῆν.. ἰλλομένην (v.l. εἱλλ-, εἰλλ-) was taken to mean revolving by Arist.Cael. 293b31 (cf.περὶ τὸ μέσον εἱλεῖσθαι Mete. 356a5
) but expld. (omitting τήν ) as packed tightly about.. by Procl.in Ti.3.136 D.; ἐν δὲ τῇ ταραχῇ (in the churning) εὐρυχωρίης γινομένης, εἰλέεται (sc. τὸ ὑγρόν) ἀποκεκριμένον καὶ θερμαίνει τὸ σῶμα perh. is squeezed out, Hp. Morb.4.51; πρὶν δὲ ταραχθῆναι οὐκ ἔχει ἐκχωρέειν τὸ πλεῖον τοῦ ὑγροῦ, ἀλλ' ἄνω καὶ κάτω εἰλέεται μεμιγμένον τῷ ἄλλῳ ὑγρῷ is driven up and down, ibid.:— νῆα κεραυνῷ Ζεὺς ἔλσας (ἐλάσας Zenod.
) ἐκέασσε prob. striking the ship.., Od.5.132, cf. 7.250 (only here in this sense). -
98 θεός
θεός, ὁ, [dialect] Boeot. [full] θιός, [dialect] Lacon. [full] σιός (v. infr.), Cypr., Cret. [full] θιός Inscr.Cypr.135.27 H., Leg.Gort.1.1, [dialect] Dor. also [full] θεύς Call.Cer.58; acc. θεῦν v.l. ib. 130; voc. (only late) θεός, alsoA , Ev.Matt. 27.46, PMag.Lond.121.529, etc.; but classical in compd. names, Ἀμφίθεε, Τιμόθεε:—God, the Deity, in general sense, both sg. and pl. (εἰ καὶ ἐπὶ θεοὺς καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπὶ θεὸν ἁρμόζει μεταφέρειν Plot.6.8.1
), θ. δὲ τὸ μὲν δώσει τὸ δ' ἐάσει God will grant.., Od.14.444;οὐδέ κεν ἄλλως οὐδὲ θ. τεύξειε 8.177
, cf. 3.231, Il.13.730 (alsoθεὸς Ζεύς Od.4.236
, 14.327);θ. καὶ ἀγαθὴ τύχη Pl.Lg. 757e
, cf. Timocl.3 D.;σὺν θεῷ Il.9.49
, S.Aj. 765, etc. (less freq. ξὺν τῷ θ. ib. 383); σὺν θ. εἰρημένον Hdt.1.86, cf. 3.153;σὺν θ. εἰπεῖν Pl.Prt. 317b
: so in pl.,σύν γε θεοῖσιν Il.24.430
;οὔ τοι ἄνευ θεοῦ Od.2.372
; οὐ θεῶν ἄτερ pi.P.5.76;ἐκ θεόφι Il.17.101
; ὑπὲρ θεόν against his will, 17.327;ἂν θ. θέλῃ Alex. 231
;θ. θέλοντος Men.Mon. 671
: in pl.,ἂν θεοὶ θέλωσιν Alex.247
; θεῶν συνεθελόντων, βουλομένων, X.Eq.Mag.9.8, Luc.Macr.29;εἰ ὀρθῶς ἢ μή, θ. οἶδε Pl.Phdr. 266b
, cf.R. 517b, etc.; in oaths,θ. ἴστω S.OC 522
(lyr.), etc.;πρὸς θεῶν Hdt.5.49
, D.1.15, etc.: bless you! good heavens! for heaven's sake!M.Ant.
7.17, Arr.Epict.2.19.15, al.; τὸν θ. σοι ib.3.7.19, al.: qualified by τις, Od.9.142, etc.;οὐκ ἄνευ θεῶν τινος A.Pers. 164
(troch.), E.Ba. 764;κατὰ θεόν τινα Id.IA 411
, Pl. Euthd. 272e;κατὰ θεόν πως εἰρημένα Id.Lg. 682a
: doubled in poets,θεὸν θεόν τις ἀγλαϊζέτω B.3.21
, cf. Diagor.1; , cf. Paus.Gr.Fr.203; θεοί (Cret. θιοί) as an opening formula in Inscrr. (sc. τύχην ἀγαθὴν διδοῖεν), Leg.Gort.1.1, IG 12.52, etc.: sg., θ. τύχη ib.5(2).1, etc.: in Prose also with the Art.,ὁ θ. πάντων ἂν εἴη αἴτιος Pl.R. 379c
, cf. Lg. 716c, etc.; τὰ πρὸς τοὺς θ., τὰ παρὰ τῶν θ., X.Mem.1.3.1, 2.6.8.b θεοί, opp.ἄνδρες, πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε Il.1.544
;ὃν Ξάνθον καλέουσι θ., ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον 20.74
: in Comparisons, ;θεοῖς ἐναλίγκια μήδεα Od.13.89
; also in sg.,θεῷ ἐναλίγκιος αὐδήν Il.19.250
;θεὸς ὥς 5.78
;ὥς τε θεός 3.381
: prov., θεὸς πρὸς ἀνθρώπους, of an 'angel's visit', Herod.1.9.c of special divinities, νέρτεροι θ. A.Pers. 622, S.Ant. 602 (lyr.); ἐνέρτεροι θ. Il.15.225; οἱ κάτωθεν θ. S.Ant. 1070;θ. οὐράνιοι h.Cer.55
, A.Ag.90 (anap.); οἱ δώδεκα θ. Ar.Eq. 235, X.Eq.Mag.3.2, IG22.30, etc.; μὰ τοὺς δώδεκα θ. Men.Sam.91; in dual, τὼ σιώ ([dialect] Lacon.), of Castor and Pollux, ναὶ τὼ ς. X.An.6.6.34, HG4.4.10, Ar.Lys.81: so in [dialect] Boeot., of Amphion and Zethus, νεὶ τὼ σιώ (leg. θιώ) Id.Ach. 905.d ὁ θ., of natural phenomena, ὁ θ. ὕει (sc. Ζεύς) Hdt.2.13;ὁ θ. ἐνέσκηψε βέλος Id.4.79
; ἔσεισεν ὁ θ. (sc. Ποσειδῶν) X.HG4.7.4; of the sun, Hdt.2.24, A.Pers. 502, E.Alc. 722; δύνοντος τοῦ θ. App.BC4.79; the weather, τί δοκεῖ τὰ τοῦ θεοῦ; Thphr.Char.25.2.2 metaph., of abstract things,τὸ δ' εὐτυχεῖν τόδ' ἐν βροτοῖς θεός τε καὶ θεοῦ πλέον A.Ch.60
;ἡ φρόνησις ἁγαθὴ θ. μέγας S.Fr. 922
;θ. γὰρ καὶ τὸ γιγνώσκειν φίλους E.Hel.
<*>60; ὁ πλοῦτος τοῖς σοφοῖς θ. Id.Cyc. 316; φθόνος κάκιστος θ. Hippothoon 2.3 as title of rulers, θεῶν ἀδελφῶν (sc. Ptolemy Il and Arsinoe), Herod.1.30, etc.; (Rosetta, ii B.C.);Ἀντίοχος ὅτῳ θεὸς ἐπώνυμον γίγνεται App.Syr.65
; θεὸς ἐκ θεοῦ, of Augustus, OGI655.2 (Egypt, 24 B.C.);θ. ἡμῶν καὶ δεσπότης IPE4.71
(Cherson., ii A.D.).b = Lat. Divus, Mon.Anc.Gr.10.4, Str.4.1.1, etc.; οἱ ἐν θεοῖς αὐτοκράτορες,= divi Imperatores, IG12(1).786 ([place name] Rhodes).c generally of the dead,καὶ ζῶντός σου καὶ εἰς θεοὺς ἀπελθόντος PPetr.2p.45
(iii B.C.); θεοῖς χθονίοις,= Lat. Dis Manibus, IG14.30,al.4 one set in authority, judge, τὸ κριτήριον τοῦ θ., ἐνώπιον τοῦ θ., LXXEx.21.6, 22.8; θεοὺς οὐ κακολογήσεις ib.22.28(27).II θεός fem., goddess,μήτε θήλεια θεός, μήτε τις ἄρσην Il.8.7
, cf. Hdt.2.35, al.; , cf. 141, Orac.ib.21.52; esp. at Athens, of Athena, Decr. ap. And.1.77, Pl.Ti. 21a, etc.; ἁ Διὸς θεός, Ζηνὸς ἡ θ., S.Aj. 401 (lyr.), 952 ( ἡ Διὸς θεά ib. 450); of other goddesses,ποντία θεός Pi.I. 8(7).36
; ἡ νερτέρα θ.,= Περσεφόνη, S.OC 1548, etc.; of Thetis, Pl. Ap. 28c; of Niobe, S.El. 150 (lyr.), Ant. 834 (anap.): in dual, of Demeter and Persephone,τὰ τοῖν θεοῖν ψηφίσματα Ar.V. 378
(lyr.);οὐδ' ἔδεισε τὼ θεώ And.1.125
; freq. in oaths, ; , 532.III as Adj. in [comp] Comp. θεώτερος, divine, θύραι θ., opp. καταιβαταὶ ἀνθρώποισιν, Od.13.111; χορὸς θ. Call.Ap. 93, cf.Dian. 249, D.P.257. (Derived by Hdt.2.52 fr. τίθημι ([etym.] κόσμῳ θέντες τὰ πρήγματα), by Pl.Cra. 397d fr. θεῖν. Etym. dub.) [In [dialect] Ep. (twice in Hom.) and Trag. (E.Ba.47, 1347, al., not in Com.), as monosyll. by synizesis,θεοί Il.1.18
, Thgn.142;θεῶν h.Cer.55
, 259;θεοῖς Thgn.171
;θεοῖσιν Od.14.251
; : even in nom. θεός before a vowel, E.Or. 399 (cf. Pors. ad loc.), HF 347; in Pi.P. 1.56 apptly. a short monosyll.] -
99 θρίξ
Aτρίχεσιν J.AJ16.7.3
is f.l. for τρύχ-): - hair, Hom. only in pl.,ὀρθαὶ τρίχες ἔσταν ἐνὶ.. μέλεσσι Il. 24.359
; mostly, hair of the head, 22.77, Od.13.431;αἱ ἐν τῇ κεφαλῇ τρίχες Th.1.6
; sheep's wool, Il.3.273, Hes.Op. 517; pig's bristles, Il.19.254, Od.10.239; τρίχες ἄκραι οὐραῖαι, of a horse's tail, Il.23.519; ἀνάστασις τῶν τριχῶν, of a lark's crest, Gal.12.361.II later in sg. collectively, A.Th. 535, Ag. 562, S.El. 451; τριχὸς πλόκαμος, βόστρυχος, A.Th. 564 (lyr.), Ch. 229;γενείον θρίξ Id.Pers. 1056
; ; Ἐπαφρόδιτον.. τὴν παιδικὴν τρίχα Ὑγίᾳ (sc. ἀνέθηκεν) IG12(5).173 (Paros, i A.D.); of a horse's mane, S.Fr. 475; of dogs, X.Cyn.4.8 (sg. and pl.).2 a single hair, οὐδὲ τρίχ[α] Alc. Supp.14.10: prov., θρὶξ ἀνὰ μέσσον only a hair's breadth wanting, Theoc.14.9, cf. X.Smp.6.2; ἄξιον τριχός, i.e. good for nothing, Ar. Ra. 614;οὐδ' ἂν τριχὸς πριαίμην Eup.7.18D.
; ἐκ τριχὸς κρέμασθαι to hang by a hair, Aristaenet.2.1, Zen.3.47;ἀπὸ τ. ἠερτῆσθαι AP5.229
(Paul. Sil.);ἐπὶ τριχὸς ἦν ἡ σωτηρία Procop.Aed.6.6
; εἰς ἱερὴν τρίχα ἐλθεῖν, i.e. to come to life's end, v.l. in AP7.164 (Antip. Sid.), but cf. Epigr.Gr.248.13; μόνον οὐχὶ τῶν τ., φασί, λαμβάνεται 'saute aux yeux', S.E.M.7.257. -
100 κακός
A bad:I of persons,1 of appearance, ugly,εἶδος μὲν ἔην κακός Il.10.316
, cf. Paus.8.49.3.2 of birth, ill-born, mean,γένος ἐστὲ διοτρεφέων βασιλήων.., ἐπεὶ οὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν Od.4.64
;Ζεὺς δ' αὐτὸς νέμει ὄλβον.. ἐσθλοῖς ἠδὲ κακοῖσι 6.189
;οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν 22.415
;οὐδ' ἐὰν.. φανῶ τρίδουλος, ἐκφανῇ κακή S.OT 1063
; κακός τ' ὢν κἀκ κακῶν ib. 1397.3 of courage, craven, base, Il.2.365, 6.489; κακοῦ τρέπεται Χρὼς ἄλλυδις ἄλλῃ (called δειλὸς ἀνήρ in the line above) 13.279;Ἕκτωρ σε κ. καὶ ἀνάλκιδα φήσει 8.153
, cf. Od.3.375;κ. καὶ ἀνήνορα 10.301
;οἵτινες.. ἐγένοντο ἄνδρες κ. ἢ ἀγαθοὶ ἐν τῇ ναυμαχίῃ Hdt.6.14
;κ. καὶ ἄθυμος Id.7.11
; οὐδαμῶν κακίονες ib. 104;κακοὺς πρὸς αἰχμήν S.Ph. 1306
; ;οὐδενὶ ἐπιτρέψοντας κακῷ εἶναι X.An.3.2.31
.4 bad of his kind, i. e. worthless, sorry, unskilled,ἡνίοχοι Il. 17.487
; [ τοξότης] ἢ κ. ἢ ἀγαθός ib. 632;νομῆες Od.17.246
; κ. ἀλήτης a bad beggar, ib. 578; ; κυβερνήτης, ναύτης, E.Supp. 880, Andr. 457; : c. acc. modi, πάντα γὰρ οὐ κακός εἰμι I am not bad in all things, Od.8.214;κ. γνώμην S.Ph. 910
: also c. dat.,κακοὶ γνώμαισι Id.Aj. 964
: c. inf.,κ. μανθάνειν Id.OT 545
; [ νῆσος]φυτεύεσθαι κακή Trag.Adesp.393
; cf. 11.5 in moral sense, base, evil, Od.11.384, Hes.Op. 240; opp. Χρηστός, S.Ant. 520;ὦ κακῶν κάκιστε Id.OT 334
, Ph. 984;πλεῖστον κάκιστος Id.OC 744
;κ. πρός τινας Th.1.86
;εἰς φίλους E.Or. 424
codd.;περὶ τὰ Χρήματα Pl.Clit. 407c
.II of things, evil, pernicious, freq. in Hom., etc., as δαίμων, θάνατος, μοῖρα, αἶσα, κῆρες, νοῦσος, ἕλκος, φάρμακα, ὀδύναι, Od.10.64, Il.3.173, 13.602, 1.418, Od.2.316, Il.1.10, 2.723, 22.94, 5.766; Χόλος, ἔρις, Il.16.206, Od.3.161; πόλεμος, ἔπος, ἔργα, Il.4.82, 24.767, Od.2.67, al.; ἦμαρ, ἄνεμος, Il.9.251, Od.5.109; of omens and the like , unlucky, ὄρνις, ὄναρ, σῆμα, Il.24.219, 10.496, 22.30: also in Trag., κ. τύχη, δαίμων, μόρος, S.Tr. 328, A.Pers. 354, 369, etc.; of words, abusive, foul,κ. λόγοι S.Ant. 259
, cf. Tr. 461; κ. ποιμήν, i.e. the storm, A.Ag. 657: Astrol., unlucky,τόποι Heph.Astr.1.12
; κ. τύχη, name for the sixth region, Paul.Al.M.1.B κακόν, τό, and κακά, τά, as Subst., evil, ill,δίδου δ' ἀγαθόν τε κακόν τε Od.8.63
;ἀθάνατον κακόν 12.118
;ἐκ μεγάλων κακῶν πεφευγέναι Hdt.1.65
; so κ. ἄμαχον, ἄπρηκτα, Pi.P.2.76, I.8(7).8; ἔκπαγλον, ἄφερτον, ἀμήχανον, etc., A.Ag. 862, 1102, E.Med. 447, etc.; κακὸν ἥκει τινί there's trouble in store for some one, Ar.Ra. 552; δυοῖν ἀποκρίνας κακοῖν the least of two evils, S.OT 640, cf. OC 496; κακῶν Ἰλιάς, v. Ἰλιάς; κακόν τι ῥέξαι τινά to do harm or ill to any one, Il.2.195, etc.;πολλὰ κάκ' ἀνθρώποισιν ἐώργει Od.14.289
; κακὰ φέρειν, τεύχειν τινί, Il.2.304, Hes.Op. 265; κακόν τι (or κακὰ) ποιεῖν τινα (v. δράω, ποιέω, ἐργάζομαι) ; κακὸν πάσχειν ὑπό τινος to suffer evil from one, Th.8.48, etc.: in Trag. freq. repeated, κακὰ κακῶν, = τὰ κάκιστα, S.OC 1238 (lyr.); (lyr.);δεινὰ πρὸς κακοῖς κακά Id.OC 595
, cf. Ant. 1281;δόσιν κακὰν κακῶν κακοῖς A.Pers. 1041
(lyr.).2 κακά, τά, evil words, reproaches,πολλά τε καὶ κακὰ λέγειν Hdt.8.61
, cf.A.Th. 571, S.Aj. 1244,Ph. 382, etc.3 Philos., κακόν, τό, Evil, Stoic.3.18, al., Plot.1.8.1, al.4 of a person, pest, nuisance,τουτὶ παρέξει τὸ κ. ἡμῖν πράγματα Ar.Av. 931
; also, comically, ὅσον συνείλεκται κακὸν ὀρνέων what a devil of a lot of birds, ib. 294.C degrees of Comparison:1 regul. [comp] Comp. in [dialect] Ep.,κακώτερος Od.6.275
, 15.343, Theoc.27.22, A.R.3.421, etc.: also in late Prose, Alciphr.3.62: irreg. κακίων, ον [with [pron. full] ῐ], Od.2.277, Thgn.262, etc., with [pron. full] ῑ in Trag., exc. E.Fr. 546 (anap.);κακῑότερος AP12.7
([place name] Strato).2 [comp] Sup.κάκιστος Hom.
, etc.--Cf. also Χείρων, Χείριστος, and ἥσσων, ἥκιστος.D Adv. κακῶς ill,ἢ εὖ ἦε κακῶς Il.2.253
, etc.; κακῶς ποιεῖν τινα to treat one ill; κακῶς ποιεῖν τι to hurt, damage a thing; κακῶς ποιεῖν τινά τι to do one any evil or harm; κ. πράσσειν to fare ill, A.Pr. 266, etc.;κάκιον ἢ πρότερον πράττειν And.4.11
;κ. ἔχειν Ar.Ra.58
, etc.; of illness, Ev.Matt.4.24; rarelyκακῶς πάσχειν A.Pr. 759
, 1041 (anap.); Χρῆν Κανδαύλῃ γενέσθαι κ. Hdt.1.8;κ. ὄλοισθε S.Ph. 1035
, etc.; with play on two senses,ὡς κ. ἔχει ἅπας ἰατρός, ἂν κ. μηδεὶς ἔχῃ Philem.Jun.2
; κ. ἐρεῖν τινά, λέγειν τὴν πόλιν, Mimn.7.4, Ar.Ach. 503; κ. εἰδότες, = ἀγνοοῦντες, X.Cyr.2.3.13, Isoc.8.32, cf. Hyp.Eux.33; κακῶς ἐκπέφευγα I have barely escaped, D.21.126: [comp] Comp.κάκιον Hdt.1.109
, S.OT 428, And.l.c., Pl.Mx. 236a, etc.: [comp] Sup. , Pax2, Pl.R. 420b, etc.2 Adv. and Adj. freq. coupled in Trag., [dialect] Att., etc.,κακὸν κακῶς νιν.. ἐκτρῖψαι βίον S.OT 248
;κακὸς κακῶς ταφήσῃ E.Tr. 446
(troch.);ἀπό σ' ὀλῶ κακὸν κακῶς Ar.Pl.65
, cf. Eq. 189, 190, D.32.6, Procop.Pers.1.24;κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς Ev.Matt.21.41
;κακοὺς κάκιστα S.Aj. 839
; in reversed order, ; with intervening words,κακῶς.. ἀπόλλυσθαι κακούς S.Ph. 1369
, cf. E.Cyc. 268, Ar.Eq.2. (Perh. cogn. with Avest. kasu-, [comp] Comp. kasyah-, [comp] Sup. kasišta- 'small', Lith. nukašëti 'grow feeble, thin', Germ. hager.)
См. также в других словарях:
ουδείς — ουδεμία, ουδέν (AM οὐδείς, οὐδεμία, οὐδέν, Α αρσ. και οὐθείς, ουδ. και οὐθέν) (αόρ. αντων. που κλίνεται κατά το εἷς, μία, ἕν) 1. ούτε ένας, κανένας («οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», ΚΔ) 2. το ουδ. ως ουσ. το ουδέν κανένα πράγμα, τίποτε 3 … Dictionary of Greek
συγκαταβαίνω — ΝΜΑ, και συγκατεβαίνω Ν 1. είμαι ή γίνομαι επιεικής, ενδοτικός 2. είμαι καταδεκτικός, καταδέχομαι (α. «μα πούρ εσυγκατέβηκα κι ήρθα να σε τιμήσω», Ερωτόκρ. β. «μετὰ δημοτῶν ἀνθρώπων συγκαταβαίνων ὠμίλει ᾧ τύχοι», Πολ.) αρχ. 1. κατεβαίνω μαζί με… … Dictionary of Greek
ABANNATIO — ἀπενιαυτισμός Graecis, annuum denotat exilium, quodindici olim apud Graecos, illis solebat, qui involuntariam caedem commisissent, Budaeus in Annotat. l. aut facta. 16. §. eventus, ff. de poen. vide Calvin. Lexic.Iurid. Sicariorum enim ἐκ… … Hofmann J. Lexicon universale
έχθαρ — ἔχθαρ, τὸ (Μ) έχθος, μίσος. [ΕΤΥΜΟΛ. Μσν. μεταπλασμένος τ. τού έχθος «μίσος» κατά τα ουδ. εις αρ (πρβλ. νέκτ αρ, πί αρ)] … Dictionary of Greek
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia
καλός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 410 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τεμένους. 2.… … Dictionary of Greek
γίνομαι — (AM γίγνομαι και γίνομαι) 1. δημιουργούμαι, αποκτώ ζωή, υπόσταση 2. (για γεωργικά προϊόντα) παράγομαι 3. συμβαίνω, πραγματοποιούμαι 4. καθίσταμαι, αποβαίνω 5. είμαι, υπάρχω 6. (για αριθμητικά ποσά) προκύπτω, εξάγομαι από πράξεις ή υπολογισμό 7.… … Dictionary of Greek
κενός — ή, ό (ΑΜ κενός, ή, όν, Α αιολ., ιων. και ποιητ. τ. κεινός, επικ. τ. κενεός και αιολ. τ. κέννος) 1. αυτός που δεν περιέχει κάτι, άδειος, κούφιος 2. μτφ. μάταιος, άσκοπος, ανώφελος, ανεκπλήρωτος, αστήρικτος (α. «κενά λόγια», β. «κενές υποσχέσεις»)… … Dictionary of Greek
παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… … Dictionary of Greek
πολύς — πολλή, πολύ, ΝΜΑ, και επικ. τ. πουλύς, πουλύ και ιων. τ. πολλός, ή, όν, Α 1. (για αριθμό και συχνά με ονόματα τα οποία δηλώνουν την έννοια τού πλήθους) αυτός που υπάρχει ή γίνεται σε μεγάλη ποσότητα (α. «συγκεντρώθηκε πολύς λαός για να τόν… … Dictionary of Greek
τοιούτος — αύτη, ο / τοιοῡτος, αύτη, ον, ΝΜΑ, και αιολ. τ. τέουτος, αύτα, ον, και επιτεταμένος τ. τού ουδ. πληθ. τοιαυτί, Α (δεικτ. αντων.) τέτοιου είδους, τέτοιας λογής, τέτοιος («ὁ τοιοῡτος ὤν καὶ ἐοικέναι τοῑς τοιούτοις», Πλάτ.) νεοελλ. 1. το αρσ. ως ουσ … Dictionary of Greek