Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κίνησα

См. также в других словарях:

  • ανακινώ — κίνησα, κινήθηκα, κινημένος. 1. αναταράζω, ανακατώνω κάτι: Θα ανακινείς πρώτα το φιαλίδιο με το φάρμακο κι ύστερα θα το χρησιμοποιείς. 2. φέρνω στην επιφάνεια κάτι που έχει ξεχαστεί, προκαλώ καινούρια συζήτηση γι αυτό: Ορισμένοι βουλευτές… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κινώ — και κινάω κίνησα, κινήθηκα, κινημένος 1. βάζω κάτι σε ενέργεια, κάνω κάτι να λειτουργήσει: Ο μύλος κινείται με νερό. 2. μετατοπίζω, κουνώ: Να μην κινήσεις τίποτα μέσα στο δωμάτιό μου. 3. προξενώ, προκαλώ: Μου κινεί την περιέργεια. 4. ξεκινώ:… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κινάω — / κινώ, κίνησα βλ. πίν. 58 Σημειώσεις: κινάω : χρησιμοποιείται κυρίως με την έννοια → ξεκινάω (π.χ. κινάει να φύγει), αλλά στον απλό προφορικό λόγο και με τις άλλες έννοιες του κινώ …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • κινώ — κινώ, κίνησα βλ. πίν. 73 και πρβλ. κινάω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»