Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Πηνελόπεια

См. также в других словарях:

  • Πηνελόπεια — fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελοπείης — Πηνελόπεια fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελοπείῃ — Πηνελόπεια fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπαις — Πηνελόπεια fem dat pl Πηνελόπη fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπειαν — Πηνελόπεια fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπη — Πηνελόπεια fem nom/voc sg (attic epic ionic) Πηνελόπη fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπην — Πηνελόπεια fem acc sg (attic epic ionic) Πηνελόπη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπης — Πηνελόπεια fem gen sg (attic epic ionic) Πηνελόπη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηνελόπῃ — Πηνελόπεια fem dat sg (attic epic ionic) Πηνελόπη fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Pénélope — Pour les articles homonymes, voir Pénélope (homonymie). Ulysse déguisé en mendiant cherche à se faire reconnaître de Pénélope, relief en terre cuite de Milo, v.  …   Wikipédia en Français

  • Πηνελόπη — Πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, κόρη του βασιλιά της Σπάρτης ή των Αμυκλών Ικαρίου και σύζυγος του Οδυσσέα. Ένα χρόνο μετά τον γάμο τους, ο Οδυσσέας έφυγε για τον Τρωικό πόλεμο, αφήνοντας την με το γιο τους Τηλέμαχο, βρέφος ακόμα. Είκοσι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»