Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἐνυαλίου

См. также в других словарях:

  • Ἐνυαλίου — Ἐνυάλιος the Warlike masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐνυαλίου — ἐνῡαλίου , Ἐνυάλιος the Warlike masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ενυώ — Αρχαία πολεμική θεότητα. Οι μυθογράφοι την εμφανίζουν άλλοτε ως μητέρα, άλλοτε ως τροφό ή κόρη και άλλοτε ως σύντροφο του Άρη και μητέρα του Ενυαλίου. Συνοδός της είναι ο Κύδοιμος, που προσωποποιεί τη βοή των μαχών. Η Ε. ήταν αντίπαλος της Αθηνάς …   Dictionary of Greek

  • ενυάλιος — Αρχαία πολεμική θεότητα. Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν Ε. ήταν απλώς προσωνύμιο του Άρη, όπως απαντά στον Όμηρο, ή θεότητα, η οποία, τουλάχιστον αρχικά, ήταν αυτοτελής. Οι μεταγενέστεροι συγγραφείς τον θεωρούν γιο του Άρη και της Ενυούς ή του Κρόνου… …   Dictionary of Greek

  • Θηρίτας — Προσωνυμία του Ενυάλιου Άρη στη Λακωνία. Στον δρόμο για τη Θεράπνη υπήρχε αρχαιότατο ιερό του θεού, τον οποίον αποκαλούσαν έτσι από την τροφό του, Θρω. Σύμφωνα με άλλη άποψη η προσωνυμία προέρχεται από τη λέξη θηρίο και δηλώνει τον πολεμιστή που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»